ΑΝ ΒΙΑΖΕΣΑΙ ΝΑ ΔΕΙΣ ΤΟΝ ΚΟΣΜΟ ΝΑ ΓΙΝΕΤΑΙ ΚΑΛΥΤΕΡΟΣ, ΑΡΧΙΣΕ ΑΠΟ ΤΟΝ ΕΑΥΤΟ ΣΟΥ. ΕΙΝΑΙ Ο ΣΥΝΤΟΜΟΤΕΡΟΣ ΔΡΟΜΟΣ.

Πέμπτη 18 Φεβρουαρίου 2016

ΝΑ ΕΛΕΟΥΜΕ ΧΩΡΙΣ ΔΙΑΚΡΙΣΕΙΣ!

 Να ελεούμε χωρίς διακρίσεις
 
Ένας καλός ιερέας κάθε Κυριακή μετά τη Λειτουργία μάζευε τους φτωχούς της ενορίας του και τους μοίραζε τα χρήματα, που μάζευε το «κιβώτιο των πτωχών». Μια Κυριακή πήγε μία γυναίκα με παλιά ξεσκισμένα ρούχα με ύφος κακομοίρικο. Ο Ιερέας τη λυπήθηκε. Έβαλε το χέρι του στο κιβώτιο με την πρόθεση να της δώσει όσα χρήματα χωρούσε η παλάμη του. όταν το τράβηξε έξω, είδε πως είχε πιάσει λίγα κέρματα. Βιάστηκε να της τα δώσει, γιατί πίσω της περίμενε άλλη να πάρει φιλοδώρημα. Αυτή φορούσε περιποιημένα φορέματα. Ο ιερέας σκέφτηκε πως ήταν από κείνες που χωρίς λόγο ζητιανεύουν. Θα της έδινε λίγα, για να μην την αφήσει να φύγει έτσι και τής έμενε η ντροπή. Έβαλε πάλι το χέρι του στο κιβώτιο κι η χούφτα του γέμισε χρυσά νομίσματα.
 Σαν ευλαβής που ήταν κατάλαβε τη θεία επέμβαση. Ζήτησε λοιπόν πληροφορίες και για τις δύο εκείνες γυναίκες. Έμαθε τότε πως η μία που φαινόταν καλοντυμένη, ήταν από καλή οικογένεια, που τελευταία από διάφορα ατυχήματα φτώχυνε και υπέφερε πολύ. Από αξιοπρέπεια φορούσε περιποιημένα ρούχα. Η άλλη έβαζε κουρέλια, όταν έβγαινε να ζητιανέψει, για να της δίνουν ευκολότερα.

ΓΕΡΟΝΤΙΚΟ: Η ΑΞΙΑ ΤΗΣ ΕΛΕΗΜΟΣΥΝΗΣ!

 Η αξία της ελεημοσύνης
 
Ένας άγιος Γέροντας έμενε με τον υποτακτικό του σε μια καλύβη, όχι μακριά από ένα κεφαλοχώρι.
Κάποτε έπεσε στον τόπο μεγάλη δυστυχία κι ο φτωχός κόσμος πέθαινε σχεδόν από την πείνα. Πολλοί στην απελπισία τους πήγαιναν και κτυπούσαν στην καλύβη του ερημίτη. Εκείνος πάλι, που ήταν πολύ ελεήμων, έδινε με την καρδιά του απ’ ό,τι τύχαινε να έχει. Ο υποτακτικός όμως που έβλεπε με τρόπο το ψωμί τους να λιγοστεύει, είπε μια μέρα στενοχωρημένος στο Γέροντα:
-Αββά, δε μου ξεχωρίζεις τα ψωμιά που μου αναλογούν, κι από δω και πέρα μοίραζε από τα δικά σου ελεημοσύνη. Έτσι όπως πάμε τώρα, γρήγορα θα πεινάσουμε κι οι δυο.

Ο αγαθός Γέροντας χώρισε τα ψωμιά του υποτακτικού του, χωρίς να πει τίποτα κι εξακολούθησε να δίνει από τα δικά του στους φτωχούς. Μα κι ο Θεός που είδε την καλή του προαίρεση τα ευλόγησε, κι όσο εκείνος έδινε, τόσο αυτά επληθύνονταν. Ο υποτακτικός στο μεταξύ έφαγε τα δικά του.

Όταν πια δεν του έμειναν παρά λίγα ψίχουλα, πήγε στον Γέροντα του και τον παρακαλούσε να τρώνε πάλι μαζί. Εκείνος τον δέχτηκε χωρίς να φέρει αντίρρηση. Τώρα όμως είχαν αυξηθεί και οι ζητιάνοι, κι ο υποτακτικός άρχισε πάλι να δυσανασχετεί. Ο υποτακτικός κατσούφιασε.
-Δώσε του ένα καρβέλι, πρόσταξε ο Γέροντας, που έκανε πως δεν είδε το μορφασμό του.
-Μου φαίνεται πως δεν έχουμε πια να φάμε ούτε εμείς. Είπε φωναχτά ο υποτακτικός, για να τον ακούσει κι ο ζητιάνος.
-Πήγαινε και ψάξε καλά, πρόσταξε ο Γέροντας.
Σηκώθηκε εκείνος απρόθυμα να πάει στο κελλαρικό. Μα τρόμαξε ν’ ανοίξει την πόρτα. Το βρήκε γεμάτο ως επάνω από καλοψημένα φρέσκα καρβέλια! Από την ημέρα εκείνη απόκτησε μεγάλη εμπιστοσύνη στον άγιο Γέροντά του κι έγινε πρόθυμος στο ν’ ανακουφίζει τους φτωχούς.

Τετάρτη 17 Φεβρουαρίου 2016

ΑΓΙΟΣ ΙΩΑΝΝΗΣ Ο ΧΡΥΣΟΣΤΟΜΟΣ: Ο ΙΗΣΟΥΣ ΩΣ ΠΑΤΕΡΑΣ, ΑΔΕΛΦΟΣ, ΦΙΛΟΣ ΚΑΙ ΝΥΜΦΙΟΣ!


Άγιος Ιωάννης ο Χρυσόστομος: Εγώ είμαι ο Πατέρας σου, εγώ ο αδερφός σου, εγώ νυμφίος της ψυχής σου, εγώ το σπίτι που μπορείς να καταφύγεις, εγώ η τροφή σου, εγώ το ένδυμά σου, εγώ η ρίζα σου, εγώ το στήριγμα σου, εγώ είμαι κάθε τι που επιθυμείς, κοντά μου δε θα 'χεις ανάγκη τίποτε . Εγώ και θα σε υπηρετήσω, γιατί ήρθα να υπηρετίσω και όχι να με υπηρετήσουν. Εγώ είμαι και φίλος και μέλος του σώματος σου και κεφαλή και αδελφός και αδελφή και μητέρα, όλα εγώ για σένα, αρκεί να έχεις φιλικά αισθήματα απέναντι μου. Εγώ έγινα φτωχός για σένα με την ενανθρώπηση μου, έγινα και ζητιάνος για σένα, για σένα ανέβηκα στο Σταυρό, για σένα κατέβηκα στον τάφο, στον ουρανό παρακαλώ για σένα τον Πατέρα μου, κατέβηκα στη γη για σένα ως αντιπρόσωπος του Πατέρα μου. Εσύ για μένα είσαι τα πάντα-και αδελφός και συγκληρονόμος και φίλος και μέλος του σώματος μου. Τι περισσότερο θέλεις; Γιατί αποστρέφεσαι Αυτόν που σε αγαπάει;
Είναι φανερό λοιπὸν, είναι ξεκάθαρο από κάθε πλευρά, ότι ο Θεός μας αγαπάει περισσότερο από όσο εμείς τον εαυτό μας.

Τρίτη 16 Φεβρουαρίου 2016

ΟΣΙΟΣ ΠΑΪΣΙΟΣ: Η ΕΥΛΑΒΕΙΑ ΣΤΙΣ ΕΙΚΟΝΕΣ - ΠΑΡΑΠΟΝΕΘΗΚΕ Ο ΑΓΙΟΣ ΝΙΚΟΛΑΟΣ, ΓΙΑΤΙ ΤΟΝ ΕΒΑΛΕ Ο ΜΟΝΑΧΟΣ ΑΝΑΠΟΔΑ!

Ένας μοναχός ετοίμασε μία εικόνα του Αγίου Νικολάου, για να την δώσει ευλογία σε κάποιον. Την τύλιξε με καλό χαρτί και την έβαλε σε ένα ντουλάπι, μέχρι να την δώσει...
Αλλά χωρίς να το προσέξει, την έβαλε ανάποδα... Σε λίγο άρχισε να ακούγεται μέσα στο δωμάτιο ένας κρότος. Κοίταζε ο μοναχός από δω, αποκεί, να δει από πού ερχόταν αυτός ο κρότος... «τακ-τακ-τακ»· δεν τον άφηνε να ησυχάσει. Τελικά όταν πήγε κοντά στο ντουλάπι, κατάλαβε ότι ο κρότος έβγαινε από εκεί. Το ανοίγει και βλέπει ότι ο κρότος έβγαινε από την εικόνα. «Τι να έχει η εικόνα; λέει· για να δώ». 

Μόλις την ξετύλιξε, είδε πως ήταν ανάποδα...
Την έστησε όρθια και αμέσως σταμάτησε ο κρότος...
 
Ο ευλαβής ιδιαίτερα ευλαβείται τις εικόνες. Και όταν λέμε «ευλαβείται τις εικόνες», εννοούμε ότι ευλαβείται το εικονιζόμενο πρόσωπο. Όταν έχει κανείς μια φωτογραφία του πατέρα του, της μάνας του, του παππού του, της γιαγιάς του, του αδελφού του, δεν μπορεί να την σχίσει ή να την πατήσει, πόσο μάλλον μια εικόνα! 
Οι Ιεχωβάδες δεν έχουν εικόνες. Την τιμή που αποδίδουμε στις εικόνες την θεωρούν ειδωλολατρία.
Είπα σε έναν Ιεχωβά μια φορά: «Εσείς δεν έχετε φωτογραφίες στα σπίτια σας;».
«Έχουμε», μου λέει.
«Έ, καλά, η μάνα, όταν το παιδί της λείπει μακριά, δεν φιλάει την φωτογραφία του παιδιού της;». 
«Την φιλάει», μου λέει.
«Το χαρτί φιλάει ή το παιδί της;».
«Το παιδί της», μου λέει.
«Έ, όπως εκείνη, όταν φιλάει την φωτογραφία του παιδιού της, του λέω, φιλάει το παιδί της και όχι το χαρτί, έτσι και εμείς τον Χριστό φιλούμε· δεν φιλούμε το χαρτί ή το σανίδι».

Από το βιβλίο «Γέροντος Παϊσίου Αγιορείτου ΛΟΓΟΙ Β΄»

Ο «ΠΑΠΟΥΛΑΚΟΣ» ΚΑΙ Η ΔΙΑΣΗΜΗ ΜΑΓΙΣΣΑ

Στο Γεωργίτσι της Μάνης, περί το 1850 ήταν μια διάσημη μάγισσα. Ήταν πληγή της περιοχής. Την έτρεμαν οι πάντες.
Κάποτε όμως, την συνάντησε ο άγιος μοναχός και ιεροκήρυκας Χριστόφορος Παπουλάκος. Της επετέθει με την μαγκούρα του και την τσάκισε στο ξύλο. Έκθαμβοι οι Μανιάτες κοίταζαν τον Γέροντα:

«Τι με κοιτάζετε;» τους λέει «και γιατί την φοβόσαστε αυτή την βρωμουναίκα; Να σας το πω εγώ. Φοβάσθε διότι λιγόστεψε η πίστη σας και παρατήσατε τον δρόμο του Χριστού. Διατί τάχα δεν την φοβούμαι εγώ; Ούτε πιο γερός από σας είμαι ούτε πιο νέος. Δεν είναι το μυαλό και τα χέρια, που μου έδωσαν την δύναμη να χτυπήσω με τούτο το ραβδί κατακέφαλα τον σατανά την ώρα που έκανε τα μάγια του, αλλ’ ο Χριστός.

