ΑΝ ΒΙΑΖΕΣΑΙ ΝΑ ΔΕΙΣ ΤΟΝ ΚΟΣΜΟ ΝΑ ΓΙΝΕΤΑΙ ΚΑΛΥΤΕΡΟΣ, ΑΡΧΙΣΕ ΑΠΟ ΤΟΝ ΕΑΥΤΟ ΣΟΥ. ΕΙΝΑΙ Ο ΣΥΝΤΟΜΟΤΕΡΟΣ ΔΡΟΜΟΣ.

Παρασκευή 11 Μαρτίου 2016

Η ΠΑΝΕΛΛΗΝΙΑ ΕΝΩΣΗ ΘΕΟΛΟΓΩΝ ΧΑΙΡΕΤΙΖΕΙ ΜΕ ΜΕΓΑΛΗ ΙΚΑΝΟΠΟΙΗΣΗ ΤΗΝ ΑΠΟΦΑΣΗ ΓΙΑ ΤΟ ΜΑΘΗΜΑ ΤΩΝ ΘΡΗΣΚΕΥΤΙΚΩΝ ΠΟΥ ΕΛΑΒΕ Η ΙΕΡΑ ΣΥΝΟΔΟΣ ΤΗΣ ΙΕΡΑΡΧΙΑΣ ΤΗΣ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣ ΤΗΣ ΕΛΛΑΔΟΣ

Η Πανελλήνια Ένωση Θεολόγων(ΠΕΘ) χαιρετίζει με μεγάλη ικανοποίηση 
την απόφαση για το μάθημα των Θρησκευτικών
που έλαβε η Ιερά Σύνοδος της Ιεραρχίας της Εκκλησίας της Ελλάδος


Η Πανελλήνια Ένωση Θεολόγων(ΠΕΘ) χαιρετίζει με μεγάλη ικανοποίηση την απόφαση για το μάθημα των Θρησκευτικών που έλαβε η Ιερά Σύνοδος της Ιεραρχίας της Εκκλησίας της Ελλάδος στη Δεύτερη Συνεδρία της στις 9 Μαρτίου 2016, με την οποία προχωρεί στην επικαιροποίηση και επικύρωση της απόφασης που  είχε λάβει η Διαρκής Ιερά Σύνοδος της Εκκλησίας της Ελλάδος, στις 12-13 Ιανουαρίου 2016 ως προς τη θέση της για τον χαρακτήρα και το περιεχόμενο του μαθήματος των Θρησκευτικών, σε σχέση και με τον διάλογο που έχει να πραγματοποιήσει προσεχώς η Εκκλησία με την Πολιτεία.

Η ΠΕΘ αποδέχεται ασμένως την συνθετική και διαλλακτική λύση του προβλήματος που ταλανίζει το θεολογικό κόσμο εδώ και πέντε χρόνια, στην οποία κατέληξε η Ιεραρχίας της Εκκλησίας της Ελλάδος, ενεργώντας «εν πνεύματι και αληθεία» και ταυτόχρονα θεωρεί ότι οι αγώνες της για το μάθημα των Θρησκευτικών, δικαιώνονται πλέον και μάλιστα διπλά, με τις δύο παραπάνω Συνόδους.

Ωστόσο, δηλώνει ότι θα συνεχίσει αταλάντευτα και με αμείωτη ένταση τον αγώνα της, εξαντλώντας κάθε νόμιμο μέσο, για να προφυλάξει το μάθημα των Θρησκευτικών και τον θεολογικό κόσμο από κάθε απόπειρα επιβολής, που θα επιχειρηθεί από την πλευρά της Πολιτείας μέσα από μονομερείς ή τετελεσμένες αποφάσεις ή ενέργειες, που παραβλέπουν προκλητικά τη θέληση της πλειονοψηφίας του θεολογικού κλάδου. Ήδη ο ορισμός Επιτροπής από το Ινστιτούτο Εκπαιδευτικής Πολιτικής(ΙΕΠ) στην οποία συμμετέχουν ΜΟΝΟΝ μέλη του συνδέσμου ΚΑΙΡΟΣ δείχνει τις «προθέσεις» της πολιτείας για μονομερή «διάλογο», δηλαδή για αντιδημοκρατική διάθεση επιβολής, στην οποία η Ένωσή μας είναι αναγκασμένη να απαντήσει.

Το ΔΣ της ΠΕΘ 

Πέμπτη 10 Μαρτίου 2016

ΕΠΟΝΤΑΙ ΚΙ ΑΛΛΕΣ ΠΡΟΣΦΥΓΕΣ ΓΙΑ ΤΟ ΤΜΗΜΑ ΙΣΛΑΜΙΚΩΝ ΣΠΟΥΔΩΝ

Σύμφωνα με έγκυρες πηγές, πληροφορηθήκαμε ότι οι Μητροπολίτες Θεσσαλονίκης κ. Άνθιμος, Πειραιώς κ. Σεραφείμ, Γλυφάδας κ. Παύλος, Κυθήρων κ. Σεραφείμ, Γόρτυνος κ. Ιερεμίας, Αιτωλοακαρνανίας κ. Κοσμάς καί Κονίτσης κ. Ανδρέας, εάν τελικά δημοσιευτεί στο ΦΕΚ η ίδρυση και λειτουργία της Κατεύθυνσης Ισλαμικών Σπουδών, θα προσφύγουν, αμέσως, ομαδικά στο Συμβούλιο της Επικρατείας.
Επίσης, προσφυγή στο Συμβούλιο της Επικρατείας, ετοιμάζουν σύμφωνα με την πρόσφατη Ημερίδα «Μένουμε Έλληνες και Ορθόδοξοι», η Πανελλήνια Ένωση Θεολόγων μαζί με τα Χριστιανικά Ορθόδοξα Σωματεία Θεσσαλονίκης.
Ακόμη, προσφυγή είναι πρόθυμη να κάνει και η Εταιρεία Ορθοδόξων Σπουδών του πατρός Θεοδώρου Ζήση, όπως ο ίδιος είχε αναφέρει στην πρώτη Ημερίδα που οργάνωσαν οι Φοιτητές της Θεολογικής Σχολής του ΑΠΘ στην Μητρόπολη Θεσσαλονίκης, ενάντια στις Ισλαμικές Σπουδές.
Όπως βλέπουμε, οι αντιδράσεις κορυφώνονται και αποδεικνύουν περίτρανα ότι το ποίμνιο της Ελλαδικής Εκκλησίας, μαζί με την πλειονότητα των Ιεραρχών είναι πρόθυμοι να κάνουν τα πάντα, μέσα σε νόμιμα πλαίσια, για να ακυρωθεί αυτό το ολέθριο Τμήμα.
Ευχόμαστε, ο πανάγαθος Θεός μας, να δει αυτές τις αντιδράσεις και να ακυρώσει μια για πάντα την αντίχριστη αυτή Κατεύθυνση των Ισλαμικών Σπουδών.

ΔΕΥΤΕΡΗ ΣΥΝΕΔΡΙΑ ΤΗΣ ΙΕΡΑΣ ΣΥΝΟΔΟΥ ΤΗΣ ΙΕΡΑΡΧΙΑΣ ΤΗΣ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣ ΤΗΣ ΕΛΛΑΔΟΣ – ΤΙ ΑΠΟΦΑΣΙΣΕ ΓΙΑ ΤΟ ΜΑΘΗΜΑ ΤΩΝ ΘΡΗΣΚΕΥΤΙΚΩΝ

Δεύτερη Συνεδρία της Ιεράς Συνόδου
της Ιεραρχίας της Εκκλησίας της Ελλάδος (9/3/2016).

Συνήλθε τήν Τετάρτη, 9 Μαρτίου 2016, στη δεύτερη ημέρα της εκτάκτου Συγκλήσεώς της, η Ιερά Συνοδος της Ιεραρχίας της Εκκλησίας της Ελλάδος, υπό την Προεδρία του Μακαριωτάτου Αρχιεπισκόπου Αθηνών και πάσης Ελλάδος κ. Ιερωνύμου, στην Αίθουσα Συνεδριών της Ιεράς Συνόδου της Ιεραρχίας.
Κατά την πρωινή Συνεδρία, μετά την προσευχή, ανεγνώσθη ο Κατάλογος των συμμετεχόντων Ιεραρχών και διεπιστώθη η απουσία των Σεβασμιωτάτων Μητροπολιτών Μονεμβασίας και Σπάρτης κ. Ευσταθίου, Λήμνου και Αγίου Ευστρατίου κ. Ιεροθέου, Παροναξίας κ. Καλλινίκου και Μυτιλήνης, Ερεσσού και Πλωμαρίου κ. Ιακώβου, εχόντων την προς τούτο άδειαν της Ιεράς Συνόδου.
Κατόπιν επικυρώθηκαν τα Πρακτικά της χθεσινής Συνεδρίας.
Ακολούθως, σύμφωνα με την Ημερησία Διάταξη, ανέγνωσε την εισήγησή του ο Σεβασμιώτατος Μητροπολίτης Ναυπάκτου και Αγίου Βλασίου με θέμα: «Περί της Διδασκαλίας του μαθήματος των Θρησκευτικών εν τη Στοιχειώδη και Μέση Εκπαιδεύσει», το οποίο αποτελεί συνέχεια της εισηγήσεώς του στην κοινή Συνεδρίαση της Διαρκούς Ιεράς Συνόδου μετά των Κοσμητόρων των δύο Θεολογικών Σχολών και των Προέδρων των Τμημάτων αυτών καθώς και των Προέδρων της ΠΕΘ και του «ΚΑΙΡΟΥ».
Στην εισήγησή του ο Σεβασμιώτατος ανέπτυξε τέσσερα σημεία. Πρώτον, ενημέρωσε τους Ιεράρχες για όσα ελέχθησαν στην ως άνω κοινή Συνεδρίαση και ότι έγινε αποδεκτή η εισήγησή του από τους παρόντες. Δεύτερον, διασαφήνισε την διαφορά μεταξύ του Αναλυτικού Προγράμματος που ισχύει ως σήμερα και του Προγράμματος Σπουδών που προτείνεται. Πρόκειται για δύο διαφορετικά συστήματα θρησκευτικής αγωγής. Τρίτον, ανέπτυξε την έννοια του «θρησκευτικού γραμματισμού», ο οποίος θεωρείται ως βάση του νέου Προγράμματος Σπουδών. Είναι μέθοδος που εισήχθη στην Βρετανία, αλλά μεταφέρθηκε και στην Ελλάδα με διαφορετικό τρόπο. Και τέταρτον, παρουσίασε διεξοδικά την απόφαση της Διαρκούς Ιεράς Συνόδου του Ιανουαρίου του 2016, η οποία απεστάλη ως πρόταση της Ιεράς Συνόδου στο Υπουργείο Παιδείας, Ερεύνης και Θρησκευμάτων, καθώς επίσης διάβασε το έγγραφο της Ιεράς Συνόδου προς τον Υπουργό Παιδείας.
Η πρόταση αυτή είναι συνθετική των δύο διαφορετικών θέσεων, η πλέον ρεαλιστική στις σύγχρονες συνθήκες δεδομένου ότι το ισχύον πρόγραμμα δεν έχει ομολογιακό και κατηχητικό χαρακτήρα, και έχει ως εξής:
«Να επικεντρωθή το ενδιαφέρον στο τρέχον Πρόγραμμα με την δική του μεθοδολογία, στο οποίο όμως να γίνουν μερικές βελτιώσεις, εντάσσοντάς το στα σύγχρονα παιδευτικά δεδομένα, οπότε να εισαχθούν σε κάθε βιβλίο - όχι σε κάθε μάθημα - μερικά κεφάλαια θρησκειολογικά, ανάλογα με την θεματολογία του βιβλίου, αφού όμως δοθή προτεραιότητα στην ορθόδοξη παράδοση, την οποία ακολουθεί η πλειοψηφία των Ελλήνων πολιτών, αλλά και να χρησιμοποιηθούν ως εφαρμογές και τα καλά στοιχεία του Νέου Προγράμματος Σπουδών».
Μετά το πέρας της τεκμηριωμένης αυτής εισηγήσεως, η οποία διελάμβανε και επιστημονικά στοιχεία, ειλημμένα από την επιστήμη της διδακτικής μεθοδολογίας και από επιστημονικές μελέτες περί του αντικειμένου της διδασκαλίας του Μαθήματος των Θρησκευτικών στην Ευρώπη και στην Ελλάδα, διεξήχθη ευρύτατη συζήτηση και έγινε αποδεκτή η πρόταση του Μακαριωτάτου Αρχιεπισκόπου για «την υποχρεωτικότητα του μαθήματος των Θρησκευτικών, την τήρηση των ωρών διδασκαλίας στο τρέχον πρόγραμμα και τον Ορθόδοξο χαρακτήρα του».
Εν συνεχεία, η Ιεραρχία ομοφώνως ενέκρινε την απόφαση της Δ.Ι.Σ., όπως αυτή είχε διατυπωθεί στο υπ’ αριθμ. 881/391/22.02.2016 έγγραφό της προς τον αξιότιμο Υπουργό Παιδείας και αποφάσισε όπως η Επιτροπή διαλόγου με το Υπουργείο Παιδείας για το μάθημα των Θρησκευτικών απαρτισθεί από τους Σεβασμιωτάτους Μητροπολίτες: Φιλίππων, Νεαπόλεως και Θάσου κ. Προκόπιο, Ηλείας κ. Γερμανό και Καισαριανής, Βύρωνος και Υμηττού κ. Δανιήλ και τους Ελλογιμωτάτους Καθηγητές: α) κ. Αθανάσιο Στογιαννίδη,Καθηγητή του Τμήματος Θεολογίας της Θεολογικής Σχολής του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου της Σχολικής Παιδαγωγικής και Διδακτικής Μεθοδολογίας του Μαθήματος των Θρησκευτικών, β) κ. Ιωάννη Φύκαρη, Καθηγητή της Διδακτικής Μεθοδολογίας του Παιδαγωγικού Τμήματος Δημοτικής Εκπαίδευσης του Πανεπιστημίου Ιωαννίνων, γ) κ. Κωνσταντίνο Σπαλιώρα, Δρα Θεολογίας Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης, Πρόεδρο Πανελλήνιας Ένωσης Θεολόγων, Διευθυντή Γυμνασίου δ) κ. Ιωάννα Κομνηνού, Δρα Θεολογίας, Καθηγήτρια του Α’ Πειραματικού Λυκείου Αθηνών.
Η Ιεραρχία ομοφώνως αποφάσισε όπως οι ήδη υποβληθείσες παρατηρήσεις των Σεβασμιωτάτων Μητροπολιτών και εκείνες οι οποίες εγγράφως θα υποβληθούν και όσα κατά την συζήτηση συμπληρωματικά διατυπώθηκαν, μελετηθούν από τα Μέλη της Αντιπροσωπείας που θα εκπροσωπήσουν την Εκκλησία της Ελλάδος, θα παρουσιασθούν προς ψήφιση σε συγκλιθησόμενη έκτακτη Ιεραρχία, η οποία θα λάβει και τις τελικές αποφάσεις.
Διευκρινίζεται ωσαύτως ότι κατά την Συνεδρία της 8ης Μαρτίου, αφού ανακοινώθηκε η σύνθεση της Αντιπροσωπείας της Εκκλησίας της Ελλάδος στην Αγία και Μεγάλη Σύνοδο, λαβών τον λόγο ο Σεβ. Μητροπολίτης Νέας Σμύρνης κ. Συμεών υπέβαλε την παραίτησή του από Μέλος της Αντιπροσωπίας. Ακολούθως, αφού τέθηκε το ερώτημα περί του τρόπου αναπληρώσεως των παραιτουμένων Μελών, απεφασίσθη κατά πλειοψηφίαν, όπως οι αναπληρωτές των παραιτουμένων η δι’ ετέρους λόγους κωλυομένων Μελών της Αντιπροσωπίας της Εκκλησίας της Ελλάδος, λαμβάνονται κατά πρεσβεία εκ των Μελών της Διαρκούς Ιεράς Συνόδου της επομένης, ήτοι της 160ης Συνοδικής Περιόδου. Εν συνέχεια υπέβαλαν την παραίτησή τους τρία εκ των εχόντων πρεσβεία Μέλη της επομένης συνθέσεως της Δ.Ι.Σ., ο Σεβ. Μητροπολίτης Φθιώτιδος κ. Νικόλαος, δια λόγους διαφωνίας προς τον τρόπον επιλογής των προσώπων και οι Σεβ. Μητροπολίτες Μάνης κ. Χρυσόστομος και Καισαριανής, Βύρωνος και Υμηττού κ. Δανιήλ, δια λόγους συνειδήσεως.Εν τέλει απεφασίσθη όπως τον Σεβ. Μητροπολίτη Νέας Σμύρνης κ. Συμεών αναπληρώσει ο Σεβ. Μητροπολίτης Ύδρας, Σπετσών και Αιγίνης κ. Εφραίμ, ο οποίος απεδέχθη την πρόταση.

