ΑΝ ΒΙΑΖΕΣΑΙ ΝΑ ΔΕΙΣ ΤΟΝ ΚΟΣΜΟ ΝΑ ΓΙΝΕΤΑΙ ΚΑΛΥΤΕΡΟΣ, ΑΡΧΙΣΕ ΑΠΟ ΤΟΝ ΕΑΥΤΟ ΣΟΥ. ΕΙΝΑΙ Ο ΣΥΝΤΟΜΟΤΕΡΟΣ ΔΡΟΜΟΣ.

Τρίτη 27 Ιουνίου 2017

ΔΕΛΤΙΟ ΤΥΠΟΥ ΤΗΣ ΠΕΘ - ΣΥΓΚΡΙΤΙΚΟΣ ΠΙΝΑΚΑΣ ΤΩΝ ΑΛΛΑΓΩΝ ΣΤΑ ΔΥΟ ΦΕΚ - ΣΧΟΛΙΑ ΣΤΟΥΣ ΦΑΚΕΛΟΥΣ ΜΑΘΗΤΗ

Αθήνα, 23 Ιουνίου 2017
Aριθμ. Πρωτ.  67

Δελτίο τύπου της Πανελλήνιας Ένωσης Θεολόγων (ΠΕΘ)

Ø     Απαράδεκτος εμπαιγμός της Εκκλησίας από τον κ. Γαβρόγλου.
Ø     Μόνον τον αριθμό ΦΕΚ άλλαξε ο κ. Γαβρόγλου στα Προγράμματα του κ. Φίλη, προφανώς για να προλάβει τυχόν αρνητικές αποφάσεις του Συμβουλίου της Επικρατείας, γι΄ αυτά τα Προγράμματα!
Ø     Τα «ΦΕΚ του Γαβρόγλου» είναι τα «ΦΕΚ του Φίλη», με άλλο όνομα!
Ø     Άλλαξε δηλαδή, ο Μανωλιός κι έβαλε τα ρούχα του αλλιώς!


ΤΟ ΒΑΣΙΚΟ ΠΡΟΒΛΗΜΑ ΕΙΝΑΙ Η ΔΟΜΗ ΤΩΝ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑΤΩΝ

Η Εκκλησία έδειξε καλή διάθεση και εμπιστεύθηκε τον κατά τα άλλα, χαμηλών τόνων κ. Γαβρόγλου ότι θα σεβαστεί όσα συμφωνήθηκαν μεταξύ του Αρχιεπισκόπου Αθηνών και Πάσης Ελλάδος κ. Ιερωνύμου και του Πρωθυπουργού κ. Αλ. Τσίπρα, για τον Ορθόδοξο Προσανατολισμό των νέων Προγραμμάτων για τα Θρησκευτικά, αλλά ο νυν Υπουργός Παιδείας ενέπαιξε την Εκκλησία και δεν έκανε τις αλλαγές που θα καθιστούσαν το μάθημα Ορθόδοξο. Αντίθετα έκανε ελάχιστες επουσιώδεις, ανεπαίσθητες και επιδερμικές, λεκτικές κυρίως, αλλαγές, άλλαξε τον αριθμό του ΦΕΚ των Προγραμμάτων Φίλη -με σκοπό προφανώς να προλάβει τυχόν αρνητικές αποφάσεις του Συμβουλίου της Επικρατείας, εναντίον αυτών των ΦΕΚ- και τα υπέγραψε ως δήθεν διορθωμένα και προσαρμοσμένα στη γραμμή της Εκκλησίας. Όπως λέει ο θυμόσοφος λαός μας, άλλαξε ο Μανωλιός κι έβαλε τα ρούχα του αλλιώς!

Στην ουσία τους όμως, η πολυθρησκειακή – συγκρητιστική δομή των Προγραμμάτων παραμένει ίδια και απαράλλακτη, με τη δομή εκείνων, που είχε υπογράψει ο κ. Φίλης, όπως παραμένει και το πρόβλημα της ανισονομίας που δημιουργούν αυτά τα Προγράμματα με τη ρατσιστική αντιμετώπιση των παιδιών των Ελλήνων χριστιανών. Η εφαρμογή τους, διαμέσου των «Φακέλων μαθητή» οδηγεί κατευθείαν το παιδί στην πνευματική σύγχυση. Και αυτό δεν είναι μια υποκειμενική φιλοσοφία, αλλά η απτή και σκληρή πραγματικότητα. Η απλή αντιπαραβολή των δύο ΦΕΚ πείθει και τον πιο δύσπιστο για την αλήθεια της παραπάνω διαπίστωσης.
Μάλιστα ο Υπουργός Παιδείας υπέγραψε και δημοσίευσε τα ΦΕΚ και των Προγραμμάτων και των Φακέλων, χωρίς να έχει προηγηθεί η επ’ αυτών,  σύμφωνη γνώμη της Ιεραρχίας της Εκκλησίας, αλλά εκ των υστέρων η Ιεραρχία, καλείται να τοποθετηθεί επί αυτών και επί των δήθεν αλλαγμένωνΠρογραμμάτων και των νέων «Φακέλων μαθητή».

Όσοι επίσης, επιχειρούν να χρυσώσουν το δηλητηριώδες χάπι, παραπέμποντας στις καλένδες, δηλαδή σε μια δήθεν μελλοντική ελπίδα επίλυσης του προβλήματος, που θα είναι η «συγγραφή των νέων Βιβλίων», προφανώς ή συμμετέχουν στην επιχείρηση εμπαιγμού του Υπουργού ή αυτοαπατώνται οικτρώς. Ίσως δεν γνωρίζουν και πρέπει να μάθουν την παιδαγωγική πορεία και σειρά των θεμάτων, ότι δηλαδή, αφετηρία κάθε αλλαγής στην Παιδεία ήταν και είναι τα Προγράμματα Σπουδών. Ακολουθούν τα βιβλία, τα οποία: α) στηρίζονται στα Προγράμματα,  β) εφαρμόζουν τα Προγράμματα και γ)  γράφονται με βάση τη φιλοσοφία, τη γραμμή και τις θέσεις που έχουν διατυπωθεί στα Προγράμματα. Δεν ισχύει επομένως αυτό που διαδίδουν ορισμένοι είτε από άγνοια είτε από σκοπιμότητα, ότι δηλαδή, δεν είναι το πρόβλημα ούτε τα Προγράμματα, ούτε τα ΦΕΚ αλλά ούτε και οι «Φάκελοι μαθητή», που είναι υποτίθεται προσωρινοί, όσο τα νέα βιβλία που θα γραφτούν.

Τα Υπουργείο Παιδείας και οι διάφοροι καλοθελητές βρίσκουν πρόσφορο έδαφος να προπαγανδίζουν το κάθε ψέμα, διότι κάποιοι ή κάνουν ότι δεν γνωρίζουν ή δεν γνωρίζουν, επειδή δεν έχουν άμεση σχέση με την εκπαιδευτική διαδικασία. Τα Προγράμματα που μετατράπηκαν σε ΦΕΚ, έγιναν «Φάκελοι» και οι «Φάκελοι» θα γίνουν – μετονομαστούν σε βιβλία, αυτή είναι η λογική σειρά των πραγμάτων. Πρέπει, λοιπόν, για να μην εμπαίζεται κανείς, να γίνει τελείως ξεκάθαρο και κατανοητό ότι τα Προγράμματα είναι ο νους της Παιδείας και η πυξίδα του κάθε σχολικού μαθήματος και σε αυτά θα έπρεπε να δοθεί προτεραιότητα, κατά τη διεξαγωγή του διαλόγου.

Η ΕΞ ΑΡΧΙΕΡΕΩΝ ΕΠΙΤΡΟΠΗ ΚΑΙ Ο ΔΙΑΛΟΓΟΣ ΜΕ ΤΟ ΙΕΠ
ΚΑΙ ΤΟ ΥΠΟΥΡΓΕΙΟ

Σε όλα τα παραπάνω έπρεπε να επικεντρωθούν οι Σεβαστοί Αρχιερείς, που έκαναν τον διάλογο με το ΙΕΠ και το Υπουργείο και αυτά έπρεπε να αλλάξουν. Δεν άλλαξαν τα Προγράμματα, επομένως, δεν άλλαξε ούτε στο ελάχιστο, σε ό, τι αφορά στο μάθημα (φιλοσοφία, δομή, σκοπός, περιεχόμενο, μέθοδοι, μαθησιακά αποτελέσματα). Αυτό σημαίνει ότι όλη η ιστορία με τον κ. Φίλη (ο οποίος πολύ σωστά πανηγυρίζει ότι δεν άλλαξε τίποτα), ήταν απλώς ένα φιάσκο. Τα Προγράμματα έμειναν τα ίδια και με βάση αυτά θα γραφτούν και τα βιβλία, και ορισμένοι ή θα πανηγυρίζουν, γιατί πέρασε το σχέδιό του εμπαιγμού τους ή δεν θα έχουν καταλάβει ίσως ακόμη, τη διαφορά ανάμεσα στα Προγράμματα και στα βιβλία, ούτε ποιος είναι ο βασικός και κεντρικός ρόλος των Προγραμμάτων, ως η ραχοκοκαλιά της Παιδείας.

Οι εκπρόσωποι της Εκκλησίας υποτίθεται ότι πήγαν στο διάλογο, για να ζητήσουν να έχουν τα Προγράμματα ορθόδοξο προσανατολισμό, αλλά όμως, από ό, τι διαφαίνεται, δεν απαίτησαν να φύγουν άμεσα, μέσα από τα Προγράμματα οι χιλιάδες θέσεις που σχεδιάζουν την απόρριψη από τα Θρησκευτικά του ορθόδοξου προσανατολισμού, όπως για παράδειγμα:  «Το ΜτΘ υπερβαίνει παρωχημένες πρακτικές ομολογιακής μονοφωνίας» και ότι  «χρειάζεται να περιλαμβάνει θεωρήσεις διαχριστιανικής και διαθρησκειακής μάθησης» ή ότι οι ορθόδοξοι μαθητές καθοδηγούνται να«ανακαλύπτουν στη χριστιανική παράδοση, στην Αγία Γραφή, και στα ιερά κείμενα των θρησκειών απαντήσεις για το νόημα της ζωής και των σχέσεων του ανθρώπου (με τον Θεό τον συνάνθρωπο και τη φύση)».

Η  Επιτροπή υποτίθεται ότι πήγε να ζητήσει να έχει το μάθημα των Θρησκευτικών ορθόδοξο προσανατολισμό, από ό, τι φαίνεται όμως, δέχθηκε αναντίρρητα, ότι η πίστη των Ορθοδόξων μαθητών είναι ισάξια και ισότιμη με τις ανθρωποκατασκευασμένες θρησκείες και ως εκ τούτου οι μαθητές αναγνωρίζουν «την πνευματική και υπαρξιακή αλήθεια που κομίζουν οι θρησκείες με το αντίκρισμά τους στο κοινωνικό γίγνεσθαι».

