Γερόντισσα Γαλακτία: Νὰ προσεύχεσθε στὴν Παναγία μὲ τοὺς Χαιρετισμοὺς καὶ τὴν Παράκλησή της. Ἂν δὲν προλαβαίνετε, νὰ τῆς φωνάζετε: «Παναγία μου, Παναγία μου προφθάσε». Τὸ ὄνομά Της, τὰ ’χει ὅλα μέσα. Νὰ λέτε πολλὲς φορὲς καὶ τὸ «χαῖρε Νύμφη ἀνύμφευτε».
ΑΝ ΒΙΑΖΕΣΑΙ ΝΑ ΔΕΙΣ ΤΟΝ ΚΟΣΜΟ ΝΑ ΓΙΝΕΤΑΙ ΚΑΛΥΤΕΡΟΣ, ΑΡΧΙΣΕ ΑΠΟ ΤΟΝ ΕΑΥΤΟ ΣΟΥ. ΕΙΝΑΙ Ο ΣΥΝΤΟΜΟΤΕΡΟΣ ΔΡΟΜΟΣ.
Τρίτη 9 Αυγούστου 2022
ΓΕΡΟΝΤΑΣ ΘΑΔΔΑΙΟΣ : " ΤΙ ΝΑ ΚΑΝΟΥΜΕ ΤΟΝ ΚΑΙΡΟ ΠΟΥ ΕΧΟΥΜΕ ΣΤΕΝΟΧΩΡΙΕΣ; ".
Συχνά στη ζωή έρχεται και μας χτυπά κύμα δύσκολων σκέψεων, κύμα στεναχώριας. Το καλύτερο απ’ όλα είναι να σωπαίνουμε. Δεν χρειάζεται εμείς πολύ να σκεφτόμαστε. Ο Κύριος ξέρει, προνοεί πόσο μπορούμε να αντέξουμε. Ποιο βάρος στεναχώριας μπορούμε να σηκώσουμε.
Σ’ αυτή την περίπτωση πρέπει αμέσως να πλησιάσουμε τον Κύριο, ο όποιος είναι για μας, σαν το ζεστό σπίτι μας τον χειμώνα. Να σιωπούμε. Καλό είναι να σιωπούμε, επειδή αμέσως δεν μπορούμε να νικήσουμε το κύμα των δύσκολων σκέψεων και της στεναχώριας.
Συχνά μας έρχονται σκέψεις για το μέλλον μας πού είναι γεμάτο ανασφάλεια. Αναρωτιόμαστε: «Πώς θα τελειώσουμε αυτή τη δουλειά, πώς θα λυθεί αυτό το πρόβλημα;
Γι’ αυτό είναι καλό να σιωπούμε, να ηρεμούμε και να απασχολούμε με κάτι το νου μας. Επειδή ο νους μας έχει συνηθίσει να πλανιέται παντού, γι’ αυτό πρέπει να του δίνουμε μια καλή απασχόληση. Ή απασχόληση αυτή είναι η προσευχή.
Έτσι σταδιακά μαθαίνουμε να προσευχόμαστε και η προσευχή γίνεται συνήθειά μας. Όπως και κάθε άλλη δουλειά την οποία έχουμε συνηθίσει να την κάνουμε, έτσι μαθαίνουμε και να προσευχόμαστε. Και αφού η προσευχή γίνει συνήθειά μας μετά από κάποιο χρονικό διάστημα προσευχόμαστε χωρίς να σκεφτόμαστε. Όπως με κάθε απλή δουλειά πού έχουμε συνηθίσει να κάνουμε. Τα χέρια μας εργάζονται και η δουλειά τελειώνει. Έτσι συμβαίνει και με την προσευχή. Σιγά, σιγά η προσευχή γίνεται συνήθεια.
Σιγά, σιγά γίνεται εσωτερική προσευχή. Τότε και η καρδιά μας ασταμάτητα προσεύχεται. Και όταν ο Κύριος βλέπει την προσπάθειά μας, βλέπει πώς Τον αναζητούμε με όλη την καρδιά μας και θέλουμε να είμαστε μαζί Του ένα, τότε αμέσως Αυτός μάς δίνει την ευλογία και τη Δύναμή Του.
Από το βιβλίο ΓΕΡΩΝ ΘΑΔΔΑΙΟΣ - ΕΝΑΣ ΠΝΕΥΜΑΤΙΚΟΣ ΤΗΣ ΕΠΟΧΗΣ ΜΑΣ
Δευτέρα 8 Αυγούστου 2022
Ο ΑΓΙΟΣ ΚΑΛΛΙΝΙΚΟΣ ΕΠΙΣΚΟΠΟΣ ΕΔΕΣΣΗΣ (ΜΝΗΜΗ 8 ΑΥΓΟΥΣΤΟΥ).
