ΑΝ ΒΙΑΖΕΣΑΙ ΝΑ ΔΕΙΣ ΤΟΝ ΚΟΣΜΟ ΝΑ ΓΙΝΕΤΑΙ ΚΑΛΥΤΕΡΟΣ, ΑΡΧΙΣΕ ΑΠΟ ΤΟΝ ΕΑΥΤΟ ΣΟΥ. ΕΙΝΑΙ Ο ΣΥΝΤΟΜΟΤΕΡΟΣ ΔΡΟΜΟΣ.

Πέμπτη 12 Νοεμβρίου 2020

ΑΓΙΟΣ ΙΩΑΝΝΗΣ Ο ΕΛΕΗΜΩΝ- ΑΠΟΛΥΤΙΚΙΟΝ

Ἀπολυτίκιον

Ἐν τῇ ὑπομονῇ σου ἐκτήσω τὸν μισθόν σου Πάτερ, Ὅσιε, ταῖς προσευχαῖς ἀδιαλείπτως ἐγκαρτερήσας, τοὺς πτωχοὺς ἀγαπήσας, καὶ τούτοις ἐπαρκέσας· Ἀλλὰ πρέσβευε Χριστῷ τῷ Θεῷ, Ἰωάννη Ἐλεῆμον μακάριε, σωθῆναι τὰς ψυχὰς ἡμῶν.

ΑΓΙΟΣ ΙΩΑΝΝΗΣ Ο ΕΛΕΗΜΩΝ

 Άγιος Ιωάννης ο Ελεήμων, Αρχιεπίσκοπος Αλεξανδρείας
 
Ο Άγιος Ιωάννης ο Ελεήμων γεννήθηκε στην Αμαθούντα της Κύπρου (η Αμαθούς, ήταν η σημερινή Παλαιά Λεμεσός). Ήταν γιος του άρχοντα Επιφανίου και της Ευκοσμίας και έζησε στα χρόνια του Βασιλιά Ηρακλείου (615 μ.Χ.).

Όταν μεγάλωσε, νυμφεύθηκε και απέκτησε παιδιά, τα οποία ανέτρεψαν με τη σύζυγό του σαν αληθινοί χριστιανοί γονείς. Γρήγορα, όμως, η γυναίκα του και τα παιδιά του πέθαναν. Ο Ιωάννης είχε μεγάλη περιουσία και του έγιναν πολλές προτάσεις να κάνει καινούργια οικογένεια. Όμως τις απέρριψε όλες, απαντώντας: «Νομίζω, προς όλους είμαι οφειλέτης. Και δεν το νομίζω μόνο. Είμαι. Διότι οι χριστιανοί έχουμε αλληλεγγύη. Δεν το λέει ο Παύλος; Εἴμεθα μέλη ἀλλήλων. Αφού, λοιπόν έχω τη δυνατότητα να δώσω στους αδελφούς μου, άρα είμαι και υποχρεωμένος να δώσω. Να γιατί εργάζομαι και δε θα πάψω να το κάνω. Η περιουσία μου δεν μπορεί να είναι ανώτερη απ' αυτά τα χρέη μου».

Για τη λαμπρότητα της ζωής του, ο Ιωάννης έγινε αρχιεπίσκοπος Αλεξανδρείας. Διέπρεψε σαν πνευματική λυχνία στην πατριαρχεία πολλά χρόνια και έκανε πολλά θαύματα. Επειδή δε μοίραζε πλουσιοπάροχα στους φτωχούς την ελεημοσύνη ονομάστηκε Ελεήμων. Είχε καταστεί τόσο σεβάσμιος, ώστε και αυτοί οι ειδωλολάτρες τον σέβονταν. Τελικά, ειρηνικά παρέδωσε την μακάρια ψυχή του στο Θεό το 620 μ.Χ. Και είναι μακάρια η ψυχή του, διότι ο Κύριος λέει: «Μακάριοι οἱ ἐλεήμονες, ὅτι αὐτοὶ ἐλεηθήσονται» (Ευαγγέλιο Ματθαίου, ε' 7). Μακάριοι, δηλαδή, είναι οι ευσπλαχνικοί στη δυστυχία του πλησίον, διότι αυτοί θα ελεηθούν από το Θεό. Η Ορθόδοξη Εκκλησία εορτάζει τη μνήμη του Αγίου Ιωάννη του Ελεήμονος στις 12 Νοεμβρίου.
 
https://www.saint.gr

ΠΡΟΦΗΤΗΣ ΑΧΙΑ

 
Προφήτης Αχιά
 
Ο Προφήτης Αχιά έζησε επί των βασιλέων Σολομώντος και Ιεροβοάμ, και καταγόταν από την Σηλώμ. Σ' αυτόν αποδίδονται οι λόγοι, που «ἐλαλήθησαν ἐν ὀνόματι Κυρίου» προς τον Σολομώντα, όταν έκτιζε τον ναό στην Ιερουσαλήμ. Τότε δηλαδή θα πραγματοποιούσε ο Θεός και στο δικό του πρόσωπο, όσα είχε εξαγγείλει στον πατέρα του Δαβίδ, όταν βέβαια και αυτός θα βάδιζε στα διδάγματα Του και εκτελούσε τις κρίσεις Του και τηρούσε όλες τις εντολές Του.
 
