ΑΝ ΒΙΑΖΕΣΑΙ ΝΑ ΔΕΙΣ ΤΟΝ ΚΟΣΜΟ ΝΑ ΓΙΝΕΤΑΙ ΚΑΛΥΤΕΡΟΣ, ΑΡΧΙΣΕ ΑΠΟ ΤΟΝ ΕΑΥΤΟ ΣΟΥ. ΕΙΝΑΙ Ο ΣΥΝΤΟΜΟΤΕΡΟΣ ΔΡΟΜΟΣ.
Τρίτη 14 Ιουλίου 2020
Δευτέρα 13 Ιουλίου 2020
Η ΣΥΝΑΞΗ ΤΟΥ ΑΡΧΑΓΓΕΛΟΥ ΓΑΒΡΙΗΛ!
Πως η Εκκλησία υμνεί
τον αρχάγγελο Γαβριήλ σ' αυτή τη γιορτή του:
«Θρόνω παριστάμενος τῆς τρισηλίου Θεότητας καὶ πλουσίως λαμπόμενος, ταὶς θείαις
λαμπρότησι, ταὶς ἐκπεμπομέναις, ἀπαύστως ἐκεῖθεν, τοὺς ἐπὶ γῆς χαρμονικῶς,
χοροστατοῦντας καὶ εὐφημούντας σέ, παθῶν ἀχλύος λύτρωσαι, καὶ καταλάμπρυνον,
Γαβριὴλ Ἀρχιστράτηγε, πρεσβευτὰ φωτισμῶ τῶν ψυχῶν ἠμῶν.
Τῶν ἀσωμάτων λειτουργῶν ὡς πρωτεύων, τὸ πρὸ αἰώνων ὁρισθὲν ὄντως μέγα, σὺ Γαβριὴλ
πεπίστευσαι μυστήριον, τόκον τὸν ἀπόρρητον, τῆς ἁγίας Παρθένου, Χαῖρε, προσφωνῶν
αὕτη, ἡ κεχαριτωμένη. Χρεωστικῶς σὲ ὅθεν οἱ πιστοί, ἐν εὐφροσύνῃ ἀεὶ
μακαρίζαμεν».
Για ποιον λόγο γίνεται μνεία την Συνάξεως του Αρχαγγέλου Γαβριήλ, δεν
γνωρίζουμε. Ίσως να συνδέεται με κάποια ευεργεσία του Αρχαγγέλου που ποίησε
αυτή την ημέρα στους Χριστιανούς ή να συνδέεται με το γεγονός ότι η Εκκλησία
της Κωνσταντινουπόλεως ήθελε να δείξει με αυτή την εορτή την αφοσίωση της στον
Αρχάγγελο Γαβριήλ και αυτό ίσως να έγινε περί τον 9ο μ.Χ. αιώνα.
Κυριακή 12 Ιουλίου 2020
ΓΕΡΟΝΤΙΚΟ: ΝΑ ΣΚΕΠΑΖΟΥΜΕ ΤΟ ΣΦΑΛΜΑ ΤΟΥ ΑΔΕΛΦΟΥ!
ΠΑΝΑΓΙΑ Η ΚΟΥΚΟΥΖΕΛΙΣΣΑ
Η Νέα Κίος Αργολίδος ιδρύθηκε το 1927 μ.Χ. και φιλοξένησε πρόσφυγες από την Μικρά Ασία. Παλιά πατρίδα η Κίος της Βιθυνίας, το επίνειον της Προύσσας, η έδρα της ξακουστής Μητρόπολης Νίκαιας.
Σοβαρός δεσμός, πνευματικός και ιστορικός με τις αλησμόνητες πατρίδες, είναι οι 4 παλαιές εικόνες που μεταφέρθηκαν από την Κίο της Μικράς Ασίας και φυλάσσονται ως ιερά κειμήλια – φάροι πίστης και μνήμης στον ιστορικό Ναό της Θεομάνας, πολιούχο της Νέας Κίου. Η ιερά εικόνα της Κουκουζέλησας – Τριχερούσας είναι η μεγαλύτερη σε μέγεθος από τις τέσσερις, μεγάλης παλαιότητας και ιδιαίτερα ξεχωριστή, γιατί αποτελεί ένα θαυμάσιο συνδυασμό (μοναδικό στα ελληνοχριστιανικά δεδομένα) της Παναγίας της Κουκουζέλησας της Ιεράς Μονής Μεγίστης Λαύρας και της Τριχερούσας της Ιεράς Μονής Χιλιανδαρίου Αγίου Όρους.