Ο Άγιος Καλλίνικος επίσκοπος Εδέσσης. (Μνήμη 8 Αυγ. )
Οι προσευχές των Χριστιανών προς αυτόν εντείνονται και τα σημεία της παρουσίας του είναι εμφανή.
Ο μακάριος Καλλίνικος εμφανίζεται στον ύπνο των ανθρώπων, τους παρηγορεί και τους ενισχύει, τους προστατεύει από κάθε κακό, θεραπεύει τις ασθένειές τους, τους ενισχύει στον αγώνα τους. Χαίρεται με την χαρά τους και λυπάται με την λύπη τους.
Κάποια γυναίκα δίνει την μαρτυρία ότι εμφανίσθηκε στον ύπνο της, «το πρόσωπό του έλαμπε σαν το φως της μέρας» και «αποκαταστάθηκε η ημιπληγία» της.
Πολλοί ομολογούν: «Πέρασαν 15 χρόνια, οι φρικτοί πονοκέφαλοι με έχουν αφήσει εντελώς»∙ «με απάλλαξε από τους συνεχείς πόνους»∙ «πήγα στο μνήμα, προσκύνησα τον τάφο του αγίου και ω του θαύματος! Ο πόνος άρχισε να υποχωρή».«πῆγα στό μνῆμα, προσκύνησα τόν τάφο τοῦ Ἁγίου καί ὤ τοῦ θαύματος! Ὁ πόνος ἄρχισε νά ὑποχωρῆ».
Τά σημεῖα τῆς παρουσίας του εἶναι πάμπολλα καί οἱ θεραπεῖες ἀσθενειῶν πολλές.
Μέ τήν δύναμη τῆς προσευχῆς του ἔβγαλε δαιμόνια ἀπό δαιμονισμένους ἀνθρώπους, πράγμα πού εἶναι ἡ οὐσία καί τό ἔργο τῶν Ἀποστόλων καί τῶν διαδόχων τους, κατά τήν ἐντολή τοῦ Χριστοῦ: «σημεῖα δέ τοῖς πιστεύσασι ταῦτα παρακολουθήσει· ἐν τῷ ὀνόματί μου δαιμόνια ἐκβαλοῦσι». (Μάρκ. ιστ´, 17-18).
Ἡ μαρτυρία τοῦ μακαριστοῦ Μητροπολίτου Ἀργολίδος κυροῦ Ἰακώβου ὅτι τό δαιμόνιο πού εἶχε εἰσέλθει σέ δύο κοπέλες, τήν ὥρα πού ἐκεῖνος διάβαζε τούς ἐξορκισμούς, φώναζε-οὔρλιαζε καί «ὁμολογοῦσε» ὅτι τόν ἔκαιγε ἡ παρουσία τοῦ Καλλινίκου, πού ἔλαμπε ἐκείνη τήν ὥρα στό Φῶς, καί ὅτι τό συγκεκριμένο δαιμόνιο τό εἶχε βγάλει ὁ Καλλίνικος, ὅταν ζοῦσε, ἀπό ἕναν δαιμονισμένο νέο, καί ὅτι ὁ Καλλίνικος ἁγίασε μέ τό «τρύπιο πορτοφόλι» του καί τήν ἀγάπη του, εἶναι ἀξιόλογη μαρτυρία καί ἐπιβεβαίωση τῆς ἁγιότητος τοῦ Καλλινίκου. Δέν πρόκειται γιά μαρτυρία τῶν δαιμόνων, ἀλλά γιά μαρτυρία εὐλογημένου αγίου Ἐπισκόπου, τοῦ μακαριστοῦ Ἀργολίδος Ἰακώβου.
Νά ἔχουμε τήν εὐχή καί τίς πρεσβεῖες τοῦ νεοφανοῦς ἁγίου Ἐπισκόπου τῆς Ἐκκλησίας τοῦ Χριστοῦ Καλλινίκου Μητροπολίτου Ἐδέσσης, Πέλλης καί Ἀλμωπίας. Αμήν!
Από ομιλία Ναυπάκτου Ιεροθέου.
ΓΕΡΩΝ ΘΕΟΦΥΛΑΚΤΟΣ ΝΕΟΣΚΗΤΙΩΤΗΣ: ΛΥΠΗΣΑ ΤΟΝ ΑΔΕΛΦΟ, ΛΥΠΗΣΑ ΚΑΙ ΤΟΝ ΧΡΙΣΤΟ!
