ΑΝ ΒΙΑΖΕΣΑΙ ΝΑ ΔΕΙΣ ΤΟΝ ΚΟΣΜΟ ΝΑ ΓΙΝΕΤΑΙ ΚΑΛΥΤΕΡΟΣ, ΑΡΧΙΣΕ ΑΠΟ ΤΟΝ ΕΑΥΤΟ ΣΟΥ. ΕΙΝΑΙ Ο ΣΥΝΤΟΜΟΤΕΡΟΣ ΔΡΟΜΟΣ.
Τετάρτη 12 Οκτωβρίου 2022
ΑΒΒΑΣ ΙΩΑΝΝΗΣ Ο ΚΟΛΟΒΟΣ: "ΠΑΡΤΕ ΚΑΙ ΦΑΤΕ ΑΠΟ ΤΟΝ ΚΑΡΠΟ ΤΗΣ ΥΠΑΚΟΗΣ".
ΟΣΙΟΣ ΘΕΟΣΕΒΙΟΣ Ο ΑΡΣΙΝΟΪΤΗΣ
Ο Όσιος Θεοσέβιος γεννήθηκε στο μικρό χωριό Μελάνδρα, 12 χιλιόμετρα Νοτιοανατολικά της αρχαίας Αρσινόης, της σημερινής Πόλης της Χρυσοχούς της επαρχίας Πάφου, από γονείς ευσεβείς και εύπορους, τον Μιχαήλ και την Άννα. Είχε δε αδελφό τον όσιο Αρκάδιο τον μετέπειτα επίσκοπο Αρσινόης. Η ακριβής χρονολογία της γέννησής του µας είναι άγνωστη. Θα πρέπει όμως να τοποθετείται στα τέλη του 4ου µ.Χ. αιώνα, αν δεχτούμε, σύμφωνα µε τους επισκοπικούς καταλόγους της περιοχής, ότι ο αδελφός του Αρκάδιος ήταν επίσκοπος της Αρσινόης στις αρχές του 5ου αιώνα μ.Χ.
Αν και ο αδελφός του πήγε στην Κωνσταντινούπολη για να σπουδάσει, αυτός έμεινε κοντά στους γονείς του και έγινε βοσκός. Ποιμαίνοντας τα πρόβατά του, είχε την ευκαιρία να επιδίδεται στην προσευχή, τη μελέτη του λόγου του Θεού και άλλες αρετές. Με πρόφαση τη βοσκή των προβάτων προχωρούσε στο βουνό σε µια απόσταση 3 χιλιομέτρων από το χωριό του και σε τόπο ήσυχο και απόμερο προσευχόταν απερίσπαστα. Εντόπισε μάλιστα στην περιοχή και κάποιο σπήλαιο στο οποίο πολύ συχνά εισερχόταν και µε νηστείες και γονυκλισίες προσευχόταν στο Θεό.
Ο Όσιος Θεοσέβιος έτρωγε ελάχιστα, µόνο για να ζει. Τις µέρες της νηστείας μοίραζε όλη την τροφή που έπαιρνε μαζί του, που ήταν συνήθως µόνο ψωμί, σ' όσους έβρισκε μπροστά του και είχαν ανάγκη. Κι αν δεν έβρισκε κανένα τέτοιο άνθρωπο μπροστά του, έδινε το ψωμί του στα πουλιά, για να μην αθετεί την εντολή της νηστείας.
Όταν έφτασε στην κατάλληλη ηλικία, υπακούοντας και στην επιθυμία των γονέων του, προχώρησε σε γάμο µε µια ενάρετη κόρη από το διπλανό χωριό, τη Φιλούσα. Είχε ήδη όμως προχωρήσει τόσο στην πνευματική ζωή που αποφάσισε, αφού δέχτηκε την πρότασή του και η σύζυγός του, να ζήσει βίο αγνό και παρθενικό, μέσα στο γάμο, έχοντας µε τη σύζυγό του απλώς σχέσεις αδελφικές.
Κάποια µέρα, διαισθανόμενος το τέλος του, ίσως αυτό να του μηνύθηκε κατά κάποιο τρόπο από το Θεό, ο Θεοσέβιος κάλεσε τη γυναίκα του και µε τρόπο παραβολικό της είπε ότι φεύγει πιο μακριά για βόσκηση των προβάτων κι εκεί θα μείνει για αρκετό χρόνο. Την προέτρεψε να συνεχίσει την προσπάθεια της τελείωσης µε υπομονή και σωφροσύνη παραμένουσα είτε στο σπίτι τους στη Μελάνδρα είτε μεταβαίνουσα στη Φιλούσα, κοντά στους γονείς της. Κι αφού αντάλλαξαν σκέψεις για την αιώνια ζωή αναχώρησε στο τόπο της προσευχής. Άφησε το κοπάδι να βόσκει κι αυτός προχώρησε στο σπήλαιο, προσευχήθηκε µε θέρμη και εκεί ήρεμα παρέδωσε το πνεύμα στο Θεό. Ήταν 12 Οκτωβρίου.
