Καθώς πλησίαζαν στην είσοδο της πόλης συνάντησαν μια νεκρική πομπή που μετέφερε ένα νεαρό νεκρό. Ο νεαρός αυτός ήταν ο μονάκριβος γιος μιας μάνας, η οποία ήταν χήρα. Όταν είδε τη σκηνή αυτή ο Κύριος ευσπλαχνίστηκε τη χήρα αυτή και της είπε να μην κλαίει. Ακολούθως προχώρησε προς το νεαρό και αφού ακούμπησε τη σορό, του είπε: «Νεαρέ σε διατάζω να σηκωθείς».
ΑΝ ΒΙΑΖΕΣΑΙ ΝΑ ΔΕΙΣ ΤΟΝ ΚΟΣΜΟ ΝΑ ΓΙΝΕΤΑΙ ΚΑΛΥΤΕΡΟΣ, ΑΡΧΙΣΕ ΑΠΟ ΤΟΝ ΕΑΥΤΟ ΣΟΥ. ΕΙΝΑΙ Ο ΣΥΝΤΟΜΟΤΕΡΟΣ ΔΡΟΜΟΣ.
Κυριακή 10 Οκτωβρίου 2021
Η ΑΝΑΣΤΑΣΗ ΤΟΥ ΓΙΟΥ ΤΗΣ ΧΗΡΑΣ ΤΗΣ ΝΑΪΝ!
Καθώς πλησίαζαν στην είσοδο της πόλης συνάντησαν μια νεκρική πομπή που μετέφερε ένα νεαρό νεκρό. Ο νεαρός αυτός ήταν ο μονάκριβος γιος μιας μάνας, η οποία ήταν χήρα. Όταν είδε τη σκηνή αυτή ο Κύριος ευσπλαχνίστηκε τη χήρα αυτή και της είπε να μην κλαίει. Ακολούθως προχώρησε προς το νεαρό και αφού ακούμπησε τη σορό, του είπε: «Νεαρέ σε διατάζω να σηκωθείς».
Σάββατο 9 Οκτωβρίου 2021
ΧΑΡΔΑΒΕΛΛΑΣ: ΧΡΩΣΤΑΩ ΤΗ ΖΩΗ ΜΟΥ ΣΤΗΝ ΠΑΝΑΓΙΑ ΕΚΑΤΟΝΤΑΠΥΛΙΑΝΗ- ΜΟΥ ΠΗΡΕ ΤΟΝ ΚΑΡΚΙΝΟ!
Ξυπνάω ένα πρωί με ένα εξόγκωμα στον ουρανίσκο. Λέω δεν είναι κάτι.
Όμως αυτό μεγαλώνει.
Μεγαλώνει επικίνδυνα.
Τότε καταφεύγω στους ειδικούς.
Οι πιθανότητες να ζήσω ελάχιστες.
Μηδαμινές.
Στους ειδικούς των ειδικών. Σε στοματολόγους.
Μόλις με βλέπουν συστήνουν κατευθείαν μαγνητική. Η διάγνωση δείχνει επιθετικό καρκίνο.
Έπρεπε να ξεκινήσω αμέσως τις χημειοθεραπείες.
Αλλά δεν το έκανα.
Περιφρόνησα τον καρκίνο και πήγα αν και δεν είμαι ο άνθρωπος ο θρησκόληπτος, να ζητήσω τη βοήθειά Της.
Πήγα εκεί που κάθε καλοκαίρι πηγαίνω ως παραθεριστής για μπάνια.
Πήγα στην Πάρο.
Μόνο που αυτή τη φορά πήγα προσκυνητής, δεόμενος στην εικόνα Της.
Πήγα στην Παναγία την Εκατονταπυλιανή της Πάρου.
“Παναγία μου βοήθησε με. Πάρε με υπό την Σκέπη Σου” , είπα και ένας λυγμός τράνταξε το στήθος μου.
Βγήκα νιώθοντας την Κραταιά παρουσία.
Και τώρα ξεκινάει το θαύμα :
Όταν έφτασα στον περίβολο της Μονής, με πλησίασε μια Γυναίκα. Ήταν ντυμένη στα μαύρα.
Είχε μαντήλι στο κεφάλι Της.
Μου έδωσε ένα μπουκαλάκι με λάδι.
Πάρτο μου είπε θα σε βοηθήσει.
Είδα το πρόσωπό Της.
Ήταν το πιο γλυκο πρόσωπο που είχα δει.
Μέχρι να βάλω το μπουκάλι στην τσέπη μου είχε εξαφανιστεί. Κατάλαβα ότι ήταν η Παναγία.
Την αναζήτησα παντού. Δεν την είδα πουθενά. Με την βοήθεια Της νίκησα τον καρκίνο.
Ζω.
Της χρωστάω την ζωή μου.
Χρωστάω την ζωή μου στην Παναγία την Εκατονταπυλιανη της Πάρου.
ΟΣΙΟΣ ΠΟΡΦΥΡΙΟΣ: ΘΑ ΕΡΘΟΥΝ ΔΥΣΚΟΛΕΣ ΜΕΡΕΣ!
Αποκαλύψεις και γεγονότα του Αγίου Πορφυρίου από το βιβλίο: «Ο Όσιος Πορφύριος ο Προφήτης – Μαρτυρίες» – Αγιοπαυλίτικο Ιερό Κελλί Αγίων Θεοδώρων – Άγιον Όρος».
Δεν ήμουν καθόλου άνθρωπος θρησκευόμενος και δεν είχα καμία σχέση με την Εκκλησία. Το 1987 άκουσα σε κάποιες συζητήσεις να μιλάνε με ενθουσιασμό για έναν Γέροντα φωτισμένο, σπουδαίο και άλλα διάφορα. Από περιέργεια σκέφτηκα να πάω να τον γνωρίσω, για να έχω προσωπική γνώμη.
Όταν πήγα στο Μήλεσι, όλα μου φάνηκαν παράξενα, διότι πρώτη φορά πήγαινα σε Μοναστήρι και σε Γέροντα. Στο αρχονταρίκι είδα αρκετό κόσμο να περιμένει και έναν ιερέα. Ο ένας έλεγε ότι θα ζητήσει από τον Γέροντα να τους βοηθήσει να αποκτήσουνε παιδιά, ο άλλος έλεγε ότι θα του ζητήσει να θεραπευτεί από την τάδε ασθένεια… κτλ. Εγώ σκέφτηκα πως αυτά δεν ήταν και τόσο σημαντικά, αλλά δεν ήξερα και τι να του πω, όταν θα ερχότανε η σειρά μου.
Όταν πέρασα στο Κελλάκι, του φίλησα το χέρι και του είπα: «Γέροντα, όλοι θέλουνε να τους θεραπεύσεις τις αρρώστιες, να τους λύσεις τα προβλήματα, το ένα, το άλλο… Εγώ δεν θέλω τέτοια πράγματα, δεν θέλω να σώσω το κορμί μου, θέλω να σώσω την ψυχή μου!» Αμέσως έβγαλε μια δυνατή φωνή σαν ένα μικρό παιδί και μαζεύτηκε και έγινε ένα κουβαράκι επάνω στο κρεβάτι του, στη γωνιά. Και να λέει απανωτά: «Ο Θεός ιλάσθητί μοι τω αμαρτωλώ, ο Θεός ιλάσθητί μοι τω αμαρτωλώ…». Εγώ φοβήθηκα πολύ και σκέφτηκα πως είδε όλες μου τις αμαρτίες και τρόμαξε. Την ίδια στιγμή, από τις φωνές, μπήκε μέσα ανήσυχη η ανιψιά του, η γερόντισσα Φεβρωνία, και με ρωτάει:
-Τίποτα, τίποτα…, δεν έκανα τίποτα… Και βγήκα έξω.
Καθώς έφευγα, με πρόλαβε η ανιψιά του και μου είπε: «Κυρία Χρυσούλα, είπε ο Γέροντας να έρθετε επάνω». Παραξενεύτηκα που ξέρανε το όνομά μου και μάλιστα το χαϊδευτικό. Ξαναμπήκα στο Κελλί του, με σταύρωσε, πήρα την ευλογία του και έφυγα…
Ένα πρωινό, μου τηλεφώνησαν από το Μοναστήρι και μου είπανε: «Έλα, έλα, σε θέλει ο Γέροντας, γιατί φεύγει σήμερα για το Άγιον Όρος και δεν θα ξανάρθει. Έλα να πάρεις την ευχή του!».
Αμέσως πήρα μαζί μου ένα φιλικό ζευγάρι και πήγαμε.
Συγκινημένη πήρα την ευχή του, μου ευχήθηκε, με σταύρωσε και τον αποχαιρέτησα. Τον άντρα αυτού του ζευγαριού, τον κύριο Λάζαρο, τον κράτησε μισή ώρα μέσα στο Κελλί του και τον συμβούλευε. Επειδή είχανε κατσίκια, κουνέλια, κότες και βάζανε κηπευτικά, του έλεγε πως να τα προσέχει και πως να τα φροντίζει. Συγκεκριμένα, μεταξύ άλλων του είπε:
«Τα ζώα σου να μην τα «χαλάσεις» ποτέ. Να τα κρατήσεις και να κάνεις και άλλο μαντρί, γιατί έρχονται δύσκολα χρόνια. Θα έρθουν δύσκολες μέρες, γι’ αυτό να τα κρατήσεις, να έχεις το κρέας σου και το γάλα σου. Μετά έχει ο Θεός. Αυτά τα δύσκολα χρόνια δεν θα κρατήσουνε για πολύ. Θα έρθουνε καλύτερες μέρες, καλύτερη ζωή και θα περάσετε πολύ καλά».