Γέρων Θεοφύλακτος Νεοσκητιώτης: Λύπησα τον αδελφό, λύπησα και τον Χριστό. Να κάνουμε ότι είναι δυνατόν, για να αναπαύσουμε τον αδελφό μας.
ΟΣΙΟΣ ΠΑΪΣΙΟΣ: ΣΗΜΕΡΑ, ΜΕΣΑ ΣΤΟΥΣ ΤΟΣΟΥΣ ΚΙΝΔΥΝΟΥΣ ΠΟΥ ΖΕΙ Ο ΑΝΘΡΩΠΟΣ, Ο ΘΕΟΣ ΤΟΝ ΦΥΛΑΕΙ!
Όσιος Παΐσιος ο Αγιορείτης: Σήμερα, μέσα στους τόσους κινδύνους πού ζει ο άνθρωπος, ο Θεός τον φυλάει όπως η μάνα το μικρό παιδί, όταν αρχίζει να περιπατάει. Τώρα μας βοηθούν πιο πολύ ο Χριστός, η Παναγία, οι Άγιοι, αλλά δεν το καταλαβαίνουμε.
ΟΣΙΟΣ ΠΑΪΣΙΟΣ: ΜΕΡΙΚΕΣ ΦΟΡΕΣ ΕΚΕΙ ΣΤΟ ΚΑΛΥΒΙ, ΟΤΑΝ ΘΕΛΩ ΝΑ ΠΡΟΣΕΥΧΗΘΩ ΣΤΗΝ ΠΑΝΑΓΙΑ!
Όσιος Παΐσιος ο Αγιορείτης: Ἐγὼ µερικὲς φορὲς ἐκεῖ στὸ Καλύβι, ὅταν θέλω νὰ προσευχηθῶ στὴν Παναγία, σκέφτοµαι: «πῶς νὰ πάω µἐ ἄδεια χέρια νὰ τὴν παρακαλέσω;». Κόβω λίγα ἀγριολούλουδα, τὰ πηγαίνω στὴν εἰκόνα Της καὶ λέω: «Παναγία µου, πάρε αὐτὰ τὰ λουλούδια ἀπὸ τὸ Περιβόλι Σου».
Κυριακή 7 Αυγούστου 2022
ΙΕΡΟΚΗΡΥΚΑΣ ΔΗΜΗΤΡΙΟΣ ΠΑΝΑΓΟΠΟΥΛΟΣ: "ΓΙΑΤΙ ΝΑ ΧΑΣΩ ΤΗΝ ΑΙΩΝΙΟΤΗΤΑ; "
Τρεις μέρες πριν κοιμηθεί ο αείμνηστος ιεροκήρυκας Δημήτριος Παναγόπουλος, του παρουσιάστηκε η Παναγία μας και τον ενημέρωσε, ότι σε 3 μέρες, ο Κύριος θα τον έπαιρνε...
Με αφορμή λοιπόν αυτήν την αποκάλυψη που του έκανε η Παναγία, αποφάσισε την επομένη μέρα, να κάνει την τελευταία του ομιλία με θέμα «Περί θανάτου».
Και σε εκείνη την ομιλία, στην οποία ήταν εμφανώς συγκινημένος, διότι αποχαιρετούσε το ακροατήριό του, χωρίς εκείνοι να το γνωρίζουν, κατέληγε την ομιλία του, με τα εξής διδακτικά λόγια:
- Γιατί να χάσω την αιωνιότητα; σε ερωτώ.
- Δεν υπάρχει τίποτα; Δεν υπάρχει άλλη ζωή! θα μου πεις.
- Συμφωνούμε... Εάν όμως υπάρχει ένα στο εκατομμύριο, τί κέρδισες εσύ που δεν πιστεύεις και τί έχασα εγώ που πιστεύω; Που έφαγες λίγα μοσχάρια παραπάνω και εγώ έφαγα τα χόρτα που τρέφουν τα μοσχάρια;
Που πήρες τη γυναίκα του αλλουνού ή πήρες τον άνδρα της αλληνής;
Τί έκανες λοιπόν παραπάνω;
Εσύ που τα ισοπέδωσες όλα, που δεν φοβάσαι Θεό...
Εγώ νομίζω κάθε πρωΐ είναι πικρότερο το στόμα το δικό σου και χαλασμένο το στομάχι σου από το δικό μου που ζω μια ζωή συντηρητική.
Νομίζω...
Και τί πρόκειται να κερδίσω εγώ που πίστεψα και τί πρόκειται εσύ να χάσεις, που δεν πίστεψες, αν υπάρχει άλλη ζωή;
Αυτές είναι οι λογικές σκέψεις που πρέπει να πρυτανεύουν στον άνθρωπο.
