ΑΝ ΒΙΑΖΕΣΑΙ ΝΑ ΔΕΙΣ ΤΟΝ ΚΟΣΜΟ ΝΑ ΓΙΝΕΤΑΙ ΚΑΛΥΤΕΡΟΣ, ΑΡΧΙΣΕ ΑΠΟ ΤΟΝ ΕΑΥΤΟ ΣΟΥ. ΕΙΝΑΙ Ο ΣΥΝΤΟΜΟΤΕΡΟΣ ΔΡΟΜΟΣ.

Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα ΠΑΤΕΡΙΚΑ ΚΕΙΜΕΝΑ. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα ΠΑΤΕΡΙΚΑ ΚΕΙΜΕΝΑ. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Δευτέρα 5 Φεβρουαρίου 2024

ΑΓΙΟΣ ΙΩΑΝΝΗΣ Ο ΧΡΥΣΟΣΤΟΜΟΣ: ΝΑ ΕΙΜΑΣΤΕ ΔΥΝΑΤΟΙ ΣΤΟΥΣ ΠΕΙΡΑΣΜΟΥΣ ΤΗΣ ΖΩΗΣ!

 Άγιος Ιωάννης ο Χρυσόστομος
Να είμαστε δυνατοί στους πειρασμούς της ζωής

Ας μην ανησυχούμε λοιπόν, ας μην αδημονούμε όταν μας έρχονται πειρασμοί. Γιατί, αν ο χρυσοχόος γνωρίζει πόσο χρόνο πρέπει ν'αφήσει το χρυσάφι στο καμίνι και πότε να το βγάλει και δεν το αφήνει να μένει στη φωτιά μέχρι να καταστραφεί και να κατακαεί, πολύ περισσότερο το ξέρει αυτό ο Θεός και, όταν δει ότι γίναμε πιο καθαροί, μας ελευθερώνει από τους πειρασμούς, ώστε να μην ανατραπούμε και πέσουμε από το πλήθος των κακών. 
 
Ας μη δυσανασχετούμε λοιπόν, ας μη γινόμαστε μικρόψυχοι όταν μας έρθει κάτι από τα απροσδόκητα, αλλά ας αφήνουμε αυτόν που τα ξέρει καλά αυτά να δοκιμάζει στη φωτιά την ψυχή μας, όσο καιρό θέλει. Γιατί το κάνει αυτό για το συμφέρον και το κέρδος εκείνων που δοκιμάζονται.
Γι' αυτό και κάποιος σοφός συμβουλεύει λέγοντας "παιδί μου, αν έρχεσαι να υπηρετήσεις το Θεό, ετοίμασε την ψυχή σου για πειρασμό, κάνε δίκαιη την καρδιά σου, δείξε υπομονή και μην υποχωρήσεις σε περίοδο δυσκολιών" (Σοφ. Σειρ. β 1-2). 
 
Άφησε σ' αυτόν, λέγει τα πάντα, γιατί γνωρίζει καλά πότε πρέπει να μας βγάλει από το καμίνι των συμφορών. Πρέπει λοιπόν σε όλες τις περιπτώσεις να τα αφήνουμε σ' αυτόν και πάντοτε να τον ευχαριστούμε και όλα να τα υποφέρουμε με ευγνωμοσύνη, είτε μας ευεργετεί, είτε μας τιμωρεί, επειδή και αυτό είναι ένα είδος ευεργεσίας. 
 
Γι' αυτό και ο γιατρός όχι μόνο όταν λούζει και δίνει τροφή και βγάζει τον άρρωστο στους κήπους, αλλά και όταν τον καυτηριάζει και τον χειρουργεί, είναι το ίδιο γιατρός. Και ο πατέρας επίσης, όχι μόνο όταν φροντίζει τον υιόν του, αλλά και όταν τον χτυπάει, το ίδιο είναι πατέρας, και μάλιστα όχι λιγότερο απ' ο,τι είναι όταν τον επαινεί.
Γνωρίζοντας λοιπόν ότι ο Θεός είναι περισσότερο φιλόστοργος απ' όλους τους γιατρούς, μην εξετάζεις με περιέργεια, ούτε να ζητάς απ' αυτόν λόγο για θεραπεία, αλλ' είτε θέλει να μας ανακουφίσει είτε να μας τιμωρήσει, ας του παραδίδουμε τον εαυτό μας το ίδιο και στα δύο. 
 
Γιατί και με τα δύο μας επαναφέρει στην υγεία και στο να γίνουμε δικοί του, και γνωρίζει αυτά που ο καθένας μας έχει ανάγκη και τι συμφέρει στον καθένα και πως και με ποιό τρόπο πρέπει να σωθούμε, και μας οδηγεί σ' αυτόν το δρόμο.
 
Ας ακολουθούμε λοιπόν εκείνο που αυτός προστάζει και ας μην εξετάζουμε τίποτε με λεπτομέρεια, είτε μας προστάζει να βαδίζουμε σε άνετο και εύκολο δρόμο είτε σε δύσκολο και σκληρό, όπως ακριβώς λοιπόν έκαμε και στον παράλυτο αυτόν. Ένα λοιπόν είδος ευεργεσίας ήταν αυτό, το ότι καθαρίζει δηλαδή την ψυχή του τόσο πολύ καιρό, αφού την παρέδωσε σαν σε κάποιο χωνευτήρι στη φωτιά των πειρασμών. 
 
Και δεύτερο είδος, όχι μικρότερο από το πρώτο, το ότι είναι παρών σ' αυτούς τους πειρασμούς, παρέχοντάς του πολλή παρηγοριά. Αυτός ήταν που τον στήριζε και τον συγκρατούσε και τον βοηθούσε και δεν τον άφηνε να πέσει.
Γι' αυτό και ο Παύλος λέγει : "πιστός δε θεός, ος ουκ εάσει υμάς πειρασθήναι υπέρ οδύνασθε, αλλά ποιήσει συν τω πειρασμώ και την έκβασιν του δύνασθαι υμάς υπενεγκείν" (Α Κορ. ι 13). 
 
Όχι μόνο, λέγει, δεν αφήνει να έρθει επάνω μας δοκιμασία ανώτερη από τις δυνάμεις μας, αλλά και σ' αυτή τη σύμφωνη με τις δυνάμεις μας δοκιμασία είναι παρών, υποστηρίζοντας και ενισχύοντάς μας, όταν πρώτα εμείς προσφέρουμε τα δικά μας, δηλαδή προθυμία, ελπίδα σ' αυτόν, ευχαριστία, καρτερία, υπομονή. 
 
Γιατί όχι μόνο στους κινδύνους που είναι ανώτεροι από τις δυνάμεις μας, αλλά και σ' αυτούς που είναι σύμφωνοι με τις δυνάμεις μας χρειαζόμαστε τη βοήθεια του Θεού, αν θέλουμε να σταθούμε γενναία. 
 
Αλλού πάλι λέγει : "όπως συμμετέχουμε με το παραπάνω στα παθήματα του Χριστού, έτσι και η ενίσχυση του Χριστού γίνεται σε μας με το παραπάνω για να μπορούμε και μεις με τον ίδιο τρόπο, που μας ενισχύει ο Θεός, να ενθαρρύνουμε όσους περνούν κάθε είδος θλίψης" (Β Κορ. α 5. 4). 
 
Ώστε εκείνος που τον ενίσχυσε και αυτόν είναι ο ίδιος που επέτρεψε τον πειρασμό να έρθει εναντίον του.

Σάββατο 3 Φεβρουαρίου 2024

ΑΓΙΟΣ ΣΥΜΕΩΝ, ΑΡΧΙΕΠΙΣΚΟΠΟΣ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ: ΠΕΡΙ ΠΟΛΥΘΕΪΑΣ, ΑΣΤΡΟΛΟΓΙΑΣ, ΕΙΜΑΡΜΕΝΗΣ ΚΑΙ ΤΥΧΗΣ!

 
Περί πολυθεΐας, αστρολογίας, ειμαρμένης και τύχης
Άγιος Συμεών Αρχιεπίσκοπος Θεσσαλονίκης 

Διάλογος αρχιερέως και κληρικού
 
Κληρικός: Αρκετά είναι αυτά, Δέσποτα, προς ανατροπήν των αθέων, και νομίζω ότι κανείς δεν θέλει αντειπή εις αυτά, ειμή αν είναι χειρότερος και από αυτούς τους δαίμονας, επειδή και αυτοί οι ίδιοι ομολόγησαν, και μη θέλοντες, τον Υιόν του Θεού του ζώντος. 
 
Τι δε όμως πάλιν θέλομεν ειπή και προς εκείνους όσοι είναι παραδεδομένοι εις την πολυθεΐαν και πλανώνται εις την Αστρολογίαν και Γένεσιν των Αστέρων, και Ειμαρμένην και Τύχην;
 
ΚΕΦΑΛΑΙΟΝ Ε
Κατά των πολυθέων Ελλήνων.
 
Αρχιερεύς: Είναι προφανής η απάτη αυτών και εύκολος να ελεχθή, η οποία και κατεβλήθη ήδη λαμπρώς με την δύναμιν του Χριστού, και κανείς την σήμερον δεν διαμάχεται μήτε αγωνίζεται δι’ αυτήν. Διότι με αλιείς εκρήμνισε την μωράν σοφίαν των Ελλήνων, Εκείνος ο οποίος εσταυρώθη υπέρ ημών, η ζώσα και ενυπόστατος Σοφία του Πατρός. Όμως από εκείνα τα οποία γράφει και ο Παύλος, και από την Κτίσιν αυτήν, ημπορεί τις να μάθη ότι Εις είναι ο εν Τριάδι μόνος Θεός, και ουδείς άλλως έξω από Αυτόν. Επειδή αν είναι πολλοί και διάφοροι οι θεοί, καθώς οι έλληνες λέγουσιν, ακολουθεί να είναι και αι δυνάμεις των, και ενέργειαι διάφοροι, και μήτε θέλουν είναι δυνατοί να συνέχουν και να διοικούν το Παν. Αλλά, όντες αυτοί εν πλήθος, θέλουν είναι και στασιώδεις και ασύμφωνοι και εναντίοι μεταξύ των, κατά την δύναμιν, και όχι θεοί. Διότι Θεός αληθινός και πάντων Δεσπότης είναι ο Δημιουργός του Παντός, όστις ημπορεί να διακυβερνά πανσόφως τα πάντα. Ακολουθεί προσέτι να είναι και περιγραπτοί οι θεοί, αν είναι πολλοί και διάφοροι. Και αν είναι περιγραπτοί, ακολούθως πρέπει να είναι και ασθενείς. Και αν ασθενείς, δεν είναι άρα και παντοδύναμοι. Διότι και το να έχωσι διαφόρους δυνάμεις, και αυτό δεν μας παριστά παντοδυνάμους, αλλά εναντίους μεταξύ των και μαχομένους, κατά την διαφοράν της δυνάμεως.
 