Ο σκύλος του Αγίου, που βρισκόταν στο στόμιο του σπηλαίου σα να εκτελούσε χρέη θυρωρού, μάζεψε την επόμενη µέρα το κοπάδι και το οδήγησε στη Μελάνδρα. Οι γονείς και η σύζυγος του Αγίου βλέποντας το κοπάδι χωρίς τον ίδιο, ανησύχησαν. Τον αναζήτησαν στη Φιλούσα κι όταν δεν τον βρήκαν, καθοδηγούμενοι από το σκύλο του, έφτασαν μετά τρεις µέρες στο σπήλαιο. Εκεί βρήκαν το λείψανο του Αγίου να ευωδιάζει. Κι επειδή δεν μπόρεσαν να το μετακινήσουν και να το μεταφέρουν στο χωριό για ταφή, κι επειδή είχε ήδη νυχτώσει, έμειναν το βράδυ στο µέρος εκείνο, λογαριάζοντας να επιχειρήσουν τη μεταφορά την εποµένη. Φάνηκε όμως το βράδυ εκείνο ο Άγιος στον πατέρα του και του ζήτησε να τον θάψει εκεί. Πράγματι τον κήδεψαν εκεί όπου και αργότερα κτίστηκε ναός επ' ονόµατί του. Ο ναός του έγινε καταφύγιο πολλών Χριστιανών τόσο από τα γύρω όσο και τα μακρινότερα χωριά. Κατέφευγαν σ' αυτό µε πίστη και θεραπεύονταν από διάφορες ασθένειες κι έπαιρναν κουράγιο και δύναμη για συνέχιση του πνευματικού αγώνα.
Ο Άγιος Νεόφυτος αναφέρει πάµπολλα θαύματα που έγιναν από τον Άγιο Θεοσέβιο µετά το θάνατό του. Κατά τρόπο θαυμαστό υπέδειξε σε μοναχό που ήθελε να κτίσει κελιά κοντά στο ναό του, τον τόπο όπου υπήρχε ασβέστης τον οποίο και βρήκε και χρησιμοποίησε. Προστάτεψε το μικρό περιβόλι του ίδιου μοναχού από τους κόρακες, πάλι µε τρόπο πρωτάκουστο. Άνοιξε οφθαλμούς τυφλών και θεράπευσε κωφούς. Κάποτε, δύο βοσκοί σύλησαν τον Ναό του Αγίου, ωμολόγησαν την αμαρτία τους, επέστρεψαν όσα έκλεψαν και ζήτησαν και πήραν συγχώρεση. Κι άλλα πολλά ενεργεί μέχρι τις µέρες µας ο Άγιος Θεοσέβιος µε τη βοήθεια του Θεού.
Στις µέρες µας επιδεικνύεται ακόμη «το σπήλαιον του Αγίου Θεοσεβίου». Η Ορθόδοξη Εκκλησία εορτάζει τη μνήμη του Οσίου στις 12 Οκτωβρίου.
https://www.saint.gr
ΟΣΙΟΣ ΣΥΜΕΩΝ Ο ΝΕΟΣ ΘΕΟΛΟΓΟΣ
Όσιος Συμεών ο Νέος Θεολόγος
Ο Άγιος Συμεών ο Νέος Θεολόγος, γεννήθηκε το έτος 949
μ.Χ. στη Γαλάτη της Παφλαγονίας από γονείς ευσεβείς και εύπορους, τον Βασίλειο
και την Θεοφανώ. Ο θείος του Βασίλειος, ο οποίος κατείχε υψηλή θέση στον
αυτοκρατορικό οίκο της Κωνσταντινουπόλεως, προσέλαβε νωρίς τον ανεψιό του κοντά
του, όπου, όπως ήταν φυσικό, έτυχε καλής παιδείας. Όμως ο Όσιος δεν έδινε
προσοχή και δεν έδειχνε ενδιαφέρον για μάθηση.
Κατά την εποχή αυτή ο Συμεών γνωρίστηκε με έναν μοναχό της περιωνύμου μονής
Στουδίου, ο οποίος ονομαζόταν, επίσης, Συμεών. Ο μοναχός αυτός έγινε από την
αρχή ο πνευματικός του πατέρας. Όταν κατά το έτος 963 μ.Χ. πέθανε ο θείος του,
ο Συμεών προσήλθε στη μονή του Στουδίου, όπου ζητούσε «τὸν ἐκ νεότητος αὐτοῦ
χρηματίσαντα πατέρα πνευματικὸν καὶ διδάσκαλον». Ο ίδιος ο Όσιος Συμεών
παρομοιάζει τον θείο του με τον Φαραώ, τη διαμονή του στον αυτοκρατορικό οίκο
με την αιχμαλωσία των Ισραηλιτών στην Αίγυπτο και τον πνευματικό του πατέρα με
τον Μωυσή.
Κάποτε ο Γέροντάς του, του έδωσε ένα βιβλίο με τα συγγράμματα των Αγίων Μάρκου
του Ερημίτου και Διαδόχου Φωτικής. Ζωηρή εντύπωση του προξένησε το ακόλουθο
απόφθεγμα από το βιβλίο του Αγίου Μάρκου του Ασκητού, που είχε τον τίτλο «Περὶ
Νόμου Πνευματικοῦ»: «Ἐὰν ζητᾷς ὠφέλεια, ἐπιμελήσου τὴ συνείδησή σου, κάνε ὅσα
σοῦ λέει καὶ θὰ εὕρεις τὴν ὠφέλεια».
Ο Όσιος Συμεών ήταν σαν να άκουσε το λόγο αυτό από το στόμα του Θεού και άρχισε
αμέσως να κάνει ότι τον πρόσταζε η συνείδησή του. Και αυτή, που είναι κάτι
θεϊκό, τον παρακινούσε συνεχώς στα ανώτερα, έτσι ώστε αύξησε την προσευχή και
την μελέτη του μέχρι την ώρα που άρχιζε να λαλεί ο πετεινός, δηλαδή μέχρι τα
χαράματα. Σε αυτό τον βοηθούσε και η συνεχής νηστεία. Έτσι, ακόμα και πριν
φύγει από τον κόσμο, ζούσε σχεδόν ασώματο βίο. Δεν του χρειάστηκε λοιπόν πολύς
καιρός, για να εκδημήσει εντελώς από τα ορώμενα και να εισδύσει στα αόρατα θεία
θεάματα.
