ΑΝ ΒΙΑΖΕΣΑΙ ΝΑ ΔΕΙΣ ΤΟΝ ΚΟΣΜΟ ΝΑ ΓΙΝΕΤΑΙ ΚΑΛΥΤΕΡΟΣ, ΑΡΧΙΣΕ ΑΠΟ ΤΟΝ ΕΑΥΤΟ ΣΟΥ. ΕΙΝΑΙ Ο ΣΥΝΤΟΜΟΤΕΡΟΣ ΔΡΟΜΟΣ.

Σάββατο 3 Οκτωβρίου 2015

ΔΗΛΩΣΕΙΣ ΤΟΥ ΠΡΟΕΔΡΟΥ ΤΗΣ ΠΕΘ ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΥ ΣΠΑΛΙΩΡΑ ΓΙΑ ΤΑ ΘΡΗΣΚΕΥΤΙΚΑ

Ο «Ιερός Πόλεμος» για το μάθημα των Θρησκευτικών!
της Γιώτας Ρουμελιώτη

Τον… σταυρό τους κάνουν μαθητές και γονείς όχι για να πάει καλά η χρονιά, όσο για να καταλήξουν οι ηγεσίες και οι ιθύνοντες για το μάθημα των θρησκευτικών, το οποίο έχει γίνει και ένα αγαπημένο θέμα στα social media με τα tweets περί απαλλαγής να… πέφτουν βροχή.
Το σίγουρο είναι ότι η αναπλ. υπ. Παιδείας, Σία Αναγνωστοπούλου, μετάνιωσε πικρά για την δήλωσή της σχετικά με την απλοποίηση της διαδικασίας της απαλλαγής,
καθώς το «τσουνάμι» αντιδράσεων που δημιουργήθηκε μέσα σε ελάχιστα λεπτά, παρέσυρε όχι μόνο την εκκλησία αλλά και τους εκπαιδευτικούς οι οποίοι μπήκαν στη διαδικασία των ανοιχτών επιστολών. 
Η ίδια πάντως τα «μάζεψε» λέγοντας ότι οι δηλώσεις της παραποιήθηκαν! Ο «Ιερός Πόλεμος» φαίνεται ότι άρχισε με βολές εκατέρωθεν!

«Τζάμπα σάλος»
Όπως αναφέρει στο Karfitsa.gr ο πρόεδρος της Πανελλήνιας Ένωσης Θεολόγων, Κωνσταντίνος Σπαλιώρας, όλος αυτός ο σάλος και το γαϊτανάκι αντιδράσεων στο οποίο μπλέχτηκε μέχρι και ο Αρχιεπίσκοπος Ιερώνυμος, έγινε «τζάμπα και βερεσέ!», καθώς το ζήτημα της υποχρεωτικής ή μη παρακολούθησης των θρησκευτικών έχει λυθεί!«Όλος αυτός ο σάλος προκλήθηκε τζάμπα και βερεσέ. Με την εγκύκλιο 12773 της 20/1/ 2015 των Λοβέρδου και Δερμετζόγλου που ήταν τότε στο υπ. Παιδείας είχε λυθεί αυτό το πρόβλημα, με το δικαιότερο τρόπο. Αυτοί που δικαιούνται να έχουν απαλλαγή, έχοντας πρόβλημα θρησκευτικής συνείδησης, δηλαδή οι αλλόθρησκοι, οι αλλόδοξοι και οι άθρησκοι έχουν το δικαίωμα δηλώνοντας σε μια υπεύθυνη δήλωση ότι δεν είναι χριστιανοί ορθόδοξοι να απαλλάσσονται από το μάθημα», λέει και συνεχίζει σχετικά με την υποχρεωτική παρακολούθηση: « Οι υπόλοιποι μαθητές που είναι χριστιανοί ορθόδοξοι αυτοί υποχρεούνται να παρακολουθήσουν το μάθημα, καθώς είναι νόμος του κράτους αλλά το ορίζει και το Σύνταγμα».

«Λάθος ενημέρωση»
Όλο το χρονικό για τα θρησκευτικά, άρχισε την περασμένη εβδομάδα, όταν η κ. Αναγνωστοπούλου είπε ότι θα είναι στην ευχέρεια του γονέα να δηλώνει αν το παιδί του θέλει να παρακολουθήσει θρησκευτικά, χωρίς καμία αναφορά θετική ή αρνητική στο θρήσκευμα. Η απάντηση έρχεται μέσα από τον κ. Σπαλιώρα ο οποίος λέει ότι:«Η υπουργός δεν ήταν σωστά ενημερωμένη κι αυτό θα το καταστήσουμε σαφές στην επικείμενη συνάντηση που αναμένουμε μαζί της. Υπάρχει νόμος του κράτους και αναφορά στο Σύνταγμα. Αυτοί που δικαιούνται παίρνουν την απαλλαγή. Όταν ξέρουμε ότι ένα παιδάκι είναι πχ. μουσουλμάνος τότε δίνουμε την απαλλαγή. Οι υπόλοιποι είναι υποχρεωμένοι να το παρακολουθούν», λέει και συνεχίζει σχετικά με τις ψευδείς δηλώσεις: «Έτσι τίθεται ζήτημα περί ψευδών δηλώσεων. Όταν δίνεται η δυνατότητα να ξεφύγει ένας μαθητής από κάτι, θα το κάνει. Επειδή πέρσι είχαμε και την τράπεζα θεμάτων, αρκετοί γονείς ήθελαν να απαλλαγούν τα παιδιά τους από τα θρησκευτικά για να μην έχουν παραπάνω φόρτο. Αυτό όμως δεν είναι νόμιμο γιατί η απαλλαγή υπάρχει για συγκεκριμένους μαθητές».

«Σε λίγο θα το βγάλουν εντελώς»
Για προσπάθεια υποτίμησης του μαθήματος κάνει λόγο ο κ.Σπαλιώρας αλλά και για… συναδελφικές συγκρούσεις! «Η υπουργός προσπάθησε να υποτιμήσει το μάθημα. Όταν βγαίνει η ηγεσία του υπουργείου και λέει ότι μπορεί κάποιος χωρίς προϋποθέσεις να ζητήσει απαλλαγή από το μάθημα, εμείς το εκλαμβάνουμε σαν να είναι μια έμμεση δίωξη του μαθήματος και ότι στο μέλλον θα ακολουθήσει ο εξοβελισμός του. Πουθενά στην Ευρώπη, με εξαίρεση στην Γαλλία, δεν υπάρχει η δυνατότητα να μην παρακολουθεί κάποιος το μάθημα των θρησκευτικών», λέει και συνεχίζει:«Συναντηθήκαμε και με την ΟΛΜΕ και τους εκφράσαμε το παράπονό μας ότι συνάδελφοι στρέφονται εναντίον συναδέλφων».

Ζήτημα αυστηρά προσωπικό!
Στο κάδρο μπαίνει και το ζήτημα των προσωπικών δεδομένων, καθώς σύμφωνα με αρκετούς «καταπατώνται όταν δηλώνεται δημόσια το θρήσκευμα». Ο πρόεδρος της Πανελλήνιας Ένωσης Θεολόγων απαντά και σε αυτό, πηγαίνοντας μάλιστα στον αντίποδα! «Λένε ότι το να γράψει κάποιος ότι είναι χριστιανός ορθόδοξος, είναι μια άμεση αναφορά των θρησκευτικών πεποιθήσεων. Από την μια έχουμε το κόλλημα να μην αποκαλύπτουμε τις θρησκευτικές μας πεποιθήσεις και από την άλλη, υπάρχει μια ομάδα Ελλήνων που επικαλούνται το θρήσκευμά τους για να εισαχθούν στα πανεπιστήμια με χαμηλότερες βαθμολογίες. Αναφέρομαι στους Έλληνες Μουσουλμάνους της Θράκης! Δηλώνοντας την θρησκεία τους δεν θίγεται το προσωπικό δεδομένο; Ή μήπως το προσωπικό δεδομένο υπάρχει για τον ορθόδοξο και όχι για τον μουσουλμάνο; Ας σκεφτόμαστε ορθολογικά και όχι ορθολογιστικά!», λέει.

Τι μαθαίνουν τελικά τα παιδιά;
Το μάθημα των Θρησκευτικών είναι ανέκαθεν στη λίστα με τα… εύκολα μαθήματα καθώς δεν απαιτεί ώρες διαβάσματος ενώ η εξέταση είναι πάντα πιο ελαστική. Τι μαθαίνουν όμως στα Θρησκευτικά; O κ. Σπαλιώρας και σαν εκπαιδευτικός- θεολόγος απαντά: «Τα παιδιά μαθαίνουν στο σχολείο της βασικές αρχές της χριστιανικής εκκλησίας. Στο Γυμνάσιο διδάσκονται την Παλαιά Διαθήκη, την εκκλησιαστική ιστορία με αναφορές σε στοιχεία του ιουδαϊσμού και του Ισλάμ. Ο μαθητής γνωρίζει τα βασικά στοιχεία της πίστης του και την εξέλιξή της. Μέσα από παραθέσεις κειμένων αποκτά μια αμυδρά γνώση και για τα άλλα δόγματα. Στη Γ” Γυμνασίου μιλάμε ανοιχτά για τον προτεσταντισμό και τον ρωμαιοκαθολισμό. Στο Λύκειο η διδασκαλία των θρησκευτικών εξελίσσεται. Τα παιδιά μαθαίνουν για τη λατρευτική ζωή της εκκλησίας, για άλλα θρησκευτικά φαινόμενα που υπάρχουν στον κόσμο, για σύγχρονους λειτουργικούς προβληματισμούς. Στην Β΄Λυκείου, λόγω της ωρίμανσης του κριτικού πνεύματος, γίνεται μια συγκριτική παρουσίαση της ορθόδοξης πίστης αλλά και όλων των θρησκειών του κόσμου. Στην Γ” Λυκείου προχωράμε στην αναπαράθεση της χριστιανικής ηθικής συγκρινόμενη και με άλλα στοιχείων άλλων θρησκευτικών παραδόσεων. Ο καθηγητής- μέσα από κείμενα- μπορεί να κάνει ένα συγκερασμό των απόψεων σε σχέση με την χριστιανική ηθική. Η ύλη έχει μια εξελικτική παρουσίαση».

Παρασκευή 2 Οκτωβρίου 2015

ΓΕΡΩΝ ΠΑΪΣΙΟΣ: ΝΑ ΜΗΝ ΔΟΥΛΕΥΟΥΜΕ ΤΙΣ ΓΙΟΡΤΕΣ!

ΝΑ ΜΗΝ ΔΟΥΛΕΥΟΥΜΕ ΤΙΣ ΓΙΟΡΤΕΣ

Σήμερα δυστυχῶς δὲν χρησιμοποιοῦμε τὴν ἐλευθερία γιὰ τὸ καλό, γιὰ τὴν ἁγιότητα, ἀλλὰ γιὰ τὴν κοσμικότητα. Παλιότερα δούλευαν οἱ ἄνθρωποι ὅλη τὴν ἑβδομάδα καὶ εἶχαν τὴν Κυριακή ἀργία. Τώρα ἔχουν καὶ τὸ Σάββατο ἀργία. Ζοῦν ὅμως τώρα περισσότερο πνευματικά ἤ ἁμαρτάνουν περισσότερο; Ἄν ἀξιοποιοῦσαν τὸν χρόνο τους στὰ πνευματικά, θὰ ἦταν διαφορετικά· θὰ ἦταν συμμαζεμένοι οἱ ἄνθρωποι. Πᾶμε νὰ κλέψουμε ἀπὸ τὰ πνευματικά, ἀπὸ τὸν Χριστό, ἐμεῖς οἱ ταλαίπωροι ἄνθρωποι. Οἱ κοσμικοί, ὅ,τι ἀγγαρεία ἔχουν νὰ κάνουν, τὴν Κυριακή θὰ συμφωνήσουν νὰ τὴν κάνουν. Ψάχνουν καμμιά Κυριακή γι’ αὐτό, καμμιά γιορτή γιὰ ’κείνο, καὶ παίρνουν ὀργή Θεοῦ. Τί βοήθεια θὰ ἔχουν μετά ἀπὸ τούς Ἁγίους; Μέρα ἀγγαρείας εἶναι ἡ Κυριακή; Καὶ κάποια ἐξυπηρέτηση νὰ θέλουν νὰ μᾶς προσφέρουν οἱ ἄλλοι, ὄχι Κυριακή.

Δὲν ἀφήνουμε τὸν Θεό νὰ μᾶς κάνη κουμάντο. Καὶ ὅ,τι δὲν γίνεται μὲ πίστη στὸν Θεό, δὲν ἔχει σχέση μὲ τὸν Θεό· εἶναι κάτι κοσμικό. Γι’ αὐτὸ κι ἐκεῖνο ποὺ κάνουμε, δὲν ἔχει εὐλογία, καὶ ἔτσι δὲν ἔχει καλά ἀποτελέσματα. Μετά λέμε: «Φταίει ὁ διάβολος». Δὲν φταίει ὁ διάβολος, ἀλλὰ ἐμεῖς δὲν ἀφήνουμε τὸν Θεό νὰ μᾶς βοηθήση. Ὅταν δουλεύουμε τὶς ἀργίες, δίνουμε δικαιώματα καὶ ἐξ ἀρχῆς μπαίνει ὁ διάβολος. «Κρεῖσσον ὀλίγον τῷ δικαίω ὑπέρ πλοῦτον ἁμαρτωλῶν πολύν» (1), λέει ὁ Ψαλμός. Αὐτὸ ἔχει εὐλογία· τὰ ἄλλα ὅλα εἶναι ροκανίδια. Πρέπει ὅμως νὰ ἔχη κανεὶς πίστη, φιλότιμο καὶ εὐλάβεια καὶ νὰ τὰ ἀφήνη ὅλα μὲ ἐμπιστοσύνη στὸν Θεό. Ἀλλιῶς καὶ τὶς γιορτές θὰ κουτσοδουλεύη καὶ τὶς ἄλλες μέρες θὰ χαζεύη.

Καὶ νὰ δῆτε ὁ Θεὸς ποτέ δὲν ἀφήνει. Κυριακή καὶ γιορτή ποτέ δὲν δούλεψα, καὶ ὁ Θεὸς ποτέ δὲν μ’ ἄφησε καὶ τὶς δουλειές τὶς εὐλογοῦσε. Θυμᾶμαι, μία φορά ἦρθαν ἁλωνιστικές μηχανές στὸ χωριό καὶ εἰδοποίησαν τὸν πατέρα ὅτι θὰ ἄρχιζαν πρῶτα ἀπὸ τὰ δικά μας χωράφια, ἡμέρα Κυριακή, καὶ μετά θὰ ἔφευγαν γιὰ κάτω. Μοῦ λέει ὁ πατέρας: «Τί θὰ κάνουμε; Ἦρθαν οἱ μηχανές». «Ἐγώ Κυριακή δὲν δουλεύω, τοῦ λέω· τὴν Δευτέρα». «Ἄν ὅμως χάσουμε αὐτήν τὴν εὐκαιρία, μοῦ λέει, θὰ παιδευτοῦμε πολύ μὲ τὰ ἄλογα». «Δὲν μὲ πειράζει, τοῦ λέω. Ἄς ἁλωνίζω μέχρι τὰ Χριστούγεννα». Πῆγα στὴν Ἐκκλησία χωρίς νὰ δώσω σημασία. Μόλις ξεκίνησαν οἱ μηχανές γιὰ τὸ ἁλώνι, ἔσπασαν στὸν δρόμο καὶ εἰδοποίησαν ξανά τὸν πατέρα: «Νὰ μᾶς συγχωρῆτε, χάλασαν οἱ μηχανές. Θὰ πᾶμε στὰ Γιάννενα νὰ τὶς φτιάξουμε καὶ τὴν Δευτέρα θὰ ἀρχίσουμε πρῶτα ἀπὸ σας»! Ἔτσι δὲν ἁλώνισαν τὴν Κυριακή ἀλλὰ τὴν Δευτέρα. Πολλά τέτοια εἶδαν τὰ μάτια μου.

