ΑΝ ΒΙΑΖΕΣΑΙ ΝΑ ΔΕΙΣ ΤΟΝ ΚΟΣΜΟ ΝΑ ΓΙΝΕΤΑΙ ΚΑΛΥΤΕΡΟΣ, ΑΡΧΙΣΕ ΑΠΟ ΤΟΝ ΕΑΥΤΟ ΣΟΥ. ΕΙΝΑΙ Ο ΣΥΝΤΟΜΟΤΕΡΟΣ ΔΡΟΜΟΣ.

Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα ΧΡΙΣΤΙΑΝΙΚΕΣ ΙΣΤΟΡΙΕΣ. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα ΧΡΙΣΤΙΑΝΙΚΕΣ ΙΣΤΟΡΙΕΣ. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Κυριακή 4 Φεβρουαρίου 2024

ΒΑΣΙΛΙΚΗ ΚΟΥΖΑΡΗ, ΜΙΑ ΧΡΙΣΤΙΑΝΗ ΑΓΩΝΙΣΤΡΙΑ ΠΟΥ ΗΞΕΡΕ ΜΟΝΟ ΤΟ ΚΑΛΟ!

 Βασιλική Κουζάρη, μια χριστιανή αγωνίστρια
που ήξερε μόνο το καλό
 
Γεννήθηκε το 1891 στο Βαρώσι της Αμμοχώστου της Κύπρου, που σήμερα είναι κατεχόμενο. Η οικογένεια της ήταν πολύ φτωχή. Είχε άλλα τέσσερα αδέλφια. Η ίδια ήταν η μικρότερη. Ορφάνεψε από μάννα, όταν ήταν πολύ μικρή. Ο Κωνσταντίνος Ψαράς που ήταν χήρος με δύο παιδιά ζήτησε σε γάμο την αδελφή της Μηλιά. Η Μηλιά του έβαλε σαν όρο να πάρη μαζί της και την δεκάχρονη τότε Βασιλική και το δέχθηκε. Η Βασιλική μεγάλωσε τα δύο ορφανά και άλλα επτά παιδιά που έκανε η αδελφή της με τον Κωνσταντίνο. Όλα τα παιδιά την αγαπούσαν περισσότερο από την μάννα τους, γιατί κι αυτή τα αγαπούσε πολύ.
 
Ο Κωνσταντίνος ως αντίδωρο της προσφοράς της προς τα παιδιά του και την οικογένεια του, της αγόρασε σπίτι στο κέντρο της πόλεως. Δεν την ξεχώρισε από τα παιδιά του και φρόντισε να την προικίση και να την αποκαταστήση. Ήταν ψηλή, εμφανίσιμη, με πολύ μακρυές κόκκινες πλεξούδες, και άσπρη επιδερμίδα με πολλές φακίδες. Παντρεύτηκε τον Πολύβιο Παρασκευά από την Λάπηθο, κατά 13 χρόνια μικρότερο της, χωρίς αυτό να αποτελέση εμπόδιο, και έζησαν πολύ αγαπημένοι. Εκ φύσεως ήταν πολύ αθώα, απονήρευτη και καλωσυνάτη. Αν και φτωχή ήταν πολύ ελεήμων. Ό,τι έπεφτε στα χέρια της το έδινε ελεημοσύνη. Είχε βαθειά πίστη στον Θεό και εμπιστοσύνη ακλόνητη στην πρόνοια Του.
 
Και πριν παντρευτή και αφού παντρεύτηκε αγαπούσε να μένη πολλές ώρες την ημέρα στην Εκκλησία. Σκούπιζε, άναβε τα καντήλια και προσευχόταν. Στην οικογένεια της και στο χωριό έλεγαν: «Η Βασιλού είναι αγία». Δεν έχανε ακολουθία και τηρούσε όλες τις νηστείες κατά γράμμα. Ήταν ταπεινή και για το κάθε τι ρωτούσε τους ιερείς. Ό,τι την συμβούλευαν το εδέχετο ως θέλημα Θεού και το τηρούσε. Δεν θύμωσε και δεν μάλωσε ποτέ με κανέναν. Δεν είχε εχθρούς. Σε όλους εφέρετο με αγάπη. Ήταν πρόθυμη να βοηθήση, να δώση ό,τι της ζητούσαν, κι ας ζημίωνε την οικογένεια της. Όταν έβλεπε κάποιον να θυμώνη και να φωνάζη, εστενοχωρείτο πολύ. Έλεγε: «Τον καημένο! Τί εχει; Μήπως δεν είναι καλά;». Ήταν πολύ ταπεινή. Δεν ήθελε να την ξέρη και να μιλά κανείς γι’ αυτήν. Ό,τι καλό έκανε, το έκρυβε επιμελώς.
 
Έλεγε πάντα την αλήθεια. Η γλώσσα της δεν μπορούσε να πή ψέματα, κι ας ήταν πολλές φορές εις βάρος της. Η Βασιλική, εκτός από τα εννιά παιδιά του Κωνσταντίνου, μεγάλωσε και τα δύο δικά της και αργότερα και τα εγγόνια της. Φαίνεται πως είχε γεννηθή για να μεγαλώνη παιδιά. Τα πήγαινε πολύ καλά μαζί τους, αλλά και με όλο τον κόσμο. Στα τόσα καλά που είχε η Βασιλική είχε και ένα φυσικό ελάττωμα ή συνήθεια, να μιλά πολύ. Ήταν πολυλογού, σε σημείο που έμεινε παροιμιώδης η πολυλογία της. Όταν κάποιος μιλούσε πολύ οι άλλοι έλεγαν: «Να,η Βασιλού». Από την πολυλογία της μερικές φορές ξεχνιόταν και έκαιγε το φαγητό. Ερχόταν ο άνδρας της από την δουλειά για να φάη το μεσημέρι, και αυτή με χαριτωμένο τρόπο του έλεγε: «Πολυβάκο μου, έκαψα το φαί. Να σου τηγανίσω δύο αυγά;».
 
Αυτός δεν διαμαρτυρόταν, έτρωγε κάτι πρόχειρο και πήγαινε πάλι στην δουλειά του. Ενώ όμως μιλούσε τόσο πολύ η Βασιλική για τον Χριστό, την Παναγία, τους Αγίους και για την οικογένεια της, δεν κατέκρινε ποτέ κανέναν. Ήταν πολύ αυστηρή στην κατάκριση, την θεωρούσε μεγάλη αμαρτία και ποτέ δεν σχολίαζε τα έργα των ανθρώπων. Έλεγε στην κόρη της: «Ανδρούλα, δεν θα σε δείρω ποτέ (και πράγματι, ποτέ της δεν έδειρε τα παιδιά της). Αλλά αν σε ακούσω να πής κάτι κακό για κάποιον άνθρωπο, θα σου την δώσω στο στόμα».
 
Ο γυιός της αγάπησε μία γυναίκα με τρία παιδιά κατά δέκα χρόνια μεγαλύτερη του. Η Βασιλική την δέχθηκε με πολλή αγάπη και έδωσε την ευχή της, που τους στήριξε και πρόκοψαν. Έλεγε για τη νύφη της: «Αυτήν μας έστειλε ο καλός Θεός. Είναι πολύ καλή». Η παρουσία του Θεού ήταν έντονη και ζωντανή στην ζωή της. Σε μεγάλη ηλικία πήγε προσκύνημα στα Ιεροσόλυμα. Σε κάποιο προσκύνημα οι υπόλοιποι την άφησαν πίσω γιατί ήταν ηλικιωμένη. Αυτή προχώρησε μόνη της, με μεγάλη ευκολία και στην απορία των άλλων είπε ότι την κρατούσε η Παναγία. Οι άλλοι δυσπιστούσαν ενώ αυτή επέμενε ότι ένιωθε ένα χέρι που την κρατούσε και την στήριζε, και βάδιζε εύκολα.
 
Δεν πήγε ποτέ σε γιατρό. Γιατρός της ήταν η Παναγία. Όταν αρρώσταινε έλεγε στον γυιό της: «Παναγιώτη, όχι γιατρό. Πάρε με στην Παναγία». Την έπαιρνε σηκωτή στην Εκκλησία της Αγίας Ζώνης στο Βαρώσι. Προσευχόταν, αλειφόταν με λαδάκι και γύριζε πίσω με τα πόδια υγιής. Μετά τον ξερριζωμό του 1974 η Βασιλική με τον σύζυγο της και την οικογένεια του γυιού της, κατέφυγαν στο προάστιο Πολεμίδια της Λεμεσού. Εκεί έζησε τέσσερα χρόνια και εκοιμήθη το 1978 σε ηλικία 87 ετών. Όλα τα παιδιά που μεγάλωσε μαζεύτηκαν και με αγάπη έκαναν την κηδεία της. Πρόσφεραν και χρήματα γιατί τότε μετά την προσφυγιά, υπήρχε μεγάλη φτώχεια.
 
