ΑΝ ΒΙΑΖΕΣΑΙ ΝΑ ΔΕΙΣ ΤΟΝ ΚΟΣΜΟ ΝΑ ΓΙΝΕΤΑΙ ΚΑΛΥΤΕΡΟΣ, ΑΡΧΙΣΕ ΑΠΟ ΤΟΝ ΕΑΥΤΟ ΣΟΥ. ΕΙΝΑΙ Ο ΣΥΝΤΟΜΟΤΕΡΟΣ ΔΡΟΜΟΣ.

Δευτέρα 8 Αυγούστου 2022

Η ΕΙΚΟΝΑ ΤΗΣ ΠΑΝΑΓΙΑΣ ΤΗΣ ΕΛΕΟΥΣΑΣ ΣΤΗΝ ΟΠΟΙΑ ΠΡΟΣΕΥΧΟΤΑΝ Ο ΟΣΙΟΣ ΓΕΩΡΓΙΟΣ ΚΑΡΣΛΙΔΗΣ.

Ο ΑΓΙΟΣ ΚΑΛΛΙΝΙΚΟΣ ΕΠΙΣΚΟΠΟΣ ΕΔΕΣΣΗΣ (ΜΝΗΜΗ 8 ΑΥΓΟΥΣΤΟΥ).

Ο Άγιος Καλλίνικος επίσκοπος Εδέσσης. (Μνήμη 8 Αυγ. )

Οι προσευχές των Χριστιανών προς αυτόν εντείνονται και τα σημεία της παρουσίας του είναι εμφανή.

Ο μακάριος Καλλίνικος εμφανίζεται στον ύπνο των ανθρώπων, τους παρηγορεί και τους ενισχύει, τους προστατεύει από κάθε κακό, θεραπεύει τις ασθένειές τους, τους ενισχύει στον αγώνα τους. Χαίρεται με την χαρά τους και λυπάται με την λύπη τους.

Κάποια γυναίκα δίνει την μαρτυρία ότι εμφανίσθηκε στον ύπνο της, «το πρόσωπό του έλαμπε σαν το φως της μέρας» και «αποκαταστάθηκε η ημιπληγία» της.

Πολλοί ομολογούν: «Πέρασαν 15 χρόνια, οι φρικτοί πονοκέφαλοι με έχουν αφήσει εντελώς»∙ «με απάλλαξε από τους συνεχείς πόνους»∙ «πήγα στο μνήμα, προσκύνησα τον τάφο του αγίου και ω του θαύματος! Ο πόνος άρχισε να υποχωρή».«πῆγα στό μνῆμα, προσκύνησα τόν τάφο τοῦ Ἁγίου καί ὤ τοῦ θαύματος! Ὁ πόνος ἄρχισε νά ὑποχωρῆ».

Τά σημεῖα τῆς παρουσίας του εἶναι πάμπολλα καί οἱ θεραπεῖες ἀσθενειῶν πολλές.

Μέ τήν δύναμη τῆς προσευχῆς του ἔβγαλε δαιμόνια ἀπό δαιμονισμένους ἀνθρώπους, πράγμα πού εἶναι ἡ οὐσία καί τό ἔργο τῶν Ἀποστόλων καί τῶν διαδόχων τους, κατά τήν ἐντολή τοῦ Χριστοῦ: «σημεῖα δέ τοῖς πιστεύσασι ταῦτα παρακολουθήσει· ἐν τῷ ὀνόματί μου δαιμόνια ἐκβαλοῦσι». (Μάρκ. ιστ´, 17-18).

Ἡ μαρτυρία τοῦ μακαριστοῦ Μητροπολίτου Ἀργολίδος κυροῦ Ἰακώβου ὅτι τό δαιμόνιο πού εἶχε εἰσέλθει σέ δύο κοπέλες, τήν ὥρα πού ἐκεῖνος διάβαζε τούς ἐξορκισμούς, φώναζε-οὔρλιαζε καί «ὁμολογοῦσε» ὅτι τόν ἔκαιγε ἡ παρουσία τοῦ Καλλινίκου, πού ἔλαμπε ἐκείνη τήν ὥρα στό Φῶς, καί ὅτι τό συγκεκριμένο δαιμόνιο τό εἶχε βγάλει ὁ Καλλίνικος, ὅταν ζοῦσε, ἀπό ἕναν δαιμονισμένο νέο, καί ὅτι ὁ Καλλίνικος ἁγίασε μέ τό «τρύπιο πορτοφόλι» του καί τήν ἀγάπη του, εἶναι ἀξιόλογη μαρτυρία καί ἐπιβεβαίωση τῆς ἁγιότητος τοῦ Καλλινίκου. Δέν πρόκειται γιά μαρτυρία τῶν δαιμόνων, ἀλλά γιά μαρτυρία εὐλογημένου αγίου Ἐπισκόπου, τοῦ μακαριστοῦ Ἀργολίδος Ἰακώβου.

Νά ἔχουμε τήν εὐχή καί τίς πρεσβεῖες τοῦ νεοφανοῦς ἁγίου Ἐπισκόπου τῆς Ἐκκλησίας τοῦ Χριστοῦ Καλλινίκου Μητροπολίτου Ἐδέσσης, Πέλλης καί Ἀλμωπίας. Αμήν!

Από ομιλία Ναυπάκτου Ιεροθέου.

ΓΕΡΩΝ ΘΕΟΦΥΛΑΚΤΟΣ ΝΕΟΣΚΗΤΙΩΤΗΣ: ΛΥΠΗΣΑ ΤΟΝ ΑΔΕΛΦΟ, ΛΥΠΗΣΑ ΚΑΙ ΤΟΝ ΧΡΙΣΤΟ!

Γέρων Θεοφύλακτος Νεοσκητιώτης: Λύπησα τον αδελφό, λύπησα και τον Χριστό. Να κάνουμε ότι είναι δυνατόν, για να αναπαύσουμε τον αδελφό μας. 

ΟΣΙΟΣ ΠΑΪΣΙΟΣ: ΣΗΜΕΡΑ, ΜΕΣΑ ΣΤΟΥΣ ΤΟΣΟΥΣ ΚΙΝΔΥΝΟΥΣ ΠΟΥ ΖΕΙ Ο ΑΝΘΡΩΠΟΣ, Ο ΘΕΟΣ ΤΟΝ ΦΥΛΑΕΙ!

Όσιος Παΐσιος ο Αγιορείτης: Σήμερα, μέσα στους τόσους κινδύνους πού ζει ο άνθρωπος, ο Θεός τον φυλάει όπως η μάνα το μικρό παιδί, όταν αρχίζει να περιπατάει. Τώρα μας βοηθούν πιο πολύ ο Χριστός, η Παναγία, οι Άγιοι, αλλά δεν το καταλαβαίνουμε. 

ΟΣΙΟΣ ΠΑΪΣΙΟΣ: ΜΕΡΙΚΕΣ ΦΟΡΕΣ ΕΚΕΙ ΣΤΟ ΚΑΛΥΒΙ, ΟΤΑΝ ΘΕΛΩ ΝΑ ΠΡΟΣΕΥΧΗΘΩ ΣΤΗΝ ΠΑΝΑΓΙΑ!