Συγκεκριμένα, ενώ εκατέρωθεν της μορφής της Παναγίας απεικονίζονται ο Άγιος Ιωάννης ο Κουκουζέλησας και ο Άγιος Αθανάσιος ο Αθωνίτης, όπως στην Κουκουζέλησα της Μεγίστης Λαύρας, στην εν λόγω εικόνα υπάρχει ασημένιο τρίτο χέρι που παραπέμπει στην Τριχερούσα του Χιλιανδαρίου και στο θαύμα που επετέλεσε η Θεοτόκος στον Άγιο Ιωάννη τον Κουκουζέλη. Ο μοναδικός στην ψαλτική Ιωάννης Κουκουζέλης ενώ αποκοιμήθηκε αποκαμωμένος στο ψαλτήρι, εμφανίστηκε ενώπιον του η Παναγία σε όνειρο και τον παρακίνησε να ψάλλει γι’ αυτήν και Εκείνη θα τον ανταμειψει. Αμέσως μόλις εξύπνησε, είδε μέσα στο χέρι του ένα χρυσό νόμισμα το οποίο αποτελούσε την υλοποίηση της υπόσχεση της Θεοτόκου. Αυτή η φλόγα της πίστης προς την Παναγία φώτιζε τις ψυχές των παιδιών της, που δεν την άφησαν στα χέρια των κατακτητών, αλλά την πήραν μαζί τους για να τους δίνει θάρρος, δύναμη και παρηγοριά. Η «ανωτέρα τω Χερουβείμ», η Μάνα του Θεού και των προσφύγων, η Βασίλισσα του κόσμου, να φωτίζει τον δρόμο κάθε κουρασμένου και ταλαιπωρημένου της εποχής μας ανθρώπου, ώστε να οδηγεί κοντά σ’ Αυτήν και τον Υιό της, με απώτερο σκοπό μας την Αιωνιότητα. Αμήν!
https://www.saint.gr
ΠΑΝΑΓΙΑ Η ΤΡΙΧΕΡΟΥΣΑ
Σε μεταγενέστερη εποχή όταν προέκυψε διχόνια στην αδελφότητα της μονής Χιλανδαρίου εξαιτίας της εκλογής νέου ηγούμενου, η Τριχερούσα μετατοπίστηκε θαυματουργικά από το Ιερό Βήμα, όπου ήταν μέχρι τότε, στο στασίδι του ηγούμενου, ενώ συγχρόνως ενάρετος ερημίτης μοναχός πληροφόρησε την αδελφότητα ότι στο εξής και προς αποφυγή φιλονικιών να μην εκλέγεται ηγούμενος στο Χιλανδάρι, διότι η Παναγία θα κρατήσει τη θέση αυτή και θα διοικεί το μοναστήρι. Πράγματι μέχρι σήμερα, η χιλανδρινή αδελφότητα, ενώ ζει κοινοβιακά, στερείται Καθηγουμένου και διοικείται κατά το σύστημα των ιδιόρρυθμων μονών.
ΟΣΙΟΣ ΠΑΪΣΙΟΣ Ο ΑΓΙΟΡΕΙΤΗΣ
Στην Ελλάδα, η οικογένεια του μικρού Αρσενίου εγκαταστάθηκε στην Κόνιτσα της Ηπείρου, όπου ο ίδιος πέρασε τα παιδικά και νεανικά του χρόνια. Γαλουχούμενος με τις διηγήσεις για το θαυμαστό βίο του Αγίου Αρσενίου, έλεγε ότι θα γίνει μοναχός από την ηλικία των 5 ετών! Και αφού έμαθε να διαβάζει, αγαπημένη του ασχολία υπήρξε η ανἀγνωση των βίων των Αγίων, των οποίων εμιμείτο τους ασκητικούς αγώνες με θερμό ζήλο.
Μετά από τις εγκύκλιες σπουδές του δε θέλησε να συνεχίσει στα γράμματα, αλλά προτίμησε να μιμηθεί το Χριστό και μαθήτευσε στην τέχνη του ξυλουργού, την οποία άσκησε με επιμέλεια και δεξιοσύνη. Στην ηλικία των 15 ετών αξιώθηκε της θέας του Κυρίου, για ένα μόνο φιλότιμο λογισμό, μέσω του οποίου απέκρουσε μία δαιμονική προσβολή του πειρασμού της απιστίας. Από τότε φούντωσε μέσα του ακόμη περισσότερο η φλόγα της αγάπης του Θεού και ο πόθος για τη μοναχική ζωή.
Ακολούθησαν καιροί ταραχής και αναστάτωσης για την Ελλάδα, λόγω της ξένης Κατοχής και του εμφυλίου πολέμου. Ο Όσιος όμως, τόσο ως πολίτης όσο και ως στρατιώτης κατά τη θητεία του (1945 - 1949 μ.Χ.), επέδειξε απαράμιλλο θάρρος και αυτοθυσία. Ήταν πρόθυμος να δώσει κάθε στιγμή και τη ζωή του ακόμα για τη σωτηρία των άλλων. Ευρισκόμενος μάλιστα συχνά μέσα στον καταιγισμό των φονικών πυρών, συνέβη να σώσει με τις θερμές προσευχές του πολλούς στρατιώτες, αλλά να σωθεί και ο ίδιος με τρόπο θαυμαστό.
Επειδή το μεγαλύτερο διάστημα της στρατιωτικής του θητείας το υπηρέτησε με την ειδικότητα του ασυρματιστή, πολλές εκδόσεις αφιερωμένες στη ζωή του Οσίου τον αναφέρουν ως «Ασυρματιστή του Θεού». Μάλιστα, ο Όσιος φέροντας ως παράδειγμα την ειδικότητά του στον στρατό, απάντησε σε κάποιον που αμφισβητούσε τη χρησιμότητα της μοναχικής ζωής ότι οι μοναχοί είναι «ασυρματιστές του Θεού», εννοώντας την θερμή τους προσευχή και την έγνοια τους για την υπόλοιπη ανθρωπότητα.
