Ο Όσιος Αμφιλόχιος Μακρής (κατά κόσμον Αθανάσιος Μακρής) γεννήθηκε στις 13 Φεβρουαρίου του 1889 μ.Χ. στην Πάτμο. Η μοναχική του κουρά έγινε στις 27 Αυγούστου του 1906 μ.Χ. στην Ιερά Μονή του Θεολόγου όπου έλαβε το όνομα Αμφιλόχιος.
Στις 23 Μαρτίου του 1913 μ.Χ. σε ηλικία 24 ετών κείρεται στο Κάθισμα του Απολλώ Μεγαλόσχημος Μοναχός από τον ασκητή και πνευματικό Μακάριο Αντωνιάδη τον Σάμιο.
Χειροτονήθηκε διάκονος από τον Μητροπολίτη Κώου κυρό Αγαθάγγελο στις 27 Ιανουαρίου του 1919 μ.Χ. στον Ιερό Ναό του Αγίου Νικολάου στην Κω, και Πρεσβύτερος την Κυριακή του Θωμά στις 5 Απριλίου του ίδιου έτους από τον Μητροπολίτη Σάμου και Ικαρίας Κωνσταντίνο Βαντζαλίδη στον Ιερό Ναό του Αγίου Σπυρίδωνος στο Βαθύ.
Εφημέριος της Ιεράς Μονής Πάτμου διακόνησε από το 1920 - 1926 μ.Χ. και διορίσθηκε Προϊστάμενος του Ιερού Σπηλαίου της Αποκαλύψεως κατά τα έτη 1926 - 1932 μ.Χ.
Στις 14 Νοεμβρίου του 1935 μ.Χ. εκλέγεται Ηγούμενος στην Ιερά Μονή της Πάτμου και το 1937 μ.Χ. ιδρύει την Ιερά Μονή του Ευαγγελισμού, ενώ κατά τα έτη 1939 - 1940 μ.Χ. διακόνησε εφημέριος στο Ιερό Προσκύνημα της Παναγίας της Διασωζούσης.
Ο Γέροντας Αμφιλόχιος Μακρής εκοιμήθη την Πέμπτη 16 Απριλίου του 1970 μ.Χ. και ετάφη στις 17 Απριλίου στο Κοιμητήριο της Ιεράς Μονής του Ευαγγελισμού.
Ο Όσιος Αμφιλόχιος Μακρής, ήταν φίλος και πνευματικό παιδί του Αγίου Νεκταρίου. Υπήρξε πνευματικός πατέρας πολλών μεγάλων μορφών της Εκκλησίας, Ελλήνων και ξένων. Υπήρξε εμπνευστής του ιεραποστολικού έργου στην Αφρική και αλλού, αφού μορφές, όπως ο αείμνηστος π. Χρυσόσοστομος Παπασαραντόπουλος και ο ιεράρχης του Οικουμενικού Θρόνου, Μητροπολίτης Γάνου και Χώρας κ. Αμφιλόχιος (Τσούκος), υπήρξαν πνευματικά του παιδιά.
Η αγιοκατάταξη του γέροντα Αμφιλοχίου Μακρή έγινε στις 29 Αυγούστου 2018 μ.Χ.. Η Ορθόδοξη Εκκλησία εορτάζει τη μνήμη του Οσίου στις 16 Απριλίου.
Μάλιστα, στο βιβλίο του «Αρχή Ημέρας. Η ορθόδοξη προσέγγιση της Δημιουργίας» (Γουέαρ Κ., 2007, «Αρχή Ημέρας. Η ορθόδοξη προσέγγιση της Δημιουργίας», Ιερόν Προσκύνημα Αγίου Γεωργίου του Εν Ιωαννίνοις, Ιωάννινα), αναφέρεται σε ένα περιστατικό που αποδεικνύει ότι η οικολογική κρίση «δεν μπορεί να λυθεί χωρίς αγάπη»: «Θυμάμαι τώρα, πώς στη δεκαετία του 1960, όταν ήμουν διάκονος στη Μονή Αγίου Ιωάννου Θεολόγου στην Πάτμο, ο γέροντάς μας, ο πατήρ Αμφιλόχιος, συνήθιζε να μας λέει: Γνωρίζετε πως ο Θεός μας έδωσε μία ακόμη εντολή, που δεν αναφέρεται στην Αγία Γραφή; Είναι η εντολή να αγαπάτε τα δέντρα».
