ΑΝ ΒΙΑΖΕΣΑΙ ΝΑ ΔΕΙΣ ΤΟΝ ΚΟΣΜΟ ΝΑ ΓΙΝΕΤΑΙ ΚΑΛΥΤΕΡΟΣ, ΑΡΧΙΣΕ ΑΠΟ ΤΟΝ ΕΑΥΤΟ ΣΟΥ. ΕΙΝΑΙ Ο ΣΥΝΤΟΜΟΤΕΡΟΣ ΔΡΟΜΟΣ.

Πέμπτη 14 Ιανουαρίου 2016

ΤΟ ΠΑΙΔΙ ΜΟΥ ΙΕΡΕΑΣ;

 ΤΟ ΠΑΙΔΙ ΜΟΥ ΙΕΡΕΑΣ;
 
Πιστέψτε με, δεν είναι ανέκδοτο. Συνέβη σ’ ένα πολύ γνωστό μου ζευγάρι, ένα πιστό ζευγάρι. Γέννησε η γυναίκα το πρώτο τους παιδί κι ο σύζυγος την έκτη μέρα, όπως γίνεται πάντα σ’ ένα φυσιολογικό τοκετό, παρέλαβε από την κλινική μάνα και βρέφος. Πριν πάνε σπίτι τους, πέρασαν από ένα εξωκκλήσι πού ταχτικά τους φιλοξενούσε το δύσκολο καιρό της εγκυμοσύνης.
Η γυναίκα με το βρέφος έμεινε εκεί έξω στο σκαλάκι, ο άντρας αφού άναψε τρία κεράκια για την τριμελή πια οικογένεια επέστρεψε κοντά τους. Και φωναχτά κι από καρδιάς ευχαρίστησε το Θεό γιατί…. τελείωσε η περιπέτεια της γέννας, γιατί μάνα και παιδί ήταν γεροί, γιατί αξιώθηκαν να γίνουν γονείς, μετά ζήτησε τη συνέχεια της ευλογίας Του πάνω στην οικογένεια. Και κατέληξε:
«Δεν θέλουμε παρά να φωτίζεις αυτόν τον καινούριο πολίτη του ουρανού. Να γίνει δικό σου παιδί μόνο αυτό. Εσένα να ακολουθεί κι ας γίνει ότι θέλει. Ακόμα και… παπάς». Είμαι μάνα πολλών παιδιών και άκουσα, σαν κάθε μάνα, πολλά όνειρα. Και γονιών και παππούδων και γιαγιάδων όνειρα, όπως θ’ άκουσες και συ. Από πολύ νωρίς κάποιος απ’ αυτούς λέει με λαχτάρα «Έχει αγάπη στα βιβλία. Θα προκόψει στα γράμματα. Έχει σπουδαίο λέγειν και πειθώ. Δικηγόρος θα γίνει». «Καλά, δε βλέπεις δεξιοτεχνία; Μηχανικός θα γίνει, να μου το θυμηθείτε».
Τόσο χρονών γυναίκα που’ γινα δεν άκουσα κάποιον να πει: «Αυτό το παιδί έχει εξυπνάδα, κρίση, εντιμότητα έχει πολλά χαρίσματα.
Τόσο χρονών γυναίκα που’ γινα δεν άκουσα κάποιον να πει: «Αυτό το παιδί έχει εξυπνάδα, κρίση, εντιμότητα έχει πολλά χαρίσματα. Θα γίνει παπάς».
 
Όχι, κάτι τέτοιο δεν το χω ακούσει. Έχω δει πρόσωπα να τα αυλακώνει η έγνοια για το αν το παιδί τους έχει ένα ιδιαίτερο ταλέντο. Δε μου ‘χει τύχει όμως να δω αυτή την έγνοια για το αν δόθηκε από Θεού η σφραγίδα.
Δωρεά πού θα δείξει στο γονιό πώς το παιδί του είναι ο κλητός, ο εκλεκτός, αυτός πού κάποτε θα κρατήσει το άγιο Δισκοπότηρο στα χέρια του. Όχι, κάτι τέτοιο για το παιδί τους για το μέλλον του. Το κάνουν να αγαπήσει το επάγγελμα πού οι ίδιοι προτιμούν, με συζητήσεις, με προβολή επιτυχημένων ανθρώπων. Αυτό όμως δεν το’ χω ακούσει. Κι οι πιο «δημοκρατικοί» γονείς, πού δεν επεμβαίνουν στον επαγγελματικό προσανατολισμό των παιδιών τους, κρυφά ποθούν να γίνει γιατρός, δικηγόρος, αρχιτέκτονας το παιδί τους.
Έντεχνα και υπογείως το ετοιμάζουν να διαλέξει με παράθεση των θετικών σημείων πού έχει ένα τέτοιο επάγγελμα. Και θετικά σημεία είναι η κοινωνική προβολή και οι υψηλές αποδοχές. Κι αυτά, αλίμονο, ένας παπάς, δεν τα έχει.
Άλλα και οι πιστοί γονείς, πού θέλουν να συνυπάρχει το επάγγελμα με την προσφορά, πού βαπτίζουν το επάγγελμα «εργασία στην υπηρεσία του ανθρώπου» ή το ονοματίζουν «λειτούργημα» κι αυτοί ακόμα δε θέλουν να γίνει παπάς το παιδί τους. Άκουγα μια μάνα πιστή να λέει: «Γίνε γιατρός, θα κάνεις καλό το σώμα του αρρώστου και ταυτόχρονα θα του γιατρεύεις την ψυχή του. Μαζί με την ένεση και τα φάρμακα θα του δίνεις Χριστό».
 
Ναι, να προσφέρει το παιδί μας, αλλά σαν επιστήμονας όχι σαν Ιερέας.
Βέβαια, δεν αναφέρομαι στα βιβλία ή στους σταθμούς πού ασχολούνται με τον επαγγελματικό προσανατολισμό και πού αγνοούν τον ιερατικό κλάδο. Έχει η παιδεία μας μια υλιστική στάση για τη ζωή.
Η κοινωνία μας εκτιμάει την κατάθεση στην Τράπεζα, την ιδιόκτητη κατοικία, σέβεται τις πολλές σπουδές και δε μπορεί να συλλάβει το τι προσφέρει ο παπάς. Καλά η κοινωνία μας. Άλλα εμείς;
Εμείς, αν θέλουμε να μιλήσουμε καθαρά, και τις σπουδές στη θεολογική Σχολή απλώς τις ανεχόμαστε για τα παιδιά μας. Γνωστής μου οικογένειας ο γιος είπε πώς θα πάει στη Θεολογική. Και κάποια φίλη, πιστή φίλη, παρηγόρησε τη μάνα:
«Μη στενοχωριέσαι. Πολλοί στα παιδικά μας είπαμε πράγματα πού δεν τα ακολουθήσαμε ποτέ».
 
Κι άλλη περίπτωση πιστής μάνας:
«Με τέτοιο μυαλό θα δώσεις, παιδί μου, Θεολογία; Την Ιατρική και το Πολυτεχνείο έχεις στην τσέπη σου».
«Γεννηθήτω το θέλημα Σου», λέμε κάθε μέρα. Ναι, να γίνει το θέλημα του Κυρίου, αρκεί βεβαίως το θέλημα Του να ναι απόλυτα συνταιριασμένο με το δικό μας. Και εμείς θέλουμε να γίνει το παιδί μας ότιδήποτε εκτός από ιερέας.
Κι έτσι με αυτή τη δικιά μας υποτίμηση απομακρύνονται δικαίως τα παιδιά μας από το να γίνονται υπηρέτες του Θυσιαστηρίου. Μ’ αυτό τον τρόπο έχουμε περιπτώσεις πού γίνεται ιερέας κάποιος πού «έτσι το φερε η ευχή ή η κατάρα» ή άτομα δεύτερης, ας πούμε, διαλογής.
Οι μανάδες πολλές φορές τη μέρα προσευχόμαστε για τα παιδιά μας. Είναι μια συγκινητική προσευχή πού αρχίζει από τότε πού νιώθουμε το πρώτο σκίρτημα του. Και όπως μεγαλώνει εκείνο και μεγαλώνουν και οι δυσκολίες μας, τόσο και πιο θερμές γίνονται οι προσευχές μας για φωτισμό.
Σκέπτομαι πώς ίσως στις προσευχές μας αυτές, λείπει το αίτημα για να κληθεί το παιδί μας να υπηρετήσει στο Θυσιαστήριο. Να ευλογηθεί αυτό το παιδί, για να κάνει εκείνο πού κανείς άλλος δε μπορεί να πετύχει: τη μετουσίωση του ψωμιού και του κρασιού σε Σώμα και Αίμα του Κυρίου μας.
Και λείπει το όνειρο της αγιασμένης ώρας πού προχωρώντας προς την Ωραία Πύλη, απ’ τα χέρια του δικού μας παιδιού θα πάρουμε το Σώμα και το Αίμα του Κυρίου μας.
Σκέφτομαι κείνη την ευλογημένη μάνα πού όταν κάποτε θα ψελλίσει το «ιδού εγώ και τα παιδιά μου…», κάποιο απ’ αυτά τα παιδιά της θα’ ναι εκείνο πού από τη γη ακόμα θα φορούσε το αγγελικό ένδυμα.
 
Πηγή: Γαλάτεια Γρηγοριάδου Σουρέλη, «Πειραϊκή Εκκλησία»
 