Ύστερα και από αυτές τις περιπέτειες, θέλησε να καταταγεί στο αγγελικό τάγμα των μοναχών, με τα φτερά που δίνει ο θείος έρωτας. Έτσι, μετέβη στο Άγιον Όρος, αναζητώντας έναν οδηγό για τη ζωή της κατά Θεόν ησυχίας. Δεν κατάφερε όμως να εκπληρώσει αμέσως τον πόθο του. Παράλληλα, οι δικοί του βρέθηκαν την ίδια περίοδο σε μεγάλη οικονομική δυσκολία, οπότε τον κάλεσαν να τους βοηθήσει. Έτσι, επέστρεψε στην Κόνιτσα και εργάστηκε ως μαραγκός. Μετά από 3 χρόνια όμως (1953 μ.Χ.), σε ηλικία 29 ετών πλέον, εγκατέλειψε τα πράγματα του κόσμου και επέστρεψε στην Αθωνική Πολιτεία.
Αφού περιήλθε σκήτες και καλύβες, ακολούθησε τελικά τη συμβουλή ενός σεβάσμιου γέροντα και εντάχθηκε στην αδελφότητα της Ιερά Μονή Εσφιγμένου, γνωστής τότε για την αυστηρή της τάξη. Εκεί έζησε μέσα στην ολοτελή υπακοή και επιδόθηκε σε υπέρμετρη άσκηση, υπερβάλλοντας σε κόπους για χάρη του Χριστού και των αδελφών του. Έτσι, στις 27 Μαρτίου 1954 μ.Χ. εκάρη μοναχός. Έλαβε ρασοευχή και το όνομα Αβέρκιος. Έχοντας όμως άσβεστο μέσα του τον πόθο για τον ησύχιο και απράγμονα βίο, πήρε την ευλογία του Ηγουμένου και πήγε να μονάσει στην Ιερά Μονή Φιλοθέου, που ήταν τότε σε κατάσταση ιδιόρρυθμη. Εκεί προετοιμάστηκε για τη ζωή του ερημίτη, κάτω από την καθοδήγηση ενός διακριτικού και σοφού γέροντα, του γέροντα Συμεών. Στις 12 Μαρτίου 1956 μ.Χ., εκάρη μικρόσχημος μοναχός και έλαβε το όνομα «Παΐσιος», χάρη στο Μητροπολίτη Καισαρείας Παΐσιο τον β΄, ο οποίος ήταν και συμπατριώτης του.
Τον Αύγουστο του 1958 μ.Χ., υπακούοντας σε θεία βουλή, δεν εγκαταστάθηκε στην έρημο, για την οποία προετοιμαζόταν, αλλά στην κατεστραμμένη Ιερά Μονή της Παναγίας του Στομίου, που βρίσκεται κοντά στην Κόνιτσα. Σε αυτήν έζησε 4 χρόνια, ζώντας ισάγγελο βίο, παλεύοντας με τους πειρασμούς, ευεργετώντας τους ανθρώπους της περιοχής, σώζοντας πολλούς από τις διδασκαλίες των προτεσταντικών ομάδων που δρούσαν εκεί, και ανακαινίζοντας με πολύ μόχθο το Μοναστήρι.
Τo 1962 μ.Χ., όταν και ολοκληρώθηκε το έργο της ανακαίνισης και ο κίνδυνος από τις ετερόδοξες ομάδες εξέλιπε, ο Όσιος παρακαλούσε μέσα στους πειρασμούς, που καθημερινά τον πολιορκούσαν, θερμά το Θεό να του δείξει το δρόμο που έπρεπε να ακολουθήσει. Έτσι, δέχθηκε ως θεόσταλτη την πρόσκληση κάποιου ιεροδιακόνου να τον συνοδεύσει στο θεοβάδιστο Όρος του Σινά. Πάνω σε κείνον τον άνυδρο και ξερό τόπο, στο κελί των Αγίων Γαλακτίωνος και Επιστήμης, έζησε επιτέλους αυτό που χρόνια ποθούσε, την προς Θεόν μόνωση.
Αγωνιζόμενος με πολλή ταπείνωση, διαρκή νηστεία, ακατάπαυστη αγρυπνία και αδιάλειπτη προσευχή, κατάφερε να υπερνικήσει τις παγίδες του μισόκαλου εχθρού και να απολαύσει την ένωση με το Θεό. Γεμάτος από τη χάρη της θείας παρακλήσεως, απολάμβανε την κατά Θεόν ευφρόσυνη μέσα στο καμίνι της απαράκλητης ερήμου. Έγινε μάλιστα ιδιαίτερα αγαπητός στους Βεδουίνους, δίνοντάς τους τρόφιμα με χρήματα από την πώληση στους προσκυνητές ξύλινων σταυρών που έφτιαχνε ο ίδιος.
Δεν θα υπήρχε, έτσι, κανένας λόγος να εγκαταλείψει το στάδιο εκείνο της αρετής, εάν – φεύ! – δεν ενέσκηπτε η σωματική ασθένεια από το τραχύ κλίμα, η οποία τον ανάγκασε να επιστρέψει στην κατά σάρκα πατρίδα του. Επανερχόμενος στο Άγιον Όρος το 1964 μ.Χ., δεν ελάττωσε το πλήθος των ασκητικών αγώνων του, παρά την καταβολή του σώματος, καθώς στο πνεύμα διατηρούσε την πρότερη ζέση του. Ζώντας λοιπόν ως ξένος και παρεπίδημος στη γη, έφτασε να γίνει πολίτης του ουρανού.
