ΑΝ ΒΙΑΖΕΣΑΙ ΝΑ ΔΕΙΣ ΤΟΝ ΚΟΣΜΟ ΝΑ ΓΙΝΕΤΑΙ ΚΑΛΥΤΕΡΟΣ, ΑΡΧΙΣΕ ΑΠΟ ΤΟΝ ΕΑΥΤΟ ΣΟΥ. ΕΙΝΑΙ Ο ΣΥΝΤΟΜΟΤΕΡΟΣ ΔΡΟΜΟΣ.

Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα ΘΑΥΜΑΣΤΑ ΓΕΓΟΝΟΤΑ. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα ΘΑΥΜΑΣΤΑ ΓΕΓΟΝΟΤΑ. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Τετάρτη 17 Αυγούστου 2022

ΘΑΥΜΑΣΤΟ ΓΕΓΟΝΟΣ ΑΠΟ ΤΟΝ ΒΙΟ ΤΟΥ ΟΣΙΟΥ ΠΑΤΡΟΣ ΗΜΩΝ ΑΘΑΝΑΣΙΟΥ ΧΑΜΑΚΙΩΤΟΥ!

 Θαυμαστό γεγονός από τον βίο του οσίου πατρός ημών Αθανασίου Χαμακιώτου! (Μνήμη 17 Αυγούστου)

Ένα ανδρόγυνο είχαν στα νιάτα τους πνευματικό τον Γέροντα. Έφυγαν όμως για το εξωτερικό και έχασαν την επικοινωνία μαζί του. Πέρασαν 20 χρόνια όταν ένα απόγευμα βρέθηκαν σε μικρό παρεκκλήσι στο κέντρο της Αθήνας. Άναψαν κερί και είδαν ένα γέροντα ιερέα να κάνει μόνος του τον Εσπερινό. Κοίταξαν καλύτερα και διαπίστωσαν πώς ο ιερέας ήταν ο πάτερ Αθανάσιος. Χάρηκαν και είπαν:

- Ας μείνουμε στον εσπερινό να δούμε τον πατέρα Αθανάσιο, που έχουμε τόσα χρόνια να τον συναντήσουμε. Ο εσπερινός τελείωσε. Περίμεναν να βγει ο γέροντας αλλά τίποτα. Απευθύνθηκαν στη νεωκόρο.

- που είναι ο παππούλης που έκανε τον Εσπερινό; η νεοκώρος  τους κοίταξε παράξενα.

- Ποιος παπούλης και ποιος εσπερινός...

- Μα τώρα δεν έκανε Εσπερινό ο πάτερ Αθανάσιος;

- ο εφημέριος δεν ήρθε σήμερα, ούτε λέγεται πάτερ Αθανάσιος!

Οι άνθρωποι απόρησαν. Ο σύζυγος κατευθύνθηκε προς το ιερό. Δεν υπήρχε κανείς μέσα, ούτε είχε άλλη πόρτα εξόδου. 

Έφυγαν προβληματισμένοι και μετά από λίγες μέρες επισκέφτηκαν τη Νερατζιώτισσα. Εκεί τους πληροφόρησαν ότι ο γέροντας έχει κοιμηθεί αρκετά χρόνια πριν και ότι ο τάφος του βρίσκεται στη Μονή Φανερωμένης! Κατάπληκτοι ανέβηκαν στη Ροδόπολη, προσκύνησαν με συγκίνηση τον τάφο του πνευματικού πατέρα τους, που δεν τους ξέχασε και διηγήθηκαν στις μοναχές το θαυμαστό γεγονός που έζησαν...

Π. ΑΘΑΝΑΣΙΟΣ ΧΑΜΑΚΙΩΤΗΣ: "Η ΠΑΡΡΗΣΙΑ ΤΟΥ ΟΣΙΟΥ ΠΑΤΡΟΣ ΗΜΩΝ ΑΘΑΝΑΣΙΟΥ ΧΑΜΑΚΙΩΤΟΥ".

 Η παρρησία του οσίου πατρός ημών 
Αθανασίου Χαμακιώτου (Μνήμη 17 Αυγ)

Το ενδιαφέρον του γέροντα για το μοναστήρι και θαυμαστές παρεμβολές του ξεφεύγουν από τα ανθρώπινα μέτρα. Το 1970 ετοιμάζονταν στο μοναστήρι για το μνημόσυνο του γέροντα. Οι μοναχή  Παρασκευή, από τις πρώτες που ξεκίνησαν το ησυχαστήριο, ετοίμαζε το φαγητό για την επόμενη μέρα, που θα φιλοξενούσαν αρχιερείς, ιερείς, φίλους της μονής κ.λ.π. όμως ξαφνικά οι μοναχή πέθανε! Και την άλλη μέρα αντί για μνημόσυνο, όλοι οι προσκαλεσμένοι βρέθηκαν σε κηδεία. Η θλίψη ήταν μεγάλη για την απώλεια. Κάποιο όμως γεγονός ήρθε να απαλύνει τον πόνο και να ενδυναμώσει την ελπίδα. Μία μοναχή είδε σε όνειρο την κεκοιμημένη μοναχή Παρασκευή πολύ χαρούμενη!

- Πώς είσαι αδελφή; την ρώτησε.

- Σε πολύ καλό τόπο.

- Είδες την Οσία Πελαγία την Οσία Μακρίνα;

- Αυτές είναι Σε άλλη θέση. Εγώ, ευτυχώς που ήταν ο γέροντας.

-Πού είναι ο γέροντας;

-Κοντά στον θρόνο του Θεού! Όταν με είδε, κατέβηκε με υποδέχθηκε, με πήρε και με σύστησε. Είπε πολλά για μένα και κατέληξε:

-Εδώ στο Τάγμα των παρθένων θα την βάλετε, Όχι εδώ πίσω που την έχετε.

Κάποιοι σαν να αντέδρασαν...

-Μα γι' αυτή τη θέση άλλοι αγωνίστηκαν πολύ, είπαν. 

-Όχι! Αυτή είναι αγωνίστρια, είναι η πρώτη αδελφή του Μοναστηριού μου. Είναι πνευματικό μου παιδί και παρακαλώ να μπει εδώ!

Μεγάλη η παρρησία του γέροντα...

(Τα χαρτιά του Γέροντος είναι προς έγκριση στο Οικουμενικό Πατριαρχείο για αγιοκατάταξη)

Τρίτη 16 Αυγούστου 2022

ΟΣΙΟΣ ΙΩΣΗΦ Ο ΗΣΥΧΑΣΤΗΣ: "ΤΟ ΟΡΑΜΑ ΤΟΥ ΜΕ ΤΗΝ ΕΜΦΑΝΙΣΗ ΤΗΣ ΑΓΙΑΣ ΤΡΙΑΔΑΣ".

Ο Όσιος γέρων, Ιωσήφ ο Ησυχαστής, ο κοιμηθείς εν ειρήνη το έτος 1959, στην αρχή της ασκητικής του ζωής, σε ώρα γλυκυτάτης νοεράς προσευχής, είδε το έξης όραμα, όπως το διηγήθηκε ο ίδιος:

<<Εκεί που ευρισκόμουν βυθισμένος στον εαυτό μου και πρόσεχα τα λόγια της ευχής, ξαφνικά γέμισα φως(!!), και έπειτα όλος ο τόπος έγινε φως! Ξαφνικά παρουσιάσθηκαν τρία παιδάκια, σε ηλικία έξι μέχρι οκτώ ετών, όμοια κατά πάντα στην μορφή και τα χαρακτηριστικά τους, χαριτωμένα και τόσο ωραία που η θέα τους αιχμαλώτισε όλες μου τις αισθήσεις!

Βάδιζαν προς εμένα με τον ίδιο ρυθμό, το ίδιο βήμα, σαν να ήταν ένα και όμως ήταν τρία! Έψαλλαν μελωδικότατα το: «Όσοι είς Χριστόν εβαπτίσθητε, Χριστόν ενεδύσασθε, αλληλούϊα!»!
Όταν με πλησίασαν πολύ, μέχρι που νόμιζα ότι θα τα έπιανα, εάν άπλωνα τα χέρια μου, επήγαιναν πάλι εμπρός-πίσω, χωρίς να γυρίζουν την πλάτη τους και συνέχισαν το ίδιον ύμνο και στο «αλληλούϊα» με ευλογούσαν με τα χεράκια τους, καθώς κάνει ο ιερέας>>!!!

dromokirix.gr

Δευτέρα 15 Αυγούστου 2022

ΟΣΙΟΣ ΙΩΣΗΦ Ο ΗΣΥΧΑΣΤΗΣ: "ΠΩΣ ΤΟΥ ΕΔΩΣΕ Η ΠΑΝΑΓΙΑ ΤΗΝ ΑΔΙΑΛΛΕΙΠΤΗ ΠΡΟΣΕΥΧΗ".

Όσιος Ιωσήφ ο Ησυχαστής: 
Πως του έδωσε η Παναγία την αδιάλειπτη προσευχή;

Όταν άρχισε να βραδιάζη, έστρεψε το βλέμμα του προς τον ναό της Μεταμορφώσεως, ο οποίος βρίσκεται στην κορυφή του Άθωνος.

«Προτού δε να καθίσω εις τον Γέροντα, είχον συνήθειαν κάθε απόγευμα δυο τρεις ώρες μέσα εις την έρημον -όπου είναι μόνον θηρία- εκαθήμην και απαρηγόρητα έκλαιγα, ώσπου εγένετο λάσπη το χώμα από τα δάκρυα και με το στόμα έλεγα την ευχήν.

Δεν εγνώριζα με τον νουν να την λέγω, αλλά παρεκάλουν την Παναγίαν μας και τον Κύριον να με δώσουν την χάριν να λέγω νοερώς την ευχήν, καθώς γράφουν εις την Φιλοκαλίαν οι άγιοι».

Η Παναγία πράγματι εισήκουσε τις δακρύβρεχτες παρακλήσεις του νεαρού ακόμη Φραγκίσκου και με έναν θαυμαστό τρόπο του έδωσε το χάρισμα της αδιάλειπτης προσευχής.

Μια μέρα που είχε δοκιμάσει έναν δύσκολο πειρασμό, καθόταν εξαντλημένος σε μια χαράδρα και έκλαιγε ασταμάτητα για 10-12 ώρες.

Όταν άρχισε να βραδιάζη, έστρεψε το βλέμμα του προς τον ναό της Μεταμορφώσεως, ο οποίος βρίσκεται στην κορυφή του Άθωνος, και προσευχήθηκε λέγοντας:

«Κύριε, καθώς μεταμορφώθης εις τους μαθητάς Σου, μεταμορφώθητι και εις την ψυχήν μου. Παύσον τα πάθη, ειρήνευσον την καρδίαν μου. Δος ευχήν τω ευχομένω και κράτησον τον ακράτητον νουν μου».