ΔΟΥΛΕΥΟΥΝ ΚΥΡΙΑΚΕΣ ΚΑΙ ΓΙΟΡΤΕΣ ΚΑΙ ΤΟΥΣ ΒΡΙΣΚΟΥΝ ΣΥΜΦΟΡΕΣ

Κανονικά πρίν ἀπὸ τὸν Ἑσπερινό της γιορτῆς ἤ τῆς Κυριακῆς σταματάει κάθε ἐργασία. Καλύτερα εἶναι νὰ δουλέψη κανεὶς περισσότερο τὴν προπαραμονή, ὅταν αὐτὸ μπορῆ νὰ ρυθμισθῆ, καὶ νὰ μή δουλέψη μετά τὸν Ἑσπερινό της παραμονῆς. Ἄλλο εἶναι νὰ κάνη κανεὶς σὲ μία γιορτή ἤ τὴν Κυριακή ἕνα ἐλαφρό πράγμα τὸ ἀπόγευμα, ὅταν εἶναι μεγάλη ἀνάγκη, ἀλλὰ καὶ αὐτὸ πάλι μὲ τρόπο. Παλιά καὶ οἱ χωρικοί ποὺ ἦταν ἔξω στὰ χωράφια, μόλις ἄκουγαν τὴν καμπάνα τοῦ Ἑσπερινοῦ, ἔκαναν τὸν σταυρό τους καὶ σταματοῦσαν τὴν δουλειά. Τὸ ἴδιο καὶ οἱ γυναῖκες ποὺ κάθονταν στὴν γειτονιά. Σηκώνονταν, ἔκαναν τὸν σταυρό τους καὶ ἄφηναν τὸ πλέξιμο ἤ ὅ,τι ἄλλο ἔκαναν. Καὶ ὁ Θεὸς τούς εὐλογοῦσε. Εἶχαν τὴν ὑγεία τους καὶ χαίρονταν… Τώρα κατήργησαν τὶς γιορτές, ἀπομακρύνθηκαν ἀπὸ τὸν Θεό καὶ τὴν Ἐκκλησία καὶ τελικά ὅσα βγάζουν ἀπὸ τὴν δουλειά τούς τὰ δίνουν στούς γιατρούς καὶ στὰ νοσοκομεῖα… Μία φορά ἦρθε ἕνας πατέρας στὸ Καλύβι καὶ μοῦ λέει: «Τὸ παιδί μου ἀρρωσταίνει συχνά καὶ οἱ γιατροί δὲν μποροῦν νὰ βροῦν τί ἔχει». «Νὰ σταματήσης νὰ δουλεύης Κυριακή καὶ ὅλα θ’ ἀλλάξουν», τοῦ εἶπα. Πράγματι σταμάτησε, καὶ τὸ παιδάκι τοῦ ἔγινε καλά.

Πάντα λέω στούς λαϊκούς νὰ σταματήσουν νὰ δουλεύουν Κυριακές καὶ γιορτές, γιὰ νὰ μήν τούς βροῦν στὴν ζωή τούς συμφορές. Ὅλοι μποροῦν νὰ ρυθμίσουν τὴν δουλειά τους. Ὅλη ἡ βάση εἶναι ἡ πνευματική εὐαισθησία. Ἄν ὑπάρχη εὐαισθησία, βρίσκονται λύσεις γιὰ ὅλα. Καὶ ἄν λίγο ζημιωθοῦν ἀπὸ μία λύση, θὰ πάρουν εὐλογία διπλή. Πολλοί ὅμως δὲν τὸ καταλαβαίνουν. Οὔτε στὴν Θεία Λειτουργία πηγαίνουν. Ἡ Θεία Λειτουργία ἁγιάζει. Ἄν δὲν πάη ὁ Χριστιανός τὴν Κυριακή στὴν Ἐκκλησία, πῶς θὰ ἁγιασθῆ;

Δυστυχῶς ὅμως πᾶνε σιγά-σιγὰ  οἱ ἄνθρωποι νὰ μήν ἀφήσουν οὔτε γιορτές οὔτε τίποτε. Βλέπεις, ἀκόμη καὶ τὰ ὀνόματα τὰ ἀλλάζουν, γιὰ νὰ μή θυμοῦνται τούς Ἁγίους τους. Τὸ Βασιλική τὸ κάνουν Βίκυ· τὸ Ζωή, Ζωζῶ, καὶ ἔτσι λέει δυὸ φορές… «ζῶο»! Ἔβαλαν τὴν γιορτή τῆς Μάνας, τοῦ Μάη, τοῦ Ἀπρίλη… Σὲ λίγο θὰ ποῦν: «Σήμερα εἶναι ἡ γιορτή τῆς ἀγκινάρας, τὴν ἄλλη τοῦ κυπαρισσιοῦ, τὴν ἄλλη τὰ γενέθλια αὐτοῦ ποὺ βρῆκε τὴν ἀτομική βόμβα ἤ τὸ ποδόσφαιρο». Δὲν ἀφήνει ὅμως ὁ Θεός…

ΓΕΡΟΝΤΟΣ ΠΑΪΣΙΟΥ ΑΓΙΟΡΕΙΤΟΥ
ΛΟΓΟΙ Α'- ΜΕ ΠΟΝΟ ΚΑΙ ΑΓΑΠΗ ΓΙΑ ΤΟΝ ΣΥΓΧΡΟΝΟ ΑΝΘΡΩΠΟ

Πέμπτη 1 Οκτωβρίου 2015

ΓΕΡΩΝ ΠΑΪΣΙΟΣ: ΑΠΟΜΑΚΡΥΝΟΥΝ ΤΑ ΠΑΙΔΙΑ ΑΠΟ ΤΗΝ ΕΚΚΛΗΣΙΑ!

ΑΠΟΜΑΚΡΥΝΟΥΝ ΤΑ ΠΑΙΔΙΑ ΑΠΟ ΤΗΝ ΕΚΚΛΗΣΙΑ

Μικρό παιδάκι, πόσο μὲ βοηθοῦσε ποὺ πήγαινα στὴν Ἐκκλησία! Εἴχαμε καλό δάσκαλο στὸ Δημοτικό καὶ μᾶς βοηθοῦσε καὶ αὐτός. Μᾶς μάθαινε ἐθνικά ἄσματα καὶ ἐκκλησιαστικούς ὕμνους. Στὴν Ἐκκλησία τὶς Κυριακές ψάλλαμε τὴν Δοξολογία, «Ταῖς πρεσβείαις…», «Ἅγιος ὁ Θεός», τὸ Χερουβικό.

Παλιά, ἡ Ἐκκλησία ἦταν δίπλα στὸ σχολεῖο καὶ παίζαμε γύρω ἀπὸ τὴν Ἐκκλησία, στὴν αὐλή της. Μᾶς πήγαιναν στὴν Ἐκκλησία οἱ δάσκαλοι στὶς γιορτές, καὶ ἄς χάναμε κανένα μάθημα. Προτιμοῦσε ὁ δάσκαλος νὰ χάση μία ὥρα, γιὰ νὰ λειτουργηθοῦν τὰ παιδιά. Ἔτσι τὰ παιδιά διδάσκονταν, ἁγιάζονταν, γίνονταν ἀρνάκια. Εἴχαμε καὶ ἕναν δάσκαλο Ἑβραῖο, ἀλλὰ θρησκευτικά δὲν μᾶς δίδασκε· ἐρχόταν μία δασκάλα καὶ μᾶς ἔκανε θρησκευτικά. Πάρ΄ ὅλο ὅμως ποὺ ἦταν Ἑβραῖος, μᾶς πήγαινε μέχρι τὴν Ἐκκλησία. Καὶ στὴν Ἐκκλησία ὅλα τὰ παιδιά στεκόμασταν ὄρθια, ἥσυχα.

Καὶ βλέπω σήμερα ποὺ ἀπομακρύνουν τὰ παιδιά ἀπὸ τὴν Ἐκκλησία, πῶς ἔχουν ἀγριέψει! Ἐνῶ στὴν Ἐκκλησία τὸ παιδάκι θὰ ἠρεμήση, θὰ γίνη καλό παιδί, γιατί δέχεται τὴν εὐλογία τοῦ Θεοῦ, ἁγιάζεται. Δὲν τὰ ἀφήνουν νὰ πηγαίνουν στὴν Ἐκκλησία, γιὰ νὰ μήν ἐπηρεασθοῦν ἀπὸ τὰ πνευματικά! Ἀπὸ τὶς ἄλλες ἀνοησίες ὄχι μόνον δὲν τὰ ἀπομακρύνουν, ἀλλὰ τούς τὶς διδάσκουν κιόλας! Μά δὲν καταλαβαίνουν ὅτι τὰ παιδάκια, ἄν ἐπηρεασθοῦν, ἄς ὑποθέσουμε, ἀπὸ τὴν Ἐκκλησία, ἀπὸ τὴν θρησκεία, στὸ κάτω-κάτω δὲν θὰ κάνουν ἀταξίες, θὰ εἶναι φρόνιμα, θὰ ἔχουν ἐπιμέλεια στὰ μαθήματά τους, δὲν θὰ εἶναι ζαλισμένα ὅπως τώρα. Μέχρι νὰ μεγαλώσουν, καὶ στὰ θέματα τὰ ἐθνικά θὰ εἶναι σωστὰ τοποθετημένα, δὲν θὰ μπλέξουν μὲ παρέες, μὲ ναρκωτικά, νὰ ἀχρηστευθοῦν. Ὅλα αὐτὰ  δὲν θὰ εἶναι μία προϋπόθεση νὰ γίνουν καλοί ἄνθρωποι; Αὐτὸ τουλάχιστον δὲν τὸ ἀναγνωρίζουν; Δὲν τὸ σέβονται;

Ἀλλά σκοπός τούς τώρα εἶναι νὰ ἀπομακρύνουν τὰ παιδιά ἀπὸ τὴν Ἐκκλησία. Τὰ δηλητηριάζουν, τὰ μολύνουν μὲ διάφορες θεωρίες, κλονίζουν τὴν πίστη τους. Τὰ ἐμποδίζουν ἀπὸ τὸ καλό, γιὰ νὰ τὰ ἀχρηστέψουν. Τὰ καταστρέφουν ἀπὸ μικρά. Καὶ τὰ παιδάκια, φυσικά, ἀπὸ ἀρνάκια γίνονται κατσικάκια. Ἀρχίζουν μετά νὰ χτυποῦν ἄσχημα καὶ τούς γονεῖς τους καὶ τούς δασκάλους καὶ αὐτούς ποὺ τὰ κυβερνοῦν. Τὰ κάνουν ὅλα ἄνω-κάτω· συλλαλητήρια, καταλήψεις, ἀποχή ἀπὸ τὰ μαθήματα. Καὶ τελικά, ὅταν φθάσουν νὰ ξεκοιλιάσουν αὐτούς ποὺ τὰ κυβερνοῦν, τότε θὰ βάλουν καὶ αὐτοί μυαλό.

ΓΕΡΟΝΤΟΣ ΠΑΪΣΙΟΥ ΑΓΙΟΡΕΙΤΟΥ
ΛΟΓΟΙ Α'- ΜΕ ΠΟΝΟ ΚΑΙ ΑΓΑΠΗ ΓΙΑ ΤΟΝ ΣΥΓΧΡΟΝΟ ΑΝΘΡΩΠΟ

Τετάρτη 30 Σεπτεμβρίου 2015

ΟΣΙΟΣ ΠΑΪΣΙΟΣ: ΦΘΑΝΟΥΝ ΝΑ ΚΡΙΝΟΥΝ ΚΑΙ ΤΟ ΘΕΟ!

ΦΘΑΝΟΥΝ ΝΑ ΚΡΙΝΟΥΝ ΚΑΙ ΤΟ ΘΕΟ

Τώρα δὲν φθάνει ποὺ κρίνουν λαϊκούς, ὅλους τους πολιτικούς καὶ τούς ἐκκλησιαστικούς, ἀλλὰ κρίνουν καὶ Ἁγίους καὶ φθάνουν νὰ κρίνουν καὶ τὸν Θεό. «Ὁ Θεός, λένε, στὸ τάδε θέμα ἔτσι ἔπρεπε νὰ ἐνεργήση· δὲν ἐνήργησε σωστὰ. Αὐτὸ ὁ Θεὸς δὲν ἔπρεπε νὰ τὸ κάνη»! Ἀκοῦς κουβέντα; «Βρέ, παιδί μου, ἐσύ θὰ πῆς;». «Γιατί; Λέω τὴν γνώμη μου», σοῦ λέει καὶ δὲν καταλαβαίνει πόση ἀναίδεια ἔχει αὐτό. Τὸ κοσμικό πνεῦμα ἔχει καταστρέψει πολλά καλά πράγματα. Προχωράει τὸ κακό σὲ ἄσχημη κατάσταση, σὲ βλασφημία. Κρίνουν τὸν Θεό καὶ οὔτε τούς πειράζει ὁ λογισμός ὅτι εἶναι βλασφημία. Εἶναι καὶ μερικοί ποὺ ἔχουν μπόι καὶ, ἄν ἔχουν καὶ λίγη λογική, ἀρχίζουν: «Αὐτός εἶναι γιὰ μία χούφτα, ἐκεῖνος περπατάει στραβά, ὁ ἄλλος κάνει ἔτσι»καὶ δὲν ὑπολογίζουν κανέναν.

Ἦρθε μία φορά στὸ Καλύβι ἕνας καὶ μοῦ λέει: «Ὁ Θεὸς δὲν ἔπρεπε αὐτὸ νὰ τὸ κάνη ἔτσι». «Ἐσύ, τοῦ λέω, μπορεῖς νὰ κρατήσης μία πετρούλα στὸν ἀέρα; Αὐτὰ  τὰ ἀστέρια ποὺ βλέπεις, δὲν εἶναι μπίλιες ποὺ γυαλίζουν. Εἶναι ὁλόκληροι ὄγκοι ποὺ κινοῦνται ἰλιγγιωδῶς καὶ συγκρατοῦνται, χωρίς νὰ ἐκτροχιάζωνται». «Αὐτό, κατὰ τὴν γνώμη μου, δὲν ἔπρεπε νὰ γίνη ἔτσι», ξαναλέει. Ἀκοῦς κουβέντα! Μά ἐμεῖς θὰ κρίνουμε τὸν Θεό; Μπῆκε ἡ λογική καὶ ἔλειψε ἡ ἐμπιστοσύνη στὸν Θεό. Καὶ ἄν τοῦ πῆς τίποτε, σοῦ λέει: «Μὲ συγχωρῆς, τὴν γνώμη μου εἶπα· δὲν μπορῶ νὰ πῶ τὴν γνώμη μου;». Τί ἀκούει ὁ Θεὸς ἀπὸ ἐμᾶς! Εὐτυχῶς ποὺ δὲν μᾶς παίρνει τοῖς μετρητοῖς.