Έχοντας, συνεπώς, την πράξη ως την «επίβασιν» της θεωρίας, έφτασε σε υψηλά μέτρα και έγινε κοινωνός θείων μυστηρίων. Εντρύφησε έτσι και στην ωραιότητα του Κυρίου, ενώ επιπλέον έτυχε και της Θεομητορικής ευλογίας. Συνομίλησε με αγίους που εμφανίστηκαν μπροστά του, βίωσε την όραση του Άγγελου Φύλακά του, άκουσε αγγελικούς ύμνους και καταυγάσθηκε από το ουράνιο φως.
Το 1966 μ.Χ. ασθένησε σοβαρά και εισήχθη στο Κέντρο Νοσημάτων Θώρακος Βορείου Ελλάδας (Νοσοκομείο Παπανικολάου). Υποβλήθηκε σε εγχείρηση, με αποτέλεσμα μερική αφαίρεση των πνευμόνων. Στο διάστημα μέχρι να αναρρώσει και να επιστρέψει στο Άγιον Όρος φιλοξενήθηκε στο Ιερό Ησυχαστήριο Αγίου Ιωάννου του Ευαγγελιστού στη Σουρωτή. Επέστρεψε στο Άγιον Όρος μετά την ανάρρωσή του και το 1967 μ.Χ. μετακινήθηκε στα Κατουνάκια και συγκεκριμένα στο Λαυρεώτικο κελί του Υπατίου (Βλάχικα). Στις 12 Αυγούστου 1968 μ.Χ. ο Όσιος Παΐσιος, εισήλθε στην Ιερά Μονή Σταυρονικήτα και μόνασε στο κελί του Τιμίου Σταυρού.
Το 1979 μ.Χ. αφήνει τον Τίμιο Σταυρό και αναζητώντας κελί πηγαίνει στην εγκαταλελειμμένη «Παναγούδα». Εκεί ο Όσιος εργάστηκε σκληρά για να δημιουργήσει ένα κελί με «ομόλογο», όπου και έμεινε μέχρι και το τέλος τη ζωής του. Από την εποχή που εγκαταστάθηκε στην Παναγούδα πλήθος λαού τον επισκεπτόταν. Ήταν μάλιστα τόσο το πλήθος ώστε να υπάρχουν και ειδικές σημάνσεις που επεσήμαναν τον δρόμο προς το κελί του, ώστε να μην ενοχλούν οι επισκέπτες τους υπολοίπους μοναχούς. Επίσης δεχόταν πάρα πολλές επιστολές. Όπως έλεγε ο Όσιος στενοχωρείτο πολύ, γιατί από τις επιστολές μάθαινε μόνο για διαζύγια και ασθένειες ψυχικές ή σωματικές. Παρά το βεβαρημένο πρόγραμμά του, συνέχιζε την έντονη ασκητική ζωή, σε σημείο να ξεκουράζεται ελάχιστα, 2 με 3 ώρες την ημέρα. Εξακολούθησε όμως να δέχεται και να προσπαθεί να βοηθήσει τους επισκέπτες. Συνήθιζε επίσης να φτιάχνει «σταμπωτά» εικονάκια τα οποία χάριζε στους επισκέπτες σαν ευλογία.
Σε όλη αυτήν την καθημερινή κούραση του Οσίου Παϊσίου έρχονται να προστεθούν και τα προβλήματα υγείας που τον ταλαιπωρούσαν. Τα τελευταία χρόνια της ζωής του οι πόνοι από τις διάφορες αρρώστιες όπως κολίτιδα, η οποία του άφησε μόνιμα δυσπεπτικά, βουβωνοκήλη και κυρίως από τον καρκίνο που του είχε διαγνωσθεί, γίνονταν όλο και περισσότεροι. Παρ' όλ' αυτά όμως αυτός ήταν ήρεμος και υπέμενε χωρίς να διαμαρτύρεται καθόλου. Αντιθέτως συνέχιζε να προσεύχεται για όλους.
Μετά το 1993 μ.Χ. παρουσίαζε αιμορραγίες για τις οποίες αρνούνταν να νοσηλευτεί, λέγοντας ότι «όλα θα βολευτούν με το χώμα». Το Νοέμβριο του ίδιου έτους βγήκε για τελευταία φορά από το Άγιον Όρος και πήγε στη Σουρωτή, στο Ησυχαστήριο του Αγίου Ιωάννη του Θεολόγου για τη γιορτή του Αγίου Αρσενίου. Εκεί έμεινε για λίγες μέρες και ενώ ετοιμαζόταν να φύγει ασθένησε και μεταφέρθηκε στο Θεαγένειο, όπου έγινε διάγνωση για όγκο στο παχύ έντερο. Θεώρησε τον καρκίνο εκπλήρωση αιτήματός του προς το Θεό και ωφέλιμο για την πνευματική του υγεία. Στις 4 Φεβρουαρίου του 1994 μ.Χ. χειρουργήθηκε. Παρότι η ασθένεια δεν έπαυσε, αλλά παρουσίασε μεταστάσεις στους πνεύμονες και στο ήπαρ, ο Όσιος ανακοίνωσε την επιθυμία του να επιστρέψει στο Άγιον Όρος στις 13 Ιουνίου. Ο υψηλός πυρετός όμως και η δύσπνοια τον ανάγκασαν να παραμείνει.