Τότε ήλθε πνοή, ένας λεπτός αέρας από τον ναό γεμάτος ευωδία, και γέμισε η ψυχή του χαρά, φωτισμό, θεία αγάπη και η καρδιά του άρχισε να βρύη αδιάλειπτα την ευχή.

Από τότε, μέχρι το τέλος της ζωής του, η καρδιά του δεν σταμάτησε ούτε στιγμή να προσεύχεται, παρά τους μεγάλους πειρασμούς που πέρασε.

Πέμπτη 11 Αυγούστου 2022

ΙΕΡΟΚΥΡΗΚΑΣ ΔΗΜΗΤΡΙΟΣ ΠΑΝΑΓΟΠΟΥΛΟΣ: "ΘΑΥΜΑΣΤΟ ΓΕΓΟΝΟΣ ΚΑΤΑ ΤΗΝ ΚΟΙΜΗΣΗ ΤΗΣ ΠΑΝΑΓΙΑΣ!".

 ΙΕΡΟΚΥΡΗΚΑΣ ΔΗΜΗΤΡΙΟΣ ΠΑΝΑΓΌΠΟΥΛΟΣ: " ΘΑΥΜΑΣΤΟ ΓΕΓΟΝΟΣ ΚΑΤΑ ΤΗΝ ΚΟΙΜΗΣΗ ΤΗΣ ΠΑΝΑΓΙΑΣ!

865) Σύμφωνα με την Ιερά Παράδοση, η Παναγία κοιμήθηκε το 44 μ. Χ . Κατά την μεταφορά του σκηνώματος της, προκειμένου να ταφεί, οργανώθηκε από κάποιους Ιουδαίους ένα " χτύπημα" , με σκοπό να πεταχτεί κάτω στο έδαφος το φέρετρο που την μετέφεραν. Συνέβη όμως ένα θαυμαστό γεγονός: 

Αυτοί που προσπάθησαν να κάνουν αυτή την ασέβεια, τυφλώθηκαν! Ένας Εβραίος μάλιστα θέλησε να αρπάξει το φέρετρο, για να δει, ποιά θα είναι η τιμωρία του. Όχι μόνο τυφλώθηκε, αλλά και τα ασεβή χέρια του, κοπήκανε και μείνανε κολλημένα στο φέρετρο της Θεοτόκου! Αυτό το γεγονός, έκανε τον Εβραίο να νοιώσει συντριβή καρδιάς και να πιστέψει στο Χριστό και στην Παναγία! Μάλιστα πήρε ένα κομμάτι από το ένδυμα της Παναγίας και κατά θαυμαστό τρόπο αποκόλλησαν τα χέρια του από το φέρετρο και συγκολλήθηκαν πάλι στο σώμα του! 

Όσοι τυφλώθηκαν και πίστεψαν, θεραπεύτηκαν από την Παναγία μας....

Κυριακή 7 Αυγούστου 2022

Π.ΔΗΜΗΤΡΙΟΣ ΜΠΟΚΟΣ: "ΟΤΑΝ Η ΠΑΝΑΓΙΑ ΚΑΘΟΤΑΝ ΣΤΟ ΣΠΙΤΙ ΜΑΣ...".

 Όταν η Παναγία καθόταν στο σπίτι μας….
π. Δημητρίου Μπόκου

Κατά το Μάιο του 1929, τα λίγα χωράφια του χωριού και τα αμπέλια του κινδύνευαν να καταστραφούν τελείως από την επιδρομή αμέτρητων παμφάγων ακρίδων. Τρόπος να τις διώξουν δεν υπήρχε, ούτε μέσο να τις καταστρέψουν.

Τα χτήματα ήταν στην απόλυτη κυριαρχία της φοβερής ακρίδας. Όλοι οι χωρικοί έβλεπαν με δέος, πόνο και απελπισία την επικείμενη καταστροφή. Μόνο ο πανάγαθος Θεός μπορούσε να βοηθήσει με το άπειρο έλεός του και με τις ικεσίες της προστάτιδάς μας Παναγίας της Πυρσόγιαννης.

Το ίδιο απόγευμα οι κάτοικοι του χωριού, με πρώτο τον ιερέα παπα-Ηλία Παπακώστα, πηγαίνουν ασθμαίνοντας να φέρουν τη θαυματουργό εικόνα της Παναγίας για να γλυτώσει η Χάρη της τα χτήματα από την ολική καταστροφή και εξαφάνιση.

Όλο το βράδυ έψαλαν με κατάνυξη και με ιδιαίτερη προσοχή τη μεγάλη Παράκληση και πουρνό-πουρνό, ψάλλοντας σε όλο τον δρόμο το «Εν τη Γεννήσει την παρθενίαν εφύλαξας, εν τη Κοιμήσει τον κόσμον ου κατέλιπες, Θεοτόκε…», τη μετέφεραν στο χωριό μας και στον Ιερό Ναό του Αγίου Γεωργίου.

Γονατιστοί μέσα στο ναό έψαλαν τη μεγάλη Παράκληση και πήραν Αγιασμό, για να ραντίσουν τα δοκιμασμένα από τη λαίλαπα των ακρίδων χτήματα.

Στο τέλος όλο το χωριό με επικεφαλής τον ιερέα παπα-Ηλία Παπακώστα, ψάλλοντας συνεχώς και ικετεύοντας, έφεραν τη θαυματουργή Εικόνα έξω από τον Ναό του Αγίου Μηνά, με πρόσωπο προς τα χτήματα και προσεύχονταν για να κάνει το θαύμα η Παναγία μας.

Και ω των θαυμασίων σου, Μητέρα του Θεού, Μητέρα της ψυχής μας και προστασία όλων! Οι ακρίδες, σύννεφα ολόκληρα, φεύγοντας από τα χτήματα, έπεφταν στον Σαραντάπορο ποταμό και πνίγονταν.

Η φωνή απελπισίας, η θερμή ικεσία και παράκληση των συγχωριανών εισακούσθηκε. Η Παναγία μας, η προστάτις όλων των πονεμένων, έσωσε για μια ακόμη φορά το χωριό μας. Δοξασμένο ας είναι το άγιο όνομά της!

(Ελεύθερη παράθεση από το βιβλίο: Νικολάου Τσίπα, Σεργιάνισμα στους χώρους και στην ιστορία της Πυρσόγιαννης).

Τέτοια γινόντουσαν τις εποχές που οι άνθρωποι είχαν μονάχα τον γείτονα και τον Θεό. Τον γείτονα για τα πέρα-δώθε, τον Θεό για τα δύσκολα. Είτε χαρά είχαν είτε λύπη, εκεί θα έτρεχαν.

Έλεγαν π.χ. οι Φαρασιώτες της Καππαδοκίας, οι συμπατριώτες του αγίου Παϊσίου: «Εμείς στην πατρίδα μας τί θα πει γιατρός δεν ξέραμε. Στον Χατζεφεντή τρέχαμε (στον άγιο Αρσένιο, που τους διάβαζε κάποια ευχή και γίνονταν καλά).

Στην Ελλάδα μάθαμε από γιατρούς, αλλ’ αν τα πούμε αυτά εδώ στους ντόπιους, τους φαίνονται παράξενα».

Ο Θεός, η Παναγία και οι Άγιοι, ήταν η απαντοχή τους, η παρέα, το αποκούμπι τους. Μ’ αυτούς τα λέγανε, μ’ αυτούς τρωγόντουσαν νύχτα και μέρα. Στον Θεό λέγαν την καλημέρα τους με το που άνοιγαν τα μάτια τους, σ’ αυτόν και την καληνύχτα τους.

Ο μεγάλος Μακρυγιάννης διηγείται πως μάλωσε κάποτε, φτωχό παιδί, με τον Αϊ-Γιάννη τον Πρόδρομο, πικραμένος από την ανθρώπινη κακία. Και μια με τις απειλές, μια με τα παρακάλια, έκαμα, λέει, τις συμφωνίες μου με τον άγιο, να με βοηθήσει αυτός να προκόψω, κι εγώ να του φτιάξω καινούργια την εκκλησία του.

Ο ατίθασος Καραϊσκάκης είχε την Παναγία την Προυσιώτισσα, την «Κυρά της Ρούμελης», σαν μάνα του. Στο μοναστήρι της είχε τη μόνιμη κατοικία του. Της μιλούσε με απόλυτη οικειότητα.

Με τη γνωστή του αμετροέπεια, χαριεντίζονταν μαζί της με απλότητα, όταν ασήμωσε την εικόνα της, μετά από μια θεραπεία του από τους πυρετούς και τις θέρμες που τον τσάκιζαν αδιάκοπα: «Γυναίκα δεν είσαι και συ, Μεγαλόχαρη;

Έπρεπε, βλέπεις, να σου τάξω μπιχλιμπίδια για να με κάνεις καλά!»

Αυτά δείχνουν σχέση. Οικεία, ζεστή σχέση. Ο Θεός, οι άγιοι, μα ιδιαίτερα η Παναγία, δεν ήταν κάποιοι ξένοι, άγνωστοι, μα σπιτικοί, οι δικοί τους άνθρωποι. Μέλη της οικογένειάς τους.

Δεν βάδιζαν μόνοι τον τραχύ δρόμο της ζωής τους, αλλά παρέα με τους αγίους τους, «συν πάσι τοις αγίοις». Οικοδέσποινα, νοικοκυρά σε κάθε σπίτι, είχαν πάντα τη Μεγαλόχαρη. Σε κάθε συμφορά, την Παναγιά καλούσαν πρώτη-πρώτη να συνδράμει.

Δεν ήταν γάμος και χαρά, που να μη ζητήσουν με τα όμορφα τραγούδια τους να παρευρεθεί κι εκείνη στη χαρούμενη συντροφιά τους.

– Έλα Θεέ και Παναγιά με τον Μονογενή σου,
κι ευλόγα μας τούτ’ την δουλειάν, που ’ναι ’πο την βουλήν σου…

Δεν ήταν πόνος και καημός, που δεν θα τον ακουμπούσαν στα πόδια της πιο πονεμένης μάνας του κόσμου.

Τα δάκρυα της Παναγιάς για τον μοναχογιό της, γίνονταν βάλσαμο και παρηγοριά, ένα με τα δικά τους δάκρυα. Έσμιγε το πικρό μοιρολόι τους με τον θρήνο της Μεγάλης Μάνας τους.

– Άρχοντες, αφουγκράστε μου της Δέσποινας τον θρήνον,
πώς κλαίει τον Μονογενή εις τον Σταυρόν εκείνον…

Δεν έβαζαν ψωμί στο στόμα τους, αν δεν καλούσαν Χριστό και Παναγιά συντροφιά στο τραπέζι τους, αχώριστους συνδαιτυμόνες τους.