Αλλά αν είναι και άρρενες και θήλειαι οι θεοί, καθώς λέγουν οι έλληνες, διαφέρουσι και κατά το γένος. Ακολουθεί λοιπόν να είναι και σώματα. Επειδή σωμάτων είναι το άρρεν και το θήλυ. Και εμπαθείς, και εκ τούτου ακολουθεί εις αυτούς και τομή και ρεύσις και φθορά και ακαθαρσία και μολυσμός. Διότι έκαστος θα κινείται, θα πάσχη δηλαδή και θα ενεργεί, κατά το γένος του, το άρρεν δηλαδή τα του άρρενος, και το θήλυ τα του θήλεως. Αλλά αν είναι εις αυτούς και αρχαί και πρώτοι και μεταγενέστεροι, και άλλοι μετά τούτους, καθώς οι έλληνες φλυαρούσι, δεν είναι λοιπόν άναρχοι. Πώς λοιπόν ημπορούν οι τοιούτοι να είναι άρχοντες ή διοικηταί των του Κόσμου; Και αν ο Ουρανός είναι άναρχος, καθώς οι έλληνες ληρούσι, πώς λοιπόν εξουσιάζουν τον ουρανόν και τον κατοικούν αυτοί που είναι μεταγενέστεροι του Ουρανού;Από αυτά και τα όμοια ημπορεί τις να ελέγξη και να περιπαίξη τους δοξάζοντας πολυθεΐαν.
 
Ακόμη καταγελαστότεροι είναι οι έλληνες, οι οποίοι ενόμισαν και τα κτίσματα θεούς. Διότι αυτά είναι με τας ενεργείας, και δυνάμεις των μαρτυρούσιν ότι είναιωδούλα, και μερικά και ασθενή, και άλλοθεν έχουσι την δύναμιν και την κίνησίν των, και μάλιστα επειδή η δύναμις και η κίνησίς των είναι και εις ημάς τους ανθρώπους γνωστή. Διότι οι άνθρωποι ηξεύρουσι την κίνησιν και του Ουρανού και των Αστέρων. Δεν είναι λοιπόν Θεός ο Ουρανός μήτε οι Αστέρες μήτε κανέν άλλο από τα φαινόμενα, αλλά είναι του Θεού των όλων κτίσματα, και έλαβον από Αυτόν το είναι και την δύναμιν. Αλλά μήτε άλλαι τινές νοηταί δυνάμεις είναι θεοί, αλλά κτίσματα Θεού νοερά. Και άλλα μεν από αυτά βλέπουσι τον Θεόν και τον υμνούσι, τα οποία λέγονται και είναι λειτουργοί Θεού. Άλλα δε, κινούμενα από προαίρεσιν κακίστην, απεστάτησαν από αυτόν τον Θεόν, τα οποία και δαιμόνια ωνομάσθηκαν, και την πλάνην εις τους έλληνας επροξένησαν.
 
ΚΕΦΑΛΑΙΟΝ ΣΤ.
Εναντίον εκείνων οι οποίοι δοξάζουσιν Ειμαρμένην, Τύχην και Αστρολογίαν
 
Αλλά το να φλυαρούν και περί Τύχης και Ειμαρμένης και Γενεθλιαλογίας και Αστρολογίας, και αλογώτατον είναι και αθεώτατον. 
 
Διότι πρώτον μεν αυτή η φλυαρία αναιρεί το αυτεξούσιον του Δημιουργού, ο οποίος εποίησεν αυτά εκ του μη όντος και τα διοικεί ως βούλεται, και αληθώς και δικαίως. Έπειτα αναιρεί και το αυτεξούσιον του ανθρώπου, διότι αν ο άνθρωπος είναι ζώον λογικόν και αυτεξούσιον, αυτά δε τα φαινόμενα και άλογα και άψυχα, πώς λοιπόν θέλει διοικείται από αυτάς και πώς με την κίνησίν των θα συνδιατίθεται και θα κινείται; Επειδή το άλογον βέβαια δεν θα κινήση το λογικόν. Ειδέ και αφρόνως υποθέσωμεν εν τοιούτον, θέλει είναι δυναστεία και βία, και λοιπόν δεν είναι ούτε αρετή ούτε κακία, και εις μάτην οι Νόμοι, εις μάτην αι διδασκαλίαι, εις μάτην αι προφητείαι, εις μάτην η Παλαιά και η Νέα Διαθήκη, εις μάτην τέλος πάντων και η του Θεού Λόγου Σάρκωσις εις ανακαινισμόν των ανθρώπων και της Κτίσεως, και ούτε κόλασις θέλει είναι ούτε τιμωρία, τα οποία ο Σωτήρ ημών αποφαίνεται ότι θέλουν είναι αιώνια. Και τούτο είναι ανατροπή των καθόλου και δόξα ασεβείας και αθεΐας.
 
Ειδέ και μερικοί εθνικοί αλόγως λέγουν αυτά έμψυχα και λογικά, ο λόγος πάντη άλογος και ψευδής είναι, και ελέγχεται πρώτον μεν από την Αγίαν Γραφήν, η οποία μόνον τους Αγγέλους και τους ανθρώπους λέγει λογικά. Έπειτα δε και από τας ενεργείας των και από την κίνησιν του Ουρανού. Διότι αν είναι κατά τους έλληνας κτίσματα λογικά οι Αστέρες, έκαστον δε λογικόν είναι και αυτεξούσιον, αυτά δεν κινούνται πάντοτε την αυτήν και ομοίαν κίνησιν, πώς λοιπόν είναι προαιρετικά, όντα υποκείμενα εις τοιαύτην ανάγκην;
 
Ειδέ και λέγουσιν ότι το να κινώνται ούτω, αυτό είναι η καλή και απλή κίνησις, πώς λοιπόν η ενέργεια αυτής της καλής και απλής κινήσεως προξενεί και ενεργεί και τα πονηρά και κακοποιά, κατά την δόξαν αυτών και κατά την γνώμην, την οποίαν έχουν οι πολλοί δι’ αυτούς τους Αστέρας; Διότι αν τα λέγωσι θεούς, οι περισσότεροι όμως των ανθρώπων δεν τα ενόμισαν θεούς. Οι δε έλληνες λέγουν ότι η Πίστις των ανθρώπων και η Θρησκεία εξήρτηται από την κίνησιν των Αστέρων. Λοιπόν αυτά κινούνται εναντίον εαυτών και δίδουν εις τους ανθρώπους γνώσιν εναντίαν αυτών. Και ότι δεν είναι προαιρετικά ουδέ λογικά, είναι φανερόν από τούτο. Έκαστον προαιρετικόν και δυνάμενον, εξ ιδίας του προαιρέσεως κινείται. Επειδή δε κινούνται, καθώς οι έλληνες λέγουν, και καλήν κίνησιν και προαιρετικήν. Η δε κίνησίς των εις πολλά ενεργεί κακίαν και αναιρεί την αρετήν και προξενεί βλάβην (διότι κατά την δόξαν των ελλήνων, από τους Αστέρας κρέμαται να είναι τις ενάρετος και σώφρων, άδικος και δίκαιος) και θανάτους εθνών και αυξήσεις, διωγμούς και υψώσεις και μύρια άλλα συμβεβηκότα, τα οποία είναι εναντία και τα περισσότερα βλαπτικά.
 
Εάν όλα αυτά κρέμωνται, κατά την δόξαν των, από τους Αστέρας, ακολουθεί άρα να είναι της κακίας εργάται, και πονηρίας και φόνου και βλάβης, και αναιρέται αρετής, και διά να είπω συντόμως, ουκ αγαθοί. Όμως, αυτά μεν είναι φλυαρίαι των βλασφήμων και των αθέων, τα δε κτίσματα του Θεού είναι αγαθά, ως αγαθού κτίσματα. Επειδή είδε τα πάντα, φησί, και ιδού καλά λίαν, και έκαστον κινείται καλώς ως εκείνο, το οποίον έλαβε δύναμιν, και δεν είναι λογικά, αλλά σώματα μόνον άψυχα, τα οποία κινούνται την κίνησιν αυτήν την οποίαν βλέπομεν, μόνον δια να εκτελέσουν αυτό το ορώμενον, και είναι δήλον από αυτά τα αισθητά τα οποία ενεργούνται από αυτά. Η δε ιδική μας κακία, και αρετή γίνεται από το αυτεξούσιόν μας. Και η μεν αρετή είναι εσπαρμένη από Θεού εις την φύσιν μας, η δε κακία δεν είναι, αλλά εφευρέθη από τον Πονηρόν διά της αργίας και αμελείας της αρετής. Και όσα γίνονται εις τον Κόσμον και εις ημάς, όλα γίνονται βουλήσει Θεού, άλλα μεν με το ναευδοκεί και άλλα με το να παραχωρή εξ αιτίας πάλιν ιδικής μας.
 
Διά τούτο πρέπει να αποβάλλωμεν τας τοιαύτας μωράς συζητήσεις και να δοξάζωμεν ότι οι αστέρες και ο ήλιος και η Σελήνη έγιναν, κατά την Αγίαν Γραφήν, από τον Θεόν διά να φωτίζουν την Γην. Και ο μεν ήλιος διά να άρχη της ημέρας, η δε Σελήνη της νυκτός, και να κινώνται εις εξοικονόμησιν των φυτών και των σωμάτων, και διά να αποτελούν τους καιρούς, το Έαρ δηλαδή, το Θέρος, το Φθινόπωρον και τον Χειμώνα, να σημαίνουν όμβρους και ανέμους, και τα λοιπά αισθητά. Επειδή και αυτά ομοίως σώματα είναι και αισθητά. Και διά να δηλούν ενιαυτούς, δηλαδή, αφού γεμίσει το έτος, πάλιν διά της κινήσεως τούτων λαμβάνει αρχήν, και με αυτόν τον τρόπον διοικούνται τα φαινόμενα, θελήσει και προστάγμασι Θεού συμφερόντως. Δεν έχουσιν όμως καμμίαν εξουσίαν τα κτίσματα, μήτε επιφέρουσι δυναστείαν και βίαν εις τας γνώμας και προαιρέσεις, μήτε εξουσιάζουσι ψυχήν, μήτε αναγκάζουσι να αμαρτάνωμεν ή να ενεργώμεν την αρετήν, μήτε ημπορούν να αποκαταστήσουν βασιλείς ή άρχοντας, πτωχούς, πλουσίους, υγιείς ή αρρώστους, αποθαμένους ή ζώντας, ατίμους ή εντίμους, φρονίμους ή άφρονας, αγαθούς ή πονηρούς. Διότι είναι αθεΐανα δοξάζη τις ότι η Γένεσις και οι αστέρες έχουν δύναμιν να κάμνουν τα τοιαύτα.
 
Η γαρ Αγία Γραφή λέγει: «Κύριος πτωχίζει και πλουτίζει, ταπεινοί και ανυψοί», και τα καθ’ εξής. «Και ο Κύριος θανατοί και ζωογονεί, κατάγει εις Άδου και ανάγει». Τούτο δε δικαίως και κατά την προαίρεσιν εκάστου, και κίνησιν, και όχι κατά βίαν, ότι «Δίκαιος ο Κύριος και δικαιοσύνας ηγάπησε». «Και δι’ ου αποδώσει εκάστω, λέγει, κατά τα έργα αυτού». Πώς λοιπόν θέλει αποδώσει ο Θεός, αν ο άνθρωπος όχι εκ προαιρέσεως αλλά κατά βίαν αμαρτάνη ή κατορθώνη; Διότιεκείνος ο οποίος πράττει με βίαν, μήτε άδικος είναι, αν αμαρτάνη, μήτε δίκαιος, αν κατορθώνη, και μήτε ο φονεύσας είναι φονεύς, μήτε ο μοιχεύσας μοιχός, μήτε ο αρπάσας άρπαξ, μήτε ο σώζων σωτήρ, μήτε ο παρθενεύσας παρθένος, μήτε σώφρων ο σώφρων, μήτε δίκαιος ο δίκαιος.
 