Όσιος Παΐσιος ο Αγιορείτης: Ἐγὼ µερικὲς φορὲς ἐκεῖ στὸ Καλύβι, ὅταν θέλω νὰ προσευχηθῶ στὴν Παναγία, σκέφτοµαι: «πῶς νὰ πάω µἐ ἄδεια χέρια νὰ τὴν παρακαλέσω;». Κόβω λίγα ἀγριολούλουδα, τὰ πηγαίνω στὴν εἰκόνα Της καὶ λέω: «Παναγία µου, πάρε αὐτὰ τὰ λουλούδια ἀπὸ τὸ Περιβόλι Σου».

Κυριακή 7 Αυγούστου 2022

ΙΕΡΟΚΗΡΥΚΑΣ ΔΗΜΗΤΡΙΟΣ ΠΑΝΑΓΟΠΟΥΛΟΣ: "ΓΙΑΤΙ ΝΑ ΧΑΣΩ ΤΗΝ ΑΙΩΝΙΟΤΗΤΑ; "

Τρεις μέρες πριν κοιμηθεί ο αείμνηστος ιεροκήρυκας Δημήτριος Παναγόπουλος, του παρουσιάστηκε η Παναγία μας και τον ενημέρωσε, ότι σε 3 μέρες, ο Κύριος θα τον έπαιρνε...

Με αφορμή λοιπόν αυτήν την αποκάλυψη που του έκανε η Παναγία, αποφάσισε την επομένη μέρα, να κάνει την τελευταία του ομιλία με θέμα «Περί θανάτου». 

Και σε εκείνη την ομιλία, στην οποία ήταν εμφανώς συγκινημένος, διότι αποχαιρετούσε το ακροατήριό του, χωρίς εκείνοι να το γνωρίζουν, κατέληγε την ομιλία του, με τα εξής διδακτικά λόγια:

- Γιατί να χάσω την αιωνιότητα; σε ερωτώ.

- Δεν υπάρχει τίποτα; Δεν υπάρχει άλλη ζωή! θα μου πεις.

- Συμφωνούμε... Εάν όμως υπάρχει ένα στο εκατομμύριο, τί κέρδισες εσύ που δεν πιστεύεις και τί έχασα εγώ που πιστεύω; Που έφαγες λίγα μοσχάρια παραπάνω και εγώ έφαγα τα χόρτα που τρέφουν τα μοσχάρια; 

Που πήρες τη γυναίκα του αλλουνού ή πήρες τον άνδρα της αλληνής; 

Τί έκανες λοιπόν παραπάνω; 

Εσύ που τα ισοπέδωσες όλα, που δεν φοβάσαι Θεό... 

Εγώ νομίζω κάθε πρωΐ είναι πικρότερο το στόμα το δικό σου και χαλασμένο το στομάχι σου από το δικό μου που ζω μια ζωή συντηρητική. 

Νομίζω... 

Και τί πρόκειται να κερδίσω εγώ που πίστεψα και τί πρόκειται εσύ να χάσεις, που δεν πίστεψες, αν υπάρχει άλλη ζωή; 

Αυτές είναι οι λογικές σκέψεις που πρέπει να πρυτανεύουν στον άνθρωπο. 

Ας ακούσουμε λοιπόν τη φωνή του Θεού για να ζήσουμε στην αιωνιότητα, πράγμα που εύχομαι εις αλλήλους και εις πάντας. Αμήν. 

† Δημήτριος Παναγόπουλος 13 Φεβρουαρίου 1982

Αιωνία του η μνήμη

Π.ΔΗΜΗΤΡΙΟΣ ΜΠΟΚΟΣ: "ΟΤΑΝ Η ΠΑΝΑΓΙΑ ΚΑΘΟΤΑΝ ΣΤΟ ΣΠΙΤΙ ΜΑΣ...".

 Όταν η Παναγία καθόταν στο σπίτι μας….
π. Δημητρίου Μπόκου

Κατά το Μάιο του 1929, τα λίγα χωράφια του χωριού και τα αμπέλια του κινδύνευαν να καταστραφούν τελείως από την επιδρομή αμέτρητων παμφάγων ακρίδων. Τρόπος να τις διώξουν δεν υπήρχε, ούτε μέσο να τις καταστρέψουν.

Τα χτήματα ήταν στην απόλυτη κυριαρχία της φοβερής ακρίδας. Όλοι οι χωρικοί έβλεπαν με δέος, πόνο και απελπισία την επικείμενη καταστροφή. Μόνο ο πανάγαθος Θεός μπορούσε να βοηθήσει με το άπειρο έλεός του και με τις ικεσίες της προστάτιδάς μας Παναγίας της Πυρσόγιαννης.

Το ίδιο απόγευμα οι κάτοικοι του χωριού, με πρώτο τον ιερέα παπα-Ηλία Παπακώστα, πηγαίνουν ασθμαίνοντας να φέρουν τη θαυματουργό εικόνα της Παναγίας για να γλυτώσει η Χάρη της τα χτήματα από την ολική καταστροφή και εξαφάνιση.

Όλο το βράδυ έψαλαν με κατάνυξη και με ιδιαίτερη προσοχή τη μεγάλη Παράκληση και πουρνό-πουρνό, ψάλλοντας σε όλο τον δρόμο το «Εν τη Γεννήσει την παρθενίαν εφύλαξας, εν τη Κοιμήσει τον κόσμον ου κατέλιπες, Θεοτόκε…», τη μετέφεραν στο χωριό μας και στον Ιερό Ναό του Αγίου Γεωργίου.

Γονατιστοί μέσα στο ναό έψαλαν τη μεγάλη Παράκληση και πήραν Αγιασμό, για να ραντίσουν τα δοκιμασμένα από τη λαίλαπα των ακρίδων χτήματα.

Στο τέλος όλο το χωριό με επικεφαλής τον ιερέα παπα-Ηλία Παπακώστα, ψάλλοντας συνεχώς και ικετεύοντας, έφεραν τη θαυματουργή Εικόνα έξω από τον Ναό του Αγίου Μηνά, με πρόσωπο προς τα χτήματα και προσεύχονταν για να κάνει το θαύμα η Παναγία μας.

Και ω των θαυμασίων σου, Μητέρα του Θεού, Μητέρα της ψυχής μας και προστασία όλων! Οι ακρίδες, σύννεφα ολόκληρα, φεύγοντας από τα χτήματα, έπεφταν στον Σαραντάπορο ποταμό και πνίγονταν.

Η φωνή απελπισίας, η θερμή ικεσία και παράκληση των συγχωριανών εισακούσθηκε. Η Παναγία μας, η προστάτις όλων των πονεμένων, έσωσε για μια ακόμη φορά το χωριό μας. Δοξασμένο ας είναι το άγιο όνομά της!

(Ελεύθερη παράθεση από το βιβλίο: Νικολάου Τσίπα, Σεργιάνισμα στους χώρους και στην ιστορία της Πυρσόγιαννης).

Τέτοια γινόντουσαν τις εποχές που οι άνθρωποι είχαν μονάχα τον γείτονα και τον Θεό. Τον γείτονα για τα πέρα-δώθε, τον Θεό για τα δύσκολα. Είτε χαρά είχαν είτε λύπη, εκεί θα έτρεχαν.

Έλεγαν π.χ. οι Φαρασιώτες της Καππαδοκίας, οι συμπατριώτες του αγίου Παϊσίου: «Εμείς στην πατρίδα μας τί θα πει γιατρός δεν ξέραμε. Στον Χατζεφεντή τρέχαμε (στον άγιο Αρσένιο, που τους διάβαζε κάποια ευχή και γίνονταν καλά).

