ΑΝ ΒΙΑΖΕΣΑΙ ΝΑ ΔΕΙΣ ΤΟΝ ΚΟΣΜΟ ΝΑ ΓΙΝΕΤΑΙ ΚΑΛΥΤΕΡΟΣ, ΑΡΧΙΣΕ ΑΠΟ ΤΟΝ ΕΑΥΤΟ ΣΟΥ. ΕΙΝΑΙ Ο ΣΥΝΤΟΜΟΤΕΡΟΣ ΔΡΟΜΟΣ.

Δευτέρα 1 Απριλίου 2024

ΟΣΙΟΣ ΠΑΪΣΙΟΣ: ΜΑΚΑΡΙ ΝΑ ΜΕ ΑΔΙΚΟΥΣΑΝ ΟΛΟΙ ΟΙ ΑΝΘΡΩΠΟΙ!

 Γέρων Παΐσιος: «Μακάρι να με αδικούσαν όλοι οι άνθρωποι!»
 
- Στην πνευματική ζωή είναι ανάποδα τα πράγματα. Άμα κρατάς εσύ το άσχημο, τότε νιώθεις όμορφα. Άμα το δίνεις στον άλλον, τότε νιώθεις άσχημα. Όταν δέχεσαι την αδικία και δικαιολογείς τον πλησίον σου, δέχεσαι τον πολυαδικημένο Χριστό στη καρδιά σου. Τότε ο Χριστός μένει με το ενοικιοστάσιο μέσα σου και σε γεμίζει με ειρήνη και αγαλλίαση. Για δοκιμάστε, βρε παιδιά, να ζήσετε αυτήν τη χαρά! Να μάθετε να χαίρεστε με αυτήν την πνευματική χαρά, όχι με την κοσμική. Πάσχα θα έχετε τότε κάθε μέρα.
 
Δεν υπάρχει μεγαλύτερη χαρά από τη χαρά που νιώθεις, όταν δέχεσαι την αδικία. Μακάρι να με αδικούσαν όλοι οι άνθρωποι! Ειλικρινά σας λέω, τη γλυκύτερη πνευματική χαρά την ένιωσα μέσα στην αδικία. Ξέρετε πόσο χαίρομαι, όταν κάποιος με πει πλανεμένο; «Δόξα Σοι ο Θεός, λέω, από αυτό έχω μισθό, ενώ, αν με πουν άγιο, χρωστάω». Γλυκύτερο πράγμα από την αδικία δεν υπάρχει!
 
Ένα πρωί στο Καλύβι χτύπησε κάποιος το σιδεράκι στη πόρτα. Κοίταξα από το παράθυρο να δω ποιός είναι, γιατί δεν ήταν ακόμη η ώρα να ανοίξω. Είδα έναν νέο με φωτεινό πρόσωπο και κατάλαβα ότι είχε βιώματα πνευματικά, αφού τον πρόδιδε η Χάρις του Θεού. Γι’ αυτό, αν και ήμουν απασχολημένος, διέκοψα αυτό που έκανα, άνοιξα τη πόρτα, τον πήρα μέσα, του πρόσφερα ένα νερό και με τρόπο άρχισα να τον ρωτάω για τη ζωή του, γιατί έβλεπα ότι είχε πνευματικό περιεχόμενο. «Τί δουλειά κάνεις, παλληκάρι;», τον ρώτησα. «Τί δουλειά, πάτερ; μου λέει. Εγώ στη φυλακή μεγάλωσα. Τα περισσότερα χρόνια της ζωής μου εκεί τα πέρασα. Τώρα είμαι είκοσι έξι χρόνων». «Καλά, βρω παλληκάρι, τί έκανες, και σε έκλειναν φυλακή;», τον ρώτησα. Κι εκείνος μου άνοιξε τη καρδιά του: «Από μικρός, μου είπε, πονούσα πολύ, όταν έβλεπα δυστυχισμένους ανθρώπους. Ήξερα όλους τους πονεμένους, όχι μόνον από την ενορία μου, άλλα και από άλλες ενορίες. Επειδή ο παπάς της ενορίας μας με τους επιτρόπους μάζευαν συνέχεια χρήματα και έφτιαχναν κτίρια, αίθουσες κ.λπ. ή έκαναν διάφορους εξωραϊσμούς, είχαν παραμεληθεί τελείως οι φτωχές οικογένειες. Εγώ δεν κρίνω εάν ήταν απαραίτητα αυτά που έφτιαχναν, αλλά έβλεπα να υπάρχουν πολλοί δυστυχισμένοι άνθρωποι. Πήγαινα λοιπόν κρυφά και έκλεβα από τα χρήματα που μάζευαν από τους εράνους. Έπαιρνα αρκετά· δεν τα έπαιρνα όλα. Ύστερα αγόραζα τρόφιμα, διάφορα πράγματα, τα άφηνα κρυφά έξω από τα σπίτια των φτωχών και αμέσως, για να μην πιάσουν άλλον άδικα, πήγαινα στην αστυνομία και έλεγα: «εγώ έκλεψα τα χρήματα από την εκκλησία και τα ξόδεψα», χωρίς να πω τίποτε άλλο. Με άρχιζαν στο ξύλο και στο βρισίδι, «αλήτη, κλέφτη»· εγώ σιωπούσα. Με έκλειναν μετά στη φυλακή. Αυτή η δουλειά γινόταν για χρόνια. Όλη η πόλη όπου έμενα - τριάντα χιλιάδες κάτοικοι - και άλλες πόλεις με είχαν μάθει, και «αλήτη» με ανέβαζαν, «κλέφτη» με κατέβαζαν. Εγώ σιωπούσα και ένιωθα χαρά. Κάποτε μάλιστα με είχαν κλείσει στη φυλακή τρία ολόκληρα χρόνια. Μερικές φορές με έκλειναν άδικα στη φυλακή και, όταν έπιαναν τον ένοχο, με άφηναν. Αν δεν τον έπιαναν, καθόμουν μέσα, όσο έπρεπε να καθίσει εκείνος. Γι’ αυτό σου είπα, πάτερ μου, ότι τα περισσότερα χρόνια της ζωής μου τα πέρασα στις φυλακές». Αφού τον άκουσα με προσοχή, του είπα: «Βρε παλληκάρι, όσο καλό και αν φαίνεται αυτό, δεν είναι καλό και να μην το ξανακάνεις. Άκου τί θα σου πω. Θα με ακούσεις;». «Θα σε ακούσω, πάτερ», μου λέει. «Να απομακρυνθείς από αυτήν την πόλη, του λέω, να πας σε άγνωστο περιβάλλον, στην τάδε πόλη, και εγώ θα φροντίσω να συνδεθείς με καλούς ανθρώπους. Να εργάζεσαι και να βοηθάς, όσο μπορείς, τους πονεμένους από το υστέρημά σου, επειδή αυτό έχει μεγαλύτερη αξία. Αλλά, και όταν κανείς δεν έχει τίποτε να δώσει σε ένα φτωχό και πονάει η καρδιά του, τότε κάνει ανώτερη ελεημοσύνη, διότι κάνει ελεημοσύνη με το αίμα της καρδιάς του. Γιατί, εάν είχε κάτι και το έδινε, θα αισθανόταν και χαρά, ενώ, όταν δεν έχει να δώσει, αισθάνεται πόνο στη καρδιά». Μου υποσχέθηκε ότι θα ακούσει τη συμβουλή μου και έφυγε χαρούμενος. Έπειτα από επτά μήνες παίρνω ένα γράμμα του από τις φυλακές του Κορυδαλλού, στο οποίο έγραφε τα έξης: «Ασφαλώς, πάτερ μου, θα απορήσεις, που σου γράφω πάλι από τη φυλακή μετά από τόσες συμβουλές που μου έδωσες και μετά τις υποσχέσεις που σου έδωσα. Μάθε ότι αυτή τη φορά υπηρετώ μια φυλάκιση την οποία είχα υπηρετήσει· κάποιο λάθος έγινε. Ευτυχώς που δεν υπάρχει ανθρώπινη δικαιοσύνη, γιατί θα αδικούνταν οι πνευματικοί άνθρωποι, επειδή θα έχαναν τον ουράνιο μισθό». Όταν διάβασα αυτά τα τελευταία λόγια, θαύμασα αυτόν τον νέο, που είχε πάρει τόσο ζεστά τη πνευματική ζωή και είχε συλλάβει τόσο βαθιά το βαθύτερο νόημα της ζωής! Διά Χριστόν κλέφτης! Μέσα του είχε Χριστό. Δεν μπορούσε να φρενάρει τον εαυτό του από τη χαρά που ένιωθε. Θεία παλαβομάρα, πανηγύρι είχε!
 
- Γέροντα, από το ρεζίλι ερχόταν η χαρά;
 
- Από την αδικία ερχόταν η χαρά. Κοσμικός άνθρωπος ήταν, ούτε Συναξάρια ούτε Πατερικά είχε διαβάσει και, ενώ έτρωγε άδικα ξύλο, τον έκλειναν στη φυλακή, τον είχαν μέσα στη πόλη για αλήτη, για παλιόπαιδο, για κλέφτη, γινόταν ρεζίλι, αυτός δεν μιλούσε και τα αντιμετώπιζε όλα τόσο πνευματικά! Νέος άνθρωπος, και δεν φρόντιζε να αποκατασταθεί, αλλά πώς να βοηθήσει τους άλλους! Τους μεγάλους κλέφτες πολλές φορές δεν τους κλείνουν ούτε μια φορά στη φυλακή, ενώ αυτόν τον δόλιο τον φυλάκισαν για την ίδια κλοπή δυο φορές και για άλλες κλοπές τον φυλάκισαν άδικα, μέχρι να βρουν τον πραγματικό κλέφτη! Τη χαρά όμως που είχε αυτός δεν την είχαν όλοι οι κάτοικοι της πόλης. Τριάντα χιλιάδες χαρές δεν συμπλήρωναν τη δική του χαρά.
 
Γι’ αυτό λέω ότι ένας πνευματικός άνθρωπος δεν έχει θλίψεις. Όταν η αγάπη αυξηθώ και καεί η καρδιά από τον θείο έρωτα, δεν μπορεί να σταθεί πλέον θλίψη. Η μεγάλη αγάπη προς το Χριστό υπερνικά τους πόνους και τις ταλαιπωρίες που του προξενούν οι άνθρωποι.
 
