ΑΝ ΒΙΑΖΕΣΑΙ ΝΑ ΔΕΙΣ ΤΟΝ ΚΟΣΜΟ ΝΑ ΓΙΝΕΤΑΙ ΚΑΛΥΤΕΡΟΣ, ΑΡΧΙΣΕ ΑΠΟ ΤΟΝ ΕΑΥΤΟ ΣΟΥ. ΕΙΝΑΙ Ο ΣΥΝΤΟΜΟΤΕΡΟΣ ΔΡΟΜΟΣ.

Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα ΧΡΙΣΤΙΑΝΙΚΑ ΘΕΜΑΤΑ. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα ΧΡΙΣΤΙΑΝΙΚΑ ΘΕΜΑΤΑ. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Σάββατο 28 Οκτωβρίου 2023

ΓΕΩΡΓΙΟΣ ΜΑΝΤΖΑΡΙΔΗΣ: ΧΡΙΣΤΙΑΝΙΚΗ ΖΩΗ, ΑΓΙΟΤΗΤΑ ΚΑΙ ΑΝΑΜΑΡΤΗΣΙΑ!

 Χριστιανική ζωή, αγιότητα και αναμαρτησία
Γεώργιος Ι. Μαντζαρίδης, Ομότιμος καθηγητής Θεολογικής σχολής ΑΠΘ
 
Η χριστιανική ζωή, ως ζωή κοινωνίας με τον Θεό, είναι στην ουσία της ζωή αγιότητας και αναμαρτησίας. Η αμαρτία απομακρύνει τον άνθρωπο από τον Θεό και την χάρη του. Όταν αυτός μένει κοντά στον Θεό, μετέχει στην θεία ζωή και δεν υπάρχει χώρος για την αμαρτία. Όπως και όταν επιστρέφει στον Θεό, ο χώρος της αμαρτίας εξαφανίζεται και ο άνθρωπος εξαγιάζεται. Η αγιότητα είναι ιδιότητα του Θεού. Άγιος από την φύση του είναι μόνο ο Θεός (1). Ο άνθρωπος γίνεται άγιος μετέχοντας στην θεία αγιότητα. Αυτό σημαίνει ότι η αγιότητα είναι οντολογική ιδιότητα, που μεταδίδεται στον άνθρωπο με την χάρη του Θεού. Είναι η ιδιότητα που αποκτάται από τα μέλη του σώματος του Χριστού και τους κοινωνούς της θείας ζωής. Αντίθετα η αμαρτία είναι παρά φύση κατάσταση, που ανάγεται στην κακή προαίρεση (2). Αυτή αλλοτριώνει τον άνθρωπο από τον Θεό και τον εξωθεί στο μη ον.
Ο άνθρωπος που αναγεννάται εν Χριστώ αγιάζεται, ελευθερώνεται από την αμαρτία και αποκτά την δυνατότητα της αναμαρτησίας. Ο άνθρωπος αυτός, όπως λέει ο Απόστολος και Ευαγγελιστής Ιωάννης, δεν αμαρτάνει γιατί γεννήθηκε από τον Θεό (Α’ Ιω. 3:9). Και ο άγιος Ιγνάτιος ο Θεοφόρος παρατηρεί: «Ουδείς πίστιν επαγγελλόμενος αμαρτάνει» (3). Παρόλα όμως αυτά κανένας δεν μπορεί να ισχυριστεί ότι δεν αμαρτάνει, γιατί κανένας δεν τηρεί πλήρως τις εντολές. Δεν είναι απαραίτητο να παραβιάσει κάποιος τις λεγόμενες αρνητικές εντολές, για να αμαρτήσει. Και μόνον αν δεν αγαπάει τον Θεό «εξ όλης της καρδίας και εξ όλης της ψυχής και εξ όλης της διανοίας και εξ όλης της ισχύος» του (Μαρκ. 12:30), αμαρτάνει. Γι’ αυτό και ο Απόστολος Ιωάννης, ενώ τονίζει ότι η χριστιανική ζωή είναι ασυμβίβαστη με την αμαρτία, παρατηρεί ταυτόχρονα ότι, αν πούμε ότι είμαστε αναμάρτητοι, εξαπατούμε τον εαυτό μας και δεν λέμε την αλήθεια (Α’ Ιω. 1:8).
Εδώ βρίσκεται και το παράδοξο της χριστιανικής ζωής. Ενώ δηλαδή αυτή είναι ζωή αγιότητας και αναμαρτησίας, ζωή φωτισμένη από την αλήθεια του Θεού και την χάρη του Αγίου Πνεύματος, δεν παύει να επηρεάζεται από την λήθη του Θεού και την αμαρτία. Το παράδοξο αυτό συνδέεται άμεσα με τον παράγοντα του χρόνου. Συνεκτεινόμενος ο χρόνος με την φθορά και τον θάνατο «πειράζει» τον άνθρωπο και κεντρίζει τον εγωκεντρισμό του. Έτσι καλλιεργεί την φιλαυτία και την λήθη του Θεού, που είναι η αιτία των παθών και της αμαρτίας. Με αυτόν τον τρόπο φαίνεται να διαψεύδεται και η αναμαρτησία.
Ό,τι όμως διαψεύδεται στον κοσμικό χρόνο, επανορθώνεται στον λειτουργικό χρόνο. Το χάσμα, που δημιουργείται ανάμεσα στον άνθρωπο και τον Θεό, γεφυρώνεται με την χάρη του Θεού που προσφέρεται εν Χριστώ (4). Έτσι, ό,τι δεν μπορεί να πραγματοποιήσει ο άνθρωπος με τις κτιστές δυνάμεις του, το προσφέρει ο Θεός με την άκτιστη χάρη του. Γι’ αυτό ο πιστός ζητά κάθε ημέρα και κάθε ώρα να τον καταξιώσει ο Θεός να φυλαχθεί αναμάρτητος.
 
(1) «Εις άγιος, εις Κύριος, Ιησούς Χριστός, εις δόξαν Θεού Πατρός». Ύμνος θείας Λειτουργίας.
(2) «Η αμαρτία ουκ έστι της φύσεως, αλλά της κακής προαιρέσεως». Θεοδωρήτου Κύρου, Ερανιστής 1, PG 83, 40D. Αμαρτία ονομάζεται και ο ίδιος ο διάβολος ως εισηγητής και διδάσκαλος της αμαρτίας. Βλ. Ιω. Χρυσοστόμου, Ομιλία εις την προς Ρωμαίους 7,19, PG 60, 190C.
(3) Ιγνατίου Αντιοχείας, Προς Εφεσίους 4,3.
(4) «Το αίμα Ιησού Χριστού του Υιού αυτού καθαρίζει ημάς από πάσης αμαρτίας». Α’ Ιω. 1,7.
 
Από το βιβλίο: Γεωργίου Ι. Μαντζαρίδη, Χριστιανική Ηθική. Δεύτερος τόμος. Ι. Μ. Μ. Βατοπαιδίου, Άγιον Όρος 2015, σελ. 118 (αποσπάσματα).

Τρίτη 17 Οκτωβρίου 2023

ΑΓΙΟΣ ΝΙΚΟΛΑΟΣ ΒΕΛΙΜΙΡΟΒΙΤΣ: ΓΙΑΤΙ ΠΡΕΠΕΙ ΝΑ ΦΙΛΑΜΕ ΤΟ ΧΕΡΙ ΤΟΥ ΙΕΡΕΑ!

 Άγιος Νικόλαος Βελιμίροβιτς
Γιατί πρέπει να φιλάμε το χέρι του Ιερέα 

Ο Ιερέας σας μπορεί να είναι μόλις 25 χρονών. Μα η Ιερωσύνη του είναι από καταβολής κόσμου. Όταν λοιπόν, του ασπάζεστε το χέρι, προσκυνάτε την Ιερωσύνη του, που φθάνει διαδοχικά από τον Χριστό και τους Αποστόλους μέχρι τον Ιερέα σας. Όταν φιλάτε το χέρι του παπά σας, φιλάτε ολόκληρη την αλυσίδα των Οσίων και Αγίων Ιερέων και Ιεραρχών, από τους Αποστόλους μέχρι σήμερα. Ασπάζεστε και προσκυνάτε τον Άγιο Ιγνάτιο τον Θεοφόρο, τον Άγιο Νικόλαο, τον Άγιο Βασίλειο, τον Άγιο Σάββα και όλους τους ”επίγειους αγγέλους και Ουρανίους ανθρώπους”, που όταν ήταν στη γη, κοσμούσαν την Εκκλησία και τώρα στολίζουν τον Ουρανό! Είναι φίλημα Άγιον, όπως γράφει στους Κορινθίους ο Απόστολος Παύλος. Να ασπάζεστε λοιπόν το χέρι του Ιερέα που σας ευλογεί. Είναι ευλογημένο από τον Θεό. Με την Χάρη της Ιερωσύνης. Με την Χάρη του Αγίου Πνεύματος. Να το φιλάτε το χέρι του Ιερέα σας. Όσο νέος και αν είναι. Και να τον ακούτε. 

ΒΗΜΑ ΟΡΘΟΔΟΞΙΑΣ

Τετάρτη 4 Οκτωβρίου 2023

Π. ΔΙΟΝΥΣΙΟΣ ΤΑΤΣΗΣ: ΠΑΡΑΠΛΑΝΗΤΙΚΑΙ ΦΗΜΑΙ!

