ΑΝ ΒΙΑΖΕΣΑΙ ΝΑ ΔΕΙΣ ΤΟΝ ΚΟΣΜΟ ΝΑ ΓΙΝΕΤΑΙ ΚΑΛΥΤΕΡΟΣ, ΑΡΧΙΣΕ ΑΠΟ ΤΟΝ ΕΑΥΤΟ ΣΟΥ. ΕΙΝΑΙ Ο ΣΥΝΤΟΜΟΤΕΡΟΣ ΔΡΟΜΟΣ.
Παρασκευή 30 Δεκεμβρίου 2016
Η ΕΞΟΔΙΟΣ ΑΚΟΛΟΥΘΙΑ ΤΟΥ ΜΑΚΑΡΙΣΤΟΥ ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΤΗ ΜΑΡΑΘΩΝΟΣ Κ. ΜΕΛΙΤΩΝΟΣ
Τρεις
μόλις ημέρες μετά τα Χριστούγεννα, ακούστηκε το «Χριστός Ανέστη» στο Κοιμητήριο
των Αγίων Αναργύρων, εκεί όπου η αττική γη δέχθηκε μέχρι την κοινή Ανάσταση
στην σπλάχνα της τον μακαριστό Μητροπολίτη Μαραθώνος
Μελίτωνα.
Νωρίτερα σε
κλίμα συγκίνησης και οδύνης, η ενορία του Αγίου Γεωργίου Ακαδημίας Πλάτωνος
αποχαιρέτησε τον δικό της άνθρωπο, τον Επίσκοπο που μπορεί να ήταν μικρός στο
δέμας, αλλά ήταν πολύ μεγάλος στην ψυχή και γεμάτος από αισθήματα προσφοράς,
αγάπης, φιλανθρωπίας, ανεξικακίας.
Ο μακαριστός
Μητροπολίτης από την τοποθέτηση του ως εφημέριος στην ενορία αλλά ακόμα και
μετέπειτα που χειροτονήθηκε Επίσκοπος, ήταν ο άνθρωπος που ανασυγκρότησε την
ενορία, αποπεράτωσε το Ναό του Αγίου Γεωργίου και διατήρησε μέχρι τελευταίας
στιγμής πνευματικούς και φιλικούς δεσμούς με τους εκεί ενορίτες, αναπτύσσοντας
μια σχέση ειλικρινή, αλληλοσεβασμού και φροντίδας προς όλους.
Από νωρίς
το πρωί όταν και έφθασε η σωρός με το λείψανό στο ναό έσπευσε ο κόσμος να
αποτίσει τον ύστατο φόρο τιμής στον μακαριστό Μελίτωνα. Στην θεία Λειτουργία
προεξήρχε ο Επίσκοπος Σαλώνων Αντώνιος με την συμμετοχή ιερέων της
Αρχιεπισκοπής.
Στην εξόδιο
ακολουθία, που τελέστηκε σε ένα κατάμεστο από κλήρο και λαό ναό, προεξήρχε ο
Μητροπολίτης Δωδώνης κ. Χρυσόστομος, εκπροσωπώντας τον Αρχιεπίσκοπο Αθηνών
& πάσης Ελλάδος κ. Ιερώνυμο, ενώ συμμετείχε πλειάδα ιεραρχών της Ελλαδικής
Εκκλησίας, καθώς επίσης και ο Πρωτοσύγκελλος της Αρχιεπισκοπής π. Συμεών καθώς
και ο Έξαρχος του Παναγίου Τάφου Αρχιμανδρίτης Δαμιανός.
Επικήδειο
λόγο εκφώνησαν ο Μητροπολίτης Δωδώνης ο οποίος αδελφικά αναφέρθηκε στην
γνωριμία του και στην συνεργασία με τον μακαριστό δίπλα στον Αρχιεπίσκοπο
Σεραφείμ, ο Έξαρχος του Παναγίου Τάφου ο οποίος μίλησε για την διακονία του
μεταστάντος στα Ιεροσόλυμα τονίζοντας ότι «ο κυρός Μελίτων ήταν σάρξ εκ της
σαρκός μας», ενώ μετέφερε τα συλλυπητήρια του Πατριάρχη Ιεροσολύμων κ.
Θεοφίλου.
Μίλησαν
επίσης ο Επίσκοπος Θαυμακού κ. Ιάκωβος ως εκπρόσωπος των βοηθών Επισκόπων και
της Ιεράς Συνόδου της Εκκλησίας της Ελλάδος, ο εκπρόσωπος του Αρχιεπισκόπου των
Αρμενίων στην Ελλάδα, ο Πρόεδρος του Συλλόγου Αποφοίτων της Εκκλησιαστικής
Σχολής Κορίνθου κ. Αθανάσιος Ψυχογιός και παιδικοί φίλοι του μακαριστού οι
οποίοι μετέφεραν τις βιωματικές εμπειρίες που είχαν με τον Μητροπολίτη
Μελίτωνα.
Τελευταίος
μίλησε ο προϊστάμενος του ναού, Αρχιμανδρίτης Χριστόδουλος Κατσαντωνόπουλος ο
οποίος μίλησε συγκινημένος για τον άνθρωπο Μελίτωνα και αναφέρθηκε σε
καθημερινές οικογενειακές στιγμές καθώς ο μακαριστός είχε το ναό του Αγίου
Γεωργίου ως σπίτι του και τον π. Χριστόδουλο ως παιδί του.
Η ταφή
έγινε από τον Μητροπολίτη Δωδώνης στο Κοιμητήριο των Αγίων Αναργύρων στην
περιοχή όπου ο κυρός Μελίτων γεννήθηκε και μεγάλωσε.
Βίντεο
σε μαγνητοσκόπηση από
τον ιερό ναό αγίου Γεωργίου Ακαδημίας Πλάτωνος η εξόδιος ακολουθία του μακαριστού
μητροπολίτη Μαραθώνος κ. Μελίτωνος.
http://orthodoxia.info/news
http://orthodoxia.info/news
ΤΟ ΠΑΤΡΙΑΡΧΕΙΟ ΓΕΩΡΓΙΑΣ ΑΚΥΡΩΝΕΙ ΤΗΝ ΠΑΝΟΡΘΟΔΟΞΗ ΣΥΝΟΔΟ ΤΗΣ ΚΡΗΤΗΣ
Με
κατηγορηματικό τρόπο η Ιερά Σύνοδος της Εκκλησίας της Γεωργίας έκανε
γνωστό πως θεωρεί άκυρες τις αποφάσεις που ελήφθησαν στην Πανορθόδοξη Σύνοδο της Κρήτης.