Μονάχα όταν γυρίσετε στον Χριστό θα σπάσετε τις δαιμονικές κλωστές, με τις οποίες οι μάγισσες κυκλώνουν τα σπίτια σας και δένουν τους άνδρες σας και βασκαίνουν τα παιδιά σας.

Όμως τα μάγια της και οι δαίμονες, που την βοηθούν, στάθηκαν ανήμποροι να την γλυτώσουν απ’ το ραβδί μου…Αν πορευθείτε και σεις κατά τον λόγο του Χριστού, τότε η κλωστή που σας δένει θα κοπεί και το Γεωργίτσι θ’ ανασάνει ελεύθερο.

Ανάψατε όλα τα σβηστά καντήλια, που προσμένουν στα εξωκκλήσια και στ’ αφανησμένα μοναστήρια. Δράμετε όλοι στην Εκκλησία σας. Μονιάσετε. Κάμνετε δικόσας τον πόνο του διπλανού σας και αγρυπνήσατε στο προσκέφαλο του αρρώστου. Ταΐστε τους πεινασμένους, ποτίστε τους διψασμένους. Ντύσατε τους γυμνούς. Και τα μάγια θα σκορπιστούν στους τέσερις ανέμους.

Μάγια θα πει η λειψή πίστη. Οι μάγισσες δεν μπορούν να βάλουν το πόδι τους στον αγρό του Χριστού. Τα μάγια μόνο στα ρημαγμένα και παρατημένα χωράφια βλαστάνουν. Κανένα μη φοβάστε, εφ’ όσον στην καρδιά σας βρίσκεται ο Χριστός«. Η μάγισσα εν’ τω μεταξύ έφυγε σε άλλα χωριά και κρύφτηκε από το φόβο της!

Από το βιβλίο: «Ο Χριστός νικάει τα μάγια» του Αρχιμανδρίτη π.Παύλου Κ. Ντανά (Αγρίνιο 2014).

Δευτέρα 15 Φεβρουαρίου 2016

ΓΙΑΤΙ Ο ΑΝΘΡΩΠΟΣ ΦΕΥΓΕΙ ΑΠΟ ΤΟΝ ΘΕΟ;

Κανένας, ποτέ, δέν ἀπομακρύνθηκε ἀπό τόν Θεό ἐπειδή θέλησε νά γίνει καλύτερος!

Κανένας, ποτέ, δέν ἔφυγε ἀπό τήν ἐκκλησία, ἐπειδή δυσκολευόταν νά κατανοήσει τό πιστεύω της!
Μέ ἄλλα λόγια, ὁ ἄνθρωπος ποτέ δέν ξεκόβει ἀπό τήν ἐκκλησία καί ἀπό τόν Θεό γιά κάποια λογική αἰτία· γιά κάτι τό καλύτερο, τό πνευματικότερο, τό ἁγιώτερο. 
Τότε, γιατί φεύγει; γιατί ξεκόβει; γιατί ἀπομακρύνεται; Ἁπλά γιατί ὁ νόμος τοῦ Θεοῦ τόν «στενεύει». Καί ἔτσι προτιμάει κάτι «ἄλλο»!
Ὁ Χριστός στήν παραβολή τοῦ μεγάλου Δείπνου ἀναφέρει τρεῖς αἰτίες, τρεῖς λόγους πού κάνουν τόν ἄνθρωπο νά γυρίζει τήν πλάτη του στόν Θεό: τόν ἐγωισμό, τά ἐγκόσμια, τό sex.
Στήν παραβολή τοῦ μεγάλου Δείπνου:
• ὁ πρῶτος προσκεκλημένος ἀρνήθηκε τήν πρόσκληση τοῦ Ἄρχοντα γιά τό Βασιλικό Δεῖπνο, γιατί, λέει, εἶχε ἀγοράσει χωράφι· 
• ὁ δεύτερος, γιατί ἤθελε νά δοκιμάσει τά πέντε ζευγάρια βόδια· καί 
• ὁ τρίτος, ἐπειδή παντρεύτηκε. 
Σέ πρώτη ματιά, ἄν τά ἰδεῖ κανείς αὐτά (τίς δικαιολογίες) δέν βρίσκει σ᾽ αὐτές κάτι τό μεμπτό. Τότε γιατί ὁ Κύριος εἶπε: «κανένας ἀπό αὐτούς δέν θά γευθῆ τό Δεῖπνο μου» (Λουκᾶ 14, 24); Ποῦ ἦταν τό λάθος τους; Σέ τί ἔσφαλαν; Ἁπλούστατα ἔκαμαν λάθος ἀξιολόγηγη· λάθος ἱεράρχηση· λάθος ἐκτίμηση. Ἔδωσαν προτεραιότητα σέ ὑλικά καί δευτερεύοντα· καί ὄχι στήν βασιλεία τοῦ Θεοῦ καί στήν σωτηρία τῆς ψυχῆς τους.

Ἡ πρώτη αἰτία, πού ὁδηγεῖ τήν ψυχή μακριά ἀπό τόν Θεό εἶναι ἡ ὑπερηφάνεια. Ὅταν τό ἐγώ τοῦ ἀνθρώπου γεμίζει ἀπό αὐτάρκεια καί αὐταρέσκεια καί πιστεύει ὅτι τά ξέρει ὅλα· καί ὅτι δέν ἔχει ἀνάγκη διδασκαλίας ἀπό κανένα· οὔτε ἀπό τόν Θεό! Ἡ ὑπερηφάνεια συνήθως εἶναι ἕνα φαινόμενο πού παρατηρεῖται ἀνάμεσα σέ ἀνθρώπους, πού ἡ λίγη γνώση πού ἀπέκτησαν, μπαίνει σέ ἄδειο κεφάλι, καί ἐνεργεῖ ὅπως τό κρασί σέ ἄδειο στομάχι!
Δεύτερη αἰτία εἶναι τά ἐγκόσμια-τά ὑλικά. Ἡ ψυχή ἀπορροφᾶται τόσο πολύ μέ τίς δραστηριότητες, τίς ἡδονές, τήν προσωρινή ἀσφάλεια... πού ὁ Θεός θεωρεῖται πιά σάν μιά περιττή, παραπανίσια, εὐλάβεια. Ἡ ζωή τέτοιων ἀνθρώπων καταντάει τόσο ἐξωστρεφής πού ἡ πνευματική ζωή (ἡ ζωή τοῦ ἔσω ἀνθρώπου) πιά ἀφανίζεται καί οὐσιαστικά ἐκμηδενίζεται! Σ᾽ αὐτήν τήν κατηγορία ἀνήκουν οἱ πολιτικοί· οἱ κοινωνικά ἀναρριχώμενοι (ἐκεῖνοι πού κυνηγᾶνε τά ἀξιώματα)· καί φεύγουν ἀπό τήν ἐκκλησία γιατί τάχα μέ τόν σταυρό δέν μπορεῖς νά πᾶς μπροστά.
Καί τρίτη αἰτία εἶναι ἡ σάρκα· τό sex· ὅταν ἡ αἰσθησιακή ἐμπειρία ἔχει προβάδισμα ἔναντι τοῦ πνεύματος. Τότε ἡ θυσία γίνεται ὅλο καί πιό ἐνοχλητική· καί τό σῶμα καταντάει ἀντικείμενο λατρείας. Καί ἡ ἄσχημη ζωή ὁδηγεῖ σέ ἄρνηση τοῦ Θεοῦ.
Ὅμως τό κακό δέν σταματάει ἐδῶ! Συνεχίζεται!
Καί ἔρχεται τό ἑπόμενο βῆμα... 
Γιά νά δικαιολογήσει τήν ἀπομάκρυνσή του ἀπό τόν Θεό, ὁ ἄνθρωπος, στρέφεται ἐναντίον τῆς διδασκαλίας τῆς ἐκκλησίας! Θά τόν ἀκούσεις νά λέει: Ἐγώ δέν πιστεύω στήν ἐξομολόγηση! 

Καί θέλει νά πεῖ: Ναί, τό παραδέχομαι ζῶ στήν ἁμαρτία, μά ἐπειδή δέν θέλω νά τήν διακόψω, θά καλύψω τήν ἐνοχή μου μέ ἕνα λογικοφανές κάλυμμα πολεμώντας τό φάρμακο! Καί ὅταν εἰρωνεύεται ἐκείνους πού πιστεύουν στήν ὕπαρξη τῆς κόλασης καί τούς χαρακτηρίζει ἠλίθιους, στήν πραγματικότητα εἶναι σάν νά λέει: γνωρίζω πολύ καλά πώς ὅ,τι σπείρω θά θερίσω· καί ἐπειδή θερίζω γιά τόν ἑαυτό μου κακό, κλῆρος μου θά εἶναι ἡ κόλαση. Μά, ἡ σκέψη αὐτή, ἐπειδή μέ τρομάζει, ὁ μόνος τρόπος γιά νά ἔχω «ἥσυχη» τήν συνείδησή μου εἶναι νά ἀρνηθῶ τήν ὕπαρξή της (τῆς κόλασης)!

Γι᾽ αὐτό, ἀδελφοί: Ἄς προσέχωμε: 

• Ἐκεῖνος πού δέν ἔχει τό θάρρος νά ἰδεῖ τήν πραγματικότητα - τίς ἀληθινές αἰτίες πού τόν ἀπομακρύνουν ἀπό τόν Θεό - θά καταφεύγει συνεχῶς στό καμουφλάρισμά τους καί στήν δικαίωσή του!

Ἄς μή ξεχνᾶμε: 

• Ἡ μόνη διαφορά ἀνάμεσα σέ ἕνα ὀρθολογιστή καθηγητή πανεπιστημίου καί ἕνα πνευματικά καθυστερημένο, εἶναι ὅτι, ἀπό τόν πρῶτο θά ἀκούσεις πιό «παράλογες» δικαιολογίες!

Fulton Sheen (Καθηγητής Ψυχολογίας)

Ο Κ. ΚΟΓΚΟΥΛΗΣ "ΑΠΟΚΑΘΗΛΩΝΕΙ" ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΥ ΚΑΙ ΣΚΑΛΤΣΗ

Ο κ. Κωνσταντίνου Κοσμήτορας της Θεολογικής Σχολής
του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης (ΑΠΘ)
και το προσκυνητάριο με την εικόνα του Χριστού

Κάποιοι απόφοιτοι της Θεολογικής Σχολής του ΑΠΘ, με αφορμή την απομάκρυνση του προσκυνηταρίου με την εικόνα του Χριστού από την είσοδο της Θεολογικής Σχολής του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου, απευθυνθήκαμε στον Ομότιμο Καθηγητή και Προκοσμήτορα της Θεολογικής Σχολής του ΑΠΘ κ. Ιωάννη Β. Κογκούλη έργο του οποίου, εκτός των άλλων, ήταν και το εν λόγω προσκυνητάριο, και ζητήσαμε να μας σχολιάσει το γεγονός.
Ο Καθηγητής, εξέφρασε τη θλίψη του για τη συμπεριφορά του κ. Κωνσταντίνου  και για την κατάσταση γενικότερα, η οποία ξεκίνησε αμέσως μετά την αφυπηρέτησή του (1/9/2015). Ένα χρόνο που ήταν Κοσμήτορας και ο Καθηγητής εν ενεργεία, ο κ. Κωνσταντίνου  απέφυγε να προβεί σε ενέργειες που θα προκαλούσαν και θα συναντούσαν την αντίδραση του κ. Καθηγητή.

