ΑΝ ΒΙΑΖΕΣΑΙ ΝΑ ΔΕΙΣ ΤΟΝ ΚΟΣΜΟ ΝΑ ΓΙΝΕΤΑΙ ΚΑΛΥΤΕΡΟΣ, ΑΡΧΙΣΕ ΑΠΟ ΤΟΝ ΕΑΥΤΟ ΣΟΥ. ΕΙΝΑΙ Ο ΣΥΝΤΟΜΟΤΕΡΟΣ ΔΡΟΜΟΣ.

Σάββατο 4 Σεπτεμβρίου 2021

ΟΣΙΟΣ ΑΝΘΙΜΟΣ Ο ΝΕΟΣ ΑΣΚΗΤΗΣ

 Όσιος Άνθιμος ο Νέος Ασκητής από την Κεφαλονιά
 
Ο νέος ασκητής, Ο όσιος Άνθιμος ο τυφλός Ιεραπόστολος του Αιγαίου, γεννήθηκε στο Ληξούρι της Κεφαλλονιάς το 1727 μ.Χ. Ήταν δηλ. σύγχρονος με τον έτερο Μεγάλο Ισαπόστολο και εθνομάρτυρα του γένους μας, τον Άγιο Κοσμά των Αιτωλό, με τον οποίον είχε παρόμοια δράση και προσφορά!

Κατά το Άγιο Βάπτισμα έλαβε το όνομα Αθανάσιος, μα σε ηλικία επτά ετών, έχασε το φως του, χτυπημένος από την αρρώστια της ευλογιάς. Το ξαναβρήκε όμως, χάρη στην Θεία παρέμβαση αφενός, και στις ανύστακτες προσευχές της πιστής και ενάρετης μητέρας του Ατζουλέτας, καθώς και του ιδίου. Είχαν μάλιστα συμμετάσχει τότε σε σαρανταλείτουργο, το οποίο έγινε με βασικό αίτημα την θεραπεία του μικρού Αθανασίου. Πράγματι, αφού μητέρα και γιος κοινώνησαν των Αχράντων Μυστηρίων κατά την τεσσαρακοστή Θεία Λειτουργία, το παιδί φώναξε, «βλέπω, ο Ιερεύς φοράει κόκκινο φελόνι»!
Έξυπνος και μνήμων καθώς ήταν, παρακολούθησε τα μαθήματα της στοιχειώδους παιδείας, πιθανότατα κοντά στον πρώτο του δάσκαλο και πνευματικό Άνθιμο, τον ηγούμενο τότε της Ι. Μονής της Αγίας Παρασκευής Λεπέδων Ληξουρίου. Όταν έγινε 20 ετών, αποφάσισε να ακολουθήσει το επάγγελμα του πατέρα του, Ιωάννου Κουρούκλη, ο οποίος ήταν εμπειρότατος ναυτικός. Μαζί ταξίδεψαν σε πολλές θάλασσες, αλλά φθάνοντας κάποτε στην Κωνσταντινούπολη, ο πατέρας του Οσίου, χτυπημένος από την πανώλη, εκοιμήθη. Το 1750 μ.Χ., ο πλοίαρχος του καραβιού στο οποίον υπηρετούσε τότε ο Αθανάσιος, εκτιμώντας το υποδειγματικό και εργατικότατο του χαρακτήρος του, του πρότεινε να τον κάνει γαμβρό του. Ο Αθανάσιος δέχθηκε. Άλλες όμως ήταν οι βουλές του Κυρίου. Ξυπνώντας λοιπόν ο νέος το πρωί της ημέρας, κατά την οποία θα επισημοποιούταν ο γάμος του, συνειδητοποίησε πως είχε χάσει εντελώς το φως του. «Τώρα εκατάλαβα», είπε, «πως είμαι θεότυφλος». Η επωνυμία θεότυφλος, θα τον συνοδεύει πια, σε όλη του τη ζωή!
Αντιλαμβανόμενος λοιπόν πως αυτό ήταν το θέλημα του Κυρίου, αποτάσσεται τα του κόσμου, οπότε τυφλός και άσημος, αναχωρεί για το Άγιον Όρος, όπου κείρεται μοναχός, μετονομαζόμενος Άνθιμος, πιθανότατα στα όρια της Ιεράς Μονής Ιβήρων. Εκεί ασκήθηκε θεαρέστως, αναμίχθηκε ενεργά, όπως αποδεικνύει η μετ’ έπειτα δράση του, και στο κίνημα των Κωλυβάδων, και τελικώς, όταν εκοιμήθη ο σοφότατος γέροντάς του, απεφάσισε να βγεί στον κόσμο, να κηρύξει, και να διασώσει από την αμάθεια και των εξισλαμισμό τους Ορθοδόξους Ρωμιούς, οι οποίοι στέναζαν τότε κάτω από τον απάνθρωπο ζυγό των Τούρκων Μουσουλμάνων.

Πρώτη ιεραποστολική περιοδεία.
Πρώτος του σταθμός ήταν το νησί της Χίου, όπου κήρυξε τον Ευαγγελικό λόγο, αλλά και ασκήθηκε σκληρά, φθάνοντας σε μεγάλα μέτρα αγώνων. Έτρωγε μόνον λίγο ψωμί την ημέρα, ενώ έπινε νερό μόνον μετά την δύση του ηλίου. Κοιμόταν ελάχιστα, και ασκούσε συνεχώς την αδιάλειπτη ευχήτου Ιησού.
Κατόπιν επισκέφθηκε την Σίφνο, και παρά τις παρακλήσεις των κατοίκων του νησιού οι οποίοι εκτίμησαν τον ενάρετο τυφλό γέροντα, έπειτα από λίγο διάστημα ασκήσεως και κηρύγματος εκεί, αναχώρησε για την Πάρο. Καθώς το πλοίο που τον μετέφερε στο νησί, βρέθηκε στο μέσον περίπου αυτής της θαλάσσιας διαδρομής, έπεσε σε μεγάλη θαλασσοταραχή, με αποτέλεσμα να κινδυνεύει να καταποντισθεί από τα κύματα και τον αέρα. Κατόπιν λοιπόν πολλών και επιμόνων εκλύσεων των συνεπιβατών του μα και ενός εκ των Σιφνιών ιερέων που τον συνόδευαν, ο Όσιος Άνθιμος προσευχήθηκε με δάκρυα στην Παναγία, την οποίαν ιδιαιτέρως ευλαβείτο, και η θαλασσοταραχή σταμάτησε! Παρακάλεσε μάλιστα τους παρισταμένους να μην διαδώσουν το θαύμα, μα εκείνοι, μόλις έφθασαν στην Πάρο, το διαφήμισαν παντού. Τόσο αυτό, όσο και η οσιακή ζωή του, διέδωσαν την φήμη του και στα γειτονικά νησιά.
Έτσι ο επίσκοπος Παροναξίας, τον προσκάλεσε να κηρύξει και στην Νάξο, όπου, υπακούοντας, μετέβη. Μεταξύ δε των Ναξίων που τότε άκουσαν τα ζήδορα λόγια του, ήταν και ο νεαρός τότε Νικόλαος Καλιβούρσης, ο μετ’ έπειτα Άγιος Νικόδημος ο Αγιορείτης. Ακολούθως μετέβη στην Ίο, και έπειτα από λίγο, βρέθηκε προσκυνητής στους Αγίους Τόπους, όπου με θερμά δάκρυα στα άφωτα μάτια του, προσκύνησε τον Πανάγιο Τάφο και τον Ζωοπάροχο Γολγοθά, ενώ απ’ τα εκεί περιώνυμα Μοναστήρια άντλησε μεγάλη παρηγοριά και δύναμη για την επόμενη εργώδη προσπάθειά του. Έτσι ολοκληρώθηκε η πρώτη του ιεραποστολική περιοδεία.