Γέροντος Παϊσίου Αγιορείτου - «Πνευματική Αγφύπνιση», Λόγοι Γ'

Κυριακή 31 Μαρτίου 2024

ΙΕΡΟΚΗΡΥΚΑΣ ΔΗΜΗΤΡΙΟΣ ΠΑΝΑΓΟΠΟΥΛΟΣ: ΕΣΕΙΣ ΡΩΤΗΣΑΤΕ ΕΚΕΙΝΑ ΠΟΥ ΣΚΟΤΩΣΑΤΕ ΜΕ ΕΚΤΡΩΣΗ;

Ἱεροκήρυκας Δημήτριος Παναγόπουλος: Λένε πολλοί: τὸ ρωτᾶς τὸ μωρὸ καὶ τὸ βαφτίζεις; Καὶ τοὺς ἀπαντάω: ἐσεῖς ρωτήσατε ἐκεῖνα ποὺ σκοτώσατε μὲ ἔκτρωση; Ἐγὼ γιὰ νὰ τὸ σώσω πρέπει νὰ τὸ ρωτήσω έ, ἐσὺ ὅμως ποὺ τὸ σκοτώνεις, δὲν τὸ ρωτᾶς... 

ΙΗΣΟΥΣ ΧΡΙΣΤΟΣ: ΕΚΕΙΝΟΣ ΠΟΥ ΘΑ ΥΠΟΜΕΙΝΕΙ ΩΣ ΤΟ ΤΕΛΟΣ, ΑΥΤΟΣ ΘΑ ΣΩΘΕΙ!

Ιησούς Χριστός: Εκείνος που θα υπομείνει ως το τέλος, αυτός θα σωθεί. (Κατά Ματθαίον 10,22 – Κατά Μάρκον 13,13)

ΨΑΛΜΟΙ: ΕΛΕΗΣΕ ΜΕ, ΘΕΕ ΜΟΥ, ΚΑΤΑ ΤΟ ΜΕΓΑ ΣΟΥ ΕΛΕΟΣ!

ΨΑΛΜΟΣ 50,1

1 Ἐλέησόν με, ὁ Θεός, κατὰ τὸ μέγα ἔλεός σου καὶ κατὰ τὸ πλῆθος τῶν οἰκτιρμῶν σου ἐξάλειψον τὸ ἀνόμημά μου·


1 Ελέησέ με, ω Θεέ μου, σύμφωνα προς το άπειρον έλεός σου· και σύμφωνα με το απέραντον πλήθος των οικτιρμών σου σβήσε εντελώς την παρανομίαν μου.

ΨΑΛΜΟΙ: ΜΕΣΑ ΣΤΙΣ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣΤΙΚΕΣ ΣΥΝΑΘΡΟΙΣΕΙΣ ΝΑ ΔΟΞΑΖΕΤΕ ΤΟΝ ΘΕΟ!

Ψαλμός 67,27: Μέσα στὶς ἐκκλησιαστικὲς συναθροίσεις νὰ δοξάζετε τὸν Θεό! 

Σάββατο 30 Μαρτίου 2024

ΑΓΙΟΣ ΙΩΑΝΝΗΣ Ο ΣΙΝΑΪΤΗΣ: ΚΛΙΜΑΞ, ΛΟΓΟΣ 14. ΠΕΡΙ ΓΑΣΤΡΙΜΑΡΓΙΑΣ!

 Ἅγιος Ἰωάννης ὁ Σιναΐτης, τῆς Κλίμακος
Κλῖμαξ, Λόγος 14, περὶ Γαστριμαργίας
 
Περὶ γαστριμαργίας
(Διὰ τὴν ὀνομαστὴν δέσποιναν, τὴν πονηρὰν κοιλίαν)
 
