ΑΝ ΒΙΑΖΕΣΑΙ ΝΑ ΔΕΙΣ ΤΟΝ ΚΟΣΜΟ ΝΑ ΓΙΝΕΤΑΙ ΚΑΛΥΤΕΡΟΣ, ΑΡΧΙΣΕ ΑΠΟ ΤΟΝ ΕΑΥΤΟ ΣΟΥ. ΕΙΝΑΙ Ο ΣΥΝΤΟΜΟΤΕΡΟΣ ΔΡΟΜΟΣ.

Κυριακή 27 Σεπτεμβρίου 2015

ΛΟΓΙΑ ΤΗΣ ΟΣΙΑΣ ΓΕΡΟΝΤΙΣΣΑΣ ΣΟΦΙΑΣ ΧΟΤΟΚΟΥΡΙΔΟΥ (ΚΛΕΙΣΟΥΡΑΣ)

Πνευματικά λόγια, γεμάτα με την Χάρη του Αγίου Πνεύματος από την ασκήτρια της Κλεισούρας Οσία Σοφία Χοτοκουρίδου, μία λαϊκή ασκήτρια, παράδειγμα για όλους μας.

«Ἐγὼ θὰ φύγω, ἀλλὰ νὰ ξέρετε· ἡ λαιμαργία θὰ χάσει τὸν κόσμον, ἡ λαιμαργία καὶ ἡ ὑπερηφάνεια…».

«Καμμία φορὰ ὁ κόσμος ἀγριεύει, καὶ ὅταν ἔχει καὶ ὅταν δὲν ἔχει. Ὅταν δὲν ἔχει, ἀγριεύει χειρότερα».

«Ποτὲ μὴν πεῖτε ὅτι εἶμαι ἐγὼ καὶ περιφανεύεστε, καὶ σηκώνετε τὸ κεφάλι ψηλά. Γιατὶ θά ‘ρθεῖ μία ὥρα ποὺ θὰ χτυπήσει, θὰ σὲ ἀνεβάσει πάνω στὸ λευκάδι –βγαίναμε ἔξω καὶ μᾶς ἔδειχνε τὸ λευκάδι– καὶ μετὰ θὰ σὲ πετάξει κάτω, στὴ ρίζα».

«Θὰ μιλᾶς σὲ ὅλον τὸν κόσμο. Καὶ σ’ ἕνα μικρὸ παιδάκι θὰ μιλᾶς· θὰ τὸ λὲς καλημέρα. Κι αὐτὸ εἶναι σπλάχνο τοῦ Θεοῦ. Ἄσε ποὺ εἶναι μικρό. Γέννημα θρέμμα τοῦ Θεοῦ εἶναι».

«Ἡ περηφάνεια δὲν εἶναι ζωή. Σκαλιὰ κάνει ὁ Θεός. Ἀλλὰ ποιός τὰ ξέρει τὰ σκαλιά; Σὲ ἀνεβάζει καὶ ὕστερα σὲ κατεβάζει».

«Ἐγὼ εἶμαι πολλὰ ἁμαρτωλή. Πῶς θὰ ἀξιωθῶ νὰ δῶ τὸ πρόσωπο τοῦ Θεοῦ;»

«Ἐλᾶτε ὅλοι, μικροὶ μεγάλοι, ἐλᾶτε στὴν Παναγία· ἂν ἀγαπᾶτε, ἐλάτε στὴν Παναγία».

«Ἄχ, ἂν κάνουμε ἕνα καλό, λέμε κάναμε ἕναν καλόν. Μὲ ποιά δύναμη κάναμε τὸ καλό; Μὲ τὴν δύναμη τοῦ Θεοῦ· ἔδωσέ σε ὁ Θεὸς εὐλογία καὶ ἔκανες τὸ καλό».

«Μικροὶ μεγάλοι νὰ ἔρθουν στὴν μετάνοια, νὰ μετανοοῦν. Νὰ γνωρίζουν ὅτι ὁ Θεὸς εἶναι ἐπάνω. Αὐτοὶ δὲν τὸ γνωρίζουν, σὰν τὰ ἄλογα ζῶα τρῶνε τὴν Παρασκευή. Παρακαλῶ τὸν Θεὸ νὰ μετανοοῦν, αὐτοὶ δὲν μετανοοῦν».

«Σᾶς παρακαλῶ, ὅποιος κάνει ὑπομονή, χαρὰ σ’ αὐτόν. Ὅποιος κάνει ὑπομονή, σὰν τὸν ἥλιο θὰ λάμψει. Πολλὴ ὑπομονὴ νὰ κάνετε».

«Τὸ στόμα τὸ χρυσὸ ἐμίλησε καὶ εἶπε: Οἱ πεθεράδες νὰ σκεπάζουν, οἱ γεροντάδες νὰ σκεπάζουν. Οἱ νέοι νὰ φυλάγουν τὰ λόγια του Θεοῦ· τριαντάφυλλα στὸ στόμα, χρυσὸ κρασάκι στὸ στόμα (=ἡ Θεία Κοινωνία), νὰ εἶναι πάντα μὲ τὸν Θεόν.»

«Καὶ οἱ νέοι νὰ βάλουν στὸ νοῦ τους τὰ παντάψηλα τοῦ Θεοῦ λόγια. Τὰ λόγια τοῦ Θεοῦ σὰν τριαντάφυλλα νὰ εἶναι μέσα εἰς τὴν καρδίαν».

«Τὸ στόμα νὰ γίνει βασιλικὸς καὶ τριαντάφυλλον».

«Ἐγὼ χορτάτη εἶμαι ἀπ’ ὅλα· μόνον θυμίαμα δὲν χορταίνω, καντήλια, –πῶς νὰ στὸ πῶ;– κεριὰ δὲν χορταίνω».

«Ὅταν δίνετε νὰ μὴ λέτε ἔδωσα, ἔχασα, τάισα. Ὁ Θεὸς σᾶς ἔδωσε τὰ ὑπάρχοντα, ὁ Θεὸς ἔδωσε εὐλογία, γιὰ νὰ δίνετε· ὅταν ἔρχονται ἀπὸ μακριά, νὰ φιλοξενεῖτε καὶ νὰ τὰ δίνετε ὅλα».

«Δῶσε στοὺς φτωχούς. Ἐμεῖς εἴμαστε ἀχόρταγοι, ἀνόητοι, βλάσφημοι, λαίμαργοι».

«Ἐγὼ θὰ φύγω, ἀλλὰ νὰ ξέρετε· ἡ λαιμαργία θὰ χάσει τὸν κόσμον, ἡ λαιμαργία καὶ ἡ ὑπερηφάνεια».

«Ὁ Θεὸς περιμένει, περιμένει».

«Ἡ Παναγία κλαίει, κάθε μέρα κλαίει. Λέει στὸν Υἱόν της: «Υἱέ μου καὶ Θεέ μου, δῶσε στὸν κόσμον σοφία. Συγχώρησε τὸν κόσμον.» Παναγία μου, προσκυνῶ τὴν χάρη σου. Ὁ Κύριος λέει: Ἐγὼ κατέβηκα, σταυρώθηκα, καρφώθηκα καὶ αὐτοὶ δὲν πιστεύουν.» Ἀναμένει ὁ Θεός, ἀναμένει. Κάνει ὑπομονή».

«Πολλὰ ὑπομονήν· πολλὰ ὑπομονήν.

«Τὰ μάτια κλειστά, τὸ στόμα κλειστό, τὰ αὐτιὰ κλειστά, γιὰ νὰ κερδίσουμε. Ὁ κόσμος τί κάνει, τί εἶδες, τί ξέρεις; Δὲν εἶδα τίποτα, δὲν ξέρω, χαπὰρ κι ἔχω (=δὲν ἔχω χαμπέρι, δὲν παίρνω εἴδηση). Δὲν ἀκούω, δὲν βλέπω».

«Μυρίζω χῶμα, τὸ χῶμα μᾶς ἔπλασε, στὸ χῶμα θὰ πᾶμε. Ἐλᾶτε ἐσεῖς ποὺ εἶστε καλοί, θὰ ἁγιάσετε τὸ χῶμα».

«Τὸ καλὸν τὸ σῶμα θὰ ἁγιάσετε τὸ χῶμα, τὸ σῶμα τὸ κακὸν θὰ βρωμίσει τὸ χῶμα. Νὰ μετανοήσετε, νὰ πάρετε τὸν δρόμο τοῦ Θεοῦ».

«Ὁ φόβος τοῦ Θεοῦ κάνει σοφὸν τὸν ἄνθρωπο. Ποιός εἶναι ὁ φόβος τοῦ Θεοῦ; Ὄχι νὰ φοβᾶσαι τὸν Θεό, ἀλλὰ νὰ φοβᾶσαι νὰ μὴν στενοχωρήσεις τὸν ἄλλο, νὰ μὴν τὸν βλάψεις, νὰ μὴν τὸν ἀδικήσεις, νὰ μὴν τὸν κατηγορήσεις. Αὐτὴ εἶναι ἡ σοφία. Ὕστερα τὰ ἄλλα, γιὰ νὰ ζήσεις, σὲ φωτίζει ὁ Θεὸς τί νὰ κάνεις».

«Ἅμα τὰ πράγματα τὰ ἀφήκεις στὸν Θεό, ἔρχονται μονάχα. Μὴν προσπαθεῖς νὰ βγάλεις, ἅμα δὲν σὲ δώσει ὁ Θεός. Ὅσο τρέχεις, τόσο λίγο βγάζεις (=κερδίζεις)».

«Νὰ σκεπάζετε, νὰ σᾶς σκεπάζει ὁ Θεός».

«Τὸ σίδερο πῶς τὸ βάζουν στὴν φωτιὰ ἐπάνω, καὶ κοπανοῦνε. Καὶ κοπανίζουνε καὶ τὸ βάζουν στὴν φωτιά. Καὶ κοπανοῦνε καὶ πάλι τὸ βάζουνε στὴν φωτιά. Ἐμεῖς σὰν τὸ σίδερο πρέπει νὰ εἴμαστε».

«Ἂν κάποιος θυμώσει, νὰ πάει ἀμέσως νὰ μιλήσει, νὰ λέει δῶσε μου ἕνα κάτι, καὶ νὰ μιλήσει. Θυμὸν νὰ μὴν κρατοῦμε. Ὁ θυμὸς εἶναι κακὸν πράγμα. Ὅποιος εἶναι θυμωμένος καὶ ἀντίδωρο δὲν πρέπει νὰ παίρνει».

«Νὰ μὴν κάνετε χρέη, νὰ εἶστε ἐλεύθεροι, ἡ ψυχὴ νὰ φύγει ἀπάνω».

«Τὴν Κυριακὴ νὰ μὴν κάνεις οὔτε πίττες οὔτε τίποτα, μόνο τὶς πιὸ ἀναγκαῖες δουλειές. Ἡ Κυριακὴ εἶναι μέρα τοῦ Θεοῦ. Κυριακὴ νὰ μὴ δουλεύετε. Ὅποιος δουλεύει τὴν Κυριακὴ εἶναι κλέφτης. Τὰ χέρια του λερώνει, ὅπως οἱ κλέφτες. Τὴν Δευτέρα νὰ κάνετε καλωσύνες».

«Πολλὰ λόγια νὰ μὴ λέτε, λίγα καὶ εὐλογημένα. Νὰ ἀγαπᾶτε τὸν Θεὸν καὶ ἡ καρδία σας νὰ λάμπει ὡσὰν τὸν ἥλιον».

Ἀπὸ τὸ βιβλίο: «Σοφία, ἡ ἀσκήτισσα τῆς Παναγίας» ἐκδ. Ἱ. Μ. Γενεθλίου τῆς Θεοτόκου Κλεισούρας. (Περιοδικό Πειραϊκή Εκκλησία).

Σάββατο 26 Σεπτεμβρίου 2015

ΑΓΙΟΣ ΣΙΛΟΥΑΝΟΣ Ο ΑΘΩΝΙΤΗΣ: ΔΙΨΑ Η ΨΥΧΗ ΜΟΥ ΤΟΝ ΚΥΡΙΟ!


ΔΙΨΑ Η ΨΥΧΗ ΜΟΥ ΤΟΝ ΚΥΡΙΟ!

Διψᾶ ἡ ψυχή μου τὸν Κύριο καὶ μὲ δάκρυα Τὸν ζητῶ. Πῶς νὰ μὴ Σὲ ζητῶ; Σὺ μὲ ζήτησες πρῶτος καὶ μοῦ ἔδωσες νὰ γευθῶ τὴν γλυκύτητα τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, καὶ ἡ ψυχή μου Σὲ ἀγάπησε ἕως τέλους.

Βλέπεις, Κύριε, τὴ λύπη καὶ τὰ δάκρυά μου … Ἂν δὲν μὲ προσείλκυες μὲ τὴν ἀγάπη Σου, δὲν θὰ Σὲ ζητοῦσα ὅπως Σὲ ζητῶ. Ἀλλὰ τὸ Πνεῦμα Σου τὸ Ἅγιο μοῦ ἔδωσε τὸ χάρισμα νὰ Σὲ γνωρίσω καὶ χαίρεται ἡ ψυχή μου, γιατί Σὺ εἶσαι ὁ Θεός μου καὶ ὁ Κύριός μου καὶ Σὲ διψῶ μέχρι δακρύων.

