ΑΝ ΒΙΑΖΕΣΑΙ ΝΑ ΔΕΙΣ ΤΟΝ ΚΟΣΜΟ ΝΑ ΓΙΝΕΤΑΙ ΚΑΛΥΤΕΡΟΣ, ΑΡΧΙΣΕ ΑΠΟ ΤΟΝ ΕΑΥΤΟ ΣΟΥ. ΕΙΝΑΙ Ο ΣΥΝΤΟΜΟΤΕΡΟΣ ΔΡΟΜΟΣ.

Πέμπτη 30 Απριλίου 2020

ΦΩΤΗΣ ΚΟΝΤΟΓΛΟΥ: Η ΣΩΜΑΤΙΚΗ ΚΑΙ Η ΠΝΕΥΜΑΤΙΚΗ ΥΓΕΙΑ!


Υπάρχουν άνθρωποι που νοιάζουνται για τη σωματική υγεία τους, για το ψωμί τους, για το κορμί τους, μα για την ψυχή του κανένας δεν νοιάζεται. Και κείνοι οι γραμματιζούμενοι που έχουνε χρέος να φροντίζουνε νύκτα - μέρα για την πνευματική υγεία του, αυτοί ίσια - ίσια συνεργούνε στην πνευματική του αρρώστεια, δίνονατάς του τροφή βλαβερή, ξένη για το στομάχι του. Σε τούτο έχουνε μεγάλο κρίμα, επειδής αντίς οδηγοί, γίνονται πλανευτές του λαού τους, για να χορτάσουνε την κενοδοξία τους και για να φανούνε έξυπνοι και προοδευτικοί. Γίνουνται προδότες της φυλής τους και βοηθάνε τους οχτρούς της, που τους συγχαίρουνε πονηρά για το λάκκο που ανοίγουνε να πέσει μέσα ο Ελληνισμός και να χαθεί. Γιατί πρέπει να καταλάβουμε πως ο Ελληνισμός δεν χάνεται μονάχα σαν χάσει την πολιτική ελευθερία του, αλλά σαν χάσει την πνευματική ελευθερία του. Στα χρόνια της σκλαβιάς, όσοι αλλαξοπιστούσανε, το έθνος τους λογάριαζε για χαμένους. Μα τώρα τί είναι άλλο από αλλαξόπιστοι όσοι αρνιούνται τη μάννα τους και το σπίτι τους και καταφρονάνε τα δικά τους και θέλουνε να τα θάψουνε, και να πάρουν αισθήματα και φερσίματα ξένα ολότελα στον χαραχτήρα τους;

Φώτης Κόντογλου Από το βιβλίο «Η πονεμένη Ρωμιοσύνη», 1963.

ΟΣΙΟΣ ΠΑΪΣΙΟΣ: Ο ΧΡΙΣΤΟΣ ΕΙΝΑΙ ΠΟΛΥ ΔΥΝΑΤΟΣ, ΕΙΝΑΙ ΠΑΝΤΟΔΥΝΑΜΟΣ, ΚΑΙ ΘΑ ΔΩΣΗ ΤΗΝ ΘΕΪΚΗ ΤΟΥ ΔΥΝΑΜΗ, ΝΑ ΣΥΝΤΡΙΨΟΥΜΕ ΤΑ ΚΕΡΑΤΑ ΤΟΥ ΠΟΝΗΡΟΥ!


Άγιος Παΐσιος ο Αγιορείτης: Ο Χριστός είναι πολύ δυνατός, είναι παντοδύναμος, και θα δώση την θεϊκή Του δύναμη, να συντρίψουμε τα κέρατα του πονηρού. Μας παρακολουθεί συνέχεια αοράτως και θα μας ενισχύη, όταν εμείς έχουμε την αγαθή προαίρεση και κάνουμε τον κατά δύναμιν αγώνα μας. Να είστε με τον Χριστό, να ζήτε σύμφωνα με τις Εντολές Του και να προσεύχεσθε, για να έχετε θείες δυνάμεις και να μπορέσετε να αντιμετωπίσετε τις δυσκολίες. Να αφήσετε τα πάθη, για να έρθη η Θεία Χάρις. Αυτό που θα βοηθήση πολύ είναι να μπη μέσα μας η καλή ανησυχία: πού βρισκόμαστε, τί θα συναντήσουμε, για να λάβουμε τα μέτρα μας και να ετοιμασθούμε. Η ζωή μας να είναι πιο μετρημένη. Να ζούμε πιο πνευματικά. Να είμαστε πιο αγαπημένοι. Να βοηθούμε τους πονεμένους, τους φτωχούς με αγάπη, με πόνο, με καλωσύνη. Να προσευχώμαστε να βγουν καλοί άνθρωποι.

ΟΣΙΟΣ ΠΑΪΣΙΟΣ: ΜΗ ΣΤΕΝΟΧΩΡΙΕΣΤΕ, Η ΕΛΛΑΔΑ ΔΕΝ ΠΡΟΚΕΙΤΑΙ ΝΑ ΧΑΘΕΙ!


Όσιος Παΐσιος ο Αγιορείτης: Μη στενοχωριέστε, η Ελλάδα δεν πρόκειται να χαθεί, διότι είναι το προπύργιο της Ορθοδοξίας. Αν ήταν στα χέρια των πολιτικών, θα είχε σβήσει. Ευτυχώς που είναι στα χέρια του Θεού, ο Οποίος την προστατεύει σκανδαλωδώς. Κάθε φορά που κινδυνεύει να χαθεί, κάτι κάνει την τελευταία στιγμή και τη σώζει. Και τώρα θα υπάρχει αναμπουμπούλα, γιατί ο διάβολος οργώνει. Αλλά μην ανησυχείτε. Τελικά θα σπείρει και θα θερίσει ο Χριστός. Ο Καλός Θεός δεν επιτρέπει να γίνει κάτι κακό, αν μετά από αυτό δεν πρόκειται να βγει κάτι καλύτερο. Θα περάσουμε γερό τράνταγμα, αλλά θα επακολουθήσει η δόξα της Ελλάδας και η λάμψη της Ορθοδοξίας.

(Βιβλίο: «Ο Άγιος Παΐσιος ο Αγιορείτης», του Ι.Η. «Ευαγγελιστής Ιωάννης ο Θεολόγος», σελ. 474-476)

ΓΕΡΟΝΤΙΚΟ: ΤΟ ΦΙΔΙ ΣΤΟ ΠΗΓΑΔΙ ΚΑΙ Η ΔΥΝΑΜΗ ΤΟΥ ΣΤΑΥΡΟΥ!


Έστειλε μια φορά τον υποτακτικό του ο Αββάς Δωρόθεος ο Θηβαίος, να φέρη νερό από το πηγάδι. Καθώς έσκυψε εκείνος να τραβήξη, είδε μέσα μια μεγάλη ασπίδα (σ.σ. εννοεί το φίδι). Άφησε συγχυσμένος τον κουβά κι’ έτρεξε στο Γέροντά του.
– Αββά, χαθήκαμε. Το νερό μας δηλητηριάστηκε. Βρήκα ασπίδα στο πηγάδι.
– Κι αν ο διάβολος αποφασίση να ρίξη ασπίδες σ’ όλα τα πηγάδια, εσύ θα πεθάνης από τη δίψα; ρώτησε ο Γέροντας κουνώντας το κεφάλι του για τη δειλία του υποτακτικού του.
Ύστερα πήγε στο πηγάδι, πήρε τον κάδο κι’ έβγαλε μόνος του νερό. Έκανε το σημείο του σταυρού και ήπιε πρώτος, κατόπιν έδωσε στον υποτακτικό του.
– Όπου υπάρχει ο σταυρός, είπε, δε μπορεί να σταθή η κακία του εχθρού.

ΑΓΙΟΣ ΙΑΚΩΒΟΣ Ο ΑΠΟΣΤΟΛΟΣ


Άγιος Ιάκωβος ο Απόστολος
 

Ο Απόστολος Ιάκωβος ήταν υιός του Ζεβεδαίου και της Σαλώμης και πρεσβύτερος αδελφός του Ευαγγελιστού Ιωάννου. Καταγόταν κι αυτός από την Βησθαϊδά της Γαλιλαίας. Ασχολούνταν με την αλιεία μαζί με τον Ιωάννη, έχοντας και οι δύο μαζί τους και τον πατέρα τους, καθώς και πολλούς εργάτες. Είχαν δικό τους πλοίο και συνεργάτης τους ήταν και ο Απόστολος Πέτρος. Παρ' όλα αυτά όταν άκουσαν το κήρυγμα του Ιησού «ἀφέντες τὸν πατέρα αὐτῶν Ζεβεδαῖον ἐν τῷ πλοίῳ μετὰ τῶν μισθωτῶν ἀπῆλθον ὀπίσω αὐτοῦ» (Μαρκ. 1, 20).