 Παραπλανητικαί φῆμαι
Τοῦ πρωτοπρεσβυτέρου π. Διονυσίου Τάτση
 
Εἶναι συνηθισμένο φαινόμενο πολλοὶ καλοπροαίρετοι χριστιανοὶ νὰ κάνουν λαθεμένες ἐπιλογὲς καὶ νὰ ἐμπιστεύονται ἀκατάλληλα πρόσωπα, ποὺ θὰ τοὺς ὁδηγήσουν στὴν πνευματικὴ ζωή. Γρήγορα ὅμως ἀπογοητεύονται, γιατί διαπιστώνουν ὅτι τὰ πρόσωπα αὐτὰ δὲν ἔχουν τὶς ἀναγκαῖες ἱκανότητες καὶ ἡ φήμη ποὺ τὰ συνοδεύει δὲν ἀνταποκρίνεται στὴν πραγματικότητα. Πρόκειται γιὰ ὑποκριτὲς ποὺ παραπλανοῦν τοὺς ἀνυποψίαστους. Ἡ φήμη τους δημιουργήθηκε ἀπὸ ἀφελεῖς ἀνθρώπους καὶ ὄχι ἀπὸ θεοφιλεῖς πράξεις, ποὺ οἱ ἴδιοι ἔκαναν ἢ ἀπὸ ἀληθινὲς ἀρετὲς ποὺ ἀπέκτησαν. Καὶ τὸ ἀποτέλεσμα εἶναι τραγικό. Οἱ ἄνθρωποι ποὺ τούς ἀκολούθησαν, κι ἐκεῖνοι ποὺ τοὺς ἀκολουθοῦν ἀκόμα, ἔχουν πνευματικὴ σύγχυση καὶ δὲν μποροῦν νὰ ξεκαθαρίσουν στὸ νοῦ τους τί εἶναι ἡ πνευματικὴ ζωή καὶ ποιὰ εἶναι ἡ οὕτως κατὰ Θεὸν ἐμπειρία καὶ πρακτική. Τὰ ὅσα συμβαίνουν στὴ ζωή τους εἶναι ἀνησυχητικὰ καὶ πρέπει νὰ τούς λυπᾶται κανείς, χωρὶς ὅμως νὰ μπορεῖ εὔκολα νὰ τοὺς μεταπείσει καὶ νὰ τοὺς ἀπομακρύνει ἀπὸ τοὺς ἐπιτήδειους ἐκμεταλλευτὲς τῆς λαϊκῆς εὐσέβειας, οἱ ὁποῖοι συνήθως εἶναι κληρικοὶ καὶ μοναχοί.
Τὸ ἀκριβῶς ἀντίθετο συμβαίνει, ὅταν οἱ πνευματικοὶ πατέρες καὶ καθοδηγητὲς ἔχουν ἀρετές, χωρὶς νὰ εἶναι ἀπαραιτήτως καὶ φημισμένοι. Τὰ πρόσωπα αὐτὰ δὲν χρησιμοποιοῦν τρόπους προβολῆς, γιατί εἶναι ταπεινὰ καὶ ἀνιδιοτελῆ. Δὲν ἐπιδιώκουν τίποτα τὸ προσωπικὸ οὔτε καὶ περιμένουν κάποια ὑλικὴ ἀνταπόδοση. Ἐμποδίζουν μάλιστα τοὺς ἀνθρώπους ποὺ τοὺς ἐμπιστεύονται νὰ μιλοῦν ἐπαινετικὰ γι’ αὐτοὺς καὶ δὲν διανοοῦνται νὰ τοὺς χρησιμοποιοῦν γιὰ τὴν διεκπαιρέωση προσωπικῶν τους ὑποθέσεων. Δὲν θέλουν τὰ πνευματικά τους τέκνα νὰ εἶναι ὑπηρέτες τους οὔτε βέβαια τούς ζητοῦν νὰ ἔχουν δουλικὸ φρόνημα ἀπέναντί τους. Μὲ ἄλλα λόγια δὲν τοὺς στεροῦν τὴν ἐλευθερία τῆς ἐπιλογῆς, γιατί ἡ προσπάθειά τους εἶναι νὰ μάθουν νὰ ἀκολουθοῦν τὸ θέλημα τοῦ Θεοῦ στὴ ζωή τους καὶ ὄχι νὰ ἐκβιάζονται καὶ νὰ πιέζονται μὲ ἀπαράδεκτους τρόπους.
Οἱ πνευματικοὶ πατέρες πρέπει νὰ ἔχουν εὐαισθησία, στοργὴ καὶ εἰλικρινῆ συμπεριφορά. Νὰ ξέρουν οἱ ἄνθρωποι ποὺ τοὺς ἐμπιστεύονται μὲ ποιοὺς ἔχουν νὰ κάνουν, νὰ χαίρονται, ὅταν τοὺς πλησιάζουν καὶ νὰ ἐνθουσιάζονται, ὅταν ἐκεῖνοι τοὺς διαβάζουν τὴ συγχωρητικὴ εὐχὴ ἢ ὅταν συναντοῦν κάποιον ἐν Χριστῷ ἀδελφό, ποὺ εἶναι πράγματι ἀ­δελφὸς καὶ μποροῦν νὰ ἐπικοινωνήσουν πνευματικά, γιατί ἔχουν τὸν ἴδιο γέροντα.
Δυστυχῶς, αὐτὴ ἡ δεύτερη περίπτωση, ἡ καλὴ καὶ ἰδανική, δὲν εἶναι συνήθης, γιατί λείπουν οἱ προϋποθέσεις, τόσο ἀ­πὸ τὴ μεριὰ τῶν ἁπλῶν ἀν­θρώπων, ὅσο καὶ ἀπὸ τὴ μεριὰ τῶν πνευματικῶν καθοδηγητῶν. Οἱ πρῶτοι πρέπει νὰ ἔχουν ἀγαθὴ προαίρεση καὶ νὰ ἐπιθυμοῦν τὴν τήρηση τῶν ἐντολῶν, παρὰ τὶς ἀδυναμίες τους, καὶ οἱ δεύτεροι νὰ εἶναι ταπεινοὶ καὶ νὰ ἔχουν συναίσθηση τῆς πνευματικῆς τους ἀποστολῆς. Τὸ λέω καὶ τὸ ξαναλέω αὐτό, γιατί συνεχῶς διαπιστώνω προσωπικά, ἀλλὰ καὶ πολλοὶ ἀδελφοί μοῦ λένε, ὅτι εἶναι φοβερὰ τὰ ὅσα συμβαίνουν. Πνευματικοὶ δημιουργοῦν δυσάρεστες καταστάσεις ἐντελῶς ἀναίτια. Κοσμικοὶ πνευματικοὶ καὶ ἀνημέρωτοι ἁγιορεῖτες πατέρες ἀντιμετωπίζουν καλοπροαίρετους νέους- χωρὶς νὰ γίνονται μέτοχοι τῆς ἀγωνίας τους – μὲ ἐπιπολαιότητα ποὺ ἀποδεικνύει τὴ σκληρότητα τῆς καρδιᾶς τους καὶ τὸ μέγεθος τῆς προκλητικῆς τους ἀδιαφορίας. Πληγώνουν ἀδιάκριτα τούς νέους καὶ μετὰ τοὺς ἐγκαταλείπουν. Τοὺς ἐπικρίνουν κιόλας γιὰ νὰ δικαιολογήσουν τὴ δική τους ἐγκληματικὴ συμπεριφορά. Καὶ ὅλα αὐτὰ μὲ τὴν ψευδαίσθηση ὅτι ἀκολουθοῦν τὸ θέλημα τοῦ Θεοῦ καὶ ἔχουν ἄνωθεν ἀποκαλύψεις!
 
Ορθόδοξος Τύπος

Πέμπτη 20 Ιουλίου 2023

Π. ΙΩΑΝΝΗΣ ΡΩΜΑΝΙΔΗΣ: Ο ΧΡΙΣΤΟΣ ΜΟΝΟ ΣΤΗΝ ΟΡΘΟΔΟΞΗ ΠΑΡΑΔΟΣΗ ΑΠΟΚΑΛΕΙΤΑΙ ΙΑΤΡΟΣ!


 
Ο Χριστός μόνο στην Ορθόδοξη παράδοση αποκαλείται ιατρός 

"Αν ψάξετε στην Παπική ή στην Προτεσταντική παράδοσι, αυτή η επωνυμία για τον Χριστό, ως ιατρό, δεν υπάρχει πουθενά! Ο Χριστός μόνο στην Ορθόδοξη παράδοση αποκαλείται ιατρός.  

Γιατί όμως αυτή η παράδοση έσβησε από τους Παπικούς και τους Προτεστάντες και, όταν τους μιλάμε για θεραπευτική αγωγή, ξαφνιάζονται;  

 Διότι η ανάγκη της καθάρσεως και του φωτισμού, η ανάγκη της εσωτερικής αλλαγής έφυγε από τους ανθρώπους αυτούς στην δική τους Θεολογία. Γι αυτούς εκείνος που αλλάζει δεν είναι ο άνθρωπος, αλλά ο Θεός! Ο άνθρωπος γι’ αυτούς δεν αλλάζει. 

Το μόνο πράγμα που κάνει ο άνθρωπος γι αυτούς είναι ότι γίνεται καλό παιδί. Και όταν ο άνθρωπος από κακό παιδί που ήταν γίνη καλό παιδί, τότε ο Θεός τον αγαπά. Διαφορετικά, τον αποστρέφεται! Αν παραμένη ή γίνεται κακό παιδί, τότε ο Θεός δεν τον αγαπά!

 Δηλαδή, αν ο άνθρωπος γίνη καλό παιδί, τότε αλλάζει και ο Θεός και γίνεται καλός. Και από εκεί που δεν τον αγαπούσε, τώρα τον αγαπά ! Όταν ο άνθρωπος γίνεται κακό παιδί, ο Θεός θυμώνει και, όταν ο άνθρωπος γίνεται καλό παιδί, ο Θεός χαίρεται! 

 Αυτό δυστυχώς γίνεται στην Ευρώπη. Αλλά το κακό είναι ότι αυτό δεν γίνεται μόνο στην Ευρώπη, αλλά γίνεται και στην Ελλάδα και σε πολλούς μέσα στην Εκκλησία αυτό το πνεύμα επικρατεί. Έχει καταντήσει να είναι η Ορθοδοξία μία θρησκεία, που ο Θεός αλλάζει διαθέσεις!" 

π. Ιωάννης Ρωμανίδης 

ΠΡΟΣΚΥΝΗΤΗΣ

Σάββατο 15 Ιουλίου 2023

ΑΓΙΟΣ ΙΟΥΣΤΙΝΟΣ ΠΟΠΟΒΙΤΣ: Ο ΧΡΟΝΟΣ ΤΗΣ ΖΩΗΣ ΜΑΣ!

 Ο χρόνος της ζωής μας
Άγιος Ιουστίνος Πόποβιτς
 
Οι χριστιανοί ζουν «εν σοφία», εάν ζουν κατά το Ευαγγέλιο του Κυρίου Ιησού Χριστού, ο Οποίος είναι «η σοφία του Θεού» (A’ Κορ. 1. 24, 30). Έξω απ’ Αυτόν υπάρχει «η των αφρόνων ανθρώπων αγνωσία» (Α’ Πέτρ. 2. 15). Οτιδήποτε δεν είναι από το Χριστό, ο Οποίος είναι η μόνη και αληθινή και αιώνια σοφία, πράγματι είναι και μωρία και ανοησία. Και οι άνθρωποι γίνονται ανόητοι και παράφρονες από την αμαρτία και τα πάθη. Στην ουσία της η αμαρτία είναι η κύρια παραφροσύνη της ανθρώπινης ψυχής. Η φιλαμαρτησία είναι πάντοτε παραφροσύνη της ψυχής εμπρός στο Θεό. Μόνο η αγάπη για το Χριστό γεμίζει την ανθρώπινη ψυχή με την ένθεη σοφία.
 
Μόνο όταν ζουν «εν σοφία» οι άνθρωποι επωφελούνται το χρόνο της ζωής τους που τους δόθηκε από το Θεό, «τον καιρόν εξαγοραζόμενοι». Με την αμαρτία και τα πάθη σκορπίζουμε το θεόσδοτο χρόνο, τον παραδίνουμε στο θάνατο και στην παραφροσύνη του κακού. Ο χρόνος της ζωής μας μάς έχει δοθεί για να κερδίσουμε την αθανασία και την αιώνια ζωή. Αλλά μόνο ζώντας «εν σοφία», δηλαδή με το Χριστό, «εξαγοράζομεν» το χρόνο μας, που έχει και αυτός δημιουργηθεί από το Θεό Λόγο και για χάρη του Θεού Λόγου (πρβλ. Ιω. 1. 3. Κολ. 1. 16). Η λογικότητα του χρόνου συνίσταται στο να υπηρετεί το Θεό Λόγο, τον Κύριο Ιησού Χριστό, να οδηγεί και να παραδίνει σ’ Αυτόν καθετί που έχει και φέρνει μέσα του. Ο χρόνος μάς έχει δοθεί, για να τον μεταβάλλουμε σε αιωνιότητα ζώντας «εν σοφία», δηλαδή εν Χριστώ και διά του Χριστού. Με τη λογικότητά του ο χρόνος εισήλθε στο θεανθρώπινο σώμα του Χριστού, στην Εκκλησία, και εκεί βρήκε την αιώνια καταξίωσή του και τη θεία του πραγμάτωση. Διαμέσου των αγίων μυστηρίων και των αγίων αρετών στο χώρο της Εκκλησίας ο χρόνος μεταβάλλεται σε αιωνιότητα. Διότι η Εκκλησία είναι το θαυματουργό θείο εργαστήριο στο οποίο το χρονικό μεταβάλλεται σε αιώνιο, το θνητό σε αθάνατο και το πεπερασμένο σε άφθαρτο.
 
Στην ενότητα της πίστεως και της επιγνώσεως του Χριστού ερχόμαστε μόνο με την «κοινωνία συν πάσι τοις αγίοις», μόνο με την καθολική ζωή «συν πάσι τοις αγίοις», με την υπέρτατη χειραγωγία των αγίων Αποστόλων, Προφητών, Ευαγγελιστών, Πατέρων, Ποιμένων και Διδασκάλων. Και αυτούς τους οδηγεί και τους χειραγωγεί το Πανάγιο Πνεύμα, από την Πεντηκοστή και πέρα διαμέσου των αιώνων μέχρι τη Δευτέρα Παρουσία. Εν τω Αγίω Πνεύματι και από Αυτό υπάρχει και η ενότητα της πίστεως και η επίγνωση «του Υιού του Θεού», του Κυρίου ημών Ιησού Χριστού. Κάθε ειλικρινής και αληθινή πίστη στο Χριστό και επίγνωση του Χριστού δίνεται από το Πνεύμα της Αληθείας, το Οποίο μας οδηγεί εις «πάσαν την αλήθειαν» τη μόνη και μοναδική (Πρβλ. Ιω. 16, 13′ 15, 26′ 14, 26). Το Άγιο Πνεύμα ενώνει την αίσθησή μας με την καθολική καρδιά της Εκκλησίας και την επίγνωσή μας του Χριστού με την καθολική επίγνωση που έχει η Εκκλησία για το Χριστό. Το σώμα της Εκκλησίας είναι ένα και έχει «μίαν καρδίαν» (Πράξ. 4, 32). Σ’ αυτή τη μία καθολική καρδιά της Εκκλησίας —τη μία καθολική ψυχή της Εκκλησίας — εισερχόμαστε και ενωνόμαστε με τους Αγίους με την ενέργεια της χάρης του Αγίου Πνεύματος, και μάλιστα ταπεινώνοντας το νου μας εμπρός στον άγιο καθολικό νου της Εκκλησίας, το πνεύμα μας εμπρός στο Άγιο Πνεύμα της Εκκλησίας. Και έτσι αποκτούμε μέσα μας την άφθαρτη αίσθηση και επίγνωση, ότι είμαστε κοντά σε όλους τους αγίους Αποστόλους, Προφήτες και Δικαίους, ότι έχουμε μία και την ίδια πίστη «εν Χριστώ Ιησού». Την ίδια πίστη και την ίδια επίγνωση εν Κυρίω.
 