1. Προκειμένου τώρα νὰ ὁμιλήσωμε περὶ κοιλίας, ἀπεφασίσαμε πάλι, ὅπως καὶ σὲ ὅλα τὰ ἄλλα θέματα, νὰ στρέψωμε τὴν φιλοσοφία μας ἐναντίον μας. Διότι εἶναι ἀξιοθαύμαστο ἐὰν ἀπηλλάγη κανεὶς ἀπὸ αὐτήν, πρὶν κατοικήση τὸν τάφο.
2. Γαστριμαργία εἶναι ἡ ὑποκριτικὴ συμπεριφορὰ τῆς κοιλίας, ἡ ὁποία, ἐνῷ εἶναι χορτασμένη, φωνάζει πὼς εἶναι ἐνδεής· καὶ ἐνῷ εἶναι παραφορτωμένη μέχρι διαρρήξεως, ἀνακράζει ὅτι πεινᾶ. Γαστριμαργία εἶναι ἡ δημιουργὸς τῶν καρυκευμάτων, ἡ πηγὴ τῶν τέρψεων τοῦ λάρυγγος. Ἐσὺ ἔκλεισες τὴν φλέβα (τῶν ἡδονικῶν ἀπαιτήσεών της), ἀλλὰ αὐτὴ ξεπρόβαλε ἀπὸ ἄλλο μέρος. Τὴν ἔφραξες καὶ τούτη, ἀλλὰ καινούργια ἀνοίχθηκε. Γαστριμαργία εἶναι μία ἀπάτη τῶν ὀφθαλμῶν. Καθ᾿ ἣν στιγμὴν κάποιος τρώγει τὸ μέτριο σὲ ποσότητα φαγητό του, ἡ γαστριμαργία τὸν κάνει νὰ σκέπτεται, πῶς νὰ ἦταν δυνατὸ νὰ καταβροχθίση διὰ μιᾶς τὰ σύμπαντα.
3. Ὁ χορτασμὸς ἀπὸ φαγητὰ εἶναι πατὴρ τῆς πορνείας· ἡ θλίψις δὲ τῆς κοιλίας εἶναι πρόξενος τῆς ἁγνότητος. Ἐκεῖνος ποὺ ἐκολάκευσε τὸν λέοντα, πολλὲς φορὲς τὸν ἡμέρωσε. Ἐκεῖνος ὅμως ποὺ περιποιήθηκε τὴν σάρκα, περισσότερο τὴν ἐξαγρίωσε.
4. Χαίρεται ὁ Ἰουδαῖος τὸ Σάββατο ἢ τὶς ἑορτές, καὶ ὁ γαστρίμαργος μοναχὸς τὸ Σάββατο καὶ τὴν Κυριακή. Ἀπὸ καιρὸ ὑπολογίζει τὸ Πάσχα καὶ ἀπὸ πολλὲς ἡμέρες ἑτοιμάζει τὰ φαγητά. Ὁ δοῦλος τῆς κοιλίας σκέπτεται μὲ τί εἴδους φαγητὰ θὰ ἑορτάση, ὁ δὲ δοῦλος τοῦ Θεοῦ μὲ τί χαρίσματα θὰ πλουτήση. Ὁ κοιλιόδουλος, ὅταν ἔλθη κάποιος ξένος, συνέχεται ὁλόκληρος ἀπὸ τὴν ἀγάπη -ἀγάπη ποὺ προέρχεται ἀπὸ τὴν γαστριμαργία- καὶ θεωρεῖ ὡς ἀναψυχὴ τοῦ ἀδελφοῦ τὴν ἰδική του κατάλυσι! Ἐπὶ παρουσίᾳ ὡρισμένων ἄλλων ἀπεφάσισε τὴν κατάλυσι οἴνου, καὶ νομίζοντας πὼς κρύβει τὴν ἀρετή του, ὑποδουλώθηκε στὸ πάθος του.
5. Ἐχθρεύεται πολλὲς φορὲς ἡ κενοδοξία πρὸς τὴν γαστριμαργία καὶ ἀντιμάχονται γιὰ τὴν κατοχὴ τοῦ ἀθλίου μοναχοῦ σὰν νὰ πρόκειται γιὰ ἀγοραστὸ δοῦλο. Ἡ μὲν γαστριμαργία τὸν ὠθεῖ στὴν κατάλυσι, ἡ δὲ κενοδοξία του συνιστᾶ τὴν ἐπίδειξι τῆς ἀρετῆς του, ἀλλὰ ὁ σοφὸς μοναχὸς θὰ τὶς ἀποφύγη καὶ τὶς δυὸ διώχνοντας στὴν κατάλληλη ὥρα τὴν μία μὲ τὴν βοήθεια τῆς ἄλλης.
6. Ὅταν ἡ σάρκα σφριγᾶ, ἂς φυλάξωμε τὴν ἐγκράτεια παντοῦ καὶ πάντοτε. Ὅταν δὲ ἠρεμῆ -πράγμα ποὺ δὲν πιστεύω ὅτι κατορθώνεται πρὸ τοῦ τάφου- ἂς ἀποκρύψωμε τὴν ἐργασία μας.
7. Εἶδα ἡλικιωμένους ἱερεῖς νὰ ἐμπαίζωνται ἀπὸ τοὺς δαίμονες καὶ νὰ δίνουν εὐλογία σὲ νέους, ποὺ δὲν ἐξηρτῶντο πνευματικῶς ἀπὸ αὐτούς, νὰ καταλύσουν σὲ ἐπίσημο τραπέζι κρασὶ καὶ ὅ,τι ἄλλο. Ἐὰν μὲν οἱ ἱερεῖς αὐτοὶ ἔχουν ἐν Κυρίῳ καλὴ μαρτυρία, ἂς κάνωμε μετρία κατάλυσι. Ἐὰν ὅμως εἶναι ἀμελεῖς, ἂς μὴ λάβωμε καθόλου ὑπ᾿ ὄψιν μας τὴν εὐλογία τους, καὶ μάλιστα ἐὰν τύχη καὶ μαχώμεθα ἐναντίον σαρκικῆς πυρώσεως.
8. Ἐνόμισε ὁ θεήλατος Εὐάγριος (1) ὅτι ἔγινε σοφώτερος τῶν σοφῶν καὶ στὴν μορφὴ καὶ στὸ περιεχόμενο τῶν λόγων του. Ἀπατήθηκε ὅμως ὁ ταλαίπωρος καὶ φάνηκε ἀνοητότερος τῶν ἀνοήτων καὶ σὲ πολλὰ ἄλλα ζητήματα καὶ σ᾿ αὐτό. Ἐδίδαξε: «Ὁσάκις ἡ ψυχὴ ἐπιθυμεῖ ποικίλα φαγητά, ἂς θλίβεται μὲ ἄρτον μόνο καὶ ὕδωρ». Εἶναι δὲ ἡ προσταγή του αὐτὴ σὰν νὰ προτρέπης ἕνα παιδὶ ν᾿ ἀνεβῆ μὲ ἕνα βῆμα ὅλη τὴν σκάλα.
Ἐμεῖς ὅμως, ἀντικρούοντες τὸν ὁρισμό του, ὡς ἑξῆς ὁρίζουμε: Ὅταν ἐπιθυμοῦμε τὰ διάφορα φαγητά, ζητοῦμε κάτι ποὺ εἶναι μέσα στὴν φύσι μας. Γι᾿ αὐτὸν τὸν λόγο ἂς χρησιμοποιήσωμε ἕνα τέχνασμα πρὸς τὴν πολυμήχανη κοιλία, καὶ μάλιστα ἂν δὲν μᾶς ἀπειλῆ βαρύτατος πόλεμος ἢ δὲν ὑπάρχη πένθος ἢ κανὼν γιὰ προηγούμενες σοβαρὲς πτώσεις. Ἂς κόψωμε πρῶτα τὰ λιπαρά, ἔπειτα τὰ ἐρεθιστικὰ καὶ ἔπειτα τὰ εὔγευστα.
9. Ἂν σοῦ εἶναι εὔκολο, δίδε στὴν κοιλία σου τροφὴ χορταστικὴ καὶ εὐκολοχώνευτη, ὥστε μὲ τὸν χορτασμὸ νὰ ἱκανοποιήσουμε τὴν ἀχόρταστη ὄρεξί της, ἐνῷ μὲ τὴν σύντομη χώνευσι νὰ σωθοῦμε ἀπὸ τὴν σαρκικὴ πύρωσι σὰν ἀπὸ μάστιγα. Ἂς ἐξετάσωμε, καὶ θὰ βροῦμε πὼς τὰ περισσότερα ἀπὸ τὰ φαγητὰ ποὺ «φουσκώνουν» ἐρεθίζουν τὴν σάρκα.
10. Νὰ γελᾶς μὲ τὸν δαίμονα ποὺ σοῦ ὑποβάλλει μετὰ τὸ δεῖπνο νὰ ἀφήσης γιὰ τὴν ἑπόμενη ἡμέρα τοὺς κανόνες τῶν προσευχῶν σου, διότι θὰ ἔλθη ἡ ἐνάτη ὥρα τῆς ἑπομένης, καὶ δὲν θὰ ἔχη τηρηθῆ ἡ συμφωνία τῆς προηγουμένης.
11. Ἄλλη εἶναι ἡ ἐγκράτεια ποὺ ἁρμόζει σὲ ὅσους δὲν ἔχουν δοκιμάσει μεγάλες πτώσεις καὶ ἄλλη σὲ ὅσους ἔχουν ὑποπέσει σ᾿ αὐτές. Οἱ μὲν πρῶτοι ἔχουν ὡς γνώμονα τὴν σαρκικὴ κίνησι, οἱ δὲ δεύτεροι ἀντιμετωπίζουν τὸ θέμα μὲ σκληρότητα καὶ ἀδιαλλαξία μέχρι θανάτου. Καὶ οἱ μὲν προσπαθοῦν νὰ διαφυλάττουν πάντοτε τὴν σωφροσύνη τοῦ νοῦ, ἐνῷ οἱ δὲ ἐξευμενίζουν τὸν Θεὸν μὲ τὴν σκυθρωπότητα τῆς ψυχῆς καὶ μὲ τὴν θλίψι τῆς σαρκός.
12. Ὁ καιρὸς τῆς εὐφροσύνης καὶ τῆς «παρακλήσεως» στὸν τέλειο μοναχὸ εἶναι καιρὸς ἀμεριμνίας, στὸν ἀγωνιστὴ καιρὸς πάλης καὶ στὸν ἐμπαθῆ «ἑορτῶν ἑορτὴ καὶ πανήγυρις πανηγύρεων».
13. Ὄνειρα γύρω ἀπὸ τροφὲς καὶ φαγητὰ συναντῶνται στὴν καρδία τῶν γαστριμάργων, καὶ ὄνειρα γύρω ἀπὸ τὴν κόλασι καὶ τὴν Κρίσι συναντῶνται στὴν καρδία τῶν μετανοούντων.
14. Κυριάρχησε στὴν κοιλία σου, πρὶν κυριαρχήση αὐτὴ πάνω σου, καὶ τότε θὰ ἀναγκασθῆς νὰ νηστεύης γεμάτος καταισχύνη. Αὐτὸ ποὺ εἶπα τὸ καταλαβαίνουν ἐκεῖνοι ποὺ ἔπεσαν στὸν ἀκατανόμαστο βόθρο (2). Ὅσοι εἶναι εὐνοῦχοι – (κατὰ πνεῦμα εὐνοῦχοι – πρβλ. Ματθ. ιθ´ 12) – δὲν ἐγνώρισαν τὸ ἁμάρτημα αὐτό.
15. Ἂς περικόψωμε τὶς ἀπαιτήσεις τῆς κοιλίας μὲ τὴν σκέψι τοῦ αἰωνίου πυρός. Μερικοὶ ποὺ ὑπετάγησαν σ᾿ αὐτὴν ἔφθασαν στὴν ἀνάγκη στὸ τέλος νὰ ἀποκόψουν τὰ μέλη τοῦ σώματός τους, καὶ ἀπέθαναν ἔτσι σωματικὰ καὶ ψυχικά. Ἂς ἐρευνήσωμε, καὶ ὁπωσδήποτε θὰ διαπιστώσωμε πὼς τὰ ἠθικά μας ναυάγια προέρχονται μόνο ἀπὸ τὴν γαστριμαργία.
16. Ὁ νοῦς τοῦ νηστευτοῦ προσεύχεται καθαρὰ καὶ προσεκτικά, τοῦ δὲ ἀκρατοῦς εἶναι γεμάτος ἀπὸ ἀκάθαρτες εἰκόνες. Ὁ χορτασμὸς τῆς κοιλίας ἐξήρανε τὶς πηγὲς τῶν δακρύων. Ὅταν ὅμως αὐτὴ ἀπεξηράνθη, ἐδημιούργησε τὰ ὕδατα τῶν δακρύων.
17. Ἐκεῖνος ποὺ περιποιεῖται τὴν κοιλία του καὶ ἀγωνίζεται νὰ νικήση τὸ πνεῦμα τῆς πορνείας, ὁμοιάζει μὲ ἐκεῖνον ποὺ προσπαθεῖ νὰ σβήση μεγάλη φωτιὰ μὲ λάδι. Ὅταν θλίβεται ἡ κοιλία ταπεινοῦται ἡ καρδία. Ὅταν ὅμως δέχεται περιποιήσεις, θεριεύουν καὶ ἀλαζονεύονται οἱ λογισμοί.
18. Ἐξέταζε τὸν ἑαυτόν σου τὴν πρώτη ὥρα τῆς ἡμέρας καὶ τὸ μεσημέρι καὶ τὴν τελευταία πρὸ τοῦ φαγητοῦ, καὶ θὰ κατανοήσης ἔτσι τὴν ὠφέλεια τῆς νηστείας. Τὸ πρωὶ (ποὺ δὲν πεινᾶς) οἱ λογισμοὶ σκιρτοῦν καὶ περιπλανῶνται ἐδῶ κι ἐκεῖ, κατὰ τὴν ἕκτη ὥρα ἀτονοῦν κάπως, καὶ κατὰ τὸ ἡλιοβασίλεμα ἔχουν ἐντελῶς ταπεινωθῆ.
19. Θλίβε τὴν κοιλία καὶ ὁπωσδήποτε θὰ κλείσης καὶ τὸ στόμα· διότι ἡ γλώσσα ἰσχυροποιεῖται ἀπὸ τὰ πολλὰ φαγητά. Νὰ πυγμαχῆς συνεχῶς ἐναντίον της καὶ νὰ ἐπαγρυπνῆς συνεχῶς ἐπάνω της. Ἐὰν ἐσὺ κοπιάσης ὀλίγο, ἀμέσως καὶ ὁ Κύριος σὲ βοηθεῖ.