ΟΣΙΟΣ ΑΝΔΡΟΝΙΚΟΣ ΚΑΙ ΟΣΙΑ ΑΘΑΝΑΣΙΑ
Οι Όσιοι Ανδρόνικος και Αθανασία η συμβία του έζησαν κατά το έτος 540 μ.Χ. και ήταν σύζυγοι ενάρετοι, που κατάγονταν από την Αντιόχεια της Συρίας. Ήταν εύποροι και ζούσαν σύμφωνα με το θέλημα του Θεού. Ο Ανδρόνικος έκανε το επάγγελμα του αργυραμοιβού στην Αντιόχεια και απόκτησε από τον γάμο αυτό δύο παιδιά, που όμως πέθαναν. Αυτό κατέθλιβε τους δύο γονείς και για να βρουν παρηγοριά κατέφυγαν για προσκύνημα στους Αγίους Τόπους. Από εκεί πήγαν στην Αίγυπτο, όπου με κοινή απόφαση έγιναν μοναχοί και μπήκαν σε μοναστήρι. Ο μεν Ανδρόνικος πήγε στη Μονή του αββά Δανιήλ, η δε γυναίκα του Αθανασία στη γυναικεία Μονή των Ταβεννησιωτών. Εκεί, αφού ασκητικά πέρασαν το υπόλοιπο της ζωής τους, απεβίωσαν ειρηνικά.
Απότμημα του Ιερού Λειψάνου της Οσίας Αθανασίας βρίσκεται στην Ιερά Μονή Κύκκου Κύπρου. Απότμημα του Ιερού Λειψάνου του Αγίου Ανδρόνικου βρίσκεται στην Ιερά Μονή Κύκκου Κύπρου. Η Ορθόδοξη Εκκλησία εορτάζει τη μνήμη του Οσίου Ανδρόνικου και της Οσίας Αθανασίας στις 9 Οκτωβρίου.
https://www.saint.gr
Παρασκευή 8 Οκτωβρίου 2021
ΑΓΙΟΣ ΙΓΝΑΤΙΟΣ Ο ΟΣΙΟΜΑΡΤΥΡΑΣ
Ο Οσιομάρτυρας Ιγνάτιος γεννήθηκε στην Κίο από γονείς ευσεβείς, ενάρετους και φιλόθεους. Ο Όσιος Ιγνάτιος διδάχθηκε από τους γονείς του την αρετή αλλά και από τους δασκάλους του, την Θεόπνευστη γραφή και το ιερό Ευαγγέλιο.
Ο Όσιος ως φρόνιμος νέος στοχάσθηκε ν’ αρνηθεί τον κόσμο και να φορέσει το αγγελικό σχήμα, αλλά η σχέση και η αγάπη των γονέων του και η μεγάλη υπακοή όπου είχε προς αυτούς, τον τραβούσαν πίσω, έως ότου πέθαναν οι γονείς του. Αφού αναπαύθηκαν εν Κυρίω, τότε ο Άγιος βρίσκοντας ευκαιρία πωλεί όλα του τα υποστατικά κα όσα χρήματα έλαβε, τα έδωσε όλα ελεημοσύνη στους φτωχούς, χήρες και ορφανά και μόνο για τρεις ημέρες κράτησε ζωοτροφίαν και ευθύς πήγε εις τον Όλυμπο της Βιθυνίας.
Εκεί ο Άγιος Ιγνάτιος βρήκε το μοναστήρι του Αγίου Αυξεντίου και αμέσως ο τότε ηγούμενος, τον ένδυσε το μέγα και άγιον αγγελικό σχήμα γνωρίζοντας εκ Πνεύματος Αγίου, ότι θα γινόταν σκεύος εκλογής κατά τον μέγα Παύλο και να ομολογήσει το όνομα του Χριστού ενώπιον βασιλέων και τυράννων. Ποιος είναι σε θέση να καταγράψει τις αρετές του και τα μεγάλα κατορθώματα, την άκρα ταπείνωση, τις υπεράνθρωπες νηστείες, αγρυπνίες, αδιάλειπτες προσευχές, τα από κατάνυξη εκχεόμενα (ποταμηδόν) δάκρυα και την μέχρι θανάτου υπακοήν, τους άπειρους πειρασμούς του διαβόλου, της σάρκας τα άτακτα σκιρτήματα και την ματαιότητα του κόσμου.
Ο Άγιος Ιγνάτιος «αρματώθηκε» με την «μάχαιραν του Παναγίου Πνεύματος», δηλαδή τον ζωντανολόγο για να νικήσει τις αρχές και εξουσίες, τους κοσμοκράτορες του σκότους, τα πνεύματα δηλαδή όλα της πονηρίας. Ο Άγιος επιθυμούσε να μαρτυρήσει υπέρ του ονόματος του Χριστού και πάντοτε προσευχόταν στο Θεό με θερμά δάκρυα να αξιωθεί μαρτυρικού τέλους και έλεγε «επιθυμώ αναλύσαι και συν Χριστώ είναι». Είχε τόσο θείο έρωτα ώστε έφθασε σ’ ένα ενθουσιασμό να εξομολογηθεί στον ηγούμενο και πνευματικό του πατέρα ότι επιθυμεί το μαρτυρικό τέλος. Ο ηγούμενος τον εμπόδιζε λέγοντας, «ότι πολλές είναι οι παγίδες του διαβόλου και πρόσεχε παιδί μου καλώς, ότι το μεν πνεύμα πρόθυμο η δε σάρκα ασθενής». Ο Άγιος ακόμη περισσότερο γινόταν ζηλωτής και αποφάσισε να γίνει μιμητής του πάθους του Χριστού, ο οποίος τον αξίωσε να έχει τέλος μαρτυρικό.
Όταν άρχισε ο πόλεμος κατά τω Αγίων εικόνων και εξορίζονταν όσοι τιμούσαν τις ιερές εικόνες (επί Λέοντος Γ’ του Ισαύρου), του Αγίου σφάδαζε και καιγόταν η καρδιά του από τον θείο έρωτα και έλεγε «ιδού καιρός ευπρόσδεκτος, ιδού η μέρα σωτηρίος, ιδού καιρός αρμόδιος να μαρτυρήσω υπέρ του ονόματος του Χριστού και Θεού μου, δια τας αγίας και πανσέπτους εικόνας, ας σφαγώ, ας πνιγώ, ας θυσιάσω την ζωή μου, εμπί το ζην Χριστός και το αποθανείν κέρδος».
Έτσι αφήνει τον ησυχαστικό βίο και την ασκητική ζωή, έρχεται στην πατρίδα του την Κίο και ανταμώνεται με τον αγιώτατον και σοφώτατον επίσκοπον Κίου κύριον Ευστάθιον, άνθρωπο ενάρετο, σοφότατο και διδακτικότατο, πλήρη Πνεύματος Αγίου. Ο Άγιος συναναστράφηκε με τον Άγιο Ευστάθιο και διδάχθηκε απ’ αυτόν τα μεγάλα και υπερφυή μυστήρια της θεολογίας, και άλλα απόρρητα έμαθε από τον Ευστάθιον, ώστε αποφάσισαν και οι δύο να θανατωθούν για τις άγιες εικόνες και να φυλάξουν ακίβδηλη και απαραμείωτη την πατροπαράδοτη πίστη.
Στη συνέχεια ο Άγιο Ευστάθιος έλεγξε τον τύραννο και έφερε αποδείξεις και μαρτυρίες από την θεόπνευστη γραφή, από το ιερόν Ευαγγέλιο και από τις παραδόσεις των Θεοκηρύκτων Αποστόλων ώστε τον έκανε αναπολόγητο.
Ο Άγιος Ιγνάτιος έμεινε στην πατρίδα του την Κίο, νηστεύοντας, αγρυπνών και προσευχόμενος. Κάθε μέρα μεταλάμβανε τα άχραντα μυστήρια, την αθάνατη τροφή της ψυχής για να ενδυναμωθεί πνευματικώς. Αφού δυναμώθηκε πνευματικά πήγε στο Βυζάντιο και παρουσιάσθηκε στον τύραννο Λέοντα κηρύττοντας την αγγελική αλήθεια. Ο Άγιος Ιγνάτιος αφού είπε στον τύραννο όλη την διδασκαλία για τις εικόνες βγάζει παρευθύς μια εικόνα του Σωτήρος Χριστού όπου είχε εγκόλπιο και την ασπαζόταν λέγων «ει τις την εικόνα του Χριστού, και της Θεοτόκου, και των αγίων πάντων δεν προσκυνά σχετικώς είη της αιωνίω αναθέματι». Ο ασεβής Λέων έγινε παράφρονας από τον θυμό του, και προστάζει παρευθύς τους δημίους και τον δέρνουν τόσο σκληρά και απάνθρωπα, ώστε η γη κοκκίνησε από το αίμα του Αγίου. Ο Άγιος χαιρόταν αγαλλόμενος σαν να ήταν καμία πανήγυρις και έλεγε «Δόξα σοι Κύριε ο Θεός μου, ότι ηξίωσάς με ατιμασθήναι υπέρ του ονοματός σου και υπέρ των αγίων εικόνων σου». Έτσι όπως ήταν ο Άγιος ανεπιμέλητος τον έριξαν στην φυλακή και την νύκτα εμφανίζεται ο Δεσπότης Χριστός και του δίνει θάρρος λέγων «μετά σου ειμί, θάρσει, μη φοβού από των αποκτενόντων το σώμα, την δε ψυχήν μη δυναμένων τι ποιήσαι» και βρέθηκε υγιής ο Άγιος. Έμεινε στη φυλακή άσιτος και άποτος σαράντα ημέρες, μόνος με τη θεία χάρη να τον δυναμώνει. Μετά απ’ όλα αυτά του λέγει ο τύραννος «άραγε, ω Ιγνάτιε, εσωφρονίσθης από τας τιμωρίας όπου έλαβες ή μένεις πάλιν εις την πρώτη ισχυρογνωμίαν, και άτεκτον γνώμην σου»; Ο Άγιος με Θαρραλέο φρόνημα και ανδρεία γνώμη είπε προς τον τύραννο «ω βασιλεύ, βέλη νηπίων ελογίσθησαν αι πληγαί σου, όποιον μεγαλύτερον κακόν, ή τιμωρίαν έχεις να κάμης εις εμένα κάμε την, εγώ παντελώς δεν σε φοβούμαι».