ΓΕΡΟΝΤΟΣ ΠΑΪΣΙΟΥ ΑΓΙΟΡΕΙΤΟΥ
ΛΟΓΟΙ Α'- ΜΕ ΠΟΝΟ ΚΑΙ ΑΓΑΠΗ ΓΙΑ ΤΟΝ ΣΥΓΧΡΟΝΟ ΑΝΘΡΩΠΟ

Δευτέρα 28 Σεπτεμβρίου 2015

ΓΕΡΩΝ ΠΑΪΣΙΟΣ: Η ΛΟΓΙΚΗ ΣΤΗΝ ΠΝΕΥΜΑΤΙΚΗ ΖΩΗ!

Η ΛΟΓΙΚΗ ΣΤΗΝ ΠΝΕΥΜΑΤΙΚΗ ΖΩΗ

Ἡ λογική δὲν ἔχει καμμιά θέση στὴν πνευματική ζωή. Μπαίνουν Ἄγγελοι, Ἅγιοι ἀπὸ τὸ παράθυρο, τούς βλέπεις, μιλᾶς μαζί τους, φεύγουν… Ἄν πᾶς νὰ τὰ ἐξετάσης αὐτὰ  μὲ τὴν λογική, δὲν γίνεται. Στὴν ἐποχή μας ποὺ ἔχουν αὐξηθῆ οἱ γνώσεις, δυστυχῶς ἡ ἐμπιστοσύνη μόνο στὴν λογική κλόνισε τὴν πίστη ἀπὸ τὰ θεμέλια καὶ γέμισε τὶς ψυχές ἀπὸ ἐρωτηματικά καὶ ἀμφιβολίες. Γι’ αὐτὸ στερούμαστε τὰ θαύματα, γιατί τὸ θαῦμα ζῆται καὶ δὲν ἐξηγεῖται μὲ τὴν λογική. Ἀντίθετα, ἡ πίστη στὸν Θεό τραβάει τὴν θεϊκή δύναμη κάτω καὶ ἀναποδογυρίζει ὅλα τὰ ἀνθρώπινα συμπεράσματα. Κάνει θαύματα, ἀνασταίνει νεκρούς καὶ ἀφήνει μὲ στόμα ἀνοικτό τὴν ἐπιστήμη. Ὅλα τὰ πράγματα τῆς πνευματικῆς ζωῆς ἐξωτερικά φαίνονται ἀνάποδα. Ἄν δὲν ἀναποδογυρίση κανεὶς τὸ κοσμικό του φρόνιμα, νὰ γίνη πνευματικός ἄνθρωπος, ἀδύνατον εἶναι νὰ γνωρίση τὰ μυστήρια τοῦ Θεοῦ ποὺ μᾶς φαίνονται παράξενα (ἀνά­ποδα). Ὅποιος νομίζει ὅτι μπορεῖ νὰ γνωρίση τὰ μυστήρια τοῦ Θεοῦ μὲ τὴν ἐξωτερική ἐπιστημονική θεωρία, μοιάζει μὲ ἀνόητο ποὺ θέλει νὰ δῆ τὸν Παράδεισο μὲ τὸ τηλε­σκόπιο.

Ἡ λογική κάνει πολύ κακό, ὅταν κανεὶς πάη νὰ ἐξετάση μὲ αὐτήν τὰ θεία, τὰ μυστήρια, τὰ θαύματα. Οἱ Καθολικοί μὲ τὴν λογική τους ἔφθασαν νὰ ἐξετάσουν τὴν Θεία Κοινωνία στὸ Χημεῖο, γιὰ νὰ δοῦν ἄν πράγματα εἶναι Σῶμα καὶ Αἷμα Χριστοῦ. Οἱ Ἅγιοι ὅμως μὲ τὴν πίστη ποὺ εἶχαν, συχνά ἔβλεπαν Σάρκα καὶ Αἷμα στὴν ἁγία Λαβίδα. Σὲ λίγο θὰ φθάσουν νὰ περνοῦν καὶ τούς Ἁγίους ἀπὸ τὶς ἀκτίνες, γιὰ νὰ διαπιστώσουν τὴν ἁγιότητά τους! Πέταξαν τὸ Ἅγιο Πνεῦμα, ἔβαλαν τὴν λογική τους καὶ τώρα ἀσχολοῦνται μὲ τὴν λευκή μαγεία. Σὲ ἕναν Καθολικό ποὺ εἶχε καλή διάθεση –ἔκλεγε ὁ καημένος – εἶπα: «Μία ἀπὸ τὶς σπουδαιότερες διαφορές ποὺ ἔχουμε εἶναι καὶ αὐτή, ἐσεῖς βάζετε τὸν ἐγκέφαλο, ἐμεῖς τὴν πίστη. Ἐσεῖς ἀναπτύξατε τὸν ὀρθολογισμό καὶ γενικά τὸν ἀνθρώπινο παράγοντα. Μὲ τὴν λογική σας περιορίζετε τὴν θεϊκή δύναμη, γιατί τὴν θεία Χάρη τὴν πετᾶτε στὴν ἄκρη. Ἐσεῖς στὸν ἁγιασμό ρίχνετε συντηρητικό, γιὰ νὰ μή χαλάση. Ἐμεῖς στὰ χαλασμένα ρίχνουμε ἁγιασμό καὶ γίνονται καλά. Πιστεύουμε στὴν Χάρη ποὺ ἁγιάζει καὶ ὁ ἁγιασμός κρατάει καὶ διακόσια καὶ πεντακόσια χρόνια, δὲν χαλάει ποτέ».
Καλύτερα εἶναι αὐτοί ποὺ πᾶνε στὸ Λεμπέτι , παρά αὐτοί οἱ Χριστιανοί ποὺ ἔχουν τὸν ὀρθολογισμό, δηλαδή τὴν ὑπερήφανη λογική.

ΓΕΡΟΝΤΟΣ ΠΑΪΣΙΟΥ ΑΓΙΟΡΕΙΤΟΥ
ΛΟΓΟΙ Α'- ΜΕ ΠΟΝΟ ΚΑΙ ΑΓΑΠΗ ΓΙΑ ΤΟΝ ΣΥΓΧΡΟΝΟ ΑΝΘΡΩΠΟ

ΟΣΙΟΣ ΠΑΪΣΙΟΣ: ΝΑ ΑΓΙΑΣΟΥΜΕ ΤΗ ΓΝΩΣΗ!

ΝΑ ΑΓΙΑΣΟΥΜΕ ΤΗ ΓΝΩΣΗ 

Καλή εἶναι ἡ γνώση, καλή εἶναι καὶ ἡ μόρφωση, ἀλλά, ἄν δὲν ἁγιασθοῦν, εἶναι χαμένα πράγματα καὶ ὁδηγοῦν στὴν καταστροφή. Ἦρθαν μία φορά στὸ Καλύβι μερι­κοί φοιτητές φορτωμένοι μὲ βιβλία καὶ μοῦ λένε: «Ἤρθαμε, Γέροντα, νὰ συζητήσουμε γιὰ τὴν Παλαιά Διαθήκη. Ὁ Θεὸς δὲν ἐπιτρέπει τὴν γνώση;». «Ποιά γνώση, τούς λέω, αὐτή ποῦ ἀποκτιέται μὲ τὸ μυαλό;». «Ναί», μοῦ λένε. «Μά αὐτή ἡ γνώση, τούς λέω, σὲ πάει μέχρι τὸ φεγγάρι, δὲν σὲ ἀνεβάζει στὸν Θεό». Καλές εἶναι οἱ ἐγκεφαλικές δυνάμεις ποὺ ἀνεβάζουν τὸν ἄνθρωπο στὴν σελήνη, μὲ δισεκατομμύρια ἔξοδα καυσίμων κ.λπ., ἀλλὰ καλύτερες εἶναι οἱ πνευματικές δυνάμεις, ποὺ ἀνεβάζουν τὸν ἄνθρωπο στὸν Θεό, ποὺ εἶναι καὶ ὁ προορισμός του, καὶ μὲ λίγα καύσιμα, μὲ ἕνα παξιμάδι. Ρώτησα μία φορά ἕναν Ἀμερικάνο ποῦ ἦρθε στὸ Καλύβι: «Τί κατόρθωμα κάνατε σάν ἔθνος μεγάλο ποῦ εἶστε;». «Πήγαμε στὸ φεγγάρι», μοῦ ἀπάντησε. «Πόσο μακριά εἶναι;», τὸν ρωτάω. «Ἄς ποῦμε, μισό ἑκατομμύριο χιλιόμετρα», μοῦ λέει. «Πόσα ἑκατομμύρια ξοδέψατε, γιὰ νὰ πάτε στὸ φεγγάρι;». «Ἀπὸ τὸ 1950 μέχρι τώρα, μοῦ λέει, ἔχουμε ξοδέψει ποταμούς δολλαρίων». «Στὸν Θεό πήγατε; τὸν ρωτάω. Πόσο μακριά εἶναι ὁ Θεός;». «Ὁ Θεός, μοῦ λέει, εἶναι πολύ μακριά». «Ἐμεῖς ὅμως, τοῦ λέω, μ΄ ἕνα παξιμάδι πᾶμε στὸν Θεό!».

Ἡ φυσική γνώση βοηθάει νὰ ἀποκτήσουμε τὴν πνευματική γνώση. Ὅταν ὅμως ὁ ἄνθρωπος παραμένη στὴν φυσική γνώση, παραμένει στὴν φύση καὶ δὲν ἀνεβαίνει στὸν Οὐρανό. Δηλαδή παραμένει στὸν ἐπίγειο παράδεισο ποὺ ποτιζόταν ἀπὸ τὸν Τίγρη καὶ τὸν Εὐφράτη καὶ χαίρεται τὴν ὄμορφη φύση μὲ τὰ ζῶα, ἀλλὰ δὲν ἀνεβαίνει στὸν οὐράνιο Παράδεισο, νὰ χαρῆ μὲ τούς Ἀγγέλους καὶ τούς Ἁγίους. Γιὰ νὰ ἀνεβοῦμε στὸν οὐράνιο Παράδεισο, εἶναι ἀπαραίτητη ἡ πίστη στὸν Νοικοκύρη τοῦ Παραδείσου, γιὰ νὰ Τὸν ἀγαπήσουμε, νὰ ἀναγνωρίσουμε τὴν ἁμαρτωλότητά μας, νὰ ταπεινωθοῦμε, γιὰ νὰ Τὸν γνωρίσουμε καὶ νὰ συνομιλοῦμε μαζί Του προσευχόμενοι καὶ νὰ Τὸν δοξάζουμε καὶ ὅταν μᾶς βοηθάη καὶ ὅταν μᾶς δοκιμάζη.

Ὅταν κανεὶς ἔχη μία στοιχειώδη μόρφωση, αὐτή εἶναι ἐργαλεῖο ποὺ βοηθάει. Δὲν ζητάει ὅμως νὰ ἀποκτήση γνώσεις, γιὰ νὰ βοηθήση ἤ γιὰ νὰ λέη ἐξυπνάδες, ἀλλὰ γιὰ νὰ βοηθηθῆ. Ἄν προσπαθήση κανεὶς νὰ ἁγιάση ὅ,τι τοῦ ἔδωσε ὁ Θεός, ἔρχεται ἡ Χάρις καὶ φωτίζει. Ἐκεῖ μέσα εἶναι καὶ ἡ δογματική καὶ ἡ θεολογία, γιατί ζῆ τὰ μυστήρια τοῦ Θεοῦ. Ἄλλος μπορεῖ νὰ εἶναι ἁπλός καὶ νὰ μή θέη νὰ μάθη περισσότερα, ἀλλὰ νὰ ἀρκῆται σὲ ὅ,τι τοῦ δώση ὁ Θεός.

Ὅταν ὁ ἄνθρωπος ταπεινωθῆ καὶ φωτισθῆ, τότε ἁγιάζεται καὶ τὸ μυαλό του καὶ ἡ δύναμη αὐτή τοῦ λογικοῦ, ἐνῶ, πρίν ἁγιασθῆ, εἶναι σαρκική ἡ ἐνέργεια τοῦ μυαλοῦ. Ἄν ἕνας πάη ἐγωιστικά, ἐνῶ εἶναι ἀγράμματος, νὰ ἑρμηνεύση τὰ δόγματα καὶ διαβάζη τὴν Ἀποκάλυψη, τὰ Πατερικά κ.λπ., σκοτίζεται, καὶ τελικά φθάνει σὲ ἀπιστία. Τὸν ἐγκαταλείπει ἡ Χάρις τοῦ Θεοῦ, γιατί μὲ ἐγωισμό προχώρησε. Βλέπετε, ἡ ταπείνωση βοηθάει σὲ ὅλα, αὐτή δίνει τὴν δύναμη. Τὸ σοφώτερο πράγμα ποὺ θὰ σκεφτῶ, ἡ πιὸ σοφή λύση ποὺ θὰ βρῶ, εἶναι ἡ πιὸ μεγάλη ἀνοησία, ὅταν ἔχη τὸν ἐγωισμό μέσα της, ἐνῶ ἡ ταπείνωση εἶναι πραγματική σοφία. Γι’ αὐτὸ ὁ ἀγώνας νὰ γίνεται μὲ φιλότιμο καὶ μὲ πολλή ταπείνωση. Διαφορετικά, ἀντί νὰ ὠφελήση, ἔχει τὸ ἀντίθετο ἀποτέλεσμα. Σκοτίζεται ὁ νοῦς καὶ μετά λέει κανεὶς βλάσφημα πράγματα, γιατί προχώρησε ἐγωιστικά. Εἶναι πάνω ἀπὸ τὶς δυνάμεις του. Ἐδῶ ἕνας μορφωμένος, ἄν πάη νὰ ἑρμηνεύση τὰ δόγματα, ὑπάρχει κίνδυνος νὰ βλαφθῆ, πόσο μᾶλλον ἕνας ἀγράμματος, ἄν πάη νὰ διεισδύση μέσα στὸ πνεῦμα τὸ πατερικό, χωρίς νὰ ἔχη πνευματική κατάσταση! Γιατί, ἄν εἶχε λίγη πνευματική κατάσταση, δὲν θὰ τὸ ἔκανε αὐτό. Θὰ ἔλεγε: «Ἄν μου χρειάζεται κάτι, ὁ Θεὸς θὰ φωτίση. Ἄς ἐφαρμόσω αὐτὰ ποὺ καταλαβαίνω. Εἶναι τόσα πολλά!».

Ὅταν ἤμουν μικρός καὶ διάβαζα τὸ Εὐαγγέλιο, ἄν δὲν καταλάβαινα κάτι, δὲν προσπα­θοῦσα νὰ τὸ ἑρμηνεύσω. Σκεφτόμουν: «Κάτι καλό λέει, ἀλλὰ ἐγώ δὲν τὸ καταλαβαίνω». Καὶ μετά ἔβλεπα, ὅταν χρειαζόταν αὐτό, τάκ, ἐρχόταν ἡ ἑρμηνεία, ἀλλὰ καὶ πάλι ἔλεγα: «Ἄς ρωτήσω καὶ κάποιον ἄλλον πῶς τὸ ἑρμηνεύουν αὐτό». Καὶ ἦταν ἀκριβῶς ἔτσι ὅπως τὸ εἶχα καταλάβει. Γιατί εἶναι ἀναίδεια νὰ προσπαθῆ κανεὶς νὰ ἑρμηνεύση τὸ Εὐαγγέλιο, καὶ μάλιστα ὅταν δὲν καταλαβαίνη. Γι’ αὐτό, ὅταν μελετᾶτε, νὰ μήν τὰ ἑρμηνεύετε μὲ τὸ μυαλό, ἀλλὰ νὰ φέρνετε καλούς λογισμούς, μέχρι νὰ ἔρθη ὁ θεῖος φωτισμός τῆς διακρίσεως, γιὰ νὰ ἐρμηνεύωνται μόνα τους.