Η Επιτροπή Τυπου της Ιεράς Συνόδου της Ιεραρχίας


ΕΙΣΗΓΗΣΗ ΤΟΥ ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΤΟΥ ΝΑΥΠΑΚΤΟΥ ΙΕΡΟΘΕΟΥ ΕΝΩΠΙΟΝ ΤΗΣ ΙΕΡΑΡΧΙΑΣ ΓΙΑ ΤΟ ΜΑΘΗΜΑ ΤΩΝ ΘΡΗΣΚΕΥΤΙΚΩΝ

Ὁ Μητροπολίτης
Ναυπάκτου καὶ Ἁγίου Βλασίου

Ιερόθεος
9 Μαρτίου 2016
Εἰσήγηση
Ἐνώπιον τῆς ΙΕΡΑΡΧΙΑΣ τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος
τήν 9ην Μαρτίου 2016, μέ θέμα:
Τό μάθημα τῶν Θρησκευτικῶν στήν Ἐκπαίδευση

Μ α κ α ρ ι ώ τ α τ ε   Π ρ ό ε δ ρ ε,
Σ ε β α σ μ ι ώ τ α τ ο ι   Ἱ ε ρ ά ρ χ α ι,
Εὐχαριστῶ τόν Μακαριώτατο Ἀρχιεπίσκοπο Ἀθηνῶν καί Πάσης Ἑλλάδος κ. Ἱερώνυμο καί τά Μέλη τῆς Διαρκοῦς Ἱερᾶς Συνόδου πού μοῦ ἀνέθεσαν νά ἀσχοληθῶ μέ τό μάθημα τῶν Θρησκευτικῶν στήν Μέση Ἐκπαίδευση καί στήν συνέχεια νά εἰσηγηθῶ τό θέμα στήν παροῦσα Ἱεραρχία τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος.
Νά ὑπογραμμίσω ὅτι ἡ Διαρκής Ἱερά Σύνοδος μοῦ ἀνέθεσε νά εἰσηγηθῶ τό θέμα σέ κοινή Συνεδρίαση τῆς Ἱερᾶς Συνόδου μέ τούς Κοσμήτορας καί τούς Προέδρους τῶν Θεολογικῶν Σχολῶν, καί μέ τούς δύο Προέδρους τῶν Συλλόγων τῶν Θεολόγων, ἤτοι τήν Πανελλήνια Ἕνωση Θεολόγων (ΠΕΘ) καί τόν Πανελλήνιο Θεολογικό Σύνδεσμο «Καιρός», παρόντος καί τοῦ Νομικοῦ Συμβούλου τῆς Ἱερᾶς Συνόδου τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος κ. Θεοδώρου Παπαγεωργίου. Ἡ εἰσήγηση αὐτή υἱοθετήθηκε ἀπό τήν Διαρκῆ Ἱερά Σύνοδο καί ὡς πρός τό περιεχόμενο καί ὡς πρός τήν πρόταση.
1. Ἡ κοινή Συνεδρίαση μεταξύ τῆς Δ.Ι.Σ. καί θεολόγων καθηγητῶν
Στήν εἰσήγησή μου πού πραγματοποιήθηκε στήν κοινή Συνεδρίαση μεταξύ τῆς Διαρκοῦς Ἱερᾶς Συνόδου καί τῶν προαναφερθέντων καθηγητῶν-θεολόγων ἀναλύθηκε, ὅσον τό δυνατόν πληρέστερα στό πλαίσιο μιᾶς εἰσήγησης, τό θέμα τῆς διδασκαλίας τοῦ Μαθήματος τῶν Θρησκευτικῶν, τόσο τοῦ ἰσχύοντος Προγράμματος ὅσο καί τοῦ νέου προτεινομένου Προγράμματος Σπουδῶν.
Ἡ εἰσήγηση συμπεριελάμβανε τέσσερεις ἑνότητες.
Στήν πρώτη ἑνότητα ἔγινε ἀνάλυση γιά τήν κατά καιρούς συζήτηση τοῦ θέματος τῶν Θρησκευτικῶν στήν Ἱερά Σύνοδο. Πράγματι, πάντοτε, ἀλλά ἰδιαιτέρως τά τελευταῖα χρόνια τό θέμα συνεζητεῖτο στήν Διαρκῆ Ἱερά Σύνοδο, ἀναγνώσθηκαν ἐμπεριστατωμένες εἰσηγήσεις Ἱεραρχῶν, ἡ Διαρκής Ἱερά Σύνοδος διοργάνωνε ἐπανειλημμένες συσκέψεις μεταξύ τῶν μελῶν της καί τῶν καθηγητῶν τῶν Θεολογικῶν Σχολῶν καί τῶν Θεολογικῶν Συλλόγων, διοργάνωσε δέ καί Ἡμερίδα ὅπου μελετήθηκε τό θέμα. Ὅμως ἐνῶ συζητοῦσε τό θέμα τοῦ Μαθήματος τῶν Θρησκευτικῶν, ἐν τούτοις δέν εἶχε λάβει κάποια συγκεκριμένη ἀπόφαση.
Στήν δεύτερη ἑνότητα ἔγινε ἀνάλυση τοῦ θέματος τοῦ περιεχομένου τοῦ Μαθήματος τῶν Θρησκευτικῶν.
Κατ' ἀρχάς ἀναλύθηκαν οἱ ἀποφάσεις τοῦ Συμβουλίου τῆς Ἐπικρατείας (3356/1995 καί 2176/1998) καί τοῦ Διοικητικοῦ Ἐφετείου Χανίων (115/2012), μέ τίς ὁποῖες ἑρμηνεύθηκε τό Σύνταγμα πού ἀναφέρεται «στήν ἀνάπτυξη τῆς ἐθνικῆς καί θρησκευτικῆς συνείδησης», ὅπως γράφεται στό 16 ἄρθρο του καί τό σημαντικό εἶναι ὅτι ἑρμηνεύθηκε τό ἄρθρο αὐτό τοῦ Συντάγματος σέ σχέση μέ τό 13ο ἄρθρο γιά τόν σεβασμό τῆς ἐλευθερίας τῆς θρησκευτικῆς συνειδήσεως καί τό ἄρθρο 3 πού χαρακτηρίζει τό ὀρθόδοξο δόγμα ὡς «ἐπικρατοῦσα Θρησκεία», πού σημαίνει ὅτι «ἡ συντριπτική πλειοψηφία τοῦ ἑλληνικοῦ λαοῦ πρεσβεύει τήν Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία».
Εἰδικότερα ἡ Ἀπόφαση τοῦ Διοικητικοῦ Ἐφετείου Χανίων ἀποφάνθηκε ὅτι τό Μάθημα Θρησκευτικῶν ὅπως διδάσκεται μέ τά ἰσχύοντα βιβλία κινεῖται μέσα στήν πλαίσια τοῦ πλουραλισμοῦ, τῆς πολυφωνίας καί τῆς πολυπολιτισμικότητας καί ὅτι οἱ ὀρθόδοξοι μαθητές δέν μποροῦν νά ἀπαλλαγοῦν ἀπό τό μάθημα τῶν Θρησκευτικῶν, ὅσους λόγους καί ἄν ἐπικαλεσθοῦν, ἀλλά ἐπιτρέπεται νά ἀπαλλαχθοῦν μόνον, ὅπως ἀποφάνθηκε καί τό Σ.τ.Ε., οἱ ἄθρησκοι, οἱ ἀλλόθρησκοι ἤ ἑτερόδοξοι μαθητές μέ αὐστηρῶς προδιαγραφόμενες προϋποθέσεις.
Ἔπειτα, ἀναλύθηκε ὅτι δέν ἰσχύουν οἱ χαρακτηρισμοί πού ἔχουν δοθῆ ὅτι τό ἰσχύον μάθημα τῶν Θρησκευτικῶν εἶναι κατηχητικό-ὁμολογιακό καί ὅτι τό νέο προτεινόμενο Πρόγραμμα εἶναι θρησκειολογικό ἤ ὑπερβαίνει τόσο τόν κατηχητικό ὅσο καί τόν θρησκειολογικό χαρακτήρα. Στήν πραγματικότητα τό μάθημα, πού διδάσκεται στούς μαθητές εἶναι γνωσιολογικό, πολιτισμικό, μέ θρησκειολογική ἀναφορά, ἐνῶ τό προτεινόμενο Πρόγραμμα εἶναι περισσότερο διαθρησκειακό καί μερικοί τό χαρακτηρίζουν καί συγκρητιστικό, πράγμα τό ὁποῖο ὅσοι τό ἐκπόνησαν τό ἀρνοῦνται.
Στήν συνέχεια ἔγινε ἀνάλυση τόσο τῶν βιβλίων τά ὁποῖα διδάσκονται σήμερα στά Σχολεῖα τῆς Μέσης Ἐκπαίδευσης ὅσο καί τοῦ Προγράμματος Σπουδῶν στήν Στοιχειώδη καί Μέση Ἐκπαίδευση. Ἐπίσης, παρουσιάσθηκαν τά πλεονεκτήματα καί μειονεκτήματα καί τῶν δύο αὐτῶν Προγραμμάτων.
Ὕστερα ἀπό ὅλα αὐτά κατέληξα στήν ἑξῆς συνθετική πρόταση, πού τελικά ἔγινε ἀποδεκτή:
«Ἡ πρότασή μου, λοιπόν, εἶναι νά ἐπικεντρωθῆ τό ἐνδιαφέρον στό τρέχον Πρόγραμμα μέ τήν δική του θεματική μεθοδολογία, στό ὁποῖο ὅμως νά γίνουν μερικές βελτιώσεις, ἐντάσσοντάς το στά σύγχρονα παιδευτικά δεδομένα, ὁπότε νά εἰσαχθοῦν σέ κάθε βιβλίο –ὄχι σέ κάθε μάθημα– μερικά κεφάλαια θρησκειολογικά, ἀνάλογα μέ τήν θεματολογία τοῦ βιβλίου, ἀφοῦ ὅμως δοθῆ προτεραιότητα στήν ὀρθόδοξη παράδοση, τήν ὁποία ἀκολουθεῖ ἡ πλειοψηφία τῶν Ἑλλήνων πολιτῶν, ἀλλά καί νά χρησιμοποιηθοῦν ὡς ἐφαρμογές καί τά καλά στοιχεῖα τοῦ Νέου Προγράμματος Σπουδῶν.
Αὐτή ἡ πρόταση εἶναι σύμφωνη μέ τό Σύνταγμα, τίς ἀποφάσεις τῶν Ἀνωτάτων Διοικητικῶν Δικαστηρίων τῆς Χώρας μας καί τῆς εὐρωπαϊκῆς πολιτικῆς. Ὡστόσο, μόνον οἱ ἑτερόδοξοι, ἑτερόθρησκοι καί οἱ ἄθρησκοι ἔχουν τό συνταγματικό δικαίωμα νά ζητήσουν ἀπαλλαγή ἀπό τό μάθημα τῶν Θρησκευτικῶν, γιά λόγους θρησκευτικῆς συνειδήσεως, μέ τήν ὑποχρέωση ὅμως νά διδαχθοῦν ἄλλο μάθημα».
Νομίζω ὅτι ἔχετε ὅλοι λάβει γνώση αὐτῆς τῆς εἰσηγήσεως, διότι ἔχει δημοσιευθῆ εὐρύτατα καί ἔγινε σχετική συζήτηση. Ἁπλῶς νά ἀναφέρω ὅτι τόσο ἡ εἰσήγηση ὅσο καί ἡ πρόταση ἔγινε ὁμοφώνως ἀποδεκτή ἀπό τήν Διαρκῆ Ἱερά Σύνοδο. Συγχρόνως ἐπαινέθηκε ἀπ' ὅλους τούς παρευρισκομένους Κοσμήτορες καί Προέδρους τῶν Τμημάτων τῶν Θεολογικῶν Σχολῶν, ὅπως καί τοῦ Προέδρου τῆς Πανελλήνιας Ἕνωσης Θεολόγων μέ τίς σχετικές παρατηρήσεις, τίς ὁποῖες ἔκανε ὁ καθένας. Πάντως, οἱ ἀνωτέρω προφορικῶς καί μέ γραπτά κείμενα τά ὁποῖα κατέθεσαν στήν Ἱερά Σύνοδο τόνισαν ὅτι κινοῦνται στήν ἴδια προοπτική. Ὁ Πρόεδρος τοῦ Πανελλήνιου Θεολογικοῦ Συνδέσμου Καιρός διατύπωσε τίς ἀπόψεις του καί ὑποστήριξε τό Νέο Πρόγραμμα Σπουδῶν, τό ὁποῖο, ὅπως εἶπε, δέν εἶναι μέν τέλειο, ἀλλά πολύ καλό καί ὁ καθηγητής πού θά τό διδάξη, θά τό βελτιώση. Σημαντική παρέμβαση ἔκανε καί ὁ Σεβ. Μητροπολίτης Καισαριανῆς, Πρόεδρος τῆς Συνοδικῆς Ἐπιτροπῆς ἐπί τῆς Ἐκκλησιαστικῆς Ἐκπαιδεύσεως καί Ἐπιμορφώσεως τοῦ Ἐφημεριακοῦ Κλήρου, ὁ ὁποῖος τόνισε ὅτι ἡ πρόταση αὐτή εἶναι ἀποδεκτή ἀπ' ὅλους.
2. Τό «Ἀναλυτικό Πρόγραμμα» καί τό «Πρόγραμμα Σπουδῶν»
Κατά καιρούς διάβαζα τά ὅσα γράφονταν γύρω ἀπό τό Μάθημα τῶν Θρησκευτικῶν, μάλιστα ὅταν ἤμουν Συνοδικός Ἀρχιερεύς, τήν περίοδο 2009-2010, ἔγινε καί σχετική συζήτηση στήν Ἱερά Σύνοδο. Τελευταῖα, ὅμως, ἡ συζήτηση αὐτή ἔλαβε διαστάσεις, διατυπώθηκαν δύο συγκεκριμένες προτάσεις καί διοργανώθηκαν διάφορα Συνέδρια, ὑποστηρίζοντας τίς ἀπόψεις τῶν διοργανωτῶν τους.