Η χριστιανική ζωή, η ζωή εν Χριστώ, στην Εκκλησία Του, είναι καινή ζωή και καινός τρόπος ζωής: όλος ο άνθρωπος ζει διά του Θεού και εν τω Θεώ. Πράγματι, αυτή είναι αιώνια ανθρώπινη ζωή, ζωή θεία, τέλεια, που έχει αναρίθμητες βαθμίδες. Εδώ ο άνθρωπος γνωρίζει το Θεό και την αλήθεια του Θεού και ζει εν αυτή και γι’ αυτήν. Εδώ ο άνθρωπος γνωρίζει τον εαυτό του και πολιτεύεται ως ύπαρξη θεοειδής, αθάνατη και αιώνια. Σε αντίθεση βρίσκεται η άθεη ζωή, η ζωή έξω από το Χριστό και το χριστιανισμό. Όλη ρέει «εν ματαιότητι του νοός» του ανθρώπινου. Όσοι δεν γνωρίζουν το Θεό, αναζητούν τη ζωή και όλες τις δυνάμεις της από το δικό τους και με το δικό τους νου τον ανθρώπινο. Αλλά ο ανθρώπινος νους δεν περιέχει «εν εαυτώ» ούτε την πανγνωσία ούτε την υπερ-δύναμη, για να μπορέσει να εφοδιάσει τον άνθρωπο με αυτές τις αλήθειες και με αυτές τις δυνάμεις, που του είναι απαραίτητες για μια γνήσια ζωή «εν δικαιοσύνη και αληθεία και αγαθότητι»· και πολύ λιγότερο για μια αθάνατη και αιώνια ζωή. Ο ανθρώπινος νους περιέχει μέσα του λογισμούς, νοήματα, ιδέες. Αλλά αυτά είναι σκιές και φαντάσματα, ώσπου να πληρωθούν με το Θεό και τη θεία Αλήθεια.
 
Μακριά από τη ζωή με τον Θεό παντού είναι θάνατος, λήθαργος, θνητότητα, σκοτάδι. Γι’ αυτό υπάρχει και η αδράνεια της διάνοιας για κάθε υγιή δράση. Η διάνοια χωρίς τον Θεό ψυχορραγεί, θανατώνεται και πεθαίνει. Και έρχεται η «πώρωσις της καρδίας» στους άθεους. Καρδιά στην οποία δεν υπάρχει Θεός είναι σαν την πέτρα· δεν αισθάνεται τίποτε όπως πρέπει, ούτε όσο πρέπει. Όλη η αίσθηση του ανθρώπου έχει στεγνώσει ολοκληρωτικά, είναι ρηχή, μυωπική, φοβισμένη και ανάπηρη. Και στην «εσκοτισμένην» διάνοια των αθέων όλες οι σκέψεις στεγνώνουν και απομένουν χωρίς ζωή και ψυχή και δύναμη. Μόνο με την εν Θεώ πολιτεία «ζωούται» η καρδιά με την αληθινή ζωή και γίνεται θείο εργαστήριο, το οποίο αδιάκοπα παράγει αθάνατα αισθήματα, άγια, καθαρά, και αισθάνεται και διαισθάνεται την αλήθεια του Θεού και για τους ανθρώπους και για τα πράγματα.
 
(Αγίου Ιουστίνου Πόποβιτς, “Οδός Θεογνωσίας”, εκδ. Γρηγόρη, Αθήνα 1985, σσ. 308-310, 291, 292, 293)

ΑΡΧΙΜ. ΠΑΥΛΟΣ ΠΑΠΑΔΟΠΟΥΛΟΣ: ΠΙΣΩ ΑΠΟ ΤΙΣ ΚΛΕΙΣΤΕΣ ΠΟΡΤΕΣ ΤΩΝ ΣΠΙΤΙΩΝ ΚΡΥΒΕΤΑΙ Η ΑΛΗΘΕΙΑ ΤΗΣ ΖΩΗΣ ΜΑΣ!

 Πίσω από τις κλειστές πόρτες των σπιτιών
κρύβεται η αλήθεια της ζωής μας.
Αρχιμ. Παύλος Παπαδόπουλος

Το ποιοι πραγματικά είμαστε φαίνεται πίσω από την πόρτα του σπιτιού μας. Πολλές φορές η ευλάβεια, η ταπείνωση, η απλότητα, η σιωπή, η ευγένεια είναι σχήματα επίπλαστα. Μοιάζει η αρετή μας σαν ένα ένδυμα που φοράμε αφού βγούμε έξω από το σπίτι μας. 
Ντυνόμαστε το χαμόγελο, κάνουμε τα μαλλιά μας κότσο, χαμηλώνουμε τον τόνο της φωνής μας, ηρεμούμε τα χαρακτηριστικά του προσώπου μας. Και αρχίζει το θέατρο της ευσέβειας, αρχίζει η κωμωδία της χριστιανικής ζωής μας, η τραγωδία των επίπλαστων σχέσεών μας. 

Εάν με τους ανθρώπους μας –μέσα στο σπίτι μας- δεν ζούμε τον παράδεισο, τότε τίποτα δεν έχουμε καταφέρει. Η συμπεριφορά μας μέσα στο σπίτι, με τους οικείους μας, δείχνει την πνευματική μας κατάσταση.

Ξέρετε, με τους ανθρώπους έξω από το σπίτι μας μπορεί να είμαστε οι πιο γλυκείς άνθρωποι ενώ μέσα στο σπίτι να είμαστε δικτάτορες, κατηφείς. Έξω από το σπίτι απλοί και καταδεχτικοί, μέσα στο σπίτι ιδιότροποι. Όλα για τους “έξω”; Ποιο το νόημα; Και γίνεται η ζωή μας τόσο μπερδεμένη που δεν ξέρουμε πλέον ποιοι είμαστε. Είμαστε οι θεατρίνοι του έξω ή οι μίζεροι του σπιτιού μας; Έχουμε χάσει κάθε αίσθηση πραγματικού και πλαστού.

Εάν δεν κάνουμε το σπίτι μας χώρο συγχώρεσης, κατανόησης, αποδοχής, συγκατάβασης τότε το “έξω” θα παραμένει πάντα ένας χώρος θεάτρου. Όλοι μας έχουμε πέσει σ’ αυτήν την παγίδα, να απαξιώνουμε τους ανθρώπους μας (του σπιτιού μας) και να δίνουμε υπεραξία σε ανθρώπους έξω από το σπίτι μας. Και όλα αυτά για λίγο χειροκρότημα. Συνθηκολογήσαμε με την αποτυχία μας και αντί να την αντιμετωπίσουμε νομίζουμε ότι η λύση είναι εμπαίζουμε τους συνανθρώπους μας, λες και είναι θεατές σε κάποιο θεατρικό έργο. Άλλες φορές πασχίζουμε να φαίνεται το σπίτι μας εξωτερικά περιποιημένο, όμορφο, φρεσκοβαμμένο αλλά μέσα το αφήνουμε στο έλεος του εγώ μας.

Πίσω από την κλειστή πόρτα του σπιτιού μας φαίνεται ποιοι είμαστε τελικά. Τότε που τα φώτα του κόσμου σβήσουν και θα μείνουμε με τους ανθρώπους μας, αυτούς που λέμε ότι αγαπούμε. Δεν θέλει πολλά για να γίνει ξανά παράδεισος το σπιτικό μας. Ένα χάδι που μέχρι τώρα δεν είχε δοθεί, ένας καλός λόγος που μέχρι τώρα τσιγκουνεύτηκε, ένα χαμόγελο που μέχρι τώρα περίμενε, ένα φιλί που μέχρι τώρα ήταν ένα ξερό “τα λέμε”.

Η ευτυχία έρχεται με το πώς θα τοποθετηθούμε στις καθημερινές καταστάσεις κυρίως μέσα στο σπιτικό μας κι έπειτα και έξω από αυτό. Πνευματική ζωή δεν είναι να πηγαίνουμε κάθε Κυριακή στο Ναό ντυμένοι τα καλά μας. Πνευματική ζωή είναι να βιώνεται το σπιτικό μας ως η κατ’ οίκον Εκκλησία, όπου κυριαρχεί η αλληλοπεριχώρηση και η ελευθερία ως απόρροια της εμπιστοσύνης.
 
Ας κάνουμε το σπιτικό μας μια γεύση παραδείσου και όχι μια αίσθηση φυλακής. Όλοι φέρουμε ευθύνη γι’ αυτό. Τουλάχιστον, όσο πασχίζουμε να φαινόμαστε στους “έξω” καλοί, να προσπαθούμε να είμαστε με τους ανθρώπους μας. Ο παράδεισος φαίνεται κάπου εκεί…μέσα από την κλειδαρότρυπα ενός σπιτιού που παρά τα προβλήματα που έχει, υπάρχει μέσα του ομόνοια, μετάνοια, ειρήνη και αγάπη εν Χριστώ. Εκεί όπου υπάρχει ο έρωτας για ζωή…
 
ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΝΑΥΣ

Δευτέρα 3 Ιουλίου 2023

ΒΛΑΔΙΜΗΡΟΣ ΛΟΣΚΥ: ΤΑ ΑΙΤΙΑ ΤΗΣ ΠΤΩΣΕΩΣ ΤΗΣ ΔΥΣΕΩΣ ΕΙΝΑΙ ΚΥΡΙΩΣ ΚΑΙ ΠΡΩΤΙΣΤΩΣ ΔΟΓΜΑΤΙΚΑ!

 Βλαδίμηρος Λόσκυ: Τα αίτια της πτώσεως της Δύσεως
είναι κυρίως και πρωτίστως δογματικά  
   
Ο δεύτερος προσδιορισμός του θέματός μας περιορίζει θα λέγαμε τον χώρο: η χριστιανική Ανατολή ή ακριβέστερα η Ορθόδοξη Εκκλησία της Ανατολής θα είναι το πεδίο των μελετών μας περί της μυστικής θεολογίας. Οφείλουμε να αναγνωρίσουμε ότι ο περιορισμός αυτός είναι κάτι τεχνητό. Πράγματι, το σχίσμα μεταξύ χριστιανικής Ανατολής και Δύσεως χρονολογείται από των μέσων του 11ου αιώνος. Οτιδήποτε προηγείται χρονικώς, αποτελεί κοινό θησαυρό αδιαίρετο των δύο διαιρεμένων τμημάτων. Η Ορθόδοξη Εκκλησία δεν θα ήταν αυτή που είναι, αν δεν είχε τον Άγιο Κυπριανό, τον Άγιο Αυγουστίνο, τον Μέγα Γρηγόριο, όπως και η Ρωμαιοκαθολική εκκλησία δεν μπορεί να αγνοήσει τον Άγιο Αθανάσιο, τον Άγιο Βασίλειο, τον Κύριλλο Αλεξανδρείας. Επομένως, όταν θέλει κάποιος να μιλήσει περί της μυστικής θεολογίας της Ανατολής ή της Δύσεως, τοποθετείται πάνω στα ίχνη της μιας εκ των δύο παραδόσεων, οι οποίες παραμένουν μέχρις ενός σημείου δυο τοπικές παραδόσεις της μιας Εκκλησίας και μαρτυρούν μία και μόνη χριστιανική αλήθεια, αλλά οι οποίες στη συνέχεια διαιρούνται και δίνουν τόπο σε δυο διαφορετικές δογματικές θέσεις, ασυμβίβαστες σε πολλά σημεία. 
 