Ποθεῖ ἡ ψυχή μου τὸν Θεὸ καὶ Τὸν ζητῶ, μὲ δάκρυα. Εὔσπλαχνε Κύριε, Σὺ βλέπεις τὴν πτώση μου καὶ τὴ θλίψη μου. Ταπεινὰ ὅμως παρακαλῶ τὸ ἔλεός Σου: Χορήγησέ μου, τοῦ ἁμαρτωλοῦ, τὴν χάρη τοῦ Ἁγίου Σου Πνεύματος. Ἡ θύμησή της ὁδηγεῖ τὸ νοῦ μου νὰ ξαναβρῆ τὴν εὐσπλαχνία Σου. Κύριε, δῶσε μου πνεῦμα ταπεινώσεως, γιὰ νὰ μὴ ξαναχάσω τὴ χάρη Σου καὶ ξαναρχίσω νὰ τὴν θρηνῶ, ὅπως θρηνοῦσε ὁ Ἀδὰμ γιὰ τὸν παράδεισο καὶ τὸν Θεὸ.

Άγιος Σιλουανός ο Αθωνίτης, Δίψα Θεού

Παρασκευή 25 Σεπτεμβρίου 2015

ΟΣΙΟΣ ΠΑΪΣΙΟΣ: ΜΕ ΤΗΝ ΠΟΛΛΗ ΜΕΡΙΜΝΑ ΞΕΧΝΑΕΙ ΚΑΝΕΙΣ ΤΟ ΘΕΟ!

ΜΕ ΤΗΝ ΠΟΛΛΗ ΜΕΡΙΜΝΑ ΞΕΧΝΑΕΙ ΚΑΝΕΙΣ ΤΟ ΘΕΟ

Ἕνα παιδάκι, ὅταν παίζη καὶ εἶναι ἀφοσιωμένο στὰ παιχνίδια του, οὔτε καν καταλαβαίνει, ὅταν ὁ πατέρας τοῦ εἶναι δίπλα καὶ τὸ χαϊδεύη. Λίγο ἄν διακόψη τὰ παιχνίδια του, τότε θὰ τὸ καταλάβη. Ἔτσι καὶ ὅταν ἔχουμε μέριμνα, δὲν μποροῦμε νὰ καταλάβουμε τὴν ἀγάπη τοῦ Θεοῦ. Ὁ Θεὸς δίνει καὶ δὲν τὸ αἰσθανό­μαστε. Πρόσεξε νὰ μή σπαταλᾶς τὶς πολύτιμες δυνάμεις σου σὲ περιττές μέριμνες καὶ μάταια πράγματα ποὺ θὰ γίνουν ὅλα σκόνη μία μέρα. Τότε καὶ σωματικά κουράζεσαι καὶ τὸν νοῦ σου σκορπᾶς ἄσκοπα καὶ μετά δίνεις τὴν κούρασή σου μὲ τὰ χασμουρητά στὸν Θεό τὴν ὥρα τῆς προσευχῆς, σάν τὴν θυσία ποὺ ἔκανε ὁ Κάιν. Ἑπόμενο εἶναι τότε καὶ ἡ ἐσωτερική σου κατάσταση νὰ εἶναι κατάσταση «Κάιν», μὲ ἄγχος καὶ ἀναστε­ναγμούς ποὺ θὰ τὰ προκαλῆ τὸ ταγκαλάκι ποὺ θὰ εἶναι δίπλα σου.

Νὰ μή σπαταλᾶμε ἄσκοπα τὸν καρπό, τὴν ψίχα, τῶν δυνάμεών μας μένουν τὰ τσόφλια γιὰ τὸν Θεό. Ἡ μέριμνα τραβάει ὅλο τὸ μεδούλι τῆς καρδιᾶς καὶ δὲν ἀφήνει τίποτε γιὰ τὸν Χριστό. Ἄν δής ὅτι ὁ νοῦς σου συνέχεια φεύγει καὶ πάει σὲ δουλειές κ.λπ.. πρέπει νὰ καταλάβης ὅτι δὲν πᾶς καλά καὶ νὰ ἀνησυχήσης, γιατί ἔχεις ἀπομακρυνθῆ ἀπὸ τὸν Θεό. Νὰ καταλάβης ὅτι εἶσαι πιὸ κοντά στὰ πράγματα παρά στὸν Θεό, στὴν κτίση καὶ ὄχι στὸν Κτίστη.

Πολλές φορές, δυστυχῶς, μία κοσμική εὐχαρίστηση ξεγελάει ἀκόμη καὶ τὸν μοναχό, ὅταν κάνη μία ἐργασία. Ὁ ἄνθρωπος, φυσικά, εἶναι πλασμένος νὰ κάνη τὸ καλό, γιατί καὶ ὁ Δημιουργός του εἶναι καλός. Ἀλλά ὁ μοναχός ἀγωνίζεται ἀπὸ ἄνθρωπος νὰ γίνη Ἄγγελος. Γι' αὐτὸ ἡ ἐργασία του γιὰ τὰ ὑλικά θὰ πρέπη νὰ εἶναι περιορισμένη μόνο στὰ πιὸ ἀπαραίτητα, γιὰ νὰ ἐργάζεται στὰ πνευματικά. Τότε καὶ ἡ χαρὰ του θὰ προέρχεται ἀπὸ τούς πνευματικούς καρπούς ποὺ θὰ παράγη, θὰ εἶναι πνευματική, καὶ θὰ τρέφεται, ἀλλὰ καὶ θὰ τρέφη πλουσιοπάροχα.

Μὲ τὴν πολλή δουλειά καὶ μέριμνα ξεχνάει κανεὶς τὸν Θεό. Ἔλεγε χαρακτηριστικά ὁ Πάπα-Τύχων: «Ὁ Φαραώ ἔδινε πολλή δουλειά καὶ πολύ φαγητό στούς Ἰσραηλίτες, γιὰ νὰ ξεχάσουν τὸν Θεό». Στὴν ἐποχή μας ὁ διάβολος ἀπορρόφησε τούς ἀνθρώπους στὴν ὕλη, στὸν περισπασμό, δουλειά πολλή, φαΐ πολύ, γιὰ νὰ ξεχνοῦν τὸν Θεό, καὶ ἔτσι νὰ μήν μποροῦν –ἤ μᾶλλον νὰ μή θέλουν – νὰ ἀξιοποιήσουν τὴν ἐλευθερία ποὺ τούς δίνεται γιὰ τὸν ἁγιασμό τῆς ψυχῆς. Εὐτυχῶς ὅμως, χωρίς νὰ τὸ θέλη ὁ διάβολος, βγαίνει καὶ κάτι καλό, δὲν εὐκαιροῦν οἱ ἄνθρωποι νὰ ἁμαρτήσουν ὅσο θέλουν.

ΟΠΟΥ ΠΟΛΥΣ ΠΕΡΙΣΠΑΣΜΟΣ, ΕΚΕΙ ΠΟΛΛΑ ΠΝΕΥΜΑΤΙΚΑ ΠΑΡΑΣΙΤΑ

Ἔκανα μόνον τὰ ἀπαραίτητα γιὰ ἐδῶ, γιὰ νὰ μπορῶ νὰ κάνω τὰ ἀπαραίτητα γιὰ πάνω, γιὰ τὸν Οὐρανό. Ἄν χαθῆς μὲ τὰ ἐπίγεια, χάνεις τὸν δρόμο σου γιὰ τὸν Οὐρανό. Κάνεις τὸ ἕνα, μετά θέλεις καὶ τὸ ἄλλο. Καὶ ἄν μπής σ' αὐτὸ τὸ γρανάζι, χάθηκες! Ἄν χαθῆς μὲ τὰ ἐπίγεια, χάνεις τὰ οὐράνια. Ὅπως τὰ οὐράνια δὲν ἔχουν τελειωμό, ἔτσι καὶ τὰ ἐπίγεια δὲν ἔχουν τελειωμό. Ἤ θὰ χαθῆς ἐδῶ ἤ θὰ... «χαθῆς» ἐκεῖ. Ξέρεις τί εἶναι νὰ «χάνεσαι» ἐκεῖ πάνω! Ὤ, ἔλεγα τὴν εὐχή καὶ βυθιζόμουν! Βυθίσθηκες καμμιά φορὰ στὴν εὐχή;

Ἡ πολλή δουλειά μὲ τὴν κόπωσή της καὶ τὸν περισπασμό, ἰδίως ὅταν γίνεται μὲ βιασύνη, δὲν βοηθάει. Παραμερίζει τὴν νήψη καὶ ἀγριεύει τὴν ψυχή. Δὲν μπορεῖ ὄχι μόνο νὰ προσευχηθῆ κανείς, ἀλλὰ οὔτε νὰ σκεφθῆ. Δὲν μπορεῖ νὰ ἐνεργήση μὲ σύνεση, καὶ ἔτσι οἱ ἐνέργειές του δὲν εἶναι σωστές.
Γι' αὐτὸ προσέξτε, μή σπαταλᾶτε τὸν χρόνο σᾶς ἄσκοπα, χωρίς νὰ τὸν ἀξιοποι­ῆτε στὰ πνευματικά, γιατί θὰ φθάσετε σὲ σημεῖο νὰ ἀγριέψετε πολύ καὶ νὰ μήν μπορῆτε πλέον νὰ κάνετε πνευματικά. Θὰ θέλετε νὰ ἀσχολῆσθε μὲ δουλειές ἤ νὰ συζητᾶτε ἤ θὰ ἐπιδιώκετε νὰ ὑπάρχουν θέματα, γιὰ νὰ βρίσκεσθε σὲ δουλειά. Μὲ τὴν παράλειψη τῆς εὐχῆς καὶ τῶν πνευματικῶν καθηκόντων ὁ ἐχθρός καταλαμβάνει τὰ πνευματικά μας ὑψώματα καὶ μᾶς πολεμάει καὶ μὲ τὴν σάρκα καὶ μὲ λογισμούς. Μᾶς ἀχρηστεύει ὅλες τὶς δυνάμεις, τὶς ψυχικές καὶ σωματικές, καὶ κόβει τὴν ἐπικοινωνία μας μὲ τὸν Θεό, ὅποτε εἶναι ἑπόμενο νὰ αἰχμαλωτισθῆ ἡ ψυχή μας στὰ πάθη.

Ὁ Πάπα-Τύχων ἔλεγε στούς μοναχούς ὅτι πρέπει νὰ ζοῦν ἀσκητικά, γιὰ νὰ ἐλευθερωθοῦν ἀπὸ τὶς μέριμνες, καὶ ὄχι νὰ δουλεύουν σάν ἐργάτες καὶ νὰ τρῶνε σάν κοσμικοί. Γιατί τὸ ἔργο τοῦ μοναχοῦ εἶναι οἱ μετάνοιες, οἱ νηστεῖες, οἱ προσευχές ὄχι μόνο γιὰ τὸν ἑαυτό τοῦ ἀλλὰ καὶ γιὰ ὅλον τὸν κόσμο, ζωντανούς καὶ πεθαμένους, καὶ λίγη δουλειά γιὰ τὰ ἀπαραίτητα, γιὰ νὰ μήν ἐπιβαρύνη τούς ἄλλους.

Ἄν ἀσχολῆσαι μὲ τὰ ἀπαραίτητά της ὑπακοῆς, καὶ περισπασμό νὰ ἔχης, δὲν θὰ πάθης ζημιά. Ἐὰν τὸ ἐνδιαφέρον σου γιὰ τὸ διακόνημα ποὺ σου ἀναθέτουν ἤ γιὰ νὰ βοηθήσης μία ἀδελφή δὲν ξεπεράση τὰ ὅρια, ἡ λαχτάρα θὰ εἶναι γιὰ τὴν εὐχή καὶ ἡ βοήθειά σου θὰ εἶναι θετική. Ὅταν ὅμως μόνος του κανεὶς ξεπερνάη τὰ ὅρια καὶ προσθέτη περισπασμό καὶ ἀσχολῆται μὲ χαμένα πράγματα, τότε σκορπάει ὁ νοῦς καὶ φεύγει ἀπὸ τὸν Θεό. Καὶ ὅταν ὁ νοῦς δὲν εἶναι στὸν Θεό, πῶς θὰ νιώση κανεὶς τὴν χαρὰ τοῦ Θεοῦ; Ἡ καρδιά εὔκολα παγώνει. Καὶ ἐγώ, ὅταν ὅλη τὴν ἡμέρα ἔχω κόσμο, ἄν καὶ εἶναι πνευματικό τὸ ἔργο, ὅταν τὸ βράδυ πάω νὰ προσευχηθῶ, δὲν εἶναι ἡ καρδιά μου ὅπως ὅταν προσεύχωμαι ὅλη τὴν ἡμέρα. Γεμίζει τὸ μυαλό μὲ ἕνα σωρό πράγματα καὶ εἶναι δύσκολο νὰ τὰ ἀποβάλη κανείς. Ὅσο μπορεῖς νὰ λές τὴν εὐχή μέσα στὴν ἡμέρα καὶ νὰ σιγοψάλλης.

