ΑΝ ΒΙΑΖΕΣΑΙ ΝΑ ΔΕΙΣ ΤΟΝ ΚΟΣΜΟ ΝΑ ΓΙΝΕΤΑΙ ΚΑΛΥΤΕΡΟΣ, ΑΡΧΙΣΕ ΑΠΟ ΤΟΝ ΕΑΥΤΟ ΣΟΥ. ΕΙΝΑΙ Ο ΣΥΝΤΟΜΟΤΕΡΟΣ ΔΡΟΜΟΣ.

Τετάρτη 20 Οκτωβρίου 2021

ΟΤΑΝ Η ΟΣΙΑ ΜΑΤΡΩΝΑ ΕΣΩΣΕ ΤΑ ΨΑΡΑ!

                 Όταν η Οσία Ματρώνα έσωσε τα Ψαρά!

Οι Ψαριανοί ευλαβούνται πολύ την Αγία Ματρώνα, την Αγία Κυρά ή Αγιά Κιουρά και είναι πολλά τα θαύματα έχουν γίνει από την εικόνα της Αγίας Ματρώνας.

Υπάρχει ένα εξωκλήσι προς τιμήν της στα Ψαρά. Χτίστηκε το 1735. H περιοχή λέγεται Αγιά Κιουρά. Παλαιότερα στην περιοχή Φιδόλακκος κοντά στο εξωκλήσι, υπήρχε το μοναστήρι της Αγίας Ματρώνας. Καθώς φανερώνει και η ονομασία, στον τόπο εκείνο αφθονούσαν τα φίδια. Κάποτε, σε μια θεία λειτουργία, ένα μικρό φίδι έπεσε μέσα στη θεία Κοινωνία. Ο ιερέας το είδε κι έφριξε.

Να το πετάξει δεν μπορούσε, γιατί είχε εμποτισθεί από τη θεία Κοινωνία. Αναγκάστηκε, λοιπόν, και το έφαγε. Η χάρη του μυστηρίου τον σκέπασε και δεν έπαθε τίποτα. Κουράστηκε όμως πολύ ψυχικά. Και παρακάλεσε με δυνατή κραυγή το Χριστό να εξαφανίσει τα φίδια από το νησί. Το αποτέλεσμα είναι ότι μέχρι σήμερα δεν παρουσιάστηκε στα Ψαρά ούτε ένα φίδι.

Πολλές φορές έφεραν δοκιμαστικά από τα γειτονικά νησιά, αλλά μόλις τα φίδια προχωρούσαν τρία-τέσσερα μέτρα ψοφούσαν. Το χώμα μάλιστα από το Φιδόλακκο, αν μεταφερθεί σε άλλες περιοχές, σώζει από τα φίδια.

Πολλοί ξένοι παίρνουν χώμα από την περιοχή αυτή, το μεταφέρουνε άλλα μέρη, και σ’ όποιο σπίτι το σκορπίσουν, εκεί φίδια δεν παρουσιάζονται.

Αξιοσημείωτο είναι ότι, όπως βλέπουμε σε πατροπαράδοτες ιστορίες σαν τον «Όφι τον Κολoβό», το παραπάνω θαύμα υπήρξε και πηγή έμπνευσης για την Ψαριανή Λαογραφία.

https://www.dogma.gr

Τρίτη 19 Οκτωβρίου 2021

ΑΓΙΟΣ ΔΗΜΗΤΡΙΟΣ ΤΟΥ ΡΟΣΤΩΦ: ΨΥΧΗ ΧΩΡΙΣ ΠΡΟΣΕΥΧΗ ΕΙΝΑΙ ΚΑΤΑΔΙΚΑΣΜΕΝΗ ΝΑ ΠΕΘΑΝΕΙ!

 Άγιος Δημήτριος του Ροστώφ: 
Ψυχή χωρίς προσευχή είναι καταδικασμένη να πεθάνει
 
Ψυχή χωρίς προσευχή είναι καταδικασμένη να πεθάνη από πνευματική ασφυξία, όπως το σώμα όταν στερηθή το οξυγόνο.
Δύο ειδών προσευχές έχουμε: την κοινή, τη φανερή· και την ατομική, τη μυστική. Η κοινή προσευχή πρέπει να γίνεται πάντοτε σύμφωνα με την τάξι και το τυπικό που ορίζει η Εκκλησία μας.
Στην κοινή προσευχή δεν έχουμε δικαίωμα ν” αυτοσχεδιάζουμε, όπως κάνουν οι αιρετικοί. Έχει τον καθωρισμένο χρόνο και το καθωρισμένο από την Εκκλησία περιεχόμενό της: μεσονυκτικό, όρθρος, ώρες, λειτουργία, εσπερινός, απόδειπνο. Το ίδιο το Πανάγιο Πνεύμα, που συγκροτεί ολόκληρη την Εκκλησία, ώρισε αυτές τις προσευχές, για να λατρεύεται και να δοξάζεται αδιάκοπα ο αληθινός Θεός στη γη από τους ανθρώπους, όπως δοξάζεται στον ουρανό από τους αγγέλους.
 
Η ατομική προσευχή δεν είναι προκαθωρισμένη. Είναι η προσωπική συνομιλία και επικοινωνία του ανθρώπου με τον ουράνιο Πατέρα του, του πλάσματος με τον πλάστη του. Αυτή η προσευχή, διδάσκει ο άγιος Ιωάννης της Κλίμακος, ως προς την ποιότητά της είναι συνουσία και ένωσις ανθρώπου και Θεού· και ως προς την ενέργειά της, έχει τέτοια και τόση δύναμι, ώστε συντηρεί και διατηρεί τον κόσμο, συμφιλιώνει με τον Θεό, σβήνει πλήθος αμαρτημάτων, σώζει από τους πειρασμούς, συντρίβει τα τεχνάσματα των δαιμόνων, γεννά όλες τις αρετές, χορηγεί τα χαρίσματα του Αγίου Πνεύματος, τρέφει την ψυχή, φωτίζει τον νου, διαλύει τη λύπη και την ακηδία, σβήνει τον θυμό, καλλιεργεί την ελπίδα, καθρεπτίζει την πνευματική πρόοδο, αποκαλύπτει τα μέλλοντα. 
 
«Συ δε όταν προσεύχη, είσελθε εις το ταμιείον σου, και κλείσας την θύραν σου προσευξαι τω πατρί σου τω εν τω κρυπτώ» (Ματθ. 6. 6). «Ταμιείον» πνευματικό είναι η καρδιά που ενώνεται με τον νου και γεννά ό,τι ο άγιος Θεοφύλακτος ονομάζει μυστική διάνοια. Εκεί μέσα επιτελείται η εσωτερική προσευχή. Δεν χρειάζεται να κινηθούν τα χείλη, να χρησιμοποιηθούν βιβλία, να επιστρατευθούν τα μάτια και η γλώσσα και οι φωνητικές χορδές· χρειάζεται όμως ν” ανυψωθή ο νους προς τον Θεό και να βυθισθή μέσα σ” Αυτόν.
Το πνευματικό «ταμιείον» της καρδίας σου χωρεί και κλείνει μέσα του ολόκληρο τον Κύριο και τη βασιλεία των ουρανών, καθώς ο ίδιος διαβεβαίωσε: «Η βασιλεία του Θεού εντός υμών εστιν» (Λουκ. 17. 21). Η καρδιά, εξηγεί ο άγιος Μακάριος ο Αιγύπτιος, είναι μικρό όργανο, αλλά μέσα της χωρούν τα πάντα: εκεί ο Θεός, εκεί οι άγγελοι, εκεί η αιώνια ζωή και βασιλεία, εκεί οι άγιοι, εκεί ο θησαυρός της χάριτος. Σ” αυτό λοιπόν το εσωτερικό καρδιακό ταμείο ν” αποσύρεσαι συχνά, να συγκεντρώνης όλο σου τον νου, να παρίστασαι νοερά ενώπιον του Θεού και να επικοινωνής μαζί Του μυστικά, με πνευματική θέρμη και ζώσα πίστη, ασκούμενος στη νήψι, για να εξελιχθής «εις άνδρα τέλειον».
 
Μάθε τον άριστο τρόπο της προσευχής: Πρώτα ν” απευθύνης στον Θεό ειλικρινή και βαθιά ευχαριστία «πάντων ένεκεν». Στη δεύτερη θέσι βάλε την εξομολόγησι των αμαρτιών σου, με μετάνοια, συναίσθησι και συντριβή ψυχής. Και τελευταία ας αναφέρης τα αιτήματά σου προς τον ουράνιο Πατέρα σου.
Αν προσεύχεσαι πολύν καιρό και ο Θεός δεν εισακούη τα αιτήματά σου, οπωσδήποτε τούτο συμβαίνει για τρεις αιτίες: Ή διότι ζητάς κάτι πριν έρθη η κατάλληλη ώρα, ή διότι ζητάς ανάξια και υπερήφανα, ή διότι ο παντογνώστης Κύριος γνωρίζει πως αν εκπληρώση την επιθυμία σου θα πέσης κατόπιν σε υπερηφάνεια ή σε αμέλεια.
 