Μετά από πέντε χρόνια εκοιμήθη και ο σύζυγος της. Για να τον θάψουν άνοιξαν τον τάφο της να κάνουν την ανακομιδή των οστών της και όλοι εξεπλάγησαν. Το φόρεμα και τα μαλλιά της Βασιλικής ήταν άθιχτα και τα οστά της ευωδίαζαν. Αυτό το επιβεβαιώνουν όλοι οι παρόντες κατά την εκταφή. Ο γυιός της έλεγε στην αδελφή του: «Ανδρούλα, δεν είμαι πολύ της Εκκλησίας. Αλλά τι να σου πώ! Όταν ανοίξαμε τον τάφο της μάννας, ευωδίαζε».
Αιωνία της η μνήμη. Αμήν.
 
Πηγή: Ασκητές μέσα στον κόσμο, τόμος Β, έκδοση Ιερού Ησυχαστηρίου «Άγιος Ιωάννης ο Πρόδρομος», σ.103-107,  Μεταμόρφωση Χαλκιδικής, 2012

ΑΛΕΞΑΝΔΡΟΣ ΠΑΠΑΔΙΑΜΑΝΤΗΣ: ΧΡΙΣΤΙΑΝΟΣ ΜΕΧΡΙ ΘΑΝΑΤΟΥ!

 ΧΡΙΣΤΙΑΝΟΣ ΜΕΧΡΙ ΘΑΝΑΤΟΥ!
Αλέξανδρος Παπαδιαμάντης
 
..Τὸν ἔφεραν εἰς τὸν τόπον τῆς καταδίκης. Ἡτοίμασαν τὴν ἀγχόνην.
- Ἐσκότωσες τὸν ἄνθρωπον!
- Ὄχι!
- Γίνε Τοῦρκος!
- Κύριε Ἰησοῦ Χριστέ!
Δύο ἢ τρεῖς Τοῦρκοι μὲ πλατέα σαρίκια, παριστάμενοι εἰς τὸν ἀπαίσιον τόπον, ἤρχισαν νὰ νουθετοῦν τὸν κατάδικον.
- Ἔλα εἰς τὴν ἀληθινὴν πίστιν, ἄνθρωπε, νὰ γλυτώσῃς… Δὲν λυπᾶσαι τὰ νιᾶτά σου;
- Γίνε, γκιουζὲλ Γκιαούρ, γίνε Τοῦρκος! Δὲν ἔχεις γονεῖς; Δὲν λυπᾶσαι τὴ μάννα σου;
- Παντρεμένος εἶσαι; Δὲν λυπᾶσαι τὰ παιδιά σου;
Ὁ Κωσταντὴς εἶχεν ὀλιγοψυχήσει καὶ πάλιν. Ἐκρατήθη ἡ φωνή του.
- Θὰ γίνης; Τ᾿ ἀπεφάσισες;
- Ὄχι! Δὲν κολάζω τὴν ψυχὴ τοῦ νοννοῦ μου, ποὺ μ᾿ ἐβάφτισε.
Ὁ δήμιος ἔσυρε τὸ σχοινίον.
- Θὰ γίνῃς Τοῦρκος;
- Ἡ τελευταία ὥρα σου!
- Ὄχι! Δὲν κολάζω τὸν νοννό μου!
Ὁ δήμιος ἡτοίμασε τὴν θηλειάν.
- Σῦρε λοιπὸν εἰς τὸν ᾍδην, ἄπιστε!
- Μνήσθητί μου, Κύριε!
Καὶ μετ᾿ ὀλίγα λεπτά, ὁ νέος ἤσπαιρε κρεμάμενος εἰς τὴν ἀγχόνην...

Δευτέρα 15 Ιανουαρίου 2024

ΤΟ ΘΑΥΜΑΣΤΟ ΓΕΓΟΝΟΣ ΤΟΥ Π. ΠΑΝΑΓΙΩΤΗ ΤΣΙΩΛΗ ΜΕ ΤΗ ΦΩΤΙΑ!

Το θαυμαστό γεγονός του Π. Παναγιώτη Τσιώλη με τη φωτιά

Ἐκτὸς τῶν ἀδιαπραγμάτευτων θέσεων ποὺ ἐξέφραζε ὁ γέροντας γιὰ τὶς ταυτότητες ό Κίμωνας μᾶς ὑπενθύμισε ἐξ ἀφορμῆς τῶν προσφάτων πυρκαγιών ποὺ βίωσε ή χώρα ἕνα ἀκόμη θαυμαστό περιστατικό ποὺ ἀφοροῦσε μία πυρκαγιά που σημειώθηκε κοντά στὰ Βραγγιανά. Στὸ σημεῖο τῆς φωτιᾶς εἶχαν μεταβεί πυροσβέστες ἀλλὰ καὶ στρατιῶτες ἀπὸ τὴν Καρδίτσα. Πῆγε καὶ ὁ γέροντας πρὸς τὴ φωτιά καὶ ἔδειχνε πολύ ἀνήσυχος. Ὅταν πλησίασε μία δεκαπενταμελής ὁμάδα παιδιῶν προσπαθοῦσε νὰ δημιουργήσει ἀντιπυρική ζώνη. Ξαφνικὰ ὅμως ἄλλαξε κατεύθυνση ὁ ἄνεμος καὶ ὁρμητικὰ ἡ φωτιά πήγαινε πρὸς τὰ πάνω τους. Ένας ἀπὸ τὴν ὁμάδα ποὺ εἶδε τὸν παππούλη τοῦ φώναξε «πάτερ κάνε κάτι θὰ καοῦμε ζωντανοί». Αμέσως ὁ γέροντας σταύρωσε τὸν ἄνεμο καὶ ἐκεῖνος ἄλλαξε κατεύθυνση καὶ ἡ φωτιά γύρισε πρὸς τὸ μέρος που στεκόταν ὁ γέροντας. Ἡ ὁμάδα τῶν πυροσβεστῶν πρὸς στιγμή πίστεψε ὅτι ὁ π. Παναγιώτης κάηκε ἀφοῦ ἡ φωτιά ἤδη εἶχε φθάσει στὸ σημεῖο που στεκόταν. Ἀλλὰ ξαφνιάστηκαν ὅταν εἶδαν τὸν γέροντα νὰ περνᾶ ἀνάμεσα ἀπὸ τὶς φλόγες καὶ νὰ μεταβαίνει κοντά τους χωρίς νὰ τὸν ἔχει ἀγγίξει. Καὶ χαριτολογώντας ἔλεγε στὸν Κίμωνα: «Τόσο πολὺ παιδάκι μου θύμωσε ὁ διάολος πού μοῦ πέταξε μία πέτρα καὶ μὲ χτύπησε στὴν πλάτη. Ἕνα ὁλάκερο χρόνο έκανε να περάσει ὁ πόνος ἀπὸ τὸ κτύπημα».
Τὸ γεγονὸς αὐτὸ μποροῦν κάλλιστα νὰ ἐπιβεβαιώσουν ἀρκετὰ ἀπὸ τὰ παιδιὰ ποὺ μετείχαν στὴν προσπάθεια κατάσβεσης ἀφοῦ τὸ θαῦμα ποὺ ἔζησαν ἀποτέλεσε τὴν αἰτία γιὰ νὰ ἐπισκέπτονται συχνὰ τὸν γέροντα καὶ νὰ ζητοῦν τὴν εὐλογία του.
 
Πηγή: “Ο Γέροντας των Αγράφων – π. Παναγιώτης Τσιώλης”, Διονύσιος Α. Μακρής, Μέρος Β΄, εκδ. Αγαθός Λόγος, Αθήνα 2023, σελ. 81-83

Παρασκευή 12 Ιανουαρίου 2024

ΓΕΡΟΝΤΙΚΟ: Ο ΔΙΑΒΟΛΟΣ, Ο ΜΟΝΑΧΟΣ ΚΑΙ Ο ΑΓΙΟΣ ΜΑΚΑΡΙΟΣ Ο ΑΙΓΥΠΤΙΟΣ!