Πολύ βοηθάει καὶ ἡ λίγη πνευματική μελέτη, ἰδίως πρίν ἀπὸ τὴν προσευχή. Πολύ θερμαίνει τὴν ψυχή καὶ σκορπάει τὶς μέριμνες τῆς ἡμέρας, καὶ τότε, μὲ ἐλευθερωμένη τὴν ψυχή καὶ μεταφερμένη στὴν πνευματική θεία ἀτμόσφαιρα, κινεῖται ἀπερίσπαστα ὁ νοῦς. Μὲ ἕνα κομματάκι ἀπὸ τὸ Εὐαγγέλιο ἤ ἀπὸ τὸ Γεροντικό ποὺ ἔχει μικρά κομματάκια ἀλλὰ δυνατά, ὁ νοῦς μεταφέρεται σὲ πνευματικό χῶρο καὶ δὲν φεύγει πιά. Γιατί ὁ νοῦς εἶναι σάν ἕνα ζωηρό παιδί ποὺ τρέχει πότε ἀπὸ 'δω, πότε ἀπὸ 'κει. Ἅμα ὅμως τὸ γλυκάνης μὲ καμμιά καραμέλλα, δὲν φεύγει.

Τὸ ἀπερίσπαστο καὶ τὸ ἀμέριμνο φέρνουν τὴν ἐσωτερική ἡσυχία καὶ τὴν πνευματική ἐπιτυχία. Οἱ μέριμνες ἀπομακρύνουν ἀπὸ τὸν Θεό. Ὅταν ὑπάρχη πολύς περισπασμός, ὑπάρχουν πολλά πνευματικά παράσιτα καὶ οἱ πνευματικοί ἀσύρματοι δὲν ἐργάζονται μὲ σήματα καλά. Ὁ μοναχός εἶναι ἀδικαιολόγητος νὰ μήν κάνη πνευματική ζωή. Οἱ καημένοι οἱ λαϊκοί ἔχουν ἕνα σωρό φροντίδες, καὶ πάλι κάνουν προσπάθεια. Ὁ μοναχός δὲν ἔχει τὶς φροντίδες ποὺ ἔχουν ἐκεῖνοι. Οὔτε γιὰ ἐνοίκια σκέφτεται οὔτε γιὰ χρέη οὔτε ἄν ἔχη ἤ δὲν ἔχη δουλειά. Καὶ τὸν Πνευματικό του κοντά τὸν ἔχει καὶ τὴν Ἐκκλησία μέσα στὸ Μοναστήρι, προσευχές, Εὐχέλαια, Παρακλήσεις, Λειτουργίες. Ἔχει τὸ ἀμέριμνο καὶ κοιτάει πῶς νὰ γίνει ἄγγελος, δὲν ἔχει ἄλλο σκοπό. Ἐνῶ ὁ λαϊκός ἔχει τόσες φροντίδες! Κοιτάει πῶς νὰ ἀναθρέψη τὰ παιδιά τοῦ κ.λπ. καὶ ἀγωνίζεται παράλληλα καὶ γιὰ τὴν σωτηρία τῆς ψυχῆς του. Ἔλεγε ὁ Γερό-Τρύφων: «Ὁ μοναχός θέλει ἀγρυπνία; Μπορεῖ. Θέλει νηστεία; Μπορεῖ. Οὔτε γυναίκα οὔτε παιδιά ἔχει. Ὁ κοσμικός δὲν μπορεῖ. Ἔχει παιδιά... Τὸ ἕνα θέλει παπούτσια, τὸ ἄλλο θέλει ροῦχα, τὸ ἄλλο θέλει...».

ΝΑ ΑΠΟΚΤΗΣΟΥΜΕ ΤΗΝ ΚΑΛΗ ΜΕΡΙΜΝΑ

Πρέπει νὰ ζητοῦμε πρῶτα τὴν Βασιλεία τῶν Οὐρανῶν καὶ αὐτή νὰ εἶναι ἡ μέριμνά μας, καὶ ὅλα τὰ ἄλλα θὰ μᾶς δοθοῦν. Ἅμα ξεχνιέται ὁ ἄνθρωπος σ΄ αὐτήν τὴν ζωή, χάνει τὸν καιρό του καὶ χαραμίζεται. Ἅμα δὲν ξεχνιέται καὶ ἑτοιμάζεται γιὰ τὴν ἄλλη ζωή, τότε ἔχει νόημα αὐτή ἡ ζωή. Ὅταν ὁ ἄνθρωπος σκέφτεται πῶς νὰ βολευτῆ ἐδῶ, βασανισμένος εἶναι, καὶ κουράζεται καὶ κολάζεται.

Νὰ μή σᾶς πιάνη ἀγωνία καὶ μανία: «Τώρα πρέπει νὰ κάνουμε αὐτό, ὕστερα ἐκεῖνο», γιατί θὰ σᾶς βρῆ σὲ τέτοια κατάσταση ὁ Ἀρμαγεδών. Καὶ μόνον ἡ ἀγωνία στὸ φτιάξιμο εἶναι δαιμονικό. Γυρίστε τὸ κουμπί στὸν Χριστό, γιατί διαφορετικά θὰ ζῆτε δῆθεν κοντά στὸν Χριστό, ἀλλὰ ἐσωτερικά θὰ ὑπάρχει ὅλο τὸ κοσμικό φρόνημα, καὶ φοβᾶμαι μήν τὸ πάθετε σάν τὶς μωρές παρθένες.

Οἱ φρόνιμες παρθένες δὲν εἶχαν μόνον καλωσύνη, εἶχαν καὶ τὴν καλή μέριμνα, εἶχαν ἐγρήγορση, δὲν εἶχαν ἀδιαφορία. Οἱ μωρές παρθένες εἶχαν ἀδιαφορία, δὲν εἶχαν ἐγρήγορση. Γι’ αὐτὸ ὁ Κύριος εἶπε: «Γρηγορεῖτε». Ἦταν παρθένες ἀλλὰ μωρές. Καὶ ἄν μία εἶναι ἐκ γενετῆς μωρή, εἶναι εὐλογία ἀπὸ τὸν Θεό Γι’ αὐτήν. Πάει δίχως ἐξετάσεις στὴν ἄλλη ζωή. Μία ὅμως ποὺ ἔχει μυαλό καὶ ζῆ μωρά, αὐτή θὰ εἶναι ἀναπολόγητη τὴν ἡμέρα τῆς Κρίσεως.

Βλέπετε καὶ στὴν περίπτωση τῆς Μάρθας καὶ τῆς Μαρίας ποῦ ἀναφέρει τὸ Εὐαγγέλιο, πῶς ἡ μέριμνα ἔκανε τὴν Μάρθα νὰ φερθῆ κατὰ κάποιον τρόπο μὲ ἀναίδεια; Φαίνεται ὅτι στὴν ἀρχή καὶ ἡ Μαρία τὴν βοηθοῦσε, ἀλλά, ὅταν εἶδα νὰ μήν τελειώνη τὶς ἑτοιμασίες της, τὴν ἄφησε καὶ ἔφυγε. «Τί, θὰ χάσω ἐγώ τὸν Χριστό μου γιὰ τὶς σαλάτες καὶ τὰ γλυκά;», σκέφθηκε. Λές καὶ ὁ Χριστός εἶχε πάει νὰ φάη τὶς σαλάτες καὶ τὰ φαγητά τῆς Μάρθας. Καὶ τότε ἡ Μάρθα πειράχθηκε καὶ εἶπε: «Κύριε, οὐ μέλλει σοί ὅτι ἡ ἀδελφή μου μόνην μὲ κατέλιπε διακονεῖν;».
Ἄς προσέξουμε νὰ μήν πάθουμε καὶ ἐμεῖς σάν τὴν Μάρθα. Ἄς εὐχηθοῦμε νὰ γίνουμε καλές «Μαρίες».

ΓΕΡΟΝΤΟΣ ΠΑΪΣΙΟΥ ΑΓΙΟΡΕΙΤΟΥ
ΛΟΓΟΙ Α'- ΜΕ ΠΟΝΟ ΚΑΙ ΑΓΑΠΗ ΓΙΑ ΤΟΝ ΣΥΓΧΡΟΝΟ ΑΝΘΡΩΠΟ

Πέμπτη 24 Σεπτεμβρίου 2015

ΟΣΙΟΣ ΠΑΪΣΙΟΣ: ΝΑ ΑΠΟΚΤΗΣΟΥΜΕ ΤΗΝ ΕΣΩΤΕΡΙΚΗ ΗΣΥΧΙΑ!

ΝΑ ΑΠΟΚΤΗΣΟΥΜΕ ΤΗΝ ΕΣΩΤΕΡΙΚΗ ΗΣΥΧΙΑ

Σκοπός εἶναι ὁ ἄνθρωπος νὰ τὰ ἀξιοποιήση ὅλα γιὰ ἀγώνα. Νὰ προσπαθήση νὰ ἀποκτήση τὴν ἐσωτερική ἡσυχία. Νὰ ἀξιοποιήση τὸν θόρυβο βάζοντας δεξιό λογισμό. Ὅλη ἡ βάση εἶναι ἡ καλή ἀντιμετώπιση. Ὅλα μὲ καλούς λογισμούς νὰ τὰ ἀντιμετωπίζη. Μέσα στὸν θόρυβο, ἄν πετύχη τὴν ἐσωτερική ἡσυχία, ἔχει πολλή ἀξία. Ἄν δὲν πετύχη τὴν ἡσυχία μέσα στὴν ἀνησυχία, οὔτε στὴν ἡσυχία θὰ ἡσυχάση. Ὅταν ἔρθη στὸν ἄνθρωπο ἡ ἐσωτερική ἡσυχία, ἡσυχάζουν ὅλα μέσα του, καὶ τίποτε δὲν τὸν ἐνοχλεῖ. Ἄν θέλη τὴν ἐξωτερική ἡσυχία, γιὰ νὰ ἡσυχάση ἐσωτερικά, ὅταν βρεθῆ στὴν ἡσυχία, τὴν ἡμέρα θὰ πάρη ἕνα καλάμι καὶ θὰ διώχνη τὰ τζιτζίκια καὶ τὸ βράδυ θὰ διώχνη τὰ τσακάλια, γιὰ νὰ μήν τὸν ἐνοχλοῦν. Θὰ διώχνη δηλαδή αὐτὰ  ποὺ θὰ μαζεύη ὁ διάβολος. Τί νομίζετε; Ποιά εἶναι ἡ δουλειά του; Ὅλα μας τὰ φέρνει ἀνάποδα ὁ διάβολος, μέχρι ποὺ μᾶς ἀναποδογυρίζει.

Σὲ μία Σκήτη δύο γεροντάκια πῆραν ἕνα γαϊδουράκι ποὺ εἶχε ἕνα κουδουνάκι. Ἕνας νέος μὲ ἡσυχαστικές τάσεις παραπονιόταν γιὰ τὸ κουδουνάκι ποὺ εἶχε τὸ ζῶο καὶ πῆρε ὅλους τους Κανόνες, γιὰ νὰ ἀποδείξη ὅτι δὲν ἐπιτρέπεται νὰ ἔχουν γαϊδουράκι στὴν Σκήτη! Οἱ ἄλλοι Πατέρες εἶπαν ὅτι δὲν τούς ἐνοχλεῖ. Τοῦ λέω: «Δὲν φθάνει ἐκεῖ πέρα ποῦ δὲν μᾶς ἀπασχολοῦν τὰ γεροντάκια, ἀλλὰ ἐξυπηρετοῦνται μὲ τὸ γαϊδουράκι; Ἄν δὲν εἶχε κουδουνάκι καὶ τὸ ἔχαναν, θὰ ἔπρεπε νὰ πᾶμε ἐμεῖς νὰ τὸ βροῦμε. Παρα­πονιόμαστε κιόλας;». Ἄν δὲν ἔχουμε ἔτσι καλούς λογισμούς καὶ δὲν ἀξιοποιήσουμε τὰ πάντα στὰ πνευματικά, τότε καὶ σὲ Ἁγίους κοντά νὰ πᾶμε, δὲν θὰ κάνουμε προκοπή. Βρέθηκα λ.χ. σὲ στρατόπεδο; Νὰ ἀξιοποιήσω τὴν σάλπιγγα σάν καμπάνα καὶ τὸ ὅπλο νὰ μοῦ θυμίζη τὰ πνευματικά ὄπλα κατὰ τοῦ διαβόλου. Ἐὰν δὲν τὰ ἀξιοποιήσουμε ὅλα στὰ πνευματικά, θὰ μᾶς ἐνοχλῆ ἀκόμη καὶ ἡ καμπάνα. Ἤ ἐμεῖς θὰ τὰ ἀξιοποιήσουμε ἤ ὁ διάβολος θὰ τὰ ἐκμεταλλευθῆ. Ὁ ἀνήσυχος καὶ στὴν ἔρημο θὰ μεταφέρη τὸν ἀνή­συχο ἑαυτό του. Πρῶτα ἀπ' ὅλα ἡ ψυχή θὰ πρέπη νὰ ἀποκτήση τὴν ἐσωτερική ἡσυχία μέσα στὴν ἐξωτερική ἀνησυχία, γιὰ νὰ μπορέση νὰ ἡσυχάση ἔξω στὴν ἡσυχία.
  