Σε αυτήν την ισοτιμία της Ορθόδοξης εξ Αποκαλύψεως πίστεως με την πίστη των θρησκειών κατηχούνται οι μαθητές σε ολόκληρο το Πρόγραμμα και για όλα τα θέματα, γεγονός που αποτελεί, για την Εκκλησίας μας, τεράστια κακοδοξία, που, όμως, η εξ Αρχιερέων Επιτροπή δεν είδαμε να διαφωνήσει,με αποτέλεσμα να μείνουν στα Προγράμματα στόχοι του μαθήματος όπως: ότι οι «θρησκευτικές και μη θρησκευτικές κοσμοθεωρήσειςνοηματοδοτούν τον ανθρώπινο βίο» ότι το νέο μάθημα «θα προσανατολίσει το ενδιαφέρον των μαθητών στην ποικιλία των θρησκευτικών προσεγγίσεων και ηθικών αντιλήψεων που ανιχνεύονται στις θρησκευτικές εμπειρίες και στις  θρησκείες του κόσμου, εφόσον θεωρούνται πηγές πίστης, πολιτισμού και ηθικού τρόπου ζωής», ότι ο μαθητής θα πρέπει να «εξοικειώνεται με τον πλουραλιστικό χαρακτήρα της κοινωνίας στην οποία ζει, και να συνειδητοποιεί την πολλαπλότητα της προσωπικής του/της ταυτότητας». Ότι τις ίδιες οικουμενικές αξίες ευαγγελίζεται ο Χριστιανισμός και οι Θρησκείες και γι΄ αυτό καθοδηγείται ο μαθητής στην «ανάδειξη των οικουμενικών αξιών τόσο του Χριστιανισμού όσο και των άλλων θρησκειών του κόσμου». Ότι οι μαθητές θα επεξεργάζονται «βασικές όψεις και θέματα του χριστιανισμού και των δύο άλλων αβρααμικών θρησκειών (προσευχή, ιεροί τόποι και προσκυνήματα, λατρεία, ηθικές αξίες) και να διακρίνουν τη σημασία τους για τη ζωή των ανθρώπων και του κόσμου». Ότι οι μαθητές κατηχούνται επίσης με το νέο Πρόγραμμα για «να αναγνωρίζουν τα θεμελιώδη υπαρξιακά, ηθικά, κοινωνικά και πολιτικά ερωτήματα και διλήμματα που εκπορεύονται από τη θρησκευτική δέσμευση και ανιχνεύουν απαντήσεις στην Αγία Γραφή και στα ιερά κείμενα των θρησκειών και στα γεγονότα της ιστορίας». Ότι θα πρέπει να κατηχούνται στην πολιτική ιδεοληψία που περιέχεται στο νέο σχολείο, σύμφωνα με την οποία «στη σύγχρονη θεώρηση της ταυτότητας του προσώπου, φυσικά, η θρησκευτική ταυτότητα σχετίζεται και με την ηθική, αξιακή και την πολιτι(εια)κή αγωγή, στις οποίες και η θρησκευτική εκπαίδευση στοχεύει».

Χιλιάδες τέτοια στοιχεία υπάρχουν στα νέα Προγράμματα και στους άμεσα συνδεδεμένους με αυτά Οδηγούς Εκπαιδευτικού, για τους οποίους δεν γίνεται καμιά αναφορά από την Επιτροπή (αφήνοντάς τους στο απυρόβλητο), ενώ έχουν και αυτοί υπογραφεί από τον κ. Φίλη σε ΦΕΚ και είναι πλήρεις από κακοδοξίες, όπως έχουν επισημάνει, με άπειρα έγγραφα και άρθρα, πλείστοι ειδικοί επιστήμονες τους οποίους όμως η Επιτροπή ούτε καν έλαβε υπόψη.

Διερωτώμεθα, επομένως, πώς είναι δυνατό να αποστέλλονται Ιεράρχες στο Υπουργείο, με συγκεκριμένες οδηγίες και να επιστρέφουν με άδεια τα χέρια;
Ζήτησαν και δεν πήραν από το Υπουργείο ή δεν ζήτησαν τίποτα και συμφώνησαν σε όλα, όταν η αποστολή τους ήταν να αποδομήσουν όλα τα μη ορθόδοξα στοιχεία των νέων Προγραμμάτων;

Αν πάλι έγιναν ή γίνονται διαβουλεύσεις για άλλα θέματα και αντίστοιχες υποχωρήσεις ή ανταλλαγές, έχουμε καθήκον, που απορρέει εκ της θέσεως ευθύνης στην οποία ευρισκόμαστε, να υπενθυμίσουμε στην Ιεραρχία ότι συμβιβασμοί σε θέματα πίστεως και διδασκαλίας δεν μπορούν να γίνουν από την Εκκλησία και μάλιστα συνοδικώς. Όποτε δε έγιναν καταδικάστηκαν αργότερα από την ίδια την Εκκλησία. Το θέμα της ορθόδοξης διδασκαλίας των ορθοδόξων μαθητών, που αριθμούν πλέον του ενός εκατομμυρίου στη χώρα μας, είναι θέμα δόγματος και αληθείας και δεν μπορεί να μπαίνει στην ίδια μοίρα ή να συνδέεται με άλλα θέματα.

ΕΙΔΙΚΑ ΓΙΑ ΤΟΥΣ «ΦΑΚΕΛΟΥΣ ΜΑΘΗΤΗ»

Οι «Φάκελοι μαθητή» για το Μάθημα των Θρησκευτικών, που δόθηκαν επισήμως στη δημοσιότητα και στον εκπαιδευτικό κόσμο, εντείνουν τον προβληματισμό και την ανησυχία, την οποία ήδη διατυπώσαμε ως ΠΕΘ, στην κριτική μας για τα νέα Προγράμματα. Ιδιαίτερα μας ανησυχεί η πρωτάκουστη φιλοσοφία, πάνω στην οποία δομήθηκε το πολυθρησκειακό ή πολυθεϊστικό τους οικοδόμημα, δηλαδή «ένα ενιαίο πολυθρησκειακό μιξ-μάθημα για όλους τους μαθητές», ανεξαρτήτως πίστεως και, προπάντων, αντίθετο  με την ελληνορθόδοξη διδασκαλία και παράδοση των ορθοδόξων μαθητών, όταν γνωρίζουν άριστα όλοι οι παροικούντες στην Ιερουσαλήμ, ότι η παράδοση αυτή είναι εκείνη, στη βάση της οποίας δομήθηκε και διατηρήθηκε η ελληνική ταυτότητα και συνείδηση σε χρόνους χαλεπούς αλλά και η έως τώρα πολιτισμική ιδιαιτερότητα και διαφορά της ελληνικής κοινωνίας!

Η Ιερά Σύνοδος της Ιεραρχίας της Εκκλησίας της Ελλάδος είναι ανάγκη να βρει πιο αξιόπιστους, έγκυρους και αντικειμενικούς τρόπους και επιλογές συμβούλων και συνεργατών, για να πάρει το θέμα της διδασκαλίας των ορθοδόξων μαθητών στη χώρα υπό τη δική της συλλογική ευθύνη, εποπτεία και προστασία. Αυτό που προωθείται μέσω του νέου Προγράμματος του μαθήματος των Θρησκευτικών είναι πως ό,τι και να πιστεύεις είναι το  ίδιο και εκθέτει και θα εκθέτει διαχρονικά το ανώτερο όργανο της Εκκλησίας. Είναι σαφέστατο πλέον ότι μεθοδεύεται και  επιδιώκεται να επικρατήσει μια τάση χριστιανομαχίας και ορθοδοξομαχίας στην οποία η Σύνοδος οφείλει να αντιδράσει με συγκεκριμένα μέτρα.
Οι οικοδόμοι της τάσεως αυτής είναι σαφές ότι άρχισαν από την Παιδεία με την μεθόδευση και τον σχεδιασμό της διδασκαλίας του συγκεκριμένου «πολυθρησκειακού μαθήματος», μιας διδασκαλίας ασαφούς προσανατολισμού, που οδηγεί με βεβαιότητα τους μαθητές του ελληνικού σχολείου σε θρησκευτική ασάφεια, αδιαφορία και αποχαύνωση, σε θρησκευτική σύγχυση, συγκρητισμό και μηδενισμό, πάντως μακράν της ζώσας εκκλησιαστικής τους παράδοσης. Αυτό είναι τελείως ξένο με την ελληνική κοινωνία, την ορθόδοξη πίστη και το ελληνικό Σύνταγμα.

ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑΤΙΚΑ

Η ΠΕΘ με κάθε τρόπο και σε κάθε ευκαιρία, εδώ και έξι συναπτά έτη, σταθερά και αταλάντευτα τονίζει και υποστηρίζει ότι τα Προγράμματα αυτά, όσο και τα παράγωγά τους, οι «Φάκελοι μαθητή», δεν πρέπει και δεν μπορεί να τα προσυπογράψει καμιά Χριστιανική, πολύ δε μάλλον, καμιά Ορθόδοξη Χριστιανική Εκκλησία, διότι σε μια τέτοια περίπτωση αυτοαναιρείται και αυτοακυρώνεται, ως θεματοφύλακας και ορθοτομούσα που είναι της εν Χριστώ αλήθειας και ως η μοναδική κιβωτός της σωτηρίας των ανθρώπων. Ο λόγος είναι απλός: Τα Προγράμματα αυτά, όσο και αν τα εξωραΐζουν οι συντάκτες τους, προκειμένου να πετύχουν το επιθυμητό γι΄ αυτούς αποτέλεσμα που είναι η αποδοχή τους από την Ιερά Σύνοδο της Ιεραρχίας, ουσιαστικά, φανερά και απροκάλυπτα προπαγανδίζουν μέσω της θεματικής παρουσίασης της ύλης, την ύπαρξη πολλών θεών, πολλών αληθειών, πολλών σωτηριών, εξισώνοντας το μοναδικό θεανθρώπινο Πρόσωπο του Ιησού Χριστού με τα πρόσωπα των αρχηγών των ανθρωποκατασκευασμένων θρησκειών του κόσμου.

Σημειωτέον ότι τα Προγράμματα αυτά δεν εφαρμόζονται σχεδόν πουθενά στην Ευρώπη και εκεί που πήγαν να εφαρμοστούν (Μεγάλη Βρετανία), αποσύρθηκαν ως ακατάλληλα και επικίνδυνα. Δεν είναι λοιπόν λογικό να επιθυμούμε την εφαρμογή τους στην Ελλάδα. Όπως δεν είναι λογικό επίσης, την επίλυση των λαθών των Προγραμμάτων να την μετακυλύουμε στον Θεολόγο καθηγητή δίνοντας έτσι συγχωροχάρτι στα ακατάλληλα και επικίνδυνα Προγράμματα.

Οφείλουν ακόμη, όλοι να γνωρίζουν ότι κανείς Φίλης, κανείς Γαβρόγλου, κανείς  άλλος παράγοντας του ΙΕΠ ούτε και κανείς άλλος, λαϊκός ή κληρικός,  από σήμερα και μέχρι της συντέλειας των αιώνων, δεν πρόκειται να μειώσει ούτε με μια κεραία, την αλήθεια και τη διδασκαλία της Εκκλησίας του Ιησού Χριστού οτιδήποτε και αν κάνει, οτιδήποτε και αν πει, ακόμη κι αν εξοντώσει εκατομμύρια χριστιανών.

ΟΙ ΠΡΟΤΑΣΕΙΣ ΜΑΣ

Να επανεύρει το Μάθημα των Θρησκευτικών τους σκοπούς του, που, σύμφωνα με το προηγούμενο Αναλυτικό Πρόγραμμα (2003) ήταν να συμβάλει: 
Ø      Στην απόκτηση γνώσεων γύρω από τη χριστιανική πίστη και την Ορθόδοξη χριστιανική παράδοση .
Ø      Στην ανάπτυξη θρησκευτικής συνείδησης.
Ø      Στην προβολή της ορθόδοξης πνευματικότητας ως ατομικού και συλλογικού βιώματος.
Ø      Στην κατανόηση της χριστιανικής πίστης ως μέσου νοηματοδότησης του κόσμου και της ζωής.
Ø      Στην παροχή ευκαιριών στους μαθητές για θρησκευτικό προβληματισμό και στοχασμό.
Ø      Στην κριτική επεξεργασία των θρησκευτικών παραδοχών, αξιών, στάσεων.
Ø      Στη διερεύνηση του ρόλου που έπαιξε και παίζει ο Χριστιανισμός στον πολιτισμό και την ιστορία της Ελλάδας και της Ευρώπης.
Ø      Στην κατανόηση της θρησκείας ως παράγοντα που συντελεί στην ανάπτυξη του πολιτισμού και της πνευματικής ζωής.
Ø      Στην επίγνωση της ύπαρξης διαφορετικών εκφράσεων της θρησκευτικότητας.
Ø      Στην αντιμετώπιση των κοινωνικών προβλημάτων και των μεγάλων σύγχρονων διλημμάτων.
Ø      Στην ανάπτυξη ανεξάρτητης σκέψης και ελεύθερης έκφρασης.
Ø      Στην αξιολόγηση του Χριστιανισμού ως παράγοντα βελτίωσης της ζωής των ανθρώπων.

Ως προς τη σχέση του μαθήματος με τις θρησκείες
Ø      Να υπάρχουν επίσης κάποιες πληροφορίες για τις άλλες χριστιανικές Ομολογίες, καθώς και για τον Ιουδαϊσμό και το Ισλάμ, με την προοπτική να ασχοληθούν μ’ αυτά οι μαθητές εκτενέστερα στο Λύκειο.