 http://agiameteora.net

Τετάρτη 13 Ιανουαρίου 2016

Η ΘΕΣΗ ΤΗΣ ΙΕΡΑΣ ΣΥΝΟΔΟΥ ΓΙΑ ΤΟ ΜΑΘΗΜΑ ΤΩΝ ΘΡΗΣΚΕΥΤΙΚΩΝ

Η θέση της Ιεράς Συνόδου για το μάθημα των Θρησκευτικών
Aθήνα 13 Iανουαρίου 2016

ΔΕΛΤΙΟ ΤΥΠΟΥ

Συνήλθε σήμερα Τετάρτη, 13 Ιανουαρίου 2016, στη δεύτερη Συνεδρία Της για τον μήνα Ιανουάριο, η Διαρκής Ιερά Σύνοδος της Εκκλησίας της Ελλάδος, υπό την Προεδρία του Μακαριωτάτου Αρχιεπισκόπου Αθηνών και πάσης Ελλάδος κ. Ιερωνύμου.
Κατά τη χθεσινή και τη σημερινή Συνεδρία:
Η Διαρκής Ιερά Σύνοδος επικύρωσε τα Πρακτικά της Εξουσιοδοτήσεως.
Η Ιερά Σύνοδος της Εκκλησίας της Ελλάδος συνήλθε στην απογευματινή Συνεδρίασή Της την 12.1.2016 από κοινού με τους Κοσμήτορες και Προέδρους Τμημάτων των Θεολογικών Σχολών Αθηνών και Θεσσαλονίκης και εκπροσώπους επιστημονικών συλλόγων Θεολόγων, για να συζητήσουν το θέμα της διδασκαλίας του μαθήματος των Θρησκευτικών στη Μέση Εκπαίδευση.
Στη Συνεδρίαση εισηγήθηκε το θέμα ο Σεβασμιώτατος Μητροπολίτης Ναυπάκτου και Αγίου Βλασίου κ. Ιερόθεος, ο οποίος επικέντρωσε το ενδιαφέρον στο περιεχόμενο του μαθήματος των Θρησκευτικών, παρουσίασε τα δύο Αναλυτικά Προγράμματα Σπουδών (το ισχύον και το νέο προτεινόμενο Πρόγραμμα), και κατέληξε σε συνθετική πρόταση, ώστε να επικεντρωθεί η προσπάθεια περαιτέρω εμπλουτισμού του τρέχοντος Προγράμματος Σπουδών και επ’ αυτού να γίνουν προσθήκες σε επιστημονική βάση, χρησιμοποιώντας χρήσιμα στοιχεία του νέου Αναλυτικού Προγράμματος Σπουδών. Οι παριστάμενοι εκπρόσωποι Θεολογικών Σχολών επαίνεσαν την εισήγηση ως συγκροτημένη και αναλυτική.
Στη σημερινή Συνεδρίαση της Διαρκούς Ιεράς Συνόδου έγινε ευρύτατη συζήτηση μεταξύ των Συνοδικών Αρχιερέων επί της πρότασης του Σεβασμιώτατου Μητροπολίτη Ναυπάκτου και Αγίου Βλασίου και η Ιερά Σύνοδος την αποδέχθηκε και κατέληξε στα εξής:
1. Η διαδιδόμενη άποψη ότι τα βιβλία του μαθήματος των Θρησκευτικών είναι κατηχητικά και ομολογιακά είναι εσφαλμένη έως και παραπλανητική. Ο χαρακτήρας των σύγχρονων βιβλίων στην χώρα μας είναι γνωσιολογικός και πολιτιστικός με θρησκειολογική αναφορά. Ήδη η διδασκόμενη ύλη είναι σημαντικά εμπλουτισμένη στις τάξεις του Λυκείου με γνωστικό υλικό για άλλα θρησκεύματα και δόγματα και με ευκαιρίες προβληματισμού για τις θρησκευτικές και ηθικές διαστάσεις σύγχρονων προβλημάτων.
2. Το γεγονός ότι το ισχύον πρόγραμμα σπουδών κυριαρχείται από την παροχή γνώσεων γύρω από την ορθόδοξη θρησκευτική παράδοση του τόπου δεν το μετατρέπει από μάθημα θρησκευτικής μόρφωσης σε διαδικασία προσηλυτισμού των μη ορθοδόξων μαθητών ή κατηχήσεως των ορθοδόξων μαθητών, ούτε απευθύνεται αποκλειστικά στους τελευταίους. Κατ’ ανάγκην η διδακτέα ύλη πρέπει να λαμβάνει υπ’ όψιν τα τοπικά, ιστορικά, θρησκευτικά και πληθυσμιακά συμφραζόμενα της ελληνικής σχολικής τάξης και τον στόχο της ομαλής ένταξης του μαθητή στην ελληνική κοινωνία, που κατά πλειοψηφία ασπάζεται το Ορθόδοξο Χριστιανικό δόγμα. Ισχυρισμοί περί δήθεν ομολογιακού χαρακτήρος εκκινούν από αρνητική προϊδέαση για το μάθημα και τον ρόλο των εκπαιδευτικών, επιστημόνων θεολόγων, ως φορέων δήθεν θρησκευτικού μισσιοναρισμού στο ελληνικό σχολείο.
3. Παλαιές και πρόσφατες αποφάσεις διοικητικών δικαστηρίων, που ερμηνεύουν το Σύνταγμα, αποφαίνονται ομόφωνα υπέρ της υποχρεωτικής διδασκαλίας του μαθήματος των Θρησκευτικών με κύρια βάση την ορθόδοξη χριστιανική παράδοση και με δικαίωμα απαλλαγής για όσους δεν είναι ορθόδοξοι χριστιανοί. Παράλληλα, όπως έχει εξηγήσει το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο, το μάθημα των Θρησκευτικών πρέπει να διέπεται από τις αρχές της αντικειμενικότητας και του πλουραλισμού, οι οποίες δεν παραβιάζονται μόνο και μόνο επειδή το μάθημα αναφέρεται κατά κύριο λόγο στην κυρίαρχη θρησκευτική παράδοση του οικείου κράτους.
4. Η παρέλευση μερικών ετών από τότε που εγράφησαν τα βιβλία που διδάσκονται στην Μέση Εκπαίδευση δικαιολογεί την επικαιροποίησή τους. Παραμένοντας στην ίδια μεθοδολογία του ισχύοντος Προγράμματος Σπουδών όσον αφορά στην ιστορική οργάνωση της ύλης, είναι δυνατόν να υπάρξουν προσθήκες, οι οποίες διευρύνουν το θρησκειολογικό, ιδεολογικό και πολιτιστικό πεδίο της ύλης με σκοπό την επαύξηση της μορφωτικής αξίας και συμβολής του στην εκπαίδευση των νέων. Προτείνεται αυτές οι προσθήκες να γίνουν στο τέλος κάθε βιβλίου, ώστε οι μαθητές, των οποίων η πλειοψηφία ανήκει στην Ορθόδοξη Εκκλησία, αλλά και όσοι μη ορθόδοξοι μαθητές επιθυμούν να αποκτήσουν σφαιρικές γνώσεις για την θρησκευτική και πολιτιστική παράδοση του τόπου μας, να αποκτήσουν συγκροτημένη εικόνα.
5. Στην εποχή μας που ισχυροποιούνται φονταμενταλιστικές απόψεις άλλων θρησκειών, αντικοινωνικές τάσεις παραθρησκευτικών φαινομένων και επικίνδυνων σεκτών, η διδασκαλία της Ορθοδόξου Θεολογίας, που διακρίνεται για την αγάπη, ανεκτικότητα, ειρηνική διάθεση και είναι απηλλαγμένη από φονταμενταλισμούς και ρατσισμούς, θα βοηθήσει αρκούντως και στην κοινωνική συνοχή. Στο θέμα αυτό δεν πρέπει να επικρατούν οι αγκυλώσεις και προκαταλήψεις του παρελθόντος, διότι το σχολείο και η σχολική κοινότητα δεν είναι χώρος επιβεβαίωσης καμίας πολιτικής συνθηματολογίας, τα σχολικά μαθήματα δεν μπορούν να διαχωρίζονται σε «προοδευτικά» και «συντηρητικά», ούτε επιτρέπεται η διεξαγωγή οποιουδήποτε ατύπου δημοψηφίσματος φρονημάτων στην πλάτη των μαθητών, όπως επιχειρήθηκε με τις υποσχέσεις περί αναιτιολόγητης απαλλαγής από το μάθημα των Θρησκευτικών. Η Ιερά Σύνοδος υιοθέτησε την πρόταση του Σεβ. Μητροπολίτου Ναυπάκτου, η οποία έχει ως εξής: «Η πρότασή μου, λοιπόν, είναι να επικεντρωθεί το ενδιαφέρον στο τρέχον Πρόγραμμα Σπουδών με την δική του θεματική μεθοδολογία, στο οποίο όμως να γίνουν μερικές βελτιώσεις, εντάσσοντάς το στα σύγχρονα παιδευτικά δεδομένα, οπότε να εισαχθούν σε κάθε βιβλίο –όχι σε κάθε μάθημα– μερικά κεφάλαια θρησκειολογικά, ανάλογα με την θεματολογία του βιβλίου, αφού όμως δοθεί προτεραιότητα στην ορθόδοξη παράδοση, την οποία ακολουθεί η πλειοψηφία των ελλήνων πολιτών, αλλά και να χρησιμοποιηθούν ως εφαρμογές και τα καλά στοιχεία του Νέου Προγράμματος Σπουδών».
Η Ιερά Σύνοδος προσκάλεσε τα Μέλη της Επιτροπής Διορθοδόξων και Διαχριστιανικών Σχέσεων, τους Σεβ. Μητροπολίτες Περιστερίου κ. Χρυσόστομο, Δημητριάδος κ. Ιγνάτιο και Μεσσηνίας κ. Χρυσόστομο προκειμένου να ενημερωθεί για την σύγκληση των Προκαθημένων των Ορθοδόξων Εκκλησιών που θα πραγματοποιηθεί στη Γενεύη από τις 21 έως τις 28 Ιανουαρίου 2016, καθώς και για τα θέματα που πρόκειται να συζητηθούν. Αποφασίστηκε να εκπροσωπήσει τον Μακαριώτατο στην εν λόγω σύγκληση ο Σεβ. Μητροπολίτης Ηλείας κ. Γερμανός συνοδευόμενος από τους Σεβ. Μητροπολίτες Περιστερίου κ. Χρυσόστομο και Μεσσηνίας κ. Χρυσόστομο.
Επίσης η Δ.Ι.Σ. ασχολήθηκε με τρέχοντα υπηρεσιακά θέματα.

Εκ της Διαρκούς Ιεράς Συνόδου

Ο ΔΡΟΜΟΣ ΠΡΟΣ ΤΟ ΦΩΣ: OΙ ΑΓΙΟΙ ΔΙΔΑΣΚΑΛΟΙ ΤΗΣ ΟΡΘΟΔΟΞΙΑΣ ΚΑΙ ΟΙ ΑΝΤΙΣΤΟΙΧΟΙ ΤΩΝ ΘΡΗΣΚΕΙΩΝ

Σε κάποιο χωριό της Μεσσαράς ζει μια γιαγιά, που όσοι τη γνωρίζουν καλά, ξέρουν πως ο Θεός την έχει προικίσει με εξαιρετικά χαρίσματα. Κάποτε, για παράδειγμα, σε κάποιον άρρωστο στην Αθήνα, που δεν τη γνώριζε καθόλου, εμφανίστηκε ο αρχάγγελος Μιχαήλ και τού είπε: «Ήρθα να σε θεραπεύσω, γιατί με στέλνει με την προσευχή της η Γ.».

Η γιαγιά Γ. μου είπε: «Εγώ δεν είμαι αγία, μόνο μια γριά που παρακαλώ το Θεό για τη σωτηρία μου. Άγιος είναι ο τάδε ασκητής, που μένει εκεί, ο δείνα που μένει εκεί» κ.τ.λ., και μου κατονόμασε 4-5 σημερινούς ασκητές, άγνωστους ως επί το πλείστον, που ζουν σε διάφορα σημεία της Κρήτης.

Ιδιότητες σαν αυτές της γιαγιάς Γ., από μόνες τους, δε σημαίνουν τίποτα. Κάλλιστα μπορεί να τις αντιγράψει ένας απατεώνας – αν και άνθρωποι σαν τη γιαγιά δεν είναι απατεώνες· ποτέ δεν κέρδισε τίποτε απ’ αυτά, παρά μόνο ανησυχία μήπως χάσει τη μυστική σχέση με το Χριστό μέσα στην καρδιά της – ενώ παρόμοιες ικανότητες εμφανίζουν και δάσκαλοι άλλων θρησκειών, βουδιστές, ινδουιστές, ακόμη και μάγοι ιθαγενών φυλών ή σαμάνοι. Ωστόσο, πρέπει να πούμε πως άνθρωποι που έχουν φτάσει στο επίπεδο της γιαγιάς στη δική μας πνευματική παράδοση υπάρχουν αρκετοί. Είναι γνωστά π.χ. τα ασύλληπτα θαυματουργικά χαρίσματα σύγχρονων ορθόδοξων αγίων, όπως οι Γέροντες (=πνευματικοί διδάσκαλοι) Πορφύριος, Παΐσιος, Ιάκωβος κ.ά., οι οποίοι δεν είχαν μόνο διορατικό και θεραπευτικό χάρισμα, αλλά τους συνέβαιναν επίσης κάμψεις χώρου και χρόνου, πολλαπλασιασμός της ύλης, τηλεμεταφορά, επικοινωνία με τα ζώα κ.π.ά. Και το πιο παράξενο, ίσως, είναι ότι παρόμοια φαινόμενα και εμφανίσεις τους συνεχίζονται και μετά το θάνατό τους, ή, για να μιλήσω ορθόδοξα, την κοίμησή τους.

Και στην Κρήτη υπήρχαν και υπάρχουν αντίστοιχοι, όπως ο Γέροντας Ευμένιος από τη μονή Ρουστίκων Ρεθύμνης κ.ά.

Οι θαυματουργοί αυτοί άγιοι είναι απόγονοι μιας προηγούμενης γενιάς θαυματουργών, στην οποία ανήκαν άνθρωποι όπως ο άγιος Γεώργιος Καρσλίδης († 1948), η αγία Ματρώνα της Μόσχας η αόμματη († 1952), ο άγιος Ιωάννης Μαξίμοβιτς († Σηάτλ ΗΠΑ, 1966) κ.π.ά. σε όλο τον κόσμο, κι αυτοί με τη σειρά τους ήταν απόγονοι μιας άλλης γενιάς, που περιελάμβανε τον άγιο Ιωάννη της Κρονστάνδης († 1908), τον άγιο Νεκτάριο της Όπτινα (Ρωσία † 1937), την αγία Ματρώνα του Ανεμνιάσεβο († 1932), τον άγιο Αρσένιο τον Καππαδόκη († 1924) κ.π.ά. Προχωρώντας έτσι ιστορικά προς τα πίσω, βλέπουμε αγίους θαυματουργούς εν ζωή σε κάθε χριστιανική γενιά, μέχρι τους μαθητές του Χριστού, που μερικά από τα θαύματά τους περιγράφονται ήδη στην Καινή Διαθήκη (στις «Πράξεις των Αποστόλων»).

Οι άγιοι αυτοί και χαρισματούχοι διδάσκαλοι του χριστιανισμού έχουν πολλές διαφορές από τους αντίστοιχους λάμα, σουάμι, σαμάνους κ.τ.λ., αλλά θα ήθελα να αναφέρω τρεις, που ίσως φανερώνουν εκείνα τα στοιχεία που με ενδιαφέρει να επισημάνω και να σάς προσφέρω.

Πρώτον, στη ζωή αυτών των χριστιανών δεν υπάρχει «μέθοδος», με την οποία ο άνθρωπος να εξασκείται στην απόκτηση τέτοιων ιδιοτήτων, ούτε και αυτοί οι άνθρωποι μυήθηκαν σε κάποιου είδους μυστική διδασκαλία. Το μόνο που έκαναν ήταν και είναι ν’ ανοίξουν την καρδιά τους ολότελα προς το Χριστό, ως Θεό, και το συνάνθρωπο.

Ο τρόπος ζωής τους δεν περιέχει την εξάσκηση κάποιας μεθόδου (όπως π.χ. η γιόγκα, ο διαλογισμός ή μια πολεμική τέχνη), αλλά θα λέγαμε ότι πρόκειται για έναν δρόμο, που περιέχει την κατάβαση σε δυο νοερούς χώρους, που ο σύγχρονος άγιος Γέροντας Σωφρόνιος Σαχάρωφ χαρακτηρίζει «άδη»: στον «άδη της μετάνοιας» και στον «άδη της αγάπης». Ο πρώτος «άδης» είναι η πλήρης απόρριψη του παλαιού εαυτού μου, των πράξεων και τών επιθυμιών του (που χαρακτηρίζονται από εμπάθεια), και ο δεύτερος «άδης» περιέχει την αγάπη χωρίς όρους και μέχρι αυτοθυσίας για τον κάθε άνθρωπο ξεχωριστά, ακόμη και τον εχθρό τους, που τον έχουν συγχωρήσει πλήρως. Η αγάπη αυτή κορυφώνεται σε (ή ξεκινά από) αγάπη στο Χριστό, με τον Οποίο διατηρείται κανονική επικοινωνία μέσω τής προσευχής, αλλά και τής συμμετοχής στη θεία λειτουργία και στο μυστήριο της θείας Μετάληψης, και η οποία επικοινωνία μπορεί να φτάσει και μέχρι τη θέα του θείου Φωτός, κατά τη διάρκεια όχι μόνο της προσευχής αλλά και τής κοινής καθημερινότητας – θέα που ενίοτε μπορεί να διαρκεί μέρες και ο άνθρωπος να κάνει τις καθημερινές του δραστηριότητες ευρισκόμενος συγχρόνως εντός του θείου Φωτός, το οποίο τού αποκαλύπτεται ως προσωπική οντότητα, ως ο Χριστός.