Συγκεκριμένα,
σύμφωνα με την ανακοίνωση που εκδόθηκε:
Συνεδρίασε
στις 22 Δεκεμβρίου 2016 η Ιερά Σύνοδος της Εκκλησίας της Γεωργίας υπό την
προεδρία του Πατριάρχου Ηλία Β΄. Μεταξύ των θεμάτων που συζητήθηκαν η Σύνοδος
ασχολήθηκε με την Σύνοδο της Κρήτης. Μετά από συζήτηση η Εκκλησία της Γεωργίας
αποφάνθηκε σχετικά ότι:
–
Επειδή στην Σύνοδο της Κρήτης δεν συμμετείχαν τέσσερις Ορθόδοξες Εκκλησίες η
Σύνοδος δεν μπορεί να θεωρηθεί Καθολική.
– Στη Σύνοδο της Κρήτης παραβιάστηκε η αρχή της συναίνεσης που είχε συμφωνηθεί
προσυνοδικά ως τρόπος λήψης των αποφάσεων και σήμαινε ότι οι αποφάσεις θα
πρέπει να λαμβάνονται με τη συγκατάθεση και την ομόφωνη γνώμη όλων των
Εκκλησιών.
– Επομένως οι αποφάσεις και τα κείμενα της Συνόδου της
Κρήτης δεν είναι δεσμευτικά για την Εκκλησία.– Είναι απαραίτητη η διόρθωση σε σημεία ή και η πλήρης αντικατάσταση των
κειμένων της Συνόδου της Κρήτης. Για τούτο είναι απαραίτητο να μελετήσουν και
να εκφράσουν τις θέσεις και ανησυχίες τους θεολόγοι και κληρικοί της Εκκλησίας.Τέλος η Σύνοδος του Πατριαρχείου Γεωργίας για την περαιτέρω μελέτη των
κειμένων συγκρότησε επιτροπή με Πρόεδρο τον Μητροπολίτη Γκόρι και Ατένι Ανδρέα.
Πέμπτη 29 Δεκεμβρίου 2016
ΑΝΤΒΕΝΤΙΣΤΕΣ ΤΗ ΣΤΑΥΡΩΣΑΝ ΓΙΑ ΝΑ ΤΗΝ ΑΠΑΛΛΑΞΟΥΝ ΑΠΟ ΤΙΣ ΑΜΑΡΤΙΕΣ ΤΗΣ
Φρίκη που δεν χωρά
ανθρώπινος νους έζησε μία 19χρονη στη Γαλλία. Ο σύντροφός της και άλλοι τρεις φίλοι της την
σταύρωσαν και τη βασάνιζαν σε εξορκισμό που κράτησε μία εβδομάδα με την κοπέλα
να επιζεί από θαύμα
Τρεις άνδρες
και μια γυναίκα που ανήκουν στην Εκκλησία Αντβεντιστών της Εβδόμης Ημέρας
κατηγορούνται για την απαγωγή, την σταύρωση και τον βασανισμό μιας 19χρονης
κοπέλας.
Το
περιστατικό συνέβη στην πόλη Grigny στα προάστια του Παρισιού το 2011
ωστόσο οι φρικτές λεπτομέρειές του αποκαλύφθηκαν τώρα, καθώς η υπόθεση έφτασε
στο δικαστήριο.
Η αστυνομία
είχε βρει την Antoinette στο διαμέρισμά της – το επίθετό της δεν αποκαλύφθηκε –
μετά βίας κρατιόταν στη ζωή.
Οι δράστες
την είχαν δέσει σε ένα σταυρό, στη στάση του Ιησού, και την κράτησαν έτσι επί
επτά ημέρες πιστεύοντας ότι με αυτό τον τρόπο θα την απαλλάξουν από τις
αμαρτίες της και θα διώξουν το διάβολο από το σώμα της. Παράλληλα την χτυπούσαν
διαρκώς και της έδιναν μικρές ποσότητες μαγειρικού λίπους και νερού προκειμένου
να την κρατούν ζωντανή. Οι δράστες υποστηρίζουν πως η κοπέλα έδωσε τη
συγκατάθεσή της για τον εξορκισμό.
Ο δικηγόρος
των κατηγορουμένων Jacques Bourdais δήλωσε στο Γαλλικό πρακτορείο » Για τους πελάτες μου ήταν μια δαιμονισμένη. Γι’ αυτό το λόγο δεν
κάλεσαν γιατρό» και πρόσθεσε « Το
θύμα ήτα ερωτευμένο με έναν από τους πελάτες μου».
Ένας εκπρόσωπος της Εκκλησιάς ανέφερε ότι οι κατηγορούμενοι εκδιώχθηκαν από
αυτήν όταν ήρθε στο φως της δημοσιότητας το περιστατικό.
Η 19χρονη είχε γνωρίσει τους βασανιστές της το 2008 στην εκκλησία
των Αντβεντιστών της Εβδόμης Ημέρας.
Η Εκκλησία των Αντβεντιστών της Εβδόμης Ημέρας είναι μια παγκόσμια Χριστιανική Εκκλησία που προέρχεται από τον Προτεσταντικό χώρο και ανήκει στο γενικότερο κίνημα των Αντβεντιστών (οι οποίοι δεν είναι όλοι Σαββατιστές). Το ονομά τους προέρχεται από την πίστη τους ότι η Δευτέρα Έλευση (αγγλ. Advent) του Χριστού θα γίνει γρήγορα. Χαρακτηριστικό τους γνώρισμα είναι η προσήλωση στις 10 εντολές και στην τήρηση του Σαββάτου. Ανήκουν στον χώρο των Σαββατιστών (Sabbatarians).