Με βάση τα παραπάνω προτείνεται η έξοδος από την κρίση :
1.       Να αποσυρθεί το παρόν Πρόγραμμα και να συνταχθεί ένα νέο  με τη συμμετοχή όλων ανεξαιρέτως των εμπλεκομένων φορέων αλλά και των ειδικών, χωρίς ιδεοληπτικούς αποκλεισμούς, με συντονιστικό το ρόλο της Εκκλησίας.
2.       Να εκτυπωθούν και διανεμηθούν τα ήδη υπάρχοντα βιβλία του 2006 ως έχουν, μέχρι να ανανεωθούν και εμπλουτιστούν ή να γραφούν, με τη συναίνεση όλων των ενδιαφερόμενων πλευρών, νέα Προγράμματα και στη συνέχεια νέα βιβλία.

Το ΔΣ της ΠΕΘ



ΜΗΤΡΟΠΟΛΗ ΝΑΥΠΑΚΤΟΥ: ΚΡΙΤΙΚΗ ΣΤΟ ΝΕΟ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ ΣΠΟΥΔΩΝ ΓΙΑ ΤΑ ΘΡΗΣΚΕΥΤΙΚΑ

Ναύπακτος,  26 Ἰουνίου 2017
Συνεργάτης τῆς Ἱερᾶς Μητροπόλεως Ναυπάκτου καί Ἁγίου Βλασίου, πού ὑπηρετεῖ ὡς καθηγητής θεολόγος στήν Μέση Ἐκπαίδευση, ἐκπόνησε µιά κριτική στό Νέο Πρόγραµµα Σπουδῶν γιά τό Μάθηµα τῶν Θρησκευτικῶν, τήν ὁποία παραθέτουµε κατωτέρω, πρός ἐνηµέρωσή σας.



ΕΝΑΣ ΠΡΩΤΟΣ ΠΙΚΡΟΣ ΚΑΡΠΟΣ ΤΗΣ ΨΕΥΔΟΣΥΝΟΔΟΥ ΤΗΣ ΚΡΗΤΗΣ: Η ΑΛΛΑΓΗ ΤΟΥ ΧΑΡΑΚΤΗΡΑ ΤΟΥ ΜΑΘΗΜΑΤΟΣ ΤΩΝ ΘΡΗΣΚΕΥΤΙΚΩΝ

Ἐν Πειραιεῖ 20-6-2017
Ἕνας πρῶτος πικρός καρπός τῆς ψευδοσυνόδου τῆς Κρήτης:
Ἡ ἀλλαγή τοῦ χαρακτῆρα τοῦ Μαθήματος τῶν Θρησκευτικῶν
Πρωτοπρεσβ. π. Ἄγγελος Ἀγγελακόπουλος
ἐφημ. Ἱ. Ν.Ἁγίας Παρασκευῆς Νέας Καλλιπόλεως Πειραιῶς

Ἡ ἀπόφαση τοῦ Ὑπουργείου Παιδείας ὅτι ἀπό τό σχολικό ἔτος 2017-18 καί ἑξῆς δέν θά παρέχεται στούς μαθητές βιβλίο τοῦ Μαθήματος τῶν Θρησκευτικῶν, ἀλλά μόνο ἕνας πανθρησκειακός «Φάκελος» τοῦ μαθητῆ δημιουργεῖ δικαιολογημένα ἀντιδράσεις.

