ΑΝ ΒΙΑΖΕΣΑΙ ΝΑ ΔΕΙΣ ΤΟΝ ΚΟΣΜΟ ΝΑ ΓΙΝΕΤΑΙ ΚΑΛΥΤΕΡΟΣ, ΑΡΧΙΣΕ ΑΠΟ ΤΟΝ ΕΑΥΤΟ ΣΟΥ. ΕΙΝΑΙ Ο ΣΥΝΤΟΜΟΤΕΡΟΣ ΔΡΟΜΟΣ.

Τρίτη 13 Οκτωβρίου 2020

ΑΓΙΑ ΧΡΥΣΗ Η ΝΕΟΜΑΡΤΥΣ

Αγία Χρυσή η Νεομάρτυς

Η Αγία Χρυσή γεννήθηκε στο χωριό Σλάτενα (σημερινή Χρυσή) της επαρχίας Αλμωπίας Νομού Πέλλης. Ο πατέρας της ήταν φτωχός και είχε τέσσερις θυγατέρες. Η Χρυσή ήταν ωραία στο σώμα και στην ψυχή.

Κάποτε, ενώ βρισκόταν μαζί με άλλες γυναίκες στους αγρούς και μάζευε καυσόξυλα, την απήγαγε κάποιος Τούρκος και τη μετέφερε στο σπίτι του. Ο Τούρκος προσπάθησε με κολακείες να την εξισλαμίσει και να την κάνει γυναίκα του. Η Χρυσή όμως αντιστάθηκε και δυναμικά απάντησε: «Εγώ τον Χριστό μόνο γνωρίζω για νυμφίο μου, που δεν θα αρνηθώ και αν ακόμα με κομματιάσεις». Οι γονείς και οι συγγενείς της Χρυσής, με εξαναγκασμό των Τούρκων, την παρακαλούσαν να δεχτεί τον μωαμεθανισμό για να σωθεί. Αλλά η μεγαλόψυχη Χρυσή τους απάντησε ότι: «πατέρα έχω τον Κύριό μου Ιησού Χριστό, μητέρα την Κυρία Θεοτόκο, αδελφούς δε και αδελφές έχω τους Αγίους και τις Αγίες της Εκκλησίας μας».

Μπροστά λοιπόν στη σταθερότητα της Χρυσής, οι Τούρκοι απάντησαν με φρικτά βασανιστήρια. Τελικά στις 13 Οκτωβρίου 1795 μ.Χ., κατέκοψαν το σώμα της με μαχαίρια και έτσι πανάξια έλαβε το στεφάνι του μαρτυρίου από τον Νυμφίο Χριστό. Η Ορθόδοξη Εκκλησία εορτάζει τη μνήμη της Αγίας Χρυσής στις 13 Οκτωβρίου.
 

https://www.saint.gr

Δευτέρα 12 Οκτωβρίου 2020

ΟΣΙΟΣ ΕΠΙΚΤΗΤΟΣ Ο ΘΑΥΜΑΤΟΥΡΓΟΣ

                             Όσιος Επίκτητος ο Θαυματουργός
 
O Άγιος Επίκτητος ο θαυματουργός ήταν ένας από τους 300 Αλαμανούς Αγίους. Ο Λεόντιος Μαχαιράς, ο χρονογράφος της Κύπρου, μας λέγει πως αφού ο Άγιος Επίκτητος προχώρησε από τόπο σε τόπο, ήρθε στα βόρεια της Κύπρου κι εγκαταστάθηκε στην περιοχή του Κάζα Πιφάνη, το σημερινό Καζάφανι, που απέχει κάπου τέσσερα μίλια από την πόλη της Κερύνειας. Εκεί, αφού ασκήτευσε θεοφιλώς, κοιμήθηκε εν ειρήνη.

Στη σπηλιά που έζησε ο Άγιος, βλέπει κανείς και σήμερα το πέτρινο κρεβάτι του αγίου και μια πέτρα που ομοιάζει με ανθρώπινο κεφάλι και την οποία χρησιμοποιούσε ο ασκητής για προσκέφαλο. Σε μια γωνιά βρίσκεται κι ο τάφος του αγίου. Επάνω από τη σπηλιά αυτή κτίστηκε αργότερα, περί τα τέλη του ΙΒ' αιώνα, η εκκλησία της κοινότητος επ' ονόματι του αγίου, την οποία οι κάτοικοι πολύ την σεβόντουσαν. Σ' αυτή μεταφέρθηκε από τη σπηλιά και τοποθετήθηκε κατά το έτος 1856 μ.Χ. κι η εικόνα του αγίου. Η Ορθόδοξη Εκκλησία εορτάζει τη μνήμη του Οσίου στις 12 Οκτωβρίου.
 
https://www.saint.gr

ΟΣΙΟΣ ΣΥΜΕΩΝ Ο ΝΕΟΣ ΘΕΟΛΟΓΟΣ

Όσιος Συμεών ο Νέος Θεολόγος 

Ο Άγιος Συμεών ο Νέος Θεολόγος, γεννήθηκε το έτος 949 μ.Χ. στη Γαλάτη της Παφλαγονίας από γονείς ευσεβείς και εύπορους, τον Βασίλειο και την Θεοφανώ. Ο θείος του Βασίλειος, ο οποίος κατείχε υψηλή θέση στον αυτοκρατορικό οίκο της Κωνσταντινουπόλεως, προσέλαβε νωρίς τον ανεψιό του κοντά του, όπου, όπως ήταν φυσικό, έτυχε καλής παιδείας. Όμως ο Όσιος δεν έδινε προσοχή και δεν έδειχνε ενδιαφέρον για μάθηση.

Κατά την εποχή αυτή ο Συμεών γνωρίστηκε με έναν μοναχό της περιωνύμου μονής Στουδίου, ο οποίος ονομαζόταν, επίσης, Συμεών. Ο μοναχός αυτός έγινε από την αρχή ο πνευματικός του πατέρας. Όταν κατά το έτος 963 μ.Χ. πέθανε ο θείος του, ο Συμεών προσήλθε στη μονή του Στουδίου, όπου ζητούσε «τὸν ἐκ νεότητος αὐτοῦ χρηματίσαντα πατέρα πνευματικὸν καὶ διδάσκαλον». Ο ίδιος ο Όσιος Συμεών παρομοιάζει τον θείο του με τον Φαραώ, τη διαμονή του στον αυτοκρατορικό οίκο με την αιχμαλωσία των Ισραηλιτών στην Αίγυπτο και τον πνευματικό του πατέρα με τον Μωυσή.

Κάποτε ο Γέροντάς του, του έδωσε ένα βιβλίο με τα συγγράμματα των Αγίων Μάρκου του Ερημίτου και Διαδόχου Φωτικής. Ζωηρή εντύπωση του προξένησε το ακόλουθο απόφθεγμα από το βιβλίο του Αγίου Μάρκου του Ασκητού, που είχε τον τίτλο «Περὶ Νόμου Πνευματικοῦ»: «Ἐὰν ζητᾷς ὠφέλεια, ἐπιμελήσου τὴ συνείδησή σου, κάνε ὅσα σοῦ λέει καὶ θὰ εὕρεις τὴν ὠφέλεια».