Ἕνα θεῖο νόημα ἔχει πολλά θεία νοήματα. Μερικά μπορεῖ νὰ τὰ καταλάβη τώρα καὶ μερικά ἀργότερα. Ἕνας μπορεῖ νὰ διαβάζη-νὰ διαβάζη, νὰ μαθαίνη πολλά, καὶ νὰ μήν μπορῆ νὰ μπῆ καθόλου μέσα στὸ νόημα τοῦ Εὐαγγελίου. Ἄλλος μπορεῖ νὰ μή διαβάζη πολύ, ἀλλὰ νὰ ἔχη ταπείνωση, ἀγωνιστικό πνεῦμα, καὶ τὸν φωτίζει ὁ Θεὸς καὶ μπαίνει στὸ νόημα. Αὐτός ποὺ θέλει νὰ διαβάση περισσότερο, μπορεῖ νὰ τὸ θέλη ἀπὸ κενοδοξία ἤ γιὰ εὐχαρίστηση. Εἶναι σάν ἕναν ποὺ βλέπει μία πάλη καὶ δὲν κοιτάζει πῶς πάλεψαν, γιὰ νὰ βοηθηθῆ, νὰ γίνη παλαιστής, ἀλλὰ κοιτάζει συνέχεια τὸ ρολόι του, γιὰ νὰ προλάβη νὰ παρακολουθήση καὶ ἄλλη πάλη καὶ ἄλλη, καὶ παλαιστής δὲν γίνεται, ἀλλὰ μένει θεατής.

Ὅταν λέμε, «αὐτός εἶναι καλλιεργημένος ἄνθρωπος», ἐννοοῦμε καλλιεργημένο πνευματικά, ὥριμο πνευματικά. Ἔχω παρατηρήσει πώς ὑπάρχει καὶ ἀγράμματος πολύ ὑπερήφανος καὶ ἀγράμματος πολύ ταπεινός, καὶ μορφωμένος πολύ ὑπερήφανος καὶ μορφωμένος πολύ ταπεινός. Δηλαδή, ἡ ἐσωτερική καλλιέργεια εἶναι ὅλη ἡ βάση. Γι’ αὐτὸ λέει καὶ Μ. Βασίλειος: «Τὸ σπουδαιότερο εἶναι νὰ ἔχης ὑψηλή θέση καὶ ταπεινό φρόνημα». Ἕνας ποὺ ἔχει μία θέση, καὶ νὰ ἔχη καὶ λίγο ὑπερηφάνεια, δικαιολογεῖται κάπως. Ἀλλά ἕνας ποὺ δὲν ἔχει θέση, ἄν ἔχη ὑπερηφάνεια, εἶναι τελείως ἀδικαιο­λόγητος. Ὅλη ἡ βάση εἶναι ἡ καλλιέργεια τοῦ ἑαυτοῦ μας, ἡ ἐσωτερική καλλιέργεια. Ἄν εἶναι καλλιεργημένος κανείς, εἶναι καὶ μορφωμένος, ἔχει καὶ ταπεινό φρόνημα, αὐτὸ εἶναι τὸ πιὸ καλό. Γιὰ ἕναν ὅμως ποὺ δὲν ἔχει μεγάλη μόρφωση, ὅταν ἔχη πολύ μεγάλη ἰδέα γιὰ τὸν ἑαυτό του, εἶναι πολύ βαρύ.

ΓΕΡΟΝΤΟΣ ΠΑΪΣΙΟΥ ΑΓΙΟΡΕΙΤΟΥ
ΛΟΓΟΙ Α'- ΜΕ ΠΟΝΟ ΚΑΙ ΑΓΑΠΗ ΓΙΑ ΤΟΝ ΣΥΓΧΡΟΝΟ ΑΝΘΡΩΠΟ

Κυριακή 27 Σεπτεμβρίου 2015

ΜΟΝΑΧΟΣ ΔΑΜΑΣΚΗΝΟΣ ΓΡΗΓΟΡΙΑΤΗΣ: ΜΙΑ ΘΕΪΚΗ ΤΙΜΩΡΙΑ ΣΕ ΜΟΝΑΧΟ!

Τό ἔτος 1988, μετά ἀπό ὀκτώ ἀκριβῶς χρόνια, ἀπό τήν ἀνακομιδή τοῦ Λειψάνου τοῦ ὁσίου Ἰωάννου τοῦ Χοζεβίτου  ἀπό τόν τάφο του, ὁ πατριάρχης τῶν Ἱεροσολύμων Διόδωρος διώρισε νέον ἡγούμενο τῆς μονῆς τοῦ Χοζεβᾶ, τόν ἱερομόναχο Συνέσιο, ἀφοῦ ἐν τῶν μεταξύ εἶχε κοιμηθῆ ὁ προηγούμενος ἡγούμενος π. Ἀμφιλόχιος.

Τότε ὁ π. Συνέσιος ἦτο ἡλικίας 24 ἐτῶν. Τό 1980 ἦλθε στήν μονή Χοζεβᾶ καί ἕνας διάκονος ἀπό τό Ἅγιον Ὄρος τοῦ Ἄθω, μέ τό ὄνομα Νικηφόρος. Ἀλλά οὔτε ὁ π. Συνέσιος, οὔτε καί ὁ διάκονος εἶχαν εὐλάβεια στόν ὅσιο Ἰωάννη καί συχνά περιφρονοῦσαν καί κακολογοῦσαν τόν Ἅγιο.
Κάποια ἡμέρα, πού εἶχαν ἔλθει στήν Μονή πολλοί ρουμᾶνοι προσκυνητές, ὁ ἡγούμενος π. Συνέσιος ἐμάλωσε ἄγρια τον π. Ἰωαννίκιο, μαθητή τοῦ ὁσίου Ἰωάννου, διότι ἔφερε πολλούς ἀνθρώπους νά προσκυνήσουν τό λείψανο τοῦ Ὁσίου καί ἀκόμη τούς ἔδωσε μερικά βιβλία μέ τόν τίτλο «Πνευματική τροφή» βιβλίο πού ἔγραψε ὁ ὅσιος καί περιέχει ποιήματά του καί διδασκαλίες του. Ἐξ αἰτίας τῆς ὀργῆς καί νοερᾶς ταραχῆς του ὁ π. Συνέσιος άπηγόρευσε στόν π. Ἰωαννίκιο νά γράφη κάτι γιά τόν μακαριστό Γέροντά του, λέγοντας ὅτι τό σῶμα του μυρίζει ἄσχημα καί πρέπει πάλι νά ταφῆ.

Τότε ὁ π. Ἰωαννίκιος ἀναστέναξε βαθειά καί εἶπε:
-Δέν θά συμπληρωθοῦν σαράντα ἡμέρες καί σύ ὁ ἴδιος μέ τόν μαθητή σου Νικηφόρο, θά ἰδῆτε ἐάν ὁ ὅσιος Ἰωάννης εἶναι ἤ ὄχι ἅγιος.

Τήν δεύτερη ἡμέρα τό πρωΐ ὁ ἡγούμενος Συνέσιος μπῆκε στήν ἐκκλησία, ἔχοντας κομμένη τήν γενειάδα του. Ὅταν ὁ π. Ἰωαννίκιος τόν ἐρώτησε τί συμβαίνει, ἐκεῖνος τοῦ εἶπε:
-Αὐτή τήν νύκτα ἦλθε ἕνας μοναχός σέ μένα, μέ κτύπησε σκληρά καί ἔβαλε στό κελλί μου φωτιά, ἀλλά δέν ὑπῆρχε κάτι εὔφλεκτο στό κελλί μου, ἐκτός ἀπό τήν γενειάδα μου.

Κατόπιν, μέσα στό διάστημα  τῶν 40 ἡμερῶν, αὐτός ὁ μοναχός, ὁ ὁποῖος μπῆκε στό κελλί τοῦ π. Συνεσίου, μέ κλειδωμένη τήν πόρτα κι αὐτός δέν ἦταν ἄλλος ἀπό τόν ὅσιο Ἰωάννη, ἐρχόταν καί τόν κτυποῦσε κάθε νύκτα, μέχρις ὅτου ὁμολογήση τό σφάλμα του καί διορθώση τόν λογισμό του. Μετά ὁ ἡγούμενος ἐπίστευσε στόν ὅσιο, προσευχήθηκε καί ζήτησε νά τόν συγχωρήση.

Ὅλο αὐτό τό διάστημα ὁ διάκονος Νικηφόρος, παρότι ἐγνώριζε ὅλα αὐτά πού συνέβαιναν στόν ἡγούμενο, συνέχιζε νά καταδικάζει καί περιφρονεῖ τόν ὅσιο Ἰωάννη. Τότε ὁ π. Ἰωαννίκιος τόν συμβούλευσε νά εἶναι πολύ προσεκτικός μέ τούς ἁγίους τοῦ Θεοῦ γιά νά μή τιμωρηθῆ κι αὐτός ἀπό τόν Ἅγιο.

Ὁ Νικηφόρος ὅμως δέν ἤθελε νά βαδίσει τήν σωστή καί εὐθεία ὁδό καί ἡ τιμωρία τοῦ Ἁγίου δέν ἄργησε νά ἔλθη. Μετά ἀπό μερικές ἡμέρες αὐτός ὁ διάκονος ἄρχισε νά πηγαίνει στούς βεδουΐνους, νά τρώγει μαζί τους καί νά κοιμᾶται στίς καλύβες τους. Μετά ἀπό ἕξι μῆνες ὁ Νικηφόρος ἔφυγε ἀπό τήν Ἱεριχώ, ἀποσχηματίσθηκε καί δέχθηκε τήν θρησκεία τοῦ Μωάμεθ καί ὠνομάσθηκε Μουσταφᾶς. Καί τό χειρότερο ἀκόμη νυμφεύθηκε μία χήρα ἀράβισσα μέ τήν ὁποία ἀπέκτησε καί δύο παιδιά.
Μετά ἀπό ὅσα συνέβησαν στόν ἡγούμενο π. Συνέσιο καί στόν διάκονο Νικηφόρο, τό Πατριαρχεῖο Ἱεροσολύμων ἔστειλε ἕνα νέον ἡγούμενο, τόν π. Ἀντώνιο, ὁ ὁποῖος προερχόταν ἀπό τήν μονή τοῦ ἁγίου Σάββα.

Ὁ νέος ἡγούμενος π. Ἀντώνιος δέν ὕβριζε τόν ὅσιο Ἰωάννη, ἀλλά οὔτε καί τόν τιμοῦσε σάν ἅγιο, δεδομένου ὅτι τόν θεωροῦσε σάν ἕνα ἁπλό καλόγερο. Ἀλλά ὁ Πανάγαθος Θεός, γιά τήν ἀγάπη του πού εἶχε πρός τούς ἀνθρώπους, ἐλέησε καί τόν ἡγούμενο νά τόν βοήθησε νά πιστεύσει στήν ἁγιότητα τοῦ Ὁσίου καί ἔτσι νά λυτρωθῆ ἀπό τήν ἀπιστία του.

Κάποια ἡμέρα τοῦ Σαββάτου, ὅταν ὁ π. Ἀντώνιος ἦλθε στήν ἐκκλησία γιά τήν ἀκολουθία τοῦ Ἑσπερινοῦ, προσκύνησε πρῶτα τά Λείψανα τῶν Ἁγίων τῆς ἐκκλησίας καί μετά ἐπῆγε καί προσκύνησε καί τό ὁλόσωμο Λείψανο τοῦ ὁσίου Ἰωάννου.

Ἀφοῦ προσκύνησε τά Ἅγια λείψανα, ἐπῆγε στό ἀναλόγιο καί ἐρώτησε τούς Πατέρας:
-Ποιός ἐράντισε μέ ἄρωμα τήν λειψανοθήκη μέ τό σῶμα τοῦ πατρός Ἰωάννου;

Οἱ Πατέρες τοῦ ἀπήντησαν ὅτι δέν ἔκανε κανείς αὐτό τό ἔργο. Ὁ ἡγούμενος στενοχωρήθηκε καί ἐκάλεσε τούς ἄλλους Πατέρες νά ἔλθουν δίπλα στήν λειψανοθήκη τοῦ Ὁσίου γιά νά αἰσθανθοῦν κι αὐτοί τήν εὐωδία. Τότε ὁ π. Ἰωαννίκιος εἶπε ὅτι ἔτσι εύωδιάζει πάντοτε ἡ Λειψανοθήκη τοῦ Ὁσίου Ἰωάννου. Μετά ὁ ἡγούμενος εἶπε:
Δέν εἶναι δυνατόν, διότι ἐγώ μέχρι τώρα πρώτη φορά αἰσθάνθηκα αὐτή τήν ὡραία εὐωδία.

Καί ὁ λόγος εἶναι ὅτι ὁ ἡγούμενος, ἐπειδή δέν ἐπίστευε ἀκράδαντα, δέν εἶχε ποτέ προσκυνήσει τό Σκήνωμα τοῦ Ὁσίου, ὁπότε δέν εἶχε αἰσθανθῆ καί καμμία εὐωδία.Ἀλλά, ὅταν ταπεινώθηκε καί προσκύνησε τόν ὅσιο Ἰωάννη, κατά τρόπο θαυμαστό ἀξιώθηκε νά μεταλάβη αὐτῆς τῆς θείας δωρεᾶς, πού πηγάζει σάν πηγή ἀπό τό ἅγιο σῶμα του.

Τήν δεύτερη ἡμέρα, μετά ἀπό ὅσα συνέβησαν, ἦλθε μία ὁμάδα ἑλλήνων προσκυνητῶν. Μαζί τους εἶχαν κι ἕνα ἄνδρα δαιμονισμένο καί δεμένον μέ ἁλυσίδες. Αὐτός πολλές φορές ἔσπαζε τίς ἁλυσίδες του, ἔφευγε ἀπό τά χέρια τῶν σωματοφυλάκων του καί πολλοί πού τοῦ ἔδειχναν τήν ἀγάπη τους, τούς κτυποῦσε ἄσχημα.

Ὅταν πλησίαζαν στό μοναστήρι, τά δαιμόνια ἀλλάλαζαν δυνατά καί αὐτοί πού τά ἄκουγαν, ἐξεπλήττοντο. Ἔλεγαν:
-Τί ἔχεις μ᾿ἐμᾶς, Ἰωάννη; Δέν μᾶς διώχνεις!  Δέν μπορεῖς νά μᾶς βασανίσεις!  Δικός μας εἶναι! Ἄφησέ μας! Μή μᾶς κτυπᾶς!

Μέ πολλή δυσκολία κατάφεραν νά τόν φέρουν στήν ἐκκλησία καί, ὅταν τόν ἄγγιξαν στό Λείψανο τοῦ Ὁσίου, ὁ δαιμονισμένος οὔρλιαξε καί ἔκαμε σάν ἕνα ἄγριο θηρίο. Μετά ἔπεσε κάτω σάν νεκρός καί ἐπί μία περίπου ὥρα δέν ἐκινεῖτο, ἀλλά ἵδρωνε ἀργά ἀργά.
Βλέποντας τό θαῦμα αὐτό ὁ π. Ἀντώνιος ἔτρεξε νά εἰδοποιήσει τόν π. Ἰωαννίκιο γιά νά ἰδῆ καί νά σημειώσει τό θαῦμα, διότι εὑρισκόταν στήν σπηλιά τοῦ ὁσίου Γέροντός του Ἰωάννου.