Ύπάρχει προσευχή ευάρεστη στον Θεό και καρποφόρα. Και υπάρχει προσευχή βδελυκτή στον Θεό και άκαρπη. Αν θέλης να δεχθή ο Κύριος την προσευχή σου, πλησίασέ Τον με πολλή ταπείνωσι και συντριβή, με καθαρούς τους λογισμούς, με βαθιά εμπιστοσύνη στην πρόνοιά Του, με καθαρή την καρδιά από την οργή και τη μνησικακία, με Πνεύμα μαθητείας και υπακοής στο θέλημά Του. Αυτές είναι οι βασικές προϋποθέσεις της καρποφόρας προσευχής.
«Προσευχόμενοι δε μη βαττολογήσητε ώσπερ οι εθνικοί· δοκούσι γαρ ότι εν τη πολυλογία αυτών εισακουσθήσονται» (Ματθ. 6. 7), λέει ο Κύριος. Και ο άγιος Ιωάννης της Κλίμακος πάλι διδάσκει: «Μη ζητάς να λες πολλά στην προσευχή σου, για να μη διασκορπισθή ο νους σου αναζητώντας λόγια. Ένας λόγος τελωνικός εξιλέωσε τον Θεό, και ένας λόγος πίστεως έσωσε τον ληστή. Η πολυλογία στην προσευχή πολλές φορές δημιούργησε στον νου φαντασίες και διάχυσι, ενώ αντιθέτως η μονολογία συγκεντρώνει τον νου».
 
Γι’ αυτό ασκήσου στην αδιάλειπτη καρδιακή προσευχή, τη νοερά προσευχή, το «Κύριε Ιησού Χριστέ, ελέησόν με», υπακούοντας στα λόγια του αποστόλου: «Θέλω πέντε λόγους δια του νοός μου λαλήσαι… ή μυρίους λόγους εν γλώσση» (Α” Κορ. 14. 19). Αν αυτή η προσευχή γίνη η αναπνοή της ψυχής σου, θα σε οδηγήση κατ” ευθείαν στη μυστική ένωσι με τον Κύριο.
 
Την αληθινή και καθαρή προσευχή δεν μπορεί να σου τη διδάξη άλλος, εκτός από τον Κύριο. Η προσευχή δεν έχει άλλο δάσκαλο εκτός από τον ίδιο τον Θεό, «τον διδάσκοντα άνθρωπον γνώσιν και διδόντα ευχήν τω ευχομένω» (Ψαλμ. 93. 10 – Α” Βασ. 2. 9). Γι΄ αυτό μιμήσου τον μαθητή εκείνο που με απλότητα παρακάλεσε τον Χριστό: «Κύριε, δίδαξον ημάς προσεύχεσθαι» (Λουκ. 11. 1).

ΟΣΙΟΣ ΙΩΣΗΦ Ο ΗΣΥΧΑΣΤΗΣ: ΠΕΡΙ ΠΑΘΩΝ ΚΑΙ ΜΕΤΑΝΟΙΑΣ!

Γέροντας Ιωσήφ ο Ησυχαστής : «Περί παθών και μετανοίας»
 
Το πρώτο, πού κάνει κάθε άνθρωπος, όταν τον καλέση ο Θεός στην επίγνωσί Του, είναι να ερευνήση με ακρίβεια τον εαυτό του για να ιδή, ότι πράγματι στην ζωή του πολλές ενέργειες του ήσαν έξω από το θέλημα του Θεού. Και από αυτή την στιγμή αρχίζει το έργο της μετανοίας. Η μετάνοια αρχίζει από την κατάπαυσι της αμαρτωλής ζωής και φθάνει μέχρι αυτής της θεώσεως, η οποία δεν έχει τέλος.
 
Ο Θεός δεν έχει περιγραφή και τέρμα· ούτε και οι ιδιότητές Του είναι δυνατό να έχουν. Μπαίνοντας ο άνθρωπος, δια της Χάριτος του Αγίου Πνεύματος, μέσα στους κόλπους της θεώσεως, πάσχει όλες αυτές τις ιδιότητες τις ατέρμονες, τις αψηλάφητες, τις ανεξιχνίαστες, τις απέραντες. Γι’ αυτό είπα ότι η μετάνοια δεν έχει τέρμα.
Θέλω να σχολιάσω το θέμα της μετανοίας, παίρνοντας αφορμή από μερικά πράγματα πού με προεκάλεσαν και από τον προσωπικό μου βίο, αλλά και γενικώτερα.
Βλέπω ότι μοναχοί στις ημέρες αυτές της περιόδου της Μ. Τεσσαρακοστής, ευρίσκουν καιρό και ασχολούνται με θέματα επουσιώδη και λόγω της απειρίας τους όταν τους ερωτήσης γιατί ασχολούνται με αυτά, απαντούν. «Επειδή είχα καιρό και δεν είχα τίποτε άλλο να κάνω». Αυτό είναι ένα είδος μικροψυχίας, να μην πω ολιγοπιστίας. Δεν έχεις τι να κάνης; Ίσως να ετελείωσες το διακόνημά σου και έχεις ένα περιθώριο χρόνου. Τότε πήγαινε στο κελλί σου. Το κελλί είναι το εργαστήριο της μεταβολής του χαρακτήρας σου. Δεν πηγαίνεις ναγονατίσης εκεί μέσα; να κτυπήσης το μέτωπο σου κάτω, να κτυπήσης το στήθος, την «ενθήκη» των κακών, αλλά και την «ενθήκη» των καλών; Και να κτυπήσεις εκεί του Ιησού την πόρτα; Να ζήτησης, να αιτήσης, να επιμένης, ούτως ώστε να σου άνοίξη;
 
Έπειτα κάθεσαι και δεν μελετάς; Μα, οι μοναχοί είναι θεολόγοι. Επί Βυζαντίου, στο Πανεπιστήμιο της Κωνσταντινουπόλεως, υπήρχαν όλοι οι επιστημονικοί κλάδοι. Όλες οι γνώσεις των ανθρώπων. Μόνο η θεολογία απαγορευόταν. Η θεολογία ήταν στις ιερές Μονές. Δεν εθεωρείτο ανθρώπινη γνώσι. Στους μοναχούς ανήκει η θεολογία, διότι ερχόμενοι σε επαφή με τον Θεό προσωπικά, δέχονται τις ελλάμψεις και αποκαλύψεις και γίνονται θεολόγοι. Γιατί λοιπόν, να μην ανοίξωμε το Πανεπιστήμιο μας εδώ, ημέρα και νύκτα και να γίνωμε πραγματικοί θεολόγοι; Είδα και επιμένω και δεν υποχωρώ, ότι τόση Χάρι παίρνει ο μοναχός από την μελέτη στο κελλί του, μέσα στο πνεύμα της απολύτου ησυχίας, σχεδόν ίση με αυτή πού δίνει η προσευχή. Εις αυτό επιμένω, διότι χάριτι Χριστού, το εγεύθηκα όχι μια, αλλά πολλές φορές στην ζωή μου.
 
Και θέλω να τονίσω και κάτι ακόμα. Ο νόμος της επιρροής, ο κανόνας της επιδράσεως, εφαρμόζεται απόλυτα. Τα συγγράμματα των Πατέρων πού μελετά ο μοναχός με πίστι και πόθο και επικαλείται την ευχή τους είναι αδύνατο να μην επιδράσουν επάνω του. Διότι οι Πατέρες ήσαν και εξακολουθούν να είναι Πατέρες, και ζητούν αφορμή και αυτοί, όπως ο ίδιος ο Θεός, του οποίου είναι «εικών και ομοίωσις», να μεταδώσουν σε μας τις Χάριτες τις οποίες αυτοί ευρήκαν δια του αγώνος των. Με την ανάγνωσι και την μελέτη τους να είσθε βέβαιοι, ότι η πατρική τους στοργή θα επιδράση επάνω σας.
 
Ας επανέλθωμε όμως στο θέμα της μετανοίας. Πολλές φορές συμβαίνει στον αγωνιζόμενο, να μην ημπορή να νικήση τον παλαιό άνθρωπο, διότι είναι τόσο πολύ αιχμαλωτισμένος από τα πάθη του, παρ’ όλο πού αυτός τα μισεί, τα αποστρέφεται, δεν τα θέλει· και αυτή η κατάστασι θεωρείται κατά την παράδοσι της Εκκλησίας, ζωή μετανοίας.
Τότε μόνο δεν θεωρείται μετάνοια, όταν παύση ο άνθρωπος να αγωνίζεται και λέγει: «Δεν ημπορώ πλέον. Δεν υπάρχει για μένα τίποτε». Αυτό λέγεται απόγνωσι και το καταδικάζει η Εκκλησία ως βλασφημία κατά του Αγίου Πνεύματος· περικόπτει και απορρίπτει αυτό το μέλος ως σάπιο, ως βλάσφημο, στρεφόμενο κατά της αγαθότητας του Θεού.
 
Δεν πρέπει λοιπόν, σε καμμιά περίπτωσι να συστέλλωμε την πίστι μας. Ουδέποτε να σκεφθή κανείς, ότι είναι αδύνατο να φθάσουμε στην ολοκληρωτική μετάνοια στην οποία μας εκάλεσε ο Χριστός μας. Θα φθάσωμε χάριτι Χριστού. Ουδέποτε είναι ικανή μόνη η ανθρώπινη ενέργεια και προσπάθεια να φθάση εκεί. Αυτό είναι εγωιστικότατο και οι Πατέρες το κατεδίκασαν. Ο Μέγας Μακάριος λέγει ότι τόση είναι η δύναμι της προθέσεως του ανθρώπου, τόσο μόνο ημπορεί ο άνθρωπος, μέχρι πού να αντιδράση προς τον διάβολο. Προκαλούμενος υπό του σατανά, υπό μορφή προσβολής «κάνε αυτό», τόσο μόνο ημπορεί να πή ο άνθρωπος· «όχι δεν το κάνω». Μέχρι εκεί ημπορεί να πάη ο άνθρωπος. Από εκεί και πέρα είναι έργο της Χάριτος. Γι’ αυτό ο Ιησούς μας, ετόνιζε με έμφασι ότι, «χωρίς εμού ου δύνασθε ποιείν ουδέν».
 