Ο Όσιος Συμεών ήταν σαν να άκουσε το λόγο αυτό από το στόμα του Θεού και άρχισε αμέσως να κάνει ότι τον πρόσταζε η συνείδησή του. Και αυτή, που είναι κάτι θεϊκό, τον παρακινούσε συνεχώς στα ανώτερα, έτσι ώστε αύξησε την προσευχή και την μελέτη του μέχρι την ώρα που άρχιζε να λαλεί ο πετεινός, δηλαδή μέχρι τα χαράματα. Σε αυτό τον βοηθούσε και η συνεχής νηστεία. Έτσι, ακόμα και πριν φύγει από τον κόσμο, ζούσε σχεδόν ασώματο βίο. Δεν του χρειάστηκε λοιπόν πολύς καιρός, για να εκδημήσει εντελώς από τα ορώμενα και να εισδύσει στα αόρατα θεία θεάματα.

Κάποια νύχτα, λοιπόν, που προσευχόταν και με καθαρό νου επικοινωνούσε με τον Θεό, είδε ξαφνικά να λάμπει άπλετο φως από τους ουρανούς και να κατεβαίνει προς αυτόν. Φώτισε τα πάντα και τα μετέβαλε σε μια ολοκάθαρη ημέρα. Καθώς ήταν και ο ίδιος τυλιγμένος από αυτό το φως, του φαινόταν σαν να εξαφανίσθηκε ολόκληρη η οικία μαζί με το δωμάτιό του, ενώ ο ίδιος είχε αρπαγεί στον αέρα, νιώθοντας σαν να μην είχε καθόλου σώμα. Κατάπληκτος από το μέγα τούτο μυστήριο κραύγαζε με μεγάλη φωνή το «Κύριε, ἐλέησον». Καθώς βρισκόταν μέσα σε αυτό το θείο φως, βλέπει στα ύψη του ουρανού μια ολόφωτη νεφέλη, άμορφη και ασχημάτιστη, γεμάτη από την άρρητη δόξα του Θεού. Στα δεξιά της έστεκε ο πνευματικός του πατέρας Συμεών ο Ευλαβής. Έμεινε σε αυτή την εκστατική κατάσταση για πολύ, χωρίς να αισθάνεται, καθώς βεβαίωνε αργότερα, εάν ήταν μέσα στο σώμα ή εκτός του σώματος. Όταν κάποτε εκείνο το φως σιγά - σιγά υποχώρησε, ήλθε στον εαυτό του και κατάλαβε πως βρίσκεται μέσα στο δωμάτιο.

Μετά από αυτή τη θεωρία, ο Όσιος Συμεών ικέτευε συνεχώς το Γέροντά του να τον κείρει μοναχό. Αλλά ο πνευματικός του πατέρας τον αναχαίτισε, επειδή ήταν νέος στην ηλικία και έτσι ο Όσιος επέστρεψε στην οικία του θείου του, όπου άρχισε με επιμέλεια να μελετά. Βαθιά εντύπωση απεκόμισε από τα έργα των Αγίων Μάρκου του Ασκητού και Διαδόχου Φωτικής, τα οποία έλαβε από τα χέρια του πνευματικού του.

Κατά το έτος 970 μ.Χ. ο Συμεών επισκέφθηκε τους γονείς του και τους ανακοίνωσε την κλίση του για τον μοναχικό βίο. Μάταια εκείνοι προσπάθησαν να μεταβάλλουν την απόφαση του μονάκριβου υιού τους. Η απόφαση του Συμεών ήταν σταθερή. Αρνήθηκε εγγράφως την πατρική περιουσία που του ανήκε και κατέφυγε στη μονή του Στουδίου. Λίγο αργότερα μεταβαίνει στη μονή του Αγίου Μάμαντος του Ξηροκέρκου, υπό τον ηγούμενο Αντώνιο, που βρισκόταν κοντά στη μονή του Στουδίου. Μετά από μία διετία εκάρη εδώ μοναχός, για να φωτίζει όλους τους πιστούς με το φως της γνώσεως, που φώτιζε τον εαυτό του. Όταν μετά από λίγο πέθανε ο ηγούμενος της μονής, ο Όσιος Συμεών χειροτονήθηκε πρεσβύτερος και με την ευλογία του Πατριάρχη Νικολάου του Χρυσοβέργη (984 - 995 μ.Χ.) και την έγκριση των μοναχών του Αγίου Μάμαντος, έγινε ηγούμενος της μονής.

Ως ηγούμενος ο Όσιος έπρεπε να αντιμετωπίσει πολλές δυσάρεστες καταστάσεις. Όχι μόνο την κατεστραμμένη μονή, αλλά προ πάντων το ανθρώπινο στοιχείο. Η μονή παρομοιαζόταν με κατάλυμα κοσμικών και νεκρών σωμάτων. Και η μεν μονή ως οικοδόμημα κατελαμπρύνθηκε, η πνευματική όμως συγκρότηση των μοναχών απαιτούσε πολλές ανυπέρβλητες προσπάθειες. Η διδασκαλία του συνάντησε την μεγάλη αδιαφορία ορισμένης ομάδας μοναχών, οι οποίοι έφθασαν στο σημείο, κατά την διάρκεια μια πρωινής κατηχήσεως, να επιτεθούν κατά του Γέροντός τους. Κατά την ώρα της επιθέσεως ο Όσιος, «τᾶς χεῖρας δεσμεύσας πρὸς ἐαυτὸν καὶ εἰς οὐρανὸν ἄρας αὐτοῦ τὴν διάνοιαν, ἐπὶ χώρας ἄσειστος ἔστη, ὑπομειδίων καὶ φαιδρὸν ἀτενίζων πρὸς τοὺς ἀλάστορας».

Αυτό ήταν αρκετό να αφοπλίσει τελείως τους τριάντα εκείνους μοναχούς, οι οποίοι επέδειξαν αυτή την συμπεριφορά. Ο Πατριάρχης Σισίννιος ο Β' (996 - 998 μ.Χ.) προς τον οποίον κατέφυγαν αμέσως, για να δικαιωθούν προφανώς από αυτόν, εξεπλάγη από την μανία και τον φθόνο των ασύνετων μοναχών και διέταξε να εξορισθούν. Όμως ο Όσιος Συμεών παρακάλεσε θερμώς τον Πατριάρχη να τους συγχωρέσει. Ο Όσιος, παρά τα πολλά καθήκοντά του στη μονή, εύρισκε καιρό να γράφει «τῶν θείων ὕμνων τοὺς ἔρωτες», τους «λόγους τῶν ἐξηγήσεων», τους «κατηχητικοὺς λόγους», τα «Πρακτικά, Γνωστικὰ καὶ Θεολογικὰ Κεφάλαια».