Μπορούμε να αποφανθούμε περί των δύο παραδόσεων,  τοποθετoύμενοι επί ουδετέρου εδάφους, εξ ίσου ξένου προς την μία όσο και προς την άλλη; Θα ήταν σαν να κρίναμε τον χριστιανισμό εξωχριστιανικά, αρνούμενοι δηλαδή εκ των προτέρων να κατανοήσουμε, οποιοδήποτε και αν ήταν το αντικείμενο, το οποίο έχουμε την πρόθεση να μελετήσουμε. Η αντικειμενικότητα δεν συνίσταται επ` ουδενί στην τοποθέτηση εκτός του θέματος, αλλά αντιθέτως, στην εξέταση του θέματος καθ` εαυτού και δι` αυτού του ιδίου. Υπάρχουν περιοχές, όπου εκείνο το οποίο καλείται «αντικειμενικότητα» είναι αδιαφορία και στις οποίες αδιαφορία σημαίνει το ακατάληπτο. Πρέπει επομένως, αν θέλουμε να μελετήσουμε την μυστική θεολογία της Ανατολικής Εκκλησίας, μέσα από την υπάρχουσα κατάσταση της δογματικής αντιθέσεως μεταξύ Ανατολής και Δύσεως, να εκλέξουμε μεταξύ των δύο δυνατών θέσεων: ή να τοποθετηθούμε επί του δυτικού δογματικού εδάφους και να εξετάσουμε την ανατολική παράδοση διά μέσου της δυτικής, δηλαδή να κρίνουμε την ανατολική, ή καλύτερα, να παρουσιάσουμε την παράδοση αυτή υπό το δογματικό φως της Ανατολικής Εκκλησίας. Η τελευταία αυτή θέση είναι για μας  η μόνη δυνατή.
     Θα μας προβάλουν ίσως την αντίρρηση, ότι η δογματική έριδα μεταξύ Ανατολής και Δύσεως υπήρξε τυχαία, ότι δεν διεδραμάτισε αποφασιστικό ρόλο, ότι επρόκειτο μάλλον περί δύο διαφορετικών ιστορικών κόσμων, των οποίων ήταν πεπρωμένο συντομότερα ή αργότερα να διαιρεθούν, για να ακολουθήσει ο καθένας τον δικό του δρόμο` ότι η δογματική διαμάχη υπήρξε το πρόσχημα, για να διασπαστεί οριστικά η εκκλησιαστική ενότητα, η οποία στην πραγματικότητα δεν υφίστατο ήδη προ πολλού. Τέτοιες γνώμες, οι οποίες ακούγονται πολύ συχνά, τόσο στην Ανατολή όσο και στην Δύση, οφείλονται σε διανόηση καθαρά λαϊκή, σε μια γενική συνήθεια να εξετάζεται η ιστορία της Εκκλησίας κατ` εκείνες τις μεθόδους, οι οποίες μειώνουν την θρησκευτική της φύση. Για τον «ιστορικό» της Εκκλησίας ο θρησκευτικός συντελεστής εξαφανίζεται αντικαθιστάμενος από άλλους, όπως είναι η πάλη των πολιτικών ή κοινωνικών συμφερόντων, ο ρόλος των εθνικών ή των πολιτιστικών συνθηκών, θεωρουμένων ως αποφασιστικών δυνάμεων στη ζωή της Εκκλησίας. Ένας τέτοιος θεωρείται λίαν κακοήθης, όταν επικαλείται αυτούς τους συντελεστές ως αληθινές αιτίες, οι οποίες κατευθύνουν την εκκλησιαστική ιστορία. Ένας χριστιανός ιστορικός, αναγνωρίζοντας την σπουδαιότητα αυτών των συνθηκών, δεν μπορεί επ` ουδενί να τις δεχθεί, παρά μόνο ως εξωτερικές σ` αυτό το «είναι» της Εκκλησίας` δεν μπορεί να μην δει την Εκκλησία ως ένα αυτόνομο σώμα, υποταγμένο, όχι σε κάποιον άλλον νόμο, εκτός αυτού του προορισμού του κόσμου. Αν παρατηρήσουμε με προσοχή το δογματικό θέμα της εκπορεύσεως του Αγίου Πνεύματος, το οποίο διαίρεσε την Ανατολή και την Δύση, δεν μπορούμε να το εκλάβουμε ως τυχαίο φαινόμενο στην ιστορία της Εκκλησίας. Εξ επόψεως θρησκευτικής είναι η μόνη υπολογίσιμη αιτία στην αλληλουχία των γεγονότων, τα οποία κατέληξαν στην διαίρεση. Αν και ίσως συνετέλεσαν πολλοί παράγοντες, ο δογματικός αυτός προσδιορισμός υπήρξε για τους μεν, όπως και για τους δε, πνευματικός αγώνας, μια ενσυνείδητη λήψη θέσεως στον τομέα της πίστεως.
     Εάν φθάνει συχνά κάποιος στο σημείο να μειώνει την σπουδαιότητα του δογματικού γεγονότος, το οποίο διεδραμάτισε αποφασιστικό ρόλο στην μετέπειτα εξέλιξη των δύο παραδόσεων, αυτό οφείλεται σε κάποια αδιαφορία έναντι του δόγματος, το οποίο θεωρείται ως κάποιο είδος εξωτερικό και αφηρημένο. Λέγεται, ότι εκείνο το οποίο υπολογίζεται είναι η πνευματικότητα` η δογματική διαφορά δεν αλλάζει τίποτε. Εν τούτοις, πνευματικότητα και δόγμα, μυστικισμός και θεολογία είναι ενωμένα αδιάσπαστα στη ζωή της Εκκλησίας. Όσον αφορά στην Ανατολική Εκκλησία, όπως έχουμε πει, δεν διακρίνει καθαρά μεταξύ θεολογίας και μυστικισμού, μεταξύ του χώρου της κοινής πίστεως και αυτού της προσωπικής εμπειρίας. Επομένως, αν θέλουμε να μιλήσουμε περί μυστικής θεολογίας της ανατολικής παραδόσεως, δεν θα μπορέσουμε  να χειριστούμε το θέμα αλλιώς, παρά εντός των δογματικών πλαισίων της Ορθόδοξης Εκκλησίας.
 
Βλαδίμηρος Λόσκυ: «Η ΜΥΣΤΙΚΗ ΘΕΟΛΟΓΙΑ ΤΗΣ ΑΝΑΤΟΛΙΚΗΣ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣ». Θεσσαλονίκη, Εκκλ. Ίδρυμα «Ευαγγ. Μάρκος», Εκδοση Δ΄. (Σελ. 8-11).
Απόδοση στην νεοελληνική-επιμέλεια:
Σάββας Ηλιάδης
Δάσκαλος
Κιλκίς, 24-1-2020

Κυριακή 2 Ιουλίου 2023

ΓΙΑΤΙ ΤΑ ΕΥΑΓΓΕΛΙΑ ΕΧΟΥΝ ΓΡΑΦΤΕΙ ΣΤΑ ΕΛΛΗΝΙΚΑ;

 
Γιατί τα Ευαγγέλια έχουν γραφτεί στα Ελληνικά;
 
Η δύναμη της ελληνικής γλώσσας αντικατοπτρίζεται και μέσα από τα τέσσερα Ευαγγέλια, δίνοντας το στίγμα της εποχής, οπότε και γράφτηκαν δηλαδή τον 1ο αιώνα μ.Χ.
Για τα τέσσερα Ευαγγέλια επελέγη η Ελληνική γλώσσα, η οποία μιλιόταν την Ελληνιστική Εποχή, γνωστή ως «Κοινή», και όχι η Αραμαϊκή, η οποία ήταν η μητρική γλώσσα των Ιουδαίων, και θα φάνταζε λογικότερη επιλογή μιας και τα Ευαγγέλια γράφτηκαν από Ιουδαίους.
Ο λόγος ήταν φυσικά η δύναμη και η απήχηση που είχε η Ελληνική σε όλη την επικράτεια της Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας, ως παγκόσμια γλώσσα των γραμμάτων στο πλευρό της Λατινικής.
Τα Ελληνικά που χρησιμοποίησαν οι Ευαγγελιστές ήταν στην καθομιλουμένη-απλουστευμένη της εποχής γλώσσα, την «Κοινή», που αποτελούσε την ενδιάμεση γλώσσα μεταξύ της Αττικής των Κλασικών Χρόνων και της Νεοελληνικής.
Μόνη εξαίρεση αποτελεί το κατά Ματθαίον Ευαγγέλιο που γράφτηκε πρώτα στα Αραµαϊκά και αργότερα στα Ελληνικά.
Τα κείμενα αυτά αποτελούν, πέρα από την προσωπική κατάθεση της μαρτυρίας αυτοπτών μαρτύρων, των Ευαγγελιστών Ματθαίου και Ιωάννη, των γεγονότων γύρω από τη ζωή του Χριστού, που περιγράφονται παράλληλα με τη μεταφορά των προφορικών παραδόσεων που κυκλοφορούσαν από στόμα σε στόμα, αλλά και των μικρών γραπτών συλλογών που αναφέρονταν στη ζωή του Ιησού και κυκλοφορούσαν μεταξύ των πρώτων Χριστιανών.
Από αυτά τα κείμενα δεν έχει διασωθεί μέχρι στιγμής κανένα, ο απόηχός τους είναι όμως αναγνωρίσιμος από τους ειδικούς στα Ευαγγέλια, αλλά και τις επιστολές του Αποστόλου Παύλου, από τον οποίο έχουμε και το πρώτο κείμενο το 51 μ.Χ. γύρω από τον Ιησού, την πρώτη επιστολή προς Θεσσαλονικείς.
Το πρώτο Ευαγγέλιο γράφτηκε από τον Μάρκο, μαθητή του Αποστόλου Παύλου και αργότερα του Πέτρου, στη Ρώμη, μετά το μαρτύριο των δύο αυτών Αποστόλων και πριν από το έτος 70 μ.Χ. Σύμφωνα με τους ιστορικούς, η πιθανότερη χρονολογία συγγραφής του Ευαγγελίου του Μάρκου είναι το 65 μ.Χ. Τα όσα περιγράφονται σε αυτό φαίνεται ότι αποτελούν τον απόηχο κυρίως των διηγήσεων του Αποστόλου Πέτρου. Ο Μάρκος ονομαζόταν αρχικά Ιωάννης και το ρωμαϊκό όνομα με το οποίο έγινε γνωστός τού δόθηκε αργότερα.
Σύμφωνα με την παράδοση, ο Μάρκος ίδρυσε την εκκλησία της Αλεξάνδρειας στην Αίγυπτο, ενώ είναι ο προστάτης της Βενετίας μετά την κλοπή του λειψάνου του από δύο εμπόρους της Γαληνότατης το 828, οι οποίοι το μετέφεραν στη Βενετία. Θεωρείται ότι πιθανότατα ο Μυστικός Δείπνος έλαβε χώρα στο σπίτι της θείας του, αδερφής του Αποστόλου Βαρνάβα, της Μαρίας, στην Ιερουσαλήμ.
Το δεύτερο, χρονικά, Ευαγγέλιο είναι εκείνο του μαθητή του Ιησού, του τελώνη, δηλαδή του φοροεισπράκτορα Ματθαίου από τη Γαλιλαία, το οποίο γράφτηκε μεταξύ του 70 και του 80 μ.Χ. και καταγράφει την προσωπική μαρτυρία του στο πλευρό του Χριστού. Για τη ζωή, τη δράση και τον θάνατό του είναι γνωστά ελάχιστα στοιχεία.
Υστερότερο είναι το Ευαγγέλιο του Λουκά, μεταξύ 80 και 90 μ.Χ. Ο Λουκάς ήταν γιατρός, καταγόταν από την Ελλάδα και υπήρξε στενός συνεργάτης του Παύλου, συνοδεύοντάς τον σε πολλές από τις περιοδείες του. Μάλιστα, όταν ο Παύλος ήταν φυλακισμένος στη Ρώμη, μόνο ο Λουκάς ήταν μαζί του. Σύμφωνα με κάποιες παραδόσεις, κήρυξε στη Νότια Ευρώπη και μαρτύρησε στην Ελλάδα. Ο Λουκάς είναι ο συγγραφέας και των Πράξεων των Αποστόλων, που περιλαμβάνονται επίσης στην Καινή Διαθήκη.
Το τελευταίο χρονικά Ευαγγέλιο έχει ως συγγραφέα τον μαθητή του Χριστού, τον Ιωάννη. Θεωρείται ότι γράφτηκε περί το 90-100 μ.Χ. και είναι από τα πλέον λεπτομερή, με ένα ιδιαίτερο λογοτεχνικό ύφος. Ακριβώς λόγω του ύφους του χαρακτηρίζεται ως «Θεολόγος».
Ο Ιωάννης δίδαξε στη Μικρά Ασία και στην Ελλάδα και πέθανε στην Πάτμο, όπου και εξορίστηκε μαζί με άλλους χριστιανούς επί αυτοκράτορα Δομητιανού. Στο νησί αυτό έγραψε και την περίφημη “Αποκάλυψη”, η οποία με έντονα συμβολικά στοιχεία, που έχουν προκαλέσει ανά τους αιώνες πολλές συζητήσεις, απευθύνεται στους χριστιανούς της Μικράς Ασίας, με στόχο να τους ενθαρρύνει ώστε να υποφέρουν τα δεινά που περνούσαν, με τη διαβεβαίωση ότι αυτά θα τελειώσουν σύντομα.
Τα Ευαγγέλια του Μάρκου, του Ματθαίου και του Λουκά χαρακτηρίζονται ως «συνοπτικά», καθώς έχουν μεγάλες ομοιότητες μεταξύ τους. Οι Ματθαίος και Λουκάς βασίστηκαν στο Ευαγγέλιο του Μάρκου για να συγγράψουν τα δικά τους, προσθέτοντας τις επιπλέον πληροφορίες που γνώριζαν.
 