Δευτέρα ιεραποστολική περιοδεία.
Επιστρέφοντας πιθανότατα από τους Αγίους τόπους (1759 μ.Χ.), κατευθύνθηκε στο Καστελόριζο, όπου είχε τον πόθο να ιδρύσει το πρώτο του μοναστήρι. Το νησί όμως, μαστιζόταν τότε από φοβερή λειψυδρία. Ο Όσιος προσευχήθηκε, και οι καταρράκτες του ουρανού άνοιξαν, αφήνοντας εξτατικούς όλους τους κατοίκους της Μεγίστης – Καστελορίζου. Οι ευλαβείς αυτοί άνθρωποι δε, εις ένδειξιν ευχαριστίας προς τον Θεό και το εκλεκτό Του σκεύος εκλογής, συνέβαλαν αποφασιστικά στο κτίσιμο του Ιερού ναού του Αγίου Γεωργίου, ο οποίος έγινε στο ψηλότερο βουνό του νησιού. Με κέντρο αυτόν ακριβώς τον ναό, οικοδομήθηκαν ακολούθως, τα κελιά, το ηγουμενείο, οι λοιποί βοηθητικοί χώροι της μονής, και το ψηλό περιτείχισμα του μοναστηριού. Το 1761 μ.Χ. μάλιστα, με σιγίλιο του οικουμενικού Πατριάρχου Ιωανικίου του τρίτου, η μονή ανακηρύχθηκε Σταυροπηγιακή.

Από το Καστελόριζο, και με την ευχή του αρχιεπισκόπου Σίφνου Νικοδήμου, ο τυφλός Ιεραπόστολος Άνθιμος, κατευθύνθηκε στην Αστυπάλαια, όπου διέμεινε επί εννέα έτη. «Το ασκητικό του πρόσωπο που φανέρωνε την ενάρετη ζωή του, και ακτινοβολούσε την ευσέβεια του ανδρός», μαγνήτισαν τους νησιώτες! Γι’ αυτό οι ευλαβείς Αστυπαλιώτες τον ακολουθούσαν σε κάθε του βήμα, (ρουφώντας) τα γεμάτα (νέκταρ) λόγια του, όπως σημειώνει ο νέος βιογράφος του Οσίου, Κωνσταντίνος Κανέλλος.

Στο ήσυχο λοιπόν νησί της Δωδεκανήσου, ο Άγιος κατόπιν θείας Αποκαλύψεως, απεφάσισε το κτίσιμο της Ιεράς μονής της Υπεραγίας Θεοτόκου της Πορταϊτησας. Οι κάτοικοι χάρηκαν με αυτή του την απόφαση, μα του διευκρίνισαν πως δεν υπήρχαν τα απαιτούμενα οικοδομικά υλικά. Ο Όσιος γέρων δεν αποθαρίνθηκε. Ειδοποίησε έναν ευλαβή χριστιανό, μέλλος της οικογένειας Χουσουλίνη, να παραχωρήσει τα κτήματά του που ήταν κοντά στο χωριό, γιατί εκεί θα βρισκόταν τα απαιτούμενα υλικά. Ο άνθρωπος δέχθηκε ευχαρίστως, αν και ήξερε πως στα κτήματά του δεν είχαν υπάρξει ποτέ τέτοια υλικά. Λαμβάνοντας την άδεια ο Άγιος, υπέδειξε στους εργάτες να σκάψουν σε συγκεκριμένο σημείο, όπου και βρήκαν άφθονα οικοδομικά υλικά, κατάλοιπα παλαιού οικισμού! Κατά την ανασκαφή μάλιστα, μαζί με τις πέτρες, ανασύρθηκε και ένα πιθάρι γεμάτο χρυσσά νομίσματα. Ο Θεοφώτιστος Άνθιμος παρότρυνε τους εργάτες να μην ανακοινώσουν το γεγονός, μήπως και οι άπληστοι Μουσουλμάνοι παρέμβουν, και ματαιώσουν την ανέγερση της Ιεράς Μονής. Προσευχήθηκε στην συνέχεια, και τα χρυσσά νομίσματα μεταβλήθηκαν σε έναν σωρό κάρβουνα, αποκαλύπτοντας εντελώς το πανούργο και θεομάχο σχέδιο του Διαβόλου. Η Μονή της Πορταίτησας θεμελιώθηκε, και το 1760 μ.Χ. άρχισε η συστηματική ανέγερσή της. Στην συνέχεια ο πατήρ Άνθιμος περιήλθε διάφορα μέρη του ορθοδόξου Ελληνισμού, πιθανώς και τους Αγίους τόπους για δεύτερη φορά, για να συλλέξει χρήματα, άμφια καθώς και ιερά σκεύη, ώστε να στολίσει το μοναστήρι του.

Τότε, μετέβη και στην Ιερά Μονή των Υβύρων του Αγίου Όρους, όπου ζήτησε από γνωστό του μοναχό, αγιογράφο, να ιστορίσει ένα αντίγραφο της θαυματουργού εικόνος της Πορταϊτησσας. Εκείνος όμως αρνήθηκε, αφού και η όραση του, μα και τα χέρια του είχαν εξασθενήσει, λόγω του προχωρημένου της ηλικίας του. Επειδή όμως ο Όσιος Άνθιμος επέμενε, υπεχώρησε, και αφού και οι δύο προσευχήθηκαν θερμά στην Θεοτόκο, ώστε να συνεργήσει και αυτή στο εγχείρημα, έθεσαν μία κατάλληλη σανίδα κάτω από την θαυματουργό εικόνα της Πορταίτησας, αγρύπνησαν προσευχόμενοι, και το πρωί μετά την Θεία Λειτουργία, όλοι οι μοναχοί μετέβησαν στο παρεκκλήσιο της Πορταιτήσης. Ανασύροντας την σανίδα, είδαν, έκπληκτοι, αποτυπωμένη την μορφή της Θεομήτορος στην Σανίδα! Ένδακρυς ο πατήρ Άνθιμος καταφιλούσε την θαυματοποίητη νέα εικόνα της Παναγίας μας, έστω κιαν δεν την έβλεπε με τους αισθητούς οφθαλμούς του. Η μεταφορά δε της νέας θαυματουργού εικόνος της Παναγίας μας στην μονή της στην Αστυπάλαια, ήταν για το νησί, Πάσχα Κυρίου!