Ο διάβολος, ο μοναχός και ο Άγιος Μακάριος ο Αιγύπτιος
Γεροντικόν
 
Ο Αββάς Μακάριος όταν κατοικούσε στην Πανέρημο ήταν ο μόνος αναχωρητής σε αυτή, ενώ παρακάτω ήταν άλλη έρημος με περισσοτέρους αδελφούς.
Παρατηρούσε ο γέρων την οδό, και βλέπει το Σατανά με μορφή ανθρώπου να περνά δίπλα του καθώς ανέβαινε. Φαινόταν να φορά κεντητό χιτώνα από λινό διάτρητο και από κάθε τρύπα κρεμόντουσαν φιαλίδια. Και του λέγει ο μεγάλος γέροντας.
-Που πηγαίνεις; Και του είπε.
-Πηγαίνω να υπενθυμίσω τους αδελφούς.
Ο δε γέρων του λέει.
-Και τι σου χρειάζονται αυτά τα φιαλίδια;
Και είπε.
-Φέρνω γεύματα στους αδελφούς.
Και είπε ο γέρων.
-Και όλα αυτά;
Αποκρίθηκε ο Σατανάς.
-Ναι. Εάν δεν αρέσει σε κάποιον το ένα, φέρω το άλλο, Εάν δε ούτε τούτο, του δίνω το άλλο.
Οπωσδήποτε από αυτό κάποιο θα του αρέσει.

Και αφού είπε αυτά έφυγε. Ο δε γέρων εξακολουθούσε να παρατηρεί τους δρόμους, μέχρι που επέστρεψε εκείνος. Και καθώς τον είδε ο γέρων του λέει.
-Να σωθείς.
Αυτός αποκρίθηκε.
-Που μπορώ να σωθώ;
Του λέει ο γέρων.
-Γιατί;
Αυτός του απαντά.
-Γιατί όλοι μου έγιναν άγριοι και κανένας δεν με ανέχεται.
Του λέει ο γέρων.
-Δεν έχεις λοιπόν εκεί κανένα φίλο;
Αυτός του λέει. Ναι, έχω ένα φίλο και αυτός τουλάχιστον με υπακούει και όταν με βλέπει στρέφεται σαν ανέμη.
Του λέει ο γέρων.
-Και πώς λέγετε ο αδελφός;
Αυτός του απαντά.
-Θεόπεμπτος.

Όταν είπε αυτά έφυγε. Και αφού σηκώθηκε ο αββάς Μακάριος, πηγαίνει στην παρακάτω έρημο.
Και μόλις έμαθαν οι αδελφοί, πήραν βάια και εξήλθαν να τον υποδεχτούν. Και μάλιστα ο καθένας ευπρεπιζόταν, νομίζοντας ότι ο γέρων επρόκειτο να καταλύσει σε αυτόν.
Αυτός όμως ζητούσε να μάθη ποιος ήταν στο όρος που ονομάζονταν Θεόπεμπτος. Και, όταν τον βρήκε, μπήκε στο κελί του. Ο Θεόπεμπτος τον υποδέχτηκε χαρούμενος. Όταν δε άρχισε να εξοικειώνεται μαζί του, λέει ο γέρων.
-Πώς πηγαίνουν τα προβλήματα σου αδελφέ;
Αυτός του είπε.
-Με τις ευχές σας καλά.
Είπε ο γέρων.
-Μήπως σε πολεμούν οι λογισμοί;
Αυτός είπε.
-Για την ώρα καλά είμαι. Γιατί φοβόταν να πει. Του λέει ο γέρων.
-Ιδού πόσα χρόνια είμαι ασκητής και τιμούμαι από όλους, κι εμένα το γέροντα ενοχλεί το πνεύμα της πορνείας.
Αποκρίθηκε ο Θεόπεμπτός λέγοντας.
-Πράγματι κι εμένα Αββά.
Ο δε αββάς προφασιζόταν ότι και άλλοι λογισμοί τον πολεμούν, μέχρι να τον κάνει να ομολογήσει. Μετά του λέει.
-Πώς νηστεύεις;
-Μέχρι την ένατη ώρα του λέει.
Του λέει ο γέρων.
-Νήστευε έως το βράδυ, κάνε άσκηση και αποστήθιζε το Ευαγγέλιο και τις άλλες γραφές, και αν σου έλθει λογισμός, μην προσέξεις ποτέ κάτω, αλλά πάντοτε επάνω και αμέσως ο Κύριος θα σε βοηθήσει.

Και αφού σταύρωσε ο γέρων τον αδελφό, πήγε στην δική του έρημο. Και παρατηρώντας πάλι βλέπει τον δαίμονα και του λέει.
-Που πάλι πηγαίνεις; Να υπενθυμίσω τους αδελφούς του λέει. Και έφυγε.
Όταν επέστρεφε του λέει ο άγιος.
-Πως πηγαίνουν οι αδελφοί; Αυτός του λέει.
-Κακώς. Ο δε γέρων του λέει.
-Γιατί; Και απάντησε.
-Είναι όλοι άγριοι, και το μεγαλύτερο κακό είναι ότι και αυτός που είχα φίλο υπάκουο, δεν γνωρίζω πώς, διαστράφηκε και δεν υπακούει, αλλά έγινε αγριότερος από όλους, και ορκίσθηκα να μην ξαναπατήσω εκεί, παρά μόνο έπειτα από πολύ χρόνο.
Και αφού είπε έτσι, αναχώρησε, αφήνοντας τον γέροντα.
Και ο άγιος εισήλθε στο κελί του.

ΓΕΡΟΝΤΙΚΟ: ΤΑ ΠΙΟ ΠΟΛΥΤΙΜΑ ΠΑΓΜΑΤΑ ΠΟΥ ΥΠΑΡΧΟΥΝ ΣΤΗ ΓΗ!

Τα πιο πολύτιμα πράγματα που υπάρχουν στη γη
 
Κάποια  στιγμή στον ουρανό ζήτησε ο Θεός από τους αγγέλους να του φέρουν τα πιο πολύτιμα πράγματα ,που υπάρχουν στη γη.
Οι άγγελοι ξεκίνησαν και έψαξαν ολόκληρη τη γη. Πολλοί ομολογουμένως έφεραν πολλά ωραία και πολύτιμα πράγματα. Ξεχώρισαν όμως τρείς.
Ο ένας έφερε και απέθεσε στον θρόνο του Θεού ένα ωραιότατο μαργαριτάρι. Ήταν μια σταγόνα ιδρώτα. Είχε πέσει από το μέτωπο κάποιου που τίμια προσπαθούσε να ζήσει την οικογένειά του.
-Ωραίο το εύρημα σου, είπε ο Θεός ,αλλά υπάρχει και πιο ωραίο από αυτό.
Ήρθε τότε δεύτερος άγγελος. Αυτός απέθεσε με σεβασμό μπροστά στον Θεό ένα κατακόκκινο ρουμπίνι. Ήταν μια σταγόνα αίματος ενός ήρωα, που είχε πέσει στο πεδίο της τιμής. Οι άγγελοι έμειναν εκστατικοί. Ασφαλώς αυτός θα κέρδιζε το βραβείο.
-Υπάρχει κάτι πιο πολύτιμο ακόμη ,είπε ο Θεός.
 Τότε όλοι στράφηκαν προς το μέρος του τρίτου αγγέλου, που εκείνη την ώρα ερχόταν και με πολλή ευλάβεια άφησε να κυλίσει στον θρόνο του Θεού ένα αστραφτερό διαμάντι, που όμοιο μ ‘αυτό ποτέ δεν είχαν δει. Ήταν ένα δάκρυ κάποιου αμαρτωλού, που γονατιστός ομολογούσε τις αμαρτίες του μπροστά στον πνευματικό.
-Αυτό είναι το πιο πολύτιμο πράγμα , είπε τότε ο Θεός και το βραβείο δόθηκε στον τελευταίο άγγελο. Αλήθεια, πόσο αξίζει η μετάνοια και η εξομολόγηση.
Αυτό το βεβαιώνει ο ίδιος ο Κύριος, που λέγει  «Λέγω ύμίν ότι ούτω χαρά έσται έν τω ούρανω έπί ένί άμαρτωλώ μετανοούντι… ούτω, λέγω υμίν, χαρά γίνεται ενώ­πιον των αγγέλων του Θεού έπί ένί άμαρτωλώ μετανοούντι» (Λουκά ιε’ 7, 10).
 