20. Ὅσο χρησιμοποιοῦνται καὶ μαλακώνουν οἱ ἀσκοί, τόσο αὐξάνουν στὴν χωρητικότητα. Ὅταν ὅμως μείνουν περιφρονημένοι καὶ ἀχρησιμοποίητοι, θὰ μαζέψουν καὶ δὲν θὰ χωροῦν τόσο πολύ.
21. Ἐκεῖνος ποὺ καταπιέζει τὴν κοιλία μὲ πολλὰ φαγητά, ἐπλάτυνε τὰ ἔντερα, ἐνῷ ἐκεῖνος ποὺ τῆς ἐναντιώνεται, τὰ ἐστένευσε. Καὶ ὅταν αὐτὰ ἐστένευσαν, δὲν χρειάζονται πολλὰ φαγητά, ὁπότε κατὰ φυσικὸ τρόπο μαθαίνομε νὰ νηστεύωμε.
22. Ἡ δίψα πολλὲς φορὲς ἐσταμάτησε τὴν δίψα. Εἶναι ὅμως δυσχερὲς καὶ ἀκατόρθωτο μὲ τὴν πείνα νὰ περικοπῆ ἡ πείνα. Ὅταν σὲ νικήση ἡ κοιλία, δάμαζέ την μὲ σωματικοὺς κόπους. Καὶ ἂν αὐτὸ σοῦ εἶναι ἀδύνατο διὰ λόγους ἀσθενείας, πάλαιψε ἐναντίον της μὲ τὴν ἀγρυπνία.
23. Ὅταν βαραίνουν οἱ ὀφθαλμοί, πιάσε τὸ ἐργόχειρο. Ἐὰν ὅμως ὁ ὕπνος ἔχη φύγει, μὴ τὸ πιάνης, διότι δὲν εἶναι δυνατὸν νὰ προσηλώσης τὸν νοῦ σου στὸν Θεὸν καὶ στὸν μαμωνᾶ (Ματθ. στ´ 24), δηλαδὴ στὸν Θεὸ καὶ στὸ ἐργόχειρο.
24. Γνώριζε ὅτι πολλὲς φορὲς ὁ δαίμων τῆς γαστριμαργίας ἔρχεται καὶ κάθεται ἐπάνω στὸ στομάχι, καὶ κάνει ὥστε νὰ μὴ χορταίνει ὁ ἄνθρωπος, ἔστω καὶ ἂν φάγη ὁλόκληρη τὴν Αἴγυπτο καὶ πιῆ ὁλόκληρο τὸν Νεῖλο. Μετὰ τὸ φαγητὸ φεύγει ὁ ἀνόσιος καὶ μᾶς στέλνει τὸν δαίμονα τῆς πορνείας, ἀφοῦ τοῦ περιέγραψε τὸ συμβάν. «Νὰ τὸν συλλάβης, τοῦ λέγει, νὰ τὸν συλλάβης, νὰ τὸν ζαλίσης. Καθὼς ἡ κοιλία του εἶναι παραφορτωμένη, δὲν θὰ κουρασθῆς πολύ». Καὶ ἐκεῖνος μόλις ἦλθε χαμογέλασε. Καὶ ἀφοῦ μᾶς ἔδεσε «χειροπόδαρα» μὲ τὸν ὕπνο, ἔπραξε ὅλα ὅσα θέλησε καταλερώνοντας σῶμα καὶ ψυχὴ μὲ μολυσμοὺς καὶ φαντασίες καὶ ἐκκρίσεις. Θαυμαστὸ πράγμα! Νὰ βλέπης ἀσώματο νοῦ νὰ μολύνεται καὶ νὰ σκοτίζεται ἀπὸ τὸ σῶμα· καὶ πάλι διὰ μέσου του πηλίνου σώματος τὸν ἄϋλο νοῦ νὰ καθαρίζεται καὶ νὰ λεπτύνεται!
25. Ἐὰν ὑποσχέθηκες στὸν Χριστὸν νὰ βαδίζης τὴν στενὴ καὶ τεθλιμμένη ὁδό, στενοχώρησε τὴν κοιλία. Διότι ὅταν αὐτὴ δέχεται περιποιήσεις καὶ πλατύνεται, τότε ἐσὺ ἀθέτησες τὶς ὑποσχέσεις.
26. Σύνελθε! Καὶ θὰ ἀκούσης τὸν Χριστὸν νὰ λέγη: «Πλατεία καὶ εὐρύχωρος ἡ ὁδὸς τῆς κοιλίας, ἡ ἀπάγουσα εἰς τὴν ἀπώλειαν τῆς πορνείας· καὶ πολλοὶ εἰσὶν οἱ εἰσπορευόμενοι ἐν αὐτῇ. Τὶ στενὴ ἡ πύλη καὶ τεθλιμμένη ἡ ὁδὸς τῆς νηστείας, ἡ εἰσάγουσα εἰς τὴν ζωὴν τῆς ἁγνείας· καὶ ὀλίγοι εἰσὶν οἱ εἰσερχόμενοι δι᾿ αὐτῆς» (πρβλ. Ματθ. ζ´ 13-14).
27. Ἀρχηγὸς τῶν δαιμόνων εἶναι ὁ πεσῶν Ἑωσφόρος, καὶ ἀρχηγὸς τῶν παθῶν ὁ λαιμὸς τῆς κοιλίας.
28. Ὅταν λάβης θέσι σὲ πλούσιο τραπέζι, φέρε ἐμπρός σου τὴν μνήμη τοῦ θανάτου καὶ τῆς Κρίσεως· ἴσως ἔτσι νὰ συγκρατήσης ὀλίγο τὸ πάθος. Καὶ ἐνῷ πίνεις, μὴ παύσης νὰ θυμᾶσαι τὸ ὄξεος καὶ τὴν χολὴ τοῦ Δεσπότου σου. Ἔτσι ἢ θὰ ἐγκρατευθῆς ἢ τουλάχιστον, ἂν δὲν ἐγκρατευθῆς, θὰ ταπεινωθῆς ἀναστενάζοντας (συγκρίνοντας τὴν πολυφαγία σου μὲ τὸ πάθος τοῦ Χριστοῦ).
29. Μὴ πλανᾶσαι! Οὔτε ἀπὸ τὴν δουλεία τοῦ Φαραὼ πρόκειται νὰ ἐλευθερωθῆς οὔτε τὸ ἄνω Πάσχα θὰ ἀντικρύσης, ἐὰν δὲν γευθῆς παντοτεινᾶ πικρίδες καὶ ἄζυμα. Πικρίδες εἶναι ἡ βία καὶ κακοπάθεια τῆς νηστείας, καὶ ἄζυμα τὸ χωρὶς φυσίωσι φρόνημα (3).
30. Ἂς ἑνωθῆ μὲ τὴν ἀναπνοή σου ὁ λόγος τοῦ Ψαλμῳδοῦ: «Ὅταν μὲ ἐνωχλοῦσαν οἱ δαίμονες, ἐφοροῦσα πένθιμο ἔνδυμα καὶ ἐταπείνωνα μὲ νηστεία τὴν ψυχή μου καὶ ἡ προσευχή μου εἶχε κολληθῆ στοὺς κόλπους τῆς ψυχῆς μου» (πρβλ. Ψαλμ. λδ´ 13).
31. Ἡ νηστεία εἶναι βία φύσεως καὶ περιτομὴ τῶν ἡδονῶν τοῦ λάρυγγος, ἐκτομὴ τῆς σαρκικῆς πυρώσεως, ἐκκοπὴ τῶν πονηρῶν λογισμῶν, ἀπελευθέρωσις ἀπὸ μολυσμοὺς ὀνείρων, καθαρότης προσευχῆς, φωτισμὸς τῆς ψυχῆς, διαφύλαξις τοῦ νοῦ, διάλυσις τῆς πωρώσεως, θύρα τῆς κατανύξεως, ταπεινὸς στεναγμός, χαρούμενη συντριβή, σταμάτημα τῆς πολυλογίας, ἀφορμὴ ἡσυχίας, φρουρὸς τῆς ὑπακοῆς, ἐλαφρότης τοῦ ὕπνου, ὑγεία τοῦ σώματος, πρόξενος τῆς ἀπαθείας, ἄφεσις τῶν ἁμαρτημάτων, θύρα καὶ ἀπόλαυσις τοῦ παραδείσου.
32. Ἂς συλλάβωμε καὶ ἂς ἀνακρίνωμε καὶ αὐτὸν τὸν ἐχθρὸν -προπαντὸς αὐτόν- ποὺ εὑρίσκεται ἐπικεφαλῆς ὅλων τῶν ἐπικινδύνων ἐχθρῶν μας. Αὐτὸν ποὺ εἶναι ἡ θύρα τῶν παθῶν, ἡ πτῶσις τοῦ Ἀδάμ, ἡ ἀπώλεια τοῦ Ἠσαῦ, ὁ ὄλεθρος τῶν Ἰσραηλιτῶν, ἡ ἀσχημοσύνη τοῦ Νῶε, ἡ προδοσία τῶν Γομόρρων, ἡ κατηγορία τοῦ Λώτ, ἡ ἐξολόθρευσις τῶν υἱῶν τοῦ ἱερέως Ἠλεῖ, ὁ καθοδηγητὴς πρὸς τοὺς μολυσμούς. Ἂς τὴν ἀνακρίνωμε -τὴν γαστριμαργία- ἀπὸ ποῦ γεννᾶται, ποιοὶ εἶναι οἱ ἀπόγονοί της, ποιὸς εἶναι αὐτὸς ποὺ τὴν συντρίβει καὶ ποιὸς αὐτὸς ποὺ τὴν ἐξολοθρεύει τελείως.
«Λέγε μας, ὦ τύραννε ὅλων τῶν ἀνθρώπων, σὺ ποὺ τοὺς ἐξαγοράζεις ὅλους μὲ τὸ χρυσάφι τῆς ἀπληστίας, ἀπὸ ποῦ εἰσέρχεσαι μέσα μας; Καὶ τί ἐν συνεχείᾳ συνηθίζεις νὰ γεννᾶς ἐκεῖ; Καὶ πῶς μποροῦμε νὰ ἐπιτύχωμε τὴν ἔξοδό σου καὶ ἀπομάκρυνσι ἀπὸ ἐμᾶς»;
Ἐκείνη δὲ ταλαιπωρημένη ἀπὸ τὶς ὕβρεις αὐτές, γεμάτη μανία καὶ ἀγριότητα μᾶς ἀποκρίθηκε τυραννικά:
«Γιατί μὲ ὀνειδίζετε σεῖς ποῦ εἶσθε ὑπόλογοι ἀπέναντί μου; Καὶ πῶς φροντίζετε νὰ μὲ ἀποχωρισθῆτε, ἐνῷ ἐγὼ εἶμαι ἐκ φύσεως συνδεδεμένη μαζὶ σάς; Θύρα γιὰ μένα εἶναι ἡ φύσις τῶν φαγητῶν. Αἰτίας τῆς ἀπληστίας μου εἶναι ἡ συνεχὴς χρῆσις. Ἀφορμὴ δὲ τῆς ἐπικρατήσεως τοῦ πάθους μου εἶναι ἡ προϋπάρχουσα συνήθεια, ἡ ἀναισθησία τῆς ψυχῆς καὶ ἡ λησμοσύνη τοῦ θανάτου.
» Καὶ πῶς ζητεῖτε νὰ μάθετε τὰ ὀνόματα τῶν ἀπογόνων μου; Θὰ τοὺς ἀπαριθμήσω καὶ θὰ πληθυνθοῦν περισσότερο ἀπὸ τὴν ἄμμο. Ἀκοῦστε ὅμως ποιοὶ θεωροῦνται ὡς υἱοί μου πρωτότοκοι καὶ ἀγαπητοί: Πρωτότοκός μου υἱὸς εἶναι ὁ ὑπηρέτης τῆς πορνείας. Δεύτερος ἡ σκληροκαρδία. Τρίτος ὁ ὕπνος. Ἀπὸ ἐμένα ἐπίσης γεννῶνται ἡ θάλασσα τῶν λογισμῶν, τὰ κύματα τῶν μολυσμῶν, ὁ βυθὸς τῶν κρυπτῶν καὶ ἀνεκφράστων ἀκαθαρσιῶν.
» Ἰδικές μου θυγατέρες εἶναι ἡ ὀκνηρία, ἡ πολυλογία, ἡ «παρρησία», τὰ γέλια, τὰ ἀστεῖα καὶ τὰ εὐτράπελα, ἡ ἀντιλογία, ἡ σκληροτράχηλη διαγωγὴ καὶ συμπεριφορά, ἡ ἀνυπακοή, ἡ ἀναισθησία, ἡ αἰχμαλωσία καὶ ὑποδούλωσις (στὰ πάθη), ἡ καύχησις, ἡ θρασύτης. Ἐπίσης καὶ ἡ ἀγάπη τοῦ καλλωπισμοῦ, τὴν ὁποία διαδέχονται ἡ ρυπαρὰ προσευχή, ὁ ρεμβασμὸς τῶν λογισμῶν καὶ πολλὲς φορὲς συμφορὲς ἀνέλπιστες καὶ ἀπροσδόκητες, στὶς ὁποῖες μάλιστα ἀκολουθεῖ ἡ ἀπελπισία ποὺ εἶναι ἡ πιὸ φοβερὴ ἀπὸ ὅλες.
» Ἐμένα μὲ πολεμεῖ, ἀλλὰ δὲν μὲ νικᾶ, ἡ μνήμη τῶν ἁμαρτημάτων. Ὑπερβολικά μὲ ἐχθρεύεται ἡ σκέψις τοῦ θανάτου. Ἐκεῖνο δὲ ποὺ μὲ καταστρέφει τελειωτικὰ δὲν ὑπάρχει στοὺς ἀνθρώπους. Ὅποιος ἀπέκτησε μέσα του Τὸν Παράκλητο, Τὸν παρακαλεῖ ἐναντίον μου. Καὶ Ἐκεῖνος καμφθεὶς ἀπὸ τὶς ἱκεσίες δὲν μὲ ἀφίνει νὰ ἐνεργῶ μὲ ἐμπάθεια. Αὐτοὶ ποὺ δὲν ἐγεύθηκαν τὴν χάρι τοῦ Παρακλήτου, ἐπιζητοῦν ὁπωσδήποτε νὰ γλυκαίνωνται ἀπὸ τὴν ἰδική μου ἡδονή».
Πρόκειται γιὰ ἀνδρεία νίκη! Ὅποιος τὴν ἐκέρδισε, προχωρεῖ σύντομα πρὸς τὴν ἀπάθεια καὶ τὴν κορυφὴ τῆς σωφροσύνης.
 