Τα θαυμάσια που επιτέλεσε ο Όσιος Άνθιμος με την συνέργεια της Θείας Δυνάμεως, δεν σταματούν όμως εδώ. Στο βορειοανατολικό μέρος του νησιού, εκεί που και σήμερα ακόμη οι Αστυπαλιώτες αποκαλούν το σημείο δρακοσπιλιά, φώλιαζε τότε ένα τρομερό φίδι, το οποίο φόβιζε τους κατοίκους με την ύπαρξή του, ώστε η γύρω περιοχή να παραμένει ακατοίκητη και ακαληέργητη. Ο Αγιος παρότρυνε τους ντόπιους να καλλιεργήσουν το μέρος, μα εκείνοι δίσταζαν. Τότε ο γέροντας, συνοδεία μερικών πιστών, έφθασε σε ένα ύψωμα, απέναντι από το σπήλαιο του φιδιού. Ζήτησε από τους συνοδούς του να φτιάξουν μια θιμονιά από ξύλα, και να τον αφήσουν για λίγο μόνο του. Ενώ λοιπόν αυτός προσευχόταν, το τεράστιο ερπετό βγήκε από το σπήλαιό του και κατευθύνθηκε προς το σωρό των ξύλων. Κουλουριάστηκε πάνω τους, και εκείνα υπεχώρησαν από το βάρος του! Ο Όσιος υπέδειξε τότε στους νησιώτες να βάλουν φωτιά στα ξύλα, και το ζώο κάηκε εκεί, χωρίς καμία αντίσταση! Έτσι απαλλάχθηκε ο τόπος από την πολυετή εκείνη διαβολική μάστιγα. Ο Άγιος Άνθιμος αποτελεί έκτοτε τον διώκτη και το φόβητρο των φιδιών. Λέγεται δε, πως στο σημείο όπου κάηκε το τέρας εκείνο, δεν φυτρώνουν χόρτα ακόμη και σήμερα!

Ο μισόκαλος διάβολος φθόνησε δυστυχώς τα έργα του Κυρίου δια του πιστού Του δούλου Ανθίμου. «Έπεισε» κάποιους αστυπαλιώτες να συκοφαντήσουν τον Άγιο, για αθέμιτες σχέσεις με μοναχές της Ιεράς Μονής της Πορταίτήσσης του νησιού. Στην δημόσια δίκη που ακολούθησε, αποκαλύφθηκε η σκευωρία, και οι ντόπιοι θαύμασαν για μία ακόμη φορά την αγιότητα του τυφλού Ιεραποστόλου. Εκείνος όμως κατόπιν προσευχής, απεφάσισε να φύγει από το προσφιλές του νησί, και να κατευθυνθεί προς την γενέτειρα του Κεφαλλονιά, χάριν ησυχίας.

Τρίτη Ιεραποστολική περιοδεία.
Στα τέλη του 1768 μ.Χ. φθάνει στο Ληξούρι, όπου τον υποδέχονται με σεβασμό και ενθουσιασμό. Κατευθύνεται στην Ι. Μ. της Αγίας Παρασκευής Λεπέδων, (όπου σύμφωνα με κάποιους βιογράφους του πιθανόν και να εκάρη ως μοναχός), την οποία και βρίσκουν ερειπωμένη, μετά από τους καταστροφικούς σεισμούς του 1766 μ.Χ και 1767 μ.Χ. Με την άδεια του οικείου επισκόπου Σωφρονίου, ο Όσιος αναλαμβάνει την εκ βάθρων ανακαίνιση της μονής. Οι 7 μοναχές που συνόδευσαν τον γέροντα από τα Δωδεκάνησα, απαρτίζουν τον πυρήνα της πρώτης αδελφότητος της μονής. Σύντομα όμως ο αριθμός τους θα διπλασιαστεί! Όλοι οι ευσεβείς κάτοικοι της Κεφαλονιάς και της Ζακύνθου, την οποία φαίνεται πως ο Άγιος επισκεπτόταν συχνά, συμβάλουν στην ανοικοδόμηση. Ο πατήρ Άνθιμος παραδίδει μάλιστα στην νεοσύστατη μονή, και Μοναχικό κανονισμό, γνωστό και ως Διαθήκη του Αγίου Ανθίμου. Η ζωή του και εδώ παρέμεινε ασκητική. Ολιγοφαγία, χαμευνία, και αγρυπνία στόλιζαν τον βίο του.

Σύμφωνα με την παράδοση, το 1777 μ.Χ., ο Άγιος Κοσμάς ο Αιτωλός, αφού κήρυξε σε αρκετά χωριά της Κεφαλλονιάς, επισκέφθηκε και την Ι. Μονή της Αγίας Παρασκευής, όπου γνώρισε τον Όσιο Άνθιμο, για τον οποίον είχε ακούσει πάμπολα ως τότε!

Με επίκεντρο την Ι. Μονή της Αγίας Παρασκευής Λεπέδων, ο τυφλός Ιεραπόστολος Άνθιμος, επισκέφθηκε τα Κύθηρα, την Πελοπόννησο, την Κρήτη, την Σίφνο, ευαγγελιζόμενος τον υπόδουλο ορθόδοξο λαό, και θαυματουργώντας κατά περίπτωση. Στα Σφακιά επί παραδείγματι (1770 μ.Χ.), τρεις μάγοι αποπειράθηκαν να τον δολοφονήσουν, ενώ αυτός κήρυττε στα πλήθη. Όταν όμως προσπάθησαν να θέσουν σε ενέργεια το πανούργο σχέδιό τους, διαπίστωσαν έντρομοι πως ενώ ο Όσιος μιλούσε, από το στόμα του έβγαιναν φλόγες! Έτσι παραιτήθηκαν του σχεδίου τους. Εκεί ήταν επίσης που ο γέροντας θεράπευσε μία τυφλή γυναίκα, έφερε με την προσευχή του βροχή σε άνυδρα χρόνια, και άλλοτε, συνόδευσε με σεισμό το θείο κήρυγμά του!