Ὁ μακαριστός προηγούμενος τῆς Ἱερᾶς Μονῆς Ὁσίου Γρηγορίου Ἁγίου Ὄρους ἀρχιμανδρίτης π. Γεώργιος Γρηγοριάτης – Καψάνης[1] ἀναφέρει σχετικά σέ κείμενό του:
«Τό νέο μάθημα τῶν Θρησκευτικῶν δέν ἔχει πιά Ὀρθόδοξο Χριστιανικό χαρακτήρα, δέν βοηθᾶ τούς μαθητές νά γνωρίσουν τήν Χριστιανική τους πίστη, δέν οἰκοδομεῖ τήν θρησκευτική, τήν ἐθνική καί τήν πολιτισμική ταυτότητα τῶν Ἑλληνοπαίδων.
Θεολόγοι καί ἄλλοι ἐπιστήμονες, πού ἐκπροσωποῦν θεολογικούς καί ἐκπαιδευτικούς φορεῖς, ὅπως ἡ Πανελλήνια Ἕνωση Θεολόγων (Π.Ε.Θ.), ἀγωνιοῦν καί διαμαρτύρονται ἐπί δεκαετίες τόσο γιά τήν ἐνδεχόμενη κατάργηση τοῦ μαθήματος τῶν Θρησκευτικῶν στήν δημόσια ἐκπαίδευση ὅσο καί γιά τήν μετατροπή του σέ θρησκειολογικό.
Εἶναι προφανές ὅτι οἱ ἀρχιτέκτονες τοῦ νέου Προγράμματος Σπουδῶν ἔχουν κατά νοῦ νά ἀποδοκιμάσουν ὅ,τι δέν πρόλαβαν νά γκρεμίσουν οἱ Βαυαροί τῆς Ἀντιβασιλείας τοῦ Ὄθωνος.
Μέ τό νέο Πρόγραμμα Σπουδῶν, εἰς πεῖσμα τῆς ἀνάγκης γιά μία Ὀρθόδοξη διδαχή μέ τά «ἀγαθά τῆς ρωμαίικης παραδόσεώς μας», ἐπιβάλλεται ἕναςσύγχρονος βαρλααμιτισμός, πού εἰσχωρεῖ βάναυσα στά σπλάγχνα τοῦ Γένους. Ἡ οὐμανιστική παιδεία, μέ μορφή διαφορετική ἀπό ἐκείνη τοῦ παλαιοῦ βαρλααμιτισμοῦ, μέ τά χαρακτηριστικά τοῦ πανθρησκευτικοῦ συγκρητισμοῦ, εἰσβάλλει στά σχολεῖα, γιά νά ἀκυρώσει τήν Παιδεία τοῦ Γένους. Ἐπιχειρεῖται νά ἀποκοποῦν τά παιδιά ἀπό τίς ζωογόνες ρίζες τῆς πατροπαραδότου Ὀρθοδόξου Πίστεως, πού καθιστᾶ τούς ἀνθρώπους Σῶμα Χριστοῦ, Ἐκκλησία Χριστοῦ, «κοινωνούς θείας φύσεως»[2], καί νά ἀφομοιωθοῦν στήν χοάνη μιᾶς οὐμανιστικῆς θρησκευτικότητος, πού δέν ἐλευθερώνει τόν ἄνθρωπο ἀπό τήν ἁμαρτία καί τόν θάνατο, δέν τόν ὁδηγεῖ στόν ἁγιασμό καί τήν θέωση, ἀλλά, τοὐναντίον, τόν προετοιμάζει, γιά νά ἀποδεχθεῖ τήν δαιμονική Πανθρησκεία.
Αὐτός ὁ ἰδιότυπος νεοβαρλααμιτισμός ἐπιβάλλεται ἀπό μιά μερίδα θεολόγων, ὅπως ὁ ἐκσυγχρονιστικός καί οἰκουμενιστικός σύνδεσμος θεολόγων «Ὁ Καιρός», οἱ ὁποῖοι δείχνουν πώς ἐχθρεύονται τήν ἡσυχαστική θεολογία τοῦ ἁγίου Γρηγορίου τοῦ Παλαμᾶ, τήν μαρτυρική Ὀρθοδοξία τῶν Νεομαρτύρων, τήν ἀσκητική παιδεία τῶν Κολλυβάδων, τήν ἁπλοϊκή πίστη τῶν ἀγωνιστῶν τῆς Παλιγγενεσίας τοῦ 1821. Οἱ θεολόγοι αὐτοί δέν κατανοοῦν ὅτι ἀντιστρατεύονται τόν λόγο τῶν Προφητῶν, τῶν Ἀποστόλων καί τῶν Πατέρων, ὁ ὁποῖος δέν ἀναγνωρίζει ἄλλες ὁδούς σωτηρίας πλήν τοῦ Κυρίου μας Ἰησοῦ Χριστοῦ[3]. Δέν κατανοοῦν ἑπομένως ὅτι, στερώντας ἀπό τά Ὀρθόδοξα Ἑλληνόπουλα τήν ἀναγκαία γι' αὐτά Ὀρθόδοξη ἐκκλησιαστική παιδεία καί ἐπιβάλλοντας τήν δημόσια πολυθρησκειακή θρησκευτική ἐκπαίδευση, φανερώνουν τήν κρίση θεολογίας καί πιό πολύ τήν κρίση πίστεως, στήν ὁποία βρίσκονται, γιά νά θυμηθοῦμε τόν σχετικό λόγο τοῦ π. Γεωργίου Φλωρόφσκυ. Διερωτᾶται κανείς, ἐάν μπορεῖ οἱ θεολόγοι αὐτοί νά θεωροῦνται μέλη τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας, ὅταν ἐν τοῖς πράγμασι ὑπονομεύουν τό διδακτικό της ἔργο στίς εὐαίσθητες ἀκόμη ψυχές τῶν μαθητῶν. Ἡ ἀλήθεια εἶναι ὅτι δέν μποροῦν νά εἶναι ἐντός τοῦ περιβόλου τῆς Ἐκκλησίας, δέν μποροῦν νά εἶναι μέλη τοῦ Σώματος τοῦ Χριστοῦ, ἐφ' ὅσον τό ὑποσκάπτουν.
Οἱ ἐμπνευστές τοῦ νέου Προγράμματος Σπουδῶν φαίνεται νά πιστεύουν ὅτι ὁ λαός μας δέν χρειάζεται τόν Χριστό στήν Παιδεία, ἀλλά ὅτι ἔφθασε ἡ ὥρα νά ζητήσει ἀπό τόν Χριστό νά «ἀπέλθη τῶν ὁρίων αὐτῶν». Ὅμως, πρίν ἀπό ἐμᾶς, ἄλλοι λαοί, τῶν ὁποίων τίς ἀρχές διδασκαλίας τοῦ θρησκευτικοῦ μαθήματος πασχίζουμε νά ἀντιγράφουμε, εἶχαν διώξει τόν Χριστό ἀπό τήν παιδεία τους καί ἔζησαν τίς συνέπειες τῆς ἀπομακρύνσεώς Του. «Τό σχολεῖον τῆς Εὐρώπης ἔχει ἀποχωρισθῆ ἀπό τήν πίστιν εἰς τόν Θεόν. Εἰς αὐτό ἔγκειται ἡ μεταστροφή της εἰς δηλητηριάστριαν, εἰς αὐτό καί ὁ θάνατος τῆς εὐρωπαϊκῆς ἀνθρωπότητος», εἶπε μέ κάθε εἰλικρίνεια ὁ βαθύς γνώστης τῆς εὐρωπαϊκῆς κουλτούρας, ἅγιος Νικόλαος Βελιμίροβιτς, ὁ ὁποῖος ἔζησε στό ἴδιο του τό σῶμα τήν βαρβαρότητα τῆς ἀποχριστιανοποιημένης Εὐρώπης, ὅταν ἦταν αἰχμάλωτος τῶν Ναζί στά στρατόπεδα τοῦ Νταχάου.
Ὁ σύγχρονος νεοελληνικός οὐμανισμός ἐπιβάλλει στούς Νεοέλληνες νά διώξουν ἀπό τήν δημόσια θρησκευτική ἐκπαίδευση τόν Χριστό τῆς Ὀρθοδόξου Παραδόσεως καί νά δεχθοῦν τήν νεοεποχίτικη πολυθρησκευτική θρησκευτική παιδεία, τήν παιδεία τῆς Πανθρησκείας. Ἐλπίζουμε ὅτι ὁ λαός μας δέν θά ὑποκύψει στίς ἐπιλογές μιᾶς μειοψηφίας θεολόγων καί διαμορφωτῶν τῆς δημόσιας παιδείας, ἀλλά θαρραλέα θά ζητήσει ἀπό τούς ἁρμοδίους παράγοντες τῆς Πολιτείας νά ἐπανεξετάσουν τό θέμα, νά τό θέσουν σέ ἕνα οὐσιαστικό δημοψήφισμα, ἀφοῦ ἀκουσθοῦν καί οἱ Ὀρθόδοξες καί οἱ πανθρησκευτικές προτάσεις, γιά νά ἐπιλέξει μόνος του, ἄν ἀκόμη θέλει τόν Χριστό στήν Παιδεία ἤ ἄν ἐπιθυμεῖ τήν ἀποχριστιανοποίησή της.
Γιά μιά ἀκόμη φορά τό ἴδιο δίλημμα ὀρθώνεται μπροστά μας. Οὐμανιστική ἤ θεανθρωποκεντρική παιδεία; Συσχηματισμός μέ τόν κόσμο ἐν ὀνόματι μιᾶς δῆθεν προσαρμογῆς στά νέα κοινωνικά δεδομένα ἤ προσήλωση στήν πάντοτε καινή καί οὐδέποτε ἐκκοσμικευμένη παιδαγωγική τοῦ μόνου ἀληθινοῦ Παιδαγωγοῦ, ὁ ὁποῖος μᾶς κάνει δικό Του Σῶμα, Ἐκκλησία Του, αὐθεντική εἰκόνα Του;
Ὁ ἅγιος Κοσμᾶς ὁ Αἰτωλός ἴδρυε σχολεῖα, γιά νά ὁδηγεῖται δι' αὐτῶν ὁ λαός σέ θεογνωσία, ὄχι σέ στείρα ἐγκυκλοπαιδική γνῶση. Ἡ γνωσιολογία, ἡ ὁποία χαρακτηρίζει τό φρόνημα καί διέπει τά κηρύγματα τοῦ ἐνθαποστόλου ἁγίου Κοσμᾶ, δέν εἶναι ἡ γνωσιολογία τῶν ἐγκυκλοπαιδιστῶν, τῶν εὐρωπαίων καί Ἑλλήνων διαφωτιστῶν τοῦ 18ου αἰῶνος, τῶν Βαυαρῶν ἀρχιτεκτόνων τῆς νεωτέρας παιδείας τοῦ ἑλληνικοῦ κράτους. Ἡ γνωσιολογία του εἶναι εὐθυγραμμισμένη μέ ἐκείνη τῶν Προφητῶν, τῶν Ἀποστόλων καί τῶν Πατέρων μέχρι τοῦ ἁγίου Γρηγορίου τοῦ Παλαμᾶ.
Πιστεύουμε ὅτι οἱ ἐκτιμήσεις μας γιά τήν βούληση τοῦ Ὀρθοδόξου ἑλληνικοῦ λαοῦ στό θέμα τῆς θρησκευτικῆς παιδείας εἶναι ὀρθές καί ὁ λαός μας, ἄν ἐρωτηθεῖ, θά προτίμησει νά μείνει πιστός στήν παρακαταθήκη τῶν πατέρων του καί δέν θά ἀποδεχθεῖ ἕνα πανθρησκευτικό μάθημα γιά τά παιδιά του. Θά προτιμήσει νά καταργηθεῖ τό μάθημα τῶν Θρησκευτικῶν, παρά νά ἐκπέσει σέ μία ἀντίχριστη θρησκευτική ἀγωγή! Θά ἦταν προτιμότερο γι' αὐτόν νά καταργηθεῖ τό μάθημα καί νά προσφέρει μία Ὀρθόδοξη παιδεία στά παιδιά του ἔξω ἀπό τό δημόσιο σχολεῖο, παρά νά ἀποδεχθεῖ μία δημόσια μύηση στήν ἐπερχόμενη Πανθρησκεία.
Ἐάν παρά ταῦτα ὁ λαός μας ἐνσυνείδητα προτιμήσει νά ἀπομακρύνει τόν Χριστό ἀπό τήν δημόσια παιδεία, θά εἶναι μοιραία ἐκεῖνος ὑπεύθυνος τῆς ἐπιλογῆς του. Ὁ Χριστός, ὅπως μαρτυρεῖται στό Ἱερό Εὐαγγέλιο, δέν ἐκβιάζει κανένα. Εἶναι Θεός της ἐλευθερίας. «Κρούει τήν θύραν» καί περιμένει νά τόν δεχθοῦμε. Ἀλλά καί ἀπομακρύνεται, ὅταν ἐμεῖς δέν τόν δεχόμαστε. Μόνον ἄς γνωρίζουμε ὅτι τό τίμημα τῆς ἀπουσίας τοῦ Χριστοῦ ἀπό τήν ζωή μας θά εἶναι βαρύ, θά εἶναι ὁ ὄλεθρος. Ὅπως λέγει ὁ προφητικός λόγος : «ὅτι ἰδού οἱ μακρύνοντες ἑαυτούς ἀπό σοῦ ἀπολοῦνται»[4]. Καί ὅπως γράφει ὁ ἅγιος Νικόλαος Ἀχρίδος : «Ὁ Χριστός ἀπεμακρύνθη ἀπό τήν Εὐρώπην, ὅπως κάποτε ἀπό τήν χώραν τῶν Γαδαρηνῶν, ὅταν οἱ Γαδαρηνοί τό ἐζήτησαν. Μόλις ὅμως Αὐτόςἔφυγεν, ἦλθε πόλεμος, ὀργή, τρόμος καί φρίκη, κατάρρευσις, καταστροφή»[5].
Ἡ παναίρεση τοῦ Οἰκουμενισμοῦ τῆς Πανθρησκείας, τήν ὁποία νομιμοποίησε ἡ ψευδοσύνοδος τῆς Κρήτης, εἰσάγεται τώρα καί στά σχολεῖα. Ἡ ἀμέλεια καί ἀδιαφορία τῆς Ἱεραρχίας τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος νά καταδικάσει τόν Οἰκουμενισμό καί νά ἀποφασίσει τήν ἀποχώρησή της ἀπό τό λεγόμενο «Παγκόσμιο Συμβούλιο Ἐκκλησιῶν», δηλ. τῶν αἱρέσεων, εἶχε τόν πρῶτο πικρό καρπό της. Τό νά καταργηθεῖ τό ὁμολογιακό μάθημα τῶν Θρησκευτικῶν, ἡ ὀρθόδοξη διαπαιδαγώγηση τῶν Ἑλληνοπαίδων, καί νά εἰσαχθεῖ ἡ οἰκουμενιστικὴ θρησκειολογία. Ὅταν στίς περισσότερες Μητροπόλεις καί ἐνορίες δέν ἀκούγεται τίποτε ἐναντίον τοῦ Οἰκουμενισμοῦ καί τῶν διαθρησκειακῶν συναντήσεων, ὅταν οικουμενιστές Πατριάρχες καί Ἐπίσκοποι προσφέρουν ὡς δῶρο τό «ἱερό» κοράνιο καί συμπροσεύχονται μέ τούς αἱρετικούς καί τούς ἀλλοθρήσκους, ὅταν στίς Θεολογικές Σχολές, μέ τήν συνηγορία καί Ἐπισκόπων, εἰσάγεται ἡ διδασκαλία τοῦ Ἰσλάμ, ὅταν οἱ πρωτεργάτες τῆς μετατροπῆς τοῦ μαθήματος τῶν Θρησκευτικῶν σέ θρησκειολογία συνεργάζονται μέ τήν Ἱερά Σύνοδο καί πολλές Μητροπόλεις, ἡ εὐθύνη δέν βαρύνει μόνο τόν ἄθεο Ὑπουργό Παιδείας καί τήν ἄθεη κυβέρνηση, ἀλλά καί ὅσους ἐκκλησιαστικούς ἡγέτες μέχρι σήμερα δέν ἀντιδροῦσαν, ἀλλά ἐνεθάρρυναν πρός αὐτήν τήν κατεύθυνση τά πράγματα[6].
Τά νέα Προγράμματα Σπουδῶν, τά ὁποία ἀποτελοῦν ἀπομίμηση τῆς νεοβουδιστικῆς κίνησης Arigatou, ἀποδεικνύουν τήν ρατσιστική κακομεταχείριση τῆς Μητέρας τοῦ Γένους Ὀρθόδοξης Ἐκκλησίας, καί τήν προνομιακή μεταχείριση στήν ἐκπαίδευση τῶν Παπικῶν, τῶν Ἑβραίων καί τῶν Μουσουλμάνων, ὅπως ἐπιθυμοῦν οἱ διευθύνοντες τά τοῦ Οἰκουμενισμοῦ[7].
Δυστυχῶς, προβλέπουμε ὅτι δέν εἶναι μακρυά ὁ καιρός, πού στούς Ὀρθοδόξους Ἱερούς Ναούς τῆς χώρας μας θά γίνει ὅ,τι γίνεται τώρα καί στά σχολεῖα. Θά γεμίσουν ἀπό Παπικούς, Προτεστάντες, Μονοφυσίτες, κληρικούς καί λαϊκούς, γιατί ὄχι καί ἀπό Ἑβραίους, Μουσουλμάνους, Βουδιστές καί ἄλλους. Ἡ ψευδοσύνοδος τῆς Κρήτης ἔκανε τό πρῶτο βῆμα πρός αὐτήν τήν κατεύθυνση.
Συνοψίζοντας τά ἀνωτέρω, διαμαρτυρόμαστε σέ ὅλους τούς τόνους καί πρός κάθε κατεύθυνση γιά τό ὅτι μέ τό νέο Πρόγραμμα Σπουδῶν ἐξισώνεται ὁ Χριστός μέ τόν Μωάμεθ, τόν Βούδα, τόν Κομφούκιο καί ἡ ἐν Χριστῶ ζωή μέ τήν θρησκευτικότητα τῶν ἄλλων θρησκειῶν, δηλ. διδάσκεται στά παιδιά ὅτι σωτηρία ὑπάρχει καί στίς ἄλλες θρησκεῖες. Ὅσοι τό πράττουν, κηρύσσουν«ἕτερον εὐαγγέλιον»[8], «εὐαγγέλιο» πλάνης, μέ τό ὁποῖο δέν μποροῦμε νά συμφωνήσουμε. Ἐκφράζουμε τήν ἐλπίδα ὅτι ὁ Ἅγιος Τριαδικός Θεός θά κάνει τό θαῦμα του καί δέν θά ἐπιτρέψει νά ἐξισώνεται στίς ψυχές τῶν Ὀρθοδόξων μαθητῶν ἡ Ἀλήθεια μέ τό ψεῦδος, διότι τό σοβαρό αὐτό πλῆγμα τῆς δαιμονικῆς «Νέας Ἐποχῆς» στό σῶμα τοῦ εὐλογημένου Ὀρθοδόξου λαοῦ μας θά ἀποτελέσει ἀσυγχώρητο λάθος τῆς γενεάς μας, ἡ ὁποία καί θά πληρώσει τό βαρύ τίμημα αὐτῆς τῆς ἀποστασίας.




[1] ΑΡΧΙΜ. ΓΕΩΡΓΙΟΣ ΚΑΨΑΝΗΣ, «Ὀδηγός πρός τήν Πανθρησκεία τό νέο πρόγραμμα σπουδῶν γιά τό μάθημα τῶν θρησκευτικῶν», ἐν περιοδικῷ Ὁ Ὅσιος Γρηγόριος, ἐτήσια ἔκδοσις τῆς Ἱερᾶς Μονῆς Ὁσίου Γρηγορίου Ἁγίου Ὄρους, περίοδος Β΄, ἔτος 2012, ἀριθμ. 37, σσ. 5-18. 
[2] Β΄ Πέτρ. 1, 4.
[3] Πράξ. 4, 12.
[4] Ψαλμ. 72, 27.
[5] ΟΣΙΟΣ ΙΟΥΣΤΙΝΟΣ ΠΟΠΟΒΙΤΣ, Ἡ Ὀρθόδοξος Ἐκκλησία καί ὁ Οἰκουμενισμός, ἐκδ. Ὀρθόδοξος Κυψέλη, Θεσ/κη 1974, σ. 252.
[6] ΣΥΝΑΞΙΣ ΟΡΘΟΔΟΞΩΝ ΚΛΗΡΙΚΩΝ ΚΑΙ ΜΟΝΑΧΩΝ, Ἀνοικτή Ἐπιστολή-Ὁμολογία γιά τή «Σύνοδο» τῆς Κρήτης, Σεπτέμβριος 2016, http://www.impantokratoros.gr/4BC6693D.el.aspx
[7] ΣΕΒ. ΜΗΤΡ. ΠΕΙΡΑΙΩΣ κ. ΣΕΡΑΦΕΙΜ, Τό νέο πρόγραμμα στά θρησκευτικά τῶν Ὀρθοδόξων μαθητῶν καί ἡ νεοβουδιστική κίνησις ARIGATOU, 28-9-2016, https://www.imp.gr/home-4/anakoino8enta-deltia-typoy/anakoino8enta-deltia-typoy-2016/54--ανακοινωθέντα-δελτία-τύπου-2016/1096-το-νεο-προγραμμα-στα-θρησκευτικα-των-ορθοδοξων-μαθητων-και-η-νεοβουδιστικη-κινησισ-arigatou.html
[8] Γαλ. 1, 6.