Η Εκκλησία των Αντβεντιστών της Εβδόμης Ημέρας είναι μια παγκόσμια Χριστιανική Εκκλησία που προέρχεται από τον Προτεσταντικό χώρο και ανήκει στο γενικότερο κίνημα των Αντβεντιστών (οι οποίοι δεν είναι όλοι Σαββατιστές). Το ονομά τους προέρχεται από την πίστη τους ότι η Δευτέρα Έλευση (αγγλ. Advent) του Χριστού θα γίνει γρήγορα. Χαρακτηριστικό τους γνώρισμα είναι η προσήλωση στις 10 εντολές και στην τήρηση του Σαββάτου. Ανήκουν στον χώρο των Σαββατιστών (Sabbatarians).
Ο ΑΡΧΟΝΤΑΣ ΤΗΣ ΕΙΡΗΝΗΣ
Ο ΑΡΧΟΝΤΑΣ ΤΗΣ ΕΙΡΗΝΗΣ
π. Δημητρίου Μπόκου
«....καὶ
συμβοσκηθήσεται λύκος μετὰ ἀρνός,
καὶ πάρδαλις συναναπαύσεται ἐρίφῳ,
καὶ μοσχάριον καὶ ταῦρος καὶ λέων καὶ βοῦς καὶ ἄρκος ἅμα βοσκηθήσονται,
καὶ παιδίον μικρὸν ἄξει αὐτούς»
(Ἡσ. 11, 6-7)
Ἡ χρυσὴ πύλη ἔκλεισε
πίσω τους καὶ τὸ νεαρὸ ἀντρόγυνο ἀντίκρυσε γιὰ πρώτη φορὰ μιὰ χώρα διαφορετικὴ
ποὺ ἁπλωνόταν ἀπέραντη μπροστά τους.
- Δὲν εἶναι καὶ τόσο τραγικά! εἶπε ἡ γυναίκα
προσπαθώντας νὰ δώσει ἕναν τόνο αἰσιοδοξίας στὴ φωνή της.
Μὰ δὲν ἀπόσωσε τὰ
λόγια της ὅταν ἕνας φοβερὸς βρυχηθμὸς ἔσπασε τὴ σιγαλιὰ τῆς καταπράσινης
κοιλάδας. Ἡ εἰδυλλιακὴ εἰκόνα τοῦ ὄμορφου δειλινοῦ θρυμματίστηκε βίαια. Ἡ εὐκίνητη
στικτὴ λεοπάρδαλη κοντοστάθηκε. Τὸ πυρόξανθο ἐρίφιο τοῦ αἴγαγρου, ποὺ ἀεικίνητο
στριφογύριζε γύρω της παίζοντας μὲ τὴν οὐρά της, στύλωσε τὰ λεπτὰ πόδια του μὲ ἀπορία.
Ἀνάμεσα στὰ ψηλὰ χόρτα ἡ ἀντιλόπη ἀναπήδησε ξαφνιασμένη. Τὸ μεγάλο ἐλάφι, ὑψώνοντας
τὰ κλαδωτά του κέρατα, σάρωσε βιαστικὰ μὲ ἀνήσυχη ματιὰ τὸν περίγυρο. Ὁ μικρὸς
σκίουρος μὲ ἔκδηλη περιέργεια πρόβαλε ἀπ’ τὴν κουφάλα τοῦ δέντρου. Ἡ τεράστια ἀρκούδα
ὑψώθηκε στὰ πίσω της πόδια γιὰ νὰ δεῖ καλύτερα, ἐνῶ τὸ μοσχάρι ἀπορημένο
σταμάτησε νὰ μασουλάει τὸ χορτάρι του.
Ὅλων τὰ βλέμματα
στράφηκαν στὸν ψηλὸ βράχο ποὺ δέσποζε στὸ μεγάλο πλάτωμα στὴ μέση τοῦ δάσους.
Στὴν κορφή του διαγραφόταν ἐπιβλητική, μεγαλόπρεπη μέσα στὸ φόντο τοῦ οὐρανοῦ ἡ
σιλουέτα τοῦ μεγάλου λιονταριοῦ. Ἡ πλούσια χαίτη του ἀνέμιζε στὸν σιγανὸ ἄνεμο.
Ἀνοιγοκλείνοντας ἀργὰ τὰ τρομερά του σαγόνια, βρυχήθηκε ξανὰ δυνατά.
Τὸ νεαρὸ ἀντρόγυνο
σταμάτησε. Κοιτάχτηκαν ξαφνιασμένοι μεταξύ τους.
- Τί ἦταν αὐτό; ἀναρωτήθηκαν οἱ ματιές τους.
Ἡ γυναίκα στρέφοντας
παραξενεμένη τὸ κεφάλι της κοίταξε μὲ ἀπορία τὸν βασιλιὰ τῶν ζώων, σὰν νά ’θελε
νὰ πεῖ:
- Τί σοῦ συμβαίνει;
Ἦταν ἡ πρώτη φορὰ ποὺ
ὁ ἦχος τῆς τρομερῆς του κραυγῆς ἀντιλαλοῦσε στὴ μεγάλη κοιλάδα. Καὶ ξαφνικὰ
φάνηκαν τὰ πάντα ν’ ἀλλάζουν. Τὰ φύλλα τῶν δέντρων τρεμούλιασαν. Ἕνα ρίγος ἀνησυχίας
διαπέρασε τὸ δάσος ὁλόκληρο. Ἀνήσυχος ὁ ἄντρας ἔπιασε τὸ χέρι τῆς νεαρῆς
γυναίκας, καθὼς ἐκείνη ἔκανε νὰ κινηθεῖ πρὸς τὸ λιοντάρι.
- Στάσου! τῆς εἶπε ἐπιτακτικά. Κάτι τρέχει ἐδῶ.
Μὴν πλησιάζεις. Δὲν εἶναι τὸ λιοντάρι ποὺ ξέραμε. Πρώτη φορὰ τὸ βλέπω ἀγριεμένο.
- Πράγματι, ἀπάντησε ἡ γυναίκα. Κάτι ἔχει ἀλλάξει.
Τί ὅμως καὶ γιατί; Ἐκεῖνο δὲν ἀγρίευε ποτέ.