– Σε τουτ’ την τάβλα που ’μαστε, σε τούτο το τραπέζι,
τον Άγγελο φιλεύουμε και το Χριστό κερνάμε
και την Παρθένα Δέσποινα διπλά την προσκυνάμε,
να μας χαρίσει τα κλειδιά, κλειδιά του Παραδείσου,
ν’ ανοίξω τον Παράδεισο, να μπω να σεργιανίσω,
να δω τους πλούσιους πώς περνούν και τους φτωχούς τί κάνουν…

Και η Παναγιά; Να μη συντρέχει, όταν τ’ αγαπημένα της παιδιά την προσκαλούν; Να μη σκοτώνεται να τα σκεπάσει, όταν απελπισμένα τη φωνάζουν;

Σχέση αγάπης, βλέπεις, είναι αυτή, αμφίδρομη, πώς να φανεί αδιάφορη; Αισθάνεται μάνα κι αυτή για όσους αισθάνονται παιδιά της. Ξεχειλίζει ο μητρικός της πόθος για μας.

Εμείς όμως; Σήμερα που δεν μας νοιάζει ο γείτονας και τον Θεό δεν τον ντρεπόμαστε μήτε τον θέλουμε, που νοιώθουμε τάχα δυνατοί και άτρωτοι στον, παρά ταύτα, ετοιμόρροπο τενεκεδένιο μας παράδεισο, θα παραμείνουμε αδιάφοροι σε μια τέτοια μητέρα;

Που καταδέχεται να μας θεωρεί, όχι κάποιους μακρινούς, αλλά καταδικούς της οικείους, λατρεμένους της συγγενείς; Πού θα ξαναβρούμε μια τέτοια αγάπη;

«Συγγενούς οικειότητος μη επιλάθη, Δέσποινα…»

Εορτή Κοιμήσεως Θεοτόκου
Αύγουστος 2018
Α ν τ ι ύ λ η
Ι. Ναός Αγ. Βασιλείου, 481 00 Πρέβεζα
Τηλ. 26820-25861/23075/6980.898.504
e-mail: antiyli.gr@gmail.com

Πηγή Askitikon.

Τετάρτη 27 Ιουλίου 2022

ΘΑΥΜΑΣΤΟ ΓΕΓΟΝΟΣ ΜΕ ΤΟΝ ΑΓΙΟ ΠΑΝΤΕΛΕΗΜΟΝΑ ΚΑΙ ΕΝΑΝ ΡΟΥΜΑΝΟ ΑΣΚΗΤΗ ΣΤΙΣ ΚΑΡΥΕΣ ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ ΟΡΟΥΣ!

 *Θαυμαστό γεγονός μέ τόν Ἅγιο Παντελεήμονα 
και έναν Ρουμάνο ασκητή στις Καρυές του Αγίου Όρους*.

Kοντά στις Καρυές ασκήτευαν δύο Ρουμάνοι σε ένα Κελλί. Ο ένας είχε αρρωστήσει κάποτε πολύ βα­ριά και ο άλλος, δυστυχώς, βαριόταν να τον διακονεί. Γι' αυτό παρακαλούσε συνέχεια τον Άγιο Παντελεήμονα ή να γιατρέψει γρήγορα τον άρρωστο ή να τον πάρει απ' αυ­τή την ζωή, για να απαλλαγεί από τον λίγο κόπο πού έκα­νε διακονώντας τον άρρωστο. Μια μέρα λοιπόν, ενώ παρακαλούσε πάλι τον Άγιο Παντελεήμονα, του παρουσιάστηκε ο Άγιος και του λέει:

-Τι παρακαλείς; Από αρετές είσαι γυμνός, από την περιποίηση του αδελφού σου θα πάρεις λίγο μισθό από τον Θεό.

Τα λόγια αυτά του Αγίου Παντελεήμονος συγκλόνι­σαν τον διακονητή αδελφό. Έκτοτε διακονούσε με πολ­λή προθυμία τον άρρωστο και παρακαλούσε τον Θεό να ζήση πολλά χρόνια, για να τον γηροκομήσει στην συνέ­χεια.

apantaortodoxias.
hristospanagia3.

ΘΑΥΜΑΣΤΟ ΓΕΓΟΝΟΣ ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ ΠΑΪΣΙΟΥ ΜΕ ΤΟΝ ΑΓΙΟ ΠΑΝΤΕΛΕΗΜΟΝΑ!

ΘΑΥΜΑΣΤΟ ΓΕΓΟΝΟΣ ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ ΠΑΪΣΙΟΥ 
ΜΕ ΤΟΝ ΑΓΙΟ ΠΑΝΤΕΛΕΗΜΟΝΑ!

Ο Γέροντας είχε μόλις μεταφέρει τα πράγματά του στο κελλί της Παναγούδας χωρίς να προλάβει να τα τακτοποιήσει. Ετοιμαζόταν για τον εσπερινό και ρώτησε τον μοναχό που τον βοηθούσε ποιος άγιος εόρταζε την επόμενη ,αλλά εκείνος δεν θυμόταν. Του είπε ότι αύριο που θα έρθει θα του πει και έφυγε βιαστικός, γιατί σουρούπωνε.

Την συνέχεια την διηγήθηκε ο γέροντας ως εξής: « Είχα τα Μηναία σε κιβώτια . Έψαχνα να βρω τα γυαλιά μου για να δω τον άγιο της ημέρας και δεν τα έβρισκα. Για να μην χάνω χρόνο, έκανα τον εσπερινό με το κομποσκοίνι λέγοντας: «Άγιοι της ημέρας, πρεσβεύσατε υπέρ ημών».

Όταν σηκώθηκα μετά τα μεσάνυχτα, πάλι προσπάθησα με τον φακό για μισή ώρα να βρω το τον Άγιο, χωρίς αποτέλεσμα. Είπα: «Πάει το Μεσονυκτικό». Για να μην περάσει η νύχτα ψάχνοντας έλεγα πάλι στο κομποσκοίνι, «Άγιοι του Θεού…» , χωρίς να αναφέρω τα ονόματα των αγίων της ημέρας.

π. Παϊσιος

»Είδα τότε τον άγιο Παντελεήμονα αν συνοδεύει κάποιον μέσα στο Κελλί μου.

-Ποιος είσαι; Τον ρώτησα.

-Ο άγιος Λουκιλλιανός, απάντησε.

»Δεν θυμόμουν να υπάρχει τέτοιος Άγιος και ξαναρώτησα:

-Λουκιανός;

-Όχι, Λουκιλλιανός.

-Πώς; Λογγίνος; Ρώτησα για δεύτερη φορά.

-Λου-κιλ-λια-νός, επανέλαβε ο Άγιος, προφέροντας για τρίτη φορά αργά το όνομά του.

»Στην συνέχεια απευθυνόμενος προς τον άγιο Παντελεήμονα του είπε να μου εξετάσει τα τραύματα από την εγχείρηση , να δει αν έγιναν καλά. Με πλησίασε ο άγιος Παντελεήμων που φορούσε άσπρη ποδιά σαν γιατρός .Αφού τα εξέτασε βάζοντας το χέρι του στον κόρφο μου, στο σημείο που είχε γίνει η εγχείρηση στους πνεύμονες, είπε στον άγιο Λουκιλλιανό: «Καλά είναι. Να τα λάβεις υπ΄ όψιν στο πτυχίο (εξετάσεις)».

Οι άγιοι εξαφανίστηκαν και ο Γέροντας, δοξάζοντας τον Θεό και ευχαριστώντας τους αγίους, άναψε κερί και βρήκε ότι εκείνη την ημέρα, 3 Ιουνίου, ήταν η μνήμη του αγίου Λουκιλλιανού.

Την άλλη μέρα το πρωί που ήρθε ο μοναχός που τον βοηθούσε, ο Γέροντας χαμογελώντας τον ρώτησε: «’Αγιος Λουκιλλιανός, ε;» και του διηγήθηκε την εμφάνιση των Αγίων.

Ο Γέροντας, όταν διάβασε το Συναξάρι του Αγίου, εξεπλάγη συνειδητοποιώντας την εξής «σύμπτωση»: Ο κατά πλάτος βίος του Αγίου, που βρίσκεται στην Ι.Μ. Ιβήρων , καταχωρείται στις 27 Φεβρουαρίου, ημερομηνία δηλαδή κατά την οποία του είχε εμφανιστεί η αγία Ευφημία. Η σχέση αυτή του Μάρτυρος με την Αγία, που τόσο ευλαβείτο, αλλά και η εγγύτητα του χρόνο, αλλά και ιδίως του τόπου του μαρτυρίου των δύο Αγίων, τον χαροποίησε ιδιαίτερα.

Έκτοτε τον τιμούσε κατ΄ έτος και έβαλε την εικόνα του στην Εκκλησία του και στο κελλί του.

Πήγε κατόπιν στην Κουτλουμουσιανή Σκήτη και προσκύνησε τον άγιο Παντελεήμονα. Ανέφερε ότι η εικόνα του στο προσκυνητάρι μοιάζει πολύ με την αγία μορφή του.

Αυτό το θαυμαστό γεγονός παρηγόρησε τον Γέροντα και έδιωξε την κόπωση και τις στεναχώριες, που περνούσε εκείνη την μεταβατική περίοδο.

Aπό το βιβλίο_ Βίος Γέροντος Παϊσίου του Αγιορείτου, του Ιερομονάχου Ισαάκ, σ. 288-290

Ο ΑΓΙΟΣ ΝΙΚΟΛΑΟΣ ΠΛΑΝΑΣ ΚΑΙ Ο ΑΓΙΟΣ ΠΑΝΤΕΛΕΗΜΟΝΑΣ!

 Ο ΑΓΙΟΣ ΝΙΚΟΛΑΟΣ ΠΛΑΝΑΣ ΚΑΙ Ο ΑΓΙΟΣ ΠΑΝΤΕΛΕΗΜΟΝΑΣ!

Ο Άγιος Νικόλας Πλανάς έγινε εφημέριος εις τον Άγιον Παντελεήμονα, εις τον Νέον Κόσμον.

Η ενορία του απηρτίζετο από… 13 οικογένειας. Εις το διάστημα της εφημερίας του, τον επεσκέφθη ένας ιερεύς άνευ ενορίας, τον παρεκάλεσε να συλλειτουργήσουν, και αυτός ως καλός και αγαθός τον εδέχθη ολοψύχως.

Αυτός όμως ο ιερεύς τα συνεφώνησε με τούς τότε επιτρόπους της εκκλησίας του Αγίου Παντελεήμονος, τον έδιωξαν και τον έστειλαν εις την εκκλησίαν τού Αγίου Ιωάννου της οδού Βουλιαγμένης (τον «Κυνηγόν», ως τον έλεγαν τότε). Η ενορία της εκκλησίας αυτής απηρτίζετο από… οχτώ οικογενείας! Και η πληρωμή τού ιερέως ήτανε ένα κομμάτι κρέας από το μανάρι των Απόκρεω ή των Χριστουγέννων. Αυτό δεν τον πείραζε, είχε κεφάλαιον την νηστείαν. Αρκεί να είχε εκκλησία να λειτουργή.

Αυτός ο διωγμός από την εκκλησία τού Αγίου Παντελεήμονος τού έφερε μεγάλο ψυχικό πόνο. Μια βραδιά, φεύγοντας από τον Άγιο Ιωάννη για να πάη στο σπίτι του, έκλαιγε στο δρόμο. Έρημος ο τόπος τότε.