Δυσάρεστα ζητήματα εναντίων του Οσίου δημιούργησε ο σύγκελλος του Πατριάρχη, Μητροπολίτης Νικομήδειας Στέφανος. Αφορμή γι' αυτό ήταν η αγαθή φήμη του Οσίου. Επειδή ο σύγκελλος δεν μπορούσε να βρει στον βίο του Οσίου κάποια κατηγορία, στράφηκε προς το πρόσωπο του κοιμηθέντος ήδη Γέροντός του. Η κατηγορία του σύγκελλου ήταν ότι ο Όσιος υμνούσε τον πνευματικό του πατέρα ως Άγιο. Τελικά έπεισε την Σύνοδο να διερευνήσει το ζήτημα. Και μετά την διαδικασία αυτή, όλοι αναγνώρισαν, εκτός του σύγκελλου, το δίκαιο του Συμεών. Τότε ο σύγκελλος συνεργάστηκε με μοναχούς που εχθρεύονταν τον Όσιο και έκλεψε από τη μονή την εικόνα επί της οποίας είχε αγιογραφηθεί ο πνευματικός πατέρας του Οσίου μαζί με τον Χριστό και άλλους Αγίους. Ο Όσιος διατάχθηκε να προσέλθει στη Σύνοδο, για να απολογηθεί. Και πάλι βρέθηκε αθώος.

Ο Όσιος παρέμεινε επί είκοσι πέντε χρόνια ως ηγούμενος και το έτος 1005 μ.Χ. αποσύρθηκε σε ησυχαστήριο στο αντίπερα ερημόκαστρο της Χρυσουπόλεως, που εκαλείτο Παλουκητόν και ησύχαζε στη μονή της Αγίας Μαρίνας. Στην ηγουμενία τον διαδέχθηκε ο μαθητής του Αρσένιος. Κοιμήθηκε με ειρήνη το έτος 1022 μ.Χ. Η Σύναξη αυτού ετελείτο στη μονή του Στουδίου, στη μονή του Αγίου Μάμαντος και στη μονή της Αγίας Μαρίνας.

Για τη θεολογική του κατάρτιση και δεινότητα, ο Όσιος Συμεών ονομάσθηκε Νέος Θεολόγος, «ὁ Θεολόγος τοῦ φωτός» ή «ὁ Ἅγιος τοῦ φωτός». Κατά τις πνευματικές αναβάσεις του Αγίου, επιδιδόμενος στην ησυχία, ελευθερωνόταν από την ύλη, η γλώσσα του γινόταν γλώσσα πυρός, συνέθετε και θεολογούσε θείους ύμνους, γινόταν ολόκληρος πυρ, ολόκληρος φως και θεωνόταν κατά χάριν. Άλλοτε, μαρτυρείται ότι βρισκόταν επάνω στη γη και έχοντας τα χέρια υψωμένα και προσευχόμενος, ήταν «ὅλος φωτὸς καὶ ὅλος λαμπρότητος».

Από τις συγγραφές του σώζονται 92 λόγοι, 282 πρακτικά και θεολογικά κεφάλαια, καθώς και θρησκευτικά ποιήματα. Για τη θεολογική του δεινότητα ονομάστηκε Νέος Θεολόγος. Η Ορθόδοξη Εκκλησία εορτάζει τη μνήμη του Αγίου στις 12 Οκτωβρίου.

https://www.saint.gr

Κυριακή 11 Οκτωβρίου 2020

ΔΗΜΗΤΡΙΟΣ ΠΑΝΑΓΟΠΟΥΛΟΣ: ΟΤΙ ΣΠΕΡΝΟΥΜΕ, ΑΥΤΟ ΘΕΡΙΖΟΥΜΕ!


Μια μέρα μιλούσα στους ασθενείς του νοσοκομείου των Αθηνών «Σωτηρία». Και ένας νεαρός γύρω στα 30 με το κομπολόΐ στο χέρι έκανε βόλτες έξω από την αίθουσα. Δεν έμπαινε στην αίθουσα να ακούσει την ομιλία και θεωρούσε κουτούς και οπισθοδρομικούς όσοι έμπαιναν να ακούσουν.
Όταν τελείωσα την ομιλία μπαίνει μέσα στην αίθουσα με την μαγκιά του και μου λέει:
– Δεν τα πιστεύω εγώ αυτά…
– Δεν είναι υποχρεωτικό, του λέω.
– Μη μου μιλάς εμένα για παπάδες!
– Που ξέρεις τί μίλησα εγώ; Άλλωστε εσένα δεν σου μίλησα. Εσύ έκανες τις βόλτες σου στη βεράντα… Εγώ μίλησα στους άλλους αδερφούς. Ήρθαν μόνοι τους κάτι να ακούσουν, δεν πληρώνουν. Αλλά πες μου, σε τί σε έφταιξαν οι παπάδες;
– Έχω 3 μήνες εδώ και δεν ήρθε κανείς να με δει…
– Έχεις ξαναρρωστήσει;
– Χτύπα ξύλο! Πρώτη φορά και τελευταία θα είναι…
– Φίλοι σου, συγγενείς σου, έχουν αρρωστήσει;
– Πολλοί.
– Πόσες φορές έχεις πάει και τους έχεις επισκεφτεί, για να τους παρηγορήσεις και να τους συμπαρασταθείς;
– Είναι αλήθεια ότι δεν πήγα…
– Εφόσον δεν έκανες έλεος σε κανέναν, πώς θέλεις να σε κάνουν έλεος; Βλέπεις λοιπόν ότι ήρθες εδώ για να μάθεις, όταν βγεις με το καλό έξω, να πηγαίνεις όπου υπάρχει πόνος και ανάγκη, διότι πάντοτε θα πληρώνεσαι με το ίδιο νόμισμα…
Έτσι είναι αγαπητοί μου! Σπείραμε αγάπη στον συνάνθρωπό μας, αγάπη θα θερίσουμε. Σπείραμε σκληρότητα, σκληρότητα θα θερίσουμε. Ό,τι σπέρνουμε, αυτό θερίζουμε…
 
Δημήτριου Παναγόπουλου

ΔΗΜΗΤΡΙΟΣ ΠΑΝΑΓΟΠΟΥΛΟΣ: Ο ΜΕΓΑΛΥΤΕΡΟΣ ΦΟΒΟΣ ΤΟΥ ΔΙΑΒΟΛΟΥ!


 

Κάποτε ο Μέγας Αντώνιος ''έδεσε'' τον Διάβολο και τον ρώτησε:
- Τί φοβάσαι περισσότερο;
- Την ταπείνωση!
- Τί άλλο φοβάσαι πέρα από την ταπείνωση;
- Την ταπείνωση!
- Κάτι άλλο δεν φοβάσαι;
- Την ταπείνωση!
Και όταν ο Μέγας Αντώνιος ξεψύχησε και η Αγία ψυχή του, ήταν στα χέρια των αγγέλων και ανέβαινε στον ουρανό, ο σατανάς βλέποντάς τον από μακριά, τον φώναξε:
- Αχ Αντώνιε, με ξέφυγες!
- Όχι ακόμα! του λέει ο Μέγας Αντώνιος.
Ακούτε ταπείνωση; Στα χέρια του αγγέλου η ψυχή του Μεγάλου Αντωνίου, έχει βγει από το σώμα και δεν έχει περιθώριο να αμαρτήσει, αλλά δεν άφησε να μπει στο μυαλό του μέσα, ότι ''ναι εγώ σε ξέφυγα, σε νίκησα!''. Δεν το είπε αυτό το πράγμα! Διότι μόνο η ταπείνωση νικάει τον σατανά...
Και όταν ο Μέγας Αντώνιος πάτησε το πόδι του στον Παράδεισο, είπε:
- Τώρα, με τη Χάρη του Θεού σε νίκησα!
Έτσι πρέπει να λέμε και να κάνουμε και εμείς. Άνθρωπε, μην αφήσεις ποτέ να περάσει από το νου σου, ότι κάτι είσαι και ότι κάτι κάνεις. Χάθηκες... Αλλά να είσαι πάντα ταπεινόφρων και να πιστεύεις, ότι αν έκανες κάτι, το έκανες με τη Χάρη του Θεού και επειδή το ήθελε ο Θεός...
 