Στο τέλος του Ιουνίου οι γιατροί του ανακοίνωσαν ότι τα περιθώρια ζωής του ήταν δύο με τρεις εβδομάδες το πολύ. Τη Δευτέρα 11 Ιουλίου (γιορτή της Αγίας Ευφημίας) κοινώνησε για τελευταία φορά γονατιστός μπροστά στο κρεβάτι του. Τις τελευταίες μέρες της ζωής του αποφάσισε να μην παίρνει φάρμακα ή παυσίπονα, παρά τους φρικτούς πόνους της ασθένειάς του. Κοιμήθηκε την Τρίτη 12 Ιουλίου 1994 μ.Χ. και ώρα 11:00 και ενταφιάστηκε στο Ιερό Ησυχαστήριο του Αγίου Ιωάννη του Θεολόγου στη Σουρωτή Θεσσαλονίκης.
Στις 13 Ιανουαρίου 2015 συνήλθε η Ιερά Σύνοδος του Οικουμενικού Πατριαρχείου Κωνσταντινουπόλεως και αποφάσισε την κατάταξη του Οσίου Παϊσίου του Αγιορείτου στο Αγιολόγιο της Ορθόδοξης Εκκλησίας. Η Ορθόδοξη Εκκλησία εορτάζει τη μνήμη του Οσίου Παϊσίου στις 12 Ιουλίου.
Σάββατο 11 Ιουλίου 2020
Παρασκευή 10 Ιουλίου 2020
ΑΓΙΟΣ ΙΟΥΣΤΙΝΟΣ ΠΟΠΟΒΙΤΣ: Η ΕΚΚΛΗΣΙΑ ΕΙΝΑΙ Η ΑΣΦΑΛΕΙΑ ΤΗΣ ΨΥΧΗΣ!
ΓΕΡΩΝ ΑΘΑΝΑΣΙΟΣ ΜΥΤΙΛΗΝΑΙΟΣ: ΟΤΑΝ Ο ΑΝΘΡΩΠΟΣ ΕΓΚΑΤΑΛΕΙΠΕΙ ΤΟΝ ΘΕΟ ΤΟΤΕ ΕΧΟΥΜΕ ΠΟΛΛΑ ΚΑΚΑ ΩΣ ΕΠΑΚΟΛΟΥΘΑ!
ΟΣΙΟΣ ΠΟΡΦΥΡΙΟΣ: ΧΩΡΙΣ ΤΟΝ ΧΡΙΣΤΟ ΕΙΝΑΙ ΑΔΥΝΑΤΟ ΝΑ ΔΙΟΡΘΩΣΟΥΜΕ ΤΟΝ ΕΑΥΤΟ ΜΑΣ!
Πέμπτη 9 Ιουλίου 2020
ΑΓΙΟΣ ΠΑΓΚΡΑΤΙΟΣ Ο ΙΕΡΟΜΑΡΤΥΡΑΣ
Ο Παγκράτιος, μετά την χειροτονία του, έπρεπε να μεταβεί στην επισκοπική του επαρχία, στο Ταυρομένιο της Σικελίας. Κατά θεία λοιπόν οικονομία συνάντησε δύο ναυτικούς, τον Ρωμύλο και το Λυκαονίδη . Αυτοί ήταν καλοπροαίρετοι άνθρωποι και μόλις άκουσαν από τον Άγιο για τον Χριστό, ασπάσθηκαν την χριστιανική θρησκεία. Οι ναυτικοί δε αυτοί ήταν από την Σικελία και επρόκειτο να επιστρέψουν εκεί με τα πλοία τους. Έτσι ο Παγκράτιος επιβιβάστηκε σε ένα από αυτά και πήγε στη Σικελία.
Όταν ο Άγιος έφτασε εκεί, εξαφάνισε τα αγάλματα και τους ναούς του Φάλκωνα, του Λύσσωνα και των άλλων δαιμόνων. Επίσης κατόρθωσε να προσελκύσει στην πίστη του Χριστού τον ηγεμόνα του τόπου Βονιφάτιο. Και όχι μόνον αυτό· αλλά τον έκαμε επιπλέον να χτίσει και εκκλησία για τις ανάγκες των χριστιανών της περιοχής.
Ο Άγιος Παγκράτιος είχε προικιστεί από το Θεό και με το χάρισμα της θαυματουργίας. Έτσι, θεράπευε κάθε ασθένεια, με αποτέλεσμα να προσέρχονται καθημερινώς στην πίστη του Χριστού πολλά πλήθη ανθρώπων. Οι άνθρωποι αυτοί δε βαφτίζονταν από τον ίδιο τον θαυματουργό Άγιο και με τον τρόπο αυτό, εισέρχονταν επίσημα στους κόλπους της Εκκλησίας.
Ο άγιος ιερομάρτυς Παγκράτιος θανατώθηκε με πέτρες και μαχαίρια από οπαδούς της αιρέσεως του Μοντανισμού, οι οποίοι εκμεταλλεύτηκαν την απουσία του ηγεμόνα Βονιφάτιου, ο οποίος τιμούσε ξεχωριστά και προστάτευε τον Άγιο. Η Ορθόδοξη Εκκλησία εορτάζει τη μνήμη του Αγίου Παγκρατίου στις 9 Ιουλίου.
http://www.saint.gr
Τετάρτη 8 Ιουλίου 2020
ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΤΗΣ ΣΑΤΣΧΕΡΕ & ΤΣΙΑΤΟΥΡΑ ΔΑΝΙΗΛ: ΤΟ ΚΛΕΙΣΙΜΟ ΤΩΝ ΕΚΚΛΗΣΙΩΝ ΕΙΝΑΙ ΕΠΙΘΕΣΗ ΚΑΤΑ ΤΟΥ ΘΕΟΥ!