ΓΕΡΟΝΤΟΣ ΠΑΪΣΙΟΥ ΑΓΙΟΡΕΙΤΟΥ
ΛΟΓΟΙ Α'- ΜΕ ΠΟΝΟ ΚΑΙ ΑΓΑΠΗ ΓΙΑ ΤΟΝ ΣΥΓΧΡΟΝΟ ΑΝΘΡΩΠΟ

ΟΣΙΟΣ ΠΑΪΣΙΟΣ: ΑΠΛΟΠΟΙΗΣΤΕ ΤΗ ΖΩΗ ΣΑΣ!

ΑΠΛΟΠΟΙΗΣΤΕ ΤΗ ΖΩΗ ΣΑΣ

Οἱ κοσμικοί λένε: «Καλότυχοι αὐτοί ποὺ ζοῦν στὰ παλάτια καὶ ἔχουν ὅλες τὶς εὐκολίες». Ἀλλ' ὅμως μακάριοι εἶναι αὐτοί ποὺ κατόρθωσαν νὰ ἁπλοποιήσουν τὴν ζωή τους καὶ ἐλευθερώθηκαν ἀπὸ τὴν θηλειά τῆς κοσμικῆς αὐτῆς ἐξελίξεως τῶν πολλῶν εὐκολιῶν, ἴσον τῶν πολλῶν δυσκολιῶν, καὶ ἀπαλλάχθηκαν ἀπὸ τὸν φοβερό ἄγχος τῆς σημερινῆς ἐποχῆς μας. Ἄν δὲν ἁπλοποιήση τὴν ζωή τοῦ ὁ ἄνθρωπος, βασανίζεται. Ἐνῶ, ἄν τὴν ἁπλοποιήση, δὲν θὰ ἔχη αὐτὸ τὸ ἄγχος.

Ἕνας Γερμανός μία φορά στὸ Σινά εἶπε σὲ ἕνα Βεδουϊνάκι ποὺ ἦταν πανέξυπνο: «Ἐσύ εἶσαι ἔξυπνο, μπορεῖς νὰ μάθης γράμματα». «Καί μετά;», τὸν ρωτάει ἐκεῖνο. «Με­τά θὰ γίνης μηχανικός». «Καὶ μετά;». «Μετά θ' ἀνοίξης ἕνα συνεργεῖο αὐτοκινήτων». «Καί μετά;». «Μετά θὰ τὸ μεγαλώσης». «Καί μετά;». «Μετά θὰ πάρης καὶ ἄλλους νὰ δουλεύουν καὶ θὰ ἔχης πολύ προσωπικό». «Δηλαδή, τοῦ λέει, νὰ ἔχω ἕναν πονοκέφαλο, νὰ βάλω ἄλλον ἕναν πονοκέφαλο καὶ μετά νὰ βάλω καὶ ἕναν ἄλλον; Δὲν εἶναι καλύτερα τώρα ποῦ ἔχω ἥσυχο τὸ κεφάλι μου;». Ὁ περισσότερος πονοκέφαλος εἶναι ἀπὸ αὐτές τὶς σκέψεις, νὰ κάνουμε αὐτό, νὰ κάνουμε ἐκεῖνο. Ἄν ἦταν πνευματικές οἱ σκέψεις, θὰ ἐνίωθε κανεὶς πνευματική παρηγοριά καὶ δὲν θὰ εἶχε πονοκέφαλο.

Τώρα καὶ στούς κοσμικούς τονίζω πολύ τὴν ἁπλότητα. Γιατί πολλά ἀπὸ αὐτὰ  ποὺ κάνουν, δὲν χρειάζονται καὶ τούς τρώει τὸ ἄγχος. Τούς μιλάω γιὰ τὴν λιτότητα καὶ τὴν ἀσκητικότητα. Συνέχεια φωνάζω: «Ἁπλοποιῆστε τὴν ζωή σας, γιὰ νὰ φύγη τὸ ἄγχος». Καὶ τὰ περισσότερα διαζύγια ἀπὸ 'κει ξεκινοῦν. Πολλές δουλειές, πολλά πρά­γματα ἔχουν νὰ κάνουν οἱ ἄνθρωποι καὶ ζαλίζονται. Δουλεύουν καὶ οἱ δύο, πατέρας καὶ μάνα, ἀφήνουν καὶ τὰ παιδιά ἐγκαταλελειμμένα. Κούραση, νεῦρα – μικρό θέμα, μεγάλος καυγᾶς – αὐτόματο διαζύγιο μετά, ἐκεῖ φθάνουν. Ἄν ἁπλοποιοῦσαν ὅμως τὴν ζωή τους, θὰ ἦταν καὶ ξεκούραστοι καὶ χαρούμενοι. Αὐτὸ τὸ ἄγχος εἶναι καταστροφή!

Μία φορά βρέθηκα σὲ ἕνα σπίτι ποὺ ἦταν ὅλο πολυτέλεια καὶ, καθώς συζητούσαμε, μοῦ εἶπαν: «Ζοῦμε στὸν Παράδεισο, ἐνῶ ἄλλοι ἄνθρωποι στερούνται». «Ζῆτε στὴν κόλαση, τούς λέω. «Ἄφρον, ταύτη τῇ νυκτί», εἶπε ὁ Θεὸς στὸν πλούσιο. Ἄν ὁ Χριστός μὲ ρωτοῦσε: «Ποῦ θέλεις νὰ σὲ βάλουμε, σὲ μία φυλακή ἤ σὲ ἕνα σπίτι σάν αὐτό;», θὰ ἔλεγα: «Σὲ μία σκοτεινή φυλακή». Γιατί ἡ φυλακή θὰ μὲ βοηθοῦσε. Θὰ μοῦ θύμιζε τὸν Χριστό, θὰ μοῦ θύμιζε τους ἁγίους Μάρτυρες, θὰ μοῦ θύμιζε τούς ἀσκητές ποὺ ἦταν στὶς ὀπές τῆς γής, θὰ μοῦ θύμιζε καλογερική. Ἡ φυλακή θὰ ἐμοίαζε καὶ λίγο μὲ τὸ κελλί μου καὶ θὰ χαιρόμουν. Αὐτὸ τὸ δικό σας τί θὰ μοῦ θύμιζε καὶ σὲ τί θὰ μὲ βοηθοῦσε; Γι' αὐτὸ οἱ φυλακές μὲ ἀναπαύουν καλύτερα ὄχι μόνον ἀπὸ ἕνα σαλόνι κοσμικό ἀλλὰ καὶ ἀπ'ἕνα ὡραῖο κελλί μοναχοῦ. Χίλιες φορές στὴν φυλακή παρά σὲ ἕνα τέτοιο σπίτι».

Κάποτε ποὺ εἶχα φιλοξενηθῆ στὴν Ἀθήνα σ' ἕναν φίλο μου, μὲ παρακάλεσε νὰ δεχθῶ ἕναν οἰκογενειάρχη πρίν φωτίση, γιατί ἄλλη ὥρα δὲν εὐκαιροῦσε. Ἦρθε λοιπόν χαρούμενος καὶ συνέχεια δοξολογοῦσε τὸν Θεό. Εἶχε καὶ πολλή ταπείνωση καὶ ἁπλότητα καὶ μὲ παρακαλοῦσε νὰ εὔχωμαι γιὰ τὴν οἰκογένειά του. Ὁ ἀδελφός αὐτός ἦταν περίπου τριάντα ὀκτώ ἐτῶν καὶ εἶχε ἑπτά παιδιά. Δυὸ τὸ ἀνδρόγυνο καὶ ἄλλοι δυὸ οἱ γονεῖς του, ἐν ὅλῳ ἕντεκα ψυχές, καὶ ἔμεναν ὅλοι σὲ ἕνα δωμάτιο. Μοῦ ἔλεγε μὲ τὴν ἁπλότητα ποὺ εἶχε: «Ὄρθιούς μας χωράει τὸ δωμάτιο, ἀλλά, ὅταν ξαπλώνουμε, δὲν μᾶς παίρνει, εἶναι λίγο στενόχωρα. Δόξα τῷ Θεῶ, τώρα κάναμε ἕνα ὑπόστεγο γιὰ κουζίνα καὶ βολευτήκαμε. Ἐμεῖς ἔχουμε καὶ στέγη. Πάτερ μου, ἐνῶ εἶναι ἄλλοι ποὺ μένουν στὴν ὑπαιθρο». Ἡ ἐργασία τοῦ ἦταν σιδερωτής. Ἔμενε στὴν Ἀθήνα καὶ ἔφευγε πρίν φωτίση, γιὰ νὰ βρεθῆ ἐγκαίρως στὸν Πειραιά ὅπου ἐργαζόταν. Ἀπὸ τὴν ὀρθοστασία καὶ τὶς πολλές ὑπερωρίες τὰ πόδια τοῦ εἶχαν κιρσούς καὶ τὸν ἐνοχλοῦσαν, ἀλλὰ ἡ πολλή ἀγάπη του πρὸς τὴν οἰκογένειά του τὸν ἔκανε νὰ ξεχνάη τούς πόνους καὶ τὶς ἐνοχλήσεις. Ἐλεεινολογοῦσε μάλιστα τὸν ἑαυτό τοῦ συνέχεια καὶ ἔλεγε ὅτι δὲν ἔχει ἀγάπη, γιατί δὲν κάνει καλωσύνες σάν Χριστιανός, καὶ ἐπαινοῦσε τὴν γυναίκα του ὅτι ἐκείνη κάνει καλωσύνες, γιατί ἐκτός ἀπὸ τὰ παιδιά καὶ τὰ πεθερικά της ποὺ φρόντιζε, πήγαινε καὶ ἔπαιρνε τὰ ροῦχα ἀπὸ τούς γέρους τῆς γειτονιᾶς, τὰ ἐπλένε, τούς συγύριζε καὶ τὰ σπίτια, τούς ἐφτίαχνε καὶ καμμιά σούπα. Ἔβλεπε κανεὶς στὸ πρόσωπο τοῦ καλοῦ αὐτοῦ οἰκογενειάρχη ζωγραφισμένη τὴν θεία Χάρη. Εἶχε μέσα τοῦ τὸν Χριστό καὶ ἦταν γεμά­τος χαρὰ καὶ τὸ δωμάτιό του γεμάτο ἀπὸ παραδεισένια χαρά. Ἐνῶ αὐτοί ποὺ δὲν ἔχουν μέσα τούς τὸν Χριστό, εἶναι γεμάτοι ἀπὸ ἄγχος, καὶ δυὸ ἄνθρωποι νὰ εἶναι, δὲν χωρᾶνε μέσα σὲ ἕντεκα δωμάτια. Ἐνῶ οἱ ἕντεκα αὐτοί ἄνθρωποι μὲ τὸν Χριστό, χωροῦσαν μέσα σ' ἕνα δωμάτιο.

Ἀκόμη καὶ πνευματικοί ἄνθρωποι, ὅσους χώρους καὶ νὰ ἔχουν, βλέπεις νὰ μή χωροῦν, γιατί μέσα τους δὲν ἔχει χωρέσει ὁ Χριστός ὁλόκληρος. Ἄν οἱ γυναῖκες ποὺ ζοῦσαν στὰ Φάρασα ἔβλεπαν τὴν πολυτέλεια ποὺ ὑπάρχει σήμερα, ἀκόμη καὶ σὲ πολλά Μοναστήρια, θὰ ἔλεγαν: «Θὰ ρίξη ὁ Θεὸς φωτιά νὰ μᾶς κάψη! Ἐγκατάλειψη Θεοῦ!». Ἐκεῖνες μάζευαν τὶς δουλειές τάκα-τάκα. Πρωί-πρωί ἔπρεπε νὰ βγάλουν τὰ γίδια, μετά νὰ συμμάσουν τὸ σπίτι. Ὕστερα πήγαιναν στὰ ἐξωκκλήσια ἤ μαζεύονταν στὶς σπηλιές, καὶ μία ποὺ ἤξερε λίγα γράμματα διάβαζε τὸ Συναξάρι τοῦ Ἁγίου της ἡμέρας. Μετά δωσ' τοῦ μετάνοιες, ἔλεγαν καὶ τὴν εὐχή. Καὶ δούλευαν, κουράζονταν. Μία γυναίκα ἔπρεπε νὰ ξέρη νὰ ράβη ὅλα τὰ ροῦχα τοῦ σπιτιοῦ. Καὶ τὰ ἔρραβαν μὲ τὸ χέρι. Μηχανές τοῦ χεριοῦ λίγες εἶχαν σὲ καμμιά πόλη, στὰ χωριά δὲν εἶχαν. Ἄν ὑπῆρχε στὰ Φάρασα ὅλο καὶ ὅλο μία μηχανή τοῦ χεριοῦ. Ἔρραβαν ἀκόμη καὶ τοῦ ἄνδρα τὰ ροῦχα καὶ ἦταν πιὸ ἄνετα, καὶ τὶς κάλτες τὶς ἔπλεκαν στὸ χέρι. Εἶχαν γοῦστο, μεράκι, ἀλλὰ τούς περίσσευε καὶ χρόνος, γιατί τὰ εἶχαν ὅλα ἁπλά. Οἱ Φαρασιῶτες δὲν κοιτοῦσαν λεπτομέρειες. Ζοῦσαν τὴν χαρὰ τῆς καλογερικῆς. Καὶ ἄν, γιὰ παράδειγμα, ἡ κουβέρτα δὲν ἦταν καλά στρωμένη καὶ κρεμόταν λίγο ἀπὸ τὴν μία μεριά καὶ ἔλεγες: «Σιάξε τὴν κουβέρτα», θὰ σοῦ ἔλεγαν: «Σὲ ἐμποδίζει στὴν προσευχή σου;».