από το βιβλίο: «ΘΑΥΜΑΣΤΕΣ ΙΣΤΟΡΙΕΣ – ΓΙΑ ΜΙΚΡΟΥΣ ΚΑΙ ΜΕΓΑΛΟΥΣ» – Μοναχός Δαμασκηνός Γρηγοριάτης 2010.

ΛΟΓΙΑ ΤΗΣ ΟΣΙΑΣ ΓΕΡΟΝΤΙΣΣΑΣ ΣΟΦΙΑΣ ΧΟΤΟΚΟΥΡΙΔΟΥ (ΚΛΕΙΣΟΥΡΑΣ)

Πνευματικά λόγια, γεμάτα με την Χάρη του Αγίου Πνεύματος από την ασκήτρια της Κλεισούρας Οσία Σοφία Χοτοκουρίδου, μία λαϊκή ασκήτρια, παράδειγμα για όλους μας.

«Ἐγὼ θὰ φύγω, ἀλλὰ νὰ ξέρετε· ἡ λαιμαργία θὰ χάσει τὸν κόσμον, ἡ λαιμαργία καὶ ἡ ὑπερηφάνεια…».

«Καμμία φορὰ ὁ κόσμος ἀγριεύει, καὶ ὅταν ἔχει καὶ ὅταν δὲν ἔχει. Ὅταν δὲν ἔχει, ἀγριεύει χειρότερα».

«Ποτὲ μὴν πεῖτε ὅτι εἶμαι ἐγὼ καὶ περιφανεύεστε, καὶ σηκώνετε τὸ κεφάλι ψηλά. Γιατὶ θά ‘ρθεῖ μία ὥρα ποὺ θὰ χτυπήσει, θὰ σὲ ἀνεβάσει πάνω στὸ λευκάδι –βγαίναμε ἔξω καὶ μᾶς ἔδειχνε τὸ λευκάδι– καὶ μετὰ θὰ σὲ πετάξει κάτω, στὴ ρίζα».

«Θὰ μιλᾶς σὲ ὅλον τὸν κόσμο. Καὶ σ’ ἕνα μικρὸ παιδάκι θὰ μιλᾶς· θὰ τὸ λὲς καλημέρα. Κι αὐτὸ εἶναι σπλάχνο τοῦ Θεοῦ. Ἄσε ποὺ εἶναι μικρό. Γέννημα θρέμμα τοῦ Θεοῦ εἶναι».

«Ἡ περηφάνεια δὲν εἶναι ζωή. Σκαλιὰ κάνει ὁ Θεός. Ἀλλὰ ποιός τὰ ξέρει τὰ σκαλιά; Σὲ ἀνεβάζει καὶ ὕστερα σὲ κατεβάζει».

«Ἐγὼ εἶμαι πολλὰ ἁμαρτωλή. Πῶς θὰ ἀξιωθῶ νὰ δῶ τὸ πρόσωπο τοῦ Θεοῦ;»

«Ἐλᾶτε ὅλοι, μικροὶ μεγάλοι, ἐλᾶτε στὴν Παναγία· ἂν ἀγαπᾶτε, ἐλάτε στὴν Παναγία».

«Ἄχ, ἂν κάνουμε ἕνα καλό, λέμε κάναμε ἕναν καλόν. Μὲ ποιά δύναμη κάναμε τὸ καλό; Μὲ τὴν δύναμη τοῦ Θεοῦ· ἔδωσέ σε ὁ Θεὸς εὐλογία καὶ ἔκανες τὸ καλό».

«Μικροὶ μεγάλοι νὰ ἔρθουν στὴν μετάνοια, νὰ μετανοοῦν. Νὰ γνωρίζουν ὅτι ὁ Θεὸς εἶναι ἐπάνω. Αὐτοὶ δὲν τὸ γνωρίζουν, σὰν τὰ ἄλογα ζῶα τρῶνε τὴν Παρασκευή. Παρακαλῶ τὸν Θεὸ νὰ μετανοοῦν, αὐτοὶ δὲν μετανοοῦν».

«Σᾶς παρακαλῶ, ὅποιος κάνει ὑπομονή, χαρὰ σ’ αὐτόν. Ὅποιος κάνει ὑπομονή, σὰν τὸν ἥλιο θὰ λάμψει. Πολλὴ ὑπομονὴ νὰ κάνετε».

«Τὸ στόμα τὸ χρυσὸ ἐμίλησε καὶ εἶπε: Οἱ πεθεράδες νὰ σκεπάζουν, οἱ γεροντάδες νὰ σκεπάζουν. Οἱ νέοι νὰ φυλάγουν τὰ λόγια του Θεοῦ· τριαντάφυλλα στὸ στόμα, χρυσὸ κρασάκι στὸ στόμα (=ἡ Θεία Κοινωνία), νὰ εἶναι πάντα μὲ τὸν Θεόν.»

«Καὶ οἱ νέοι νὰ βάλουν στὸ νοῦ τους τὰ παντάψηλα τοῦ Θεοῦ λόγια. Τὰ λόγια τοῦ Θεοῦ σὰν τριαντάφυλλα νὰ εἶναι μέσα εἰς τὴν καρδίαν».

«Τὸ στόμα νὰ γίνει βασιλικὸς καὶ τριαντάφυλλον».

«Ἐγὼ χορτάτη εἶμαι ἀπ’ ὅλα· μόνον θυμίαμα δὲν χορταίνω, καντήλια, –πῶς νὰ στὸ πῶ;– κεριὰ δὲν χορταίνω».

«Ὅταν δίνετε νὰ μὴ λέτε ἔδωσα, ἔχασα, τάισα. Ὁ Θεὸς σᾶς ἔδωσε τὰ ὑπάρχοντα, ὁ Θεὸς ἔδωσε εὐλογία, γιὰ νὰ δίνετε· ὅταν ἔρχονται ἀπὸ μακριά, νὰ φιλοξενεῖτε καὶ νὰ τὰ δίνετε ὅλα».

«Δῶσε στοὺς φτωχούς. Ἐμεῖς εἴμαστε ἀχόρταγοι, ἀνόητοι, βλάσφημοι, λαίμαργοι».

«Ἐγὼ θὰ φύγω, ἀλλὰ νὰ ξέρετε· ἡ λαιμαργία θὰ χάσει τὸν κόσμον, ἡ λαιμαργία καὶ ἡ ὑπερηφάνεια».

«Ὁ Θεὸς περιμένει, περιμένει».

«Ἡ Παναγία κλαίει, κάθε μέρα κλαίει. Λέει στὸν Υἱόν της: «Υἱέ μου καὶ Θεέ μου, δῶσε στὸν κόσμον σοφία. Συγχώρησε τὸν κόσμον.» Παναγία μου, προσκυνῶ τὴν χάρη σου. Ὁ Κύριος λέει: Ἐγὼ κατέβηκα, σταυρώθηκα, καρφώθηκα καὶ αὐτοὶ δὲν πιστεύουν.» Ἀναμένει ὁ Θεός, ἀναμένει. Κάνει ὑπομονή».

«Πολλὰ ὑπομονήν· πολλὰ ὑπομονήν.

«Τὰ μάτια κλειστά, τὸ στόμα κλειστό, τὰ αὐτιὰ κλειστά, γιὰ νὰ κερδίσουμε. Ὁ κόσμος τί κάνει, τί εἶδες, τί ξέρεις; Δὲν εἶδα τίποτα, δὲν ξέρω, χαπὰρ κι ἔχω (=δὲν ἔχω χαμπέρι, δὲν παίρνω εἴδηση). Δὲν ἀκούω, δὲν βλέπω».

«Μυρίζω χῶμα, τὸ χῶμα μᾶς ἔπλασε, στὸ χῶμα θὰ πᾶμε. Ἐλᾶτε ἐσεῖς ποὺ εἶστε καλοί, θὰ ἁγιάσετε τὸ χῶμα».

«Τὸ καλὸν τὸ σῶμα θὰ ἁγιάσετε τὸ χῶμα, τὸ σῶμα τὸ κακὸν θὰ βρωμίσει τὸ χῶμα. Νὰ μετανοήσετε, νὰ πάρετε τὸν δρόμο τοῦ Θεοῦ».

«Ὁ φόβος τοῦ Θεοῦ κάνει σοφὸν τὸν ἄνθρωπο. Ποιός εἶναι ὁ φόβος τοῦ Θεοῦ; Ὄχι νὰ φοβᾶσαι τὸν Θεό, ἀλλὰ νὰ φοβᾶσαι νὰ μὴν στενοχωρήσεις τὸν ἄλλο, νὰ μὴν τὸν βλάψεις, νὰ μὴν τὸν ἀδικήσεις, νὰ μὴν τὸν κατηγορήσεις. Αὐτὴ εἶναι ἡ σοφία. Ὕστερα τὰ ἄλλα, γιὰ νὰ ζήσεις, σὲ φωτίζει ὁ Θεὸς τί νὰ κάνεις».

«Ἅμα τὰ πράγματα τὰ ἀφήκεις στὸν Θεό, ἔρχονται μονάχα. Μὴν προσπαθεῖς νὰ βγάλεις, ἅμα δὲν σὲ δώσει ὁ Θεός. Ὅσο τρέχεις, τόσο λίγο βγάζεις (=κερδίζεις)».

«Νὰ σκεπάζετε, νὰ σᾶς σκεπάζει ὁ Θεός».

«Τὸ σίδερο πῶς τὸ βάζουν στὴν φωτιὰ ἐπάνω, καὶ κοπανοῦνε. Καὶ κοπανίζουνε καὶ τὸ βάζουν στὴν φωτιά. Καὶ κοπανοῦνε καὶ πάλι τὸ βάζουνε στὴν φωτιά. Ἐμεῖς σὰν τὸ σίδερο πρέπει νὰ εἴμαστε».

«Ἂν κάποιος θυμώσει, νὰ πάει ἀμέσως νὰ μιλήσει, νὰ λέει δῶσε μου ἕνα κάτι, καὶ νὰ μιλήσει. Θυμὸν νὰ μὴν κρατοῦμε. Ὁ θυμὸς εἶναι κακὸν πράγμα. Ὅποιος εἶναι θυμωμένος καὶ ἀντίδωρο δὲν πρέπει νὰ παίρνει».

«Νὰ μὴν κάνετε χρέη, νὰ εἶστε ἐλεύθεροι, ἡ ψυχὴ νὰ φύγει ἀπάνω».

«Τὴν Κυριακὴ νὰ μὴν κάνεις οὔτε πίττες οὔτε τίποτα, μόνο τὶς πιὸ ἀναγκαῖες δουλειές. Ἡ Κυριακὴ εἶναι μέρα τοῦ Θεοῦ. Κυριακὴ νὰ μὴ δουλεύετε. Ὅποιος δουλεύει τὴν Κυριακὴ εἶναι κλέφτης. Τὰ χέρια του λερώνει, ὅπως οἱ κλέφτες. Τὴν Δευτέρα νὰ κάνετε καλωσύνες».

«Πολλὰ λόγια νὰ μὴ λέτε, λίγα καὶ εὐλογημένα. Νὰ ἀγαπᾶτε τὸν Θεὸν καὶ ἡ καρδία σας νὰ λάμπει ὡσὰν τὸν ἥλιον».

Ἀπὸ τὸ βιβλίο: «Σοφία, ἡ ἀσκήτισσα τῆς Παναγίας» ἐκδ. Ἱ. Μ. Γενεθλίου τῆς Θεοτόκου Κλεισούρας. (Περιοδικό Πειραϊκή Εκκλησία).

Σάββατο 26 Σεπτεμβρίου 2015

ΑΓΙΟΣ ΣΙΛΟΥΑΝΟΣ Ο ΑΘΩΝΙΤΗΣ: ΔΙΨΑ Η ΨΥΧΗ ΜΟΥ ΤΟΝ ΚΥΡΙΟ!


ΔΙΨΑ Η ΨΥΧΗ ΜΟΥ ΤΟΝ ΚΥΡΙΟ!

Διψᾶ ἡ ψυχή μου τὸν Κύριο καὶ μὲ δάκρυα Τὸν ζητῶ. Πῶς νὰ μὴ Σὲ ζητῶ; Σὺ μὲ ζήτησες πρῶτος καὶ μοῦ ἔδωσες νὰ γευθῶ τὴν γλυκύτητα τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, καὶ ἡ ψυχή μου Σὲ ἀγάπησε ἕως τέλους.

Βλέπεις, Κύριε, τὴ λύπη καὶ τὰ δάκρυά μου … Ἂν δὲν μὲ προσείλκυες μὲ τὴν ἀγάπη Σου, δὲν θὰ Σὲ ζητοῦσα ὅπως Σὲ ζητῶ. Ἀλλὰ τὸ Πνεῦμα Σου τὸ Ἅγιο μοῦ ἔδωσε τὸ χάρισμα νὰ Σὲ γνωρίσω καὶ χαίρεται ἡ ψυχή μου, γιατί Σὺ εἶσαι ὁ Θεός μου καὶ ὁ Κύριός μου καὶ Σὲ διψῶ μέχρι δακρύων.

Ποθεῖ ἡ ψυχή μου τὸν Θεὸ καὶ Τὸν ζητῶ, μὲ δάκρυα. Εὔσπλαχνε Κύριε, Σὺ βλέπεις τὴν πτώση μου καὶ τὴ θλίψη μου. Ταπεινὰ ὅμως παρακαλῶ τὸ ἔλεός Σου: Χορήγησέ μου, τοῦ ἁμαρτωλοῦ, τὴν χάρη τοῦ Ἁγίου Σου Πνεύματος. Ἡ θύμησή της ὁδηγεῖ τὸ νοῦ μου νὰ ξαναβρῆ τὴν εὐσπλαχνία Σου. Κύριε, δῶσε μου πνεῦμα ταπεινώσεως, γιὰ νὰ μὴ ξαναχάσω τὴ χάρη Σου καὶ ξαναρχίσω νὰ τὴν θρηνῶ, ὅπως θρηνοῦσε ὁ Ἀδὰμ γιὰ τὸν παράδεισο καὶ τὸν Θεὸ.

Άγιος Σιλουανός ο Αθωνίτης, Δίψα Θεού

Παρασκευή 25 Σεπτεμβρίου 2015

ΟΣΙΟΣ ΠΑΪΣΙΟΣ: ΜΕ ΤΗΝ ΠΟΛΛΗ ΜΕΡΙΜΝΑ ΞΕΧΝΑΕΙ ΚΑΝΕΙΣ ΤΟ ΘΕΟ!