Όταν όμως κάποτε ο Σολομών παρεξέκλινε του θεϊκού δρόμου, δια του Αχιά πάλι ο Κύριος γνωστοποίησε σ' αυτόν ότι θα τον τιμωρούσε κάνοντας κομμάτια τη βασιλεία του.
Κατόπιν ο προφήτης εστάλη στον Ιεροβοάμ, τον γιο της χήρας Σερουά. Μόλις τον συνάντησε, έξω από την Ιερουσαλήμ, του πήρε το καινούριο του ιμάτιο και το έσχισε σε δώδεκα τεμάχια. Ο Ιεροβοάμ, παρακολουθούσε έκπληκτος την πράξη αυτή του προφήτη. Αυτός δε, έδωσε σ' αυτόν τα δέκα τεμάχια και του είπε, ότι μετά το θάνατο του Σολομώντα έτσι ο Θεός θα κομμάτιαζε τη βασιλεία του, για να δώσει τις δέκα φυλές στην εξουσία του Ιεροβοάμ.

Αυτά αφού προφήτευσε ο Αχιά, πέθανε ειρηνικά και τον έθαψαν κοντά στη Βελανιδιά του Σιλώμ.

Αυτά αφού προφήτευσε ο Αχιά, πέθανε ειρηνικά και τον έθαψαν κοντά στη Βελανιδιά του Σιλώμ. Η Ορθόδοξη Εκκλησία εορτάζει τη μνήμη του στις 12 Νοεμβρίου.
 
https://www.saint.gr

Τετάρτη 11 Νοεμβρίου 2020

ΑΓΙΟΣ ΒΙΚΕΝΤΙΟΣ Ο ΔΙΑΚΟΝΟΣ, Ο ΙΕΡΟΜΑΡΤΥΡΑΣ

Άγιος Βικέντιος ο Διάκονος, ο Ιερομάρτυρας 

Ο Άγιος Βικέντιος γεννήθηκε στην Ουέσκα της Ισπανίας και από νεαρή ηλικία αφιερώθηκε στα γράμματα. Ψυχή φλεγόμενη από τη θεία φλόγα προσεκολλήθει, από τα εφηβικά του χρόνια, στον επίσκοπο της Σαραγόσης, Ουαλέριο.

Ο Ουαλέριος εκτιμώντας την αγνότητα, τη σύνεση και τον ευσεβή ζήλο του Βικέντιου τον χειροτόνησε διάκονο στην Αυγουστόπολη (Σαραγόσα). Επειδή δε ο ίδιος αν και μορφωμένος πολύ, δεν είχε την ευκολία του λόγου συχνά χρησιμοποιούσε τον Βικέντιο ως δάσκαλο του Θείου Λόγου. Γι' αυτό, συχνά, ο Ουαλέριος, χαριτολογώντας έλεγε ότι ο Άγιος Βικέντιος είναι η φωνή μου στην Εκκλησία.

Με το πέρασμα του χρόνου ο Βικέντιος αύξανε την ικανότητά του λέγειν του, την θερμότητα του ζήλου του και την ακούραστη προσπάθειά του να προσελκύσει στους κόλπους της αληθινής Εκκλησίας τους ειδωλολάτρες. Τα περισσότερα βράδια του τα διέθετε για την κατήχηση και τον διαφωτισμό των συνανθρώπων του. Όταν το πληροφορήθηκε αυτό ο Δακιανός (περί το 211 μ.Χ.), που διετέλεσε διοικητής επί του Διοκλητιανού και Μαξιμιανού, διέταξε και έφεραν τον Βικέντιο δεμένο, στην Σαραγόση της Βαλέντιας. Παρόλο τις απειλές που δέχθηκε ο Άγιος ομολόγησε την πίστη του Ιησού Χριστού και μπροστά στον έπαρχο. Γι' αυτό το λόγο διατάχθηκε να τον μαστιγώσουν μέχρι να ματώσουν οι σάρκες του. Κατόπιν τον έδεσαν σε σιδερένια κλίνη, κάτω από την οποία ήταν αναμμένη φωτιά. με αυτόν τον μαρτυρικό τρόπο παρέδωσε ο Άγιος Βικέντιος το πνεύμα στον Κύριο. Η Ορθόδοξη Εκκλησία εορτάζει τη μνήμη του Αγίου Βικέντιου στις 11 Νοεμβρίου.
 