Πρόσφατα, ὅταν ἔγινε μιά σχετική συζήτηση τόν Δεκέμβριο τοῦ 2015 στήν Ἱερά Σύνοδο, τῆς ὁποίας ἔχω τήν τιμή νά εἶμαι μέλος, καί διέβλεψα τήν ἀνησυχία τοῦ Ἀρχιεπισκόπου Ἀθηνῶν καί Πάσης Ἑλλάδος κ. Ἱερωνύμου καί τῶν Μελῶν τῆς Συνόδου γιά τόν παρατεινόμενο θόρυβο γύρω ἀπό τό μάθημα τῶν Θρησκευτικῶν διετύπωσα μερικές ἀπόψεις ἀπό τίς πρῶτες ἐντυπώσεις μου πού ἀπεκόμισα ἀπό τήν μελέτη τῶν βοηθημάτων τοῦ μαθήματος τῶν Θρησκευτικῶν στήν Μέση Ἐκπαίδευση. Τά ἴδια, βεβαίως, ἰσχύουν καί γιά τά βιβλία τῶν Θρησκευτικῶν στήν Πρωτοβάθμια Ἐκπαίδευση. Ἔτσι, ἡ Ἱερά Σύνοδος μοῦ ἀνέθεσε νά εἰσηγηθῶ τό θέμα σέ κοινή Συνεδρίαση τῆς Ἱερᾶς Συνόδου μέ τούς Θεολόγους Καθηγητές, ὅπως προαναφέρθηκε.
Στό σημεῖο αὐτό, κρίνω σκόπιμο νά κάνω τήν διάκριση μεταξύ τοῦ «Ἀναλυτικοῦ Προγράμματος» καί τοῦ «Προγράμματος Σπουδῶν». Σέ κείμενο τοῦ Ἰωάννου Φύκαρη, καθηγητοῦ τῆς Διδακτικῆς Μεθοδολογίας τοῦ Παιδαγωγικοῦ Τμήματος Δημοτικῆς Ἐκπαίδευσης τοῦ Πανεπιστημίου Ἰωαννίνων, μέ θέμα «Δομική προσέγγιση τοῦ νέου Προγράμματος Σπουδῶν τοῦ μαθήματος τῶν Θρησκευτικῶν στό ἑλληνικό Σχολεῖο: Κοινωνικο-διδακτικοί προσδιορισμοί καί ἐρωτήματα», ἀνευρίσκει κανείς σημαντικές παρατηρήσεις γιά τό θέμα αὐτό.
Στήν ἀρχή τοῦ ἐπιστημονικοῦ αὐτοῦ κειμένου τίθεται τό ἐρώτημα: «Ἀναλυτικό Πρόγραμμα» ἤ «Πρόγραμμα Σπουδῶν»; Καί ἀναλύεται διεξοδικά ἡ διαφορά μεταξύ αὐτῶν τῶν δύο τύπων διδασκαλίας.
Μέ τόν ὅρο «Ἀναλυτικά Προγράμματα» πού ἰσχύουν μέχρι τώρα καί βάσει αὐτῶν ἐγράφησαν τά βιβλία τά ὁποῖα διδάσκονται καί σήμερα οἱ μαθητές, «νοεῖται ὁ λεπτομερής σχεδιασμός συγκεκριμένης διδασκαλίας, ἡ ὁποία βασίζεται σέ τεκμηριωμένους καί σαφῶς διατυπωμένους στόχους μάθησης, πού βρίσκονται σέ πλήρη συνάρτηση μεταξύ τους καί ἡ πραγμάτωσή τους μπορεῖ νά ἐλεγχθεῖ». Ἀντίθετα, τό Πρόγραμμα Σπουδῶν σχετίζεται μέ τό «Πρόγραμμα Διαδικασίας», τό ὁποῖο «παύει νά εἶναι ἀναλυτικό ἀλλά γενικευτικοῦ χαρακτήρα, μέ γενικές προσεγγίσεις καί πολυεπίπεδες ἐπιλογές, πού ὑπερβαίνει τήν τυποποίηση καί καθίσταται περισσότερο Πρόγραμμα μάθησης ἤ ὅπως ὁρίζεται στήν παιδαγωγική ἐπιστήμη "Πρόγραμμα Σπουδῶν"». Αὐτό σημαίνει ὅτι τό Πρόγραμμα Σπουδῶν διαφοροποιεῖται ἀπό τά ἕως τώρα ὑπάρχοντα «Ἀναλυτικά Προγράμματα».
Γενικά, τό «Πρόγραμμα Σπουδῶν» στηρίζεται στήν θεωρία τῆς «κοινωνικῆς ἀναδόμησης». Ἔτσι, «ἡ κυρία στόχευση τῆς θεωρητικῆς αὐτῆς τεκμηρίωσης εἶναι ἡ ἀπομάκρυνση τῶν "ἀνεπιθύμητων" πτυχῶν τῆς κουλτούρας μιᾶς κοινωνίας καί τῆς ἀντικατάστασής τους μέ ἄλλες, περισσότερο κατά τήν περίπτωση "ἐπιθυμητές". Ἐπιχειρεῖται οὐσιαστικά ἡ ἀναδόμηση τῆς κουλτούρας, ἔτσι ὥστε οἱ μαθητές νά ἐπιτύχουν τήν ἐξυπηρέτηση τῶν ἀναγκῶν πού προκαλοῦνται, προωθοῦνται ἤ ἀναδεικνύονται στήν ἑκάστοτε κοινωνία ἀναφορᾶς».
Ὁ καθηγητής Φύκαρης ἐπισημαίνει ὅτι «ἄλλο εἶναι ἡ πολυπολιτισμική ἀποδοχή καί ἄλλο εἶναι ἡ ἀναδόμηση τοῦ πολιτισμικοῦ προφίλ μιᾶς κοινωνίας ἤ ἑνός ἔθνους». Ἄλλο εἶναι «ἡ ἀποδοχή τῆς "διαφορετικότητας", ὡς σύνολο ἰδιαίτερων χαρακτηριστικῶν, πού πρέπει νά λαμβάνονται ὑπόψη ἀπό τό ἐκπαιδευτικό σύστημα καί τόν ἐκπαιδευτικό, καί ἄλλο ἡ ὁλική ἀνατροπή τῶν δομικῶν χαρακτηριστικῶν τῆς κοινωνίας, στήν ὁποία ἐπιθυμεῖ νά ἐνταχθεῖ τό ἄτομο, τό ὁποῖο φέρει ἰδιαίτερα κοινωνικά ἤ πολιτισμικά χαρακτηριστικά».
Στό κείμενο αὐτό γίνεται μιά εὐρύτερη ἀναφορά στό γιατί γίνεται αὐτή ἡ ἀλλαγή, καί γιατί τό Ἵδρυμα Ἐκπαιδευτικῆς Πολιτικῆς τοῦ Ὑπουργείου Παιδείας Ἔρευνας καί Θρησκευμάτων πέρασε ἀπό τό «Ἀναλυτικό Πρόγραμμα» πού ἴσχυε μέχρι τώρα στό «Πρόγραμμα Σπουδῶν», συγχρόνως δίνει σημαντικά παραδείγματα ἀπό τό νέο Πρόγραμμα Σπουδῶν, πού δείχνει αὐτήν τήν ἀλλαγή. Ἐπισημαίνει δέ ὅτι: «Ἐξ ἀφορμῆς ὅλων αὐτῶν τῶν ἐξελίξεων ἐπισημάνθηκε καί ἐπισημαίνεται ἐντός τοῦ νέου ΠΣ τοῦ ΜτΘ ὅτι ἡ θρησκεία ἀποτελεῖ μιά προσωπική ἐμπειρία καί, ὡς ἐκ τούτου, προτείνεται ἡ διδασκαλία τοῦ μαθήματος νά μήν δομεῖται στή βάση τῆς "ἀντικειμενικῆς" τῆς Βίβλου καί τῶν Δογμάτων, ἀλλά πάνω στίς "ὑποκειμενικές" ἐμπειρίες ζωῆς τῶν μαθητῶν».
Μελέτησα καί τά δύο αὐτά Προγράμματα καί κατέληξα σέ μερικές παρατηρήσεις.
Τά ἰσχύοντα βιβλία τῶν Θρησκευτικῶν γιά τά Δημοτικά καί τά Γυμνάσια συγγράφηκαν μέ τό Ἀναλυτικό Πρόγραμμα πού εἶχε ἐκπονηθεῖ τό 2003 καί εἰσήχθησαν στά σχολεῖα τά ἔτη 2005-2007, δηλαδή σχετικά πρόσφατα. Ἀλλά τό ἔτος 2010-2011 οἱ ὑπεύθυνοι τοῦ Ὑπουργείου Παιδείας προχώρησαν στήν ἐκπόνηση νέων Προγραμμάτων, πού δέν εἶναι ἀναλυτικά, ἀλλά θεματικά καί ἐφαρμόσθηκαν πιλοτικά σέ 68 Γυμνάσια στήν Ἐπικράτεια, τό ἔτος 2011-2014. Αὐτό σημαίνει ὅτι τώρα διδάσκεται σέ ὅλα τά Γυμνάσια τό ἰσχύον Πρόγραμμα καί ἐπίκειται αὐτό πού ἐφαρμόσθηκε πιλοτικά νά ἐπεκταθῆ σέ ὅλα τά Γυμνάσια τῆς Χώρας. Τό ἴδιο συμβαίνει γιά τό Πρόγραμμα στά Δημοτικά Σχολεῖα.
Τά βιβλία τῶν Θρησκευτικῶν πού ἰσχύουν σήμερα γιά τά Λύκεια συγγράφηκαν τό ἔτος 1999 ἀπό ἱκανούς καί γνωστούς θεολόγους, ὅπως οἱ:  Γκότσης, Μεταλληνός, Φίλιας, Μόσχος, Δρίτσας, Παπαλεξανδρόπουλος, Μπέγζος, Παπαθανασίου.
Ὅμως, τό ἔτος 2015 ἐκπονήθηκε τό νέο Πρόγραμμα Σπουδῶν γιά τά Λύκεια, τό ὁποῖο δέν ἔχει ἀκόμη ἐφαρμοσθῆ πιλοτικά σέ κάποιον ἀριθμό Λυκείων καί δέν γνωρίζω ποιά εἶναι ἡ πρόθεση καί ὁ σκοπός τῶν ὑπευθύνων τοῦ Ὑπουργείου Παιδείας γιά τά περαιτέρω, δηλαδή ἄν θά ἐφαρμοσθῆ πιλοτικά σέ μερικά Λύκεια καί στήν συνέχεια νά γενικευθῆ ἡ ἐφαρμογή του σέ ὅλα τά Λύκεια.
Θά πρέπει, ἐπίσης, νά σημειωθῆ ὅτι ἐνῶ τό ἰσχύον Πρόγραμμα, χωρίς νά ἀξιολογηθῆ ἀρκούντως ἀπό μαθητές, θεολόγους Καθηγητές, Σχολικούς Συμβούλους, γιά νά ἀπορριφθῆ ὡς ἀκατάλληλο –ὅπως ὑπογραμμίζει ὁ Σχολικός Σύμβουλος Θεολόγων Περιφερείας Ἠπείρου Τριαντάφυλλος Σιούλης, διδάκτωρ Φιλολογίας-θεολόγος– ἐν τούτοις ἐκπονήθηκαν νέα Προγράμματα Σπουδῶν, καί γιά ὅλα τά μαθήματα, μεταξύ τῶν ὁποίων καί τό μάθημα τῶν Θρησκευτικῶν, καί ἐντάχθηκαν στό ΕΣΠΑ τό 2010, καί σύμφωνα μέ τήν δημοσίευση «δράσεις γιά τό "νέο Σχολεῖο" (Σχολεῖο 21ου αἰῶνος): Νέο Πρόγραμμα Σπουδῶν Πιλοτική-Ἐφαρμογή-Γενίκευση ἐφαρμογῆς», ἔχει προϋπολογισμό 113.919.001, 06 Εὐρώ».
Διαβάζοντας, λοιπόν, καί τά δύο Προγράμματα (τό ἰσχύον καί τό νέο) αἰσθάνθηκα μερικές ἐκπλήξεις.
Ἡ πρώτη ἔκπληξη ἦταν ὅτι τό ἰσχύον Ἀναλυτικό Πρόγραμμα δέν εἶναι ὁμολογιακό-κατηχητικό, ὅπως διατείνονται μερικοί, ἀλλά εἶναι γνωσιολογικό, πολιτισμικό μέ θρησκειολογική προοπτική. Συγκεκριμένα, ἡ θεματολογία τῶν βιβλίων τῶν Θρησκευτικῶν εἶναι ἡ ἑξῆς: Α΄ Γυμνασίου «Παλαιά Διαθήκη, προϊστορία τοῦ Χριστιανισμοῦ»∙ Β΄ Γυμνασίου: «Καινή Διαθήκη, ὁ Ἰησοῦς Χριστός καί τό ἔργο του»∙ Γ΄Γυμνασίου: «Θέματα ἀπό τήν ἱστορία τῆς Ἐκκλησίας»∙ Α΄ Γενικοῦ Λυκείου: «Ὀρθόδοξη πίστη καί λατρεία»∙ Β΄  Γενικοῦ Λυκείου: «Χριστιανισμός καί Θρησκεύματα»∙ Γ΄Γενικοῦ Λυκείου: «Θέματα Χριστιανικῆς ἠθικῆς».
Διαβάζοντας κανείς τά περιεχόμενα τῶν βιβλίων αὐτῶν παρατηρεῖ ὅτι ὑπάρχει μιά ἱστορική διάρθρωση τῆς ὕλης, μιά μεθοδολογία πού ἀναπτύσσεται στήν ἱστορική ἐξέλιξή της, καθώς ἐπίσης ἀναπτύσσονται τά θέματα μέ ρεαλισμό, πλουραλισμό καί μέ ἄνοιγμα σέ ἄλλες ἀπόψεις. Πλήρη ἀνάλυση τῶν περιεχομένων ἔκανα στήν προηγούμενη εἰσήγησή μου στήν κοινή Συνεδρίαση Διαρκοῦς Ἱερᾶς Συνόδου καί Καθηγητῶν Θεολογικῶν Σχολῶν καί Θεολογικῶν Συλλόγων.
Τό Ἰνστιτοῦτο Ἐκπαιδευτικῆς Πολιτικῆς τοῦ Ὑπουργείου Παιδείας καί Θρησκευμάτων στήν συνοπτική ἱστορική ἀναδρομή τῆς πορείας τοῦ Μαθήματος τῶν Θρησκευτικῶν, γράφει γιά τά ἰσχύοντα ἀναλυτικά Προγράμματα, τά ὁποῖο γράφηκαν μέ βάση τίς ἀρχές τῆς ἐκπαιδευτικῆς μεταρρύθμισης τοῦ 2003.