Δευτέρα 26 Ιουνίου 2017

ΤΑ ΝΕΑ ΘΡΗΣΚΕΥΤΙΚΑ

Συγκεντρώσαμε εδώ τους ηλεκτρονικούς συνδέσμους που παραπέμπουν σε δημοσιεύματα του ιστολογίου μας για τα νέα Θρησκευτικά.

Μαργαριτάρια κρυμμένα στο πέλαγος των νέων Θρησκευτικών (1)(2),(3)(4)(5)(6)(7)(8)(9)(10)(11)(12)(13)(14).

Δείτε και άλλες σχετικές δημοσιεύσεις



















Π. ΘΕΜΙΣΤΟΚΛΗΣ ΜΟΥΡΤΖΑΝΟΣ: ΤΑ ΝΕΑ ΘΡΗΣΚΕΥΤΙΚΑ ΠΡΟΠΟΜΠΟΣ ΤΟΥ ΑΦΕΛΛΗΝΙΣΜΟΥ ΤΗΣ ΚΟΙΝΩΝΙΑΣ ΜΑΣ

Τα νέα Θρησκευτικά προπομπός του αφελληνισμού της κοινωνίας μας
Γράφει ο π. Θεμιστοκλής Μουρτζανός στην ROMFEA.gr

Με την δημοσίευση στις 17 Ιουνίου 2017 στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως των νέων προγραμμάτων για το μάθημα των Θρησκευτικών στην πρωτοβάθμια και την δευτεροβάθμια εκπαίδευση ολοκληρώνεται, με την απόφαση της Πολιτείας, ένας διάλογος μεταξύ Υπουργείου Παιδείας και Εκκλησίας της Ελλάδος, ο οποίος δεν απασχόλησε τη δημοσιότητα, δεν έγιναν γνωστά τα συμπεράσματά του και εννοείται δεν έγινε καμία ανακοίνωση από την πλευρά είτε της Πολιτείας είτε της Εκκλησίας αν υπήρξε συμφωνία ή διαφωνία σ’ αυτόν.

Το μόνο που έγινε γνωστό ήταν οι προτάσεις τις οποίες κατέθεσε στην Ιεραρχία της Εκκλησίας της Ελλάδος η τριμελής Επιτροπή των Μητροπολιτών που συμμετείχε στον διάλογο.

Η δημοσίευση στο ΦΕΚ των νέων προγραμμάτων διέλυσε κάθε ψευδαίσθηση ότι η Πολιτεία ενδιαφερόταν πραγματικά για τις θέσεις της Εκκλησίας, ενώ αφήνει μετέωρο τον θόρυβο που η Εκκλησία διά του Αρχιεπισκόπου και πολλών Μητροπολιτών έκανε όταν τα προγράμματα δημοσιεύθηκαν αιφνιδιαστικά μετά την πρώτη ημέρα του σχολικού έτους 2016-2017.

Ένα «γιατί όλα αυτά;» πλανάται στην ατμόσφαιρα. Μόνο για να εκδιωχθεί από την κυβέρνηση ο προηγούμενος υπουργός Παιδείας, ο οποίος αισθάνεται και απολύτως δικαιωμένος, διότι αυτός έφυγε, τα προγράμματα όμως έμειναν; Το ερώτημα μάλλον θα μείνει αναπάντητο.

Με υπομονή, πάντως, συγκρίναμε τα καινούργια προγράμματα σε σχέση με τα παλαιά και καταγράφουμε τις εξής διαπιστώσεις:

1. Στην Γ' και Δ' Δημοτικού οι μαθητές θα διδαχτούν τις αβρααμικές θρησκείες συγκρητιστικά (χριστιανισμός, ιουδαϊσμός, ισλαμισμός). Στη Ε’ και ΣΤ' Δημοτικού θα προστεθούν και οι θέσεις των ανατολικών θρησκευμάτων (ινδουισμός, βουδισμός). Ουσιαστικά τα παιδιά στο Δημοτικό θα διδάσκονται στοιχεία από 5 θρησκείες. Μιλούμε για τις ηλικίες 8-12 ετών. Δεν γνωρίζουμε βέβαια αν τέτοια δυνατότητα πλουραλιστικής μόρφωσης θα είναι εφικτή στα παιδιά των μουσουλμανικών οικογενειών στη Θράκη, στα παιδιά των ρωμαιοκαθολικών οικογενειών στις Κυκλάδες και αλλού. Υποθέτουμε ότι μόνο εμείς οι ορθόδοξοι είμαστε τόσο ανοιχτοί στην πολυφωνία.

2. Αυτή η διδασκαλία γίνεται με το πρόσχημα της συμμετοχής όλων των παιδιών στο μάθημα (χωρίς δηλαδή την δυνατότητα απαλλαγής, κάτι όμως που απαιτεί καινούργια εγκύκλιο από το Υπουργείο, η οποία δεν έχει εκδοθεί). Σε ανεπίσημη ενημέρωση που είχαμε από επιμορφωτές μάς ειπώθηκε ότι οι απαλλαγές δε θα χορηγούνται σε επίπεδο σχολικής μονάδας, όπως μέχρι τώρα, αλλά σε επίπεδο διεύθυνσης Εκπαίδευσης ή Υπουργείου. Όμως, όπως μας είπαν οι θιασώτες των νέων προγραμμάτων, δεν υπάρχει περίπτωση κάποιος που θέλει να πάρει απαλλαγή, να μην το πετύχει.

3. Το μάθημα των Θρησκευτικών στην Ε' και ΣΤ ‘Δημοτικού έχει περιοριστεί σε μία ώρα την εβδομάδα. Επομένως, στην καλύτερη περίπτωση κάθε σχολικό έτος θα αφιερώνονται στα Θρησκευτικά 30 ώρες. Τα νέα προγράμματα απαιτούν 58 ώρες για να αναπτυχθούν στην Ε’ και ΣΤ ‘Δημοτικού, ώστε να επιτευχθεί ο θρησκευτικός γραμματισμός. Η επιλογή του Υπουργείου για μονόωρο μάθημα δείχνει στην ουσία ότι ούτε και το ίδιο ούτε και οι συντάκτες των προγραμμάτων ήξεραν τι ήθελαν. Η εύκολη λύση θα είναι ο δάσκαλος να επιλέξει τι είναι σημαντικό και τι όχι. Άρα ο απαιτούμενος θρησκευτικός γραμματισμός θα μείνει ημιτελής.

4. Αναπάντητο ερώτημα θα μείνει το κατά πόσον θα εκπαιδευθούν οι δάσκαλοι στις θεολογικές και θρησκειολογικές έννοιες, ιδίως στην επαρχία. Χωρίς «Διδακτική Θρησκευτικών» στα περισσότερα παιδαγωγικά τμήματα των Πανεπιστημίων, με ανεπαρκή επιμόρφωση από το Ινστιτούτο Εκπαιδευτικής Πολιτικής, όσοι δάσκαλοι αποφασίσουν να διδάξουν το μάθημα με τον νέο τρόπο (κάτι που επαφίεται στον πατριωτισμό τους, διότι δεν τους ελέγχει και κανένας αν αντί για Θρησκευτικά κάνουν Γλώσσα και Μαθηματικά), θα πρέπει να αυτοεπιμορφωθούν και να παλέψουν ουσιαστικά μόνοι τους τόσο στις τεχνικές του προγράμματος, όσο ,κυρίως, στο περιεχόμενό του, το οποίο θέλει ειδίκευση. Μήπως, αν οι εμπειρογνώμονες των νέων προγραμμάτων θα ήθελαν να είναι συνεπείς με τους οραματισμούς τους, θα έπρεπε να εισηγηθούν στο Υπουργείο τον διορισμό θεολόγων καθηγητών στην Πρωτοβάθμια; (παλαιό αίτημα των θεολόγων που καθίσταται επιτακτική ανάγκη πλέον)

5. Στο Γυμνάσιο δεν έγινε καμία αλλαγή ανάμεσα στα προγράμματα του Σεπτεμβρίου και τα νέα του Ιουνίου, ούτε καν στις διατυπώσεις. Τα προγράμματα παραμένουν εννοιοκρατικά. Προβληματισμοί για επάνοδο της ιστορικότητας στην προσέγγιση της ύλης (Παλαιά Διαθήκη, Καινή Διαθήκη, Χριστιανισμός, Κόσμος, Σήμερα) ουσιαστικά δε συζητήθηκαν. Ο θεολόγος στο Γυμνάσιο, όπως και στο Λύκειο, απαιτείται να είναι ψυχολόγος, κοινωνιολόγος, ιστορικός της τέχνης, μουσικός, δημοσιογράφος, ρήτορας και κάθε τι άλλο, και κάπου ανάμεσα να λειτουργεί και ως θεολόγος. Αν μάλιστα δεν αποφασίσει να πάρει την κατάσταση στα χέρια του, τότε ο μαθητής θα φύγει από το Γυμνάσιο έχοντας στον νου του ένα θρησκευτικό χάος, την αίσθηση ότι όλες οι θρησκείες λειτουργούν με τους ίδιους τρόπους και μηχανισμούς. Για ποιο λόγο λοιπόν να αισθάνεται ότι είναι διαφορετικός και θρησκευτικά και εθνικά, ως Ορθόδοξος και Έλληνας, από τους συνομηλίκους του σε άλλες χώρες, ακόμη και στο ίδιο σχολείο, έναντι όσων δεν είναι ορθόδοξοι, αλλά και δε θεωρούν ότι υπάρχει λόγος να αισθάνονται Έλληνες. Το δόγμα της νέας τάξης πραγμάτων ότι πρέπει «να είμαστε πληθυσμός και όχι λαός» ξεκινά να εφαρμόζεται στην παιδεία από το μάθημα των Θρησκευτικών. Μάλλον θα ακολουθήσει η Ιστορία.

6. Καμία αναφορά δε γίνεται στα νέα προγράμματα στη θέση της γυναίκας στο Ισλάμ. Καμία αναφορά στο τζιχάντ. Το Ισλάμ παρουσιάζεται σε μία ιδεατή μορφή, η οποία ούτε στο Κοράνι δε συμπεριλαμβάνεται. Αντίθετα, ο χριστιανισμός κατά την διάρκεια των αιώνων, σύμφωνα με τους συντάκτες των προγραμμάτων, έστησε μηχανισμούς καταπίεσης και υποβάθμισης της γυναίκας. Επιβάλλεται λοιπόν σε μας τους χριστιανούς η αυτοκριτική, η αναζήτηση της αλήθειας για το ποιοι ήμασταν και πώς φερόμασταν στις γυναίκες, αλλά για όσους πρεσβεύουν τον ιουδαϊσμό, τον ισλαμισμό, τον ινδουισμό, τον βουδισμό αυτή η αναζήτηση της αλήθειας περιττεύει. Οι αλλόθρησκοι δεν πρέπει να θίγονται. Ο χριστιανισμός όμως έχει τις μαύρες σελίδες του και πρέπει να πάρουμε θέση σ’ αυτές. Δε διαφωνούμε, αλλά όχι δύο μέτρα και δύο σταθμά. Μάλιστα, για διάφορες ιστοσελίδες στο Διαδίκτυο η πρόταση για την προβολή της περσικής ταινίας Persepolis στα πλαίσια του υλικού που συνοδεύει τα προγράμματα είναι σκανδαλώδης. Ίσως όμως αυτή η ταινία να είναι ο μοναδικός τρόπος με τον οποίο υπαινίσσονται τα νέα προγράμματα την πραγματική θέση της γυναίκας στην κυριολεκτικά μουσουλμανική κοινωνία. Μακάρι να μην τη ζήσουμε.