Το 1773 μ.Χ. φρόντισε να ιδρυθεί ένα νέο μοναστήρι, των γενεθλίων του τιμίου Προδρόμου, στα Κύθηρα, όπου έφθασε παρακινημένος από θεία φώτιση. Τα χρήματα μάλιστα για το κτίσιμο του καθολικού της μονής, τα πρόσφερε ένας ευλαβής καπετάνιος, αφού θαυματουργικά σώθηκε από την τρυκιμία, στις βορειοανατολικές ακτές του νησιού.

Το 1775 μ.Χ., Ιουλίου 10, ανακαίνισε και αναδιοργάνωσε την γυναικεία μονή της Παναγίας της Χρυσσοπηγής στην Σίκινο. Ήταν το έκτο και τελευταίο μοναστήρι που ανήγειρε ή ανεκαίνησε ο τυφλός Ιεραπόστολος του Αιγαίου, χωρίς ποτέ να τα έχει δει με τα σωματικά του μάτια!

Πηγαίνοντας κάποτε στην Μάνη, προσκεκλημένος από τους εκεί κατοίκους, αφού θαυματουργικά μετέστρεψε τον ληστρικό βίο χωρικών της βορειοδυτικής Πελοποννήσου, έλαβε Θεία πληροφορία πως επίκειται η από του κόσμου τούτου αναχώρησης του. Διέταξε τους ναυτικούς να επιστρέψουν στα Λέπεδα, γιατί εκεί επρόκειτο να «αποθάνει». Πράγματι. Λίγο μετά, ασθένησε από ίκτερο, έδωσε την ευχή του στους Κεφαλλήνες που τον επισκέφθηκαν, άφησε τις τελευταίες παρακαταθήκες του στην θλημένη αδελφότητα της μονής, και στις 4 Σεπτεμβρίου του 1782 μ.Χ., παρέδωσε την Αγία του ψυχή στα Χέρια Του Δεσπότου Χριστού, τον οποίον ευαρέστησε με την Οσιακή του πολιτεία!

Το 1800 μ.Χ. ο εφημέριος της Ι. Μονής Λεπέδων, πατήρ Ιωάννης ο Λεπεδιώτης, πραγματοποίησε την ανακομιδή των Ιερών λειψάνων του Αγίου, τα οποία ευρέθησαν Κροκοβαφή και ευωδιάζοντα. Πλήθη θαυμάτων επετελέσθηκαν τότε από τον Όσιο Άνθιμο. Σήμερα, από τα Ιερά του λείψανα, σώζεται μόνον ο δεξιός πήχης του Οσίου, ο οποίος φυλάσσεται στην Ιερά Μονή της Παναγίας της Πορταϊτήσσης στην Αστυπάλαια, της οποίας είναι και ο πολιούχος και προστάτης.

Η παρουσία ενός Αγίου στον αμαρτωλό μας κόσμο, είναι ασφαλώς Θείο δώρο και ευλογία. Ο Όσιος Άνθιμος, ο τυφλός Ιεραπόστολος του Αιγαίου κατά τον Κ. Κανέλλο, απετέλεσε για το σκλαβωμένο γένος μας κατά τον 18ο αιώνα μ.Χ., βάλσαμο παρηγοριάς, εγερτήριο σάλπισμα εκκλησιαστικής και εθνικής ζωής, φάρος Αγιασμού σε ζοφώδη χρόνια, και διηνεκής πρεσβευτής μας προς Κύριον, άχρι τερμάτων αιώνος.

Η Ορθόδοξη Εκκλησία διεκύρηξε την αγιότητά του, στις 30 Ιουλίου του 1974 μ.Χ. και εορτάζει τη μνήμη του Αγίου και των τριών μαθητών του στις 4 Σεπτεμβρίου.

Σημείωσις. Περισσότερα στοιχεία για τον βίο και την πολιτεία του Οσίου Πατρός ημών Ανθίμου του Κεφαλλήνος, καθώς και Ιερές ακολουθίες προς τιμήν του Αγίου, μπορεί κανείς να βρει στο προαναφερθέν βιβλίο του διδασκάλου Κωνσταντίνου Κανέλλου, υπό τον τίτλο, Όσιος Άνθιμος ο εκ Κεφαλληνίας, ο τυφλός Ιεραπόστολος του Αιγαίου. 1727 – 1782. Εκδόσεις Επτάλοφος.

Πηγ
έςΟρθόδοξη Πορεία, https://www.saint.gr

ΑΓΙΟΣ ΒΑΒΥΛΑΣ Ο ΙΕΡΟΜΑΡΤΥΡΑΣ

 
Άγιος Βαβύλας ο Ιερομάρτυρας, Επίσκοπος Αντιοχείας
 
Ο Άγιος Βαβύλας έζησε κατά τα χρόνια που αυτοκράτορας ήταν ο Νουμεριανός (284 μ.Χ.) και διαδέχθηκε το Σεβίνο στον επισκοπικό θρόνο της Αντιοχείας.
Τον καιρό εκείνο, ο Νουμεριανός δολοφόνησε το γιο του βασιλιά των Περσών τον οποίο κρατούσε αιχμάλωτο. Την ενέργεια αυτή ο επίσκοπος Αντιοχείας Βαβύλας την αποδοκίμασε έντονα. Και όταν κάποια στιγμή θέλησε ο Νουμεριανός να παρακολουθήσει τη λειτουργία στον Ιερό Ναό της Αντιοχείας, του απαγόρευσε την είσοδο λέγοντάς του ότι στο ναό δεν έχουν θέση κοινοί εγκληματίες σαν αυτόν. Ο αυτοκράτορας οργισμένος διέταξε να τον συλλάβουν και να τον φυλακίσουν. Την επόμενη μέρα τον αποκεφάλισαν.
Τρεις μαθητές του Βαβύλα έτρεξαν να του συμπαρασταθούν. Συνελήφθησαν και αυτοί, και αποκεφαλίστηκαν αφού δεν δέχτηκαν να αρνηθούν την πίστη τους. Η Ορθόδοξη Εκκλησία εορτάζει τη μνήμη του Αγίου Βαβύλα και των τριών μαθητών του στις 4 Σεπτεμβρίου.
 
https://www.saint.gr

Παρασκευή 3 Σεπτεμβρίου 2021

ΑΓΙΟΣ ΠΟΛΥΔΩΡΟΣ Ο ΝΕΟΜΑΡΤΥΡΑΣ

 Άγιος Πολύδωρος ο Νεομάρτυρας από τη Λευκωσία
 
Κύπριος από τη Λευκωσία ο νεομάρτυρας Πολύδωρος, ανατράφηκε από γονείς ευσεβείς, τον Λουκά και τη Λουρδανού. Έμαθε τα Ιερά γράμματα και ταξίδεψε στην Αίγυπτο και σ' άλλες χώρες, κάνοντας το επάγγελμα του πραματευτή.