Κάποια νύχτα, λοιπόν, που προσευχόταν και με καθαρό νου επικοινωνούσε με τον
Θεό, είδε ξαφνικά να λάμπει άπλετο φως από τους ουρανούς και να κατεβαίνει προς
αυτόν. Φώτισε τα πάντα και τα μετέβαλε σε μια ολοκάθαρη ημέρα. Καθώς ήταν και ο
ίδιος τυλιγμένος από αυτό το φως, του φαινόταν σαν να εξαφανίσθηκε ολόκληρη η
οικία μαζί με το δωμάτιό του, ενώ ο ίδιος είχε αρπαγεί στον αέρα, νιώθοντας σαν
να μην είχε καθόλου σώμα. Κατάπληκτος από το μέγα τούτο μυστήριο κραύγαζε με
μεγάλη φωνή το «Κύριε, ἐλέησον». Καθώς βρισκόταν μέσα σε αυτό το θείο φως,
βλέπει στα ύψη του ουρανού μια ολόφωτη νεφέλη, άμορφη και ασχημάτιστη, γεμάτη
από την άρρητη δόξα του Θεού. Στα δεξιά της έστεκε ο πνευματικός του πατέρας
Συμεών ο Ευλαβής. Έμεινε σε αυτή την εκστατική κατάσταση για πολύ, χωρίς να
αισθάνεται, καθώς βεβαίωνε αργότερα, εάν ήταν μέσα στο σώμα ή εκτός του
σώματος. Όταν κάποτε εκείνο το φως σιγά - σιγά υποχώρησε, ήλθε στον εαυτό του
και κατάλαβε πως βρίσκεται μέσα στο δωμάτιο.
Μετά από αυτή τη θεωρία, ο Όσιος Συμεών ικέτευε συνεχώς το Γέροντά του να τον
κείρει μοναχό. Αλλά ο πνευματικός του πατέρας τον αναχαίτισε, επειδή ήταν νέος
στην ηλικία και έτσι ο Όσιος επέστρεψε στην οικία του θείου του, όπου άρχισε με
επιμέλεια να μελετά. Βαθιά εντύπωση απεκόμισε από τα έργα των Αγίων Μάρκου του
Ασκητού και Διαδόχου Φωτικής, τα οποία έλαβε από τα χέρια του πνευματικού του.
Κατά το έτος 970 μ.Χ. ο Συμεών επισκέφθηκε τους γονείς του και τους ανακοίνωσε
την κλίση του για τον μοναχικό βίο. Μάταια εκείνοι προσπάθησαν να μεταβάλλουν
την απόφαση του μονάκριβου υιού τους. Η απόφαση του Συμεών ήταν σταθερή.
Αρνήθηκε εγγράφως την πατρική περιουσία που του ανήκε και κατέφυγε στη μονή του
Στουδίου. Λίγο αργότερα μεταβαίνει στη μονή του Αγίου Μάμαντος του Ξηροκέρκου,
υπό τον ηγούμενο Αντώνιο, που βρισκόταν κοντά στη μονή του Στουδίου. Μετά από
μία διετία εκάρη εδώ μοναχός, για να φωτίζει όλους τους πιστούς με το φως της
γνώσεως, που φώτιζε τον εαυτό του. Όταν μετά από λίγο πέθανε ο ηγούμενος της
μονής, ο Όσιος Συμεών χειροτονήθηκε πρεσβύτερος και με την ευλογία του
Πατριάρχη Νικολάου του Χρυσοβέργη (984 - 995 μ.Χ.) και την έγκριση των μοναχών
του Αγίου Μάμαντος, έγινε ηγούμενος της μονής.
Ως ηγούμενος ο Όσιος έπρεπε να αντιμετωπίσει πολλές δυσάρεστες καταστάσεις. Όχι
μόνο την κατεστραμμένη μονή, αλλά προ πάντων το ανθρώπινο στοιχείο. Η μονή
παρομοιαζόταν με κατάλυμα κοσμικών και νεκρών σωμάτων. Και η μεν μονή ως
οικοδόμημα κατελαμπρύνθηκε, η πνευματική όμως συγκρότηση των μοναχών απαιτούσε
πολλές ανυπέρβλητες προσπάθειες. Η διδασκαλία του συνάντησε την μεγάλη
αδιαφορία ορισμένης ομάδας μοναχών, οι οποίοι έφθασαν στο σημείο, κατά την
διάρκεια μια πρωινής κατηχήσεως, να επιτεθούν κατά του Γέροντός τους. Κατά την
ώρα της επιθέσεως ο Όσιος, «τᾶς χεῖρας δεσμεύσας πρὸς ἐαυτὸν καὶ εἰς οὐρανὸν ἄρας
αὐτοῦ τὴν διάνοιαν, ἐπὶ χώρας ἄσειστος ἔστη, ὑπομειδίων καὶ φαιδρὸν ἀτενίζων πρὸς
τοὺς ἀλάστορας».
Αυτό ήταν αρκετό να αφοπλίσει τελείως τους τριάντα εκείνους μοναχούς, οι οποίοι
επέδειξαν αυτή την συμπεριφορά. Ο Πατριάρχης Σισίννιος ο Β' (996 - 998 μ.Χ.)
προς τον οποίον κατέφυγαν αμέσως, για να δικαιωθούν προφανώς από αυτόν,
εξεπλάγη από την μανία και τον φθόνο των ασύνετων μοναχών και διέταξε να
εξορισθούν. Όμως ο Όσιος Συμεών παρακάλεσε θερμώς τον Πατριάρχη να τους
συγχωρέσει. Ο Όσιος, παρά τα πολλά καθήκοντά του στη μονή, εύρισκε καιρό να
γράφει «τῶν θείων ὕμνων τοὺς ἔρωτες», τους «λόγους τῶν ἐξηγήσεων», τους
«κατηχητικοὺς λόγους», τα «Πρακτικά, Γνωστικὰ καὶ Θεολογικὰ Κεφάλαια».