Βλέπει άξαφνα στο δρόμο ένα νεαρό παλληκάρι και τού λέγει: Τι κλαις, πάτερ μου;

– Κλαίω, παιδί μου, γιατί με διώξανε από τον Άγιο Παντελεήμονα.

– Μη λυπείσαι, πάτερ μου, και εγώ είμαι πάντοτε μαζί σου.

Τού λέγει: Ποιος είσαι συ, παιδί μου;

– Εγώ, τού λέγει, είμαι ο Παντελεήμων, πού μένω στον Νέο Κόσμο- και τον έχασε αμέσως από εμπρός του. Αυτήν την οπτασίαν την διηγείτο ο ίδιος επί λέξει εις μίαν κόρη της συνοδείας του.

ΜΑΡΘΑ μοναχή

Πάντοτε την παραμονή του αγίου Παντελεήμονος, ο Άγιος Νικόλαος ο Πλανάς, τελούσε Αγρυπνία στον ιερό ναό του στον Ιλισσό. Μια χρονιά όμως ήταν άρρωστος με υψηλό πυρετό. Οι δικοί του τον απέτρεπαν να πάει για την Αγρυπνία. Εκείνος φλεγόταν από αγάπη προς τον Άγιο. Και πήγε. Όπως έλεγε αργότερα, τη νύχτα, μετά τη Λιτή ακούμπησε, εξαντλημένος από τον πυρετό, στην άκρη της Αγίας Τραπέζης. Και βλέπει εμπρός του τον Άγιο «να κρατά ένα μικρό ποτήρι γεμάτο φάρμακο» και του λέει:

«Πιέτο, πάτερ μου, να γίνης καλά».

Το πήρε, το ήπιε, έφυγε ο πυρετός, έγινε τελείως καλά. Και έλεγε:

«Επί μίαν εβδομάδα είχα τη γλύκα στο λάρυγγά μου… Το θεώρησα αμαρτία και αγνωμοσύνη να μη το ειπώ…».

iconandlight

Τρίτη 26 Ιουλίου 2022

ΑΠΟ ΤΟ ΓΕΡΟΝΤΙΚΟ: "ΚΑΙ Η ΠΡΟΣΕΥΧΗ ΑΥΤΟΥ ΓΕΝΕΣΘΩ ΕΙΣ ΑΜΑΡΤΙΑΝ... (ΨΑΛΜ.ΡΗ 7)".

 Στο Γεροντικό του Αγίου Όρους διαβάζουμε:

 «Από το χωριό «Αγία Παρασκευή» της Χαλκιδικής, πριν από πολλά χρόνια (το 1860) στην ιερά Μονή Δοχειαρίου, μόναζε, ένας περίφημος και πολύ καλλίφωνος ψάλτης με το όνομα Συνέσιος.

Ο Μοναχός αυτός ιδιαίτερη ευλάβεια είχε στην Αγία Παρασκευή και πάντοτε μετά από τον καθορισμένο κανόνα της προσευχής του — μετάνοιες και κομβοσχοίνια — που ήταν υποχρεωμένος να κάνει, απαραίτητα έκανε και ιδιαίτερη προσευχή στην Αγία Παρασκευή. Στην προσευχή του αυτή παρακαλούσε την Αγία να τον βοηθήση, για να σώση την ψυχή του, κι αν σαν άνθρωπος έχη επάνω του κάτι που είναι εμπόδιο για την ψυχική του σωτηρία, να του το αφαιρέση με όποιο τρόπο γνωρίζει εκείνη.

Πολλά χρόνια συνέχιζε να λέη αυτή την προσευχή και ένα πρωί, μετά την πανηγυρική ιερή Ακολουθία και τη θεία Λειτουργία, στην μνήμη του μαρτυρίου της Αγίας Παρασκευής (26 Ιουλίου) αισθάνθηκε λίγο μία μικρή ενόχληση στο λαρύγγι του, κι από την ενόχληση αυτή λίγο λίγο άρχισε η φωνή του να γίνεται βραχνή.

Από τότε έκανε πολλές προσπάθειες, για να καθαρίση τη φωνή του, αλλά βελτίωση και θεραπεία δεν υπήρχε, απεναντίας όσο πήγαινε και χειροτέρευε η βραχνάδα στη φωνή του.

Επειδή ήταν καλός μουσικός και περίφημος ψάλτης λυπήθηκε ο ίδιος κι όλοι οι αδελφοί της Μονής αυτής, αλλά και όλοι οι πατέρες που τον γνώριζαν σ’ ολόκληρο το Άγιον Όρος.

Έκαναν όλοι θερμή προσευχή στο Θεό, για την θεραπεία του αδελφού αυτού Συνεσίου, οπόταν μετά από ικανό διάστημα, φανερώθηκε στον ύπνο του ηγουμένου της Μονής η αγία Παρασκευή και του είπε: «Γιατί, πάτερ, ενοχλείτε τον Κύριο, με τις καθημερινές προσευχές σας, για τον αδελφό Συνέσιο; Και γιατί παραπονείστε, εφ’ όσον ο ίδιος με παρακαλούσε τώρα και πολλά χρόνια να του αφαιρέσω εκείνο που είναι εμπόδιο στην ψυχική του σωτηρία;».

Ο ηγούμενος κάλεσε τον αδελφό Συνέσιο και τον ρώτησε, για ποιό πράγμα παρακαλούσε την Αγία Παρασκευή; Ο π. Συνέσιος είπε πως παρακαλούσε την Αγία να του αφαιρέση ό,τι πράγμα εμποδίζει την σωτηρία της ψυχής του και πρόσθεσε στον ηγούμενο πως, όταν έψαλε, αισθάνονταν μία ιδιαίτερη ευχαρίστηση και γλυκαίνονταν επάνω στην μελωδική φωνή του τόσο, που ξεχνιόταν ο νους του και ξέφευγε από την έννοια των θείων λόγων και αντί να δοξολογή, με τους θείους ύμνους αυτούς τον Ύψιστον, όπως ο Ψαλμός του Δαυίδ λέγει: «Ηδυνθείη αυτώ η διαλογή μου, εγώ δε ευφρανθήσομαι επί τω Κυρίω» (Ψαλμ. ΡΓ’ 103) αυτός γλυκαινόταν για την φωνή του που ήταν γλυκιά και μελωδική, κι έμπαινε μέσα στην ψυχή του, στο λογισμό του ένα είδος κρυφής υπερηφάνειας και με τον τρόπο αυτόν, κατάφερνε ο δαίμων της υπερηφάνειας, να χάνη αυτός την επαφή των ψαλλομένων και την ένωση του νου του με το Θεό, σαν ψάλτης, και έτσι μετατρεπόταν η προσευχή του σε αμαρτία, όπως και πάλι λέγει το Πνεύμα το Άγιον «και η προσευχή αυτού γενέσθω εις αμαρτίαν…» (Ψαλμ. ΡΗ 7).

ΠΗΓΗ: iconandlight

Η ΕΜΦΑΝΙΣΗ ΤΗΣ ΑΓΙΑΣ ΠΑΡΑΣΚΕΥΗΣ ΣΤΟΝ ΑΓΙΟ ΙΑΚΩΒΟ ΤΣΑΛΙΚΗ!

Η εμφάνιση της Αγίας Παρασκευής στον Άγιο Ιάκωβο Τσαλίκη

Έξω από το χωριό τους την Φαράκλα υπήρχε σε κάποιο λόφο το εξωκλήσι της Αγίας Παρασκευής, αυτό ήταν και το σχολείο του στα πρώτα χρόνια. Εκεί πήγαινε πολύ τακτικά ο μικρός Ιάκωβος και προσηύχετο στην Αγία.

Αφηγείται λοιπόν ο ίδιος ο  Άγιος Γέροντας Ιάκωβος την συνάντηση με την Αγία: «Με τα χέρια μου έσκαψα το χώμα και δημιούργησα λαξευτή σκάλα, για να μπορούν άνετα οι προσκυνητές να ανεβαίνουν στο εξωκλήσι. Έκοβα έναν φουντωτό θάμνο, σκούπιζα την εκκλησία, άναβα και τα καντηλάκια και καθόμουνα και κοίταζα τις εικόνες, μέσα στην απόλυτη σιωπή της νύκτας πάνω στο ερημικό λόφο.

Ούτε φοβόμουν μόνος, ούτε λογισμός δειλίας μ’ ενόχλησε ποτέ.

Έβλεπα τότε την Αγία σαν μοναχή, να βγαίνει από το Ιερό, να διασχίζει το ναό της και έξω στην αυλή να σκύβει και να πλένει τα καντήλια της. Με το παιδικό μου το μυαλό έλεγα ότι η Αγία πλένει τα πιάτα της, όπως η μητέρα μου κάθε βράδυ, όσο κουρασμένη και να ήταν, πάντα έπλενε τα πιάτα , γιατί σκεφτόταν μην τυχόν πεθάνει τη νύκτα και το πρωί βρουν οι γυναίκες άπλυτα πιάτα και σκανδαλιστούν για την έλλειψη νοικοκυροσύνης.

Έχοντας υπ’ όψιν μου το γεγονός αυτό, νόμιζα ότι και η Αγία τη νύκτα έπλενε τα πιάτα της.

Ένα βράδυ καθώς πήγαινα ως συνήθως στο εξωκλήσι και ενώ βρισκόμουν λίγα μέτρα μακριά από την εκκλησία, βλέπω την Αγία σαν μοναχή να στέκεται απ’ έξω και να μου λέει:

– Έλα εδώ, Ιάκωβε, να σου μιλήσω!

Εγώ δείλιασα, κόπηκαν τα πόδια μου και της λέω:

– Φοβούμαι να έρθω κοντά σου. Πες μου από εδώ που στέκομαι, τι θέλεις να μου πεις. Κοντά σου φοβούμαι να έρθω.

Τότε μου λέει η Αγία:

– Γιατί με φοβάσαι; Εσύ τόσο καιρό έρχεσαι και περιποιείσαι την εκκλησία μου και μου ανάβεις τα καντήλια μου! Θέλω πολλά να σου πω. Ζήτησέ μου τι χάρη θέλεις από μένα, τι χάρισμα να σου δώσω.

Τότε της λέω:

– Να ρωτήσω την μητέρα μου και θα σου πω, και αμέσως γύρισα και έφυγα τρέχοντας για το σπίτι μου.

Λέω στην μητέρα μου ότι είδα την Αγία Παρασκευή και μου ζήτησε να της πω τι χάρη θέλω να μου κάνει.

– Είδες παιδί μου την Αγία Παρασκευή; Πως την είδες; Τι συνέβη ακριβώς; Με ρώτησε η μητέρα μου.

Αφού λοιπόν της εξήγησα λεπτομερώς τα γεγονότα, μου είπε:

– Παιδί μου, να ζητήσεις από την Αγία την τύχη σου να σου δώσει.