Πώς λοιπόν κολάζει ο Θεός και πώς δικαιοί; Διότι βλέπομεν πολλά παραδείγματα, τόσον εις την Παλαιάν όσον και εις την Νέαν. Ημείς όμως οι πιστοί, όχι μόνον το να κινώνται κατά φύσιν τα φαινόμενα δοξάζομεν δίκαιον, αλλά και το υπέρ φύσιν. Επειδή εκείνος ο οποίος έκτισε την κτίσιν δύναται και να τη μεταβάλη καθώς θέλει. Διά τούτο έκαμε και τέρατα υπέρ φύσιν διά των προσευχών των Δικαίων, και πριν του Νόμου και εν τω Νόμω και ύστερον από τον Νόμον. Έκαμε τέλος πάντων το μέγα έργον, το υπέρ πάντα λόγον και νουν, το να σαρκωθεί ο Θεός Λόγος διά ημάς, και να πολιτευθεί εις τον βίον και να πάθη κατά τη σάρκα και να αναστηθή. Και να φανή ύστερον από την Ανάστασιν και να ψηλαφηθή και να τραφή και να αναβή μετά σαρκός εις τους Ουρανούς, και να εμπλήση την ανθρώπινον φύσιν από Πνεύμα Άγιον διά μέσου των Αποστόλων, να ενεργήση σημεία και τέρατα, να ελκύση εις την Πίστιν όλην την Οικουμένην, με μόνον το κήρυγμα και τα θαύματα, και έως την σήμερον να ενεργή διά θαυμάτων και να τερατουργεί διά νεκρών λειψάνων και δι’ ευχών των Αγίων, και τέλος να φανερώνηται η δύναμις του λύειν και δεσμείν, τα οποία όλα είναι πράγματα υπέρ φύσιν και έργα του παντοδυνάμου Θεού.
 
Διά τούτο και όταν αρρωστώμεν ευχόμεθα να εύρωμεν υγείαν, όντες εις περιστάσεις να λυτρωθώμεν από τα δυσχερή και κακά, και όταν τα στοιχεία κινώνται παραλόγως, παρακαλούμεν να κινώνται ευφόρως, και πολλά άλλα γίνονται διά των ευχών των δικαίων ανδρών, καθώς βροχή από ανομβρίαν, καταστροφή και αφανισμός των πολεμίων, λύσις πείνης και πανώλους, αναρρώσεις αρρώστων, ελευθερία των λυπηρών και πολλά άλλα, δια τα οποία και η Εκκλησία προσεύχεται. Η Τύχη λοιπόν και η γένεσις ανατρέπει την εις Θεόν ελπίδα και αθετεί και αυτόν τον Θεόν και την θείαν αυτού δύναμιν και όλην την Αγίαν Γραφήν και Κόλασιν αδίκων και απόλαυσιν Δικαίων, και συντόμως αναιρεί και αθετεί όλα τα μυστήρια του Θεού.
 
Διά τούτο κανείς ας μη νομίζη Χριστιανόν εκείνον ο οποίος καταγίνεται περί Γένεσιν και Αστρολογίαν και τα τοιαύτα. Και αν ίσως τις ήθελεν ειπεί ότι αυτά μανθάνει, ο τοιούτος είναι ηπατημένος, απόβλητος, ξένος της Εκκλησίας και απατεών. Και έκαστος ευσεβής, επειδή είναι του Χριστού, της δυνάμεως του Πατρός, της αληθείας, του παντοδυνάμου Λόγου, ελπισάτω επί Κύριον από του νυν και έως του αιώνος. Διότι το σχήσμα του Κόσμου τούτου περνά, και η Κτίσις είναι φθαρτή και θέλει αλλοιωθεί. Και ημείς οι εν Χριστώ «ουκ εσμέν υπό τα στοιχεία του Κόσμου δεδουλωμένοι», καθώς λέγει ο Παύλος, αλλά εγείναμεν υπέρτεροι από την φθοράν και κατά την ψυχήν, και το σώμα διά της χάριτος του αφθάρτου Πνεύματος. Όλα λοιπόν είναι δημιουργήματα και κτίσματα του Θεού, και κανέν από αυτά δεν είναι Θεός.
 
(Συμεών Αρχιεπισκόπου Θεσσαλονίκης, “Τα Άπαντα”. Εκδόσεις Βασ. Ρηγοπούλου, Θεσσαλονίκη 2001, ακριβής ανατύπωσις εκ της εν έτει 1882 γενομένης τετάρτης εκδόσεως. Επιμέλεια κειμένου, Δημήτρης Δημουλάς)

ΑΓΙΟΣ ΙΩΑΝΝΗΣ Ο ΧΡΥΣΟΣΤΟΜΟΣ: ΥΠΑΡΧΕΙ ΤΥΧΗ Ή ΘΕΙΑ ΠΡΟΝΟΙΑ;

 
Άγιος Ιωάννης ο Χρυσόστομος
Υπάρχει «τύχη» ή Θεία Πρόνοια; 

Για τον Χριστιανισμό και την Ορθόδοξη Εκκλησία μας τύχη δεν υπάρχει. Πουθενά στην Αγ. Γραφή και ολόκληρη την Αγιοπατερική Γραμματεία δεν διδάσκεται η πίστη
 
στην τύχη. Η λέξη τύχη δεν εκφράζει τίποτε άλλο παρά την άγνοιά μας στις αιτίες των φαινομένων ή των γεγονότων της ζωής. Δεν υπάρχει καμιά θεά ή καμιά τυφλή δύναμη που να λέγεται τύχη. Ό,τι φαίνεται σε μας τυχαίο και συμπτωματικό πηγάζει πάντοτε από μια βαθύτερη αιτία...
 
Κατά τον Ιερόν Χρυσόστομον: Εἶναι κακὸν καὶ ἀπηγορευμένον νὰ πιστεύῃ κανεὶς εἰς τὴν τύχην.
 
Καὶ λέγει: Ἄν ἡ τύχη κάνῃ τὸν καλὸν ἢ τὸν κακὸν (ἄνθρωπον), τότε γιατὶ συμβουλεύεις τὰ παιδιά σου καὶ τὰ νουθετεῖς; Ὅλα τότε ἄσκοπα καὶ χαμένα. Ἄν ἡ τύχη κάνει τοὺς πλουσίους, καὶ τοὺς πτωχούς, τότε δὲν χρειάζεται μόρφωσις, οὔτε ἀγὼν διὰ ἀπόκτησιν περιουσίας. Ἂν δὲν ὑπάρχῃ Θεός, ὁ ὁποῖος ἐποπτεύει τὰ πάντα, τότε δὲν θὰ ὑπῆρχε τάξις καὶ ἁρμονία, χωρὶς δηλαδὴ τὴν πρόνοιάν Του• Ἄν δὲν ὑπάρχῃ Θεὸς, πῶς ἔγιναν ὅλα αὐτά; Κι’ ἂν ὑπάρχῃ, πῶς τὰ παραβλέπει αὐτά; Ἄν πάλι – ὅπως συμβαίνει – τὰ ἐδημιούργησεν ὅλα, τότε πρόσεχε τὴν ἀσέβειαν καὶ βλασφημίαν! 
 
Ἂν ὑπάρχῃ τύχη, δὲν ὑπάρχει κρίσις. 
Ἂν ὑπάρχῃ τύχη, δὲν ὑπάρχει πίστις.
Ἂν ὑπάρχῃ τύχη, δὲν ὑπάρχει Θεός. 
Ἄν ὑπάρχῃ τύχη, δὲν ὑπάρχει ἀρετή. 
Ἂν ὑπάρχῃ τύχη, δὲν ὑπάρχει κακία. 
Ἄν ὑπάρχῃ τύχη, ὅλα ἄδικα τὰ κάνομε καὶ ἀνώφελα τὰ ὑπομένομε. 
 
Εἶναι νὰ θαυμάζῃ κανείς, τὴν Πάνσοφον, Δικαίαν καὶ Στοργικὴν Πρόνοιαν τοῦ Παναγάθου Θεοῦ καὶ Πατρός ἡμῶν. Εἶναι νὰ γεμίζῃ ἡ καρδία μας, ἀπὸ εὐγνωμοσύνην καὶ ἐμπιστοσύνην πρὸς τὸν Παντοδύναμον Θεὸν καὶ Παντοκράτορα τοῦ κόσμου. 
Εἶναι ἡ πίστις ποὺ πρέπει νὰ μᾶς κάνῃ δυνατοὺς κι ἀποφασιστικοὺς εἰς τὴν ζωὴν, ὥστε νὰ προχωροῦμε εἰς τὸν δρόμον τῆς ἀρετῆς. Εἶναι αὐτή, ἡ ὁποία μᾶς δίδει δύναμιν, νὰ μὴ λυγίσωμεν εἰς τὰς δυσκολίας τῆς ζωῆς, τὰς δοκιμασίας καὶ τὰς θλίψεις. Εἶναι ἡ Θεία Πρόνοια γιὰ ὅλους καὶ γιὰ ὅλα.

Πέμπτη 1 Φεβρουαρίου 2024

ΓΕΡΩΝ ΙΩΣΗΦ Ο ΒΑΤΟΠΑΙΔΙΝΟΣ: Η ΑΓΑΠΗ ΠΡΟΣ ΤΟ ΣΥΝΑΝΘΡΩΠΟ!