Δυσάρεστα ζητήματα εναντίων του Οσίου δημιούργησε ο σύγκελλος του Πατριάρχη,
Μητροπολίτης Νικομήδειας Στέφανος. Αφορμή γι' αυτό ήταν η αγαθή φήμη του Οσίου.
Επειδή ο σύγκελλος δεν μπορούσε να βρει στον βίο του Οσίου κάποια κατηγορία,
στράφηκε προς το πρόσωπο του κοιμηθέντος ήδη Γέροντός του. Η κατηγορία του
σύγκελλου ήταν ότι ο Όσιος υμνούσε τον πνευματικό του πατέρα ως Άγιο. Τελικά
έπεισε την Σύνοδο να διερευνήσει το ζήτημα. Και μετά την διαδικασία αυτή, όλοι
αναγνώρισαν, εκτός του σύγκελλου, το δίκαιο του Συμεών. Τότε ο σύγκελλος
συνεργάστηκε με μοναχούς που εχθρεύονταν τον Όσιο και έκλεψε από τη μονή την
εικόνα επί της οποίας είχε αγιογραφηθεί ο πνευματικός πατέρας του Οσίου μαζί με
τον Χριστό και άλλους Αγίους. Ο Όσιος διατάχθηκε να προσέλθει στη Σύνοδο, για
να απολογηθεί. Και πάλι βρέθηκε αθώος.
Ο Όσιος παρέμεινε επί είκοσι πέντε χρόνια ως ηγούμενος και το έτος 1005 μ.Χ.
αποσύρθηκε σε ησυχαστήριο στο αντίπερα ερημόκαστρο της Χρυσουπόλεως, που
εκαλείτο Παλουκητόν και ησύχαζε στη μονή της Αγίας Μαρίνας. Στην ηγουμενία τον
διαδέχθηκε ο μαθητής του Αρσένιος. Κοιμήθηκε με ειρήνη το έτος 1022 μ.Χ. Η
Σύναξη αυτού ετελείτο στη μονή του Στουδίου, στη μονή του Αγίου Μάμαντος και
στη μονή της Αγίας Μαρίνας.
Για τη θεολογική του κατάρτιση και δεινότητα, ο Όσιος Συμεών ονομάσθηκε Νέος
Θεολόγος, «ὁ Θεολόγος τοῦ φωτός» ή «ὁ Ἅγιος τοῦ φωτός». Κατά τις πνευματικές
αναβάσεις του Αγίου, επιδιδόμενος στην ησυχία, ελευθερωνόταν από την ύλη, η
γλώσσα του γινόταν γλώσσα πυρός, συνέθετε και θεολογούσε θείους ύμνους, γινόταν
ολόκληρος πυρ, ολόκληρος φως και θεωνόταν κατά χάριν. Άλλοτε, μαρτυρείται ότι
βρισκόταν επάνω στη γη και έχοντας τα χέρια υψωμένα και προσευχόμενος, ήταν «ὅλος
φωτὸς καὶ ὅλος λαμπρότητος».
Από τις συγγραφές του σώζονται 92 λόγοι, 282 πρακτικά και θεολογικά κεφάλαια, καθώς και θρησκευτικά ποιήματα. Για τη θεολογική του δεινότητα ονομάστηκε Νέος Θεολόγος. Η Ορθόδοξη Εκκλησία εορτάζει τη μνήμη του Αγίου Συμεών του Νέου Θεολόγου στις 12 Οκτωβρίου.
Τρίτη 11 Οκτωβρίου 2022
ΓΕΡΟΝΤΑΣ ΙΩΣΗΦ ΒΑΤΟΠΑΙΔΙΝΟΣ: "ΑΜΑ ΟΙ ΣΥΖΥΓΟΙ ΕΙΝΑΙ ΤΕΤΟΙΟΙ, ΔΕΙΞΕ ΜΟΥ ΠΟΙΑ ΓΥΝΑΙΚΑ ΕΙΝΑΙ ΚΑΚΗ;"
ΟΣΙΟΣ ΓΕΡΜΑΝΟΣ Ο ΑΓΙΟΡΕΙΤΗΣ, Ο ΜΑΡΟΥΛΗΣ
Οι γονείς του σκέπτονταν να τον νυμφεύσουν, αλλά αυτός δεν ήθελε κανένα σύνδεσμο με τον μάταιο κόσμο, γιατί ετοιμαζόταν για μόνιμη αναχώρηση. Τότε ήλθε από το Άγιον Όρος στη Θεσσαλονίκη ο ενάρετος Αγιορείτης Γέροντας Ιωάννης, που κατοικούσε σε Δοχειαρίτικο Κελλί: «Ενταύθα και τω μεγάλω και στερρώ περιτυχών της ασκήσεως και της ησυχίας στύλω, Ιωάννη φημί τω πάνυ, του Άθω και της καλής ερημίας άρτι τότε προς επίσκεψιν και διδασκαλίαν εκείσε κατιόντι των λογικών εαυτού θρεμμάτων». Περί το 1270 μ.Χ., νέος, μόλις είχαν φανεί τα γένεια του, ακολούθησε τον Γέροντα Ιωάννη στο Άγιον Όρος: «Άθως δ’ εκείθεν ο μέγας δεξάμενος, το πίον και τετυρωμένον, εποί τις αν κανταύθα δικαίως, όρος, το όρος του Θεού, εν ω κατοικείν ο «τα πάντα πληρών» ευδόκησε διά την αρετήν δηλονότι των ενοικούντων, έθρεψέ τε πνευματικώς, είπερ τινά που των πάντων, και εις άνδρα προαγαγών τέλειον, «εις μέτρον ηλικίας του πληρώματος του Χριστού»’ μετά πολλού γε πάνυ του περιόντος, πυρσόν ανέδειξε περιφανή τε και διαέριον σοφίας τε και γνώσεως πάσης τοις εκ του κοσμικού τούτου πελάγους και των ενταύθα πνευμάτων τε και του κλύδωνος εις τον σωτήριον εκείνον κατιούσι λιμένα».