--------------------------------------------------------------------------
 
1. Ὁ Εὐάγριος ὁ Ποντικὸς ὑπῆρξε ἐπιφανὴς μυστικὸς Θεολόγος, ἀσκητὴς καὶ ἀσκητικὸς συγγραφεὺς τοῦ Δ´ μ.Χ. αἰῶνος. Ἐμαθήτευσε στὸν Θεολόγο Γρηγόριο καὶ σὲ μεγάλους ἀσκητὰς τῆς αἰγυπτιακῆς ἐρήμου. Ἀνεδείχθη σὲ σπουδαία φυσιογνωμία τῆς Ἐκκλησίας καὶ ἐχαρακτηρίσθη ὡς «ἡ διασημοτέρα προσωπικότης τῆς Χριστιανικῆς ἐρήμου τῆς Αἰγύπτου, περὶ τὰ τέλη τοῦ τετάρτου αἰῶνος» (βλ. Ἰ. Μωϋσέσκου, Εὐάγριος ὁ Ποντικός, Ἀθῆναι 1937, σελ. 32). Ὑπέπεσε ὅμως καὶ στὶς πλάνες τοῦ Ὠριγένους καὶ κατεδικάσθη ἀπὸ τὴν Ε´ Οἰκουμενικὴ Σύνοδο. Παρὰ ταῦτα ὡρισμένα ἀσκητικά του συγγράμματα λόγῳ τῆς ἀξίας των ἐτιμήθησαν ἀπὸ τοὺς μεταγενεστέρους μέχρι σημείου νὰ καταχωρηθοῦν καὶ στὴν Φιλοκαλία.
Καὶ ὁ ἴδιος ὁ συγγραφεὺς τῆς Κλίμακος ἐπωφελεῖται τοῦ ἀσκητικοῦ ἔργου τοῦ Εὐαγρίου, καὶ μάλιστα στοὺς τελευταίους λόγους (ΚΖ´ - Λ´), ὅπου ἐκτίθεται ἡ ὑψηλοτέρα πνευματικὴ ζωή.
Καὶ ὁ ἴδιος ὁ συγγραφεὺς τῆς Κλίμακος ἐπωφελεῖται τοῦ ἀσκητικοῦ ἔργου τοῦ Εὐαγρίου, καὶ μάλιστα στοὺς τελευταίους λόγους (ΚΖ´ - Λ´), ὅπου ἐκτίθεται ἡ ὑψηλοτέρα πνευματικὴ ζωή.
2. Ἐννοεῖ μᾶλλον τὸ κατὰ μόνας ἁμάρτημα.
3. Τὸ χωρὶς φυσίωσι φρόνημα ἀντιστοιχεῖ πρὸς τὰ ἄζυμα. Ἡ παρομοίωσις εἶναι πολὺ ἐπιτυχής, ἐφ᾿ ὅσον ὡς γνωστὸν μὲ τὴν ζύμη δημιουργεῖται «φούσκωμα» στὸ φύραμα.

Παρασκευή 29 Μαρτίου 2024

Η ΘΑΥΜΑΣΤΗ ΟΠΤΑΣΙΑ ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ ΣΕΡΑΦΕΙΜ ΤΟΥ ΣΑΡΩΦ!

 Η θαυμαστή οπτασία του Αγίου Σεραφείμ του Σαρώφ
 
Έπειτα, με ανέκφραστη χαρά ό Άγιος μίλησε στον Αδελφό Ιωάννη για την θαυμάσια οπτασία του.
«Άκου! Θα σού πω κάτι για τον πτωχό Σεραφείμ! Κάποτε»,— ίσως σκεφθεί κανείς ότι αυτό συνέβη την περίοδο τού εγκλεισμού του— «ενώ διάβαζα στον Κατά Ιωάννη Ευαγγέλιο τούς λόγους τού Σωτήρος, Εν τη οικία του πατρός μου μοναί πολλαί εισίν (14:2), εγώ, πτωχό πλάσμα καθώς είμαι, κόλλησα την σκέψη μου σε αυτές και επιθύμησα να δω εκείνες τις ουράνιες κατοικίες. 
Πέντε ημέρες και νύχτες πέρασα σε αγρυπνία και προσευχή, ζητώντας από τον Κύριο την χάρη εκείνου τού οράματος. Και πράγματι ό Κύριος, στον μεγάλο Του έλεος, δεν μού στέρησε την παρηγοριά κατά την πίστη μου διότι μού έδειξε εκείνες τις αιώνιες κατοικίες στις όποιες εγώ, ό πτωχός επίγειος προσκυνητής, αρπάχτηκα για μια στιγμή (είτε με τον σώμα είτε έξω από τον σώμα, δεν γνωρίζω) και είδα τον ανέκφραστο ουράνιο κάλλος και εκείνους πού κατοικούν εκεί:
Τον Μεγάλο Πρόδρομο και Βαπτιστή τού Κυρίου Ιωάννη, τούς Αποστόλους, τούς Αγίους Ιεράρχες, τούς Μάρτυρες και τούς Αγίους Πατέρες μας—Αντώνιο τον Μέγα, Παύλο τον θηβαΐτη, Άγιο Σάββα, Ονούφριο τον Μέγα, Μάρκο της Θράκης και όλους τούς Αγίους να λάμπουν με ανείπωτη δόξα και χαρά, τα όποια οφθαλμός ουκ είδε και ους ουκ ήκουσε και επί καρδίαν άνθρωπου ουκ ανέβη (Ήσ. 64:4 Α ' Κορ. 2:9), αλλά τα όποια ό Θεός ητοίμασεν τοις αγαπώσιν αυτόν».
 
«Με τα λόγια αυτά», γράφει ό Τύχωνωφ, «ό π. Σεραφείμ έμεινε σιωπηλός. Την ίδια στιγμή έγειρε κάπως μπροστά, τον κεφάλι του (με τα μάτια κλειστά) έκλινε προς τα κάτω, και με την ανοιχτή παλάμη του δεξιού του χεριού ήρεμα (ρυθμικά) και ήπια χάιδευε τον μέρος όπου βρισκόταν ή καρδιά του. Τον πρόσωπο του σταδιακά άλλαζε και αποκάλυπτε ένα θαυμάσιο φως, και τέλος έγινε τόσο φωτεινό ώστε ήταν αδύνατον να τον κοιτάξει κανείς. Τον στόμα του και η όλη του εμφάνιση εξέφραζε τέτοια χαρά και τέτοια ουράνια έκσταση, ώστε εκείνην την στιγμή θα μπορούσε πραγματικά να ονομασθεί επίγειος Άγγελος και ουράνιος άνθρωπος. Στην διάρκεια τής σιωπής του, πού ήταν βυθισμένη μέσα στον μυστήριο, φαινόταν να ενατενίζει κάτι με τρυφερό αίσθημα και να ακούει κάτι με θαυμασμό. Αλλά τί ακριβώς ήταν εκείνο πού γοήτευε και έθελγε την ψυχή του δικαίου, ό Θεός μόνον γνωρίζει.
 
«Έπειτα από μία μάλλον μακρά σιωπή, ό π. Σεραφείμ μίλησε και πάλι. Αναστενάζοντας από τον βάθος τής καρδιάς του, μου είπε με αίσθημα ανέκφραστης χαράς:
« Αχ! Αν ήξερες μόνον τί χαρά, τί γλυκύτητα περιμένει την δικαία ψυχή στον ουρανό, θα αποφάσιζες να υποφέρεις με ευγνωμοσύνη σε αυτήν την πρόσκαιρη ζωή κάθε είδους λύπη, διωγμό και συκοφαντία. Και ακόμη και αν τον ίδιο μας τον κελί ήταν γεμάτο από σκουλήκια, και αν ακόμη τα σκουλήκια αυτά έτρωγαν τις σάρκες μας σε όλη την διάρκεια αυτής της πρόσκαιρης ζωής μας, πρέπει να συγκατατεθούμε σε αυτό με την μεγαλύτερη νοσταλγία, έτσι ώστε να μην χάσουμε εκείνην την ουράνια χαρά πού ό Θεός έχει ετοιμάσει για όσους Τον αγαπούν. 
Δεν υπάρχει πόνος, ούτε λύπη, ούτε στεναγμός εκείνες, εκεί όλα είναι ανείπωτη γλυκύτητα και χαρά εκείνες οι δίκαιοι θα λάμπουν όπως ό ήλιος. Αλλά εάν εκείνη ή ουράνια δόξα και χαρά δεν μπόρεσε να περιγραφεί ούτε ακόμη και από τον ίδιο τον αγαπημένο μας Πατέρα Απόστολο Παύλο, ποιά άλλη ανθρώπινη γλώσσα μπορεί να περιγράψει την ομορφιά τής ουράνιας πολιτείας, όπου κατοικούν οι ψυχές των δικαίων;
 
«Όσο για εσένα, χαρά μου», συνέχισε ό Γέροντας, για χάρη μιας τέτοιας μελλοντικής ευτυχίας, εσύ και οι αδελφοί σου πρέπει να αποκτήσετε αγνότητα και να περιφρουρήσετε την παρθενία σας, διότι ό παρθένος ό οποίος φυλάγει την παρθενία του για χάρη τής είναι νύμφη του Χριστού. Ό Χριστός είναι ο Νυμφίος της, ό οποίος την οδηγεί στον ουράνιο παλάτι Του. Αλλά ή ψυχή πού παραμένει στην αμαρτία είναι σαν την αργόσχολη χήρα ή οποία με την επιθυμία της ζώσα τέθνηκε (Α ' Τιμ. 5:6, I 5)»
 