 Γέρων Ιωσήφ ο Βατοπαιδινός
Η αγάπη προς το συνάνθρωπο
 
Ο Γέροντας Ιωσήφ αν και έτη πολλά στην ασκητική ησυχία, ποτέ δεν επέτρεψε στον εαυτό του να αποστειρωθεί από το ευρύτερο γίγνεσθαι ώστε να αποστραφεί τόσο την θυσιαστική αποστολή του μοναχού όσο και την πνευματική ανάγκη και αγωνία του εν τω κόσμω πληρώματος της στρατευομένης του Χριστού Εκκλησίας, προσφέροντας απλόχερα τη γνώση, την εμπειρία και την προσευχή του σε οποιονδήποτε την επιζητούσε. «Προσέξατε, προσπαθήστε, είμαστε στις έσχατες ημέρες, να μην καταλογιστούμε προδότες, αλλά να μείνουμε συνεχιστές της πατερικής μας παράδοσης και να γίνουμε και φορείς αφυπνισμού στους αδερφούς μας τους κοινωνικούς που χάθηκαν μες στο πέλαγος της απιστίας, της ακαταστασίας, του χαμού.
Έχασαν τον προσανατολισμό τους, δεν ξέρουν τι να κάνουν, διερωτώνται “είναι και σήμερα δυνατός ο χριστιανισμός;”. Είναι η ώρα μας τώρα, σε μας μόνο, να πούμε “ΝΑΙ αδερφοί μου, ΕΙΝΑΙ, ελάτε να το δείτε που το κρατάμε εμείς!”», έλεγε με στεντόρεια φωνή στους μοναχούς. Τόση ήταν η αγωνία, η αγάπη κι ανησυχία του για τους κοσμικούς αθλητές του Χριστού, ώστε είχε διαρκώς στραμμένες τις πνευματικές του κεραίες και στην κοινωνία, προκειμένου να αφουγκράζεται και επιλαμβάνεται κάθε κοινωνικού προβλήματος και προβληματισμού, θέτοντάς και προσεγγίζοντάς τους στην καθάρια βάση της πατερικής παράδοσης, εδράζοντας την επίλυσή τους στο ορθό και ακλόνητο θεμέλιο της ορθοδόξου χριστιανικής πρότασης.
Χαρακτηριστικό παράδειγμα αποτελεί η ακόλουθη απαντητική επιστολή μέσω της οποίας ο Γέροντας παρηγοράει και συμβουλεύει κάποια από τα πνευματικά του τέκνα, για το πώς μπορούν να αντιμετωπίζουν τις θλίψεις.
«Στους πολυαγαπητούς μας Χ. και Α. εύχομαι ολοψύχως έλεος και Χάριν παρά Θεού και Σωτήρος ημών. Αμήν
Χθες Παρασκευήν πήραμεν το γράμμα σας και μετά την συγκίνησιν και την λύπην μας τρέξαμε αμέσως στην Εκκλησίαν και ψάλαμε παράκλησιν στην Δέσποινάν μας και από σήμερον θα συνεχίσωμεν λειτουργίες και παρακλήσεις επικαλούμενοι την επέμβασιν των θείων οικτιρμών κατά το συμφέρον μας.
Πάντως, να μή χάσετε το θάρρος και την πίστιν σας στον Θεόν πού γνωρίζει και διοικεί τα πάντα για την δικήν μας ωφέλειαν· «Ούτε γάρ του θέλοντος ούτε του τρέχοντος αλλά του ελεούντος Θεού» και «ότι Αυτώ μέλλει περί ημών». Αν χάριν της (πίστης) κατορθώσετε να αντιμετωπίζετε με πίστιν το καθετί πού σάς συμβαίνει τότε πράγματι βρήκατε το στόχον και η ζωή σας θα ΄ναι ειρηνική και γαλήνια.
Στον κόσμον αυτόν εδώ μην περιμένετε αδιάκοπον γαλήνην και ησυχίαν, ούτε σταθερότητα και ιδίως στις ημέρες μας πού ο ορίζοντας ζοφώνει και η ταραχή και η ανελπισία ξαπλώνεται παγκοσμίως. Όσο, όμως, εμείς οι πιστοί χάνομεν εδώ στην γήν να ΄στε βέβαιοι πως κερδίζομεν στον ουρανόν πολλαπλάσια γιατί οι περιπέτειες της ζωής πού αντιμετωπίζονται με πίστιν και ελπίδα είναι ακριβώς το συνάλλαγμα της
εξαγοράς. Δεν εννοεί αυτό ο Κύριος με τους μακαρισμούς, όπου μάς υποκινεί λέγοντάς μας στο τέλος το αποτέλεσμα, «Χαίρετε και αγαλλιάσθε ότι ο μισθός υμών πολύς εν τώ ουρανώ»;
Δεν σκοπεύω να σάς παραστήσω κανένα συγκεκριμένο κίνδυνο ή πειρασμό αλλά να σάς αφυπνίσω και προετοιμάσω σαν πιστούς εργάτες του ευαγγελίου. Να ΄σθε πάντα έτοιμοι στον στίβον γιατί κατά τον λόγον του Κυρίου μας «αγνοούμεν πότε ο κλέπτης έρχεται». Κλέπτης εδώ είναι ο παντοειδής πειρασμός και πολύμορφος αμαρτία, ο συγκαλυμμένος διάβολος και σατανάς όπου αδιάκοπα και ακούραστα και ανύστακτα μάς καιροφυλακτεί με πρόθεση να μάς αιχμαλωτίση και καταστρέψη!Εμείς, πολυφίλητές μου ψυχούλες, αγνοώντας ή μάλλον αδιαφορώντας στα έξω σχήματα και τις ανθρώπινες συνήθειες και νοοτροπίες ατενίζομεν αδιαλείπτως στον σταυρόν του Χριστού μας μέσω του οποίου και ο κόσμος προς ημάς και εμείς προς τον κόσμον εσταυρώθημεν και μία μάς έμεινε επιθυμία και πόθος και στόχος και κόσμος και πλούτος και δόξα και έφεσις και κίνησις και ενέργεια, ο Χριστός μας.
Προς Αυτόν ατενίζοντες και ως αρχηγόν και τελειωτήν και ως κέντρον του ΕΙΝΑΙ μας, μένομεν ακίνητοι και αμέριμνοι, πιστεύοντες απόλυτα ότι «Αυτώ μέλλει περί ημών» και «ουκ εάσει ημάς πώποτε πειρασθήναι υπέρ ο δυνάμεθα» αλλά εάν πειρασθώμεν, «ποιήσει συν τώ πειρασμώ και την έκβασιν εις το δύνασθαι ημάς υπενεγκείν». Ναί, αγαπητά μου σπλάχνα και πολυφίλητά μου. Η αγάπη του Χριστού μας συνέχει ημάς και δεν είμεθα μακράν από κοντά σας και η απόστασις του χώρου μάς χωρίζει λίγο· πνευματικά και εν Χριστώ είμεθα μαζί με τον ίδιον στόχον, με τα ίδια ιδανικά, με τον αυτόν σκοπόν, ουρανοπολίται, και ουδόλως μάς συγκινούν οι αντιθέσεις του εχθρού είτε κατ’ ευθείαν μάς πολεμά είτε μέσω των οργάνων του. Έχοντες όπως είπα πρότυπον της ζωής μας τον γλυκύτατόν μας Ιησούν και τους απ’ αιώνος πιστούς του φίλους και ημών πατέρας και διδασκάλους, αντλούμεν θάρρος και παρηγορίαν, εις όποιον δυστυχή τομέαν της ζωής μας θα μάς κτυπήσει ο εχθρός. Στην ύλην, στις αξίες, στις θέσεις, στα φίλτατά μας μέλη, στο ίδιο το σώμα, οπουδήποτε. Και τότε βλέπομεν πραγματικά ότι «ουδέν ημάς ουδέποτε αδικήσει», διά το είναι τον Κύριόν μας μεθ’ ημών.
Οι ημέρες μας είναι δύσκολες όπως το ανεπτύξαμεν στην αγάπην σας όχι από προγνωστικήν διάγνωσιν αλλά από εμπειρικήν και αποδεικτικήν των γεγονότων και επομένως μέσα στην λαίλαπα και την καταιγίδα δεν αναμένονται καλά αλλά συμφοραί και θλίψεις χάριν των αμαρτιών μας, χάρις όμως τώ Θεώ όπου με την φιλάνθρωπόν του οικονομίαν σε μάς τους πιστούς παρέχει και απ’ αυτά τα θλιβερά αιτίες και αφορμές προς σωτηρίαν, αν συνετώς αντιμετωπίσωμεν τα γεγονότα. Προς τί να λυπηθούμε και να καταπέσομε και να μικροψυχήσομεν στην υστέρησιν ή την απώλειαν των ενόλως και ματαίων πού είτε θέλομεν είτε μή θα τα αφήσωμεν εντός ολίγου; «Τί ημίν εν τώ κόσμω τούτω;» «Πάντα ματαιότης τα ανθρώπινα». Όπως και
Εσείς έτσι και εμείς οι ταπεινοί σας αδελφοί θα αντιμετωπίσωμεν τώρα αυτήν την περίστασιν παρακαλούντες τον σώζοντα ημάς Σωτήρα Χριστόν και την Πανάχραντον Μητέρα του και ας δόξη Αυτώ, ας γίνη το προσκυνητόν Του θέλημα και είη το όνομα Αυτού ευλογημένον.
 
Την αγάπην μας σ’ όλους τους εν Χριστώ αγαπητούς.
Ευχόμεθα ολοψύχως, πάντοτε δικός σας.
Ευτελής μοναχός Γ. Ιωσήφ
 
http://www.vatopedi.gr

Τετάρτη 31 Ιανουαρίου 2024

ΟΣΙΟΣ ΠΑΪΣΙΟΣ: ΟΤΑΝ ΖΗΤΑΜΕ ΑΠΟ ΤΟΝ ΘΕΟ ΤΑΠΕΙΝΩΣΗ, ΝΑ ΔΕΧΟΜΑΣΤΕ ΚΑΙ ΤΙΣ ΤΑΠΕΙΝΩΣΕΙΣ!

 ΟΤΑΝ ΖΗΤΑΜΕ ΑΠΟ ΤΟΝ ΘΕΟ ΤΑΠΕΙΝΩΣΗ,
ΝΑ ΔΕΧΟΜΑΣΤΕ ΚΑΙ ΤΙΣ ΤΑΠΕΙΝΩΣΕΙΣ!
(Οσίου Παϊσίου)
 
- Τι θα βοηθούσε, Γέροντα, πρακτικά να αποκτήσω ταπείνωση;
- Πώς αποκτά ταπείνωση κανείς; Όταν του λένε μια κουβέντα, εκείνος να λέει δυο; Να μη σηκώνει μύγα στο σπαθί του; Ευλογημένη, όταν σου δίνεται ευκαιρία για ταπείνωση, να δέχεσαι την ταπείνωση. Έτσι αποκτιέται η ταπείνωση.
Το φάρμακο το δικό σου είναι να κινείσαι απλά, ταπεινά, να δέχεσαι όπως η γη και την βροχή και το χαλάζι και τα σκουπίδια και τα φτυσίματα, εάν θέλεις να ελευθερωθείς από τα πάθη σου. Οι εξωτερικές ταπεινώσεις βοηθούν τον άνθρωπο να ελευθερωθεί πολύ γρήγορα από τον παλιό εαυτό του, όταν τις δέχεται.
 
- Εγώ, Γέροντα, έχω ανάγκη από πολλή ταπείνωση.
- Να πας να αγοράσεις. Υπάρχουν πολλοί άνθρωποι που πουλούν την ταπείνωση και μάλιστα δωρεάν, αρκεί να την θέλεις…
 
- Ποιοι είναι αυτοί, Γέροντα;
- Είναι οι άνθρωποι που, όταν δεν έχουν καλή πνευματική κατάσταση, φέρονται αδιάκριτα και με την συμπεριφορά τους μας ταπεινώνουν.
Η ταπείνωση δεν αγοράζεται από τον μπακάλη όπως τα ψώνια. Όταν λέμε: «δώσ’ μου, Θεέ μου, ταπείνωση», ο Θεός δεν θα πάρει την σέσουλα και θ’ αρχίσει: «πάρε ένα κιλό ταπείνωση εσύ», «μισό κιλό ταπείνωση εσύ», «μισό κιλό εσύ», αλλά θα επιτρέψει να έρθει λ.χ. κάποιος άνθρωπος αδιάκριτος να μας φερθεί σκληρά ή θα πάρει από άλλον την Χάρη Του και θα έρθει να μας βρίσει. Έτσι θα δοκιμασθούμε και θα εργασθούμε, εάν θέλουμε να αποκτήσουμε την ταπείνωση. Αλλά εμείς δεν σκεφτόμαστε ότι ο Θεός επιτρέπει να γίνη ο αδερφός μας κακός, για να βοηθηθούμε εμείς, και θυμώνουμε με τον αδελφό. Και, ενώ ζητάμε από τον Θεό ταπείνωση, δεν δεχόμαστε τις ευκαιρίες που μας στέλνει, για να ταπεινωθούμε, αλλά δυσανασχετούμε. Κανονικά θα έπρεπε να χρωστάμε ευγνωμοσύνη σ’ αυτόν που μας ταπεινώνει, γιατί αυτός είναι ο μεγαλύτερος ευεργέτης μας. Όποιος ζητάει στην προσευχή του ταπείνωση από τον Θεό, αλλά δεν δέχεται τον άνθρωπο που του στέλνει ο Θεός, για να τον ταπεινώση, δεν ξέρει τι ζητάει.
 