Γεροντικόν

Τετάρτη 3 Ιανουαρίου 2024

Ο ΠΑΠΑ ΗΛΙΑΣ ΣΤΟ ΘΕΡΑΠΕΥΤΗΡΙΟ "ΕΥΑΓΓΕΛΙΣΜΟΣ"

Ο παπα- Ηλίας στο θεραπευτήριο «Ευαγγελισμός»
 
Ο παπα- Ηλίας στο θεραπευτήριο «Ευαγγελισμός» είχε ζεστό κονάκι για τον αποκαρδιωμένο. Κάθε μέρα από τις 4 το απόγευμα μέχρι τις δέκα το βράδυ παρείχε πλούσια νοσηλεία με πολλή υπομονή στους περιπεσόντας εις τους ληστάς και καυτηρίαζε και βαλσάμωνε ψυχές. Σε κανένα δεν αρνείτο να τον ακούση, όσο κουρασμένος και να ήταν. Πάντοτε με το επιτραχήλιο καθισμένος στην «ηλεκτρική καρέκλα», όπως συνήθιζε να την χαρακτηρίζη, άκουγε με πρόσωπο εκστατικό τον μετανοούντα. Έδειχνε ότι σε πρόσμενε στο εξομολογητήριο. Πόσα δεν άκουσε εκείνο το «περίπτερο» που είχε στήσει στην γωνιά της εκκλησιάς του Ευαγγελισμού. Για να διευκολύνη τους προσερχομένους στην εξομολόγηση, έγραψε μικρό βιβλίο, επιγράφοντας το «Γιατί δεν του ανοίγεις;», με εικόνα στο εξώφυλλο τον Κύριο που κτυπά την χωρίς μάνταλο πόρτα . Τις πρωινές ώρες περιεφέρετο στους θαλάμους των ασθενών κάθε μέρα. Παρηγορούσε, εξωμολογούσε και βοηθούσε τους εγκαταλελειμμένους. Πολλές φορές θεάθηκε μ’ ένα χαρτί στα χέρια να πηγαίνη από γραφείο σε γραφείο, για να βγάλει πιστοποιητικό απορίας για εγκαταλελειμμένους, μέχρι και αγιορείτες κελλιώτες και σκητιώτες. Παρακινούσε τους ασθενείς στην εξομολόγηση, χωρίς να γίνεται φορτικός και ανεπιθύμητος. Την γνώριζε καλά την τέχνη των τεχνών, την διαποίμανση των ψυχών. Στην εμμονή της αμαρτίας ήταν άτεγκτος, και μάλιστα στους ρασοφόρους. Είχε την εκτίμηση και τον σεβασμό όλου του προσωπικού. 
 
Αργότερα τον έκαναν εκόντα-άκοντα επίσκοπο και σβήστηκε η εστία του Ευαγγελισμού. Πολλοί νοστάλγησαν τις θείες Λειτουργίες και τα απλά του και συγκροτημένα κηρύγματα∙ ιδιαιτέρως της εξομολόγησης την Χάρη. Τότε άκουσα να λέγη ένας Χριστιανός: «Χάσαμε τις εφεδρείες μας».
 
Ως επίσκοπο τον απέσυρε η Εκκλησία, γιατί δεν άντεχε καλόγερο στην υψηλή της αυλή… Πετράδια της μίτρας του ήταν η απλότητα, το ευπροσήγορο και προσηνές, το φιλακόλουθο και, το πιο πολύτιμο, η πατρότητα. Δεν σε άφηνε στο στόμα του λύκου∙ σου σφύριζε κυριολεκτικά να σε γλυτώση. Τον είπαν σκληρό και τραχύ, γιατί δεν έφευγε από τις αρχές του με τίποτε. Ο πατήρ Ηλίας θα μείνη στην ιστορία των αρχιερέων γνωστός για την ταπεινοφορία του, την ευτέλεια των αμφίων και των ενδυμάτων του. Τα άμφιά του ήταν από τα φθηνότερα υφάσματα της εκκλησιαστικής αγοράς. Είχε και άλλα κοσμήματα, που δεν πρέπει να παραλείψω. Την ελεημοσύνη, την οποία προτιμούσε υπέρ παν άλλο. Πολλές φορές πλήρωσε χρέη, να μη χάσουν την κατοικία τους. Και οικοτροφείο διατηρούσε με τον πατέρα Ευσέβιο για άστεγους φοιτητές. Ένα ακόμη κόσμημα: το πνεύμα της μαθητείας, το οποίο δεν εγκατέλειψε μέχρι τα βαθειά του γεράματα. Για να λειτουργήση το μοναστήρι του επί τη βάσει του ορθοδόξου μοναχισμού και όχι με δικά του πρότυπα, ρωτούσε πάντα σαν μικρό παιδί.
 
Μετά τον διωγμό του δεν έμεινε ανενέργητος και αδρανής. Επέστρεψε στο εξομολογητάριο και ίδρυσε με πολλούς κόπους γυναικεία Μονή. Επισυνήγαγε πνευματικές κόρες του, που μαρτυρούν μέχρι σήμερα απροσποίητα και ανεπίδευτα τον Χριστό. Δεν προχώρησαν σε καινοφανή πράγματα, αλλ’ έμειναν στις παραδόσεις του πατρός Ηλία, όπως ακριβώς τις παρέλαβε από τον γέροντα Αμφιλόχιο Μακρή.
 
Έπειτα από μακροχρόνια ασθένεια ανεπαύθη εις την Μονήν. Υπάρχει τόμος αφιερωμένος στην μνήμη του.
 
Από το βιβλίο: «Μορφές που γνώρισα να ασκούνται στο σκάμμα της Εκκλησίας»
Ιερά Μονή Δοχειαρίου, Άγιον Όρος
Γραφικές Τέχνες – Εκδόσεις: «Το Παλίμψηστον»

Τρίτη 2 Ιανουαρίου 2024

ΟΙ ΚΟΡΕΣ ΤΗΣ ΠΑΝΑΓΙΑΣ

ΟΙ ΚΟΡΕΣ ΤΗΣ ΠΑΝΑΓΙΑΣ!
 
Κάποια ενάρετη γυναίκα είχε δυο όμορφες κόρες, τις οποίες δίδασκε να πορεύονται την εν Θεώ ζωή και να τρέφουν την ίδια ευλάβεια στην Παναγία, όπως έκανε και η ίδια μέχρι τότε.
Όταν πέθανε ο άντρας της, πτώχευσε και μη έχοντας χρήματα να παντρέψει τις κόρες της, φοβόταν μήπως εξ ανάγκης προδώσει την τιμή τους…
Τότε, έχοντας βαθιά πίστη στο Θεό, πήγε με τις κόρες της στην Εκκλησία, στάθηκε μπροστά στην εικόνα της Υπεραγίας Θεοτόκου και της είπε με δάκρυα:
- Δέσποινα των Αγγέλων, Μητέρα των ορφανών και των φτωχών βοήθεια, με όλη μου την ψυχή παραδίδω στην αγία σκέπη και κηδεμονία σου αυτές τις δύο ορφανές κόρες… Στο εξής εσύ να τις κυβερνάς διότι εγώ δεν μπορώ πια να τις φυλάξω χωρίς να προκαλέσω ζημιά στη ψυχή και το σώμα τους, επειδή είμαι πολύ φτωχιά και άπορη... Σε ικετεύω, κατά την άπειρη Ευσπλαχνία σου, στο εξής Εσύ να τις σκεπάζεις με τη Θεία Πρόνοια και να τις διαφυλάττεις, ώστε να μην μολύνουν την παρθενία τους μόνο και μόνο από ανάγκη…
 