ΜΕ ΤΗΝ ΠΟΛΛΗ ΜΕΡΙΜΝΑ ΞΕΧΝΑΕΙ ΚΑΝΕΙΣ ΤΟ ΘΕΟ

Ἕνα παιδάκι, ὅταν παίζη καὶ εἶναι ἀφοσιωμένο στὰ παιχνίδια του, οὔτε καν καταλαβαίνει, ὅταν ὁ πατέρας τοῦ εἶναι δίπλα καὶ τὸ χαϊδεύη. Λίγο ἄν διακόψη τὰ παιχνίδια του, τότε θὰ τὸ καταλάβη. Ἔτσι καὶ ὅταν ἔχουμε μέριμνα, δὲν μποροῦμε νὰ καταλάβουμε τὴν ἀγάπη τοῦ Θεοῦ. Ὁ Θεὸς δίνει καὶ δὲν τὸ αἰσθανό­μαστε. Πρόσεξε νὰ μή σπαταλᾶς τὶς πολύτιμες δυνάμεις σου σὲ περιττές μέριμνες καὶ μάταια πράγματα ποὺ θὰ γίνουν ὅλα σκόνη μία μέρα. Τότε καὶ σωματικά κουράζεσαι καὶ τὸν νοῦ σου σκορπᾶς ἄσκοπα καὶ μετά δίνεις τὴν κούρασή σου μὲ τὰ χασμουρητά στὸν Θεό τὴν ὥρα τῆς προσευχῆς, σάν τὴν θυσία ποὺ ἔκανε ὁ Κάιν. Ἑπόμενο εἶναι τότε καὶ ἡ ἐσωτερική σου κατάσταση νὰ εἶναι κατάσταση «Κάιν», μὲ ἄγχος καὶ ἀναστε­ναγμούς ποὺ θὰ τὰ προκαλῆ τὸ ταγκαλάκι ποὺ θὰ εἶναι δίπλα σου.

Νὰ μή σπαταλᾶμε ἄσκοπα τὸν καρπό, τὴν ψίχα, τῶν δυνάμεών μας μένουν τὰ τσόφλια γιὰ τὸν Θεό. Ἡ μέριμνα τραβάει ὅλο τὸ μεδούλι τῆς καρδιᾶς καὶ δὲν ἀφήνει τίποτε γιὰ τὸν Χριστό. Ἄν δής ὅτι ὁ νοῦς σου συνέχεια φεύγει καὶ πάει σὲ δουλειές κ.λπ.. πρέπει νὰ καταλάβης ὅτι δὲν πᾶς καλά καὶ νὰ ἀνησυχήσης, γιατί ἔχεις ἀπομακρυνθῆ ἀπὸ τὸν Θεό. Νὰ καταλάβης ὅτι εἶσαι πιὸ κοντά στὰ πράγματα παρά στὸν Θεό, στὴν κτίση καὶ ὄχι στὸν Κτίστη.

Πολλές φορές, δυστυχῶς, μία κοσμική εὐχαρίστηση ξεγελάει ἀκόμη καὶ τὸν μοναχό, ὅταν κάνη μία ἐργασία. Ὁ ἄνθρωπος, φυσικά, εἶναι πλασμένος νὰ κάνη τὸ καλό, γιατί καὶ ὁ Δημιουργός του εἶναι καλός. Ἀλλά ὁ μοναχός ἀγωνίζεται ἀπὸ ἄνθρωπος νὰ γίνη Ἄγγελος. Γι' αὐτὸ ἡ ἐργασία του γιὰ τὰ ὑλικά θὰ πρέπη νὰ εἶναι περιορισμένη μόνο στὰ πιὸ ἀπαραίτητα, γιὰ νὰ ἐργάζεται στὰ πνευματικά. Τότε καὶ ἡ χαρὰ του θὰ προέρχεται ἀπὸ τούς πνευματικούς καρπούς ποὺ θὰ παράγη, θὰ εἶναι πνευματική, καὶ θὰ τρέφεται, ἀλλὰ καὶ θὰ τρέφη πλουσιοπάροχα.

Μὲ τὴν πολλή δουλειά καὶ μέριμνα ξεχνάει κανεὶς τὸν Θεό. Ἔλεγε χαρακτηριστικά ὁ Πάπα-Τύχων: «Ὁ Φαραώ ἔδινε πολλή δουλειά καὶ πολύ φαγητό στούς Ἰσραηλίτες, γιὰ νὰ ξεχάσουν τὸν Θεό». Στὴν ἐποχή μας ὁ διάβολος ἀπορρόφησε τούς ἀνθρώπους στὴν ὕλη, στὸν περισπασμό, δουλειά πολλή, φαΐ πολύ, γιὰ νὰ ξεχνοῦν τὸν Θεό, καὶ ἔτσι νὰ μήν μποροῦν –ἤ μᾶλλον νὰ μή θέλουν – νὰ ἀξιοποιήσουν τὴν ἐλευθερία ποὺ τούς δίνεται γιὰ τὸν ἁγιασμό τῆς ψυχῆς. Εὐτυχῶς ὅμως, χωρίς νὰ τὸ θέλη ὁ διάβολος, βγαίνει καὶ κάτι καλό, δὲν εὐκαιροῦν οἱ ἄνθρωποι νὰ ἁμαρτήσουν ὅσο θέλουν.

ΟΠΟΥ ΠΟΛΥΣ ΠΕΡΙΣΠΑΣΜΟΣ, ΕΚΕΙ ΠΟΛΛΑ ΠΝΕΥΜΑΤΙΚΑ ΠΑΡΑΣΙΤΑ

Ἔκανα μόνον τὰ ἀπαραίτητα γιὰ ἐδῶ, γιὰ νὰ μπορῶ νὰ κάνω τὰ ἀπαραίτητα γιὰ πάνω, γιὰ τὸν Οὐρανό. Ἄν χαθῆς μὲ τὰ ἐπίγεια, χάνεις τὸν δρόμο σου γιὰ τὸν Οὐρανό. Κάνεις τὸ ἕνα, μετά θέλεις καὶ τὸ ἄλλο. Καὶ ἄν μπής σ' αὐτὸ τὸ γρανάζι, χάθηκες! Ἄν χαθῆς μὲ τὰ ἐπίγεια, χάνεις τὰ οὐράνια. Ὅπως τὰ οὐράνια δὲν ἔχουν τελειωμό, ἔτσι καὶ τὰ ἐπίγεια δὲν ἔχουν τελειωμό. Ἤ θὰ χαθῆς ἐδῶ ἤ θὰ... «χαθῆς» ἐκεῖ. Ξέρεις τί εἶναι νὰ «χάνεσαι» ἐκεῖ πάνω! Ὤ, ἔλεγα τὴν εὐχή καὶ βυθιζόμουν! Βυθίσθηκες καμμιά φορὰ στὴν εὐχή;

Ἡ πολλή δουλειά μὲ τὴν κόπωσή της καὶ τὸν περισπασμό, ἰδίως ὅταν γίνεται μὲ βιασύνη, δὲν βοηθάει. Παραμερίζει τὴν νήψη καὶ ἀγριεύει τὴν ψυχή. Δὲν μπορεῖ ὄχι μόνο νὰ προσευχηθῆ κανείς, ἀλλὰ οὔτε νὰ σκεφθῆ. Δὲν μπορεῖ νὰ ἐνεργήση μὲ σύνεση, καὶ ἔτσι οἱ ἐνέργειές του δὲν εἶναι σωστές.
Γι' αὐτὸ προσέξτε, μή σπαταλᾶτε τὸν χρόνο σᾶς ἄσκοπα, χωρίς νὰ τὸν ἀξιοποι­ῆτε στὰ πνευματικά, γιατί θὰ φθάσετε σὲ σημεῖο νὰ ἀγριέψετε πολύ καὶ νὰ μήν μπορῆτε πλέον νὰ κάνετε πνευματικά. Θὰ θέλετε νὰ ἀσχολῆσθε μὲ δουλειές ἤ νὰ συζητᾶτε ἤ θὰ ἐπιδιώκετε νὰ ὑπάρχουν θέματα, γιὰ νὰ βρίσκεσθε σὲ δουλειά. Μὲ τὴν παράλειψη τῆς εὐχῆς καὶ τῶν πνευματικῶν καθηκόντων ὁ ἐχθρός καταλαμβάνει τὰ πνευματικά μας ὑψώματα καὶ μᾶς πολεμάει καὶ μὲ τὴν σάρκα καὶ μὲ λογισμούς. Μᾶς ἀχρηστεύει ὅλες τὶς δυνάμεις, τὶς ψυχικές καὶ σωματικές, καὶ κόβει τὴν ἐπικοινωνία μας μὲ τὸν Θεό, ὅποτε εἶναι ἑπόμενο νὰ αἰχμαλωτισθῆ ἡ ψυχή μας στὰ πάθη.

Ὁ Πάπα-Τύχων ἔλεγε στούς μοναχούς ὅτι πρέπει νὰ ζοῦν ἀσκητικά, γιὰ νὰ ἐλευθερωθοῦν ἀπὸ τὶς μέριμνες, καὶ ὄχι νὰ δουλεύουν σάν ἐργάτες καὶ νὰ τρῶνε σάν κοσμικοί. Γιατί τὸ ἔργο τοῦ μοναχοῦ εἶναι οἱ μετάνοιες, οἱ νηστεῖες, οἱ προσευχές ὄχι μόνο γιὰ τὸν ἑαυτό τοῦ ἀλλὰ καὶ γιὰ ὅλον τὸν κόσμο, ζωντανούς καὶ πεθαμένους, καὶ λίγη δουλειά γιὰ τὰ ἀπαραίτητα, γιὰ νὰ μήν ἐπιβαρύνη τούς ἄλλους.

Ἄν ἀσχολῆσαι μὲ τὰ ἀπαραίτητά της ὑπακοῆς, καὶ περισπασμό νὰ ἔχης, δὲν θὰ πάθης ζημιά. Ἐὰν τὸ ἐνδιαφέρον σου γιὰ τὸ διακόνημα ποὺ σου ἀναθέτουν ἤ γιὰ νὰ βοηθήσης μία ἀδελφή δὲν ξεπεράση τὰ ὅρια, ἡ λαχτάρα θὰ εἶναι γιὰ τὴν εὐχή καὶ ἡ βοήθειά σου θὰ εἶναι θετική. Ὅταν ὅμως μόνος του κανεὶς ξεπερνάη τὰ ὅρια καὶ προσθέτη περισπασμό καὶ ἀσχολῆται μὲ χαμένα πράγματα, τότε σκορπάει ὁ νοῦς καὶ φεύγει ἀπὸ τὸν Θεό. Καὶ ὅταν ὁ νοῦς δὲν εἶναι στὸν Θεό, πῶς θὰ νιώση κανεὶς τὴν χαρὰ τοῦ Θεοῦ; Ἡ καρδιά εὔκολα παγώνει. Καὶ ἐγώ, ὅταν ὅλη τὴν ἡμέρα ἔχω κόσμο, ἄν καὶ εἶναι πνευματικό τὸ ἔργο, ὅταν τὸ βράδυ πάω νὰ προσευχηθῶ, δὲν εἶναι ἡ καρδιά μου ὅπως ὅταν προσεύχωμαι ὅλη τὴν ἡμέρα. Γεμίζει τὸ μυαλό μὲ ἕνα σωρό πράγματα καὶ εἶναι δύσκολο νὰ τὰ ἀποβάλη κανείς. Ὅσο μπορεῖς νὰ λές τὴν εὐχή μέσα στὴν ἡμέρα καὶ νὰ σιγοψάλλης.

Πολύ βοηθάει καὶ ἡ λίγη πνευματική μελέτη, ἰδίως πρίν ἀπὸ τὴν προσευχή. Πολύ θερμαίνει τὴν ψυχή καὶ σκορπάει τὶς μέριμνες τῆς ἡμέρας, καὶ τότε, μὲ ἐλευθερωμένη τὴν ψυχή καὶ μεταφερμένη στὴν πνευματική θεία ἀτμόσφαιρα, κινεῖται ἀπερίσπαστα ὁ νοῦς. Μὲ ἕνα κομματάκι ἀπὸ τὸ Εὐαγγέλιο ἤ ἀπὸ τὸ Γεροντικό ποὺ ἔχει μικρά κομματάκια ἀλλὰ δυνατά, ὁ νοῦς μεταφέρεται σὲ πνευματικό χῶρο καὶ δὲν φεύγει πιά. Γιατί ὁ νοῦς εἶναι σάν ἕνα ζωηρό παιδί ποὺ τρέχει πότε ἀπὸ 'δω, πότε ἀπὸ 'κει. Ἅμα ὅμως τὸ γλυκάνης μὲ καμμιά καραμέλλα, δὲν φεύγει.

Τὸ ἀπερίσπαστο καὶ τὸ ἀμέριμνο φέρνουν τὴν ἐσωτερική ἡσυχία καὶ τὴν πνευματική ἐπιτυχία. Οἱ μέριμνες ἀπομακρύνουν ἀπὸ τὸν Θεό. Ὅταν ὑπάρχη πολύς περισπασμός, ὑπάρχουν πολλά πνευματικά παράσιτα καὶ οἱ πνευματικοί ἀσύρματοι δὲν ἐργάζονται μὲ σήματα καλά. Ὁ μοναχός εἶναι ἀδικαιολόγητος νὰ μήν κάνη πνευματική ζωή. Οἱ καημένοι οἱ λαϊκοί ἔχουν ἕνα σωρό φροντίδες, καὶ πάλι κάνουν προσπάθεια. Ὁ μοναχός δὲν ἔχει τὶς φροντίδες ποὺ ἔχουν ἐκεῖνοι. Οὔτε γιὰ ἐνοίκια σκέφτεται οὔτε γιὰ χρέη οὔτε ἄν ἔχη ἤ δὲν ἔχη δουλειά. Καὶ τὸν Πνευματικό του κοντά τὸν ἔχει καὶ τὴν Ἐκκλησία μέσα στὸ Μοναστήρι, προσευχές, Εὐχέλαια, Παρακλήσεις, Λειτουργίες. Ἔχει τὸ ἀμέριμνο καὶ κοιτάει πῶς νὰ γίνει ἄγγελος, δὲν ἔχει ἄλλο σκοπό. Ἐνῶ ὁ λαϊκός ἔχει τόσες φροντίδες! Κοιτάει πῶς νὰ ἀναθρέψη τὰ παιδιά τοῦ κ.λπ. καὶ ἀγωνίζεται παράλληλα καὶ γιὰ τὴν σωτηρία τῆς ψυχῆς του. Ἔλεγε ὁ Γερό-Τρύφων: «Ὁ μοναχός θέλει ἀγρυπνία; Μπορεῖ. Θέλει νηστεία; Μπορεῖ. Οὔτε γυναίκα οὔτε παιδιά ἔχει. Ὁ κοσμικός δὲν μπορεῖ. Ἔχει παιδιά... Τὸ ἕνα θέλει παπούτσια, τὸ ἄλλο θέλει ροῦχα, τὸ ἄλλο θέλει...».

ΝΑ ΑΠΟΚΤΗΣΟΥΜΕ ΤΗΝ ΚΑΛΗ ΜΕΡΙΜΝΑ

Πρέπει νὰ ζητοῦμε πρῶτα τὴν Βασιλεία τῶν Οὐρανῶν καὶ αὐτή νὰ εἶναι ἡ μέριμνά μας, καὶ ὅλα τὰ ἄλλα θὰ μᾶς δοθοῦν. Ἅμα ξεχνιέται ὁ ἄνθρωπος σ΄ αὐτήν τὴν ζωή, χάνει τὸν καιρό του καὶ χαραμίζεται. Ἅμα δὲν ξεχνιέται καὶ ἑτοιμάζεται γιὰ τὴν ἄλλη ζωή, τότε ἔχει νόημα αὐτή ἡ ζωή. Ὅταν ὁ ἄνθρωπος σκέφτεται πῶς νὰ βολευτῆ ἐδῶ, βασανισμένος εἶναι, καὶ κουράζεται καὶ κολάζεται.