Τα “βιβλία” της εποχής –
Σε πάπυρους και περγαμηνές τα πρώτα Ευαγγέλια
 
Τα πρωτότυπα κείμενα των Ευαγγελίων και οι πρώτες “εκδόσεις” που κυκλοφόρησαν αρχικά στην Ελληνιστική Κοινή και από τον 2ο αιώνα στις άλλες γλώσσες, όπου άρχισαν να μεταφράζονται, γράφτηκαν – όπως όλα τα κείμενα της εποχής – σε φύλλα πάπυρου αλλά και περγαμηνές.
Τα μεν πρώτα ακολουθούσαν τη μακραίωνη παράδοση της Αιγύπτου με την επεξεργασία των βλαστών του φυτού “πάπυρος”, που φύεται στις όχθες του ποταμού Νείλου, τα οποία κόβονταν σε λωρίδες και συγκολλούνταν με την κολλώδη ουσία του φυτού μεταξύ τους, δημιουργώντας αυτό που γνωρίζουμε ως πάπυρο.
Τα φύλλα αυτά, στα οποία γράφονταν κείμενα της εποχής, τυλίγονταν σε κυλινδρικούς ράβδους για την αποθήκευσή τους. Πρόκειται για τα γνώριμα από την αγιογραφία ειλητάρια που κρατούν οι Άγιοι σε πολλές παραστάσεις της ορθόδοξης εικονογραφίας. Αποσπάσματα της Καινής Διαθήκης σε πάπυρο, τα οποία έχουν διασωθεί, χρονολογούνται από το 125 μ.Χ.
Όμως ο πάπυρος είχε ένα βασικό μειονέκτημα: δεν ήταν ανθεκτικός ειδικά σε περιβάλλοντα εκτός Αιγύπτου. Έτσι η διάδοχη κατάσταση ήταν η περγαμηνή, που αποτελούσε επεξεργασμένο δέρμα ζώων, κυρίως βοδιού και κατσίκας, πάνω στο οποίο γράφονταν τα κείμενα.
Στη συνέχεια διπλωνόταν στη μέση δημιουργώντας τα “τετράδια”, δηλαδή τετρασέλιδα που ενώνονταν σχηματίζοντας τα βιβλία της εποχής, γνωστά ως “κώδικες”. Για την ιστορία, το όνομα της περγαμηνής προέρχεται από το κυριότερο κέντρο παραγωγής και εμπορίας της περγαμηνής, την Πέργαμο στη Μικρά Ασία.
 
Τα τέσσερα ζώα… σύμβολα των Ευαγγελιστών
 
Στην εικονογραφία, από τα πρώτα χριστιανικά χρόνια, οι Ευαγγελιστές συμβολίζονται με τέσσερα ζώα, τα οποία συχνά συνοδεύουν τον Χριστό σε δόξα. Φυσικά η επιλογή του συμβολισμού δεν είναι τυχαία, αλλά παραπέμπει στην προφητεία του Ιεζεκιήλ, σύμφωνα με την οποία είδε τον Θεό να κάθεται στον θρόνο περιστοιχιζόμενος από Αγγέλους που είχαν τη μορφή τεσσάρων ζώων, ανθρώπου, λιονταριού, μοσχαριού και αετού.
Πηγή του συμβολισμού είναι επίσης η “Αποκάλυψη” του Ιωάννη (Δ’ 4-7: «και το ζώον το πρώτον όμοιον λέοντι, και το δεύτερον ζώον όμοιον μόσχω και το τρίτον ζώον έχον το πρόσωπον ως ανθρώπου, και το τέταρτον ζώον όμοιον αετώ πετομένω»).
Το μοτίβο της αντιστοίχισης των τεσσάρων ζώων με τους Ευαγγελιστές είναι κοινό σε Ανατολή και Δύση και προτάθηκε αντίστοιχα για τις δύο Εκκλησίες από τον Άγιο Ιερώνυμο και τον Επιφάνιο της Κύπρου. Σύμφωνα με αυτό, ο αετός συμβολίζει τον Ευαγγελιστή Ιωάννη, ο λέοντας τον Μάρκο, ο άνθρωπος (ή άγγελος) τον Ματθαίο και ο μόσχος τον Λουκά. Για τον Ιωάννη, ο αετός επελέγη καθώς ο λόγος που χρησιμοποιεί είναι τόσο συγκλονιστικός, με τέτοιο πνευματικό περιεχόμενο, που μοιάζει με το πέταγμα του βασιλιά των πτηνών, του αετού.
Ο λέοντας, ο βασιλιάς των ζώων, είναι το σύμβολο του Ευαγγελιστή Μάρκου είτε γιατί το Ευαγγέλιό του ξεκινάει με τον Ιωάννη τον Πρόδρομο στην έρημο όπου ζουν λιοντάρια, είτε γιατί η βασιλεία του Χριστού συμβολίζεται με ένα βασιλικό ζώο, όπως το λιοντάρι. Για τον Ματθαίο η επιλογή του ανθρώπου σχετίζεται με το γεγονός ότι το Ευαγγέλιό του ξεκινάει με τη γενεαλογία του Ιησού Χριστού.
Τέλος, για τον Λουκά το μοσχάρι παραπέμπει στον βασιλιά των κατοικίδιων ζώων, καθώς ξεκινάει το Ευαγγέλιό του από τη λατρεία του παλαιού νόμου, κατά την όποια τα θυσιαζόμενα ζώα ήταν κατά κανόνα βόδια, όπως περιγράφεται και στη θυσία του μοσχαριού από τον πατέρα του Προδρόμου, τον Ζαχαρία.
 
ΔΟΓΜΑ

Παρασκευή 12 Μαΐου 2023

“ΧΤΥΠΑ ΞΥΛΟ”– ΜΙΑ ΑΠΑΡΑΔΕΚΤΗ, ΑΝΤΙΧΡΙΣΤΙΑΝΙΚΗ ΚΑΙ ΔΕΙΣΙΔΑΙΜΟΝΙΚΗ ΣΥΝΗΘΕΙΑ

 “ΧΤΥΠΑ ΞΥΛΟ” – ΜΙΑ ΑΠΑΡΑΔΕΚΤΗ, ΑΝΤΙΧΡΙΣΤΙΑΝΙΚΗ
ΚΑΙ ΔΕΙΣΙΔΑΙΜΟΝΙΚΗ ΣΥΝΗΘΕΙΑ
 
Διάφορες κακές συνήθειες στη ζωή των ανθρώπων, παρουσιάζονται λαθεμένα ως λαϊκές παραδόσεις, ενώ πρόκειται για πλάνες και παραλογισμούς που όπως όλα τα «ανθρωποκαμώματα» διαδόθηκαν στο πέρασμα των αιώνων.
Επί παραδείγματι, όταν κάποια άτομα συνομιλούν και αναφέρονται σε κάτι κακό, όπως θάνατο, αρρώστια, ή συμφορά, τότε κτυπούν ξύλο νομίζοντας ότι τα κακά αυτά που σημαίνουν οι λέξεις που ανέφεραν, θα μεταφερθούν στο ξύλο και όχι σ’ εκείνους, ή ότι δεν θα ακούσουν οι δαίμονες λόγω του θορύβου που προκαλεί το κτύπημα του ξύλου, και έτσι δεν θα πειράξουν τους συνομιλούντες.
Στις περιπτώσεις αυτές οι άνθρωποι αψηφούν ότι το κακό δεν δημιουργείται από τις λέξεις, αλλά από την αμαρτωλότητα εκείνων που δεν έχουν σωστή πνευματική ζωή και σχέση με τον Θεό.
Ο συνειδητός Χριστιανός γνωρίζει ότι οι δοκιμασίες παραχωρούνται στην ζωή του, για να τον ωφελήσουν στον αγώνα για την σωτηρία του.
Ο πιστός που προσεύχεται, νηστεύει, εξομολογείται καθαρά και κοινωνεί τον Χριστό δεν έχει να φοβηθεί τις «κακές λέξεις», νομίζοντας ότι έχουν αρνητική επήρεια στη ζωή του που εξαλείφεται με το χτύπημα του ξύλου!
Εάν σε διάφορες περιστάσεις της ζωής του, ο άνθρωπος νιώθει αδύναμος και φοβισμένος, είναι πρέπον να κάνει τον Σταυρό Του. 

ΙΕΡΑ ΜΟΝΟΠΑΤΙΑ

Κυριακή 7 Μαΐου 2023

ΜΙΑ ΑΠΛΗ ΚΑΙ ΠΕΡΙΕΚΤΙΚΗ ΕΞΗΓΗΣΗ ΤΗΣ ΘΕΙΑ ΛΕΙΤΟΥΡΓΙΑΣ

 


Μια απλή και περιεκτική εξήγηση της Θείας Λειτουργίας
 
Η λειτουργία των Κατηχουμένων
 
Η Λειτουργία των Κατηχουμένων, αντιστοιχεί στην παρουσία Του ανάμεσα στους ανθρώπους, στους οποίους δίδαξε τον Λόγο της Αλήθειας.
Στα πρώτα χρόνια του Χριστιανισμού μπορούσαν να συμμετέχουν σ’ αυτήν και οι Κατηχούμενοι, δηλαδή όσοι προετοιμάζονταν να γίνουν Χριστιανοί, χωρίς να έχουν βαπτισθεί ακόμη.
Ο Ιερέας αρχίζει μέσα από το Άγιο Βήμα με την εκφώνηση:
«Ευλογημένη η Βασιλεία του Πατρός και του Υιού και του Αγίου Πνεύματος πάντοτε, νυν και αεί και εις τους αιώνας των αιώνων».
Έτσι δοξολογεί τον Τριαδικό Θεό και τον προσκαλεί να είναι παρών στο μυστήριο. Την ίδια ώρα ο Ιερέας κρατάει στα χέρια του το Ευαγγέλιο και σταυρώνει με αυτό την Αγία Τράπεζα.
Ο λαός απαντάει: «Αμήν». Είναι μια εβραϊκή λέξη που σημαίνει «ας γίνει» ή «πραγματικά, αληθινά».
 