Όταν το 1793 μ.Χ. βρισκόταν στην Αίγυπτο, προσλήφθηκε γραμματέας από έναν αρνησίχριστο Ζακυνθηνό. Σε κάποια όμως διασκέδαση μαζί του, μέθυσε και αρνήθηκε τον Χριστό. Όταν όμως συνήλθε μετανόησε πικρά, πήγε στη Βηρυτό και εξομολογήθηκε στον εκεί Αρχιερέα. Κατόπιν αποσύρθηκε στο Μοναστήρι του όρους του Λιβάνου, όπου ξεκουράστηκε κατά τη Μεγάλη Τεσσαρακοστή. Κατόπιν αναχώρησε στην Πτολεμαΐδα (Άκρι), όπου ανακοίνωσε στον εκεί Αρχιερέα τον πόθο του να μαρτυρήσει. Με την προτροπή του Αρχιερέα αναχώρησε στην Αίγυπτο, αλλά λόγω θαλασσοταραχής προσάραξε στη Γιάφα. Από εκεί πήγε στη Χίο (13 Ιουνίου 1793 μ.Χ.) και έπειτα στη Σμύρνη, για να επιστρέψει έπειτα πάλι στη Χίο. Τελικά έφτασε στη Νέα Έφεσο, όπου μπροστά στον Μουφτή ομολόγησε τον Χριστό και μετά από άγρια βασανιστήρια τον απαγχόνισαν. Ήταν Κυριακή, 3 Σεπτεμβρίου του 1794 μ.Χ. Το λείψανο του νεομάρτυρα ενταφιάστηκε κοντά στους τάφους των Αρμενίων.
Σήμερα η κάρα του Αγίου Πολύδωρου φυλάσσεται στον Ιερό Ναό της Αγίας Αικατερίνης Πλάκας στην Αθήνα.  Απότμημα του Ιερού Λειψάνου του Αγίου βρίσκεται στη Μονή Διονυσίου Αγίου Όρους. Η Ορθόδοξη Εκκλησία εορτάζει τη μνήμη του Αγίου Πολύδωρου στις 3 Σεπτεμβρίου.
 
https://www.saint.gr

ΑΓΙΑ ΒΑΣΙΛΙΣΣΑ

 Αγία Βασίλισσα
 
Η Αγία Βασίλισσα υπήρξε το καύχημα της Εκκλησίας της Νικομήδειας, κατά τον διωγμό των Χριστιανών επί Διοκλητιανού. Καταγγέλθηκε σαν χριστιανή, που αποσπούσε νεαρές ειδωλολάτρισσες από την πολυθεΐα και οδηγήθηκε μπροστά στον ηγεμόνα Αλέξανδρο. Εκεί η Βασίλισσα ομολόγησε χωρίς κανένα δισταγμό, ότι είναι χριστιανή και λατρεύει τον Ένα και αληθινό Θεό. Μαστιγώθηκε σκληρά και στη συνέχεια ο ηγεμόνας διέταξε και την έριξαν μέσα στη φωτιά. Αλλά με θαυματουργικό τρόπο η Βασίλισσα, βγήκε από τη φωτιά άθικτη. Οι ειδωλολάτρες, θεώρησαν πως αυτό ήταν μαγική ενέργεια και έτσι την έριξαν για τροφή σε δύο πεινασμένα λιοντάρια. Η Βασίλισσα όμως, δια της προσευχής προς τον Θεό, έκανε τα δύο λιοντάρια να σταθούν σαν ήμερα αρνιά μπροστά της.
Τότε έγινε και το μεγαλύτερο θαύμα. Άνοιξαν τα πνευματικά μάτια του ηγεμόνα Αλεξάνδρου και έπεσε μετανοημένος στα πόδια της Βασίλισσας και ζήτησε απ' αυτή να τον κατηχήσει στη χριστιανική πίστη. Η Βασίλισσα, χαρά γεμάτη, τον παρέπεμψε στον επίσκοπο Νικομήδειας Αντώνιο, ο όποιος κατήχησε και βάπτισε τον Αλέξανδρο Χριστιανό. Ευτυχισμένος πλέον ο Αλέξανδρος, ζήτησε δια της προσευχής από τον Θεό να τον πάρει όσο γίνεται σύντομα κοντά Του, και η δέηση του εισακούστηκε. Μετά από λίγο καιρό, ο Κύριος δέχτηκε και την ψυχή της Βασίλισσας. Το δε τίμιο λείψανο της, τάφηκε από τον επίσκοπο Αντώνιο, κοντά σε μία πέτρα, από την οποία άλλοτε, μετά από προσευχή της, είχε αναβλύσει νερό. Η Ορθόδοξη Εκκλησία εορτάζει τη μνήμη της Αγίας Βασίλισσας στις 3 Σεπτεμβρίου.
 