Τότε ο Λέων βλέποντας το αμετάθετον της γνώμης του, τον εξόρισε σε ένα ερημονήσι πετρώδες αναμεταξύ Μυτιλήνης και Τενέδου, να μην έχει καμία ανθρώπινη βοήθεια, να αποθάνει από την μεγάλη κακοπάθεια και έλλειψη των αναγκαίων αλλά ο άγιος δοξάζων και ευλογών τον Θεόν, και περιφέρων τα στίγματα του Χριστού στο σώμα του έμεινε εκεί τρεφόμενος με τα άγρια χόρτα της γης, η δε θεία δίκη, δεν πέρασε πολύς καιρός, και τιμώρησε τον Λεόντα και τον έπιασε μια συστροφή εντέρων και τόση σφοδρότατη δυσεντερία, ώστε του σάπησαν όλα του τα έντερα. Έτσι βρήκε φρικτό θάνατο. Μετά από τον Λέοντα έγινε βασιλιάς ο υιός του Κωνσταντίνος ο Κοπρώνυμος. Ο Κωνσταντίνος ο Κοπρώνυμος πρόσταξε όσοι εξορίσθηκαν από τον πατέρα του Λέοντα να παραμείνουν στην εξορία. Έτσι ο Άγιος Ιγνάτιος έμεινε σ’ εκείνο το ερημονήσι χωρίς ανθρώπινη βοήθεια, μόνος με το Θεό. Ο Θεός φώτισε κάποιους ψαράδες όπου πήγαιναν εκεί να ψαρέψουν και γνώρισαν τον Άγιο και του έφερναν παξιμάδια και νερό, διότι ούτε νερό δεν υπήρχε εκεί. Ο Άγιος σ’ αυτό το ερημονήσι από την πολλή κακοπάθεια και από το γήρας ατόνησε και γνώρισε το τέλος της ζωής του και αφού κάλεσε τους ψαράδες τους είπε να φέρουν ένα ιερέα να τον μεταλάβει τα άχραντα μυστήρια, το τίμιο και πανάγιο σώμα του Δεσπότου Χριστού. Οι ψαράδες αμέσως έφεραν ιερέα και τον μετάλαβε τα άχραντα μυστήρια και μετά από λίγη ώρα είπε «Κύριε εις χείρας σου παρατίθημι το πνεύμα μου», εκοιμήθη εν Κυρίω την 8η Οκτωβρίου.
Τον Άγιο του λείψανο το ενταφίασαν ο ιερεύς και οι ψαράδες στον τόπο όπου ασκήτευε ο Άγιος. Κάθε νύχτα οι ψαράδες έβλεπαν ένα ουράνιο φως επάνω στον τάφο του Αγίου. Μετά από καιρό δύο Κιώτες συμπολίτες συγγενείς και φίλοι άκουσαν για την κοίμησή του και πήγαν να πάρουν κανένα μέρος των λειψάνων του δια αγιασμόν της πατρίδος τους. Όταν πήγαν βρήκαν και άλλους χριστιανούς να διαμερίζουν τα άγια λείψανα του Αγίου Ιγνατίου και πήραν και αυτοί τον δεξιό κάλαμο του χεριού με πολλή χαρά να το πάνε στην Κίο.
Κατά την διάρκεια του ταξιδιού έγινε φουρτούνα μεγάλη και αυτοί απελπισμένοι φώναζαν «Άγιε Ιγνάτιε βοήθησον ημίν» και φάνηκε ο Άγιος στην πρύμνη του καϊκιού βαστώντας την εικόνα του Χριστού και είπε προς αυτούς «θαρσείτε, μη φοβείσθε, εγώ ειμί μεθ’ ημών» και ευθύς έπαυσε η φουρτούνα και έγινε γαλήνη μεγάλη και έφθασαν στην Κίο χαρούμενοι.
Αυτοί οι δύο έκρυψαν αυτόν τον θησαυρό σ’ ένα παραθαλάσσιο μαγαζί όπου τώρα είναι ο πάνσεπτος ναός του. Μόλις πέθανε ο Κοπρώνυμος έκτισαν αυτό το μαγαζί πάνσεπτο ναό και έβαλαν εκεί τον πολυτίμητο θησαυρό, ο οποίος πηγάζει ιάματα σ’ αυτούς που προστρέχουν με πίστη και πόθο θερμό, ιατρεύει διάφορα πάθη ανίατα και παύει λοιμικές νόσους.
Στη συνέχεια ο Άγιο Ευστάθιος έλεγξε τον τύραννο και έφερε αποδείξεις και μαρτυρίες από την θεόπνευστη γραφή, από το ιερόν Ευαγγέλιο και από τις παραδόσεις των Θεοκηρύκτων Αποστόλων ώστε τον έκανε αναπολόγητο.
Ο Άγιος Ιγνάτιος έμεινε στην πατρίδα του την Κίο, νηστεύοντας, αγρυπνών και προσευχόμενος. Κάθε μέρα μεταλάμβανε τα άχραντα μυστήρια, την αθάνατη τροφή της ψυχής για να ενδυναμωθεί πνευματικώς. Αφού δυναμώθηκε πνευματικά πήγε στο Βυζάντιο και παρουσιάσθηκε στον τύραννο Λέοντα κηρύττοντας την αγγελική αλήθεια. Ο Άγιος Ιγνάτιος αφού είπε στον τύραννο όλη την διδασκαλία για τις εικόνες βγάζει παρευθύς μια εικόνα του Σωτήρος Χριστού όπου είχε εγκόλπιο και την ασπαζόταν λέγων «ει τις την εικόνα του Χριστού, και της Θεοτόκου, και των αγίων πάντων δεν προσκυνά σχετικώς είη της αιωνίω αναθέματι». Ο ασεβής Λέων έγινε παράφρονας από τον θυμό του, και προστάζει παρευθύς τους δημίους και τον δέρνουν τόσο σκληρά και απάνθρωπα, ώστε η γη κοκκίνησε από το αίμα του Αγίου. Ο Άγιος χαιρόταν αγαλλόμενος σαν να ήταν καμία πανήγυρις και έλεγε «Δόξα σοι Κύριε ο Θεός μου, ότι ηξίωσάς με ατιμασθήναι υπέρ του ονοματός σου και υπέρ των αγίων εικόνων σου». Έτσι όπως ήταν ο Άγιος ανεπιμέλητος τον έριξαν στην φυλακή και την νύκτα εμφανίζεται ο Δεσπότης Χριστός και του δίνει θάρρος λέγων «μετά σου ειμί, θάρσει, μη φοβού από των αποκτενόντων το σώμα, την δε ψυχήν μη δυναμένων τι ποιήσαι» και βρέθηκε υγιής ο Άγιος. Έμεινε στη φυλακή άσιτος και άποτος σαράντα ημέρες, μόνος με τη θεία χάρη να τον δυναμώνει. Μετά απ’ όλα αυτά του λέγει ο τύραννος «άραγε, ω Ιγνάτιε, εσωφρονίσθης από τας τιμωρίας όπου έλαβες ή μένεις πάλιν εις την πρώτη ισχυρογνωμίαν, και άτεκτον γνώμην σου»; Ο Άγιος με Θαρραλέο φρόνημα και ανδρεία γνώμη είπε προς τον τύραννο «ω βασιλεύ, βέλη νηπίων ελογίσθησαν αι πληγαί σου, όποιον μεγαλύτερον κακόν, ή τιμωρίαν έχεις να κάμης εις εμένα κάμε την, εγώ παντελώς δεν σε φοβούμαι».
Τότε ο Λέων βλέποντας το αμετάθετον της γνώμης του, τον εξόρισε σε ένα ερημονήσι πετρώδες αναμεταξύ Μυτιλήνης και Τενέδου, να μην έχει καμία ανθρώπινη βοήθεια, να αποθάνει από την μεγάλη κακοπάθεια και έλλειψη των αναγκαίων αλλά ο άγιος δοξάζων και ευλογών τον Θεόν, και περιφέρων τα στίγματα του Χριστού στο σώμα του έμεινε εκεί τρεφόμενος με τα άγρια χόρτα της γης, η δε θεία δίκη, δεν πέρασε πολύς καιρός, και τιμώρησε τον Λεόντα και τον έπιασε μια συστροφή εντέρων και τόση σφοδρότατη δυσεντερία, ώστε του σάπησαν όλα του τα έντερα. Έτσι βρήκε φρικτό θάνατο. Μετά από τον Λέοντα έγινε βασιλιάς ο υιός του Κωνσταντίνος ο Κοπρώνυμος. Ο Κωνσταντίνος ο Κοπρώνυμος πρόσταξε όσοι εξορίσθηκαν από τον πατέρα του Λέοντα να παραμείνουν στην εξορία. Έτσι ο Άγιος Ιγνάτιος έμεινε σ’ εκείνο το ερημονήσι χωρίς ανθρώπινη βοήθεια, μόνος με το Θεό. Ο Θεός φώτισε κάποιους ψαράδες όπου πήγαιναν εκεί να ψαρέψουν και γνώρισαν τον Άγιο και του έφερναν παξιμάδια και νερό, διότι ούτε νερό δεν υπήρχε εκεί. Ο Άγιος σ’ αυτό το ερημονήσι από την πολλή κακοπάθεια και από το γήρας ατόνησε και γνώρισε το τέλος της ζωής του και αφού κάλεσε τους ψαράδες τους είπε να φέρουν ένα ιερέα να τον μεταλάβει τα άχραντα μυστήρια, το τίμιο και πανάγιο σώμα του Δεσπότου Χριστού. Οι ψαράδες αμέσως έφεραν ιερέα και τον μετάλαβε τα άχραντα μυστήρια και μετά από λίγη ώρα είπε «Κύριε εις χείρας σου παρατίθημι το πνεύμα μου», εκοιμήθη εν Κυρίω την 8η Οκτωβρίου.