Αὐτήν τὴν χαρὰ τῆς καλογερικῆς οἱ ἄνθρωποι σήμερα δὲν τὴν γνωρίζουν. Νομίζουν ὅτι δὲν πρέπει νὰ στερηθοῦν, νὰ ταλαιπωρηθοῦν. Ἄν σκέφτονταν οἱ ἄνθρωποι λίγο καλογερικά, ἄν ζοῦσαν πιὸ ἁπλά, θὰ ἦταν ἥσυχοι. Τώρα βασανίζονται. Ἄγχος καὶ ἀπελπισία στὴν ψυχή. «Ὁ τάδε πέτυχε ποὺ ἐφτίαξε δύο πολυκατοικίες ἤ ποὺ ἔμαθε πέντε γλῶσσες κ.λπ.! Ἐγώ δὲν ἔχω οὔτε ἕνα διαμέρισμα, δὲν ξέρω οὔτε μία ξένη γλώσσα. Ὤχ, χάθηκα!». Ἔχει κάποιος ἕνα αὐτοκίνητο καὶ ἀρχίζει: «Ὁ ἄλλος ἔχει καλύτερο. Νὰ πάρω καὶ ἐγώ». Παίρνει τὸ καλύτερο, ὕστερα μαθαίνει ὅτι ἄλλοι ἔχουν ἀεροπλάνα ἀτομικά καὶ πάλι βασανίζεται. Τελειωμό δὲν ἔχουν. Ἐνῶ ἄλλος ποὺ δὲν ἔχει αὐτοκίνητο, ὅταν δοξάζη τὸν Θεό, χαίρεται: «Δόξα τῷ Θεῶ, λέει, ἄς μήν ἔχω αὐτοκίνητο, ἔχω γερά τὰ πόδια μου καὶ μπορῶ νὰ περπατήσω. Πόσοι ἄνθρωποι εἶναι μὲ κομμένα πόδια, δὲν μποροῦν νὰ ἐξυπηρετηθοῦν, νὰ βγοῦν ἕναν περίπατο, θέλουν ἕναν ἄνθρωπο νὰ τούς ὑπηρετή, ἐνῶ ἐγώ ἔχω τὰ πόδια μου!». Κί ἕνας κουτσός τοὺ λέει: «Καὶ ἄλλοι ποὺ δὲν ἔχουν καὶ τὰ δυὸ πόδια;», καὶ αὐτός χαίρεται.

Ἡ ἀχαριστία καὶ ἡ ἀπληστία εἶναι μεγάλο κακό. Ὁ κυριευμένος ἀπὸ ὑλικά πράγματα εἶναι κυριευμένος πάντα ἀπὸ στενοχώρια καὶ ἄγχος, γιατί πότε τρέμει μήν τοῦ τὰ πάρουν καὶ πότε μήν τοῦ πάρουν τὴν ψυχή. Μία μέρα ἦρθε ἕνας πλούσιος ἀπὸ τὴν Ἀθήνα καὶ μοῦ λέει: «Πάτερ, ἔχασα τὴν ἐπαφή μὲ τὰ παιδιά μου, ἔχασα τὰ παιδιά μού». «Πόσα παιδιά ἔχεις;», τοῦ λέω. «Δύο, μοῦ λέει. Τὰ μεγάλωσα μὲ τὸ πουλιοῦ τὸ γάλα. Τί ἤθελαν καὶ δὲν τὸ εἶχαν! Ἀκόμη καὶ αὐτοκίνητο τὰ πήρα». Ἀπὸ τὴν συζήτηση βγῆκε ὅτι εἶχε καὶ αὐτός δικό του αὐτοκίνητο καὶ ἡ γυναίκα τοῦ δικό της καὶ τὰ παιδιά δικό τους. «Εὐλογημένε, τοῦ λέω, ἐσύ, ἀντί νὰ λύσης τὰ προβλήματά σου, τὰ μεγάλωσες. Τώρα θέλεις ἕνα μεγάλο γκαράζ γιὰ τὰ αὐτοκίνητα, ἕναν μηχανικό νὰ τὸν πλη­ρώνης τετραπλάσια, γιὰ νὰ τὰ διορθώνης, χώρια ποὺ κινδυνεύετε καὶ οἱ τέσσερις κάθε στιγμή νὰ σκοτωθῆτε. Ἐνῶ, ἄν εἶχες ἁπλοποιήσει τὴν ζωή σου, θὰ ἦταν ἑνωμένη ἡ οἰκογένειά σου, θὰ καταλάβαινε ὁ ἕνας τὸν ἄλλο καὶ δὲν θὰ εἶχες αὐτὰ  τὰ προβλήματα. Δὲν φταῖνε τὰ παιδιά σου τώρα, ἐσύ φταῖς ποὺ δὲν φρόντισες νὰ δώσης ἄλλη ἀγωγή στὰ παιδιά σοῦ». Μία οἰκογένεια τέσσερα αὐτοκίνητα, ἕνα γκαράζ, ἕναν μηχανικό κ.λπ.! Ἄς πάη ὁ ἄλλος λίγο ἀργότερα. Ὅλη αὐτή ἡ εὐκολία γεννάει δυσκολίες.
Ἄλλη φορὰ ἦρθε ἕνας ἄλλος οἰκογενειάρχης στὸ Καλύβι – ἦταν πέντε ἄτομα ἡ οἰκογένειά του – καὶ μοῦ λέει: «Πάτερ, ἔχουμε ἕνα αὐτοκίνητο καὶ σκέφτομαι νὰ πάρουμε ἄλλα δύο. Θὰ μᾶς διευκολύνη». «Καί πόσο θὰ σᾶς δυσκολέψη τὸ σκέφτηκες; τοῦ λέω. Τὸ ἕνα τὸ βάζεις ἐκεῖ σὲ μία τρύπα, τὰ τρία ποῦ θὰ τὰ βάλης; Θὰ θέλης ἕνα γκαράζ καὶ μία ἀποθήκη γιὰ καύσιμα. Θὰ διατρέχετε τρεῖς κινδύνους. Καλύτερα νὰ ἔχετε ἕνα καὶ νὰ περιορίσετε τὶς ἐξόδους σας. Θὰ ἔχετε χρόνο νὰ δῆτε τὰ παιδιά σας. Θὰ ἔχετε τὴν ἠρεμία σας. Ἡ ἁπλοποίηση εἶναι τὸ παν». «Δὲν τὸ σκέφθηκα αὐτό», μοῦ λέει.

Μαρτυρική εἶναι ἡ ζωή τους, γιατί δὲν ἁπλοποιοῦν τὰ πράγματα. Οἱ περισσότερες εὐκολίες δυσκολίες προξενοῦν. Οἱ κοσμικοί πνίγονται ἀπὸ τὰ πολλά. Ἔχουν γεμίσει εὐκολίες-εὐκολίες καὶ ἔκαναν τὴν ζωή τούς δύσκολη. Ἄν δὲν ἁπλοποιήση κανεὶς τὰ πράγματα, μία εὐκολία γεννάει ἕνα σωρό δυσκολίες.
Ὅταν ἤμασταν μικρά, κόβαμε τὸ καρούλι στὶς ἄκρες, βάζαμε μία σφήνα μέσα καὶ κάναμε ἕνα ὡραῖο παιχνίδι καὶ χαιρόμασταν μ' αὐτό. Τὰ μικρά παιδιά χαίρονται μὲ ἕνα αὐτοκινητάκι πιὸ πολύ ἀπὸ ὅ,τι ὁ πατέρας τους, ὅταν ἀγοράζη μερσεντές. Ἄν ρωτήσης ἕνα κοριτσάκι: «Τί θέλεις, ἕνα κουκλάκι ἤ μία πολυκατοικία;», νὰ δής, θὰ σοῦ πῆ: «Ἕνα κουκλάκι». Καὶ τελικά τὰ μικρά παιδιά γνωρίζουν τὴν ματαιότητα τοῦ κόσμου.
Νὰ συλλάβη κανεὶς τὸ βαθύτερο νόημα τῆς ζωῆς. «Ζητεῖτε πρῶτον τὴν Βασιλείαν τοῦ Θεοῦ...». Ἀπὸ ἐκεῖ ξεκινᾶ ἡ ἁπλότητα καὶ κάθε σωστή ἀντιμετώπιση.

ΓΕΡΟΝΤΟΣ ΠΑΪΣΙΟΥ ΑΓΙΟΡΕΙΤΟΥ
ΛΟΓΟΙ Α'- ΜΕ ΠΟΝΟ ΚΑΙ ΑΓΑΠΗ ΓΙΑ ΤΟΝ ΣΥΓΧΡΟΝΟ ΑΝΘΡΩΠΟ

Τετάρτη 23 Σεπτεμβρίου 2015

ΟΣΙΟΣ ΠΑΪΣΙΟΣ: ΕΑΝ ΘΕΛΕΙΣ ΝΑ ΒΟΗΘΗΣΕΙΣ ΤΗΝ ΕΚΚΛΗΣΙΑ, ΕΙΝΑΙ ΚΑΛΥΤΕΡΑ ΝΑ ΚΟΙΤΑΞΕΙΣ ΝΑ ΔΙΟΡΘΩΣΕΙΣ ΤΟΝ ΕΑΥΤΟ ΣΟΥ!

Εάν θέλης να βοηθήσης την Εκκλησία, είναι καλύτερα να κοιτάξης να διορθώσης τον εαυτό σου, παρά να κοιτάς να διόρθωσης τους άλλους.
Αν διόρθωσης τον εαυτό σου, αµέσως διορθώνεται ενα κοµµατάκι της Εκκλησίας. Εάν φυσικά αυτό το έκαναν όλοι, η Εκκλησία θα ήταν διορθωµένη. 
Άλλα σήµερα οι άνθρωποι ασχολούνται µε όλα τα άλλα θέµατα εκτός από τον εαυτό τους. Γιατί το να ασχολήσαι µε τον εαυτό σου έχει κόπο, ενώ το να ασχολήσαι µε τους άλλους είναι εύκολο.
Εάν ασχοληθούµε µέ την διόρθωση του εαυτού µας και στραφούµε πιο πολύ στην «εσωτερική» δράσηπαρά στην εξωτερική, δίνοντας τα πρωτεία στην θεία βοήθεια, θα βοηθήσουµε τους άλλους περισσότερο και θετικώτερα. Επιπλέον θα έχουµε και την εσωτερική µας γαλήνη, η οποία θα βοηθάη αθόρυβα τις ψυχές που θα συναντάµε, γιατί η εσωτερική πνευµατική κατάσταση προδίδει την αρετή της ψυχής και αλλοιώνει ψυχές.
Όταν επιδίδεται κανείς στην εξωτερική δράση, πριν φθάση στην λαµπικαρισµένη εσωτερική πνευµατική κατάσταση, µπορεί να κάνη κάποιον πνευµατικό αγώνα, αλλά έχει στενοχώρια, άγχος, έλλειψη εµπιστοσύνης στον Θεό, και συχνά χάνει την ηρεµία του.
Εάν δεν κάνη καλό τον εαυτό του, δεν µπορεί να πη ότι το ενδιαφέρον του για το κοινό καλό είναι καθαρό. Όταν ελευθερωθή από τον παλαιό του άνθρωπο και από καθετί κοσµικό, έχει πλέον την θεία Χάρη, οπότε και ό ίδιος αναπαύεται, αλλά και κάθε είδους άνθρωπο αναπαύει.
Αν όµως δεν έχη Χάρη Θεού, δεν µπορεί ούτε στον εαυτό του να έπιβληθή ούτε τους άλλους να βοηθήση, για να φέρη θείο αποτέλεσµα. Πρέπει να βουτηχθή στην Χάρη και ύστερα να χρησιµοποιηθούν οι αγιασµένες πλέον δυνάµεις του για την σωτηρία των άλλων.