«Σ' όλη του τη ζωή εβασανίζετο από αρρώστιες, ήταν ευαίσθητος στα κρυολογήματα και κάθε χρόνο τον επισκέπτετο η γρίππη... Τέλη Μαρτίου 1970 προσεβλήθηκε από πνευμονία· ήταν Μ. Τεσσαρακοστή και με δυσκολία δέχθηκε να πάρη λίγο γάλα. Έδωσε σε όλους τις συμβουλές που ο καθένας είχε ανάγκη. Είχε το προορατικό χάρισμα. Στην προσπάθεια των πνευματικών του παιδιών να τον κρατήσουν με ορούς λίγες μέρες στην ζωή, παρακαλούσε κι έλεγε: αφήστε με καλά μου παιδιά να φύγω, ήρθε η ώρα μου. Γιατί, Γέροντα, τούλεγα, δεν μένεις μαζί μας τούτο το Πάσχα; Δίσταζε να μου απάντηση, και δεύτερη και τρίτη φορά τον παρεκάλεσα να μου πη πώς ξέρει ότι θα φύγη σύντομα κι εκείνος με δυσκολία μου απεκάλυψε: ευλογημένε Παύλε, είδα την Παναγία και τον Θεολόγο προ ολίγου και τους παρεκάλεσα να μείνω κοντά στα παιδιά μου κι αυτό το Πάσχα, αλλά μου είπαν «Δεν γίνεται άλλο, ελήφθη η απόφασις, Πάσχα θα κάμης στους Ουρανούς μαζί μας» κι αυτό το λέγω σαν εξομολόγηση, επειδή με βιάζεις, μη το ειπείς σε άλλους.
Κι έφυγε από τον κόσμο της ματαιότητος, αφού έδωσε την ζωήν του για τους άλλους, αφού εργάσθηκε σαν καλός εργάτης στον αμπελώνα του Κυρίου, αφού αρίστευσε στις εξετάσεις του στο στάδιο των πνευματικών ασκήσεων, αφού υπηρέτησε και Εκκλησία και Πατρίδα σαν καλός χριστιανός και ακέραιος Έλληνας. Κοιμήθηκε στις 16 Απριλίου 1970 σε πλήρη διαύγεια των αισθήσεών του. Το λείψανό του πήρε μορφή ουράνια, όψι χαρούμενη κι ειρηνική, απέραντη γαλήνη βασίλευε στο ασκητικό του πρόσωπο, πράγματι αγιασμένου ανθρώπου έκφραση, που εκοιμήθη εν Κυρίω....
Αξίζει να προσθέσω ένα γεγονός που δείχνει πως εδέχετο μυστικές κλήσεις για την σωτηρία των άλλων και που θυμίζει τον μεγάλο Απόστολο των Εθνών που ήκουσε την φωνήν του Μακεδόνος «διαβάς βοήθησον ημίν». Ο αείμνηστος γέροντας ενώ ευρίσκετο στο κελλί του στην Μονή της Πάτμου, ακούει κάποια Ελένη από την Ικαρία να τον καλεί να σπεύση να την σώση. Δεν χάνει καιρό, κατεβαίνει στο λιμάνι του νησιού και ως εκ θαύματος ευρίσκει ιστιοφόρο που έφευγε για την Ικαρία. Θαλασσοδαρμένος φθάνει στον προορισμό του και αμέσως ερωτά αν υπάρχει κάποια Ελένη χήρα και πληροφορείται ότι προ ήμερων έχασε τον άνδρα της· αμέσως ρώτησε να μάθη τον δρόμον που ωδηγούσε στο σπίτι της χήρας γυναικός. Δεν εζήτησε να ανάπαυση το κουρασμένο σαρκίο του, αλλά σπεύδει χωρίς καθυστέρηση, η φωνή της Ελένης τον ενοχλεί. Εκεί που βάδιζε βλέπει μια έξαλλη γυναίκα να τρέχη απελπισμένη, την φωνάζει με το όνομα της και λέγει: «Ελένη που πηγαίνεις, για σένα ήλθα». Και η πονεμένη γυναίκα συνέρχεται, βλέπει τον πνευματικό, σκέπτεται αυτό που θα έκαμνε και εξομολογείται ότι την στιγμή εκείνη επήγαινε να πνιγή στην θάλασσα. Η γυναίκα εσώθη, το θαύμα έγινε, όπως η ίδια μου το εξιστόρισε...
Η αδελφή Ευφροσύνη με εβεβαίωσε ότι όταν πήγε να ασπασθή τον τάφο του Γέροντα, ησθάνθη τέτοια ευωδία, ώστε στην συνείδηση της στέκει σαν ένας πατερικός άγιος, ο οποίος πράγματι έχει αγιάσει.
Ένα άλλο πνευματικό του τέκνο, η Μ.Κ. μου διηγήθη ότι τον Νοέμβριο του 1954 επισκέφθηκε τον Γέροντα στην Πάτμο και την φιλοξένησε στο ι. Κοινόβιο του Ευαγγελισμού. Επί δύο ήμερες παρέμενε στον πύργο του Μοναστηριού· την τρίτη ημέρα ο αείμνηστος επέμενε να μη κοιμηθή πλέον στο μέρος αυτό, πράγμα που έγινε. Την νύκτα εκείνη έπεσε ακριβώς σε αυτό το κρεββάτι κεραυνός. Ημπορεί να θεωρηθή τυχαίο γεγονός η σωτηρία ενός ανθρώπου με την επιμονή του πνευματικού πατρός;»