ΠΩΣ ΤΑ ΚΑΤΑΦΕΡΕΣ; ΟΧΙ ΕΓΩ, Ο ΧΡΙΣΤΟΣ!
Ακούω τον διάλογο:
-Πως τα κατάφερες;
-Όχι εγώ...Ο Χριστός.
Αργότερα αφού γνωριστήκαμε μου λέει:
-Από μαθητής γυμνασίου μπήκα στις ουσίες. Στην δευτέρα λυκείου έπαιρνα ήδη ηρωίνη. Δεν έβρισκα κανένα λόγο για να ζω. Έβριζα συνέχεια τον Θεό γιατί με έφερε σ αυτόν τον κόσμο. Για είκοσι περίπου χρόνια η ζωή μου δεν είχε κανένα νόημα.
Μερικές φορές γυρνούσα αργά στο σπίτι και έβλεπα την φουκαριάρα την μάνα μου γονατιστή να κλαίει μπροστά στα εικονίσματα. Την έβριζα και την περιγελούσα.
Έκανα αρκετές αποτυχημένες απόπειρες αυτοκτονίας.
Μια μέρα ετοίμαζα παραγάδια στο ψαροκάικο του δίδυμου αδελφού μου. Εκείνος ήταν στο τιμόνι. Ο ουρανός πεντακάθαρος.
Οι απαντήσεις έρχονταν κατευθείαν στο στήθος μου...
Έφυγε ήρεμα όπως ήλθε....
Όταν συνήλθα παρατήρησα μία λίμνη από δάκρυα μου, να έχει δημιουργηθεί μπροστά στα πόδια ...
Αργότερα είδα μια εικόνα της Αποκάλυψης από την Πάτμο
Από εκείνη την μέρα καθάρισα....
Αργότερα πήγα στο Άγιο Όρος
(Αληθινή ιστορία...
ΟΣΙΟΣ ΘΕΟΦΙΛΟΣ Ο ΑΓΙΟΡΕΙΤΗΣ
«Απαρνηθείς πατρίδα και συγγένειαν και πλούτον και πάσαν κοσμική ματαιότητα, έγινε μοναχός· μετ’ ολίγον δε καιρόν έλαβε και το αξίωμα της ιερωσύνης· έκτοτε δε περιεπάτει εις διαφόρους τόπους διδάσκων και ωφελών τους Χριστιανούς δια του λόγου και του παραδείγματος της εαυτού ζωής». Κατόπιν γνωρίσθηκε και συνδέθηκε πνευματικά με τον ενάρετο κι ευλαβή επίσκοπο Ρενδίνης Ακάκιο, τον όποιο είχε χειροτονήσει αρχιερέα ο άγιος Νήφων, όταν ήταν μητροπολίτης Θεσσαλονίκης (1482 - 1486 μ.Χ.). Δια του Ακακίου συνδέθηκε με τον άγιο Νήφωνα και ο άγιος Θεόφιλος.
Αξίζει σύντομα και παρενθετικά να σημειώσουμε πως η μεγάλη μορφή του αγίου Νήφωνος, εκτός των δύο οσιομαρτύρων μαθητών του Μακαρίου (+1507) και Ιωάσαφ (+1516) που αναφέραμε και του εδώ αγίου Θεοφίλου, συνδεόταν και με άλλες μορφές Αγιορειτών αγίων, όπως των οσιομαρτύρων Γέροντος Ιακώβου, Ιακώβου διακόνου και Διονυσίου μοναχού (+1519), που συμμαρτύρησαν στην Αδριανούπολη, Θεωνά μητροπολίτου Θεσσαλονίκης (+1541-2), των αυταδέλφων Αψαράδων Θεοφάνους (+1544) και Νεκταρίου (+1550) κτιτόρων της ιεράς μονης Βαρλαάμ Μετεώρων και Μαξίμου του Γραικού και Βατοπαιδινού (+1556).
Ο άγιος Νήφων, ως πατριάρχης Κωνσταντινουπόλεως, κατόπιν επιστολών που έλαβε, εμπιστευόμενος τον Θεόφιλο για τη σοφία και την αρετή του, τον έστειλε το 1486 μ.Χ. με τον ομόφρονα Γέροντά του επίσκοπο Ακάκιο στην Αίγυπτο, για να διαπιστώσουν τα γενόμενα θαύματα υπό του μακαρίου πατριάρχου Αλεξανδρείας Ιωακείμ, ότι μετακίνησε δια προσευχής το όρος Ντουρ Νταγ και ήπιε φαρμάκι δίχως να πάθει κανένα κακό, ύστερα από πρόκληση Ιουδαίων και μουσουλμάνων. Ο πατριάρχης Ιωακείμ «τον Όσιον πολλά ηγάπησε και ηυλαβήθη ως σοφόν και ενάρετον». Διαπίστωσαν τα υπερφυή αυτά θαύματα ως αληθινά γεγονότα και αναχώρησαν για το θεοβάδιστο όρος Σινά, τα Ιεροσόλυμα και την Δαμασκό. Στα Ιεροσόλυμα ο επίσκοπος Ακάκιος ανεπαύθη κατόπιν ασθενείας και τον εκήδευσε ο Θεόφιλος. Με επιστολές από τους πατριάρχες Αλεξανδρείας, Ιεροσολύμων και Αντιοχείας μετέβη στην Κωνσταντινούπολη ο Θεόφιλος. Ο άγιος Νήφων όμως είχε εκθρονισθεί και παρέδωσε τις επιστολές στον διάδοχό του Παχώμιο, που ήταν από την ιδιαίτερη πατρίδα του.