Ο Ιάκωβος μαζί με τον Ιωάννη επέδειξαν μεγάλο ζήλο ως Μαθητές του Κυρίου. Γι' αυτό και εκλήθησαν υιοί βροντής και έγιναν μάρτυρες πολλών μεγάλων γεγονότων, που δεν τα εβίωσαν οι άλλοι Απόστολοι. Έγιναν αποκλειστικοί μάρτυρες της Μεταμορφώσεως του Κυρίου. Είδαν την θαυμαστή ανάσταση της θυγατέρας του αρχισυνάγωγου Ιάρειου και είχαν την ευλογία να προσκληθούν από τον Ιησού κοντά Του κατά τις ώρες της προσευχής και της αγωνίας Του στο κήπο της Γεσθημανή. Η οικειότητα αυτή οδήγησε προφανώς τον Ιάκωβο με τον αδελφό του Ιωάννη να ζητήσουν μέσω της μητέρας τους από τον Κύριο πρωτοκαθεδρία στην εγκόσμια βασιλεία Του, παρανοώντας την αποστολή του Μεσσία. Οι δύο Μαθητές εζητούσαν από τον Χριστό δόξα με ανθρώπινα κριτήρια, έχοντας κατά νου ότι η Βασιλεία Του είναι αισθητή. Ο Χριστός όμως, διορθώνοντας την εσφαλμένη δοξασία τους, υποδεικνύει την πραγματική και αιώνια δόξα, η οποία διέρχεται μέσα από το «ποτήριον», που είναι τα Πάθη και ο Σταυρός. Γι' αυτό τους λέγει: «Οὐκ οἴδατε τί αἰτεῖσθε. Δύνασθε πιεὶν τὸ ποτήριον ὃ ἐγὼ πίνω, καὶ τὸ βάπτισμα ὃ ἐγὼ βαπτίζομαι;».

Μετά την Πεντηκοστή ο Απόστολος Ιάκωβος εκήρυξε το Ευαγγέλιο στην ευρύτερη περιοχή της Παλαιστίνης. Μεγάλο πλήθος ανθρώπων μεταστρεφόταν στη νέα πίστη και άλλαζε τρόπο ζωής χάρη στο έργο του Ιακώβου. Αυτό εθορύβησε ιδιαίτερα τους άρχοντες των Ιουδαίων, οι οποίοι, το έτος 44 μ.Χ. τον συνέλαβαν και τον αποκεφάλισαν, ως αμνό, με διαταγή του Ηρώδου του Αγρίππα.
 

https://www.saint.gr

Τετάρτη 29 Απριλίου 2020

ΠΟΤΕ ΝΑ ΜΗΝ ΑΠΕΛΠΙΖΟΜΑΣΤΕ!


Κάποιος αδελφός νικήθηκε από το πάθος της πορνείας και έκανε την αμαρτία καθημερινά, αλλά και καθημερινά ζητούσε έλεος από τον Κύριό του με δάκρυα και προσευχές. Ενεργώντας λοιπόν έτσι, τον ξεγελούσε η κακή συνήθεια, και έκανε την αμαρτία· έπειτα πάλι, μετά την αμαρτία, πήγαινε στην εκκλησία, και βλέποντας την ιερή και σεβάσμια εικόνα του Κυρίου μας Ιησού Χριστού, έπεφτε μπροστά της με πικρά δάκρυα και έλεγε: «Σπλαχνίσου με, Κύριε, και πάρε από επάνω μου αυτόν τον ύπουλο πειρασμό, γιατί με ταλαιπωρεί φοβερά και με τραυματίζει με τις πικρές ηδονές. Δεν έχω πρόσωπο, Κύριε, να αντικρίσω και να δω την αγία εικόνα σου και την υπέρλαμπρη μορφή του προσώπου σου, ώστε να γλυκαθεί και να ευφρανθεί η καρδιά μου».

Τέτοια έλεγε, και όταν έβγαινε από την εκκλησία έπεφτε πάλι στον βούρκο. Όμως και πάλι δεν απελπιζόταν για τη σωτηρία του, αλλά από την αμαρτία ξαναγύριζε στην εκκλησία και έλεγε τα παρόμοια προς τον φιλάνθρωπο Κύριο και Θεό: «Εσένα, Κύριε, βάζω εγγυητή, ότι από εδώ και πέρα δεν θα ξανακάνω αυτή την αμαρτία· μόνο, αγαθέ, συγχώρησέ μου όσες αμαρτίες σου έκανα από την αρχή μέχρι τώρα». Και αφού έδινε αυτές τις φοβερές υποσχέσεις, πάλι γύριζε στη βαριά αμαρτία του. Και έβλεπε κανείς τη γλυκύτατη φιλανθρωπία και την άπειρη αγαθότητα του Θεού να ανέχεται καθημερινά και να υπομένει την αδιόρθωτη και βαριά παράβαση και την αχαριστία του αδελφού και να θέλει από πολλή ευσπλαχνία τη μετάνοιά του και την οριστική επιστροφή του. Γιατί αυτό δεν γινόταν για ένα, δύο ή τρία χρόνια, αλλά για δέκα και περισσότερο.

Βλέπετε, αδελφοί, την άμετρη ανοχή και την άπειρη φιλανθρωπία του Κυρίου; Πώς κάθε φορά δείχνει μακροθυμία και καλοσύνη, υπομένοντας τις βαριές ανομίες και αμαρτίες μας; Γιατί αυτό που συγκλονίζει και προκαλεί θαυμασμό σχετικά με την πλούσια ευσπλαχνία του Θεού είναι ότι ο αδελφός, ενώ υποσχόταν και συμφωνούσε να μην ξανακάνει την αμαρτία, αποδεικνυόταν ψεύτης.

Μια μέρα λοιπόν, καθώς γίνονταν αυτά, ο αδελφός, αφού έκανε την αμαρτία, πήγε τρέχοντας στην εκκλησία, θρηνώντας και στενάζοντας και κλαίγοντας και βιάζοντας την ευσπλαχνία του αγαθού Θεού να τον λυπηθεί και να τον γλυτώσει από τον βούρκο της ασωτείας. Καθώς λοιπόν ο αδελφός παρακαλούσε τον φιλάνθρωπο Θεό, ο αρχέκακος διάβολος, η καταστροφή των ψυχών μας, είδε ότι τίποτε δεν κάνει, αλλά όσα αυτός έραβε με την αμαρτία, ο αδελφός τα ξήλωνε με τη μετάνοια. Με θράσος λοιπόν του παρουσιάστηκε φανερά και, στρέφοντας το πρόσωπό του προς τη σεβάσμια εικόνα του Κυρίου μας Ιησού Χριστού, κραύγαζε και έλεγε:

«Τι θα γίνει μ’ εμάς τους δύο, Ιησού Χριστέ; Η άπειρη συμπάθειά σου με νικά και με ρίχνει κάτω, καθώς δέχεσαι αυτόν τον πόρνο, τον άσωτο, που κάθε μέρα σου λέει ψέματα και δεν λογαριάζει την εξουσία σου. Γιατί λοιπόν δεν τον καις, αλλά μακροθυμείς και τον ανέχεσαι; Εσύ πρόκειται να δικάσεις τους μοιχούς και τους πόρνους και να εξολοθρεύσεις όλους τους αμαρτωλούς. Πράγματι, δεν είσαι δίκαιος κριτής, αλλά όπου νομίσει η εξουσία σου, κρίνεις άδικα και παραβλέπεις. Εμένα, για τη μικρή παράβαση της υπερηφάνειας, με έριξες από τον ουρανό κάτω· και αυτός είναι ψεύτης και πόρνος και άσωτος, και επειδή πέφτει μπροστά σου, του χαρίζεις ατάραχος την ευμένειά σου. Γιατί λοιπόν σε λένε δίκαιο κριτή; Όπως βλέπω, και εσύ χαρίζεσαι σε πρόσωπα από την πολλή σου αγαθότητα και παραβλέπεις το δίκαιο».