Τον ίδιο έλεγε και στην κα. Ά. Ρ. Έρόπκιν, θυμίζοντας της τις άγιες γυναίκες Μάρτυρες, την ομορφιά της Αγίας Φεβρωνίας και πολλών άλλων πού λάμπουν με ανείπωτη δόξα.
«Αχ, χαρά μου!», αναφωνούσε τότε, «υπάρχει τέτοια μακαριότητα εκεί πού είναι αδύνατον να περιγραφεί».
«Τον πρόσωπο του», έγραφε αργότερα εκείνη, «ήταν εκπληκτικό. Τον φως της χάριτος έλαμπε μέσα από τον δέρμα του, ενώ στα μάτια του υπήρχε ταυτόχρονα μία έκφραση ειρήνης και ένα ιδιαίτερο είδος πνευματικής έκστασης». Ακόμη και κατά την διάρκεια της περιγραφής των οραμάτων του «είναι πιθανόν να βρισκόταν έξω από τον ορατό κόσμο—στις ουράνιες κατοικίες».
Αυτήν ή θαυμαστή και υπερφυσικό έκσταση ήταν μόνον ή αποκορύφωση των ελλάμψεων ή των φωτισμών του. Αλλά σε έναν μικρότερο βαθμό, δοκίμαζε αυτήν την ανύψωση του πνεύματος στον Θεό όχι απλώς συχνά, αλλά σχεδόν συνεχώς.
 
Από το βιβλίο του Αρχιμ. Λάζαρου Μούρ, Ο Άγιος Σεραφείμ του Σαρώφ, Πνευματική Βιογραφία του Αρχιμ. Λάζαρου Μούρ, Κεφάλ. 6-Ο Εγκλεισμός Μετάφραση του Εκδοτικού Οίκου μας (Εκδόσεις Άγιος Σεραφείμ του Σαρώφ)

Η ΕΠΙΣΚΕΨΗ ΤΗΣ ΘΕΟΤΟΚΟΥ ΣΤΟΝ ΑΓΙΟ ΤΟΥ ΘΕΟΥ ΣΕΡΑΦΕΙΜ ΤΟΥ ΣΑΡΩΦ!

 Η ΕΠΙΣΚΕΨΗ ΤΗΣ ΘΕΟΤΟΚΟΥ
ΣΤΟΝ ΑΓΙΟ ΤΟΥ ΘΕΟΥ ΣΕΡΑΦΕΙΜ ΤΟΥ ΣΑΡΩΦ!
 
Στη παρούσα δημοσίευση αγαπητοί αναγνώστες, θα πληροφορηθούμε ένα όραμα που έλαβε χώρα την 25η Μαρτίου του 1831 στον άγιο του Θεού, Σεραφείμ. Το όραμα διηγείται μια ηλικιωμένη Μοναχή (Μητέρα Ευπραξία), η οποία κοιμήθηκε το 1865, και με θρησκευτική ευλάβεια κατέγραψε το θαυμάσιο αυτό γεγονός. Ας αφουγκραστούμε τα θαυμάσια του Θεού και τις ενέργειες Του στις εικόνες Του.
 
«Εκείνην την στιγμή έγινε ένας θόρυβος σαν το θρόισμα του δάσους μέσα στην δυνατή θύελλα. Όταν καταλάγιασε, ακούσαμε μια υμνωδία που έμοιαζε με εκκλησιαστική ψαλμωδία. Έπειτα η πόρτα του κελλιού άνοιξε από μόνη της, έγινε φως, πιο λαμπρό από το φώς της ημέρας, και το κελλί γέμισε με μία ευωδία όμοια με εκείνην του θυμιάματος που έχει το άρωμα του τριαντάφυλλου, μόνο που αυτή ήταν καλύτερη.
Ο Γέροντας ήταν γονατισμένος με τα χέρια υψωμένα στον ουρανό. Εγώ ήμουν τρομοκρατημένη. 
Ο Γέροντας σηκώθηκε και είπε: 
«Μήν φοβάσαι, παιδί μου. Δεν είναι δυστυχία, είναι έλεος που αποστέλλεται σε εμάς από τον Θεό. Νά, η Υπερένδοξη, η Πάναγνη Δέσποινα, η Παναγία Μητέρα του Θεού έρχεται σε εμάς»!
 
Δύο άγγελοι προπορεύονταν κρατώντας, ο ένας στο δεξί του χέρι και ο άλλος στο αριστερό, κλώνους οι οποίοι μόλις είχαν ανθίσει. Τα μαλλιά τους έμοιαζαν με χρυσές ίνες λιναριού και ήταν απλωμένα στους ώμους τους. Αυτοί προπορεύονταν.
Τους ακολουθούσαν ο Αγ. Ιωάννης ο Βαπτιστής και ο Αγ. Ιωάννης ο Θεολόγος. Τα ενδύματα τους ήταν λευκά, λάμποντας από αγνότητα. Μετά από αυτούς ερχόταν η Θεομήτωρ την οποία ακολουθούσαν δώδεκα παρθένες.
Η Βασίλισσα του Ουρανού φορούσε έναν μανδύα όμοιο με εκείνον που είναι ζωγραφισμένος στην εικόνα της Παναγίας «Πάντων θλιβομένων η Χαρά».
Λαμποκοπούσε, αν και δεν μπορώ να πω τι χρώμα ήταν· ήταν ανέκραστης ωραιότητας, στερεωμένος κάτω από τον λαιμό Της με μια μεγάλη στρογγυλή πόρπη ή αγκράφα διακοσμημένη με σταυρούς που είχαν ποικίλα σχέδια, αλλά με τί, δεν γνωρίζω. Μόνον θυμάμαι ότι έλαμπε με μια ασυνήθιστη λαμπρότητα.
Το φόρεμα Της, το οποίο καλυπτόταν από το μανδύα Της, ήταν πράσινο και περιζωσμένο ψηλά με μια ζώνη. Επάνω από τον μανδύα υπήρχε ένα είδος επιτραχήλιου και στους καρπούς Της είχε επιμάνικα τα οποία, όπως και το επιτραχήλιο, καλύπτονταν από σταυρούς. Φαινόταν υψηλότερη από όλες τις παρθένες.
Στο κεφάλι φορούσε ένα υψηλό στέμμα, πλούσια διακοσμημένο με σταυρούς· ήταν πανέμορφο, θαυμάσιο και έλαμπε με τέτοιο φώς, που τα μάτια μου δεν μπορούσαν να το κοιτάξουν· ούτε μπορούσα να κοιτάξω την πόρπη ή την αγκράφα ούτε και το πρόσωπο της Ίδιας της Ουράνιας Βασίλισσας.
Τα μαλλιά Της απλώνονταν χαλαρά επάνω στους ώμους Της και ήταν μακρύτερα και ομορφότερα από τα μαλλιά των Αγγέλων.
Οι παρθένες έρχονταν μετά από αυτήν κατά ζεύγη. Φορούσαν στέμματα και ενδύματα διαφόρων χρωμάτων. Ήταν διαφόρων αναστημάτων, και τα πρόσωπα τους ήταν και αυτά διαφορετικά καθώς και τα μαλλιά τους τα οποία απλώνονταν στους ώμους τους. Όλες είχαν μεγάλη ομορφιά, αλλά ορισμένες ήταν περισσότερο όμορφες από τις άλλες. Στέκονταν όλες ολόγυρα μας. Η Βασίλισσα του Ουρανού βρισκόνταν στο μέσον.
Το κελλί έγινε ευρύχωρο και το επάνω μέρος του γέμισε με φλόγες που έμοιαζαν με αναμμένες λαμπάδες. Ήταν φωτεινότερο από το φώς του μεσημεριού, αλλά ήταν ένα ιδιαίτερο φώς που δεν έμοιαζε καθόλου με το φώς της ημέρας· ήταν φωτεινότερο και πιο λευκό από το ηλιακό φώς. Τρομοκρατήθηκα και έπεσα κάτω. Η βασίλισσα του Ουρανού ήρθε προς το μέρος μου και, αγγίζοντας με με το δεξί Της χέρι, μου είπε: «Σήκω επάνω, κόρη, και μην μας φοβάσαι. Ακριβώς τέτοιες παρθένες, όπως είστε εσείς, έχουν έρθει εδώ μαζί μου».
Δεν κατάλαβα πως σηκώθηκα. Η Βασίλισσα του Ουρανού επανέλαβε με χάρη: «Μην φοβάσαι. Ήρθαμε να σας επισκεφθούμε». Ο π. Σεραφείμ δεν ήταν πια γονατισμένος, αλλά στεκόταν όρθιος μπροστά στην Παναγία Μητέρα του Θεού και εκείνη του μιλούσε τόσο καταδεκτικά, σαν να ήταν κάποιος από την οικογένεια Της.
 
Πλημμυρισμένη με μεγάλη χαρά ρώτησα τον π. Σεραφείμ που βρισκόμασταν. Σκεφτόμουν ότι δεν ήμουν πια στη ζωή.
Τότε, όταν τον ρώτησα: «Ποιες είναι αυτές;» η Παναγία Μητέρα του Θεού μου είπε να πλησιάσω τις παρθένες και να τις ρωτήσω η ίδια. Εκείνες στέκονταν στη σειρά και από τις δύο πλευρές, όπως είχαν έρθει:
στην πρώτη σειρά, οι μεγαλομάρτυρες Βαρβάρα και Αικατερίνα·
στην δεύτερη σειρά, η πρωτομάρτυς Αγία Θέκλα και η μεγαλομάρτυς Μαρίνα·
στην τρίτη σειρά, η μεγαλομάρτυς και βασίλισσα Αγία Ειρήνη και η Αγία Ευπραξία·
στην τέταρτη σειρά, οι μεγαλομάρτυρες Αγία Πελαγία και Αγία Δωροθέα·
στην πέμπτη σειρά, η Αγία Μακρίνα και η μάρτυς Ιουστίνα·
στην έκτη, η μεγαλομάρτυς Αγία Ιουλιανή και η Αγία Ανυσία.
Πλησίασα την καθεμία από αυτές και εκείνες μου είπαν η καθεμία το όνομα της και τους αγώνες του μαρτυρίου τους και την ζωή της εν ονόματι του Χριστού, όμοια με αυτά που έχουν γραφεί για αυτές στους βίους των Αγίων.
Όλες τους είπαν: 
«Ο Θεός δεν μας έδωσε αυτήν την δόξα χωρίς λόγο, αλλά για το μαρτύριο μας και διότι μας διέσυραν. Και εσύ θα υποφέρεις».
 