Γέροντος Παϊσίου Αγιορείτου, «Πνευματική Αφύπνιση», Λόγοι Β”

ΠΡΩΤΟΠΡ. ΣΤΕΦΑΝΟΣ ΑΝΑΓΝΩΣΤΟΠΟΥΛΟΣ: 20 ΠΡΑΚΤΙΚΕΣ ΣΥΜΒΟΥΛΕΣ ΓΙΑ ΤΑΠΕΙΝΩΣΗ


Για όλους και για όλα προσευχή. Πολλή προσευχή. Νηστεία και προσευχή διότι "τούτο το γένος των παθών και των δαιμόνων ουκ εκπορεύεται παρά μόνο με νηστεία και προσευχή".

1. Σε ξέχασαν; Δε σε πήραν ούτε τηλέφωνο; Δεν πειράζει. Και προπαντός μην παραπονείσαι

2. Σε αδίκησαν; Ξέχασέ το

3. Σε περιφρόνησαν; Να χαίρεσαι

4. Σε κατηγορούν; Μην αντιλέγεις

5. Σε κοροϊδεύουν; Μην απαντάς

6. Σε βρίζουν; Σιωπή και προσευχή

7. Σου αφαιρούν το λόγο; Σε διακόπτουν; Μη λυπάσαι

8. Σε κακολογούν; Μην αντιμάχεσαι

9. Σου μεταδίδουν ευθύνες τα παιδιά σου; Οι συγγενείς σου, οι δικοί σου οι άνθρωποι; Μη διαμαρτύρεσαι

10. Θυμώνουν μαζί σου; Να παραμένεις ήρεμος

11. Σου κλέβουν φανερά; Κάνε τον τυφλό

12. Σε ειρωνεύονται; Να μακροθυμείς

13. Δεν ακούνε τις συμβουλές σου; Ιδίως δεν ακούνε τις συμβουλές σου τα παιδιά σου; Πέσε στα γόνατα και κάνε προσευχή

14. Εκνευρισμός στο αντρόγυνο; Εσύ φταις, όχι ο άλλος

15. Έφταιξες; Ζήτησε συγγνώμη

16. Δεν έφταιξες; Πάλι ζήτησε συγγνώμη

17. Έχεις υγεία; Δόξαζε τον Θεόν

18. Έχεις αρρώστια; Έχεις καρκίνο; Ταλαιπωρείσαι, υποφέρεις, βασανίζεσαι, πονάς; Δόξαζε τον Θεόν

19. Γκρίνια, ανεργία, φτώχεια μέσα στο σπίτι; Νήστευσε, αγρύπνησε, κάνε προσευχή

20. Για όλους και για όλα προσευχή. Πολλή προσευχή. Πολλή προσευχή. Νηστεία και προσευχή διότι "τούτο το γένος των παθών και των δαιμόνων ουκ εκπορεύεται παρά μόνο με νηστεία και προσευχή".

Πρωτοπρεσβυτέρου Στεφάνου Κ. Αναγνωστοπούλου

Τρίτη 22 Σεπτεμβρίου 2015

ΜΕΓΑΣ ΑΝΤΩΝΙΟΣ: Η ΤΑΠΕΙΝΟΦΡΟΣΥΝΗ!

Η ταπεινοφροσύνη

Χρόνια κράτησε ο διωγμός των χριστιανών.
Ποτάμια χύθηκε το τίμιο αίμα των Μαρτύρων. Κι ήρθε κάποια στιγμή που η ειδωλολατρική μανία του αυτοκράτορα κορέστηκε, αφού είχε πια τελειωθεί μαρτυρικά και ο άγιος Επίσκοπος της Αλεξάνδρειας, ο Πέτρος.
 
-Δεν με έκρινε άξιο ο Κύριος να μαρτυρήσω για την πίστη, δίπλα στους αδελφούς μου, σκεπτόταν ο Αντώνιος. Θα πορευτώ λοιπόν στη βαθιά έρημο για να δώσω την τελική μάχη με τον πονηρό μονολόγησε αποφασιστικά και κάτι σαν κρυμμένη υπερηφάνεια πήγε να σκιάσει την απόφαση του τούτης της χάρης. Σαν να ‘νιωσε κείνη την ώρα ο ασκητής πως ξεχωρίζει ο ερημίτης από πολλούς –σαν να ήταν η παλαίστρα της ερήμου ανώτερη μορφή χριστιανικής ζωής.
 
Τον πείραξε τούτος ο λογισμός, σαν αγκαθιών κάρφωμα βαθύ κι όρμησε τούτη η σκέψη να του πνίξει όλα τα λουλούδια που η μαρτυρική του προαίρεση είχε συλλέξει όλα τα χρόνια του διωγμού. Έμπειρος όμως πια αγωνιστής γρήγορα κατανόησε πως είχε πάλι να κάνει με παγίδα αντίδικου. Γι’ αυτό έπεσε σε βαθιά προσευχή.
-Κύριε, φανέρωσε μου, αν μέσα στην πόλη με τους θορύβους της μπορεί να φτάσει ο πιστός τα μέτρα τα πνευματικά που κατακτάει στη βαθειά έρημο ο ασκητής...
 
Δεν είχε ακόμα αποτελειώσει τούτο το αίτημα στον Πανάγαθο και φωνή ακούστηκε να του λέει:
-Το Ευαγγέλιο είναι ένα για όλους τους ανθρώπους, Αντώνιε. Κι αν θέλεις να βεβαιωθείς, πως αν κάνει κάνεις το θέλημα του Θεού σώζεται και αγιάζεται όπου και να ‘ναι, πέρασε, καθώς φεύγεις από την Αλεξάνδρεια, από το μαγαζάκι του μπαλωματή, που είναι άσημο και φτωχικό. Είναι εκεί κάτω στο τελευταίο της πόλης παραδρόμι.
-Στο μαγαζάκι του μπαλωματή, Κύριε; Και ποιός εκεί μπορεί να με βοηθήσει, να ρίξει φως στο λογισμό;απάντησε απορημένος ο Αντώνιος.
-Θα σου εξηγήσει ο μπαλωματής, ξανάκουσε την ίδια φωνή.
-Ο μπαλωματής; Τι ξέρει αυτός ο άνθρωπος από αγώνες και πειρασμούς; Τι γνώρισε ο πτωχός βιοπαλαιστής, από της πίστης τις κορυφές κι απ’ την αλήθεια; Αναρωτήθηκε.
 
Αντίρρηση όμως δεν μπόρεσε να ορθώσει στη θεία υπόδειξη. Γι’ αυτό μόλις ξημέρωσε πήρε το δρόμο που έβγαζε από την πόλη. Όπως του είχε υποδείξει ο Θεός, στάθηκε, καθώς συνάντησε το τελευταίο παραδρόμι, και βρήκε το μαγαζάκι του μπαλωματή.
Χαρούμενα και σεβαστικά ο απλός άνθρωπος τον υποδέχτηκε και τον ρώτησε:
-Σε τι μπορώ να σου φανώ χρήσιμος, Αββά; Αγράμματος κι άξεστος χωρικός είμαι, μα για το ξένο, όποιος και να’ ναι, ο ντόπιος χρήσιμος πάντα είναι.
-Ο Κύριος με έχει στείλει να με διδάξεις, είπε ταπεινά ο ασκητής.
Πετάχτηκε επάνω απορημένος ο φτωχός βιοπαλαιστής.
-Εγώ; Τι μπορώ εγώ ο αγράμματος να διδάξω την αγιοσύνη σου; Δεν ξέρω να’ χω κάνει στη ζωή μου τίποτα το καλό και το αξιόλογο, κάτι που να μπορεί να σταθεί αψεγάδιαστο, μπροστά στα μάτια του Θεού.
-Πες μου τι κάνεις για να περνάς την ημέρα σου; Ξέρει ο Θεός, αλλιώς Εκείνος ζυγίζει και κρίνει τα πράγματα, επέμενε ο Αντώνιος.
-Εγώ, Αββά, ποτέ δεν έκανα τίποτα το καλό, μονάχα που αγωνίζομαι σύμφωνα με τις άγιες εντολές του Ευαγγελίου. Κι ακόμα προσπαθώ ποτέ να μην ξεχνώ και να μην παραβλέπω τις ελλείψεις και την πνευματική ακαρπία μου. Καθώς λοιπόν δουλεύω ολημερίς σκέπτομαι και λέω στον εαυτό μου: Ταλαίπωρε άνθρωπε, όλοι θα σωθούν και μόνο εσύ άκαρπος μένεις. Εξαιτίας της αμαρτίας σου, το Άγιο Πρόσωπο Του ποτέ δεν θα αξιωθείς να δεις.
-Σ’ ευχαριστώ Κύριε, υψώνοντας τα δακρυσμένα μάτια του προς τον ουρανό ο ασκητής. Κι ενώ ο μπαλωματής στεκόταν απορημένος για τούτο το φέρσιμο, ο ασκητής τον αγκάλιασε στοργικά και τον αποχαιρέτησε λέγοντας:
-Σ’ ευχαριστώ και εσένα, άγιε άνθρωπε. Σ’ ευχαριστώ, γιατί με δίδαξες πως τόσο εύκολα, μονάχα με τον ταπεινό λογισμό καθένας ζει την χάρη του Παραδείσου.
 
Κι ενώ ο φτωχός μπαλωματής συνέχισε να κοιτάζει αμήχανα, χωρίς τίποτα απ’ όλα αυτά να καταλαβαίνει, ο Αντώνιος πήρε το ραβδί κι ωφελημένος τράβηξε το μονοπάτι που οδηγούσε βαθιά στην έρημο.
Βάδιζε με μόνη συντροφιά του ραβδιού του το χτύπημα. Βάδιζε κι η προσευχή του καυτή σαν της έρημης γης τη λάβα υψωνόταν ολόισια στον ουρανό.
Πορευόταν ολημερίς και προσευχητικά αναλογιζόταν το μάθημα που είχε πάρει εκείνη την ημέρα από το φτωχό μπαλωματή.
-Η ταπεινοφροσύνη! Αυτό λοιπόν είναι το γρήγορο στρατί για του Παράδεισου την πόρτα, έλεγε με το λογισμό. Η ταπεινοφροσύνη είναι η στολή που ντύθηκε ο Θεός κι ήρθε στη γη σαν άνθρωπος, μονολογούσε ο Αντώνιος κι αγωνιζόταν να συλλάβει το μεγαλείο τούτης της άγιας αρετής.
 
Βάδιζε, προσευχόταν και στο νου του έφερνε όσα τον είχε διδάξει ο Θεός, ώσπου έξαφνα μπροστά του αντίκρισε ριγμένο καταγής πλήθος αναρίθμητο από πρωτόγνωρες παγίδες. Παγίδες κάθε είδους, επινοήσεις φοβερές, πανούργου νου πρωτότυπα εφευρήματα.
-Θεέ μου, αναφώνησε κι έστρεψε τρομαγμένο το βλέμμα και την ψυχή του στον ουρανό. Ποιός θα μπορούσε Κύριε να ξεφύγει ποτέ, από τέτοια εφευρήματα και πανουργίες;
Η ταπεινοφροσύνη, Αντώνιε. Αυτή μπορεί με μιας όλες αυτές να τις διαλύσει, ακούστηκε πάλι η γλυκιά, η γνώριμη φωνή βαθιά μεσ’ την καρδιά του. Κι ήταν αυτή η απάντηση που έχυσε μέσα του φως και του έδωσε κουράγιο για τις καινούργιες μάχες, που έμελλε βαθιά στην έρημο να δώσει, με του ανθρώπου τον προαιώνιο εχθρό.
 
Από το Γεροντικό

Δευτέρα 21 Σεπτεμβρίου 2015

Η ΘΛΙΨΗ ΤΟΥ ΑΡΧ. ΜΙΧΑΗΛ ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΠΟΛΙΤΙΚΟΥΣ ΚΑΙ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣΤΙΚΟΥΣ ΗΓΕΤΕΣ!



Ο Αρχάγγελος δακρύζει
όταν βλέπει θρησκευτικούς και πολιτικούς ηγέτες
να αποστατούν και να μην ζουν
την αγωνία του Θεού για τα σπλάχνα Του.

ΨΑΛΜΟΣ 41: ΔΙΨΑ Η ΨΥΧΗ ΜΟΥ ΤΟΝ ΘΕΟΝ!