Συγκεκριμένα ο κ. Καθηγητής αναφέρθηκε στο γεγονός της καταψήφισης της ομοτιμοποίησής του  από τον κ. Κωνσταντίνου, νυν κοσμήτορα της Θεολογικής Σχολής, και του φερόμενου συνθήματος/ στόχου, της "Αποκογκουλοποίησης" της Σχολής. Ο κ. Ιωάννης Β. Κογκούλης  μας προέτρεψε να επιβεβαιώσουμε όσα μας κατέθεσε στη συνέχεια, διαβάζοντας  τα σχετικά κείμενα από το βιβλίο του «Διακονώντας ως Κοσμήτορας της Θεολογικής Σχολής του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης. Πεπραγμένα Κοσμητείας 2006-2010».
Συγκεκριμένα, ο κ. Ιωάννης Β. Κογκούλης ανέλαβε ο ίδιος την Κοσμητεία της Θεολογικής Σχολής του ΑΠΘ το 2006. Στη διετία 2005-2007, Πρόεδρος του Τμήματος Θεολογίας της Θεολογικής Σχολής του ΑΠΘ, ήταν ο κ. Κωνσταντίνου. Η τοποθέτηση του εικονοστασίου έγινε το 2007 και ήταν συνδεδεμένη με την πρώτη φάση της ανακατασκευής της αίθουσας συνεδριάσεων και του γραφείου του Κοσμήτορα. Φυσικά, αποτελεί μέγιστη έκπληξη το γεγονός ότι ο κ. Κωνσταντίνου, ως Πρόεδρος του Τμήματος Θεολογίας και επομένως μέλος της Κοσμητείας, της Θεολογικής Σχολής του ΑΠΘ, δεν εξέφρασε αντίρρηση για την κατασκευή και την τοποθέτηση του προσκυνηταρίου (!), όπως και για το όλο έργο της ανακαίνισης του κτιρίου της Θεολογικής Σχολής που τότε πραγματοποιείτο. Αν είχε τότε κάποιο πρόβλημα, ιδιαίτερα για το προσκυνητάριο, ως Πρόεδρος Τμήματος και μέλος της Κοσμητείας, όφειλε  να εγκαλέσει τον Κοσμήτορα ότι αυθαιρετεί! Αντίθετα, τότε φαινόταν να θαυμάζει το γεγονός,  ότι η Θεολογική Σχολή ανακαινίστηκε στο μεγαλύτερο μέρος της.
Σε ό,τι αφορά στο προσκυνητάριο με την εικόνα του Χριστού, ο κ. Καθηγητής είπε τα ακόλουθα. Επί Κοσμητείας του Καθηγητή κ. Μιχαήλ Τρίτου, ο Πρόεδρος του Τμήματος Θεολογίας, πιθανόν ακολουθώντας τις ιδέες όσων αγωνίζονται  με απολυταρχικό τρόπο να κατεβάσουν από τα δημόσια κτίρια (σχολεία, δικαστήρια, κ.λπ), τις εικόνες του Χριστού, ζήτησε να μεταφερθεί το εικονοστάσι του Χριστού στον "φυσικό του χώρο", στο παρεκκλήσι της Σχολής. Τότε η Κοσμητεία,  μετά από συνεδρίαση και με ψήφους έναν (1) υπέρ και τέσσερις (4) κατά, αποφάσισε να παραμείνει το προσκυνητάριο εκεί όπου είχε τοποθετηθεί από τον Καθηγητή κ. Ιωάννη Β. Κογκούλη. Για το γεγονός ο Καθηγητής, κ. Ιωάννης Β. Κογκούλης, αναφέρει στις σελίδες 56-57 του βιβλίου του «Διακονώντας ως Κοσμήτορας της Θεολογικής Σχολής του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης. Πεπραγμένα Κοσμητείας 2006-2010» τα ακόλουθα: «Στα πλαίσια του γενικότερου ευπρεπισμού της Θεολογικής μας Σχολής και του καλλωπισμού των αιθουσών και των τοίχων, έξω από το Γραφείο της Κοσμητείας και την αίθουσα Συνεδριάσεων τοποθετήθηκε καλαίσθητο προσκυνητάριο με την εικόνα του ένθρονου Χριστού. Έτσι, ο αύλειος χώρος του πρώτου ορόφου ανεδείχθη περισσότερο και όποιος εισέρχεται από τη βόρεια είσοδο του κτιρίου αντιλαμβάνεται αμέσως την ιερότητα του Ανώτατου αυτού Εκπαιδευτικού Ιδρύματος. Ότι δηλαδή εκτός από χώρος διδασκαλίας και έρευνας στο επιστητόν της θεολογίας, είναι και κέντρο άσκησης στην εν Χριστώ ελευθερία και αγάπη. Ο Χριστός είναι το φως των ανθρώπων, η οδός, η αλήθεια και η ζωή. Γι' αυτό και η κατάρτιση ενός θεολόγου ολοκληρώνεται όταν διαπνέεται από τις αξίες του Ευαγγελίου τις προϋποθέσεις της εν Χριστώ ζωής. Είναι πάντως πολύ ευχάριστο το γεγονός ότι οι φοιτητές μας δέχθηκαν με χαρά αυτή την προσθήκη. Πολλοί μάλιστα ευρισκόμενοι στο σημείο αυτό κάνουν με ευλάβεια το σταυρό τους, ασπάζονται το Χριστό και αρχίζουν τα μαθήματά τους μ' αυτή την ευλογία και δύναμη».
Σε ό,τι αφορά στο επιχείρημα του κ. Κωνσταντίνου ότι δηλαδή η τοποθέτηση της εικόνας του Χριστού έξω από το παρεκκλήσιο, το οποίο βρίσκεται στον 4ο όροφο του κτιρίου,  έγινε για να γίνει αυτό πιο "ευδιάκριτο", ο Καθηγητής κ. Ιωάννης Β. Κογκούλης παραπέμπει και πάλι στο ως άνω βιβλίο του, όπου στη σελίδα 201, είναι καταχωρισμένη φωτογραφία, στην οποία εμφανίζεται η είσοδος του παρεκκλησίου, με σχετική επιγραφή και με σήμαντρο, όπως τα είχε διαρρυθμίσει ο κ. Καθηγητής, οπότε το επιχείρημα του κ. Κωνσταντίνου είναι σαθρό.
Κάτι που θα έπρεπε να είχε λάβει υπόψη του ο κ. Κωνσταντίνου είναι η συγκυρία της  απομάκρυνσης του προσκυνηταρίου με την εικόνα του Χριστού και της ταυτόχρονης προσπάθειας εισαγωγής του Προγράμματος Μουσουλμανικών Σπουδών στη Θεολογική Σχολή του ΑΠΘ. Ίσως ο κ. Κωνσταντίνου έπρεπε να είχε προβληματιστεί για τους δικαιολογημένους συνειρμούς μιας τέτοιας σύμπτωσης, αν βέβαια δεν είχε τέτοιες βαθύτερες προθέσεις, δηλαδή να μην προκαλεί τους μουσουλμάνους που θα φοιτούν στη Θεολογική Σχολή.
Δυσάρεστους συνειρμούς προκαλεί και το επιχείρημα του κ. Κωνσταντίνου για την απομάκρυνση της εικόνας του Χριστού και την τοποθέτησή της εκεί που είναι ο "φυσικός της χώρος", ο ναός. Ο κ. Κωνσταντίνου χρησιμοποιεί το ίδιο επιχείρημα με τους πολεμίους της Ορθόδοξης Καθολικής Εκκλησίας μας, στην αγκαλιά της οποίας σώθηκε το Γένος μας από τον εκμουσουλμανισμό. Οι σύγχρονοι πολέμιοι της Εκκλησίας μας, αγωνίζονται να απομακρυνθούν τα εκκλησιαστικά σύμβολα από τους δημόσιους χώρους, δηλαδή, οι εικόνες του Χριστού, από τα σχολεία, τα δικαστήρια, τα νοσοκομεία κ.λπ. με το αιτιολογικό ότι αυτές οι εικόνες πρέπει να τοποθετηθούν στο "φυσικό τους χώρο", που είναι οι ναοί. 
Εκτός της απομάκρυνσης του προσκυνηταρίου, ο κ. Κωνσταντίνου προχώρησε και στην απομάκρυνση των μαρμάρινων πλακών με τα ονόματα των Κοσμητόρων και των Προέδρων, με τη δικαιολογία ότι αυτές κινδύνευαν σε περίπτωση σεισμού να καταπλακώσουν τους περαστικούς. Ο Ομότιμος Καθηγητής και Προκοσμήτορας της Θεολογικής Σχολής του ΑΠΘ, κ. Ιωάννης Β. Κογκούλης, παρατήρησε ότι είχε δοθεί ιδιαίτερη σημασία και πρόβλεψη για κάτι τέτοιο. Μάλιστα, σημείωσε ότι παρόμοια έργα έχουν γίνει  με δική του επιμέλεια και στο χωριό του, στη Λάϊστα Ιωαννίνων(βλ. ιστοσελίδα: laista1.wordpress.com). Σε όλες τις περιπτώσεις γίνεται πάντα ο απαιτούμενος έλεγχος, ώστε να μην υπάρξει κανείς κίνδυνος.
Ως προς την ενόχληση που προξενεί στον κ. Κωνσταντίνου το πορφυρό χρώμα, ο κ. Ιωάννης Β. Κογκούλης μας είπε ότι το πορφυρούν είναι το χρώμα της Εκκλησίας μας, εικονίζει το αίμα του Χριστού που θυσιάστηκε υπέρ της του κόσμου ζωής και σωτηρίας, το προσκυνητάρι του οποίου αποκαθήλωσε, εικονίζει επίσης, «των εν όλω τω κόσμω Μαρτύρων»  με το οποίο σύμφωνα με το Απολυτίκιον των Αγίων Πάντων, είναι στολισμένη η Εκκλησία μας.
Εκτός των παραπάνω, ο κ. Κωνσταντίνου προχώρησε και σε άλλες ενέργειες, τι οποίες ο Ομότιμος Καθηγητής κ. Ιωάννης Β. Κογκούλης ανέφερε διεξοδικά σε γραπτή του επιστολή προς το Τμήμα Θεολογίας, η οποία θα δημοσιευτεί στο περιοδικό Κοινωνία της Πανελλήνιας Ένωσης Θεολόγων. Επίσης, σύμφωνα με όσα ανέφερε ο Καθηγητής, ο κ. Κωνσταντίνου έβγαλε από το γραφείο της Κοσμητείας τη φωτογραφία του Οικουμενικού Πατριάρχη, κ.κ. Βαρθολομαίου, παρά το γεγονός ότι ο Οικουμενικός Πατριάρχης τον είχε τιμήσει με ανώτατο οφίκιο. Την ίδια τύχη είχε και η φωτογραφία του επιχωρίου Μητροπολίτη και η ελληνική και ρωμαίικη σημαία(βυζαντινή). Είναι οι συγκυρίες τέτοιες που, για άλλη μια φορά, δημιουργούν υπόνοιες για  σκόπιμες ενέργειες που προσπαθούν να προλάβουν τυχόν δυσαρέσκεια των αραβόφωνων χορηγών του Προγράμματος Μουσουλμανικών Σπουδών. Έτσι, ένα γραφείο με σύμβολα που έδειχναν μέχρι σήμερα την ταυτότητα του χώρου, απογυμνώνεται και μετατρέπεται σε εντευκτήριο για προσκλήσεις  χορηγών που ζητούν να μετατρέψουν τη Θεολογική Σχολή σε πολυθρησκειακή συνεύρεση με ποικίλα συμφέροντα.
Επίσης, ο κ. Κωνσταντίνου, στο πλαίσιο της υλοποίησης του σχεδίου του, της «Αποκογκουλοποίησης», δηλαδή, της Θεολογικής Σχολής, αποκαθήλωσε από τους διαδρόμους των γραφείων των Καθηγητών τα κάδρα με φωτογραφίες μοναστηριών του Αγίου Όρους και των Μετεώρων.  Φαντάζεται κανείς να περνούν από τα γραφεία των Καθηγητών της Θεολογικής Σχολής οι μουσουλμάνοι Καθηγητές και να βλέπουν κάδρα με φωτογραφίες μοναστηριών; Εξάλλου, μπορεί σε κάποια από αυτά τα γραφεία να εγκατασταθούν και οι ίδιοι οι Μουσουλμάνοι Καθηγητές.
Τέλος, ο κ. Ιωάννης Β. Κογκούλης αναφέρθηκε στον Πρόεδρο του Τμήματος Θεολογίας της Θεολογικής Σχολής του ΑΠΘ, Καθηγητή κ. Παναγιώτη Σκαλτσή. Μνημόνευσε τη συνεργασία που είχε μαζί του από το 1989. Τότε ο κ. Σκαλτσής, ως Επιστημονικός Συνεργάτης  ξεκίνησε μαζί του και με τον Καθηγητή κ. Χ. Οικονόμου, την έκδοση της σειράς «Θεία Λατρεία και Παιδεία». Από τότε, όπως καταθέτει ο κ. Ιωάννης Β. Κογκούλης, ήταν συνέχεια δίπλα του και συμπαραστάτης του σε όλη την ακαδημαϊκή του πορεία. Μάλιστα, ήταν και ο πρόεδρος του εκλεκτορικού σώματος που εξέλεξε τον κ. Σκαλτσή στη βαθμίδα του πρωτοβάθμιου Καθηγητή. Όμως δυστυχώς, ο κ. Σκαλτσής, τόσον τον ίδιο τον Καθηγητή, όσο και κάποιους άλλους που όλα αυτά τα χρόνια ήταν δίπλα του, ως Πρόεδρος του Τμήματος Θεολογίας της Θεολογικής Σχολής του ΑΠΘ, τους έβαλε στο περιθώριο.
Σε αυτό το σημείο ο κ. Ιωάννης Β. Κογκούλης εξέφρασε τη  θλίψη και τη δυσαρέσκειά του για την αθέτηση της υπόσχεσης του κ. Σκαλτσή σχετικά με την παραμονή του προσκυνηταρίου με την εικόνα του Χριστού στην είσοδο της Σχολής.
Ο κ. Ιωάννης Β. Κογκούλης θεωρεί ότι το επιχείρημα του κ. Σκαλτσή πως ενεργεί στο πλαίσιο του πνεύματος της καταλλαγής δεν πείθουν κανέναν.
Τελειώνοντας ο κ. Καθηγητής μας είπε ότι κάποια στιγμή η ιστορία θα μας κρίνει όλους μας.