Δημήτριος Παναγόπουλος ο Ιεροκήρυκας

ΟΣΙΟΣ ΙΩΝΑΣ Ο ΕΝ ΠΕΡΓΑΜΩ

Όσιος Ιωνάς ο εν Περγάμω 

Ο Άγιος Ιωνάς υπήρξε μέγας ερημίτης, ασκητής και θαυματουργός. Απ' την παιδική του ηλικία θα πρέπει να γνώρισε τον Χριστό και τον αγάπησε. Μέσα στην αγνή και άδολη καρδιά του αποθησαύριζε με λαχτάρα κι αφοσίωση τα λόγια του Θεού, που άκουε στην εκκλησία. Μ' αυτά μεγάλωνε. Και μ' αυτά μέρα με τη μέρα μεγάλωνε και στην καρδιά του βαθύς ο πόθος να ζήσει μια ζωή πού θα είχε σαν οδοδείκτη και σκοπό τα λόγια του Χριστού. Γι' αυτό, όταν κάποτε έμαθε πως οι άνθρωποι του Πάπα της Ρώμης γύριζαν τις χώρες της Ευρώπης και καλούσαν τους πιστούς σε εκστρατεία για την απελευθέρωση των Αγίων Τόπων από τους μουσουλμάνους, πρώτος κι αυτός μαζί με τριακόσιους άλλους Έλληνες ορθοδόξους, που εργαζόντουσαν στη Γερμανία, έσπευσε να στρατολογηθεί για να συμμετάσχει στον ιερό αγώνα. Η στρατιά αυτή, που την ξέρουμε, σαν δεύτερη Σταυροφορία 1147 - 1149 μ.Χ., διαλύθηκε προτού να φθάσει στον προορισμό της. Έτσι οι τριακόσιοι αυτοί Έλληνες, που είναι γνωστοί σαν Αλαμάνοι, συνέχισαν τον δρόμο τους με σκοπό να πραγματώσουν ένα ιερό πόθο που είχαν. Να προσκυνήσουν στην Ιερουσαλήμ, που την κρατούσαν ακόμη χριστιανοί Ευρωπαίοι. Και το έκαμαν.

Μετά την πραγμάτωση του πόθου τους αποφάσισαν να μη επιστρέψουν στις εργασίες τους, άλλα να παραμείνουν και να ζήσουν τη μοναχική κι ασκητική ζωή εκεί στην έρημο του Ιορδάνου. Επειδή όμως εκεί κατεδιώκοντο από τους Σαρακηνούς και τους Λατίνους, μια μέρα μαζεύτηκαν όλοι τους και με αρχηγό τον Αυξέντιο, που αργότερα ασκήτεψε στην Καρπασία ήλθαν όλοι στην Κύπρο γύρω στο 1150 μ.Χ. ή και αργότερα.

Το καράβι που τους έφερνε έφτασε στην Πάφο, όπου και τσακίστηκε επάνω στους βράχους του λιμανιού. Οι χριστιανοί στρατιώτες, αφού με πολλές ταλαιπωρίες βγήκαν στη στεριά, αποφάσισαν να διασκορπισθούν και να ζήσουν την ασκητική ζωή στην Κύπρο. Και το έπραξαν. Κι ο μεν φίλος του αγίου, ο Όσιος Κενδέας, στην αρχή τακτοποιήθηκε σε μια καλύβα που είχε στήσει σ' ένα βράχο εκεί κοντά στην ακρογιαλιά της Πάφου. Ο όσιος Ιωνάς, αφού αποχαιρέτησε τον φίλο και συνασκητή του Κενδέα, προχώρησε, κι αφού πέρασε από διάφορα μέρη, ήλθε κι εγκαταστάθηκε σ' ένα σπήλαιο της περιοχής Μάντρες της Τραχιάδος. της επαρχίας Αμμοχώστου, «εις χωρίον λεγόμενον Πέργαμον».

Μέσα στο σπήλαιο αυτό έστησε ο άγιος το ασκητήριό του κι άρχισε τον αγώνα του. Αγώνα σκληρό ενάντια στη σάρκα του. Γνωρίζει ο ασκητής ότι «η σαρξ επιθυμεί κατά του πνεύματος». Γι' αυτό κι η προσοχή του στρέφεται απ' την πρώτη στιγμή στο να δαμάσει κι υποτάξει τον εχθρό αυτό. Και το κατορθώνει με τη δύναμη και τη χάρη του Ιησού Χριστού. Θεληματικά υποβάλλει τον εαυτό του σε διάφορες κακοπάθειες. Κακοπάθειες που συνεπάγεται ο διαρκής αγώνας κι η συνεχής προσπάθεια και πάλη να περιφρουρήσει την ηθική του αξία και ακεραιότητα. Με την τακτική προσευχή, την εγκράτεια και την αυστηρή άσκηση, τη νηστεία και την προσεκτική μελέτη του λόγου του Θεού κατόρθωσε να υποδουλώσει τη «σάρκα τω πνεύματι».

Αλλά «ο πειράζων» δεν τον αφήνει ήσυχο. Κάποτε μάλιστα που ο άγιος έστελλε τον υποταχτικό του να του φέρνει νερό, — δεν είχε εκεί κοντά — ο διάβολος να τι επενόησε για να στερήσει το νερό από τον άγιο: Για κάμποσες μέρες, όταν έβλεπε τον υποταχτικό με το σταμνί να φέρνει το νερό, έπαιρνε τη μορφή του αγίου και στεκόταν αρκετά μέτρα έξω από το σπήλαιο, έπαιρνε το σταμνί, έχυνε το νερό κι έδιωχνε τον υποταχτικό. Με τον τρόπο αυτό πέρασαν αρκετές μέρες. Το δράμα της δίψας βασάνιζε τον άγιο. Κάποια μέρα, ύστερα από καιρό, που έτυχε να 'ρθει ο υποτακτικός να πάρει το σταμνί και τον είδε ο άγιος, του έκαμε τρομερά παράπονα. Ύστερα από την εξήγηση του υποταχτικού, κατάλαβε ο άγιος το τέχνασμα του πονηρού και του είπε: «Παιδί μου, στο εξής, αν με δεις και χίλιες φορές στον δρόμο σου, ουδέποτε να μου δώσεις αυτό που μου φέρνεις, παρά μονάχα, όταν μπεις στην κατοικία μου».