ΕΔΙΨΑΣΕΝ Η ΨΥΧΗ ΜΟΥ ΤΟΝ ΘΕΟ
(ΨΑΛΜΟΣ 41)

2 ΟΝ ΤΡΟΠΟΝ ἐπιποθεῖ ἡ ἔλαφος ἐπὶ τὰς πηγὰς τῶν ὑδάτων, οὕτως ἐπιποθεῖ ἡ ψυχή μου πρός σέ, ὁ Θεός. 3 ἐδίψησεν ἡ ψυχή μου πρὸς τὸν Θεὸν τὸν ζῶντα· πότε ἥξω καὶ ὀφθήσομαι τῷ προσώπῳ τοῦ Θεοῦ; 4 ἐγενήθη τὰ δάκρυά μου ἐμοὶ ἄρτος ἡμέρας καὶ νυκτὸς ἐν τῷ λέγεσθαί μοι καθ᾿ ἑκάστην ἡμέραν· ποῦ ἐστιν ὁ Θεός σου; 5 ταῦτα ἐμνήσθην καὶ ἐξέχεα ἐπ᾿ ἐμὲ τὴν ψυχήν μου, ὅτι διελεύσομαι ἐν τόπῳ σκηνῆς θαυμαστῆς ἕως τοῦ οἴκου τοῦ Θεοῦ ἐν φωνῇ ἀγαλλιάσεως καὶ ἐξομολογήσεως ἤχου ἑορτάζοντος. 6 ἱνατί περίλυπος εἶ, ἡ ψυχή μου, καὶ ἱνατί συνταράσσεις με; ἔλπισον ἐπὶ τὸν Θεόν, ὅτι ἐξομολογήσομαι αὐτῷ· σωτήριον τοῦ προσώπου μου καὶ ὁ Θεός μου. 7 πρὸς ἐμαυτὸν ἡ ψυχή μου ἐταράχθη· διὰ τοῦτο μνησθήσομαί σου ἐκ γῆς ᾿Ιορδάνου καὶ ᾿Ερμωνιείμ, ἀπὸ ὄρους μικροῦ. 8 ἄβυσσος ἄβυσσον ἐπικαλεῖται εἰς φωνὴν τῶν καταῤῥακτῶν σου, πάντες οἱ μετεωρισμοί σου καὶ τὰ κύματά σου ἐπ᾿ ἐμὲ διῆλθον. 9 ἡμέρας ἐντελεῖται Κύριος τὸ ἔλεος αὐτοῦ, καὶ νυκτὸς ᾠδὴ αὐτῷ παρ᾿ ἐμοί, προσευχὴ τῷ Θεῷ τῆς ζωῆς μου. 10 ἐρῶ τῷ Θεῷ· ἀντιλήπτωρ μου εἶ· διατί μου ἐπελάθου; καὶ ἱνατί σκυθρωπάζων πορεύομαι ἐν τῷ ἐκθλίβειν τὸν ἐχθρόν μου; 11 ἐν τῷ καταθλᾶσθαι τὰ ὀστᾶ μου ὠνείδιζόν με οἱ ἐχθροί μου, ἐν τῷ λέγειν αὐτούς μοι καθ᾿ ἑκάστην ἡμέραν· Ποῦ ἐστιν ὁ Θεός σου; 12 ἱνατί περίλυπος εἶ, ἡ ψυχή μου; καὶ ἱνατί συνταράσσεις με; ἔλπισον ἐπὶ τὸν Θεόν, ὅτι ἐξομολογήσομαι αὐτῷ· σωτήριον τοῦ προσώπου μου καὶ ὁ Θεός

Κυριακή 20 Σεπτεμβρίου 2015

Η ΑΜΕΤΑΝΟΗΤΗ ΓΥΝΑΙΚΑ (ΚΑΙ Μ’ ΑΥΤΑ ΤΑ ΛΟΓΙΑ ΞΕΨΥΧΗΣΕ…)!

Κάποτε, μία γυναίκα ζούσε με νηστείες και προσευχές.
Φαινόταν εξωτερικά ευλαβής, είχε όμως πολλή υπερηφάνεια και πίστευε πως ήταν αγία.

Είχε επίσης τόση μνησικακία, που, αν μάλωνε με κάποια άλλη, όχι μόνο δεν τη συγχωρούσε, μα ούτε ήθελε να την ξαναδεί στα μάτια της.
Κάποτε αρρώστησε και κάλεσε τον πνευματικό, αλλά δεν εξομολογήθηκε καθαρά- αυτό το συνηθίζουν μερικοί επιπόλαιοι χριστιανοί, που κρύβουν τις μεγάλες αμαρτίες και φανερώνουν τις μικρές.
Τέλος, όταν ο ιερέας έφερε τα Άγια για να την κοινωνήσει, εκείνη γύρισε στον τοίχο το πρόσωπο και δεν μπορούσε ούτε να αντικρίσει τον θείο μαργαρίτη.

Την ίδια στιγμή, με θεία παραχώρηση, ομολόγησε με δυνατή φωνή:
Όπως εγώ από υπερηφάνεια δεν συγχωρούσα όσους μου έφταιγαν, αλλά τους αποστρεφόμουν, έτσι τώρα αποστρέφει και ο Κύριος το πρόσωπό Του από μένα και δεν θέλει να μπει στην ανάξια ψυχή μου. Δεν θα τον δω στην ουράνια βασιλεία, αλλά θα καίγομαι στην αιώνια κόλαση!

Και μ’ αυτά τα λόγια ξεψύχησε…

(Αγαπίου μοναχού (Λάνδου), «Αμαρτωλών σωτηρία»)

http://amartolon-sotiria.blogspot

ΤΟ ΘΑΥΜΑ ΤΗΣ ΠΑΝΑΓΙΑΣ ΣΤΟΝ ΑΜΦΙΒΑΛΛΟΝΤΑ ΔΙΔΑΣΚΑΛΟ

Επτακόσια περίπου χρόνια μετά την γέννηση του Χριστού, ήταν ένας ερημίτης Αθηναίος, σοφός στα γράμματα, και στην αρετή σοφότερος.
Το όνομά του ήταν Αιγίδιος , και μετά τον θάνατο των γονέων του, μοίρασε την περιουσία του στους φτωχούς και αναχώρησε για προσκύνημα στους Αγίους Τόπους. Εκεί απήλθε στα ενδότερα μέρη της ερήμου σε έναν τόπο άβατο και απόκρυφο, όπου βρήκε ένα σπήλαιο με μια πηγή ωραιότατη και λίγα δένδρα.Στην ησυχία λοιπόν του τόπου εκείνου έμεινε και ασκήτευε τρεφόμενος, κατά Θεία Οικονομία, από το γάλα μίας ελαφίνας και άγρια χόρτα.
Κοντά σ’ εκείνα τα μέρη σ’ ένα κάστρο ήταν ένας διδάσκαλος που στο λογισμό του ο μισόκαλος, είχε σπείρει ζιζάνια και είχε αμφιβολία για την Παρθενία της Υπεραγίας Θεοτόκου.Αυτόν τον δαιμονικό λογισμό δεν μπορούσε με τίποτα να τον διώξει απ’ το μυαλό του. «Πως γίνεται να είναι μητέρα και παρθένος;» αναρωτιόταν. 
Όταν άκουσε για τον αναχωρητή Αιγίδιο, ότι ήταν σε μεγάλα πνευματικά μέτρα, αποφάσισε να πάει να τον συμβουλευτεί για τον λογισμό του, και να τον βοηθήσει να απαλλαγεί από αυτή την βλάσφημη σκέψη.
Ενώ βρισκόταν σε μικρή απόσταση πριν από το κελί του αββά Αιγιδίου εξήλθε ο γέροντας να τον προϋπαντήσει. Όταν πλησίασε ο ένας τον άλλον ο διδάσκαλος έβαλε εδαφιαία μετάνοια.
Ο αββάς δεν του αποκρίθηκε αλλά χτύπησε με το ραβδί του πάνω σε μία πέτρα λέγοντας: «Παρθένος προ τόκου» και ευθύς πάνω στη πέτρα φύτρωσε ένα κρίνο όμορφο και με ευωδία θαυμάσια. Ξαναχτυπά την πέτρα λέγοντας :«Παρθένος εν τόκω» και δεύτερο κρίνο φύτρωσε όμοιο με το πρώτο. Έπειτα χτύπησε για Τρίτη φορά με το ραβδί του στην πέτρα λέγοντας: «Και μετά τόκον Παρθένος μείνασα».
Και ευθύς βγήκε άλλο ένα θαυμάσιο κρίνο. Τότε ο αββάς, χωρίς να πει άλλη κουβέντα γύρισε στο κελί του.
Ο δε διδάσκαλος έχοντας μείνει έκπληκτος απ’ αυτή τη θαυματουργία και λυτρωμένος από τον πειρασμό έφυγε και κήρυττε σε όλους το παραπάνω θαύμα, προς δόξαν της Υπεραγίας Θεοτόκου και Αειπαρθένου Μαρίας. Αμήν.

Από το βιβλίο του Αγαπίου Λάνδου «Αμαρτωλών σωτηρία»

Σάββατο 19 Σεπτεμβρίου 2015

Ο ΣΤΑΥΡΟΣ ΣΟΥ

                 

Η ΕΜΦΑΝΙΣΗ ΤΗΣ ΠΑΝΑΓΙΑΣ ΜΠΡΟΣΤΑ ΣΕ 250.000 ΑΥΤΟΠΤΕΣ ΜΑΡΤΥΡΕΣ ΣΤΗΝ ZEITUN ΣΤΗΝ ΑΙΓΥΠΤΟ!



Το ξέρουμε ότι είναι δύσκολο για κάποιους να δεχθούν κάτι το... εξωπραγματικό. Όμως δεν είναι εύκολο να απορρίψουμε έτσι απλά 250.000 αυτόπτες μάρτυρες; Βέβαια, καλό είναι να μην πιστεύουμε ό,τι μας σερβίρουν, διότι υπάρχουν και οι επιτήδειοι.

Όταν όμως υπάρχουν καταγεγραμμένα γεγονότα… εκεί σηκώνεις τα χέρια ψηλά. Το γεγονός της Zeitun στην Αίγυπτο έχει καταγραφεί ιστορικά και έχει κάνει το γύρο του κόσμου.

Παρασκευή 18 Σεπτεμβρίου 2015

ΟΣΙΟΣ ΠΑΪΣΙΟΣ: ΤΙ ΚΑΤΟΡΘΩΣΑΝ ΣΗΜΕΡΑ ΟΙ ΑΝΘΡΩΠΟΙ!

ΤΙ ΚΑΤΟΡΘΩΣΑΝ ΣΗΜΕΡΑ ΟΙ ΑΝΘΡΩΠΟΙ

Ὁ πολιτισμός καλός εἶναι, ἀλλά, γιὰ νὰ ὠφελήση, πρέπει νὰ «πολιτισθή» καὶ ἡ ψυχή. Ἀλλιῶς εἶναι καταστροφή. Ὁ Ἅγιος Κοσμᾶς εἶπε: «Ἀπὸ τούς γραμματισμένους θὰ ἔρθη τὸ κακό» (1). Παρόλο ποὺ ἡ ἐπιστήμη ἔχει προχωρήσει τόσο πολύ καὶ ἔκανε πρόοδο μεγάλη, ἐν τούτοις μὲ ὅ,τι κάνουν γί ἀνά βοηθήσουν τὸν κόσμο, χωρίς νὰ τὸ καταλαβαίνουν, καταστρέφουν τὸν κόσμο. Ὁ Θεὸς ἄφησε τὸν ἄνθρωπο νὰ κάνη τοῦ κεφαλιοῦ του, ἀφοῦ δὲν Τὸν ἀκούει, καὶ ἔτσι τρώει τὸ κεφάλι του. Καταστρέφεται μόνος του ὁ ἄνθρωπος μὲ αὐτὰ  ποὺ φτιάχνει.

Τί κατόρθωσαν οἱ ἄνθρωποι τοῦ 20ου αἰῶνος μὲ τὸν πολιτισμό! Παλάβωσαν τὸν κόσμο, μόλυναν τὴν ἀτμόσφαιρα, τὰ πάντα. Ἡ ρόδα, ἄν ξεφύγη ἀπὸ τὸν ἄξονα, γυρίζει συνέχεια χωρίς σκοπό. Ἔτσι καὶ οἱ ἄνθρωποι, ἅμα ξεφύγουν ἀπὸ τὴν ἁρμονία τοῦ Θεοῦ, βασανίζονται! Παλιά ὑπέφεραν οἱ ἄνθρωποι ἀπὸ τὸν πόλεμο, σήμερα ὑποφέρουν ἀπὸ τὸν πολιτισμό. Τότε ἔφευγαν ἀπὸ τὶς πόλεις στὰ χωριά ἐξ αἰτίας τοῦ πολέμου καὶ μὲ ἕνα χωραφάκι περνοῦσαν. Τώρα θὰ φύγουν ἀπὸ τὶς πόλεις ἐξ αἰτίας τοῦ πολιτισμοῦ, γιατί δὲν θὰ μποροῦν νὰ ζήσουν μέσα σ' αὐτές. Τότε ὁ πόλεμος ἔφερνε θάνατο. Τώρα ὁ πολιτισμός φέρνει ἀρρώστια.