Απόφοιτοι της Θεολογικής Σχολής
του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης

ΤΙ ΣΗΜΑΙΝΟΥΝ ΤΑ ΕΠΙΘΕΤΑ ΤΩΝ ΑΓΙΩΝ

Στους πρωτοχριστιανικούς χρόνους (Μωσαϊκός Νόμος) επικρατούσε η άποψη ότι Άγιος είναι μόνο Ένας, ο Θεός. Σήμερα, πολλά είναι τα επίθετα Αγίων, όπως μάρτυρας, όσιος, προφήτης. ΤΙ σημαίνει το καθένα και ποια η διαφορά;  

Στους πρώτους χριστιανικούς χρόνους ο Απόστολος Παύλος αποκαλεί Αγίους όλους τους βαπτισμένους Χριστιανούς, που ζουν σύμφωνα με το Ευαγγέλιο, που αγωνίζονται για την σωτηρία της ψυχής τους και που επιδιώκουν να κατακτήσουν την Βασιλεία του Θεού (Ρωμ. α’,7 – Α’ Κορ. α’,1-2 – Εβρ. ς’,10).   Στον 4ο αιώνα ο τίτλος «Άγιος» αρχίζει να αποδίδεται μόνο σε λίγους εκλεκτούς ΄»φίλους του Θεού», που ξεχωρίζουν για το μαρτύριό τους, για την ζωή τους και για τα θαύματά τους. Ο Άγιος Αντώνιος ο Μέγας όμως τονίζει: «Άγιος είναι εκείνος που είναι καθαρός από κακία και αμαρτήματα».   Οι ομάδες (χοροί) τα επίθετα Αγίων έχουν ως εξής:  

– Δίκαιοι. Ονομάζονται όλοι οι άγιοι άνθρωποι που έζησαν προ Χριστού έχοντας πίστη στον Έναν και Μοναδικό Θεό και ήλπιζαν στον ερχομό του Μεσσία – Χριστού.  
–Προφήτες. Όνομάζονται οι Δίκαιοι που προφήτευσαν για το πρόσωπο του Χριστού και για την Σωτηρία του ανθρώπου.  
– Απόστολοι και Αποστολικοί Πατέρες. Τον τίτλο αυτό πήραν οι μαθητές του Κυρίου και οι μαθητές αυτών.  
– Μάρτυρες. Ονομάζονται όλοι όσοι μαρτύρησαν για την πίστη τους, βασανίσθηκαν και θανατώθηκαν ιδιαίτερα κατά τους πρώτους μεγάλους διωγμούς. οι Μάρτυρες είναι χιλιάδες: Γυναίκες, άντρες, νέοι, γέροι και παιδιά, και φυσικά δεν είναι όλοι γνωστοί.  
– Μεγαλομάρτυρες. Όσοι από τους Μάρτυρες υπέστησαν μεγάλα βασανιστήρια και θανατώθηκαν με φρικτό – βάρβαρο τρόπο, έχουν πάρει από την Εκκλησία αυτόν τον τίτλο, ακόμα ονομάζονται και οι Μάρτυρες των οποίων η μαρτυρία τους επηρέασε πολλούς ανθρώπους οι οποίοι έγιναν χριστιανοί.  
– Ιερομάρτυρες. Ονομάζονται όσοι από τους Μάρτυρες ήταν Ιερομένοι.  
– Οσιομάρτυρες. Οι μοναχοί, οι ασκητές και οι ερημίτες έλαβαν αυτόν τον τίτλο, είχαν οσιακό βίο και μαρτυρικό τέλος.  
– Νεομάρτυρες. Έτσι ονομάζονται οι Άγιοι που μαρτύρησαν επί Τουρκοκρατίας, μετά το 1453 (Άλωση της Κων/πολης)  
– Ομολογητές. Ονομάζονται οι Άγιοι που διώχθηκαν και βασανίσθηκαν, που ομολόγησαν την πίστη τους, αλλά που τελικά δεν θανατώθηκαν.  
– Όσιοι. Οι Άγιοι (ερημίτες, αναχωρητές, ασκητές…) που εγκατέλειψαν τον κόσμο και αφιερώθηκαν εξ ολοκλήρου στον Θεό. Τον λάτρεψαν σε ερήμους και σε κακοτοπιές με πίστη και εγκαρτέρηση για όλη τους την ζωή και τελικά «κοιμήθηκαν εν ειρήνη», ονομάσθηκαν Όσιοι.  
– Οσιοπαρθενομάρτυρες. Έτσι ονομάζονται οι παρθένες γυναίκες μοναχές, που θανατώθηκαν με μαρτυρικό τρόπο.  
– Ισαπόστολοι. Όλοι όσοι έκαναν αποστολικό έργο ισάξιο των Αποστόλων ονομάσθηκαν έτσι.  
– Πατέρες της Εκκλησίας. Οι μοναχοί, οι κληρικοί και ιδιαίτερα οι Επίσκοποι που διακρίθηκαν για το συγγραφικό, αντιαιρετικό και ποιμαντικό έργο τους.  
– Απολογητές. Όλοι όσοι υπερασπίστηκαν τον Χριστιανισμό απέναντι σε φιλόσόφους, ηγεμόνες, βασιλείς και αυτοκράτορες, θεωρητικά ή γραπτά, με επιστολές ή με τον λόγο τους.  
– Θεολόγοι. Φυσικά τρεις μόνο κατέχουν αυτόν τον τίτλο. Ο Ιωάννης ο Θεολόγος ο Ευαγγελιστής, ο Γρηγόριος ο Θεολόγος επίσκοπος Ναζιανζού, και ο Συμεών ο νέος, ο Θεολόγος. Αυτοί όχι μόνο Θεολόγησαν με τα γραπτά τους, αλλά και με το παράδειγμα της ζωής τους.  

Πηγή: Ι.Ν. Αγ. Ελευθερίου

Κυριακή 14 Φεβρουαρίου 2016

ΣΠΥΡΟΣ ΠΟΤΑΜΙΤΗΣ: ΑΣ ΕΒΡΕΧΕ ΛΙΓΗ ΑΝΘΡΩΠΙΑ ΘΕΕ ΜΟΥ ΚΙ ΑΣ ΜΗΝ ΣΤΑΜΑΤΑΓΕ ΠΟΤΕ!

Ας έβρεχε λίγη ανθρωπιά Θεέ μου κι ας μην σταμάταγε ποτέ!
Σπ. Ποταμίτης 

ΦΙΟΝΤΟΡ ΝΤΟΣΤΟΓΙΕΦΣΚΙ: ΑΚΟΜΗ ΚΑΙ ΜΕ ΤΑ ΧΕΡΙΑ ΔΕΜΕΝΑ ΜΠΟΡΕΙ ΚΑΝΕΙΣ ΝΑ ΚΑΝΕΙ ΤΟ ΚΑΛΟ, ΑΝ ΤΟ ΘΕΛΕΙ!

Ακόμη και με τα χέρια δεμένα μπορεί κανείς να κάνει το καλο, αν το θέλει!
 Φίοντορ Ντοστογιέφσκι 

Σάββατο 13 Φεβρουαρίου 2016

Παρασκευή 12 Φεβρουαρίου 2016

ΓΕΡΩΝ ΧΑΡΑΛΑΜΠΟΣ Ο ΔΙΟΝΥΣΙΑΤΗΣ: "ΟΤΑΝ ΚΟΙΜΑΣΑΙ ΚΑΙ ΕΡΧΕΤΑΙ Ο ΠΟΝΗΡΟΣ ΝΑ ΚΑΝΕΙΣ ΤΟΝ ΣΤΑΥΡΟ ΣΟΥ ΝΑ ΓΥΡΙΖΕΙΣ ΑΠΟ ΤΟ ΑΛΛΟ ΠΛΕΥΡΟ ΚΑΙ ΘΑ ΦΥΓΕΙ ..."

Διηγείτο ο Παπα – Χαράλαμπος ο Διονυσιάτης, συνασκητής του Γέροντα Ιωσήφ του Σπηλαιώτη: «Τις πρώτες δύο-τρεις βραδιές που ήρθα και έμεινα στο ασκητήριο του γερό-Ιωσήφ ως κοσμικός, ο διάβολος τέτοια λύσσα είχε, που δε μ’ άφηνε να κοιμηθώ και να κάνω προσευχή. Πάω να κοιμηθώ και να, ο διάβολος επάνω μου ολόκληρος. Πότε σαν σκύλος, πότε σαν άνθρωπος, πότε σαν λιοντάρι. Εγώ από τον φόβο μου σηκωνόμουν και έκανα προσευχή. Έμεινα άϋπνος τελείως και την ημέρα δεν μπορούσα να κάνω τα καθήκοντά μου, να προσευχηθώ.   Όταν με ρώτησε ο Γέροντας πως περνώ, του είπα τι συμβαίνει. Με συμβούλεψε, όταν κοιμάμαι και έρχεται ο διάβολος από το ένα μέρος, να γυρίζω από το άλλο. «Να κάνεις τον Σταυρό σου, να γυρίζεις από το άλλο πλευρό και θα φύγει. Μη δίνεις σημασία. Θα μάθεις να τον πολεμάς και ύστερα δεν θα τον προσέχεις καθόλου». Έτσι πραγματικά και έγινε.   Αφού έπαθα μερικές φορές από το θέλημά μου και είδα ότι ο Γέροντας έχει δίκιο, έπειτα έβαλα μυαλό. Από τότε ούτε σκεπτόμουν τι θα κάνω. Ότι πει ο Γέροντας. Τίποτα δε σκεφτόμουν. «Κάνε παπά αυτό», έλεγε, «να’ ναι ευλογημένο». Σαν υποτακτικός δεν είχα στόμα. Μόνο αυτιά.   Μου έλεγε ο Γέροντας κάτι και αμέσως έτρεχα να κάνω την εντολή του Γέροντα. Έκτοτε πήρα πολλή χάρη. Όταν άρχισα να μην αντιλέγω στον Γέροντα και στους αδελφούς ακόμη, με επισκεπτόταν η χάρη συχνά. Πλημμύρισα από χάρη κάνοντας υπακοή».  