Άρα ποτέ να μην συσταλήτε, ποτέ να μην κατεβαίνετε στην μικροψυχία, εφ’ όσο «δια πίστεως βαδίζομεν». Ποτέ να μην λέγετε: «Δεν θα φθάσωμε εμείς στην απάθεια, δεν θα φθάσωμε στον αγιασμό, δεν θα μιμηθούμε τους Πατέρες μας». Αυτό είναι βλάσφημο. Θα τους φθάσωμε επειδή το θέλομε και εφ’ όσο το θέλομε θα μας το δώση ο Χριστός μας.
 
Μένοντας πιστοί και μη υποχωρούντες κατά πρόθεσι, οπωσδήποτε θα το επιτύχωμε. Αυτή είναι η πραγματικότης. Έξω από αυτή την γραμμή οι Πατέρες δεν παραδέχονται άλλη. Έξω από αυτή, θεωρείται πλέον απόγνωσι. Δεν υπάρχει το «δεν μπορώ πλέον». Πώς δεν μπορείς; Δια του Χριστού ισχύομε. «Πάντα ισχύομεν εν τω ενδυναμούντι ημάς Χριστώ». «Πάντα», είπε ο Παύλος, για να μην αφήση κανένα περιθώριο, μήπως πή κάποιος «εγώ δεν ημπορώ». Αφού είναι «μεθ’ ημών ο Θεός, τις καθ’ ημών; Ει Θεός ο δικαιών, τις ο κατακρίνων;»
 
Κοιτάξετε το όριο της μετανοίας πως αποκαλύπτεται μέσα στην Γραφή. Ο Πέτρος, ερώτησε τον Ιησού μας. «Κύριε, καλά είναι έως επτά φορές να συγχωρώ αυτόν που μου φταίει;» Ο Πέτρος τότε ατελής όντας, μη δεχθείς την έλλαμψι της Χάριτος, εσκέπτετο ανθρωπίνως. Ενόμιζε με τον τρόπο αυτό, σύμφωνα με την αυστηρότητα του Μωσαϊκού Νόμου, ότι έκανε μεγάλη οικονομία. Έφθασε, όχι μια αλλά επτά φορές να συγχωρή. Και ο Ιησούς μας, ερμηνεύοντας του το πνεύμα της Εκκλησίας, του λέγει: «όχι επτά αλλά εβδομηκοντάκις επτά», για να τονίση έτσι το απεριόριστο της μετανοίας.
 
Η ζωή μας εδώ είναι ένα εικοσιτετράωρο επαναλαμβανόμενο. Αν και εις όλες τις στιγμές είμεθα πάντοτε έτοιμοι, με νέες αποφάσεις, η πρόθεσί μας είναι σωστή, το πνεύμα πρόθυμο, η σαρξ όμως είναι ασθενής. Και δεν είναι μόνο η σαρξ. Μαζί με την σάρκα, με την φύσι, υπάρχουν οι έξεις, οι συνήθειες, οι τόποι, τα περιβάλλοντα, τα πρόσωπα, τα πράγματα και ο ίδιος ο διάβολος. Όλοι αυτοί οι παράγοντες δημιουργούν την αντίθεσι, και μένει σε μας μόνο η πρόθεσι η ιδική μας και η ενεργούσα μυστηριωδώς θεία Χάρις, πού είναι παντοδύναμη.
 
Θεωρητικά όλα αυτά είναι εύκολα, πρακτικά όμως είναι δύσκολα, όπως από την πείρα ο καθένας γνωρίζει. Αποφασίζομε κάθε πρωί, κάθε στιγμή, ότι από τώρα και στο εξής δεν θα υποδουλωθούμε στα πάθη. Ναι, αλλά τα πάθη δεν αφορίζονται, δεν εξορκίζονται, για να τους πούμε «φύγετε» και δεν σας θέλομε και να φύγουν, θέλουν τιτανική μάχη και αντίδρασι για να φύγουν. Και αυτό γίνεται όταν νικήση η Χάρις, όχι ο άνθρωπος. Διότι τα πάθη και οι αρετές είναι υπεράνω της φύσεως μας. Δεν τα πιάνομε, δεν τα ελέγχομε. Αυτά μόνο η θεία Χάρις θα τα διώξη, θα απελάση τα πάθη και θα ελκύση τις αρετές. Πότε όμως; Όταν εμείς επιμένωμε.
 
Γι’ αυτό ο Ιησούς μας ετόνισε την υπομονή και την επιμονή. «Εν τη υπομονή ημών κτήσασθε…». Και στις προσευχές ακόμα, λέγει: «κρούετε, ζητείτε, μη εκκακήτε εν ταις προσευχαίς». Και αναφέρει τα παραδείγματα εκείνα, με τα οποία μας ντροπιάζει. Εάν σας ζητήση το παιδί σας ψωμί, θα του δώσετε πέτρα; Και αν σας ζητήση να του δώσετε ψάρι, θα του δώσετε φίδι; Εάν εσείς πού είστε πονηροί, δίδετε αγαθά δόματα στα παιδιά σας, ο Ουράνιος Πατήρ δεν θα δώση Πνεύμα Άγιο εις εκείνους πού το ζητούν; Και «υπέρ εκ περισσού ων αιτούμεθα ή νοούμεν» θα δώση. Είναι αδύνατο να καταργηθούν οι θείες αυτές υποσχέσεις. Ο Ιησούς μας λέγει ότι, «ο ουρανός και η γη παρελεύσονται οι δε λόγοι μου ου μη παρέλθωσι». Γι’ αυτό τον σκοπό ήλθε ο Υιός του Θεού στην γη. Δεν είχε ανάγκη ο Θεός Λόγος να υποστή την «κένωσι» ει μη μόνο για την επιστροφή του ανθρώπου στους κόλπους της θείας αγάπης. Αυτή είναι η «καινή κτίσις» πού είναι ανωτέρα της προηγουμένης.
 
Υπάρχει και ένα άλλο μυστήριο ακόμα πού μας παρέδωσαν οι Πατέρες μας, το οποίο πρέπει οπωσδήποτε να ξέρετε. Το μυστήριο είναι τούτο. Πολλές φορές, ενώ τα πράγματα πάνε καλά, η ίδια η Χάρις αφήνει τον πειρασμό· και διευκρινίζω καλύτερα. Η Χάρις δεν δημιουργεί ποτέ πειρασμό. Αλλοίμονο, είναι βλάσφημο να το πή κανείς. Δεν πηγάζει από το φως σκότος, ποτέ.
 
Και εξηγούμαι σαφέστερα. Εγώ επιμένω αγωνιζόμενος εναντίον ενός πάθους πού με ενοχλεί· κατά της κακής έξεως πού με πιέζει· θέλω να φύγη· παρακαλώ τον Θεό να μου δώση εκείνο πού μου χρειάζεται. Ο Θεός μέσα στην πανσωστική του πρόνοια, πού περικλείει τα πάντα, βλέπει ότι δεν είναι ώρα να το δώση. Η ίδια η Χάρις, ενώ έπρεπε να λειτουργήση και να κάνη αυτό το πράγμα, δεν το κάνει. Δεν το κάνει για τον λόγο πού ξέρει, επειδή ο Θεός είναι ανενδεής και οι τρόποι πού επεμβαίνει είναι Θεοπρεπείς, και ότι κάνει ο Θεός είναι παντέλειο. Ότι κάνει ο Θεός δεν είναι μερικό, είναι γενικό.
 
Επομένως στην γενικότητα αυτή χρειάζεται ο χρόνος. Διότι μαζί με την περίστασι, ο Θεός περικλείει πολλά μαζί. Χρειάζεται υπομονή, ούτως ώστε να ετοιμασθούν και τα πρόσωπα και οι παράγοντες και οι τόποι και ο χρόνος και ακόμα και αυτή η ιδιοσυγκρασία. Και τότε έρχεται και το τελειώνει, το φέρει εις πέρας.
 
Υπάρχουν και άλλες πτυχές πάνω στο ίδιο θέμα πού μας παρέδωσαν οι Πατέρες. Πολλές φορές προλαμβάνει η Χάρις και δίδει ένα κανόνα και αφήνειτον άνθρωπο αβοήθητο σε μια περίστασι, για να τον σώση από ένα επερχόμενο πειρασμό τον οποίο ξέρει ο Θεός ότι θα επάθαινε μέσα στην απειρία και στην ατέλεια του.
Είναι τόσα τα μυστήρια, πού δεν ημπορή να τα γνωρίζη κανείς. Άλλες φορές η Χάρις προορίζει ένα άνθρωπο για να γίνη οδηγός άλλων και τον πειράζει ιδιαίτερα αυτόν για να τον ετοιμάση, ούτως ώστε στην κατάλληλη στιγμή να είναι από όλες τις απόψεις πεπειραμένος και να δυνηθή να σταθή μέσα στην Εκκλησία και να γίνη φωστήρας, οδηγός και καθοδηγητής των άλλων. Τον δοκιμάζει με ένα άλλο τρόπο μυστηριώδη και ασυνήθιστο. Είδες τι λέει; «Μήπως δεν έχει εξουσία ο κεραμεύς του πηλού; Να κάνη από τον ίδιο πηλό ότι θέλει;» Έτσι και η Χάρις. Όλα αυτά μας πείθουν ότι χρειάζεται υπομονή και καρτερία· ουδέποτε μικροψυχία.
 