Ο Άγιος, μετά την ταλαιπωρία του αυτή προσευχήθηκε θερμά στον Θεό και με το ραβδί του, σαν άλλος Μωϋσής, κτύπησε τον βράχο εκεί στη σπηλιά του και το θαύμα έγινε. Μια πηγή από κρυστάλλινο νερό άνοιξε στη στιγμή, για να ικανοποιεί τις ανάγκες του αγίου και όσων τον επεσκέπτοντο, για να πάρουν τις ευλογίες του. Η βρύση αυτή υπήρχε μέχρι το 1912 μ.Χ. κι ήταν γνωστή σαν το «άγιασμα του οσίου». Δυστυχώς ο φανατισμός των μουσουλμάνων που κατοικούσαν το Πέργαμον ξέσπασε κάποια μέρα και πάνω στην πηγή και το σπήλαιο «σπηλιάϊν» του αγίου. Με μηχανές γκρέμισαν το σπήλαιο και κατέστρεψαν την πηγή. Για να καλύψουν το έγκλημα τους φύτεψαν πάνω απ' την τοποθεσία εκείνη κάμποσα κλήματα. Το ίδιο έκαμαν και με τον ναό του οσίου. Οι χριστιανοί καταδιωγμένοι έφυγαν από το μέρος εκείνο και μαζί τους μετέφεραν και την εικόνα του αγίου, που φυλάσσεται στην Ξυλοτύμπου. Η εικόνα είναι παλαιά και κατεστραμμένη σχεδόν κατά το ήμισυ. Δεν έχει χρονολογία και φέρει επάνω τούτη την επιγραφή: «Όστις προσφέρει δώρον εις την εμήν ανάμνησιν, καμέ προς Θεόν ευρήσει προστάτην». Κι είναι προστάτης ο άγιος γιατί με την όλη ζωή του ευηρέστησε στον Κύριο. Με τη δύναμη της πίστεως του ο ευσεβής και πιστός αυτός στρατιώ της του Χριστού βγήκε νικητής ενάντια σε όλους τους πειρασμούς και τις παγίδες του εχθρού και έγινε και μένει στοιχείο ωφέλιμο και ευεργε τικό σε όλους. Πλείστα θαύματα έκαμε, όταν ζούσε.

Ένα απ' αυτά είναι και τούτο: Κάποτε τον επεσκέφθη στο κατάλυμα του ένας πατέρας κρατώντας στα χέρια τα νεκρό παιδί του κι αφού γονάτισε μπροστά του, άρχισε να του λέει με σπαραγμό ψυχής: «Γέροντα μου, σπλαχνίσου με. Ένα το έχω και μου το πήρε ο χάρος. Ξέρω πως σαν παρακαλέσεις συ τον Θεό, ο Θεός θα σε ακούσει και θα μου ξαναδώσει πίσω ζωντανό το παιδί μου. Γέροντα μου, λυπήσου με». Στην παράκληση του πονεμένου πατέρα ο άγιος σηκώθηκε. Έτρεξε κοντά του κι αφού γονάτισε μπροστά στο νεκρό παιδί, άρχισε να προσεύχεται με κατάνυξη. Στο τέλος παίρνοντας το νεκρό παιδί από το χέρι του είπε: «Στο όνομα του Ιησού Χριστού του Λυτρωτή και Θεού μας σου λέω: Σήκω παιδί μου.» Στη στιγμή το νεκρό παιδί, σαν να ξυπνούσε από βαθύ ύπνο, άνοιξε τα μάτια. Ο ασκητής το σήκωσε και το παράδωσε στον ευτυχισμένο τώρα πατέρα. Όλοι τότε δόξασαν τον Θεό, που είχε δώσει τέτοια εξουσία στον όσιό του.

Εκεί στη σπηλιά έζησε ο άγιος όλες τις μέρες της ζωής του. Από αυτή βγήκε μόνο μερικές φορές για να επισκεφθεί τον φίλο του όσιο Κενδέα, ο οποίος ύστερα από καιρό εγκατέλειψε την Πάφο κι ήρθε κι εγκαταστάθηκε σε μια άλλη σπηλιά, που βρισκόταν κοντά στο Αυγόρου εκεί κοντά που βρίσκεται σήμερα κι ο ναός του. Από καιρό σε καιρό οι άγιοι έβγαιναν από τη σπηλιά τους και επεσκέπτοντο, ο ένας τον άλλο για αλληλοενίσχυση. Εκεί στη σπηλιά οι πιστοί τον βρήκαν μια μέρα νεκρό. Το σκήνωμα του ανέδιδε μια ευωδιά. Με δάκρυα πήραν το λείψανο και το έθαψαν εκεί που έζησε τη ζωή της ασκήσεως του.

Ξωκλήσι του Οσίου Ιωνά βρίσκεται δυτικά του χωριού Ξυλοτύμβου (ή Ξυλοτύμπου - είναι ένα από τα μεγαλύτερα χωριά της επαρχίας Λάρνακας και βρίσκεται στην περιοχή των Κοκκινοχωρίων περί τα 16 χιλιόμετρα βορειοανατολικά της πόλης της Λάρνακας και πάνω στο δρόμο που οδηγεί στην Αμμόχωστο) περί τα 200 μέτρα δυτικότερα του Αγίου Βασιλείου. Κτίστηκε το 1983 μ.Χ., σε ανάμνηση του χριστιανικού ναού, που υπήρχε στο μεικτό κάποτε χωριό Πέργαμο. Περί τη δεκαετία του 1830 μ.Χ., οπότε άρχισε η εκδίωξη των Ελλήνων κατοίκων του Περγάμου, εγκαταλείφθηκε ο ναός και κατατράφηκε. Με πρωτοβουλία του Παπακυριάκου Παναγιώτου και της τότε εκκλησιαστικής επιτροπής, κτίστηκε ο νέος ναός ο οποίος είναι βυζαντινού ρυθμού. Ένα μεγάλο μέρος των εξόδων ανέγερσης ανέλαβε ο Πέτρος Χατζηττοφής και Ξυλοτυμπιώτες μετανάστες στην Αγγλία. Η Αγία Τράπεζα του μικρού ναού κτίστηκε με πέτρες που μετέφεραν από τη χαλασμένη εκκλησία του Οσίου Ιωνά στο Πέργαμο. Στις 7 Οκτωβρίου 1984 μ.Χ., έγιναν τα εγκαίνια του ναού από το Μητροπολίτη Κιτίου Χρυσόστομο και τα έξοδα των εγκαινίων ανέλαβε ο Μιχαλάκης Τάσου. Η Ορθόδοξη Εκκλησία εορτάζει τη μνήμη του Οσίου Ιωνά στις 11 Οκτωβρίου.
 