Πολλά από αυτά που είπε η Παναγία Μητέρα του Θεού στον π. Σεραφείμ, εκείνη η οποία συμμετείχε στο όραμα του δεν μπόρεσε να τα ακούσει, αλλά άκουσε αυτό μόνον: 
«Μην αφήσεις τις παρθένες μου» (Τις αδελφές του Ντιβέιεβο).
 
Ο π. Σεραφείμ απάντησε: 
«Ω Δέσποινα! Τις συγκεντρώνω, αλλά δεν μπορώ να τις κατευθύνω μόνος μου».
 
Σε αυτό η Βασίλισσα του Ουρανού απάντησε: 
«Θα σε βοηθώ εγώ σε όλα, αγαπημένε Μου. Επίβαλε σε αυτές την υπακοή. Αν την τηρήσουν, θα είναι μαζί σου και κοντά μου· αλλά, εάν χάσουν την σοφία τους, θα στερηθούν τον κλήρο αυτών των παρθένων που είναι κοντά σε εμένα. Δεν θα υπάρξει κανένας τόπος και κανένας στέφανος τέτοιου είδους για αυτές. Όποιος τις προσβάλλει, θα πληγεί από εμένα· όποιος τις υπηρετεί χάριν του Κυρίου θα μνημονεύεται ενώπιον του Θεού».
 
Έπειτα, στρεφόμενη προς εμένα, είπε: 
«Κοίταξε αυτές τις παρθένες μου και τα στέμματα τους. Μερικές από αυτές άφησαν επίγεια βασιλεία και πλούτη, επιθυμώνταν την αιώνια και Ουράνια Βασιλεία. Αγάπησαν την εκούσια πτωχεία, αγάπησαν τον Κύριο μόνο, και βλέπεις ποίας δόξας και τιμής έχουν αξιωθεί. Όπως ήταν πριν, έτσι είναι και τώρα. Μόνον που οι προηγούμενες Μάρτυρες υπέφεραν ανοιχτά και οι παρούσες υποφέρουν μυστικά, δια μέσου των θλίψεων της καρδιάς, αλλά το βραβείο τους θα είναι το ίδιο».
 
Το όραμα έληξε με την Παναγία Μητέρα του Θεού να λέει στον π. Σεραφείμ: 
«Σύντομα, αγαπημένε Μου, θα είσαι μαζί μας», και τον ευλόγησε. Όλοι οι άγιοι τον αποχαιρέτησαν. Ο Αγ. Ιωάννης ο Βαπτιστής και ο Αγ. Ιωάννης ο Θεολόγος τον ευλόγησαν, ενώ οι παρθένες και αυτός φίλησαν ο ένας το χέρι του άλλου. Εμένα μου είπαν: «Αξιώθηκες να έχεις αυτό το όραμα δια μέσου των προσευχών του π. Σεραφείμ, του Μάρκου, του Ναζαρίου και του Παχωμίου».
Και έπειτα στην στιγμή τα πάντα εξαφανίστηκαν. Το όραμα αυτό κράτησε πάνω από μία ώρα…»
 
Ο άγιος Σεραφείμ του Σαρώφ
πνευματική βιογραφία, εκδόσεις «Άθως»
Μονοπάτια που διασταυρώνονται

Πέμπτη 28 Μαρτίου 2024

ΣΤΗΒ ΝΤΟΥΖΟΣ: Η ΠΑΝΑΓΙΑ ΜΟΥ ΕΔΩΣΕ ΜΙΑ ΤΕΛΕΥΤΑΙΑ ΕΥΚΑΙΡΙΑ ΓΙΑ ΝΑ ΖΗΣΩ!


Στήβ Ντούζος: «Η Παναγία μου έδωσε
μια τελευταία ευκαιρία για να ζήσω!»
 
«Έχω πάθει τέσσερα εμφράγματα. Το χειρότερο ήταν το 2011 που έπεσα σε κώμα πάνω σε μια επέμβαση καρδιάς… Πέθανα! Δεν το βάζω όμως κάτω, μέσα μου πιστεύω ότι δεν έχω τίποτα και έτσι λειτουργώ», είπε o Στηβ Ντούζος.
«Και γω και όλη μου η οικογένεια πιστεύουμε πάρα πολύ στον Θεό. Η τελευταία μου σκέψη καθώς έσβηνα ήταν «Παναγία μου σώσε με». Μέχρι τότε δεν το είχα πει ξανά. Όταν ξύπνησα μετά από τρεις μέρες στην εντατική, αισθάνθηκα ένα σφίξιμο στο στήθος σαν να μου είπε πως μου δίνει άλλη μια ευκαιρία» είπε σε συνέντευξή του στην εκπομπή «Όλα Γκουντ».
Στη συνέχεια αποκάλυψε: «Δεν μιλάω με κανέναν από τους ηθοποιούς που ήμασταν μαζί στις ταινίες. Ούτε τότε ούτε και τώρα. Δεν τα βρίσκαμε με κανέναν».
 
Πηγήdiaforetiko, orthodoxia.blog

ΗΡΑΚΛΗΣ ΡΕΡΑΚΗΣ: ΜΙΑ ΒΑΣΙΚΗ ΔΙΑΦΟΡΑ ΤΗΣ ΟΡΘΟΔΟΞΙΑΣ ΑΠΟ ΤΙΣ ΘΡΗΣΚΕΙΕΣ, ΠΟΥ ΑΦΟΡΑ ΣΤΗ ΣΩΤΗΡΙΑ ΜΑΣ, ΚΑΤΑ ΤΟΝ Π. Ι. ΡΩΜΑΝΙΔΗ!

 «Μια βασική διαφορά της Ορθοδοξίας από τις Θρησκείες,
που αφορά στη σωτηρία μας, κατά τον Καθηγητή π. Ι. Ρωμανίδη»
Ηρακλής Ρεράκης, Καθηγητής ΑΠΘ,
Πρόεδρος της Πανελληνίου Ενώσεως Θεολόγων
 