«Ἡ σκοποθεσία τῶν νέων ΑΠ παρουσιάζεται  ἀρκετά ἐκσυγχρονισμένη, ἀφοῦ ἀναδεικνύει τή συμβολή τοῦ Χριστιανισμοῦ στή συνοχή τοῦ σύγχρονου κόσμου καί στήν ποιότητα τῆς ἀνθρώπινης ζωῆς∙ ἐπιδιώκει τήν εὐαισθητοποίηση καί ἔμπρακτη δέσμευση τῶν μαθητῶν ἀπέναντι στούς σύγχρονους κοινωνικούς προβληματισμούς∙ ὑπογραμμίζει τόν ὑπερφυλετικό, ὑπερεθνικό καί οἰκουμενικό χαρακτήρα τοῦ χριστιανικοῦ μηνύματος, τίς διαπιστώσεις γύρω ἀπό τήν πολυπολιτισμική, πολυφυλετική καί πολυθρησκευτική δομή τῶν σύγχρονων κοινωνιῶν καί, τέλος, καταλήγει στή συνειδητοποίηση τῆς ἀνάγκης γιά διαχριστιανική καί διαθρησκειακή ἐπικοινωνία. Τό ΜτΘ ἀπομακρύνεται ἀπό τόν κατηχητικό χαρακτήρα του καί μετατρέπεται σέ ἕνα μάθημα ἐγκεντρισμένο μέν στήν Ὀρθόδοξη παράδοση ἀλλά μέ σαφῆ γνωσιακό, μορφωτικό καί παιδαγωγικό χαρακτήρα.  ... Στά διδακτικά αὐτά βιβλία (Δημοτικοῦ καί Γυμνασίου πού γράφτηκαν ἀπό τό 2003 ἕως τό 2006) ἡ θρησκευτική ὕλη προσεγγίζεται μέ πνεῦμα διαλόγου, ἐλευθερίας καί καταλλαγῆς, χωρίς ὁμολογιακή ἐμμονή, κατηχητισμό, φανατισμό ἤ μισαλλοδοξία».
Ἑπομένως, κακῶς καί παραπλανητικῶς ἰσχυρίζονται μερικοί ὑπέρμαχοι τῆς ἀλλαγῆς στό μάθημα τῶν Θρησκευτικῶν ὅτι τό ἰσχύον Πρόγραμμα προσδιορίζεται ἀπό τό κατηχητικό καί ὁμολογιακό περιεχόμενο.
Ἡ δεύτερη ἔκπληξη ἦταν ὅτι τό νέο Πρόγραμμα Σπουδῶν δέν εἶναι θρησκειολογικό, ὅπως ὑποστηρίζουν ἄλλοι, ἀλλά διαθρησκειακό, ἐμπνεόμενο ἀπό τήν συγκριτική θρησκειολογία, ἐνῶ ἄλλοι τό χαρακτηρίζουν συγκρητιστικό καί ἀπό τούς δημιουργούς του θεωρεῖται κατ' ἐξοχήν βιωματικό. Κατά τήν γνώμη μου, αὐτοῦ τοῦ εἴδους ἡ βιωματική ἐμπέδωση, προσεγγίζει σέ πολύ μεγάλο βαθμό μεθοδολογικά αὐτό πού γίνεται στήν κατήχηση, δηλαδή τήν ἐφαρμογή θρησκευτικῶν πρακτικῶν.
Εἶναι ἐκφραστικό ἕνα παράδειγμα: Στήν Α΄Λυκείου, ὅπου γίνεται λόγος γιά προσευχή, καί ἐπιλέγεται ἡ βιωματική μέθοδος, γράφεται: «Μέ ἀφορμή ἕνα κομποσχοίνι καί μία ἱστορία ἀπό τό γεροντικ΄ό, ἀκολουθεῖ "κατευθυνόμενος διάλογος" γιά τήν προσευχή ὡς ἐπικοινωνία καί γιά τήν ἀδιάλειπτο προσευχή. Τίθεται ἡ ἐρώτηση ἄν κάτι ἀνάλογο ὑπάρχει καί σέ ἄλλες θρησκεῖες καί ἄν ἡ προσευχή εἶναι συστατικό γνώρισμα τῆς θρησκείας (ἰδίως τῶν μυστικῶν ἐκδοχῶν της)».
Διαβάζοντας κανείς τά Προγράμματα τοῦ νέου Σχολείου, πού προβάλλεται ὡς Σχολεῖο τοῦ 21ου αἰώνα, βλέπει μερικά θετικά στοιχεῖα, δηλαδή παρουσιάζονται μερικές ἐσωτερικές πλευρές τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας.
Γιά παράδειγμα∙ γιά τήν διδασκαλία τῆς ὀρθοδόξου εἰκόνας ὡς ἐνδεικτικές δραστηριότητες προτείνονται ἡ προβολή ἐπιλεγμένων σκηνῶν ἀπό τίς ταινίες τοῦ Ἀντρέϊ Ταρκόφσκι, «Ἀντρέϊ Ρουμπλιώφ», τοῦ Γιάννη Σμαραγδῆ «El Greco», τῆς Μαρίας Χατζημιχάλη-Παπαλιοῦ «Ἐγώ, ὁ Πανσέληνος, ἕνας φανταστικός βίος». Ἐπίσης, προτείνεται τό «Βαλιτσάκι τοῦ Βυζαντινοῦ ζωγράφου. Ἀνακαλύπτοντας τά ὑλικά του», «Ἡ προετοιμασία τοῦ ἁγιογράφου, σύμφωνα μέ τίς προτροπές τοῦ Φώτη Κόντογλου», «Ἡ παρουσίαση τῶν εἰκονογραφικῶν κύκλων ἀπό τό εἰκονικό Μουσεῖο τοῦ Ἱεροῦ Κοινοβίου τοῦ Εὐαγγελισμοῦ στήν Ὁρμύλια Χαλκιδικῆς», κ.ἄ. (Β΄  Γυμνασίου). Αὐτά εἶναι θετικά, ἀλλά τό πρόβλημα ὅμως εἶναι ὅτι ἀναμειγνύονται ταυτόχρονα στό ἴδιο μάθημα ἀπόψεις ὅλων τῶν Θρησκειῶν καί αὐτό προκαλεῖ σύγχυση.
Ἐπίσης, πρέπει νά ἐπισημανθῆ ὅτι τό νέο Πρόγραμμα Σπουδῶν, ὅπως ἔχει ὑποστηριχθῆ, δέν προβλέπεται νά ἔχη βιβλία, ἀλλά προτείνεται ἕνα εὐρύ φάσμα ὑλικοῦ, ἀπό τό ὁποῖο θά ἀντλήση ὁ καθηγητής θεολόγος καί θά τό προσαρμόση στήν κάθε τάξη. Ἔτσι, ἀφήνεται ὁ καθηγητής ἐλεύθερος στό νά προσαρμόζη τό θέμα ἀνάλογα μέ τούς μαθητές. Ἔχω ὅμως τήν πληροφορία ὅτι ὑπάρχει σκέψη νά γραφοῦν βιβλία.
Πρός ἐπιβεβαίωση τῶν ἀνωτέρω θέλω νά σημειώσω ὅτι τόν τελευταῖο καιρό διάβασα μιά σημαντική διατριβή τῆς Ἰωάννας Κομνηνοῦ, ἡ ὁποία κατά τόν καθηγητή Κωνσταντῖνο Δεληκωσταντῆ «εἶναι πιστοποιημένη ἐκπαιδεύτρια ἐνηλίκων, ἔχει πολυετῆ ἐμπλοκή στήν ἐπιμόρφωση ἐκπαιδευτικῶν καί εἶναι μέλος ἐπιτροπῶν ἀξιολόγησης ἐκπαιδευτικοῦ ἔργου σέ ἐθνικό καί εὐρωπαϊκό ἐπίπεδο». Ἡ διατριβή αὐτή ἔχει τόν τίτλο «Ἡ εὐρωπαϊκή διάσταση τῆς σχολικῆς θρησκευτικῆς ἀγωγῆς» καί ἀναφέρεται στήν θρησκευτική ἀγωγή καί τό μάθημα τῶν Θρησκευτικῶν ὅπως διδάσκεται σέ δεκαέξι Εὐρωπαϊκές χῶρες καί στήν Ἑλλάδα.
Στό πρῶτο μέρος τῆς διατριβῆς γίνεται ἀναφορά στήν θρησκευτική ἀγωγή πού ἐπικρατεῖ στήν Εὐρώπη καί γίνεται μιά ἐπισκόπηση «τῆς παρουσίας τῆς θρησκείας στήν Εὐρώπη καί τοῦ τρόπου μέ τόν ὁποῖον ἡ θρησκεία συνδέεται μέ τήν ἐξέλιξη τοῦ Εὐρωπαϊκοῦ πολιτισμοῦ». Στό δεύτερο μέρος ἀναφέρεται διεξοδικά στήν «εὐρωπαϊκή διάσταση τοῦ μαθήματος τῶν Θρησκευτικῶν» καί ἀναλύει «ὅτι οἱ διδακτικές προσεγγίσεις εἶναι τόσες, ὅσες καί οἱ χῶρες πού ἀναφέρονται». Φαίνεται ὅτι τό μάθημα τῶν Θρησκευτικῶν στήν Εὐρώπη ἔχει ἕνα διαπολιτιστικό περιεχόμενο καί τά ἐκπαιδευτικά συστήματα ἀνταποκρίνονται «στίς ἀνάγκες τοῦ πληθυσμοῦ πού δέν ἦταν πιά οὔτε πολιτιστικά οὔτε θρησκευτικά ὁμοιογενής». Καί στό τρίτο μέρος τῆς διατριβῆς γίνεται ἀνάλυση τοῦ μαθήματος τῶν Θρησκευτικῶν στήν Ἑλλάδα, ἰδιαίτερα γίνεται ἔρευνα στά σχολικά ἐγχειρίδια «τῆς ὑποχρεωτικῆς ἐκπαίδευσης πού γράφτηκαν μέ βάση τίς ἀρχές τῆς ἐκπαιδευτικῆς μεταρρύθμισης τοῦ 2003», δηλαδή ἀναφέρεται στά βιβλία τά ὁποῖα διδάσκονται σήμερα μέ τό ἰσχύον πρόγραμμα οἱ μαθητές τοῦ Δημοτικοῦ καί τοῦ Γυμνασίου.
Τό σημαντικό εἶναι ὅτι στήν διατριβή αὐτή ἀποδεικνύεται μέ σημαντικά στοιχεῖα ὅτι τά βιβλία τά ὁποῖα διδάσκονται σήμερα στήν ὑποχρεωτική ἐκπαίδευση στήν Ἑλλάδα ἀνταποκρίνονται πλήρως στήν εὐρωπαϊκή προοπτική. Αὐτό σημαίνει ὅτι στά σχολικά αὐτά ἐγχειρίδια προωθεῖται «ἡ πολλαπλή ταυτότητα, ἐθνική, εὐρωπαϊκή, παγκόσμια, πολιτιστική, θρησκευτική» καί μάλιστα «σέ μιά δυναμική ἀλληλεπίδραση μεταξύ τους». Ἐπίσης, μέ τά βιβλία αὐτά προάγεται «ἡ κοινωνική συνοχή μέσα ἀπό τόν διάλογο μέ τήν διαφορετικότητα», «ἐνισχύεται ἡ κοινωνική κατανόηση», «στιγματίζεται ἡ κοινωνική ἀδικία, ἡ βία, ὁ ρατσισμός καί ὁ θρησκευτικός φανατισμός», ἀλλά καί «ἐνισχύονται ἡ ἀδελφοσύνη καί ἡ ἀλληλεγγύη πρός ὅλους τούς ἀνθρώπους».
Τό συμπέρασμα τῆς διατριβῆς εἶναι: «Ἡ διδασκαλία τοῦ μαθήματος τῶν Θρησκευτικῶν στήν Ἑλλάδα, σύμφωνα μέ τίς ἀλλαγές πού ἔγιναν κατά τήν ἐκπαιδευτική μεταρρύθμιση τοῦ 2003, ἔχει ἀναδείξει σέ σημαντικό βαθμό τήν εὐρωπαϊκή διάσταση τῆς διδασκαλίας τοῦ μαθήματος, γιατί θεωροῦμε ὅτι συμβάλλει ἀποφασιστικά στήν δημιουργία ἐνεργῶν καί ὑπευθύνων πολιτῶν, πού θά σκέφτονται καί θά ἐνεργοῦν μέ βάση κοινά ἀποδεκτές ἀνθρωπιστικές ἀξίες, τόν σεβασμό τῶν δημοκρατικῶν διαδικασιῶν καί τήν περιφρούρηση τῶν ἀνθρωπίνων δικαιωμάτων».
Ἀπό τήν ἔρευνα αὐτή διαπιστώνεται ὅτι τά ἐγχειρίδια τά ὁποῖα χρησιμοποιοῦνται σήμερα γιά τό μάθημα τῶν Θρησκευτικῶν στά Σχολεῖα ἀνταποκρίνονται πλήρως στίς σύγχρονες ἀπαιτήσεις τῶν εὐρωπαϊκῶν προγραμμάτων καί ἑπομένως κακῶς ὑποστηρίζεται ἀπό μερικούς ὅτι πρέπει νά ἀντικατασταθοῦν γιατί δῆθεν εἶναι ὁμολογιακά καί κατηχητικά βιβλία. Ἡ ἄποψη αὐτή εἶναι ἀντιεπιστημονική καί ἐνδεχομένως παραπλανητική.
Τό ἐνδιαφέρον τῆς ὅλης διατριβῆς εἶναι ὅτι παρουσιάζονται τά τρία μοντέλα διδασκαλίας τοῦ μαθήματος τῶν Θρησκευτικῶν στά Σχολεῖα πού κυριαρχοῦν στήν Εὐρώπη.
Τό πρῶτο μοντέλο εἶναι τό ὁμολογιακό, τό ὁποῖο χαρακτηρίζεται ὡς «διδασκαλία τῆςθρησκείας» πού συνδέει τήν διδασκαλία μέ τήν πίστη μιᾶς ἤ πολλῶν θρησκειῶν. Εἶναι ἕνα μοντέλο τό ὁποῖο διαμορφώνει τήν προσωπική ταυτότητα τοῦ ἀνθρώπου, ἀλλά δέν διακρίνει τήν διαφορά μεταξύ τοῦ σχολικοῦ μαθήματος καί τῆς κατήχησης, ὅπως γίνεται σέ μιά πολυπολιτισμική κοινωνία.