https://www.saint.gr

ΑΓΙΟΣ ΒΙΚΤΩΡ Ο ΜΕΓΑΛΟΜΑΡΤΥΡΑΣ

 
Άγιος Βίκτωρ ο Μεγαλομάρτυρας
 
Ο Άγιος Βίκτωρ ανήκει στο μαρτυρικό χορό, που με το αίμα του πότισε το ζωηφόρο δένδρο της χριστιανικής πίστης τον δεύτερο αιώνα μετά Χριστόν, όταν βασιλιάς ήταν ο Αντωνίνος (160 μ.Χ.). Οι υπηρεσίες του υπέρ του Ευαγγελίου, είχαν σαν στάδιο την Ιταλία. Εκεί ο Βίκτωρ έτρεχε σε διάφορες πόλεις και έσπερνε το λόγο της σωτηρίας. Συλλαμβάνεται γι' αυτό και εκβιάζεται να προσφέρει θυσία στα είδωλα. Επειδή όμως δεν λύγισε, του έβγαλαν τα μάτια και τον κρέμασαν με το κεφάλι προς τα κάτω. Έτσι παρέδωσε τη γενναία και άγια ψυχή του. Η Ορθόδοξη Εκκλησία εορτάζει τη μνήμη του Αγίου Βίκτωρα στις 11 Νοεμβρίου.
 
https://www.saint.gr

ΜΕΓΑΛΟΜΑΡΤΥΡΑΣ ΑΓΙΟΣ ΜΗΝΑΣ- ΧΡΟΝΙΑ ΠΟΛΛΑ!

Άγιος Μηνάς ο Μεγαλομάρτυρας

 Ο Άγιος Μηνάς γεννήθηκε στην Αίγυπτο στα μέσα περίπου του 3ου αιώνα μ.Χ. από γονείς ειδωλολάτρες. Ωστόσο, το ειδωλολατρικό περιβάλλον στο οποίο μεγάλωνε, δεν κατάφερε να σκληρύνει την καρδιά του η οποία, όταν ήλθε η στιγμή, σκίρτησε ακούγοντας την φωνή του «ἐτάζοντος καρδίας καὶ νεφρούς» (Ψαλμοί 7,10) Θεού και έτσι ο, έφηβος ακόμη, Μηνάς έγινε χριστιανός.

Μεγαλώνοντας, επέλεξε να σταδιοδρομήσει στον Ρωμαϊκό στρατό, στο ιππικό τάγμα των Ρουταλικών, υπό την διοίκηση του Αργυρίσκου. Η έδρα της μονάδας του ήταν στο Κοτυάειον (σημερινή Κιουτάχεια) της Μικράς Ασίας. Εκεί ο Μηνάς διακρίθηκε και για την φρόνησή του αλλά και για το ανδρείο του φρόνημα και γι’ αυτό έχαιρε εκτιμήσεως στο κύκλο των στρατιωτικών.

Δυστυχώς όμως, τρεις αιώνες μετά την έλευση του Χριστού και ο παλαιός κόσμος ακόμη δεν ήθελε να δεχθεί το λυτρωτικό μήνυμα της Αναστάσεως, παραμένοντας αυτάρεσκα, εγωιστικά και αυτοκαταστροφικά προσκολλημένος στη φθορά και το σκοτάδι. Οι αυτοκράτορες της Ρώμης άρχισαν και πάλι «πρὸς κέντρα λακτίζειν» (Πράξεις 26,14). Ο Διοκλητιανός και ο Μαξιμιανός διέταξαν διωγμό εναντίον των λογικών προβάτων του Χριστού, διωγμό ο οποίος κράτησε από το 303 έως το 311 μ.Χ. Έτσι, οι Ρωμαίοι στρατιώτες διατάχθηκαν να συλλαμβάνουν και να τυραννούν τους χριστιανούς προσπαθώντας να τους κάνουν να αλλαξοπιστήσουν. Αυτή ήταν και η πρώτη κρίσιμη στιγμή κατά την οποία ο Μηνάς κλήθηκε να πει «το μεγάλο ναι ή το μεγάλο όχι». Η πίστη του στον Χριστό νίκησε την κοσμική «σύνεση» και λογική.

Ο Άγιος δεν άντεξε, πέταξε στη γη την στρατιωτική του ζώνη απεκδυόμενος μ’ αυτόν τον τρόπο την ιδιότητα του στρατιώτη - διώκτη των χριστιανών, και διέφυγε στο παρακείμενο όρος. Εκεί ασκήτευε, προτιμώντας την συντροφιά των θηρίων της φύσης από την συντροφιά των αποθηριωμένων ειδωλολατρών. Εκεί, «ἐν ἐρημίαις πλανώμενος καὶ ὄρεσι καὶ σπηλαίοις καὶ ταὶς ὀπαὶς τῆς γῆς» (Προς Εβραίους 11,38), έζησε επί αρκετό διάστημα με νηστεία, αγρυπνία και προσευχή. Η ασκητική ζωή και η ησυχία εθέρμαναν την καρδιά του ανάβοντας τον θείο έρωτα και τον πόθο του μαρτυρίου.