https://www.saint.gr

ΑΓΙΟΣ ΦΙΛΙΠΠΟΣ Ο ΑΠΟΣΤΟΛΟΣ ΚΑΙ ΔΙΑΚΟΝΟΣ

Άγιος Φίλιππος ο Απόστολος και Διάκονος
 
Ο Άγιος Φίλιππος καταγόταν από την Καισαρεία της Παλαιστίνης και ήταν διάκονος μεταξύ των επτά διακόνων της πρώτης Εκκλησίας στην Ιερουσαλήμ (Πράξ. στ'). Επίσης, ήταν έγγαμος και είχε τέσσερις θυγατέρες, προικισμένες με προφητικό χάρισμα (Πράξ. κα' 8-9).
Ο Φίλιππος, όμως, δε στάθηκε μόνο στην Ιερουσαλήμ. Πήγε στη Σαμάρεια και κήρυξε το Ευαγγέλιο, σαν γνήσιος και αυτός «Ἀπόστολος Ἰησοῦ Χριστοῦ κατὰ πίστιν ἐκλεκτῶν Θεοῦ καὶ ἐπὶ γνῶσιν ἀληθείας τῆς κατ' εὐσέβειαν» (Προς Τίτον, α' 1). Δηλαδή απόστολος του Ιησού Χριστού για να διδάξει μεταξύ εκείνων που εξέλεξε ο Θεός, την πίστη και την επίγνωση της αλήθειας, που οδηγεί στην ευσέβεια.
Εκεί στη Σαμάρεια, δια του κηρύγματός του βάπτισε χριστιανό και το Σίμωνα το μάγο. Έπειτα, ο Φίλιππος συνάντησε στο δρόμο του τον Ευνούχο της βασίλισσας Κανδάκης, και αφού τον κατήχησε, βάπτισε και αυτόν Χριστιανό. Κατόπιν, πήγε στις Τράλλεις της Μικράς Ασίας, όπου με τη διδασκαλία του έπεισε όλους σχεδόν τους κατοίκους της πόλης να πιστέψουν στο Χριστό. Ο Φίλιππος στην πόλη αυτή, αφού έκτισε και χριστιανικό ναό, παρέδωσε στο Θεό την ψυχή του.
 
https://www.saint.gr 

Σάββατο 10 Οκτωβρίου 2020

ΑΓΙΟΙ ΕΥΛΑΜΠΙΟΣ ΚΑΙ ΕΥΛΑΜΠΙΑ- ΑΠΟΛΥΤΙΚΙΟΝ

Ἀπολυτίκιον 
Τῆς φύσεως θεσμῶ, συνημμένοι ἐνθέως, ὁμόψυχοι στερρῶς, ὡς ὀμαίμονες θεῖοι, αὐτάδελφοι Μάρτυρες, ἐν ἀθλήσει ὠράθητε, ὦ Εὐλάμπιε, σὺν τὴ σεμνὴ Εὐλαμπία, ὅθεν στέφανον, νικητικὸν δεδεγμένοι, ἠμᾶς διασῴζετε.

ΑΓΙΟΙ ΕΥΛΑΜΠΙΟΣ ΚΑΙ ΕΥΛΑΜΠΙΑ

Άγιοι Ευλάμπιος και Ευλαμπία τα αδέλφια 

Τα αδέλφια Ευλάμπιος και Ευλαμπία έζησαν στα χρόνια του αυτοκράτορα Μαξιμιανού (296 μ.Χ.).  διωγμός κατά των χριστιανών ήταν σκληρός και ανελέητος. Γι' αυτό, ο Ευλάμπιος και η αδελφή του Ευλαμπία κρύβονταν μαζί με άλλους χριστιανούς στο βουνό. Εκεί, ζούσαν καλλιεργώντας την προσευχή και τη μελέτη των Ιερών Γραφών.

Κάποια μέρα, ο Ευλάμπιος πήγε στη Νικομήδεια να προμηθευθεί τροφές. Αλλά οι ειδωλολάτρες τον αναγνώρισαν και αμέσως τον συνέλαβαν. Βέβαια, στην ερώτηση του βασιλιά αν πιστεύει στο Χριστό, ομολόγησε φανερά ότι είναι χριστιανός, οπότε τον έβαλαν μέσα σε ειδωλολατρικό ναό για να θυσιάσει με τη βία. Ο Ευλάμπιος, όμως, δια της προσευχής συνέτριψε το είδωλο του θεού Άρη. Και ενώ άρχισαν να τον μαστιγώνουν με τον πιο απάνθρωπο τρόπο, όρμησε η αδελφή του Ευλαμπία, και αφού τον αγκάλιασε, παρακάλεσε το Θεό να την αξιώσει να συμμαρτυρήσει με τον αδελφό της. Τότε έβαλαν και τους δύο σε ένα καζάνι με βραστό νερό. Αλλά δια θαύματος αυτοί δροσίζονταν, και έτσι βγήκαν σώοι και αβλαβείς. Αυτό έκανε να πιστέψουν στο Χριστό 200 ειδωλολάτρες, οι όποιοι μαζί με τον Ευλάμπιο και την Ευλαμπία αποκεφαλίστηκαν υπέρ της αλήθειας του Κυρίου.
 

Αποτμήματα του Ιερού Λειψάνου του Αγίου Ευλαμπίου βρίσκονται στην Ιερά Μονή Παντελεήμονος Αγίου Όρους και στη Λαύρα Αγίου Αλεξάνδρου Νέβσκι Αγίας Πετρουπόλεως. Η Ορθόδοξη Εκκλησία εορτάζει τη μνήμη των Αγίων Ευλάμπιου και Ευλαμπίας στις 10 Οκτωβρίου. 

https://www.saint.gr 

Παρασκευή 9 Οκτωβρίου 2020

Ο ΔΙΚΑΙΟΣ ΑΒΡΑΑΜ

 Ο ΠΑΤΡΙΑΡΧΗΣ ΑΒΡΑΑΜ
 
Ο Αβραάμ υπήρξε πατριάρχης και ιδρυτής του εβραϊκού έθνους.
Το αρχικό του όνομα είναι Άβραμ, έχει επικρατήσει όμως να ονομάζεται Αβραάμ, που σημαίνει "πατέρας ενός λαού" ή "πατέρας πλήθους (πολλών)". Ήταν γιος του Θάρα (Θάρρα) και αδερφός του Ναχώρ και του Αρράν (Γένεση 11,26. Ιησούς του Ναυή 24,2). Σύζυγός του ήταν η Σάρρα ή Σάρα, αδερφή από πατέρα όχι όμως από μητέρα (Γένεση 11,29 και 20,12). Ο Αβραάμ απέκτησε τον Ισαάκ από τη Σάρρα (Γένεση 21,1-8. Ιησούς του Ναυή 24,4) και τον Ισμαήλ από την Άγαρ (Γένεση κεφ. 16).
 
Ο Αβραάμ υπολογίζεται ότι έζησε γύρω στο 2000 π.Χ., χωρίς να είναι σίγουρη αυτή η χρονολογία. Η οικογένειά του προερχόταν από τη φυλή του Σημ, αλλά κατοικούσε στην Ουρ των Χαλδαίων. Ο Αβραάμ στάθηκε ως παράδειγμα πίστης στην ιστορία γι' αυτό και εμφανίζεται ως εκλεκτός του Θεού και πήρε τον τίτλο του "φίλου του Θεού" (Β' Παραλειπομένων 20,7).
 