Αφού είπε αυτά τα λόγια η ευλαβής μητέρα πήρε τα χέρια των θυγατέρων της και τα άγγισε με τα χέρια της Παναγίας, πάνω στην ιερή εικόνα, εις ένδειξη συμφωνίας. Μ’ αυτόν τον τρόπο, ανέθεσε στην Παναγία να είναι η Μητέρα τους από την ώρα εκείνη και όχι πλέον η ίδια.
Μετά από αυτή την πράξη, επέστρεψαν όλες στο σπίτι τους.
Μόλις πλησίασαν στην πόρτα είδαν έναν αστραπόμορφο νέο να κρατάει ένα βαλάντιο γεμάτο με αργύρια και να λέει στην μητέρα:
- Η Ουράνια Βασίλισσα σου τα στέλνει αυτά τα χρήματα για να φροντίσεις τις κόρες σου.
Η γυναίκα πήρε με ευγνωμοσύνη το δώρο της Παναγίας! Έπειτα γονάτισε να την ευχαριστήσει για την άμεση ανταπόκριση και θαυμαστή βοήθεια ενώ ο άγγελος έφευγε για τους ουρανούς!
Αυτά τα χρήματα η γυναίκα τα ξόδεψε για να αγοράσει ρούχα και όλα τα αναγκαία για την ζωή των θυγατέρων της. Οι πονηρές γειτόνισσες όμως, που ήξεραν την προηγούμενη φτώχεια τους τις κατέκριναν και τις δυσφημούσαν με άδικα και αισχρά λόγια. Έλεγαν ότι η μητέρα τους τις εξέδιδε σε κάποιον πλούσιο για να παίρνει χρήματα…
Όταν άκουσε η ευλαβής εκείνη γυναίκα τις συκοφαντίες, λυπήθηκε πολύ. Όσο περνούσαν οι μέρες τόσο αύξαναν και τα κουτσομπολιά μέχρι που τα έμαθαν όλοι πια στην πόλη.
Μη υποφέροντας άλλο πια τα λόγια του κόσμου, είπε στις κόρες της:
 
- Πηγαίνετε κόρες μου στην πολυεύσπλαχνη Μητέρα σας και ικετεύσατέ την με δάκρυα και ταπεινή καρδιά η αγαθότητά της να σας βοηθήσει να λυτρωθείτε από τις γλώσσες των ανθρώπων. Εάν το ζητήσετε με βαθιά πίστη, τότε κι Εκείνη η Πολυέλεος Μητέρα θα σας ακούσει όπως μας άκουσε και την προηγούμενη φορά και μας βοήθησε!
Στη μητρική της παρακίνηση υπάκουσαν αμέσως οι κόρες και, αφού έφτασαν στον ιερό ναό, έκαναν όπως τις δίδαξε η μητέρα τους.
Προσευχήθηκαν με πολλά δάκρυα και θερμή πίστη κι έπειτα επέστρεψαν πάλι πίσω στο σπίτι τους ελπίζοντας ότι θα τους στείλει πάλι η Παναγία την απαραίτητη βοήθεια. Έτσι και έγινε.
Η κουροτρόφος Βασίλισσα δέχτηκε την ταπεινή ικεσία και τα δάκρυα των μικρών κοριτσιών και τις δικαίωσε θαυματουργικά.
Σε μια γιορτή, όπου ήταν μαζεμένη όλη η πόλη στην Εκκλησία της Μητρόπολης και ένας Πνευματικός έκανε διδασκαλία, ήταν εκεί και η μητέρα με τις δυο κόρες της. Στη μέση της διδαχής και ενώ ο διδάσκαλος ξεκουραζόταν λίγο, βλέπουν όλοι έναν ωραιότατο άγγελο να μπαίνει από ένα παράθυρο κρατώντας στα χέρια του δύο ωραία και θαυμάσια στεφάνια από λευκά τριαντάφυλλα και άλλα ευωδιαστά άνθη. Πλησιάζει τις δύο αυτές νέες και τους λέει:
- Αυτά τα δύο ευωδιαστά στεφάνια από άνθη σας τα στέλνει η Βασίλισσα των Ουρανών, ως σημείο της παρθενίας σας!
 
Λέγοντας αυτά τα λόγια, τους έβαλε τα στεφάνια στο κεφάλι τους κι έπειτα έγινε άφαντος.
Αλήθεια, φαντάζεστε τι ευφροσύνη ένιωσαν οι νέες και τι έκπληξη όλοι οι παρευρισκόμενοι; Η διδαχή έμεινε ατελείωτη. Ο Αρχιερέας μαζί με τους άρχοντες έσπευσαν αμέσως να ασπαστούν τα ουράνια αυτά στεφάνια… Ο κόσμος συναγωνιζόταν ποιος θα παινέψει πιο πολύ αυτές τις νέες… Έπειτα όλοι μαζί τις συνόδεψαν με τιμές στο σπίτι τους.
Εκείνες, παρόλες τις τιμές που δέχτηκαν, δεν έδειξαν διόλου κενοδοξία ή περηφάνια, αλλά με πολύ ταπείνωση ευχαρίστησαν την Βασίλισσα των Ουρανών!
Ο Αρχιερέας μαζί με τους μεγιστάνες της πόλης ξόδεψαν αμέτρητα πλούτη και έχτισαν δύο Μοναστήρια στο όνομα της Υπεραγίας Θεοτόκου. Μετά ψήφισαν την κάθε μια κόρη ως Ηγουμένη για το κάθε ένα Μοναστήρι.
Εκεί, οι κόρες της Παναγίας έζησαν ενάρετο βίο και πολλές άλλες θυγατέρες αρχόντων από διάφορες πόλεις ακούγοντας την καλή τους φήμη και θεάρεστη πολιτεία, εγκατέλειπαν τα πλούτη τους και την μάταια δόξα για να δώσουν Υπακοή στα Μοναστήρια τους. Μάλιστα, τόσο αυξήθηκαν οι αφιερωμένες ψυχές μέσα σ’ αυτά και όλοι έτρεφαν τόση μεγάλη ευλάβεια, ώστε θεωρήθηκε ότι ήταν μεγάλη τιμή και μακαριότητα να συνταχτεί κανείς στα ευλογημένα εκείνα μοναστήρια!
Η ώρα της τελευτής της κάθε Ηγουμένης ήταν αγιότατη και ενώ τα άγια λείψανά τους ευωδίασαν, οι μακάριες τους ψυχές αναχώρησαν για την Βασιλεία των Ουρανών!
Με τις πρεσβείες τους, εκεί ευχόμαστε και όλοι μας να συνευρεθούμε! Αμήν.

Από το βιβλίο «Αμαρτωλών Σωτηρία

ΓΕΡΩΝ ΑΡΣΕΝΙΟΣ Ο ΣΠΗΛΑΙΩΤΗΣ: ΤΑ ΜΗΛΑ ΤΗΣ ΘΕΟΤΟΚΟΥ!

 Γέρων Αρσένιος ο Σπηλαιώτης
«Τα μήλα της Θεοτόκου»
 
«Μια φορά – διηγείται ο παππούς – ανεβαίνοντας κατά τον χειμώνα το χιονισμένο μονοπάτι, όταν κοντέψαμε στην Παναγία, είτε από δαιμονικήν ενέργειαν, είτε για να μας δοκιμάσει η Παναγία μας, έπιασε μια τόσο πυκνή ομίχλη, ώστε δεν βλέπαμε ούτε βήμα μπροστά μας. Μου λέει ο Γέροντας : “π. Αρσένιε, εδώ πάνω οι τόποι είναι επικίνδυνοι. Μπορεί να πέσουμε σε κανέναν γκρεμό. Καλύτερα ας διανυκτερεύσουμεν εδώ και το ίδιον είναι”. 
Tί να σας πω, βγάλαμε τόσο ωραίαν αγρυπνίαν, που δεν θα την ξεχάσω! Το πρωί, μόλις έφεξε, τί να δούμε; Ήμασταν έξω από την Παναγίαν. Ήταν κι αυτό δώρο της Παναγίας μας.
 
Ναι, αλλά μιάν άλλη φορά που ανεβήκαμε βράδυ εξαντλημένοι, παϊλντισμένοι, τί οικονόμησε η καλή Μητέρα μας; Μπαίνοντας μέσα στον ναόν, μοσχοβολούσε η εκκλησία από δύο ολόφρεσκα μήλα, κολλημένα μπροστά από την εικόνα της. Ο Γέροντας πιο τολμηρός μου λέει: “π. Αρσένιε, αυτά τα μήλα θα τα φάμε. και θα τραβήξουμε κομποσχοίνι σ΄ αυτόν που τα αφιέρωσε. Για μας τ΄ άφησε, επειδή έχουμε ανάγκη”.
 
Μόλις όμως τα φάγαμε – και ήταν τόσο γλυκά, ώστε λέγαμε ότι είναι σαν παραδεισένια – τότε άνοιξε ο νους μας και κοιτούσαμε ο ένας τον άλλον. “Tί καιρός είναι τώρα π. Αρσένιε;” Ήταν περίπου τέλη Φεβρουαρίου. “Πού βρεθήκαν τέτοια εποχή τόσο φρέσκα μήλα;” Αμέσως τότε πέσαμε με δάκρυα μπροστά στην εικόνα κι ευχαριστούσαμε, για το ουράνιο αυτό δώρο, την Παναγία μας, που μας εφρόντιζε σαν σπλαχνική μανούλα. Την εποχήν εκείνην ούτε ψυχεία υπήρχαν. Γι’ αυτό δεν υπάρχει αμφιβολία, ότι ήταν δώρο της Παναγίας μας».
 