Και αυτά ο διάβολος τα έλεγε πνιγμένος από την πολλή πίκρα του και βγάζοντας φλόγες και καπνό από τα ρουθούνια του.
Αφού τα είπε αυτά ο διάβολος, σώπασε· και αμέσως ακούστηκε μία φωνή σαν από το άγιο βήμα να λέει: «Παμπόνηρε και ολέθριε δράκοντα, δεν χόρτασε η κακία σου που κατάπιες όλο τον κόσμο, αλλά και αυτόν που κατέφυγε στο άπειρο έλεος της ευσπλαχνίας μου πασχίζεις να τον αρπάξεις και να τον καταπιείς; Έχεις να παρουσιάσεις αμαρτήματα τόσα που να ζυγίζουν βαρύτερα από το πολύτιμο αίμα που έχυσα γι’ αυτόν επάνω στον σταυρό; Μάθε ότι η σταύρωση και ο θάνατός μου συγχώρησαν τις αμαρτίες του. Και εσύ βέβαια, όταν αυτός πηγαίνει στην αμαρτία, δεν τον διώχνεις, αλλά τον δέχεσαι με χαρά και δεν τον αποστρέφεσαι, ούτε τον εμποδίζεις, γιατί ελπίζεις να τον κερδίσεις.
»Εγώ λοιπόν, που είμαι τέτοιος σπλαχνικός και φιλάνθρωπος, που έδωσα εντολή στον κορυφαίο μου απόστολο Πέτρο να συγχωρεί ως εβδομήντα φορές το επτά αυτόν που αμαρτάνει καθημερινά, άραγε δεν θα συγχωρήσω και δεν θα τον σπλαχνιστώ; Ναι, σου λέω· και επειδή καταφεύγει σ’ εμένα, δεν θα τον αποστραφώ, ώσπου να τον πάρω δικό μου· γιατί εγώ για τους αμαρτωλούς σταυρώθηκα και γι’ αυτούς άπλωσα τα άχραντα χέρια μου, έτσι ώστε όποιος θέλει να σωθεί, να καταφεύγει σ’ εμένα και να σώζεται. Κανέναν δεν αποστρέφομαι ούτε διώχνω· ακόμη και μύριες φορές τη μέρα να αμαρτήσει κάποιος και μύριες φορές να έρθει σ’ εμένα, δεν θα φύγει λυπημένος. Γιατί δεν ήρθα να καλέσω σε μετάνοια τους ενάρετους αλλά τους αμαρτωλούς».

Μόλις ακούστηκαν αυτά τα λόγια, ο διάβολος έμεινε στη θέση του τρέμοντας, χωρίς να μπορεί να φύγει. Και ακούστηκε πάλι η φωνή: «Άκουσε, απατεώνα, και σχετικά με αυτό που είπες, ότι δηλαδή είμαι άδικος. Γιατί εγώ είμαι δίκαιος σε όλους, και σε όποια κατάσταση βρω κάποιον, σύμφωνα με αυτήν τον κρίνω. Δες, λοιπόν· αυτόν τον βρήκα τώρα σε μετάνοια και επιστροφή, πεσμένο μπροστά στα πόδια μου και νικητή σου. Θα τον πάρω λοιπόν και θα σώσω την ψυχή του, επειδή δεν απελπίστηκε για τη σωτηρία του. Και εσύ, βλέποντας την τιμή που του κάνω, να σουβλιστείς από τον φθόνο σου και να καταντροπιαστείς».

Και όπως ήταν ο αδελφός πεσμένος μπρούμυτα και θρηνούσε, παρέδωσε την ψυχή του· και αμέσως ήρθε οργή μεγάλη σαν φωτιά και έπεσε επάνω στον σατανά και τον κατέκαιγε.
Από αυτό λοιπόν ας μάθουμε, αδελφοί, την άμετρη ευσπλαχνία και φιλανθρωπία του Θεού και πόσο καλό Κύριο έχουμε, και ποτέ να μην απελπιστούμε ή να αμελήσουμε τη σωτηρία μας.

Πηγή: (Από το βιβλίο: ΕΥΕΡΓΕΤΙΝΟΣ, τόμος Α’, Υπόθεση Α’, σελ. 31. Εκδόσεις Το Περιβόλι της Παναγίας, Θεσσαλονίκη 2001), Κοινωνία Ορθοδοξίας

ΑΓΙΟΙ ΙΑΣΟΝΑΣ ΚΑΙ ΣΩΣΙΠΑΤΡΟΣ

Άγιοι Ιάσονας και Σωσίπατρος οι Απόστολοι
 
Οι Άγιοι Απόστολοι Ιάσων και Σωσίπατρος ανήκουν στη χορεία των Αποστόλων του Κυρίου και κατάγονταν ο μεν Ιάσων από την Ταρσό ή τη Θεσσαλονίκη, κατά το παλαιό χειρόγραφο, όπως σημειώνει ο Άγιος Νικόδημος ο Αγιορείτης, ο δε Σωσίπατρος από την Αχαΐα. Το όνομα του Ιάσων απαντά σε δύο από τα βιβλία της Καινής Διαθήκης. Στις Πράξεις των Αποστόλων και στην προς Ρωμαίους Επιστολή του Παύλου.

Ο Απόστολος Παύλος, μετά τους Φιλίππους, ήλθε στην Θεσσαλονίκη, όπου δίδαξε επί τρεις εβδομάδες. Η διδασκαλία του επέσυρε το μίσος των Ιουδαίων, οι οποίοι στράφηκαν εναντίον του, παρακινώντας και τους αγοραίους της πόλεως. Επειδή φιλοξενούνταν στο σπίτι του Ιάσονος, οι Ιουδαίοι τον αναζήτησαν εκεί. Δεν τον βρήκαν όμως, γι' αυτό έσυραν τον Ιάσονα και τους άλλους αδελφούς στους πολιτάρχες, δηλαδή στους δημοτικούς άρχοντες. Στην αφήγηση αυτή των Πράξεων των Αποστόλων αναφέρεται για πρώτη φορά το όνομα του Ιάσονα. Στην προς Ρωμαίους Επιστολή ο Παύλος αναφέρει τον Ιάσονα με εκείνους που απηύθυναν χαιρετισμούς στους παραλήπτες της Επιστολής.

Από την Αγία Γραφή, από την οποία έχουμε τις πρώτες πληροφορίες και συγκεκριμένα στην προς Ρωμαίους Επιστολή, ο Ιάσων και ο Σωσίπατρος χαρακτηρίζονται «συγγενεῖς» του Αποστόλου Παύλου. Ο χαρακτηρισμός αυτός δημιούργησε ορισμένα ερωτήματα. Κατά πάσα πιθανότητα σημαίνει ότι ο Παύλος και ο Ιάσων ήταν ομότεχνοι, πάντως όχι συγγενείς εξ αίματος. Εν τούτοις, όπως δέχονται οι ερευνητές, ο αναφερόμενος στις Πράξεις των Αποστόλων και στην Επιστολή είναι ένα και το αυτό πρόσωπο. «Τούτου τοῦ Ἰάσονος», λέγει ο ιερός Χρυσόστομος, «καὶ Λουκᾶς μέμνηται. Οὐ γὰρ ἁπλῶς συγγενῆν μέμνηται, εἰ μὴ καὶ τὴν εὐσέβειαν εἶεν ἑοικότως αὐτῷ». Με το ίδιο πνεύμα ομιλεί και ο Θεοφύλακτος: «Εἰ μὴ γὰρ τοιοῦτοι ἦσαν, οὐκ ἂν αὐτῶν ἐμνήσθη». Στο ίδιο συμπέρασμα καταλήγουν ο Θεοδώρητος Κύρου, ο Οικουμένιος και όλοι οι νεότεροι ερμηνευτές. Δέχονται δηλαδή ταυτισμό του Ιάσονος των Πράξεων και της Επιστολής.