Εφ’ όσον ο Ιησούς μας λέγει ότι «οι λόγοι μου, ου μη παρέλθωσι», να είστε βέβαιοι ότι κανενός η ελπίδα δεν θα διαψευσθή. Μόνο οι άνθρωποι ημπορούν να απατήσουν τους άλλους, διότι είναι πεπερασμένοι και έχουν τις γνώσεις τους περιορισμένες. Στον Θεό δεν συμβαίνει το ίδιο. Οτιδήποτε του ζητήσομε και αφορά την σωτηρία μας θα το πάρωμε.
 
Μου είπε ένας αληθινά πνευματικός άνθρωπος, ότι από την αρχή πού εξεκίνησε, του έδειξε ο Θεός την Χάρι Του και τον έβαλε στον σωστό δρόμο. Μέσα στον αγώνα του τότε, παρεκάλεσε τον Θεό να τον απαλλάξη από μια κατάστασι πού του φαινόταν πολύ δύσκολη και ήταν αδύνατο να αντέξη. Παρ’ όλο πού προσευχήθηκε πολύ δεν είδε καμμιά λύσι στο πρόβλημά του. Επέρασαν σαράντα δύο χρόνια· και τότε του είπε καθαρά η Χάρις: «θυμάσαι, πού με παρεκάλεσες να σου αποκαλύψω το θέλημα μου για εκείνο το πράγμα; Αυτό είναι πού έκανες τώρα». Και αυτός απάντησε: «Και εάν δεν έκανα έτσι τόσα χρόνια και έκανα αλλοιώς;» Και απεκρίθη η Χάρις: «θα εχάνεσο». Έτσι είναι τα μυστήρια, γι’ αυτό χρειάζεται να κάνωμε υπομονή.
 
Στο βίο του Αγίου Σεραφείμ του Σάρωφ, κάποιος Ρώσσος ωνόματι Μοτοβίλοφ είχε απορία, τι σημαίνει Χάρις. Και ενώ είχε αυτή την απορία και προσευχόταν, ο Θεός δεν του έδειξε τίποτε. Τελικά αυτός το εξέχασε. Όταν επέρασαν είκοσι πέντε χρόνια, τον εφώναξε ο Άγιος Σεραφείμ και του λέγει: «Έλα εδώ τώρα να ιδής αυτό πού εζήτησες πριν τόσα χρόνια. Ο Θεός αργεί αλλά δεν ξεχνά».
 
Όταν θέλωμε να σωθούμε αγωνιζόμεθα να αποβάλωμε τα πάθη μας και επιθυμούμε διακαώς να κατοικήση μέσα μας η Χάρις του Αγίου Πνεύματος και να μας δείξη αυτή τι θέλει να κάνωμε. Είναι αυτό πού μας είπε ο Ιησούς μας; «Ζητείτε πρώτον την βασιλείαν των ουρανών» και τα υπόλοιπα «προστεθήσεται υμίν».
 
Όταν εμείς ορθοποδούμε, θα επιτύχωμε περισσότερο από ότι υπολογίσαμε. Επομένως να μένετε πιστοί στις καλές σας αποφάσεις έστω και αν χιλιάκις επιχειρήσετε και δεν επιτύχετε. Μη νομίζετε ότι άλλαξε κάτι. Ούτε εμείς αλλάξαμε, ούτε ο Θεός, ούτε φυσικά και ο διάβολος. Το «αιτείτε και λήψεσθε» είναι πραγματικότης. Εφ’ όσον αιτήσαμε θα λάβωμε, εφ’ όσον εζητήσαμε θα μας δώσουν, εφ’ όσον εκρούσαμε θα μας ανοίξουν. Ο ήλιος είναι δυνατό να μην ανατείλη, αλλά εμείς δεν είναι δυνατό να αποτύχωμε.
Δεν είναι τυχαίο, το ότι μας εκάλεσε ο Θεός να τον ακολουθήσωμε. Ποιος μας έφερε εδώ;
 
Ποιος μας ενίσχυσε να αρνηθούμε την φύσι και να γίνωμε περίγελως του κόσμου και να είμεθα αυτοεξόριστοι; Και όχι μόνο τούτο, αλλά να στενάζωμε μήπως γλυστρίσωμε και ξεφύγωμε λίγο από την εγκράτεια· μήπως κοιμηθήκαμε λίγο περισσότερο· μήπως αποφύγαμε τον κόπο· μήπως εξεφύγαμε λίγο από την υπακοή. Γι’ αυτά στενάζομε. Αυτά είναι η ενεργός Χάρις του Αγίου ΙΙνεύματος πού ευρίσκεται μαζί μας και μας πείθει και μας πληροφορεί. Αυτά είναι πραγματικότης όχι λόγια λαλούμενα, λόγια αφηρημένα. Κρατούμε στα χέρια μας τις αποδείξεις της ελεημοσύνης του Χριστού.
 
«Το μείζον» το έδωσε. Δεν θα δώσει το ελάχιστον; «Έτι αμαρτωλών όντων ημών, υπέρ ημών απέθανε». Εάν αυτός εσταυρώθη και δια του Σταυρού κατήργησε την αμαρτία και εσφράγισε το διαβατήριο της εισόδου μας στην ζωή παρέχοντας και την άφεσι των αμαρτιών μας, τώρα απομένει σε μας να κάνωμε λίγη υπομονή. Να μην γυρίσουμε πίσω, αλλά να αναμένωμε ως δούλοι τον Κύριο μας «πότε αναλύσει εκ των γάμων». Και θα αναλύση και θα φωνάξη τον καθένα· και θα απαντήσωμε και εμείς με καύχημα. «Παρόντες, Κύριε, εδώ είμεθα. Αφ’ ης στιγμής μας εκάλεσες, αναμέναμε πότε θα έλθης να μας δώσης την επαγγελία». Οπόταν θα ακούσωμε το: «Ευ, δούλοι αγαθοί και πιστοί».
 
Αυτές είναι πραγματικότητες. Αυτά τα ζήτε και θα τα ζήσετε ακόμη περισσότερο, εάν δώσετε περισσότερη σπουδή στην μελέτη και γενικά στην πνευματική εργασία. Να κάνετε την διακονία σας με λεπτομέρεια και υπακοή. Να βλέπετε στο πρόσωπο του Γέροντα την πραγματική παρουσία του θείου θελήματος. Ο καθένας να σκέπτεται ότι ζή ο εαυτός του, και ο Χριστός.
Μόλις τελειώσετε την διακονία σας να είστε χαρούμενοι· μεταξύ σας όχι σκυθρωποί και να μην αποφεύγετε ο ένας τον άλλο. Να είσθε ευγενικοί και πρόθυμοι. Μην ομίλητε όμως άσκοπα. Από την πολυλογία «ουκ εκφεύξεταί τις αμαρτίαν». Λέγει ο σοφός Σειράχ: «Μεταξύ αρμών λίθων πύγνηται πάσσαλος και μεταξύ πράσεως και αγορασμού εμφωλεύει αμαρτία».
 
Πράσις και αγορασμός κατά τους Πατέρας είναι το «δούναι και λαβείν». Να ακούσω και να ακούσης. Μα αυτά είναι για μας; Αυτά είναι για τους αργόσχολους του κόσμου τούτου, πού ομιλούν περί ανέμων και υδάτων. Εμείς ποια σχέσι έχομε με τον κόσμο τούτο; Για μας είναι τα μυστήρια της Βασιλείας του Θεού. Εκείνα μας απασχολούν. Εμάς μας απασχολεί ο ουρανός.
 
Άνω σχώμεν τάς καρδίας. Πού; Εκεί «όπου, υπέρ ημών εισήλθεν Ιησούς, εις τα Άγια αιωνίαν λύτρωσιν ευράμενος»
Εκεί, στο ουράνιο καταπέτασμα, εκεί να αποβλέπωμε, εκεί είναι η πατρίδα μας. «Ουκ έχομεν ώδε μένουσαν πόλιν αλλά την μέλλουσαν επιζητούμεν». Είμαστε Ουρανοπολίται. «Μνήσθητι της βασιλείας των ουρανών ίνα η επιθυμία αυτής κατά μικρόν – μικρόν ελκύση σε», λέγει ο Αββάς Ησαΐας. Και αυτή η μνήμη αυξάνει μέσα μας τον ζήλο.
 
Αυτά ήθελα να σας υπενθυμίσω την περίοδο αυτή της περιεκτικής μετανοίας. Έτσι προχωρούμε «αφορώντες εις τον της πίστεως αρχηγόν και τελειωτήν Ιησούν», το κέντρο της αγάπης μας, πού μας εκάλεσε και μας έδωσε την οσμή της ευωδιάς της κλήσεως Του και μας έβαλε στον δρόμο των Αγίων.
 