https://www.saint.gr

ΟΣΙΑ ΦΟΙΒΗ Η ΔΙΑΚΟΝΙΣΣΑ

Οσία Φοίβη η διακόνισσα

Η μνήμη της Αγίας Φοίβης αναφέρεται επιγραμματικά στο «Μικρόν Ευχολόγιον ή Αγιασματάριον» έκδοση «Αποστολικής Διακονίας» 1956, χωρίς άλλες πληροφορίες. Πουθενά άλλου δεν αναφέρεται η μνήμη της αυτή τη μέρα. Μάλλον όμως πρόκειται για την Αγία Φοίβη που αναφέρει ο Απόστολος Παύλος στην «Προς Ρωμαίους», στο κεφάλαιο 16, στίχοι 1-2: «Συνίστημι δὲ ὑμῖν Φοίβην τὴν ἀδελφὴν ἡμῶν, οὖσαν διάκονον τῆς ἐκκλησίας τῆς ἐν Κεγχρεαῖς, ἵνα αὐτὴν προσδέξησθε ἐν Κυρίῳ ἀξίως τῶν ἁγίων καὶ παραστῆτε αὐτῇ ἐν ᾧ ἂν ὑμῶν χρῄζῃ πράγματι· καὶ γὰρ αὐτὴ προστάτις πολλῶν ἐγενήθη καὶ αὐτοῦ ἐμοῦ».
Η Φοίβη ήταν εξαίρετη ψυχή με πολλά πνευματικά ενδιαφέροντα. Γι' αυτό και όταν ο Απόστολος Παύλος επισκέφτηκε τις Κεγχρεές, στην Κόρινθο, και κήρυξε τη νέα διδαχή, τη διδαχή του Χριστού, η ευγενής Φοίβη προσκολλήθηκε στον κήρυκα του Χριστού με αφοσίωση. Με τέτοια μάλιστα αφοσίωση, όση η Λυδία στους Φιλίππους και όση η Πρίσκιλλα στην Κόρινθο. Και έγινε μια ακούραστη συνεργάτρια του μεγάλου Αποστόλου στην ιεραποστολή, μέσα στον γυναικείο κόσμο.
Η Φοίβη είναι η πρώτη γυναίκα που αναφέρεται σαν Διακόνισσα στην Καινή Διαθήκη. Ήταν ένα υπούργημα που της εμπιστεύτηκε ο Απόστολος του Χριστού. Και φάνηκε αντάξια στην σχετική αποστολή. Ανταποκρίθηκε απόλυτα στις προσδοκίες του πνευματικού της Διδασκάλου με αποτέλεσμα να πάρει εξέχουσα θέση στην καρδιά του, που χτυπούσε αδιάκοπα για το Χριστό.
Ο Απόστολος Παύλος περιέβαλε την πιστή και αφοσιωμένη του συνεργάτρια της Εκκλησίας των Κεγχρεών με μεγάλη εμπιστοσύνη. Μπορούσε να της εμπιστευτεί όλο του τον κόπο και μόχθο για το Ευαγγέλιο του Χριστού. Και το απέδειξε αυτό έμπρακτα. Έτσι, όταν έγραψε στην Κόρινθο την επιστολή του «προς Ρωμαίους» και χρειάσθηκε να τη στείλει στην Εκκλησία της Ρώμης, στα χέρια της Φοίβης την εμπιστεύτηκε. Σ' αυτήν ανέθεσε να μεταφέρει τον πνευματικό αυτό θησαυρό στους χριστιανούς της Ρώμης. Και εκείνη τη μετέφερε με ασφάλεια.
Λίγες ψυχές έδειξαν μεγάλη, απεριόριστη αφοσίωση στον Απόστολο Παύλο. Και ανάμεσα σ' αυτές τις λίγες εξαίρετη θέση κατέχει και η καλή Άγια Φοίβη. Όταν μάλιστα ο πνευματικός της Διδάσκαλος διακινδύνευσε στις Κεγχρεές από τους εχθρούς τού Ευαγγελίου, αυτήν τον προστάτεψε. Τον ασφάλισε απόλυτα από κάθε κίνδυνο. Και ο Απόστολος αυτός του Χριστού σημείωσε αυτήν την πράξη της συνεργάτριάς του. Τη σημείωσε στην «προς Ρωμαίους» επιστολή του. Έγραψε εκεί: «...καὶ γὰρ αὐτὴ προστάτις πολλῶν ἐγενήθη καὶ αὐτοῦ ἐμοῦ» (Ρωμ. ιστ, 2). Σ' αυτήν την ίδια επιστολή την αποκαλεί και αδελφή του, πνευματική του αδελφή.
Μια εξαίρετη συνεργάτρια του μεγάλου Αποστόλου των Εθνών, λοιπόν η Φοίβη. Συνεργάτρια με ένα μήνυμα σε όλες τις ψυχές: Να φιλοδοξήσουν να γίνουν κι αυτές συνεργάτριες των κηρύκων του Ευαγγελίου, που βαδίζουν στα ίχνη του Αποστόλου Παύλου και μοχθούν κι αυτοί στην διακονία της ιεραποστολής. Η Ορθόδοξη Εκκλησία εορτάζει τη μνήμη της Αγίας στις 3 Σεπτεμβρίου.
 
https://www.saint.gr 

Πέμπτη 2 Σεπτεμβρίου 2021

ΑΓΙΕ ΜΑΜΑ ΠΡΕΣΒΕΥΕ ΧΡΙΣΤΩ ΤΩ ΘΕΩ!

Άγιος Μάμας, Προστάτης των Ζώων
 
Ο άγιος Μάμας καταγόταν από την Γάγγρα της Παφλαγονίας. Γονείς του ήταν ο Θεόδοτος και η Ρουφίνα, οι οποίοι ήταν Χριστιανοί. Εκείνη την εποχή αυτοκράτορας ήταν ο Αυρηλιανός και κήρυξε διωγμό εναντίον των Χριστιανών. 
Από τους πρώτους που συνελήφθησαν ήταν οι γονείς του αγίου Μάμα. Αυτοί με θάρρος ομολόγησαν την πίστη τους, με συνέπεια να ριχτούν στις φυλακές της Καισάρειας. Εκείνες τις ημέρες η Ρουφίνα, που ήταν έγκυος, έφερε στον κόσμο τον μικρό Μάμα. Ο Θεόδοτος όμως δεν πρόλαβε να τον γνωρίση, γιατί βρήκε φρικτό θάνατο από τα βασανιστήρια. Λίγο αργότερα και η Ρουφίνα παρέδωσε το πνεύμα της στον Κύριο.
 
Ο Μάμας μένει πλέον ορφανός στη φυλακή. Ο Θεός όμως δεν τον εγκατέλειψε. Στέλνει μια γυναίκα, την Ματρώνα, στη φυλακή. Αυτή παίρνει τα λείψανα των γονιών και τα ενταφιάζει. Κατόπιν παίρνει στο σπίτι της το παιδί και αναλαμβάνει την ανατροφή του.
Κοντά στην καινούρια του μητέρα ο μικρός Μάμας μεγάλωσε με χριστιανική βιοτή, φροντίζοντας να μεταφέρη το μήνυμα του Χριστού και στα παιδιά της ηλικίας του. 
Έτσι η ιεραποστολική δράση του Μάμαντος έγινε γρήγορα γνωστή με αποτέλεσμα να οδηγηθή στον ειδωλολάτρη ηγεμόνα Δημόκριτο. Αυτός με λόγια και υποσχέσεις προσπάθησε να αλλάξη την πίστη του μικρού παιδιού. Μάταια όμως προσπάθησε ο ηγεμόνας, γιατί ο μικρός Μάμας με παρρησία ομολόγησε το Χριστό.
 
Τότε έριξαν τον μικρό Μάμα στα βασανιστήρια, τα οποία ήταν φρικτά, αλλά χωρίς αποτέλεσμα. Η πίστη του μικρού παιδιού δυνάμωνε περισσότερο. Θαυματουργικά ο Θεός απαλλάσσοντάς τον από τα βασανιστήρια τον μετέφερε σε βουνό της Καισάρειας. Σ’ αυτό το μέρος ο Άγιος έζησε έως τα δεκαπέντε του χρόνια με συντροφιά τα άγρια ζώα. Τα εξημέρωνε, τα έβοσκε και τα άρμεγε για να τρέφεται.
 