Επειδή δεν υπάρχει μέθοδος, με την οποία να επιδιώκεται κάποιο αποτέλεσμα, μέγιστες πνευματικές εμπειρίες μπορεί να βιώσουν όχι μόνο μοναχοί ή ιερείς, αλλά και κοινοί άνθρωποι, οικογενειάρχες, ή ακόμη και παιδιά, που πιθανόν δεν ξέρουν καν τι ήταν αυτό που βίωσαν. Χριστιανικές πνευματικές εμπειρίες – π.χ. θαύματα ή εμφανίσεις του Χριστού, της Παναγίας ή κάποιων αγίων – βιώνουν ακόμη και μη χριστιανοί, οι οποίοι ενίοτε παραμένουν πιστοί των θρησκειών τους, αλλά κάποιοι βρίσκουν το θάρρος να μεταστραφούν στην Ορθοδοξία, θέτοντας τον εαυτό τους στην αφετηρία της όλης πορείας. Όλοι πάντως έχουν κάτι κοινό: τον άδη της μετάνοιας, που γεννά την ταπεινή καρδιά, και τον άδη της αγάπης, που προϋποθέτει αυτή την ταπεινή καρδιά.

Ένα δεύτερο χαρακτηριστικό των ορθόδοξων θαυματουργών αγίων είναι ότι δεν επιθυμούν καθόλου την απόχτηση εξαιρετικών χαρισμάτων, ούτε και τη βίωση ιδιαίτερων πνευματικών εμπειριών. Δεν επιθυμούν ούτε την αύξηση της γνώσης τους, την απόχτηση «σοφίας» ή «ανώτερης συνειδητότητας» ή την «ένωση με το σύμπαν», την «εναρμόνισή τους» με αυτό ή κάτι παρόμοιο. Επιθυμούν μόνο το Χριστό.

Η επιθυμία τους τούς κατευθύνει έξω από τον εαυτό τους, προς ένα άλλο πρόσωπο, το οποίο αγαπούν και προς το οποίο τείνουν να ενωθούν, ακολουθώντας το δρόμο Του, το δρόμο της ταπεινής και ανιδιοτελούς αγάπης προς το Θεό (τον Άγιο Τριαδικό Θεό και όχι μια υποκειμενική ιδέα «περί Θεού» ή μια φαντασίωση ότι «θεός» είναι ένα σύμβολο τής ομορφιάς ή τής αγάπης ή μια σπίθα που υπάρχει μέσα μας ή σε όλα τα όντα κ.τ.λ.) και τον πλησίον. Γι’ αυτό και δεν βυθίζονται στον εαυτό τους, όπως οι γιόγκι, αλλά απευθύνονται προς το Χριστό, ως Θεό, και ζητούν το έλεός Του και την πολύτιμη βοήθειά Του για την κάθαρση της καρδιάς τους από τα πάθη και τη μεταλλαγή τους σε αυτό το ον που Εκείνος θέλει γι’ αυτούς.

Επίσης, δεν προσπαθούν να χαράξουν «ένα δικό τους δρόμο προς την τελειότητα», αλλά εντάσσονται στο δρόμο που δίδαξε ο Χριστός και στο σώμα που ίδρυσε Εκείνος, την Εκκλησία. Οι χριστιανοί δεν κάνουν ποτέ ατομικό αγώνα για την τελειότητα, αλλά εντάσσονται, και εντάσσουν τον πνευματικό και ηθικό αγώνα τους, στην Εκκλησία: συγκεντρώνονται με τους αδελφούς τους και κοινωνούν από το ίδιο άγιο ποτήριο, σώμα και αίμα Χριστού. Μέλος αυτής της κοινότητας είναι και ο Χριστός, συγκεκριμένα η κεφαλή της, και μέσα στην κοινότητα αυτή θα Τον συναντήσω. Ακόμη και ένας ερημίτης είναι πάντα μέλος της κοινότητας, ενώνεται μ’ αυτήν δια της προσευχής προς το Χριστό (προσευχής υπέρ όλων των ανθρώπων και μάλιστα όλων των όντων) και συμμετέχει στη θεία Μετάληψη όποτε καθίσταται εφικτό.

Επειδή ο Χριστός είναι Αυτός που αγαπώ, επειδή με Αυτόν θέλω να ενωθώ και ξέρω ότι η ένωση αυτή είναι εφικτή (το ξέρουν όλοι οι άγιοι της Ορθοδοξίας, που τη ζουν ήδη από αυτή τη ζωή – και είναι αυτή η ένωση που τους κάνει θαυματουργούς, με χαρίσματα που παρέχει ο Τριαδικός Θεός όταν και στη μορφή που Εκείνος θέλει και τα αποσύρει όταν πρέπει, χωρίς ο άνθρωπος να μπορεί να «τα φέρει πίσω» με δικές του μεθόδους, πράγμα που θα ήταν εγωιστικό), δε με ενδιαφέρει η πιθανή ύπαρξη «άλλων δρόμων» απόχτησης σοφίας, γνώσης ή υπερφυσικών δυνάμεων. Τις δυνάμεις αυτές (ακόμη κι αν κάποιοι με διδάξουν πώς να τις αφυπνίζω ή πώς να τις χειρίζομαι) δεν τις θέλω. Θέλω μόνο το Χριστό.

Μέσα μου, κρυφά, επιθυμώ τις δυνάμεις, γι’ αυτό και δεν είμαι σε θέση να δω το Χριστό – και, αν δω κάτι, μάλλον δεν θα είναι Εκείνος αλλά κάποιος «άλλος» που θα θέλει να με παγιδεύσει. Οι άγιοι, που φτάνουν στην τελειότητα, πράγματι έχουν βγάλει από μέσα τους τον εγωισμό και δεν επιθυμούν τις δυνάμεις, αλλά μόνο το Χριστό. Ένα προσφιλές παράδειγμα στην Ορθοδοξία, που φανερώνει τον τρόπο που πλησιάζουν το Χριστό, είναι ο άσωτος υιός· αυτός, εξουθενωμένος, έπεσε στα πόδια του πατέρα του, εκλιπαρώντας να τον βάλει με τους υπηρέτες. Έτσι νιώθει και ο ταπεινός χριστιανός, έχοντας επίγνωση της αβύσσου που τον χωρίζει από την απόλυτη καθαρότητα του Χριστού. Ξέρει ότι δεν είναι αναμάρτητος. Αλλά ο Πατέρας του ασώτου (που συμβολίζει το Χριστό) αποκατέστησε τον άσωτο σε θέση υιού και τον τίμησε με δαχτυλίδι και λαμπρά ενδύματα, χωρίς να λάβει υπόψιν όχι μόνο την παράκληση να τον κάνει υπηρέτη, αλλά ούτε και την άσωτη ζωή του, με την οποία κατασπατάλησε τον πλούτο, που είχε απαιτήσει και πάρει από τον Πατέρα χωρίς να δουλέψει.

(Ας αναφέρουμε εδώ ότι οι περισσότεροι άνθρωποι είμαστε πολύ αμαρτωλοί· οι προθέσεις μας στο βάθος δεν είναι καθόλου αγνές και, αν μπορούσαμε, ο εγωισμός θα μας οδηγούσε σε πολύ σκοτεινούς δρόμους, άσχετα αν θα κάναμε κακό στους ανθρώπους ή θα τους «ωφελούσαμε». Ωστόσο, δεν το παραδεχόμαστε, συχνά ούτε στον εαυτό μας, εμφανίζοντας τον εαυτό μας ως «άξιο» να δεχτεί χαρίσματα από το Χριστό, ενώ μπορεί ακόμη και να μην παραδεχόμαστε καν ότι ο Χριστός είναι Θεός ή ότι έχει επικοινωνία με τους ανθρώπους και να ισχυριζόμαστε ότι υπάρχει μόνο μια απρόσωπη «θεία ουσία» ή μια «συμπαντική ψυχή», γυρίζοντας την πλάτη μας στον Αληθινό Θεό, παρόλο που έχει εμφανιστεί σε αμέτρητους αγίους.

Δυο παραδείγματα διαφορετικής προσέγγισης του Θεού είναι οι άγιοι Γέροντες Πορφύριος και Σωφρόνιος. Ο πρώτος ταξίδεψε στο Άγιο Όρος από την πρώιμη εφηβική του ηλικία και δεν απομακρύνθηκε ποτέ απ’ το Χριστό· έτσι, όπως φαίνεται, δε χρειάστηκε να βιώσει σε μεγάλο βαθμό την οδύνη της μετάνοιας. Αντίθετα, ο δεύτερος αρνήθηκε το Χριστό, έγινε άθεος, καλλιέργησε τον υπερβατικό διαλογισμό, έκανε σχεδόν νοσηρές σκέψεις ότι ο ίδιος είναι θεός – σκέψεις επηρεασμένες από την ανατολική φιλοσοφία – κι έτσι, όταν έζησε την εμπειρία της εμφάνισης του θείου Φωτός, η απόλυτη ταπεινή αγάπη τού Θεού τον έκανε να νιώσει ανάξιος προδότης, που ποτέ δεν φανταζόταν πως ο Θεός είναι τόσο ταπεινός και καταδεχτικός. Ο Γέροντας Σωφρόνιος έζησε τον «άδη της μετάνοιας» με έντονη οδύνη, που όμως «αναγεννά, δεν απελπίζει, ούτε εξοντώνει τον άνθρωπο».

Οι περισσότεροι άνθρωποι μοιάζουμε πιο πολύ με το Γέροντα Σωφρόνιο, τηρουμένων των αναλογιών, παρά με το Γέροντα Πορφύριο – παρεμπιπτόντως, γι’ αυτό έχει ανυπολόγιστη αξία να μεγαλώνουμε τα παιδιά μας χριστιανικά, ώστε να βρουν το Χριστό με τον εύκολο τρόπο, όχι με το δύσκολο, ούτε να τελειώσουν τη ζωή τους χωρίς να Τον βρουν καν).

Το τρίτο χαρακτηριστικό των αγίων, που θα ήθελα να επισημάνω, είναι η γνώση, μέσω της εμπειρίας, όλων των πνευματικών καταστάσεων, που τους επιτρέπει να διακρίνουν τις θετικές από τις αρνητικές, ακόμη κι όταν εξωτερικά έχουν ακριβώς τα ίδια χαρακτηριστικά.

Η πνευματική αυτή επιστήμη ονομάζεται διάκριση των πνευμάτων και επιτρέπει στους αγίους να ξεχωρίζουν μια αληθινή εμπειρία ή ένα χάρισμα που προέρχεται από το Θεό από ένα «ακριβές αντίγραφο» που προέρχεται από το διάβολο και δίνεται στους ανθρώπους ως δόλωμα, για να κολακεύσει τον εγωισμό τους και να τους απομακρύνει ακόμη περισσότερο από το σκοπό τους, που είναι η ένωση με το Θεό εν Χριστώ.

Η διάκριση των πνευμάτων είναι ιδιαίτερα εμφανής σε αγίους που βίωσαν και εμπειρίες εξωχριστιανικού τύπου, έχοντας μυηθεί σε άλλες πνευματικές παραδόσεις, πριν ανακαλύψουν την Ορθοδοξία. Ένας τέτοιος είναι ο Γέροντας Σωφρόνιος, όπως είπαμε, αλλά παρόμοιες περιπτώσεις είναι καταγεγραμμένες σε όλη την ιστορία της Ορθοδοξίας, ακόμη και σε ασκητές που ποτέ δεν έπαψαν να είναι πιστοί στο Χριστό, αλλά συνελήφθησαν σε στιγμή εγωιστικής αδυναμίας και απόχτησαν «χαρίσματα» που τους οδήγησαν σε πολλά βάσανα.