Όταν ήμουν στην μονή Στομίου, ήταν κάτω στην Κόνιτσα ένας παπάς που με αγαπούσε από λαϊκό ακόμη. Μια Κυριακή είχα κατεβεί να λειτουργηθώ στην Κόνιτσα. Η εκκλησία ήταν γεμάτη κόσμο. Την στιγμή που έμπαινα, όπως συνήθιζα, στο Ιερό, είπα μέσα μου: «Θεέ μου, βάλε όλους αυτούς τους πιστούς στον Παράδεισο κι εμένα, αν θέλεις, βάλε με σε μια ακρούλα». Όταν πλησίασε η ώρα της Θείας Κοινωνίας ενώ αυτός ο παπάς πάντα με κοινωνούσε μέσα στο Ιερό, γύρισε προς το μέρος μου και φώναξε δυνατά: «Βγες από το Ιερό να κοινωνήσεις απ’ έξω τελευταίος, γιατί είσαι ανάξιος». Βγήκα έξω, χωρίς να πω τίποτε. Πήγα στο αναλόγιο και άρχισα να διαβάζω την ακολουθία της Θείας Μεταλήψεως. Ύστερα, καθώς πήγαινα τελευταίος να κοινωνήσω, είπα μέσα μου: «Ο παπάς φωτίσθηκε από τον Θεό και μου αποκάλυψε ποιος είμαι. Κύριε, Ιησού Χριστέ, ελέησέ με, το κτήνος». Μόλις κοινώνησα, αισθάνθηκα μέσα μου μεγάλη γλυκύτητα. Όταν τελείωσε η θεία Λειτουργία, με πλησιάζει ο παπάς συντετριμμένος: «Συγχώρεσέ με! μου λέει. Πώς το έκανα αυτό! Εγώ μπροστά σου δεν έβαζα ούτε τα παιδιά μου ούτε την παπαδιά, ούτε τον εαυτό μου. Τι ήταν αυτό που έπαθα!». Έπεφτε κάτω, μου έβαζε μετάνοια. Μου ζητούσε συγνώμη, προσπαθούσε να μου φιλήσει τα χέρια. «Παπά μου, του λέω, μη στενοχωριέσαι. Δεν φταις εσύ, εγώ φταίω. Σε χρησιμοποίησε ο Θεός εκείνη την στιγμή, για να δοκιμάση εμένα». Ο παπάς δεν μπορούσε να καταλάβει τι του έλεγα και τελικά, νομίζω, δεν τον έπεισα. Όλα αυτά έγιναν εξαιτίας της προσευχής που είχα κάνει.
 
Κι εσείς, όταν βλέπετε μία αδελφή να παραφέρεται και να σας μιλάει άσχημα, να ξέρετε ότι τις περισσότερες φορές η αιτία είναι η προσευχή που κάνετε. Επειδή δηλαδή ζητάτε από τον Θεό να σας δώση ταπείνωση, αγάπη, κ.λπ., παίρνει ο Θεός για λίγο την Χάρη Του από την αδερφή και σας ταπεινώνει και σας στενοχωρεί. Έτσι σας δίνεται η ευκαιρία να δώσετε εξετάσεις στην ταπείνωση, στην αγάπη. Αν ταπεινωθειτε, θα ωφεληθείτε. Όσο για την αδερφή, θα λάβει διπλή την Χάρη του Θεού˙ και γιατί της πήρε ο Θεός την Χάρη, για να δοκιμάσει εσάς, και γιατί ταπεινώθηκε με το σφάλμα της και ζήτησε συγχώρεση από τον Θεό. Οπότε και εσείς εργάζεσθε στην ταπείνωση και εκείνη γίνεται καλύτερη.
 
Από το βιβλίο: «ΓΕΡΟΝΤΟΣ ΠΑΪΣΙΟΥ ΑΓΙΟΡΕΙΤΟΥ
ΛΟΓΟΙ Ε΄ ΠΆΘΗ ΚΑΙ ΑΡΕΤΕΣ»
ΙΕΡΟΝ ΗΣΥΧΑΣΤΗΡΙΟΝ «ΕΥΑΓΓΕΛΙΣΤΗΣ ΙΩΑΝΝΗΣ Ο ΘΕΟΛΟΓΟΣ»
ΣΟΥΡΩΤΗ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ  2007

ΓΕΡΟΝΤΑΣ ΘΕΟΦΙΛΟΣ ΠΑΡΑΪΑΝ: ΠΩΣ ΘΑ ΑΠΟΚΤΗΣΟΥΜΕ ΤΗΝ ΤΑΠΕΙΝΩΣΗ!



Πώς θα αποκτήσουμε την ταπείνωση

Η ταπείνωση, όπως κάθε αρετή, κερδίζεται με ορισμένους κόπους. Πριν από όλα όμως θα πρέπει να ξέρουμε τι σημαίνει ταπείνωση. 
 
Η ταπείνωση είναι, σύμφωνα με τον άγιο Ιωάννη της Κλίμακος, ένα δώρο χωρίς όνομα, το οποίο βέβαια το γνωρίζει αυτός που το έχει. Είναι ένα δώρο του Θεού, το οποίο το καταλαβαίνεις κατά το μέτρο που το δέχεσαι. 
 
Όμως, επειδή η ταπείνωση παρουσιάζει κάποιες εκδηλώσεις, μπορούμε να αναγνωρίσουμε, να καταλάβουμε μέσα από τις εκδηλώσεις που έχει η ζωή μας, τί θέση έχει η ταπείνωση μέσα σ’ αυτήν. 
 
Πιο συγκεκριμένα, μπορούμε να καταλάβουμε αν έχουμε ή αν δεν έχουμε ταπείνωση, αφού ξέρουμε ότι δεν μπορεί να συνυπάρχει με την έπαρση. Επομένως, ταπείνωση είναι η έλλειψη έπαρσης. Όταν ο άνθρωπος ικανοποιείται με ό,τι μπορεί να κατορθώσει με τη χάρη του Θεού, όταν σχετίζει, συνδέει τα πάντα με τη χάρη του Θεού, τότε βρίσκεται μέσα στο δρόμο της ταπείνωσης. Γιατί η ταπείνωση είναι ένα δώρο του Θεού και μία από τις μεθόδους με τις οποίες κερδίζεται είναι η προσευχή.
Η ταπείνωση, λένε οι πατέρες της Εκκλησίας, κερδίζεται με τη σωματική άσκηση, με την εκπλήρωση των υποχρεώσεων που έχουμε αναλάβει. 
 
Η ταπείνωση κερδίζεται με την υπακοή, με την εμπιστοσύνη στην πνευματική καθοδήγηση και με έργα τα οποία οδηγούν στην ψυχή να συνειδητοποιήσει τη χάρη και τις δωρεές του Θεού.
Όμως η ταπείνωση έχει και άλλες περισσότερες όψεις. Ο άγιος Ισαάκ ο Σύρος αναφέρει μία ταπείνωση που είναι υπεράνω όλων των αρετών, που συνοδεύει όλες τις αρετές και είναι αυθεντική τότε, όταν αυτός που έχει ταπείνωση έχει και όλες τις άλλες αρετές. 
 
Έτσι κατανοείται η ταπείνωση της Θεοτόκου η οποία είπε: «ὅτι ἐπέβλεψεν ἐπὶ τὴν ταπείνωσιν τῆς δούλης αὐτοῦ. ἰδοὺ γὰρ ἀπὸ τοῦ νῦν μακαριοῦσί με πᾶσαι αἱ γενεαί» (Λουκ. 1, 48). Ή, πάλι, η ταπείνωση του Ιωάννη του Βαπτιστή, που είπε για το Χριστό: «ἐκεῖνον δεῖ αὐξάνειν, ἐμὲ δὲ ἐλαττοῦσθαι» (Ιωάν. 3, 30).
Και τα δύο αυτά πρόσωπα είχαν ταπείνωση βασισμένη στις αρετές, είχαν την πιο υψηλή, την πιο αυθεντική ταπείνωση.

Αλλά υπάρχει και μία ταπείνωση για τον αρχάριο πνευματικά. Για τον άνθρωπο που αναγνωρίζει τα αμαρτήματά του, που έχει συνείδηση πιο πολύ της αμαρτωλότητας παρά της ταπείνωσης. Αλλά στην περίπτωση αυτή πάλι υπάρχει σύνδεση με την ταπείνωση. Και τούτο, γιατί ό,τι συνδέεται με κάθε άνθρωπο βρίσκεται σε σχέση με το επίπεδο του ανθρώπου και δεν είναι δυνατόν να έχεις την υψηλή μορφή της ταπείνωσης που περιγράψαμε, αν είσαι αρχάριος στον αγώνα των αρετών.
Ταπείνωση είναι, για παράδειγμα, αυτό που έκανε και η αμαρτωλή γυναίκα που έβρεχε με τα δάκρυά της τα πόδια του Χριστού και τα σκούπιζε με τα μαλλιά της, τα φιλούσε και τα άλειφε με το μύρο (Λουκ. 7, 36-50). 
 
Και βέβαια η γυναίκα αυτή έλαβε την άφεση των αμαρτημάτων της. Αυτή είναι ταπείνωση των αρχαρίων. Σε κάθε περίπτωση πρέπει να ερευνούμε και να παρατηρούμε τί τελικά μας χαρακτηρίζει, έπαρση ή ταπείνωση, και να συνειδητοποιούμε το μέτρο στο οποίο πρέπει να κατευθυνθούμε μέσα στο δρόμο της ταπείνωσης.

Η ματαιότητα των πιστών

Η ματαιοδοξία είναι μία κενότητα, δεν μπορεί να έχει ως θεμέλιο αυτά που αναφέραμε. Η ματαιοδοξία είναι μία απόκλιση από την έντονη επιθυμία του ανθρώπου να διατηρήσει την αξιοπρέπειά του. Από τη στιγμή που επιδιώκεις να προβληθείς με κάτι, σε καμία περίπτωση δεν έχεις ταπείνωση. 
 
Ακόμη και στην περίπτωση που ο Θεός εισακούει τις προσευχές, μπορούμε να βυθιστούμε μέσα στην ταπείνωση, έτσι όπως βυθίστηκε ο Απόστολος Παύλος, ώστε να λέει:
 
«Χάριτι δὲ Θεοῦ εἰμι ὅ εἰμι » (Α΄Κορ. 15, 10), αναγνωρίζοντας έτσι ότι «Πᾶσα δόσις ἀγαθὴ καὶ πᾶν δώρημα τέλειον ἄνωθέν ἐστι καταβαῖνον ἀπὸ τοῦ πατρὸς τῶν φώτων» (Ιακώβου 1,17).

«Ο Γέροντας Θεόφιλος Παραϊάν
Χωρίς φως, φωτισμένος»
Μετάφραση- επιμέλεια:
Πρωτοπρ. Κωνσταντίνος Καραϊσαρίδης
Εκδόσεις ΑΘΩΣ

Τρίτη 30 Ιανουαρίου 2024

ΟΣΙΟΣ ΘΕΟΦΑΝΗΣ Ο ΕΓΚΛΕΙΣΤΟΣ: ΠΩΣ ΝΑ ΣΗΚΩΣΟΥΜΕ ΤΗΝ ΣΥΚΟΦΑΝΤΙΑ!

 Όσιος Θεοφάνης ο Έγκλειστος
Πῶς νά σηκώνουμε τήν συκοφαντία

Σας συκοφάντησαν. Δεν είστε ένοχος. Οφείλετε, ωστόσο, να υπομείνετε τη συκοφαντία μεγαλόψυχα. Και η υπομονή σας αυτή θα είναι ο κανόνας, το θεραπευτικό επιτίμιο, για παράπτωμα που διαπράξατε και για το οποίο είστε ένοχος. Μέσα στη συκοφαντία, επομένως, είναι κρυμμένο το έλεος του Θεού.