Μετά σύντομη διαδικασία εκάρη μοναχός από τον Γέροντά του Ιωάννη και από Γεώργιος ονομάσθηκε Γερμανός. Διακρίθηκε για την υπεράνθρωπη άσκησή του και την πρόθυμη υπακοή του. Ως εργόχειρο είχε την καλλιγραφία. Μετέβαιναν στην «του Βατοπεδίου μεγάλην συνεχώς Λαύραν» προς προσκύνιση και συμμετοχή στις ιερές ακολουθίες αλλά και «θέας τε και ομιλίας των αδελφών χάριν». Οι Βατοπαιδινοί πατέρες τους είχαν σε μεγάλη εκτίμηση κι ευλάβεια. Ο νεαρός Γερμανός θαυμαζόταν και από τον γηραιό Γέροντά του, γιατί παρά το βάρος που σήκωνε, πήγαινε τον μακρύ και δύσκολο δρόμο από το κελλί τους στο Βατοπαίδι αγόγγυστα κι ευχάριστα, αλλά και όταν δοκιμάσθηκε ενώπιον πάντων των Βατοπαιδινών μοναχών, υπέμεινε γενναία, προς διδασκαλία και εντυπωσιασμό όλων για την αρετή του νεαρού μοναχού, που τόσο πρόθυμα ασκούνταν στην ταπείνωση και την υπακοή.
Μετά τη μαρτυρική τελείωση του προσφιλούς του Γέροντος Ιωάννου, στη Θεσσαλονίκη με τον υποτακτικό του Γρηγόριο από τους Λατινόφρονες, αφού προείδε το τέλος του και προφήτευσε την ασκητική πρόοδο του αγαπητού του υποτακτικού, ο όσιος Γερμανός αναχώρησε για τις Καρυές και κατόπιν για τα όρια της Μεγίστης Λαύρας. Υποτάχθηκε στον Γέροντα Ιώβ, που ασκήτευε στο σπήλαιο της Παναγίας, κοντά στη Μεγίστη Λαύρα. Αργότερα ο Ιώβ ανέλαβε την ηγουμενία της Μεγίστης Λαύρας. Λόγω της ανυπακοής των Λαυριωτών επέστρεψε στο σπήλαιο των αγωνισμάτων του με τον Γερμανό. Μετά την εξορία του Ιώβ ο όσιος υποτάχθηκε στους Γέροντες Μύρωνα, Μαλαχία, Αθανάσιο και Θεοδώρητο, ώστε όλη του η ζωή να είναι στη μακάρια υπακοή, ως «παίς και μαθητής». Κατόρθωσε με τη συνεχή μαθητεία του να κερδίσει «του μεν τον λόγον, του δε τον βίον, του δε την θεωρίαν, του δε την πράξιν, και πάντων ομού μιμησάμενος πάντα και προς την εαυτού συλλέξας ψυχήν μετά παντός του βελτίστου, μίαν τινά θεοειδή της αρετής εικόνα θαυμασίως ο γενναίος απηκριβώσατο».
Προς το τέλος της ζωής του δέχθηκε ως υποτακτικό του τον ανάπηρο Ιωαννίκιο, τον όποιο έσωσε από βέβαιο θάνατο με την προσευχή του, όπως τον ασθενή ανηψιό του Ιωάννη, που τον επισκέφθηκε στην έρημο και τον βαρειά ασθενή συγγενή του Ιάκωβο. Σε ηλικία 84 ετών μετά μικρή ασθένεια, προσευχόμενος ανεπαύθη εν Κυρίω. Μόνο τα 18 πρώτα έτη του έζησε στον κόσμο κι όλα τα άλλα τα πέρασε στην αθωνική έρημο, με υπακοή, άσκηση και προσευχή. Γι’ αυτό χαριτώθηκε από τον Θεό πλούσια.
Ο άγιος Σάββας ο Βατοπαιδινός, συνδεόμενος με τον όσιο Γερμανό, έλεγε στον μετέπειτα βιογράφο του άγιο Φιλόθεο τον Κόκκινο, τα εξής χαρακτηριστικά εγκωμιαστικά λόγια, όπως μας τα καταγράφει: «Βούλομαι ακριβώς ειδέναι σε φίλος, ως ο κοινός ημών πατήρ και πάλαι μεν της κάτω και ημετέρας πατρίδος, νυν δε της μεγίστης Λαύρας, μάλλον δε των ουρανών ήδη και των απογεγραμμένων εκεί μέγας πολίτης, Γερμανός ο θείος, Αντώνιος εστίν νυν εν ημίν άλλος ο μέγας· ου την πολιτείαν φημί και την της αρετής άσκησιν μόνον, αλλα δή και την καθαρότητα της καρδίας και την ενοικούσαν αυτή του Πνεύματος χάριν τε και σοφίαν».