Τον Άγιο του λείψανο το ενταφίασαν ο ιερεύς και οι ψαράδες στον τόπο όπου ασκήτευε ο Άγιος. Κάθε νύχτα οι ψαράδες έβλεπαν ένα ουράνιο φως επάνω στον τάφο του Αγίου. Μετά από καιρό δύο Κιώτες συμπολίτες συγγενείς και φίλοι άκουσαν για την κοίμησή του και πήγαν να πάρουν κανένα μέρος των λειψάνων του δια αγιασμόν της πατρίδος τους. Όταν πήγαν βρήκαν και άλλους χριστιανούς να διαμερίζουν τα άγια λείψανα του Αγίου Ιγνατίου και πήραν και αυτοί τον δεξιό κάλαμο του χεριού με πολλή χαρά να το πάνε στην Κίο.
Κατά την διάρκεια του ταξιδιού έγινε φουρτούνα μεγάλη και αυτοί απελπισμένοι φώναζαν «Άγιε Ιγνάτιε βοήθησον ημίν» και φάνηκε ο Άγιος στην πρύμνη του καϊκιού βαστώντας την εικόνα του Χριστού και είπε προς αυτούς «θαρσείτε, μη φοβείσθε, εγώ ειμί μεθ’ ημών» και ευθύς έπαυσε η φουρτούνα και έγινε γαλήνη μεγάλη και έφθασαν στην Κίο χαρούμενοι.
Αυτοί οι δύο έκρυψαν αυτόν τον θησαυρό σ’ ένα παραθαλάσσιο μαγαζί όπου τώρα είναι ο πάνσεπτος ναός του. Μόλις πέθανε ο Κοπρώνυμος έκτισαν αυτό το μαγαζί πάνσεπτο ναό και έβαλαν εκεί τον πολυτίμητο θησαυρό, ο οποίος πηγάζει ιάματα σ’ αυτούς που προστρέχουν με πίστη και πόθο θερμό, ιατρεύει διάφορα πάθη ανίατα και παύει λοιμικές νόσους.
ΑΓΙΑ ΤΑΪΣΙΑ
Η ομορφιά της Αγία Ταϊσίας ήταν από τις σπάνιες. Πλεονέκτημα, που αποβαίνει ολέθριο, όταν δεν είμαστε σε θέση να το διατηρούμε αγνό με το φόβο του Θεού, τη φωτεινή διάκριση, την αδιάλειπτη προσευχή και την ταπεινοφροσύνη.
Δυστυχώς για την Ταϊσία, αυτή που επιβουλεύτηκε την τιμή της ήταν η ίδια η μάνα της. Γυναίκα χυδαία, που ήθελε πολύ πλούτο, και δεν δίστασε να εκμεταλλευτεί την κόρη της για να τον αποκτήσει. Έτσι η Ταϊσία, παρασύρθηκε στο δρόμο της ατιμίας μόλις 17 ετών. Έγινε και η ίδια πλούσια αλλά και πόρνη. Οι τίμιοι άνθρωποι την απεχθάνονταν. Καμιά οικογενειακή πόρτα δεν ήταν ανοικτή γι' αυτήν. Οι ίδιοι οι εκμεταλλευτές της σάρκας της, ποτέ δεν θα την έφερναν να γνωριστεί με τις μητέρες τους και τις αδελφές τους. Διότι είχε καταντήσει ένα αντικείμενο σαρκικής ικανοποίησης και τίποτα περισσότερο.
Τότε η Ταϊσία έπεσε σε θλίψη μεγάλη, αλλά και η Εκκλησία μπορεί να έχασε ένα πρόβατο, όμως δεν έπαψε να το αναζητεί. Όταν λοιπόν ο Παφνούτιος από τη Σιδώνα έμαθε την ψυχική της κατάσταση, προσευχήθηκε και αποφάσισε να εργαστεί για την ψυχή της. Και δεν αστόχησε. Την επισκέφθηκε και με τη χάρη του Θεού πέτυχε το θαύμα! Καυτά δάκρυα μετανοίας κύλησαν στα μάγουλα της Ταϊσίας. Πέταξε όλα της τα πλούτη στη θάλασσα, διότι το τίμημα της ατιμίας δεν άξιζε να χρησιμοποιηθεί στο Ιερό έργο της ελεημοσύνης.
Από τότε έζησε φτωχά, αλλά πλούσια σε πίστη, σε μετάνοια, σε σωφροσύνη, σε προσευχή, σε υπακοή, σε ταπείνωση και καλοσύνη. Έγινε δεκτή σε ευσεβή όμιλο γυναικών και πέθανε φροντίζοντας αρρώστους και ανήμπορους ανθρώπους. Η Ορθόδοξη Εκκλησία εορτάζει τη μνήμη της Οσίας Πελαγίας στις 8 Οκτωβρίου.
https://www.saint.gr
Πέμπτη 7 Οκτωβρίου 2021
ΟΣΙΟΣ ΘΕΟΦΑΝΗΣ Ο ΕΓΚΛΕΙΣΤΟΣ: ΟΛΟΙ ΟΙ ΧΡΙΣΤΙΑΝΟΙ ΘΕΛΟΥΝ ΝΑ ΠΑΝΕ ΣΤΟΝ ΠΑΡΑΔΕΙΣΟ!
Άγιος Θεοφάνης ο Έγκλειστος: Ὅλοι οἱ χριστιανοί θέλουν νά πᾶνε στόν Παράδεισο, δέν θέλουν ὅμως ὅλοι ν΄ ἀγωνιστοῦν γιά τόν παράδεισο...δέν φτάνει νά ἐπιθυμεῖς τή σωτηρία. Γιά νά ἐκπληρώσεις τήν ἐπιθυμία σου, χρειάζεται ἀγώνας.
ΟΣΙΟΣ ΙΑΚΩΒΟΣ ΤΣΑΛΙΚΗΣ: ΘΑ ΔΩΣΟΥΜΕ ΓΙΑ ΟΛΑ ΛΟΓΟ!
Άγιος Ιάκωβος Τσαλίκης: Είδα, παιδί μου, ότι όλη μας η ζωή, έργα, λόγια, σκέψεις είναι γραμμένα, θα δώσουμε για όλα λόγο.
ΓΕΡΩΝ ΕΦΡΑΙΜ ΑΡΙΖΟΝΑΣ: Ω ΜΕΤΑΝΟΙΑ! ΤΙ ΜΕΓΑΛΟ, ΤΙ ΕΥΛΟΓΗΜΕΝΟ ΔΩΡΟ ΤΟΥ ΘΕΟΥ ΣΤΟΝ ΑΝΘΡΩΠΟ!
Γέρων
Εφραίμ Αριζόνας: Ω μετάνοια! Τι μεγάλο, τι ευλογημένο δώρο του Θεού στον
άνθρωπο! Ξέρεις τι είναι, οποιαδήποτε ώρα, οποιαδήποτε στιγμή θελήσεις, να
υποχρεώνεις τον Θεό να σου λευκάνει το ποινικό μητρώο;
Φανταστείτε κάποιον εγκληματία με βεβαρημένο το ποινικό του, να έχει διαπράξει ένα σωρό εγκλήματα. Και σε κάποια στιγμή, να κάνει μια κίνηση που να υποχρεώνει τον δικαστή να του κάνει χάρη και να του λευκάνει το ποινικό μητρώο.
Τετάρτη 6 Οκτωβρίου 2021
ΑΓΙΟΣ ΙΩΑΝΝΗΣ Ο ΧΡΥΣΟΣΤΟΜΟΣ: ΕΧΕΙΣ ΑΜΑΡΤΙΕΣ; ΜΗΝ ΑΠΕΛΠΙΖΕΣΑΙ;
Γιατί η μετάνοια είναι το φάρμακο κατά των αμαρτημάτων είναι η προς τον Θεόν παρρησία, είναι όπλο κατά του διαβόλου, είναι η μάχαιρα πού του κόβει το κεφάλι, είναι η ελπίδα της σωτηρίας, είναι η αναίρεση της απογνώσεως.
Η μετάνοια μάς ανοίγει τον ουρανό και μάς εισάγει στον Παράδεισο. Γι’ αυτό (σου λέω), είσαι αμαρτωλός; μην απελπίζεσαι. Ίσως βέβαια αναλογιστείς. Μα τόσα έχω ακούσει στην Εκκλησία και δεν τα ετήρησα. Πώς να εισέλθω και πάλι και πώς και πάλι να ακούσω; Μα γι’ αυτό ακριβώς πρέπει να εισέλθεις επειδή, όσα άκουσες δεν τα ετήρησες. Να τα ξανακούσεις, λοιπόν, και να τα τηρήσεις. Εάν ο ιατρός σου βάλει φάρμακο στην πληγή σου και παρά ταύτα δεν καθαρίσει, την επομένη ημέρα δεν θα σου ξαναβάλει πάλι; Μη ντρέπεσαι, λοιπόν, να ξαναέλθεις στην Εκκλησία. Να ντρέπεσαι όταν πράττεις την αμαρτία. Η αμαρτία είναι το τραύμα και η μετάνοια το φάρμακο.
Αν, λοιπόν, έχεις παλιώσει σήμερα από την αμαρτία, να ανακαινίσεις τον εαυτό σου με τη μετάνοια. Και είναι δυνατό, μπορεί να πει κανείς να σωθώ, αφού μετανοήσω; Και βέβαια είναι. Μα, όλη τη ζωή μου την πέρασα μέσα στις αμαρτίες, και εάν μετανοήσω θα βρω τη σωτηρία; Και βέβαια. Από που γίνεται αυτό φανερό; Από τη φιλανθρωπία του Κυρίου σου… Γιατί η φιλανθρωπία του Θεού δεν έχει μέτρο. Και ούτε μπορεί να ερμηνευτεί με λόγια η πατρική Του αγαθότητα.
Σκέψου μια σπίθα πού έπεσε μέσα στη θάλασσα, μήπως μπορεί να σταθεί εκεί ή να φανεί; Όση σχέση έχει, λοιπόν, μια σπίθα με το πέλαγος, τόση σχέση έχει η αμαρτία σου σε σύγκριση με τη φιλανθρωπία του Θεού. Και καλύτερα, θα έλεγα, όχι τόση, άλλα πιο πολλή. Γιατί το πέλαγος, ακόμη και αν είναι απέραντο, έχει όριο, μέτρο και σύνορα.