7. Και στο Λύκειο δεν έχουμε κάποια αλλαγή στα προγράμματα Σεπτεμβρίου και Ιουνίου, ούτε και λεκτικά (μόνο η λέξη «αξιοποίηση» απαλείφεται σε κάποια σημεία). Επειδή, βεβαίως, τα παιδιά του Λυκείου είναι μεγάλα και πολύ πιο ώριμα σε σχέση με τα παιδιά του Γυμνασίου η εννοιοκρατική προσέγγιση είναι καλή επιλογή, όπως και το γενικότερο πλαίσιο στο οποίο τα θέματα τίθενται. Το πρόβλημα είναι ότι όταν τα παιδιά που ξεκινήσουν στο Δημοτικό με σύγχυση θρησκευτικότητας φτάσουν στο Λύκειο, αν στο μεταξύ δεν αλλάξουν τα προγράμματα, κανείς δε θα γνωρίζει πόσο θα έχουν τις βάσεις ώστε οι έννοιες να μην προκαλέσουν περαιτέρω σύγχυση. Ποτέ βεβαίως στην Ελλάδα δεν έχει γίνει κάποια αποτίμηση του προηγούμενου προγράμματος που αντικαθίσταται και αυτό είναι δηλωτικό της βεβαιότητας των καινούργιων συντακτών ότι οι παλιοί ή έχουν αποτύχει ή είναι ξεπερασμένη η προσέγγισή τους. Στοιχεία όμως δεν υπάρχουν.

8. Τον Σεπτέμβριο το Ινστιτούτο Εκπαιδευτικής Πολιτικής ανήρτησε πλούσιο υποστηρικτικό υλικό για τους εκπαιδευτικούς, το οποίο ξεσήκωσε σε ορισμένα σημεία του θύελλα αντιδράσεων με την άκριτη αναφορά σε τραγούδια και την απουσία διευκρινιστικών στοιχείων που να ενώνουν τις ενότητες με το υλικό αυτό. Θα ήταν ευχής έργον η τελική μορφή των προγραμμάτων να λάμβανε υπόψιν τις παρατηρήσεις και την κριτική. Αν όμως κρίνουμε από το ότι τα ίδια τα προγράμματα δεν άλλαξαν σε τίποτα, μάλλον δυσοίωνες είναι και οι προβλέψεις για το υλικό. Στο Γυμνάσιο και το Λύκειο βεβαίως το πρόσωπο του θεολόγου είναι κομβικής σημασίας. Διότι μπορεί αυτός να επιλέξει από το υλικό στοιχεία και να τα αξιοποιήσει. Πάμε για «ευλογημένη αναρχία», στην οποία ο καθένας θα επιλέγει ό,τι θέλει και θα το διδάσκει όπως το θέλει.

9. Αυτό που διαφαίνεται ξεκάθαρα από την στοχοθεσία των νέων προγραμμάτων είναι η απουσία του όρου «εθνική ταυτότητα». Είναι συνειδητή πολιτική επιλογή να μην χρησιμοποιείται ο όρος. Αποσυνδέεται με αυτόν τον τρόπο η ορθόδοξη χριστιανική παράδοση από την σύνδεση με την πατρίδα. Το ελληνόπουλο θα είναι μέλος της πολυπολιτισμικής κοινωνίας, της οικουμενικής ανθρωπότητας, αλλά οι δόσεις του «χτες» του θα είναι όσο πιο καλά κρυμμένες γίνεται. Το «σήμερα» και το «αύριο» μετράνε. Η πίστη μας μάς μιλά για μετάνοια σε σχέση με το χτες. Όμως ο χριστιανός ανήκει και σε πατρίδα και σε κοινωνία και σε χρόνο. Είναι ιστορικό υποκείμενο. Η ιστορικότητά του τον βοηθά να ξέρει πού πατά και με βάση ποια κριτήρια μπορεί να προσεγγίσει το σήμερα. Οι συντάκτες των νέων προγραμμάτων δηλώνουν διά της σιωπής ότι η πολιτεία πλέον δεν αποσκοπεί στην διατήρηση της «ελληνικότητας», αλλά στην καλλιέργεια ενός σύγχρονου διεθνιστή με στοιχεία ελληνικότητας.

10. Κατανοούμε την αντίληψη αυτή. Θα ήταν όμως πιο τίμιο εάν ο λαός μας το ήξερε αυτό και το επέλεγε συνειδητά. Το ίδιο και οι γονείς για τα παιδιά τους. Οι συντάκτες των νέων προγραμμάτων υπηρετούν αυτή την αντίληψη. Ας μην απορήσουμε γιατί σε μερικά χρόνια, όχι μόνο από τα Θρησκευτικά, αλλά και από άλλα μαθήματα, θα προκύψουν άνθρωποι χωρίς μνήμη. Άνθρωποι οι οποίοι δε θα ξέρουν γιατί είμαστε διαφορετικοί ως χριστιανοί και ως Έλληνες από τους μουσουλμάνους ή τους βουδιστές και από τους άλλους λαούς. Και αν αυτό υπηρετούσε μία βυζαντινή χριστιανική οικουμενικότητα, θα το συζητούσαμε. Η παρουσία όμως των μεταναστών από την μία και από τη άλλη ο παγκοσμιοποιημένος πολιτισμός με την ισοπέδωση της ετερότητας (στην οποία ομνύει κατά τα άλλα), θα έπρεπε να μας κάνουν πολύ επιφυλακτικούς σε τέτοιες πορείες.

11. Το κύριο επιχείρημα όσων έστησαν αυτά τα προγράμματα και όσων τα υπερασπίζονται, ακόμη και μέσα στην Ιεραρχία, είναι ότι πρέπει να διασώσουμε το μάθημα και ότι οι θεολόγοι μπορούν να το παλέψουν. Εκτός του ότι μιλούν στην ουσία για θεολόγους-ιεραποστόλους, κάτι που είναι εντελώς αντιφατικό σε σχέση με την φιλοσοφία των νέων προγραμμάτων (που αρνούνται παντελώς κάθε έννοια ομολογιακότητας στο μάθημα), προσπαθώντας να είναι ρεαλιστές, έχουν αποδεχτεί την πολυπολιτισμικότητα ως συνισταμένη της κοινωνίας μας εφεξής. Υπάρχει ειδική ενότητα με αυτή την επιγραφή στο πρόγραμμα του Λυκείου. Αναρωτιόμαστε αν κάποιο πολιτικό κόμμα κατέβηκε στις εκλογές και κατέλαβε την εξουσία διακηρύσσοντας την κατάργηση της ελληνικότητας και την επικράτηση της πολυπολιτισμικότητας. Γιατί θα πρέπει να αποδεχτούμε αμαχητί ένα ιδεολογικό ρεύμα, το οποίο δεν έχει πείσει τον λαό μας για την αναγκαιότητά του, ενώ μπορούμε και πρέπει να αγωνιστούμε για την διαφύλαξη της εθνικής μας ταυτότητας και παράδοσης, όχι ως μισαλλόδοξοι ή ως οπισθοδρομικοί, αλλά ως πολίτες και πιστοί που ανήκουμε στην πατρίδα μας, εκτός από την Εκκλησία. Το ότι η πατρίδα μας μετά την έξοδό μας από τον χρόνο θα καταργηθεί, δε συνεπάγεται ότι σ’ αυτή τη ζωή δεν υφίσταται ως σχήμα. Ας την υπερασπιστούμε επιτέλους θετικά και ας απαλλαγούμε από την φοβία του εθνικιστή. Προτρέχουμε λοιπόν να εξυπηρετήσουμε αλλότριους στόχους, για να μην υστερήσουμε σε μοντερνισμό.

12. Αναμένουμε με ενδιαφέρον την στάση της Ιεραρχίας της Εκκλησίας της Ελλάδος. Αν αποφασίσει, πέρα από κινήσεις εντυπωσιασμού, να ασκήσει επιτέλους αυθεντική κριτική στο νέο κοσμοείδωλο και αν αποφασίσει να ασκήσει αυθεντική αυτοκριτική τόσο για την επανάπαυσή μας μέχρι τώρα στο ζήτημα της κατήχησης, όσο και στην απουσία γνήσιων κοινοτήτων, οι οποίες θα λειτουργούν αφυπνιστικά και όχι μόνο ως παρεούλες για καφέ την Κυριακή ή για λίγη φιλανθρωπία.

Μένουμε ή φεύγουμε από τα Θρησκευτικά; Το «φεύγουμε» δεν είναι επιλογή, κατά την γνώμη μας. Μένουμε, αλλά ο θεολόγος, ο δάσκαλος, ο γονιός, ο μαθητής καλούνται να παλέψουν να βρουν και να χτίσουν ταυτότητα, επιλέγοντας τα στοιχεία της πίστης που θα κρατήσουν άσβεστο το αντιστασιακό ήθος έναντι μίας ωραιοποιημένης εικόνας της ανθρώπινης ύπαρξης, η οποία, αν δεν παλέψει εναντίον της αμαρτίας και του κακού, δε θα βρει εύκολα την οδό της αγάπης. Σημαντικός θα είναι ο ρόλος της παράδοσής μας.

Ο τρόπος με τον οποίο η Εκκλησία θα αγωνιστεί να ξαναχτίσει τις ενοριακές της κοινότητες. Γιατί τα «νέα Θρησκευτικά» οδηγούν από την δική τους οδό στον ατομοκεντρισμό ή σε κοινότητες στις οποίες, είτε ανήκουμε είτε όχι, δε θα έχει κάποια ιδιαίτερη συλλογική σημασία, αλλά μόνο στο «να περνάμε καλά» και να κάνουμε «ακτιβισμό».

Στην ουσία αποτελούν έναν επιπλέον δρόμο αφελληνισμού και αποχριστιανοποίησης της κοινωνίας μας. Και αυτός είναι δρόμος πολιτικός: να δημιουργηθούν άνθρωποι χωρίς διαφορετικότητα στην πίστη, χωρίς μνήμη, χωρίς ιστορικότητα. Άνθρωποι οι οποίοι στον νου τους θα έχουν πρωτίστως έννοιες. Ας μην μας λένε όμως ότι αυτός ο χριστιανισμός δεν είναι ιδεολογικοποιημένος.

ΗΡΑΚΛΗΣ ΡΕΡΑΚΗΣ: ΜΑΖΙ ΜΕ ΤΟΝ ΧΡΙΣΤΟ ΘΑ ΒΑΛΟΥΜΕ ΤΑ ΕΙΔΩΛΑ ΚΑΙ ΤΟΥΣ ΨΕΥΔΟΘΕΟΥΣ;

Μαζί με τον Χριστό θα βάλουμε τα είδωλα και τους ψευδοθεούς;
Ηρακλής Ρεράκης, Καθηγητής Παιδαγωγικής – Χριστιανικής Παιδαγωγικής στη Θεολογική Σχολή του ΑΠΘ