Από το βιβλίο: «ΑΠΟ ΤΗΝ ΑΣΚΗΤΙΚΗ ΚΑΙ ΗΣΥΧΑΣΤΙΚΗ ΑΓΙΟΡΕΙΤΙΚΗ ΠΑΡΑΔΟΣΗ» (Άγιον Όρος 2011). 

Πέμπτη 11 Φεβρουαρίου 2016

Ο ΑΓΙΟΣ ΠΑΪΣΙΟΣ ΓΙΑ ΤΟΥΣ "ΠΑΛΑΙΟΗΜΕΡΟΛΟΓΙΤΕΣ"

Ένα θέμα που απασχόλησε τον Γέροντα Παΐσιο, ήταν το θέμα του ημερολογίου. Πονούσε για το χωρισμό και προσευχόταν.
Λυπόταν για τις παρατάξεις των παλαιοημερολογιτών που είναι ξεκομμένες σαν τα κλήματα από την Άμπελο, και δεν έχουν κοινωνία με τα Ορθόδοξα Πατριαρχεία και τις κατά τόπους αυτοκέφαλες Ορθόδοξες Εκκλησίες.
Μερικές τέτοιες ενορίες στην Αθήνα και στη Θεσσαλονίκη ενώθηκαν καθ' υπόδειξή του με την Εκκλησία κρατώντας το παλαιό ημερολόγιο.

Έλεγε, λοιπόν ο Γέροντας: «Καλό ήταν να μην υπήρχε αυτή η εορτολογική διαφορά, αλλά δεν είναι θέμα πίστεως». Στις ενστάσεις ότι το νέο ημερολόγιο το έκανε Πάπας, απαντούσε: «Το νέο ημερολόγιο το έκανε Πάπας και το παλιό ειδωλολάτρης», εννοώντας τον Ιούλιο Καίσαρα. Για να φανεί καλύτερα η τοποθέτηση του Γέροντα στο θέμα του ημερολογίου, παρατίθεται στη συνέχεια μια σχετική μαρτυρία:
Ορθόδοξος Έλληνας με την οικογένειά του ζούσε χρόνια στην Αμερική. Είχε όμως σοβαρό πρόβλημα. Ο ίδιος ήταν ζηλωτής (παλαιοημερολογίτης), ενώ η γυναίκα και τα παιδιά του ήταν με το νέο ημερολόγιο. «Δεν μπορούσαμε να γιορτάσουμε μια γιορτή σαν οικογένεια μαζί», έλεγε. «Αυτοί είχαν Χριστούγεννα, εγώ του Αγίου Σπυρίδωνος. Εγώ Χριστούγεννα, αυτοί του Αϊ-Γιαννιού. Και αυτό ήταν το λιγότερο.
Το χειρότερο ήταν το να ξέρεις, όπως μας δίδασκαν, ότι οι νεοημερολογίτες είναι αιρετικοί και θα κολασθούν. Μικρό πράγμα είναι να ακούς συνέχεια ότι η γυναίκα σου και τα παιδιά σου πρόδωσαν την πίστη τους, πήγαν με τον Πάπα, τα μυστήριά τους δεν έχουν χάρη, κ.ά.π. Ώρες συζητούσαμε με τη γυναίκα μου, αλλά άκρη δε βρίσκαμε. Για να πω την αλήθεια, κάτι δε μου άρεσε και στους παλαιοημερολογίτες. Ιδίως όταν έρχονταν κάποιοι δεσποτάδες και μας μιλούσαν. Δε μιλούσαν με αγάπη και με πόνο για τους πλανεμένους (όπως τους θεωρούσαν) νεοημερολογίτες. Αλλά θαρρείς πως είχαν ένα μίσος και χαίρονταν, όταν έλεγαν ότι θα κολασθούν. Ήταν πολύ φανατικοί. 
Όταν τελείωνε η ομιλία τους, ένιωθα μέσα μου μια ταραχή. Έχανα την ειρήνη μου. Όμως, ούτε σκέψη να φύγω από την παράδοσή μας. Πήγαινα να σκάσω. Σίγουρα θα πάθαινα κάτι από τη στενοχώρια. Σ' ένα ταξίδι μου στην Ελλάδα, είπα τον προβληματισμό μου στον ξάδερφό μου Γιάννη. Εκείνος μου μίλησε για κάποιον γέροντα Παΐσιο. Αποφασίσαμε να πάμε στο Άγιον Όρος, για να τον συναντήσω. Φθάσαμε στην «Παναγούδα».Ο Γέροντας μας κέρασε με γελαστό πρόσωπο και με έβαλε να καθήσω δίπλα του. Τα είχα χαμένα. Ένιωθα, όπως μου συμπεριφερόταν, σα να με γνώριζε από καιρό, σα να ήξερε τα πάντα για μένα. «Πώς τα πας με τ' αυτοκίνητα εκεί στην Αμερική;» Ήταν η πρώτη κουβέντα του. Σάστισα. Ξέχασα να αναφέρω πως η δουλειά μου ήταν στους χώρους σταθμεύσεως αυτοκινήτων, και φυσικά όλο με αυτοκίνητα ασχολούμουν.
«Καλά τα πάω», ήταν το μόνο που μπόρεσα να ψελλίσω, κοιτώντας σαν χαμένος το Γέροντα. «Πόσες Εκκλησίες έχετε εκεί που μένεις»; «Τέσσερις», απάντησα και δεύτερο κύμα έκπληξης με κατέλαβε. «Με το παλιό ή με το νέο»; Ήρθε ο τρίτος κεραυνός, που όμως, αντί να μεγαλώσει τη σαστιμάρα μου, κάπως με εξοικείωσε, με ...προσγείωσε, θα έλεγα, με το χάρισμα του Γέροντα. «Δυο με το παλιό και δυο με το νέο», του αποκρίθηκα. «Εσύ πού πας»;
«Εγώ με το παλιό και η γυναίκα μου με το νέο», απάντησα. «Κοίτα. Να πας κι εσύ εκεί που πηγαίνει και η γυναίκα σου», μου είπε με μια αυθεντικότητα, και ετοιμαζόταν να μου δώσει εξηγήσεις. Αλλά για μένα το θέμα είχε τελειώσει. Δε χρειαζόμουν εξηγήσεις και επιχειρήματα. Κάτι το ανεξήγητο συνέβη μέσα μου, κάτι το θεϊκό. Ένα βάρος έφυγε και τινάχτηκε μακριά μου. Όλα τα επιχειρήματα και όλες οι απειλές και οι αφορισμοί για τους νεοημερολογίτες, που χρόνια άκουγα, εξανεμίστηκαν. Ένιωθα τη χάρη του Θεού που μέσω του Αγίου του δρούσε επάνω μου και με πλημμύριζε με μια ειρήνη που χρόνια αναζητούσα. Η κατάσταση που ζούσα θα εκδηλώθηκε στο πρόσωπό του...
Εκείνο που θυμάμαι είναι ότι αυτό μάλλον έκανε τον Γέροντα να σταματήσει για λίγο. Αλλά έπειτα συνέχισε με μερικές εξηγήσεις. Ίσως για να τις λέω σε άλλους. Ίσως και για να τις χρησιμοποιήσω για τον εαυτό μου σε καιρό πειρασμού, όταν θα περνούσε εκείνη η ουράνια κατάσταση.
«Και εμείς βέβαια εδώ στο Άγιον Όρος με το παλιό πάμε. Αλλά είναι άλλη περίπτωση. Είμαστε ενωμένοι με την Εκκλησία, με όλα τα Πατριαρχεία, και μ' αυτά που έχουν το νέο ημερολόγιο και μ' αυτά που έχουν το παλιό ημερολόγιο. Αναγνωρίζομε τα μυστήρια τους και αυτοί τα δικά μας. Οι ιερείς τους συλλειτουργούν με τους ιερείς μας. Ενώ αυτοί οι καημένοι ξεκόπηκαν. Οι περισσότεροι και ευλάβεια έχουν και ακρίβεια και αγωνιστικότητα και ζήλο Θεού.
Μόνο που είναι αδιάκριτος, «ού κατ' επίγνωσιν». Άλλοι από απλότητα, άλλοι από αμάθεια, άλλοι από εγωισμό, παρασύρθηκαν. Θεώρησαν τις 13 μέρες θέμα δογματικό και όλους εμάς πλανεμένους, και έφυγαν από την Εκκλησία. Δεν έχουν κοινωνία ούτε με τα Πατριαρχεία και τις Εκκλησίες που πάνε με το νέο, αλλά ούτε και με τα Πατριαρχεία και τις Εκκλησίες που πάνε με το παλιό, γιατί δήθεν μολύνθηκαν από την επικοινωνία με τους νεοημερολογίτες.
Και όχι μόνον αυτό. Και αυτοί οι λίγοι που έμειναν, έγιναν, δεν ξέρω και εγώ, πόσα κομμάτια. Και όλο και κομματιάζονται και αλληλοαναθεματίζονται και αλληλοαφορίζονται και αλληλοκαθαιρούνται. Δεν ξέρεις πόσο έχω πονέσει και πόσο έχω προσευχηθεί γι' αυτό το θέμα. Χρειάζεται να τους αγαπάμε και να τους πονάμε και όχι να τους κατακρίνουμε, και πιο πολύ να προσευχόμαστε γι' αυτούς να τους φωτίσει ο Θεός, και αν τύχει καμιά φορά και μας ζητήσει κανείς με καλή διάθεση βοήθεια, να λέμε καμιά κουβέντα».
Πέρασαν πάνω από πέντε χρόνια από την κοίμηση του Γέροντα. Ο κ. Χ. ήλθε στην «Παναγούδα» να ευχαριστήσει τον Γέροντα, γιατί έκτοτε βρήκε την πνευματική, αλλά και την οικογενειακή του σωτηρία και με δάκρυα στα μάτια διηγήθηκε τα ανωτέρω.
Με την αγάπη, την προσευχή και την διάκρισή του, γνώριζε πότε να μιλά, πώς να ενεργεί και να βοηθά αθόρυβα τη μητέρα Εκκλησία, αποφεύγοντας τα άκρα και θεραπεύοντας πληγές που ταλαιπωρούν το σώμα της Εκκλησίας και σκανδαλίζουν τους πιστούς.


ΠΗΓΗ:
Οι Αγιορετικές μνήμες,
Από το βιβλίο «Βίος γέροντος Παϊσίου του Aγιορείτου»,
Ιερομονάχου π. Ισαάκ (σελ. 691 - 696).