Η φιλανθρωπία όμως του Θεού είναι απεριόριστη. Γι’ αυτό σου επαναλαμβάνω. Είσαι αμαρτωλός; Μην απελπίζεσαι».
ΑΓΙΟΣ ΜΑΚΑΡΙΟΣ Ο ΝΕΟΣ ΟΣΙΟΜΑΡΤΥΡΑΣ
Απροσδόκητα ο πατέρας του αρνήθηκε τον Χριστό και πήγε στην Προύσα. Όταν κάποτε ο Μανουήλ πήγε και αυτός στην Προύσα, συνελήφθη από τον πατέρα του, που τον οδήγησε στον κριτή με την ψευδή κατηγορία, ότι δήθεν ο Μανουήλ υποσχέθηκε ότι θα γίνει Τούρκος. Παρά τις αντιρρήσεις του Μανουήλ, οι Τούρκοι, αφού τον έδειραν, του έκαναν περιτομή με τη βία. Μετά από λίγες ημέρες ο Μανουήλ κατάφερε και έφυγε για το Άγιον Όρος. Εκεί στη Σκήτη της Αγίας Άννας, εκάρη μοναχός με το όνομα Μακάριος.
Τρίτη 5 Οκτωβρίου 2021
Π. ΔΙΟΝΥΣΙΟΣ ΤΑΤΣΗΣ: ΤΟ ΡΑΣΟΦΟΡΕΙΝ ΕΙΝΑΙ ΕΠΑΓΓΕΛΜΑ;
Ἡ ἀπάντηση στὸ ἐρώτημα τοῦ τίτλου ποικίλλει, ἀνάλογα μὲ τὸν ἄνθρωπο ποὺ ἀπαντάει. Οἱ περισσότεροι λένε ὅτι εἶναι ἐπάγγελμα, ἀφοῦ οἱ κληρικοὶ εἶναι μισθωτοί τοῦ δημοσίου, ἀγνοοῦν ὅμως τί ἐννοοῦμε ὅταν λέμε ἐπάγγελμα καὶ τί ὅταν λέμε διακονία καὶ λειτούργημα. Ὑπάρχει οὐσιώδης διαφορά. Καὶ ὁ λειτουργὸς πληρώνεται, ἀλλὰ δὲν εἶναι ἐπαγγελματίας. Ἐργάζεται ἀδιάκοπα. Δὲν στοχεύει στὴν αὔξηση τῶν ἐσόδων του. Εἶναι ἐθελοντής. Τὸ ρασοφορεῖν εἶναι πολὺ πέρα καὶ πάνω ἀπὸ τὸ ἐπάγγελμα. Ἂς δοῦμε τὴ μεγάλη διαφορά.
Τὸ ἐπάγγελμα ἔχει συγκεκριμένες ὧρες καθημερινῆς ἐργασίας καὶ ὑποχρεώσεις ποὺ ἰσχύουν κατὰ τὸ χρόνο ποὺ ἀσκεῖται. Τὰ δύο τρίτα τοῦ εἰκοσιτετραώρου ὁ κάθε ἐπαγγελματίας εἶναι ἐλεύθερος γιὰ ὁποιαδήποτε ἄλλη ἐπιλογή, χωρὶς καμιὰ δέσμευση. Ὑπάρχουν ἐπίσης ἐπαγγέλματα ποὺ ἀπαιτοῦν εἰδικὴ στολὴ ἀπὸ τοὺς ἐργαζομένους. Εἶναι οἱ ἀξιωματικοί, οἱ ἀστυνομικοί, οἱ πυροσβέστες, οἱ ὑγειονομικοί, οἱ ἀνώτεροι δικαστικοὶ κλπ. Ἡ στολὴ δίνει λάμψη καὶ ὑπενθυμίζει τὰ καθήκοντα αὐτῶν ποὺ τὴ φοροῦν καὶ τὶς ὑποχρεώσεις τῶν ὑφισταμένων τους. Χωρὶς τὴ στολὴ δὲν ἰσχύει τίποτα. Παύουν τὰ καθήκοντα καὶ οἱ ἐργαζόμενοι ξανοίγονται σὲ χώρους τῆς ἐπιλογῆς τους. Φεύγοντας ἀπὸ τὸ χῶρο ἐργασίας, ἀδιαφοροῦν γιὰ καθετὶ ποὺ ἔχει σχέση μὲ τὸ ἐπάγγελμα. Καὶ βέβαια, ὅταν συνταξιοδοτηθοῦν, παύει κάθε ἐπαγγελματικὴ ὑποχρέωση.
Ἀντίθετα, ὁ ἱερέας εἶναι ἰσόβιος ρασοφόρος. Ὅσο ζεῖ, φορεῖ τὸ ράσο. Καὶ ὅταν ἀπὸ ἀνώτερη βία δὲν τὸ φορεῖ, ἔχει τὴν αἴσθηση ὅτι εἶναι γυμνὸς καὶ ντρέπεται. Δὲν θέλει νὰ τὸν βλέπουν οἱ ἄνθρωποι μὲ πολιτικὰ ἐνδύματα. Ἡ αἴσθηση αὐτὴ τὸν ἀκολουθεῖ μέχρι τὴν τελευταία του πνοή. Ἡ συνταξιοδότησή του δὲν ἀλλάζει τίποτα. Καὶ ὅταν ὑπάρχουν δυνάμεις, σωματικὲς καὶ πνευματικές, συνεχίζει τὰ ἱερατικά του καθήκοντα ὡς φυσικὴ συνέχεια.
Ὁ ἱερέας δὲν ἔχει ὧρες ἐργασίας. Εἶναι πάντα σὲ ἐπιφυλακὴ καὶ ἡ προθυμία του γιὰ προσφορὰ παραμένει πάντα ἀμείωτη. Ὅπου νὰ πάει εἶναι διακριτός. Οἱ περισσότεροι ἄνθρωποι τὸν προσέχουν μὲ αὐξημένη περιέργεια. Μοιάζει μὲ πόλη ποὺ εἶναι χτισμένη στὸ βουνό. Ἡ παρουσία του στὴν ἀγορὰ ἐντυπωσιάζει καὶ γίνεται ἀντικείμενο σχολιασμοῦ. Ἄλλοι τὸν ἐπαινοῦν καὶ ἄλλοι τὸν κατηγοροῦν.
Ὁ συνειδητὸς καὶ ἄξιος ἱερέας εἶναι ἄγρυπνος φύλακας τῆς πίστεως, ἀκούραστος διακονητὴς καὶ ζηλωτὴς καὶ δὲν λέει ποτέ ὄχι στὰ αἰτήματα τῶν ἐνοριτῶν του, ἀλλὰ καὶ τῆς εὐρύτερης περιοχῆς, ὅταν ἐργάζεται σὲ πόλη. Τὸ ἔργο του ὅμως μερικὲς φορὲς ἐπισκιάζεται ἀπὸ τὰ «κατορθώματα» ἀναξίων ἱερέων, ποὺ δύσκολα ἀντιμετωπίζονται. Ὁ Φώτης Κόντογλου, ἀναφερόμενος στοὺς ἀνάξιους κληρικούς, τονίζει: «Πάντα, σὲ κάθε ἐποχή, ὑπῆρχαν οἱ ἀνάξιοι κληρικοί, κοντὰ στοὺς ἁγίους ρασοφόρους. Ἀλλὰ σήμερα τὸ πρᾶγμα ἐχειροτέρεψε κατὰ πολύ. Μιὰ ἀπὸ τὶς πολλὲς αἰτίες αὐτῆς τῆς θλιβερῆς καταστάσεως εἶναι τὸ ὅτι γίνονται συχνὰ κληρικοὶ κάποιοι ἄνθρωποι ποὺ δὲν ἔχουν κλίση στὴ θρησκεία καὶ ποὺ γι’ αὐτοὺς τὸ ρασοφορεῖν εἶναι ἕνα ἐπάγγελμα. Ὁ ἱερεὺς ὄχι μοναχὰ πρέπει νὰ ἔχει κλίση στὴ θρησκεία, ἀλλὰ νὰ φλέγεται ἀπὸ πίστη καὶ ἀγάπη πρὸς τὰ θεῖα, νὰ εἶναι «τῷ πνεύματι ζέων», ὅπως λέει ὁ Εὐαγγελιστὴς Λουκᾶς. Καὶ νὰ τελεῖ τὴ θείαν μυσταγωγία μὲ τέτοια κατάνυξη, ποὺ πολλὲς φορὲς νὰ δακρύζει μπροστὰ στὴν Ἁγία Τράπεζα, ἱερουργώντας μὲ φόβο καὶ μὲ τρόμο. Ἐνῷ πολλοὶ ἀπὸ τοὺς σημερινοὺς ρασοφόρους, ἀντὶ ἡ εὐσέβειά τους καὶ ἡ κατάνυξή τους νὰ συνεπάρει τοὺς ἐκκλησιαζόμενους, τοὺς παγώνει ἡ ἀτονία, ἡ ἀδιαφορία καὶ ἡ ψυχρότητα, μὲ τὴν ὁποία ἐκτελοῦν τὶς ἱεροτελεστίες».
Ρασοφόροι ὅμως δὲν εἶναι μόνο οἱ κληρικοί. Εἶναι καὶ οἱ ἀξιοθαύμαστοι μοναχοὶ καὶ μοναχές, ποὺ εἶναι ἀφοσιωμένοι στὸ Θεό, τηροῦν τὴν παράδοση τῆς Ἐκκλησίας καὶ πάντα ἀποφεύγουν τὸν οὐ κατ’ ἐπίγνωσιν ζῆλο, ἀλλὰ καὶ τὶς τυφλὲς ὑπερβολές, οἱ ὁποῖες ἀποδεικνύουν τὴν ἀπουσία τῆς ταπείνωσης καὶ τῆς γενικῆς ἀγάπης πρὸς τοὺς ἀδελφούς. Οἱ μοναχοὶ δὲν ξεχνοῦν τὴν ἀποστολή τους καὶ δὲν γίνονται ἀνεύθυνοι διδάσκαλοι καὶ φαντασιόπληκτοι «προφῆτες». Μελετοῦν τὸ λόγο τοῦ Θεοῦ, τηροῦν τὶς τρεῖς βασικὲς ἀρετές, παρθενία, ἀκτημοσύνη καὶ ὑπακοὴ καὶ δὲν ἀσχολοῦνται μὲ κοσμικὲς ὑποθέσεις.