Τα ειρηνικά
 
Στη συνέχεια, ο διάκονος όρθιος μπροστά στην Ωραία Πύλη μοιάζει με άγγελο που καλεί τον λαό να προσευχηθεί.
Αρχίζει με την αίτηση για την ειρήνη, γιατί χωρίς αυτήν είναι αδύνατη η προσευχή.
Και οι πιστοί αναφωνούν νοερά, μαζί με τον χορό* που ψάλλει: «Κύριε ελέησον»(=Κύριε, ελέησέ μας).
Όρθιος μπροστά στην Ωραία Πύλη, κρατώντας πάντα ανασηκωμένο το οράριο σαν απλωμένη αγγελική φτερούγα, ο διάκονος παρακινεί τον λαό σε προσευχή
για την «άνωθεν ειρήνη» και την σωτηρία των ψυχών τους,
για την ειρήνη όλου του κόσμου, για να είναι ακλόνητες οι άγιες Εκκλησίες του Θεού και για την ένωση όλων των ανθρώπων,
για τον ιερό ναό και όσους μπαίνουν μέσα σ’ αυτόν με πίστη, ευλάβεια και φόβο Θεού,
για τον Αρχιεπίσκοπο,
για το έθνος μας, τους άρχοντες και τον στρατό,
για την πόλη ή το χωριό, όπου τελείται η Λειτουργία,
για να είναι ευνοϊκές οι καιρικές συνθήκες, για να δώσει η γη πλούσιους καρπούς και για χρόνια ειρηνικά,
για τους ταξιδιώτες, τους αρρώστους, τους κουρασμένους, τους αιχμαλώτους
για να απαλλαγούμε όλοι μας από κάθε οργή, κίνδυνο και δύσκολη περίσταση.
Για να δείξει την αδυναμία των προσευχών μας, ο διάκονος στρέφεται στις μορφές της Θεοτόκου και των Αγίων, στο Τέμπλο, και καλεί τους πιστούς να θυμηθούν εκείνους που ήξεραν να προσεύχονται καλύτερα από εμάς, και που τώρα παρακαλούν για μας στους ουρανούς. Μας καλεί επίσης να προσφέρουμε ο καθένας τον εαυτό του κι ο ένας τον άλλον, καθώς και όλη τη ζωή μας στον Χριστό και Θεό μας.
(Νικολάι Βασιλίεβιτς Γόγκολ,
«Στοχασμοί Στη Θεία Λειτουργία» – Διασκευή)
Η ειρήνη
«Εν ειρήνη του Κυρίου δεηθώμεν!
Ειρήνη πάσι!
Πολύ συχνά ακούμε στον ναό εκφωνήσεις και ευχές που μιλούν για την ειρήνη. Μας υπενθυμίζουν ότι βρισκόμαστε στον οίκο του Θεού της ειρήνης και ότι η Εκκλησία του Χριστού είναι το βασίλειο της ειρήνης. Γι’ αυτό κάθε πιστός πρέπει να βιώνει την ειρήνη στις σχέσεις του προς τον Θεό, προς τους ανθρώπους και προς τον ίδιο τον εαυτό του.
Προς τον Θεό, με τη διαρκή μετάνοια και την τήρηση των εντολών Του.
Προς τους ανθρώπους, με την αγάπη, την υπομονή, την πραότητα, την ανοχή, την σπλαγχνικότητα.
Και προς τον εαυτό του, με την υπακοή στην φωνή της συνειδήσεώς του.
Ας θυμόμαστε πάντα την συμβουλή του Αποστόλου: «Να Επιδιώκετε Την Ειρήνη Με Όλους. Επιδιώκετε Και Την Αγιότητα, Χωρίς Την Οποία Κανείς Δεν Θ’ Αντικρύσει Τον Κύριο» (Εβρ. 12,14).
(Άγιος Ιωάννης Της Κροστάνδης)
 
Τα «αντίφωνα»
 
Είναι στίχοι από ψαλμούς, που συνοδεύονται από έναν ύμνο («εφύμνιο»).
Ψάλλονται «κατ’ αντιφωνίαν», δηλαδή κάποιος απαγγέλει τον στίχο και στη συνέχεια, όλος ο χορός ψέλνει το «εφύμνιο».
Τα αντίφωνα είναι τρία.
 Το πρώτο έχει σαν εφύμνιο το: «Ταις πρεσβείαις της Θεοτόκου, Σώτερ, σώσον ημάς».
Το εφύμνιο του δευτέρου είναι: «Σώσον ημάς, Υιέ Θεού, ο αναστάς εκ νεκρών, ψάλλοντάς Σοι: Αλληλούια».
Το εφύμνιο του τρίτου είναι το απολυτίκιο της ημέρας.
Τρεις φορές επαναλαμβάνεται η μικρή συναπτή : «’Ετι και έτι εν ειρήνη….», «Αντιλαβού, σώσον…», «Της Παναγίας αχράντου…». Δεν είναι επανάληψη παλαιών ή των ίδιων αιτήσεων, αλλά είναι αναζήτηση καινούργιων εμπειριών. Ξανά και ξανά λοιπόν ζητάμε το έλεος Του, γιατί είναι απερίγραπτοι και απερινόητοι οι οικτιρμοί Του. Εκτός αυτών η επανάληψη μέσα στη Λατρεία και τη ζωή γενικότερα είναι σύνηθες φαινόμενο, εφ’ όσον είναι ευχάριστη η επανάληψη και ουσιώδης. Ποια μάνα δεν φιλάει ξανά και ξανά το παιδί της.
 
Η μικρή είσοδος
 
Είναι μια μικρή λιτανεία, που γίνεται στην αρχή σχεδόν της Θ. Λειτουργίας.
Η μικρή είσοδος συμβολίζει την έναρξη της δημόσιας ζωής και δράσης του Χριστού. Όταν, δηλαδή, αφού βαπτίσθηκε στον Ιορδάνη από τον Άγιο Ιωάννη τον Πρόδρομο, άρχισε να εμφανίζεται μπροστά στα πλήθη των ανθρώπων και να τους διδάσκει τον Λόγο του Θεού.
Ενώ ψάλλεται το «γ’ αντίφωνο», που είναι το απολυτίκιο της ημέρας, ο ιερέας πλησιάζει στην αγία Τράπεζα, παίρνει το Ευαγγέλιο και το βγάζει έξω, στον λαό.
Δεν βγαίνει από την κεντρική πύλη του Ιερού Βήματος, την «Ωραία Πύλη», αλλά από την πλαϊνή.
Ο Ιερέας κρατάει στα χέρια του το Ιερό Ευαγγέλιο. Είναι το πιο ιερό βιβλίο για την Εκκλησία μας. Βρίσκεται πάντοτε πάνω στην Αγία Τράπεζα. Περιέχει αποσπάσματα από τα τέσσερα ευαγγέλια, δηλ. τα κείμενα στα οποία οι τέσσερις Ευαγγελιστές (Ματθαίος, Μάρκος, Λουκάς, Ιωάννης) κατέγραψαν τη ζωή και τη διδασκαλία του Χριστού.
Κρατάει μάλιστα το Ευαγγέλιο μπροστά από το πρόσωπό του. Δείχνει ότι δεν περνάει ανάμεσά μας αυτός, αλλά ο Κύριος που σε λίγο θα μας διδάξει.
Μπροστά από τον Ιερέα πηγαίνουν παιδιά με λαμπάδες και εξαπτέρυγα. Η λαμπάδα στην Μικρή Είσοδο συμβολίζει τον Άγιο Ιωάννη τον Πρόδρομο. Αυτός προχώρησε μπροστά από τον Χριστό, για να ετοιμάσει το δρόμο Του. Κήρυττε στους ανθρώπους ότι «Να, Έφτασε Η Βασιλεία Των Ουρανών».
 
Μόλις φτάσει στο κέντρο του ναού ο ιερέας αναφωνεί: «Σοφία. Ορθοί». Διακηρύσσει έτσι ότι η Σοφία του Θεού φανερώθηκε στον κόσμο με το κήρυγμα του Ευαγγελίου. Με το «Ορθοί» καλεί όλους να σταθούν ευλαβικά όρθιοι.
Ύστερα όλοι μαζί ψέλνουμε: «Δεύτε προσκυνήσωμεν και προσπέσωμεν Χριστώ. Σώσον ημάς, Υιέ Θεού, ο αναστάς εκ νεκρών, ψάλλοντάς Σοι: Αλληλούια».
Δηλαδή: «Ελάτε, Ας Προσκυνήσουμε Κι Ας Λατρεύσουμε Τον Χριστό. Σώσε Μας, Υιέ Του Θεού, Εσύ Που Αναστήθηκες Από Τους Νεκρούς, Εμάς Που Σου Ψέλνουμε: Αλληλούια».
Στη συνέχεια μπαίνει πάλι στο Ιερό Βήμα. Οι ψάλτες ψέλνουν τα απολυτίκια της εορτής ή του αγίου, που τιμά η Εκκλησία την ημέρα εκείνη. Κι ακόμη, το απολυτίκιο του Αγίου, στον οποίο είναι αφιερωμένος ο ναός και το κοντάκιο της εορτής.
Σε λίγο ψέλνουμε τον Τρισάγιο Ύμνο, δηλαδή το «Άγιος ο Θεός, άγιος Ισχυρός, άγιος αθάνατος, ελέησον ημάς».
Αυτό σημαίνει: «Άγιος Είσαι Ο Θεός, Άγιος Και Ισχυρός, Άγιος Και Αθάνατος. Ελέησέ Μας».
 
Τα αναγνώσματα
 
Στη συνέχεια, ο αναγνώστης θα διαβάσει τον Απόστολο, δηλαδή ένα κομμάτι από τις επιστολές που έγραψαν οι Απόστολοι σε διάφορες Εκκλησίες ή από τις «Πράξεις των Αποστόλων».
Όταν τελειώσει και ο Απόστολος, ο Ιερέας θα εμφανισθεί στην Ωραία Πύλη. Θα κρατάει και πάλι το Ευαγγέλιο, ανοιχτό αυτή τη φορά.
Μπορούμε να δούμε ότι στο κάλυμμα του βιβλίου από την μία πλευρά είναι σκαλισμένη η εικόνα της Σταύρωσης και από την άλλη, της Ανάστασης.
Τώρα οι πιστοί ακούν ένα απόσπασμα από το ιερό αυτό βιβλίο, που θα το διαβάσει ο Ιερέας.
«Με τα κεφάλια σκυμμένα ευλαβικά, προσέχοντας το Ευαγγέλιο, όλοι αγωνίζονται να δεχθούν μέσα τους τον σπόρο του θείου Λόγου. Τον σπόρο που σπέρνει ο ουράνιος σποριάς με το στόμα του Ιερέα Του στις καρδιές τους. Όχι όμως στις καρδιές εκείνες, που ο Σωτήρας παρομοίασε με τη γη δίπλα στο δρόμο, όπου, αν και έπεσε ο σπόρος, καταπατήθηκε και τα πετεινά του ουρανού, δηλ. οι κακές σκέψεις μας, τον κατέφαγαν.
 Ούτε στις καρδιές που μοιάζουν με πέτρινο έδαφος, όπου μολονότι δέχονται μετά χαράς τον σπόρο του λόγου, αυτός δεν βγάζει βαθειές ρίζες –γιατί είναι καρδιές χωρίς βάθος κι ο σπόρος μόλις βλαστήσει ξεραίνεται. Ούτε και στις καρδιές που μοιάζουν με γη γεμάτη αγκάθια (τις φροντίδες και τις μέριμνές μας), που πνίγουν τον σπόρο μόλις φυτρώσει. Καρποφορεί μόνο στις καρδιές που μοιάζουν με την καλή γη και δίνουν καρπό, άλλη εκατό φορές περισσότερο, άλλη εξήντα και άλλη τριάντα».
(Νικολάι Γκόγκολ, Στοχασμοί Στη Θεία Λειτουργία)
 
Η Λειτουργία των πιστών
 
Στα παλιά χρόνια, που οι Χριστιανοί βαπτίζονταν σε μεγάλη ηλικία, όσοι δεν είχαν βαπτισθεί ακόμη, αλλά πήγαιναν στη Θεία Λειτουργία για να ακούσουν τον Λόγο του Θεού –οι Κατηχούμενοι– έφευγαν από το ναό μετά το Ευαγγέλιο, μόλις τελείωνε ο Ιερέας το κήρυγμα. Έμεναν τότε μόνο οι βαπτισμένοι Χριστιανοί, οι Πιστοί. Αυτοί μόνο μπορούσαν να συμμετέχουν στη Θεία Λειτουργία και όταν θα ερχόταν η ώρα, να κοινωνούν.
Έτσι, μετά το Ευαγγέλιο αρχίζει το μέρος της Θείας Λειτουργίας, που ονομάζεται Λειτουργία των Πιστών.
Από το σημείο αυτό δεν επιτρέπεται να φεύγει κανείς από το ναό. Όλοι θα μείνουν μέχρι το τέλος της Θ. Λειτουργίας!
Ο ψάλτης αρχίζει τον Χερουβικό Ύμνο, που καλεί τους πιστούς να ξεχάσουν κάθε φροντίδα την ώρα εκείνη, γιατί θα υποδεχθούν τον Βασιλιά των Όλων, μαζί με στρατιές Αγγέλων.
Την ώρα εκείνη ο Ιερέας απλώνει πάνω στην Αγία Τράπεζα το Ειλητό, ένα μεταξωτό πανί, που εικονίζει την ταφή του Κυρίου. Πάνω σ’ αυτό το πανί θα τοποθετηθούν, μετά τη Μεγάλη Είσοδο, ο άγιος Δίσκος (που περιέχει τον Αμνό και τις μερίδες της Παναγίας, των Αγίων και όλων των πιστών) και το Άγιο Ποτήριο (που περιέχει κρασί και λίγο νερό). Ύστερα, βγαίνει στην Ωραία Πύλη και θυμιάζει όλους τους πιστούς για να θυμίσει σε όλους πως πρέπει να κατευθύνουν την προσευχή τους σαν θυμίαμα μπροστά στον Κύριο, λέγοντας τον 50ο ψαλμό του Δαυίδ, δηλαδή τον ψαλμό της μετανοίας. Το θυμίαμα αυτό συμβολίζει τη σμυρναλόη του Νικοδήμου. Πριν πάρει στα χέρια του ο Λειτουργός τα τίμια Δώρα, ζητά συγγνώμη από τους τυχόν συλλειτουργούς του Ιερείς, και κατόπιν βγαίνει στην Ωραία Πύλη και ζητά συγγνώμη από το λαό.
 