Έτσι, σε ηλικία πενήντα περίπου ετών, μετά από θεία αποκάλυψη ότι είχε φτάσει η ώρα του μαρτυρίου, κατέβηκε στην πόλη, σε μέρα ειδωλολατρικού πανηγυριού και με παρρησία, εν μέσω των μαινομένων ειδωλολατρών, ομολόγησε τον Χριστό ως τον ένα και αληθινό Θεό, μυκτηρίζοντας τα κωφά και αναίσθητα είδωλα. Συνελήφθη και σύρθηκε δερόμενος μπροστά στον Πύρρο, τον διοικητή της πόλεως. Εκεί, μιλώντας με θάρρος, αποκάλυψε το όνομά του, την καταγωγή του, το στρατιωτικό του παρελθόν και, φυσικά, διεκήρυξε με τόλμη και αταλάντευτη επιμονή την πίστη του στον Χριστό. Οδηγήθηκε στη φυλακή και το πρωί της επομένης ημέρας, μετά το πέρας του ειδωλολατρικού πανηγυριού, τον παρουσίασαν και πάλι ενώπιον του ηγεμόνος ο οποίος τον κατηγόρησε ότι εξύβρισε τους θεούς και μάλιστα μπροστά του και ότι λιποτάκτησε από τον στρατό. Ο Άγιος αποδέχθηκε τις κατηγορίες χωρίς δισταγμό.

Ο Πύρρος, ευλαβούμενος στην αρχή την ηλικία και την ευκοσμία του, προσπάθησε με λόγια και υποσχέσεις αλλά και με απειλές στη συνέχεια, να τον αποσπάσει από την πίστη του Χριστού. Όταν οι προσπάθειές του προσέκρουσαν στην σταθερή άρνηση του Αγίου, διέταξε να τον υποβάλουν σε ανυπόφορα βασανιστήρια. Οι δήμιοι τον μαστίγωσαν τόσο πολύ ώστε άλλαξαν δύο και τρεις φορές οι μαστιγωτές του. Τον κρέμασαν και τον έγδερναν μέχρι που άρχισαν να φαίνονται τα εσωτερικά όργανα του Αγίου. Έπειτα, σαν να μην έφθαναν αυτά, έτριβαν το καταπληγωμένο του σώμα με τρίχινο ύφασμα και στο τέλος τον έσερναν γυμνό και κατακρεουργημένο πάνω σε μεταλλικά αγκάθια. Όλα τα υπέμενε με γενναιότητα και καρτεροψυχία ο Μάρτυς του Χριστού, εφαρμόζοντας το Ευαγγελικό «καὶ μὴ φοβηθῆτε ἀπὸ τῶν ἀποκτεννόντων τὸ σῶμα, τὴν δὲ ψυχὴν μὴ δυναμένων ἀποκτείναι» (Ματθαίος 10,28).
Μάλιστα, την ώρα του μαρτυρίου, κάποιοι παλιοί συστρατιώτες του τον προέτρεπαν να θυσιάσει στα είδωλα λέγοντας ότι ο Θεός του θα τον δικαιολογήσει βλέποντας τα βασανιστήρια στα οποία τον υπέβαλλαν. Ο Άγιος αρνήθηκε αποφασιστικά και τους απάντησε ότι προσφέρει θυσία ακόμη και τον εαυτό του στον Χριστό, ο οποίος τον ενδυναμώνει για να υπομένει τις πληγές.

Ο ηγεμόνας, θαυμάζοντας την ευστοχία και την σοφία των απαντήσεων του Μάρτυρα, τον ρώτησε απορημένος πώς είναι δυνατόν ένας τραχύς στρατιώτης σαν αυτόν να μπορεί να απαντά κατ’ αυτόν τον τρόπο. Και ο Άγιος, με τη φώτιση του Θεού, του αποκρίθηκε ότι αυτή την ικανότητα την χαρίζει στους μάρτυρές του ο Χριστός, όπως έχει υποσχεθεί στο Ευαγγέλιο: «ὅταν δὲ προσφέρωσιν ὑμᾶς ἐπὶ τᾶς συναγωγᾶς καὶ τᾶς ἀρχὰς καὶ τᾶς ἐξουσίας, μὴ μεριμνᾶτε πῶς ἢ τί ἀπολογήσησθε ἢ τί εἴπητε. Τὸ γὰρ Ἅγιον Πνεῦμα διδάξει ὑμᾶς ἐν αὐτῇ τὴ ὥρα ἃ δεῖ εἰπειν» (Λουκά ιβ’, 11-12).
Τότε, απελπισμένος ο τύραννος, διέταξε να τον αποκεφαλίσουν. Βαδίζοντας προς τον τόπο της εκτέλεσης ο Άγιος πρόλαβε να ζητήσει από κάποιους κρυπτοχριστιανούς να μεταφέρουν το λείψανό του στην Αίγυπτο. Ο αποκεφαλισμός του έγινε την 11η Νοεμβρίου στις αρχές του 4ου αι. μ.Χ. (πιθανότατα το 304 μ.Χ.) και έτσι η ψυχή του πέταξε χαρούμενη προς τον Σωτήρα Χριστό τον οποίο τόσο επόθησε ο Άγιος και για τον οποίο θυσιάσθηκε. Οι δήμιοι άναψαν φωτιά για να κάψουν το σώμα του.