Τὸ ρασοφορεῖν λοιπὸν δὲν εἶναι ἐπάγγελμα. Εἶναι σύμβολο ἀφοσίωσης στὸ Θεὸ καὶ ταπεινὴ διακονία πρὸς τὸν πλησίον.
Ορθόδοξος Τύπος
ΟΣΙΑ ΜΕΘΟΔΙΑ ΤΗΣ ΚΙΜΩΛΟΥ
Η Οσία Μεθοδία της Κιμώλου γεννήθηκε στο νησί Κίμωλος στις 10 Νοεμβρίου 1865 μ.Χ., από γονείς ευσεβείς. Ο πατέρας της ονομαζόταν Ιάκωβος Σάρδης και η μητέρα της Μαρία. Είχαν τρεις γιους και πέντε θυγατέρες, από τις όποιες η δεύτερη ήταν η Ειρήνη η μετέπειτα Μεθοδία.
Η Αγία από μικρή είχε κλίση προς τα θεία και πάντα σύχναζε στην Εκκλησία. Όταν ήλθε σε κατάλληλη ηλικία, για να μη λυπήσει τους γονείς της, παντρεύτηκε έναν ναυτικό στο επάγγελμα. Αν και παντρεμένη, ο ζήλος της προς την εκκλησία παρέμεινε αμείωτος. Κάποτε όμως ο άντρας της, σε κάποιο του ταξίδι, ναυάγησε κοντά στη Μικρά Ασία και δεν ξαναγύρισε στην Κίμωλο. Τότε η Ειρήνη έγινε μοναχή στο ναό της Παναγίας της Οδηγήτριας στην Κίμωλο, από τον τότε Αρχιεπίσκοπο Σύρου Μεθόδιο μετονομασθείσα αντί Ειρήνης, Μεθοδία. Η χαρά της ήταν μεγάλη και ακολούθησε τα ευαγγελικά προστάγματα του Κυρίου με όλη της την ψυχή. Οι ασκητικοί της αγώνες ήταν μεγάλοι και αποτελούσε ζωντανό παράδειγμα για όλους. Η φήμη της μεγάλης της αρετής διαδόθηκε παντού και πλήθος γυναικών πήγαιναν να τη συναντήσουν, προκειμένου να βρουν πνευματικό καταφύγιο και λιμάνι από τις τρικυμίες της ζωής. Ο λόγος της Αγίας ήταν δροσιά και ίαμα στις ταλαιπωρημένες ψυχές. Επίσης η Μεθοδία, εκτός των άλλων χαρισμάτων, αξιώθηκε από τον Θεό και το χάρισμα να κάνει θαύματα.
Έτσι άγια αφού έζησε σ' όλη της τη ζωή, απεβίωσε ειρηνικά την Κυριακή 5 Οκτωβρίου 1908 σε ηλικία 43 ετών. Το μεγαλύτερο μέρος των Ιερών Λειψάνων της Αγίας βρίσκονται στο Ναό Οδηγητρίας Κιμώλου. Η Ορθόδοξη Εκκλησία εορτάζει τη μνήμη της Οσίας Μεθοδίας στις 5 Οκτωβρίου.
https://www.saint.gr
Δευτέρα 4 Οκτωβρίου 2021
ΟΣΙΟΣ ΘΕΟΔΩΡΟΣ ΤΑΜΑΣΟΥ
Ο Όσιος Θεόδωρος έζησε
τον πρώτο αιώνα μ.Χ. Κι είναι ένας από τη μικρή εκείνη ιεραποστολική ομάδα, -
οι άλλοι είναι οι άγιοι Ηρακλείδιος και Μνάσων - που με κατοικία και ορμητήριο
τους μια σπηλιά στην πολυάνθρωπη Ταμασό, ανέλαβαν πρώτοι να διαλύσουν τα βαθιά
σκοτάδια της ειδωλομανίας, και στη θέση τους να υψώσουν το σωστικό φως του
Χριστού, το ιλαρό φως της νέας ζωής.
Πατρίδα του είχε τη μεγάλη πολιτεία της Ταμασού, που η φήμη της τότε απλωνόταν και πέρα από την Ελληνική αυτή γωνιά εξ αίτιας του περίφημου χαλκού της και των πλουσίων σε τούτο το πολύτιμο εύρημα μεταλλείων της. Οι γονείς του ήταν ειδωλολάτρες. Ο πατέρας του μάλιστα είχε ως έργο την αγαλματοποιία. Κατασκεύαζε αγάλματα θεών, τα οποία, όταν μεγάλωσε ο γιος του Θεωνάς - αυτό ήταν τ' όνομα του πριν να βαπτισθεί - τα έπαιρνε και τα πωλούσε στην αγορά κι από τα χρήματα που έπαιρναν αποζούσαν.
Στη νεανική ηλικία βρίσκουμε τον Θεωνά να' ναι συνδεδεμένος στενά με τον Μνάσωνα, που ο Ευαγγελιστής Λουκάς στο βιβλίο του Πράξεις των Αποστόλων αποκαλεί «ἀρχαῖον μαθητήν». Με τον Μνάσωνα μάλιστα είχαν αναλάβει κι ένα ταξίδι στη Ρώμη για να λύσουν κάποιες διαφορές που είχαν δημιουργηθεί μεταξύ των ειδωλολατρών του Πολιτικού και του χωρίου Πέρα ποιος από τους ψευδώνυμους θεούς τους ήτο μεγαλύτερος. Εκεί στην πρωτεύουσα της ρωμαϊκής αυτοκρατορίας, που ήταν και το κέντρο του ειδωλολατρικού κόσμου, οι δύο φίλοι γνωρίστηκαν με μερικούς αποστόλους από τους εβδομήκοντα. Ποίοι ήσαν αυτοί οι απόστολοι δεν γνωρίζουμε. Αυτό που γνωρίζουμε από την ακολουθία του οσίου είναι, πώς οι δύο Κύπριοι ταξιδιώτες είχαν έρθει σε ιδιαίτερη επαφή μ' αυτούς. Στις συναντήσεις που ακολούθησαν οι απόστολοι μίλησαν στους δύο φίλους για την καινούργια πίστη. Η διψασμένη για την αλήθεια ψυχή τους δεν χόρταινε ν' ακούει τον λόγο για τον Ιησού τον Ναζωραίο. Αύτη η δίψα τους έκανε να εγκαταλείψουν πολύ γρήγορα τη μεγάλη πόλη Ρώμη, κι αντί να γυρίσουν στην πατρίδα τους, την Κύπρο, να τραβήξουν στα Ιεροσόλυμα. Πήγαν εκεί για να συναντήσουν τον κορυφαίο απ' τους αποστόλους, τον Πέτρο, έτσι τους τον είπαν, και τον αγαπημένο μαθητή του Χριστού, τον Ιωάννη τον Θεολόγο και Ευαγγελιστή. Η αγάπη του Θεού ευλόγησε τον πόθο τους κι αντάμειψε την αγαθή διάθεσή τους. Στην Άγια Πόλη, την Ιερουσαλήμ, συνήντησαν πραγματικά τους δύο αποστόλους κι από αυτούς άκουσαν ότι ζητούσαν. Από τους αυτόπτες τούτους μαθητές κι αυτήκοους μάρτυρες του Ιησού έμαθαν «καταλεπτῶς» τα περιστατικά γύρω από τη Γέννηση του Θείου Βρέφους, το μεγάλωμα και τη Βάπτιση του στον Ιορδάνη ποταμό. Πληροφορήθηκαν ακόμη σχετικά τίνα για το έργο του, τη διδασκαλία και τα Θαύματα του, κι επίσης για την εκούσια Σταύρωση, την εκ νεκρών Ανάσταση, κι υστέρα από σαράντα μέρες Ανάληψη του στους ουρανούς. Επίσης απ' τους ιερούς αποστόλους έμαθαν, πως ο Ιησούς θα ξανάρθει κάποτε, για να κρίνει ζώντας και νεκρούς. Να τιμωρήσει τους κακούς και να βραβεύσει τους καλούς κι ενάρετους. Όλα αυτά οι δύο προσήλυτοι τα παρακολούθησαν με πολλή λαχτάρα. Κι αφού δέχτηκαν στο τέλος και το βάπτισμα, αναχώρησαν για την Κύπρο, για να συναντήσουν εδώ τους αποστόλους Παύλο και Βαρνάβα και Μάρκο και τον οπαδό τους τον Ηρακλείδιο, που είχαν ήδη κατηχήσει και βαπτίσει. Οι δύο νεοφώτιστοι χριστιανοί χαίροντες και αγαλλόμενοι για την ευλογημένη συνάντηση με τους Αποστόλους και τον άγιο Ηρακλείδιο αντάλλαξαν μαζί τους χαιρετισμό αγάπης και παρέμειναν κοντά τους.
Λίγες μέρες μετά τη συνάντηση οι απόστολοι αναχώρησαν για την Πάφο. Τότε,
σύμφωνα με το συναξάρι του οσίου, ο μεν άγιος Μνάσων έμεινε μαζί με τον δάσκαλο
του, τον άγιο Ηρακλείδιο, ο δε όσιος Θεόδωρος αποχωρίστηκε κι απ' τους δύο, κι
έζησε μια ασκητική ζωή.
Για τριάντα οκτώ χρόνια ο ιερός αθλητής πάλεψε έχοντας σαν κανόνα την αυστηρή
εγκράτεια, στήριγμα την αδιάλειπτη προσευχή, περικεφαλαία την ταπεινοφροσύνη
και σκοπό του την επικράτηση της βασιλείας του Χριστού στην αγαπημένη του πατρίδα.