Νὰ μή σᾶς πιάνη ἀγωνία καὶ μανία: «Τώρα πρέπει νὰ κάνουμε αὐτό, ὕστερα ἐκεῖνο», γιατί θὰ σᾶς βρῆ σὲ τέτοια κατάσταση ὁ Ἀρμαγεδών. Καὶ μόνον ἡ ἀγωνία στὸ φτιάξιμο εἶναι δαιμονικό. Γυρίστε τὸ κουμπί στὸν Χριστό, γιατί διαφορετικά θὰ ζῆτε δῆθεν κοντά στὸν Χριστό, ἀλλὰ ἐσωτερικά θὰ ὑπάρχει ὅλο τὸ κοσμικό φρόνημα, καὶ φοβᾶμαι μήν τὸ πάθετε σάν τὶς μωρές παρθένες.

Οἱ φρόνιμες παρθένες δὲν εἶχαν μόνον καλωσύνη, εἶχαν καὶ τὴν καλή μέριμνα, εἶχαν ἐγρήγορση, δὲν εἶχαν ἀδιαφορία. Οἱ μωρές παρθένες εἶχαν ἀδιαφορία, δὲν εἶχαν ἐγρήγορση. Γι’ αὐτὸ ὁ Κύριος εἶπε: «Γρηγορεῖτε». Ἦταν παρθένες ἀλλὰ μωρές. Καὶ ἄν μία εἶναι ἐκ γενετῆς μωρή, εἶναι εὐλογία ἀπὸ τὸν Θεό Γι’ αὐτήν. Πάει δίχως ἐξετάσεις στὴν ἄλλη ζωή. Μία ὅμως ποὺ ἔχει μυαλό καὶ ζῆ μωρά, αὐτή θὰ εἶναι ἀναπολόγητη τὴν ἡμέρα τῆς Κρίσεως.

Βλέπετε καὶ στὴν περίπτωση τῆς Μάρθας καὶ τῆς Μαρίας ποῦ ἀναφέρει τὸ Εὐαγγέλιο, πῶς ἡ μέριμνα ἔκανε τὴν Μάρθα νὰ φερθῆ κατὰ κάποιον τρόπο μὲ ἀναίδεια; Φαίνεται ὅτι στὴν ἀρχή καὶ ἡ Μαρία τὴν βοηθοῦσε, ἀλλά, ὅταν εἶδα νὰ μήν τελειώνη τὶς ἑτοιμασίες της, τὴν ἄφησε καὶ ἔφυγε. «Τί, θὰ χάσω ἐγώ τὸν Χριστό μου γιὰ τὶς σαλάτες καὶ τὰ γλυκά;», σκέφθηκε. Λές καὶ ὁ Χριστός εἶχε πάει νὰ φάη τὶς σαλάτες καὶ τὰ φαγητά τῆς Μάρθας. Καὶ τότε ἡ Μάρθα πειράχθηκε καὶ εἶπε: «Κύριε, οὐ μέλλει σοί ὅτι ἡ ἀδελφή μου μόνην μὲ κατέλιπε διακονεῖν;».
Ἄς προσέξουμε νὰ μήν πάθουμε καὶ ἐμεῖς σάν τὴν Μάρθα. Ἄς εὐχηθοῦμε νὰ γίνουμε καλές «Μαρίες».

ΓΕΡΟΝΤΟΣ ΠΑΪΣΙΟΥ ΑΓΙΟΡΕΙΤΟΥ
ΛΟΓΟΙ Α'- ΜΕ ΠΟΝΟ ΚΑΙ ΑΓΑΠΗ ΓΙΑ ΤΟΝ ΣΥΓΧΡΟΝΟ ΑΝΘΡΩΠΟ

Πέμπτη 24 Σεπτεμβρίου 2015

ΟΣΙΟΣ ΠΑΪΣΙΟΣ: ΝΑ ΑΠΟΚΤΗΣΟΥΜΕ ΤΗΝ ΕΣΩΤΕΡΙΚΗ ΗΣΥΧΙΑ!

ΝΑ ΑΠΟΚΤΗΣΟΥΜΕ ΤΗΝ ΕΣΩΤΕΡΙΚΗ ΗΣΥΧΙΑ

Σκοπός εἶναι ὁ ἄνθρωπος νὰ τὰ ἀξιοποιήση ὅλα γιὰ ἀγώνα. Νὰ προσπαθήση νὰ ἀποκτήση τὴν ἐσωτερική ἡσυχία. Νὰ ἀξιοποιήση τὸν θόρυβο βάζοντας δεξιό λογισμό. Ὅλη ἡ βάση εἶναι ἡ καλή ἀντιμετώπιση. Ὅλα μὲ καλούς λογισμούς νὰ τὰ ἀντιμετωπίζη. Μέσα στὸν θόρυβο, ἄν πετύχη τὴν ἐσωτερική ἡσυχία, ἔχει πολλή ἀξία. Ἄν δὲν πετύχη τὴν ἡσυχία μέσα στὴν ἀνησυχία, οὔτε στὴν ἡσυχία θὰ ἡσυχάση. Ὅταν ἔρθη στὸν ἄνθρωπο ἡ ἐσωτερική ἡσυχία, ἡσυχάζουν ὅλα μέσα του, καὶ τίποτε δὲν τὸν ἐνοχλεῖ. Ἄν θέλη τὴν ἐξωτερική ἡσυχία, γιὰ νὰ ἡσυχάση ἐσωτερικά, ὅταν βρεθῆ στὴν ἡσυχία, τὴν ἡμέρα θὰ πάρη ἕνα καλάμι καὶ θὰ διώχνη τὰ τζιτζίκια καὶ τὸ βράδυ θὰ διώχνη τὰ τσακάλια, γιὰ νὰ μήν τὸν ἐνοχλοῦν. Θὰ διώχνη δηλαδή αὐτὰ  ποὺ θὰ μαζεύη ὁ διάβολος. Τί νομίζετε; Ποιά εἶναι ἡ δουλειά του; Ὅλα μας τὰ φέρνει ἀνάποδα ὁ διάβολος, μέχρι ποὺ μᾶς ἀναποδογυρίζει.

Σὲ μία Σκήτη δύο γεροντάκια πῆραν ἕνα γαϊδουράκι ποὺ εἶχε ἕνα κουδουνάκι. Ἕνας νέος μὲ ἡσυχαστικές τάσεις παραπονιόταν γιὰ τὸ κουδουνάκι ποὺ εἶχε τὸ ζῶο καὶ πῆρε ὅλους τους Κανόνες, γιὰ νὰ ἀποδείξη ὅτι δὲν ἐπιτρέπεται νὰ ἔχουν γαϊδουράκι στὴν Σκήτη! Οἱ ἄλλοι Πατέρες εἶπαν ὅτι δὲν τούς ἐνοχλεῖ. Τοῦ λέω: «Δὲν φθάνει ἐκεῖ πέρα ποῦ δὲν μᾶς ἀπασχολοῦν τὰ γεροντάκια, ἀλλὰ ἐξυπηρετοῦνται μὲ τὸ γαϊδουράκι; Ἄν δὲν εἶχε κουδουνάκι καὶ τὸ ἔχαναν, θὰ ἔπρεπε νὰ πᾶμε ἐμεῖς νὰ τὸ βροῦμε. Παρα­πονιόμαστε κιόλας;». Ἄν δὲν ἔχουμε ἔτσι καλούς λογισμούς καὶ δὲν ἀξιοποιήσουμε τὰ πάντα στὰ πνευματικά, τότε καὶ σὲ Ἁγίους κοντά νὰ πᾶμε, δὲν θὰ κάνουμε προκοπή. Βρέθηκα λ.χ. σὲ στρατόπεδο; Νὰ ἀξιοποιήσω τὴν σάλπιγγα σάν καμπάνα καὶ τὸ ὅπλο νὰ μοῦ θυμίζη τὰ πνευματικά ὄπλα κατὰ τοῦ διαβόλου. Ἐὰν δὲν τὰ ἀξιοποιήσουμε ὅλα στὰ πνευματικά, θὰ μᾶς ἐνοχλῆ ἀκόμη καὶ ἡ καμπάνα. Ἤ ἐμεῖς θὰ τὰ ἀξιοποιήσουμε ἤ ὁ διάβολος θὰ τὰ ἐκμεταλλευθῆ. Ὁ ἀνήσυχος καὶ στὴν ἔρημο θὰ μεταφέρη τὸν ἀνή­συχο ἑαυτό του. Πρῶτα ἀπ' ὅλα ἡ ψυχή θὰ πρέπη νὰ ἀποκτήση τὴν ἐσωτερική ἡσυχία μέσα στὴν ἐξωτερική ἀνησυχία, γιὰ νὰ μπορέση νὰ ἡσυχάση ἔξω στὴν ἡσυχία.
  
ΓΕΡΟΝΤΟΣ ΠΑΪΣΙΟΥ ΑΓΙΟΡΕΙΤΟΥ
ΛΟΓΟΙ Α'- ΜΕ ΠΟΝΟ ΚΑΙ ΑΓΑΠΗ ΓΙΑ ΤΟΝ ΣΥΓΧΡΟΝΟ ΑΝΘΡΩΠΟ

ΟΣΙΟΣ ΠΑΪΣΙΟΣ: ΑΠΛΟΠΟΙΗΣΤΕ ΤΗ ΖΩΗ ΣΑΣ!

ΑΠΛΟΠΟΙΗΣΤΕ ΤΗ ΖΩΗ ΣΑΣ

Οἱ κοσμικοί λένε: «Καλότυχοι αὐτοί ποὺ ζοῦν στὰ παλάτια καὶ ἔχουν ὅλες τὶς εὐκολίες». Ἀλλ' ὅμως μακάριοι εἶναι αὐτοί ποὺ κατόρθωσαν νὰ ἁπλοποιήσουν τὴν ζωή τους καὶ ἐλευθερώθηκαν ἀπὸ τὴν θηλειά τῆς κοσμικῆς αὐτῆς ἐξελίξεως τῶν πολλῶν εὐκολιῶν, ἴσον τῶν πολλῶν δυσκολιῶν, καὶ ἀπαλλάχθηκαν ἀπὸ τὸν φοβερό ἄγχος τῆς σημερινῆς ἐποχῆς μας. Ἄν δὲν ἁπλοποιήση τὴν ζωή τοῦ ὁ ἄνθρωπος, βασανίζεται. Ἐνῶ, ἄν τὴν ἁπλοποιήση, δὲν θὰ ἔχη αὐτὸ τὸ ἄγχος.

Ἕνας Γερμανός μία φορά στὸ Σινά εἶπε σὲ ἕνα Βεδουϊνάκι ποὺ ἦταν πανέξυπνο: «Ἐσύ εἶσαι ἔξυπνο, μπορεῖς νὰ μάθης γράμματα». «Καί μετά;», τὸν ρωτάει ἐκεῖνο. «Με­τά θὰ γίνης μηχανικός». «Καὶ μετά;». «Μετά θ' ἀνοίξης ἕνα συνεργεῖο αὐτοκινήτων». «Καί μετά;». «Μετά θὰ τὸ μεγαλώσης». «Καί μετά;». «Μετά θὰ πάρης καὶ ἄλλους νὰ δουλεύουν καὶ θὰ ἔχης πολύ προσωπικό». «Δηλαδή, τοῦ λέει, νὰ ἔχω ἕναν πονοκέφαλο, νὰ βάλω ἄλλον ἕναν πονοκέφαλο καὶ μετά νὰ βάλω καὶ ἕναν ἄλλον; Δὲν εἶναι καλύτερα τώρα ποῦ ἔχω ἥσυχο τὸ κεφάλι μου;». Ὁ περισσότερος πονοκέφαλος εἶναι ἀπὸ αὐτές τὶς σκέψεις, νὰ κάνουμε αὐτό, νὰ κάνουμε ἐκεῖνο. Ἄν ἦταν πνευματικές οἱ σκέψεις, θὰ ἐνίωθε κανεὶς πνευματική παρηγοριά καὶ δὲν θὰ εἶχε πονοκέφαλο.

Τώρα καὶ στούς κοσμικούς τονίζω πολύ τὴν ἁπλότητα. Γιατί πολλά ἀπὸ αὐτὰ  ποὺ κάνουν, δὲν χρειάζονται καὶ τούς τρώει τὸ ἄγχος. Τούς μιλάω γιὰ τὴν λιτότητα καὶ τὴν ἀσκητικότητα. Συνέχεια φωνάζω: «Ἁπλοποιῆστε τὴν ζωή σας, γιὰ νὰ φύγη τὸ ἄγχος». Καὶ τὰ περισσότερα διαζύγια ἀπὸ 'κει ξεκινοῦν. Πολλές δουλειές, πολλά πρά­γματα ἔχουν νὰ κάνουν οἱ ἄνθρωποι καὶ ζαλίζονται. Δουλεύουν καὶ οἱ δύο, πατέρας καὶ μάνα, ἀφήνουν καὶ τὰ παιδιά ἐγκαταλελειμμένα. Κούραση, νεῦρα – μικρό θέμα, μεγάλος καυγᾶς – αὐτόματο διαζύγιο μετά, ἐκεῖ φθάνουν. Ἄν ἁπλοποιοῦσαν ὅμως τὴν ζωή τους, θὰ ἦταν καὶ ξεκούραστοι καὶ χαρούμενοι. Αὐτὸ τὸ ἄγχος εἶναι καταστροφή!

Μία φορά βρέθηκα σὲ ἕνα σπίτι ποὺ ἦταν ὅλο πολυτέλεια καὶ, καθώς συζητούσαμε, μοῦ εἶπαν: «Ζοῦμε στὸν Παράδεισο, ἐνῶ ἄλλοι ἄνθρωποι στερούνται». «Ζῆτε στὴν κόλαση, τούς λέω. «Ἄφρον, ταύτη τῇ νυκτί», εἶπε ὁ Θεὸς στὸν πλούσιο. Ἄν ὁ Χριστός μὲ ρωτοῦσε: «Ποῦ θέλεις νὰ σὲ βάλουμε, σὲ μία φυλακή ἤ σὲ ἕνα σπίτι σάν αὐτό;», θὰ ἔλεγα: «Σὲ μία σκοτεινή φυλακή». Γιατί ἡ φυλακή θὰ μὲ βοηθοῦσε. Θὰ μοῦ θύμιζε τὸν Χριστό, θὰ μοῦ θύμιζε τους ἁγίους Μάρτυρες, θὰ μοῦ θύμιζε τούς ἀσκητές ποὺ ἦταν στὶς ὀπές τῆς γής, θὰ μοῦ θύμιζε καλογερική. Ἡ φυλακή θὰ ἐμοίαζε καὶ λίγο μὲ τὸ κελλί μου καὶ θὰ χαιρόμουν. Αὐτὸ τὸ δικό σας τί θὰ μοῦ θύμιζε καὶ σὲ τί θὰ μὲ βοηθοῦσε; Γι' αὐτὸ οἱ φυλακές μὲ ἀναπαύουν καλύτερα ὄχι μόνον ἀπὸ ἕνα σαλόνι κοσμικό ἀλλὰ καὶ ἀπ'ἕνα ὡραῖο κελλί μοναχοῦ. Χίλιες φορές στὴν φυλακή παρά σὲ ἕνα τέτοιο σπίτι».