«Δεν θα γκρεμίσουμε το σχολείο φυσικά, αλλά δεν πρέπει να επιτρέψουμε στο σχολείο να γκρεμίσει τις ψυχές των παιδιών» (Ιω. Χρυσόστομος) Πριν λίγους μήνες ένας Μητροπολίτης από τη Βόρεια Ελλάδα, βλέποντας τον πνευματικό κίνδυνο που υπάρχει από την εφαρμογή του πολυθρησκειακού συνονθυλεύματος που εγκρίθηκε τον Σεπτέμβριο από το Υπουργείο Παιδείας
για να εισαχθεί στα σχολεία ως νέα θρησκευτική διδασκαλία των μαθητών, διατύπωσε με ελάχιστες λέξεις, γεμάτες όμως από παιδαγωγική σοφία, μια μεγάλη αλήθεια: «Θέλουν μαζί με τον Χριστό να βάλουμε και όλους τους ψευδοθεούς, τον Αλλάχ, τον Βούδα και τον Βισνού, οι οποίοι είναι είδωλα».
Η θεώρηση των θεών των θρησκειών ως είδωλα, σε σχέση με την εξ Αποκαλύψεως πίστη στον Ιησού Χριστό, αποτελεί αγιογραφική διδασκαλία. Ο Απ. Παύλος, σαφώς απορρίπτει την ύπαρξη άλλων θεών, πέραν του αληθινού, θεωρώντας ότι, για τους Χριστιανούς, οι οποιοιδήποτε έτεροι θεοί αποτελούν είδωλα: «ουδέν είδωλον εν κόσμω και ότι ουδείς Θεός έτερος ει μη Είς». Την ίδια αλήθεια ευαγγελίζεται και ο Απ. Ιωάννης ο Θεολόγος, τονίζοντας ότι: «είδαμεν ότι ο υιός του Θεού ήκει και δέδωκεν ημίν διάνοιαν ίνα γινώσκωμεν τον αληθινόν. Και εσμέν εν τω αληθινώ, εν τω Υιώ αυτού Ιησού Χριστώ. Ούτός εστιν ο αληθινός Θεός και ζωή αιώνιος. Τεκνία φυλάξατε εαυτούς από των ειδώλων». Ο Μέγας Αθανάσιος, επίσης, στον «Κατά Ειδώλων» λόγο του αναφέρει για τους Χριστιανούς που αναζητούν την αλήθεια στις θρησκείες ότι είναι «άνθρωποι παράφρονες», που εγκαταλείπουν την προς τον αληθινό Θεό «γνώσιν και ευσέβειαν». Στον «Περί Ενανθρωπήσεως» Λόγο του, επίσης, θεωρεί τις θρησκείες πλάνη και ειδωλολατρική δεισιδαιμονία, τονίζοντας ότι «εκ κακίας οι άνθρωποι την προς τα είδωλα θρησκείαν επινόησαν». 
Οι θρησκείες των ειδώλων, με τις οποίες δέχονται ορισμένοι σήμερα να συμφύρουν και να εξισώνουν την αλήθεια της ορθόδοξης πίστης, αποτελούν αποκυήματα της ανθρώπινης επινόησης ή φαντασίας.
Σε καμιά περίπτωση και για κανένα λόγο, επομένως, η Ορθόδοξη Εκκλησία μας, ως Εκκλησία Χριστού, δεν μπορεί να υιοθετήσει και να εγκρίνει, ως παιδαγωγούσα διδασκαλία, μια διδασκαλία πολυθρησκειακή, μέσω της οποίας οι ορθόδοξοι μαθητές αναπτύσσουν θρησκευτική συνείδηση διαφορετική από εκείνη της πίστεώς τους, διότι αυτό σημαίνει ότι εγκρίνει να διδάσκονται τα μικρά μέλη της στο σχολείο, εκτός ή μαζί με τον Χριστό, ισότιμα και ισάξια και τα είδωλα, με άμεσο τον κίνδυνο του θρησκευτικού συγκρητισμού και της σύγχυσης. Αυτό δεν σημαίνει ότι αρνούμαστε να μάθουν τα παιδιά στοιχεία από τις Θρησκείες, διότι πάντοτε τα παιδιά στο ελληνικό σχολείο, ανάλογα με το πνευματικό τους επίπεδο και τη δεκτική τους ικανότητα, τουλάχιστον τα τελευταία χρόνια, διδάσκονταν και τις θρησκείες. Η διαφορά βρίσκεται στο ότι, έως τώρα, στο σχολείο οι θρησκείες διδάσκονταν κυρίως στο Λύκειο και μάλιστα ως πληροφορίες, ενώ με τα νέα Προγράμματα Σπουδών (ΠΣ) τα παιδιά προβλέπεται να διδάσκονται τις θρησκείες από το Δημοτικό, όχι ως πληροφορίες, πλέον, αλλά ως αλήθειες ισότιμες και ισάξιες με τις αλήθειες της πίστης τους και μάλιστα με βιωματικό τρόπο. Το πρόβλημα επομένως των νέων ΠΣ, το οποίο αλλάζει εκ βάθρων τον ορθόδοξο προσανατολισμό του μαθήματος των Θρησκευτικών (ΜτΘ), δεν είναι, αν οι μαθητές μαθαίνουν περισσότερα ή λιγότερα στοιχεία για τις θρησκείες, αλλά ο τρόπος και ο σκοπός που μαθαίνουν γι’ αυτές. Έως τώρα, ο σκοπός του ΜτΘ ήταν να καλλιεργούν και να αναπτύσσουν οι μαθητές την ορθόδοξη πίστη και συνείδηση και, ταυτόχρονα, να λαμβάνουν και να γνωρίζουν κάποιες πληροφορίες από τις χριστιανικές ομολογίες και τις θρησκείες, που δεν επηρέαζαν όμως την οντολογία της θρησκευτικής τους ταυτότητα. Με την εφαρμογή του νέου πολυθρησκειακού ΠΣ, ο λόγος και ο σκοπός του μαθήματος είναι να αποκτούν πολυφωνική και πολυθρησκειακή συνείδηση, δηλαδή μια πολλαπλή θρησκευτική ταυτότητα. Τα νέα ΠΣ, που δεν είναι γνωστό αν έχουν μελετηθεί στο σύνολό τους από την πλευρά της Εκκλησίας, αναφέρουν, συγκεκριμένα, τον τρόπο και τον σκοπό της νέας πολυθρησκειακής ή πολυθεϊστικής διδασκαλίας, που όντως είναι αποκαλυπτικός, συστήνοντας μάλιστα την αποφυγή της Ορθόδοξης και την προώθηση της πολυθρησκειακής διδασκαλίας: Για όσους ενδιαφέρονται να πάρουν μια γεύση, παραθέτουμε κατά λέξη κάποιες από τις οδηγίες των νέων ΠΣ: «Ένα ΜτΘ, το οποίο περιορίζει τη γνώση των μαθητών αποκλειστικά και μόνο στη δική τους θρησκευτική παράδοση έχει πλέον φτάσει στα όριά του». Στη θέση του προτείνεται διευρυμένη γνώση “γύρω από τις θρησκείες” αλλά και «τις θρησκευτικές και μη θρησκευτικές κοσμοθεωρήσεις που νοηματοδοτούν τον ανθρώπινο βίο». «Ο θρησκευτικός γραμματισμός… στοχεύει στην κριτική ανάπτυξη της θρησκευτικής συνείδησης των μαθητών με τις γνώσεις, τις αξίες και τις στάσεις ζωής που παρέχει για τις θρησκείες και από τις θρησκείες». «Οι μαθητές προσκαλούνται σε μια υπαρξιακή συνομιλία με το περιεχόμενο όλων των Βασικών Θεμάτων της Θρησκευτικής Εκπαίδευσης και στην εύρεση προσωπικού νοήματος». «Οι Επάρκειες καταγράφουν τις ικανότητες, δεξιότητες, στάσεις, αξίες και διαθέσεις, που αναμένεται να αναπτύξουν οι μαθητές σε κάθε κύκλο ή τάξη, καθώς εξελίσσεται η θρησκευτική τους εκπαίδευση, που αναφέρονται σε όλες τις πλευρές της προσωπικότητας, επιχειρώντας να συμπεριλάβουν, όχι μόνον τις ορατές και ρητές αλλαγές που βιώνουν οι μαθητές, αλλά και τις αθέατες και υπόρρητες». «Το ΜτΘ συνδυάζει την πρόσκτηση γνώσεων με τη βιωματική προσέγγισή τους προς όφελος της ολόπλευρης ανάπτυξης των μαθητών». «Ως προς τις γνώσεις, ελέγχεται η δυνατότητα των μαθητών, όχι απλώς να τις αναπαράγουν, αλλά κυρίως να τις συσχετίζουν, να τις ερμηνεύουν, να τις κρίνουν, να τις εφαρμόζουν, να τις χρησιμοποιούν με κριτήρια και να εμπνέονται από αυτές». «Τα περιεχόμενα τίθενται με τρόπο που απαιτεί την ολιστική εμπλοκή του εαυτού του μαθητή στη μαθησιακή διεργασία… Δημιουργούνται όροι για εμπειρίες μάθησης. Πρόκειται για εμπειρίες, οι οποίες δεν περιορίζονται σε μιαν απλή δραστηριότητα του μαθητή αλλά έχουν προσωπικό νόημα και ενισχύουν τη βαθύτερη σύνδεση του εαυτού με το θρησκευτικό γνωστικό αντικείμενο». «Σε αυτή τη νέα προοπτική του, το ΠΣ επιτρέπει στο ΜτΘ να υπηρετήσει τη μετάβαση του μαθητή, από το γράμμα στο πνεύμα των θρησκειών, δηλαδή, στο υπαρξιακό, λατρευτικό, κοινωνικό και πολιτισμικό αξιακό τους αντίκρισμα». Ακόμη, γίνεται λόγος για «την πνευματική και υπαρξιακή αλήθεια που κομίζουν οι θρησκείες», καθώς και για «μία κριτική ανάπτυξη της θρησκευτικής τους συνείδησης με γνώσεις, αξίες και στάσεις (που το ΜτΘ) παρέχει για τις θρησκείες». 
Συμπερασματικά και με βάση τα παραπάνω, είναι σαφές ότι τα νέα πολυθρησκειακά Προγράμματα, που μπορεί να εγκρίνει ή να μην εγκρίνει η Ιερά Σύνοδος, δεν είναι καθόλου αθώα, όπως θέλουν να τα εμφανίζουν ορισμένοι, αλλά άκρως επικίνδυνα και ακατάλληλα για ορθόδοξους μαθητές, όπως τα είχε χαρακτηρίσει ο Μακαριώτατος τον περασμένο Σεπτέμβριο.

Ορθόδοξη Αλήθεια, 21.06.2017 

Θ. ΠΑΠΑΓΕΩΡΓΙΟΥ: «Η ΕΛΛΑΔΑ ΔΕΝ ΕΙΝΑΙ ΘΡΗΣΚΕΥΤΙΚΑ ΟΥΔΕΤΕΡΟ ΚΡΑΤΟΣ»

Του Θεοδ. Παπαγεωργίου, Νομικού Συμβούλου
της Ιεράς Συνόδου της Εκκλησίας της Ελλάδος.

Η πρόταση για εισαγωγή ρήτρας περί ουδετερόθρησκου κράτους περιέχεται τόσο στην «Πρόταση για μια προοδευτική αναθεώρηση του Συντάγματος» (27.3.2017)[1] όσο και στο «Καινοτόμο Σύνταγμα» (5.6.2016)[2] και αναφέρομαι σε αυτές για λόγους ρεαλισμού, ώστε να μιλούμε επί εδάφους υπαρκτών επιστημονικών – πολιτικών προτάσεων.

Το νομικό δεδομένο είναι ότι λόγω της Ευρωπαϊκής Σύμβασης Δικαιωμάτων του Ανθρώπου (ΕΣΔΑ), όλα τα κράτη, που έχουν υπογράψει και κυρώσει την ΕΣΔΑ, υποχρεούνται να τηρούν την «αρχή της θρησκευτικής ουδετερότητας», όπως την εννοεί η ΕΣΔΑ.
Πρόκειται για αυτόνομη έννοια, και δεσμεύει τα κράτη – μέρη της ΕΣΔΑ με το περιεχόμενο που αποδίδει σε αυτήν το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων. Επομένως, η ελληνική έννομη τάξη περιέχει στο αξιακό της σύστημα ήδη την αρχή της «θρησκευτικής ουδετερότητας» ως ισχύουσα νομική υποχρέωση του Κράτους, πέραν των υπαρκτών δεσμεύσεων των άρθρων 4 και 13 του Συντάγματος να σέβεται την θρησκευτική ελευθερία όλων των ατόμων και θρησκευτικών κοινοτήτων.

Ειδικότερα : κατά την σταθερή άποψη του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου τα Κράτη μέλη του Συμβουλίου της Ευρώπης έχουν ένα μεγάλο «περιθώριο εκτίμησης» («margin of appreciation») κατά την νομοθετική ρύθμιση των σχέσεών τους με τις Εκκλησίες, που βρίσκονται στο έδαφός τους, ανάλογα με τις εθνικές και ιστορικές τους ιδιαιτερότητες. Το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο τονίζει όμως ότι τα κράτη, παρά τις εθνικές και θρησκευτικές τους ιδιαιτερότητες, οφείλουν να παραμένουν ουδέτερα και μη παρεμβατικά κατά την άσκηση της δημόσιας εξουσίας τους για την ρύθμιση της σφαίρας της θρησκευτικής ελευθερίας και των σχέσεων του κράτους με τις διάφορες θρησκείες, δόγματα και θρησκευτικούς οργανισμούς[3]. Επίσης, πλην εντελώς εξαιρετικών περιπτώσεων, τα κράτη δεν δικαιούνται να προβαίνουν σε έλεγχο νομιμότητας των θρησκευτικών πεποιθήσεων (όχι των πράξεων) μιας θρησκευτικής κοινότητας ή των μέσων έκφρασης των θρησκευτικών δοξασιών της[4]. Αυτή είναι το περιεχόμενο της θρησκευτικής ουδετερότητας του κράτους κατά την ΕΣΔΑ.