Όταν έφτασε η ώρα ν' αφήσει την πρόσκαιρη τούτη ζωή, ο άγιος προαισθάνθηκε τον
θάνατο του, κάλεσε κοντά του τον Ροδώνα, ένα από την Ιεραποστολική ομάδα και
τρίτο κατά σειρά επίσκοπο της αρχαίας Ταμασού, και του ανέθεσε να συγγράψει τα
έργα του αγίου Ηρακλειδίου και του Μνάσωνος για οικοδομή των πιστών. Σ' αυτόν
παρέδωκε κι ο ίδιος τα απομνημονεύματα που είχε γράψει μέχρι της ημέρας εκείνης
για τους δύο αγίους. Ύστερα φώναξε κοντά του μερικά απ' τα πνευματικά του
παιδιά, τα νουθέτησε, τα στήριξε με την τελευταία διδασκαλία του και γαλήνιος
παρέδωκε τη μακάρια ψυχή του στα χέρια του Θεού στις 4 του Οκτώβρη.
https://www.saint.gr
ΟΣΙΟΣ ΙΩΑΝΝΗΣ Ο ΛΑΜΠΑΔΙΣΤΗΣ
Ο Όσιος Ιωάννης ο Λαμπαδιστής έζησε τον 10ο αιώνα μ.Χ και καταγόταν από το χωριό Λαμπαδού της Κύπρου, που βρισκόταν κοντά στην κωμόπολη Γαλάτη. Οι γονείς του Κυριάκος ιερέας και Άννα πρεσβυτέρα ήταν άνθρωποι πολύ ευσεβείς και πλούσιοι και ο Ιωάννης ήταν το μονάκριβο παιδί τους. Κι αυτό το απέκτησαν υστέρα από θερμές κι εγκάρδιες προς τον Κύριο προσευχές. Γι' αυτό και τον αγαπούσαν πολύ κι από μικρό τον ανέθρεψαν με το γάλα της αυστηρής χριστιανικής πίστεως. Στη μελέτη και την εκμάθηση των ιερών γραμμάτων ο Ιωάννης ξεπερνούσε όλους τους συνομηλίκους του. Όλοι θαύμαζαν την εξυπνάδα, αλλά και τη φιλομάθεια του.
Κάποια μέρα που ο νεαρός Ιωάννης έκοψε ένα τσαμπί ώριμο σταφύλι και το έφερε στο σπίτι πριν από τις 6 Αυγούστου - που οι χριστιανοί συνήθιζαν να παίρνουν σταφύλια στην εκκλησία, για να διαβάζονται κι ύστερα να τα τρώνε -, τιμωρήθηκε από τον ευλαβή και τυπικό ιερέα πατέρα του με μια αυστηρή παρατήρηση κι ένα ράπισμα. Ο Ιωάννης, που έκοψε το σταφύλι όχι για να το φάει, άλλα για να δείξει στον πατέρα τη θεϊκή ευλογία με την άφθονη καρποφορία, δέχτηκε την τιμωρία αδιαμαρτύρητα. Ύστερα αφού προσευχήθηκε θερμά, και με δάκρυα, πήγε κι έβαλε το τσαμπί στο μέρος από το οποίο το έκοψε. Και το θαύμα έγινε. Το τσαμπί κόλλησε στην κληματόβεργα, ωσάν να μη κόπηκε ποτέ. Έτσι τιμά ο Θεός εκείνους που τον σέβονται και τον αγαπούν.
Όταν ο Ιωάννης έγινε 18 χρόνων, οι γονείς του, που δεν κατάλαβαν ακόμη τους ανώτερους κι ευγενέστερους εσωτερικούς πόθους του παιδιού τους, τον πίεσαν να μνηστευθεί μια πλούσια κόρη. Η επιθυμία τους να δουν το οικογενειακό τους δένδρο να συνεχίζεται τους έκαμε να λησμονήσουν το τάμα τους. Το τάμα που έκαμαν, ν' αφιερώσουν το παιδί τους στον Θεό. Η απαίτηση των γονιών να τον μνηστεύσουν, μα κι ο αγνός πόθος του νέου να ασκητέψει και να ζήσει μια ζωή τέλειας αφιέρωσης δημιούργησαν στην ψυχή του μια σύγκρουση. Κουρασμένος και στενοχωρημένος ο νέος από την πάλη που διεξαγόταν στην καρδιά του κατέφυγε στην προσευχή. Γονάτισε και με πόνο ψυχής ζήτησε τον φωτισμό του Αγίου Πνεύματος. Ξαφνικά, τη στιγμή που γονατιστός παρακαλούσε να του φανερώσει ο Θεός το θέλημα του, άκουσε μια φωνή μέσα του να του λέει:
«Ὁ φιλῶν πατέρα ἢ μητέρα ὑπὲρ ἐμὲ οὐκ ἐστί μου ἄξιος, καὶ ὁ φιλῶν υἱὸν ἢ θυγατέρα ὑπὲρ ἐμὲ οὐκ ἐστί μου ἄξιος, καὶ ὃς οὐ λαμβάνει τὸν σταυρὸν αὐτοῦ καὶ ἀκολουθεῖ ὀπίσω μου, οὐκ ἐστί μου ἄξιος». (Ματθ. Γ’, 37-38). Δηλαδή εκείνος που αγαπά τον πατέρα ή τη μητέρα του πιο πολύ από μένα, αυτός δεν είναι άξιος να λέγεται οπαδός μου. Και εκείνος που αγαπά τον γιο του ή την κόρη του πιο πολύ από μένα, κι αυτός πάλι δεν είναι άξιος να λέγεται οπαδός μου. Μα κι όποιος δεν παίρνει σταθερή την απόφαση να υποστεί κάθε ταλαιπωρία κι αυτόν ακόμη τον σταυρικό θάνατο για την πίστη του σε μένα και δεν με ακολουθεί σαν αρχηγό κι υπόδειγμα του, κι αυτός δεν είναι άξιος για μένα.
Ύστερα από τα λόγια της φωνής ο Ιωάννης σηκώθηκε κι έτρεξε στην κόρη. Με ειλικρίνεια κι αγάπη της φανέρωσε τον πόθο του. Τον πόθο να ζήσει παρθενική ζωή. Αφού της ανακοίνωσε την επιθυμία του, πρότεινε το ίδιο και σ' αυτήν. Η κόρη όμως δεν δέχθηκε κι έτσι η μνηστεία διαλύθηκε.
Οι γονείς της κόρης, που θεώρησαν το πράγμα προσβολή, θέλησαν να εκδικηθούν. Μια σατανοκίνητη ψυχή, ένας μάγος, προσφέρθηκε να τους βοηθήσει. Χωρίς να φανερώσουν τις διαθέσεις τους και προσποιούμενοι τους φίλους κάλεσαν τον Ιωάννη σε γεύμα μαζί με τον πατέρα του. Στο φαγητό, που παρέθεσαν στον νέο, έβαλαν κάποιο δηλητήριο. Στα μεταλλεία της περιοχής είναι γνωστό το δηλητήριο τούτο και σήμερα. Όταν φάγει κανείς λίγο απ' το φαΐ, που παρασκευάζεται με το είδος αυτό, χάνει το φως του. Αν φάγει περισσότερο, πεθαίνει.
Ο Ιωάννης, νέος, εγκρατής, έφαγε μόνο λίγο από το φαγητό με αποτέλεσμα να τυφλωθεί. Τα γαλανά του μάτια μέσα στα οποία καθρεφτιζόταν η καλοσύνη κι η απλότητα της αγνής καρδίας του, σκοτείνιασαν για πάντα. Έχασαν το γλυκύ και ζωογόνο φως. Αφού ο Ιωάννης συγχώρησε όλους όσους τον έβλαψαν, πήρε τον πιστό του υπηρέτη, που είχε κι αυτός το όνομα Ιωάννης, κι έφυγαν για τη Μαραθάσα. Εκεί, απέναντι από τον Καλοπαναγιώτη και στο μέρος όπου οι απόστολοι Βαρνάβας και Παύλος είχαν βαπτίσει κατά μια παράδοση τον Άγιο Ηρακλείδιο, ήταν η Μονή του αγίου Ηρακλειδίου. Σ' αυτήν έφτιαξε ο Ιωάννης το ασκητήριό του. Τέσσερα χρόνια έζησε στο μέρος αυτό προσευχόμενος και διδάσκοντας τόσο με τα λόγια, όσο και με το παράδειγμά του το θέλημα του θεού.