Μολονότι δεν είναι εύκολο, πρέπει οπωσδήποτε να συμφιλιωθείτε με τους συκοφάντες σας. Με μίσος στην καρδιά, δεν μπορεί να σωθεί κανείς. Γι΄αυτό οφείλουμε να αντιδρούμε με αυταπάρνηση στα εμπαθή αισθήματά μας. Έτσι εξαφανίζονται και οι θλίψεις. Η εμπάθεια, βλέπετε, είναι που γεννάει τη θλίψη.
Γνωρίζω πόσο δύσκολα υποφέρεται η συκοφαντία. Είναι λάσπη -μα λάσπη ιαματική. Υπομονή! Αργά ή γρήγορα θα λήξει η δοκιμασία. Ο Γιατρός των ψυχών θα αφαιρέσει το τσουχτερό κατάπλασμα.
Συκοφαντούσαν και τον Κύριο: «Ιδού άνθρωπος φάγος και οινοπότης, τελωνών φίλος και αμαρτωλών» (Ματθ. 11:19). «Δαιμόνιον έχει και μαίνεται» (Ιω. 10:20). Τι μεγάλη δόξα, να μετέχουμε στα παθήματα του Χριστού!
Σηκώστε ταπεινά κι αγόγγυστα το σταυρό σας. Μη λιποψυχείτε. Αν η συνείδησή σας δεν σας κατακρίνει, μπορείτε να υψώνετε πάντα με θάρρος το βλέμμα σας στο Θεό και να στέκεστε με παρρησία μπροστά Του. Τι πιο σπουδαίο απ’ αυτό;
Να ζείτε και να φέρεστε φυσιολογικά. Το πώς σας βλέπουν οι άλλοι να μην το λογαριάζετε. Μόνο του Θεού η κρίση έχει βαρύτητα, ως αλάθητη. Εμείς οι άνθρωποι δεν γνωρίζουμε καλά-καλά ούτε τον ίδιο μας τον εαυτό, πολύ περισσότερο τον πλησίον.

(Οσίου Θεοφάνους του Εγκλείστου, Χειραγωγία στην Πνευματική Ζωή, 
Ι. Μ. Παρακλήτου, Εκδ. ε΄, 2005, σ. 18-19)

ΑΓΙΟΣ ΣΙΛΟΥΑΝΟΣ Ο ΑΘΩΝΙΤΗΣ: ΟΙ ΔΟΚΙΜΑΣΙΕΣ, ΕΙΝΑΙ ΒΑΡΥΤΕΡΕΣ ΣΤΟΥΣ ΠΙΣΤΟΥΣ!

 
Άγιος Σιλουανός ο Αθωνίτης
Οι δοκιμασίες, είναι βαρύτερες στους πιστούς 

«Όλοι όσοι θέλουν να ζουν ευσεβώς, θα διωχθούν» (Β΄ Τιμ. 3/γ: 12) είπε ο απόστολος Παύλος.
Αυτό το «όλοι», δεν είναι τυχαίο.
Ακόμα και ο Ίδιος ο Κύριος Ιησούς Χριστός, διώχθηκε: «Καταφρονημένος και απορριμμένος από τους ανθρώπους άνθρωπος θλίψεων και δόκιμος ασθένειας· και σαν άνθρωπος από τον οποίο κάποιος αποστρέφει το πρόσωπο, καταφρονήθηκε, και τον θεωρήσαμε σαν ένα τίποτα» (Ησαίας 53/νγ:).
Ακόμα και ο Ίδιος ο Κύριος Ιησούς Χριστός, διώχθηκε: «Καταφρονημένος και απορριμμένος από τους ανθρώπους άνθρωπος θλίψεων και δόκιμος ασθένειας· και σαν άνθρωπος από τον οποίο κάποιος αποστρέφει το πρόσωπο, καταφρονήθηκε, και τον θεωρήσαμε σαν ένα τίποτα» (Ησαίας 53/νγ:).
Και το ίδιο είπε ότι θα συνέβαινε στους ακολούθους Του: «Να θυμάστε τον λόγο, που εγώ σας είπα: Δεν υπάρχει δούλος μεγαλύτερος από τον κύριό του. Αν εμένα εδίωξαν, θα διώξουν και σας· αν φύλαξαν τον λόγο μου, θα φυλάξουν και τον δικό σας» (Ιωάννης 15/ιε: 20).
Και όχι μόνο από διωγμούς θα έπασχαν οι πιστοί, αλλά από κάθε είδους θλίψη: «Μέσα στον κόσμο θα έχετε θλίψη· αλλά, να έχετε θάρρος· εγώ νίκησα τον κόσμο» (Ιωάννης 16/ις: 33).
Και δήλωσε: «Αν κάποιος θέλει να έρθει πίσω μου, ας απαρνηθεί τον εαυτό του, κι ας σηκώσει τον σταυρό του, κι ας με ακολουθεί. Επειδή, όποιος θέλει να σώσει τη ζωή του, θα τη χάσει· και όποιος χάσει τη ζωή του, εξαιτίας μου, θα τη βρει» (Ματθαίος 16/ις: 23,24).
Έχοντας υπ’ όψιν αυτά τα λόγια, που πολλοί από εμάς τα έχουμε βιώσει «στο πετσί μας», παίρνουμε θάρρος μέσα από τις θλίψεις, καθώς βιώνουμε καθημερινά τα λόγια του αποστόλου Παύλου: «σε κάθε τι συνιστώντας τον εαυτό μας ως υπηρέτες τού Θεού, με πολλή υπομονή, με θλίψεις, με ανάγκες, με στενοχώριες, με ραβδισμούς, με φυλακές, με ακαταστασίες, με κόπους, με αγρυπνίες, με νηστείες με καθαρότητα, με γνώση, με μακροθυμία, με αγαθότητα, με Πνεύμα Άγιο, με αγάπη ανυπόκριτη με λόγο αλήθειας, με δύναμη Θεού με τα όπλα τής δικαιοσύνης, τα δεξιά και τα αριστερά με δόξα και ατιμία, με συκοφαντία και με εγκωμιασμό σαν πλάνοι, όμως κάτοχοι της αλήθειας σαν αγνοούμενοι, αλλά είμαστε καλά γνωστοί σαν να φτάνουμε στον θάνατο, αλλά, δέστε, ζούμε· σαν να περνάμε από παιδεία, αλλά δεν θανατωνόμαστε σαν λυπούμενοι, αλλά πάντοτε έχουμε χαρά· σαν φτωχοί, όμως πλουτίζουμε πολλούς· σαν να μη έχουμε τίποτε, όμως τα πάντα κατέχουμε» (Β΄ Κορ. 6/ς: 4-10).
Θυμάμαι σαν σήμερα, τα λόγια ενός φίλου άπιστου, για τη ζωή του νονού μου, τον οποίο ο Θεός ευλόγησε με χαρίσματα του Αγίου Πνεύματος, αλλά κατά κόσμον θλιβόταν υπερβολικά ως τον θάνατό του.
Μου είπε ο άπιστος εκείνος: «Μα πώς είναι δυνατόν ο Θεός να επιτρέπει να βασανίζεται τόσο ένας δικός Του; Αν είχατε την αληθινή πίστη, δεν θα ήταν η ζωή του ένα βασανιστήριο. Να μην έχει δουλειά, να τον κοροϊδεύουν οι εργοδότες, να αρρωσταίνει, να γκρεμίζεται το σπίτι του, να θλίβεται τόσο πολύ!
Αυτό δεν είναι πίστη, είναι πλάνη!» Και πράγματι, είχα δει κι εγώ αυτόν τον ευλογημένο άνθρωπο, να προσεύχεται με δάκρυα, να ζητάει από τον Θεό να τον πάρει «ΤΩΡΑ!». (Και πράγματι, έφυγε νέος, όταν ο αγώνας του έφθασε στην τελείωση). Απάντησα στον άπιστο φίλο μου, ότι αυτή είναι η εν Χριστώ ζωή.
Όχι χαρά και διασκέδαση, αλλά θλίψη και πόνος, και δοκιμασία. Αλλά δεν μπορούν αυτό να το δεχθούν όλοι. Μάλιστα θα έλεγα, ότι αν κάποιος δεν βιώνει αυτή τη θλίψη στη Χριστιανική του ζωή, κάτι δεν πάει καλά με αυτόν. Θα πρέπει να ανησυχεί!
Γιατί δεν γνωρίζω κανέναν που να προοδεύει στην εν Χριστώ ζωή, χωρίς να υφίσταται δοκιμασίες και θλίψεις.
 
Το κείμενο ανήκει στον π. Σωφρόνιο, και είναι απόσπασμα από το βιβλίο του: "Ο Άγιος Σιλουανός ο Αθωνίτης", σελ. 259. 

Δευτέρα 29 Ιανουαρίου 2024

ΟΣΙΟΣ ΝΙΚΟΔΗΜΟΣ Ο ΑΓΙΟΡΕΙΤΗΣ: ΤΑ ΣΧΕΔΙΑ ΤΟΥ ΠΟΝΗΡΟΥ- ΟΙ ΕΠΙΘΥΜΙΕΣ!