ΕΡΩΤΗΣΕΙΣ – ΑΠΑΝΤΗΣΕΙΣ
Ερωτ.: Γέροντα, μας μιλήσατε προηγουμένως για το ατελές του Απ. Πέτρου, προ της Πεντηκοστής. Λόγω της ατέλειας του αρνήθηκε τον Κύριο μας;
Απαντ.: Το θέμα της αρνήσεως του Πέτρου, κατά τις κρίσεις των Πατέρων, είναι οικονομία. Διότι δεν ήτο δυνατό ο Πέτρος, ο οποίος εις όλη την περίοδο πού ήταν μαζί με τον Χριστό και έδειξε τόσο ζήλο και τόση ταπεινοφροσύνη, να πέση σε τόσο μεγάλο λάθος, να αρνηθή τρεις φορές τον Δεσπότη Χριστό. Δεν είναι λογικό αυτό. Θυμηθείτε την ομολογία του Πέτρου!
Όταν ο Ιησούς μας ερώτησε: «Υμείς δε τίνα με λέγετε είναι;» ο Πέτρος ωμολόγησε και είπε: «Συ ει ο Χριστός ο υιός του Θεού του ζώντος». Και ο Ιησούς μας εγύρισε και του είπε: «Μακάριος ει, Σίμων Βαριωνά, ότι σαρξ και αίμα ουκ απεκάλυψε σοι, αλλ’ ο Πατήρ μου ο εν τοις ουρανοίς. Καγώ δε σοι λέγω ότι συ ει Πέτρος, και επί ταύτη τη πέτρα οικοδομήσω μου την Εκκλησίαν». (Ματθ. 16,16-18).
Ο Πέτρος κατά φύσι ήταν πολύ ζηλωτής και ασυμβίβαστος. Μέσα στην πανσοφία Του ο Θεός, μετά την θερμή του ομολογία, τον έθεσε θεμέλιο Γης Εκκλησίας. Επειδή όμως η Εκκλησία θα αγκάλιαζε όλη την ανθρώπινη φύσι, όλους τους χαρακτήρες, όχι μόνο τους ζηλωτές και ισχυρούς αλλά και τους ασθενείς και αδυνάτους, επιτρέπει ο Κύριος την τριπλή άρνησι. Διότι, μην ξεχνάμε· οι περισσότεροι άνθρωποι είναι ασθενείς και αδύνατοι. Ούτε στους πέντε ανά εκατό δεν θα εύρωμε ισχυρούς χαρακτήρας, οι όποιοι αγάπησαν τον Θεό εξ ολοκλήρου και με την ορμή της αγάπης τους έδειξαν αυταπάρνησι. Γι’ αυτούς λοιπόν τους υπολοίπους ασθενείς έγινε οικονομία. Ο Πέτρος όμως ως ζηλωτής και ισχυρός, πού δεν είχε μέσα του νόημα συγκαταβάσεως, δεν θα το καταλάβαινε αυτό.
Επομένως κάνει μια οικονομία ο Θεός και επιτρέπει να τον αρνηθή. Ύστερα τον θεραπεύει μόνος Του. Τον πλησιάζει και του λέει: «Πέτρε, φιλείς με; Πέτρε, αγαπάς με;» Ελυπήθη ο Πέτρος, δεν το κατάλαβε. Αλλά οι τρεις ερωτήσεις ήταν η θεραπεία της τρισσής αρνήσεως.
Με την τριπλή Ομολογία, ο Πέτρος, εξήλειψε την ενοχή. Έμαθε όμως εκ πείρας, ότι και οι ζηλωταί ακόμη έχουν ανάγκη επιεικείας.
Το ίδιο κάνει ο Θεός και στον Απ. Παύλο. Επειδή ήταν η σπονδυλική στήλη της Εκκλησίας, τον αφήνει στην αρχή να γίνη διώκτης, εχθρός· και ύστερα τον παίρνει· και αυτός με συναίσθησι βαθυτάτης ταπεινοφροσύνης λέγει: «Ουκ ειμί ικανός καλείσθε Απόστολος, διότι έδιωξα την Εκκλησία του Χριστού». Έχω όμως ένα ελαφρυντικό, ότι «αγνοών εποίησα».
Βλέπετε με πόση πανσοφία ο Θεός οικονομεί για να δώση και σε μας παρηγοριά. Διότι αυτοί οι κορυφαίοι εάν έμπαιναν με την δύναμι της ορμής τους μέσα στην Εκκλησία, που θα ήξεραν ότι εμείς οι αδύνατοι δεν ημπορούμε τώρα να κρατήσωμε; Με αυτό τον τρόπο συγκαταβαίνει η θεία αγαθότης προς τις αδυναμίες των ανθρώπων, ώστε να ημπορέσωμε και εμείς να φθάσωμε εις αυτή. Κατεβαίνει ο Θεός για να σηκωθούμε εμείς.
Ερωτ.: Γέροντα, μερικές φορές είμαστε κουρασμένοι από το διακόνημα και παρεξηγούμεθα μεταξύ μας. Τι γίνεται τότε;
Άπαν.: Όταν είστε κουρασμένοι, να είστε περισσότερο προσεκτικοί. Πάντοτε να προηγήται η μεταξύ σας αγάπη, παρά οτιδήποτε άλλο. Και αν συμβή αυτό, με πραγματική, όχι υποκριτική αγάπη, να πείσης τον αδελφό σου ότι παρεφέρθης χωρίς να το καταλάβης. «Συγχώρεσε με, αδελφέ μου, διότι παρεφέρθηκα.». Όταν έχετε αλληλεγγύη και «εύχεσθε υπέρ αλλήλων» και γενικά καλλιεργήτε την μεταξύ σας αγάπη και ενότητα, αυτός είναι ένας ισχυρός δεσμός πού κάνει ανίσχυρο τον σατανά.
Ευρίσκομε πολλά παραδείγματα στους Πατέρες, πού φανερώνουν ότι εκείνοι πού αγωνίζονταν με την χάρι της αγάπης υπέρ των άλλων, εγίνοντο αφορμή να σωθούν οι άλλοι από τις αδυναμίες πού είχαν. Σας υπενθυμίζω το παράδειγμα του αδελφού εκείνου, πού επολεμήθη στην σάρκα και δεν ημπορούσε να αντέξη.
Ήσαν δύο μαζί· και είπε ο ένας στον άλλο. «Αδελφέ μου, να με συγχώρησης. Εγώ δεν ημπορώ να μείνω άλλο εδώ. Αγωνίστηκα όσο άντεχα, άλλο δεν ημπορώ, θα φύγω να πάω στον κόσμο να νυμφευτώ».
Ό αδελφός αφού τον ενουθέτησε αρκετά, δεν ημπόρεσε να τον πείση. Όταν ήλθε η ώρα πού θα έφευγε, του λέγει: «θα έλθω και εγώ μαζί σου. Επειδή είμαστε πνευματικοί αδελφοί και εζήσαμε τόσα χρόνια μαζί, δεν κρίνω σκόπιμο να σε αφήσω μόνο σου».
– Μα ξέρεις τι κάνεις; Εγώ πάω τώρα να εύρω γυναίκα να αμαρτήσω μαζί της. Εσύ θάρθης μαζί μου;
– Δεν θα αμαρτήσω αλλά θα έρθω. Δεν θα σε αφήσω μόνο σου.
Και πράγματι τον ακολούθησε, και όταν έφθασε στον τόπο εκείνο πού υπήρχαν τέτοιες γυναίκες, πήγε αυτός μέσα να ικανοποιήση την επιθυμία του.
Ο άλλος εκάθησε απ’ έξω και παρεκάλει τον Θεό. «Θεέ μου, αν και είναι η τελευταία ώρα, εσύ ημπορείς να τον σώσης».
Και πράγματι όταν εμπήκε μέσα να κάνη την αμαρτία, μετεμελήθη. Ανεχαίτησε ο Θεός την δύναμι του πολέμου και συνήλθε και είπε: «Μα τι κάνω τώρα; Τόσα χρόνια στην έρημο, δεν εχόρτασα ψωμί και νερό και ήλθα τώρα για μια μικρή ηδονή, να γίνω ακάθαρτος, να αρνηθώ τον Χριστό μου και να χάσω τον κόπο μου όλο και να πάω με τον διάβολο στην κόλασι;» Και εγύρισε πίσω. Δεν αμάρτησε.
Πήγε έξω στον αδελφό του λέγοντας; «Μετανόησα. Δεν πωλώ την σωτηρία· μου για τόσο φθηνό πράγμα».
Και επέστρεψαν στον τόπο τους. Και απεκάλυψε ένας από τους Γέροντες, ότι δια τον κόπο αυτού πού τον ηκολούθησε επήρε ο Θεός τον πόλεμο από τον άλλο.
Βλέπετε; Και εσείς όταν έχετε μεταξύ σας αγάπη, τότε γίνεται φραγμός σωτηρίας. Η αγάπη των άλλων προφυλάσσει, σκεπάζει και καλύπτει όποιον είναι μακρυά και όποιον είναι αδύνατος, και έτσι δεν ημπορεί ο εχθρός να μας κάνη κακό. Τόσο μεγάλο πράγμα είναι η αγάπη! Πραγματικά «ουδέποτε εκπίπτει».
 
πρακτικές υποτυπώσεις
(Παραμονή Α’ εβδομάδος Μ. Τεσσαρακοστής)
γέροντος Ιωσήφ του Ησυχαστή

Δευτέρα 18 Οκτωβρίου 2021

ΓΕΡΩΝ ΓΑΒΡΙΗΛ Ο ΑΓΙΟΡΕΙΤΗΣ: ΜΗΝ ΠΡΟΣΕΥΧΕΣΘΕ ΓΙΑ ΕΥΚΟΛΟΤΕΡΗ ΖΩΗ!

Γέρων Γαβριήλ ο Αγιορείτης: Μήν προσεύχεσθε γιά εὐκολότερη ζωή. Προσεύχεσθε γιά μεγαλύτερη ἀντοχή.

ΟΣΙΟΣ ΙΩΣΗΦ Ο ΗΣΥΧΑΣΤΗΣ: ΠΟΙΟΣ ΝΙΚΗΣΕ ΤΟ ΔΙΑΒΟΛΟ;

Όσιος Ιωσήφ ο Ησυχαστής: Ποιος νίκησε το διάβολο; Αυτός που γνώρισε την ασθένειά του, τα πάθη και τα ελαττώματα, που έχει. Ο φοβούμενος να γνωρίσει τον εαυτό του, αυτός βρίσκεται μακριά από τη γνώση· άλλο τίποτε δεν αγαπά παρά να βλέπει μόνο λάθη στους άλλους και να τους κρίνει. 