Στην Ελλάδα μάθαμε από γιατρούς, αλλ’ αν τα πούμε αυτά εδώ στους ντόπιους, τους φαίνονται παράξενα».

Ο Θεός, η Παναγία και οι Άγιοι, ήταν η απαντοχή τους, η παρέα, το αποκούμπι τους. Μ’ αυτούς τα λέγανε, μ’ αυτούς τρωγόντουσαν νύχτα και μέρα. Στον Θεό λέγαν την καλημέρα τους με το που άνοιγαν τα μάτια τους, σ’ αυτόν και την καληνύχτα τους.

Ο μεγάλος Μακρυγιάννης διηγείται πως μάλωσε κάποτε, φτωχό παιδί, με τον Αϊ-Γιάννη τον Πρόδρομο, πικραμένος από την ανθρώπινη κακία. Και μια με τις απειλές, μια με τα παρακάλια, έκαμα, λέει, τις συμφωνίες μου με τον άγιο, να με βοηθήσει αυτός να προκόψω, κι εγώ να του φτιάξω καινούργια την εκκλησία του.

Ο ατίθασος Καραϊσκάκης είχε την Παναγία την Προυσιώτισσα, την «Κυρά της Ρούμελης», σαν μάνα του. Στο μοναστήρι της είχε τη μόνιμη κατοικία του. Της μιλούσε με απόλυτη οικειότητα.

Με τη γνωστή του αμετροέπεια, χαριεντίζονταν μαζί της με απλότητα, όταν ασήμωσε την εικόνα της, μετά από μια θεραπεία του από τους πυρετούς και τις θέρμες που τον τσάκιζαν αδιάκοπα: «Γυναίκα δεν είσαι και συ, Μεγαλόχαρη;

Έπρεπε, βλέπεις, να σου τάξω μπιχλιμπίδια για να με κάνεις καλά!»

Αυτά δείχνουν σχέση. Οικεία, ζεστή σχέση. Ο Θεός, οι άγιοι, μα ιδιαίτερα η Παναγία, δεν ήταν κάποιοι ξένοι, άγνωστοι, μα σπιτικοί, οι δικοί τους άνθρωποι. Μέλη της οικογένειάς τους.

Δεν βάδιζαν μόνοι τον τραχύ δρόμο της ζωής τους, αλλά παρέα με τους αγίους τους, «συν πάσι τοις αγίοις». Οικοδέσποινα, νοικοκυρά σε κάθε σπίτι, είχαν πάντα τη Μεγαλόχαρη. Σε κάθε συμφορά, την Παναγιά καλούσαν πρώτη-πρώτη να συνδράμει.

Δεν ήταν γάμος και χαρά, που να μη ζητήσουν με τα όμορφα τραγούδια τους να παρευρεθεί κι εκείνη στη χαρούμενη συντροφιά τους.

– Έλα Θεέ και Παναγιά με τον Μονογενή σου,
κι ευλόγα μας τούτ’ την δουλειάν, που ’ναι ’πο την βουλήν σου…

Δεν ήταν πόνος και καημός, που δεν θα τον ακουμπούσαν στα πόδια της πιο πονεμένης μάνας του κόσμου.

Τα δάκρυα της Παναγιάς για τον μοναχογιό της, γίνονταν βάλσαμο και παρηγοριά, ένα με τα δικά τους δάκρυα. Έσμιγε το πικρό μοιρολόι τους με τον θρήνο της Μεγάλης Μάνας τους.

– Άρχοντες, αφουγκράστε μου της Δέσποινας τον θρήνον,
πώς κλαίει τον Μονογενή εις τον Σταυρόν εκείνον…

Δεν έβαζαν ψωμί στο στόμα τους, αν δεν καλούσαν Χριστό και Παναγιά συντροφιά στο τραπέζι τους, αχώριστους συνδαιτυμόνες τους.

– Σε τουτ’ την τάβλα που ’μαστε, σε τούτο το τραπέζι,
τον Άγγελο φιλεύουμε και το Χριστό κερνάμε
και την Παρθένα Δέσποινα διπλά την προσκυνάμε,
να μας χαρίσει τα κλειδιά, κλειδιά του Παραδείσου,
ν’ ανοίξω τον Παράδεισο, να μπω να σεργιανίσω,
να δω τους πλούσιους πώς περνούν και τους φτωχούς τί κάνουν…

Και η Παναγιά; Να μη συντρέχει, όταν τ’ αγαπημένα της παιδιά την προσκαλούν; Να μη σκοτώνεται να τα σκεπάσει, όταν απελπισμένα τη φωνάζουν;

Σχέση αγάπης, βλέπεις, είναι αυτή, αμφίδρομη, πώς να φανεί αδιάφορη; Αισθάνεται μάνα κι αυτή για όσους αισθάνονται παιδιά της. Ξεχειλίζει ο μητρικός της πόθος για μας.

Εμείς όμως; Σήμερα που δεν μας νοιάζει ο γείτονας και τον Θεό δεν τον ντρεπόμαστε μήτε τον θέλουμε, που νοιώθουμε τάχα δυνατοί και άτρωτοι στον, παρά ταύτα, ετοιμόρροπο τενεκεδένιο μας παράδεισο, θα παραμείνουμε αδιάφοροι σε μια τέτοια μητέρα;

Που καταδέχεται να μας θεωρεί, όχι κάποιους μακρινούς, αλλά καταδικούς της οικείους, λατρεμένους της συγγενείς; Πού θα ξαναβρούμε μια τέτοια αγάπη;

«Συγγενούς οικειότητος μη επιλάθη, Δέσποινα…»

Εορτή Κοιμήσεως Θεοτόκου
Αύγουστος 2018
Α ν τ ι ύ λ η
Ι. Ναός Αγ. Βασιλείου, 481 00 Πρέβεζα
Τηλ. 26820-25861/23075/6980.898.504
e-mail: antiyli.gr@gmail.com

Πηγή Askitikon.

ΚΥΡΙΑΚΗ Η' ΜΑΤΘΑΙΟΥ: ΕΡΜΗΝΕΙΑ ΣΤΗΝ ΠΕΡΙΚΟΠΗ ΤΩΝ ΠΕΝΤΕ ΑΡΤΩΝ (+ ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΤΗΣ ΣΟΥΡΟΖ ΑΝΤΩΝΙΟΣ ΜΠΛΟΥΜ).

Κυριακή Η’ Ματθαίου: Ερμηνεία στην περικοπή των Πέντε Άρτων 
(† Μητροπολίτης Σουρόζ Αντώνιος Bloom)

Εἰς τὸ ὄνομα τοῦ Πατρὸς και του Υἱοῦ και τοῦ Ἁγίου Πνεύματος

Χρόνο μὲ τὸ χρόνο καὶ ἀπὸ γενιὰ σὲ γενιὰ διαβάζουμε τὸ Εὐαγγέλιο σὲ νέα πλαίσια και ὑπὸ τὸ πρῖσμα σημερινῶν καταστάσεων, εἴτε εἶναι προσωπικὲς ἤ ἱστορικὲς. Καὶ κάθε φορὰ τὸ ἕνα ἤ τὸ ἄλλο ἐδάφιο μπορεῖ μὲ διαφορετικὸ τρόπο νὰ προκαλεῖ τὴν προσοχή μας.