Ο Ιάσων φαίνεται ότι διατηρούσε μικρό εργαστήριο υφαντουργίας, στο οποίο ο Παύλος βρήκε εργασία. Αυτό σημαίνει ότι ο συνεργάτης του Αποστόλου ήταν εγκατεστημένος στη Θεσσαλονίκη και ίσως μονίμως. Το Μηναίον της Εκκλησίας φέρει τον Ιάσονα Ταρσέα ως προς την καταγωγή. «Τούτων ὁ μὲν Ἰάσων Ταρσεὺς ἦν, ὃς καὶ πρῶτος ἐκεῖθεν ζωγρεῖται πρὸς τὴν εὐσέβειαν». Ίσως η άποψη αυτή σχηματίσθηκε από την φράση του Παύλου «οἱ συγγενεῖς μου» και κυρίως από παρερμηνεία σχετικής φράσεως των λεγομένων «Πράξεων τῶν Ἁγίων», έργο κατά πάσα πιθανότητα του 9ου αιώνα μ.Χ. Οι «Πράξεις τῶν Ἁγίων» αναφέρουν ότι ο Ιάσων καταστάθηκε από τον Παύλο, Επίσκοπος Ταρσού. «Ἐξ ἀρχῆς», λέγει το κείμενο των «Πράξεων τῶν Ἁγίων», «ὁμοῦ Ἰάσων τῆς Ταρσοῦ μητρόπολιν κυβερνῶν ἐμπεπίστευτο παρὰ Παύλου ὡς οἰκείαν πατρίδα». Αλλά το «οικείαν πατρίδα» δεν αναφέρεται στον Ιάσονα, αλλά στον Ταρσέα Παύλο, που εμπιστεύθηκε την πατρίδα του στον Ιάσονα. Αλλά και αν ακόμη ο Ιάσων καταγόταν από την Ταρσό, δεν θα ήταν Χριστιανός πριν από την εγκατάστασή του στη Θεσσαλονίκη. Τούτο είναι εύκολο να το ισχυρισθούμε, διότι εάν είχε γνωρίσει την χριστιανική πίστη στην Ταρσό, βρισκόμενος στην Θεσσαλονίκη έπρεπε τουλάχιστον να είχε προλειάνει το έδαφος. Το μόνο βέβαιο είναι ότι ο Ιάσων ζούσε στην Θεσσαλονίκη και ότι έγινε μαθητής του Αποστόλου Παύλου.

Η γνώμη του Holzner ότι ο Απόστολος Παύλος ήλθε από τους Φιλίππους στη Θεσσαλονίκη κομίζοντας Επιστολές προς τον Ιάσονα, συνηγορεί υπέρ της απόψεως εκείνης ότι ο Παύλος δεν γνώριζε τον Ιάσονα και ότι ο Ιάσων γνώρισε τον Χριστιανισμό από τον Παύλο. Ο Απόστολος Παύλος στα πρώτα χρόνια της ιεραποστολικής δράσεώς του, επισκεπτόταν καταρχήν τους Ιουδαίους και έπειτα απευθυνόταν στους Εθνικούς. Έτσι και στη Θεσσαλονίκη, όπως είναι γνωστό, πρώτα επισκέφθηκε τη συναγωγή, όπου και μίλησε. Πολλοί από τους ερμηνευτές ισχυρίζονται ότι ο Ιάσων ήταν Ιουδαίος. Το όνομα Ιάσων ήταν συνηθισμένο στους Έλληνες, το έπαιρναν όμως και πολλοί Ελληνιστές Ιουδαίοι. Η πληροφορία του Δωροθέου Τύρου, ότι ο Ιάσων ήταν ένας από τους Εβδομήκοντα Μαθητές του Κυρίου έχει αποκρουσθεί.
Η δράση του Ιάσονος, αρχίζει αμέσως μετά την μεταστροφή του στον Χριστό. Φιλοξενεί τον Παύλο στο σπίτι του, προσφέρει στον δάσκαλο και στους πρώτους Χριστιανούς τη βοήθειά του, διαθέτει το ίδιο του το σπίτι για τις συνάξεις και υφίσταται διώξεις χάρη του Ευαγγελίου. Η αναζήτηση του Παύλου από τους Ιουδαίους και η σύλληψη του Ιάσονος στη Θεσσαλονίκη ήταν πράξη ανεύθυνη. Αν πράγματι οι κατηγορίες ότι ενεργούσε κατά του Καίσαρος ήταν επιβεβαιωμένες, τότε έπρεπε να γίνει έρευνα όχι από τον όχλο, αλλά από τις αρχές. Οι πολιτάρχες, ύστερα από εξέταση στην οποία υπέβαλαν τον Ιάσονα και τους αδελφούς, τους άφησαν ελεύθερους και τους διαβεβαίωσαν ότι δεν επρόκειτο να ενοχληθούν. Παρόλα αυτά, η θέση του Ιάσονος δεν έπαυσε να είναι επισφαλής.

Όλα αυτά αποτελούν προοίμιο άλλων διώξεων που επρόκειτο να υποστεί ο Ιάσων. Ο ιερός Χρυσόστομος, επαινώντας τον Απόστολο Ιάσονα, τον χαρακτηρίζει θαυμαστό: «Θαυμαστὸς ὁ ἀνὴρ εἰς κινδύνους ἑαυτὸν ἐκδοὺς καὶ ἐκπέμψας αὐτούς».
Μετά τα συμβάντα στη Θεσσαλονίκη, ο Παύλος αναχωρεί γρήγορα για την Βέροια. «Οἱ δὲ ἀδελφοὶ διὰ νυκτὸς ἐξέπεμψαν τόν τε Παῦλον καὶ Σίλαν εἰς Βέροιαν». Πρωτοστάτης για τη φυγάδευση του διδασκάλου τους ήταν ο Ιάσων, ο οποίος έμεινε στη Θεσσαλονίκη διοργανώνοντας την πρώτη Εκκλησία.

Όταν οι Απόστολοι Τιμόθεος και Σίλας πήγαν στην Κόρινθο, ο Ιάσων τους έδωσε χρήματα για τον Παύλο. Και όταν ο Απόστολος Παύλος έγραφε την προς Ρωμαίους Επιστολή, ο Ιάσων ήταν στην Κόρινθο και απηύθυνε χαιρετισμούς στους Χριστιανούς της κοινότητος της Ρώμης.
Μια παράδοση φέρει τον Απόστολο Ιάσονα Επίσκοπο της γενέτειρας του διδασκάλου του, τον δε Απόστολο Σωσίπατρο Επίσκοπο Ικονίου. Άλλη πάλι παράδοση, την οποία όμως αποκρούουν οι ερμηνευτές, θέλει τον Ιάσονα Επίσκοπο Ικονίου. Τόσο ο Ιάσων όσο και ο Σωσίπατρος ήλθαν στην Κέρκυρα, όπου ανέπτυξαν πλούσια δράση.

Και οι δύο συνεργάτες του Αποστόλου Παύλου, εξαιτίας της ιεραποστολικής τους δραστηριότητας, συκοφαντήθηκαν, συνελήφθησαν και ρίχθηκαν στη φυλακή από τον ηγεμόνα Κερκυλλίνο. Στην φυλακή μετέστρεψαν επτά ληστές στον Χριστό, οι οποίοι αργότερα μαρτύρησαν για την πίστη τους και το δεσμοφύλακα Αντώνιο. Οι δύο Απόστολοι παραδόθηκαν από τον ηγεμόνα στον έπαρχο Καπριανό, ο οποίος μην μπορώντας να τους μεταπείσει, τους έριξε στην φυλακή.
Τα βασανιστήρια που υπέστησαν από τον έπαρχο οι δύο Απόστολοι, συγκίνησαν την θυγατέρα του ηγεμόνος, Κέρκυρα, η οποία ασπάσθηκε τον Χριστιανισμό. Οι δύο Απόστολοι ρίχθηκαν σε ένα σιδερένιο καζάνι, όπου υπήρχε πίσσα και ρητίνη. Ο Ιάσων εξήλθε αβλαβής, ενώ ο Σωσίπατρος πέθανε. Από τη δοκιμασία αυτή των δύο Αποστόλων, ο ηγεμόνας μετανόησε, κατηχήθηκε, βαπτίσθηκε και μετονομάσθηκε Σεβαστιανός.
Ο Απόστολος Ιάσων, όπως αναφέρουν οι «Πράξεις τῶν Ἁγίων», έζησε μέχρι τα βαθειά γεράματα, διακονώντας την Εκκλησία της Κέρκυρας και χτίζοντας ναούς. Οι Κερκυραίοι για την προσφορά των δύο Αποστόλων, τους ευλαβούνται και προς τιμήν τους υπάρχει περικαλλής ναός, που θεωρείται ο αρχαιότερος στην πόλη.