Η ΚΛΗΣΗ ΤΟΥ ΑΒΡΑΑΜ
ΚΑΙ Η ΕΓΚΑΤΑΣΤΑΣΗ ΣΤΗ ΧΑΝΑΑΝ
 
Ο Αβραάμ κατοικούσε στην Ουρ της Μεσοποταμίας. Σύζυγός του ήταν η Σάρρα, αδερφή από πατέρα όχι όμως από μητέρα. Ενώ γύρω του όλοι ζούσαν βουτηγμένοι στην αμαρτία, κάνοντας άδικες πράξεις, ο Αβραάμ είχε στην καρδιά του τη δικαιοσύνη και την ευσέβεια. Γι' αυτό ο Κύριος διάλεξε έναν άντρα ευσεβή, τον Αβραάμ, και τον έκαμε αρχηγό και γενάρχη ενός λαού, εκλεκτού και περιούσιου. Ο λαός αυτός θα διατηρούσε την πίστη στον αληθινό Θεό και έτσι θα προετοίμαζε την ανθρωπότητα για τον ερχομό του Σωτήρα. Ο Αβραάμ λάτρευε το Θεό κι άκουγε πάντα το θέλημά του.
 
Ο Αβραάμ μετά το θάνατο του αδερφού του Ναχώρ, μαζί με την οικογένειά του, τον πατέρα του και τον ανιψιό του Λωτ, εγκατέλειψε την Ουρ για να πάει στη Χαρράν της Μεσοποταμίας (Γένεση 11,27-31). Εκεί δέχτηκε τη μεγάλη κλήση του Θεού. Ο Κύριος υπόσχεται στον Αβραάμ, ότι θα αποκτήσει δική του γη και πολλούς απογόνους, που θα φέρουν ευλογία σε όλους τους ανθρώπους.
 
Ο Αβραάμ εμπιστεύεται και ανταποκρίνεται με προθυμία και συμμορφώνεται με την εντολή του Θεού. Πήρε λοιπόν τη γυναίκα του, τη Σάρρα, και τον ανιψιό του, το Λωτ, και εγκαταστάθηκε στη Χαναάν. Ο Αβραάμ γεμάτος ευγνωμοσύνη στο Θεό έχτισε βωμό όπου Τον λάτρευε με προσευχές και θυσίες (Γένεση 12,1-9).
 
Επειδή εκείνο τον καιρό ξέσπασε πείνα στη Χαναάν ο Αβραάμ πήρε την οικογένειά του και κατέβηκε στην Αίγυπτο γιατί η πείνα ήταν μεγάλη. Όταν τελείωσε η πείνα ο Αβραάμ ξαναγύρισε στη Χαναάν όπου και εγκαταστάθηκε (Γένεση 12,10-20).
 
ΑΒΡΑΑΜ ΚΑΙ ΛΩΤ
 
Ο Αβραάμ και ο Λωτ είχαν αποκτήσει αρκετά ζώα και η χώρα επειδή δεν επαρκούσε για να κατοικήσουν και οι δύο μαζί, χώρισαν τα κοπάδια τους.
 
Ο Αβραάμ έμεινε στη Χαναάν, ενώ ο Λωτ έστησε τις σκηνές του στην πιο εύφορη πεδιάδα που βρισκόταν στον ποταμό Ιορδάνη, κοντά στα Σόδομα. Πριν καταστρέψει ο Κύριος τα Σόδομα και τα Γόμορρα, η περιοχή ήταν σαν παράδεισος.

Κατόπιν ο Αβραάμ έφυγε και εγκαταστάθηκε στη Μαβρή κοντά στη Χεβρών όπου έχτισε θυσιαστήριο στον Κύριο (Γένεση 13,1-18).
 
Αργότερα ο βασιλιάς της Ελάμ (Αϊλάμ) Χοδολλογομόρ μαζί με άλλους βασιλιάδες πολέμησαν με τα Σόδομα και τα Γόμορρα. Στον πόλεμο που ακολούθησε ο Χοδολλογομόρ και οι σύμμαχοί του νίκησαν και λεηλάτησαν τα Σόδομα και τα Γόμορρα. Καθώς έφευγαν πήραν αιχμάλωτο τον Λωτ, μαζί με την οικογένειά του και όλα του τα υπάρχοντα.
 
Κάποιος υπηρέτης του Λωτ που γλίτωσε ειδοποίησε τον Αβραάμ, ο οποίος όταν άκουσε ότι ο ανιψιός του αιχμαλωτίστηκε, καταδίωξε τον Χοδολλογομόρ. Τη νύχτα ο Αβραάμ χώρισε τους άντρες του σε μικρές ομάδες, επιτέθηκε στους εχθρούς και τους κατατρόπωσε. Πήρε πίσω όλα τους τα λάφυρα. Ελευθέρωσε το Λώτ μαζί με την οικογένειά του και όλα του τα υπάρχοντα.
 
Επιστρέφοντας ο Αβραάμ συνάντησε τον ιερέα Μελχισεδέκ, βασιλιά του Σαλήμ, ο οποίος τον ευλόγησε. Ο Αβραάμ τότε του έδωσε το ένα δέκατο από όλα τα λάφυρα, ενώ τα υπόλοιπα τα έδωσε στο βασιλιά των Σοδόμων (Γένεση 14,1-24).
 
Η ΑΓΑΡ ΚΑΙ Ο ΙΣΜΑΗΛ
 
Τα χρόνια όμως περνούσαν και η Σάρρα επειδή δεν έκανε παιδιά, έδωσε στον Αβραάμ τη δούλη της Άγαρ για να τεκνοποιήσει. Η Άγαρ γέννησε γιο και ο Αβραάμ τον ονόμασε Ισμαήλ. Ο Ισμαήλ θεωρείται ο προπάτορας των Αράβων. Το δίκαιο της εποχής επέτρεπε στο σύζυγο μιας γυναίκας που ήταν στείρα να αποκτά παιδιά με μια δούλη της (Γένεση κεφ. 16).
 
Η ΔΙΑΘΗΚΗ ΤΟΥ ΘΕΟΥ ΜΕ ΤΟΝ ΑΒΡΑΑΜ
 
Όταν ο Αβραάμ ήταν 99 ετών, του φανερώθηκε πάλι ο Κύριος και του είπε: «Εγώ είμαι ο Θεός παντοκράτορας. Να ζεις σύμφωνα με το θέλημα μου και να είσαι τέλειος. Θα συνάψω μαζί σου διαθήκη, και θα σου δώσω πολλούς απογόνους».
 
Ο Αβραάμ έπεσε με το πρόσωπο του στη γη και ο Κύριος του είπε: «Αυτή είναι η διαθήκη που κάνω μαζί σου. Δε θα ονομάζεσαι πια Άβραμ αλλά Αβραάμ γιατί θα σε κάνω πατέρα πλήθους εθνών. Θα αποκτήσεις πολλούς απογόνους και θα γίνεις γενάρχης λαών και βασιλιάδες θα προέλθουν από σένα. Τη διαθήκη μου τη συνάπτω μαζί σου, αλλά θα ισχύει και για όλες τις γενιές των απογόνων σου. Θα είναι διαθήκη αιώνια, ώστε να είμαι Θεός δικός σου και των απογόνων σου. Σ' εσένα και τους απογόνους σου θα δώσω όλη τη χώρα όπου τώρα κατοικείς, όλη τη χώρα της Χαναάν. Θα πρέπει, όμως, να τηρείς τη διαθήκη μου τόσο εσύ όσο και οι επόμενες γενιές των απογόνων σου. Αυτή είναι η διαθήκη μου που θα τηρείτε».
 