Τό δεύτερο μοντέλο διδασκαλίας εἶναι τό θρησκειολογικό, πού χαρακτηρίζεται ὡς «μαθαίνοντας γιά τήν θρησκεία». Πρόκειται γιά περισσότερο ἀνθρωπιστικό καί θρησκειολογικό μάθημα, παρά ὁμολογιακό. Τά παιδιά βοηθοῦνται στό «νά κατανοήσουν τή σύγχρονη πλουραλιστική, διαπολιτισμική καί πολυθρησκευτική κοινωνία».
Τό τρίτο μοντέλο διδασκαλίας τοῦ μαθήματος τῶν Θρησκευτικῶν εἶναι περισσότερο τόπολυπολιτισμικό-ἠθικό πού χαρακτηρίζεται ὡς «μαθαίνοντας ἀπό τήν θρησκεία», ὅταν οἱ μαθητές «δέν μαθαίνουν μιά θρησκεία (ὁμολογιακό μοντέλο) ἤ πολλές θρησκεῖες (θρησκειολογικό μοντέλο), ἀλλά μέσα ἀπό τίς δικές τους ἐμπειρίες καί ἀναζητήσεις ἀντιμετωπίζουν κριτικά τό θρησκευτικό φαινόμενο καί διαμορφ΄ώνουν τήν προσωπική τους ἄποψη καί κατανόηση τοῦ κόσμου.
Ἔχοντας ὑπ' ὄψιν ὅλα αὐτά, φαίνεται ὅτι τά βιβλία τά ὁποῖα εἶναι ἀκόμη σέ χρήση στήν Ἑλλάδα –στήν Στοιχειώδη καί τήν Μέση Ἐκπαίδευση– προσδιορίζονται κυρίως ἀπό τόν δημιουργικό συνδυασμό τοῦ πρώτου καί τοῦ δευτέρου μοντέλου καί ἀνταποκρίνονται στίς σύγχρονες ἐκπαιδευτικές ἀνάγκες στήν Ἑλλάδα, ὅπως προσδιορίζονται ἀπό τήν εὐρωπαϊκή προοπτική. Ἀντίθετα, τό προτεινόμενο Πρόγραμμα Σπουδῶν στό Δημοτικό-Γυμνάσιο καί τό Λύκειο ἀναφέρεται στό τρίτο μοντέλο, «μαθαίνοντας ἀπό τήν θρησκεία».
Σέ ἄλλο κείμενό της ἡ ἴδια ἐρευνήτρια, ἔχοντας ἐπιστημονική ἐπάρκεια στό ἀντικείμενο αὐτό, ἀναλύει διεξοδικά τό προτεινόμενο Πρόγραμμα Σπουδῶν στήν Μέση Ἐκπαίδευση καί σημειώνει ὅτι ἐφαρμόζει τό τρίτο μοντέλο τοῦ μαθήματος τῶν Θρησκευτικῶν, ἐνῶ ἐν τῷ μεταξύ στήν Εὐρώπη καί ἰδιαίτερα στό Ἡνωμένο Βασίλειο ἔχουν ἐντοπισθῆ τά μειονεκτήματα αὐτοῦ τοῦ συστήματος καί ἔχει γίνει κριτική ἀπό εἰδικούς ἐπιστήμονες. Ἑπομένως, στήν σύνταξη τῶν νέων Προγραμμάτων Σπουδῶν γιά τά Θρησκετικά στήν Ἑλλάδα στά πλαίσια τοῦ νέου Προγράμματος Σπουδῶν, διαπιστώνονται διάφορα προβλήματα.
Μεταξύ αὐτῶν τῶν προβλημάτων εἶναι «ἡ θολή ἐννοιολόγηση τῆς θρησκείας», ἀλλά καί «ὁ τρόπος ἀνάπτυξης τῶν χρησιμοποιημένων ἐννοιῶν», καί ὅπως παρατηρεῖται «ἡ ἐπιφανειακή καί πρόχειρη διασύνδεση τῶν ἐννοιῶν στίς διάφορες θρησκεῖες ἀναδεικνύει ἕνα ἐπιπρόσθετο πρόβλημα, αὐτό τοῦ θρησκευτικοῦ συγκρητισμοῦ». Ἑπομένως, τό τρίτο αὐτό μοντέλο θρησκευτικοῦ μαθήματος, ὅπως ἔχει παρατηρηθῆ, δημιουργεῖ «σύγχυση στόν μαθητή», καί ἕνα «θολό τοπίο» καί ταυτόχρονα δημιουργεῖ μιά «ἀτομική θρησκεία», «ὅπου ὁ καθένας ἐπιλέγει ἀπό κάθε θρησκεία ὅ,τι θέλει καί δημιουργεῖ τή δική του θρησκεία».
Ἡ ἴδια, μάλιστα, ἦταν ἀξιολογήτρια γιά τά ἀναλυτικά Προγράμματα τοῦ Λυκείου πού ἐκπονήθηκαν τό 2015, στήν πενταμελῆ Ἐπιτροπή, καί δέν ἐνέκρινε τά Προγράμματα αὐτά, καταγράφοντας τίς ἐπιστημονικές της ἀπόψεις σέ σχετικό ἄρθρο.
Ὁ καθηγητής Κωνσταντῖνος Δεληκωνσταντῆς στό βιβλίο του μέ τίτλο «Ἡ σχολική θρησκευτική ἀγωγή» καί ὑπότιτλο «Μεταξύ παιδαγωγικῆς καί θεολογίας» ἀναφέρει τόν Hans Küng πού κάνει λόγο γιά «μετασχηματισμό τῆς θρησκείας», γιά «ἐξατομίκευση» καί «πλουραλιστικοποίηση» τῆς θρησκευτικότητας, πού «προχωρεῖ μέ ὅλο καί πιό γρήγορους ρυθμούς». Αὐτό δίνει στόν ἄνθρωπο τήν δυνατότητα «νά ξεφεύγει ἀπό τή θεσμοποιημένη καί τυποποιημένη θρησκεία, νά βρίσκει τόν δικό του δρόμο καί τίς δικές του ἀπαντήσεις». Μέ αὐτή τήν νοοτροπία οἱ ἄνθρωποι κατασκευάζουν μιά «ἰδιωτική θρησκεία» «ἀνάλογα μέ τίς ἀνάγκες τους, μέ πολλά γνήσια θρησκευτικά ἀλλά καί παραθρησκευτικά ἤ ψευδοθρησκευτικά στοιχεῖα».
Ὁ Hans Küng παρατηρεῖ: «Ἡ θρησκεία "χρησιμοποιεῖται" σύμφωνα μέ τό νόμο τῆς ἀγορᾶς, ἤ μᾶλλον σύμφωνα μέ τό νόμο τοῦ σουπερμάρκετ. Οἱ ἄνθρωποι ἐπιλέγουν, αὐτοεξυπηρετοῦνται ἀνάλογα μέ τίς προκαθορισμένες πνευματικές τους ἀνάγκες. Φτιάχνει ὁ καθένας τό δικό του πρότυπο, κατά τό δοκοῦν. Ἐπιλέγει καί ἀπορρίπτει. Καί ἀφοῦ ἔχει ἀπορρίψει κάτι, συνεχίζει νά ἀναζητᾶ νέες προσφορές. Καί οἱ προσφορές εἶναι ὄντως πολυάριθμες».
Ἕνας γνωστός μου καθηγητής τῶν Θρησκευτικῶν στό Γυμνάσιο, ὁ ὁποῖος ἐκπαιδεύτηκε στό προτεινόμενο Πρόγραμμα Σπουδῶν καί τό ἐφήρμοσε στήν πράξη, ἔχει ἐπισημάνει τά μειονεκτήματα αὐτοῦ τοῦ συστήματος γράφοντας:
«Τά μειονεκτήματα τοῦ νέου Προγράμματος Σπουδῶν εἶναι: α) Ἡ ἐννοιολογική σύγχυση πού θά προκύψη στά παιδιά ἀπό τήν σύγκριση ταυτοχρόνως πολλαπλῶν ἰδεολογιῶν, θρησκειῶν, φιλοσοφικῶν ρευμάτων∙ β) ὁ διδακτικός αὐτοσχεδιασμός σέ πλαίσιο ἡμιμάθειας ἀπό τήν στιγμή πού δέν ὑπάρχουν ἱκανές πηγές νά βοηθοῦν τούς διδάσκοντες∙ γ) ἡ ἀντικατάσταση ἐπιστημονικῶν ἀπόψεων γιά τά θρησκευτικά φαινόμενα ἀπό τά ὑποκειμενικά βιώματα πού προκύπτουν σέ κάθε παιδί γιά τά θρησκευτικά θέματα στό πλαίσιο τοῦ γνωσιολογικοῦ σχετικισμοῦ καί τῆς ἀπροϋπόθετης βιωματικῆς πρόσληψης κάθε πληροφορίας∙ δ) ἡ κατάργηση κάθε ἱστορικῆς λογικῆς στό πλαίσιο μιᾶς ἑλκυστικῆς παρουσίασης τῆς θρησκείας, ἡ ὁποία μεταπηδᾶ ἀπό τό ἕνα θέμα στό ἄλλο, ἀπό τόν ἕνα αἰῶνα στόν ἄλλο μέ περισσή εὐκολία, καταργώντας τά ἱστορικοφιλολογικά δεδομένα, πού θά δημιουργήση μιά ἰδιότυπη σύγχυση».
Ὅταν διαβάση κανείς τά Προγράμματα Σπουδῶν πού προτείνονται γιά τά Θρησκευτικά τοῦ Δημοτικοῦ-Γυμνασίου καί τοῦ Λυκείου, τότε μπορεῖ νά σταχυολογήση πολλά παραδείγματα πού ἐπιβεβαιώνουν τό διαθρησκειακό καί συγκρητιστικό περιεχόμενό τους.
Ἤδη ἀπό τήν Γ΄Τάξη τοῦ Δημοτικοῦ Σχολείου παρατηρεῖται αὐτή ἡ προοπτική. Ἐνῶ θά περίμενε κανείς οἱ μαθητές τῆς Γ΄Τάξης τοῦ Δημοτικοῦ Σχολείου, ἡλικίας 9-10 ἐτῶν, νά μάθουν τήν παράδοση τῆς χώρας τους καί νά τήν ἑρμηνεύουν, εἶναι ὑποχρεωμένοι νά μαθαίνουν ταυτοχρόνως καί ἄλλες παραδόσεις. Καί ἐνῶ θά περίμενε κανείς ἀκόμη καί οἱ μετανάστες σέ αὐτήν τήν μικρή ἡλικία, οἱ ὁποῖοι θέλουν νά γνωρίσουν τήν παράδοση τῆς χώρας πού τούς φιλοξενεῖ καί πολλοί ἀπό αὐτούς νά ἐνσωματωθοῦν σέ αὐτήν τήν παράδοση, ἐν τούτοις δέχονται ἄλλες πολυπολιτισμικές πληροφορίες καί ἀποπροσανατολίζονται.
Γιά παράδειγμα, στήν Γ΄Τάξη τοῦ Δημοτικοῦ Σχολείου τά πρῶτα τρία δίωρα ἀφιερώνονται στήν ἑνότητα «ζοῦμε μαζί», ὅπου γίνεται λόγος γιά τό θέμα «οἱ ἄλλοι καί ἐγώ», χρησιμοποιοῦνται διηγήσεις ἀπό τήν Παλαιά Διαθήκη, ὅπως γιά τόν Ἠσαῦ-Ἰακώβ, τόν Ἰωσήφ καί τά ἀδέλφια του, τόν Δαβίδ καί τόν Σαούλ, τόν Δαβίδ καί τόν Ἰωνάθαν καί ἀπό τήν Καινή Διαθήκη γιά τήν παραβολή τοῦ καλοῦ Ποιμένα καί τοῦ σπλαχνικοῦ Πατέρα. Ὅμως στά ἀμέσως ἑπόμενα τρία δίωρα μέ τίτλο «ἡ χαρά τῆς γιορτῆς» γίνεται λόγος γιά τίς γιορτές τῶν Χριστιανῶν, τίς γιορτές τῶν θρησκειῶν τοῦ κόσμου, ὅπως τῶν Ἑβραίων καί τῶν Μουσουλμάνων, ἀναγνωρίζονται τά σύμβολα καί τά ὀνόματα τοῦ Θεοῦ ἀπό τόν Χριστιανισμό, τόν Ἰουδαϊσμό, τόν Μουσουλμανισμό, τόν Ἰνδουϊσμό, τόν Ταοϊσμό καί τόν Βουδισμό, καί τό ὄνομα τοῦ Θεοῦ τῶν Μουσουλμάνων καί τῶν Ἑβραίων.
Ἑπομένως, ἤδη ἀπό τήν Γ΄ Τάξη τοῦ Δημοτικοῦ Σχολείου γίνεται λόγος γιά ἕξι Θρησκεῖες καί ἄν προσθέσουμε καί τίς Ὁμολογίες, ἀνέρχονται σέ ἐννέα Θρησκεῖες καί Ὁμολογίες. Μάλιστα, προτείνεται στίς ἐνδεικτικές δραστηριότητες νά βρίσκουν τά παιδιά τούς πολιούχους ἁγίους τῶν ἑλληνικῶν πόλεων, τήν εἰκόνα τῶν Τριῶν Ἱεραρχῶν, τά σύμβολα τῶν ἄλλων θρησκειῶν καί κάθε μαθητής πρέπει νά ἐπιλέγη ἕνα ἀπό αὐτά, νά τά χρωματίζη ὅπως θέλει, στό βάθος νά ἀκούγεται ἡ ἀνάλογη μουσική καί στήν συνέχεια νά ἐκφράζουν γύρω ἀπό τά χρώματα πού διάλεξαν τά συναισθήματα καί τίς σκέψεις τους κ.π.ἄ. Καί αὐτά θά γίνονται στήν ἡλικία τῶν 9-10 ἐτῶν.