Το άλλο βράδυ πήγα στο εξωκκλήσι και βλέπω πάλι την Αγία σαν μοναχή να με περιμένει έξω από το ναό της. Στέκομαι λίγο μακριά και της λέω:

– Την τύχη μου θέλω να μου δώσεις.

Τότε η Αγία μου λέει:

– Η τύχη σου…; Στη ζωή σου θα δεις δόξες και τιμές πολλές και το χρυσάφι θα περνάει από τα χέρια σου (και έκανε μια κίνηση με το χέρι της η Αγία δείχνοντας τη μεγάλη ποσότητα, την αφθονία), αλλά δεν θα σ’ αγγίζει.

Και πράγματι, έλεγε ο γέροντας, αμέτρητα χρήματα πέρασαν από τα χέρια μου, αλλά όλα πήγαν στον προορισμό τους, στους πάσχοντες, στους φτωχούς, στους έχοντες ανάγκη. Και άλλα πολλά μου είπε η Αγία Παρασκευή και πάλι τρέχοντας γύρισα στο σπίτι μου».

«Εύρισκα σπηλιές και μέσα κεί προσευχόμουν…»

Μ’ όλ’ αυτά, από εννέα περίπου ετών, το Ιακωβάκι το φωνάζανε πάντοτε να διαβάσει ευχές και να σταυρώσει. Ο παπα-Θοδόσης ήτανε σε άλλο χωριό. Τον καλούσανε στις αρρώστιες και σε κάθε δύσκολη περίσταση. Αρρώσταιναν τα ζώα; φωνάζανε το Ιακωβάκι να τα διαβάσει  και γινόσανε καλά. Στα παιδάκια πάλι το ίδιο. Ακόμα και για τις γυναίκες, που δυσκολευόσανε να γεννήσουν, καλούσανε το Ιακωβάκι. Πήγαινε με λαδάκι της αγίας Παρασκευής, σταύρωνε την πόρτα του σπιτιού, προσευχότανε κι έφευγε. Η γυναίκα ελευθερωνόταν.

Από την Εκκλησία του χωριού είχε το Ευχολόγιο και από το σπίτι τους τη Σύνοψη. Αλλά στις περιπτώσεις ασθενειών, που τον φωνάζανε να διαβάσει ευχές, διάβαζε, όσο ήτανε κάτω από δέκα-έντεκα ετών, ό,τι τύχαινε, ό,τι πρωτοάνοιγε στα δύο τούτα βιβλία, γιατί δεν μπορούσε να κρίνει κάθε φορά ποια ευχή ακριβώς χρειάζεται στην περίπτωση.

Αργά το απόγευμα κάθε μέρα μετά το σχολείο πήγαινε και άναβε τα καντηλάκια στο εκκλησάκι της Αγίας Παρασκευής (το σχολείο του). Πήγαινε μόνο του και του άρεσε να μένει μέχρι το νύχτωμα.

Από το βιβλίο: «Ένας άγιος γέροντας – ο μακαριστός π. Ιάκωβος» (Έκδοση Ιεράς Μονής Οσίου Δαβίδ Γέροντος,1996)

ΠΗΓΗ: iconandlight

Τρίτη 12 Ιουλίου 2022

ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΤΗΣ ΜΑΥΡΟΒΟΥΝΙΟΥ ΑΜΦΙΛΟΧΙΟΣ ΡΑΝΤΟΒΙΤΣ: "ΣΗΚΩΝΟΤΑΝ Ο ΑΓΙΟΣ ΠΑΪΣΙΟΣ, ΣΗΚΩΝΟΤΑΝ ΚΑΙ Ο ΒΑΤΡΑΧΟΣ, ΚΑΙ ΕΚΑΜΝΑΝ ΤΙΣ ΜΕΤΑΝΟΙΕΣ ΤΟΥΣ ΜΠΡΟΣΤΑ ΣΤΟ ΣΤΑΥΡΟ ΤΟΥ ΧΡΙΣΤΟΥ".

Σηκωνόταν ο Άγιος Παΐσιος, σηκωνόταν κι ο βάτραχος, και έκαμναν τις μετάνοιες τους μπροστά στον Σταυρό του Χριστού ! Εκεί, στον Σταυρό του παπά Τύχωνα!

Εμπειρίες Μακαριστού Μητροπολίτη Μαυροβουνίου Αμφιλοχίου (Ράντοβιτς) από την γνωριμία του με τον Άγιο Παΐσιο τον Αγιορείτη!

….Όταν τελειώσαμε, ετοίμασε ο Γέρων Παΐσιος το φαγητό ρύζι, ντοματούλες που είχε στον κήπο του και ψωμί, το οποίο ξήραινε ο ίδιος. Γέμισε το δικό μου πιάτο, ενώ στο δικό του έβαλε πολύ λίγο φαγητό. Διαμαρτυρήθηκα, λέγοντας του ότι δεν ήταν σωστό αυτό εκείνος να φάει ως ασκητής κι εγώ ως καλοφαγάς. Μου είπε τότε:

-Δεν είσαι μοναχός; Θα κάνεις, λοιπόν, υπακοή. Τόσο ανυπάκουος Μαυροβούνιος είσαι; Εδώ ο Μπαγιούμ μου είναι πιο υπάκουος από εσένα.

Τον ρώτησα με έκπληξη ποιος ήταν ο Μπαγιούμ, διότι ήξερα ότι δεν είχε κανένα υποτακτικό. Μου έδειξε τότε μια τριανταφυλλιά, την οποία είχε φυτέψει εκεί.

Πήγε, στάθηκε μπροστά στην τριανταφυλλιά και είπε:

-Έλα, Μπαγιούμ, να καταλάβει αυτός ο άπιστος ο Αμφιλόχιος τι είναι η πραγματική υπακοή !

Όπως ήταν νωπό το χώμα εκεί γύρω από την τριανταφυλλιά, άρχισε τότε να σηκώνεται και βγήκε έξω ένας βάτραχος. Σας λέω αυτό, που είδα με τα μάτια μου. Στη συνέχεια είπε στο βάτραχο:

-Γύρνα τώρα, Μπαγιούμ, πίσω στη θέση σου και το βράδυ να πας να κάνεις την προσευχή σου !

Εξεπλάγην και τον ρώτησα τι είδους προσευχή έκαμνε ο Μπαγιούμ.

Μου εξήγησε ότι ο βάτραχος το βράδυ πήγαινε μπροστά σ’ ένα μεγάλο ξύλινο σταυρό, που ο Γέρων είχε εκεί κι έλεγε την «ψαλμωδία» του. Παραξενεύτηκα και είπα μέσα μου: «Τώρα με κοροϊδεύει ο Γέρων; Για ποια ψαλμωδία του βατράχου μου μιλά»;

Την ίδια μέρα , με τη δύση του ήλιου, είχε πανσέληνο και εύκολα περπάτησα από το καλύβι μέχρι τον Τίμιο Σταυρό, σχεδόν απέναντι, και κάπως κρύφτηκα, γιά να μην δημιουργήσω ταραχή.

Είχε έναν μεγάλο σταυρό και σε λίγο βγήκε από το κελλί του ο γερο Παΐσιος, στάθηκε μπροστά στον σταυρό και άρχισε να κάνει τον σταυρό του.

Δεν πέρασε ούτε λεπτό – φαντάσου εξήντα δευτερόλεπτα – και άρχισε, μέσα στην σιγαλιά της νύχτας, ένα ντούπ, ντούπ, ντουπ.

-Έλα, Μπαγιούμ, έλα Μπαγιούμ, έλα, ας υποθέσουμε να πούμε, έλα να κάνουμε τις μετάνοιες μας, μπροστά στον σταυρό του Χριστού!

Το ντουπ-ντουπ συνεχίστηκε. Μπαγιούμ όνομα από τους Βεδουΐνους του Σινά, αλλά κανένας δεν φαινόταν.

Και, νάτος. Ένας πελώριος βάτραχος – μπράσκες τους λένε αλλού – ήρθε με πηδηματάκια και στάθηκε δίπλα στον γέροντα.

Σηκωνόταν ο Άγιος Παΐσιος, σηκωνόταν κι ο βάτραχος, και έκαμναν τις μετάνοιες τους μπροστά στον Σταυρό του Χριστού.

Εκεί, στον Σταυρό του παπά Τύχωνα !

Μακαριστός Μητροπολίτης Μαυροβουνίου και Παραθαλάσσιας κ. Αμφιλόχιος Ράντοβιτς -Καθηγητής της Θεολογικής Σχολής του Πανεπιστημίου του Βελιγραδίου

(Ο Άγιος Παΐσιος μπροστά στο λιθόκτιστο προσκυνητάρι της Κουτλουμουσιανης Σκήτης του Αγίου Παντελεήμονος, κρατώντας την εικόνα  του Αγίου Παντελεήμονος.)

Κυριακή 10 Ιουλίου 2022

ΑΓΙΟΣ ΠΑΝΑΓΗΣ ΜΠΑΣΙΑΣ: "ΚΥΡΙΑ ΜΟΥ, Ο ΘΕΟΣ ΕΠΕΙΔΗ ΣΕ ΑΓΑΠΑ, ΣΕ ΦΥΛΑΞΕ ΝΑ ΜΗΝ ΔΕΙΣ ΑΥΤΟ ΠΟΥ ΜΟΛΙΣ ΕΙΔΕΣ!"

Στις μέρες που ζούσε ο Άγιος παππά - Μπασιάς, ζούσε στο Αργοστόλι μια αρχοντική και πολύ πλούσια οικογένεια, που αποτελείτο από τέσσερα άτομα, τον σύζυγο, την σύζυγο και δύο αγόρια. Η οικογένεια αυτή ήταν πολύ ευσεβής και ενάρετη και ακόμη περισσότερο η κυρία, της οποίας όλη της η ζωή ήταν πλήρης αγαθοεργιών.

Μετά από λίγα χρόνια πέθανε ο άντρας και έμεινε η χήρα με τα δύο παιδιά της. Αυτή, τότε, αφοσιώθηκε στο να παιδαγωγεί και να συμβουλεύει τα παιδιά της χριστιανικά, ενώ, μεγάλωσε ακόμη πιο πολύ την ανθρωπιστική της δράση. Βοηθούσε όλους τους φτωχούς και τους αρρώστους που επισκεπτόταν στο σπίτι τους, επισκεπτόταν αρρώστους στο νοσοκομείο, όπως και φυλακισμένους για να τους νουθετήσει χριστιανικά.