Η διάκριση των πνευμάτων είναι η συμβολή των χριστιανών, που θα ήταν απαραίτητη για μια πραγματική αξιολόγηση των πνευματικών εμπειριών, αλλά και των «δυνάμεων», των «χαρισμάτων», των «επαφών με άλλες οντότητες», των «αποκαλύψεων», της «σοφίας» και όλων των άλλων στοιχείων που οι διάφορες πνευματικές παραδόσεις φυλάσσουν και μεταδίδουν ως ανεκτίμητους θησαυρούς. Οι ορθόδοξοι άγιοι (ας μου επιτραπεί να πω ότι αυτό το στοιχείο λείπει ακόμη και από τις μη ορθόδοξες εκδοχές του χριστιανισμού, γι’ αυτό στις διάφορες αιρέσεις, όπως στον καθολικισμό και τον προτεσταντισμό, βλέπουμε «πνευματικές εμπειρίες» και «χαρισματικές καταστάσεις», που με ορθόδοξα κριτήρια είναι ύποπτες, έως και καθαρά δαιμονικές), οι ορθόδοξοι άγιοι, επαναλαμβάνω, έχουν ζήσει οι ίδιοι καταστάσεις παρόμοιες με αυτές που βιώνουν οι διδάσκαλοι και οι σοφοί των διαφόρων θρησκειών. Αντίθετα, οι διδάσκαλοι των θρησκειών, όσο κι αν έχουν «διευρύνει τη συνειδητότητά τους» ή έχουν έρθει σε επαφή με «οντότητες» κ.τ.λ., δεν έχουν ζήσει την εμπειρία της ένωσης με το Χριστό. Γι’ αυτό ένας ορθόδοξος άγιος, που αντιλαμβάνεται αμέσως την ύπαρξη ή την απουσία της θείας χάριτος, έχει περισσότερα εφόδια, για να αξιολογήσει μια πνευματική κατάσταση – και, ειλικρινά, η αξιολόγηση αυτή δεν είναι ευνοϊκή για την ποιότητα των «δυνάμεων», των «χαρισμάτων», των «επαφών», των «αποκαλύψεων» κ.τ.λ., ακόμη και μέσα στο χριστιανισμό, και μέσα στον Ορθοδοξία, και πολύ περισσότερο στις διάφορες θρησκείες, όπου οι άνθρωποι λατρεύουν πνεύματα ακαθόριστης ταυτότητας (ακόμη και μοχθηρά ή απειλητικά, ή θεότητες που συγχέουν «καλό και κακό» ως δήθεν όψεις του ίδιου πράγματος ή αλληλοσυμπληρούμενα) και ανοίγονται προς αυτά, προσπαθούν να ενωθούν με αυτά ή να καταληφθούν απ’ αυτά (ενώ ο Θεός, οι άγγελοι και οι ψυχές των κεκοιμημένων αγίων, δηλαδή τα αγαθά πνεύματα, ποτέ δεν καταλαμβάνουν τον άνθρωπο).

Οι θρησκείες της Άπω Ανατολής, όπως ο ινδουισμός ή ο βουδισμός, θεωρούν τελειότητα και λύτρωση την εξαφάνιση της ανθρώπινης προσωπικότητας και την εκμηδένισή της ή την αφομοίωσή της στην «παγκόσμια ψυχή», επειδή τον παρόντα κόσμο τον θεωρούν αυταπάτη. Αντίθετα, ο χριστιανισμός γνωρίζει, από την προσωπική πείρα των αγίων, ότι η προσωπικότητα του ανθρώπου δε χάνεται ποτέ, παραμένει ζωντανή μετά το θάνατο του σώματος και ακόμη και για το σώμα αναμένεται η ανάσταση, που έχει προαναγγείλει ο Χριστός σε πολλά σημεία της Καινής Διαθήκης. Πού οδηγεί λοιπόν αυτή η «εκμηδένιση» που επιδιώκουν οι ανατολικές θρησκείες ή τι ακριβώς είναι τα πνεύματα και οι οντότητες, που έρχονται σε επαφή με τους ανθρώπους, είτε ως «θεοί», είτε ως «πρόγονοι», είτε ως όντα από «άλλους κόσμους» (π.χ. ξωτικά και νεράιδες), είτε ακόμη (στη σύγχρονη δύση, που βρίσκεται σε πνευματική σύγχυση) και ως «σοφοί εξωγήινοι» με θείες ιδιότητες;

Τα παραπάνω είναι μόνο ένα μικρό κεφάλαιο στο μεγάλο θέμα της διαφοράς μεταξύ των θρησκειών. Οι θρησκείες δεν είναι δρόμοι που «οδηγούν στο ίδιο τέρμα», δεν λένε «τα ίδια πράγματα με άλλα λόγια», ούτε όλες μπορούν να οδηγήσουν τον άνθρωπο στην Αλήθεια και στην τελειότητα. Αυτό οι χριστιανοί το ξέρουμε πολύ καλά, γιατί η πείρα μας έχει βεβαιώσει ότι η Αλήθεια είναι ο Χριστός και η τελειότητα είναι η ένωση με Αυτόν, που σημαίνει συμμετοχή τού ατελούς ανθρώπου στην τελειότητα και καθαρότητα του Θεού εν Χριστώ. Χωρίς Χριστό, δεν υπάρχει τελειότητα, ούτε Αλήθεια, παρά μόνο μοναξιά (όπως στο βουδισμό) ή δρόμοι που οδηγούν στο άγνωστο.

Ένα «άγνωστο»… πολύ γνωστό από την πείρα και τη σοφία των αληθινών ειρηνικών πολεμιστών και διδασκάλων της ανθρωπότητας, που έφτασαν στο ανώτερο σημείο πνευματικής προόδου που είναι εφικτό για ανθρώπινα πρόσωπα, των αγίων.

Όλα αυτά, αδελφέ μου, δε χρειάζεται να τα δεχτείς ως δόγματα. Ερεύνησέ τα σε βάθος και θα διαπιστώσεις μόνος σου ποια είναι η αλήθεια – πρόσεξε μόνο, μήπως πεις στον εαυτό σου πως είναι «αλήθεια» αυτό που κολακεύει τον εγωισμό σου (λέγοντάς σου πως θα βρεις «μέσα σου» το Θεό ή πως εσύ και ο Θεός «είσαστε ένα» ή πως με σκληρή εξάσκηση πρόκειται να γίνεις ενάρετος, φωτεινός, πάνσοφος και παντοδύναμος), επειδή θα σού φανεί δυσάρεστο αυτό που σε καλεί σε ό,τι μισεί περισσότερο ο πεσμένος άνθρωπος, δηλαδή σε μετάνοια και ταπείνωση.

Θεόδωρος Ι. Ρηγινιώτης, Θεολόγος

Τρίτη 12 Ιανουαρίου 2016

ΟΣΙΟΣ ΠΑΪΣΙΟΣ: ΕΣΕΝΑ Η ΑΜΦΙΣΒΗΤΗΣΗ ΘΑ ΣΕ ΟΔΗΓΗΣΕΙ ΣΤΗΝ ΠΙΣΤΗ· ΑΥΤΟΣ ΕΙΝΑΙ Ο ΔΡΟΜΟΣ.

Κάποιοι λαϊκοί, προσπαθώντας να εξηγήσουν με την λογική το διορατικό χάρισμα που ο Θεός είχε δώσει στον Πατέρα Παΐσιο, έψαχναν να βρουν τους τρόπους που ίσως χρησιμοποιούσε, ώστε να μαθαίνει κάποια πράγματα για τους ανθρώπους που θα τον επισκέπτονταν. Αλλά και τους λογισμούς αυτούς τους «έπιανε» μερικές φορές ο άνθρωπος του Θεού.

Ένας νεαρός, ο οποίος είχε σπουδάσει ηλεκτρονικός, ακούγοντας για τον Πατέρα Παΐσιο, υποπτευόταν ότι ο Όσιος είχε τοποθετήσει στην στέγη της Καλύβης του, στον φράχτη και στον γύρω χώρο κεραίες, μικρόφωνα και πομπούς, για να καταγράφει τις συνομιλίες των επισκεπτών και να παρουσιάζεται ύστερα ως διορατικός. Αποφάσισε λοιπόν να τον επισκεφθεί, για να ερευνήσει, αν θα μπορούσε τον χώρο.

Ενώ περίμενε έξω από τον φράχτη μαζί με άλλους είκοσι περίπου ανθρώπους και στεκόταν προς τα πίσω, βγήκε ο Όσιος, σήκωσε το χέρι του και δείχνοντάς τον φώναξε:
― Ε, παλληκάρι, έλα εσύ μπροστά, σε παρακαλώ!
― Σ’ εμένα μιλάτε; Ρώτησε εκείνος.
― Ναι, σ’ εσένα.

Ο Όσιος άνοιξε την πόρτα και αμέσως τον πήρε και πήγαν πίσω από το Καλύβι. «Κάθησε, Στυλιανέ», του είπε. Αυτό ήταν το πρώτο «χαστούκι» που δέχθηκε η λογική του νέου. Ο Όσιος κάθησε δίπλα του, του έδειξε την σκεπή και τον ρώτησε.
― Βλέπεις τίποτε περίεργο στην σκεπή μου;
― Όχι, είπε ο νέος κοιτάζοντας την σκεπή.
― Έχω μια κεραία κρυμμένη εκεί επάνω, είπε ο Όσιος και, πριν προλάβει εκείνος να συνέλθει, συνέχισε: Βλέπεις τίποτε περίεργο μέσα στους θάμνους;
― Όχι, απάντησε και πάλι ο νέος.
― Έχω, του είπε, κρυμμένο ένα μηχάνημα που γράφει αυτά που λένε οι άνθρωποι και μετά κοροϊδεύω τον κόσμο ότι κάνω θαύματα! Εσύ γιατί ήρθες; Εμένα τι με θέλεις τώρα;Ο νέος άρχισε να κλαίει.
― Μη στενοχωριέσαι, Στυλιανέ, του είπε τότε ο Όσιος. Οι καιροί είναι πονηροί, και καλά κάνεις που αμφισβητείς. Εσένα η αμφισβήτηση θα σε οδηγήσει στην πίστη· αυτός είναι ο δρόμος σου. Για κανόνα τώρα, πήγαινε και μοίρασε λουκούμι και νερό στους άλλους και έλα κάποια άλλη φορά να τα πούμε!

Εκ του βιβλίου Ο ΑΓΙΟΣ ΠΑΪΣΙΟΣ Ο ΑΓΙΟΡΕΙΤΗΣ
ΙΕΡΟΝ ΗΣΥΧΑΣΤΗΡΙΟΝ "ΕΥΑΓΓΕΛΙΣΤΗΣ ΙΩΑΝΝΗΣ Ο ΘΕΟΛΟΓΟΣ"

Δευτέρα 11 Ιανουαρίου 2016

ΟΣΙΟΣ ΠΑΪΣΙΟΣ Ο ΑΓΙΟΡΕΙΤΗΣ: ΤΟ ΠΡΟΣΩΠΟ ΤΗΣ ΨΥΧΗΣ!

Ερχόμουνα για άλλη μια φορά στον Άγιον Όρος με συνοδεία φοιτητών μου του Αρχαιολογικού Ιωαννίνων. Στο πρόγραμμά μας ήταν και η επίσκεψη στον άγιο γέροντα Παΐσιο, που ασκήτευε στο Κουτλουμουσιανό κελλί «Παναγούδα». Έτσι κατεβήκαμε από την Ιερά Μονή Κουτλουμουσίου στο πυκνό και καταπράσινο δάσος της χαράδρας. Σε κάποιο ξέφωτο μια φραγμένη περιοχή τεσσάρων-πέντε στρεμμάτων φιλοξενεί το απλό σπίτι του πατρός Παϊσίου. Σταθήκαμε έξω από την απλή σιδερένια πόρτα. Περιμέναμε χτυπώντας κατά διαστήματα το κουδουνάκι, τραβώντας το σχοινί. Ξέραμε ότι έπρεπε να περιμένουμε πολλή ώρα. Ο γέροντας δεν άνοιγε αμέσως. Εξασκούσε με τον τρόπο του στην υπομονή τους επισκέπτες του. Και τους δοκίμαζε και λιγάκι. Έτσι έγινε και με εμάς…

Με κάποιο δέος φθάνουμε ως το κατώφλι του. Μας καλοδέχεται ένας λεπτός, χαμογελαστός άνθρωπος. Μας χαιρετά με απλότητα, χωρίς καμιά προσποίηση. Από την πρώτη στιγμή συναντηθήκαμε πνευματικά και συνεννοηθήκαμε. Σα να γνωριζόμαστε χρόνια. Η ομάδα των φοιτητών ήταν προετοιμασμένη γι αυτό. Γιατί είχε ακούσει πολλά και ήταν έτοιμη για όλα. Εκτός από ένα. Κι αυτό φάνηκε στην πρώτη αυτή συνάντηση. Όταν έξω στην αυλή ασπάσθηκαν το χέρι του πάτερ Παΐσιου, έμειναν ακίνητοι, αμήχανοι, άφωνοι, κοιτάζοντας αυτόν τον ισχνό και απλοϊκό μοναχό, με το φτωχό του ζωστικό και τον καλογερικό σκούφο, ήρεμος να τους υποδέχεται με χαμόγελο και με μια απλή φράση για τον καθένα. Είχαν ακούσει για γίγαντα του πνεύματος, για μεγάλο ασκητή, για τον οποίο πολλά θαυμαστά διηγούνταν στις συνάξεις των σαλονιών τους οι ευσεβείς φιλοαγιορείτες των πόλεων, αλλά αυτός που στέκονταν μπροστά μας ήταν ένας απλός, καλοκάγαθος γέροντας που δεν φαινόταν να έχει τίποτε το ιδιαίτερο. Στάθηκε απλά κοντά μας, μας κέρασε το καθιερωμένο λουκούμι, μας έφερε νερό σε κύπελλο από την κοντινή βρύση, μερικά μέτρα παραπέρα. Ανάλαφρος, με απλές και εύκολες κινήσεις, με ένα πρόσωπο γεμάτο φώς, οικείος και ζεστός. 