ΟΣΙΟΣ ΙΩΣΗΦ Ο ΗΣΥΧΑΣΤΗΣ: ΠΟΤΕ ΜΗΝ ΛΕΓΕΤΕ "ΠΟΤΕ ΔΕΝ ΘΑ ΦΤΑΣΟΥΜΕ ΕΜΕΙΣ ΣΤΗΝ ΑΠΑΘΕΙΑ"!

Όσιος Ιωσήφ ο Ησυχαστής: Ποτέ να μην λέγετε: «Δεν θα φθάσωμε εμείς στην απάθεια, δεν θα φθάσωμε στον αγιασμό, δεν θα μιμηθούμε τους Πατέρες μας». Αυτό είναι βλάσφημο. Θα τους φθάσωμε επειδή το θέλομε και εφ’ όσο το θέλομε θα μας το δώση ο Χριστός μας. 

Κυριακή 17 Οκτωβρίου 2021

ΜΝΗΜΗ ΤΗΣ Ζ' ΟΙΚΟΥΜΕΝΙΚΗΣ ΣΥΝΟΔΟΥ

 
Μνήμη της Ζ' Οικουμενικής Συνόδου 

Την Kυριακή μετά την ενδεκάτη Οκτωβρίου, μνήμη επιτελούμε των Aγίων Πατέρων της αγίας και Oικουμενικής Eβδόμης Συνόδου.

Η Ζ’ Οικουμενική Σύνοδος συνήλθε στη Νίκαια της Βιθυνίας από τις 24 Σεπτεμβρίου έως τις 13 Οκτωβρίου 787 μ.Χ., με πρωτοβουλία της αυτοκράτειρας Ειρήνης, η όποια ασκούσε χρέη αντιβασιλέως.
Υπό την προεδρία του Πατριάρχου Κωνσταντινουπόλεως Αγίου Ταρασίου συγκεντρώθηκαν τριακόσιοι πενήντα ορθόδοξοι επίσκοποι, και σε αυτούς προστέθηκαν άλλοι δεκαεπτά ιεράρχες, οι όποιοι αποκήρυξαν την αίρεση των εικονομάχων.

Πλάι στους αντιπροσώπους του Πάπα Ρώμης και των Πατριαρχών Αντιοχείας και Ιεροσολύμων, οι μοναχοί οι όποιοι υπέφεραν δεινούς διωγμούς επί βασιλείας των εικονομάχων αυτοκρατόρων Λέοντος Γ’ Ίσαύρου (717 – 741 μ.Χ.) και Κωνσταντίνου Ε’ Κοπρωνύμου (741 – 775 μ.Χ.) αποτελούσαν έντονη παρουσία· ήταν περίπου εκατόν τριάντα έξι.

Μετά από επιμελή προετοιμασία, οι Πατέρες της Συνόδου αναθεμάτισαν τους αιρετικούς, οι όποιοι για περισσότερα από πενήντα έτη απαγόρευαν στους ορθόδοξους χριστιανούς να τιμούν τις σεπτές εικόνες του Χρίστου και των αγίων Του διότι αυτό αποτελούσε δήθεν ειδωλολατρία.
Έθεσαν έτσι τέρμα στην πρώτη περίοδο της εικονομαχίας, η οποία όμως ξέσπασε εκ νέου λίγα χρόνια αργότερα επί Λέοντος Ε’ Αρμενίου (813 – 820 μ.Χ.) και δεν σταμάτησε οριστικά παρά το 843 μ.Χ., χάρις στην αυτοκράτειρα Θεοδώρα και στον πατριάρχη άγιο Μεθόδιο. οι άγιοι Πατέρες αναθεμάτισαν τους αιρετικούς πατριάρχες Αναστάσιο, Κωνσταντίνο και Νικήτα, αποκήρυξαν τη δήθεν οικουμενική σύνοδο που συνεκλήθη στο ανάκτορο της Ιερείας με πρωτοβουλία του Κωνσταντίνου Ε’ το 754 μ.Χ., και κήρυξαν αιωνία τη μνήμη των άγιων υπερμάχων της Ορθοδοξίας: του πατριάρχου αγίου Γερμανού (715 – 730 μ.Χ.), του Αγίου Ιωάννου του Δαμασκηνού, του Γεωργίου Κύπρου, και όλων όσοι είχαν υποστεί βασάνους και εξορίες ως υπέρμαχοι των αγίων εικόνων. Στον Όρο της πίστεως που ανέγνωσαν στην έβδομη και τελευταία συνεδρία της Συνόδου, οι Πατέρες διεκήρυξαν:

«Ορίζομεν συν ακριβεία πάση και εμμελεία, παραπλησίως τω τύπω του τιμίου και ζωοποιού σταυρού ανατίθεσθαι τας σεπτάς και αγίας εικόνας, τας εκ χρωμάτων και ψηφίδος και ετέρας ύλης επιτηδείως εχούσης, εν ταις αγίαις του Θεού εκκλησίαις, εν ιεροίς σκεύεσι και εσθήσι, τοίχοις τε και σανίσιν, οίκοις τε και οδοίς· της τε του Κυρίου και Θεού και Σωτήρος ημών Ιησού Χριστού εικόνος, και της αχράντου δεσποίνης ημών της αγίας Θεοτόκου, τιμίων τε αγγέλων, και πάντων άγιων και οσίων ανδρών. Όσω γάρ συνεχώς δι’ εικονικής ανατυπώσεως ορώνται, τοσούτον και οι ταύτας θεώμενοι διανίστανται προς την των πρωτοτύπων μνήμην τε και επιπόθησιν, και ταύταις ασπασμόν και τιμητικήν προσκύνησαν απονέμειν, ου μην την κατά πίστιν ημών αληθινήν λατρείαν, η πρέπει μόνη τη θεία φύσει - αλλ’ ον τρόπον τω τύπω του τιμίου και ζωοποιού σταυρού και τοις αγίοις εύαγγελίοις και τοις λοιποίς ιεροίς αναθήμασι, και θυμιαμάτων και φώτων προσαγωγήν προς την τούτων τιμήν ποιεισθαι, καθώς και τοις αρχαίοις εύσεβώς είθισται. η “γαρ της εικόνος τιμή έπι το πρωτότυπον διαβαίνει”, και ο προσκυνών την εικόνα, προσκυνεί εν αυτή του εγγραφομένου την υπόστασιν. Ούτω γαρ κρατύνεται η των άγιων Πατέρων ημών διδασκαλία, είτουν παράδοσις της Καθολικής Εκκλησίας, της από περάτων εις πέρατα δεξαμένης το ευαγγέλιον».

Οι άγιοι Πατέρες ως εκ τούτου απεδείχθησαν υπέρμαχοι όχι μόνον των αγίων εικόνων αλλά, στην ουσία, αυτού του ιδίου του μυστηρίου της Ενανθρωπήσεως του Υιού του Θεού: «Πάλαι μεν ο Θεός ο ασώματος τε και ασχημάτιστος ουδαμώς εικονίζετο, νυν δε σαρκί οφθέντος Θεού και τοις ανθρώποις συναναστραφέντος εικονίζω Θεού το ορώμενον. Ού προσκυνώ τη ύλη, προσκυνώ δε τον της ύλης δημιουργόν, τον ύλην δι’ εμέ γενόμενον και εν ύλη κατοικήσαι καταδεξάμενον και δι’ ύλης την σωτηρίαν μου εργασάμενον, και σέβων ου παύσομαι την ύλην, δι’ ης η σωτηρία μου είργασται». Προσλαμβάνοντας την ανθρώπινη φύση, ο Λόγος του Θεού την θέωσε χωρίς εκείνη να χάσει τα ιδιώματά της. Γι’ αυτό τον λόγο, ενώ εν τη δόξα Του είναι ακατάληπτη στις αισθήσεις μας, η ανθρώπινη φύση του Σωτήρος δύναται ωστόσο να αποτυπωθεί. η εικόνα του Χριστού - την πιστότητα της οποίας φυλάσσει η παράδοση της Εκκλησίας - καθίσταται κατά συνέπεια αληθής παρουσία του θεανθρώπινου προτύπου της, αγωγός χάριτος και αγιασμού σε όσους με πίστη της απονέμουν τιμητική προσκύνηση.

Η δεύτερη Σύνοδος της Νικαίας είναι η έβδομη και τελευταία Οικουμενική Σύνοδος που αναγνωρίζει η Ορθόδοξος Εκκλησία. Ωστόσο αυτό δεν σημαίνει ότι δεν μπορούν να συγκληθούν στο μέλλον άλλες οικουμενικές Σύνοδοι, άλλα ότι ως έβδομη η Σύνοδος της Νικαίας συμπληρώνει τον αριθμό που μέσα στην Αγία Γραφή αντιπροσωπεύει την τελειότητα και ολοκλήρωση (π.χ., Γεν. 2, 1-3). Σφραγίζει το πέρας της περιόδου των δογματικών συγκρούσεων, που επέτρεψαν στην Εκκλησία να διευκρινίσει με σαφείς και ακριβείς ορισμούς τα όρια της ορθοδόξου πίστεως. Εφεξής, κάθε αίρεση δύναται και θα δύναται να αναχθεί σε μία από τις πλάνες που αναθεμάτισε η Εκκλησία στις οικουμενικές συνόδους, από την πρώτη (325 μ.Χ.) έως την έβδομη (787 μ.Χ.) εν Νικαία Σύνοδο. 
 

https://www.saint.gr

Η ΠΑΡΑΒΟΛΗ ΤΟΥ ΣΠΟΡΕΩΣ

H παραβολή του σπορέως – Κυριακή Δ’ Λουκά
Αρχιμ. Λουκάς Τσιούτσικας
 
«Εξήλθεν ο σπείρων του σπείραι τον σπόρον αυτού» (Λκ. 8:5). Καθώς βρισκόμαστε ακόμα στην αρχή της νέας εκκλησιαστικής χρονιάς, ο Κύριος και η Εκκλησία του παίρνοντας αφορμή από την κατά την εποχή αυτή σπορά του σιταριού, έρχονται με τρόπο παραστατικό να μας καταδείξουν τους κινδύνους μιας κακής και τις προϋποθέσεις μιας καλής πνευματικής καρποφορίας, παρουσιάζοντάς μας την παραβολή του σπορέως, καθώς και την ερμηνεία της, την οποία έκανε ο Χριστός στους μαθητές του.
 