Όταν το πρώτο της παιδί έγινε είκοσι ενός ετών, ένα βράδυ που κάθονταν στην τραπεζαρία μετά το δείπνο, το παιδί ένιωσε ένα δυνατό πόνο στο κεφάλι και αμέσως, έπεσε κάτω αναίσθητο. Αφού το έβαλαν στο κρεββάτι, κάλεσαν-αμέσως-τον γιατρό, ο οποίος διαπίστωσε την σοβαρότατη κατάσταση στην οποία βρισκόταν ο άρρωστος και προετοίμασε την μητέρα του για το μοιραίο.
Η κυρία, όταν άκουσε αυτά που της είπε ο γιατρός, κατέφυγε στο εικονοστάσι του σπιτιού και αφού γονάτισε προσευχόταν όλο το βράδυ στην Παναγία για την σωτηρία του παιδιού της. Δυστυχώς, όμως, το παιδί της το πρωί πέθανε.
Αυτή, παρ’ όλο το πένθος της και την μεγάλη της λύπη συνέχισε την χριστιανική και ανθρωπιστική της δράση. Μετά, όμως, από έναν χρόνο, ένα βράδυ καθώς βρισκόταν στην τραπεζαρία με το άλλο παιδί της, ξαφνικά, το ακούει να βγάζει μια κραυγή πόνου και να πέφτει αναίσθητο κάτω, όπως ακριβώς και ο πρώτος γιος της.
Αμέσως, κάλεσε τον γιατρό, ο οποίος διαπίστωσε την ίδια περίπτωση με το πρώτο της παιδί και πως δεν υπάρχει καμία δυνατότητα σωτηρίας. Απελπισμένη η κυρία με αυτό που της συνέβη για δεύτερη φορά, ξανακατέφυγε με κλάμματα στο εικονοστάσι.

Όλο το βράδυ παρέμεινε εκεί και γονατιστή παρακαλούσε την Παναγία και τον Άγιο Γεράσιμο να σώσουν το παιδί της, να την λυπηθούν λόγω της χριστιανικής της δράσης και να χαρίσουν την υγεία στο παιδί της, πλήρως. Δυστυχώς, όμως, την επομένη ημέρα που ήλθε ο γιατρός διαπίστωσε τον θάνατο του παιδιού.
Η κυρία, τότε, κατελήφθη από μανία και έγινε θηρίο ανήμερο... ! Σταμάτησε την προηγούμενη δράση της, έβριζε τον Θεό και τους αγίους, συνέχεια, ενώ, δεν δεχόταν κανέναν στο σπίτι της, πια. Στη συνέχεια, έδωσε σε έναν καλό ζωγράφο δύο φωτογραφίες των παιδιών της και του ζήτησε να φτιάξει σε φυσικό μέγεθος τα πορτρέτα τους.
Όταν ο ζωγράφος της παρέδωσε τα πορτρέτα, η κυρία τους έβαλε πολυτελείς κορνίζες και αφού άδειασε τα έπιπλα από το σαλόνι της, τα κρέμασε το ένα απέναντι από το άλλο, και τα κάλυψε με τούλι. Κάτω, μάλιστα, από τα πορτραίτα έβαλε και κηροπήγια με λαμπάδες, τις οποίες κάθε τόσο άναβε και κοιτάζοντας τα παιδιά της κουβέντιαζε μαζί τους.

Μια μέρα, ο παππά-Μπασιάς πήρε από το Ληξούρι ένα καράβι της γραμμής και πήγε στο Αργοστόλι. Όταν βγήκε από το πλοίο, κατευθύνθηκε στο σπίτι της κυρίας, σιγά-σιγά, ακουμπισμένος στην ράβδο του.
Όταν έφτασε στο σπίτι, κτύπησε την πόρτα και η κυρία βγήκε στο παράθυρο. Όταν είδε τον παππά-Μπασιά, παρ` όλο που δεν τον γνώριζε, τρελάθηκε και άρχισε να τον βρίζει με τα χυδαιότερα λόγια. Παρ’ όλα αυτά, ο παππά-Μπασιάς, δεν ταράχθηκε, καθόλου και την παρακάλεσε τρεις φορές, ήρεμα, να του ανοίξει για να της πει κάτι. Αυτή, όμως, συνέχισε περισσότερο να τον βρίζει. Τότε, ο παππά-Μπασιάς της είπε :
– Ή μου ανοίγεις ή ανοίγω;

Με την ράβδο του έκανε το σημείο του σταυρού εις την πόρτα, η οποία άνοιξε, αυτόματα και ο παππά-Μπασιάς άρχισε να ανεβαίνει την σκάλα. Όταν το είδε αυτό η κυρία, έμεινε άφωνη χωρίς να μπορεί να εκστομίσει λέξη, πλέον... !
Ο παππά-Μπασιάς προχώρησε-κατευθείαν-στο σαλόνι, (ασφαλώς, φωτισμένος από τον Θεό), λέγοντας στην κυρία να τον ακολουθήσει. Αφού, άνοιξε την πόρτα του σαλονιού, είπε στην κυρία : "κάθισε στην γωνία και θα δεις κάτι που δεν το περίμενες". Αφού προσευχήθηκε ο παππά-Μπασιάς, η κυρία είδε να σηκώνονται τα τούλια από τα πορτραίτα των παιδιών της, να ζωντανεύουν τα παιδιά της και να στέκονται στη μέση του δωματίου! Ταυτοχρόνως, έβγαλαν και τα δύο περίστροφα και ταυτοχρόνως, πυροβόλησαν το ένα το άλλο κι έπεσαν και οι δύο νεκροί στο πάτωμα. Μετά από αυτό, τα πορτρέτα βρέθηκαν ξανά στη θέση τους σαν να μην είχε συμβεί τίποτε!

Η κυρία κατατρόμαξε με αυτά που είδε και έμεινε άφωνη! Τότε, ο παππά-Μπασιάς της είπε :
– Κυρία μου, ο Θεός επειδή σε αγαπά, σε φύλαξε να μην δεις αυτό που μόλις είδες και γι` αυτό πήρε τα παιδιά σου με φυσικό θάνατο. Τα παιδιά σου είχαν αγαπήσει και οι δύο την ίδια γυναίκα και επρόκειτο να αλληλοσκοτωθούν με τον τρόπο που είδες! Για τον λόγο αυτό να μετανοήσεις, να ευχαριστήσεις τον Θεόν και να συνεχίσεις την προηγούμενη χριστιανική δράση σου.
Πράγματι, η κυρία μετανόησε και δόθηκε και πάλι ψυχή τε και σώματι, στην προηγούμενη δράση της και - μάλιστα - σε μεγαλύτερη κλίμακα... !

https://youtu.be/hZ_EX5hYv_0
(Μη λέμε :" τον πήρε πρόωρα ο Θεός..". Αρχιμανδρίτης Σάββας Αγιορείτης).

Σάββατο 19 Φεβρουαρίου 2022

ΑΛΗΘΙΝΗ ΙΣΤΟΡΙΑ ΓΙΑ ΤΗ ΘΕΙΑ ΚΟΙΝΩΝΙΑ ΚΑΙ ΤΗ ΜΕΤΑΝΟΙΑ ΕΝΟΣ ΕΤΟΙΜΟΘΑΝΑΤΟΥ

Αληθινή ιστορία. 

Σ΄ ένα μικρό χωριουδάκι της Λέρου, πριν από 30 περίπου χρόνια έγινε το εξής θαυμαστό, που μας διέσωσε αφηγηματικά ένας Άγιος συγχωρεμένος από το 2010 ιερέας, ο παπά-Χρήστος. Διαβάστε διήγηση και φρίξτε με την απέραντη αγάπη που μας έχει ο Χριστός μας:

Ήτανε πρωί Σαββάτου. Έκανα θεία λειτουργία και ήμουνα έτοιμος να καταλύσω την Θεία Κοινωνία από το Άγιο Δισκοπότηρο.

Ξαφνικά μπήκε μέσα στο ιερό ένας νεαρός, γειτονόπουλο ο Κωστάκης, λαχανιασμένος, ιδρωμένος όλος αγωνία και μου είπε: - «Παπά-Χρήστο μου σώσε μας. Ο πατέρας μου νιώθει ότι πεθαίνει και θέλει να τον εξομολογήσεις, να τον κοινωνήσεις». 

Με έλουσε κρύος ιδρώτας. Ο πατέρας του παλληκαριού ήταν ο πιο δύσκολος, στριφνός, παράξενος άνθρωπος στο χωριό. Μ΄ όλους μαλωμένος. Σ’ εκκλησιά δεν πάταγε, ούτε σε κηδείες ή γάμους ή βαφτίσεις. Έκανα τον Σταυρό μου και θεώρησα κλήση Θεού να πάω αμέσως κοντά του με την Θεία Κοινωνία. Το σπίτι του ήτανε 40 μέτρα, δίπλα στην εκκλησία σχεδόν. Όταν μπήκαμε με το παλληκάρι στο σπίτι του ετοιμοθανάτου –κυρ. Γιάννη τον λέγανε- τοποθέτησα το Άγιο Δισκοπότηρο, που είχε κανά πόντο Θεία Κοινωνία πάνω στο κομοδίνο, δίπλα στο κλινάρι του κυρ-Γιάννη. Του είπα αμέσως:

-"Μπαρμπα-Γιάννη για να σε κοινωνήσω πρέπει πρώτα να σε εξομολογήσω και να σου διαβάσω συγχώριο (συγχωρητική ευχή).Θέλεις;" 

-"Θέλω!" 

Βάζω πετραχήλι, μου 'πε ό,τι τον βάραινε, του διάβασα συγχώριο και ετοιμάστηκα να τον κοινωνήσω. Πάω να πιάσω το Άγιο Δισκοπότηρο, τι να δώ; Παντελώς άδειο, σταγόνα Θεία Κοινωνία. Μου λύθηκαν τα γόνατα. Λέω στον κυρ-Γιάννη:

-«Πετάγομαι στο Ναό να πάρω από το Αρτοφόριο της Αγίας Τράπεζας Θεία Κοινωνία γιατί το Δισκοπότηρο δεν ξέρω πώς, είναι άδειο».

Αρχίζει να κλαίει με λυγμούς ο κυρ-Γιάννης και να λέει:

-«Για μένα το κάνει ο Χριστός παπά μου.

Ό,τι σου ξομολογήθηκα πριν ήσανε όλα ψέματα γιατί ντρεπόμουνα να πω τα αληθινά μου αμαρτήματα που’ ναι πολύ βαρύτερα. Όμως, αν θέλεις, κάτσε να σου κάνω πραγματική, ειλικρινή εξομολόγηση». 

Έτσι κι έγινε. Του διάβασα δεύτερη συγχωρητική ευχή και τον παρακάλεσα να περιμένει να πάω πίσω στο Ναό να φέρω Θεία Κοινωνία. 

-''Πήγαινε'', μου απαντά ο κυρ-Γιάννης, ''σε προσμένω''.

Πάω να σηκώσω το Άγιο Δισκοπότηρο και, ακούστε θαύμα. Ένας πόντος Θεία Κοινωνία μέσα. Έκαμα τον Σταυρό μου. Κοινώνησα αμέσως τον ετοιμοθάνατο. Έλαμψε, γαλήνεψε το προσωπάκι του, πέθανε εκεί μπροστά μου, ολοφάνερα μετανοημένος. 
Δόξασα τον Χριστό μας και σκέφτηκα πόσο πάνσοφα, διακριτικά, αγαπητικά, συγχώρεσε και οικονόμησε τη σωτηρία του κυρ-Γιάννη.