Τόλμησα τον πρώτο λόγο, έτσι, για να πω και κάτι.
- Πάτερ Παΐσιε, από την πυκνή βλάστηση που έχετε εδώ υποθέτω ότι θα περνάτε βαρύ και βροχερό χειμώνα, με πολλή υγρασία.
- Ναι, απάντησε απλά βλέποντάς με μέ σημασία, αλλά έρχεται και το καλοκαίρι.
Έτσι άρχισε η συζήτηση. Μια συζήτηση που ξεκίνησε απλά και συνηθισμένα για να αποκτήσει, όσο προχωρούσε η ώρα, άλλο περιεχόμενο. Γιατί ο γέροντας ήξερε ένα δρόμο ξεχωριστό για τους νέους. Με το δικό του απλό παιδαγωγικό σύστημα τους οδηγούσε, με τρόπο μαγικό, μέσα από πρωτοφανέρωτα μονοπάτια της σκέψης.

Τον ρώτησαν:
- Γέροντα, πως βλέπετε την πορεία του σημερινού κόσμου γενικά, το μέλλον του Ελληνισμού και το δρόμο που πορεύεται η Ορθοδοξία;

Απάντησε απλά:
- Όλα εξαρτώνται από τον αγώνα που κάνουμε όλοι μας να κρατήσουμε λίγο προζύμι. Καλό σημάδι η ανανέωση του Όρους. Είναι το προζύμι. Θα μας φυλάξει ο Θεός και θα μας λυπηθεί, κι ας μη το αξίζουμε. Αν ξέρω ότι έμεινε έστω και ένας Έλληνας Ορθόδοξος, δεν θα φοβηθώ. Θα έχω την ελπίδα μου στον Θεό. Τώρα θέλει πολλή προσευχή. Να στέλνουμε μηνύματα προς τα επάνω. Μόνο ο Θεός θα μας σώσει από τη μεγάλη πυρκαϊά που έζωσε την εποχή μας.

Τον ρώτησαν οι φοιτητές:
- Τί αξίζει περισσότερο, η ποσοτική ή η ποιοτική προσευχή.
- Ούτε το ένα, ούτε το άλλο. Η καρδιακή προσευχή αξίζει. Ο πόνος των άλλων να γίνεται πόνος δικός μας. Τότε δεν μπαίνει ζήτημα χρόνου.
Πάνω σ’ αυτό ο γέροντας θυμήθηκε το νεαρό ασυρματιστή, όταν στα χρόνια του πολέμου υπηρετούσε στο Αγρίνιο: Όταν λέει κανείς, τί κάνουν οι καλόγεροι με την προσευχή; Γιατί δεν βγαίνουν έξω να βοηθήσουν την κοινωνία; Είναι σα να λες στον ασυρματιστή στο στρατό, άσε τον ασύρματο και πιάσε το τουφέκι. Αλλά χωρίς τον ασύρματο χάνεται η επαφή και ο στρατός καταστρέφεται.

Μέσα στις πολλές ερωτήσεις και τούτη η κάπως αναπάντεχη.
- Πάτερ Παΐσιε, πώς βλέπετε την Ελλάδα στην Ευρώπη;Ο γέροντας σκέφθηκε πολύ πριν απαντήσει. Μίλησε αργά και με βαθύ στοχασμό.
- Τη σκλαβιά της Τουρκοκρατίας και την Κατοχή την αντέξαμε και την ξεπεράσαμε. Την πνευματική σκλαβιά και κατοχή πώς θα την ξεπεράσουμε;

Όσο προχωρούσε η συζήτηση, καταστάλαζε ανεπιφύλακτα η άποψή μου για την προσωπικότητά του. Τη σημειώνω εδώ με μια γραμμή: «Έχει απλότητα κι αλήθεια μέσα του. Τίποτε το επιτηδευμένο δεν υπάρχει σ’ αυτόν. Εκεί βρίσκεται το μεγαλείο του».
Πήρε να βραδιάσει κι έπρεπε να αφήσουμε τον γέροντα στην ησυχία του. Τα κασετοφωνάκια έκλεισαν αοράτως μέσα στα σακίδια των παιδιών, παρόλο που ο γέροντας μας έδωσε να καταλάβουμε ότι το είχε αντιληφθεί. Καθώς μας οδηγούσε στην εξωτερική πόρτα, ο μικρότερος των φοιτητών ξαφνικά ρώτησε:
- Πάτερ, λένε ότι δεν μπορεί κανείς να σας φωτογραφίσει, επειδή το φιλμ καίγεται!
Ο γέροντας κοντοστάθηκε.
- Τί είναι αυτά που διαδίδουν, παιδί μου; Εγώ μερικές φορές παρακαλώ να μη με φωτογραφίζουν, και ξέρω ότι με τη στάση μου στενοχωρώ τους ανθρώπους. Γιατί πρέπει να φροντίζουμε το πρόσωπο της ψυχής μας και όχι το σαρκικό. Αλλά δεν θέλω πάλι να μείνετε με τη σφαλερή εντύπωση. Ήρθατε και με επισκεφθήκατε με αγάπη, γι αυτό θέλω να σας το ανταποδώσω. Βγάλτε φωτογραφίες, αλλά για ένα μόνο λεπτό.
Πότε βγήκαν τόσες μηχανές από τα σακίδια των νεαρών, πότε άστραψαν τόσα φλας! Ο γέροντας στεκόταν με το χέρι ακουμπισμένο στην εξώπορτα και έλεγε με χαμόγελο:
- Τί βομβαρδισμός είναι αυτός!  Τί φωτιές ανάβουν! Μακάρι να άστραφτε έτσι το φως και η λάμψη της αγάπης στο σημερινό κόσμο!
Σκοτείνιαζε. Αλλά η εικόνα του γέροντα Παΐσιου έμεινε ολοζώντανη και ολοφώτιστη μέσα μας.

Αθανάσιος Παλιούρας, Καθηγητού Πανεπιστημίου


Πηγή: («Ορθόδοξη Εικόνα και Πρόσωπο» (απόσπασμα από τον Τόμο «Ορθοδοξία-Ελληνισμός, Πορεία στην Τρίτη Χιλιετία», της Ιεράς Μονής Κουτλουμουσίου», Άγιον Όρος 1996)), Αγιορείτικες Μνήμες 

ΑΓΙΟΣ ΝΙΚΟΛΑΟΣ ΒΕΛΙΜΙΡΟΒΙΤΣ: ΤΙ ΝΑ ΑΠΑΝΤΗΣΟΥΜΕ ΟΤΑΝ ΚΑΠΟΙΟΣ ΜΑΣ ΛΕΕΙ ΟΤΙ ΔΕΝ ΥΠΑΡΧΕΙ ΘΕΟΣ!

Ένας συνάδελφός σου, σού επαναλαμβάνει συνεχώς: “Δεν υπάρχει Θεός!” Καί αισθάνεσαι σά νά σέ χτυπά μέ μαστίγιο. Κι εσύ αγωνιάς γιά τήν ψυχή του καί τή ζωή του. Καί καλά σκέφτεσαι.

Άν δέν υπάρχει ο Ζών κι ο Παντοδύναμος Θεός κι άν δέν είναι ισχυρότερος από τό θάνατο, τότε ο θάνατος είναι ο μοναδικός κυρίαρχος. Καί η κάθε ζωντανή ύπαρξη δέν είναι παρά ένα κλωτσοσκούφι τού θανάτου. Ένα ποντικάκι στό στόμα τής γάτας.

Μία φορά, αντικρούοντας τόν, τού είπες: “Ο Θεός υπάρχει. Γιά σένα δέν υπάρχει”. Καί δέν έσφαλες. Γιατί εκείνοι πού αποκόπτονται από τόν Αιώνιο καί Ζωοδότη Κύριο εδώ στήν γή, αποκόπτονται από τή ζωή τήν πραγματική. Καί έτσι ούτε εδώ, ούτε στήν άλλη ζωή θά γευθούν τό μεγαλείο του Θεού καί τής πλάσης Του. Καί καλύτερα νά μήν είχαμε γεννηθεί, παρά νά είμαστε αποκομμένοι από τόν Θεό.

Αν ήμουν στη θέση σου, θα του έλεγα τα εξής:
- Κάνεις λάθος, φίλε μου! Ορθότερο θα ήταν, αν έλεγες: «Εγώ δεν έχω Θεό». Διότι το βλέπεις, ότι υπάρχουν τόσοι άνθρωποι γύρω σου, που έχουν Θεό και γι’ αυτό διακηρύττουν ότι υπάρχει Θεός. Λοιπόν, μη λες: «Δεν υπάρχει Θεός»! Περιορίσου να λες: «Εγώ δεν έχω Θεό»!

- Κάνεις λάθος! Μιλάς σαν τον άρρωστο, που λέει ότι δεν υπάρχει πουθενά υγεία!

- Κάνεις λάθος! Μοιάζεις με τον τυφλό που λέει: «Δεν υπάρχει φως στον κόσμο». Όμως φως υπάρχει. Και είναι διάχυτο παντού. Αυτός ο δυστυχής δεν έχει το φως του. Και θα μιλούσε σωστά αν έλεγε: «Εγώ δεν έχω μάτια και δεν βλέπω φως».

- Κάνεις λάθος! Μιλάς σαν το ζητιάνο, που λέει: «Δεν υπάρχει χρυσάφι στη γη». Μα χρυσάφι υπάρχει! Και επάνω στή γη! Καί μέσα στή γη! Αυτός δεν έχει χρυσάφι! Το σωστό θα ήταν να έλεγε: «Εγώ δεν έχω χρυσό»!

- Κάνεις λάθος! Μοιάζεις με τον παλιάνθρωπο που λέει: «Δεν υπάρχει καλωσύνη στόν κόσμο». Ενώ θα έπρεπε να πει: «Εγώ δεν έχω ίχνος καλοσύνης μέσα μου».

Αυτό να του πεις κι εσύ: Συνάδελφε, κάνεις λάθος! Λάθος διακηρύττεις ότι δεν υπάρχει Θεός! Γιατί, όταν κάτι δεν το έχεις εσύ και δεν το γνωρίζεις εσύ, δεν σημαίνει ότι δεν υπάρχει πουθενά κι ότι δεν το έχει κανείς!

Ποιός σου έδωσε το δικαίωμα να μιλάς εκ μέρους όλου του κόσμου;Ποιός σου έδωσε την άδεια να διακηρύττεις, ότι την δική σου αρρώστια την έχουν όλοι; Ότι όλοι έχουν την δική σου πλάνη;
Φωνάζεις ότι δεν υπάρχει Θεός! Το διακηρύττεις σέ όλον τον κόσμο! Πολεμάς την αλήθεια!
Εκείνοι που δεν θέλουν να ζουν με τον Θεό είναι ελάχιστοι. Αλλά και γι’ αυτούς ο Θεός υπάρχει! Τους περιμένει. Μέχρι την τελευταία πνοή σ’ αυτή τη γη!
Και μόνο αν δεν φροντίσουν να μετανοήσουν, έστω στην τελευταία τους στιγμή, μόνο τότε ο Θεός στην άλλη ζωή θα πάψει να υπάρχει γι’ αυτούς. Και θα τους διαγράψει από το βιβλίο της ζωής.
Γι’ αυτό πες του, σε παρακαλώ φίλε μου. Για το καλό της ψυχής σου. Για τα επουράνια αγαθά. Για τα δάκρυα που έχυσε ο Χριστός και τις πληγές πού δέχθηκε για όλους μας. Άλλαξε μυαλό! Μετανόησε! Διορθώσου! Και γύρισε στην Εκκλησία μας!

Aπό το βιβλίο «Δρόμος χωρίς Θεό δεν αντέχεται»

Κυριακή 10 Ιανουαρίου 2016

Η ΒΑΠΤΙΣΗ ΤΗΣ ΜΠΟΥΡΤΖΟΥ («EΥΡΕΘΗΝ ΤΟΙΣ ΕΜΕ ΜΗ ΖΗΤΟΥΣΙΝ»)

 Η ΒΑΠΤΙΣΗ ΤΗΣ ΜΠΟΥΡΤΖΟΥ
«EΥΡΕΘΗΝ ΤΟΙΣ ΕΜΕ ΜΗ ΖΗΤΟΥΣΙΝ»
 
(Στὴν κατωτέρω αληθινή ιστορία δι᾽ εὐνοήτους λόγους ἔχουν ἀλλαχθεῖ ὅλα τὰ ὀνόματα καὶ τὰ τοπωνύμια.)
 
Ἡ Μπουρτζοὺ γεννήθηκε πρὶν ἀπὸ 35 χρόνια σὲ μία μουσουλμανικὴ χώρα, ὅπου καὶ μεγάλωσε, χωρὶς νὰ ἔχει κανέναν συγγενικὸ ἢ φιλικὸ δεσμὸ μὲ χριστιανούς, μέσα σὲ ἕνα καθαρὰ μουσλουμανικὸ περιβάλλον. Ὅλοι στὴν οἰκογένειά της εἶναι μουσλουμάνοι καὶ ποτὲ δὲν ἔτυχε νὰ γνωρίσει χριστιανούς.