Ας ακούσουμε λοιπόν τη φωνή του Θεού για να ζήσουμε στην αιωνιότητα, πράγμα που εύχομαι εις αλλήλους και εις πάντας. Αμήν.
† Δημήτριος Παναγόπουλος 13 Φεβρουαρίου 1982
Αιωνία του η μνήμη
Π.ΔΗΜΗΤΡΙΟΣ ΜΠΟΚΟΣ: "ΟΤΑΝ Η ΠΑΝΑΓΙΑ ΚΑΘΟΤΑΝ ΣΤΟ ΣΠΙΤΙ ΜΑΣ...".
π. Δημητρίου Μπόκου
Κατά το Μάιο του 1929, τα λίγα χωράφια του χωριού και τα αμπέλια του κινδύνευαν να καταστραφούν τελείως από την επιδρομή αμέτρητων παμφάγων ακρίδων. Τρόπος να τις διώξουν δεν υπήρχε, ούτε μέσο να τις καταστρέψουν.
Τα χτήματα ήταν στην απόλυτη κυριαρχία της φοβερής ακρίδας. Όλοι οι χωρικοί έβλεπαν με δέος, πόνο και απελπισία την επικείμενη καταστροφή. Μόνο ο πανάγαθος Θεός μπορούσε να βοηθήσει με το άπειρο έλεός του και με τις ικεσίες της προστάτιδάς μας Παναγίας της Πυρσόγιαννης.
Το ίδιο απόγευμα οι κάτοικοι του χωριού, με πρώτο τον ιερέα παπα-Ηλία Παπακώστα, πηγαίνουν ασθμαίνοντας να φέρουν τη θαυματουργό εικόνα της Παναγίας για να γλυτώσει η Χάρη της τα χτήματα από την ολική καταστροφή και εξαφάνιση.
Όλο το βράδυ έψαλαν με κατάνυξη και με ιδιαίτερη προσοχή τη μεγάλη Παράκληση και πουρνό-πουρνό, ψάλλοντας σε όλο τον δρόμο το «Εν τη Γεννήσει την παρθενίαν εφύλαξας, εν τη Κοιμήσει τον κόσμον ου κατέλιπες, Θεοτόκε…», τη μετέφεραν στο χωριό μας και στον Ιερό Ναό του Αγίου Γεωργίου.
Γονατιστοί μέσα στο ναό έψαλαν τη μεγάλη Παράκληση και πήραν Αγιασμό, για να ραντίσουν τα δοκιμασμένα από τη λαίλαπα των ακρίδων χτήματα.
Στο τέλος όλο το χωριό με επικεφαλής τον ιερέα παπα-Ηλία Παπακώστα, ψάλλοντας συνεχώς και ικετεύοντας, έφεραν τη θαυματουργή Εικόνα έξω από τον Ναό του Αγίου Μηνά, με πρόσωπο προς τα χτήματα και προσεύχονταν για να κάνει το θαύμα η Παναγία μας.
Και ω των θαυμασίων σου, Μητέρα του Θεού, Μητέρα της ψυχής μας και προστασία όλων! Οι ακρίδες, σύννεφα ολόκληρα, φεύγοντας από τα χτήματα, έπεφταν στον Σαραντάπορο ποταμό και πνίγονταν.
Η φωνή απελπισίας, η θερμή ικεσία και παράκληση των συγχωριανών εισακούσθηκε. Η Παναγία μας, η προστάτις όλων των πονεμένων, έσωσε για μια ακόμη φορά το χωριό μας. Δοξασμένο ας είναι το άγιο όνομά της!
(Ελεύθερη παράθεση από το βιβλίο: Νικολάου Τσίπα, Σεργιάνισμα στους χώρους και στην ιστορία της Πυρσόγιαννης).
Τέτοια γινόντουσαν τις εποχές που οι άνθρωποι είχαν μονάχα τον γείτονα και τον Θεό. Τον γείτονα για τα πέρα-δώθε, τον Θεό για τα δύσκολα. Είτε χαρά είχαν είτε λύπη, εκεί θα έτρεχαν.
Έλεγαν π.χ. οι Φαρασιώτες της Καππαδοκίας, οι συμπατριώτες του αγίου Παϊσίου: «Εμείς στην πατρίδα μας τί θα πει γιατρός δεν ξέραμε. Στον Χατζεφεντή τρέχαμε (στον άγιο Αρσένιο, που τους διάβαζε κάποια ευχή και γίνονταν καλά).