Θεός συγχωρέσει τον. Αιωνία του η μνήμη.

Να μην απελπιζόμαστε για την σωτηρία μας κι ας είμαστε οι αμαρτωλότεροι άνθρωποι του κόσμου. Καλή μετάνοια, καλό παράδεισο σε όλους μας με ειλικρινή και ταπεινή εξομολόγηση. ΑΜΗΝ!.

(π. Γιάννης Πανταζής)

Κυριακή 30 Ιανουαρίου 2022

ΓΕΡΟΝΤΙΣΣΑ ΓΑΛΑΚΤΙΑ: "Η ΕΠΙΣΚΕΨΗ ΤΩΝ ΑΓΓΕΛΩΝ!".

Ή γερόντισσα Γαλακτία "" μέχρι τά βαθειά γεράματα, σκορπούσε, έδιδε "τοίς πένησι". Ήταν γερόντισσα πιά, χειρουργημένη καί στά δύο πόδια, αλλά έστηνε μία μεγάλη κατσαρόλα φαγητό γιά νά μήν στερηθούν οί μοναχικοί γέροντες τής γειτονιάς. Γι'αυτό, λίγο πρίν τό τέλος, τήν επισκέφθηκαν ανάμεσα σέ άλλους, οί επτά Αρχάγγελοι πού μεταφέρουν τίς προσευχές τών Αγίων από τή γή στόν ουρανό. Τής συστήθηκαν μέ τά ονόματα τους, πού δέν τά λησμόνησε, αλλά τά ενέταξε στήν καρδιακή μνήμη της : Μιχαήλ,  Γαβριήλ,  Ραφαήλ, Ουριήλ, Ραμαήλ, Φαναήλ, Θαναήλ.

 Ό Ουριήλ τής είπε ότι φυλάει τήν άβυσσο. Σήκωσαν ψηλά τίς ρομφαίες καί τίς έκαναν "ρεκάπιτο, όπως είπε, γιά νά περάσει. Τήν οδήγησαν σέ ένα πάγχρυσο παλάτι. " Είναι ό τόπος τής κατοικίας σου", τής είπαν. Στή μέση ξεχείλιζε ένα ολόχρυσο δοχείο πού ανέβληζε κρυστάλλινο νερό. Ρώτησε: "Τί είναι αυτό;" "Είναι τό δοχείο τής καρδιάς σου", απάντησαν " καί ξεχειλίζει ή αγνότητά σου, ή σιωπή σου, ή ταπεινοφροσύνη σου καί οί ελεημονιές σου"!!!

Παρασκευή 28 Ιανουαρίου 2022

ΕΝΑ ΑΠΕΡΙΓΡΑΠΤΟ ΠΕΡΙΣΤΑΤΙΚΟ, ΟΤΑΝ "ΣΥΝΑΝΤΗΘΗΚΑΝ" ΜΕ ΘΑΥΜΑΣΤΟ ΤΡΟΠΟ Ο ΜΕΓΑΣ ΒΑΣΙΛΕΙΟΣ ΚΑΙ Ο ΑΓΙΟΣ ΕΦΡΑΙΜ Ο ΣΥΡΟΣ

Ἕνα μᾶλλον ἄγνωστο, ἀλλά ἀπερίγραπτο, περιστατικό, ὅταν “συναντήθηκαν” μέ θαυμαστό τρόπο ὁ Μέγας Βασίλειος καί ὁ Ἅγιος Ἐφραίμ ὁ Σύρος

Ο Όσιος Εφραίμ ο Σύρος (εκ Συρίας) βρίσκονταν στην έρημο και ησύχαζε. Σαν άκουσε για τα θαύματα του Αγίου Βασιλείου, παρεκάλεσε το Θεό να του αποκαλύψει τι και ποιος είναι ο Βασίλειος. Είδε τότε στήλη πυρός, η οποία υψωνόταν μέχρι του ουρανού και άκουσε φωνή που έλεγε:

“Εφραίμ, Εφραίμ, καθώς την πύρινη ταύτη στήλη, τοιούτος είναι ο Μέγας Βασίλειος”!!!

Τότε χωρίς καθόλου να αμελήσει, παρέλαβε μαζί του διερμηνέα που γνώριζε την Ελληνική και τη Συριακή γλώσσα και πήγε στην Καισαρεία.

Ήταν τότε η εορτή των Φώτων και μπαίνοντας στην Εκκλησία ο Όσιος Εφραίμ, είδε τον Άγιο Βασίλειο ενδεδυμένο λαμπρά και πολύτιμα άμφια, να τελεί με μεγάλη παρρησία τη Θεία Λειτουργία και κατηγόρησε τον εαυτό του και είπε προς τον διερμηνέα “ματαίως κοπιάσαμε αδελφέ. Διότι αυτός, αν και εις τοιαύτη δόξα ευρίσκεται, δεν είναι καθώς τον είδα”…

Αυτά που έλεγε ο Όσιος Εφραίμ, τα πληροφορήθηκε ο Άγιος εκ Πνεύματος Αγίου και αφού κάλεσε ένα Διάκονο, του είπε να πάει στη δυτική θύρα της Εκκλησίας, θα βρει δύο Μοναχούς, τον ένα αγένειο ψηλό και λεπτόσαρκο, τον άλλο με μαύρη γενειάδα και να πει τότε στον αγένειο:

“Να έλθεις στο Άγιο Βήμα, διότι σε καλεί ο πατήρ σου ο Αρχιεπίσκοπος”…

Πράγματι πήγε ο Διάκονος και αφού με το ζόρι διέσχισε το πλήθος, είπε προς τον Όσιο Εφραίμ τα λόγια του Βασιλείου. Τότε εκείνος δια του διερμηνέως απάντησε:

“Επλανήθεις αδελφέ, διότι εμείς είμαστε ξένοι και άγνωστοι. Πώς λοιπόν μας γνωρίζει ο Αρχιεπίσκοπος”;

Γύρισε ο Διάκονος πίσω στον Άγιο Δέσποτα και του τα ανέφερε, αλλά πάλι ο Άγιος τον έστειλε πίσω λέγοντάς του:

“πήγαινε και πες “Κύριε Εφραίμ, ελθέ στο Άγιον Βήμα, διότι σε καλεί ο Αρχιεπίσκοπος””.

Πήγε λοιπόν ο Διάκονος δεύτερη φορά και αφού ασπάσθηκε τα άκρα των ποδών του Οσίου του είπε τα λόγια του Αγίου Βασιλείου. Τότε ο Όσιος Εφραίμ ο Σύρος προσέφερε μετάνοια στο Διάκονο και είπε:

“Αληθώς στήλη πυρός είναι ο Μέγας Βασίλειος, αλλά τον παρακαλώ για να μιλήσουμε μόνοι μας στο σκευοφυλάκιο”.

Όταν λοιπόν τέλειωσε η Θεία Λειτουργία, προσκάλεσε ο Άγιος Βασίλειος τον Όσιο Εφραίμ τον Σύρο και αφού τον ασπάσθηκε, συνομίλησε μαζί του για πνευματικά και θεία νοήματα και τον παρακάλεσε στο τέλος εάν έχει κάποιο ζήτημα κρυμμένο στην καρδιά του να το πει.

Τότε ο Όσιος Εφραίμ είπε δια του διερμηνέα:

“Μία χάρη ζητώ από την αρχιερωσύνη σου, δούλε του Θεού”.

“Ό,τι επιθυμείς ζήτησε, αποκρίθηκε ο Άγιος και Μέγας Βασίλειος, διότι πολλά σου οφείλω, για τον κόπο τον οποίο κατέβαλες για την ταπεινότητά μου”.

Είπε τότε ο Όσιος Εφραίμ:

“Γνωρίζω, Δέσποτα Άγιε, ότι εάν παρακαλέσεις για κάτι το Θεό, σου το προσφέρει. (!!!) Επιθυμώ λοιπόν να παρακαλέσεις να μιλήσω στα Ελληνικά, διότι καθόλου δε γνωρίζω τη γλώσσα αυτή τη δική σας”.

Και απάντησε ο Άγιος Βασίλειος:

“Υπέρ τη δύναμή μου είναι το αίτημά σου πάτερ Άγιε και της ερήμου καθηγητά. Αλλά επειδή εζήτησες τούτο μετά πίστεως, ας δεηθούμε και οι δύο στο Θεό και είναι σε Εκείνον δυνατό να πραγματοποιήσει την επιθυμία σου. Διότι, καθώς λέγει ο Προφήτης Δαβίδ, (ο Θεός το) θέλημα των φοβουμένων Αυτόν ποιήσει και της δεήσεως αυτών εισακούσεται και σώσει αυτούς”.

Αφού λοιπόν είπε αυτά, μαζί με το Όσιο Εφραίμ το Σύρο – που μιλούσε μέχρι τότε μόνο τη μητρική του γλώσσα, τα Συριακά – στάθηκαν για πολλή ώρα σε προσευχή και μόλις την τέλειωσαν, είπε ο Μέγας Βασίλειος μεγαλοφώνως:

“Η Χάρις του Παναγίου Πνεύματος να είναι μαζί σου και λάλησε Ελληνικά”!!!

Και ευθύς ως είπε αυτό ο Άγιος, ο Αϊ Βασίλης, ω του θαύματος!

Ανοίχθηκε το στόμα του Οσίου Εφραίμ και μίλησε Ελληνικά, όπως ακριβώς ο Άγιος Βασίλειος και όλοι οι Έλληνες Χριστιανοί!!!

(σημ. Όχι όπως οι λεγόμενοι Πεντηκοστιανοί, που λαλούν άναρθρες και ακαταλαβίστικες κραυγές και ανύπαρκτες λέξεις οι καημένοι και ζουν σε βαρύτατη πλάνη, αφού ούτε καν καταλαβαίνουν αυτά που λενε ακόμη και οι ίδιοι, ούτε γνωρίζουν καμιά απολύτως “άλλη” γλώσσα, αφού και για να μάθουν τα απλά αγγλικά πηγαίνουν σε φροντιστήριο Ξένων Γλωσσών… Όμως Χάρισμα Γλωσσών, όπως φαίνεται και εδώ και στο βίο του Αγίου Χριστοφόρου και στο βίο των Αποστόλων, σημαίνει ότι δίνεται στον άνθρωπο, τον Ορθόδοξο Χριστιανό, τον εντός της Ορθοδόξου Εκκλησίας και δίνεται άλλη υπαρκτή γλώσσα τέλεια, όπως ακριβώς η μητρική γλώσσα και σε όλες της τις εκφάνσεις. Σκέψη, ομιλία, γραφή, συζήτηση, κατανόηση. Κάτι που είναι παντελώς άγνωστο και αδύνατο στις νεοπεντηκοστιανές αιρέσεις, που τα θύματά τους την ώρα της επήρειας του πονηρού πνεύματος, κράζουν ανύπαρκτα και ακαταλαβίστικα πράγματα)…

 apantaortodoxias, hristospanagia3

Δευτέρα 24 Ιανουαρίου 2022

ΤΟ ΘΑΥΜΑ ΤΗΣ ΘΕΟΤΟΚΟΥ ΤΟ 1922 ΣΤΗ ΡΩΣΙΑ!