Πολλές φορές, παρακολουθώντας τις θέσεις και τις απόψεις, που εκφράζονται από  κάποιους παράγοντες του Τύπου ή εκπροσώπους διαφόρων φορέων, για εκκλησιαστικά θέματα, διαπιστώνουμε ότι οι πλείστοι από αυτούς δεν γνωρίζουν τον πραγματικό ρόλο της Εκκλησίας και δεν κατανοούν ότι, σύμφωνα με τη φύση της αλλά και με τον σκοπό της υπάρξεώς της, η Εκκλησία είναι διαφορετική από  αυτό που ονομάζουμε «Θρησκεία» ή «Θρησκείες».
Η Ορθόδοξη Εκκλησία,  καλεί τους πιστούς της στη μόνη Οδό, στην μόνη Ζωή και στη μόνη Αλήθεια, που είναι το πρόσωπο του Ιησού Χριστού και που αποτελεί τον μοναδικό τρόπο ζωής για τη σωτηρία όλων ανεξαιρέτως των ανθρώπων. Όντως η εν Χριστώ σωτηρία των ανθρώπων δεν έρχεται διά Μαγείας στον άνθρωπο, αλλά μέσω της Ασκήσεως και της Καθάρσεως, δηλαδή, μέσω της θεραπείας του ανθρώπου, από τα πάθη, έργο, που έχει αναλάβει και διακονεί η Εκκλησία.
Η  θρησκεία, από την άλλη πλευρά, είναι  πανανθρώπινο φαινόμενο, καθώς δεν υπάρχει λαός ή έθνος, που να μην πιστεύει σε κάποιον Θεό, δεν υπάρχει άνθρωπος, που να μην πιστεύει κάπου, ακόμα και αν αυτό δεν είναι κάτι πνευματικό, αλλά κάτι υλικό, φθαρτό και γήινο.
Από τις πρώτες αναζητήσεις των ανθρώπων ήταν ο Θεός ή οι Θεοί, άλλοτε, για να αντιμετωπίσουν προσωπικές καταστάσεις της ζωής τους και, άλλοτε, για να ερμηνεύσουν, γενικότερα, κοσμοθεωρητικά θέματα.
Η ορθοδοξία, όμως, όπως διδάσκει ο Καθηγητής μας, Μακαριστός π. Ιω. Ρωμανίδης, «ξεχωρίζει από τις Θρησκείες, από ένα μοναδικό φαινόμενο, που δεν υπάρχει σ’ αυτές, το ανθρωπολογικό και θεραπευτικό», διότι η Ορθοδοξία, προσφέρει μια αγωγή, που θεραπεύει την ανθρώπινη προσωπικότητα.
Η Ορθοδοξία είναι Αποκάλυψη του Θεού, που στοχεύει στην διά του Ιησού Χριστού λύτρωση των ανθρώπων. Προς τούτο, δεν έχει, σαν κύρια μέριμνά της, την προετοιμασία των μελών της για την μετά θάνατον ζωή, για να τους εξασφαλίσει, δηλαδή, μια θέση στον Παράδεισο.
 Υπάρχει, βέβαια, μια μερίδα πιστών, που «έχουν συσχετίσει την Ορθοδοξία, αποκλειστικά, με την αιώνια ζωή. Και αυτοί δεν κάνουν και πολλά πράγματα σ’ αυτήν την ζωή, αλλά περιμένουν να πεθάνουν, για να πάνε στον Παράδεισο».
Μια άλλη μερίδα πιστών, επίσης, ενδιαφέρονται, όχι για την άλλη ζωή, αλλά κυρίως, γι’ αυτήν εδώ τη ζωή. Δηλαδή, για το πώς θα τους βοηθήσει η Ορθοδοξία να ζήσουν καλά σ’ αυτήν τη ζωή…, να μην αρρωσταίνουν, να αποκαθίστανται τα παιδιά τους, να πηγαίνουν καλά οι δουλειές τους, οπότε, αυτοί οι Χριστιανοί δεν διαφέρουν, κατά πολύ, από τους πιστούς των Θρησκειών».
Και αυτό, καθώς, κατά παρόμοιο τρόπο, κάποιες Θρησκείες ενδιαφέρονται για τους ανθρώπους, που ζουν σε αυτήν τη ζωή, «ώστε να μπορούν να αντιμετωπίζουν τις ασθένειες, τις θλίψεις, τις στεναχώριες, τις καταστροφές, τους πολέμους, δηλαδή, να καλούν τους Θεούς τους να τα τακτοποιούν όλα, κατά τις ανάγκες ή τις επιθυμίες τους. Παράλληλα, επίσης, θέλουν τους Θεούς βοηθούς, για να φροντίζουν και για τη μέλλουσα ζωή, ώστε να επικρατήσει η δικαιοσύνη και να επανέλθει η ψυχή τους στην ευδαιμονία.
Θρησκεία, για τον Καθηγητή π. Ιω. Ρωμανίδη, σημαίνει δεισιδαιμονία. Ο Θρησκευόμενος, δηλαδή, «καταφεύγει στη θρησκεία  είτε για βοήθεια, για να μπορέσει να ανταπεξέλθει στις δυσκολίες του, στον κόσμο αυτόν, είτε από τον φόβο του θανάτου, είτε από φτώχεια, είτε από ψυχολογική ανασφάλεια».
Στο πλαίσιο αυτό κάποιες Θρησκείες συνδέονται στενά με τη Μαγεία, ως εξευμένιση του Θεού, με τη Δεισιδαιμονία, ως ταύτιση του Θεού με την κτίση και με τον Μυστικισμό, ως επαναφορά της αθάνατης ψυχής στον κόσμο των ιδεών, από τον οποίο εξέπεσε. 
Και οι τρεις αυτές περιπτώσεις (Μαγεία, Δεισιδαιμονία, Μυστικισμός), κατά τον π. Ιω. Ρωμανίδη, «συνιστούν πνευματική ασθένεια, αφού είναι πίστη σε έναν ανύπαρκτο Θεό. Η Ορθοδοξία γνωρίζει καλώς τη νόσο της θρησκείας και τον Ιατρό που τη θεραπεύει, δηλαδή, τον Κύριο της Δόξης, τον Ιατρό των ψυχών και των σωμάτων ημών».
Εκείνος, θεράπευσε τη νόσο αυτή στους φίλους και πιστούς Του, προ της Ενσαρκώσεώς Του και συνεχίζει, ως Θεάνθρωπος, να την θεραπεύει και να αγιάζει τα μέλη της, με το Σώμα και το Αίμα του στην Εκκλησία Του.
Μάλιστα, ο π. Ιω. Ρωμανίδης τονίζει, από θεολογικής πλευράς, ότι οι οπαδοί των Θρησκειών χαρακτηρίζονται από τους Πατέρες, ως άθεοι, γιατί πιστεύουν και λατρεύουν έναν Θεό, προϊόν της διάνοιας ή της φαντασίας τους, που δεν υπάρχει στην πραγματικότητα.
Οι Χριστιανοί  διδάσκονται και βοηθούνται από τον Χριστό, να αποβάλουν τη Μαγεία, τη Δεισιδαιμονία, τον Μυστικισμό, να αρνηθούν, συνεπώς, τα είδωλα και τη λατρεία τους και να μετέχουν στην Άκτιστη ενέργεια του Θεού.
Όντως, οι πιστοί των Θρησκειών φαίνεται ότι δεν διαφέρουν από τους άθεους, διότι και οι μεν και οι δε, εν γνώσει ή εν αγνοία τους, πιστεύουν σ’ έναν ανύπαρκτο Θεό.
Επομένως, όταν μιλάμε για πίστη του ανθρώπου στον Θεό, εννοούμε την πίστη στον αληθινό και πραγματικό και όχι στον φανταστικό Θεό.
Στην Ορθοδοξία, ωστόσο, ο Ενανθρωπήσας Θεός και Θεάνθρωπος είναι Εκείνος, που, συνέδεσε, στο ίδιο το Σώμα του, τον αληθινό Θεό και τον αληθινό Άνθρωπο και προσδιόρισε, με τη διδασκαλία Του, το περιεχόμενο της αληθινής και συγκεκριμένης αποκαλυπτικής πίστεως των πιστών.
Το Άγιο Πνεύμα, επίσης, είναι Εκείνο, που τη χορηγεί, χαρισματικά, ως προσωπική Πεντηκοστή, ανάλογα με την πνευματική καθαρότητα και δεκτικότητα εκάστου και η οποία   επικεντρώνεται σε τρία στάδια θεραπευτικής αγωγής: Στην κάθαρση, στον Φωτισμό και στη Θέωση.
Κατά τον Καθηγητή π. Ιω. Ρωμανίδη, μάλιστα, «οι Άγιοι Πατέρες της Εκκλησίας, δεν ενδιαφέρονται για το τι θα συμβεί στον άνθρωπο μετά θάνατον, αλλά για το τι θα γίνει ο άνθρωπος σ’ αυτήν τη ζωή. Μετά θάνατον, δεν υπάρχει θεραπεία του νου, οπότε πρέπει, σ’ αυτήν τη ζωή, ν’ αρχίσει η θεραπεία, διότι “εν τω Άδη, ουκ έστι μετάνοια”».
Κάθε άνθρωπος, από θεολογικής πλευράς, «είτε είναι Ορθόδοξος, είτε Βουδιστής, είτε Ινδουϊστής, είτε άθεος, είτε αγνωστικιστής, θα δει τη δόξα του Θεού, κατά το κοινό τέλος της ανθρωπότητας, στη Δευτέρα Παρουσία του Χριστού, αλλά, με μια διαφορά: Οι μεν σεσωσμένοι θα δουν τη δόξα του Θεού, ως Φως γλυκύτατο και ανέσπερο, οι δε κολασμένοι, θα δουν την ίδια δόξα του Θεού, αλλά, ως πυρ καταναλίσκον, σαν φωτιά που θα τους καίει. Το γεγονός ότι όλοι θα δούμε  την ίδια δόξα του Θεού είναι αληθινό και αναμενόμενο, που θα γίνει, είτε το θέλομε, είτε όχι».
Οπότε, στην Εκκλησία, δεν προετοιμαζόμαστε, για να δούμε τον Δοξασμένο Θεό, διότι αυτό θα γίνει οπωσδήποτε, αλλά, για να μπορέσουμε να τον δούμε, ως Ευλογημένο Φώς, που αναπαύει και όχι ως φωτιά, που κατακαίει.
Αυτή η προετοιμασία  των μελών της Εκκλησίας αλλά και όλων των ανθρώπων, που θέλουν να δουν τον Θεό, ως Φως ευφρόσυνο, είναι, στην ουσία της, μία θεραπευτική αγωγή, η οποία πρέπει να αρχίσει και να τελειώσει σ’ αυτήν τη ζωή.
Όλοι οι άνθρωποι, επομένως, ως έχοντες την εικόνα του Θεού και τον προορισμό να φτάσουμε στην ομοίωσή μας με τον Θεό, μέσω της Χάριτός Του, χρειαζόμαστε θεραπεία, διότι όλοι έχουμε ευθύνη, ενώπιον του Θεού, να αρχίσουμε και να τελειώσουμε αυτό το έργο, σήμερα, σ’ αυτήν τη ζωή, διότι μόνον σ αυτήν τη ζωή μπορούμε να το κάνουμε και, μόνον εμείς οι ίδιοι, ευθυνόμαστε γι’ αυτό, στο πλαίσιο της συμμετοχής μας  στην εκκλησιαστική και μυστηριακή ζωή.
Ο Χριστός μας υπέδειξε τον Εαυτό Του, ως τον δρόμο, λέγοντας: «Εγώ ειμι η Οδός» (Ιω. 14, 6). Ποια Οδός, όμως; Η Οδός, όχι μόνον προς την άλλη ζωή, αλλά, πρωτίστως, η Οδός της μετανοίας, της θεραπείας και της επιστροφής στον Θεό σ’ αυτήν εδώ τη ζωή. Η Οδός προς τον Πατέρα Του και Πατέρα μας.
Ο Χριστός, ήλθε και έρχεται, «ο αυτός χθες και σήμερον ο αυτός και εις τους αιώνας» (Εβρ. 13, 8), διά της διαρκούς Θείας Του Αποκαλύψεώς, εν Πνεύματι Αγίω, και καλεί όλους τους ανθρώπους στην Εκκλησία Του, δείχνοντάς τους τον δρόμο προς τον Πατέρα.
 Στον κάθε άνθρωπο υπάρχουν δύο επιλογές ή να ακούσει και να πιστέψει τον Χριστό ή να ακούσει και να πιστέψει τον διάβολο. Το λέει ο ίδιος ο Ιησούς, δείχνοντας τον θεραπευτικό ρόλο της πίστεως, εν τη Εκκλησία: «Ο πιστεύσας και βαπτισθείς σωθήσεται, ο δε απιστήσας κατακριθήσεται» (Μάρκ. 16, 16).
Εκείνοι, που θα ακούσουν και θα υπακούσουν στην Κλήση Του για συμπόρευση, στην Οδό Του, είναι, όπως λέει σε άλλη διδασκαλία Του ο  Χριστός, «οι υιοί της Βασιλείας, οι δίκαιοι», οι οποίοι, στην Τελική Κρίση, «εκλάμψουσιν, ως ο ήλιος εν τη Βασιλεία του Πατρός αυτών». Θα μπορούν, συνεπώς, να βλέπουν Τον Θεό και εδώ και στην άλλη ζωή, ως λυτρωτικό και σωτήριο Φως, που θα ευφραίνει.
Εκείνοι, που δε θα ανταποκριθούν και δεν θα συμπορευτούν με τον Χριστό, σε αυτήν τη ζωή, στο πλαίσιο της προληπτικής θεραπευτικής μεθόδου της Εκκλησίας, είναι «τα ζιζάνια, οι υιοί του πονηρού», οι ποιούντες «τα σκάνδαλα και τις ανομίες», τους οποίους οι Άγγελοι του Θεού, «συλλέξουσιν και βαλούσιν αυτούς εις την κάμινον του πυρός». Δεν θα μπορούν, συνεπώς, να βλέπουν το Φως της Δόξας του Θεού, όπως θα το βλέπουν οι δίκαιοι, αλλά ως Φως κολάσεως, που θα κατακαίει.
Και επειδή ο δίκαιος Κριτής «αποδώσει εκάστω κατά τα έργα αυτού» (Ρωμ. 2, 6),  η θέα του Θείου Φωτός, είτε ως (θέωση) είτε ως (κόλαση), είναι θέμα ελεύθερης επιλογής του τρόπου ζωής κάθε ανθρώπου, ο Ιησούς κλείνει την περιγραφή της Κρίσεως λέγοντας: «Ο έχων ώτα ακούειν ακουέτω» (Αυτός που έχει αυτιά, για να ακούει και να ρυθμίζει τη ζωή του, ας ακούει) (Ματθ. 13, 36-43).
 
thriskeftika.blogspot.com