Οι τίμιες κάρες των Αγίων Αποστόλων Ιάσονος και Σωσιπάτρου φυλάσσονται με ευλάβεια στην ιερά μονή Οσίου Λουκά Βοιωτίας. Η Ορθόδοξη Εκκλησία εορτάζει τη μνήμη των Αγίων στις 29 Απριλίου.
 
https://www.saint.gr 

Τρίτη 28 Απριλίου 2020

ΑΓΙΟΣ ΙΩΑΝΝΗΣ Ο ΧΡΥΣΟΣΤΟΜΟΣ: ΑΣ ΜΗΝ ΠΕΡΙΦΡΟΝΟΥΜΕ ΤΗΝ ΠΡΟΣΕΥΧΗ!


Επειδή, λοιπόν, είναι μεγαλύτερο το κέρδος και μεγαλύτερη η ευκολία σ' εκείνους που πλησιάζουν τον Θεό, ας μην περιφρονούμε την προσευχή. Γιατί τότε θα συμφιλιωθείς και θα συνομιλήσεις καλύτερα μ' Αυτόν, τότε σου δίνει ευκολότερα εκείνο που ζητάς, όταν εσύ ο ίδιος τον παρακαλείς, όταν η καρδιά σου είναι καθαρή, όταν οι λογισμοί σου συνοδεύονται από σωφροσύνη, όταν δεν Τον παρακαλείς με αδιαφορία, πράγμα που κάνουν πολλοί, και η μεν γλώσσα τους λέει τα λόγια της προσευχής, ενώ η ψυχή περιφέρεται σε πολλά μέρη του σπιτιού, της αγοράς, των δρόμων!
Αυτή είναι η όλη δολιότητα που επινόησε ο διάβολος. Επειδή δηλαδή γνωρίζει ότι κατά την ώρα εκείνη της προσευχής μπορούμε να επιτύχουμε τη συγχώρηση των αμαρτιών μας, θέλοντας να μας φράξει το λιμάνι της προσευχής, εξεγείρεται κατά την ώρα εκείνη, απομακρύνει τη σκέψη μας απ' τα λόγια της προσευχής, ώστε να φύγουμε ζημιωμένοι μάλλον, παρά κερδισμένοι».
Γνωρίζοντας λοιπόν αυτά, όταν προσέρχεσαι στο Θεό, σκέψου σε ποιόν προσέρχεσαι, και σου είναι αρκετό για σωφροσύνη το αξιόπιστο Εκείνου που πρόκειται να σου δώσει τη χάρη.
Ρίξε το βλέμμα σου προς τον ουρανό κι αναλογίσου με ποιόν συνομιλείς. Γιατί, εάν κάποιος συνομιλώντας με κάποιον άνθρωπο που έχει ανεβεί λίγο τις ανθρώπινες τιμές, κι αν ακόμη είναι ο πιο αδιάφορος απ' όλους, οπωσδήποτε τότε συγκεντρώνει τον εαυτό του και κάνει πιο προσεκτική την ψυχή του, πολύ περισσότερο αν σκεφθούμε εμείς, ότι συνομιλούμε με τον Κύριο των αγγέλων, θα μας γίνει αυτό σπουδαία αφορμή για να γίνουμε προσεκτικοί.
Αν όμως χρειάζεται ν' αναφέρω και κάποια άλλη μέθοδο, με την οποία θα μπορέσουμε ν' αποφύγουμε την αδιαφορία αυτή,  θα μπορούσα να πω, ότι, πολλές φορές, αφού κάναμε την προσευχή μας, φύγαμε χωρίς ν' ακούσουμε τίποτε από εκείνα που είπαμε! Αν λοιπόν σκεφτούμε αυτό, αμέσως θ' αποκτήσουμε και πάλι την προθυμία γι' αυτήν. Και αν πάλι πάθουμε το ίδιο, ας επαναλάβουμε αυτή για τρίτη και τέταρτη φορά, και να μη σταματήσουμε προηγουμένως την προσευχή μας, μέχρι που να την πούμε ολόκληρη με σκέψη και καρδιά γεμάτη από σωφροσύνη.
Αν αντιληφθεί ο διάβολος, ότι δεν απομακρυνόμαστε από την προσευχή μας, μέχρι που να την πούμε με προθυμία και με καρδιά και σκέψη γεμάτη από σωφροσύνη, θ' απομακρυνθεί ο πανούργος, γνωρίζοντας ότι δεν θα κερδίσει τίποτα απ' την επιβουλή του αυτή, παρά το να μας αναγκάζει να επαναλαμβάνουμε την ίδια προσευχή.
Πολλά τραύματα, αγαπητοί, καθημερινά δεχόμαστε απ' τούς δικούς μας και τους ξένους στην αγορά, στο σπίτι, από τα δημόσια πράγματα, από τα ιδιωτικά, απ' τους γείτονες, από τους φίλους. Σ' όλα εκείνα τα τραύματα ας βάλουμε φάρμακα κατά την ώρα της προσευχής. Γιατί ο Θεός έχει τη δύναμη, εάν προσέλθουμε σ' Αυτόν με σκέψη γεμάτη από σωφροσύνη, με ψυχή κυριευμένη απ' τη φλόγα του πόθου μας γι' Αυτόν, και με θερμή συνείδηση και Του ζητήσουμε συγγνώμη, να μας δώσει τη συγχώρηση για όλα τα αμαρτήματά μας ...».

(Αγ. Ιω. Χρυσόστομος «Εις την  Μ. Εβδομάδα»)

ΓΕΡΩΝ ΑΙΜΙΛΙΑΝΟΣ ΣΙΜΩΝΟΠΕΤΡΙΤΗΣ: ΟΙ ΑΓΙΟΙ ΣΤΗ ΖΩΗ ΜΑΣ!