ΠΗΓΗ: ΙΩΣΗΦ Μ.Δ., Ο ΓΕΡΩΝ ΑΡΣΕΝΙΟΣ ΟΣΠΗΛΑΙΩΤΗΣ (1886 – 1983), ΣΥΝΑΣΚΗΤΗΣ ΓΕΡΟΝΤΟΣ ΙΩΣΗΦ ΤΟΥ ΗΣΥΧΑΣΤΟΥ, 2008, σ.109 κ.ε.

Παρασκευή 22 Δεκεμβρίου 2023

ΓΕΡΩΝ ΕΦΡΑΙΜ ΚΑΤΟΥΝΑΚΙΩΤΗΣ: Η ΑΓΡΑΜΜΑΤΗ ΓΙΑΓΙΑ ΠΟΥ ΕΦΘΑΣΕ ΣΤΗ ΘΕΩΣΗ!

Γέρων Εφραίμ Κατουνακιώτης
H αγράμματη γιαγιά που έφθασε στη θέωση!
 
"Στο μεταξύ, το 1963, λίγο μετά την αναχώρηση τού πατέρα για το Όρος ανήμερα Μεγάλη Παρασκευή» είχε κοιμηθεί και ή μητέρα τού Γέροντα [Εφραίμ του Κατουνακιώτη]. Αυτή ή υπέροχη γυναίκα αφενός αξιώθηκε δύο μέρες προ τού θανάτου της να γίνει μεγαλόσχημη μοναχή με το όνομα Μαρία -παρακαλούσε την Παναγία μια ζωή γι' αυτό- αφετέρου είχε έναν χαριτωμένο, οσιακό όντως θάνατο.

Γλυκιά και παρήγορη στους γύρω της ψυχή, όταν για λόγους καρδιακής πάθησης μπήκε στο Νοσοκομείο του Στρατού, εξέπληξε τους πάντες με την ευγενική της γλώσσα. Πήγαινε ό γιατρός να την επισκεφθεί: «Καλώς τον χρυσό μου τον γιατρό. Τι κάνετε; Πώς είσθε; 'Η κυρία σας, τα παιδάκια σας Είναι καλά;» προλάβαινε και ρωτούσε με χάρη. «Μα, αυτή ή γιαγιά», έλεγαν θαυμάζοντας οι γιατροί «αντί να της δώσου­με θάρρος εμείς, αυτή εμψυχώνει και παρηγορεί εμάς». Τον γιο της τον μικρό» τον αξιωματικό, τον αγαπούσε πολύ. Όταν πήγαινε να την επισκεφθεί. το διαισθανόταν και έλεγε τάχα εμπιστευτικά στην τότε αρραβωνιαστικιά και μετά σύζυγο του: «Έρχεται ο δικός σου». Και να σε λίγο ό αξιωματικός. Απορούσε ή κοπέλα, αν μία πεθερά μπορεί να λέει «ο δικός σου». Κι όμως μπορούσε.
Ό Γέροντας, Όταν έμαθε ότι μπήκε στο Νοσοκομείο, έστειλε ένα σχήμα και ένα πολυσταύρι στον αδελφό του και του έγραψε να την κάνουν μοναχή, «διότι δεν θα βγει από το Νοσοκομείο ζωντανή», βεβαίωνε.
Διηγείται ή κόρη της: «Όταν ή μητέρα μας έγινε μεγαλό­σχημη στο Νοσοκομείο (σε όλη την ζωή της είχε την επιθυμία να γίνει μοναχή), ενώ τις άλλες ήμερες ήταν σιωπηλή (καθώς έλεγαν οι νοσοκόμες), την ήμερα και το βράδυ εκείνο συνεχώς μιλούσε! Εγώ κάθισα κοντά της όλη εκείνη τη νύχτα. Το πρόσωπο της έλαμπε, είχε γίνει φωτεινό μετά την κουρά της! Μιλούσε και κοίταζε προς τον ουρανό! "Τι λέγεις, μητέρα;" τη ρωτούσα, "τι βλέπεις;" "Τι να σου πω, παιδί μου, τι Όμορφα! Τι έβλεπα! Άλλα που βρίσκομαι;" Τότε συνερχόταν, και καταλάβαινε ότι ήταν στο Νοσοκομείο.
-Μετά μία εβδομάδα πού ήταν στο Νοσοκομείο, και ενώ ήταν καλά και θα έβγαινε, παρουσίασε έναν πυρετό υψηλό, ανεξήγητο. Ξημερώματα Μεγάλης Παρασκευής κοιμήθηκε. Ό θάνατος της ήταν ήσυχος, ειρηνικός. Ήρθε ή μοναχή πού την είχε αναλάβει κατά την κουρά και την έντυνε, δηλαδή την ετοί­μαζε. Αμέσως αισθάνομαι έντονη ευωδία, άρρητη ευωδιά! Λέω τότε στη μοναχή: "Καλά, κι εσείς οι μοναχές βάζετε αρώμα­τα;" "Όχι, κυρία Ελένη", άπαντα, "δεν βάζουμε αρώματα. Αυτό πού ευωδιάζει, εγώ το αισθάνθηκα αμέσως, την ώρα πού την άλλαζα. Βγαίνει από το σώμα της μητέρας σας. Περίμενα να το αισθανθείτε κι εσείς, γι' αυτό δεν έλεγα τίποτε. Αυτό είναι σημάδι αγιότητας. Είναι σημάδι ότι σώθηκε ή μητέρα σας". Μείναμε κατάπληκτοι!
-Ο ιερέας κατά την κηδεία θαύμαζε και έλεγε ότι πρόκει­ται περί άγιας ψυχής! Σαν ίδρωτας έβγαινε από το σώμα της μητέρας μύρο! Τα ρούχα μας, πού ήρθαν σε επαφή με το σώμα της μητέρας μας (την αγκαλιάζαμε και την φιλούσαμε), επί μιαν εβδομάδα ευωδίαζαν! Κατά την κηδεία περισσότερο ευωδίαζε ή μητέρα μας παρά ό επιτάφιος».
Και ό ίδιος ό Γέροντας ομολογούσε: «Ναι, έτσι έγινε, αφού έπεσα, τρόπον τινά, σε μνησικακία. Να, το εξομολογούμαι. Μία γυναίκα, λέω, χωριάτισσα, αγράμματη, που έφθασε! Όταν προσευχόμουν γι' αυτήν, έπαιρνα* δεν έδινα! Πλημμύριζα από χάρη.
-Είδα σαν μια θεωρία, να πούμε. Πήγαινε ή μητέρα μου στον Χριστό: "Καλώς τη Μαρία, καλώς τη Μαρία". Χρόνια έχουμε εμείς εδώ, για να αποκτήσουμε αυτήν την κατάσταση.
-Πολλές φορές έβλεπα Ότι ή μητέρα μου είναι ό γέρο-Ιωσήφ, και ο γερο-Ιωσήφ μητέρα μου. Ένα πράγμα και οι δύο...
-Είδα ότι είχαν με τον γερο-Ιωσήφ την ίδια πνευματική κατάσταση. Και πριν πεθάνει, και μετά τον θάνατο της, είχα πληροφορία, την ίδια πληροφορία: ή μητέρα μας έφθασε σε υψηλά πνευματικά μέτρα. Πώς να το πεις τώρα. Νερώνεις το κρασί με το νερό ή το νερό με το κρασί, ένα θα γίνει. Έτσι κάπως. Ό γέρο-Ιωσήφ μητέρα μου, και ή μητέρα μου γέρο-Ιωσήφ ήτανε.
-Ή μητέρα μου δεν είχε παράδειγμα, μονάχη της έκανε υπομονή στις θλίψεις. Και στο βιβλίο του γέρο-Ιωσήφ βλέπει κανείς την πολλή υπομονή πού έκανε στις θλίψεις. Για τον Ιώβ γράφει ο άγιος Χρυσόστομος ότι είχε και άλλες αρετές, άλλα για τη μεγάλη του υπομονή, το να μη γογγύζει, επαινέθηκε από τον Θεό»."

από το βιβλίο: «Γεροντας Εφραίμ Κατουνακιώτης»,
Εκδ . Ι . Ησυχαστηρίου «Αγιος Εφραίμ», Κατουνάκια Αγίου Ορος.