Τό ἴδιο συνεχίζεται καί στήν Α' Γυμνασίου. Στίς πρῶτες ἑνότητες γίνεται ἀναφορά στήν ἐμφάνιση καί ὀργάνωση τῆς Ἐκκλησίας, τήν συνάντηση τοῦ Ἑλληνισμοῦ μέ τόν Χριστιανισμό, τήν πρόταση τῆς Χριστιανικῆς Ἐκκλησίας μπροστά στά ἐρωτήματα γιά τήν ζωή. Ἀμέσως μετά ἀκολουθοῦν πέντε δίωρα γιά τίς μονοθεϊστικές θρησκεῖες Ἰουδαϊσμό καί Ἰσλάμ, ὅπου γίνεται λόγος γιά τίς γιορτές, γιά τά πρόσωπα, γιά τούς ἀρχηγούς τους, γιά τό ὅτι ὁ Ἀλλάχ εἶναι «ἐλεήμων καί φιλεύσπλαχνος, ὁ κύριος τοῦ κόσμου», γιά τόν Τζελαλαντίν Ρουμί, πού εἶναι ὁ ὑμνητής τοῦ «ἠγαπημένου». Στήν συνέχεια γίνεται λόγος γιά τίς θρησκευτικές ἀναζητήσεις τῆς μακρινῆς Ἀνατολῆς, καί οἱ μαθητές μαθαίνουν γιά τόν Ἰνδουϊσμό, γιά τόν Βουδισμό, γιά τόν Ταοϊσμό, γιά τόν Κομφουκιανισμό, καί γιά πρόσωπα, κείμενα καί ἀξίες τῶν Θρησκειῶν αὐτῶν.
Ἡ ἴδια τακτική ἐφαρμόζεται καί στό Λύκειο, ἀλλά μέ τήν διερευνητική καί κυρίως τήν «βιωματική» μέθοδο. Γιά παράδειγμα: Στήν Α΄ Λυκείου καί στήν ἑνότητα «ἐπικοινωνία» (3ο δίωρο), ἀκούγεται ἕνα τραγούδι ἤ παραμύθι ἤ λογοτεχνικό ἀφήγημα μέ θέμα τήν ἐπικοινωνία, παίζεται ἕνα θεατρικό παιχνίδι καί ἀναλύοντας τό θέμα χρησιμοποιεῖται «ἡ προσευχή, ἡ λατρεία, ἡ θεογνωσία καί ἡ θεολογία ὡς ἐπικοινωνία στόν Χριστιανισμό καί σέ ἄλλες θρησκευτικές παραδόσεις», «οἱ μαθητές κυκλικά μελετοῦν διάφορες ὄψεις ἐπικοινωνίας μέ τόν Θεό καί συμπληρώνουν ἐρωτήσεις σέ φύλλο ἐργασίας: μυστικιστικά ρεύματα (θεῖος ἔρωτας κλπ.), Ἆσμα Ἀσμάτων, προσευχή, πίνακας ζωγραφικῆς, τραγούδι, ἀσκητισμός (σέ διάφορες θρησκεῖες)». Ἔτσι, τό ἐκπαιδευτικό ὑλικό πού προτείνεται νά συλλεγῆ ἀπό ἱστοσελίδες εἶναι βουδιστές μοναχοί, ἰνδουϊσμός-μοναχισμός, κινέζοι μοναχοί, ὀρθόδοξοι ἀσκητές, Σούφι-Δερβίσηδες.
Ὁ καθηγητής Ἰωάννης Φύκαρης κάνει μιά σημαντική παρατήρηση, ὅτι ὁ μαθητής χαρακτηρίζεται μέ τήν λέξη αὐτή –μαθητής– «διότι τώρα μαθαίνει συστηματοποιώντας καί κατ' ἐπέκταση κατανοώντας τήν ἐπίσημα θεσμοθετημένη γνώση». Συγχρόνως ὅμως ὁ κάθε μαθητής «βρίσκεται σέ ἕνα ἀναπτυξιακό ἐπίπεδο διαμόρφωσης δεδομένων, θέσεων καί ἀπόψεων». Ἑπομένως, «δέν ἔχει ἀκόμη διαμορφώσει πλήρη συνείδηση τῶν δεδομένων τόσο τῆς ἀτομικότητάς του, ὅσο καί τοῦ περιβάλλοντός του, ἀλλά καί τοῦ κόσμου γενικότερα». Ἀλλά καί ὅσες ἀπόψεις ἔχει σχηματοποιήσει ἔχουν «τό στοιχεῖο τοῦ εὐμετάβλητου καί γιά τόν λόγο αὐτό τό Σχολεῖο ὀφείλει ἐξελικτικά νά συμβάλει στήν ἀποσαφήνιση τῶν διαστρεβλωμένων ἤ συγκεχυμένων ἀπόψεων πού ἔχει στήν σκέψη του ὁ κάθε μαθητής». Αὐτό δείχνει τήν ὑπευθυνότητα μέ τήν ὁποία πρέπει νά διακρίνεται ὁ καθηγητής καί βεβαίως τήν παρουσίαση ἐπιστημονικοῦ ἐκπαιδευτικοῦ προγράμματος στούς μαθητές.
3. Ὁ «θρησκευτικός γραμματισμός»
Τό Πρόγραμμα Σπουδῶν σχεδιάσθηκε καί στηρίχθηκε πάνω στήν βασική ἀρχή τοῦ λεγομένου «θρησκευτικοῦ γραμματισμοῦ».
Ὁ ὅρος γραμματισμός εἶναι μεταφορά τοῦ ἀγγλικοῦ ὅρου literacy, ὁ ὁποῖος σημαίνει «ἱκανότητα ἀνάγνωσης καί γραφῆς, στοιχειώδης παιδεία, μόρφωση, παιδεία». Στήν οὐσία ξεκινᾶ ἀπό τήν μεθοδολογία τῆς γλώσσας καί δηλώνει τό πῶς τά γράμματα μιᾶς γλώσσας ἑνώνονται καί ἀποτελοῦν τίς λέξεις καί τίς προτάσεις καί πῶς μαθαίνει κανείς τήν γλώσσα. Εἶναι γνωστόν ὅτι πρῶτα διδασκόμαστε τήν γλώσσα τῆς οἰκογένειας στήν ὁποία γεννηθήκαμε, τήν λεγομένη μητρική γλώσσα, καί ἔπειτα μαθαίνουμε καί ἄλλες γλῶσσες πού συναντᾶμε στό περιβάλλον μας. Καί γνωρίζουμε ὅτι κάθε γλώσσα ἔχει τά δικά της γράμματα καί δέν μπορεῖ κανείς νά λάβη γράμματα ἀπό διάφορες γλῶσσες καί νά καταρτίση μιά ἄλλη τρίτη γλώσσα.
Στό θέμα τῆς διδασκαλίας τοῦ Θρησκευτικοῦ Μαθήματος στήν λέξη γραμματισμός προστίθεται καί ἡ λέξη θρησκευτικός, ὁπότε γίνεται λόγος γιά «θρησκευτικό γραμματισμό».
Ὁ ἐπίκουρος καθηγητής Σχολικῆς Παιδαγωγικῆς καί Διδακτικῆς Μεθοδολογίας τοῦ Μαθήματος τῶν Θρησκευτικῶν τοῦ Τμήματος Θεολογίας τῆς Θεολογικῆς Σχολῆς Θεσσαλονίκης Ἀθανάσιος Στογιαννίδης σέ κείμενό του μέ τίτλο «Ὁ Θρησκευτικός Γραμματισμός στό Νέο Πρόγραμμα Σπουδῶν γιά τό Μάθημα τῶν Θρησκευτικῶν στό Ἑλληνικό Λύκειο. Μιά κριτική προσέγγιση στό ἔργο τοῦ Andrew Wright» δίνει σημαντικές πληροφορίες γιά τό θέμα τοῦ θρησκευτικοῦ γραμματισμοῦ.
Ὁ «θρησκευτικός γραμματισμός» εἶναι μιά θεωρία πού ἀνέπτυξε ὁ Andrew Wright καί  ἀναφέρεται στό πολυθρησκευτικό μοντέλο πού ἀναπτύχθηκε στήν Μεγάλη Βρετανία στήν δεκαετία τοῦ '90 «στόν ἀντίποδα τῆς φιλελεύθερης θεώρησης τῆς θρησκευτικῆς ἀγωγῆς» τοῦ Robert Jackson. Ἔτσι, ὑπάρχουν δύο θεωρίες γύρω ἀπό τήν θρησκευτική ἀγωγή τῶν μαθητῶν, ἡ μία εἶναι ἡ «φιλελεύθερη θρησκευτική ἀγωγή» καί ἡ ἄλλη εἶναι ὁ «θρησκευτικός γραμματισμός».
Κατά τήν «φιλελεύθερη θεώρηση τῆς θρησκευτικῆς ἀγωγῆς», τήν ὁποία ἀνέπτυξε ὁ Robert Jackson, ἡ ὕψιστη φιλελεύθερη ἐκδοχή τῆς θρησκευτικῆς ἀγωγῆς εἶναι «ἡ ἐλευθερία τοῦ ἀτόμου καί ἡ ἀνοχή ἀπέναντι στό διαφορετικό, ἐνῶ οἱ ἐπιμέρους πεποιθήσεις πού καλλιεργοῦν οἱ θρησκευτικές παραδόσεις εἶναι δευτερεύουσας σημασίας». Σύμφωνα μέ αὐτήν τήν θεώρηση ὅλες οἱ θρησκευτικές παραδόσεις ἔχουν κοινά καί ὅμοια χαρακτηριστικά, πού ἐκφράζουν αὐτήν τήν κοινή ἐμπειρία.
Ὁ Andrew Wright ὅμως ἀντιτάχθηκε σέ αὐτήν τήν «φιλελεύθερη θρησκευτική ἀγωγή», διότι αὐτό τό μοντέλο «ὁδηγεῖ στόν συγκρητισμό καί τελικά στήν ἀδυναμία ἑνός οὐσιαστικοῦ διαπολιτισμικοῦ διαλόγου», διότι τόσο ἡ ἐλευθερία ὅσο καί ἡ ἀνοχή στόν ἄλλον «εἶναι ἀξίες, οἱ ὁποῖες ἀλλιῶς ἑρμηνεύονται στόν Χριστιανισμό, διαφορετικά στό Ἰσλάμ καί μέ ἄλλο τρόπο στόν Βουδισμό».
Ἔτσι, ὁ Andrew Wright ἀνέπτυξε τό μοντέλο τοῦ «θρησκευτικοῦ γραμματισμοῦ», τό ὁποῖο ἔχει τρεῖς βασικούς στόχους. Ὁ πρῶτος, νά ἀναπτύξη τήν δεξιότητα, ὥστε «οἱ μαθητές νά συνειδητοποιοῦν καί νά διατυπώνουν τά βασικά στοιχεῖα τῶν θρησκευτικῶν πεποιθήσεων πού ἀποδέχονται». Ὁ δεύτερος στόχος εἶναι «οἱ μαθητές νά παρουσιάζουν τεκμηριωμένα τούς λόγους, γιά τούς ὁποίους ἔχουν ἐπιλέξει συνειδητά νά ἀσπάζονται τήν χ ἤ ψ θρησκευτική πεποίθηση». Καί ὁ τρίτος στόχος εἶναι ἡ ἀνάπτυξη στήν δεξιότητας, ὥστε οἱ μαθητές «νά διαλέγονται ἐπιχειρηματολογώντας μέ διαφορετικές θρησκευτικές πεποιθήσεις». Ἄν ὁ ὅρος «γραμματισμός» μεταφρασθῆ μέ τήν λέξη «ἀλφαβητάρι», τότε ὁ ὅρος «θρησκευτικός γραμματισμός» τοῦ Wright «ἐπιδιώκει νά ὁδηγήσει στό νά οἰκειωθοῦν οἱ μαθητές, πρῶτον, τό ἀλφαβητάρι τῆς πίστης τους, δεύτερον, τό ἀλφαβητάρι γιά τήν σημασία πού ἔχει ἡ πίστη στήν ζωή του, τρίτον, τό ἀλφαβητάρι τοῦ διαλόγου μέ τήν πίστη τοῦ ἄλλου».
Αὐτό σημαίνει ὅτι σύμφωνα μέ τήν θεωρία τοῦ «θρησκευτικοῦ γραμματισμοῦ» ὁ μαθητής μαθαίνει «τό ἀλφάβητο» τῆς δικῆς του πίστης, διακρίνει τήν ὀρθόδοξη πίστη ἀπό τήν πίστη ἄλλων Χριστιανικῶν Ὁμολογιῶν, ἔστω καί ἄν ἔχουν τίς ἴδιες βασικές ἀρχές, δηλαδή πιστεύουν στόν Χριστό, καθώς ἐπίσης μαθαίνει τό «ἀλφάβητο» τῶν ἄλλων Θρησκειῶν, διακρίνει καί τήν πίστη τῶν ἀνθρώπων πού ἀνήκουν σέ ἄλλες Θρησκεῖες. Μέ ἄλλα λόγια ὁ μαθητής πού δέχεται μιά θρησκευτική ἀγωγή σύμφωνα μέ τόν «θρησκευτικό γραμματισμό» δέν ἀναμειγνύει «τά ἀλφάβητα» ὅλων τῶν Θρησκειῶν γιά νά δημιουργήση μιά «κοινή γλώσσα», ἐφόσον δέν νοεῖται ἕνας κοινός θρησκευτικός γραμματισμός γιά ὅλες τίς Θρησκεῖες.
Ἕνας ἄνθρωπος πού θεωρεῖται θρησκευτικά «ἐγγράμματος» σημαίνει: Πρῶτον, ἔχει κατανοήσει, στά βασικά τους στοιχεῖα, τήν ἱστορία, τά κεντρικά-ἱερά κείμενα, τήν πίστη, τίς πρακτικές τῶν θρησκειῶν, ὅπως αὐτά ἀναδεικνύονται καί ἐξελίσσονται μέσα σέ συγκεκριμένα κοινωνικά, ἱστορικά καί πολιτιστικά περιβάλλοντα. Δεύτερον, ἔχει ἀναπτύξει τήν ἱκανότητα νά διακρίνη τίς θρησκευτικές προεκτάσεις σέ πολιτικές, κοινωνικές καί πολιτισμικές ἐκφράσεις, ὅπως ἐκφράζονται σέ χρόνο καί χῶρο. Συνεπῶς, ὄχι μόνο κάθε θρησκεία ἔχει τή δική της «ἀνάγνωση», ἀλλά αὐτή κατανοεῖται μέσα σέ συγκεκριμένο πολιτικό, κοινωνικό καί πολιτισμικό συγκείμενο, μέ χρονικές καί χωρικές συνιστῶσες.