Εἶχε παίξει μὲ τὸ
λιοντάρι πολλὲς φορές. Εἶχε χώσει τὸ πρόσωπό της μέσα στὴν πλούσια χαίτη του καὶ
τὸ εἶχε χαϊδέψει ἁπαλά, ἐνῶ ἐκεῖνο ἀναπαυόταν ξαπλωμένο σὰν χαδιάρικη γάτα στὰ
πόδια της.
Μὰ τώρα;
Τὸ λιοντάρι χαμήλωσε
τὸ κεφάλι καί, παρὰ τὸν τεράστιο ὄγκο του, πήδησε ἀνάλαφρα κάτω ἀπ’ τὸν βράχο,
στὸ χῶμα. Περπάτησε γρήγορα μέσα στὸ ξέφωτο. Γιὰ πρώτη φορά, κανένα ζῶο δὲν
τόλμησε νὰ τὸ πλησιάσει. Ἡ γυναίκα ὅμως ξέφυγε ἀπ’ τὸ χέρι τοῦ ἄντρα της καὶ ἔκανε
νὰ τρέξει πρὸς τὸ μέρος του. Ἀτενίζοντάς την τὸ λιοντάρι στάθηκε πρὸς στιγμὴν ἀμήχανο.
Θυμόταν κάτι ἀπὸ τὰ τρυφερὰ χάδια της; Μὰ γρήγορα τίναξε ψηλὰ τὴν ἀτίθαση χαίτη
του καὶ κινήθηκε ἀπειλητικὰ πρὸς τὸ μέρος της. Μετὰ ἀπὸ μιὰ στιγμὴ ἀμφιβολίας, ἡ
γυναίκα πισωπάτησε φοβισμένη. Ὄχι, δὲν ἦταν τὸ λιοντάρι ποὺ ἤξερε αὐτό. Κάτι ἄλλαξε
μεταξύ τους.
Τὸ νεαρὸ ἀντρόγυνο
στράφηκε πρὸς τὴν πύλη. Μὰ ἦταν ἤδη κλειστή. Ἕνας φύλακας μὲ πολὺ παράξενη ἐμφάνιση
στεκόταν κιόλας μπροστά της. Ἡ μεγαλόπρεπη κορμοστασιά του ἄστραφτε. Ἡ ὄψη του,
πολυόμματη, σάρωνε τὰ πάντα καὶ «φλογίνη ρομφαία στρεφομένη» παλλόταν στὸ
χέρι του. Κατάλαβαν πὼς δὲν μποροῦσαν νὰ περάσουν ξανὰ στὸν παλιό τους γνώριμο
κόσμο. Ἡ θέα τοῦ πύρινου σπαθιοῦ τοὺς καθήλωνε. Μὰ καθηλώθηκε μπροστά του καὶ τὸ
λιοντάρι. Ἔκοψε ἀπότομα τὴ φόρα του καὶ στάθηκε ἀκίνητο.
- Ὣς ἐδῶ! τὸ πρόσταξε αὐστηρὰ ὁ αἰθέριος
φρουρός. Μάθε τὰ ὅριά σου. Καὶ σεῖς προσέχετε στὸ ἑξῆς, ἀγαπητοί μου! προειδοποίησε
τὸ νεαρὸ ἀντρόγυνο. Οἱ ὅροι τοῦ παιχνιδιοῦ ἔχουν ἤδη ἀλλάξει. Δυστυχῶς γιὰ σᾶς,
ἡ χάρη ἔφυγε ἀπὸ πάνω σας. Τὴν ἀπορρίψατε. Μαζὶ μὲ σᾶς ἔφυγε καὶ ἀπὸ τὴ φύση. Ἀπὸ
τώρα «συστενάζει καὶ συνωδίνει» κι αὐτὴ
μαζί σας. Τὴ φέρατε στὴ δική σας κατάσταση. Δὲν σᾶς ἀναγνωρίζει πιά. Δὲν θὰ σᾶς
ὑπακούει. Τὴν κάνατε ἀνταγωνιστή σας. Θὰ χρειαστεῖτε πολὺν κόπο γιὰ νὰ τὴν ὑποτάξετε.
Ὁ καιρὸς τῆς εἰρήνης πέρασε.
Τὸ νεαρὸ ἀντρόγυνο κατάλαβε.
Ὁ παραμυθένιος κόσμος ποὺ ἤξεραν μέχρι τότε, ἔκλεισε ὁριστικὰ πίσω τους. Τὰ ὑπέροχα
χρόνια τῆς χρυσῆς τους νιότης εἶχαν περάσει. Ἡ ἐποχὴ τῆς ἐδεμικῆς ἀθωότητας ἔσβησε.
Ἕνας κόσμος διαφορετικός, ἐχθρικός, ἀφιλόξενος, ἀνταγωνιστικός, ἀναδυόταν μπροστά
τους. Κι αὐτοὶ τὸν ὑποδέχονταν γυμνοί, χωρὶς τὸν παραδεισένιο πλοῦτο ποὺ τοὺς ἕντυνε.
Ἰοβόλο φίδι, ἡ ἀφόρητη θλίψη δάγκωσε ὕπουλα τὴν καρδιά τους, καθὼς ἦλθαν «εἰς ἐπίγνωσιν» τῆς νέας ζοφερῆς τους
κατάστασης.
Τὸ λιοντάρι γύρισε καὶ
ἀπομακρύνθηκε γρήγορα. Ρίχτηκε μὲ ὁρμὴ στὴ ζωηρὴ ἀντιλόπη. Βλέποντας τὴ φονικὴ
λάμψη στὸ βλέμμα του ἐκείνη, ἔνοιωσε ἀμέσως τὴν ἀπειλή. Ἡ καρδιά της γιὰ πρώτη
φορὰ χτύπησε δυνατά. Τὸ ἔνστικτό της σήμανε συναγερμό. Ὁ φόβος, ἄγνωστο μέχρι τότε
αἴσθημα, τρύπωσε μέσα της γιὰ νὰ μείνει γιὰ πάντα ἐκεῖ. Ἡ στικτὴ λεοπάρδαλη ἔδειξε
τὰ κοφτερὰ δόντια της καὶ γρυλίζοντας ἀπειλητικὰ στράφηκε πρὸς τὸ ἐρίφιο. Θὰ ἦταν
στὸ ἑξῆς πάν(των) θηρ(ευτής), ὁ φοβερὸς πάνθηρας. Ἡ μεγάλη
ἀρκούδα βρυχήθηκε δυνατὰ καὶ τὸ βλέμμα της καρφώθηκε στὸ τρυφερὸ μοσχάρι ποὺ ἔβοσκε
παραπέρα. Ὁ λύκος στράφηκε μὲ ἄγριες διαθέσεις στὸν τροφαντὸ ἀμνό, ποὺ ἔπαιζε
στὸ πράσινο λιβάδι.