ΕΝΑΣ ΑΝΘΡΩΠΟΣ ΣΤΗΝ ΟΔΟ ΤΗΣ ΕΥΛΟΓΙΑΣ



Ένας άνθρωπος στην οδό της ευλογίας
 
«Ήταν κάποτε ένας μορφωμένος άνδρας που επί οκτώ χρόνια παρακαλούσε το Θεό να του στείλει έναν άνθρωπο να τον διδάξει την αλήθεια. Και κάποτε που ένιωσε αυτή την επιθυμία πολύ έντονη, άκουσε τη φωνή του Θεού να του λέει: 
«Πήγαινε στην εκκλησία, κι εκεί θα βρεις έναν άνθρωπο που θα σου δείξει την οδό της ευλογίας».
 
Πήγε εκεί, και βρήκε έναν φτωχό, ξυπόλυτο, με πόδια γεμάτα πληγές και σκόνη, και όλα του τα ρούχα δεν άξιζαν ούτε δυό δεκάρες.
 
Τον χαιρέτησε, και του είπε:
«Είθε ο Θεός να σου δώσει καλή ημέρα!»
Κι ο άλλος απάντησε: «Ποτέ δε μου έδωσε κακή ημέρα.»
«Είθε ο Θεός να σου δώσει καλή τύχη!» «Πάντα έχω καλή τύχη.»
«Είθε να σε κάνει ο Θεός ευτυχισμένο! Μα γιατί απαντάς έτσι;» «Ποτέ δεν είμαι δυστυχισμένος.»
«Σε παρακαλώ, εξήγησέ το μου αυτό, γιατί δεν το καταλαβαίνω.»
 
«Μετά χαράς», αποκρίθηκε ο φτωχός. «Μου ευχήθηκες να έχω καλή ημέρα. Όλες μου οι ημέρες είναι καλές: γιατί αν πεινάω, δοξάζω το Θεό. Αν έχει παγωνιά, χαλάζι, χιόνι, βροχή, αν ο καιρός είναι καλός ή κακός, πάντα δοξάζω το Θεό. Είμαι άθλιος και περιφρονημένος, αλλά δοξάζω το Θεό, κι έτσι πάντα η ημέρα μου είναι καλή.
Μου ευχήθηκες να μου δώσει ο Θεός καλή τύχη. Αλλά ποτέ δεν έχω κακή τύχη, γιατί ξέρω πως να ζω με το θεό, και ξέρω πως αυτό που κάνει είναι το καλύτερο. Και ό,τι ο Θεός δίνει ή επιτρέπει για μένα, καλό ή κακό, το παίρνω με χαρά από το Θεό, σαν το καλύτερο που μπορεί να γίνει, κι έτσι ποτέ δεν έχω κακή τύχη.
Μου ευχήθηκες να με κάνει ο Θεός ευτυχισμένο. Μα ποτέ δεν είμαι δυστυχισμένος. Γιατί η μόνη μου επιθυμία είναι να ζω μέσα στο θέλημα του Θεού, κι έχω τόσο απόλυτα παραδοθεί στο θέλημα του Θεού, ώστε θέλω αυτό που θέλει Εκείνος.»
 
«Αλλά αν ο Θεός θελήσει να σε ρίξει στην κόλαση,» ρώτησε ο μορφωμένος, «τι θα κάνεις τότε;»
 
«Να με ρίξει στην κόλαση; Η αγαθότητά Του δεν θα το επιτρέψει. Αλλά ακόμα κι αν το κάνει, θα Τον αγκαλιάσω με τα δυο μου χέρια. Το ένα μου χέρι, που είναι η Ταπεινότητα, θα αγκαλιάσει την ανθρώπινη φύση Του, και το άλλο μου χέρι, η Αγάπη, θα αγκαλιάσει τη θεία φύση Του, τόσο σφιχτά, που θα πρέπει να έρθει κι Αυτός στην κόλαση μαζί μου. Γιατί καλύτερα να είμαι στην κόλαση με το Θεό, παρά στον παράδεισο χωρίς Εκείνον.»
 
Τότε ο Διδάσκαλος κατάλαβε ότι η αληθινή παραίτηση με την άκρα ταπεινότητα, είναι η συντομότερη οδός προς το Θεό... Και τον ρώτησε: «Τι άνθρωπος είσαι συ;» «Είμαι βασιλιάς.» «Πού είναι το βασίλειό σου;»
 
«Η ψυχή μου είναι το βασίλειό μου, γιατί είμαι απόλυτα κύριος των εξωτερικών και εσωτερικών μου αισθήσεων, ώστε όλες οι επιθυμίες και οι δυνάμεις της ψυχής μου βρίσκονται σε πλήρη υποταγή, και αυτό το βασίλειο είναι μεγαλύτερο από οποιοδήποτε βασίλειο επί της γης.»
 
«Τι σε οδήγησε σε αυτή την τελειότητα;» «Η σιωπή μου, οι υψηλές μου σκέψεις, και η ένωσή μου με το Θεό. Γιατί δε μπορούσα να αναπαυθώ σε κάτι λιγότερο από το Θεό. Τώρα έχω βρει το Θεό, και στο Θεό έχω βρει αιώνια ανάπαυση και ειρήνη».
 
ΙΕΡΑ ΜΟΝΗ ΠΑΝΤΑΝΑΣΣΗΣ

Πέμπτη 21 Δεκεμβρίου 2023

ΟΣΙΟΣ ΙΑΚΩΒΟΣ ΤΣΑΛΙΚΗΣ: ΟΛΟΙ ΟΙ ΑΝΘΡΩΠΟΙ ΕΧΟΥΝ ΑΓΓΕΛΟ!

 
«Όλοι οι άνθρωποι έχουν άγγελο…»
Γέροντας Ιάκωβος Τσαλίκης 

Την ώρα πού μπήκα στο δωμάτιο του, ήταν εκεί οι γιατροί, πού έκαναν την καθημερινή επίσκεψη τους στους θαλάμους των ασθενών. Κατά σύμπτωση οι γιατροί εκείνοι ήταν πρώην φοιτητές μου στο Πανεπιστήμιο. Έτσι, μόλις με είδαν, ήρθαν κοντά μου και με ενημέρωσαν για την κατάσταση της υγείας του Γέροντα. Όταν τελείωσαν κι έφυγαν οι γιατροί, πήγα και κάθισα δίπλα στο Γέροντα Ιάκωβο, ο οποίος, μόλις με είδε, μου είπε το εξής, το όποιο μ” έκανε πραγματικά ν” ανατριχιάσω, γιατί ήταν κάτι που δεν είχα σκεφτεί ποτέ.
 
- Δεν σε ξέρω. Πρώτη φορά σε βλέπω. Άλλα βλέπω ότι πίσω σου στέκεται ο άγγελος σου.

Με συγκλόνισε κυριολεκτικά αυτό πού μου είπε. Δεν το λέω για υπερηφάνεια, Και πρόσθεσε:
- Όλοι οι άνθρωποι έχουν άγγελο. Άλλα τον δικό σου τον είδα. Πρόσεξε να μη τον διώξεις από κοντά σου. Ανατριχιάζω ολόκληρος κάθε φορά, πού το σκέφτομαι, το ίδιο όπως την ώρα εκείνη. Κι ολοκλήρωσε ο Γέρων Ιάκωβος:
- Αυτός ο άγγελος έχει κατονομασθεί την ημέρα της βαπτίσεώς σου. Από την ημέρα της βαπτίσεώς σου σε συνοδεύει και δεν πρέπει να φεύγει από κοντά σου. Είναι αυτός, ο οποίος τελικά θα πάρει την ψυχή σου στα χέρια του και θα την οδηγήσει την ημέρα της Κρίσεως. Κι όταν θα έρχονται οι δαίμονες και θα λένε «αυτός έκανε εκείνο, έκανε το άλλο, διέπραξε αυτή την αμαρτία και την άλλη», τότε ο άγγελος σου θα λέει «ναι, τα έκανε αυτά, αλλά ταυτόχρονα έκανε κι αυτό το καλό, έκανε και το άλλο καλό». Αυτός είναι ο δικηγόρος, πού θα σε υποστηρίξει. Πρόσεξε, λοιπόν, να μην τον απομακρύνεις. Τον είδα να είναι κοντά σου. Από εκείνη την ώρα, ουδέποτε σταμάτησα να έχω την αίσθηση ότι δίπλα μου υπάρχει ένας άγγελος, ο δικός μου, προσωπικός άγγελος. Αυτό είναι ένα μέγα μήνυμα χαράς προς όλους όσους βαπτιστήκαμε Ορθόδοξοι Χριστιανοί.