Πολλά θαύματα έκαμε ο άγιος όσο καιρό ζούσε. Προ παντός θεραπείες δαιμονιζομένων. Ο χρονικογράφος της Κύπρου Λεόντιος Μαχαιράς γράφει γι' αυτόν στο χρονικό του: «Καὶ ὁ Μέγας Ἰωάννης ὁ Λαμπαδιστὴς εἰς τὴν Μαραθάσαν ὅπου διώχνει τὰ δαιμόνια». Η θαυματουργική χάρη του αγίου συνεχίζεται πλούσια και σήμερα, σε όσους με πίστη κι ευλάβεια ζητούν τη χάρη του. Τα πολλά θαύματα που γινόντουσαν στο μέρος αυτό, αποκατέστησαν με τον καιρό τη δόξα της μονής του αγίου Ηρακλειδίου, που είναι σήμερα γνωστή σαν μονή του Ιωάννη του Λαμπαδιστή. Η Ορθόδοξη Εκκλησία εορτάζει τη μνήμη του Οσίου Ιωάννη στις 4 Οκτωβρίου.
https://www.saint.gr
ΟΣΙΟΣ ΑΜΜΟΥΝ Ο ΑΙΓΥΠΤΙΟΣ
Όσιος Αμμούν ο
Αιγύπτιος
Ο όσιος πατήρ ημών Αμμούν
καταγόταν από την Αίγυπτο. Όταν πέθαναν οι γονείς του ανέλαβε την
ανατροφή του ένας θείος του, ο οποίος τον υποχρέωσε να νυμφευθεί. Ο Αμμούν ήταν
τότε είκοσι δύο χρόνων. Την ίδια εκείνη νύκτα του γάμου, όταν οι νεόνυμφοι
αποσύρθηκαν στη νυφική παστάδα, ο Αμμούν άνοιξε την Αγία Γραφή και διάβασε το
χωρίο της προς Κορινθίους επιστολής όπου ο Απόστολος μιλά για τα δεινά του
γάμου, τις ταραχές και τις μέριμνες που προκαλεί στους εγγάμους, ενώ οι εν
παρθενία αφιερωμένοι στον Κύριο μπορούν να αφοσιώνονται απερίσπαστοι στην
προσευχή και στα πνευματικά έργα (Α’ Κορ., 7). Τηρώντας κατά γράμμα τους
αποστολικούς λόγους: «οἱ ἔχοντες γυναῖκας ὡς μὴ ἔχοντες ὦσι» … «καὶ οἱ χρώμενοι
τῷ κόσμῳ τούτῳ ὡς μὴ καταχρώμενοι» οι νεόνυμφοι πήραν την απόφαση να ζήσουν εν
παρθενία και να αποσυρθούν μαζί σε τόπο έρημο για να αφιερωθούν στη νηστεία και
στην προσευχή. Πήγαν λοιπόν στην έρημο της Νιτρίας, που βρίσκεται σε κάποια
απόσταση από την Αλεξάνδρεια, και εγκαταστάθηκαν σε μια μικρή καλύβα. Σύντομα,
όμως, αντελήφθησαν ότι δεν ήταν θεμιτό να θέτουν τους εαυτούς τους σε
πειρασμούς συζώντας άνδρας και γυναίκα μαζί, γι’ αυτό και χώρισαν για να
μπορέσει καθένας τους να ασκητεύσει μόνος.
Ο Αμμούν άφησε λοιπόν την καλύβα και πήγε στην έρημο, όπου δεν υπήρχαν ακόμη
μοναστήρια. Έκτισε δυο κελλιά θολωτά και επί είκοσι δύο χρόνια ο βίος του ήταν
ισάξιος των αγγέλων. Λάδι και κρασί δεν γνώριζε, μόνο ξερό ψωμί έτρωγε, κι αυτό
μόνον κάθε δύο ή τρεις μέρες. Η διαγωγή του ευαρέστησε τον Κύριο και σύντομα
μεγάλος αριθμός αδελφών, που επιθυμούσαν να ασπασθούν και εκείνοι τον μοναχικό
βίο, μαζεύτηκε γύρω του. Όταν έφθανε ένας νέος υποψήφιος, ο Αμμούν του
παραχωρούσε αμέσως το κελλί του κι όλα του τα υπάρχοντα, και οι άλλοι αδελφοί
έφερναν κρυφά είτε κάποιες προμήθειες είτε κάποιο χρήσιμο αντικείμενο στον νέο
τους σύντροφο κι έτσι η αδελφική αγάπη ήταν ο πρώτος νόμος που κυβερνούσε τη
συνεχώς αυξανόμενη αυτή κοινωνία. Μετά από μερικά χρόνια, υπό τις διαταγές του
οσίου Αμμούν, η έρημος της Νιτρίας μεταμορφώθηκε σε πόλη αληθινή, σε βαθμό που
ορισμένοι αδελφοί επιθυμούσαν να κτίσουν το κελλί τους πιο μακριά, ώστε να
μπορούν να ζουν πιο απερίσπαστοι. Μία ήμερα, ήρθε να
επισκεφθεί τον αββά Αμμούν ο άγιος Αντώνιος ο Μέγας. Ο Αμμούν
του ανέφερε το θέμα και τον ρώτησε ποιο θα ήταν το πλέον κατάλληλο μέρος. Αφού
έφαγαν το λιτό τους γεύμα την ενάτη ώρα, άρχισαν να περπατούν στην έρημο μέχρι
το ηλιοβασίλεμα κι έμπηξαν στο χώμα έναν σταυρό στο μέρος που έφθασαν, ώστε
όσοι ήθελαν θα μπορούσαν να κτίσουν εκεί το κελλί τους με την ευλογία των δύο
Γερόντων. «Με αυτό τον τρόπο», είπε ο αββάς Αντώνιος, «όταν οι αδελφοί έλθουν
από τη Νιτρία για να συναντήσουν όσους ζουν εδώ, αμέσως μετά το γεύμα της
ενάτης ώρας, θα φθάσουν εγκαίρως. Και όσοι ξεκινήσουν από εδώ για να φθάσουν
στη Νιτρία, πράττοντας το αυτό, θα διατηρήσουν την ησυχία τους». Έτσι
δημιουργήθηκε η έρημος των «Κελλίων» (δεκαεννέα χιλιόμετρα μακριά από τη
Νιτρία), όπου μερικά χρόνια αργότερα ζούσαν περί τους εξακόσιους μοναχούς, ο
καθένας στο κελλί του.
Ο άγιος Αμμούν και ο άγιος Αντώνιος ήταν δεμένοι με βαθειά έν Θεώ αγάπη τέτοια
πού όταν ο αββάς Αμμούν παρέδωσε την ψυχή του στον Κύριο, ο Αντώνιος που
βρισκόταν στο όρος του, το όποιο απείχε δεκατεσσάρων ημερών πεζοπορία, διέκοψε
τη συνομιλία που είχε με κάποιους νέους μοναχούς, περιήλθε σε έκσταση και είδε
την ψυχή του Αμμούν να ανέρχεται στον ουρανό ενώ άγγελοι έψαλλαν ύμνους χαράς.
Μεταξύ των λόγων που ενέπνεε το Άγιο Πνεύμα στον αββά
Αμμούν, ήταν και η φράση: «Βάσταζε πάντα άνθρωπον καθώς βαστάζει σε ο Θεός». Η
Ορθόδοξη Εκκλησία εορτάζει τη μνήμη του
Οσίου στις 4 Οκτωβρίου.
Κυριακή 3 Οκτωβρίου 2021
ΗΡΑΚΛΗΣ ΡΕΡΑΚΗΣ: Η ΣΧΕΣΗ ΤΟΥ ΜΙΚΗ ΘΕΟΔΩΡΑΚΗ ΜΕ ΤΗΝ ΟΡΘΟΔΟΞΗ ΕΚΚΛΗΣΙΑ!
Άλλωστε, η εκκλησιαστική Μουσική και Λειτουργική παράδοση, ως κύριο μέρος του ελληνικού λαϊκού πολιτισμού, δεν θα μπορούσε να αφήσει ασυγκίνητη τη μουσική ευαισθησία του Μίκη. Και αυτό, διότι ο μεγάλος ρωμιός μουσικοσυνθέτης ήταν εραστής του όλου του ελληνικού πολιτισμού, ο οποίος, ως γνωστό, είχε καταστεί οργανικό στοιχείο της ζωής του.
Δεν θα μπορούσε συνεπώς να είναι επιλεκτικός και να μην τιμά όλα εκείνα που αιώνες τιμούσε, σεβόταν και αγαπούσε ο ελληνικός λαός. Γι αυτό, ως γνήσιος δέκτης και εκφραστής της λαϊκής ευαισθησίας και του λαϊκού πολιτισμού, δεν ακολούθησε τις διχαστικές ή επιλεκτικές θέσεις των αυτοκαλούμενων προοδευτικών, που τα τελευταία 50 χρόνια περιφρονούν και στοχοποιούν ένα από τα διαχρονικά μεγάλα και σπουδαία πρότυπα του ελληνικού λαού, τη χριστιανική του πίστη και αφοσίωση στις ορθόδοξες χριστιανικές του παραδόσεις.
Το 1983, επίσης, στην παρουσίαση της σύνθεσής του «Νεκρώσιμη Ακολουθία εις τους Κεκοιμημένους», σε συνεργασία με την Εκκλησία, είχε πει μεταξύ άλλων: «Η συνεργασία με την Εκκλησία είναι οπωσδήποτε ένα μεγάλο πρόβλημα για ένα μαρξιστή… Θυμάμαι, όταν είχα γράψει μουσική για το γνωστό τραγούδι “Και δόξα τω Θεώ…”, κάποιος από τους ιεροφάντες του αγνού μαρξισμού με κατηγόρησε ότι μ΄ αυτό το τραγούδι προπαγανδίζω τη θρησκεία, το “όπιον του λαού”… Σ΄ αυτά τα 40 χρόνια πού πέρασαν έχω καταλήξει σε ορισμένα βασικά συμπεράσματα… Η Εκκλησία αποτελεί για μας τους Έλληνες ένα χώρο πάνω κι έξω από οποιεσδήποτε πολιτικοϊδεολογικές πεποιθήσεις και προκαταλήψεις. Θα έλεγα είναι το λίκνο του Έθνους… το λίκνο του Ελληνισμού. Μέσα εκεί βαφτίζουμε τα παιδιά μας, αφού πρώτα βαφτισθούμε εμείς οι ίδιοι, εκεί παντρευόμαστε, εκεί αποχαιρετάμε τους αγαπημένους μας. Είτε το θέλουμε είτε όχι τις πιο σημαντικές στιγμές της ζωής μας τις έχουμε περάσει στην Εκκλησία… Θα ήταν λοιπόν αφέλεια να ξαναγυρίσουμε στο δόγμα, “η θρησκεία είναι το όπιο του λαού”. Έτσι, στη πράξη αποφάσισα να κάνω αυτή τη Λειτουργία με τη φιλοδοξία να ανανεώσω τους εκκλησιαστικούς ήχους…».
Βαθιά πεποίθησή του Θεοδωράκη ήταν ότι «μόνο με την ανανέωση της μνήμης και της πίστης μπορούμε να γίνουμε κάτι. Πρέπει να έχουμε βάσεις και ρίζες, να είμαστε περήφανοι για αυτό το καταπληκτικό πάντρεμα της ουσίας της ελληνικότητας με την ουσία του Χριστιανισμού».