Σήμερα διαβάσαμε τὴν περικοπὴ γιὰ τὸν χορτασμὸ τοῦ πλήθους ἀπὸ τὸν Χριστὸ. Καὶ πιὸ συχνὰ ἔχουμε διαβάσει στὰ κείμενα τῶν Πατέρων καὶ σὲ πνευματικοὺς συγγραφεῖς γιὰ τὸ αἴσθημα τῆς κατάπληξης στὸ ἔλεος τοῦ Θεοῦ καὶ τῆς δύναμης ποὺ μποροῦσε νὰ θρέψει τόσους πολλοὺς μὲ τόσο λίγα, ποὺ πράγματι κάνει θαύματα σ’ ἕναν κόσμο τόσο πολὺ ἀποξενωμένο ἀπὸ Ἐκεῖνον, ὅταν μοναχὰ μιὰ ὑποψία πίστης, μιὰ ρωγμὴ στὴν ἁρματωσιὰ τῆς ἀπιστίας μας θὰ τοῦ ἐπέτρεπε νὰ ἐνεργήσει.

Καὶ σήμερα διαβάζοντας τὴν Εὐαγγελικὴ περικοπὴ μὲ ξάφνιασαν ξανὰ τὰ λόγια τοῦ Χριστοῦ. Οἱ μαθητὲς του κάνουν ἔκκληση νὰ διώξει τὰ πλήθη, ἐπειδὴ ἡ μέρα ἔφθασε στὸ τέλος της, ἐπειδὴ ἡ ἀπόσταση ἀπὸ τὸ μέρος ποὺ βρίσκονται μέχρι τὰ γειτονικὰ χωριὰ εἶναι μεγάλη, ἡ κούραση καὶ τὸ σκοτάδι θα τοὺς καταβάλλουν ἐὰν παραμείνουν ἐκεῖ περισσότερο. Καὶ ὅμως, ἔμειναν χωρὶς φαγητὸ μιὰ ὁλόκληρη μέρα, ἀκούγοντας τὸν ζωηφόρο λόγο τοῦ Χριστοῦ.

Καὶ ὁ Χριστὸς λέει στοὺς μαθητὲς: Ὄχι, δὲν χρειάζεται νὰ φύγουν· δῶστε τους ἐσεῖς νὰ φᾶνε.. Πῶς μποροῦν νὰ θρέψουν ἕνα πλῆθος τόσο μεγάλο; Χιλιάδες ἄνδρες, γυναῖκες, παιδιὰ, ἐνῶ τὸ μόνο ποὺ ἔχουν εἶναι πέντε ψωμιὰ καὶ δύο ψάρια. Καὶ ἐδῶ εἶναι ἡ πρόκληση ποὺ ἀπευθύνει ὁ Χριστὸς σ’ ἐκείνους καὶ σ’ ἐμᾶς. Ναί – ὁ Θεὸς μπορεῖ νὰ πραγματοποιήσει αὐτὸ τὸ θαῦμα· ἀλλὰ ὄχι ἄν δὲν συμβάλλουμε σ’ αὐτὸ ἁπλόχερα καὶ μ’ ἀνοιχτὴ καρδιὰ. Δὲν εἶπε στοὺς μαθητὲς Του: Κρατῆστε ὅσο περισσότερα τρόφιμα μπορεῖτε γιὰ σᾶς, καὶ δῶστε τὰ ὑπόλοιπα, ὅ,τι ἀπέμεινε στοὺς ἄλλους. Τοὺς λέει: Πᾶρτε ὅ,τι ἔχετε καὶ δῶστε τα ὅλα…

Αὐτὸ δὲν μᾶς λέει ὁ Χριστὸς, μὲ πολὺ ἰδιαίτερο τρόπο, σὲ ἐποχές ποὺ εἴμαστε τόσο ἀσφαλεῖς, τόσο πλούσιοι, καὶ ὅταν καθημερινὰ ἀκοῦμε γιὰ πείνα, δυστυχία, γιὰ θάνατο ἀπὸ ἀσιτία ἑκατοντάδων ἀνθρώπων. Καὶ αὐτὸ ποὺ ἁπλὰ μᾶς λέει ὁ Θεὸς εἶναι: δῶστε ὅ,τι μπορεῖτε καὶ ἄφηστε με μετὰ νὰ ἐνεργήσω· μὴν μοῦ ζητᾶτε νὰ κάνω ἕνα θαῦμα, ἐνῶ μπορεῖτε νὰ τὸ κάνετε μόνοι σας.

Οἱ Ἀπόστολοι μποροῦσαν νὰ κάνουν λίγα πράγματα· μποροῦσαν νὰ μοιράσουν πέντε ἅρτους καὶ δύο ψάρια· ἀλλὰ ἐμεῖς μποροῦμε νὰ μοιράσουμε τόσα πολλὰ! Ἐὰν οἱ καρδιὲς μας ἦταν ἀνοιχτὲς, ὁ Θεὸς θὰ ἔκανε τὶς πέτρινες καρδιές μας καρδιὲς ζωντανές, ἄν εἴχαμε μάθει τὶ σημαίνει νὰ εἴμαστε γενναιόδωροι καὶ ὑπεύθυνοι ὁ ἕνας πρὸς τὸν ἄλλον, ἄν εἴχαμε μάθει λίγο, τόσο λίγο! – ν’ ἀγαπᾶμε στὴν πράξη τὸν πλησίον μας, τότε δὲν θὰ ὑπῆρχε πείνα στὸν κόσμο.

Καὶ αὐτὸ ποὺ μᾶς λέει σήμερα το Εὐαγγέλιο, εἶναι , «κοιτᾶξτε γύρω σας»· σὲ κάθε πρόσωπο ποὺ πεινάει, ποὺ δὲν ἔχει στέγη, ποὺ βρίσκεται σὲ ἀνάγκη καὶ θυμηθεῖτε ὅτι καθένα ἀπὸ αὐτὰ τὰ πρόσωπα εἶναι δική σας εὐθύνη, ἡ πείνα τους, ἡ ἔλλειψη στέγης, ἡ δυστυχία τους εἶναι ἀποτέλεσμα τοῦ πλούτου, τῆς ἄνεσης, καὶ τῆς ἄρνησής σας νὰ μοιραστεῖτε, νὰ προσφέρετε, ὄχι νὰ δώσετε περισσότερο ἀπ’ ὅ,τι ἔχετε -ἁπλὰ νὰ δώσετε.

Ἄν μοναχὰ θυμόμασταν, καθὼς ἕνας Ἅγιος, τοῦ ὁποίου τὸ ὄνομα δὲν θυμᾶμαι τώρα, γράφει σ’ ἕνα κείμενό του, ὅτι ὅποτε τρώει μιὰ μπουκιὰ ποὺ δὲν τοῦ εἶναι ἀπαραίτητη, ὅποτε ἀποκτᾶ ἥ κατέχει ὁ,τιδήποτε πέρα ἀπὸ τὶς ἀπόλυτες ἀνάγκες του, τὸ κλέβει ἀπὸ τοὺς πεινασμένους, ἀπὸ τοὺς ἄστεγους, ἀπὸ αὐτοὺς ποὺ δὲν ἔχουν ροῦχα – εἶναι κλέφτης.