Ο ΓΕΡΩΝ ΕΦΡΑΙΜ ΤΗΣ ΑΡΙΖΟΝΑΣ ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΠΑΛΑΙΟΗΜΕΡΟΛΟΓΙΤΕΣ

Γέρων Εφραίμ
(για παλαιοημερολογίτες)

Πριν από χρόνια ήταν ένας πνευματικός Κύπριος πάρα πολύ καλός. Αυτός ήτανε αρχικά στο Σταυροβούνι, είναι ένα μοναστήρι στην Κύπρο· ήτανε τότε νεώτερος, αλλά ιερομόναχος. Όταν ήταν σ’ αυτό το μοναστήρι, μου το διηγείτο ο ίδιος, εκεί έφυγε ένας Αγιορείτης ζηλωτής πατέρας, του παλαιού, βέβαια, ημερολογίου. Όταν λέμε «ζηλωτή», πρέπει να εννοούμε φανατικό παλαιοημερολογίτη, οι οποίοι καταδικάζονται από την Εκκλησία ως αιρετικοί και σχισματικοί. Αυτός λεγόταν πατήρ Ιωάννης, τον ήξερα, έφυγε από το Άγιον Όρος, μάλιστα από την Σκήτη της Αγίας Άννας και πήγε στην Κύπρο. Εκεί στην Κύπρο προσπάθησε να δημιουργήσει κλίμα παλαιοημερολογίτικο και εν συνεχεία πήγε επάνω στο μοναστήρι Σταυροβουνίου, όπως μου διηγείτο ο ίδιος ο ιερομόναχος, και άρχισε να μιλάει τα του παλαιού ημερολογίου στους εκεί πατέρες του μοναστηρίου. Άρχισε να λέει και στον ιερομόναχο αυτόν, ότι οι λειτουργίες που κάνεις δεν είναι λειτουργίες και τα μυστήρια, τα οποία κάνεις, δεν είναι μυστήρια, ότι δεν έχουν χάρη, δεν έχουν ευλογία κλπ. Ο ιερομόναχος αυτός άρχισε να ταλαντεύεται μέσα, μες στους λογισμούς του, και να λέει: άραγε, λέει σωστά αυτός ο άνθρωπος; Άραγε, μήπως δεν κάνω λειτουργία και μυστήριο, αλλά κάνω μια θεατρική παράσταση εδώ στη λειτουργία και βλέπει ο κόσμος; Έχοντας όλα αυτά μες στο λογισμό του, μια μέρα ξεκίνησε να κάνει Θεία Λειτουργία. Ε, προχώρησε η Θεία Λειτουργία, ευλόγησε τα Άγια κι όταν έφτασε η ώρα και γονάτισε για να κάμει την ύψωση του Αγίου άρτου και να πει «πρόσχωμεν, τα άγια τοις αγίοις» βλέπει στο δισκάριο επάνω, βλέπει στο δισκάριο επάνω ότι ο άρτος έγινε σάρκα, έγινε κρέας κόκκινο και αμέσως άρχισε ο έλεγχος της συνειδήσεως να του λέει ότι: από την απιστία των λογισμών σου, γιατί αμφέβαλλες, και γι’ αυτό και για κείνο, ο Θεός επέτρεψε τώρα ο άρτος να γίνει σάρκα, να γίνει κρέας, και τώρα πώς θα κοινωνήσεις, και πώς θα κοινωνήσεις και τους μοναχούς, κι όλα είναι από την αμαρτία που σκέφτηκες, κι όλα αυτά τον έκαμαν να κλαίει. Γονάτισε εκεί κι άρχισε και πάλι να κλαίει, δεν μπορούσε να κοιτάξει στο δισκάριο το κρέας. Κι ήταν πάτερ μου, λέει, κρέας σαν κι αυτό του μηρού, λέει, που δεν έχει πάχη, κόκκινο…
Κι έτσι εκεί που έκλαιγα, και παρακαλούσα, και δεόμουνα του Θεού ν’ αλλάξει την περίπτωση, να γίνει πάλι άρτος, και να με συγχωρέσει τους λογισμούς μου και την απιστία μου, που είχα στο μυστήριο, εκεί, έρχεται ο εκκλησιαστικός και λέει: Πάτερ, σας συνέβηκε καμιά ζημιά, ξέρω γω τι, να σας βοηθήσω;  Όχι παιδί μου, πήγαινε, οι αμαρτίες μου, τις αμαρτίες μου κλαίω εδώ, πήγαινε συ, δε χρειάζεσαι… Και δεόμουνα πάλι, και μετά αφού έκλαψα, έκλαψα πολύ, σηκώνω έτσι δειλά δειλά τα μάτια μου να δω τι γίνεται επάνω στην Αγία Τράπεζα, κοιτάζω στο Δισκάριο, πάει το κρέας, έγινε άρτος, έγινε λευκός όπως ήταν το πρόσφορο! Σηκώνομαι, τον μελίζω, κοινωνάω με χαρά, μ’ ευχαρίστηση, ησύχασα μέσα μου, ότι όντως, η λειτουργία μου είναι σωστή εν Αγίω Πνεύματι κι ότι δεν είναι αυτό σωστό, που μου είπε ο ζηλωτής αυτός πατέρας, ο φανατικός, ότι δεν έχουν τα μυστήρια χάρη κι ότι εμείς οι νεοημερολογίτες είμαστε εκτός Χάριτος και εκτός Εκκλησίας κι είμαστε οι κολασμένοι.
Αυτό είναι το ένα γεγονός. Έχω κι άλλο. Επέρυσι, αν θυμούμαι ακριβώς, ήμουνα στης Πορταριάς το μοναστήρι κι όπως είμαστε τώρα έτσι εδώ, ήμουνα με τις μοναχές και τις μιλούσα. Εκεί που τις μιλούσα, χτυπάει το τηλέφωνο. Το σηκώνω, ήταν ένα πνευματικό μου παιδί, μια γυναικούλα από την Κρήτη, μια χαριτωμένη γυναικούλα, που με πολύ έτσι, πολύ ενάρετο και πολύ πιστό κοντά μου, και ήταν στο Βόλο και ανέβαινε απάνω και άκουγε τη Θεία Λειτουργία και κοινωνούσε και μετά έκανε, είναι η μετάθεσις του ανδρός της από τεχνικής πλευράς και πήγε στην Κοζάνη και μου πήρε τηλέφωνο κι έτσι κάπως ανήσυχα μου λέει:
- Γέροντα, θέλω να σου πω το εξής και είμαι πολύ στενοχωρημένη· τι είναι αυτό, που μου συμβαίνει; οι αμαρτίες μου είναι, που συνέβαλλαν να νιώσω αυτά τα πράγματα; 
-Ε, τι παιδί μου; της λέω, Ευτυχούλα, της λέω, τι συμβαίνει;
-Πατέρα, μου λέει, όταν ήμουνα στο μοναστήρι αυτού, κοινώνησα· κι όπως κοινώνησα λέει, η μερίδα του Αγίου Άρτου, έγινε κρέας στο στόμα μου και δεν μπορούσα να το μασήσω· ωμό κρέας, και το κατάπια. Κι έγινε μια ευωδία στο στόμα μου, λέει, τρελλή,  μου λέει. Ήρθα εδώ στην Κοζάνη και κοινώνησα πάλι με το νέο, στη Μητρόπολη (σε μας κοινώνησε με το παλαιό) κοινώνησα εδώ με το νέο και μου έγινε η μερίδα πάλι κρέας και τόση ευωδία, που έχω μια βδομάδα που δεν παίρνω (…….) να τακτοποιηθώ, γιατί δεν θέλω να χάσω την ευωδία της Αγίας Κοινωνίας, που έχω, που αισθάνομαι. Γιατί; Οι αμαρτίες μου είναι τόσες πολλές, λέει, και μου συμβαίνει αυτό;
-Λέω, παιδάκι μου, λέω, δεν είναι αυτό, αλλ’ ότι ο Θεός σε αγάπησε έτσι και σου έδειξε αυτό το μυστήριο, για να πιστέψεις ακράδαντα ότι εμείς οι Χριστιανοί Ορθόδοξοι πιστεύουμε ότι ο Άγιος Άρτος και το κρασί μας γίνονται, με την ευλογία της Εκκλησίας, και με τις ευχές της Εκκλησίας, με την επιφοίτηση του Αγίου Πνεύματος, μεταβάλλεται σε σάρκα και αίμα και κοινωνάμε τον Θεό μας με σάρκα και αίμα, και γινόμαστε ένα με το Χριστό και αγιάζεται και η σάρκα και το πνεύμα μας.
- Ω, λέει, έτσι έχουν τα πράγματα; 
- Μάλιστα παιδί μου, έτσι έχουν τα πράγματα.
Όταν ήμουνα το ’72 στο Σινά, στην Αγία Αικατερίνη, στο μοναστήρι, εκεί που καθίσαμε, είπαμε να λειτουργήσω την επαύριο, να κοινωνήσουν οι πιστοί, και μία που ήμουνα και για πρώτη φορά στο Σινά, και στην Αγία Αικατερίνα, λέγω, είναι ευχής έργον τώρα κι έχουμε και το Άγιο Λείψανό της εκεί, να λειτουργήσω. Οι άλλοι πήγαν επάνω στην κορυφή, αλλά εγώ προτίμησα στην Θεία Λειτουργία. Λειτούργησα, ήταν πάρα πολύ ωραία· και βγάλαμε και τα Άγια Λείψανα και χαιρετήσαν οι Χριστιανοί· ευωδίαζε ο τόπος με της Αγίας Αικατερίνης. Από βραδίς δε, επειδή συζητούσαμε για τη Θεία Κοινωνία, ποιοι θα κοινωνήσουν κλπ., και αναφερθήκαμε πάλι στο παλαιό, ότι το νέο δεν έχει χάρη κλπ. Πετάγεται μία κυρία, η οποία είχε πνευματικό πατέρα τον π. Άγγελο, τον Νησιώτη, αν έχετε ακουστά, ένας πάρα πολύ πνευματικός άνθρωπος. Λοιπόν αυτός ο άνθρωπος, η γυναίκα τον είχε πνευματικό πατέρα, και θέλοντας να υποστηρίξει την αλήθεια λέει το εξής: ότι κάποτε πάτερ, μου λέει, θα κάναμε μία Θεία Λειτουργία και είχαμε συνήθεια από το Γέροντα, ότι όπου πηγαίναμε, μας έλεγε ετοιμαστείτε να κοινωνήσετε, και πήγαμε κάπου εκδρομή και σε κάποιο παρεκκλήσι κάναμε τη Θεία Λειτουργία. Όταν βγήκε ο πνευματικός μας έξω στην Ωραία Πύλη με το Άγιον Ποτήριον, λέει: παιδιά μου, τι να σας κοινωνήσω; δέστε τι έγινε εδώ! Και μας έδειξε, πάτερ, με τα μάτια μου είδα, μέσα στο Άγιο Ποτήριο ήταν κρέας και αίμα. Δεν μπορώ να σας κοινωνήσω λέει, μόνον θα σας κοινωνήσω με το Άγιον Αίμα· και μας έδωσε μόνον Αίμα, λέει, διότι τη σάρκα δεν μπορούσε να μας τη δώσει. Εδώ, πώς την κατέλυσε αυτός, τι προσευχές έκανε και μετεβλήθη πάλι σε άρτο και κατέλυσε την Αγία Κοινωνία, ο Θεός ξέρει κι ο ίδιος. Αλλά μας το είπε η ίδια η γυναίκα, η οποία το είδε με τα μάτια της. Και πόσα άλλα έχουμε από τους Αγίους Πατέρας…