Ἑπομένως, ἄλλο εἶναι ἡ «φιλελεύθερη θεώρηση τῆς θρησκευτικῆς ἀγωγῆς», ὅπως τήν παρουσίασε ὁ Robert Jackson, καί ἄλλο εἶναι ἡ θεωρία τοῦ «θρησκευτικοῦ γραμματισμοῦ», ὅπως τήν ἀνέπτυξε ὁ Andrew Wright.
Διαβάζοντας τά εἰσαγωγικά γιά τό Πρόγραμμα Σπουδῶν στά θρησκευτικά τοῦ Λυκείου στό θέμα τοῦ «θρησκευτικοῦ γραμματισμοῦ» φαίνεται ὅτι δέν ἀκολουθεῖται ἡ μέθοδος τοῦ «θρησκευτικοῦ γραμματισμοῦ» ὅπως τήν ἀνέπτυξε ὁ Andrew Wright, ἀλλά γίνεται μιά «ἰδιότυπη μείξη δύο ἀφετηριακά ἀντίθετων θεωρήσεων» καί κατά τήν ἄποψή μου, πού μπορεῖ νά εἶναι ὑπερβολική, περισσότερο φαίνεται ὅτι ἀκολουθῆται ἡ «φιλελεύθερη ἐκδοχή τῆς θρησκευτικῆς ἀγωγῆς» καί ὄχι ὁ «θρησκευτικός γραμματισμός». Ὑπάρχουν πολλά παραδείγματα, πού μέ ὁδηγοῦν στό συμπέρασμα αὐτό, ἀλλά λόγῳ ἐλλείψεως χώρου δέν τά ἀναφέρω.
Ἁπλῶς νά σημειώσω ὅτι στήν φιλοσοφία τοῦ Προγράμματος Σπουδῶν γράφεται: «Ὁ θρησκευτικός γραμματισμός ἀποτελεῖ μέρος τῶν "πολυγραμματισμῶν" μέ τήν ἔννοια πού ἀποδίδεται σήμερα στόν ἐπιστημονικό γραμματισμό. Ὁ ἐπιστημονικός γραμματισμός ἀπαρτίζεται ἀπό τά κοινά στοιχεῖα τῶν διαφόρων γραμματισμῶν τῶν ἐπιμέρους ἐπιστημονικῶν κλάδων, ὅπως ἡ Ἱστορία (History literacy), τά μαθηματικά (Mathematics literacy), ἡ Γεωγραφία (Geography literacy), ἡ τεχνολογία (Technology literacy), οἱ ἠλεκτρονικοί ὑπολογιστές (Computer literacy) κ.ἄ.».
Σέ ἄλλο σημεῖο γράφεται: «Ὁ Stephen Prothero, στό βιβλίο του μέ τίτλο "Religious Literacy", χρησιμοποιεῖ τόν ὅρο κατ’ ἀναλογία τοῦ πολιτιστικοῦ γραμματισμοῦ τοῦ Hirsch καί ἀναφέρει ὅτι στόχος του "εἶναι νά βοηθήσει τούς πολίτες νά συμμετέχουν πλήρως στήν κοινωνική, πολιτική καί οἰκονομική ζωή τοῦ ἔθνους καί σέ ἕνα κόσμο στόν ὁποῖο ἡ θρησκεία μετράει". Συνεπῶς, ὁ θρησκευτικός γραμματισμός εἶναι κάτι περισσότερο ἀπό τό νά γνωρίζει κάποιος γιά τή θρησκεία τοῦ ἄλλου, ἂν καί αὐτό θεωρεῖται σημαντικό βῆμα. Τό σπουδαῖο εἶναι νά μάθει νά σέβεται τή θρησκεία τῶν ἄλλων καί νά ἀντιλαμβάνεται τή συνεισφορά τους στήν κοινωνική ζωή. Μάλιστα, ὑποστηρίζεται ἡ ἄποψη ὅτι ἕνας τύπος θρησκευτικοῦ γραμματισμοῦ πού θά ἀποφεύγει τά λάθη τῆς ὁμολογιακῆς καί τῆς μή ὁμολογιακῆς προσέγγισης, μπορεῖ καί πρέπει νά προωθηθεῖ σέ κοινά σχολεῖα, ὄχι μόνο γιά νά ὑπάρχει ἕνας συμβιβασμός, ἀλλά γιατί εἶναι ἀπαραίτητος σέ μιά φιλελεύθερη ἐκπαίδευση».
Διαβάζοντας αὐτό τό ἀπόσπασμα καί προσέχοντας τίς φράσεις «νά γνωρίζη κάποιος γιά τήν θρησκεία τοῦ ἄλλου», καί «νά ἀντιλαμβάνεται τήν συνεισφορά τους στήν κοινωνική ζωή» καί ἀκόμη ὅτι «ὁ θρησκευτικός γραμματισμός» «εἶναι ἀπαραίτητος σέ μιά φιλελεύθερη ἐκπαίδευση» καί ὅτι ὁ μαθητής πρέπει νά «ἀποφεύγει τά λάθη τῆς ὁμολογιακῆς καί τῆς μή ὁμολογιακῆς προσέγγισης», ἀντιλαμβάνεται ὅτι πρόκειται γιά μιά μείξη μεταξύ τῶν δύο θεωρήσεων τῆς θρησκευτικῆς ἀγωγῆς πού ἀναφέρθηκαν προηγουμένως καί ἴσως προσεγγίζει τήν «φιλελεύθερη θεώρηση τῆς θρησκευτικῆς ἀγωγῆς» πού βρίσκεται στόν ἀντίποδα τοῦ «θρησκευτικοῦ γραμματισμοῦ».
Αὐτό φαίνεται καί ἀπό μιά ἑπόμενη ἑνότητα, στήν ὁποία γράφεται:
«Ἡ θρησκευτική ἐκπαίδευση στό σχολεῖο χρειάζεται, διότι προσφέρει τή "θρησκευτική" γλώσσα καί τή γραμματική της πού εἶναι πολύτιμα ἐφόδια αὐτο-γνωσίας, αὐτο-προσδιορισμοῦ, αὐτο-βελτίωσης καί αὐθυπέρβασης, σέ σχέση μέ τούς ἄλλους. Συγχρόνως, προσφέρει τίς ἱκανότητες καί δεξιότητες γνωριμίας, ἐπικοινωνίας καί ἀλληλοκατανόησης μεταξύ τῶν ἀνθρώπων, ἀλλά καί ἀνάλυσης καί ἑρμηνείας τῆς ἱστορίας καί τοῦ πολιτισμοῦ. Δέν ἀποτελεῖ μία ἱστορική, ἁπλῶς, ἀναφορά στήν παρουσία τῆς θρησκείας στή ζωή καί στόν κόσμο, ἀλλά μία ἐπικοινωνιακή καί βιωματική ἐμπειρία γιά μιά ζωή».
Κατά τόν καθηγητή Ἀθανάσιο Στογιαννίδη, στόν «θρησκευτικό γραμματισμό», ὅπως παρατηρεῖται στό Νέο Πρόγραμμα Σπουδῶν γιά τό μάθημα τῶν Θρησκευτικῶν στό Λύκειο στήν Ἑλλάδα, «αὐτό πού ἐξετάζεται δέν εἶναι οἱ θρησκεῖες, ἀλλά τό θρησκευτικό φαινόμενο», «δέν εἶναι ἡ πολυπλοκότητα τοῦ θρησκευτικοῦ φαινομένου, ἀλλά ἡ κοινότητα τῆς θρησκευτικῆς ἐμπειρίας». Καί ὁ καθηγητής παρατηρεῖ: «Εἶναι, πραγματικά ἄξιο ἀπορίας, πῶς εἶναι δυνατόν, οἱ συντάκτες τοῦ ἐν λόγῳ προγράμματος νά ἐπικαλοῦνται ὡς θεωρητικά τους θεμέλια τήν φαινομενολογική-διερμηνευτική καί φιλελεύθερη προοπτική πού ὑποστηρίζει ὁ Robert Jackson, καί ταυτόχρονα τό μοντέλο τοῦ Θρησκευτικοῦ Γραμματισμοῦ, τό ὁποῖο ἀνέπτυξε ὁ Wright, καί τό ὁποῖο εἶναι ἐκ διαμέτρου ἀντίθετο μέ τό μοντέλο τῆς φαινομενολογικῆς θεώρησης».
Ἔχοντας ὑπ' ὄψη ὅλα αὐτά ἀντιλαμβάνομαι ὅτι ἡ θεωρία τοῦ «θρησκευτικοῦ γραμματισμοῦ», ὅπως τήν ἀνέπτυξε ὁ Andrew Wright, περισσότερο πλησιάζει στά ἰσχύοντα βιβλία πού γράφηκαν βάσει τῶν Ἀναλυτικῶν Προγραμμάτων, ἐνῶ ἡ θεωρία τοῦ «φιλελευθερισμοῦ στήν θρησκευτική ἀγωγή» ἐπηρεάζει ἐν πολλοῖς τό νέο Πρόγραμμα Σπουδῶν, μέ τό ὁποῖο γίνεται προσπάθεια νά βρεθοῦν τά κοινά σημεῖα ὅλων τῶν θρησκειῶν καί νά δημιουργηθῆ μιά «ἰδιωτική θρησκευτική πίστη», δηλαδή εἶναι περισσότερο «διαθρησκειακός γραμματισμός». Ἄλλωστε, αὐτό δείχνει ἡ φράση ὅτι ὁ μαθητής πρέπει νά ἀποκτήση πολύτιμα ἐφόδια «αὐτογνωσίας», «αὐτοπροσδιορισμοῦ», «αὐτοβελτίωσης», καί «αὐθυπέρβασης» «σέ σχέση μέ τούς ἄλλους».
4. Ἡ ἀπόφαση τῆς Διαρκοῦς Ἱερᾶς Συνόδου
Μελετώντας, λοιπόν, τά Προγράμματα (τό ἰσχύον καί τό προτεινόμενο) τοῦ μαθήματος τῶν Θρησκευτικῶν στήν Ἐκπαίδευση καί διαβάζοντας χιλιάδες σελίδες, στίς ὁποῖες καταγράφονται διάφορες ἀπόψεις, κατέληξα στήν πρόταση νά λάβη συγκεκριμένη θέση ἡ Διαρκής Ἱερά Σύνοδος, ἤτοι νά παραμείνη ὡς βάση ὑπόθεσης ἐργασίας τό ἰσχύον Ἀναλυτικό Πρόγραμμα, μέ τά βιβλία τῶν Θρησκευτικῶν πού ὑπάρχουν σήμερα.
Βέβαια, γνωρίζω ὅτι ὑπάρχει μιά ἄποψη, πού λέγεται καλοπροαίρετα, ὅτι θά πρέπει νά ζητήσουμε ἀπό τήν Πολιτεία τό μάθημα τῶν Θρησκευτικῶν νά ἀποκτήση τόν ὁμολογιακό-κατηχητικό χαρακτήρα. Ὅμως αὐτό δέν εἶναι εὔκολο νά πραγματοποιηθῆ, ἀφοῦ ποτέ στήν Ἑλλάδα τό μάθημα τῶν Θρησκευτικῶν δέν ἦταν ὁμολογιακό-κατηχητικό. Καί τότε πού τό μάθημα τῶν Θρησκευτικῶν πλησίαζε περισσότερο στό λεγόμενο ὁμολογιακό, στήν πραγματικότητα εἶχε στοιχεῖα ἀπό τήν σχολαστική θεολογία (Ἄνσελμος Καντερβουρίας – Θωμᾶς Ἀκινάτης) καί τήν προτεσταντική θεολογία. Ἔπειτα, ἡ Ἐκκλησία τήν κατήχησή της δέν μπορεῖ νά τήν ἐμπιστευθῆ νά τήν διδάσκουν ἄνθρωποι πού δέν τούς γνωρίζει καί δέν τούς ἐμπιστεύεται. Τό ὁμολογιακό-κατηχητικό μάθημα ὅπου ὑπάρχει στόν Εὐρωπαϊκό χῶρο εἶναι ἀποτέλεσμα τῶν συγκρούσεων μεταξύ τῶν Χριστιανικῶν Ὁμολογιῶν καί δέν ἔχει σχέση μέ τήν Ὀρθόδοξη θεολογία.
Ἡ Ἐκκλησία μέ τά Κατηχητικά της μπορεῖ νά βοηθήση καί νά προσφέρη στά παιδιά πού ζοῦν μέσα στόν χῶρο της ὀρθόδοξη - ἐκκλησιαστική παιδεία καί νά τά μορφώση κατά Χριστόν μέσα στά πλαίσια τῆς Ὀρθοδόξου ἐκκλησιαστικῆς παραδόσεως.
Πάντως, ἡ πρόταση πού κατέθεσα καί ἔγινε ἀποδεκτή στό σύνολό της ἀπό τήν Διαρκῆ Ἱερά Σύνοδο, ὡς κατάλληλη γιά τήν περίοδο αὐτή, σχολιάσθηκε ἀρνητικῶς ἀπό μερικούς συντηρητικούς κύκλους. Ὅμως, αὐτοί ἀγνοοῦν ἤ παραθεωροῦν ὅτι τό ἰσχύον Ἀναλυτικό Πρόγραμμα ἔχει σέ μεγάλο ποσοστό θρησκειολογικά στοιχεῖα, ἔχει πολλές φιλελεύθερες ἀπόψεις σέ ἐκκλησιαστικά θέματα καί ὅτι δέν μπορεῖ νά εἰσαχθῆ στά Σχολεῖα κατηχητικό καί ὁμολογιακό μάθημα, γιατί αὐτό θά ἔχη καί ἄλλες συνέπειες, ἤτοι θά ζητήσουν καί ὅσοι ἀνήκουν σέ ἄλλες θρησκεῖες ἤ ὁμολογίες νά εἰσαχθοῦν ὁμολογιακά βιβλία ἤ θά αὐξηθοῦν οἱ αἰτήσεις ἀπαλλαγῆς ἀπό τό μάθημα τῶν Θρησκευτικῶν.