Συγγραφέας του ωραίου βίου του οσίου είναι ο φίλος του άγιος Φιλόθεος ο Κόκκινος. Με ιδιαίτερη χάρη, γνώση και χαρακτηριστική αμεσότητα, δίχως υπερβολές και ακρότητες, παρουσιάζει ο άγιος βιογράφος τον άγιο βιογραφούμενό του ως υπόδειγμα και παράδειγμα προς όλους και ιδιαίτερα προς τους μοναχούς και κύρια τους Αγιορείτες: «Οι της ερημίας, τον πτερωτήν, κατά τον μέγαν αύθις ειπείν εκείνον, οι της επιμιξίας, τον νομοθέτην· οι της απλότητος, τον οδηγόν· οι της θεωρίας, την πηγήν του θείου λόγου και της διδασκαλίας· ο εν ευθυμία, τον χαλινόν· ο εν συμφοραίς, την παράκλησιν· την βακτηρίαν, η πολιά· την παιδαγωγίαν, η νεότης· η πενία, τον ποριστήν· η ευπορία, τον οικονόμον. Δοκούσι μοι και ποιμένες τον της ποιμαντικής διδάσκαλον επαινέσεσθαι, και παίδες και μαθηταί τον σοφόν καθηγητήν και πατέρα, και πτωχοί και ξένοι τον φιλόπτωχόν τε και φιλόξενον, και αδελφοί και πατέρες τον φιλάδελφον ομού και φιλότεκνον, οι τας ψυχάς νοσούντες τον απαθέστατον ιατρόν, οι ύγιαίνοντες τον φύλακα της υγείας, οι πάντες τον πάσι πάντα γενόμενον, ίνα κερδάνη τους πάντας ή πλείονας».
Η Ορθόδοξη Εκκλησία εορτάζει τη μνήμη του Οσίου στις 11 Οκτωβρίου και στις 10 Ιουλίου μετά των Βατοπαιδινών Αγίων.
ΑΓΙΟΣ ΦΙΛΟΘΕΟΣ Ο ΚΟΚΚΙΝΟΣ
Ο Άγιος Φιλόθεος υπήρξε περίφημος λόγιος κληρικός και υπέρμαχος της ησυχαστικής διδασκαλίας του Γρηγορίου Παλαμά. Καταγόταν από αξιόλογη οικογένεια της Θεσσαλονίκης, ασπάστηκε τον μοναχικό βίο και χρημάτισε ηγούμενος της Μονής της Μεγίστης Λαύρας στο Άγιον Όρος κατά την περίοδο των ησυχαστικών ερίδων. Υπέγραψε τον Αγιορείτικο Τόμο για την υπεράσπιση της ησυχαστικής άσκησης (1339 μ.Χ.) και έγραψε δύο σημαντικούς θεολογικούς λόγους εναντίον του Γρηγορίου Ακίνδυνου.
Το 1347 μ.Χ. εξελέγη μητροπολίτης Ηράκλειας της Θράκης και έλαβε μέρος στην μεγάλη σύνοδο της Κωνσταντινουπόλεως (1351 μ.Χ.), η οποία διακήρυξε την ορθόδοξη διδασκαλία του Γρηγορίου Παλαμά με τον περίφημο «Τόμο».
Κατά την δεύτερη πατριαρχία του υποστήριξε την θεολογία των ησυχαστών και αποδοκίμασε την προσπάθεια των αδελφών Δημητρίου και Προχόρου Κυδώνη να εισαγάγουν στο Βυζάντιο την σχολαστική θεολογία του Θωμά Ακινάτη. Στην σύνοδο της Κωνσταντινουπόλεως (1368 μ.Χ.) αφορίστηκε ο Πρόχορος Κυδώνης και ανανεώθηκε το κύρος του Τόμου της συνόδου του 1351 μ.Χ. Άσκησε με μεγάλη σύνεση τα πατριαρχικά του καθήκοντα και έδειξε ιδιαίτερο ενδιαφέρον για την οργάνωση των Εκκλησιών Ρωσίας, Σερβίας, Βλαχίας, Βουλγαρίας κ.ά., στις οποίες διαδόθηκε η ησυχαστική θεολογία και πνευματικότητα. Στις σχέσεις του με τον παπικό θρόνο υποστήριξε την ανάγκη σύγκλησης Οικουμενικής συνόδου για την αντιμετώπιση των διαφορών.
ΟΣΙΟΣ ΘΕΟΦΑΝΗΣ Ο ΓΡΑΠΤΟΣ, Ο ΟΜΟΛΟΓΗΤΗΣ
Ο Θεοφάνης το 838 μ.Χ., έθαψε με μεγάλη λύπη τον αδελφό του Θεόδωρο, όταν αυτός πέθανε στην εξορία. Κατόπιν ο Θεοφάνης εξορίστηκε στη Θεσσαλονίκη.
Όταν πέθανε ο εικονομάχος βασιλιάς Θεόφιλος, ανέλαβε τη διαχείριση της βασιλικής αρχής. Ο δε Πατριάρχης Μεθόδιος, έκανε τον Θεφάνη Μητροπολίτη Νικαίας. Επιτέλεσε τα ποιμαντικά του καθήκοντα με μεγάλη ακρίβεια και πέθανε ήσυχος με τη συνείδηση του, ότι εκπλήρωσε άρτια τα καθήκοντά του προς τον Χριστό και την Εκκλησία και σαν απλός Ιερομόναχος και σαν επισκοπικός κυβερνήτης.
Ο Θεοφάνης ο Γραπτός είναι από τους μεγαλύτερους Έλληνες θρησκευτικούς ποιητές και υμνογράφους του 8ου αιώνα μ.Χ., αφού συνέγραψε πολλούς κανόνες.
Απότμημα του Ιερού Λειψάνου του Αγίου βρίσκεται στη Μονή Προυσού Ευρυτανίας. Η Ορθόδοξη Εκκλησία εορτάζει τη μνήμη του Οσίου στις 11 Οκτωβρίου.
Δευτέρα 10 Οκτωβρίου 2022
ΓΕΡΟΝΤΑΣ ΙΕΡΩΝΥΜΟΣ ΑΙΓΙΝΗΣ: "ΕΤΣΙ ΝΑ ΛΕΓΕΤΕ ΚΑΙ ΘΑ ΣΑΣ ΛΥΠΗΘΕΙ ΤΟΤΕ Ο ΧΡΙΣΤΟΣ ΜΑΣ..".