Ο πατριάρχης Παχώμιος «εχάρη μεγάλως ως συμπατριώτης, και ευλογήσας αυτόν και ευχηθείς, παρεκάλεσεν, ίνα μείνη εις το Πατριαρχείον δια βοήθειαν, ως λίαν χρήσιμος δια την σοφίαν αυτού και την αρετήν. Υπακούσας δε κατά την ώραν εις την παράκλησιν του πατριάρχου ο Όσιος έμεινεν. Όθεν και διωρίσθη Νοτάριος και Έξαρχος της Μεγάλης Εκκλησίας, και έμεινεν εκεί ικανόν καιρόν εις αυτό το διακόνημα, αγαπώμενος και τιμώμενος υπό πάντων».
Αλλά η φιλέρημη και φιλήσυχη ψυχή του δεν αναπαυόταν στις τιμές και τις δόξες. Κατεφρόνησε τα μεγαλεία και ήλθε στο Άγιον Όρος, για να απολαύσει τα μεγαλεία του Θεού. Στον ιερό και ευλογημένο Άθωνα «πρώτον μετέβη εις την Μονήν του Βατοπεδίου, και κατώκησε μετά του αγιωτάτου Επισκόπου Μεθύμνης, εκεί τότε ευρισκόμενου, και υπετάχθη εις αυτόν μετά πάσης προθυμίας και ταπεινώσεως· αφού δε εκείνος ετελεύτησεν, απήλθεν».
Από τη μονή Βατοπαιδίου, όπου δεν γνωρίζουμε τον χρόνο παραμονής του, που δεν νομίζουμε όμως ότι ήταν μικρός, μετέβη το 1511 μ.Χ. στη μονή Ιβήρων, όπου ασχολήθηκε ιδιαίτερα με την αντιγραφή χειρογράφων και την καλλιγραφία. Αναδείχθηκε έμπειρος βιβλιογράφος και αρκετά έργα του, περίπου τριάντα, λειτουργικού κυρίως περιεχομένου, σώζονται στην πλούσια βιβλιοθήκη της μονης Ιβήρων. Η φήμη της αρετής του είχε φθάσει μακριά. Ο πατριάρχης Κωνσταντινουπόλεως Θεόκλητος τον ζητούσε με τρόπο να μεταβεί πλησίον του, με σκοπό να τον χειροτονήσει μητροπολίτη Θεσσαλονίκης. Ο φυγόδοξος Αγιορείτης κατανοώντας τον λόγο της προσκλήσεως, για να αποφύγει την προαγωγή, παραιτήθηκε της ιερωσύνης. Εκάρη μεγαλόσχημος μοναχός, δήλωσε ασθένεια και αδυναμία, και αποσύρθηκε σε καλύβη, κοντά στον ενάρετο Προηγούμενο Διονύσιο Ιβηρίτη στο Κελλί του Τιμίου Προδρόμου, το 1522 μ.Χ., ύστερα από δωδεκαετή παραμονή στη μονή Ιβήρων, κατά ιδιόγραφό του σημείωμα σε κώδικα. Κατόπιν μετέβη σε συνοδεία του επίσης ενάρετου Γέροντος Κυρίλλου στις Καρυές. Εκεί απέκτησε στενό πνευματικό σύνδεσμο με τον φιλόθεο Πρώτο του Αγίου Όρους Σεραφείμ, τον λάτρη και υμνητή της Θεοτόκου του Άξιον Έστι, τον μετέπειτα βιογράφο του, που κάποτε υπογράφει· «Ο πρώτος του Αγίου Όρους Σεραφείμ ο θυηπόλος και ηγούμενος των ηγουμένων και πατήρ πατέρων και μέγας πρωτοσύγκελλος πατριαρχικός».
Ο θείος Θεόφιλος επιθυμώντας μεγαλύτερη και ακριβέστερη ησυχία, αναχώρησε και από τις Καρυές. Μετέβη στην πλησιόχωρη ησυχαστική περιοχή της Καψάλας, που ανήκε στη μονή Παντροκράτορος, και με τη συνδρομή του φιλάδελφου Πρώτου Σεραφείμ, παρέλαβε το Κελλί του Αγίου Βασιλείου, το όποιο και ανεκαίνισε. Είχε μαζί του και ένα μοναχό ονομαζόμενο Ισαάκ. Συχνά τον επισκεπτόταν και ο Πρώτος Σεραφείμ ανταλάσσοντας πνευματικές εμπειρίες και νουθεσίες.
Ο φιλόθεος Θεόφιλος πάντοτε, και ιδιαίτερα τώρα, ασκούσε συστηματικά τη νοερά προσευχή. Ο άγιος Νικόδημος ο Αγιορείτης, ο όποιος αργότερα θα ησκείτο στην δια περιοχή, γράφει: «Αφού ησύχασεν ο Όσιος, τότε δη τότε εμεταχειρίσθη την νοεράν προσευχήν, ήτις είναι ανωτέρα της θεωρίας της έξω φιλοσοφίας... Ο Άγιος Θεόφιλος έχοντας παντοτινόν έργον, εις την ησυχία ευρισκόμενος, να προσεύχεται αδιαλείπτως και να μελετά με όλον του τον νουν και τον ενδιάθετον λόγον τον εν τη καρδία λαλούμενον και με όλην την θέλησιν και αγάπην της ψυχής του, την μονολόγιστον προσευχήν, το «Κύριε Ιησού Χριστέ, Υιέ του Θεού, ελέησόν με», καθώς οι νηπτικοί θείοι Πατέρες διδάσκουσι. Και με την νοεράν ταύτην εργασίαν και ιεράν προσευχήν και με το πένθος και τα δάκρυα καθαρτικά, όπου γεννώνται εκ ταύτης της νοεράς προσευχής, εκαθάρισε την καρδίαν του από τα πάθη και εκατέκαυσε τας προσβολάς των πονηρών λογισμών και ελυτρώθη από τας κακάς προσλήψεις, απόκτησε ταπείνωσιν, πραότητα, ειρήνην και τας λοιπάς αρετάς και άναψεν από θεϊκόν πυρ θεϊκής και του πλησίον αγάπης...