Ότι κατάφεραν οι χριστιανοί να περισώσουν από την πυρά το μετέφεραν στην Αίγυπτο και το έθαψαν κοντά στην Μαρεώτιδα λίμνη, νοτιοδυτικά της Αλεξάνδρειας. Στο σημείο εκείνο σταμάτησε, κατά την παράδοση, η καμήλα που μετέφερε τα λείψανα αρνούμενη πεισματικά να προχωρήσει. Έτσι οι χριστιανοί κατάλαβαν ότι ήταν θέλημα Θεού να ενταφιασθούν εκεί τα λείψανα του Αγίου. Η περιοχή του τάφου πολύ σύντομα εξελίχθηκε σε προσκυνηματικό - λατρευτικό κέντρο.

Ο Μέγας Κωνσταντίνος, όταν ήταν Πατριάρχης Αλεξανδρείας ο Μέγας Αθανάσιος, ανήγειρε ναό πάνω στον τάφο του Αγίου. Σε λίγα χρόνια δημιουργήθηκε εκεί εκτεταμένο κτιριακό συγκρότημα το οποίο περιελάμβανε δύο ναούς, μοναστήρι, ξενώνες και άλλες εγκαταστάσεις. Η Ορθόδοξη Εκκλησία εορτάζει τη μνήμη του Αγίου Μηνά στις 11 Νοεμβρίου.
 

https://www.saint.gr

Τρίτη 10 Νοεμβρίου 2020

ΟΣΙΟΣ ΑΡΣΕΝΙΟΣ Ο ΚΑΠΠΑΔΟΚΗΣ

Όσιος Αρσένιος ο Καππαδόκης 

Ο Οσιότατος Αρσένιος ο Καππαδόκης γεννήθηκε γύρω στα 1840 μ.Χ. στα Φάρασα ή Βαρασιό, στο Κεφαλοχώρι των έξι Χριστιανικών χωριών της περιφερείας Φαράσων της Καππαδοκίας. Οι γονείς του ήταν πλούσιοι σε αρετές και μέτριοι σε αγαθά. Είχαν αποκτήσει δύο αγόρια, τον Βλάσιο και τον Θεόδωρο (τον Άγιο Αρσένιο).

Από μικρή ηλικία έμειναν ορφανά και τα προστάτεψε η θεία τους, αδελφή της μητέρας τους. Ένα θαυμαστό γεγονός που συνέβηκε στα παιδιά και την θαυματουργική διάσωση του μικρού τότε Θεόδωρου από τον Άγιο Γεώργιο που τον έσωσε από βέβαιο πνιγμό, είχε ως αποτέλεσμα, για τον μεν Βλάσιο να δοθεί με τον δικό του τρόπο στον Θεό, να τον δοξολογεί ως δάσκαλος της Βυζαντινής Μουσικής και κατέληξε αργότερα στην Κωνσταντινούπολη, για τον Θεόδωρο δε να θέλει να γίνει καλόγερος. Στη συνέχεια μεγαλώνοντας, στάλθηκε στη Νίγδη και μετά στη Σμύρνη όπου τέλειωσε τις σπουδές του.

Στα είκοσι έξι του περίπου χρόνια πήγε στην Ιερά Μονή Φλαβιανών του Τιμίου Προδρόμου (Ζιντζί-Ντερέ) όπου αργότερα εκάρη Μοναχός και πήρε το όνομα Αρσένιος. Δυστυχώς όμως δε χάρηκε πολύ την ησυχία του, διότι εκείνη την εποχή είχαν ανάγκη μεγάλη από δασκάλους και ο Μητροπολίτης Παΐσιος ο Β’, τον χειροτόνησε Διάκο και τον έστειλε στα Φάρασα για να μάθει γράμματα στα εγκαταλειμμένα παιδιά. Αυτό φυσικά γινόταν στα κρυφά, με χίλιες δυο προφυλάξεις, για να μη μάθουν τίποτε οι Τούρκοι. Στο τριακοστό έτος της ηλικίας του χειροτονήθηκε στην Καισαρεία πρεσβύτερος με τον τίτλο του Αρχιμανδρίτου και την ευλογία ως Πνευματικός.