ΟΣΙΟΣ ΠΑΪΣΙΟΣ Ο ΑΓΙΟΡΕΙΤΗΣ: "Η ΑΝΑΤΡΟΦΗ ΤΟΥ ΠΑΙΔΙΟΥ ΑΡΧΙΖΕΙ ΚΑΤΑ ΤΗ ΔΙΑΡΚΕΙΑ ΤΗΣ ΕΓΚΥΜΟΣΥΝΗΣ ΤΗΣ ΜΗΤΕΡΑΣ".
ΤΙ ΣΥΜΒΟΛΙΖΕΙ Ο ΣΤΑΥΡΟΣ ΚΑΙ ΠΩΣ ΓΙΝΕΤΑΙ ΣΩΣΤΑ!
Πρίν ἀπὸ 2.000 χρόνια ὁ σταυρός ἦταν ἕνα ὄργανο τιμωρίας καὶ φρικτοῦ θανάτου. Ἀπὸ τότε ὅμως ποὺ ἐσταυρώθη γιὰ τὴ σωτηρία μας ὁ Ἰησοῦς Χριστός, ὁ Κύριός μας καὶ Θεός μας, ὁ σταυρός ἔγινε ὄργανο σωτηρίας, τὸ κλειδὶ ποὺ μᾶς ἄνοιξε τόν Παράδεισο. «Ἐξηγόρασας ἡμᾶς ἐκ τῆς κατάρας τοῦ νόμου τῷ τιμίῳ σου αἵματι».
Ἀπὸ τήν ἵδρυση τοῦ χριστιανισμοῦ οἱ χριστιανοὶ σέβονται τόν σταυρὸ. Ὁ ἀπόστολος Παῦλος γράφει ὅτι «ὁ σταυρός τοῦ Χριστοῦ» εἶναι τὸ μόνο θέμα, γιὰ τὸ ὁποῖο θὰ μποροῦσε νὰ εἶναι περήφανος, καὶ ὅτι «ὁ λόγος τοῦ σταυροῦ» φαίνεται ἀνοησία σ᾽ ἐκείνους ποὺ ζοῦν μακριὰ ἀπὸ τόν Θεὸ, γιὰ τούς χριστιανούς ὅμως εἶναι «δύναμις Θεοῦ» (Πρός Γαλάτας, 6, 14, Α΄ Κορινθίους, 1).
Ὁ ἀπόστολος Πέτρος ζήτησε νά σταυρωθεῖ μέ τό κεφάλι πρός τά κάτω, θεωρώντας ὅτι δέν εἶναι ἄξιος νά θανατωθεῖ ἀκριβῶς ὅπως ὁ ἀγαπημένος του δάσκαλος. Τό ἵδιο καί ὁ ἀπόστολος Ἀνδρέας, στήν Πάτρα, ὁ ὁποῖος μάλιστα χαιρέτισε τόν σταυρό, πρίν καρφωθεῖ σ᾽ αὐτόν, καί τόν ὁνόμασε «ἁγιασμένο ἀπό τό σῶμα τοῦ Χριστοῦ».
Τὶ συμβολίζει ὁ τρόπος σημειώσεως τοῦ σημείου τοῦ σταυροῦ
Ὁ ἅγιος Κοσμᾶς ὁ Αἰτωλός (18ος-19ος αἰώνας) διδάσκει ὅτι ὁ σταυρός περιέχει τούς ἑξῆς συμβολισμούς:
• Ἀγγίζουμε στὸ μέτωπο: ὁ Χριστός, ὡς Θεός, βρισκόταν στόν οὐρανὸ.
• Κατεβαίνουμε στήν κοιλιά μας: ἀπὸ τόν οὐρανὸ, ὁ Κύριος ἔγινε ἄνθρωπος καὶ μπῆκε στὴ μήτρα τῆς Θεοτόκου (τῆς Παναγίας).
• Ὑψωνόμαστε στούς ὥμους μας: παρακαλοῦμε τόν Θεὸ νὰ μᾶς τοποθετήσει «στὰ δεξιὰ Του» (στόν παράδεισο) κι ὄχι «στ᾽ ἀριστερὰ» (στήν κόλαση), σύμφωνα μὲ τήν περιγραφὴ τῆς Δευτέρας Παρουσίας, ποὺ κάνει ὁ ἴδιος ὁ Χριστός στὸ κατὰ Ματθαῖον Εὐαγγέλιον, κεφάλαιον 25.
• Τὰ τρία ἑνωμένα δάχτυλὰ μας συμβολίζουν τήν Ἁγία Τριάδα, ἐνῶ τὰ ἄλλα δύο συμβολίζουν τίς δύο φύσεις τοῦ Χριστοῦ (Θεός καὶ ἄνθρωπος).
Πῶς κάνουμε τὸ σταυρὸ μας
Ἑνώνουμε τὰ τρία πρῶτα δάχτυλα τοῦ δεξιοῦ μας χεριοῦ καὶ τὰ ἀγγίζουμε στὸ μέτωπὸ μας, μετὰ στήν κοιλιὰ μας (στόν ἀφαλὸ) καὶ στὴ συνέχεια στὸ δεξιὸ καὶ τόν ἀριστερὸ ὥμο μας. Προσοχὴ: Ἀκουμπᾶμε τὸ σῶμα μας μὲ τὸ χέρι μας, ὅταν κάνουμε τόν σταυρὸ, ὄχι στόν ἀέρα. Μὲ αὐτὸ τόν τρόπο σχηματίζουμε τὸ σχῆμα τοὺ σταυροῦ, πάνω στόν ὁποῖο σταυρώθηκε ὁ Κύριος. Γι᾽ αὐτό, δέν εἶναι σωστὸ νὰ κάνουμε ἁπλὰ μιὰ ἀόριστη κίνηση. Ὁ ἅγιος Ἰωάννης ὁ Χρυσόστομος λέει: «Ὁ ἴδιος ὁ διάβολος κινεῖ ἐπιπόλαια τὸ χέρι τῶν ἀπρόσεκτων αὐτῶν χριστιανῶν, γιὰ νὰ κοροϊδέψει τὸ Ἱερὸ Σύμβολο τοῦ Τιμίου Σταυροῦ καὶ νὰ τιμωρήσει τούς ἴδιους».