Στην Ελλάδα μάθαμε από γιατρούς, αλλ’ αν τα πούμε αυτά εδώ στους ντόπιους, τους φαίνονται παράξενα».
Ο Θεός, η Παναγία και οι Άγιοι, ήταν η απαντοχή τους, η παρέα, το αποκούμπι τους. Μ’ αυτούς τα λέγανε, μ’ αυτούς τρωγόντουσαν νύχτα και μέρα. Στον Θεό λέγαν την καλημέρα τους με το που άνοιγαν τα μάτια τους, σ’ αυτόν και την καληνύχτα τους.
Ο μεγάλος Μακρυγιάννης διηγείται πως μάλωσε κάποτε, φτωχό παιδί, με τον Αϊ-Γιάννη τον Πρόδρομο, πικραμένος από την ανθρώπινη κακία. Και μια με τις απειλές, μια με τα παρακάλια, έκαμα, λέει, τις συμφωνίες μου με τον άγιο, να με βοηθήσει αυτός να προκόψω, κι εγώ να του φτιάξω καινούργια την εκκλησία του.
Ο ατίθασος Καραϊσκάκης είχε την Παναγία την Προυσιώτισσα, την «Κυρά της Ρούμελης», σαν μάνα του. Στο μοναστήρι της είχε τη μόνιμη κατοικία του. Της μιλούσε με απόλυτη οικειότητα.
Με τη γνωστή του αμετροέπεια, χαριεντίζονταν μαζί της με απλότητα, όταν ασήμωσε την εικόνα της, μετά από μια θεραπεία του από τους πυρετούς και τις θέρμες που τον τσάκιζαν αδιάκοπα: «Γυναίκα δεν είσαι και συ, Μεγαλόχαρη;
Έπρεπε, βλέπεις, να σου τάξω μπιχλιμπίδια για να με κάνεις καλά!»
Αυτά δείχνουν σχέση. Οικεία, ζεστή σχέση. Ο Θεός, οι άγιοι, μα ιδιαίτερα η Παναγία, δεν ήταν κάποιοι ξένοι, άγνωστοι, μα σπιτικοί, οι δικοί τους άνθρωποι. Μέλη της οικογένειάς τους.
Δεν βάδιζαν μόνοι τον τραχύ δρόμο της ζωής τους, αλλά παρέα με τους αγίους τους, «συν πάσι τοις αγίοις». Οικοδέσποινα, νοικοκυρά σε κάθε σπίτι, είχαν πάντα τη Μεγαλόχαρη. Σε κάθε συμφορά, την Παναγιά καλούσαν πρώτη-πρώτη να συνδράμει.
Δεν ήταν γάμος και χαρά, που να μη ζητήσουν με τα όμορφα τραγούδια τους να παρευρεθεί κι εκείνη στη χαρούμενη συντροφιά τους.
– Έλα Θεέ και Παναγιά με τον Μονογενή σου,
κι ευλόγα μας τούτ’ την δουλειάν, που ’ναι ’πο την βουλήν σου…
Δεν ήταν πόνος και καημός, που δεν θα τον ακουμπούσαν στα πόδια της πιο πονεμένης μάνας του κόσμου.
Τα δάκρυα της Παναγιάς για τον μοναχογιό της, γίνονταν βάλσαμο και παρηγοριά, ένα με τα δικά τους δάκρυα. Έσμιγε το πικρό μοιρολόι τους με τον θρήνο της Μεγάλης Μάνας τους.
– Άρχοντες, αφουγκράστε μου της Δέσποινας τον θρήνον,
πώς κλαίει τον Μονογενή εις τον Σταυρόν εκείνον…
Δεν έβαζαν ψωμί στο στόμα τους, αν δεν καλούσαν Χριστό και Παναγιά συντροφιά στο τραπέζι τους, αχώριστους συνδαιτυμόνες τους.
– Σε τουτ’ την τάβλα που ’μαστε, σε τούτο το τραπέζι,
τον Άγγελο φιλεύουμε και το Χριστό κερνάμε
και την Παρθένα Δέσποινα διπλά την προσκυνάμε,
να μας χαρίσει τα κλειδιά, κλειδιά του Παραδείσου,
ν’ ανοίξω τον Παράδεισο, να μπω να σεργιανίσω,
να δω τους πλούσιους πώς περνούν και τους φτωχούς τί κάνουν…
Και η Παναγιά; Να μη συντρέχει, όταν τ’ αγαπημένα της παιδιά την προσκαλούν; Να μη σκοτώνεται να τα σκεπάσει, όταν απελπισμένα τη φωνάζουν;
Σχέση αγάπης, βλέπεις, είναι αυτή, αμφίδρομη, πώς να φανεί αδιάφορη; Αισθάνεται μάνα κι αυτή για όσους αισθάνονται παιδιά της. Ξεχειλίζει ο μητρικός της πόθος για μας.