Γέροντας Αιμιλιανός Σιμωνοπετρίτης: Οι άγιοι στη ζωή μας

Κάθε ημέρα στην εκκλησία ζητάμε τις πρεσβείες των αγίων. Αυτές οι πρεσβείες είναι ολόκληρη δύναμις, ολόκληρος κόσμος που βγαίνει από τους αγίους και από τις άκτιστες ενέργειες του Θεού. Αλλά οι άγιοι δεν μεσιτεύουν απλώς. Με το να βλέπουν τον Χριστόν και να γνωρίζουν την ζωή του, και με το να δέχωνται εν Πνεύματι Αγίω θείο φωτισμό ο οποίος θα γίνη πλήρης την ημέρα εκείνη, όταν θα παραβρεθούμε και εμείς μαζί τους, ο Χριστός γίνεται πλέον περιουσία τους και φωτίζουν και εμάς.
Διαφωτίζουν τον νου μας, μας αποκαλύπτουν. Όταν έχω κάτι και μου το ζήτησης, θα σου το δώσω. Αν έχω δύο χιτώνες, ο Θεός με υποχρεώνει να σου δώσω τον ένα. Αλλά και αν έχω έναν, σε λυπάμαι και σου τον δίνω και αυτόν και ζητάω άλλον από τον ηγούμενο. Ο άγιος, που έχει τόσο πλούτο από τον φωτισμό του Θεού, δεν θα δώση και σε μας; Μπορεί να μας το αρνηθή αυτό;
Ο θείος φωτισμός είναι το βαθύτερο και το σπουδαιότερο που μπορούμε να ζητήσωμε από τους αγίους. Ό,τι και αν μας λείπη, αποκαθίσταται ή μπορούμε να ζήσωμε χωρίς αυτό. Αλλά χωρίς τον φωτισμό, την γνώσι δηλαδή, δεν μπορούμε να ζήσωμε.
Η γνώσις του Θεού συντηρεί τα κύτταρά μας και ενώνει το πνεύμα μας, μας παριστάνει ενώπιον του Θεού και μας σώζει και μας βάζει στην βασιλεία των ουρανών. Η γνώσις ή η άγνοια του Θεού, ή μικρή ή η μεγάλη, μας κάνει ζωντανούς ή νεκρούς. Για όλους αυτούς τους λόγους ο άγιος δεν αντέχει να μην εκφράση την αγάπη του με το να μας πλουτίζη με τον θείο φωτισμό, με το να μας διαφωτίζη στο κάθε μας θέμα.
Επί πλέον, οι άγιοι δεν κάνουν κάτι μακριά από εμάς, δεν πηγαίνουν πίσω από εμάς για να παρακαλέσουν τον Θεόν, αλλά προσεύχονται μαζί μας. Εφ’ όσον είναι πρόσωπα, όταν γονατίζω εγώ, αυτός που κάθε ημέρα είναι με τον Θεόν, γονατίζει μαζί μου, συν-γονατίζει, συνιδρώνει, συμπάσχει, συναγωνιά με την δική μου παράστασι ενώπιον του Θεού. Μη σας κάνη αυτό εντύπωσι.
Αναγώνιος είναι η αγωνία του αγίου, αλλά είναι μία αγωνία, μία συμμετοχή στην ζωή μας. Εφ’ όσον το Πνεύμα κράζει, «αββά ο πατήρ», και αγωνιά μαζί μας, εφ’ όσον ο Πατήρ και η κτίσις αγωνίζονται μαζί μας, δεν θα αγωνισθή ο άγιος που τον φέραμε και τον βάλαμε στο κελλί μας; Και είναι τόσο εύκολη αυτή η πράξις! Κάνεις μια μικρή έπιστράτευσι και υποχρεώνεις όλους τους αγίους να γονατίσουν μαζί σου.
Μα, θα μου πήτε, συναγωνιά ο άγιος; Γιατί; Διότι εμείς είμαστε άνθρωποι ακόμη, φέρομε το σαρκικό αυτό περίβλημα, έχομε την χονδροείδεια του μυαλού μας και της καρδιάς μας και δεν έχομε σταθερότητα στην πορεία μας. Τώρα μπορεί να κλαίω και μετά να γελάω. Τώρα να ζητώ κάτι από τον Θεόν και μετά να αναρωτιέμαι γιατί το ζητώ. Ή τώρα να ζητώ κάτι και μετά να το ξεχνώ.
Τώρα να υπόσχωμαι κάτι και μετά να κάνω το αντίθετο. Τώρα να ορκίζωμα; στον Θεόν πως θα μετανοήσω και μετά να περιπίπτω στην ίδια αμαρτία με την δική μου γνώμη και βουλή. Δεν έχω δει τον Θεόν με τα μάτια μου τα σαρκικά, όπως τον θέλω εγώ, δεν μου παρέχει ο Θεός τον εαυτό του, όπως εγώ θα το ήθελα ή το φανταζόμουν, και του εκφράζω τις αφέλειές μου, τα παιδιαρίσματά μου, παίζω μαζί του και τον χάνω μέσα από τα χέρια μου.
Ο άγιος από την μια έχει ενώπιον του την βεβαιότητα του Θεού, την αγάπη του Θεού, όλη· την θεία οικονομία, και μπορεί να την πιάση και να μας την δώση, και από την άλλη έχει εμάς τους ανίδεους και χονδρούς ανθρώπους και δεν ξέρει τι να κάνη μαζί μας. Δεν είναι βέβαιος, αν μετά από μισή ώρα θα μείνωμε πιστοί στην υπόσχεσι που του δίνομε τώρα, αν αύριο θα τον ξανακαλέσωμε για να συν-γονατίση μαζί μας. Εχομε την βούλησί μας και αύριο μπορεί να τον ξεγελάσωμε, και τότε θα αναγκασθή να παραστή κενός ενώπιον του Θεού.
Κάποιος Γέροντας παρακαλούσε την Παναγία για τους υποτακτικούς του και μία ήμερα είδε στο όνειρό του τον Χριστόν να της λέγη: Πήγαινε, μητέρα μου, και μη με ξεγελάς άλλο· τους βλέπεις ότι είναι αμετανόητοι. Πόσες φορές και οι άγιοι παίρνουν την ίδια απάντησι, όταν εμείς τους ζητάμε και εν συνεχεία τους εγκαταλείπωμε!
Οι άγιοι λοιπόν ενεργούν οι ίδιοι, μεσιτεύουν για μας και μας φωτίζουν, συμπροσεύχονται μαζί μας και συναγωνιούν, συμπάσχουν και συμμετέχουν στην δική μας πάλη. Και όλα αυτά τα κάνουν από μόνοι τους. Εμείς καλούμε τον άγιο, του ζητάμε αυτό που θέλομε, καμιά φορά με πολύ δισταγμό, και ο άγιος αναλαμβάνει το δικό μας υστέρημα να το αναπλήρωση. Προσπαθεί και εμάς να ζωογονή και τον Θεόν να συγκινή.
Όπως φέρνεις έναν λογιστή και σου κάνει στο ακέραιο την εργασία, εσύ όμως δεν ξέρεις τι σου έκανε, όπως εμπιστεύεσαι τον γιατρό και σου διανοίγει τα σπλάγχνα, αλλά εσύ δεν πονάς ούτε καταλαβαίνεις τίποτε, έτσι ακριβώς καλείς τον άγιο και όλα τα κάνει μόνος του. Εμείς δεν έχομε τίποτε να κάνωμε· εν συνεχεία πάμε και κοιμόμαστε, ο άγιος όμως συνεχίζει να κάνη την δουλειά του. Άραγε συνεχίζει; Βεβαίως συνεχίζει. Συνεχίζουν οι δαίμονες να μας πειράζουν, και θα σταματήση ο άγιος την δουλειά του;
Οι άγιοι παραβιάζουν ακόμη και τα άδυτα του Θεού και την γνώμη του. Πόσες φορές η Αγία Γραφή παρουσιάζει τον Θεόν μεταμελούμενον! Ασφαλώς, ουδέποτε μεταμελείται ο Θεός, αλλά το γεγονός αυτό δείχνει το πόσο ακούει τους άγιους του. Ο Θεός αποκαλύπτεται εμφανώς στους άγιους, και εκείνοι τον αποκαλύπτουν και σε μας. Μας μεταφέρουν δηλαδή τα άδηλα και τα κρύφια της γνώσεως του, σύμφωνα με την θεία οικονομία και πρόγνωσι.
Οι άγιοι είναι δικοί μας.
Αφού προσκαλέσωμε τόσο απλά τους αγίους, με την εικόνα τους, τα λείψανά τους ή τον νου μας, οι άγιοι γίνονται η ζωντανή συντροφιά μας. Και επειδή ο άγιος είναι αχώριστος από τον Θεόν, το ξέρω ότι μαζί του είναι και ο Θεός. Ακόμη και αν εγώ είμαι μέσα στην αμαρτία, μέσα στην δυσωδία, και δεν μπορή να ενεργήση σε μένα ο Θεός, ακόμη και αν δεν τον νοιώθω, το ξέρω και το πιστεύω ότι μαζί με τον άγιο είναι και ο Θεός.
Επίσης, το ξέρω ότι ο άγιος είναι για μένα μία ευφροσύνη. Πόσες φορές κουβεντιάζαμε για να απαλλαγούμε από το βάρος της μοναξιάς! Πόσες φορές λέμε αηδίες, γιατί είμαστε στενοχωρημένοι και θέλομε να μας φύγη η δυσκολία, ο πειρασμός, η στενοχώρια, ή θέλομε να σπάσωμε τα οχυρά που μας χωρίζουν από τους άλλους!
Πόσες φορές έχομε κάποιο σύμπλεγμα μέσα μας από την αμαρτία μας, από την αναπηρία μας, από την μειονεξία μας, και δεν ξέρομε τι να κάνωμε! Τότε βγαίνομε έξω να αναπνεύσωμε αέρα ή πάμε στο κελλί ενός αδελφού μας να του πούμε κάτι. Για την περίπτωσι αυτή οι Πατέρες λένε, αν έλθη ο αδελφός σου και σου πη πως είναι στενοχωρημένος, πέταξε αμέσως το κομποσχοίνι σου, μη τυχόν το δη και καταλάβη ότι προσευχόσουν, και αμέσως πες του: Αδελφέ μου, τί έχεις; Διαφορετικά θα φερθούν οι άγιοι; Αφού έτσι φερόμεθα εμείς, που διατρέχομε τον κίνδυνο να παρασυρθούμε από τον αδελφό μας στην αμαρτία, δεν θα φερθή ο άγιος, ο οποίος δεν παρασύρεται και μπορεί να διάλυση τα νέφη μας και να γίνη για μας μία πραγματική ευφροσύνη;
«Εγχρονίζει η ευφροσύνη τοις δικαίοις». λέγει η Άγια Γραφή. Η ευφροσύνη γίνεται στοιχείο συνακόλουθο, αδιαλείπτως ενωμένο με τον δίκαιο. Αν η Αγία Γραφή το λέγη αυτό για τους ζώντας δικαίους, οι οποίοι αύριο μπορεί να πέσουν, πόσο μάλλον ισχύει για τους αγίους, οι οποίοι δεν πίπτουν πλέον. Σε αυτούς η ευφροσύνη εγχρονίζει πολύ περισσότερο. Ερχόμενος λοιπόν ο άγιος, έρχεται μαζί με την ευφροσύνη του, με το χαμόγελό του, με τα χαρακτηριστικά του, με τις εμπειρίες του, με την ζωή του είναι ο ίδιος, έχει τα ίδια μυαλά, ζη όπως όταν ήταν κάτω στην γη. Επομένως, μπορώ πολύ εύκολα να αποκτήσω την ευφροσύνη, που μου είναι τόσο αναγκαία για να προσεύχωμαι άνετα.
Ο άγιος όμως δεν είναι μόνον η συντροφιά μας, η ευφροσύνη μας, είναι και «η πανήγυρίς μας εν τοις πρωτοτόκοις», η συμμετοχή μας στον χορό όλων των αγίων. Για να νοιώσωμε αυτή την πραγματικότητα, ας θυμηθούμε το όραμα του προφήτου Δανιήλ το σχετικό με την επικράτησι του Χριστού, της Εκκλησίας και των αγίων. Ο Προφήτης παρουσιάζει με θηρία τα διάφορα έθνη, τα οποία νικώνται από τον Υιόν του Θεού και πίπτουν, τον δε Υιόν του ανθρώπου ερχόμενον επί νεφελών και τον Παλαιόν των ημερών καθήμενον επί του θρόνου του για να δικάση την οικουμένη, τα έθνη, τους βασιλείς, τις ψυχές των ανθρώπων.[...]