Δὲν ἀπευθύνεται ἀκριβῶς αὐτὸ σὲ μᾶς ἀπ’ ὅτι στὸν ἀσκητή;

Ἄς προβληματιστοῦμε, ἐπειδὴ συμπεριφέρομαστε σὰν ἀνόητοι, ἀνάξιοι οἰκονόμοι· ὑπάρχει κάτι παρόμοιο ὅπως ἡ διαχείριση τοῦ πλούτου- πνευματικοῦ, συναισθηματικοῦ, ἠθικοῦ καὶ ὑλικοῦ. Θυμᾶστε πιθανὸν τὴν ἱστορία τοῦ ἀνάξιου, ἀπίστου οἰκονόμου ποὺ γέλασε τὸν κύριο του, τὸν ἔκλεψε, καὶ ὅταν ἐπρόκειτο ν’ ἀπολυθεῖ ἐπειδὴ ὁ κύριος του ἀνακάλυψε τὴν ἀτιμία του, κάλεσε τοὺς ἀνθρώπους ποὺ τοῦ χρωστοῦσαν χρήματα καὶ μείωσε τὸ χρέος τους. Αὐτὸ εἶναι κάτι ποὺ θὰ μπορούσαμε νὰ μάθουμε. Στράφηκε στοὺς ἀνθρώπους, καὶ ἔδωσε ὅποια βοήθεια μποροῦσε· ἐμεῖς δὲν τὸ κάνουμε. Ἄς μᾶς προβληματίσουν τὰ λόγια τοῦ Χριστοῦ: Δὲν χρειάζεται νὰ φύγουν μακρυά μου γιὰ νὰ φᾶνε· δῶστε τους ὅ,τι χρειάζονται. Καὶ ἄν κοιτάξουμε γύρω μας, ὄχι μακρυά, ἀλλὰ ἀκριβῶς δίπλα μας, τὶς ἀνάγκες τῶν ἀνθρώπων ποὺ πεινᾶνε, ποὺ εἶναι ἄστεγοι, ποὺ εἶναι στερημένοι ἀπὸ δικαιώματα, ἤ ἁπλὰ τοὺς γείτονες μας ποὺ εἶναι κάποιες φορὲς τόσο μοναχικοὶ, ποὺ χρειάζονται ἕναν λόγο παρηγοριᾶς, φιλία, ἀλληλεγγύη, θὰ μπορούσαμε νὰ κάνουμε πράξη τὴν ἐντολὴ τοῦ Χριστοῦ.

Ἄς μὴν ξεγελιόμαστε, δὲν θὰ γίνει αὐτὸ μὲ λόγια παρηγοριᾶς, μ’ εὐγενικὲς χειρονομίες. Ὁ Χριστὸς εἶπε: Δῶστε ὅ,τι ἔχετε καὶ ἴσως θὰ πεῖ σὲ μᾶς ἐκτιμώντας τὴν λιγοστὴ πίστη ποὺ ἔχουμε, τὴν στενότητα καὶ τὴν σκληρότητα τῆς καρδιᾶς μας: Δῶστε ὅ,τι εἶναι περιττὸ στὴ ζωὴ σας, ὅ,τι ξοδεύετε γιὰ τὸν ἑαυτὸ σας χωρὶς νὰ χρειάζεται, δίχως ν’ ἀντλεῖται ἀπ’ αὐτὰ ἀληθινὴ χαρὰ καὶ ἱκανοποίηση- δῶστε τα καὶ τὸτε ἀφῆστε τὸ Θεὸ νὰ ὁλοκληρώσει τὸ δῶρο Του, νὰ κάνει τὰ ὑπόλοιπα.

Αὐτὴ εἶναι ἡ κρίση τοῦ Θεοῦ ἐπάνω μου· εἶναι ἐπίσης τὸ κάλεσμα ποὺ ἀπευθύνει στὸν καθένα ἀπὸ σᾶς. Ἀμήν.

( Πηγή: agiazoni.gr)

ΟΣΙΟΣ ΙΩΣΗΦ Ο ΓΕΡΟΝΤΟΓΙΑΝΝΗΣ

Όσιος Ιωσήφ ο Γεροντογιάννης 

Ο Ιωάννης Βιτσέντζος ή Γεροντογιάννης γεννήθηκε στο ημιερειπωμένο Μονύδριο του Τιμίου Προδρόμου Καψά το 1799 μ.Χ. Στα ερειπωμένα κελλιά της άγονης και απόμονωμένης περιοχής είχαν μεταβεί οι ευσεβείς και ενάρετοι γονείς του Εμμανουήλ και Ζαμπία λόγω τουρκικής επιδρομής. Αργότερα, όταν ησύχασε η κατάσταση, διέμειναν μόνιμα στο χωριό Λιθίνες.

Όταν ήρθε σε νόμιμη ηλικία νυμφεύθηκε την κυνηγημένη από τους Τούρκους Καλλιόπη από την οικογένεια των Γεροντάκηδων ή Γεροντήδων, η οποία ζούσε κρυμμένη και εκείνη στα νοτιοανατολικά παράλια, φοβούμενη μήπως έχει την ίδια τύχη που είχε η μοναδική αδελφή της, η οποία αυτοκτόνησε για να μην ατιμασθεί από ένα Τούρκο που είχε ενδιαφερθεί έντονα γι’ αυτήν. Γι’ αυτό και η Καλλιόπη στάλθηκε από τους γονείς της στις ερημικές ακτές της περιοχής, κοντά στην έρημη τότε Μονή Καψά και τελικά παντρεύθηκε τον Γεροντογιάννη, με τον οποίο απέκτησε τέσσερα παιδιά, τρεις κόρες κι ένα γιο.

Ο Γεροντογιάννης ήταν ατίθασος, αλλά ιδιαίτερα ευσεβής. Πολλές φορές είχε γίνει στόχαστρο των τουρκικών αρχών και τον είχε καταδιώξει η Τουρκική Αστυνομία. Γι’ αυτό συχνά κατέφευγε με την οικογένειά του στο φαράγγι των Περβολακίων, όπου ήταν αδύνατο να τον ανακαλύψει κανείς. Το περισσότερο διάστημα του έτους διέμεναν στο μετόχι «Κατσαρόλι», κοντά στις Λιθίνες.

Σύμφωνα με την παράδοση, κάποια Κυριακή ο Ιωάννης μάζεψε ξύλα και τα φόρτωσε στο ζώο για να τα πουλήσει, όπως συνήθιζε, στα χωριά Αρμένους και Χανδράς και να αγοράσει κρασί. Πήρε μαζί του και τη σύζυγό του Καλλιόπη και την άφησε στις Λιθίνες για να δει τους συγγενείς της, ενώ τα παιδιά έμειναν μόνα τους στο μετόχι. Στο γυρισμό ένα κακό προαίσθημα είχε φωλιάσει στην καρδιά της Καλλιόπης που παρακινούσε συχνά το σύζυγό της να βαδίσει γρηγορότερα. Όταν έφτασαν βρήκαν τη μικρή τους κόρη Ειρήνη καμμένη έξω στο αλώνι, που την είχαν βγάλει τα άλλα αδέλφιά της, νομίζοντας ότι ο αέρας θα έσβηνε τη φωτιά που είχε πιάσει το φορεματάκι της. Το ατύχημα αυτό που επέφερε τον θάνατο της κόρης του, θεωρήθηκε από τον Ιωάννη θεία τιμωρία για τις αμαρτίες του και κυρίως για την καταπάτηση της Κυριακάτικης αργίας. Το γεγονός αυτό σφράγισε τη ζωή του και στάθηκε η αφορμή για να μεταμορφωθεί.