Εμείς όμως; Σήμερα που δεν μας νοιάζει ο γείτονας και τον Θεό δεν τον ντρεπόμαστε μήτε τον θέλουμε, που νοιώθουμε τάχα δυνατοί και άτρωτοι στον, παρά ταύτα, ετοιμόρροπο τενεκεδένιο μας παράδεισο, θα παραμείνουμε αδιάφοροι σε μια τέτοια μητέρα;
Που καταδέχεται να μας θεωρεί, όχι κάποιους μακρινούς, αλλά καταδικούς της οικείους, λατρεμένους της συγγενείς; Πού θα ξαναβρούμε μια τέτοια αγάπη;
«Συγγενούς οικειότητος μη επιλάθη, Δέσποινα…»
Εορτή Κοιμήσεως Θεοτόκου
Αύγουστος 2018
Α ν τ ι ύ λ η
Ι. Ναός Αγ. Βασιλείου, 481 00 Πρέβεζα
Τηλ. 26820-25861/23075/6980.898.504
e-mail: antiyli.gr@gmail.com
Πηγή Askitikon.
ΚΥΡΙΑΚΗ Η' ΜΑΤΘΑΙΟΥ: ΕΡΜΗΝΕΙΑ ΣΤΗΝ ΠΕΡΙΚΟΠΗ ΤΩΝ ΠΕΝΤΕ ΑΡΤΩΝ (+ ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΤΗΣ ΣΟΥΡΟΖ ΑΝΤΩΝΙΟΣ ΜΠΛΟΥΜ).
Εἰς τὸ ὄνομα τοῦ Πατρὸς και του Υἱοῦ και τοῦ Ἁγίου Πνεύματος
Χρόνο μὲ τὸ χρόνο καὶ ἀπὸ γενιὰ σὲ γενιὰ διαβάζουμε τὸ Εὐαγγέλιο σὲ νέα πλαίσια και ὑπὸ τὸ πρῖσμα σημερινῶν καταστάσεων, εἴτε εἶναι προσωπικὲς ἤ ἱστορικὲς. Καὶ κάθε φορὰ τὸ ἕνα ἤ τὸ ἄλλο ἐδάφιο μπορεῖ μὲ διαφορετικὸ τρόπο νὰ προκαλεῖ τὴν προσοχή μας.
Σήμερα διαβάσαμε τὴν περικοπὴ γιὰ τὸν χορτασμὸ τοῦ πλήθους ἀπὸ τὸν Χριστὸ. Καὶ πιὸ συχνὰ ἔχουμε διαβάσει στὰ κείμενα τῶν Πατέρων καὶ σὲ πνευματικοὺς συγγραφεῖς γιὰ τὸ αἴσθημα τῆς κατάπληξης στὸ ἔλεος τοῦ Θεοῦ καὶ τῆς δύναμης ποὺ μποροῦσε νὰ θρέψει τόσους πολλοὺς μὲ τόσο λίγα, ποὺ πράγματι κάνει θαύματα σ’ ἕναν κόσμο τόσο πολὺ ἀποξενωμένο ἀπὸ Ἐκεῖνον, ὅταν μοναχὰ μιὰ ὑποψία πίστης, μιὰ ρωγμὴ στὴν ἁρματωσιὰ τῆς ἀπιστίας μας θὰ τοῦ ἐπέτρεπε νὰ ἐνεργήσει.
Καὶ σήμερα διαβάζοντας τὴν Εὐαγγελικὴ περικοπὴ μὲ ξάφνιασαν ξανὰ τὰ λόγια τοῦ Χριστοῦ. Οἱ μαθητὲς του κάνουν ἔκκληση νὰ διώξει τὰ πλήθη, ἐπειδὴ ἡ μέρα ἔφθασε στὸ τέλος της, ἐπειδὴ ἡ ἀπόσταση ἀπὸ τὸ μέρος ποὺ βρίσκονται μέχρι τὰ γειτονικὰ χωριὰ εἶναι μεγάλη, ἡ κούραση καὶ τὸ σκοτάδι θα τοὺς καταβάλλουν ἐὰν παραμείνουν ἐκεῖ περισσότερο. Καὶ ὅμως, ἔμειναν χωρὶς φαγητὸ μιὰ ὁλόκληρη μέρα, ἀκούγοντας τὸν ζωηφόρο λόγο τοῦ Χριστοῦ.