Η Μεγάλη Είσοδος
 
Ο Ιερέας ξεκινάει από την Προσκομιδή και, κρατώντας τον Άγιο Δίσκο και το Άγιο Ποτήριο, περνάει ανάμεσα από τους πιστούς και από την Ωραία Πύλη μπαίνει στο Ιερό Βήμα για να τα τοποθετήσει πάνω στην Αγία Τράπεζα και να τα σκεπάσει με ένα τετράγωνο ύφασμα, τον «Αέρα», που συμβολίζει το λίθο που σφράγισε τον Πανάγιο Τάφο.
Η λιτανεία αυτή συμβολίζει την είσοδο του Κυρίου στα Ιεροσόλυμα για το πάθος και την πορεία του Κυρίου προς τον Γολγοθά και τον Πανάγιο Τάφο (δηλαδή την εναπόθεση Του στην Αγία Τράπεζα). Λέγεται «Μεγάλη Είσοδος» διότι πλησιάζει η τέλεση του μεγάλου Μυστηρίου. Το θυμίαμα κατά την Μεγάλη Είσοδο συμβολίζει το Άγιο Πνεύμα με τη φωτιά του θυμιατού και τον ευωδιαστό καπνό του θυμιάματος. Το θυμίαμα μετά την απόθεση των τιμίων Δώρων επάνω στο Αντιμήνσιο και την κάλυψη τους με τον Αέρα, υποδηλώνει τα αρώματα των Μυροφόρων. Σε ορισμένους ναούς και στα μοναστήρια, μετά την Μεγάλη Είσοδο, κλείνονται πρώτα τα Βημόθυρα (οι ξύλινες μικρές πόρτες της Ωραίας Πύλης), που σημαίνουν την κάθοδο στον Άδη, και κατόπιν το καταπέτασμα (η κουρτίνα της Ωραίας Πύλης), που υποδηλώνει την εγκατάσταση της κουστωδίας.
 
Συναπτή Τιμίων Δώρων
 
Ύστερα από τη Μεγάλη Είσοδο ακολουθούν οι «Αιτήσεις». Με αυτές ο Ιερέας μας καλεί να ζητήσουμε από τον Κύριο ειρηνική και χωρίς αμαρτίες την ημέρα μας, Άγγελο φύλακα από κάθε κακό, συγχώρηση των αμαρτιών μας, τα καλά και ωφέλιμα για τις ψυχές μας και ειρήνη στον κόσμο και άλλα πνευματικά αγαθά. Κι εμείς, σε κάθε αίτηση, απαντάμε: «Παράσχου, Κύριε» (δηλαδή, «Χάρισέ μας, Κύριε»).
Κατόπιν μας προτρέπει να αγαπήσουμε ο ένας τον άλλο. Στηρίζεται στα λόγια του Χριστού, σύμφωνα με τα οποία δεν είναι δυνατόν να προσφέρει κανείς το δώρο του στον Θεό, αν προηγουμένως δεν έχει συγχωρεθεί με τον αδελφό του.

Σύμβολο της Πίστεως

Πλησιάζει μετά η ομολογία της πίστεως, όταν δηλαδή όλοι μαζί θα πούμε το «Πιστεύω». Γι’ αυτό ακολουθεί το παράγγελμα του διακόνου: «Τας θύρας, τας θύρας! Εν σοφία πρόσχωμεν». Στα παλιά χρόνια οι θυρωροί έπρεπε να προσέχουν τις πόρτες, μήπως μπει στο ναό κάποιος κατηχούμενος ή άπιστος.
Ενώ απαγγέλουμε το Σύμβολο της Πίστεως, ο Ιερέας ξεσκεπάζει τα τίμια Δώρα και ανακινεί πάνω τους τον «Αέρα». Αυτό συμβολίζει την πνοή του Αγίου Πνεύματος, που σε λίγο θα τα καθαγιάσει.
 
Αγία Αναφορά
 
Μετά καλούμαστε να σταθούμε με ευλάβεια και σεβασμό: «Στώμεν καλώς, στώμεν μετά φόβου…». Τώρα θα προσφέρουμε στο Θεό το μεγάλο Μυστήριο, δείγμα λατρείας και αφοσίωσης.
Ο Ιερέας αρχίζει να απαγγέλλει τη μεγάλη ευχή του Καθαγιασμού των τιμίων Δώρων. Με αυτήν ευχαριστεί τον Θεό για όσα μας έχει δώσει και ιδίως, γιατί έστειλε τον Μονογενή Υιό Του που μας παρέδωσε το μεγάλο Μυστήριο.
Στο σημείο αυτό εκφωνεί τα λόγια, με τα οποία ο Κύριος συνέστησε το Μυστήριο στη διάρκεια του Μυστικού Δείπνου:
«Λάβετε, φάγετε, τούτο μου εστί το Σώμα, το υπέρ υμών κλώμενον εις άφεσιν αμαρτιών» -δηλαδή, «Λάβετε και φάγετε, αυτό είναι το Σώμα μου, που για χάρη σας κομματιάζεται, για τη συγχώρεση των αμαρτιών σας». Την ώρα αυτή ο Ιερέας δείχνει το ψωμί, που σε λίγο θα γίνει Σώμα Χριστού.
Και μετά από λίγο, δείχνει το Άγιο Ποτήριο με το κρασί και λέει:
«Πίετε εξ αυτού πάντες, τούτο εστί το Αίμα μου, το της Καινής Διαθήκης, το υπέρ ημών εκχυνόμενον εις άφεσιν αμαρτιών» -δηλαδή, «Πιείτε απ’ αυτό όλοι, αυτό είναι το Αίμα μου, το αίμα της Καινής Διαθήκης, που χύνεται για σας και για όλους, για την άφεση των αμαρτιών σας».
Και καταλήγει ο Ιερέας, υψώνοντας μαζί τον Άγιο Δίσκο και το Άγιο Ποτήριο: «Τα σα εκ των σων σοί προσφέρομεν κατά πάντα και δια πάντα» -δηλαδή, «αυτά τα δικά Σου Δώρα προσφέρουμε σ’ Εσένα σε κάθε καιρό και για όλες τις ευεργεσίες Σου».
Και ακολουθεί η μεγάλη στιγμή. Ο Ιερέας παρακαλεί τον Θεό να στείλει το Άγιο Πνεύμα στα τίμια Δώρα και να τα μεταβάλει σε Σώμα και Αίμα Χριστού.
Ο Ιερέας ευλογεί με το σημείο του Σταυρού πάνω από τον Άγιο Άρτο, λέγοντας: «Και ποίησον τον μεν άρτον τούτον τίμιον σώμα του Χριστού σου. Αμήν» -δηλαδή, «Και κάνε αυτόν τον Άρτο, το ίδιο το τίμιο Σώμα του Χριστού Σου. Αμήν».
Και μετά ευλογεί πάνω από το Άγιο Ποτήριο, λέγοντας: «Το δε εν τω Ποτηρίω τούτω τίμιον αίμα του Χριστού σου. Αμήν» -που σημαίνει: «Κι αυτό που είναι μέσα σε τούτο το Ποτήριο, (κάνε το) το ίδιο το τίμιο Αίμα του Χριστού Σου. Αμήν».
Και στη συνέχεια, ευλογώντας σταυρωτά τον Άγιο Άρτο και το Άγιο Ποτήριο, ο Ιερέας λέει: «Μεταβαλών τω Πνεύματί Σου τω Αγίω. Αμήν, αμήν, αμήν» -δηλαδή, «Αφού τα μεταβάλεις με το Πνεύμα Σου το Άγιο. Αμήν, αμήν, αμήν».
Έτσι γίνεται το θαύμα της μεταβολής του ψωμιού και του κρασιού, που προσέφεραν οι Χριστιανοί, στο ίδιο το Σώμα και το ίδιο το Αίμα του Χριστού. Πόσο μεγάλη είναι η τιμή που μας γίνεται, να παρευρισκόμαστε στο μεγάλο αυτό θαύμα!
Την ίδια ώρα οι πιστοί ψάλλουν: «Σε υμνούμεν, σε ευλογούμεν, σοί ευχαριστούμεν, Κύριε, και δεόμεθά σου ο Θεός ημών» -που σημαίνει: «Εσένα υμνούμε, Εσένα ευλογούμε, Εσένα ευχαριστούμε, Κύριε, και Σε παρακαλούμε, Θεέ μας».
Μετά τον Καθαγιασμό των τίμιων Δώρων, ο Ιερέας μνημονεύει όλα τα μέλη της Εκκλησίας. Πρώτα τους Αγίους –και εξαιρετικά την Θεοτόκο. Ύστερα τους κεκοιμημένους Χριστιανούς. Τέλος, τους ζωντανούς, με πρώτον τον Αρχιεπίσκοπο. Και για να μη μείνει κανείς έξω από το μεγάλο Δείπνο, στο τέλος ζητάει από τον Κύριο να θυμηθεί: «και ων έκαστος κατά διάνοιαν έχει και πάντων και πασών» -δηλαδή, «και όλους όσους έχει στο νου του ο καθένας, άντρες και γυναίκες».
 
Δίπτυχα
 
Μετά τον Καθαγιασμό των τίμιων Δώρων, ο Ιερέας μνημονεύει όλα τα μέλη της Εκκλησίας. Πρώτα τους Αγίους –και εξαιρετικά την Θεοτόκο. Ύστερα τους κεκοιμημένους Χριστιανούς. Τέλος, τους ζωντανούς, με πρώτον τον Αρχιεπίσκοπο. Και για να μη μείνει κανείς έξω από το μεγάλο Δείπνο, στο τέλος ζητάει από τον Κύριο να θυμηθεί: «και ων έκαστος κατά διάνοιαν έχει και πάντων και πασών» -δηλαδή, «και όλους όσους έχει στο νου του ο καθένας, άντρες και γυναίκες».
Σε λίγο, αρχίζει η προετοιμασία για την Θεία Κοινωνία.
Όταν ο Ιερέας παύσει να μνημονεύει τα ονόματα των πιστών, βγαίνει στην Ωραία Πύλη και ευλογεί όλο το εκκλησίασμα με τον Τίμιο Σταυρό, λέγοντας: «Και έσται τα ελέη του μεγάλου Θεού και Σωτήρος ημών Ιησού Χριστού μετά πάντων υμών», δηλαδή: «Και ας είναι οι δωρεές του μεγάλου Θεού και Σωτήρα μας Ιησού Χριστού μαζί με όλους σας». Και οι πιστοί απαντούν: «Και μετά του πνεύματός σου» -«Και με το δικό σου πνεύμα».
Και τότε, αμέσως αρχίζει η προετοιμασία για την Θεία Κοινωνία.
 
Με μια σειρά δεήσεις μπροστά από τα καθαγιασμένα ήδη Τίμια Δώρα, ο Ιερέας παρακαλεί τον Θεό να αξιώσει αυτόν και τους πιστούς να μεταλάβουν τα άχραντα μυστήρια. Και ο λαός απαντά: «Κύριε ελέησον» ή «Παράσχου Κύριε».
 