Αὐτὰ  κάνουν οἱ ἄνθρωποι... Τί σακατεμένος κόσμος ὑπάρχει! Σὲ ποιά ἐποχή ἦταν τόσοι ἄρρωστοι; Παλιά οἱ ἄνθρωποι δὲν ἦταν ἔτσι. Τώρα, ὅποιο γράμμα ἀνοίξω, καρκίνο ἤ ψυχοπάθεια ἤ ἐγκεφαλικό ἤ διαλυμένες οἰκογένειες, αὐτὰ  θὰ συναντήσω. Ἄλλοτε σπάνια ὑπῆρχε καρκίνος. Βλέ­πεις, ἦταν φυσική ἡ ζωή. Ἄλλο θέμα τί ἐπέτρεπε ὁ Θεός. Ἔτρωγε κανεὶς φυσικές τροφές καὶ ἦταν ὑγιέστατος. Φροῦτα, κρεμμύδια, ντομάτες, ἦταν ὅλα καθαρά. Τώρα καὶ αὐτές οἱ φυσικές τροφές σακατεύουν τὸν ἄνθρωπο. Αὐτοί ποὺ τρῶνε ὅλο τέτοιες τροφές παθαίνουν μεγαλύτερη ζημιά, γιατί ὅλα ἔχουν μολυνθῆ. Ἄν ἦταν παλιά ἔτσι, ἐγώ θὰ πέθαινα ἀπὸ νέος, γιατί σάν καλόγερος ἔτρωγα ὅ,τι εἶχε ὁ κῆπος, πράσα, μαρούλια, κρεμμύδια, λάχανα, ὅλο τέτοια, καὶ ἤμουν μία χαρά. Τώρα ἔχουν λιπάσματα, ραντί­σμα­τα. Τί τρῶνε σήμερα οἱ ἄνθρωποι! Τὸ ἄγχος, οἱ νοθευμένες τροφές ἀρρώστια φέρ­νουν. Ἀχρηστεύεται ὁ κόσμος, ὅταν χρησιμοποιῆ ἀδιάκριτα τὴν ἐπιστήμη.

ΓΕΡΟΝΤΟΣ ΠΑΪΣΙΟΥ ΑΓΙΟΡΕΙΤΟΥ
ΛΟΓΟΙ Α'- ΜΕ ΠΟΝΟ ΚΑΙ ΑΓΑΠΗ ΓΙΑ ΤΟΝ ΣΥΓΧΡΟΝΟ ΑΝΘΡΩΠΟ

Πέμπτη 17 Σεπτεμβρίου 2015

ΟΣΙΟΣ ΠΑΪΣΙΟΣ: ΟΙ ΠΟΛΛΕΣ ΕΥΚΟΛΙΕΣ ΑΧΡΗΣΤΕΥΟΥΝ ΤΟΝ ΑΝΘΡΩΠΟ!

ΕΓΙΝΑΝ ΚΑΙ ΟΙ ΚΑΡΔΙΕΣ ΣΙΔΕΡΕΝΙΕΣ

Επειδή οι ανθρώπινες ευκολίες ξεπέρασαν τα όρια, έγιναν δυσκολίες. Πλήθυναν οι μηχανές, πλήθυνε ο περισπασμός, έκαναν και τον άνθρωπο μηχανή, και τώρα οι μηχανές και τα σίδερα κάνουν κουμάντο και τον άνθρωπο. Γι' αυτό έγιναν και οι καρδιές των ανθρώπων σιδερένιες. Με όλα αυτά τα μέσα που υπάρχουν, δεν καλλιεργείται η συνείδηση των ανθρώπων. Παλιότερα οι άνθρωποι δούλευαν με τα ζώα και ήταν σπλαγχνικοί. Αν φόρτωνες το ζώο λίγο περισσότερο και το κακόμοιρο γονάτιζε, το λυπόσουν. Αν ήταν νηστικό και κοίταζε με παράπονο, σου ράγιζε την καρδιά. Θυμάμαι, όταν αρρώσταινε η αγελάδα μας, υποφέραμε και εμείς, γιατί την θεωρούσαμε μέλος της οικογενείας μας. Σήμερα οι άνθρωποι έχουν τα σίδερα και έχουν καρδιές σιδερένιες. Έσπασε ένα σίδερο; οξυγονοκόλληση. Χάλασε το αυτοκίνητο; το πάνε στο γκαράζ. Αν δεν γίνεται, το πετάνε, δεν το πονάνε. Σου λέει: “Σίδερο είναι!” Δεν δουλεύει καθόλου η καρδιά. Έτσι όμως καλλιεργείται η φιλαυτία, ο εγωισμός.
Δεν σκέφτεται τον άλλον σήμερα ο άνθρωπος. Παλιά, αν έμενε το φαγητό για την άλλη μέρα, θα χαλούσε, και σκέφτονταν οι άνθρωποι και κανέναν φτωχό. “Προκειμένου να χαλάση, έλεγαν, ας το δώσω στον φτωχό”. Ένας που είχε πνευματική κατάσταση έλεγε: “Να φάη πρώτα ο φτωχός και ύστερα εγώ”. Τώρα το βάζουν στο ψυγείο και δεν θυμούνται τον άλλον που έχει ανάγκη. Θυμάμαι, όταν είχαμε καλή σοδειά από λαχανικά κ.λπ., δίναμε και στους γείτονες μας, τα μοιράζαμε. Τι να τα κάναμε τόσα; Έπειτα θα χαλούσαν κιόλας. Τώρα έχουν τα ψυγεία. “Γιατί να δώσουμε στους άλλους; σου λέει. Τα βάζουμε στο ψυγείο και τάχουμε για μας”. Άφησε που τόννους ολόκληρους πετούν ή θάβουν στην χωματερή και εκατομμύρια άνθρωποι αλλού πεινούν.

ΟΙ ΠΟΛΛΕΣ ΕΥΚΟΛΙΕΣ ΑΧΡΗΣΤΕΥΟΥΝ ΤΟΝ ΑΝΘΡΩΠΟ

Οι πολλές ευκολίες, όταν ξεπερνούν τα όρια, τον αχρηστεύουν τον άνθρωπο και τεμπελιάζει. Ενώ μπορεί να γυρίση κάτι με το χέρι, σου λέει: “Όχι, καλύτερα να πατήσω ένα κουμπί και να γυρίση μόνο του”! Όταν συνηθίζη κανείς με το εύκολο, θέλει όλο εύκολα μετά. Σήμερα οι άνθρωποι θέλουν να δουλεύουν λίγο και να πληρώνονται πολύ. Αν γίνεται να μη δουλεύουν και καθόλου, ακόμη καλύτερα! Αυτό το πνεύμα έχει προχωρήσει και στην πνευματική ζωή, θέλουμε να αγιάσουμε δίχως κόπο.

ΓΕΡΟΝΤΟΣ ΠΑΪΣΙΟΥ ΑΓΙΟΡΕΙΤΟΥ
ΛΟΓΟΙ Α'- ΜΕ ΠΟΝΟ ΚΑΙ ΑΓΑΠΗ ΓΙΑ ΤΟΝ ΣΥΓΧΡΟΝΟ ΑΝΘΡΩΠΟ

Ο ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΤΗΣ ΣΟΥΦΛΙΟΥ ΒΑΖΕΙ ΚΑΝΟΝΕΣ ΣΤΑ ΙΕΡΑ ΜΥΣΤΗΡΙΑ: ΝΤΕΚΟΛΤΕ, ΣΤΟΛΙΣΜΟΣ, ΡΥΖΙ ΚΑΙ ΠΑΤΗΜΑ ΠΟΔΙΟΥ ΤΕΛΟΣ

Τι προβλέπει η εγκύκλιος ενδυματολογικού κώδικα και κώδικα συμπεριφοράς για την τέλεση των μυστηρίων γάμου και βάπτισης που εξέδωσε ο μητροπολίτης Διδυμοτείχου-Ορεστιάδας-Σουφλίου

Εγκύκλιο για τον προσδιορισμό των όρων και των προϋποθέσεων τέλεσης των μυστηρίων του γάμου και της βάφτισης εξέδωσε ο μητροπολίτης Διδυμοτείχου, Ορεστιάδας και Σουφλίου κ. Δαμασκηνός, αναφέροντας χαρακτηριστικά ότι «ήλθε η ώρα της απαγορεύσεως».
Συγκεκριμένα για την τέλεση των προαναφερθέντων μυστηρίων, τα οποία εφ’ εξής δεν θα πραγματοποιούνται ταυτόχρονα (γάμος και στη συνέχεια βάφτιση), οι συμμετέχοντες σε αυτά θα πρέπει να προσέρχονται στην εκκλησία ευπρεπώς ενδεδυμένοι, να μην προχωρούν στη ρίψη ρυζιού, κουφέτων ή λουλουδιών κατά το μυστήριο του γάμου, απαγορεύεται ο στολισμός τόσο στο εσωτερικό του ναού όσο και στον αύλειο χώρο, ενώ δεν επιτρέπεται και το «ακατανόητο και αντιχριστιανικό πάτημα του ποδιού του γαμπρού από τη νύφη».
Μιλώντας στο ΑΠΕ-ΜΠΕ ο μητροπολίτης κ. Δαμασκηνός, διευκρίνισε ότι η εγκύκλιος στοχεύει στον επαναπροσδιορισμό του ρόλου της εκκλησίας και της σχέσης της με τους πιστούς, η οποία πρέπει να είναι ουσιαστική και συνειδητή και ότι δεν πρόκειται για μία ακόμη παραίνεση αλλά για απόφαση που ήδη εφαρμόζεται.

«Θα ήταν αναχρονιστικό να ζητήσουμε από τις χριστιανές να εισέρχονται στην εκκλησία με μαντήλι όπως γινόταν παλιά ή όπως γίνεται ακόμη και σήμερα στη Ρωσία και την Ισπανία. Εμείς ζητάμε απλά ένα μέτρο. Ευπρέπεια και σεμνότητα. Η εκκλησία δεν μπορεί να μετατραπεί σε αίθουσα δεξιώσεων ή σε χώρο πάρτι», είπε ο κ. Δαμασκηνός συμπληρώνοντας ότι οι πιστοί θα πρέπει να τον ευγνωμονούν γιατί τους βγάζει από τον πειρασμό της σύγκρισης και των αλόγιστων δαπανών σε μία δύσκολη οικονομικά περίοδο για θρησκευτικά μυστήρια που είναι τα πιο ανέξοδα και λιτά.

http://news247.gr

Τετάρτη 16 Σεπτεμβρίου 2015

ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΤΗΣ ΦΛΩΡΙΝΗΣ ΑΥΓΟΥΣΤΙΝΟΣ ΚΑΝΤΙΩΤΗΣ: ΔΕΝ ΘΑ ΝΙΚΗΣΟΥΝ ΟΙ ΑΘΕΟΙ, ΔΕΝ ΘΑ ΝΙΚΗΣΟΥΝ ΟΙ ΑΠΙΣΤΟΙ, ΘΑ ΝΙΚΗΣΕΙ Ο ΧΡΙΣΤΟΣ!



Μητροπολίτης Φλώρινας π. Αυγουστίνος Καντιώτης: Δεν θα νικήσουν οι άθεοι, δεν θα νικήσουν οι άπιστοι, θα νικήσει ο Χριστός. Αν έρθη ημέρα καταραμένη που όλοι στο σπίτι σου αρνηθούν τον Χριστό, εσύ παιδί μου, να μήν τον αρνηθείς.
Και εάν έρθη ημέρα που όλοι στην πόλη σου αρνηθούν τον Χριστό και γίνουν γιαχωβάδες, προτεστάντες, παπικοί και άπιστοι, εσύ να μείνεις πιστός στο Χριστό και να λες· Πιστεύω Κύριε.
Και αν έρθη ημέρα που θα μείνεις μόνος στον κόσμο όλο, να μη φοβηθείς, εσύ ο ένας με το Χριστό θα νικήσεις.

ΜΗΤΡ. ΑΥΓΟΥΣΤΙΝΟΣ ΚΑΝΤΙΩΤΗΣ: ΗΡΘΕ Η ΩΡΑ, ΚΟΝΤΑ ΣΤΑ ΑΛΛΑ ΔΕΙΝΑ, ΝΑ ΔΟΚΙΜΑΣΟΥΜΕ ΚΑΙ ΤΗΝ ΠΕΙΝΑ!

Μητροπολίτης Φλώρινας π. Αυγουστίνος Καντιώτης: Ἦρθε ἡ ὥρα, κοντὰ στὰ ἄλλα δεινά, νὰ δοκιμάσουμε καὶ τὴν πεῖνα, νὰ φωνάξουμε τὸ «Λιμῶ ἀπόλλυμαι». Θὰ ποῦμε τὸ ψωμὶ ψωμάκι. Ἕνα θὰ μᾶς σώση˙ ἡ μετάνοια. Ἄν κʼ ἐμεῖς, ὅπως ὁ ἄσωτος, μετανοήσουμε καὶ ἐπιστρέψουμε στὸ πατρικό μας σπίτι, τὴν Ἐκκλησία, καὶ ποῦμε στὸ Θεὸ τὸ «Ἥμαρτον εἰς τὸν οὐρανὸν καὶ ἐνώπιόν σου˙ οὐκέτι εἰμὶ ἄξιος κληθῆναι υἱός σου˙ ποίησόν με ὡς ἕνα τῶν μισθίων σου» (Λουκ. 15, 18-19).