Καταφλεγόμενος από την θείαν αγάπην δεν ήτο πλέον με τον εαυτό του, αλλά με τον ηγαπημένον του Θεόν και άλλο δεν εφαντάζετο παρά μόνο τον Ιησούν... ανέβη εις την θείαν θεωρίαν και επλουτίσθη από τα ύπερφυή χαρίσματα αξιωθείς του θείου φωτισμού· και ού μόνον διάκρισιν απόκτησε και διόρασιν, αλλά και προόρασιν των μελλόντων· και συντόμως ειπείν ως ασώματος έγινεν άγγελος και εις όλα τέλειος ώφθη».
Προείδε το τέλος του, έγραψε ομολογία πίστεως, ιδιόχειρη διαθήκη, τέλεσε ευχέλαιο, ζήτησε και έδωσε συγχώρηση από όλους και σε όλους, μετάλαβε των Αχράντων Μυστηρίων, ευχαρίστησε ολόψυχα και ολόθερμα τον Θεό και ζήτησε από τον αγαπητό και υπάκουο μαθητή του Ισαάκ: «Όταν αποθάνω, μη ομολογήσης τούτο εις ουδένα, αλλ’ ουδέ τα έθιμα της ταφής εκτελέσης, μόνον δέσε σχοινίον εις τους πόδας μου και σύρε με και ρίψε με εις το δάσος εις μέρος κρύφιον, ίνα με φάγωσι τα θηρία· πλην λειτουργίας και μνημόσυνα ποίησον όσα δυνηθής». Ο άγιος από τη μεγάλη του ταπείνωση δεν ήθελε να τιμάται ούτε μετά θάνατον. Οι τελευταίοι λόγοι του ήταν: «Κύριε Ιησού Χριστέ, δέξαι το πνεύμα μου».
Ο καλός υποτακτικός του έπραξε όπως του μήνυσε ο όσιος Γέροντάς του και απόθεσε το τίμιο λείψανο σε απόκρυφο μέρος του δάσους. Πολλοί όμως το ζητούσαν. Όταν κάποτε βρέθηκε, η μονή Παντοκράτορος θέλησε να το κρατήσει. Τελικά αποφασίσθηκε να κρατήσει το χέρι του, το όποιο υπάρχει ως σήμερα σε στάση ευλογίας, και να δοθεί το σώμα στον υποτακτικό του Ισαάκ, που το έθεσε στην Εκκλησία του Αγίου Βασιλείου. Από τότε άρχισε ο άγιος να μυροβλύζει και ο άγιος να ονομάζεται Μυροβλύτης. Γράφει πάλι χαρακτηριστικά και γι΄ αυτό ο άγιος Νικόδημος ο Αγιορείτης: «Τούτο το θαύμα οπού έδειξεν ο Θεός εις το Άγιον Λείψανον του Οσίου Πατρός ημών Θεοφίλου, δεν είναι ολίγον και παραμικρόν, αλλά είναι μέγα και εξαίσιον, επειδή το θαύμα τούτο της μυροβλύσεως σπανίως γίνεται εις ολίγους Αγίους. Διότι πολλά Αγίων Λείψανα Μαρτύρων και Οσίων ευρίσκονται, αμή ουχί και αναβλύζουσι μύρον διότι το μυροβλύζειν είναι μία απόδειξις και σημείον βεβαιότατον μιας άκρας καθαριότατος και παρθενίας και αγνείας, όχι μόνον από εμπαθείας μολυσμών, αλλά και από ηδυπαθείας λογισμών ακαθάρτων του νοός· και εάν η χάρις του Αγίου Πνεύματος δεν κατοικήση έτι ζώντος του ανθρώπου εις όλον τον νουν και ψυχήν και καρδίαν και εις όλα τα μέλη του σώματος, να τα καθαρίση και αγιάση έως μέσα εις αυτά τα κόκκαλα και τους μυελούς, αδύνατον είναι να ευωδιάση το σώμα μετά θάνατον».
Η δεξιά του Αγίου βρίσκεται αδιάφθορη, σε σχήμα ευλογίας, στη Μονή Παντοκράτορος Αγίου Όρους. Την βιογραφία του Οσίου Θεοφίλου επηύξησε ο άγιος Νικόδημος ο Αγιορείτης, ο όποιος είναι και συνθέτης της Ακολουθίας του. Ο άγιος Θεόφιλος θεωρείται ένας από τους διασημότερους αντιγραφείς χειρογράφων του Αγίου Όρους του 16ου μ.Χ. αιώνα. Το έργο αυτό συνέχισε ως το τέλος του βίου του. Η Ορθόδοξη Εκκλησία εορτάζει τη μνήμη του Οσίου Θεοφίλου στις 8 Ιουλίου.