Ὅταν πρὶν ἀπὸ 5 χρόνια ἦρθε ἕνα ταξίδι στὴν Ἑλλάδα ἀνακάλυψε ὅτι ἡ Κυρία ποὺ ἔβλεπε συχνὰ στὸν ὕπνο της ἦταν ἡ Παναγία. Ἔνιωσε ρίγος μέσα σὲ ἕνα μοναστήρι τῆς Βορείου Ἑλλάδος, ὅταν ἀντίκρισε τὴν εἰκόνα τῆς Παναγίας καὶ πυκνὰ δάκρυα κύλησαν στὰ μάγουλά της. Τότε ἦταν ποὺ ἄρχισε νὰ ρωτάει γιὰ τὸν Χριστὸ καὶ ἀποφάσισε νὰ γίνει χριστιανή. Ἀλλὰ ὁ δρόμος της ἦταν δύσκολος…Ρώτησε, ἔψαξε ἀλλὰ κανένας δὲν ἦταν πρόθυμος νὰ τὴν βοηθήσει.
Ἡ Μπουρτζοὺ ἔφτασε ὣς τὴν Θεσσαλονίκη, προκειμένου νὰ κατηχηθεῖ καὶ νὰ βαπτιστεῖ. Ἐπικοινώνησε μὲ ἱερέα ποὺ ἤξερε τὴν γλῶσσα της κι ὅταν ἔμαθε ὅτι ἐκεῖνος ἔχει πάρει ἐντολὴ ἀπὸ τὴ Μητρόπολή του νὰ κατηχήσει καὶ νὰ βαπτίσει ὁμάδα συμπατριωτῶν της ὀρθοδόξων πιστῶν, προσπάθησε νὰ ἔρθει μαζί τους στὴν πρώτη σειρὰ μαθημάτων.

Λυπηθήκαμε ὅταν τὸν Ὀκτώβριο τοῦ 2009 μάθαμε ὅτι δὲν κατάφερε νὰ ἔρθει ἡ Τ. –Μπουρτζού παρ’ ὅλο ποὺ τὸ ἐπιθυμοῦσε διακαῶς. (εἶχε ἤδη ἐπιλέξει χριστιανικὸ ὄνομα). Εἶπα στοὺς ἐν Χριστῷ ἀδελφοὺς καὶ συνενορίτες μου ὅτι ἡ Τ. κλαίει ἀπαρηγόρητη καὶ βέβαια ἐκεῖνοι ἔβαλαν τὰ «μεγάλα μέσα». Ἄρχισαν προσευχὴ γιὰ τὴν ἴδια καὶ τὸν ἄντρα της. Ὁ π.Θ. τῆς ἄρχισε μαθήματα τηλεφωνικῶς (!!!) γιὰ νὰ συντονιστεῖ μὲ τοὺς ὑπολοίπους στὴν ἑπομένη σειρὰ μαθημάτων. Ἀπὸ τὴν χαρά της ἔκλαιγε καὶ δὲν μποροῦσε νὰ παρακολουθήσει τὸ μάθημα…Ὅλοι στὴν ἐκκλησία προσεύχονταν καὶ γιὰ αὐτοὺς ποὺ ὁλοκλήρωσαν τὴν πρώτη σειρὰ μαθημάτων καὶ ἔφυγαν γιὰ νὰ ἐπανέλθουν σὲ ἕνα μήνα ἀλλὰ καὶ γιὰ τὴν Τ. μὲ τὸν ἄντρα της καὶ γιὰ ἀρκετοὺς ἀκόμα ποὺ δὲν κατάφεραν νὰ πάρουν βίζα καὶ νὰ ἔρθουν, λὲς νὰ τοὺς γνώριζαν χρόνια κι ἂς μὴν τοὺς εἶχαν δεῖ ποτὲ στὴ ζωή τους.
 
Τελικὰ μετὰ ἀπὸ ἕνα μήνα μία εὐχάριστη ἔκπληξη μᾶς περίμενε: ξαφνικὰ ἐμφανίστηκαν στὴν ἐνορία ἡ Τ. καὶ ὁ ἄντρας της ὁ Σ.! Ὁ ἴδιος ἄνθρωπος ποὺ πρὶν ἕνα μήνα τῆς ἀπαγόρευσε νὰ ἔρθει γιὰ κατήχηση ὁ ἴδιος ἄνθρωπος τὴν ἔφερε μὲ τὰ ἴδια του τὰ χέρια.
Πολὺ ζεστοὶ ἄνθρωποι. Ὁ Σ. παρ’ ὅλο ποὺ δὲν δήλωσε κατηχούμενος, μόλις εἶδε τὸν π.Θ., τὸν ἀγκάλιασε θερμὰ καὶ τὸν σήκωσε σχεδὸν στὴν ἀγκαλιά του. Κουβέντιασαν μαζί του καὶ ἡ καρδιά τους γέμισε χαρὰ καὶ ἐλπίδα. Ὅλοι μείναμε κατάπληκτοι μὲ τὶς εὔστοχες ἀπορίες τους καὶ τὴν πίστη τους. Ἡ Τ. λέει ὅτι θέλει νὰ κάνουν παιδιὰ μετὰ τὴν βάπτισή της.
 
Μᾶς διηγήθηκαν ὅτι σὲ ἕνα ταξίδι τους στὸ Α. εἶχαν καθίσει ἔξω ἀπὸ ἕνα παλιὸ ὀρθόδοξο ναὸ ποὺ ἔχει μετατραπεῖ σὲ τζαμὶ καὶ κοιτοῦσαν σκεπτικοὶ τὸ μεγάλο καμπαναριὸ ποὺ εἶχε χρόνια νὰ χτυπήσει. Ἐπειδὴ ὁ χῶρος εἶναι τζαμὶ οἱ ἰμάμηδες ἔχουν βγάλει τὸ σήμαντρο ἀπὸ τὴν καμπάνα. Τὴν ὥρα λοιπὸν ποὺ ἡ Τ. σκεφτόταν τί ὡραῖες λειτουργίες θὰ γίνονταν κάποτε ἐδῶ, ξαφνικὰ χτυπάει δύο φορὲς καθαρὰ καὶ δυνατὰ ἡ καμπάνα!!! Ὁ ἰμάμης, οἱ «πιστοί», οἱ γύρω περαστικοὶ τρέχουν ἔντρομοι κάτω ἀπὸ τὸ καμπαναριὸ νὰ δοῦν τί γίνεται! Κανένας δὲν μπορεῖ νὰ ἐξηγήσει πὼς χτύπησε μία καμπάνα χωρὶς σήμαντρο ποὺ ἦταν σὲ ἀχρηστία πάνω ἀπὸ 80 ἔτη!
 
Ἄρχισαν νὰ ρωτοῦν ὁ ἕνας τὸν ἄλλον ἂν ξέρει κάτι σχετικό… Οἱ συζητήσεις φούντωσαν καὶ δὲν ἔλεγαν νὰ κοπάσουν γιὰ πολλὴ ὥρα μεταξὺ τῶν περαστικῶν καὶ τῶν παρευρισκομένων. Ὅλους τοὺς κατέλαβε ρίγος. Μερικοὶ μάλιστα ἀπομακρύνθηκαν…καλοῦ κακοῦ…Καὶ τότε ὁ Σ. λέει στὴν γυναίκα του: ὁ Θεὸς εἶδε τὴν πίστη σου. Ἡ Ἐκκλησία σὲ ὑποδέχεται μὲ τυμπανοκρουσίες, γιὰ σένα ἔγινε αὐτό!
Μία ἄλλη φορὰ πάλι ἐπισκέφτηκαν ἕναν ἄλλον μισογκρεμισμένο ναό. Ὅλη τὴν ὥρα ἡ Τ. προσευχόταν στὸν ἔρημο ναὸ μὲ δάκρυα. Μία ἔντονη μυρωδιὰ ἀπὸ λιβάνι τῆς τρυποῦσε τὰ ρουθούνια ποὺ μάταια ἔψαχνε νὰ βρεῖ ἀπὸ ποῦ ἔρχεται. Σκέφτηκε νὰ τὸ πεῖ στὸν σύζυγό της ἀλλὰ δὲν τὸ ἔκανε, γιατί φοβόταν μὴν τὴν πεῖ φαντασιόπληκτη. Καὶ τότε ἐκεῖνος τὴ ρωτάει: μὰ ἀπὸ ποῦ ἔρχεται αὐτὴ ἡ ὡραία μυρωδιά; Δὲν σοῦ μυρίζει κάτι ὄμορφο; Δὲν βρῆκαν ποτὲ τὴν «πηγή» της.
 
Μιλούσαμε πολὺ καιρὸ στὸ τηλέφωνο μὲ τὴ Τ. ἀλλὰ ὅταν ἦρθε καὶ τὴ γνώρισα ἀπὸ κοντά, ντράπηκα γιὰ τὰ πνευματικά μου χάλια. Εἴπαμε πολλά. Μᾶς διηγήθηκε πῶς τὸ πρῶτο της ταξίδι στὴν Ἑλλάδα τὴν ἔκανε σὰν τρελὴ νὰ θέλει νὰ γίνει χριστιανή. Τὶς δυσκολίες τους, τὸν φόβο τῆς ἀπόρριψης, τὴν ἄγνοιά τους καὶ γιὰ τὰ πιὸ βασικὰ πράγματα, τὶς πόρτες ποὺ τοὺς ἄνοιξε ὁ Θεός, τὸ πρῶτο τους Πάσχα στὸ ναό…Πρὶν φύγουν τοὺς ἀγόρασα τὸ πρῶτο τους θυμιατήρι καὶ τὴν πρώτη τους καντήλα καὶ ἡ χαρά τους ἦταν ἀπερίγραπτη. Τοὺς ἔδειξα πῶς νὰ τὰ χρησιμοποιοῦν. Εἶναι τόσο ὄμορφο νὰ δείχνεις στοὺς ἀδελφοὺς μερικὰ μικρὰ καὶ πρακτικὰ ποὺ γιὰ μᾶς εἶναι ἁπλὴ ρουτίνα ἐνῶ γι’ αὐτοὺς εἶναι ἐντελῶς ἄγνωστα…
 
Ὅταν γύρισαν πίσω σπίτι τους, τὸ μικρό τους ἀνιψάκι ἐπέμενε ἡ θεία του νὰ τὸ πάει στὴν Ἐκκλησία. Τὸ παιδάκι αὐτὸ δείχνει μεγάλο ἐνθουσιασμὸ καὶ ἐνδιαφέρον γιὰ τὴ θρησκεία τῆς θείας του. Χωρὶς ἐκείνη νὰ τοῦ λέει κάτι ἰδιαίτερο, τὸ παιδάκι ἀναπαύεται στὸ νὰ τὴν ἀντιγράφει.
 
Οἱ μῆνες κύλησαν… Ἡ Τ. ὁλοκλήρωσε μέρος τῆς κατήχησής της διαδικτυακὰ ἀλλὰ καὶ διὰ ζώσης. Ὅταν ἔφτασε ἡ εὐλογημένη ὥρα τῆς βάπτισής της (ἔγινε στὶς 14 Ὀκτωβρίου 2010), δὲν κατάφερα νὰ εἶμαι κοντά της. Ἐκείνη μοῦ ἔγραψε τὴν παρακάτω ἐπιστολὴ ὅπου μοῦ περιγράφει ἀναλυτικὰ τὰ γεγονότα ἐκείνης τῆς ἡμέρας. Ἡ ἐπιστολὴ γράφτηκε λίγες μέρες μετὰ τὴ βάπτισή της. Στὰ σημεῖα ποὺ ὑπάρχουν μεγάλα γράμματα ἔχει βάλει καὶ ἡ ἴδια μεγάλα στὸ πρωτότυπο.
 