 Όσιος Νικόδημος ο Αγιορείτης
Τα σχέδια του πονηρού- Οι επιθυμίες
 
Ἡ τέταρτη ἀπάτη μὲ τὴν ὁποία μᾶς ἐπιτίθεται ὁ πονηρὸς διάβολος, ὅταν μᾶς δῇ ὅτι βαδίζουμε τὸν εὐθὺ δρόμο τῆς ἀρετῆς, εἶναι οἱ διάφορες ἐπιθυμίες, ποὺ ξεσηκώνει ἐναντίον μας, γιὰ νὰ μᾶς κάνῃ νὰ ξεπέσουμε ἀπὸ τὴν ἐκγύμνασι τῶν ἀρετῶν στὶς κακίες. Γιὰ παράδειγμα, ὅταν ἕνας ἄρρωστος ὑποφέρῃ μὲ ὑπομονετικὴ θέλησι τὴν ἀρρώστια του, ὁ ἐχθρός, ποὺ γνωρίζει ὅτι μὲ τὸν τρόπο αὐτὸν μπορεῖ ἐκεῖνος νὰ ἀποκτήσῃ τὴν συνήθεια τῆς ὑπομονῆς, τοῦ παρουσιάζει μπροστά του πολλὰ καλὰ ἔργα, ποὺ θὰ μποροῦσε νὰ κάνῃ ἂν βρισκότανε σὲ ἄλλη κατάστασι καὶ φροντίζει νὰ τὸν πείσῃ ὅτι ἂν ἦταν ὑγιής, θὰ μποροῦσε νὰ ὑπηρετήσῃ καλύτερα τὸν Θεὸ καὶ νὰ ὠφελήσῃ καὶ τὸν ἑαυτό του καὶ τοὺς ἄλλους.
Ἀφοῦ τοῦ βάλλει αὐτὲς τὶς ἐπιθυμίες, πηγαίνει σιγὰ σιγά, αὐξάνοντάς τες κατὰ αὐτὸ τὸν τρόπο, ποὺ τὸν κάνει νὰ θορυβῆται καὶ νὰ ταράζεται, γιατὶ δὲν μπορεῖ νὰ τὶς τελειώσῃ, σύμφωνα μὲ τὸ θέλημά του. Καὶ ὅσο τοῦ γίνονται μεγαλύτερες καὶ δυνατώτερες οἱ παρόμοιες ἐπιθυμίες, τόσο πιὸ πολὺ αὐξάνει καὶ ἡ ἐνόχλησις καὶ ἡ ταραχὴ τῆς καρδιᾶς του· καὶ μετὰ λίγο λίγο, μὲ ἱκανότητα τὸν καταφέρνει ὁ ἐχθρὸς ὥστε νὰ μὴν ὑπομένῃ πλέον τὴν ἀρρώστια του, ὄχι ὡς ἀρρώστια, ἀλλὰ ὡς ἐμπόδιο ἐκείνων τῶν ἀρετῶν, ποὺ μὲ πολλὴ ὄρεξι ἐπιθυμεῖ νὰ κάνῃ, γιὰ μεγαλύτερη ὠφέλεια. Καὶ ἀφοῦ τὸν φέρει σὲ αὐτὸ τὸ σημεῖο, μὲ πολλὴ ἱκανότητα τοῦ κλέβει ἀπὸ τὸ νοῦ ἐκεῖνο τὸν σκοπὸ ποὺ εἶχε γιὰ νὰ ὑπηρετήσει καλύτερα τὸν Θεὸ καὶ νὰ ἀποκτήσῃ περισσότερες ἀρετές. Καὶ ἔτσι, ἄλλο δὲν τοῦ ἀφήνει, παρὰ γυμνὴ καὶ μόνη τὴν ἐπιθυμία του νὰ ἐλευθερωθῆ ἀπὸ τὴν ἀρρώστια. Ἐπειδὴ ὅμως, σύμφωνα μὲ τὴν θέλησί του, δὲν τοῦ περνᾷ, συγχύζεται καὶ ταράσσεται σὲ τέτοιο σημεῖο, ποὺ γίνεται ἐντελῶς ἀνυπόμονος, καὶ ἔτσι φθάνει ὁ ἄθλιος νὰ πέσῃ στὴν κακία τῆς ἀνυπομονησίας, ἀπὸ τὴν ἀρετὴ τῆς ὑπομονῆς, ποὺ ἐξασκεῖτο ἀπὸ πρὶν χωρὶς νὰ τὸ καταλαβαίνῃ καθόλου (1).
Ὁ τρόπος λοιπόν, γιὰ νὰ ἀντισταθῇς σὲ αὐτὴν τὴν ἀπάτη τοῦ διαβόλου, εἶναι ὁ ἑξῆς: Ὅταν βρεθῇς σὲ αὐτὴ τὴν κατάστασι τῆς ἀρρώστιας, ποὺ νὰ ἐνοχλῆσαι καὶ νὰ ταράσσεσαι, πρόσεχε καλά, νὰ μὴ δέχεσαι ἢ νὰ μὴν ὑποχωρῇς καθόλου στὶς ἐπιθυμίες ποὺ τότε σοῦ ἔρχονται, ὅσο καλὲς κι ἂν φαίνωνται. Γιατὶ, μὴ μπορώντας τότε νὰ τὶς κάνῃς ἔργο, ἀναγκαστικὰ συγχύζεσαι καὶ δὲν εἰρηνεύεις. Πρέπει λοιπόν, μὲ κάθε ταπείνωσι, ὑπομονὴ καὶ ὑποταγὴ νὰ πιστεύῃς, πὼς οἱ ἐπιθυμίες σου αὐτές, δὲν μποροῦν νὰ πάρουν ἐκείνη τὴν ἔκβασι καὶ τὸ τέλος ποὺ ἐπιθυμεῖς, ὄντας ἐσὺ περισσσότερο ἀδύνατος καὶ ἀστήρικτος ἀπὸ ἐκεῖνο ποὺ ἐσὺ λογαριάζεις· ἢ σκέψου ὅτι ὁ Θεὸς γιὰ τὶς κρυφὲς κρίσεις του ἢ καὶ γιὰ τὶς ἁμαρτίες σου, δὲν θέλει ἀπὸ σένα ἐκεῖνα τὰ καλὰ ποὺ ἐπιθυμεῖς, ἀλλὰ καλύτερα θέλει νὰ σὲ ἔχῃ ταπεινωμένο μὲ τὴν ὑπομονή, κάτω ἀπὸ τὸ γλυκὸ καὶ δυνατὸ χέρι τῆς θελήσεώς του.
Ἔτσι παρόμοια καὶ ἂν ἔχῃς κάποτε κανόνα ἀπὸ τὸν Πνευματικό σου γιὰ κανένα σου ἁμάρτημα καὶ γι᾿ αὐτὸ δὲν μπορεῖς, ὅπως ἐπιθυμεῖς, νὰ ἀκολουθῇς μὲ συνέπεια τὴν κάθε ἐνέργεια ποὺ κάνεις γιὰ εὐλάβεια, καὶ ἰδιαιτέρως τὴν θεία Κοινωνία, μὴ συγχυσθῇς καὶ ἐνοχληθῇς ἀπὸ τὴν ἐπιθυμία τους· ἀλλὰ ἀφοῦ ἀποβάλῃς κάθε δικό σου θέλημα, φόρεσε ἐκεῖνο ποὺ ἀρέσει στὸ Θεὸ μὲ πόνο καρδιᾶς, λέγοντας μέσα σου. Ἄχ, ἐὰν τὸ μάτι τῆς θεϊκῆς πρόνοιας, δὲν ἔβλεπε σὲ μένα ἀχαριστίες καὶ ἐλαττώματα, ἐγὼ βέβαια, δὲν θὰ βρισκόμουν τώρα σὲ τέτοια ἀθλιότητα, νὰ στερηθῶ τὴ χάρι τῶν ἁγιωτάτων Μυστηρίων γι᾿ αὐτό, βλέποντας ὅτι ὁ Κύριος μου, μοῦ φανερώνει μὲ αὐτὸ τὴν ἀναξιότητά μου, ὑμνῶ καὶ δοξολογῶ στοὺς αἰῶνας τὸ ὄνομά του, λέγοντας πρὸς αὐτό: «Φιλανθρωπότατε Δέσποτα· ἐλπίζοντας καλὰ στὴν ἀγαθότητά σου, ἂν καὶ εἶμαι ἀνάξιος ὁ ἄθλιος νὰ σὲ δεχθῶ στὴν ψυχή μου μὲ τὸ μέσο τῶν θείων Μυστηρίων, μὲ ὅλα αὐτά, δὲν σταματῶ μὲ ἄλλον τρόπο νὰ σοῦ ἀνοίγω τὴν καρδιά μου, γιὰ νὰ μπαίνῃς πνευματικὰ σὲ αὐτή, νὰ τὴν χαροποιῇς καὶ νὰ τὴν δυναμώνῃς ἐναντίον τῶν ἐχθρῶν, ποὺ θέλουν νὰ τὴν χωρίσουν ἀπὸ σένα· καὶ παραμένω πάντα εὐχαριστημένος γιὰ ὅλα ἐκεῖνα, ποὺ ἀρέσουν στὰ μάτια σου, Δημιουργέ μου καὶ Σωτῆρα μου· αὐτὸ μόνο ἐπιθυμῶ, τὸ θέλημά σου νὰ εἶναι καὶ τώρα καὶ πάντα ἡ τροφή μου καὶ ἡ δύναμίς μου· καὶ αὐτὴ μόνο τὴν χάρι, πολυαγαπητέ μου, σοῦ ζητῶ· ἡ ψυχή μου ἐλευθερωμένη ἀπὸ κάθε τί ποὺ δὲν σοῦ ἀρέσει, νὰ μένῃ πάντα ντυμένη μὲ τὴν στολὴ τῶν ἁγίων σου ἐντολῶν καὶ ἑτοιμασμένη στὸ νοητὸ ἐρχομό σου καὶ σὲ ὅ,τι ἄλλο ἐπιθυμεῖς νὰ μοῦ δώσῃς».
Ἂν φυλάξης αὐτὲς τὶς παραγγελίες, νὰ εἶσαι σίγουρος, ὅτι κάθε ἐπιθυμία τοῦ καλοῦ, ποὺ ἐσὺ δὲν μπορεῖς νὰ ὁλοκληρώσῃς, ποὺ προέρχεται εἴτε ἀπὸ τὴν φύσι, εἴτε ἀπὸ τὸν διάβολο, ποὺ θέλει νὰ σὲ ἐνοχλεῖ πάντα καὶ νὰ σὲ βγάζῃ πάντα ἀπὸ τὸν δρόμο τῆς ἀρετῆς· ἢ καὶ καμιὰ φορὰ ἀπὸ τὸν Θεό, γιὰ νὰ δοκιμασθῆ ἡ ὑποταγή σου στὸ θέλημά του· σὲ κάθε, λέγω, ἀνεκπλήρωτη ἐπιθυμία σου, θὰ ἔχῃς πάντα ἀφορμὴ νὰ εὐχαριστῇς τὸν Θεό σου, ὅπως τοῦ ἀρέσει. Γιατὶ ἀπὸ αὐτὸ ἀποτελεῖται ἡ ἀληθινὴ εὐλάβεια καὶ ἡ ὑπηρεσία ποὺ ζητάει ὁ Θεὸς ἀπὸ ἐμᾶς.
Γνώριζε ἀκόμη καὶ αὐτό, ὅτι γιὰ νὰ μὴν ἀγανακτῇς καὶ χάνῃς τὴν ὑπομονὴ στὶς θλίψεις καὶ στοὺς πειρασμοὺς ποὺ ἔρχονται, ἀπὸ ὅποιο μέρος καὶ ἂν εἶναι, πρέπει νὰ χρησιμοποιῇς ἐκεῖνα τὰ δίκαια καὶ φρόνιμα μέσα, ποὺ συνηθίζουν νὰ χρησιμοποιοῦν οἱ ὑπηρέτες τοῦ Θεοῦ, δηλαδή, τὸ νὰ μὴ δίνης ἐσὺ ἀφορμὴ σὲ αὐτές, τὸ νὰ παρακαλῇς τὸν Θεὸ νὰ σὲ ἐλευθερώνῃ ἀπὸ αὐτὲς καὶ ἄλλα παρόμοια· ὄχι ὅμως μὲ τόση ἐπιθυμία καὶ ἀφοσίωσι ὁλοκληρωτική, γιὰ νὰ ἐλευθερωθῇς ἀπὸ τὶς θλίψεις αὐτές, ἀλλὰ γιατὶ θέλει ὁ Θεὸς νὰ μεταχειριζώμαστε τὰ παρόμοια μέσα καὶ ὄργανα (2). Γιατὶ, ἐμεῖς δὲν γνωρίζουμε ἂν θέλῃ ὁ Θεὸς νὰ μᾶς ἐλευθερώσῃ μὲ τὰ μέσα αὐτὰ ἀπὸ τὴν θλῖψι ἐκείνη. Ὁπότε ἂν σὺ κάνῃς ἀλλιῶς, ζητώντας ὁλοκληρωτικὰ νὰ ἐλευθερωθῇς ἀπὸ τὶς θλίψεις, θὰ γκρεμισθῇς σὲ πολλὰ κακά, καὶ εὔκολα θὰ πέσῃς στὴν ἀνυπομονησία, μὲ τὸ νὰ μὴ γίνεται ἡ ἐλευθερία αὐτὴ σύμφωνα μὲ τὴν ἐπιθυμία καὶ τὴν προσπάθειά σου· ἢ ἡ ὑπομονή σου θὰ εἶναι ἐλαττωματική, καὶ δὲν θὰ εἶναι ὅλη ἀρεστὴ στὸ Θεό, ἀλλὰ θὰ εἶναι ἄξια μικροῦ μισθοῦ.
Τέλος πάντων, σὲ πληροφορῶ ἐδῶ γιὰ μία κρυφὴ ἀπάτη τῆς φιλαυτίας, ἡ ὁποία συνηθίζει νὰ σκεπάζῃ τὰ ἐλαττώματά μας καὶ μὲ κάποιο τρόπο νὰ τὰ ἀποκρούῃ ὅπως στὸ παράδειγμα· βρίσκεται κάποιος ἄρρωστος, λίγο ὑπομονητικὸς στὴν ἀσθένειά του, ὁ ὁποῖος κρύβει τὴν ἀνυπομονησία του μὲ σκέπασμα κάποιου ζήλου φαινόμενης ἀρετῆς, λέγοντας πὼς ἡ λύπη του δὲν εἶναι ἀληθινὴ ἀνυπομονησία γιὰ τὸ μαρτύριο ποὺ ὑποφέρει ἀπὸ τὴν ἀσθένεια, ἀλλὰ ὅτι λυπᾶται εὔλογα, ἢ γιατὶ αὐτὸς ἔδωσε τὴν ἀφορμὴ γιὰ τὴν ἀσθένεια, ἢ γιατὶ ἐκεῖνοι ποὺ τὸν ὑπηρετοῦν, ἀηδιάζουν ἀπὸ τὴν ἀσθένειά του καὶ δυσανασχετοῦν καὶ βλάπτονται. Ἔτσι μπορεῖ νὰ πῇ κανεὶς ὅτι καὶ ὁ φιλόδοξος, ποὺ συγχύζεται γιὰ τὴν δόξα ποὺ δὲν πῆρε, δὲν ἀποδίδει τὴν ἀφορμὴ τῆς ἀποτυχίας στὴ δική του ὑπερηφάνεια καὶ ματαιότητα, ἀλλὰ σὲ ἄλλες ἀφορμὲς καὶ προφάσεις. Ὅτι δὲ ἡ ρίζα τῆς μικροψυχίας καὶ συγχύσεως αὐτῶν, δὲν εἶναι γι᾿ ἄλλους ἢ γι᾿ ἄλλη αἰτία, παρὰ γιατὶ αὐτοὶ μισοῦν καὶ ἀποστρέφονται ἐκεῖνο, ποὺ εἶναι ἀντίθετο μὲ τὴν ἐπιθυμία τους, φανερὸ εἶναι· ἐπειδή, οὔτε ὁ παραπάνω ἄρρωστος φροντίζει καὶ συγχύζεται, γιατὶ οἱ ἴδιοι ποὺ τὸν ὑπηρετοῦν, κοπιάζουν τὸ ἴδιο ἢ ἀηδιάζουν καὶ βλάπτονται γιὰ τὴν ἀσθένεια κάποιου ἄλλου, παρὰ γιὰ μόνο τὴ δική του· οὔτε ὁ φιλόδοξος, ποὺ ἀναφέρθηκε, συγχύζεται τόσο γιὰ ἄλλες θλιβερὲς ὑποθέσεις, ποὺ τοῦ τυχαίνουν, ὅσο γιατὶ ἀπέτυχε νὰ τοῦ δοθεῖ ἡ θέσις ποὺ ἐπιθυμοῦσε. Ὁπότε, ἐσύ, γιὰ νὰ μὴ πέσῃς σὲ αὐτὸ τὸ σφάλμα καὶ σὲ ἄλλα, ὑπόφερε πάντα μὲ ὑπομονὴ κάθε κόπο καὶ ἐκπαίδευσι, ποὺ θὰ σὲ ἀκολουθήσῃ, ἀπὸ ὅποιου εἴδους ἀφορμὴ καὶ ἂν εἶναι.