Έφυγε από το μετόχι και εγκαταστάθηκε μόνιμα στις Λιθίνες. Οι χωριανοί, οι συγγενείς και όσοι τον γνώριζαν διαπίστωναν καθημερινά την «αλλοίωσή του». Ο σκληρόκαρδος, ευέξαπτος και εριστικός Ιωάννης μεταμορφώθηκε σε έναν μακρόθυμο, ελεήμονα, πράο και ανεξίακακο άνθρωπο. Η συνειδητή συμμετοχή του στη μυστηριακή ζωή της Εκκλησίας, οι νηστείες, οι προσευχές, οι ελεημοσύνες και η διαρκής μετάνοια καθάρισαν την καρδιά του, φώτισαν το νου του και μπόρεσε να δεχθεί μία θεία αποκάλυψη, που έμελλε να σταθεί καθοριστική για τη μετέπειτα ζωή του. Ο Γεροντογιάννης το έτος 1841 μ.Χ. σε ηλικία 42 ετών έπεσε σε βαθύ ύπνο. Άγγελος Κυρίου τον άρπαξε, όπως τον Απόστολο Παύλο, σε υψηλή θεωρία και είδε τις τάξεις των δικαίων που βρίσκονται σε ουράνια δόξα και χαρά, αλλά και τις διάφορες τιμωρίες των καταδικασμένων στην αιώνια κόλαση. Μετά από 43 ώρες ξύπνησε χαρούμενος και γαλήνιος βλέποντας γύρω του πλήθος από συγγενείς, γειτόνους και συγχωριανούς του, οι οποίοι είχαν μαζευθεί για να δουν από κοντά τι του συμβαίνει. Ανάμεσά τους και μια παράλυτη γρια, πάνω στην οποία άπλωσε το χέρι του και ψιθυρίζοντας κάποια ευχή, την θεράπευσε μπροστά στα έκπληκτα μάτια των πολυάριθμων παρευρισκομένων. Αμέσως μετά άρχισε να κηρύττει και να θαυματουργεί. Πολλοί κάτοικοι της επαρχίας Σητείας περνούσαν καθημερινά από το σπίτι του για να τον συναντήσουν και να πάρουν την ευλογία του, να δεχθούν τις συμβουλές του και να θεραπευθούν από τις διάφορες ασθένειές τους.

Τα γεγονότα αυτά, όπως ήταν φυσικό, δημιούργησαν θόρυβο γύρω από το όνομά του. Τη χρονιά αυτή επικρατούσε αναστάτωση λόγω της επανάστασης και ο Γεροντογιάννης θεωρήθηκε ύποπτος από τις Τουρκικές αρχές και διαβλήθηκε ως επικίνδυνος για τη δημόσια ασφάλεια, διότι τάχα οι συναθροίσεις στο σπίτι του είχαν σκοπούς επαναστατικούς με θρησκευτικό πρόσχημα. Η αλήθεια είναι ότι τον Όσιο Γεροντογιάννη περιέβαλαν κυρίως ασθενείς και ανάπηροι άνθρωποι, στον οποίο κατεύφευγαν για να βρουν ανακούφιση, παρηγοριά και θεραπεία. Τρεις φορές κλήθηκε για να απολογηθεί ενώπιον του Διοικητού Κρήτης Μουσταφά Πασά. Όμως αυτές οι αλλεπάλληλες διώξεις και προσαγωγές στο Ηράκλειο είχαν το ακριβώς αντίθετο αποτέλεσμα, αφού από κάθε χωριό που περνούσε ο διωκόμενος καλόγερος σήμαινε συναγερμός και μαζεύονταν πλήθος κόσμου για να τον χαιρετήσει και να λάβει την ευλογία του. Μάλιστα κατά την τρίτη προσαγωγή του Γεροντογιάννη συγκεντρώθηκε πλήθος πιστών με αποτέλεσμα να εξοργιστεί ο Διοικητής και να διατάξει τη φρουρά του να διαλύσει με βία το πλήθος και να οδηγήσει τον Γεροντογιάννη αμέσως στη φυλακή. Ύστερα από παράκληση όμως κάποιου Σητειακού συμβούλου του Διοικητή, του Ιωάννου Καπετανάκη ή Γαλανάκη από το χωριό Κρυά, του επιτράπηκε να πάρει στο σπίτι του τον Γεροντογιάννη, χωρίς όμως να βγαίνει έξω μέχρι να εκδοθεί η απόφαση, η οποία φημολογούνταν ότι θα ήταν η εξορία εκτός της Κρήτης ή η φυλάκιση. Συνέβη, όμως, ο σοβαρός τραυματισμός του μικρού παιδιού του Διοικητού, που γκρεμίστηκε από τη σκάλα και έμεινε αναίσθητο, χωρίς να μπορεί κανένας ιατρός να το επαναφέρει στις αισθήσεις του. Η πατρική στοργή ανάγκασε τον Τούρκο Διοικητή να καλέσει τον θαυματουργό θεραπευτή των Ρωμιών, τον Γεροντογιάννη, ο οποίος πράγματι μόλις ακούμπησε το χέρι του πάνω στο αναίσθητο παιδί και απήγγειλε μια ευχή, αμέσως το μισοπεθαμένο παιδί απέκτησε τις αισθήσεις του και επανήλθε στη ζωή. Ανάλογη θεραπεία έδωσε και στην πεθερά του Διοικητού την οποία απάλλαξε από χρόνια και ανίατη αρρώστια. Τότε ο Τούρκος Διοικητής άφησε ελεύθερο τον Γεροντογιάννη να επιστρέψει στο χωριό του για να συνεχίσει το φιλάνθρωπο έργο του. Μάλιστα με πολλή ευγνωμοσύνη του έστειλε πλούσια δώρα στο χωριό του, αλλά εκείνος δέχθηκε να κρατήσει μόνο 17 κανδύλια για τον ναό της Παναγίας των Λιθινών. Τότε ο Επίσκοπος Ιεράς και Σητείας Ιλαρίων συμβούλευσε τον Γεροντογιάννη να πάει σε μία ερημική μακρινή περιοχή, έτσι ώστε να σταματήσουν οι αντιδράσεις και οι καταγγελίες των Τούρκων. Ως καταλληλότερο χώρο δεν μπορούσε να σκεφθεί ο Όσιος άλλο τόπο εκτός το ημιερειπωμένο Μονύδριο του Καψά, όπου γεννήθηκε, βαπτίσθηκε και νυμφεύθηκε. Έτσι, η νεώτερη ιστορία της Μονής αρχίζει με την απόφαση του να εγκατασταθεί το έτος 1841 μ.Χ., στην έρημο του Καψά.