Τὸ νεαρὸ ἀντρόγυνο ἔστρεψε
τὰ μάτια πίσω ξανά. Μὰ ἡ χρυσὴ πύλη εἶχε τώρα χαθεῖ. Μαζὶ καὶ ὁ παράξενος
φρουρός της. Κάθε πρόσβαση πρὸς τὸν πρωτινὸ παραδεισένιο κόσμο τους εἶχε πλέον
χαθεῖ.
Ὁ σκίουρος, σχετικὰ ἀσφαλὴς
στὴν κουφάλα τοῦ δέντρου, τὰ εἶδε ὅλα ἀπὸ ψηλά. Κούνησε μὲ βαθειὰ στενοχώρια τὴ
φουντωτὴ οὐρά του. Ἦταν γεγονός. Ἕνας πόλεμος εἶχε ἀρχίσει. Σκληρός, ἐξοντωτικός,
ἀδυσώπητος καὶ προπαντὸς μακρύς, ἀτελείωτα μακρύς.
Πέρασαν χρόνια
δίσεκτα χιλιάδες ἀπὸ τότε. Ἀπέραντοι αἰῶνες ποτισμένοι στὸ αἷμα, στὸ δάκρυ καὶ
στὸν πόνο. Τὸ νεαρὸ ἀντρόγυνο δοκιμάστηκε σκληρὰ στὴν κοιλάδα τοῦ μόχθου, ἀφήνοντας
πίσω του «υἱοὺς καὶ θυγατέρας» νὰ
παλεύουν σὲ μιὰ θανατερή, ἀξημέρωτη, ζοφερὴ κι ἀσέληνη νύχτα.
Ὥσπου μιὰ νύχτα
κάποτε…
Τὸ μεγάλο λιοντάρι
βρισκόταν ἀποβραδὶς καθισμένο στὴν κορφὴ τοῦ βράχου μὲ τὰ μάτια του στυλωμένα
στὰ ὕψη τοῦ οὐρανοῦ. Κάτι ἀσυνήθιστο συνέβαινε ἐκεῖ. Τὰ οὐράνια λαμπύριζαν μὲ
μιὰ γλυκειὰ ἀστροφεγγιὰ ποὺ ἔριχνε τὴν ἁπαλὴ φεγγοβολή της ἀπ’ ἄκρη σ’ ἄκρη στὴ
γῆ. Μὰ δὲν ἦταν λάμψη ἀπὸ τ’ ἀμέτρητα ἄστρα ποὺ σπίθιζαν στὸ βάθος τοῦ σκοτεινοῦ
ἀπείρου αὐτή. Ἕνας μοναδικὸς καινούργιος ἀστέρας φαινόταν νὰ ἀνατέλλει στὸ
στερέωμα. Τὸ πρωτόγνωρο φέγγος του ἁπλωνόταν σβήνοντας κάθε ἄλλη μαρμαρυγή.
Τὸ μεγάλο δάσος
βρισκόταν ὁλόκληρο σὲ ἀναταραχή. Ὁ στικτὸς πάνθηρας ἦρθε καὶ στάθηκε ἀντικρυστά,
ἀπέναντι στὸ μεγάλο λιοντάρι. Ὅλα τὰ ζῶα ἦταν ἀνήσυχα. Τὸ ἀλάνθαστο ἔνστικτό
τους εἶχε ἀφυπνισθεῖ. Σιγανὰ γρυλίσματα συνόδευαν τὴν ἀνησυχία τους. Ὁ ἀγέρας
χωνόταν ἀνάμεσα στ’ ἀσημένια φύλλα ἠχώντας παράξενα. Κάτι μυστήριο ἔκρυβε ἡ
νύχτα αὐτή.
Χαμηλὰ στὸ βάθος, ἀρκετὰ
μακριά, φάνηκε τότε μιὰ μικρὴ συντροφιά. Ἕνα ταπεινὸ ὀνάριο ἀνηφόριζε ἀργὰ πρὸς
τὸ ξέφωτο. Καθισμένη στὴ ράχη του μιὰ νεαρὴ γυναίκα, τρυφερὴ κόρη ἀκόμα, ἕσφιγγε
ἀπαλὰ στὴν ἀγκαλιά της τὸ νεογέννητο βρέφος της. Δίπλα τους πεζοποροῦσε ἕνας
λευκὸς γέροντας. Βάδιζαν μὲς στὴ νύχτα μὲ τὸ φῶς τοῦ παράξενου ἄστρου, ποὺ
ξάνοιγε στὸ σκοτάδι τὸν δρόμο τους.
Τὸ μεγάλο λιοντάρι
πήδησε ἀνάλαφρα στὰ ριζὰ τοῦ βράχου. Ὁ πάνθηρας ἦρθε καὶ μισοξάπλωσε δίπλα του.
Πλησίασαν σιγά-σιγὰ ἡ ἀρκούδα καὶ ὁ λύκος. Μὰ σὲ λίγο ἦρθαν δίπλα τους ἡ ἀντιλόπη,
τὸ ἐλάφι, τὸ ἐρίφιο, ὁ ἀμνός, ὁ ταῦρος, τὸ μοσχάρι. Ἡ ἔχθρα τόσων αἰώνων φαινόταν
νὰ ἔχει ξεχαστεῖ. Ἡ ἀντιλόπη ἔτριψε τὴ λεπτὴ μούρη της στὴ χαίτη τοῦ λιονταριοῦ,
τὸ πεταχτὸ ἐρίφιο τύλιξε παιχνιδιάρικα στὸ λαιμό του τὴν οὐρὰ τοῦ πάνθηρα, ὁ ἀμνὸς
καὶ τὸ μοσχάρι κάθησαν ἀνάμεσα στὸν λύκο καὶ τὴν ἀρκούδα.