Κυριακὴ 17 Ὀκτωβρίου 2010
Πῶς εἶσαι ἀδελφή μου; Θέλεις νὰ μάθεις τὰ νέα μου, ἔ; Λοιπόν, εἶμαι τόσο εὐτυχισμένη, ἐσωτερικὰ ἀναπαυμένη καὶ συναισθηματικὰ ἀσφαλής, ὅσο δὲν ὑπῆρξα ποτὲ στὴν ζωή μου.
Τὴ μέρα τῆς βάπτισής μου βίωσα μία κατάσταση πανικοῦ…Τὸ πρωὶ ξεκινήσαμε νωρίς ἀπὸ τὸ σπίτι μαζὶ μὲ τὸν Σ. (ὁ ἄντρας της) καὶ φτάσαμε ἐγκαίρως στὸ ἀεροδρόμιο γιὰ νὰ παραλάβουμε τὴν νονά μου ποὺ ἐρχόταν ἀπὸ τὴν Θεσσαλονίκη εἰδικὰ γιὰ τὴ βάπτιση. Τὴν παραλάβαμε ἀλλὰ ὁ Σ. ἀντὶ νὰ πάει ὡς συνήθως παραλιακὰ στὸ Ναὸ ἀποφάσισε νὰ πάρει ἄλλο δρόμο γιὰ τὸ ναὸ καὶ ἔχασε τὸ δρόμο καὶ παιδευτήκαμε 1,5 ὥρα. Ἄρχισα νὰ κλαίω ἀπὸ τὰ νεῦρα μου. Βλέπεις ὁ πονηρὸς μὲ βασάνισε μέχρι τὸ τελευταῖο λεπτό. Πήραμε τηλέφωνο στὸν ἀδελφό μας τὸν Ι., μᾶς ἔδωσε νέες πληροφορίες καὶ βρήκαμε τὸν σωστὸ δρόμο ἀλλὰ ἐν τῷ μεταξὺ ἄρχισαν νὰ μᾶς παίρνουν τηλέφωνο ὁ ἕνας μετὰ τὸν ἄλλον ὁ Π., ἡ Β., ὁ Μ. ὅλοι ρωτοῦσαν τί πάθαμε. Εἶπα μέσα μου «πάει, δὲν θὰ γίνει ἡ βάπτιση». Τελικὰ φτάσαμε στὸ Ναό, πετάχτηκα ἀπὸ τὸ αὐτοκίνητο καὶ ἔπιασα τὸ χέρι τοῦ Π. καὶ ἄρχισα νὰ κλαίω ἀσυναίσθητα. (Ἡ Β. καὶ ὁ Ι. εἶναι πνευματικοὶ ἀδελφοί της, ὁμοεθνεῖς, βαπτισμένοι ὀρθόδοξοι ἐνῶ ὁ Π. καὶ ὁ Μ. Ἕλληνες φίλοι τους.)
Ὁ ἱερέας εἶπε «ἂς ἀρχίσουμε ἀμέσως» καὶ ἀρχίσαμε… Λὲς καὶ σταμάτησε ὁ χρόνος γιὰ μένα. Τί αἴσθηση ἦταν αὐτή, τί στιγμή…Μόλις ὁ πατέρας ἔβαλε τὸ χέρι του στὸ κεφάλι μου γιὰ τοὺς ξορκισμούς, ἄρχισα νὰ τρέμω. Καὶ ἡ νονά μου ἦταν τὸ ἴδιο φορτισμένη. Ἡ Β. ἦταν πίσω μου. Μετὰ τὴν κατήχηση ἀνεβήκαμε ὅλοι μαζὶ πάνω στὸν γυναικωνίτη.  Ξαφνικὰ βλέπω ἕνα γκροὺπ ποὺ εἶχε συνοδεύσει ὁ Μ. ἀπὸ τὴν Θεσσαλονίκη –ἄνθρωποι ἄγνωστοί μου ὣς ἐκείνη τὴν ὥρα- νὰ ἔχουν καθίσει ὅλοι στὸν γυναικωνίτη καὶ νὰ περιμένουν τὴν βάπτισή μου. Τὰ ἔχασα. Μὲ βοήθησαν νὰ ἑτοιμαστῶ. Δὲν μπορῶ νὰ σοῦ περιγράψω τὴν ἀγωνία τῆς Β. καὶ τῆς νονᾶς μου…
Ἄρχισαν οἱ δεήσεις τῆς κολυμπήθρας. Μετὰ μοῦ εἶπαν νὰ φορέσω τὸν χιτώνα μου καὶ νὰ μπῶ στὴν κολυμπήθρα. Δὲν ξέρω πῶς τὰ κατάφερα μὲ τὰ τόσα κιλά μου νὰ μπῶ, ἀλλὰ ἂν δὲν μοῦ ἔλεγαν νὰ βγῶ, θὰ μποροῦσα νὰ μείνω μέρες ὁλόκληρες μέσα στὸ νερό… Γιὰ σκέψου ἀδελφή μου, ἐδῶ καὶ 5 χρόνια πηγαινοέρχομαι καὶ παρατηρῶ μὲ λαχτάρα αὐτὴ τὴν κολυμπήθρα, ἀναρωτιέμαι πότε θὰ ἔρθει αὐτὴ ἡ εὐλογημένη στιγμὴ τῆς βάπτισής μου. Ὁ ἄνθρωπος βγαίνει ἀπὸ τὸ νερὸ ΝΕΟΣ ΑΝΘΡΩΠΟΣ! ΑΝ ΔΕΝ ΤΟ ΖΗΣΕΙΣ, ΔΕΝ ΜΠΟΡΕΙΣ ΝΑ ΤΟ ΚΑΤΑΛΑΒΕΙΣ! Ὅταν ὁ ἄνθρωπος βγεῖ ἀπὸ τὴν κολυμπήθρα εἶναι ἀνάλαφρος σὰν πουλί.
Στὸ μύρωμα τὰ ἔχασα… δὲν ἤξερα τί ἔπρεπε νὰ κάνω, μὲ βοήθησε ἡ Β. Γελοῦσε μὲ τὸν πανικό μου… φυσικὸ ἦταν, δὲν εἶχα ξαναδεῖ βάπτιση, δὲν ἤξερα. Ἀλλὰ μόλις πῆγα στὸ δωματιάκι νὰ ντυθῶ ἄρχισα νὰ κλαίω μὲ ἀναφιλητὰ ἀπὸ τὴν συγκίνηση. Μὲ ἄκουσαν. Ὁ ἱερέας μὲ ρώτησε ἂν μοῦ συνέβη κάτι.
Ὅλα ἦταν ὑπέροχα, ἀδελφή μου, εἶχα τέτοια ἀγωνία καὶ τώρα ἔχω τὸ ἴδιο συναίσθημα… λὲς καὶ τὰ ξαναζῶ ὅλα τώρα καὶ δὲν μπορῶ νὰ σοῦ γράψω. Ἀντὶ νὰ φιλήσω τὸ χέρι τοῦ πατέρα μετὰ τὸ εὐαγγέλιο φίλησα ξανὰ τὸ εὐαγγέλιο… Μετὰ ὅμως φίλησα καὶ τὸ χέρι του. Ἡ καρδιά μου πῆγε νὰ σπάσει, «ἄχ, δὲν φίλησα τὸ χέρι του» σκέφτηκα ἀλλὰ μετὰ παρηγορήθηκα στὴν ἰδέα ὅτι θὰ τοῦ ἔχει ξανασυμβεῖ κάτι τέτοιο.
Ὅλοι στὸ γκροὺπ παρακολουθοῦσαν ὄρθιοι κλαίγοντας. Ἔκλαιγα κι ἐγώ, ἡ Μάνα μου (ἐννοεῖ τὴ νονά της), ὁ Σ., ὁ Μ., ἡ Β., ὅλοι κλαίγαμε. Δηλαδὴ ἦταν μία βάπτιση μὲ μπόλικα δάκρυα ἡ δική μου…
Μετὰ κατεβήκαμε κάτω στὸ ναὸ γιὰ νὰ κοινωνήσω μαζὶ μὲ τὴ νονά μου. Ἐκείνη τὴ στιγμὴ δὲν μπόρεσα νὰ συγκρατηθῶ. Φαντάσου ἀδελφή μου, θὰ ἔπαιρνα ΤΟΝ ΚΥΡΙΟ ΜΟΥ μέσα μου! Χρόνια ὁλόκληρα ἔβλεπα αὐτοὺς ποὺ κοινωνοῦσαν καὶ τώρα εἶχε φτάσει ἡ ὥρα καὶ γιὰ μένα. Κράτησα τὴ λαμπάδα μου καὶ πλησίασα. Κατάπια τὸν μαργαρίτη μὲ τέτοια λαχτάρα λὲς καὶ θὰ κατάπινα τὴ λαβίδα. Νομίζω ὅτι ἀκούστηκε ἕνας θόρυβος ἀπὸ τὴ λαχτάρα μου νὰ πάρω τὸν Κύριο. Ἐκείνη τὴν ὥρα εἶπα: ΝΑ ΑΥΤΗ ΕΙΝΑΙ Η ΖΩΗ, ΠΗΡΑ ΜΕΣΑ ΜΟΥ ΤΟΝ ΚΥΡΙΟ! Προσευχήθηκα: ΘΕΕ ΜΟΥ ΜΗ ΜΟΥ ΣΤΕΡΗΣΕΙΣ ΠΟΤΕ ΤΗΝ ΚΟΙΝΩΝΙΑ. Ἐκείνη τὴ στιγμὴ κατάλαβα ὅτι τίποτα ἄλλο στὴ ζωὴ δὲν ἔχει νόημα κι ὅτι ἐγὼ ἐκείνη τὴν ὥρα ἔγινα πραγματικὰ ΟΡΘΟΔΟΞΗ. Γιὰ σκέψου κι αὐτό: ὅλον αὐτὸ τὸν καιρὸ ἔλεγα ὅτι εἶμαι ὀρθόδοξη ἀλλὰ ἤμουν μακριὰ ἀπὸ τὰ μυστήρια. ΕΚΕΙΝΗ ΤΗΝ ΗΜΕΡΑ ΒΙΩΣΑ 3 ΜΕΓΑΛΑ ΜΥΣΤΗΡΙΑ ΜΑΖΙ: ΒΑΦΤΙΣΗ, ΧΡΙΣΜΑ ΚΑΙ ΘΕΙΑ ΜΕΤΑΛΗΨΗ. ΔΕΝ ΥΠΑΡΧΕΙ ΠΙΟ ΣΠΟΥΔΑΙΟ ΒΙΩΜΑ ΑΠΟ ΑΥΤΟ! ΔΟΞΑΖΩ ΤΟΝ ΚΥΡΙΟ ΠΟΥ ΜΕ ΑΞΙΩΣΕ ΝΑ ΠΕΡΠΑΤΗΣΩ ΣΤΟΝ ΔΡΟΜΟ ΤΟΥ ΚΑΙ ΕΓΡΑΨΕ ΤΟ ΟΝΟΜΑ ΜΟΥ ΣΤΟ ΒΙΒΛΙΟ ΤΟΥ ΟΥΡΑΝΟΥ.
Κοινώνησε καὶ ἡ μάνα μου (νονά μου). Δὲν μποροῦσα νὰ συγκρατήσω τὰ δάκρυά μου. Ἦρθαν ἀπὸ τὸ γκροὺπ γιὰ ἀναμνηστικὲς φωτογραφίες. Κοιτάω τὰ πρόσωπά τους καὶ τί νὰ δῶ, ὅλοι κλαίγανε. Ἄρχισαν νὰ μὲ φιλᾶνε στὸ πρόσωπο καὶ στὰ χέρια. Ὁ ἕνας μοῦ περνοῦσε ἕνα κομποσκοίνι, ὁ ἄλλος κάτι ἄλλο. Δύο κυρίες ἔβγαλαν τὰ δαχτυλίδια τους καὶ μοῦ τὰ ἔδωσαν. Ἦταν ἀπὸ τὸ Σινᾶ καὶ ἔγραφαν πάνω τὸ ὄνομα τῆς ἁγίας Αἰκατερίνης. Ἔμεινα ἔκπληκτη, πῶς θὰ μποροῦσα ἐγὼ νὰ ἀποκτήσω ἕνα δαχτυλίδι ἀπὸ τὸ Σινᾶ καὶ μάλιστα μὲ χαραγμένο τὸ ὄνομα τῆς νονᾶς μου… Τὸ ἄλλο γράφει ΚΥΡΙΕ ΙΗΣΟΥ ΧΡΙΣΤΕ ΕΛΕΗΣΟΝ ΜΕ. Ἀκόμα και νὰ τὰ εἶχα παραγγείλει, δὲν θὰ ἦταν εὔκολο νὰ μοῦ ἔρθουν τέτοια δῶρα.
Ἐκείνη τὴν ὥρα μὲ πλησίασε ἕνας νεαρὸς καὶ μοῦ εὐχήθηκε στὴ γλώσσα μου. Τὰ ἔχασα. Ὅταν μάλιστα μοῦ εἶπε τὶς εὐχές σου νόμισα ὅτι ἄρχισα νὰ τὸ χάνω, λέω δὲν κατάλαβα καλά. Ὅμως ἐκεῖνος μοῦ ἐξήγησε ὅτι εἶναι μαθητής σου, φίλησε τὸ χέρι μου καὶ μοῦ ἔδωσε μία εἰκόνα τῆς Παναγίας κι ἕνα κομποσκοίνι. Ἦταν μία μεγάλη ἔκπληξη γιὰ μένα.
Ἡ μητέρα μου (νονά μου) ΤΑ ΣΚΕΦΤΗΚΕ ΟΛΑ ΝΑ ΕΙΝΑΙ ΚΑΛΑ, μοίρασε γλυκὰ στὸ γκροὺπ καὶ ἔφυγαν. (τὸ γκροὺπ) Δὲν μπορῶ νὰ σοῦ περιγράψω πῶς ἀγκάλιασα καὶ πόση ὥρα εὐχαριστοῦσα τὸν Μ. ποὺ ἔγινε αἰτία νὰ ἀρχίσουν ὅλα καὶ ὁ ὁποῖος μοῦ ἔλεγε πάντα νὰ κάνω αὐτὸ ποὺ θέλει ἡ καρδιά μου καὶ νὰ γίνω εὐτυχισμένη. Τὸν ἀγκάλιασα καὶ ἔκλαψα πολύ.