Μετά το 1840 μ.Χ. η διοίκηση της Κρήτης από τον Μουσταφά Ναϊλή Πασά ήταν συχνά ανεκτική και οι τουρκικές αρχές έδειχναν ανοχή στην ανακαίνιση μοναστηριών και στην επισκευή πολλών ιερών ναών που είχαν παραμεληθεί για αιώνες ολόκληρους. Έτσι, το 1841 μ.Χ. ο τελευταίος ιδιοκτήτης της περιοχής στην οποία βρισκόταν και το ερειπωμένο Μονύδριο του Τιμίου Προδρόμου, Χατζη-Νικόλαος Ζαφείρης από το χωριό Αγία Τριάδα Σητείας, ο οποίος την είχε αγοράσει από τον Τούρκο Δερβίς Αγά Χατζαριφάκη, παραχώρησε το σπηλαιώδη ναό και τη γύρω από το έρημο Μονύδριο έκταση στον Όσιο Ιωσήφ τον Γεροντογιάννη, ιδρυτή και ανακαινιστή της Μονής. Ο Όσιος ήταν εντελώς αγράμματος και δεν άφησε γραπτά στοιχεία για να γνωρίζουμε με σιγουριά τι βρήκε στον Καψά τότε. Βέβαιο είναι ότι υπήρχε ο ναός του Αγίου Ιωάννου, που όπως φαίνεται προσέλκυε πολλούς πιστούς από τα γύρω χωριά, καθώς και δύο οικήματα δίπλα στο ναό. Υπήρχε ακόμα ένα πηγάδι με υφάλμυρο νερό, εικόνα που μαρτυρεί την προΰπαρξη μοναστηριού, πάνω στα ερείπια του οποίου κτίσθηκε η νέα Μονή. Το εγκαταλελειμμένο Μονύδριο άρχισε πάλι να αποκτά ζωή και να συρρέουν προσκυνητές και ασθενείς που ήθελαν να γνωρίσουν τον ιδιότυπο ερημίτη και επιζητούσαν την ευλογία του για τη θεραπεία των ασθενειών τους.

Ο Όσιος Γεροντογιάννης έμενε σ’ ένα απόκρημνο σπήλαιο για δεκαεπτά χρόνια βορειοδυτικά του σπηλαιώδους ναού και τα παλιά κελλιά παραχωρήθηκαν στους πολυάριθμους προσκυνητές, ενώ αρκετοί ήταν και οι υποψήφιοι μοναχοί που ήθελαν να μονάσουν δίπλα στον ερημίτη, ώστε να αρχίσει να δημιουργείται ο πυρήνας της πρώτης συνοδείας του. Τα γεγονότα αυτά επέβαλαν την ανακαίνιση της Μονής, την επισκευή των παλιών κτιρίων και την ανέγερση νέων. Οι οικοδομικές εργασίες συνεχίστηκαν για αρκετά χρόνια, με εξαίρεση μία διακοπή το 1858 μ.Χ., όπου ο Γεροντογιάννης για πέντε μήνες κατέφυγε στην Κάσο, λόγω μιας νέας επανάστασης που ξέσπασε στην τουρκοκρατούμενη Κρήτη.

Το 1861 μ.Χ. προστέθηκε και το δεύτερο κλίτος της Αγίας Τριάδος στο Καθολικό της Μονής μέσα στο βράχο. Τα κτίσματα οικοδομήθηκαν σε τέσσερα επίπεδα και περιελάμβαναν κελλιά, ξενώνα, τράπεζα, μαγειρείο, φούρνο, αποθήκες και μια μεγάλη υδατοδεξαμενή για τη συλλογή των ομβρίων υδάτων.
Το 1863 μ.Χ. το μοναστήρι ήταν εντελώς έτοιμο και ο τότε Επίσκοπος Ιεράς και Σητείας Ιλαρίων τέλεσε τα εγκαίνια του Καθολικού της Μονής και προχείρισε τον κατά κόσμο Ιωάννη σε Μεγαλόσχημο Μοναχό, μετονομάζοντάς τον σε Ιωσήφ.

Ο Όσιος Γεροντογιάννης εξακολουθούσε να παραμένει στη Μονή Καψά μέχρι που ξέσπασε η επανάσταση του 1866 μ.Χ., και τότε φοβούμενος μήπως οι κατακτητές καταστρέψουν το μοναστήρι, αποφάσισε να εγκατασταθεί μαζί με τη συνοδεία του σε ένα παλιό ξεχασμένο και εγκαταλελειμμένο μοναστήρι την Αγία Σοφία, που βρίσκεται στο οροπέδιο των Αρμένων στη μέση περίπου της επαρχίας Σητείας. Στη Μονή Καψά άφησε μόνο ένα επιστάτη-μοναχό μέχρι το 1870 μ.Χ. Ο Όσιος και στην Αγία Σοφία ασχολήθηκε με την εκ βάθρων ανακαίνιση της Μονής και την καλλιέργεια των κτημάτων της, ώστε μέσα σε σύντομο χρονικό διάστημα μεταμόρφωσε κυριολεκτικά την περιοχή, γεγονός που προκάλεσε τον θαυμασμό όλων. Επειδή και εκεί πήγαιναν πολλοί προσκυνητές από τα γύρω χωριά για να τον συναντήσουν, έπεσε θύμα συκοφαντίας, οπότε επέστρεψε στην αρχική Μονή του, ύστερα από εντολή του τότε Επισκόπου Ιεράς και Σητείας Νεοφύτου.

Ο Όσιος ζούσε με έντονη άσκηση, προσευχή και νηστεία. Έτρωγε ξηρή τροφή, κυρίως ελιές, χόρτα και παξιμάδια. Τις περισσότερες ώρες της ημέρας τις περνούσε στο κελλί του προσευχόμενος. Παρακολουθούσε τις Ακολουθίες από ένα παράθυρο του κελλιού του που έβλεπε προς τον Ναό και μόνο κάθε Κυριακή, όταν κοινωνούσε τα Άχραντα Μυστήρια κατέβαινε στην Εκκλησία. Απέκτησε από τον Θεό πλούσια χαρίσματα, ώστε επιτελούσε καθημερινά πάμπολλα θαύματα σε όσους με πίστη στο Θεό πλησίαζαν κοντά του. Η φήμη του γρήγορα διαδόθηκε σε ολόκληρη την Κρήτη και στα νησιά Χάλκη, Κάσο και Σύμη, ώστε καθημερινά τον επισκέπτονταν πλήθος πιστών, ζητώντας τις σοφές συμβουλές του και οδηγίες για την καθημερινή τους ζωή. Άλλοι ζητούσαν τη θεραπεία τους από ασθένειες και την απαλλαγή τους από ακάθαρτα πνεύματα. Ο Γεροντογιάννης, διατηρώντας την εσωτερική κατάσταση της ησυχίας του και κινούμενος από άπειρη αγάπη προς τον πάσχοντα άνθρωπο κατά το πρότυπο του Κυρίου ημών Ιησού Χριστού, συμβούλευε, ενίσχυε και θεράπευε όλους τους ασθενείς, χαρίζοντάς τους με την χάρη του Κυρίου την υγεία της ψυχής και του σώματος.