Οἱ χριστιανοὶ κάνουμε τόν σταυρὸ μας ὅταν φεύγουμε γιὰ κάπου καὶ ὅταν φτάσουμε, πρίν κοιμηθοῦμε καὶ ἀφοῦ ξυπνήσουμε, ὅταν ἀρχίζουμε κι ὅταν τελειώνουμε μιὰ ἐργασία ἤ τὸ φαγητὸ μας, ὅταν ἀκούσουμε μία εὐχάριστη ἤ δυσάρεστη εἴδηση, ὅταν εὐλογοῦμε τὰ παιδιά μας ἤ ἄλλα ἀγαπημένα μας πρόσωπα (σχηματίζουμε σταυρὸ πρός τὸ μέρος τους). Γενικὰ, ζοῦμε καὶ πεθαίνουμε κάτω ἀπ᾽ τὸ σημεῖο τοῦ σταυροῦ – καὶ ἐπομένως νὰ κάνουμε μόνο πράγματα ποὺ ἀρέσουν στόν Θεὸ καὶ νὰ ἐπιθυμοῦμε νὰ εἴμαστε πάντοτε μαζὶ Του.
Ἕνα ἀπὸ τὰ βασικότερα χαρακτηριστικὰ τῶν ὀρθόδοξων χριστιανῶν εἶναι ὅτι σχηματίζουμε στὸ σῶμα μας, μὲ τὸ δεξὶ μας χέρι, τὸ σημεῖο τοῦ σταυροῦ καὶ αὐτὸ γίνεται γιὰ τρεῖς λόγους:
α. Ἔτσι ἀναγνωρίζουμε φανερὰ ὅτι εἴμαστε μαθητές τοῦ Χριστοῦ, ὁ ὁποίος σταυρώθηκε γιὰ τὴ σωτηρία τῶν ἀνθρώπων. «Ἐσταυρώθης δι' ἐµέ, ἵνα ἐμοὶ πηγάσῃς τὴν ἄφεσιν».
β. Ὑπενθυμίζουμε στόν ἑαυτὸ μας τόν συνεχῆ ἀγώνα κατὰ τῶν παθῶν μας, τήν ὑπομονὴ στούς ποικίλους πειράσμούς μας καὶ ὅτι, ὅπως ὁ Κύριος θυσιάστηκε στὸ σταυρὸ, ἔτσι κι ἐμεῖς πρέπει νὰ θυσιάζουμε τὸ συμφέρον μας, τόν χρόνο μας ἤ κομμάτια ἀπὸ τὴ ζωὴ μας γιὰ τούς συνανθρώπους μας.
γ. Ἡ πνευματικὴ πείρα τῶν ἁγίων πατέρων ἔχει ἀποδείξει ὅτι τὸ σημεῖο τοῦ σταυροῦ λειτουργεῖ ὡς ἱσχυρὴ προστασία, ποὺ προστατεύει τούς ἀνθρώπους ἀπὸ τίς ἐπιρροές τῶν πνευματικῶν μας ἐχθρῶν (δαιμόνων), καθώς καὶ ἄλλους κινδύνους ποὺ πιθανόν νὰ μᾶς ἀπειλοῦν. Αὐτὸ συμβαίνει, γιατὶ, κάνοντας τόν σταυρὸ μας, ἐπικαλούμαστε τόν Ἐσταυρωμένο Θεὸ μας (τόν Θεάνθρωπο Ἰησοῦ) καὶ ζητᾶμε τὴ βοήθεια καὶ τήν προστασία Του.
Τὸ νὰ διακηρύξουμε δημόσια ὅτι πιστεύουμε στόν Χριστὸ (ὅπως γίνεται ὅταν κάνουμε τόν σταυρὸ μας) δέν εἶναι σωστὸ νὰ γίνεται ἐγωιστικὰ ἤ ὑποκριτικὰ, ἀλλὰ ταπεινὰ καὶ σεμνὰ.
Σύμφωνα μὲ τὰ λόγια τοῦ ἴδιου τοῦ Κυρίου μας, καλὸ εἶναι νὰ μήν ἐπιδεικνύουμε, ἀλλὰ καὶ νὰ μήν κρύβουμε τήν πίστη μας. «Πᾶς οὖν ὅστις ὁμολογήσει ἐν ἐμοὶ ἔμπροσθεν τῶν ἀνθρώπων, ὁμολογήσω κἀγὼ ἐν αὐτῷ ἔμπροσθεν τοῦ πατρός μου τοῦ ἐν οὐρανοῖς· ὅστις δ᾿ ἂν ἀρνήσηταί με ἔμπροσθεν τῶν ἀνθρώπων, ἀρνήσομαι αὐτὸν κἀγὼ ἔμπροσθεν τοῦ πατρός μου τοῦ ἐν οὐρανοῖς.» (Ματθ. 10, 32-33)
«Σταυρός, ὁ φύλαξ πάσης της οἰκουμένης.
Σταυρός, ἡ ὡραιότης τῆς Ἐκκλησίας.
Σταυρός, βασιλέων τὸ κραταίωμα.
Σταυρός, πιστῶν τὸ στήριγμα.
Σταυρός, ἀγγέλων ἡ δόξα καὶ τῶν δαιμόνων τὸ τραῦμα»
(Ἐξαποστειλάριον)
Ἐπιμέλεια κειμένων: Πρωτοπρ. Γεώργιος Καλαντζῆς
Σεπτέμβριος 2018