Θέλω να πω ότι χωρίς να ξέρουν οι άνθρωποι του παλαιού, παρότι είναι το ορθόδοξο, το πιο σωστό ημερολόγιο και πιο ευλογημένο, αλλά ωστόσο όμως, επειδή με την πάροδο του χρόνου άνθρωποι, οι οποίοι δεν κατείχαν καλά τα πράγματα και την αλήθεια, από κει που ξεκίνησε σαν ημερολόγιο και σαν μια ακρίβεια να φυλαχτεί και προς έναν έλεγχο της Εκκλησίας της Ελλάδος να επιστρέψει στο παλαιό πάλι κλπ., το φτάσανε να το κάνουν δογματικό από μια εκκλησιαστική παράβαση, έγινε δογματικό, δογματική παράβαση. Οπότε, όταν κανείς ακούσει ότι σφάλμα επάνω σε δόγμα της Εκκλησίας, δειλιάζει κι αρχίζει και το κοιτάζει διαφορετικά το θέμα. Αλλά δεν είναι δογματικόν, είναι απλώς εκκλησιαστικόν και είναι απλώς ημερολόγιο.
Και έφτασε η υπόθεσις αυτή τώρα πλέον, και κυρίως στην Ελλάδα, να έχουμε δύο, τρεις, τέσσερις Σύνοδοι, από επισκόπους παλαιοημερολογίτες, οι οποίες η μία Σύνοδος έχει διαφορές με την άλλη. Και η κάθε Σύνοδος έχει τον Αρχιεπίσκοπό της. Σκεφτείτε τώρα, μέσα σε μία Αθήνα, που πρέπει να υπάρχει ένας Αρχιεπίσκοπος, είναι πέντε-έξι αρχιεπίσκοποι. Ε, όλα αυτά σημαίνουν ότι δεν πάμε καλά, ότι δεν ξεκίνησε καλά το θέμα. Βέβαια οι επίσκοποι, οι οποίοι ηγήθησαν του παλιού τότε, ήταν βέβαια πάρα πολύ σωστοί άνθρωποι, και μάλιστα ο Φλωρίνης ήταν ένας άγιος άνθρωπος και πολύ μελετημένος και όπως λέγεται ότι στα τελευταία του, όταν ήταν να κοιμηθεί, αναστέναξε και είπε: Κύριε, μη στήσεις την αμαρτίαν ταύτην. Δηλαδή, εννοούσε ότι με το να ξεκινήσουν και να ηγηθούν του παλαιού, είδαν ότι βγήκε έξω από το σωστό δρόμο, κι από ημερολόγιο το κάναν δόγμα και το (…) τώρα άνθρωποι και δεν μπορεί να τους αναχαιτίσει. Κι όταν επέθανε ο Δημητριάδος και οι δύο άλλοι, ο Χριστοφόρος με τον Πολύκαρπο, υπήρχε, ο (…) ήταν από τους δύο αυτούς επισκόπους, νέοι επίσκοποι γύρισαν με το νέο πάλι, γιατί κατάλαβαν ότι έκαναν λάθος κι ότι πρέπει να το διαλύσουν. Δηλαδή, άμα αντιληφθείς, σκεφτήκανε η ηγεσία η εκκλησιαστική θα υποχωρήσει κι ο λαός· και θα ενωθεί πάλι με την Εκκλησία και δεν θα υπάρχει θέμα παλαιού για να υπάρχει αυτό το σχίσμα. Φύγαν, έγιναν με το νέο αυτοί, επέστρεψαν και έμεινε μόνον ο Φλωρίνης σαν τελευταίος· και τον λέγαν, κάμε επίσκοπο, κάμε επίσκοπο· όχι, όχι, όχι. Σου λέει να πεθάνω κι εγώ, να σβήσει. Και απέθανε κι αυτός και δεν άφησε διάδοχο. Και έφτασαν οι παλαιοημερολογίτες να μην έχουνε επίσκοπο, να μην έχουν κεφαλή. Και να έχουν πέσει κατά κάποιον τρόπο στην αίρεση, που δεν είναι αίρεσις, αλλά σε θέση μιας αιρέσεως, που δεν είχαν κεφαλή. Ήτανε λαός, αλλά επίσκοπο δεν είχανε. Φθάσανε σ’ αυτό το σημείο. Εάν ήτανε η μόνη Ορθόδοξος Εκκλησία… Η Ορθόδοξος Εκκλησία ποτέ δεν έμεινε χωρίς Επίσκοπο. Όπου Επίσκοπος εκεί και κεφαλή, εκεί κι η Εκκλησία. Αυτοί δεν είχανε επίσκοπο για πολλά χρόνια. Και επειδή ήξευραν ότι εκατηγορούντο ως ακέφαλοι πλέον, και δεν στέκεται στον τελευταίο Χριστιανό να το σκεφτεί, ότι υπάρχει Εκκλησία χωρίς Επίσκοπο, αναγκάστηκαν έτσι, κι επίμονα, κι ήρθαν στην Αμερική ορισμένοι Αρχιμανδρίτες να χειροτονηθούν Επίσκοποι από την Εκκλησία, από τη Σύνοδο της Διασποράς, των Ρώσων του Αναστασίου. Αλλά η Σύνοδος δεν χειροτονούσε κανέναν! Γιατί δεν θέλαν να ξεκινήσουνε, να συνεχίσουν ας πούμε, οι νέοι Επίσκοποι ότι εκείνοι οι παλαιοί είδαν ότι δεν πάει καλά. Ωστόσο όμως, η επιμονή τους να κάνουνε, για να ηγηθεί κάποιος Επίσκοπος, δύο επίσκοποι να κάνουν κεφαλή, να μην κατηγορούνται ως ακέφαλοι, γιατί δεν στέκεται σε καμιά περίπτωση, ήτανε ξεκάρφωτο το πράγμα εντελώς, ήταν ολοφάνερο ότι δεν παν καθόλου καλά· και βρήκανε τον Σεραφείμ και έναν, αν δεν απατώμαι, τον Λεόντιο, οι οποίοι ήτανε και οι δύο Επίσκοποι της Συνόδου της Διασποράς των Ρώσων, η οποία Σύνοδος δεν έχει δώσει την άδεια, καταλάβατε; Αυτοί οι δύο, κρυφά από τη Σύνοδό τους, ο ένας νεοημερολογίτης κι ο άλλος παλαιοημερολογίτης της αυτής Συνόδου, κρυφά χειροτόνησαν τον Ακάκιο και τον κάναν Αρχιεπίσκοπο. Κι όταν ήρθε αυτός στην Ελλάδα, τότε θυμάμαι ήμουνα κάτω, ήρθε αυτός και είπε ότι χειροτονήθηκα Επίσκοπος. Τα χειροτονικά σας πάτερ;  Χειροτονικά δεν υπήρχαν! Πώς θα σε πιστέψουμε πως έγινες επίσκοπος; Είμαι επίσκοπος και τα χειροτονικά μου θα έρθουνε μετά από καιρό. Ποιοι είναι οι Επίσκοποι, οι οποίοι σε κάνανε; Δεν έλεγε· δεν ήθελε να φανερωθεί, ότι θα πήγαινε είδηση στην Σύνοδο, στην οποία υπάγοντο οι Επίσκοποι· και θα γινόταν, θα δικαζόντουσαν οι άνθρωποι. Και κατά κανόνα της Εκκλησίας, όποιος Επίσκοπος χειροτονήσει –οι δύο είχαν χειροτονήσει επίσκοπο- κρυφά, άνευ αδείας της Εκκλησιαστικής των αρχής, οι χειροτονίες άκυρες και οι χειροτονίες αυτές καθαίρονται. Καταλάβατε; Κανόνας ρητός Συνόδου. Λοιπόν, κατά κανόνα έπρεπε: η χειροτονία, τώρα, να είναι άκυρος του Ακακίου και αυτοί οι δύο οι Ρώσοι, οι δύο άνθρωποι, οι δύο Επίσκοποι, να καθαιρεθούν. Γι’ αυτό και δεν έδειχνε χειροτονικό! Δεν είχε. Πώς να το φανερώσει; Άλλοι είπαν ότι δεν σε δεχόμαστε ως Επίσκοπο και άλλοι, αναγκαστικά, για να καλύψουν τη θέση τους, τον δεχτήκαν ως Επίσκοπο κι ότι, εν καιρώ, θα φέρει τα χειροτονικά. Και τα χειροτονικά του έγιναν με δικηγόρο, σαν συμβόλαιο έδειξε κατόπιν. Όταν πια έγινε γνωστό, ότι έγινε κρυφά η χειροτονία του, πήγε στη Σύνοδο η υπόθεσις. Η Σύνοδος σκέφτηκε από δω, σκέφτηκε από κει, θα γίνουμε ρεζίλι, και συγχώρεσαν το σφάλμα στους δύο Επισκόπους και, κατά κάποιον τρόπο, και το σφάλμα του Ακακίου και ενέκριναν σχετικώς και οικονομικώς τη χειροτονία.
Στη συνέχεια, ένας δεν μπορούσε να χειροτονήσει Επίσκοπο, διότι αν χειροτονούσε θα έπαιρνε κι αυτός τη σειρά του Ματθαίου, ο οποίος Ματθαίος χειροτόνησε μόνος του κι έκανε ολόκληρη Σύνοδο και είναι εντελώς άκυρες οι χειροτονίες του. Γι’ αυτό κι αυτός κάλεσε πάλι το Λεόντιο, κρυφά, από την Αμερική και ήρθε στην Αθήνα και κρυφά, σε μοναστήρια μέσα, κάναν χειροτονίες επισκόπων και ξαφνικά τους φανέρωσαν χειροτονημένους. Και λεν, μα πού έγιναν οι χειροτονίες; Γιατί δεν έγιναν ενώπιον του λαού; Αν τους εγκρίνουμε κι εμείς; Αλλά, είπαν ότι τώρα εμείς, δεν μπορούμε να κάνουμε φανερά για τον άλφα ή βήτα λόγο· κρυφά, τα κάλυψαν και έγιναν επίσκοποι και ο Αυξέντιος και ο Γερόντιος και ο (…) και τόσοι άλλοι, και κάνανε μία Σύνοδο.
Στη συνέχεια, όπως είπαμε και προχτές, κάποτε είπαν ότι πρέπει να συνέλθομε και να ενωθούμε, να αποτελέσουμε ένα μεγάλο σώμα, μια μεγάλη Εκκλησία, να αντιπαραταχθούμε στο Νέο ημερολόγιο, στη νέα Εκκλησία. Αλλά συμφωνήσανε να πιστέψουνε και να κάνουν κοινό «πιστεύω» ότι η Εκκλησία, η καθ’ όλα Εκκλησία ή του παλαιού ή του νέου ημερολογίου, που δεν υπάγονται σ’ αυτούς, όπως είναι οι Βούλγαροι κι οι Σέρβοι κι η Αλβανική κτλ., όλες οι Αυτοκέφαλες Εκκλησίες του παλαιού και του νέου, όλες αυτές οι Εκκλησίες  απεκηρύχθησαν ως αιρετικές και σχισματικές κι ότι τα μυστήριά τους είναι άκυρα· και μόνον τα δικά τους είναι έγκυρα και σωστά. Αλλά όταν συνήλθαν και κάναν αυτή την Σύνοδο, διεφώνησαν ύστερα ποιος θα ‘ναι ο Αρχιεπίσκοπος! Από ποια παράταξη θα ‘ναι ο Αρχιεπίσκοπος; Εκεί διαφώνησαν. Οι μεν έλεγαν ο δικός μας θα ‘ναι Αρχιεπίσκοπος, η άλλη παράταξη έλεγε ο δικός μας θα είναι κι εκεί πάλι ξεχώριζαν και μείναν πάλι ξεχωριστά οι παρατάξεις, με αρχιεπισκόπους δικούς των, αλλά συμφώνησαν στο ίδιο «πιστεύω», ότι δεν υπάρχει Χάρις και Αγιασμός στα μυστήρια της Εκκλησίας, της καθ’ όλα Εκκλησίας και μόνον αυτοί έχουν τον Αγιασμό. Γι’ αυτό σήμερα λένε, όπως τώρα έχω μάθει, τώρα που ήρθα εδώ, εκεί που πηγαίνουν επάνω στο μοναστηράκι αυτό, τους λέει ο πάτερ ότι, εκκλησιαστείτε κάτω εδώ στην Εκκλησία, αλλά μυστήρια μην παίρνετε. Που θέλει να πει, το λέγει πλάγια δεν το λέει ευθέως ότι είναι άκυρα, διότι δεν υπάρχει Εκκλησία με το παλαιό για να εκκλησιαστούν οι άνθρωποι· λέει, ακκλησίαστοι θα μείνουν; Ας παν στην εκκλησία, έως ότου σκέφτονται να κάνουν εκκλησία, αλλά μυστήρια μην πάρετε, λέει. Αν τα μυστήρια είναι έγκυρα, γιατί να μην τα πάρουν;  Αν όμως είναι άκυρα, δεν πρέπει να τα πάρουν. Δεν το λέει ευθέως, αλλά το λέει πλάγια, πολύ έξυπνα κι έντεχνα ότι, μην κοινωνήσεις, μόνο σε μένα θα κοινωνήσεις· που λέει μόνον τα δικά του είναι έγκυρα και της εκκλησίας της  δικής σας δεν είναι έγκυρα. Αυτό δεν πρέπει να λέγονται έτσι. Πρέπει να πει ότι, αν είναι, πρέπει να του κάνουμε την ερώτηση, ωραία: Να πάμε στην εκκλησία, πάτερ μου, γιατί δεν μας επιτρέπετε; πέστε μας μ’ ένα ναι κι ένα όχι: είναι έγκυρα ή δεν είναι; Έχουν Άγιο Πνεύμα ή δεν έχουν; Αν έχουν, επιτρέψτε μας να κοινωνήσουμε· εάν δεν έχουν, πέστε μας ότι δεν έχουν και γι’ αυτό δεν μας επιτρέπετε. Αυτή είναι η αλήθεια του Θεού. Καταλάβατε. Αυτό πρέπει να το γνωρίζουν.