Ήταν ευρύτατα γνωστό ότι ο Όσιος σταύρωνε το νερό της θάλασσας και γινόταν γλυκό. Ακόμα έριχνε το ράσο του στη θάλασσα και το χρησιμοποιούσε ως σχεδία για να μεταβαίνει τακτικά χάριν ησυχίας στο Κουφονήσι, νησί που απέχει αρκετά μίλια από τη Μονή. Επίσης ο Όσιος είχε προορατικό χάρισμα, γι’ αυτό ξεχώριζε τα κλεμμένα προϊόντα που συχνά οι προσκυνητές του έφερναν ως δώρα, ζητώντας μάλιστα απ’ αυτούς που τα έφερναν να τα γυρίσουν πίσω. Η πολυχρόνια και υπεράνθρωπη άσκηση του σώματος γρήγορα εξεσθένησαν το ασθενικό σώμα του και η φωνή του λεπτύνθηκε, ώστε μετά βίας μπορούσαν να ακούσουν οι παρευρισκόμενοι όσα τους έλεγε. Τους τελευταίους μήνες της ζωής του παρέμενε στο κελλί του κλινήρης. Προείδε τον θάνατό του και προσκάλεσε πριν την εκδημία του προς τον Κύριο όλη την Συνοδεία στο κελλί του για να τους ζητήσει συγχώρηση και να τους δώσει τις τελευταίες συμβουλές του. Άφησε διάδοχο του τον Μοναχό Ανανία, προείπε ό,τι θα συμβεί στη Μονή μετά τον θάνατό του και όρισε την ακριβή ημέρα και ώρα του θανάτου του. Από τον εγγονό του Ιωσήφ, Διάκονο τότε, και τον Ιερομόναχο Γεννάδιο ζήτησε να λειτουργήσουν μαζί και να τον κοινωνήσουν των Αχράντων Μυστηρίων.

Στις 6 Αυγούστου του έτους 1874 μ.Χ., αφού κοινώνησε, κάλεσε πάλι τους Πατέρες στο κελλί του, τους ζήτησε ξανά συγχώρηση, έκανε το σημείο του Σταυρού, πλάγιασε δεξιά και αφού σταύρωσε τα χέρια του οσιακά παρέδωσε την μεταμορφωμένη ψυχή του στον μεταμορφωθέντα Κύριο.
Η σωρός του έγινε λαϊκό προσκύνημα και πολύς κόσμος κατέκλυζε καθημερινά τη Μονή για να τον προσκυνήσει και να τον αποχεραιτίσει, ώστε έμεινε επί τρεις μέρες άταφος. Τάφηκε στις 9 Αυγούστου 1874 μ.Χ. μέσα στην Εκκλησία του Τιμίου Προδρόμου στη νοτιοδυτική γωνία σε πέτρινο λαξευμένο τάφο από τον εγγονό του και μετέπειτα ηγούμενο της Μονής Αρχιμ. Ιωσήφ Γεροντάκη. Αυτός, κινούμενος από την ευλάβεια του ευσεβούς λαού προς τον Όσιο, ανεκόμισε στη συνέχεια την τιμία Κάρα του αγίου, την οποία και απέθεσε στο πάνω μέρος του τάφου. Από την κοίμηση του Οσίου η ευλάβεια των πιστών προς τον Όσιο ήταν αμείωτη και μάλλον μέρα με την ημέρα αύξανε και διαδιδόταν από γενεά σε γενεά. Οι προσερχόμενοι στο Μοναστήρι, προσκυνούσαν την κάρα του Οσίου, όπως και την εικόνα του, ενώ έπαιρναν και χώμα από τον τάφο ως ευλογία και θεραπεύονταν.

Η ανακομιδή των λειψάνων του Οσίου Ιωσήφ έγινε στις 7 Μαΐου του έτους 1982 μ.Χ., δηλαδή 108 χρόνια από την κοίμησή του, ύστερα από ολονύκτια αγρυπνία και η μνήμη της γιορτάζεται την Τρίτη προς Τετάρτη της Διακαινησίμου. Τα ιερά λείψανα τοποθετήθηκαν μέσα σε αργυρή λάρνακα μαζί με την τίμια κάρα του σε περίβλεπτη θέση του ναού και εκπέμπουν άρρητη ευωδία. Απότμημα του Ιερού Λειψάνου του Αγίου βρίσκεται στη Μονή Διονυσίου Αγίου Όρους.

Ακολουθία του οσίου αυτού συνέγραψε ο μοναχός Γεράσιμος Μικραγιαννανίτης, την οποία, μαζί με τον βίο του οσίου, εξέδωσε η Ιερά Μονή Τιμίου Προδρόμου Κάψα Σητείας Κρήτης, το 1993 μ.Χ. Η Ορθόδοξη Εκκλησία εορτάζει τη μνήμη του Οσίου στις 7 Αυγούστου.
 
https://www.saint.gr

ΟΣΙΟΣ ΑΓΑΘΩΝ

 Όσιος Αγάθων
 
Για τον κτίτορα της ιεράς μονής Αγάθωνος, που τιμάται στην Παναγία, λόγω της εκεί θαυματουργής εικόνας της Θεοτόκου, και στη Μεταμόρφωση του Σωτήρος, λείπουν πολλά βιογραφικά στοιχεία.
Μετά την καθίζηση πλησιόχωρης μονής και την ανεύρεση της εικόνας της Θεοτόκου υπό του οσίου, κτίσθηκε από τον ίδιο η νέα σημερινή μονή, η οποία έλαβε από τους μαθητές του οσίου το όνομα του κτίτορος και πρώτου ηγουμένου της.
Κατά νεώτερες έρευνες ο βίος του οσίου Αγάθωνος σχετίζεται με τον βίο του εξ Υπάτης οσίου Αθανασίου του Μετεωρίτη, τον οποίο ο Αγάθων ακολούθησε στο Άγιο Όρος. Έτσι ο όσιος Αγάθων συναριθμείται και συντιμάται μετά των Αγιορειτών οσίων και ο χρόνος της ακμής του ορίζεται ο 14ος αιώνας μ.Χ. Αξίζει να σημειωθεί πως και στο Άγιο Όρος και στην πρώτη μεγάλη μονή των Μετεώρων, που ίδρυσε ο όσιος Αθανάσιος, τιμάται η Θεοτόκος και η Μεταμόρφωση του Σωτήρος.
Το 1959 μ.Χ. στη νότια πλευρά του ωραίου Καθολικού της ιεράς μονής, κατόπιν ανασκαφών, βρέθηκε ο τάφος του οσίου και τα χαριτόβρυτα τίμια λείψανά του. Η αρχαιότερη εικόνα του αγίου είναι σε τοιχογραφία του 16ου αιώνος μ.Χ. στο παρεκκλήσι της μονής του αγίου Ιωάννου του Προδρόμου. Ανέκδοτη «Ἀσματική Ἀκολουθία τοῦ ὁσίου καί θεοφόρου πατρός ἡμῶν Ἀγάθωνος, κτίτορος τῆς ἐν Φθιώτιδι ὁμωνύμου μονῆς, ποιηθεῖσα ἐν Ἁγίῳ Ὄρει ὑπό τοῦ ἀειμνήστου μοναχοῦ Γερασίμου Μικραγιαννανίτου, Ὑμνογράφου τῆς Μεγάλης τοῦ Χριστοῦ Ἐκκλησίας» υπάρχει στη μονή του.
Ο όσιος Αγάθων αποτελεί κεντρική μορφή του φθιωτικού μοναχισμού και η φημισμένη μονή του προσέφερε πολλά στους αγώνες του Έθνους και σήμερα αποτελεί πανρουμελιωτικό θεομητορικό προσκύνημα. Η Ορθόδοξη Εκκλησία εορτάζει τη μνήμη του Οσίου στις 7 Αυγούστου.
 
https://www.saint.gr