Καὶ ὁ Χριστὸς λέει στοὺς μαθητὲς: Ὄχι, δὲν χρειάζεται νὰ φύγουν· δῶστε τους ἐσεῖς νὰ φᾶνε.. Πῶς μποροῦν νὰ θρέψουν ἕνα πλῆθος τόσο μεγάλο; Χιλιάδες ἄνδρες, γυναῖκες, παιδιὰ, ἐνῶ τὸ μόνο ποὺ ἔχουν εἶναι πέντε ψωμιὰ καὶ δύο ψάρια. Καὶ ἐδῶ εἶναι ἡ πρόκληση ποὺ ἀπευθύνει ὁ Χριστὸς σ’ ἐκείνους καὶ σ’ ἐμᾶς. Ναί – ὁ Θεὸς μπορεῖ νὰ πραγματοποιήσει αὐτὸ τὸ θαῦμα· ἀλλὰ ὄχι ἄν δὲν συμβάλλουμε σ’ αὐτὸ ἁπλόχερα καὶ μ’ ἀνοιχτὴ καρδιὰ. Δὲν εἶπε στοὺς μαθητὲς Του: Κρατῆστε ὅσο περισσότερα τρόφιμα μπορεῖτε γιὰ σᾶς, καὶ δῶστε τὰ ὑπόλοιπα, ὅ,τι ἀπέμεινε στοὺς ἄλλους. Τοὺς λέει: Πᾶρτε ὅ,τι ἔχετε καὶ δῶστε τα ὅλα…
Αὐτὸ δὲν μᾶς λέει ὁ Χριστὸς, μὲ πολὺ ἰδιαίτερο τρόπο, σὲ ἐποχές ποὺ εἴμαστε τόσο ἀσφαλεῖς, τόσο πλούσιοι, καὶ ὅταν καθημερινὰ ἀκοῦμε γιὰ πείνα, δυστυχία, γιὰ θάνατο ἀπὸ ἀσιτία ἑκατοντάδων ἀνθρώπων. Καὶ αὐτὸ ποὺ ἁπλὰ μᾶς λέει ὁ Θεὸς εἶναι: δῶστε ὅ,τι μπορεῖτε καὶ ἄφηστε με μετὰ νὰ ἐνεργήσω· μὴν μοῦ ζητᾶτε νὰ κάνω ἕνα θαῦμα, ἐνῶ μπορεῖτε νὰ τὸ κάνετε μόνοι σας.
Οἱ Ἀπόστολοι μποροῦσαν νὰ κάνουν λίγα πράγματα· μποροῦσαν νὰ μοιράσουν πέντε ἅρτους καὶ δύο ψάρια· ἀλλὰ ἐμεῖς μποροῦμε νὰ μοιράσουμε τόσα πολλὰ! Ἐὰν οἱ καρδιὲς μας ἦταν ἀνοιχτὲς, ὁ Θεὸς θὰ ἔκανε τὶς πέτρινες καρδιές μας καρδιὲς ζωντανές, ἄν εἴχαμε μάθει τὶ σημαίνει νὰ εἴμαστε γενναιόδωροι καὶ ὑπεύθυνοι ὁ ἕνας πρὸς τὸν ἄλλον, ἄν εἴχαμε μάθει λίγο, τόσο λίγο! – ν’ ἀγαπᾶμε στὴν πράξη τὸν πλησίον μας, τότε δὲν θὰ ὑπῆρχε πείνα στὸν κόσμο.
Καὶ αὐτὸ ποὺ μᾶς λέει σήμερα το Εὐαγγέλιο, εἶναι , «κοιτᾶξτε γύρω σας»· σὲ κάθε πρόσωπο ποὺ πεινάει, ποὺ δὲν ἔχει στέγη, ποὺ βρίσκεται σὲ ἀνάγκη καὶ θυμηθεῖτε ὅτι καθένα ἀπὸ αὐτὰ τὰ πρόσωπα εἶναι δική σας εὐθύνη, ἡ πείνα τους, ἡ ἔλλειψη στέγης, ἡ δυστυχία τους εἶναι ἀποτέλεσμα τοῦ πλούτου, τῆς ἄνεσης, καὶ τῆς ἄρνησής σας νὰ μοιραστεῖτε, νὰ προσφέρετε, ὄχι νὰ δώσετε περισσότερο ἀπ’ ὅ,τι ἔχετε -ἁπλὰ νὰ δώσετε.