Ἦταν ὅλα τέλεια. Ἔμεινα λίγο ἀκόμα στὸ Ναό. Περιηγήθηκα στοὺς διαδρόμους του ὅμως τώρα πιὰ ἤμουν βαπτισμένη. Ἔνιωθα τὰ πόδια μου νὰ πατοῦν πιὸ σταθερὰ στὸ πάτωμα. Ἀσπάστηκα ξανὰ τὶς εἰκόνες, προσευχήθηκα καὶ μὲ μεγάλη δυσκολία ἔφυγα μπροστὰ ἀπὸ τὴν ὡραία πύλη. Σκεφτόμουν ὅτι βρῆκα τελικὰ τὴν ἐσωτερικὴ ἀνάπαυση ποὺ ἀναζητοῦσα ἐδῶ καὶ χρόνια.
Βγῆκα ἔξω νὰ ἀποχαιρετήσω τὸ γκρούπ. Ἔβρεχε. Μοῦ ἔλεγαν νὰ φυλαχτῶ, γιατί εἶχα βρεγμένο τὸ κεφάλι μου ἀλλὰ ἐγὼ δὲν καταλάβαινα τίποτα, ὁ Κύριος μὲ ζέσταινε.
Πήγαμε στὸ κέντρο τῆς πόλης μαζὶ μὲ τὴ μαμά μου (νονά) μου καὶ τὴ Β. καὶ τὸν Σ. Ἀφήσαμε τὸ αὐτοκίνητο κάπου γιὰ πέντε λεπτὰ καὶ μᾶς τὸ πῆρε ὁ γερανός.
Ὁ Σ. πῆγε νὰ τὸ βρεῖ, ἐγὼ μὲ τὴ Β. καὶ τὴ μητέρα μου (νονὰ) πήγαμε γιὰ φαγητό, ἦρθε καὶ ὁ Σ. καὶ μᾶς βρῆκε. Ἡ Β. μοῦ ἔκανε δῶρο τὸ τραπέζι. Ἐν συνεχείᾳ ἡ Β. πῆγε στὴ δουλειά της κι ἐγὼ μὲ τὸν Σ. μείναμε στὸ ἀεροδρόμιο μαζὶ μὲ τὴν μητέρα (νονά) μου κουβεντιάζοντας ὣς τὴν ὥρα τῆς ἀναχώρησης.
Σοῦ εἶμαι εὐγνώμων γιὰ τὴ νονὰ ποὺ μοῦ γνώρισες, εἶναι ὑπέροχος ἄνθρωπος. Πάντα ἤθελα νὰ μὲ βαπτίσει κάποια μὲ βαθειὰ πίστη, τὴν ὁποία νὰ ἔχω γιὰ παράδειγμα στὴν πνευματική μου ζωή. Ἐσὺ γιὰ μένα εἶσαι μάνα μου, ἀδελφή μου ἡ πιὸ στενή μου φίλη…τὰ πάντα. Σὲ ἀγαπῶ πολύ.
Ἡ νονά μου τὸ παράκανε μὲ τὰ δῶρα. Μοῦ ἔφερε ἕνα μπαοῦλο δῶρα. Μέσα ἀπὸ τὸ μπαοῦλο βγῆκε ἕνας ἐπὶ πλέον βαπτιστικὸς χιτώνας, ποὺ εἶχε φέρει ἡ νονά μου ἀπὸ τὰ Ἱεροσόλημα. Ὁ Σ. μοῦ εἶπε: «αὐτὸν φύλαξέ τον γιὰ μένα».
Ἀδελφή μου, δὲν μπορῶ νὰ σοῦ περιγράψω πόσο πολὺ ἐπηρεάστηκε ἀπὸ τὴ βάπτισή μου. Ἄλλαξε ἡ συμπεριφορά του. Πάντα ἦταν καλὸς ἀλλὰ πλέον εἶναι ὑπέροχος.
Σήμερα βγήκαμε ἔξω γιὰ φαγητό. Μετὰ τὸ φαγητὸ ἄρχισε νὰ μὲ ρωτάει διάφορα πράγματα κι ἐγὼ τοῦ εἶπα πολλά. Εἶναι πιστὸς ἄνθρωπος καὶ ἔχει ὀρθόδοξο τρόπο τοῦ σκέπτεσθαι. «Καὶ βέβαια, λέει, μπορεῖ ὁ Θεὸς νὰ ἔρθει ὡς ἄνθρωπος ἐπὶ τῆς γῆς!». Ἂν τὸν ἀκούσεις νὰ μιλάει, νομίζεις ὅτι διάβασε τὴν Γραφὴ ἀλλὰ δὲν τὴν ἔχει διαβάσει. Τοῦ εἶπα νὰ τὴν διαβάσει, ὅταν ἔχει χρόνο καὶ εἶναι ἤρεμος. Ἀδελφή μου, δὲν κατάφερες νὰ ἔρθεις στὴν βάπτισή μου, ἴσως ἔρθεις στὸν γάμο μας.
Μοῦ εἶπε τὴν αὐτοσχέδια προσευχὴ ποὺ λέει κάθε βράδυ στὸν Θεὸ ἀπὸ τότε ποὺ ἦταν παιδί. Ἔμεινα κατάπληκτη: λὲς καὶ διαβάζεις ἀπόδειπνο!!! Ἔπαθε σὸκ κι ἐκεῖνος, ὅταν τοῦ τὸ εἶπα. Δὲν μὲ πίστευε. Μόλις γυρίσαμε στὸ σπίτι, τοῦ ἔδειξα τὸ ἀπόδειπνο…ἔμεινε μὲ τὸ στόμα ἀνοιχτό! Πράγματι, ἀπὸ μικρὸς προσεύχεται σὰν ὀρθόδοξος… (ποιός ἄραγε ἔβαλε αὐτὰ τὰ λόγια στὴν καρδιά του;)
Ἀδελφή μου, διαβάζω τὶς προσευχές μου καθημερινά. Φοβᾶμαι πολὺ νὰ μὴν ἁμαρτήσω μὲ ὁποιοδήποτε τρόπο. ΠΑΡΑΚΑΛΩ ΤΟΝ ΘΕΟ ΝΑ ΜΕ ΠΡΟΦΥΛΑΞΕΙ ΑΠΟ ΚΑΘΕ ΑΜΑΡΤΙΑ.
Τὸ βράδυ τῆς βάπτισής μου τηλεφώνησε ὁ ΠΑΤΕΡΑΣ μας, ὁ π.Θ. Μὲ συνεχάρη καὶ μοῦ εἶπε: «ἔγινες χριστιανή, ὥρα νὰ γίνεις καὶ ἁγία». Εἴθε νὰ μᾶς ἀξιώσει ὅλους ὁ Κύριος τὴν ἁγιότητα. Θὰ ἤθελα πολὺ νὰ κοινωνήσω κι ἀπὸ τὸ χέρι τοῦ πατέρα μας.
Μίλησα καὶ μὲ τὴν ἐν Χριστῷ ἀδελφή μας τὴν Πόπη. Τί ὡραῖοι ἄνθρωποι ποὺ εἶστε ὅλοι σας! Τώρα καταλαβαίνω τί σημαίνει νὰ βαδίζεις τὸν δρόμο τοῦ Κυρίου. Ἡ ὀμορφιὰ τῆς καρδιᾶς σας ἀντανακλάει παντοῦ στὴν ζωή σας. Σᾶς ἀγαπῶ πολύ.
Τὴν ἡμέρα τῆς βάπτισης, ὅταν γυρίζαμε σπίτι, ἄρχισα νὰ προσεύχομαι γιὰ ὅλους σας ξεχωριστά: Γιὰ τὸν Πατέρα καὶ τὴ Μητέρα μας, γιὰ σένα, τὸν ἄντρα σου, τὰ παιδιά σας, τοὺς γονεῖς σου, τὴ νονά μου, τὴ μαμά μου, τὸν Σ., τὴν ἀδελφή μου, γιὰ τὸν ἀνιψιό μου, γιὰ τὴ Β., τὴ Μαρία, τὸν Θανάση, τὸν Ι., τὸ Λουκᾶ, τὴν γυναίκα του, τὴν Πόπη καὶ γιὰ ὅλη μας τὴν ἐνορία. Ὅσων τὰ ὀνόματα δὲν τὰ θυμόμουν, τοὺς περιέγραφα: ἐκείνη τὴν ἀδύνατη μὲ τὰ κοντὰ μαλλιὰ ἐλέησε Κύριε, ἔλεγα. Δὲν τελείωσαν τὰ ὀνόματα, μέχρι νὰ φτάσουμε σπίτι. Ὁ Σ. μὲ ρωτάει τί σιγοψιθυρίζω καὶ τοῦ ἀπαντῶ: προσεύχομαι γιὰ ὅλους πρὶν ἁμαρτήσω. Δὲν τὸ θέλω ἀλλὰ μπορεῖ νὰ ἁμαρτήσω χωρὶς νὰ τὸ ξέρω. Πρὶν συμβεῖ αὐτὸ προσευχήθηκα γιὰ ὅλους σας.
Τὸ ἅγιο Μύρο διαπότισε τὸ δέρμα μου. Δὲν ἤθελα νὰ πλυθῶ γιὰ νὰ μὴ φύγει ἡ μυρωδιὰ ἀλλὰ παρέμεινε καὶ μετὰ τὴν ἀπόλουση. Ὁ Σ. ἔρχεται πότε πότε καὶ μυρίζει τὰ χέρια μου. «Βαφτίσου κι ἐσὺ» τοῦ εἶπα, «πρὶν προλάβει νὰ φύγει τὸ ἅγιο Μύρο ἀπὸ τὰ δικά μου χέρια». Ἀδελφή μου, πρώτη φορὰ ἔνιωσα τόσο κοντά μου τὸν Σ. Νὰ περιμένεις τὰ καλὰ νέα. Ἂς προσευχηθοῦμε. Ὁ κατηχητής μου προσευχήθηκε γιὰ μένα.
Κατάλαβα ὅτι ἡ Μόνη Ἀλήθεια στὴ ζωή μας εἶναι ὁ Κύριος, ὅλα τὰ ἄλλα εἶναι μάταια. Τὸ μόνο ποὺ ἀξίζει εἶναι νὰ ζεῖ κανεὶς σὰν Ἐκεῖνον, νὰ συνδέεται μαζί Του, νὰ γίνεσαι ἄξιος δοῦλος Του. Κάθε βράδυ δίνω ὑπόσχεση στὸν ἑαυτό μου νὰ μὴν θυμώσω μὲ κανέναν, νὰ μὴν πικράνω κανέναν. Λέω πὼς εἶμαι στὸν δρόμο τοῦ Χριστοῦ καὶ γι’ αὐτὸ πρέπει νὰ εἶμαι παράδειγμα στοὺς ἄλλους. Δυστυχῶς ἀναγκάστηκα νὰ πῶ ψέματα στὴ μαμά μου, ἡ ὁποία μᾶς πῆρε τηλέφωνο ὅταν ἤμασταν στὸ ἀεροδρόμιο μὲ τὴ νονά μου. Κατάλαβε ὅτι εἴχαμε πάει γιὰ τὴ βάπτιση καὶ ἔβαλε τὶς φωνὲς στὸν Σ. «Ἂν βαπτιστεῖ, νὰ μὴν πατήσει στὸ σπίτι μου οὔτε κι ἐγὼ θὰ πάω στὸ δικό της!» οὔρλιαζε. Ἀναγκάστηκα νὰ τῆς πῶ ὅτι εἴμαστε σπίτι, γιὰ νὰ τὴν ἠρεμήσω. Εἶπα δηλαδὴ τὸ πρῶτο μου ψέμα. Πρὸς τὸ παρὸν δὲν θὰ τὸ πῶ οὔτε στὴ μητέρα οὔτε στὴν ἀδελφή μου…αὐτὸς θὰ εἶναι ὁ δικός μου σταυρός. Τὸ σημαντικὸ γιὰ μένα εἶναι ὅτι ὁ ἄντρας μου μὲ στηρίζει, μοῦ ἐπιτρέπει νὰ προσεύχομαι ἄνετα στὸ σπίτι μου, μὲ πηγαίνει στὴν ἐκκλησία.
Πρώτη φορὰ λοιπὸν στὴ ζωή μου ἔκανα αὐτὸ ποὺ πραγματικὰ ἤθελα ΜΕ ΤΗΝ ΒΟΗΘΕΙΑ ΤΟΥ ΚΥΡΙΟΥ, ΔΟΞΑΣΜΕΝΟ ΤΟ ΟΝΟΜΑ ΤΟΥ!
Εἶμαι εὐτυχισμένη καὶ ἐσωτερικὰ ἀναπαυμένη ὅσο ποτὲ στὴ ζωή μου. Εἶμαι εὐγνώμων στὸν Πατέρα μας, σὲ σένα καὶ σὲ ὅλους. Ο ΚΥΡΙΟΣ ΝΑ ΣΑΣ ΠΡΟΣΤΑΤΕΥΕΙ. Σᾶς ἀγαπῶ πολύ.
Τ. Μπουρτζοὺ
 
Τὴν 1 Φεβρουαρίου 2013 ἡ Τ. Μπουρτζοὺ ἀπέκτησε ἕνα ὑγιέστατο κοριτσάκι κατὰ τὴν ἐπιθυμία της νὰ γίνει μητέρα μετὰ τὴ βάπτισή της. Στὴν πόλη ποὺ ζεῖ, στὸ μαιευτήριο, τὴν ἐπισκέφτηκε ὀρθόδοξος ἱερέας καὶ τῆς διάβασε τὴ σχετικὴ εὐχή. Μὲ τὴ σύμφωνη γνώμη τοῦ συζύγου της ἡ κόρη τους θὰ βαπτιστεῖ καὶ θὰ ὀνομαστεῖ Αἰκατερίνη.