Το θαύμα της Θεοτόκου – Μια αληθινή ιστορία!

~ Η χαρμόσυνη είδηση, πως θα πανηγυρίσουν και πάλι όπως τα παλιά καλά χρόνια και θα λιτανεύσουν τη θαυματουργή εικόνα στους αγρούς για να βρέξει, διαδόθηκε σαν αστραπή…

«Βρισκόμαστε στα 1922. Η επανάσταση του ’17 στη Ρωσία έχει οριστικά επιβληθεί. Οι ερυθροί παρτιζάνοι (κομμουνιστές αντάρτες) νίκησαν τους λευκούς (τσαρικούς αντάρτες) και επέβαλαν νέα τάξη πραγμάτων, καταργώντας έθιμα και παραδόσεις.

Στο χωριό Τοργίνσκ, πολύ κοντά στην πόλη Νερτσίνσκ, έκλεισαν τον ενοριακό ναό και κάρφωσαν με σανίδες τις πύλες του. Ήταν ένας ναός φημισμένος σ’ όλη την περιοχή Ζαμπαϊκάλ, για μια θαυματουργή εικόνα της Θεομήτηρος, την οποία τιμούσαν όχι μόνο οι κοζάκοι, αλλά και οι ξένοι.

Ο ναός πανηγύριζε στις 8 Ιουλίου. Πλήθος πιστών συνέρεε απ’ όλη την περιοχή. Μετά την Παράκληση, έβγαιναν όλοι από τον ναό και λιτάνευαν την ιερή εικόνα στα γύρω χωριά.

Τώρα όμως δεν γίνεται πια λιτανεία, γιατί η νέα εξουσία έχει σφραγίσει την Εκκλησία.

Εκείνη τη χρονιά είχε πέσει φοβερή ξηρασία στην περιοχή Ζαμπαϊκάλ. Η γη άνοιξε από τη ζέστη, και στέρεψαν οι πηγές, τα ποτάμια και τα πηγάδια. Τα φύλλα των δέντρων κιτρίνισαν και μαράθηκαν σαν να είχε περάσει φωτιά. Τα σπαρτά στους κάμπους ξεράθηκαν.

Πλησίαζε η 8η Ιουλίου, που άλλοτε πανηγύριζε η Παναγία του Τοργίνσκ. Την παραμονή, στη λαϊκή συνέλευση του Τοργίνσκ, οι ασπρογένηδες γέροι κοζάκοι άκουγαν σκυθρωποί το Στέφανο Καμένστσικώφ, πρώην κόκκινο παρτιζάνο και τώρα γραμματέα του χωριού να φλυαρεί:

– Λοιπόν σύντροφοι, -είπε συμπερασματικά- ο γραμματέας, πιστεύετε πως έχουμε ξηρασία, επειδή απαγόρευσε η εργατική εξουσία να λιτανεύεται η εικόνα της Παναγίας! Επειδή απαγόρευσε στους ελεεινούς παπάδες να ζαλίσουν το λαό, κι επειδή κάρφωσε με σανίδες την εκκλησία!

– Ακριβώς! Συμφώνησαν όλοι.

– Στέφανε! φώναξε ένας παλιός επίτροπος του ναού Τοργίνσκ. Εφέτος επιθυμούμε να λιτανεύσουμε την εικόνα της Παναγίας στους αγρούς μας. Τίποτα κακό δεν πρόκειται να συμβεί. Ζήτησε λοιπόν την άδεια από τους υπεύθυνους.

– Καλά σύντροφοι. Αφού επιμένετε τόσο πολύ, θα ενεργήσω σύμφωνα με την επιθυμία σας. Πάντως μην περιμένετε βροχή. Έτσι θα καταλάβετε στην πράξη ότι Θεός δεν υπάρχει.

Η αίτηση έγινε από τον γραμματέα, και η απάντηση ήρθε θετική από τα μέλη της G.Ρ.U. Η χαρμόσυνη είδηση, πως θα πανηγυρίσουν και πάλι όπως τα παλιά καλά χρόνια και θα λιτανεύσουν τη θαυματουργή εικόνα στους αγρούς για να βρέξει, διαδόθηκε σαν αστραπή.

Την επομένη το πρωί πλήθος λαού είχε κατακλύσει το ναό και το γύρω χώρο.

Κατέφθασαν όλοι ντυμένοι στα γιορτινά τους, ενώ οι κωδωνοκρουσίες συμπλήρωναν τον εορταστικό τόνο της ημέρας. Μοναδική παραφωνία αποτελούσε η παρουσία των πρακτόρων της G.Ρ.U. με τα κασκέτα και το ειρωνικό τους ύφος.

Σε λίγο λευκογένειοι κοζάκοι βγήκαν απ’ το ναό κρατώντας το βαρύ κιβώριο με την εικόνα της Θεοτόκου. Ακολουθούσαν οι ιερείς με τα χρυσοποίκιλτα άμφια τους.

Ο λαός γονάτισε. Όλων τα μάτια ήσαν δακρυσμένα. Η μεγάλη εικόνα με τα πολύτιμα πετράδια και τα ακτινοβόλα μάτια της Θεοτόκου περνούσε μπροστά από τους πιστούς.

Κάποια στιγμή αυτά τ’ ακτινοβόλα μάτια συναντήθηκαν με το βλοσυρό βλέμμα του Καμένστσικωφ και τον συγκλόνισαν. Ένοιωσε πως τον κοίταζαν στα μύχια της ψυχής του. Έκανε όμως τον αδιάφορο. Διόρθωσε το κασκέτο του κι άρχισε να καπνίζει.

Η Παράκληση είχε αρχίσει, και ο πολιός π. Ιωάννης πρόφερε αργά και καθαρά τις αιτήσεις:

– Δός υετόν τη διψώση γη, Σώτερ!

Πόσο λαχταρούσαν άνθρωποι και φύση την ευεργετική βροχούλα!

Ο ανυπόφορος καύσωνας την ώρα εκείνη έφθανε μέχρι τρέλλας. Οι ιερείς ράντιζαν με το αγιασμένο νερό το κιτρινισμένο σιτάρι και την κατάξερη γη.

Μέχρι το βράδυ λιτάνευσαν την εικόνα της Θεοτόκου σ ’όλα τα χωράφια κι έκαναν αδιάκοπες παρακλήσεις, ενώ το πλήθος ακολουθούσε ακούραστο σε λόφους, σε δρόμους, σε πλαγιές.

Ο Καμένστσικωφ, καβάλα στ’ άλογό του, χαμογελούσε ειρωνικά. Κάποια στιγμή πέταξε το τσιγάρο και μουρμούρισε θυμωμένος:

– Θα σας δείξω εγώ ποιος είναι ο Χριστός και η Παναγία σας.

Τώρα η λιτανεία πλησίασε στα σπίτια του χωριού Τοργίνσκ. Στη μέση ακριβώς βρισκόταν το σπίτι του Καμένστσικωφ. Στην πόρτα περίμενε ευλαβικά η ηλικιωμένη μητέρα του.

– Γριά! Της φώναξε. Μην τολμήσεις να βάλεις στην αυλή μας αυτή την τσιγγάνα!

– Τι λόγια είναι αυτά, Στέφανε! Τρελάθηκες; Διαμαρτυρήθηκε εκείνη.

Στο μεταξύ παρουσιάστηκαν στον ουρανό συννεφάκια, που διαρκώς μεγάλωναν. Κάποια στιγμή ο ιερέας στάθηκε για τη συνηθισμένη δέηση. Τότε ο Στέφανος, κατακόκκινος, έτρεξε κοντά του φωνάζοντας:

– Φτάνει πια η κωμωδία! Σύντροφοι, κυκλώστε αυτή την παλιοκασέλα! Τώρα θα σας δείξω πως δεν υπάρχει Θεός και Παναγία.

Και λέγοντας αυτά, έπιασε τον π.Ιωάννη από τα γένεια και τον έσπρωξε με ορμή.

Ο λευκασμένος λευίτης κυλίστηκε στη γη, ενώ ο χρυσός σταυρός που κρατούσε γλίστρησε από το χέρι του. Ο Καμένστσικωφ κλώτσησε με τη μπότα του το σταυρό κι ύστερα τράβηξε το καυκασιανό του σπαθί και χτύπησε μ’ όλη του τη δύναμη το πλαίσιο της εικόνας.

Ο κόσμος ταράχτηκε. Μεσολάβησε μια στιγμή, και ύστερα ακούστηκαν κραυγές:

– Αίμα, αίμα

– Θαύμα, θαύμα! – Θαύμα Παναγίας

Ο Στέφανος κοίταξε τριγύρω αγριεμένος. «Γιατί φωνάζουν;» αναρωτήθηκε.

– Στέφανε! Φώναξε έξαλλη η μητέρα του. Αμαρτία θανάσιμη! Κοίτα τη Δέσποινα!

Έριξε μια ματιά στην εικόνα και πάγωσε. Από το δεξί μάγουλο της Θεοτόκου έτρεχε αίμα σταγόνα-σταγόνα. Έτρεχε προς τα κάτω και πορφύρωνε το ασημένιο της πουκάμισο.

Ξαφνικά, σαν με ξένη φωνή, φώναξε ο ίδιος ο Καμένστσικωφ:

– Δάκρυα, δάκρυα!

Από τα μεγάλα μάτια της Παναγίας έτρεχαν μεγάλα, καθαρά σαν διαμάντια δάκρυα.

Κι αμέσως άρχισε να πέφτει από τον ουρανό η ευλογημένη βροχή.

Τρείς ημέρες έβρεχε συνέχεια. Η ποτιστική βροχή έπεφτε ακατάπαυστα στη διψασμένη γη, κι εκείνη ρουφούσε με απληστία το ζωογόνο νερό. Την τέταρτη μέρα ανέτειλε στον ουρανό ένας ολόλαμπρος ήλιος. Έλαμψε δείχνοντας στους ανθρώπους το θαύμα της ζωής και της ανακαινίσεως. – Θαύμα Παναγίας

Η Παναγία του Τοργίνσκ είχε κάνει το θαύμα της. Τα μέλη της G.P.U., ταπεινωμένα για το πάθημά τους, σφράγισαν και πάλι την εκκλησία και απήγαγαν την ιερή εικόνα σε μια μακρινή πόλη.

Το μεγαλύτερο όμως θαύμα συντελέστηκε στον Καμένστσικωφ, τον άθεο εκείνο μπολσεβίκο. Η Παναγία με το αίμα και το δάκρυ της πότισε την άπιστη αλλά διψασμένη ψυχή του, κι εκείνη δεν άργησε να καρποφορήσει την πίστη και τη μετάνοια».