[...]«Και την βασιλείαν κατέσχον οι άγιοι». Πόσο εκφραστική είναι η Πάλαια Διαθήκη! Ανοίγεις τις πύλες, μπαίνεις μέσα και παίρνεις τα πάντα υπό την κατοχή σου. Ο Πατήρ παίρνει τα πάντα από τον Υιόν, με την αγάπη και την αποδοχή του Υιού, και τα παραδίδει στους αγίους. Την βασιλεία που είχε χαρίσει στον Υιόν, την παίρνομε εμείς. Επίσης, την τιμή του Υιού την δίνει σε μας.
Άρα οι άγιοι γίνονται φορείς όλων των δυνατοτήτων, όλων των δυνάμεων, Όλων των εξουσιών, όλης της οντότητος, θα λέγαμε, του Χριστού. Εντεύθεν ο Χριστός είναι οι άγιοι και οι άγιοι είναι ο Χριστός, και έτσι έχομε πλέον την πανηγύρι των πρωτοτόκων, την ίδια την Εκκλησία, δηλαδή το σύνολο των αγίων, οι οποίοι λαμβάνουν από τον Θεόν την δικαίωσι και την νίκη.
Ο Χριστός ευχαρίστως τους παραχωρεί τα πάντα, μέχρις ότου έλθη η ώρα που και εμείς θα τα παραδώσωμε σε εκείνον και εκείνος θα τα παραδώση στον Πατέρα. Τότε, θα κλείση η ιστορία, για να ανοίξη πια η αιωνιότης, η διαρκής σχέσις Θεού και ανθρώπου.
«Και την βασιλείαν κατέσχον οι άγιοι». Οι άγιοι άρπαξαν την βασιλεία, την κέρδισαν, την κατέκτησαν και την κρατούν γερά· την κατέχουν, δεν θα την κατάσχουν, τους την έδωσε ο Πατήρ. Και αν ερμηνεύσουμε τυπολογικά την Παλαιά Διαθήκη, το ανωτέρω χωρίο αναφέρεται στην Εκκλησία, πολύ δε περισσότερο στην βασιλεία των ουρανών. Αυτή η κατοχή δηλαδή είναι πληρέστατη και τελεία στους άγιους, οι οποίοι ήδη θριαμβεύουν στον ουρανό.
Οι άγιοι λοιπόν, τους οποίους προσκαλούμε στο κελλί μας, έχουν την νίκη, την κατοχή της βασιλείας των ουρανών. Επομένως, οι άγιοι είναι για μας η δυνατότητά μας, το περιβάλλον μας μέσα στο οποίο συγχορεύομε και εμείς ενώπιον του πολιού ουρανίου Πατρός και ενώπιον του Υιού του Θεού, ο οποίος μας παρέδωσε τα πάντα και μας έκανε θεούς, διά της προσλήψεως του φυράματός μας.
Άραγε, πώς οι άγιοι γίνονται για μένα η νίκη; Βεβαίως η νίκη υπήρξε ο Χριστός. Αυτός «εξήλθε νικών», αλλά την νίκη την παρέδωσε στους αγίους. Αυτό σημαίνει ότι οι άγιοι είναι η νίκη των δύο κόσμων που φέρω μέσα μου. Μέσα μου έχω από την μια τον φρικτό κόσμο των παθών μου, που δεν μπορώ να τον κάνω τίποτε. Δεν μπορώ να βάλω τα χέρια μου και να βγάλω τα πάθη από την καρδιά μου.
Δεν μπορώ να διώξω τον λογισμό μου· δεν μπορώ να συγκρατήσω τα λόγια μου, διαρκώς μου ξεφεύγουν. Είμαι όλος εμπαθής, μαύρος, δυσώδης και τερατώδης. Από την άλλη όμως είναι μέσα μου και ο κόσμος των θείων επιθυμιών, ο κόσμος της αγάπης του Θεού, το όνειρό μου να πάω στον ουρανό. Εγώ στέκομαι ενώπιον των αγίων με αυτούς τους δύο κόσμους. Οι άγιοι είναι «η νίκη η νικήσασα τον κόσμον».
Ποιός είναι ο κόσμος; Ο κόσμος είναι η αμαρτία, ο σατανάς, είναι όμως και η Εκκλησία, η ίδια η παρουσία του Χριστού. Ο κόσμος είναι αυτοί οι δύο οι κόσμοι, ο Χριστός και η αμαρτία, δηλαδή ο σατανάς, ο οποίος οργιάζει και κυβερνάει τα πάντα -ακόμη και μένα- και τα ρίχνει στην φθορά. Οι άγιοι είναι η νίκη και των δύο αυτών κόσμων. Συγκαλώντας εγώ τους αγίους μου, συμμετέχω στην νίκη του αγίου και επιβάλλω την νίκη αυτή και στον κόσμο.
Οι άγιοι είναι ακόμη η προσκύνησις του Κυρίου, ο οποίος, αφού εκενώθη, εδόθη σε αυτούς και υπάρχει εντός τους. Άλλωστε οι Πατέρες σαφώς λέγουν ότι «επί το πρωτότυπον διαβαίνει η προσκύνησις». Όπως, όταν προσκυνώ την εικόνα ενός αγίου ή το λείψανό του -που πολλώ μάλλον έχει τα στίγματα όχι των αιμάτων, αλλά του Αγίου Πνεύματος διότι αγιάσθηκε-, η προσκύνησις γίνεται στον άγιο, έτσι και η προσκύνησις ενός αγίου, της ζώσης εικόνος του Θεού, μεταβαίνει επί το πρωτότυπον, τον Θεόν.
Ποιός μπορεί να αρνηθή τις Οικουμενικές Συνόδους, την πείρα των Πάτερων; Όσο ανόητος και ψυχρός να είναι, αυτό δεν μπορεί να το κάνη. Δηλαδή μπορεί να πη, δεν σε νοιώθω, Θεέ μου. Αλλά δεν μπορεί να πη, δεν υπάρχεις, διότι δεν μπορεί να είπε ψέματα ο Μέγας Βασίλειος, ο άγιος Γρηγόριος ο Θεολόγος, ο άγιος Χρυσόστομος, ο Μέγας Αθανάσιος, ο άγιος Διονύσιος. Κάποιος θα είπε τήν αλήθεια. Ένας μόνον να είπε την αλήθεια, ο Θεός είναι εδώ μπροστά μου.
Οι άγιοι είναι και το μέλλον μου, η βασιλεία των ουρανών. Επειδή, οι άγιοι «κατέσχον την βασιλείαν», σημαίνει ότι τώρα αυτοί κυριαρχούν, αυτοί έχουν τα κλειδιά, για να ανοίξη η θύρα της βασιλείας, αυτοί έχουν τους θρόνους. Επομένως, έχοντας μαζί μου τον άγιό μου ή τους άγιους μου, κατέχω το μέλλον, εισέρχομαι στο μέλλον, στην βασιλεία των ουρανών, που θέλω να πάω. Η εσχατολογία μου δεν είναι κάποια θεωρία, κάποια φιλοσοφία, είναι μία αλήθεια. Με τους αγίους εισέρχομαι στον κόσμο τον οποίο επιθυμούσα μέχρι προ μιας στιγμής ή, καλύτερα, έχω το μέλλον μου έδώ, διότι το μέλλον μου είναι οι άγιοι.
Οι άγιοι είναι επίσης η παρρησία μου. Όταν τόσο δικαιωματικά, τόσο εξουσιαστικά εισέρχωμαι με τον άγιο στην βασιλεία των ουρανών, ο άγιος είναι για μένα η παρρησία μου. Επειδή αυτός είναι μέσα, αρπάζει και μένα. Λέμε στην λειτουργία μας, μετά τον καθαγιασμό των τιμίων δώρων: «Έτι προσφέρομέν σοι την λογικήν ταύτην λατρείαν υπέρ των προπατορων, πατέρων, πατριαρχών, προφητών». Γιατί; Διότι αυτοί μπήκαν στην βασιλεία των ουρανών.
Εφ’ όσον λοιπόν οι άγιοι είναι το μέλλον μου, και εφ’ όσον εγώ είμαι μέλος του σώματος του Χριστού, οι άγιοι αυτοί είναι η οικογένειά μου και η τιμή μου. Μπαίνοντας και εγώ στον χορό τους, γίνομαι οικείος του Θεού. Από εκεί που ήμουν ένας απλός άνθρωπος, ένας οικογενής, γεννημένος σε ένα σπίτι, δούλος ή υιός, γίνομαι ο οικείος, ο σύμφυτος, ο φίλος, ο υιός του Θεού.
Τί άλλο μπορώ να επιθυμήσω; Τί άλλο θα ήθελα να έχω και δεν το παίρνω καλώντας μπροστά μου τους αγίους; Και όλα αυτά μου τα δίνει ο άγιος, χωρίς εγώ να τα επιδιώκω, χωρίς να αναλογίζωμαι τι θέλω. Όλα τα τακτοποιεί ο άγιος. Όπως πάω στον δικηγόρο μου και εκείνος τακτοποιεί την υπόθεσί μου και μου στέλνει την απόφασι, έτσι ακριβώς και οι άγιοι ρυθμίζουν τα πάντα. Εγώ, αφού τον επικαλέσθηκα, πάω και κοιμάμαι· εκείνος όμως, ενώ εγώ κοιμάμαι, συνεχίζει την πορεία του και μου ετοιμάζει τα πάντα.
Συχνά παρουσιάζουν τους ασκητάς να προσεύχωνται μέσα σε μια σπηλιά μπροστά σε μια εικόνα, κατά κανόνα της Υπεραγίας Θεοτόκου.
Κάποιος άγιος προσερχόμενος μπροστά στην εικόνα της Παναγίας είχε πάρα πολλούς σαρκικούς πειρασμούς.
Μα τί έπαθα, αναρωτιόταν. Εγώ προσεύχομαι στην Παναγία, και ο σατανάς συνεχώς με πειράζει. Πότε θα σταματήση; Τότε παρουσιάζεται ο σατανάς και του λέγει: Γιατί διαμαρτύρεσαι; Εσύ φταις. Μην προσκυνάς αυτή την εικόνα, και εγώ δεν θα σε πολεμήσω άλλη φορά. Του είπε την αλήθεια. Ο σατανάς στις υποσχέσεις του είναι πιο τίμιος από εμάς. Οι άγιοι εξόρκιζαν τον σατανά και έλεγε την αλήθεια. Εμείς, και να μας εξορκίζουν, δεν την λέμε.
Δέχθηκε ο σατανάς να φύγη, αρκεί ο μοναχός να σταματούσε να προσκυνά την εικόνα, διότι η προσκύνησις, το άνοιγμα των χειρών μπροστά σε εκείνη την εικόνα, ήταν η τελεία επιτυχία. Αν, σκέφθηκε ο σατανάς, σταματήση να προσκυνά την εικόνα, τότε δεν χρειάζεται να τον πειράζω εγώ. Μόνος του θα χάση την βασιλεία, την παρρησία, και θα πέση σε απομόνωσι, θα ξεφύγη από τα χέρια του Θεού και θα παύση να είναι κάτω από το εκχυνόμενο αίμα του Χριστού, και κάτω από το Άγιον Πνεύμα που τον βρέχει και τον σκεπάζει.
Εχομε λοιπόν μαζί μας τον Θεόν, την Αγία Γραφή, δηλαδή όλη την ιστορία της Εκκλησίας και όλη την οικονομία του Θεού, έχομε τους αγίους, πιθανόν και τα έργα των χειρών μας. Ποιός απομένει να μπη στο κελλί μας; Αυτός που κατά κανόνα λείπει είναι ο εαυτός μας, και κυρίως ο νους μας, διότι τριγυρίζει.
Το πρόβλημα τώρα είναι να βάλωμε μέσα εκεί και τον εαυτό μας. Οι άγιοι έρχονται, ο Θεός έρχεται, όλοι υπακούουν στον «βραχύ τι παρ’ αγγέλους ηλαττωμένον» άνθρωπο, δεν υπακούει μόνον ο ίδιος στον εαυτό του ούτε και στην προσκλησι του Θεού. Γι’ αυτό, το μεγάλο πρόβλημα στην αγρυπνία μας είναι η παρουσία του ιδίου του εαυτού μας. Προφανώς, αυτή επιτυγχάνεται διά της προσευχής.