Άρχισε πια η πνευματική του δράση να γίνεται μεγαλύτερη και να απλώνεται. Με την άφθονη Θεία Χάρη που τον προίκισε ο Θεός θεράπευε τις ψυχές και τα σώματα των πονεμένων ανθρώπων. Είχε πολλή αγάπη στον Θεό και προς την εικόνα Του, τον άνθρωπο και όχι στον εαυτό του, διότι, όταν έβλεπε πολύ πόνο και καταπίεση Τουρκική, η αγάπη τον έβγαζε έξω από τον εαυτό του και έξω από το χωριό του και αγκάλιαζε και τα γύρω χωριά. Θεράπευε αδιάκριτα τον ανθρώπινο πόνο όπου τον συναντούσε σε Χριστιανούς ή Τούρκους. Για τον Άγιο δεν είχε καμιά σημασία, διότι έβλεπε στο πρόσωπό τους, την με πολλή αγάπη πλασθείσα εικόνα του Θεού. Αναρίθμητα είναι τα θαύματα που επετέλεσε ο Άγιος με τη Χάρη του Θεού. Στείρες γυναίκες τεκνοποιούσαν, αφού τις διάβαζε ευχή ή έδιδε «φυλακτό» που ήταν ένα κομμάτι χαρτί γραμμένο με κάποιες ευχές που τις έγραψε ο ίδιος. Διάβαζε το Άγιο Ευαγγέλιο σε σοβαρές περιπτώσεις, όπως στους τυφλούς, βουβούς, χωλούς παραλυτικούς, δαιμονιζομένους και γινόντουσαν καλά, μόλις τελείωνε την ανάγνωση. Πολλοί Χριστιανοί και Τούρκοι είχαν θεραπευθεί, αφού πήραν χώμα από το κατώφλι του κελιού του και αναμιγνύοντάς το με λίγο νερό το έπιναν, πιστεύοντας ότι θα εθεραπεύοντο και η πίστη τους που είχαν στον Άγιο, έκανε το θαύμα. Χρήματα φυσικά δε δεχόταν ποτέ ούτε κι έπιανε στα χέρια του.

Συνήθιζε να λέγει «η πίστη μας δεν πουλιέται». Βίωνε ολοκληρωτικά και «έπασχε τα Θεία». Ζούσε με αυταπάρνηση, διότι αγαπούσε πολύ πρώτα τον Θεό και μετά την εικόνα Του, τον πλησίον. Αιματηρούς αγώνες και προσπάθειες κατέβαλε για να διατηρήσει τους συγχωριανούς και τους συμπατριώτες του στην πίστη, για να μην κλονιστούν και αλλαξοπιστήσουν στις χαλεπές εκείνες ημέρες και εποχές, από τις πολλές και διάφορες πιέσεις που δεχόντουσαν από τους Τούρκους, αλλά και από διάφορους προβατόσχημους λύκους, τους προτεστάντες, που προσπαθούσαν να ποιμάνουν την ποίμνη του Χριστού.

Το κελί του, μικρό, απέριττο, ευρισκόταν μέσα στον κόσμο. Ζούσε μέσα στον κόσμο, αλλά συγχρόνως κατόρθωνε να ζει και εκτός του κόσμου. Σε αυτό, καθώς και για τα θεία του κατορθώματα, πολύ τον βοηθούσαν οι δύο ημέρες (η Τετάρτη και η Παρασκευή) που έμενε έγκλειστος στο κελί του, προσευχόμενος. Οι οποίες καρποφορούσαν περισσότερο πνευματικά τότε, διότι αγίαζαν και την εργασία των άλλων ημερών. Ώρες έμενε γονατιστός προσευχόμενος στον Θεό για τον λαό Του, που τον είχε εμπιστευθεί στα ασκητικά χέρια του δούλου Του Αρσενίου. Η μεγάλη ευαισθησία του Αγίου Πατρός δεν άντεχε να κάνει κανένα κακό στην πλάση. Ιδιαίτερα στα ζώα. Ποτέ του δεν κάθισε σε ζώο να το κουράσει, για να ξεκουράσει τον εαυτό του. Προτιμούσε πάντοτε να βαδίζει πεζός και όπως συνήθιζε ξυπόλυτος. Είχε πάντοτε μπροστά του τον Χριστό που ποτέ Του δεν κάθισε σε ζώο - μόνο μια φορά - και όπως χαρακτηριστικά έλεγε: «Εγώ που είμαι χειρότερος και από το γαϊδουράκι, πως να καθίσω σ' αυτό;» Για να κρύψει τις αρετές του από τα μάτια των ανθρώπων και να αποφύγει έτσι τους επαίνους, κατάφευγε σ' ορισμένες «ιδιοτροπίες». Παρουσιαζόταν σαν σκληρός θυμώδης, οξύθυμος, απόπαιρνε τις διάφορες γυναίκες, που από αγάπη γι' αυτόν και ευγνωμοσύνη προσπαθούσαν να τον βοηθήσουν, με διάφορους τρόπους, να του μαγειρεύουν και να του στέλνουν φαγητό. Όπως χαρακτηριστικά έλεγε στον πιστό του φίλο και ψάλτη Πρόδρομο τα εξής: «Εάν ήθελα να με υπηρετούν γυναίκες, θα γινόμουν έγγαμος ιερεύς και θα με υπηρετούσε παπαδιά. Τον καλόγηρο που τον υπηρετούσε γυναίκες, δεν είναι καλόγηρος».