Η παρουσία όμως του ιεραποστόλου Μάμα δεν άργησε να γίνη και πάλι γνωστή. Οι εχθροί της πίστεως τον οδήγησαν σε σκληρότερα μαρτύρια χωρίς αποτέλεσμα. Έτσι άκαμπτος ο Μάμας ντρόπιασε τον σκληρό ηγεμόνα, ο οποίος διέταξε να τον σκοτώσουν. Ο δήμιος με μια σιδερένια τρίαινα τον χτύπησε στην κοιλιά. Ο Άγιος παρέδωσε την αγιασμένη ψυχή του στο Χριστό, που τόσο αγάπησε.
 
Σύμφωνα με μια παράδοση το λείψανο του αγίου έφτασε στην Κύπρο μέσα σε μια σαρκοφάγο από τα μικρασιατικά παράλια και τάφηκε στη Μόρφου. Εκεί κτίστηκε ένας βυζαντινός ναός δίπλα στη Λάρνακα, που βρισκόταν το λείψανό του. Μια άλλη Κυπριακή παράδοση αναφέρει ότι ο Άγιος Μάμας ήταν ένας φτωχός ερημίτης που ζούσε σε μια σπηλιά κοντά στη Μόρφου. Μια χρονιά του ζήτησαν κεφαλικό φόρο, αλλά ο Άγιος δεν τον πλήρωνε και τότε τον πήγαν στον διοικητή να απολογηθή. 
 
Στο δρόμο που πήγαιναν συνάντησαν ένα λιοντάρι που κυνηγούσε ένα αρνί. Ο Άγιος διέταξε το λιοντάρι να αφήση το αρνί και το λιοντάρι υπάκουσε. Ο Άγιος κουρασμένος καθώς ήταν πήρε το αρνί στα χέρια του, ανέβηκε στο λιοντάρι και συνέχισε το δρόμο για τον διοικητή. Όταν έφτασαν στον διοικητή και τον είδε επάνω στο λιοντάρι, έδωσε διαταγή να τον αφήσουν ελεύθερο και να τον απαλλάξουν από τη φορολογία.
 
Ωστόσο τα θαύματα του Αγίου είναι πλέον διαδεδομένα στην Κύπρο. Στους βυζαντινούς χρόνους ο Άγιος Μάμας ήταν ο προστάτης των Μαρδαϊτών στην Κύπρο. Αυτοί οι Μαρδαΐτες, που μετά τις αραβικές επιδρομές εγκαταστάθηκαν στην Κύπρο, εισήγαγαν τη λατρεία του Αγίου στη νήσο. Η Εκκλησία μας τιμά την μνήμη του Αγίου στις 2 Σεπτεμβρίου.
 
https://www.saint.gr  

Τετάρτη 1 Σεπτεμβρίου 2021

ΑΓΙΕΣ ΤΕΣΣΑΡΑΚΟΝΤΑ ΠΑΡΘΕΝΕΣ

 Αγίες Τεσσαράκοντα Παρθένες και Ασκήτριες
και ο Αμμούν ο διδάσκαλος αυτών
 
Οι Άγιες αυτές γυναίκες έζησαν την εποχή του βασιλέως Λικινίου στην Αδριανούπολη της Θράκης. Ο ηγεμών της περιοχής Βάβδος (περί το 305 μ.Χ.) τις συνέλαβε ως χριστιανές και τις προέτρεπε να προσκυνήσουν τα είδωλα. Η Κελσίνα, μία εξ αυτών και η πρώτη της πόλεως, μετά τη θαρραλέα ομολογία της πίστεώς της τις εσύναξε όλες στην οικία της μαζί με τον διδάσκαλό τους, διάκονο Άγιο Αμμούν, για να ενισχυθούν προς το μαρτύριο. Ο Αμμούν πήρε το χαρτί με τα ονόματά τους και τα διάβασε δυνατά ένα-ένα. Ύστερα είπε: «Αγωνισθήτε υπέρ του Χριστού δια του μαρτυρίου, διότι έτσι θα καθίσει και ο Δεσπότης Χριστός στην πύλη της ουρανίου βασιλείας και θα σας προσκαλεί μία-μία κατ’ όνομα, για να σας αποδώσει τον στέφανο της αιωνίου ζωής».