Ἔβλεπαν τὴ μικρὴ
συνοδία ἀπορημένα. Γιατὶ ὅπου περνοῦσε ἡ παράξενη ἐκείνη συντροφιά, ὁ τόπος
γέμιζε μὲ μιὰ πρωτόγνωρη μοσχοβολιά. Λουλούδια ἄνθιζαν δίπλα στὰ βήματα τοῦ ὀναρίου.
Λὲς καὶ μὲς στὸ καταχείμωνο εἶχε ἀνοίξει ξαφνικὰ ἕνα παράθυρο τῆς ἄνοιξης. Τὰ
δέντρα ἀναρριγοῦσαν καὶ βεργολυγίζονταν στὸ νυχτερινὸ παγωμένο ἀγέρι. Καθὼς ἡ
μυστηριώδης συνοδία πλησίαζε, οἱ κορφές τους λύγιζαν γέρνοντας μέχρι τὸ χῶμα, σὰν
νὰ προσκυνοῦσαν εὐλαβικὰ τοὺς ἄγνωστους ταξιδευτές. Καθισμένα πλάι-πλάι σὲ ἡμικύκλιο
θηρία καὶ κτήνη μαζὶ παρακολουθοῦσαν σὰν μαγεμένα. Ἀνοιγόκλειναν τὰ ρουθούνια
τους, ὀσμίζονταν τὴν ὑπερκόσμια μυρωδιά, τὸ μυστήριο τὰ εἶχε καθηλώσει.
Μὰ πρὶν ἀκόμα οἱ
νυχτερινοὶ ταξιδιῶτες φτάσουν στὸ μικρὸ ξέφωτο, ἕνα δυνατὸ ἀχολόγημα γέμισε τὸν
ἀέρα ὣς πέρα, κουρελιάζοντας τὴ σιγαλιὰ τῆς νυχτιᾶς. Ὅλα τὰ βλέμματα στράφηκαν
πρὸς τὴ βουή. Μιὰ μικρὴ στρατιωτικὴ ἔφιππη φάλαγγα φάνηκε νὰ καλπάζει πρὸς τὸ ξέφωτο.
Ὁ ἐπικεφαλῆς πρόσταξε νὰ κυκλώσουν ἀμέσως τὴ συνοδία.
- Εἶμαι σίγουρος πὼς εἶναι αὐτὸ ποὺ ζητᾶμε!
φώναξε θριαμβευτικά.
Οἱ στρατιῶτες
ξιφούλκησαν καί, καθὼς ἡ φάλαγγα ὁρμοῦσε ἀπειλητικὴ μπροστά, ἡ κλαγγὴ τῶν σπαθιῶν
ἔσμιξε μὲ τὸ παγερὸ βούισμα τοῦ ἀγέρα. Μὰ τότε ἔγινε τὸ ἀναπάντεχο. Ἀπ’ τὰ ριζὰ
τοῦ βράχου ἕνας τρομερὸς βρυχηθμὸς τράνταξε τὴν κοιμισμένη κοιλάδα. Τὸ μεγάλο
λιοντάρι μ’ ἕνα τεράστιο πήδημα βρέθηκε ἀνάμεσα στὴ μικρὴ συντροφιὰ καὶ τοὺς ἔφιππους
στρατιῶτες, δείχνοντάς τους τὰ τρομερὰ δόντια του καὶ γρυλίζοντας δυνατά. Ἡ ὁμήγυρη
τῶν ζώων ἀκολούθησε πάραυτα τὸν βασιλιά της. Τὰ ἄλογα ξαφνιασμένα πισωπάτησαν. Ὁ
ἐπικεφαλῆς φρύαξε.
- Τοξότες! οὔρλιαξε ἀλλόφρονα.
Τέσσερις ἱππεῖς αὐτοστιγμεί,
ἐλαφρὰ ὁπλισμένοι μὲ τόξα, ἔριξαν τὰ βέλη τους πάνω στ’ ἀγρίμια. Οἱ σαΐτες ἔσκισαν
σφυρίζοντας τὸν παγωμένο ἀέρα, μὰ ὅταν ἄγγιξαν τὰ ἀγριεμένα θηρία, ἔπεσαν στὴ γῆ
σὰν νὰ χτύπησαν ἀτσάλι. Πεισματωμένοι οἱ τοξότες ἔριξαν καὶ ξανάριξαν, μὰ δὲν ἄλλαξε
τίποτε. Μόλις ἄγγιζαν τὸ σῶμα τῶν ζώων τὰ βέλη τους, ἔπεφταν ἀμέσως στὸ χῶμα. Ὁ
ἀρχηγὸς φρένιασε.
- Ἐπάνω τους! κραύγασε δυνατά. Δὲν θὰ μᾶς
ξεφύγουν τώρα!
Μὰ τὰ ἄλογα δὲν
σάλεψαν καθόλου. Οἱ ἀναβάτες τὰ σπιρούνισαν, μὰ ὅσο κι ἂν τὰ παρότρυναν, δὲν
κινήθηκαν οὔτε βῆμα μπροστά. Ὁ ἐπικεφαλῆς ξεπέζεψε μανιασμένος. Δὲν μποροῦσε νὰ
καταλάβει τί συνέβαινε. Τυφλὸς μὲς στὴν παραφορά του ἀγνόησε τὴν ἀπειλὴ τῶν ἀγριμιῶν
καὶ μ΄ ἕνα παράτολμο σάλτο ὅρμησε πρὸς τὸ βρέφος ποὺ ἀναπαυόταν στὴ ζεστὴ ἀγκαλιὰ
τῆς νεαρῆς μητέρας. Ὕψωσε ἀπειλητικὰ τὸ σπαθί του γιὰ νὰ τὸ σφάξει, μὰ τὰ μάτια
του παρευθὺς ἀλλοιθώρησαν ἀπὸ τρόμο καὶ ἔκπληξη. Μπροστά του δὲν ἔβλεπε πιὰ τὴ
νεαρὴ κόρη μὲ τὸ βρέφος της. Τὸ γλυκὸ πονεμένο πρόσωπο τῆς δικῆς του γυναίκας,
μὲ τὸ δικό τους παιδὶ στὴν ἀγκαλιά της, πρόβαλε ἄξαφνα στὰ μάτια του. Ὁ ἀγαπημένος
του γιὸς ἅπλωνε πρὸς τὴν ψυχρὴ λεπίδα τὰ χεράκια του καὶ τοῦ χαμογελοῦσε γλυκά,
σὰν νὰ ἔλεγε:
- Δὲν θὰ μὲ σκότωνες, μπαμπά μου, ἔτσι δὲν εἶναι;
Δὲν θέλεις στ’ ἀλήθεια νὰ τὸ κάνεις αὐτό!