Κάποτε ποὺ εἶχα φιλοξενηθῆ στὴν Ἀθήνα σ' ἕναν φίλο μου, μὲ παρακάλεσε νὰ δεχθῶ ἕναν οἰκογενειάρχη πρίν φωτίση, γιατί ἄλλη ὥρα δὲν εὐκαιροῦσε. Ἦρθε λοιπόν χαρούμενος καὶ συνέχεια δοξολογοῦσε τὸν Θεό. Εἶχε καὶ πολλή ταπείνωση καὶ ἁπλότητα καὶ μὲ παρακαλοῦσε νὰ εὔχωμαι γιὰ τὴν οἰκογένειά του. Ὁ ἀδελφός αὐτός ἦταν περίπου τριάντα ὀκτώ ἐτῶν καὶ εἶχε ἑπτά παιδιά. Δυὸ τὸ ἀνδρόγυνο καὶ ἄλλοι δυὸ οἱ γονεῖς του, ἐν ὅλῳ ἕντεκα ψυχές, καὶ ἔμεναν ὅλοι σὲ ἕνα δωμάτιο. Μοῦ ἔλεγε μὲ τὴν ἁπλότητα ποὺ εἶχε: «Ὄρθιούς μας χωράει τὸ δωμάτιο, ἀλλά, ὅταν ξαπλώνουμε, δὲν μᾶς παίρνει, εἶναι λίγο στενόχωρα. Δόξα τῷ Θεῶ, τώρα κάναμε ἕνα ὑπόστεγο γιὰ κουζίνα καὶ βολευτήκαμε. Ἐμεῖς ἔχουμε καὶ στέγη. Πάτερ μου, ἐνῶ εἶναι ἄλλοι ποὺ μένουν στὴν ὑπαιθρο». Ἡ ἐργασία τοῦ ἦταν σιδερωτής. Ἔμενε στὴν Ἀθήνα καὶ ἔφευγε πρίν φωτίση, γιὰ νὰ βρεθῆ ἐγκαίρως στὸν Πειραιά ὅπου ἐργαζόταν. Ἀπὸ τὴν ὀρθοστασία καὶ τὶς πολλές ὑπερωρίες τὰ πόδια τοῦ εἶχαν κιρσούς καὶ τὸν ἐνοχλοῦσαν, ἀλλὰ ἡ πολλή ἀγάπη του πρὸς τὴν οἰκογένειά του τὸν ἔκανε νὰ ξεχνάη τούς πόνους καὶ τὶς ἐνοχλήσεις. Ἐλεεινολογοῦσε μάλιστα τὸν ἑαυτό τοῦ συνέχεια καὶ ἔλεγε ὅτι δὲν ἔχει ἀγάπη, γιατί δὲν κάνει καλωσύνες σάν Χριστιανός, καὶ ἐπαινοῦσε τὴν γυναίκα του ὅτι ἐκείνη κάνει καλωσύνες, γιατί ἐκτός ἀπὸ τὰ παιδιά καὶ τὰ πεθερικά της ποὺ φρόντιζε, πήγαινε καὶ ἔπαιρνε τὰ ροῦχα ἀπὸ τούς γέρους τῆς γειτονιᾶς, τὰ ἐπλένε, τούς συγύριζε καὶ τὰ σπίτια, τούς ἐφτίαχνε καὶ καμμιά σούπα. Ἔβλεπε κανεὶς στὸ πρόσωπο τοῦ καλοῦ αὐτοῦ οἰκογενειάρχη ζωγραφισμένη τὴν θεία Χάρη. Εἶχε μέσα τοῦ τὸν Χριστό καὶ ἦταν γεμά­τος χαρὰ καὶ τὸ δωμάτιό του γεμάτο ἀπὸ παραδεισένια χαρά. Ἐνῶ αὐτοί ποὺ δὲν ἔχουν μέσα τούς τὸν Χριστό, εἶναι γεμάτοι ἀπὸ ἄγχος, καὶ δυὸ ἄνθρωποι νὰ εἶναι, δὲν χωρᾶνε μέσα σὲ ἕντεκα δωμάτια. Ἐνῶ οἱ ἕντεκα αὐτοί ἄνθρωποι μὲ τὸν Χριστό, χωροῦσαν μέσα σ' ἕνα δωμάτιο.

Ἀκόμη καὶ πνευματικοί ἄνθρωποι, ὅσους χώρους καὶ νὰ ἔχουν, βλέπεις νὰ μή χωροῦν, γιατί μέσα τους δὲν ἔχει χωρέσει ὁ Χριστός ὁλόκληρος. Ἄν οἱ γυναῖκες ποὺ ζοῦσαν στὰ Φάρασα ἔβλεπαν τὴν πολυτέλεια ποὺ ὑπάρχει σήμερα, ἀκόμη καὶ σὲ πολλά Μοναστήρια, θὰ ἔλεγαν: «Θὰ ρίξη ὁ Θεὸς φωτιά νὰ μᾶς κάψη! Ἐγκατάλειψη Θεοῦ!». Ἐκεῖνες μάζευαν τὶς δουλειές τάκα-τάκα. Πρωί-πρωί ἔπρεπε νὰ βγάλουν τὰ γίδια, μετά νὰ συμμάσουν τὸ σπίτι. Ὕστερα πήγαιναν στὰ ἐξωκκλήσια ἤ μαζεύονταν στὶς σπηλιές, καὶ μία ποὺ ἤξερε λίγα γράμματα διάβαζε τὸ Συναξάρι τοῦ Ἁγίου της ἡμέρας. Μετά δωσ' τοῦ μετάνοιες, ἔλεγαν καὶ τὴν εὐχή. Καὶ δούλευαν, κουράζονταν. Μία γυναίκα ἔπρεπε νὰ ξέρη νὰ ράβη ὅλα τὰ ροῦχα τοῦ σπιτιοῦ. Καὶ τὰ ἔρραβαν μὲ τὸ χέρι. Μηχανές τοῦ χεριοῦ λίγες εἶχαν σὲ καμμιά πόλη, στὰ χωριά δὲν εἶχαν. Ἄν ὑπῆρχε στὰ Φάρασα ὅλο καὶ ὅλο μία μηχανή τοῦ χεριοῦ. Ἔρραβαν ἀκόμη καὶ τοῦ ἄνδρα τὰ ροῦχα καὶ ἦταν πιὸ ἄνετα, καὶ τὶς κάλτες τὶς ἔπλεκαν στὸ χέρι. Εἶχαν γοῦστο, μεράκι, ἀλλὰ τούς περίσσευε καὶ χρόνος, γιατί τὰ εἶχαν ὅλα ἁπλά. Οἱ Φαρασιῶτες δὲν κοιτοῦσαν λεπτομέρειες. Ζοῦσαν τὴν χαρὰ τῆς καλογερικῆς. Καὶ ἄν, γιὰ παράδειγμα, ἡ κουβέρτα δὲν ἦταν καλά στρωμένη καὶ κρεμόταν λίγο ἀπὸ τὴν μία μεριά καὶ ἔλεγες: «Σιάξε τὴν κουβέρτα», θὰ σοῦ ἔλεγαν: «Σὲ ἐμποδίζει στὴν προσευχή σου;».

Αὐτήν τὴν χαρὰ τῆς καλογερικῆς οἱ ἄνθρωποι σήμερα δὲν τὴν γνωρίζουν. Νομίζουν ὅτι δὲν πρέπει νὰ στερηθοῦν, νὰ ταλαιπωρηθοῦν. Ἄν σκέφτονταν οἱ ἄνθρωποι λίγο καλογερικά, ἄν ζοῦσαν πιὸ ἁπλά, θὰ ἦταν ἥσυχοι. Τώρα βασανίζονται. Ἄγχος καὶ ἀπελπισία στὴν ψυχή. «Ὁ τάδε πέτυχε ποὺ ἐφτίαξε δύο πολυκατοικίες ἤ ποὺ ἔμαθε πέντε γλῶσσες κ.λπ.! Ἐγώ δὲν ἔχω οὔτε ἕνα διαμέρισμα, δὲν ξέρω οὔτε μία ξένη γλώσσα. Ὤχ, χάθηκα!». Ἔχει κάποιος ἕνα αὐτοκίνητο καὶ ἀρχίζει: «Ὁ ἄλλος ἔχει καλύτερο. Νὰ πάρω καὶ ἐγώ». Παίρνει τὸ καλύτερο, ὕστερα μαθαίνει ὅτι ἄλλοι ἔχουν ἀεροπλάνα ἀτομικά καὶ πάλι βασανίζεται. Τελειωμό δὲν ἔχουν. Ἐνῶ ἄλλος ποὺ δὲν ἔχει αὐτοκίνητο, ὅταν δοξάζη τὸν Θεό, χαίρεται: «Δόξα τῷ Θεῶ, λέει, ἄς μήν ἔχω αὐτοκίνητο, ἔχω γερά τὰ πόδια μου καὶ μπορῶ νὰ περπατήσω. Πόσοι ἄνθρωποι εἶναι μὲ κομμένα πόδια, δὲν μποροῦν νὰ ἐξυπηρετηθοῦν, νὰ βγοῦν ἕναν περίπατο, θέλουν ἕναν ἄνθρωπο νὰ τούς ὑπηρετή, ἐνῶ ἐγώ ἔχω τὰ πόδια μου!». Κί ἕνας κουτσός τοὺ λέει: «Καὶ ἄλλοι ποὺ δὲν ἔχουν καὶ τὰ δυὸ πόδια;», καὶ αὐτός χαίρεται.

Ἡ ἀχαριστία καὶ ἡ ἀπληστία εἶναι μεγάλο κακό. Ὁ κυριευμένος ἀπὸ ὑλικά πράγματα εἶναι κυριευμένος πάντα ἀπὸ στενοχώρια καὶ ἄγχος, γιατί πότε τρέμει μήν τοῦ τὰ πάρουν καὶ πότε μήν τοῦ πάρουν τὴν ψυχή. Μία μέρα ἦρθε ἕνας πλούσιος ἀπὸ τὴν Ἀθήνα καὶ μοῦ λέει: «Πάτερ, ἔχασα τὴν ἐπαφή μὲ τὰ παιδιά μου, ἔχασα τὰ παιδιά μού». «Πόσα παιδιά ἔχεις;», τοῦ λέω. «Δύο, μοῦ λέει. Τὰ μεγάλωσα μὲ τὸ πουλιοῦ τὸ γάλα. Τί ἤθελαν καὶ δὲν τὸ εἶχαν! Ἀκόμη καὶ αὐτοκίνητο τὰ πήρα». Ἀπὸ τὴν συζήτηση βγῆκε ὅτι εἶχε καὶ αὐτός δικό του αὐτοκίνητο καὶ ἡ γυναίκα τοῦ δικό της καὶ τὰ παιδιά δικό τους. «Εὐλογημένε, τοῦ λέω, ἐσύ, ἀντί νὰ λύσης τὰ προβλήματά σου, τὰ μεγάλωσες. Τώρα θέλεις ἕνα μεγάλο γκαράζ γιὰ τὰ αὐτοκίνητα, ἕναν μηχανικό νὰ τὸν πλη­ρώνης τετραπλάσια, γιὰ νὰ τὰ διορθώνης, χώρια ποὺ κινδυνεύετε καὶ οἱ τέσσερις κάθε στιγμή νὰ σκοτωθῆτε. Ἐνῶ, ἄν εἶχες ἁπλοποιήσει τὴν ζωή σου, θὰ ἦταν ἑνωμένη ἡ οἰκογένειά σου, θὰ καταλάβαινε ὁ ἕνας τὸν ἄλλο καὶ δὲν θὰ εἶχες αὐτὰ  τὰ προβλήματα. Δὲν φταῖνε τὰ παιδιά σου τώρα, ἐσύ φταῖς ποὺ δὲν φρόντισες νὰ δώσης ἄλλη ἀγωγή στὰ παιδιά σοῦ». Μία οἰκογένεια τέσσερα αὐτοκίνητα, ἕνα γκαράζ, ἕναν μηχανικό κ.λπ.! Ἄς πάη ὁ ἄλλος λίγο ἀργότερα. Ὅλη αὐτή ἡ εὐκολία γεννάει δυσκολίες.
Ἄλλη φορὰ ἦρθε ἕνας ἄλλος οἰκογενειάρχης στὸ Καλύβι – ἦταν πέντε ἄτομα ἡ οἰκογένειά του – καὶ μοῦ λέει: «Πάτερ, ἔχουμε ἕνα αὐτοκίνητο καὶ σκέφτομαι νὰ πάρουμε ἄλλα δύο. Θὰ μᾶς διευκολύνη». «Καί πόσο θὰ σᾶς δυσκολέψη τὸ σκέφτηκες; τοῦ λέω. Τὸ ἕνα τὸ βάζεις ἐκεῖ σὲ μία τρύπα, τὰ τρία ποῦ θὰ τὰ βάλης; Θὰ θέλης ἕνα γκαράζ καὶ μία ἀποθήκη γιὰ καύσιμα. Θὰ διατρέχετε τρεῖς κινδύνους. Καλύτερα νὰ ἔχετε ἕνα καὶ νὰ περιορίσετε τὶς ἐξόδους σας. Θὰ ἔχετε χρόνο νὰ δῆτε τὰ παιδιά σας. Θὰ ἔχετε τὴν ἠρεμία σας. Ἡ ἁπλοποίηση εἶναι τὸ παν». «Δὲν τὸ σκέφθηκα αὐτό», μοῦ λέει.

Μαρτυρική εἶναι ἡ ζωή τους, γιατί δὲν ἁπλοποιοῦν τὰ πράγματα. Οἱ περισσότερες εὐκολίες δυσκολίες προξενοῦν. Οἱ κοσμικοί πνίγονται ἀπὸ τὰ πολλά. Ἔχουν γεμίσει εὐκολίες-εὐκολίες καὶ ἔκαναν τὴν ζωή τούς δύσκολη. Ἄν δὲν ἁπλοποιήση κανεὶς τὰ πράγματα, μία εὐκολία γεννάει ἕνα σωρό δυσκολίες.
Ὅταν ἤμασταν μικρά, κόβαμε τὸ καρούλι στὶς ἄκρες, βάζαμε μία σφήνα μέσα καὶ κάναμε ἕνα ὡραῖο παιχνίδι καὶ χαιρόμασταν μ' αὐτό. Τὰ μικρά παιδιά χαίρονται μὲ ἕνα αὐτοκινητάκι πιὸ πολύ ἀπὸ ὅ,τι ὁ πατέρας τους, ὅταν ἀγοράζη μερσεντές. Ἄν ρωτήσης ἕνα κοριτσάκι: «Τί θέλεις, ἕνα κουκλάκι ἤ μία πολυκατοικία;», νὰ δής, θὰ σοῦ πῆ: «Ἕνα κουκλάκι». Καὶ τελικά τὰ μικρά παιδιά γνωρίζουν τὴν ματαιότητα τοῦ κόσμου.
Νὰ συλλάβη κανεὶς τὸ βαθύτερο νόημα τῆς ζωῆς. «Ζητεῖτε πρῶτον τὴν Βασιλείαν τοῦ Θεοῦ...». Ἀπὸ ἐκεῖ ξεκινᾶ ἡ ἁπλότητα καὶ κάθε σωστή ἀντιμετώπιση.

ΓΕΡΟΝΤΟΣ ΠΑΪΣΙΟΥ ΑΓΙΟΡΕΙΤΟΥ
ΛΟΓΟΙ Α'- ΜΕ ΠΟΝΟ ΚΑΙ ΑΓΑΠΗ ΓΙΑ ΤΟΝ ΣΥΓΧΡΟΝΟ ΑΝΘΡΩΠΟ