Βγήκε λοιπόν ο σποριάς για να σπείρει στο χωράφι του. Και καθώς σκορπούσε το σπόρο ένα μέρος του έπεσε στο δρόμο, όπου καταπατήθηκε και τον έφαγαν τα πουλιά. Άλλοι σπόροι έπεσαν στις πέτρες και όταν φύτρωσαν ξεράθηκαν διότι δεν υπήρχε υγρασία. Άλλοι έπεσαν ανάμεσα σε αγκάθια και όταν φύτρωσαν πνίγηκαν από αυτά· και τέλος άλλοι έπεσαν στο χώμα το καλό και γόνιμο, φύτρωσαν και έδωσαν καρπό εκατό φορές περισσότερο.
Κατόπιν, όταν ο Κύριος ρωτήθηκε από τους μαθητές του, είπε ότι η παραβολή αυτή σημαίνει τα εξής: Ο σπόρος είναι ο λόγος του Θεού. Η περίπτωση του σπόρου που έπεσε στο δρόμο είναι εκείνοι που άκουσαν μεν λόγο Θεού, έρχεται όμως ο διάβολος και τον παίρνει από τις καρδιές τους για να μη πιστέψουν και σωθούν. Η άλλη περίπτωση, του σπόρου που έπεσε στο πετρώδες έδαφος, είναι εκείνοι που όταν ακούν τον λόγο του Θεού τον δέχονται με χαρά, δεν έχουν όμως ρίζα· πιστεύουν για λίγο, και όταν έλθει ο πειρασμός, η δοκιμασία απομακρύνονται. Το μέρος του σπόρου που έπεσε στα αγκάθια μας παρουσιάζει εκείνους που ακούνε το λόγο του Θεού, συμπορεύονται όμως με τις μέριμνες, τον πλούτο και τις απολαύσεις της ζωής, πνίγονται από αυτά και δεν καρποφορούν. Τέλος με το σπόρο που έπεσε στο καλό έδαφος εννοούνται εκείνοι που ακούν τον λόγο, τον φυλάνε μέσα τους και καρποφορούν με υπομονή.
 
Μετά την ερμηνεία της παραβολής την οποία έκανε ο Κύριος, εμείς μόνο κάποιες επισημάνσεις ας κάνουμε.
Πρώτον. Σποριάς είναι ο Θεός, είναι ο Χριστός, ο οποίος διδάσκει με πολλούς τρόπους και κατ’ αρχήν με την κτίση. Στα κτίσματα οι καλοπροαίρετοι μπορούν να δουν τη σοφία, τη δύναμη, την αγάπη του Θεού.
Κατόπιν, η διδασκαλία γίνεται με τα λόγια. Μέσα στο ναό ακούγεται το Ευαγγέλιο, τα Αποστολικά και άλλα αναγνώσματα, ακούονται τα τροπάρια, γίνεται το κήρυγμα ή και τα κατηχητικά μαθήματα. Εκτός του ιερού ναού προσφέρονται για μελέτη η Αγία Γραφή («Μακάριος ανήρ, ος… εν τω νόμω αυτού μελετήσει ημέρας και νυκτός»), έργα πατερικά, βίοι αγίων, μπορούμε να διαβάσουμε εκκλησιαστικά περιοδικά και εφημερίδες, ή να ακούσουμε ψυχωφελείς ομιλίες και συζητήσεις.
Πολύς λοιπόν ο σπόρος και ειδικά στην εποχή μας, πολλές οι δυνατότητες πνευματικής τροφοδοσίας. Αρκεί να αξιοποιήσουμε αυτές τις δυνατότητες. Να δείξουμε ενδιαφέρον, να νοιώσουμε την πνευματική τροφοδοσία ως ανάγκη. Να φροντίσουμε να βρούμε και να προσφέρουμε στη ψυχή μας γνήσιο λόγο Θεού και όχι σκουπίδια και δηλητήρια όπως αυτά της τηλεοράσεως, αν δε είναι δυνατόν αυτή την πνευματικά ωφέλιμη τροφή να την προσφέρουμε και σε άλλους.
Δεύτερον. Δεν αρκεί να σκορπιστεί ο σπόρος αλλά πρέπει και να μπει μέσα στο χώμα, να γίνει δεκτός από το έδαφος. Αυτή η δεκτικότητα είναι η πίστη. Χρειάζεται να πιστέψουμε ότι ο Χριστός είναι η ζωή μας, η σωτηρία μας και ο λόγος του λόγος αλήθειας, η οποία επιβεβαιώνεται από τα πολυάριθμα παραδείγματα των αγίων της Εκκλησίας μας.
Τρίτον. Τα αγκάθια που πνίγουν και δεν αφήνουν το λόγο του Θεού να καρποφορήσει και τα οποία επεσήμανε ο Κύριος, οι πολλές και παραπανίσιες μέριμνες, ο αγώνας για πλουτισμό και οι ποικίλες, ιδίως οι σαρκικές ηδονές, δυστυχώς αφθονούν στην εποχή μας, εποχή ιδιαίτερα αντιπνευματική. «Με όποιο τρόπο», μας λέει ο άγιος Συμεών ο Νέος Θεολόγος, «βάζοντας κάποιος χώμα στη φλόγα αναμμένου φούρνου τον σβήνει, με τον ίδιο τρόπο και οι βιοτικές μέριμνες και κάθε προσκόλληση έστω και σε ένα μικρό πράγμα, εξαφανίζουν τη θέρμη της καρδιάς που ανάφθηκε στην αρχή». Χρειάζεται ο σημερινός χριστιανός, εντελώς ιδιαίτερα να προσέξει τους αρνητικούς αυτούς παράγοντες και όλο του τον πόθο να τον στρέψει από τις μέριμνες και τον πλούτο και τις ηδονές προς το Χριστό και την απόκτηση, κατά τρόπο αισθητό, του Αγίου Πνεύματος.
Τέλος, το πότισμα με την υπομονή και η λίπανση με την επιμονή είναι απαραίτητα. Ο Κύριος επισημαίνει ότι αυτοί που καρποφορούν, «καρποφορούσιν εν υπομονή». Και αλλού «εν τη υπομονή υμών κτήσασθε (θα σώσετε) τας ψυχάς υμών»· και ο απόστολος Παύλος προτρέπει: «Δι’ υπομονής τρέχωμεν τον προκείμενον ημίν αγώνα».
 
Χρειάζεται λοιπόν να υπομένουμε. Να μένουμε υπό. Δηλαδή κάτω από το θέλημα του Θεού, όπως αυτό εκφράζεται ως εντολή ή ως κάποιο γεγονός που επιτρέπει ο Θεός να έλθει στη ζωή μας. Υπομονή στον κόπο και στον πόνο. Στον κόπο και τον πόνο που απαιτεί η θεραπεία της ψυχής μας. Αυτή η υπομονή είναι η πίστη στην πράξη. Η πίστη που σώζει.
Υπομονή, αλλά μέχρι πού ή μέχρι πότε; «Γίνου πιστός άχρι θανάτου, και δώσω σοι τον στέφανον της ζωής». Όχι μέχρι εκεί που εμείς νομίζουμε ότι αντέχουμε, αλλά μέχρι εκεί που επιτρέπει ο Θεός. Αυτό το στεφάνι της ζωής, της αιωνίου ζωής, της ζωής που δίνει το Άγιο Πνεύμα είναι ο καρπός τον οποίο ήλθε να φέρει, και θέλει και σήμερα να φέρει ο Χριστός.
Αυτόν τον καρπό ποθεί βαθύτερα κάθε άνθρωπος, διότι γι’ αυτόν είμαστε πλασμένοι. Αυτόν είθε και εμείς να αποκτήσουμε, δεχόμενοι με πίστη το λόγο του Χριστού, προφυλάσσοντάς τον από όλα εκείνα που μας αποπροσανατολίζουν και μας απομακρύνουν από το Θεό, και μένοντας σταθερά κοντά του με πολλή-πολλή υπομονή. Αμήν.

Σάββατο 16 Οκτωβρίου 2021

ΓΙΑΤΙ ΒΑΖΟΥΜΕ ΛΑΔΙ ΣΤΟ ΚΑΝΤΗΛΙ;

 Γιατί βάζουμε λάδι στο καντήλι;
 
Η λέξη καντήλι προέρχεται από τη λατινική candela=κερί. Στη χριστιανική Εκκλησία το Καντήλι τοποθετείται μπροστά στις άγιες εικόνες. Αυτό που τοποθετείται μπροστά στον Εσταυρωμένο, μέσα στο Ιερό Βήμα, διατηρείται πάντοτε αναμμένο και γι” αυτό λέγεται «ακοίμητο» Καντήλι.
 