Όταν ύψωνε τα χέρια του για να παρακαλέσει για κάτι τον Θεό, άρχιζε να τον παρακαλεί προσευχόμενος και φωνάζοντας, «Θεέ μου!» λες και ξεκοβόταν η καρδιά του εκείνη την ώρα, και θαρρείς πώς έπιανε τον Χριστό από τα πόδια και δεν του έκανε το αίτημά του. «Εμείς», όπως έλεγαν οι Φαρασιώτες, «στην Πατρίδα μας τι θα πει γιατρός, δεν ξέραμε στον Χατζεφεντή τρέχαμε. Στην Ελλάδα μάθαμε από γιατρούς, αλλά αν τα πούμε στους εντόπιους, τους φαίνονται παράξενα».

Εκτός από τα άλλα του χαρίσματα είχε και το προορατικό χάρισμα. Είχε πληροφορηθεί από τον Θεό, πως θα έφευγαν για την Ελλάδα και έγινε στις 14 Αυγούστου του 1924 μ.Χ. με την ανταλλαγή των πληθυσμών. Γνώριζε από προηγουμένως και τον θάνατό του και ότι αυτός θα συνέβαινε σ' ένα νησί.

Η αγία του μορφή συνέχεια σκοπούσε Χάρη και παρηγοριά. Το πρόσωπό του έλαμπε από την ασκητική γυαλάδα, που έμοιαζε σαν το χρώμα του φτιασμένου κυδωνιού. Είχε πια εξαϋλωθεί από τους υπερφυσικούς πνευματικούς αγώνες, που έκανε από αγάπη στον Χριστό, καθώς και από τους πολλούς του κόπους για την αγάπη προς το ποίμνιο του, που το ποίμανε πενήντα χρόνια σαν καλός Ποιμένας.

Τρεις μέρες πριν την εκδημία του ήλθε η Παναγία, τον γύρισε σ' όλο το Άγιο Όρος, τα Μοναστήρια, τους Ναούς που τόσο επιθυμούσε να δει και δεν είχε αξιωθεί και του είπε ότι σε τρεις ημέρες θα παρουσιαστεί στον Κύριο, που τόσο πολύ αγάπησε και έδωσε όλο του τον εαυτό σ' Αυτόν. Κοιμήθηκε στις 10 Νοεμβρίου του 1924 μ.Χ. στην Κέρκυρα.

Από την Κέρκυρα, το 1958 μ.Χ., τα λείψανα του μεταφέρθηκαν από τον μοναχό Παΐσιο στην Κόνιτσα και το 1970 μ.Χ. από τον ίδιο Αγιορείτη μοναχό στο γυναικείο μοναστήρι - Ησυχαστήριο του Αγίου Ιωάννου του Θεολόγου στη Σουρωτή, όπου ο Άγιος μετά τον θάνατό του έκανε πολλά θαύματα. Η Ορθόδοξη Εκκλησία τον αγιοκατέταξε στις 11 Φεβρουαρίου 1986 μ.Χ. Η Ορθόδοξη Εκκλησία εορτάζει τη μνήμη του Οσίου Αρσενίου στις 10 Νοεμβρίου.
 

https://www.saint.gr

Δευτέρα 9 Νοεμβρίου 2020

ΑΓΙΟΣ ΝΕΚΤΑΡΙΟΣ


ΑΓΙΟΣ ΝΕΚΤΑΡΙΟΣ ΠΕΝΤΑΠΟΛΕΩΣ

Άγιος Νεκτάριος Αιγίνης 

Γεννήθηκε στις 1 Οκτωβρίου του 1846 μ.Χ. στη Σηλυβρία της Θράκης από τον Δήμο και τη Βασιλική Κεφάλα και ήταν το πέμπτο από τα έξι παιδιά τους. Το κοσμικό του όνομα ήταν Αναστάσιος. Μικρός, 14 ετών, πήγε στην Κωνσταντινούπολη, όπου εργάστηκε ως υπάλληλος και κατόπιν ως παιδονόμος στο σχολείο του Μετοχίου του Παναγίου Τάφου. Κατόπιν πήγε στη Χίο, όπου, από το 1866 μ.Χ. μέχρι το 1876 μ.Χ. χρημάτισε δημοδιδάσκαλος στο χωριό Λίθειο.