(Αρχιμ. Αιμιλιανού Σιμωνοπετρίτου. «Νηπτική ζωή και Ασκητικοί κανόνες», εκδ. Ίνδικτος- Αθήναι 2011, σ. 482-494)

ΟΣΙΟΣ ΜΕΜΝΩΝ Ο ΘΑΥΜΑΤΟΥΡΓΟΣ

 
Όσιος Μέμνων ο Θαυματουργός

Ο Όσιος Μέμνων από νεαρή ηλικία εγκατέλειψε τον κόσμο και αφιέρωσε τον εαυτό του στον Θεό. Εκάρη μοναχός και με τους ασκητικούς του αγώνες υπέταξε τη σάρκα στο πνεύμα. Η θεία χάρη, αντάμειψε την αρετή του Οσίου Μέμνων και τον αξίωσε να θαυματουργεί.
Συνέβη κάποτε να κατακλύσουν τους αγρούς των χωρικών σμήνη ακριδών. Αυτοί χωρίς να μπορούν να κάνουν τίποτα, κλαίγοντας έβλεπαν την καταστρεπτική αυτή μάστιγα. Ο Όσιος Μέμνων λυπήθηκε τους οικογενειάρχες εκείνους και ένοιωσε την απόγνωση τους. Προσευχήθηκε λοιπόν θερμά στο Θεό και πέτυχε την απαλλαγή του τόπου από τα ολέθρια σμήνη. Και όσες φορές οι γεωργικοί πληθυσμοί της περιοχής του έπεφταν σε μεγάλη στενοχώρια, ο Μέμνων τους πήγαινε βοήθεια από τις οικονομίες του μοναστηριού, του οποίου αναδείχτηκε και ηγούμενος. Πήγαινε μάλιστα και σ' άλλες πόλεις που μάζευε συνδρομές, με τις οποίες συμπλήρωνε την ανακούφιση των πασχόντων.
Κατά το θάνατο του, άνδρες, γυναίκες και παιδιά, έτρεξαν και συνόδευσαν την κηδεία του, με τα θερμότερα δάκρυα και τις εγκαρδιότερες ευχές.
Η Ορθόδοξη Εκκλησία εορτάζει τη μνήμη του Οσίου στις 28 Απριλίου. Σε μερικούς συναξαριστές η μνήμη του Οσίου επαναλαμβάνεται και στις 19 Μαΐου.
 
https://www.saint.gr