Ένα Καντήλι τοποθετείται επίσης στο εικονοστάσι του σπιτιού και ανάβεται κάθε μέρα, σύμφωνα με την ορθόδοξη παράδοση. Μια συνήθεια που διατηρεί τον βαθύ χριστιανικό συμβολισμό της με το Φώς του Χριστού που φωτίζει κάθε άνθρωπο, που θερμαίνει την ελπίδα και που παρηγορεί και συντροφεύει στις ατέλειωτες ώρες της μοναξιάς.
 
Το άναμμα του καντηλιού ενέχει τον συμβολισμό ότι προσφέρεται ως θυσία σεβασμού και τιμής προς τον Θεό και τους Αγίους του. Συμβολίζει επίσης, το φώς του Χριστού που φωτίζει κάθε άνθρωπο, καθώς επίσης συμβολίζει και το γνωστό παράγγελμα του Κυρίου μας ότι πρέπει να είμαστε, οι χριστιανοί, τα φώτα του κόσμου. Το έλαιον, το λάδι δηλ. που καίει στα καντήλια μας, “τον του Θεού υπεμφαίνει έλαιον” γράφει ο Άγ. Συμεών Θεσσαλονίκης, το έλεος του Θεού που φανερώθηκε όταν η περιστερά του Νώε επέστρεψε στην Κιβωτό για να σημάνει την παύση του κατακλυσμού, έχοντας στο ράμφος της κλάδο ελαίας, ή όταν ο Ιησούς, καθώς επροσηύχετο εκτενώς, επότιζε με τους θρόμβους του ιδρώτος του την ελιά, κάτω από τα κλαδιά της οποίας γονάτισε την μαρτυρική εκείνη νύχτα, στο Όρος των Ελαιών. Βέβαια, όλοι ξέρουμε πως απείρως ανώτερος του υλικού φωτισμού είναι ο εσωτερικός, αγιοπνευματικός φωτισμός. Έγραφε λοιπόν ο Θεοφόρος Πατήρ Γρηγόριος ο Ναζιανζηνός: “Φωτίσωμεν… γλώσσαν” και συμπληρώνει ο σχολιαστής του: Επετεύχθη τούτο;
 
Το λάδι συμβολίζει το άπειρο έλεος του Θεού, αλλά και τα κανδήλια συμβολίζουν την Εκκλησία που είναι μεταδοτική Θείου ελέους και φωτιστική. Συμβολίζουν βέβαια τους ίδιους τους αγίους που το Φώς τους έλαμψε, κατά το λόγο του Κυρίου, «έμπροσθεν των ανθρώπων, όπως ίδωσι τα καλά έργα και δοξάσωσι τον Πατέρα τον εν τοίς ουρανοίς».
 
Υπάρχουν πολλοί λόγοι για τους οποίους πρέπει οι Ορθόδοξοι να ανάβουμε το καντήλι όπως για παράδειγμα για να μάς θυμίζει την ανάγκη για προσευχή,για να φωτίζει το χώρο και να διώκει το σκότος όπου επικρατούν οι δυνάμεις του κακού,για να μάς θυμίζει ότι ο Χριστός είναι το μόνο αληθινό Φώς και η πίστη σε Αυτόν είναι Φώς,για να μάς θυμίζει ότι η ζωή μας πρέπει να είναι φωτεινή,για να μάς θυμίζει ότι όπως το καντήλι απαιτεί το δικό μας χέρι για να ανάψει έτσι και η ψυχή απαιτεί το χέρι του Θεού, τη Χάρη Του δηλαδή,για να μάς θυμίζει ότι πρέπει το θέλημά μας να καεί και να θυσιαστεί για την αγάπη προς το Θεό κ.ά.
 
Εννοείται, βέβαια, ότι το λάδι των καντηλιών πρέπει να είναι ελαιόλαδο και μάλιστα όσο το δυνατόν καλύτερης ποιότητος. Άλλωστε ο Κύριος προσευχήθηκε στον κήπο των Ελαιών και ο ναός με τα κανδήλια μετατρέπεται σε νέο κήπο και ελέους (λαδιού) και Ελέους Θεϊκού Το λάδι τους μας θυμίζει την ευσπλαχνία του Θεού και το φως τους στη ζωή μας, που πρέπει να είναι φωτεινή και άγια. Η φωτοχυσία του ναού συμβολίζει το θείο φως της παρουσίας του Θεού που φωτίζει τις καρδιές όχι μόνο των νεοφώτιστων αλλά και όλων των χριστιανών. Ο Κύριος φανέρωσε αυτή τη μεγάλη αλήθεια για τον εαυτό Του με τα ακόλουθα λόγια: «Εγώ ειμι το φως του κόσμου» (Ιωάν.8/η: 12).
 
Είναι φως όχι μόνο λόγω της φωτεινής διδασκαλίας Του, αλλά κυρίως λόγω της φωτεινής παρουσίας Του. Αυτό επιβεβαιώνεται κυρίως από τη θαυμαστή Μεταμόρφωσή Του, όπου «έλαμψε το πρόσωπον αυτού ως ο ήλιος, τα δε ιμάτια αυτού εγένετο λευκά ως το φως» (Ματθ.17/ιζ: 2).
Στο Σύμβολο της Πίστεως ο Υιός του Θεού παρουσιάζεται ως «φως εκ φωτός». Στην ακολουθία του Εσπερινού επίσης ο υμνογράφος παρουσιάζει τον Κύριο ως «φως ιλαρόν».
 
ΔΟΓΜΑ

ΟΤΑΝ ΚΑΙΓΟΝΤΑΙ ΟΙ ΛΑΜΠΑΔΕΣ ΜΠΡΟΣΤΑ ΑΠΟ ΤΙΣ ΕΙΚΟΝΕΣ ΚΑΙΓΟΝΤΑΙ ΚΑΙ ΟΙ ΑΜΑΡΤΙΕΣ ΕΚΕΙΝΟΥ ΠΟΥ ΤΙΣ ΦΕΡΝΕΙ!

 Όταν καίγονται οι λαμπάδες μπροστά από τις Εικόνες
καίγονται και οι αμαρτίες εκείνου τις φέρνει

Θα πρέπει να γνωστοποιηθεί πως όλα τα πράγματα που βρίσκονται εντός της Εκκλησίας έχουν και το συμβολισμό τους.

Είναι χαρακτηριστικά τα λόγια του Αγίου Γρηγορίου του Παλαμά: «Πάσα τελετή και παν επί μέρους στοιχείον αυτής, και το πλέον έτι φαινομενικώς μικρόν και ασήμαντον είναι σύμβολον και εγκρύπτει την υπέρ λόγον αλήθειαν, την οποίαν συμβολίζει, και ως εκ τούτου έχει δύναμιν και λόγους και σημασίαν». Το ίδιος ακριβώς συμβαίνει και με τα κεριά.

Τα κεριά συμβολίζουν το Φως του Χριστού, τη φλόγα της πίστεως. Πίσω από το άναμμα των κεριών κρύβεται βαθύτατος συμβολισμός. Έχετε, λοιπόν, αναρωτηθεί γιατί δεν πρέπει να σβήνονται νωρίς; 

Μαθαίνουμε από τον Συναξαριστή του Αγίου Δημητρίου του Μυροβλήτου, ότι υπήρχε κάποιος ονόματι Ονησιφόρος, στον τάφο του Αγίου, ο οποίος είχε την διακονία να ανάβει και να σβήνει τις λαμπάδες και τα κεριά που έφερναν οι Χριστιανοί μπροστά στην εικόνα του Αγίου, όταν πήγαιναν να προσκυνήσουν.

Εκείνος λοιπόν, βιαζόταν και τα έσβηνε πριν αυτά καούν επαρκώς. Μια νύκτα, φάνηκε σε αυτόν στον ύπνο του ο Άγιος και του είπε: «Γνώριζε Ονησιφόρε, ότι αυτό που κάνεις δεν μου αρέσει. Γνώριζε επίσης ότι με αυτόν τον τρόπο και τον εαυτόν σου βλάπτεις, αλλά και εκείνους που φέρνουν τα κεριά και τις λαμπάδες.

Γιατί, όσο περισσότερο καίγονται οι λαμπάδες μπροστά από τις Εικόνες, τόσο περισσότερο καίγονται οι αμαρτίες εκείνου που με πίστη τις φέρνει. Όταν όμως τις αφαιρούν, και εκείνος ο οποίος τις φέρνει, χάνει τον μισθό του, και εκείνος που τις αφαιρεί θα έχει κόλαση στην ψυχή του.

Ο Ονησιφόρος, δεν έδωσε και πολύ σημασία, αλλά πράγματι σταμάτησε για λίγο καιρό να βιάζεται να τις σβήνει. Μια νύκτα, κάποιος Χριστιανός, πήγε δύο πολύ ωραίες λαμπάδες και αφού προσκύνησε παραμέρισε λίγο να προσευχηθεί και μετά έφυγε.

Τότε ο Ονησιφόρος πήγε να τις σβήσει, επαναλαμβάνοντας δηλαδή αυτή του την κακή συνήθεια. Τότε, αμέσως ο Άγιος του είπε με φοβερή φωνή: «Πάλι τα ίδια άρχισες Ονησιφόρε;».

Αμέσως τότε από τον φόβο του, έπεσε ο Ονησιφόρος λιπόθυμος και μόλις ήλθε πάλι στον εαυτό του, μετανόησε για την πράξη του και έκτοτε δεν την επανέλαβε, αλλά και μάθαμε την ωφέλεια που προκύπτει από μια τόσο απλή και ευλαβική πράξη, που όταν γίνεται με πίστη, έχει τεράστια δύναμη. 

ΒΗΜΑ ΟΡΘΟΔΟΞΙΑΣ