Και εγώ, με τον πάτερ Παντελεήμονα, που είναι στην Αμερική στη Βοστώνη, είναι σαν αδελφός μου. Εννοείτε δηλαδή, ότι ο πατήρ Αρσένιος, το γεροντάκι που έχουμε σήμερα, όπως ξέρετε, είναι ο κατόπιν από τον Γέροντα Ιωσήφ, ανέλαβε σαν μεγαλόσχημα, κι εγώ σαν εφημέριος τον διάβαζα, στην σκήτη που ήμασταν εκεί. Ο πατήρ Παντελεήμων αίρει την χειροτονία του διακόνου από τον Αθηναγόρα των Θυατείρων, ξέρετε, αυτός που άφησε ιστορία όχι ορθόδοξη στο Λονδίνο· ήταν πρώτα επίσκοπος Βοστώνης μετά έγινε Θυατείρων Αγγλίας, ο οποίος άφησε όνομα οικουμενιστικό, κι απέθανε στο Λονδίνο. Στη συνέχεια ερχόταν ο πατήρ Παντελεήμων ως διάκονος και συλλειτουργούσαμε κάτω. Εν τω μεταξύ με το νέο ημερολόγιο ο Θυατείρων, όταν ήταν στη Βοστώνη, με την εκκλησία του Ιακώβ. Στη συνέχεια έγινε ιερεύς στα Ιεροσόλυμα, από την Εκκλησία των Ιεροσολύμων, που εννοείται ότι είναι με την καθ’ όλα Εκκλησία και δεν είναι με τους παλαιοημερολογίτες. Από κει πήρε και την χειροτονία, πάρα πολύ σωστά· κι από τη μία πλευρά κι από την άλλη. Αλλά, τώρα πιστεύει πλέον, ότι δεν υπάρχει σωτηρία ούτε… καλά, σε μας είναι ξεκάθαρο το πιστεύω. Όταν τον ρώτησα τότε «με τους παλαιοημερολογίτες είσαι πάτερ;» μου λέει «όχι, μήτε με τους παλαιοημερολογίτες μήτε με τους νεοημερολογίτες». Τέλος πάντων, έχει δική του γραμμή σταθερή και λέει ότι δεν υπάρχει σωτηρία, ει μη μόνον στη δική του πλευρά, και δεν κοινωνάει κι ούτε εξομολογείται σε ανθρώπους του νέου ημερολογίου. Αυτό βέβαια έγινε μπροστά μου και δεν μπορεί κανείς να μου πει ότι έχω λάθος· όταν πήγα στη Βοστώνη και πήγα στο μοναστήρι του, έγιναν μπροστά μου και τα ξέρω. Βέβαια εμείς είμαστε πνευματικά αδέλφια κι έχουμε την αγάπη κλπ., αλλά διαφωνούμε πέρα για πέρα στις απόψεις αυτές. Ο δικός μου ο γέροντας του είπε, μεταξύ άλλων, ότι, όπως τον πιστεύεις σαν άγιο κι έχεις το άγιο λείψανό του και κάνεις θαύματα με το λείψανο του Γέροντος, όμως ο Γέροντάς μας έχει κοιμηθεί στην Εκκλησία, εμείς χειροτονηθήκαμε από τον Επίσκοπο, ο οποίος ήταν στην Εκκλησία και μάλιστα τότε, όταν χειροτονηθήκαμε, μνημονεύαμε τον Οικουμενικό Πατριάρχη -τότε ήταν ο ΑΘηναγόρας-, και αγίασε μέσα στην Εκκλησία· πώς τώρα θα πούμε ότι αυτή η Εκκλησία, που αγίασε το Γέροντα είναι αιρετική; Είναι τρομερό!
Όταν τα μυστήρια αγιάζονται εν Αγίω Πνεύματι και εγώ, ο παλαιοημερολογίτης, ο φανατικός, λέω ότι αυτά δεν είναι αγιασμένα αλλά είναι άρτος και οίνος, δεν βλασφημώ στο Άγιο Πνεύμα, που έχουν απάνω τους; Όταν τα λέω ότι είναι κοινά και δεν είναι αγιασμένα, δεν πάω εναντίον του Αγίου Πνεύματος, που τα έχει αγιάσει; Όταν είναι σάρκα και αίμα Χριστού και λέω «δεν είναι», δεν πάω εναντίον του Αγίου Πνεύματος; Θέλω να πω το εξής, ότι είναι πολύ λεπτό το θέμα και μπορεί σε μια στιγμή, -το λέει κι ο ιερός Χρυσόστομος: κρείσσον εσφαλμένως μετά της Εκκλησίας ή ακριβολογείν και ορθοδοξείν έξω της Εκκλησίας. Τι θέλει να πει εδώ; Είναι ακριβώς απάνω στην περίπτωσή μας. Καλύτερα με το σφάλμα του ημερολογίου μέσα στην Εκκλησία, παρά να κάνω τον Ορθόδοξο, τον σούπερ Ορθόδοξο, και να βρεθώ έξω της Εκκλησίας με το να δογματίζω ότι τα μυστήρια είναι άκυρα και οι άνθρωποι δεν σώζονται.
Εβρέθηκα εγώ, κάποια φορά πριν από χρόνια, κάτω στην Αθήνα, και για κάποια δουλίτσα πήγα στο γραφείο των παλαιοημερολογιτών Επισκόπων κι ήταν ο Αρχιεπίσκοπος ο Αυξέντιος κι ήταν και τρεις-τέσσερις άλλοι Επίσκοποι. Είχα κάποια δουλίτσα και βρέθηκα εκεί μ’ έναν κύριο. Μόλις με είδε ο Αρχιεπίσκοπος ο Αυξέντιος, ο οποίος με ήξερε, μου λέει ευθέως: Πάτερ Εφραίμ, μην κηρύττετε ότι σώζονται οι νεοημερολογίτες. Λέω: με συγχωρείτε, Μακαριώτατε, ουδέποτε εγώ θα κηρύξω βλάσφημο ότι (…). Πιστεύουμε είναι αρνητικό κι αντίθετο (…). Μου λέει: όχι. (….) Δεν πιστεύω ότι της Εκκλησίας τα μυστήρια είναι άκυρα. Στη συνέχεια φεύγει αυτός και παραλαμβάνει το λόγο ο Ακάκιος ο νεώτερος, ο ανιψιός του Ακακίου, που έγινε αυτός στην Αμερική, που έγινε κατόπιν αρχιεπίσκοπος, κι ο οποίος υπάρχει τώρα κάτω κι έχει δική του, έτσι, πλευρά. Άρχισε εκείνος να μου λέει διάφορα και πολλά, αναφερόταν σε πρόσωπα κατηγορώντας· εγώ δεν μιλούσα. Εγώ, λέει, πάτερ Εφραίμ θα αναμυρώνω, -δεν ξέρω αν μου είπε «και θα αναβαπτίζω»- διότι είναι σχισματικοί δυνάμει και ενεργεία. Κάνω μια παρένθεση και σας εξηγώ τι θα πει «δυνάμει και ενεργεία». Δυνάμει, θα πει δυνάμει του τάδε κανόνως η περίπτωσις αυτή είναι σχίσμα. Ενεργεία, όταν ο κανόνας αυτός θα γίνει έργο. Δηλαδή, οι άνθρωποι που θα σφάλλουν στον κανόνα μετά θα το κάνουν πράξη. Δηλαδή, φερ’ ειπείν, λέγω ένα πράγμα ότι είναι σχίσμα αλλά δυνάμει του κανόνος· όταν θ’ αρχίσω να το κάνω πράξη και να το πιστεύω και να το κηρύττω, τότε το κάνω και πράξη. Δυνάμει και ενεργεία, μου λέει, σχισματικοί οι νεοημερολογίτες· σαν να ήθελε να μου πει ότι δεν υπάρχει Πνεύμα Άγιο. Λέω: Σεβασμιώτατε, έχετε λάθος. Θύμωσε αυτός, χτύπησε κάτω το χέρι, πού το ‘χω το λάθος;  Θα σας πω, πώς έχετε λάθος: πρώτον πρέπει να ξέρετε, σαν επίσκοπος, ότι το αναμύρωμα, στην περίπτωση που λέτε, γίνεται όταν κανείς αρνηθεί το Χριστό, όταν γίνει Χιλιαστής, όταν γίνει Αμερικανός, όταν γίνει Ευαγγελιστής, όταν γίνει Καθολικός και μετά επιστρέψει ξανά στην Ορθόδοξο Εκκλησία· τότε παίρνει το Άγιον Μύρο από την Εκκλησία, που δηλοί ότι ξανά λαμβάνει το Πνεύμα το Άγιο, που έχασε με την άρνηση ή με την αίρεση, την οποία είχε ακολουθήσει. Εδώ δεν έχουμε ούτε αίρεση ούτε αρνησιχριστία για να δίνετε εσείς το Άγιον Μύρον. Τίποτε· χτυπούσε το χέρι του κάτω, εγώ, πάτερ, δεν θα κάνω κοινωνία Αγίω ποτηρίω με τον Αθηναγόρα. Δεν σας μιλάω κοινωνία με καθολικούς, δεν σας μιλάω για κάτι τέτοιο, αλλά όταν μου λέτε, ότι βαπτισμένους ανθρώπους στην Ορθόδοξη Εκκλησία, θα τους αναμυρώνετε, κάνετε τρομερό λάθος. Φώναζε αυτός, εγώ ήρεμα του απαντούσα, μετά έρχεται ο Αρχιεπίσκοπος μέσα. Τι γίνεται πάτερ Εφραίμ; Συμφωνήσατε με τον Επίσκοπο; Ρωτάει τον Επίσκοπο αν συμφωνήσαμε, εν καιρώ, λέει, θα γίνει. Δεν είπα τίποτα περισσότερο, τους χαιρέτησα και έφυγα.

Και θέλω να πω ότι το πράγμα ξεκίνησε εντελώς ορθόδοξα και σωστά, το παλαιό, και μετά σιγά σιγά πήρε μία άλλη, ας πούμε, επικίνδυνη έκταση και θέση, που σήμερα αποτελεί σοβαρή πληγή για την Ορθόδοξη Εκκλησία, διότι κι αυτοί κομματιάστηκαν σε πολλά κόμματα. Και πριν ξεκινήσω από το Άγιον Όρος μας ήρθε μία φυλλάδα, ένα φυλλάδιο, από την Αμερική, που έλεγε ότι οι παλαιοημερολογίτες του Ματθαίου, οι οποίοι έχουν φτάσει μέχρι την Αμερική, έχουν και Οικουμενικό Πατριάρχη! Είχε τη φωτογραφία του, ο Οικουμενικός Πατριάρχης τάδε τάδε Γνησίων Ορθοδόξων Χριστιανών (ΓΟΧ).