Τετάρτη 9 Μαρτίου 2016

ΤΟ ΕΙΚΟΝΙΣΜΑ ΤΗΣ ΠΑΝΑΓΙΑΣ

Το εικόνισμα της Παναγίας - Αληθινή Ιστορία

O γέρο Χαραλάμπης έζησε τα τελευταία χρόνια της ζωής του με την νοσταλγία της χαμένης του πατρίδας.
Σκεφτόταν συνέχεια το όμορφο χωριό του κοντά στην Προύσα και τα μάτια του βούρκωναν. Μ’ αυτόν τον καημό έφυγε για την ζωή.
Συχνά έπαιρνε στην αγκαλιά του τον εγγονό του τον Μπάμπη, και του μιλούσε για το χωριό του. Του περιέγραφε πως ήταν η εκκλησία, το σχολείο που έμαθε τα πρώτα του γράμματα, την πλατεία που έπαιζε. Με μεγάλη λεπτομέρεια του περιέγραφε το σπίτι που γεννήθηκε, παντρεύθηκε, απέκτησε τα παιδιά του. Ο Μπάμπης μεγάλωσε και σπούδασε στην Αθήνα. Πάντα όμως θυμόταν τον παππού του…..
Και όταν κάποια μέρα πληροφορήθηκε πως ένα ταξιδιωτικό πρακτορείο είχε οργανώσει εκδρομή στα μέρη της Προύσας, θεώρησε χρέος του να επισκεφθεί αυτόν τον τόπο, στη μνήμη του παππού του.
Δυνατή συγκίνηση κατέλαβε τον Μπάμπη, όταν βρέθηκε στο χωριό του παππού του. Είδε πρώτα την εκκλησία, μόνο που τώρα ήταν τζαμί. Πλησίασε στο καφενεδάκι του παππού του…… ήταν κλειστό. Και η πλατεία εντελώς παραμελημένη. Κι ‘έφτασε μπροστά στο σπίτι…..
Με τρεμάμενο χέρι έσπρωξε την αυλόπορτα. Στα σκαλοπάτια καθόταν ένα γεροντάκι. Σηκώθηκε μόλις τον είδε. ”Έλα παιδί μου, τι θέλεις;” τον ρώτησε στα τούρκικα…
Με τις λίγες τούρκικες λέξεις που είχε μάθει ο Μπάμπης από τον παππού του, προσπάθησε να του δώσει να καταλάβει πως είχε έρθει από την Ελλάδα για να γνωρίσει το χωριό του παππού του. Σαν τ' άκουσε ο γέρος τινάχτηκε πάνω. Άπλωσε τα χέρια και τον έσφιξε στην αγκαλιά του…”Καλώς όρισες” του είπε ελληνικά. “Το ξέρα πως θα ‘ρθείς και σε περίμενα”
Ο Μπάμπης τον κοίταξε σαστισμένος. Τον έπιασε εκείνος από το χέρι και τον οδήγησε σ’ ένα μικρό δωμάτιο στο εσωτερικό του σπιτιού.
Τον έβαλε να καθίσει στην μοναδική καρέκλα. Σκούπισε ένα δάκρυ που κύλησε στο πρόσωπο του και συνέχισε.
Γεννήθηκα σ’ ένα όμορφο χωριουδάκι της Μακεδονίας. Οι γονείς μου ήταν Μωαμεθανοί και στο επάγγελμα αγρότες.
Εγώ ήμουν το μικρότερο παιδί της οικογένειας. Όταν οι άλλοι λείπανε όλη μέρα στα κτήματα εγώ έμενα στο σπίτι του φίλου μου του Νικολάκη. Πολλές φορές κοιμόμουνα κιόλας.
Οι γονείς του μ’ αγαπούσαν και δεν με ξεχώριζαν από τα παιδιά τους. Ήταν καλοί άνθρωποι και πιστοί χριστιανοί.
Εκκλησιάζονταν συχνά το βράδυ όλη η οικογένεια, γονάτιζαν και προσεύχονταν μπροστά στην εικόνα της Παναγίας όπου έκαιγε συνέχεια το καντήλι, και δίπλα το θυμιατήρι, που σκορπούσε σ’ όλο το σπίτι ευωδία.
Όλα αυτά έμενα μ’ έκαναν να νιώθω δέος. Πολλές φορές γονάτιζα και εγώ μαζί τους και μιλούσα με την Παναγία σαν να μιλούσα με την μάνα μου. Η ψυχή μου τότε γέμιζε γαλήνη.
Κάποια μέρα η οικογένεια του Νικολάκη πήγανε σ’ ένα ξωκλήσι που πανηγύριζε. Με πήραν κι εμένα μαζί τους.
Παρακολούθησα τη Θεία λειτουργία κι όταν είδα τους πιστούς να προχωρούν προς την Ωραία Πύλη για να μεταλάβουν ακολούθησα και εγώ.
Ο πατέρας του φίλου μου με συγκράτησε. ”Όχι εσύ παιδί μου” μου είπε χαμηλόφωνα. “
“Δεν μπορείς να μεταλάβεις γιατί είσαι αβάφτιστος” Τον κοίταξα με παράπονο..”
“Τότε να βαπτιστώ” του απάντησα.
Λίγο αργότερα ο κυρ Δημήτρης μου εξήγησε πως ανήκουμε σε διαφορετικές θρησκείες και οι γονείς μου δεν θα μου επέτρεπαν να βαπτιστώ. Θα μπορούσα όμως να το κάνω όταν γινόμουνα ενήλικος κι εξακολουθούσα να έχω τον ίδιο πόθο.
Κι εγώ περίμενα την πολυπόθητη εκείνη μέρα και συνέχιζα να προσεύχομαι στην Παναγία. Δυστυχώς όμως δεν πρόλαβα να πραγματοποιήσω τη μεγάλη μου επιθυμία.
Πριν ακόμα ενηλικιωθώ έγινε η ανταλλαγή των πληθυσμών. Με πήραν οι γονείς μου και με φέρανε σε τούτο εδώ το χωριό.
Ήταν νύχτα και δεν μπόρεσα να αποχαιρετήσω τον φίλο μου και την αγαπημένη μου εκείνη οικογένεια. Αυτό μου στοίχισε πολύ. Μια δυο φορές θέλησα να φύγω από το σπίτι. Οι γονείς μου αναγκάστηκαν να με κλειδώσουν σε τούτο εδώ το δωμάτιο, και συνέχισα να μένω όλα αυτά τα χρόνια.
Ένα βράδυ πάνω στην απελπισία μου γονάτισα, όπως έκανε η οικογένεια του Νικολάκη και με δάκρυα στα μάτια παρακάλεσα την Παναγία να με βοηθήσει να γυρίσω πίσω. Και ξαφνικά ένιωθα μια υπέροχη ευωδιά να πλημμυρίζει το δωμάτιο. Το θεώρησα σαν απάντηση της Παναγίας στην προσευχή μου. Την ίδια ευωδία την νιώθω ακόμα μέχρι σήμερα, όταν το βράδυ προσεύχομαι.
Αργότερα άρχισα να ακούω κάποια ελαφρά χτυπήματα κάτω από το κρεβάτι που κοιμόμουν. Έναν ολόκληρο χρόνο δεν μπορούσα να καταλάβω τι συνέβαινε, ούτε όμως τολμούσα να το πώ σε κάποιον.
Βρήκα την ευκαιρία κάποια μέρα που όλη η οικογένεια μου είχε πάει σ’ ένα γάμο στο διπλανό χωριό κι έψαξα με πολύ προσοχή στο σημείο εκείνο.
Πρόσεξα πως κάποια σανίδια δεν εφάρμοζαν εντελώς. Τα ανασήκωσα μ’ ένα αιχμηρό αντικείμενο. Είδα από κάτω ένα μεταλλικό κουτί.
“Σίγουρα θα είναι κάποιος κρυμμένος θησαυρός” σκέφτηκα.
Ρίγος με κατέλαβε όταν το άνοιξα. Μέσα υπήρχε μια ολόχρυση εικόνα της Παναγίας, ένα καντήλι και ένα θυμιατήρι που ευωδίαζαν.
“Σκέφτηκα πως οι άνθρωποι που φύγανε από αυτό το σπίτι έκρυψαν τον πολύτιμό θησαυρό τους για να μην πέσει σε βέβηλα χέρια”.
Το ίδιο σκέφτηκα να κάνω και γω.
Να φυλάξω την εικόνα μέχρι να βρεθεί κάποιος από την οικογένεια που θα μπορούσα να την παραδώσω.
Κι αυτό ήταν το αίτημα μου όταν προσευχόμουν κάθε βράδυ στην Παναγία.
Πέρασαν χρόνια από τότε. Οι γονείς μου φύγανε από τη ζωή. Τ’ αδέρφια μου παντρεύτηκαν κι έκαναν δικό τους σπιτικό.
Εγώ έμεινα εδώ μόνος. Φύλαγα την εικόνα της Παναγίας.
Δεν θέλησα να παντρευτώ, ούτε να μπει γυναίκα στο σπίτι μου.
Οι συγγενείς και συγχωριανοί μου με θεωρούσαν αλλοπαρμένο και δεν με πλησίαζαν. Αυτό με βόλευε, γιατί δεν με ενοχλούσαν. Είχα πάντα την Παναγία που με προστάτευε.
Τελευταία οι δυνάμεις μου άρχισαν να με εγκαταλείπουν.
“Μην αφήσεις Παναγία μου να πεθάνω πριν παραδώσω σε χέρια σίγουρα την εικόνα σου” Προσευχόμουνα συνέχεια. Και ψες το βράδυ πήρα την απάντηση της . Η ευωδία σταμάτησε. Μια δροσερή αύρα απλώθηκε στην ψυχή μου.
Έβγαλα την εικόνα από το κουτί και μου φάνηκε πως η Παναγία μου χαμογέλασε.
“Κάποιον θα στείλει σήμερα να την πάρει”, σκέφτηκα και κάθισα από το πρωί στα σκαλοπάτια με περιμένω.
Τώρα πια μπορώ να κλείσω τα μάτια μου ήσυχος.
Συγκινημένος ο Μπάμπης πήρε το ιερό κειμήλιο απο τα χέρια του γέροντα.
Έσκυψε μετά και φίλησε το χέρι του κι ένιωσε σαν να φιλούσε το χέρι του παππού του.
Τον ευχαρίστησε με όλη του την καρδιά.
Αποχαιρετίστηκαν δακρυσμένοι.
Πριν φύγει ο Μπάμπης, ο γέροντας του έδωσε ένα σακουλάκι “Πάρτο παιδί μου, του είπε.

Έχει χώμα από τον κήπο του παππού σου. Βάλτο στον τάφο του να αναπαυθεί η ψυχή του.

ΟΣΙΟΣ ΠΑΪΣΙΟΣ Ο ΑΓΙΟΡΕΙΤΗΣ: ΑΝ ΔΕΝ ΛΕΜΕ ΤΟ «ΔΟΞΑ ΣΟΙ Ο ΘΕΟΣ» ΣΤΙΣ ΧΑΡΕΣ, ΠΩΣ ΘΑ ΤΟ ΠΟΥΜΕ ΣΤΙΣ ΘΛΙΨΕΙΣ;

-Γέροντα, πρέπει να λέμε «δόξα Σοι ο Θεός», όταν όλα πηγαίνουν καλά;

- Μα, αν δεν λέμε το «δόξα Σοι ο Θεός» στις χαρές, πως θα το πούμε στις θλίψεις; Εσύ το λες στις θλίψεις και δεν θέλεις να το πης στις χαρές; Αλλά, όταν είναι αχάριστος κανείς, δεν γνωρίζει την αγάπη του Θεού.

Η αχαριστία είναι μεγάλη αμαρτία. Για μένα είναι θανάσιμο αμάρτημα. Ο αχάριστος με τίποτε δεν ευχαριστιέται Για όλα γκρινιάζει, όλα του φταίνε. Στην πατρίδα μου, τα Φάρασα, χρησιμοποιούσαν πολύ το πετιμέζι. Ένα βράδυ μια κοπέλα έκλαιγε, γιατί ήθελε πετιμέζι. Η μάνα της - τι να κάνη; - πήγε και ζήτησε από την γειτονιά.

Αυτή, μόλις πήρε το πετιμέζι, έβαλε πάλι τα κλάματα. Χτυπούσε τα πόδια της κάτω και φώναζε: «Μαμά, θέλω και γιαούρτι». «Τέτοια ώρα, παιδάκι μου, που να βρω γιαούρτι;» της λέει η μάνα της. «Όχι, θέλω γιαούρτι». Πήγε, υποχρεώθηκε η καημένη σε μια γειτόνισσα, της έφερε και γιαούρτι. Το παίρνει η κόρη και βάζει πάλι τα κλάματα. «Τώρα γιατί κλαις;», την ρωτάει η μάνα της. «Μαμά, τα θέλω ανακατεμένα».

Τα παίρνει η μάνα, τα ανακατεύει. Αυτή βάζει πάλι τα κλάματα. «Μαμά δεν μπορώ να τα φάω έτσι. Θέλω να τα ξεχωρίσω!». Οπότε την περιέλαβε στα σκαμπίλια η μάνα της, και ... ξεχωρίσθηκε το πετιμέζι από το γιαούρτι!

Έτσι, θέλω να πω, κάνουν μερικές φορές πολλοί άνθρωποι, και τότε έρχεται η παιδαγωγία του Θεού. Τουλάχιστον να αναγνωρίζουμε την αχαριστία μας και να ευχαριστούμε τον Θεό μέρα-νύχτα για τις ευλογίες που μας δίνει. Με αυτόν τον τρόπο θα πάρουμε καταπόδι τον δειλό διάβολο, ο οποίος θα συμμαζέψη τα ταγκαλάκια του και θα γίνη μαύρο καπνός, γιατί θα του έχουμε βρει πια το αδύνατο σημείο.

Γέροντας Παΐσιος