Κυριακή 17 Δεκεμβρίου 2023

Η ΧΑΡΗ ΤΗΣ ΘΕΙΑΣ ΚΟΙΝΩΝΙΑΣ ΤΗΝ ΚΡΑΤΟΥΣΕ ΟΛΗ ΤΗΝ ΕΒΔΟΜΑΔΑ ΧΩΡΙΣ ΑΝΑΓΚΗ ΤΡΟΦΗΣ

 Η Χάρη της Θείας Κοινωνίας 
την κρατούσε όλη την εβδομάδα χωρίς ανάγκη τροφής
 
Ζούσε κάποτε μια ενάρετη και αγία γυναίκα, η οποία κοινωνούσε κάθε Κυριακή με ευλάβεια και ταπείνωση. Το θαυμαστό ήταν ότι μετά την χάριν της αγίας αυτής Μεταλήψεως ήτο υγιής όλη την εβδομάδα, χωρίς καθόλου να δοκιμάζει τροφή επίγεια, παρά μόνον την αγία Αναφορά.
 
Κάποιος ενορίτης, ανέφερε το θαύμα στον επίσκοπο κι αυτός του ζήτησε να της δώσει να φάει απλό άρτο, για να δουν αν από τη Θεία Χάρις είχε τόσο μεγάλη βοήθεια ή από φαντασία και πλάνη του δαίμονα.
Η γυναίκα έφαγε τον άρτο, νομίζοντας ότι είναι σώμα Κυριακό, όπως τις άλλες φορές και μόλις επέστρεψε στην οικία της, πείνασε τόσο πολύ που δεν κατάφερε να κρατήσει νηστεία. Πήγε τότε στον Πνευματικό και είπε ότι για τις αμαρτίες της, ο Θεός της στέρησε την προτέρα Χάρη κι έτσι δεν μπορούσε να κάμει νηστεία ούτε μια ώρα.
 
Μόλις πληροφορήθηκε αυτά ο Επίσκοπος, την κοινώνησε τον άγιο Άρτο και ευθύς εξαφανίστηκε η πείνα και κάθε ανάγκη του σώματος. Έτσι έγινε φανερό ότι με την χάριν της Θείας Κοινωνίας φυλάγονταν όλη την εβδομάδα χωρίς να φάει τίποτε, και πλέον δεν την εμπόδισε ο Αρχιερέας από την Θεία Μετάληψη.
 
ΠΗΓΗ : ΑΓΑΠΙΟΥ ΜΟΝΑΧΟΥ, ΑΜΑΡΤΩΛΩΝ ΣΩΤΗΡΙΑ, ΕΝ ΒΕΝΕΤΙΑ 1851, σ.198.

Τετάρτη 6 Δεκεμβρίου 2023

ΓΕΡΟΝΤΙΚΟ: ΤΑ "ΓΟΥΡΟΥΝΑΚΙΑ" ΤΗΣ ΠΑΝΑΓΙΑΣ

Τα «γουρουνάκια» της Παναγίας! 

Στο περιβόλι της Παναγίας μας (το Άγιο Όρος), η παρουσία της Παναγίας μας είναι έντονη.

Παντού φαίνεται να υπάρχει η παρουσία Της Ακόμα και ο προσκυνητής μπορεί να νοιώσει την ευλογία Της και ότι η ακούραστη μεσίτρια μας σκεπάζει με στοργή το αγιώνυμο Όρος της. Άλλωστε είναι η προστάτης του Μοναχισμού μας και η μητέρα όλων των Μοναχών.

Μια από τις αμέτρητες διηγήσεις για την παρουσία της Παναγίας μας στη ζωή των μοναχών είναι και η εξής, που μας διηγήθηκαν και που για άλλη μια φορά αποδεικνύει το μέγεθος της αγάπης του Θεού που κανέναν δεν αποστρέφεται, αλλά θέλει “πάντας σωθήναι και εις επίγνωσιν αληθείας ελθείν” [όλοι να σωθούν και να συνειδητοποιήσουν την αλήθεια (φράση από την Αγία Γραφή)].

Κάποτε λοιπόν, λέει η διήγηση, ζούσαν σ’ ένα μοναστήρι δυο υποτακτικοί [μαθητευόμενοι], οι οποίοι είχαν κυριευθεί από το πάθος της μέθης. Και ήταν καθημερινά μεθυσμένοι. Ο Γέροντας [πνευματικός οδηγός τους] και οι υπόλοιποι αδελφοί προσπαθούσαν με αγάπη να τους νουθετήσουν και να τους συμβουλέψουν. Εκείνοι όμως δεν εθεραπεύοντο και παρέμεναν κυριευμένοι στο πάθος τους. Επειδή όμως αποτελούσαν σκάνδαλο με την αμετανοησία τους και με τη συνεχιζόμενη απαράδεκτη συμπεριφορά τους λόγω της μέθης τους, γι’ αυτό και η Αδελφότητα και η Ιερά Επιστασία απεφάσισε να τους εκδιώξει από τη Μονή, προς γνώση και συμμόρφωση. Ένα χειμωνιάτικο όμως βράδυ, που ο καιρός είχε αγριέψει πολύ και το χιόνι είχε σκεπάσει τα πάντα και συνέχιζε να πέφτει πυκνό, ο Ηγούμενος βλέπει στον ύπνο του την Παναγία να τον σκουντά και να του λέει: “Σήκω γρήγορα, γιατί τα γουρουνάκια μου κινδυνεύουν”.

Ο ηγούμενος νόμιζε ότι η ενέργεια ήταν εκ του πονηρού και δεν υπάκουσε. Οπότε η Θεοτόκος ξαναήλθε για δεύτερη φορά και του επανέλαβε τα ίδια λόγια: “Σήκω γρήγορα, γιατί τα γουρουνάκια μου κινδυνεύουν”. Και όταν ο ηγούμενος και πάλι δεν υπάκουσε, ήλθε πιο αυστηρή αυτή τη φορά και σε τόνο που δεν σήκωνε πλέον ανυπακοή του λέει “Τρέξε τώρα, γιατί σου είπα ότι τα γουρουνάκια μου κινδυνεύουν”.

Οπότε αυτή τη φορά σηκώθηκε και μαζί με άλλους πατέρες βγήκε έξω από την μάνδρα της Μονής, ψάχνοντας τα γουρουνάκια της Παναγίας. Σε μια στιγμή ακούνε στα δεξιά τους και από το βάθος ενός γκρεμού βογγητά και άρχισαν να κατεβαίνουν την απόκρημνη πλαγιά και φτάνουν κοντά σε δυο μοναχούς που ήταν χτυπημένοι από το πέσιμο και κυριολεκτικά θαμμένοι μέσα στο χιόνι. Τους σηκώνουν και, ω του θαύματος! Αναγνωρίζουν στα πρόσωπά τους τούς δύο μοναχούς που μεθούσαν και ήθελαν ως εκ τούτου να εκδιώξουν από το Μοναστήρι. Με πολύ κόπο, τους σήκωσαν και τους πήγαν στο Μοναστήρι, αλλά όμως δεν τους έδιωξαν όπως είχαν αποφασίσει, διότι πως ήταν δυνατόν αυτούς που η Παναγία τους έσωσε τόσο θαυματουργικά και νοιάστηκε η ίδια για να σωθούν τα γουρουνάκια της, αυτοί να τους διώξουν; Γι’ αυτό αποφάσισαν, αφού έτσι το θέλει η Παναγία, να κρατήσουν “τα γουρουνάκια” στο μοναστήρι.

Αλλά, ω του θαύματος! Η θαυματουργική επέμβαση της Θεοτόκου σωφρόνισε τους δυο μοναχούς και από τότε που σώθηκαν με την θαυματουργική της επέμβαση δεν ξαναέπεσαν στο πάθος της μέθης, αλλά έζησαν πλέον εν μετάνοιά.

Λέγεται δε, ότι ίσως το Άγιο Όρος να ονομάζεται “περιβόλι της Παναγίας”, διότι περιέχει όλων των ειδών τα “λουλούδια”, αγίους και αμαρτωλούς. Κανέναν όμως μοναχό δεν απομακρύνουν, όσο αμαρτωλός κι αν είναι, ενθυμούμενοι πάντοτε το περιστατικό με τα “γουρουνάκια”