Η Κυριακή Προσευχή
 
Τότε απαγγέλουν όλοι μαζί την «Κυριακή προσευχή», δηλ. την προσευχή που δίδαξε ο Κύριος στους μαθητές του, πάνω σε ένα ύψωμα της Γαλιλαίας:
Με την Κυριακή προσευχή, το Πάτερ ημών δηλαδή, οι πιστοί παρακαλούν τον Θεό, που τον ονομάζουν Πατέρα τους:
Να δοξάζεται το όνομα του Θεού σε όλους τους ανθρώπους, με τα λόγια και τα έργα των πιστών Του
Να έρθει η Βασιλεία του Θεού στις ψυχές όλων των ανθρώπων
Να εφαρμόζεται από όλους τους ανθρώπους το άγιο θέλημα του Θεού
Να δώσει ο Θεός «τον επιούσιο άρτο», δηλ. όλα όσα είναι αναγκαία για την ψυχή και το σώμα του ανθρώπου, και πρώτα απ’ όλα το ίδιο το Σώμα και το Αίμα Του
Να συγχωρήσει τις αμαρτίες τους, με την προϋπόθεση ότι κι αυτοί θα συγχωρούν τις αμαρτίες των άλλων
Να μην επιτρέψει να βρεθούν σε περιστάσεις που θα τους εκθέσουν στον κίνδυνο της αμαρτίας.
Και στο τέλος, ομολογούν –με το στόμα του Ιερέα- ότι ο Θεός μπορεί να τους δώσει όλα αυτά γιατί είναι ο αιώνιος βασιλιάς και ο Παντοδύναμος Θεός, που προστατεύει και βοηθά τους ανθρώπους.
 
Κοινωνικό
 
Στη συνέχεια ο Ιερέας ευλογεί τους πιστούς, λέγοντας: «Ειρήνη πάσι» -«Ειρήνη σε όλους»- και σε λίγο τους λέει: «Πρόσχωμεν» -«Ας προσέξουμε».
Αμέσως ύστερα, υψώνει τον Άγιο Άρτο και αναφωνεί: «Τα άγια τοις αγίοις»-δηλαδή, «Τα άγια Δώρα είναι για τους αγίους». Εννοεί με αυτό ότι πρέπει να είναι άγιοι όσοι θα δεχτούν μέσα τους το Άγιο Σώμα και το Αίμα του Κυρίου. Ότι δηλαδή πρέπει να είναι κατάλληλα προετοιμασμένοι και καθαρισμένοι από τις αμαρτίες τους για να κοινωνήσουν. Και βέβαια, ο Χριστιανός καθαρίζεται από τις αμαρτίες όταν τις ακουμπά στο επιτραχήλιο του Πνευματικού, στο μυστήριο της Ιεράς Εξομολόγησης, αφού πρώτα μετανοήσει (μετανοιώσει) ειλικρινά γι’ αυτές. Τότε κλείνει η Ωραία Πύλη.
Ο Ιερέας χωρίζει σε 4 μέρη τον Άγιο Άρτο. Το πρώτο από αυτά τα μέρη το ρίχνει μέσα στο Άγιο Ποτήριο, που περιέχει το πανάχραντο Θείο Αίμα. Το δεύτερο το βάζει στην άκρη για να κοινωνήσουν ο ίδιος και ο διάκονος, χωριστά από το Αίμα. Και τα άλλα μέρη τα κόβει σε μικρότερα τεμάχια, ανάλογα με τον αριθμό εκείνων που θα κοινωνήσουν.
 
Μ’ αυτόν τον τεμαχισμό δεν διαιρείται το Σώμα του Χριστού. Και στο μικρότερο κομματάκι απ’ αυτά διατηρείται ολόκληρος ο Χριστός – όπως κάθε μέλος του ζωντανού σώματος μας είναι παρούσα ψυχή, όχι μερισμένη, αλλά ενιαία και αδιαίρετη. Όπως σε ένα καθρέφτη, που αν σπάσει σε χίλια κομμάτια, τα ίδια αντικείμενα εξακολουθούν να καθρεφτίζονται ακόμα και στο μικρότερο κομμάτι. Όπως τέλος ένας ήχος διατηρείται ακέραιος και ολόκληρος έστω και αν τον ακούνε χιλιάδες αυτιά.
Ακόμη, θα ρίξει στο Άγιο Ποτήριο το «άγιο ζέον», δηλ. ζεστό νερό, που συμβολίζει την ζεστή Πίστη όσων συμμετέχουν στη Θ. Λειτουργία και τη θερμότητα του Αγίου Πνεύματος.
Ύστερα γονατίζει και διαβάζει κάποιες ευχές με τις οποίες παρακαλεί τον Κύριο να μεταλάβει αξίως. Ο ίδιος και ο διάκονος, αν υπάρχει, κοινωνούν πρώτα το Σώμα και μετά το Αίμα του Κυρίου, χωριστά. Και αφού κοινωνήσουν, βάζουν προσεκτικά ό,τι υπάρχει πάνω στον Άγιο Δίσκο, μέσα στο Άγιο Ποτήριο.
 
Στον καιρό της πρώτης Εκκλησίας, οι πιστοί κοινωνούσαν τα θεία Μυστήρια χωριστά, όπως σήμερα οι κληρικοί, παίρνοντας ο καθένας στα χέρια του το πανάχραντο Σώμα του Κυρίου, και πίνοντας ύστερα από το Ποτήριο το πανάχραντο Αίμα Του. Όταν όμως κάποιοι χριστιανοί αμαθείς και απαίδευτοι – χριστιανοί στο όνομα μόνο – άρχισαν να παίρνουν τα Τίμια Δώρα στα σπίτια τους και να τα χρησιμοποιούν σε δεισιδαιμονικές και βλάσφημες τελετές, ή και μέσα στην Εκκλησία να τα αντιμετωπίζουν με ασέβεια, δημιουργώντας θόρυβο και ταραχή, ο άγιος Ιωάννης ο Χρυσόστομος θέσπισε να δίνονται στο λαό ενωμένα το Σώμα και το Αίμα. Και όχι μέσα στα χέρια τους, αλλά απευθείας στο στόμα, με την αγία Λαβίδα, που εικονίζει την λαβίδα εκείνη με το αναμμένο κάρβουνο, με την οποία το πύρινο Σεραφείμ άγγιξε τα χείλη του προφήτη Ησαΐα, θυμίζοντας έτσι σε όλους τι είναι αυτό που άγγιξε τα χείλη τους. Αφού κοινωνήσει πρώτα ο ίδιος και έπειτα μεταδώσει τα Θεία Δώρα και στο διάκονο, ο λειτουργός του Χριστού, εμφανίζεται σαν ένας καινούργιος άνθρωπος, καθαρισμένος με τη θεία Κοινωνία από όλα του τα αμαρτήματα, σαν αληθινά άγιος αυτή τη στιγμή και άξιος να μεταδώσει τα Θεία Δώρα στους πιστούς.
 
Θεία Κοινωνία - Θεία Μετάληψη
 
Βγαίνει στην Ωραία Πύλη, κρατώντας το Άγιο Ποτήριο και καλεί τους πιστούς λέγοντας: «Μετά φόβου Θεού, πίστεως και αγάπης προσέλθετε» -δηλαδή, «Πλησιάστε με φόβο Θεού, πίστη και αγάπη».
Και όσοι είναι προετοιμασμένοι –καθαρισμένοι από τις αμαρτίες τους, νηστικοί εκείνο το πρωΐ, χωρίς μίσος για κάποιον αδελφό τους, με προσευχή– πλησιάζουν για να δεχθούν μέσα τους το Σωμα και το Αίμα του Χριστού. Για να γίνουν «σύσσωμοι και σύναιμοι Χριστού» -δηλ. για να έχουν το ίδιο με τον Χριστό Σώμα και το ίδιο Αίμα.
 
Ευχαριστία - Απόλυση

Μετά την Θ. Κοινωνία ψέλνουν όλοι το «Είδομεν το φως το αληθινόν…», έναν ύμνο για το Άγιο Πνεύμα, με τον οποίο ομολογούν την πίστη τους στην Αγία Τριάδα και την δοξολογούν, με αφορμή το μεγάλο μυστήριο που τελέσθηκε με τη δύναμη του Τριαδικού Θεού και στο οποίο όλη η Εκκλησία συμμετείχε.
Όλοι οι πιστοί ευχαριστούν τον Θεό, για το Σώμα και το Αίμα του Χριστού, το οποίο κοινώνησαν. Και βέβαια, εννοείται ότι κανείς δεν φεύγει πριν ευχαριστήσει τον Θεό για τα μεγάλα αυτά Δώρα. Αλλιώς μοιάζει με τον Ιούδα, που έφυγε από τον Μυστικό Δείπνο, αμέσως μόλις έλαβε από τον Άρτο.
Οι πιστοί, γεμάτοι ευγνωμοσύνη στον Κύριο για την Θεία Κοινωνία και για τις πλούσιες ευλογίες ψέλνουν τον ύμνο του Ιώβ: «Είη το όνομα Κυρίου ευλογημένον από του νυν και έως του αιώνος» -«Ας είναι το όνομα του Κυρίου ευλογημένο, τώρα και πάντοτε».
 
Ύστερα, ο Ιερέας ευλογεί τους πιστούς και κάνει την απόλυση. Τώρα οι πιστοί μπορούν να απολυθούν εν ειρήνη, δηλαδή να αποχωρήσουν από το ναό με την ειρήνη του Θεού, για να πάνε στο σπίτι τους να … συνεχίσουν την Θεία Λειτουργία. Όχι απαραίτητα να ψάλλουν, αλλά με την συμπεριφορά τους από εκεί και στο εξής  να φέρονται όπως αρμόζει σε όποιον κατοικεί μέσα του ο Χριστός. Να μεταφέρουν τον αγιασμό που δέχθηκαν σε όλους τους γύρω τους, στους οποίους βέβαια θα φέρονται με την αγάπη του Χριστού, που πρώτα στην Θ. Λειτουργία έζησαν.
Όσοι δεν κοινώνησαν, στο τέλος παίρνουν αντίδωρο από το χέρι του Ιερέα. Αντίδωρο είναι αυτό που δίνεται αντί για το δώρο, την Θ. Ευχαριστία. Ο καθένας, παίρνοντας ένα κομμάτι αντίδωρο, πρέπει να το δέχεται σαν ψωμί από το συμπόσιο εκείνο, όπου ο ίδιος ο Δημιουργός μίλησε στον λαό Του, και να το τρώει με ευλάβεια, θεωρώντας όλους τους ανθρώπους γύρω του σαν αληθινά και πολυαγάπητα αδέρφια του. Και, σύμφωνα με την αρχαία συνήθεια, πρέπει να το φάει πριν από κάθε άλλη τροφή. Μπορεί ακόμη να το πάρει στο σπίτι, στην οικογένειά του, ή να το προσφέρει σε αρρώστους, σε φτωχούς και σε κάθε άλλον, που για οποιονδήποτε λόγο δεν μπόρεσε να έρθει στην εκκλησία για την Λειτουργία.
Αλλά Και Όποιος Κοινώνησε Προσέχει, Σύμφωνα Με Την Παλαιά Ευλαβική Συνήθεια, Να Μην Φτύσει Την Ημέρα Εκείνη. Το Αίμα Του, Είπαμε, Έχει Γίνει Ένα Με Του Χριστού Το Αίμα Και Στο Στόμα Του Ενδέχεται Να Βρίσκεται Ακόμη Κάποιο Μικρό Κομμάτι Αγίου Άρτου, Που Ωστόσο Είναι Ολόκληρο Του Χριστού Το Σώμα.
Και βέβαια, δεν συμμετέχουμε στα άχραντα μυστήρια μόνο κάθε… Χριστούγεννα και Πάσχα. Σίγουρα, αν δεν κοινωνήσουμε σ’ αυτές τις μεγάλες γιορτές της Εκκλησίας μας, τα κοσμικά τραπέζια και τα πανηγύρια μόνο δεν έχουν κανένα νόημα. Δεν γεννιέται μέσα μας ο Χριστός ούτε ζούμε την Ανάστασή Του. Μόνο με την Θεία Κοινωνία γίνεται αυτό.
Η συμμετοχή μας, ωστόσο, να είναι όσο γίνεται πιο τακτική. Εννοείται, με την ευλογία του πνευματικού μας και μετά από κατάλληλη προετοιμασία. Όσο συχνότερα μπορεί κανείς να παίρνει μέρος σ’ αυτό το ιερό πανηγύρι της Αγάπης.
 
Διακόνημα