Ο Αβραάμ αποδέχτηκε τη συμφωνία (διαθήκη) με τον Κύριο με όλη του την καρδιά. Έτσι ο Αβραάμ, σύμφωνα με τη διαταγή του Θεού άλλαξε το όνομά του, από "Άβραμ" που λεγόταν και σήμαινε "ο υψηλός ή υπέροχος πατέρας", σε "Αβραάμ" που σημαίνει "πατέρας πολλών". Η πίστη του Αβραάμ έγινε υπόδειγμα για τους πιστούς όλων των εποχών (Γένεση 17,1-14).
 
Η ΦΙΛΟΞΕΝΙΑ ΤΟΥ ΑΒΡΑΑΜ
 
Λίγα χρόνια αργότερα ο Κύριος παρουσιάστηκε και πάλι στον Αβραάμ, ενώ αυτός καθόταν στο άνοιγμα της σκηνής του κατά το μεσημέρι.
 
Ο Αβραάμ είδε τρεις αγγέλους να στέκονται απέναντι του. Αμέσως έτρεξε να τους προϋπαντήσει και τους προσκύνησε ως τη γη. Ο Αβραάμ τους φιλοξένησε. Την ώρα που εκείνοι έτρωγαν, είπαν στον Αβραάμ και στη Σάρρα, ότι την ίδια εποχή ύστερα από ένα χρόνο η Σάρρα θα αποκτήσει γιο (Γένεση 17,15-27. 18,1-15).
 
Όταν ο Θεός φανέρωσε στον Αβραάμ την επερχόμενη καταστροφή των Σοδόμων και των Γομόρρων, ο Αβραάμ παρακάλεσε να μην το πράξει (Γένεση 18,16-33). Μετά εγκαταστάθηκε στα Γέραρα (Γένεση 20,2-12. 21,22-34).
 
Η ΓΕΝΝΗΣΗ ΚΑΙ Η ΘΥΣΙΑ ΤΟΥ ΙΣΑΑΚ
 
Ο Αβραάμ και η γυναίκα του η Σάρρα ζούσαν ειρηνικά και δίκαια με την ευλογία του Θεού. Ο Κύριος λοιπόν άκουσε τις προσευχές τους και έτσι σύμφωνα με την υπόσχεση του, η Σάρρα έμεινε έγκυος και γέννησε ένα γιο στον Αβραάμ, στα γηρατειά του, στο χρόνο που είχε ορίσει ο Κύριος. Ο Αβραάμ ονόμασε το γιο που του γέννησε η Σάρρα, Ισαάκ. Ο Αβραάμ ήταν εκατό ετών όταν γεννήθηκε ο Ισαάκ (Γένεση 21,1-8). Το παιδί αυτό πού το όνομα του σημαίνει γέλιο, τους έδωσε μεγάλη χαρά και ολοκλήρωσε την ευτυχία τους. Το ανέθρεψαν από τα πρώτα του βήματα με φόβο Θεού και το μάθαιναν να πιστεύει και να υποτάσσεται στο θείο θέλημα.

Μια μέρα η Σάρρα έπεισε τον Αβραάμ να διώξει την Άγαρ και το παιδί της, έτσι ώστε να μην έχει δικαιώματα κληρονομιάς με τον Ισαάκ. Αυτό δεν άρεσε καθόλου στον Αβραάμ, αλλά με παρότρυνση του Κυρίου ότι θα φροντίσει ο ίδιος για την Άγαρ, ο Αβραάμ την έδιωξε μαζί με το παιδί (Γένεση 21,9-21).
 
Όταν ο Ισαάκ ήταν σε μικρή ηλικία, ο Κύριος θέλησε να δοκιμάσει την πίστη του Αβραάμ, να δει αν ήταν πάντα πρόθυμος στις εντολές του. Του έδωσε λοιπόν την εντολή να πάει στη γη Μορία με το γιο του κι εκεί να προσφέρει τον Ισαάκ για θυσία.
 
Ο Αβραάμ ανταποκρίθηκε για μια ακόμη φορά χωρίς δισταγμό και υπάκουσε στο θέλημα του Κυρίου. Έτσι πήρε το γιο του τον Ισαάκ και ξεκίνησε για τον τόπο που του είπε ο Κύριος. Μετά από τρεις μέρες έφτασαν στο λόφο Μορία, όπου χίλια τόσα χρόνια αργότερα χτίστηκε ο ναός του Σολομώντα. Όταν έφτασαν στον τόπο που του είχε πει ο Κύριος, ο Αβραάμ έχτισε εκεί το θυσιαστήριο, ετοίμασε τα ξύλα, έδεσε το γιο του τον Ισαάκ και τον έβαλε στο θυσιαστήριο πάνω από τα ξύλα. Ύστερα άπλωσε το χέρι του και πήρε το μαχαίρι για να σφάξει το παιδί του. Αλλά ο άγγελος του Κυρίου του φώναξε από τον ουρανό και του είπε: «Αβραάμ, Αβραάμ! Ο Θεός είδε την πίστη σου. Μην απλώσεις χέρι στο παιδί και μην του κάνεις τίποτε, αλλά σφάξε αυτό το κριάρι, που είναι δεμένο στο βωμό».
 
Ο Αβραάμ κοίταξε τριγύρω και είδε ένα κριάρι έτοιμο για θυσία. Έτρεξε, το πήρε και το θυσίασε αντί για το γιο του. Μετά απ' αυτό ο Κύριος ευλόγησε τον Αβραάμ (Γένεση κεφ. 22).
 
ΤΑ ΤΕΛΕΥΤΑΙΑ ΧΡΟΝΙΑ ΤΟΥ ΑΒΡΑΑΜ

Μετά από 12 χρόνια η Σάρρα πέθανε σε ηλικία 127 ετών στη Χεβρών, στη Χαναάν. Ο Αβραάμ τη θρήνησε και την πένθησε εκεί. Ύστερα αγόρασε τον αγρό και το σπήλαιο Μαχπελά από τον Εφρών τον Χετταίο κι εκεί ο Αβραάμ έθαψε τη γυναίκα του τη Σάρρα (Γένεση κεφ. 23).
 
Ο Αβραάμ όταν ήταν 140 ετών, έστειλε στη Μεσοποταμία τον δούλο του Ελιέζερ για να βρει νύφη στον Ισαάκ. Έτσι ο Αβραάμ πάντρεψε το γιο του με τη Ρεβέκκα από τη Μεσοποταμία (Γένεση 24,1-28). Αργότερα, παρόλο που ήταν πολύ γέρος, παντρεύτηκε τη Χεττούρα από την οποία απέκτησε 6 γιους (Γένεση 25,1-4. Α' Παραλειπομένων 1,32-33). Ο Αβραάμ μεταβίβασε όλη του την περιουσία στον Ισαάκ. Στα παιδιά των παλλακίδων του έδωσε δώρα και τα έστειλε, ενώ ακόμα ζούσε, μακριά από τον Ισαάκ σε χώρα της Ανατολής (Γένεση 25,5).
 
Ο Αβραάμ έζησε 175 χρόνια και πέθανε σε βαθιά γεράματα.
Οι γιοι του Ισαάκ και Ισμαήλ τον έθαψαν στη σπηλιά Μαχπελά, στον αγρό του Εφρών, εκεί που είχε ταφεί και η Σάρρα (Γένεση 23,1-20. 25,7-10).