Ὁ σκληροτράχηλος
πολεμιστὴς πέτρωσε ἀπ’ τὴ σαστιμάρα του. Τὰ ἀτσάλινα δάχτυλά του παρέλυσαν, τὸ
ψυχρὸ φονικὸ μέταλλο ἔπεσε στὴ γῆ. Μὰ τί γινόταν ἐπιτέλους ἐδῶ; Ποιὸς ἔπαιζε
παιχνίδια μπρὸς στὰ μάτια του; Ποιὸ ἀνεξήγητο βαθὺ μυστήριο ξετυλιγόταν μπροστά
του; Τὰ γόνατά του λύγισαν, τὸ κορμί του ἔγειρε, ἔπεσε στὴ γῆ. Θολὸ τὸ βλέμμα
του ὑψώθηκε ξανά, ἐναγώνια ἔψαξε τὸ μονάκριβο παιδί του καὶ τὴν ἀγαπημένη του
σύζυγο. Μὰ δὲν εἶδε μπρός του παρὰ τὴν ἄγνωστη νεαρὴ μητέρα, μὲ τὸ βρέφος της νὰ
ἀναπαύεται μακάριο στὴ ζεστὴ ἀγκαλιά της.
Καθισμένη στὸ ταπεινὸ
ὀνάριο τὸν κοίταζε μὲ ἀνέκφραστη συμπόνια. Τὸ βλέμμα της ἀκτινοβολοῦσε γλυκειὰ
ζεστασιά. Κι ὅπως ξεχυνόταν ἀπὸ ψηλὰ τὸ λαμπερὸ φέγγος τοῦ παράξενου ἄστρου, ἕνα
φωτεινὸ ὑπερκόσμιο τόξο ἰρίδιζε ἀκτινωτὰ γύρω της, τρεμοπαίζοντας καὶ σκορπίζοντας
ἀπαλὰ χίλια χρώματα στὴν ψυχρὴ σκοτεινιά. Μιὰ παρθενική, ἀνέγγιχτη, δροσερὴ ὀμορφιὰ
φαινόταν νὰ ξεπηδάει ἀπὸ τὸ φωτεινό της πρόσωπο. Μὰ κι ἐκεῖνο τὸ θεόμορφο
βρέφος της! Ἔδειχνε μοναδικό. Σὰν νὰ μὴν εἶχε ὅμοιό του πάνω στὴ γῆ. Σὰν νὰ κατέβηκε
τὸ δίχως ἄλλο ἀπ’ τὸν οὐρανό!
Ὁ τραχὺς στρατιώτης ἔβλεπε
ἐκστατικός. Μιὰ δραστικὴ ἀλλοίωση εἶχε συμβεῖ μέσα του. Ἔνοιωθε πιὰ πὼς τοῦ ἦταν
ἀδύνατο νὰ ὑψώσει τὸ χέρι του φονικὸ πάνω στὸ βρέφος αὐτό. Δὲν ἔβλεπε στὸ
πρόσωπό του τὸν ἐχθρὸ ποὺ τόσο ἐπιδίωκε νὰ ἐξοντώσει, μὰ τὸ μονάκριβο δικό του ἀγαπημένο
παιδί. Καὶ - πράγμα παράξενο! - ἔνοιωθε τὸ ἄγνωστο βρέφος πιὸ δικό του κι ἀπ’ τὸ
δικό του παιδί. Κι αὐτὸς βρισκόταν ἐδῶ ὄχι γιὰ νὰ σκοτώσει, μὰ γιὰ νὰ
προστατέψει τὸ βρέφος καὶ τὴ μητέρα του ἀπὸ κάθε ἐπιβουλή. Ὄπως θὰ ἔκανε γιὰ τὸ
δικό του βρέφος καὶ τὴ λατρευτή του γυναίκα, ἂν χρειαζόταν. Ἡ ἀποστολή του ἄλλαξε
πιά. Πέρασε στὴν ὑπηρεσία κάποιου ἄλλου βασιλιᾶ, κι ἂς μὴν τὸν γνώριζε κάν. Ἡ
καρδιά του εἶχε σαγηνευτεῖ ἀπ’ τὴν οὐράνια ὀμορφιὰ ποὺ πλανιόταν γύρω του. Μιὰ
πρωτόγνωρη γαλήνη ἁπλώθηκε μέσα του. Κατάλαβε πὼς ὅ,τι συνέβαινε τὸν ξεπερνοῦσε.
Αἰσθάνθηκε μικρός, ἐλάχιστος, μπρὸς στὸ μικρὸ ἐκεῖνο βρέφος. Φάνταζε τόσο ἀδύναμο
στὰ χέρια μιᾶς εὔθραυστης κόρης. Μὰ τὰ πάντα φαινόντουσαν νὰ ὑποκλίνονται μπρός
του.
Καὶ νά, ποὺ τώρα τὸ
τρομερὸ λιοντάρι καὶ ὁ στικτὸς πάνθηρας πλησίασαν. Κάθησαν χάμω, δίπλα στὸ
ταπεινὸ ὀνάριο, σιγανὰ γουργουρίζοντας σὰν γατοῦλες ἀκίνδυνες. Ὁ ἄγριος λύκος ἔτριψε
τὴ μουσούδα του σὰν ἥμερο κουτάβι στὰ πόδια τοῦ γέροντα. Ὅλα τὰ ζῶα περιτριγύρισαν
φιλικὰ τὴ μικρὴ συντροφιά. Τὸ νεῦμα τοῦ μικροῦ παιδιοῦ, ἀόρατο μὰ παντοδύναμο, ὁδηγοῦσε
λιοντάρι καὶ μοσχάρι μαζί, ταῦρο καὶ ἀρκούδα, λύκο καὶ ἀρνί, πάρδαλη καὶ ἐρίφιο.