Όταν και πάλι τις ανέκρινε ο ηγεμών, ομολόγησαν όλες σταθερά την πίστη τους. Με την προσευχή τους συνέτριψαν τα είδωλα και ο ιερεύς των ειδώλων ανυψώθηκε στον αέρα, μέχρις ότου, βασανιζόμενος από πύρινους αγγέλους, έπεσε νεκρός στη γη. Τότε ο Βάβδος πρόσταξε να κρεμάσουν τον Άγιο Αμμούν, να του ξύσουν τις πλευρές, να κάψουν τις πληγές του με αναμμένες λαμπάδες και να του φορέσουν στο κεφάλι χάλκινη πυρακτωμένη περικεφαλαία.
Επειδή ο Άγιος διαφυλάχθηκε αβλαβής από τα μαρτύρια, οδηγήθηκε μαζί με τις μαθήτριές του από τη Βερόη (σημερινή Στάρα Ζαγορά της Βουλγαρίας) στην Ηράκλεια, στον βασιλέα Λικίνιο. Καθ’ οδόν εμφανίσθηκε ο Κύριος και τους ενεθάρρυνε. Φθάνοντας στην πόλη πήγαν στον τόπο, όπου είχαν κατατεθεί τα τίμια λείψανα της Αγίας μάρτυρος Γλυκερίας. Ενώ διανυκτέρευαν εκεί προσευχόμενες, παρουσιάσθηκε η Αγία λέγοντας: «Καλώς ήλθατε, άγιες δούλες του Θεού! Προ πολλού περίμενα την λαμπρή εν Χριστώ συνοδεία σας, για να χορεύσωμε στεφανωμένες όλες μαζί με τους αγίους αγγέλους στην βασιλεία του Χριστού, τον οποίο μέχρις αίματος ομολογήσαμε».
Στην Ηράκλεια τους έριξαν στα θηρία. Οι άγιες γυναίκες μαζί με τον διδάσκαλό τους προσευχήθηκαν όρθιες με υψωμένα τα χέρια, τα δε θηρία κατελήφθησαν από ύπνο και δεν τους άγγιξαν. Την ώρα που οι στρατιώτες άναβαν φωτιά για να τις ρίξουν μέσα, προφήτευσαν στον ασεβή Λικίνιο την επικράτηση του Μεγάλου Κωνσταντίνου, τη νίκη του χριστιανισμού και την κατάργηση της ειδωλολατρίας. Κατόπιν σφραγίσθηκαν με το σημείο του σταυρού και δέκα από αυτές πήδησαν αγαλλόμενες μέσα στις φλόγες υμνώντας τον Θεό, ο οποίος εδρόσισε το πυρ. Έτσι, αυτές μεν ετελειώθησαν εν ειρήνη στην πυρά, οκτώ δε αποκεφαλίστηκαν μαζί με τον διδάσκαλό τους Αμμούν. Από τις υπόλοιπες οι δήμιοι άλλες κατέσφαξαν και σε άλλες έβαλαν στο στόμα πυρακτωμένα σίδερα.
Τα ονόματά τους έχουν διασωθεί στο αρχαίο Μαρτύριόν τους (Bibliotheca Hagiographica Graeca 2280-2281) και είναι: Λαυρεντία η διάκονος, Κελσίνα, Θεοκτίστη (η Θεόκλεια), Δωροθέα, Ευτυχιανή, Θέκλα, Αρισταινέτη, Φιλαδέλφη, Μαρία, Βερονίκη, Ευλαλία (η Ευθυμία), Λαμπροτάτη, Ευφημία, Θεοδώρα, Θεοδότη, Τετεσία, Ακυλίνα, Θεοδούλη, Απλοδώρα, Λαμπαδία, Προκοπία, Παύλα, Ιουλιάνα, Αμπλιανή, Περσίς, Πολυνίκη, Μαύρα, Γρηγορία, Κυρία (η Κυριαίνη), Βάσσα, Καλλινίκη, Βαρβάρα, Κυριακή, Αγαθονίκη, Ιούστα, Ειρήνη, Ματρώνα (η Αγαθονίκη), Τιμοθέα, Τατιανή, Άννα (η Ανθούσα).
Ωστόσο, στην ασματική Ακολουθία και σε νεότερους Συναξαριστές απαντούν τα εξής ονόματα: Αδαμαντίνη, Αθηνά, Ακριβή, Αντιγόνη, Αριβοία, Ασπασία, Αφροδίτη, Διόνη, Δωδώνη, Ελπινίκη, Ερασμία, Ερατώ, Ερμηνεία, Ευτέρπη, Θάλεια, Θεανώ, Θεανόη, Θεόνυμφη, Θεοφάνη, Καλλιρρόη, Καλλίστη, Κλειώ, Κλεονίκη, Κλεοπάτρα, Κοραλλία, Λάμπρω, Μαργαρίτα, Μαριάνθη, Μελπομένη, Μόσχω, Ουρανία, Πανδώρα, Πηνελόπη, Πολύμνια, Πολυνίκη, Σαπφώ, Τερψιχόρη, Τρωάς, Χάϊδω και Χαρίκλεια (βλ. Πρωτ. Κων/νου Πλατανιτου, Εορτολόγιον της Ορθοδόξου Εκκλησίας, Αποστολική Διακονία, εκδ. Δ , 1997, σελ. 23 υποσ.). Η Ορθόδοξη Εκκλησία εορτάζει τη μνήμη των Αγίων Τεσσαράκοντα Παρθένων και του διδασκάλου τους Αμμούν στις 1 Σεπτεμβρίου.
 
https://www.saint.gr

ΟΣΙΟΣ ΣΥΜΕΩΝ Ο ΣΤΥΛΙΤΗΣ

Όσιος Συμεών ο Στυλίτης
 
Έζησε στα μέσα του 5ου αιώνα μ.Χ., επί αυτοκράτορας Λέοντος του Μεγάλου και Πατριάρχου Αντιοχείας Μαρτυρίου. Ο Συμεών γεννήθηκε στο χωριό Σισάν της Κιλικίας το 389 μ.Χ., από γονείς βοσκούς. Βοσκός ήταν και αυτός στα νεανικά του χρόνια. Από μικρός ήταν αφοσιωμένος με όλη του την ψυχή στα θεία. Τόσο θερμές ήταν οι προσευχές του προς το Θεό, ώστε πολλές φορές λουζόταν από δάκρυα.
 
Κάποια μέρα, του έκαναν μεγάλη εντύπωση τα λόγια του Χριστού, «μακάριοι οἱ πενθοῦντες, ὅτι αὐτοὶ παρακληθήσονται. Μακάριοι οἱ καθαροὶ τῇ καρδίᾳ, ὅτι αὐτοὶ τὸν Θεὸν ὄψονται» (Ματθαίου, ε' 4,8). Δηλαδή, μακάριοι είναι εκείνοι που πενθούν για τις αμαρτίες τους και για το κακό που επικρατεί στον κόσμο, διότι αυτοί θα παρηγορηθούν από το Θεό. Μακάριοι, επίσης, είναι εκείνοι που έχουν την καρδιά τους καθαρή από κάθε μολυσμό αμαρτίας, διότι αυτοί θα δουν το Θεό. Ποθώντας, λοιπόν, και ο Συμεών να κάνει τέτοια ζωή, πήγε κοντά στον όσιο Ηλιόδωρο, όπου έμεινε 10 χρόνια, και έγινε μοναχός. Επιθυμώντας, όμως, περισσότερη ησυχαστική ζωή, αποσύρθηκε σε ένα κελί στο χωριό Τελανισό, όπου ασκήτεψε τρία χρόνια. Η φήμη της αγίας του ζωής έκανε να συρρέουν πλήθη λαού κοντά του. Αλλά ο Συμεών, αποφεύγοντας την ακατάπαυστη εκείνη κοινωνικότητα και θέλοντας ακόμα περισσότερη ασκητική ζωή, εγκαταστάθηκε επάνω σ' ένα στυλό 36 πήχεων! Με τον ιδιόρρυθμο αυτό τρόπο ασκήτεψε 37 χρόνια. Αλλά και με τη χάρη του Θεού έκανε τελικά τη ζωή που επιθυμούσε και που μακαρίζει ο Κύριος. Κοιμήθηκε το 459 μ.Χ. και κηδεύτηκε από τον πατριάρχη Αντιόχειας Μαρτύριο στη μεγάλη εκκλησία της Αντιόχειας.
 
Μέρος του ποδός του Αγίου βρίσκεται στη Μονή Χιλανδαρίου Αγίου Όρους. Μέρος της δεξιάς του Αγίου βρίσκεται στη Μονή Μουτσιάλης Βεροίας. Αποτμήματα του Ιερού Λειψάνου του Αγίου φυλάσσονται στις Μονές Παντελεήμονος Αγίου Όρους, Τιμίου Προδρόμου Βεροίας και Αγίου Βλασίου Τρικάλων Κορινθίας. Η Ορθόδοξη Εκκλησία εορτάζει τη μνήμη του Οσίου Συμεών του Στυλίτη την 1 Σεπτεμβρίου.
 
https://www.saint.gr
 

Η ΑΡΧΗ ΤΗΣ ΙΝΔΙΚΤΟΥ