Το 1876 μ.Χ. εκάρη μοναχός στη Νέα Μονή Χίου με το όνομα Λάζαρος και στις 15 Ιανουαρίου 1877 μ.Χ. χειροτονήθηκε διάκονος, ονομασθείς Νεκτάριος, από τον Μητροπολίτη Χίου Γρηγόριο (1860 - 1877 μ.Χ.), και ανέλαβε τη Γραμματεία της Μητροπόλεως.

Το 1881 μ.Χ. ήλθε στην Αθήνα, όπου με έξοδα του Πατριάρχη Αλεξανδρείας Σωφρονίου Δ' (1870 - 1899 μ.Χ.), σπούδασε Θεολογία και πήρε το πτυχίο του το 1885 μ.Χ. Έπειτα, ο ίδιος προαναφερόμενος Πατριάρχης, τον χειροτόνησε το 1886 μ.Χ. πρεσβύτερο και του έδωσε τα καθήκοντα του γραμματέα και Ιεροκήρυκα του Πατριαρχείου Αλεξανδρείας. Διετέλεσε επίσης πατριαρχικός επίτροπος στο Κάιρο.

Στις 15 Ιανουαρίου 1889 μ.Χ., χειροτονήθηκε Μητροπολίτης Πενταπόλεως. Η δράση του ως Μητροπολίτου ήταν καταπληκτική και ένεκα αυτού ήταν βασικός υποψήφιος του πατριαρχικού θρόνου Αλεξανδρείας. Λόγω όμως φθονερών εισηγήσεων (αισχρών συκοφαντιών), προς τον Πατριάρχη Σωφρόνιο, ο ταπεινόφρων Νεκτάριος, για να μη λυπήσει τον γέροντα Πατριάρχη, επέστρεψε στην Ελλάδα (1889 μ.Χ.).

Διετέλεσε Ιεροκήρυκας (Ευβοίας) (1891 - 1893 μ.Χ.), Φθιώτιδος και Φωκίδας (1893 - 1894 μ.Χ.) και διευθυντής της Ριζαρείου Εκκλησιαστικής Σχολής στην Αθήνα (1894 - 1904 μ.Χ.). Μετά τον θάνατο του Πατριάρχη Αλεξανδρείας Σωφρονίου (1899 μ.Χ.), ο Νεκτάριος εκλήθη να τον διαδεχθεί, αλλά ο Άγιος αρνήθηκε. Στα κηρύγματα του, πλήθος λαού μαζευόταν, για να «ρουφήξει» το νέκταρ των Ιερών λόγων του.

Το 1904 μ.Χ. ίδρυσε γυναικεία Μονή στην Αίγινα, της οποίας ανέλαβε προσωπικά τη διοίκηση, αφού εγκαταβίωσε εκεί το 1908 μ.Χ., μετά την παραίτηση του από τη Ριζάρειο Σχολή. Έγραψε αρκετά συγγράμματα, κυρίως βοηθητικά του θείου κηρύγματος. Η ταπεινοφροσύνη του και η φιλανθρωπία του υπήρξαν παροιμιώδεις.

Πέθανε το απόγευμα της 8ης Νοεμβρίου 1920 μ.Χ. Τόση δε ήταν η αγιότητά του, ώστε επετέλεσε πολλά θαύματα, πριν αλλά και μετά τον θάνατο του. Ενταφιάστηκε στην Ιερά Μονή Αγίας Τριάδος στην Αίγινα.

Η Κάρα και τα περισσότερα Λείψανα του Αγίου φυλάσσονται στη Μονή Αγίας Τριάδος Αιγίνης. Ένας αστράγαλος του Αγίου βρίσκεται στο ομώνυμο Προσκύνημα Καμάριζας Λαυρίου. Ένας σπόνδυλος του Αγίου βρίσκεται στο ομώνυμο Προσκύνημα Χανίων Κρήτης. Η ανακομιδή των Ιερών λειψάνων του έγινε στις 3 Σεπτεμβρίου του 1953 μ.Χ. και στις 20 Απριλίου του 1961 μ.Χ. ανακηρύχτηκε Άγιος της Ορθόδοξης Εκκλησίας. Η Ορθόδοξη Εκκλησία εορτάζει τη μνήμη του Αγίου Νεκταρίου στις 9 Νοεμβρίου.

https://www.saint.gr