Κυριευμένοι ἀπὸ τὴν ἀλλόκοσμη ὀμορφιὰ τοῦ ἀπροσδόκητου μυστηρίου οἱ στρατιῶτες,
ξεπέζεψαν ἀμήχανοι, πλησίασαν διστακτικά, γονάτισαν δίπλα στὰ θηρία κι αὐτοί.
Ὁ χρόνος ἔδειχνε νὰ ἔχει
σταματήσει. Στὴ σκοτεινιὰ τῆς παγερῆς κοιλάδας τοῦ θανάτου φαινόταν ἀνοιχτὸ ἕνα
παράθυρο μιᾶς ἄλλης κτίσης φωτεινῆς. Ἄνθρωποι καὶ ζῶα, ἡ ἐπίγεια πλάση ὁλόκληρη,
θύματα καὶ θύτες, παραδομένοι στὴν ἀδυσώπητη μανία τῆς ἔχθρας καὶ τοῦ πολέμου γιὰ
χιλιάδες χρόνια, ξαναβρισκόντουσαν τώρα σ΄ ἕνα ἀντάμωμα πρωτόφαντης ἀρχαίας ὀμορφιᾶς.
Τὸ ὅραμα τοῦ χαμένου βασιλείου τῆς Ἐδὲμ ἔλαμπε μπρός τους ὁλοζώντανο. Ἡ χρυσὴ
πύλη του ἦταν ξανὰ ἀνοιχτή. «Οὐκέτι
φλογίνη ρομφαία φυλάττει τὴν πύλην τῆς Ἐδέμ». Τὸ βρέφος προσκαλοῦσε τοὺς
πάντες μυστικά: «Εἰσάγεσθε πάλιν εἰς τὸν
Παράδεισον». Μιὰ παλιὰ προφητεία ἔπαιρνε σάρκα καὶ ὀστᾶ. Έβλεπαν ὅτι «ἤγγικεν», ἦταν ὄντως κοντὰ ἡ ἐποχή, ὅπου
«συμβοσκηθήσεται λύκος μετὰ ἀρνός, καὶ
πάρδαλις συναναπαύσεται ἐρίφῳ, καὶ μοσχάριον καὶ ταῦρος καὶ λέων καὶ βοῦς καὶ ἄρκος
ἅμα βοσκηθήσονται, καὶ παιδίον μικρὸν ἄξει αὐτούς».
Μιὰ μεγάλη συνοδία
βάδιζε τώρα ἀντάμα. Ἔφτασαν μέχρι τὰ ὅρια τῆς χώρας ἐκείνης. Ἐκεῖ σταμάτησαν. Τὸ
βρέφος ὕψωσε τὸ χέρι του, ἕνα μικρὸ χεράκι βρεφικό, μὰ ἱκανὸ νὰ κυβερνάει τὰ
σύμπαντα. Τοὺς εὐλόγησε σταυροειδῶς. Τὸ μεγάλο λιοντάρι, ὁ πάνθηρας, ἡ ἄρκτος,
τὰ θηρία, τὰ κτήνη, οἱ ἄνθρωποι, ἔσκυψαν καὶ πάλι ταπεινὰ μπρὸς στὸ ὀνάριο, ποὺ
κουβαλοῦσε «παιδίον νέον, τὸν πρὸ αἰώνων
Θεόν». Τὸ μικρὸ παιδὶ ἔφερε τὰ πάντα «εἰς
ἑνότητα».
Προσκύνησαν εὐλαβικὰ καὶ πῆραν τὸν δρόμο τῆς ἐπιστροφῆς. Ἡ ἐδεμικὴ μαγεία
τοὺς εἶχε μεταμορφώσει. Εἶχαν εἰσέλθει γιὰ λίγο στὸν ἄχρονο καὶ ἀδιάστατο χωροχρόνο
τῆς Βασιλείας τοῦ Θεοῦ. Εἶδαν τὴν ἀνατολὴ τῆς πολυπόθητης καινῆς κτίσης. Ὁ Ἄρχοντας
τῆς εἰρήνης ἦταν πλέον ἀνάμεσά τους. Ἡ ἀγάπη, ἡ χαρὰ καὶ ἡ εἰρήνη εἶχαν θέση
ξανὰ πάνω στὴ γῆ.
Ἐπιτέλους, γιὰ πρώτη
φορὰ διαφαινόταν στὴν ἄκρη τοῦ τοῦνελ τὸ τέλος τοῦ πολέμου.
Χριστούγεννα 2016
Τετάρτη 28 Δεκεμβρίου 2016
ΠΑΝΑΓΙΑ ΔΕΣΠΟΙΝΑ, ΥΠΟ ΤΗΝ ΣΚΕΠΗΝ ΣΟΥ ΠΑΝΤΕΣ, ΟΙ ΔΟΥΛΟΙ ΣΟΥ ΤΡΕΧΟΜΕΝ!
ΠΑΝΑΓΙΑ Η ΠΛΑΤΥΤΕΡΑ- ΑΠΟΛΥΤΙΚΙΟ
Παναγία Δέσποινα, υπό την
σκέπην σου πάντες, οι δούλοι σου τρέχομεν, και παρακαλούμεν σε οι ανάξιοι. Πρόφθασον
και λύτρωσαι ημάς, από πάσης περιστάσεως και από θάνατον, τον εξαφνικόν και
πανώλεθρον. Οίδαμεν ότι δύνασαι πάντα όσα αν θέλεις και βούλεσαι. Δέσποινα του
κόσμου, Ελπίς και Προστασία των πιστών, Χαριτωμένη, επάκουσον των παρακαλούντων
σε.
Εγγραφή σε:
Αναρτήσεις (Atom)