1. Ἔτσι καὶ ἐκεῖνος ποὺ προκόβει κάτω ἀπὸ τὴν ὑποταγὴ κάποιου Γέροντα, ἐπιθυμώντας νὰ κατορθώσῃ μεγαλύτερες ἀρετές, ἀπατᾶται καὶ ἀφίνει τὴν ὑπακοὴ καὶ πηγαίνει στὴ μοναξιὰ καὶ ἄσκησι· καὶ ἐκεῖ πέφτοντας στὴν ἀμέλεια, χάνει καὶ τὴν λίγη προκοπὴ ποὺ ἔκαμνε στὴν ὑπακοή, ὅπως λέγει ὁ Ἰωάννης τῆς Κλίμακας· τὸ ἴδιο παθαίνει καὶ ὁ ἐρημίτης καὶ ἀναχωρητής, ὅταν ἀφήσῃ τὴν ἐρημιὰ καὶ πηγαίνῃ σὲ ὑπακοή, γιὰ νὰ ἀποκτήσῃ τάχα περισσότερες ἀρετὲς καὶ ὠφέλεια· ἐπειδὴ στὴν ὑποταγὴ χάνει καὶ τὴ λίγη ἡσυχία, ποὺ ἀπελάμβανε στὴν μοναξιά.

2. Δηλαδὴ νὰ παρακαλοῦμε νὰ μὴ μπαίνουμε σὲ πειρασσμό, διότι λέγει· «Καὶ μὴ εἰσενέγκῃς ἡμᾶς εἰς πειρασμόν» (Ματθ. 6,13). Καὶ πάλι· «Προσεύχεσθε νὰ μὴ εἰσέλθετε σὲ πειρασμό» (Λουκ. 22,40)· αὐτὸ ἑρμηνεύοντας ὁ Θεοφύλακτος Βουλγαρίας λέγει, ὅτι εἶναι δαιμονικὸ πρᾶγμα καὶ ὑπερήφανο, τὸ νὰ ρίχνῃ κάποιος μόνος τὸν ἑαυτό του σὲ πειρασμούς. «Δαιμονιώδες γὰρ τὸ ἐπιρρίπτειν ἑαυτοὺς εἰς πειρασμοὺς καὶ ἀλαζονικόν». Πρέπει λοιπὸν καὶ πρὶν ἀπὸ τὸν πειρασμό, νὰ παρακαλοῦμε γιὰ νὰ μὴ πέσουμε σ᾿ αὐτόν, καὶ ἀφοῦ πέσουμε στὸν πειρασμὸ πάλι νὰ παρακαλοῦμε, γιὰ νὰ μὴ νικηθοῦμε ἀπὸ αὐτὸν (διότι ἔτσι ἑρμηνεύτεται τὸ «μὴ εἰσελθεῖν ἡμᾶς εἰς πειρασμόν», κατὰ τὸν Θεοφύλακτο)· δὲν πρέπει ὅμως νὰ πέφτουμε τόσο, νὰ γογγύζουμε, νὰ ἀνησυχοῦμε καὶ νὰ λυπούμαστε, ὅταν μᾶς τύχουν πειρασμοὶ διάφοροι καὶ θλίψεις, ἀλλὰ νὰ εὐχαριστοῦμε καὶ νὰ χαιρώμαστε, καθὼς μᾶς παραγγέλλει ὁ Ἀδελφόθεος: «Πᾶσαν χαρὰν ἡγήσασθε, ἀδελφοί μου, ὅταν πειρασμοῖς περιπέσητε ποικίλοις» (1,2)· ὄντας πληροφορημένοι, ὅτι ὁ πειρασμὸς ποὺ πάσχουμε, κατὰ τὸ ὄνομα πειράζει, δηλαδὴ δοκιμάζει καὶ λαμπρύνει τὴν πίστι καὶ ἀγάπη ποὺ ἔχομε πρὸς τὸν Θεό, ὅπως καὶ ἡ φωτιὰ λαμπρύνει τὸ χρυσάφι στὸ χωνευτήρι.
 
Οσίου Νικόδημου του Αγιορείτου – «Ο Αόρατος πόλεμος»

ΟΣΙΟΣ ΝΙΚΟΔΗΜΟΣ Ο ΑΓΙΟΡΕΙΤΗΣ: ΟΙ ΤΕΣΣΕΡΕΣ ΠΡΟΣΒΟΛΕΣ ΠΟΥ ΜΑΣ ΦΕΡΝΟΥΝ ΟΙ ΕΧΘΡΟΙ!

 Όσιος Νικόδημος ο Αγιορείτης
Οι τέσσερες προσβολές που μας φέρνουν οι εχθροί
 
Ποιες είναι οι τέσσερες προσβολές που μας φέρνουν οι εχθροί μας κατά την ώρα του θανάτου. Και πρώτα η προσβολή της πίστεως και η θεραπεία της. Τέσσερις είναι οι κυριώτερες προσβολές και πιο επικίνδυνες με τις οποίες συνηθίζουν να μας πολεμούν οι εχθροί μας δαίμονες κατά την ώρα του θανάτου. Ο πόλεμος που μας κάνουν εναντίον της πίστεως, η απόγνωσις, η κενοδοξία και τα διάφορα φαντάσματα και οι μεταμορφώσεις των δαιμόνων σε Αγγέλους φωτός.
Όσο για την πρώτη προσβολή σου λέγω ότι αν αρχίση ο εχθρός να σε πολεμά με τα ψεύτικα επιχειρήματά του βάζοντας στο νού λογισμούς απιστίας, φύγε αμέσως από το νού σου στη θέλησί σου λέγοντας: «Πήγαινε πίσω μου Σατανά, πατέρα του ψεύδους, διότι εγώ δεν θέλω καθόλου να σε ακούσω, διότι μου είναι αρκετό να πιστεύω εκείνο που πιστεύει η αγία μου εκκλησία». Και μην αφήσης καθόλου τόπο στην καρδιά σου στους λογισμούς της απιστίας, όπως αναφέρεται: «Εάν Πνεύμα του εξουσιάζοντος, δηλαδή του εχθρού, σου επιτεθή, μην μετακινηθής από την θέσι σου» (Εκκλ. 10,4). Αυτούς τους λογισμούς να τους θεωρής ως κινήσεις του διαβόλου που προσπαθεί την ώρα εκείνη να σε σκανδαλίση. Κι αν δεν μπορής να στηρίξης το νού σου, στάσου με ανδρεία και μένε σταθερός με την θέλησί σου για να μην πέσης σε κανένα λογισμό ή και σε κανένα ρητό της Αγίας Γραφής, το οποίο θα σου προσφέρη ο εχθρός. Γιατί, όσα ρητά της Αγίας Γραφής κι αν σου θυμίση την ώρα εκείνη, είναι ακρωτηριασμένα (ελλιπή), προσφέρονται με κακό σκοπό, άσχημα εξηγημένα κιαν ακόμη φαίνωνται καθαρά, καλά και φανερά. Κι αν ο πονηρός όφις σε ρωτήση και σου πή με τον λογισμό τι πιστεύει η εκκλησία, καταφρόνησέ τον εντελώς και μην του αποκριθής. Αλλά βλέποντας το ψεύδος και την πονηριά του και ότι προσπαθεί να σε πιάση με τα λόγια, πίστευε χωρίς καμμία αμφιβολία με όλη σου την καρδιά. Σε περίπτωσι πάλι που είσαι δυνατός στην πίστι και έχεις δυνατό λογισμό και θέλεις να κάνης τον εχθρό να καταντροπιασθή, απάντησέ του ότι η αγία μου εκκλησία πιστεύει στην αλήθεια. Κι αν σου πή ποιά είναι αυτή η αλήθεια, να του απαντήσης: εκείνο που πιστεύει αυτή. Πάνω από όλα κράτα την καρδιά σου πάντοτε σταθερή και προσεκτική και στραμμένη προς τον Εσταυρωμένο λέγοντας: «Θεέ μου, Ποιητά μου και Λυτρωτά μου, βοήθησέ με γρήγορα και μην παραχωρήσης να πέσω ποτέ από την αλήθεια της αγίας σου πίστεως. Αλλά ευδόκησε, όπως με την χάρι σου γεννήθηκα στην αλήθεια αυτή, έτσι να τελειώσω και την θνητή μου ζωή σ αυτήν προς δόξαν του ονόματός σου».

Οσίου Νικόδημου του Αγιορείτου – «Ο Αόρατος πόλεμος»