Θυμίζω εδώ την περίπτωση του πολύπαθου τροπαρίου «Σώσον Κύριε τον λαόν σου», το οποίο περιέχει την ανήκουστη φράση «νίκας τοις βασιλεύσι κατά βαρβάρων». Μετά από σφοδρές αντιδράσεις ευαίσθητων πολιτικών αρχόντων η Ιερά Σύνοδος αναγκάσθηκε να εκδώσει Εγκύκλιο στις 4.11.1998[5], προτρέποντας τις Μητροπόλεις ώστε, κατ΄ οικονομίαν, όταν ψάλλεται το τροπάριο εκτός Ιερών Ναών η παραπάνω φράση να αντικαθίσταται από το «νίκας τοις ευσεβέσι κατ’ εναντίων», προκειμένου να αποσοβηθούν οι αδικαιολόγητες (και αθεολόγητες) πολιτικές αντιδράσεις. Υπέβαλε δηλαδή η Εκκλησία, κάτω από την πίεση της Πολιτείας, το τροπάριο σε μια διαδικασία οιονεί αναδρομικού εκδημοκρατισμού. Σε ένα ουδετερόθρησκο κράτος όμως η Πολιτεία δεν μπορεί να ασκεί έλεγχο νομιμότητας στα τροπάρια και στους ύμνους της Εκκλησίας.

Εάν οι μέχρι σήμερα η πρόταση του «Καινοτόμου Συντάγματος» και η «Πρόταση για μια προοδευτική αναθεώρηση του Συντάγματος» εννοούν την θρησκευτική ουδετερότητα, όπως την αντιλαμβάνεται η ΕΣΔΑ, υπό την έννοια της μη ανάμειξης του Κράτους στα εσωτερικά των θρησκευτικών κοινοτήτων, η προσθήκη αυτή μπορεί να θεωρηθεί ως περιττή. Οφείλουν όμως να διευκρινίσουν ποιο μοντέλο θρησκευτικής ουδετερότητας υπονοούν, διότι εκτός από την θρησκευτική ουδετερότητα ως αυτόνομη έννοια της νομολογίας του Ευρ.Δ.Δ.Α., υπάρχουν διεθνώς τόσα μοντέλα θρησκευτικής ουδετερότητας, όσα και τα κράτη που δηλώνουν θρησκευτικώς ουδέτερα.

Τα βασικά πρότυπα είναι το γαλλικό (κράτος που δεν αναγνωρίζει καθεστώς δημοσίου δικαίου στις θρησκείες, δεν υιοθετεί καμία θρησκευτικότητα στην εθιμοτυπία του, δεν ενισχύει τις θρησκείες), γερμανικό (το κράτος δεν παρεμβαίνει, αναγνωρίζει ωρισμένες θρησκείες ως Ν.Π.Δ.Δ., ενισχύει τις θρησκευτικές κοινότητες) και το αμερικανικό (κράτος που δεν παρεμβαίνει στις θρησκευτικές κοινότητες, δεν θεσπίζεται καθεστώς δημοσίου δικαίου για τις κοινότητες, δεν απαγορεύεται η θρησκευτική εθιμοτυπία π.χ. θρησκευτικός όρκος του Προέδρου). Συνεπώς, θα πρέπει να διευκρινίζεται, από όποιον προτείνεται, η ρήτρα του θρησκευτικά ουδέτερου κράτους με στόχο τη διασάφηση, εάν πρόκειται για μια δυσμενή ουδετερότητα (θρησκευτικά αδιάφορο κράτος) ή για μια ευμενή ουδετερότητα (μη παρεμβατικό κράτος το οποίο ενισχύει τα θρησκεύματα και αναγνωρίζει ιδιαίτερο καθεστώς για τη διευκόλυνση της αποστολής τους). Σε καμία από τις παραπάνω δύο προτάσεις δεν υπάρχουν ενδείξεις για την νοηματοδότηση του θρησκευτικά ουδέτερου κράτους και είναι νομοτεχνικά προβληματική η εισαγωγή μιας ρήτρας συνθηματικής συντομίας, η οποία διεθνώς έχει πολύσημο περιεχόμενο. Δεν είναι τυχαίο εξ άλλου ότι κράτη, θρησκευτικώς ουδέτερα, έχουν επιλέξει στα Συντάγματά τους περιφραστική περιγραφή του είδους της ουδετερότητας, που υιοθετούν (π.χ. «δεν υπάρχει επίσημη θρησκεία», «το κράτος δεν παρεμβαίνει στις θρησκευτικές κοινότητες» κ.λπ.), ώστε να είναι σαφές το περιεχόμενο της ουδετερότητας, που εννοούν.

Περαιτέρω, πρέπει να επισημανθεί ότι το Σύνταγμά μας περιέχει ήδη τρεις ισχυρές ρήτρες υπέρ του χαρακτήρα του ελληνικού κράτους ως κοσμικού. Κατά το άρθρο 1 παρ. 2-3 : «2. Θεμέλιο του πολιτεύματος είναι η λαϊκή κυριαρχία. 3. Όλες οι εξουσίες πηγάζουν από το Λαό, υπάρχουν υπέρ αυτού και του Έθνους και ασκούνται όπως ορίζει το Σύνταγμα», κατά το άρθρο 87 παρ. 2 : «2. Οι δικαστές κατά την άσκηση των καθηκόντων τους υπόκεινται μόνο στο Σύνταγμα και στους νόμους, και σε καμία περίπτωση δεν υποχρεούνται να συμμορφώνονται με διατάξεις που έχουν τεθεί κατά κατάλυση του Συντάγματος» και κατά το άρθρο 13 παρ. 4 : «4. Κανένας δεν μπορεί, εξαιτίας των θρησκευτικών του πεποιθήσεων, να απαλλαγεί από την εκπλήρωση των υποχρεώσεων προς το Κράτος ή να αρνηθεί να συμμορφωθεί προς τους νόμους» (εδώ αληθώς πρέπει να θεωρούμε ότι θεμελιώνεται η αρχή της «νόμω κρατούσης Πολιτείας», όπως περιορίζεται από την θρησκευτική ουδετερότητα). Ειδικά η τελευταία διάταξη του άρθρου 13 παρ. 4 του Συντάγματος είναι καίρια για τον χαρακτήρα του κράτους, γιατί δεν επιτρέπει την άρνηση εκτέλεσης νομοθετημένων υποχρεώσεων λόγω θρησκευτικών πεποιθήσεων (π.χ. την πληρωμή φόρων, επειδή οι φόροι προορίζονται για εξοπλιστικά προγράμματα και η θρησκεία του φορολογούμενου είναι φιλειρηνική). Σε άλλα κράτη, η έλλειψη ρήτρας αντίστοιχης με το άρθρο 13 παρ. 4 Συντ. έχει οδηγήσει σε αδιανόητες για την κουλτούρα του ευρωπαϊκού – ηπειρωτικού δικαίου δικαστικές αποφάσεις π.χ. στην αμερικανική υπόθεση Burwell v. Hobby Lobby Stores Inc.[6], όπου τοSupreme Court έκρινε ότι μπορεί εμπορική εταιρεία να αρνηθεί να πληρώσει ποσοστό εργοδοτικών εισφορών, επειδή αυτό το ποσοστό προορίζεται για φάρμακα πρόωσης διακοπής κύησης και τα μέλη Δ.Σ. της εταιρείας είναι πιστοί ρωμαιοκαθολικοί και αντιτίθενται για λόγους θρησκευτικής συνείδησης στις αμβλώσεις. Αποτελεί αξιοπρόσεκτο ζήτημα ότι η «Πρόταση για ένα καινοτόμο Σύνταγμα» προτείνει, πλην άλλων, και απαλοιφή της (κατ’ εξοχήν κοσμικού χαρακτήρα) παραγράφου 4 του άρθρου 13 του Συντάγματος, χωρίς να είναι σαφές εάν, η αξιακή μεταβολή που έτσι προκαλείται, αντισταθμίζεται από την ασαφή και αόριστη ρήτρα περί θρησκευτικά ουδέτερου κράτους.

Δίνω ένα ακόμα παράδειγμα από την αμερικανική νομολογία : στην υπόθεση Hosanna-TaborEvangelical Lutheran Church and School v. EEOC[7] το Supreme Court νομολόγησε ότι το δικαίωμα ελεύθερης επιλογής θρησκευτικού λειτουργού για μια ενορία χωρίς παρέμβαση του κράτους, επομένως και το δικαίωμα απόλυσής του, είναι ισχυρότερο από το δικαίωμα του λειτουργού αυτού να μην απωλέσει την θέση εργασίας του, παρότι είναι εργαζόμενος ΑΜΕΑ και κατά την εργατική νομοθεσία ως ΑΜΕΑ εργαζόμενος πρέπει να προστατεύεται από την απόλυση.

Εδώ πρέπει να προσεχθεί ότι η αρχή της θρησκευτικής ουδετερότητας είναι και δικονομική αρχή : αφού δεσμεύει συνολικά τις κρατικές εξουσίες, αφορά και τον δικαστή και τον περιορίζει, ώστε να μην αναμειγνύεται σε εσωτερικές υποθέσεις των θρησκευτικών κοινοτήτων. Μπορεί, κατ’ επέκταση, η υιοθέτηση μιας απεριόριστης ρήτρας περί θρησκευτικά ουδετέρου κράτους να οδηγήσει σε νησίδες θεοκρατίας μέσα στην ελληνική κοινωνία και έννομη τάξη, όπου δεν επιτρέπεται η παρέμβαση του δικαστή και η παροχή δικαστικής προστασίας σε όσους θίγονται ως προς τα δικαιώματά τους.

Αποτελεί επίσης ερώτημα γιατί η «Πρόταση για μια προοδευτική αναθεώρηση του Συντάγματος» εισηγείται την εισαγωγή της ρήτρας περί θρησκευτικά ουδέτερου κράτους στο άρθρο 3 του Συντάγματος, που αφορά ειδικά την ορθόδοξη Εκκλησία, και όχι στο άρθρο 13 που αφορά όλα τα θρησκεύματα και την θρησκευτική ελευθερία (θετική και αρνητική). Ωστόσο, η θρησκευτική ουδετερότητα αποτελεί αρχή που δεν μπορεί να εστιάζεται στην σχέση του Κράτους μόνο με ωρισμένη θρησκευτική κοινότητα, εν προκειμένω την πλειοψηφούσα Εκκλησία της χώρας.

Εν κατακλείδι, η αόριστη ρήτρα του θρησκευτικά ουδέτερου κράτους πρέπει να διευκρινισθεί στις παραπάνω προτάσεις, ώστε να μπορεί κανείς να τοποθετηθεί θετικά ή αρνητικά απέναντι σε αυτήν, ειδάλλως είναι εξ ίσου ασαφής με την πρόταση εισαγωγής στο Σύνταγμα μιας ρήτρας ότι η Ελληνική Δημοκρατία θα είναι ένα «σύγχρονο κράτος». Εάν πάντως με την προτεινόμενη ρήτρα στις παραπάνω δύο προτάσεις σκοπείται η υιοθέτηση από το Σύνταγμα θρησκευτικής ουδετερότητας διαφορετικής από αυτή που εννοεί η ΕΣΔΑ, και μάλιστα αυστηρής, δυσμενούς για τα θρησκεύματα, τότε ίσως κακώς το Δημόσιο κτίζει Ισλαμικό Τέμενος με κρατικούς πόρους.

ΜΕΤΑΝΟΙΑ, ΠΡΟΣΕΥΧΗ, ΝΗΣΤΕΙΑ, ΕΞΟΜΟΛΟΓΗΣΗ, ΘΕΙΑ ΚΟΙΝΩΝΙΑ ΚΑΙ ΕΚΚΛΗΣΙΑ!