Ἄν μοναχὰ θυμόμασταν, καθὼς ἕνας Ἅγιος, τοῦ ὁποίου τὸ ὄνομα δὲν θυμᾶμαι τώρα, γράφει σ’ ἕνα κείμενό του, ὅτι ὅποτε τρώει μιὰ μπουκιὰ ποὺ δὲν τοῦ εἶναι ἀπαραίτητη, ὅποτε ἀποκτᾶ ἥ κατέχει ὁ,τιδήποτε πέρα ἀπὸ τὶς ἀπόλυτες ἀνάγκες του, τὸ κλέβει ἀπὸ τοὺς πεινασμένους, ἀπὸ τοὺς ἄστεγους, ἀπὸ αὐτοὺς ποὺ δὲν ἔχουν ροῦχα – εἶναι κλέφτης.
Δὲν ἀπευθύνεται ἀκριβῶς αὐτὸ σὲ μᾶς ἀπ’ ὅτι στὸν ἀσκητή;
Ἄς προβληματιστοῦμε, ἐπειδὴ συμπεριφέρομαστε σὰν ἀνόητοι, ἀνάξιοι οἰκονόμοι· ὑπάρχει κάτι παρόμοιο ὅπως ἡ διαχείριση τοῦ πλούτου- πνευματικοῦ, συναισθηματικοῦ, ἠθικοῦ καὶ ὑλικοῦ. Θυμᾶστε πιθανὸν τὴν ἱστορία τοῦ ἀνάξιου, ἀπίστου οἰκονόμου ποὺ γέλασε τὸν κύριο του, τὸν ἔκλεψε, καὶ ὅταν ἐπρόκειτο ν’ ἀπολυθεῖ ἐπειδὴ ὁ κύριος του ἀνακάλυψε τὴν ἀτιμία του, κάλεσε τοὺς ἀνθρώπους ποὺ τοῦ χρωστοῦσαν χρήματα καὶ μείωσε τὸ χρέος τους. Αὐτὸ εἶναι κάτι ποὺ θὰ μπορούσαμε νὰ μάθουμε. Στράφηκε στοὺς ἀνθρώπους, καὶ ἔδωσε ὅποια βοήθεια μποροῦσε· ἐμεῖς δὲν τὸ κάνουμε. Ἄς μᾶς προβληματίσουν τὰ λόγια τοῦ Χριστοῦ: Δὲν χρειάζεται νὰ φύγουν μακρυά μου γιὰ νὰ φᾶνε· δῶστε τους ὅ,τι χρειάζονται. Καὶ ἄν κοιτάξουμε γύρω μας, ὄχι μακρυά, ἀλλὰ ἀκριβῶς δίπλα μας, τὶς ἀνάγκες τῶν ἀνθρώπων ποὺ πεινᾶνε, ποὺ εἶναι ἄστεγοι, ποὺ εἶναι στερημένοι ἀπὸ δικαιώματα, ἤ ἁπλὰ τοὺς γείτονες μας ποὺ εἶναι κάποιες φορὲς τόσο μοναχικοὶ, ποὺ χρειάζονται ἕναν λόγο παρηγοριᾶς, φιλία, ἀλληλεγγύη, θὰ μπορούσαμε νὰ κάνουμε πράξη τὴν ἐντολὴ τοῦ Χριστοῦ.
Ἄς μὴν ξεγελιόμαστε, δὲν θὰ γίνει αὐτὸ μὲ λόγια παρηγοριᾶς, μ’ εὐγενικὲς χειρονομίες. Ὁ Χριστὸς εἶπε: Δῶστε ὅ,τι ἔχετε καὶ ἴσως θὰ πεῖ σὲ μᾶς ἐκτιμώντας τὴν λιγοστὴ πίστη ποὺ ἔχουμε, τὴν στενότητα καὶ τὴν σκληρότητα τῆς καρδιᾶς μας: Δῶστε ὅ,τι εἶναι περιττὸ στὴ ζωὴ σας, ὅ,τι ξοδεύετε γιὰ τὸν ἑαυτὸ σας χωρὶς νὰ χρειάζεται, δίχως ν’ ἀντλεῖται ἀπ’ αὐτὰ ἀληθινὴ χαρὰ καὶ ἱκανοποίηση- δῶστε τα καὶ τὸτε ἀφῆστε τὸ Θεὸ νὰ ὁλοκληρώσει τὸ δῶρο Του, νὰ κάνει τὰ ὑπόλοιπα.
Αὐτὴ εἶναι ἡ κρίση τοῦ Θεοῦ ἐπάνω μου· εἶναι ἐπίσης τὸ κάλεσμα ποὺ ἀπευθύνει στὸν καθένα ἀπὸ σᾶς. Ἀμήν.
( Πηγή: agiazoni.gr)