Έστειλε μια φορά τον
υποτακτικό του ο Αββάς Δωρόθεος ο Θηβαίος, να φέρη νερό από το πηγάδι. Καθώς
έσκυψε εκείνος να τραβήξη, είδε μέσα μια μεγάλη ασπίδα (σ.σ. εννοεί το φίδι).
Άφησε συγχυσμένος τον κουβά κι’ έτρεξε στο Γέροντά του.
– Αββά, χαθήκαμε. Το νερό μας δηλητηριάστηκε. Βρήκα ασπίδα στο πηγάδι.
– Κι αν ο διάβολος αποφασίση να ρίξη ασπίδες σ’ όλα τα πηγάδια, εσύ θα πεθάνης από τη δίψα; ρώτησε ο Γέροντας κουνώντας το κεφάλι του για τη δειλία του υποτακτικού του.
Ύστερα πήγε στο πηγάδι, πήρε τον κάδο κι’ έβγαλε μόνος του νερό. Έκανε το σημείο του σταυρού και ήπιε πρώτος, κατόπιν έδωσε στον υποτακτικό του.
– Όπου υπάρχει ο σταυρός, είπε, δε μπορεί να σταθή η κακία του εχθρού.
– Αββά, χαθήκαμε. Το νερό μας δηλητηριάστηκε. Βρήκα ασπίδα στο πηγάδι.
– Κι αν ο διάβολος αποφασίση να ρίξη ασπίδες σ’ όλα τα πηγάδια, εσύ θα πεθάνης από τη δίψα; ρώτησε ο Γέροντας κουνώντας το κεφάλι του για τη δειλία του υποτακτικού του.
Ύστερα πήγε στο πηγάδι, πήρε τον κάδο κι’ έβγαλε μόνος του νερό. Έκανε το σημείο του σταυρού και ήπιε πρώτος, κατόπιν έδωσε στον υποτακτικό του.
– Όπου υπάρχει ο σταυρός, είπε, δε μπορεί να σταθή η κακία του εχθρού.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου