ΑΝ ΒΙΑΖΕΣΑΙ ΝΑ ΔΕΙΣ ΤΟΝ ΚΟΣΜΟ ΝΑ ΓΙΝΕΤΑΙ ΚΑΛΥΤΕΡΟΣ, ΑΡΧΙΣΕ ΑΠΟ ΤΟΝ ΕΑΥΤΟ ΣΟΥ. ΕΙΝΑΙ Ο ΣΥΝΤΟΜΟΤΕΡΟΣ ΔΡΟΜΟΣ.

Σάββατο 6 Δεκεμβρίου 2025

ΕΙΜΑΙ ΠΟΛΥ ΜΑΚΡΙΑ- ΘΑΥΜΑ ΑΓΙΟΥ ΝΙΚΟΛΑΟΥ ΣΤΗ ΜΟΝΗ ΟΣΙΟΥ ΓΡΗΓΟΡΙΟΥ ΑΓΙΟΥ ΟΡΟΥΣ!

 "Είμαι από πολύ μακριά"
Θαύμα Αγίου Νικολάου στη Μονή Οσίου Γρηγορίου Αγίου Όρους 

Στα χρόνια της Γερμανικής Κατοχής 1940-41 τελείωνε το σιτάρι από τις αποθήκες της Ι. Μονής Γρηγορίου. Εκεί που οι πατέρες καθάριζαν το τελευταίο σιτάρι, για να το στείλουν στον μύλο, πλησίασε ένα γεροντάκι, ως κοσμικός παπάς και χαιρέτισε: 

—Τί κάνετε εκεί αδελφοί; ρώτησε. Αυτό είναι το σιτάρι σας; Δεν έχετε άλλο από αυτό; 

 Οι πατέρες του απάντησαν ότι πράγματι αυτό ήτο το τελευταίο και δεν εύρισκαν πουθενά να αγοράσουν νέο σιτάρι, λόγω της Κατοχής. 

Ας σημειωθεί ότι το μοναστήρι αυτό χρειαζόταν κάθε χρόνο για τους μοναχούς και τους προσκυνητές έως 10.000 οκάδες και στην κατοχή δεν υπήρχε να αγοράσεις ούτε μία οκά. 

Ο άγνωστος εκείνος ιερέας πήρε στα χέρια του λίγους σπόρους από το σιτάρι, τους ευλόγησε και τους έρριψε πάνω στο άλλο σιτάρι. Κατόπιν ευλόγησε τα τέσσερα σημεία του ορίζοντα, το μοναστήρι και την θάλασσα, και ετοιμαζόταν να αναχωρήσει. 

—Από πού είσαι παππούλη; τον ρώτησαν οι πατέρες. Κάθισε να σου δώσουμε να φας λίγο ψωμί και λίγες ελιές.

 —Είμαι από πολύ μακριά, από τα Μύρα της Λυκίας, είπε και έφυγε. Ένας αδελφός είχε φέρει εν τω μεταξύ να τον φιλέψει  αλλά ο γέροντας εκείνος, που ήταν ο ίδιος ο προστάτης της Μονής, είχε γίνει άφαντος. 

Το ευλογημένο εκείνο σιτάρι των 150 οκάδων περίπου έφθασε έως ότου τελείωσε ο χρόνος, δηλαδή από τον Δεκέμβριο, που εμφανίσθηκε ο άγιος Νικόλαος, έως τον Ιούλιο, την εποχή της νέας σοδειάς. 

Πηγή: Αρχιμανδρίτου Ιωαννικίου Κοτσώνη, «Αθωνικόν Γεροντικόν», Έκδοσις Δ΄, Ι. Ησυχαστηρίου Αγ. Γρηγορίου Παλαμά, Κουφάλια Θεσσαλονίκης 2004. Μεταφορά Στη Δημοτική: Α.Χ., Θεολόγος 

ΝΕΩΤΕΡΕΣ ΕΜΦΑΝΙΣΕΙΣ ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ ΝΙΚΟΛΑΟΥ ΚΑΙ Ο ΓΕΡΩΝ ΠΑΡΘΕΝΙΟΣ Ο ΑΓΙΟΠΑΥΛΙΤΗΣ

 ΝΕΩΤΕΡΕΣ ΕΜΦΑΝΙΣΕΙΣ ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ ΝΙΚΟΛΑΟΥ
ΚΑΙ Ο ΓΕΡΩΝ ΠΑΡΘΕΝΙΟΣ Ο ΑΓΙΟΠΑΥΛΙΤΗΣ (118 Ν-4) 

Ἀρχιμανδρίτης Ἀρσένιος Κατερέλος, Ἡγούμενος Ἱ. Μονῆς Ἁγίου Νικολάου Δίβρης Φθιώτιδος 

Σεβαστέ μας Γέροντα Παρθένιε, Ἅγιε Καθηγούμενε τῆς Ἱερᾶς Μονῆς Ἁγίου Παύλου Ἁγίου Ὄρους, σεβαστοί μου πατέρες καί ἀγαπητοί ἐν Χριστῷ ἀδελφοί, μέ ἀφορμή τήν σημερινή λαμπρή ἑορτή τῆς ἀνακομιδῆς καί τῆς μετακομιδῆς τῶν ἱερῶν λειψάνων τοῦ Ἁγίου Νικολάου, ἄς ἀναφέρωμε σήμερα στήν ἀγάπη σας κάποιες ἐγγυημένες νεώτερες, ζωντανές ὅμως, ἐμφανίσεις τοῦ Ἁγίου Νικολάου στήν Ρωσία καί ἰδιαίτερα στό Ἁγιώνυμον Ὄρος.

Αὐτό τό κάνομε γιά νά ἀποδειχθῆ περίτρανα ἡ διαχρονική σωστική δρᾶσις τοῦ τιμωμένου σήμερα Ἁγίου μας. Ἔτσι δέ καί ἐμεῖς νά ἀντλήσωμε ἀκόμη περισσότερο, δύναμι καί ἐνίσχυσι στόν διά βίου ἀγῶνα τῆς σωτηρίας μας. Διότι, ὅταν ἕνας Ἅγιος δρᾶ ἐμφανῶς, ἀκόμη καί στίς πονηρές ἡμέρες μας, ἄν καί ἔζησε «τῷ μακρυνῷ καιρῷ  ἐκείνῳ», στήν πρᾶξι τόν αἰσθανόμεθα σύγχρονό μας. Αὐτή δέ ἡ πρόσφατη καί σύγχρονη δρᾶσις του μᾶς συνδέει μέ τό ἅγιο, ἔνδοξο ἁγιοτόκο παρελθόν καί μᾶς ἀποδεικνύει ὅτι Ἰησοῦς Χριστός ''χθές καί σήμερον ὁ αὐτός καί εἰς τούς αἰῶνας'' (Ἑβρ. ιγ´, 8). 

Ἐπί πλέον δέ, σύμφωνα μέ τήν Γραφή καί μέ τούς ἱερούς Ἑρμηνευτάς, αὐτά τά σύγχρονα θαύματα εἶναι ἕνα θεόθεν σημάδι, ὅτι ὁ Θεός δέν ἀπέστρεψε τό ἅγιο καί δίκαιο Πρόσωπό Του ἀπό τόν ὑπόλοιπο ἁμαρτωλό λαό Του καί ὅτι, διά τοῦ Ἁγίου Του, ὁ Θεός τελικά ἐπεσκέψατο ὁλόκληρον τόν λαόν Αὐτοῦ.

Ἀναφέρει ὁ Ἅγιος Σιλουανός ὁ Ἀθωνίτης - ἦτο Ρῶσος, ἐκοιμήθη τό 1938 στήν Ἱεράν Μονήν Ἁγίου Παντελεήμονος Ἁγίου Ὄρους - πώς κάποιος γνωστός του, ὁ π. Ρωμανός στήν Ρωσία, ὅταν ἦταν παιδί, ἐσώθη θαυματουργικά ἀπό τόν Ἅγιο Νικόλαο, ὅταν, προσπαθῶντας μέ ἕλκυθρο νά περάση ἕνα ποτάμι, ἔπαθε ἕνα ἀτύχημα. Ἐβυθίζετο τό ἕλκυθρο μέσα στούς πάγους καί τότε ἐνεφανίσθη ὁ Ἅγιος Νικόλαος καί τόν ἔσωσε.

Ἐπίσης, ὁ Ἅγιος Σιλουανός μνημονεύει κάποιον γνωστό του στήν Ρωσία, πού, ὅταν ἦταν μικρό παιδί, ἐσώθη θαυματουργικά ἀπό ἐπίθεσι κοπαδιοῦ ἀγρίων λύκων. Ὅταν εἶπε '' Ἅγιε Νικόλαε, βοήθησέ με'', τότε, ξαφνικά, οἱ λύκοι, ραπιζόμενοι ἀπό τήν θερμή προσευχή τοῦ παιδιοῦ αὐτοῦ, ἐτράπησαν εἰς φυγήν μέ τήν ἐπέμβασι τοῦ Ἁγίου Νικολάου. Ἐνῷ δηλαδή οἱ λύκοι ἤρχοντο κατεπάνω του, αὐτομάτως ἔκαναν μεταβολή καί ἔφυγαν ὅλοι.

Στήν Ρωσία, ἐπί ἐποχῆς Κροῦτσεφ, διαδόχου τοῦ Στάλιν, μετά τήν δεκαετία τοῦ 1950, συνέβη τό ἑξῆς: Ὅταν μία κοπέλλα, ἐπειδή δέν εἶχε ἀγόρι γιά νά χορέψη σέ ἕνα ἁμαρτωλό πάρτυ, τότε εἰρωνικά ἔπιασε στά χέρια της μία εἰκόνα τοῦ Ἁγίου Νικολάου θέλοντας νά χορέψη βέβηλα μαζί μέ τήν εἰκόνα, δῆθεν ὅτι χορεύει μέ κάποιον, ἐκείνην τήν στιγμή ἔμεινε σάν στήλη ἅλατος. Ἔμεινε ''μάρμαρο'' ἐπάνω ἀπό ἑκατό ἡμέρες, ὥσπου ἐνεφανίσθη ὁ πάντα πολυεύσπλαγχνος Ἅγιος Νικόλαος καί τήν ἔλυσε θαυματουργικά ἀπό αὐτόν της τόν σωτήριο, παιδαγωγικό καί ὀδυνηρό κανόνα, ὁ ὁποῖος ὅμως ἦτο γι᾽ αὐτήν πέρα γιά πέρα σωτήριος. Μάλιστα, αὐτό τό γεγονός, τόση ἐντύπωσι εἶχε κάνει τότε στήν Ρωσία, ὥστε ἔχει γυρισθῆ καί βίντεο ἀπό τούς ἰδίους τούς Ρώσους.

Ἐπίσης, συγκινητικό εἶναι ἕνα θαῦμα πού ἀναφέρει ὁ γνωστός μας Γέροντας Παΐσιος ὁ Ἁγιορείτης, τό ὁποῖο συνέβη στήν Σκήτη τῶν Ἰβήρων, στόν γερο-Νικόλαο τῆς συνοδείας τῶν Μαρκιανῶν. Αὐτό ἔλαβε χώρα λίγο μετά τό 1940. Μέ ἐπέμβασι τοῦ Ἁγίου Νικολάου, τό πηγάδι τοῦ Κελλιοῦ τους, ἐνῷ εἶχε ἐντελῶς στερέψει ἀπό νερό, ὅταν ἔβαλαν τήν εἰκόνα τοῦ Ἁγίου Νικολάου στόν ξερό βυθό τοῦ πηγαδιοῦ, σιγά-σιγά, θαυματουργικῶς, ἄρχισε νά ἀνεβαίνη ἡ στάθμη τοῦ νεροῦ μέ ἐπιπλέουσα τήν εἰκόνα τοῦ Ἁγίου Νικολάου μέχρι τό νερό νά ἔλθη ἐπάνω.

Στήν Ἱερά Μονή Γρηγορίου Ἁγίου Ὄρους, ἐπί ἡγουμενίας παπα-Συμεών, ἀναφέρονται δύο χαρακτηριστικά θαύματα τοῦ Ἁγίου Νικολάου κατά τήν πανήγυρι τῆς Ἱερᾶς Μονῆς. Δι᾽ αὐτῶν, φαίνεται καί ἡ ἀκράδαντη ἐμπιστοσύνη τοῦ τότε ἡγουμένου παπα-Συμεών στόν Προστάτη Ἅγιο τῆς Μονῆς.

Στό πρῶτο θαῦμα, ἐνῷ δέν εἶχαν καθόλου ψάρια γιά τήν πανήγυρι καί ὅλοι οἱ πατέρες εἶχαν ἀπογοητευθῆ, τήν τελευταία στιγμή ὁ ἅγιος ἡγούμενος τούς εἶπε: ''Νά ἔχετε ἐμπιστοσύνη στόν Ἅγιο'', λές καί εἶχαν συνεννοηθῆ. Καί ξαφνικά, στό παρά πέντε ἕνα ὁρμητικό τεράστιο κῦμα ἔφερε καί ἅπλωσε ἐκεῖ, στό μουράγιο τῆς Μονῆς, στόν ἀρσανᾶ, πολυαρίθμους φρεσκοτάτους ροφούς!

Στό δεύτερο τώρα θαῦμα, συνέβη τό ἑξῆς: Ἔπρεπε οἱ πατέρες τῆς Μονῆς, κατά τήν συνήθεια, νά μοιράσουν εὐλογία στούς κελλιῶτες ἀσκητές πού εἶχαν παρευρεθῆ ἐκεῖ, στό πανηγύρι τῆς Ἱερᾶς Μονῆς Γρηγορίου. Ὅμως, ἐκείνη τήν χρονιά δέν εἶχαν λάδι οἱ Γρηγοριᾶτες πατέρες. Παρά ταῦτα, ὁ παπα-Συμεών τούς εἶπε: ''Θά τηρήσετε τό τυπικό. Θά δίνετε λάδι, κι ἄς μήν ἔχωμε''. Καί ἐνῷ ἄρχισαν, μέ ἀπορία, οἱ πατέρες νά μοιράζουν εὐλογία λάδι στούς προσκυνητές καί στούς κελλιῶτες ἀσκητές, ἡ στάθμη τοῦ λαδιοῦ στό πιθάρι καθόλου δέν ἐλιγόστεψε, οὔτε κατά ἕνα χιλιοστό!

Σημειωτέον, ὅτι ὁ ἡγούμενος Συμεών, πού ἐκοιμήθη τό 1905, ἦτο ἐπί ἑπτά χρόνια, σεβαστέ μου Γέροντα Παρθένιε, Ἁγιοπαυλίτης μοναχός - ἀπό τό 1852 μέχρι τό 1859. Ἐκεῖ δηλαδή, στήν Ἱερά Μονή Ἁγίου Παύλου, στήν οὐσία ἀνδρώθηκε καί ὡρίμασε πνευματικά. Οἱ θερμές ὅμως παρακλήσεις τῶν Γρηγοριατῶν πατέρων τόν ἔφεραν ὡς ἡγούμενο στήν Ἱεράν Μονήν Γρηγορίου. Μάλιστα, πρός αὐτό τόν ὡδήγησε, εἶχε δηλαδή τήν εὐλογία τοῦ ἰδίου τοῦ Γέροντα του, Σωφρονίου Ἁγιοπαυλίτου, ὁ ὁποῖος ἐκοιμήθη τό 1882. Ἀναφερτέον ὅτι ὁ παπα-Συμεών τυγχάνει πνευματικός ἀνακαινιστής καί νέος κτίτωρ τῆς Ἱερᾶς Μονῆς Γρηγορίου.

Ἐπίσης, ἕνα ἄλλο θαῦμα τοῦ Ἁγίου Νικολάου συνέβη πάλι στήν Ἱερά Μονή Γρηγορίου, ἐπί ἡγουμενίας τοῦ Ἀρχιμανδρίτου Ἀθανασίου, ὁ ὁποῖος ἦτο ὑποτακτικός τοῦ προηγουμένου παπα-Συμεών. Ὁ ἡγούμενος Ἀθανάσιος ἐκοιμήθη τό 1953.

Ἐνεφανίσθη ζωντανός ὁ Ἅγιος Νικόλαος ἐμπρός στούς πατέρες Μιχαήλ καί Χρύσανθο, πού ἦσαν ὑπεύθυνοι στό ἀρτοποιεῖο τῆς Μονῆς καί ἦσαν περίλυποι διότι δέν εἶχαν σιτάρι γιά τό Μοναστήρι, καί εὐλόγησε τό λιγοστό σιτάρι πού εἶχε ἀπομείνει ἐκεῖ. Καί γιά ἕξι ὁλόκληρους μῆνες τό σιτάρι πού εὐλόγησε ὁ Ἅγιος Νικόλαος δέν ἐτελείωνε. Τόν Γέροντα Ἀθανάσιο τόν ἐπισκέφθηκε, σημειωτέον, καί ἡ Ὑπεραγία Θεοτόκος εἰς τόν ναό.

Τέλος, ἄς ἀναφέρωμε, ἀγαπητοί μου συμπατριῶτες ἀδελφοί, τήν ἐμφάνισι τοῦ Ἁγίου Νικολάου στόν Κεφαλονίτη προηγούμενο τῆς Ἱερᾶς Μονῆς Ἁγίου Παύλου Ἀρχιμανδρίτην Ἀνδρέαν. Ἐγεννήθη ἐδῶ στήν Κεφαλονιά, στήν Ἀγκώνα, τό 1904 καί ἐκοιμήθη μόλις τό 1987. Μάλιστα, ἐκοιμήθη, ὄχι φυσικά τυχαίως, τήν ἡμέρα τῆς ἑορτῆς τῆς Ὑπαπαντῆς, πού ἑώρταζε τό Μοναστήρι τοῦ Ἁγίου Παύλου.

Μετά τήν ἀγρυπνία, ἔγινε ἡ κηδεία του, τήν ὁποία ἐν Ἁγίῳ Πνεύματι παρηκολούθησε, μέ τήν πνευματική του αἴσθησι, ὁ χαριτωμένος φίλος καί συνασκητής του Ἀρχιμανδρίτης Σωφρόνιος Σαχάρωφ ἀπό τό Ἔσσεξ τῆς Ἀγγλίας. Μάλιστα, μέ πρότασι καί μεσολάβησι τοῦ φωτισμένου Γέροντα Ἀνδρέου, ὁ Γέρων Σωφρόνιος ὑπῆρξε πνευματικός τῆς γύρω περιοχῆς καί τῆς Μονῆς Ἁγίου Παύλου, τότε.

Ὁ Γέρων Ἀνδρέας ἄφησε σέ ὅλο τό Ἁγιώνυμον Ὄρος, ἀλλά καί σέ ὅλο τό πανορθόδοξο πλήρωμα φήμη ἁγίου ἀνδρός. Ἡ ζωντανή ἐμφάνισις τῆς Παναγίας πού αὐτός εἶχε στό μετόχι τῆς Μονῆς, ἐκεῖ στόν Μονοξυλίτη - ἐντός τοῦ Ἁγίου Ὄρους -, εἶναι ἴσως ἡ πιό γνωστή, πρόσφατη, συγκινητική, διδακτική καί δημοφιλής ἐμφάνισις τῆς Ὑπεραγίας Θεοτόκου.

Ἐκεῖ λοιπόν, στόν Μονοξυλίτη, ὅπου ὁ ναός τιμᾶται στόν Ἅγιο Νικόλαο, εἶδε μέ φυσική μορφή ἀνθρώπου τόν Ἅγιο Νικόλαο, τό 1975. Εἶδε δηλαδή ἕναν ἡλικιωμένο ἄγνωστο ἱερέα, πού τοῦ αὐτοσυστήθηκε καί τοῦ εἶπε ὅτι ἐλέγετο ''π. Νικόλαος''. Ἔτσι τοῦ εἶπε ὁ Ἅγιος. Καί ἐρώτησε τόν π. Ἀνδρέα νά τοῦ δείξη τόν δρόμο πρός τίς Καρυές. Ὅπερ καί ἐγένετο. Μετά, συνέχισε τό ἄγνωστο μέχρι τότε Γεροντάκι καί πῆρε σιγά-σιγά τόν δρόμο πρός τίς Καρυές, τήν πρωτεύουσα τοῦ Ἁγίου Ὄρους.

Ὁ παπα-Ἀνδρέας, μόλις ἐπῆγε στό κελλί του, ἀναλογίσθηκε ἀμέσως ὅτι ὤφειλε νά εἶχε καλέσει τόν ''ξένο'' ὁδοιπόρο νά φάγη κάτι, γιά νά ἀποκτήση δυνάμεις γιά τήν μετέπειτα ὁδοιπορία του. Ὁπότε, σέ ''μηδέν'' χρόνο ἀπό τότε πού τόν ἐχαιρέτησε, ἐβγῆκε πάλιν ἀμέσως τροχάδην ἔξω γιά νά τόν καλέση γιά φαγητό. Ἀλλά ὁ αὐτοσυστηθείς ''π. Νικόλαος'' δέν ὑπῆρχε πουθενά. Εἶχε ἐξαφανισθῆ, ἐντελῶς ἀνεξήγητα!

Σημειωτέον δέ, ὅτι σέ ἐκεῖνο τό σημεῖο ὁ δρόμος πρός τίς Καρυές ἦτο ἀκάλυπτος τοὐλάχιστον γιά πορεία δέκα λεπτῶν, ὁπότε σίγουρα ἔπρεπε, ἐπειδή εἶχε ὁρατότητα, νά τόν εἶχε δῆ. Ὅμως, ὁ ἄγνωστός ἱερέας ἄφαντος ἐγένετο ἀπ᾽ αὐτοῦ. Δέν τόν εἶδε πουθενά στόν ὁρίζοντα. Ὁπότε, ὁ ἀπερίεργος παπα-Ἀνδρέας, ἄν καί δέν ἠμπόρεσε νά δώση ἐξήγησι, εἶπε ἁπλᾶ στόν ἑαυτό του: ''Κρῖμα γιά μένα πού δέν ἐπρόλαβα νά φιλέψω τόν ἄγνωστο ὁδοιπόρο''.

Ἔφαγε, ἐκοιμήθη, ἀλλά ὅταν ἐξύπνησε ἦτο ὑπερβολικά καί ἀνεξηγήτως ἀλλαγμένος. Εἶχε μία θεϊκή χαρά καί εἰρήνη, τήν πάντα νοῦν ὑπερέχουσαν, καί ὁ λογισμός του, πού τόν πολεμοῦσε μέχρι τότε μέ λύσσα, ἐάν ἔπρεπε νά πάη νά βοηθήση ὡς ἡγούμενος κάποιο ἄλλο Μοναστήρι ἤ νά παραμείνη μέχρι τέλους στήν μετάνοιά του, ἄλλαξε ἀπρόσμενα μετά τήν συνάντησι μέ τόν ἄγνωστο π. Νικόλαο καί τοῦ ἔλεγε μέσα σέ βαθειά θεϊκή εἰρήνη: ''Δέν εἶσαι τώρα γιά νέες ἄλλες ἡγουμενίες''.

Εὐθύς μετά πῆγε στήν ἐκκλησία, συγκινημένος καί χαρούμενος, διότι εἶχε τελειώσει τό προσωπικό του δρᾶμα, καί, βλέποντας τήν εἰκόνα τοῦ Ἁγίου Νικολάου πού πῆγε νά τήν προσκυνήση, διαπιστώνει ἔκπληκτος ὅτι ὁ εἰκονιζόμενος Ἅγιος ἦταν ἀκριβῶς ἴδιος μέ τόν ἄγνωστο παπᾶ πού εἶχε περάσει πρίν λίγο καί μυστηριωδῶς-θαυματουργικῶς εἶχε ἀμέσως ἐξαφανισθῆ. Μετά μάλιστα, ὁ ἴδιος ἀποροῦσε καί ἔλεγε: ''Μά, νά μήν ἀνοίξη τό μυαλό μου πιό μπροστά;''!

Βλέπετε, ἀγαπητοί μου ἀδελφοί, ἀκόμη καί σέ ἁγίους ἀνθρώπους, ὁ Θεός, ὅποτε θέλει, ''κλειδώνει'' τόν νοῦ τους καί ὅποτε κρίνει τόν ''διανοίγει''. Κατόπιν, ὁ πνευματικός τοῦ Γέροντος Ἀνδρέα, ὁ παπα-Διονύσης, τοῦ εἶπε: ''Προφανῶς, εὐλογημένε, ἦτο ὁ Ἅγιος Νικόλαος. Ἦλθε καί σοῦ πῆρε τό μεγάλο βάρος πού εἶχες ἐπάνω σου''. Τήν ταλάντευσι δηλαδή καί τήν σύγχυσι τῶν λογισμῶν. Σημειωτέον ὅτι αὐτό τό μαρτύριο τῶν λογισμῶν τό καταλαβαίνουν μόνον ὅσοι τό ἔχουν περάσει καί στό ποσοστό πού τό ἔχουν βιώσει.

Ὅταν παρητήθη ὁ Γέρων Ἀνδρέας ἀπό ἡγούμενος, ἐξελέγη ὡς νέος ἡγούμενος τῆς Ἱερᾶς Μονῆς Ἁγίου Παύλου τοῦ Ἁγίου Ὄρους ὁ ἐδῶ παρευρισκόμενος πολυσέβαστος Γέρων Παρθένιος, πού ὅλοι μας ἔχομε τήν μεγάλη τιμή, χαρά καί εὐλογία νά τόν ἔχωμε ἀνάμεσά μας, προεξάρχοντα μάλιστα τῆς λειτουργικῆς μας συνάξεως.

Περί τοῦ Γέροντος Παρθενίου, ὁ μακαριστός ἅγιος προηγούμενος Ἀνδρέας, ἔλεγε τά ἑξῆς - καί νά μέ συγχωρήσετε Γέροντα πού θά τό ἀναφέρω: «''Μάτια μου'' - αὐτό τό ξέρετε, εἶναι κεφαλονίτικο, δέν χρειάζονται διευκρινήσεις σέ σᾶς -, ''μάτια μου'', ἔχομε νέο ἡγούμενο, κατάφορτο ἀπό τήν Χάρι τοῦ Ἁγίου Πνεύματος».

Γι᾽ αὐτό, πολυσέβαστε Γέροντά μου καί ἀγαπητοί ἐν Χριστῷ ἀδελφοί, ἐν κατακλεῖδι, νά μοῦ ἐπιτρέψετε, ἀντί περαιτέρω σχολίων στόν ἀληθινό καί περιεκτικό λόγο τοῦ Γέροντος Ἀνδρέου, νά σᾶς διαβάσω ἕνα σύντομο, ἁπλό, ἀλλά καρδιακό ποιηματάκι, ἀφιερωμένο στήν ἐδῶ ἐκκλησία τοῦ Ἁγίου Νικολάου τῶν Χαυδάτων, στόν Γέροντα Παρθένιο καί στήν Κεφαλονιά γενικῶς. 

  Ο ΓΕΡΩΝ ΠΑΡΘΕΝΙΟΣ

Τί λόγια νἄβρω γιά νά πῶ
συγκίνησι μοῦ βγαίνει
σάν λειτουργῶ μέ τόν γερο-Παρθένιο
σιωπηλά τό δάκρυ τρέχει 

Ἡ Παναγιά τόν φώτισε
ἀπό μικρό παιδάκι
καί στό Ἅγιον Ὄρος τόν ὡδήγησε
στό δικό Της ἅγιο λιμανάκι
 

Σήμερα λάμπει ἡ ἐκκλησιά,
χαίρουν καί τά καντήλια
μέ τόν γερο-Παρθένιο λειτουργό
πλημμύρισε Χάρι θεία
 

Ἐτούτη ᾽δῶ τήν ἐκκλησιά
τήν ἔχτισε μέ πόνο.
Στολίδι εἶναι καί παρηγοριά
γιά τό νησί μας ὅλο
 

Τοῦ Γέροντα οἱ προσευχές
κι ἡ Χάρι τοῦ Ἅη Νικόλα
φυλᾶνε τήν Κεφαλονιά|
καί τά Χαυδᾶτα ὅλα
 

Γέροντα, ὅλο τό νησί,
Ληξούρι κι Ἀργοστόλι,
σέ ἀγαπάει ἀληθινά
καί σέ καμαρώνει
 

Καί στό Ἅγιο Ὄρος ὁλόκληρο
σ᾽ Ἀνατολή καί Δύσι
τέτοιον ταπεινό ἡγούμενο
δέν ἔχουν συναντήσει
 

Καί ὁ γερο-Παΐσιος ἔλεγε
προσωπικά σέ μένα
''ἡγούμενοι ὑπάρχουν πολλοί,
Παρθένιος κανένας''
 

Ἁπλότητα, διάκρισι,
ταπείνωσι μεγάλη
ἕνας ἡγούμενος τρανός
σάν καλογέρι νά μιλάη
 

Ἐδῶ, ἐτοῦτο τό νησί
ἀνδριάντα θά σοῦ στήση
γιατί σέ σεισμούς, καταποντισμούς
μέ τό κομβοσχοίνι ἔδωσες λύσι
 

Ἕνα μεγάλο εὐχαριστῶ
μέσα ἀπό τήν ψυχή μου
καί ἕνα μόνο σοῦ ζητῶ
νἆμαι στήν προσευχή σου
 

Χαυδῶτες καί Χαυδώτισσες
ἔχομε εὐλογία μεγάλη
τοῦ Γέροντα τίς προσευχές
καί τ᾽ Ἅη Νικόλα τήν Χάρι
 

Τήν εὐχή σας, εὐχαριστῶ πάρα πολύ.
Βοήθειά μας ὁ Ἅγιος Νικόλαος.
Χριστός Ἀνέστη! Ἀληθῶς Ἀνέστη!
 

Ἀρχιμανδρίτης Ἀρσένιος Κατερέλος
Ἡγούμενος Ἱ. Μονῆς Ἁγίου Νικολάου Δίβρης Φθιώτιδος

(Ὁμιλία κατά τήν Θεία Λειτουργία στόν Ἱερό Ναό Ἁγίου Νικολάου Χαυδάτων Κεφαληνίας 24-5-2014)

Παρασκευή 5 Δεκεμβρίου 2025

ΕΜΠΟΔΙΑ ΓΙΑ ΤΗΝ ΕΠΙΣΚΕΨΗ ΤΗΣ ΘΕΙΑΣ ΧΑΡΙΤΟΣ ΣΤΟΝ ΑΝΘΡΩΠΟ ΚΑΤΑ ΤΟΝ ΣΥΜΕΩΝ ΤΟΝ ΝΕΟ ΘΕΟΛΟΓΟ

 Eμπόδια για την επίσκεψη της Θείας Χάριτος στον άνθρωπο
κατά τον άγιο Συμεών τον Νέο Θεολόγο 

Κάθε αμαρτία ως επανάσταση εναντίον του Θεού αντιστρατεύεται το έργο της Θείας Χάριτος. Ο άγιος Συμεών ο Νέος Θεολόγος επισημαίνει πως υπάρχουν και μερικές αδυναμίες που αποτελούν φράγματα και παρεμποδίζουν την έλευση της Θ. Χάριτος. 

Και αυτά είναι:

- Η ΑΜΕΛΕΙΑ για την μετάνοιά μας. Θα καταδικαστούμε όχι γιατί αμαρτήσαμε, αλλά γιατί δεν μετανοήσαμε, δεν ζητήσαμε το έλεος του Θεού για να λυτρωθούμε από την ψυχική μας ασθένεια. 

- Η ΡΑΘΥΜΙΑ που παραλύει τις ψυχικές μας δυνάμεις και τις ακινητοποιεί. Χωρίς σκληρούς αγώνες δεν ενεργοποιείται η Χάρη του Θεού. Όχι γιατί ο Θεός χρειάζεται τους κόπους του μετανοούντος ανθρώπου, αλλά για να μην λάβει ο άνθρωπος τη Χάρη του Θεού χωρίς κόπο και την καταφρονήσει όπως παλαιότερα. 

- Η ΥΠΕΡΗΦΑΝΕΙΑ. Αν δέχθηκες, λέγει, ο ιερός πατέρας τη Χάρη του Αγ. Πνεύματος και φωτίσθηκες, πρόσεξε μην νομίσεις πως είναι δικός φωτισμός, γιατί αν το νομίσεις αυτό, τότε θα αναχωρήσει και θα πάθεις χειρότερα από πρώτα. 

- Η ΑΣΠΛΑΧΝΙΑ ΠΡΟΣ ΤΟΝ ΣΥΝΑΝΘΡΩΠΟ. Αυτή σβήνει τον φωτισμό της ψυχής. Γιατί εκείνος που θα βρει τη σωτηρία του με την ευσπλαχνία του προς τους αδελφούς του, πάλι με το δικό του έλεος προς τους αδελφούς του θα μπορέσει να φανεί άξιος της χάριτος του Θεού και να πετύχει τη σωτηρία του. 

π. Γ. 

Πηγή: Ι. Ν. Αγίας Βαρβάρας Πατρών

Π. ΛΙΒΥΟΣ: ΠΡΟΣΕΥΧΟΜΑΣΤΕ ΓΙΑ ΝΑ ΚΑΛΛΙΕΡΓΗΣΟΥΜΕ ΜΙΑ ΣΧΕΣΗ ΜΕ ΤΟΝ ΘΕΟ!

 Π. Λίβυος
Προσευχόμαστε για να καλλιεργήσουμε μια σχέση με τον Θεό

Με την προσευχή δεν γνωρίζουμε στο Θεό κάτι που δεν ξέρει. Κάτι που δεν γνωρίζει. Όχι καρδιά μου. Εκείνος όλα τα γνωρίζει πριν εμείς σκεφτούμε, νιώσουμε και μιλήσουμε.

-Τότε;

-Τότε, προσευχόμαστε για να καλλιεργήσουμε μια σχέση. 

Πίστη δεν σημαίνει να λες «Πιστεύω εις ένα Θεό……» Αλλά να ζεις με τον Θεό και για τον Θεό.

Κανείς δεν έμαθε τον έρωτα μέσα από τα βιβλία και τις ομιλίες. Τον γνώρισε στο ποσοστό που αγάπησε και αφέθηκε, παραδόθηκε και έσβησε στην παρουσία του άλλου πατώντας στις αιχμές των ορίων του.

Στον θάνατο και την ζωή.

-Ναι μα δεν μας λέει ο Χριστός «Αἰτεῖτε, καὶ δοθήσεται ὑμῖν• ζητεῖτε, καὶ εὑρήσετε• κρούετε, καὶ ἀνοιγήσεται ὑμῖν, πᾶς γὰρ ὁ αἰτῶν λαμβάνει καὶ ὁ ζητῶν εὑρίσκει καὶ τῷ κρούοντι …» .

-Ναι βεβαίως. Όχι όμως για να του γνωρίσουμε τις ανάγκες μας. Εκείνος τις ξέρει πριν του τις πούμε εμείς. Μάλιστα γνωρίζει τις πραγματικές μας ανάγκες και όχι εκείνες που αυτοκαταστροφικά φαντασιωνόμαστε.

Το αίτημα είναι η αφορμή για να ξεκινήσει η σχέση. Όπως μια ανάγκη, μια έλλειψη για ένα μεγάλο έρωτα ή όπως η ψυχή μας που θέλει παρέα και προφασίζεται ένα καφεδάκι… 

π.Λίβυος

Πέμπτη 4 Δεκεμβρίου 2025

ΟΣΙΟΣ ΙΩΝΑΣ ΤΟΥ ΚΙΕΒΟΥ: Η ΘΕΟΤΟΚΟΣ, Η ΑΓΙΑ ΒΑΡΒΑΡΑ ΚΑΙ Η ΑΓΙΑ ΑΛΕΞΑΝΔΡΑ!

 Στάρετς Ιωνάς του Κιέβου
Η Θεοτόκος, η Αγία Βαρβάρα και η Αγία Αλεξάνδρα 

Αντιθέτως, δες μία πραγματική περίπτωση μεταβάσεως από τη ζωή του Στάρετς Ιωνά: «Κάποια μέρα, μετά τη θεία λειτουργία, περίπου στις 12 το μεσημέρι, καθόμουν στο κελί μου κι έφτιαχνα πάλι κουτάλια. Ή καρδιά μου θλιβόταν για τον τρομερό Κριμαϊκό πόλεμο. Έξαφνα ακούω κάποιον έξω από την πόρτα του κελιού μου να λέει την ευχή:

«Δι’ ευχών των άγιων πατέρων ημών Κύριε Ιησού Χριστέ ελέησον ημάς». Ή φωνή είναι γυναικεία λεπτή και καθαρή. Ακούω και σωπαίνω. Ξέρω ότι – καμιά γυναίκα δεν έρχεται ποτέ στο κελί μου και γι’ αυτό σωπαίνω. Ακούω την ευχή δεύτερη φορά• σωπαίνω. Τρίτη φορά, πάλι σωπαίνω. Τότε, η πόρτα ανοίγει μόνη της, ενώ εγώ πάντοτε είχα τη συνήθεια να την κλείνω από μέσα με το γάντζο, και εισέρχονται στο κελί μου τρεις γυναίκες. Μόλις μπήκαν, στάθηκαν μπροστά στην εικόνα της, Παναγίας της Τριχερούσας, έκαναν τον σταυρό τους και τρεις μετάνοιες. Εγώ συνεχίζω να κάθομαι, χωρίς να τούς δίνω προσοχή. Σκέπτομαι με θυμό: πώς τόλμησαν αυτές οι γυναίκες να έλθουν σε μένα το μοναχό και μάλιστα άγνωστες: Αυτές, αφού προσευχήθηκαν λίγο, γυρίζουν και μου λένε: 

—Να σε σώζει ό Κύριος, πάτερ.

Βλέπω πώς είναι ντυμένες απλά και φορούν μαντήλι στο κεφάλι τους, όπως όλες οι γυναίκες του λαού. Ή μεγαλύτερη απ’ αυτές μου λέει:

—Ήλθαμε, πάτερ, να σε πάρουμε μαζί μας, για να πάμε στην Κριμαία να περιποιηθούμε τούς πληγωμένους και βασανισμένους στρατιώτες.

Τότε πια σηκώθηκα και τούς είπα:

—Μα πώς μπορώ να πάω τόσο μακριά, και μάλιστα, χωρίς να έχω διαβατήριο;

—Μόνο να έχεις την αγάπη προς το Θεό και ό Θεός μπορεί να τα κάνη όλα, μου απάντησε ή πρώτη δεν χρειάζονται χαρτιά. Πάμε να τούς ανακουφίσουμε λίγο και μην παίρνεις τίποτε μαζί σου τα έχουμε φροντίσει όλα. Πάρε μόνο δύο- τρεις πετσέτες για να πλένεις, να σκουπίζεις και να περιποιέσαι τις πληγές τους. Όλα τ’ άλλα τα έχουμε.

—Πώς όμως, θα γίνει αυτό; Γιατί αν οι αδελφοί με δουν μαζί με γυναίκες, θα σκανδαλιστούν.

—Όχι, δεν θα μάς δη κανείς. Θα κάνουμε το έργο της άγιας υπακοής, θα υπηρετήσουμε τούς αρρώστους και θα γυρίσουμε απόψε. 

Ας προσευχηθούμε λοιπόν στον Κύριο και Θεό για να μάς δώσει τη δύναμη και βοήθεια να τον υπηρετήσουμε στο πρόσωπο των δούλων του, πού είναι στρατιώτες και πολεμάνε για το άγιο όνομά Του και την άγια πίστη Του. Λέγε εσύ την προσευχή, μου είπε.

Κι εγώ είπα το «’Άξιον εστί», ενώ όλες έκαναν τον σταυρό τους και μετάνοιες. Συνέχισα «Δόξα Πατρί και Υίώ και Άγίω Πνεύματι και νυν…» μέχρι τέλος και πάλι βάλαμε μετάνοια. «Κύριε ελέησον» τρεις φορές, «εύλόγησον», μετάνοια. “Δι’ ευχών των άγιων πατέρων ημών…», μετάνοια, αμήν. Ή πρώτη λέει «Κύριε εύλόγησον την οδόν». Όλες πάλι έκαναν τον σταυρό τους και βγήκαν έξω. «Έκλεισα το κελί και τις ακολούθησα. Βγήκαμε στην αυλή κι αρχίσαμε να απομακρυνόμαστε. Σε λίγο γύρισα πίσω και δεν είδα πιάτο κελί μου. Κοιτάζω μπροστά και βλέπω ένα μεγάλο κτίριο, στον τοίχο τού όποιου ήταν γραμμένο: Εδώ είναι το νοσοκομείο των στρατιωτών, πού πληγώθηκαν για το Χριστό, την πίστη την άγια και τη θεοφύλακτη πατρίδα μας Ρωσία». 

—Δόξα τω Θεώ, φθάσαμε, είπε ή πρώτη.

Μπήκαμε, σ’ ένα φωτεινό και μακρύ διάδρομο, πού δεξιά κι αριστερά του υπήρχαν θάλαμοι με κρεβάτια καθαρά και μαλακά. Στον πρώτο θάλαμο βρίσκονταν οι βαριά πληγωμένοι: άλλος δεν έχει χέρι, άλλος πόδι, άλλος έχει ανοιγμένα σπλάγχνα, άλλος είναι χωρίς σαγόνι, μύτη, μάτι, κάποιου το κεφάλι είναι ανοιγμένο…

Μόλις μπήκαμε στον πρώτο θάλαμο ή μεγάλη μου λέει: «Πρόσεξε, ότι θα κάνουμε εμείς να κάνης και εσύ σκοπός μας είναι να ανακουφίσουμε και να παρηγορήσουμε τούς πληγωμένους».

Ετοιμάσθηκε πρώτη, πλησίασε έναν τραυματία, έβαλε στη λεκάνη νερό, κι αφού έπλυνε τις πληγές μ’ ένα σφουγγάρι, τις σκούπισε με την καθαρή πετσέτα την όποια είχε μαζί της. Έπειτα έβγαλε από την σακούλα της κάποια αλοιφή και άλειψε τις πληγές. Τέλος τού έπλυνε το πρόσωπο, τον σκούπισε και τον χτένισε. Όλα τα έκανε επιδέξια και γρήγορα, κι αμέσως πηγαίνει σε άλλον άρρωστο. Τα ίδια κάνει και μ’ αυτόν. Αν κάποιος έχει σπασμένο χέρι ή πόδι, το διορθώνει• αν έχει βγαλμένα έξω τα εντόσθια, τα πλένει με καθαρό νερό και τα βάζει στη θέση τους. Αφού περιποιηθεί κάθε τραυματία, τον σταυρώνει, του δίνει να πιει καθαρό νερό, του λέει λίγα λόγια παρηγοριάς και πηγαίνει σ’ άλλον. “Όταν έχει τελειώσει τον τρίτο, γυρίζει και μου λέει:

—Είδες, πώς κάνω; Στάσου εδώ ανάμεσα σε μένα και τη μεγαλομάρτυρα Βαρβάρα, κοίτα κι ότι κάνουμε εμείς, κάνε και σύ. Μη σιχαίνεσαι και μην περιφρονείς κανέναν, αλλά να παρηγορείς όλους τούς, πληγωμένους ανεξαιρέτως. 

Τότε στρέφεται σ’ εκείνη πού ονόμασε άγια Βαρβάρα και της λέει:

-Αγία μεγαλομάρτυς Βαρβάρα, να τον παρακολουθείς, να τον βοηθάς και να τον διορθώνεις στην άγνοιά του, για να υπηρετήσει καλά τούς τραυματίες εις δόξα θεού.

Μου υπέδειξε στη συνέχεια κάποιον πληγωμένο εγώ τον πλησίασα, τον ξεσκέπασα, έβγαλα το πουκάμισό του και είδα έντρομος ότι ήταν όλος σχισμένος από πάνω μέχρι κάτω και τα εντόσθια του χυμένα έξω τόσο φοβήθηκα, πού έχασα τις αισθήσεις μου. Αμέσως ή μεγαλομάρτυς Βαρβάρα έπιασε το αριστερό χέρι μου και λέει στην πρώτη: «Πολυέλεη Δέσποινα, μητέρα τού Θεού και Κυρία όλων μας, βλέπεις ότι λιποθύμησε• δυνάμωσέ τον, για να υπηρετεί τον Κύριο, τον γλυκύτατο νυμφίο μου Ιησού Χριστό, πού αγάπησα με όλη την καρδιά μου και τού παρέδωσα ολόκληρο τον εαυτό μου». 

Τότε εγώ κατάλαβα ποια ήταν αυτή ή πρώτη και ποια ή δεύτερη και σκίρτησε ή καρδιά μου. Τα είχα χαμένα. Δεν καταλάβαινα, που βρίσκομαι. Στρέφεται λοιπόν, ή Παναγία και λέει προς την τρίτη:

—Αγία Μεγαλομάρτυς Αλεξάνδρα, βοήθησε λίγο και σύ αυτό το μικρόψυχο μοναχό, πού Θέλει να δώσει τη ζωή του για το όνομα τού Κυρίου Ιησού Χριστού, και για την εκκλησία. Ήλθε μαζί μας εδώ να υπηρετήσει τούς τραυματίες, αλλά μόλις είδε τις πληγές τους φοβήθηκε κι έσβησε.

—Δεν υπάρχει, Δέσποινά μου, απάντησε ή αγία Αλεξάνδρα, άνθρωπος, πού να έχει τη Χάρι τού Κυρίου Ιησού Χριστού, την όποια έχεις εσύ. Όλοι είναι φτωχοί και αδύναμοι. Εσύ λοιπόν, ευλόγησε και ενίσχυσε τον δώσε του άφθονη Χάρι, δύναμη, διάκριση, υπομονή και σοφία.

Τότε ή Δέσποινά μας με πλησίασε, με σταύρωσε τρεις φορές και μού είπε:

—Από δώ και πέρα θα είναι μαζί σου και με όλα τα έργα σου ή Χάρι μου, για να υπηρέτης με αγάπη και ευσέβεια το Θεό και τον πλησίον, επειδή αγαπά πολύ εκείνους πού υπηρετούν τούς πονεμένους και Θλιμμένους ανθρώπους. Κάνε, λοιπόν, τον κόπο αυτής της διακονίας μαζί μας και ό Θεός να σ’ ευλόγηση. 

Με αυτά τα λόγια ζωντάνεψε το πνεύμα μου και ξανάρχισα την περιποίηση των τραυματιών χωρίς φόβο, αλλά με Θάρρος και χαρά. Είχα δεξιά μου την Παναγία Δέσποινα Θεοτόκο κι αριστερά την άγια μεγαλομάρτυρα Βαρβάρα. Ή Δέσποινα ρώτησε τον πρώτο τραυματία, πώς λέγεται κι αυτός απάντησε, Βασίλειος. Μου λέει λοιπόν ή Παναγία: «Βάλε το όνομά του μέσα στην καρδιά σου και τη μνήμη σου. Θα έλθει κάποτε, εκεί πού θα βρίσκεσαι. Όταν έλθει, να του δώσεις την ευλογία σου στο όνομα του Κυρίου». Και πράγματι. Μετά από καιρό ήλθε εδώ στη μονή, εξομολογήθηκε και κοινώνησε των θείων μυστηρίων. Με αναγνώρισε και θυμήθηκε όσα έγιναν τότε: ότι ήταν πολύ πληγωμένος, τί ένιωθε και τί άκουγε. Μου εξήγησε ότι ήλθε, γιατί σε κάποιο όνειρο του δόθηκε εντολή να έλθει στο Κίεβο, για να με βρει. Εγώ όμως, έκανα πώς δεν ξέρω τίποτε, για να μη διαδοθεί ή φήμη μεταξύ των ανθρώπων. Έμεινε μερικές μέρες κι έφυγε με ειρήνη.

Γρήγορα λοιπόν, και με επιτυχία τελειώσαμε αυτό το θάλαμο, περιποιηθήκαμε όλους τούς αρρώστους και πήγαμε σ’ άλλον, έπειτα σε άλλον και σε άλλον και τέλος στο θάλαμο αναρρώσεως. Εκεί ή Δέσποινα, αφού τούς ευλόγησε όλους τούς παρότρυνε να έχουν πίστη στο Θεό, υπακοή στην Εκκλησία και να αγωνίζονται για τη σωτηρία του πλησίον τους. Στη συνέχεια επισκέφτηκε όλα τα συντάγματα, όπου ευλόγησε και παρηγόρησε όλους τους φιλόχριστους στρατιώτες. Επισκέφτηκε ακόμη τη Σεβαστούπολη, τη Συμφερούπολι, το Μπαχτσισαράι και το Καρασουμπαζάρι, κοντά στο μαύρο ποταμό, όπου οι στρατιώτες μας ήταν στα χαρακώματα. 

Έπειτα απ’ όλα αυτά επιστρέψαμε στο Κίεβο. Μπήκαμε στο κελί μου και ή άγια μεγαλομάρτυς Βαρβάρα είπε:

 —Είναι μία μετά τα μεσάνυχτα. Προσευχηθήκαμε στον Κύριο και βάλαμε τρεις μετάνοιες.

—Να τα θυμάσαι όλα αυτά, μου είπε τότε ή Δέσποινα μην τα ξεχάσεις, θα σου χρειαστούν. Όταν έλθει ό καιρός, το Πνεύμα το Άγιο θα έμπνευση τις ψυχές και καρδιές πολλών ανθρώπων, ανδρών και γυναικών διαφόρων ηλικιών, τάξεων, αξιωμάτων και θρησκευμάτων να έλθουν σ’ εσένα. Μην αρνηθείς τη βοήθειά σου σ’ αυτούς και μην απεχθάνεσαι κανέναν, επειδή κεφαλή όλων είναι ό Χριστός και όλοι είναι δικά Του μέλη. Να υπηρέτης με αγάπη το Θεό και τον πλησίον να συμπονάς όλους, να παρηγορείς τούς βασανισμένους και απελπισμένους ανθρώπους. αφού και εσύ έχεις περάσει πολλά να έχεις ταπεινοφροσύνη και υπομονή και να ευχαριστείς για όλα τον Κύριο. Φρόντισε να εκτελείς πιστά το καθήκον σου επειδή γι’ αυτό το έργο σε κάλεσε. Ή ειρήνη τού Θεού να είναι μαζί σου», μου ευχήθηκε και με σταύρωσε τρεις φορές.

Τότε έκθαμβος είδα την Κυρία Θεοτόκο με τις δύο αγίες, όχι πια με απλά και φτωχικά. αλλά μέσα σε δόξα, ομορφιά κι ολόλαμπρο φως πού δεν μπορεί να τα περιγράψει ή ανθρώπινη γλώσσα. 

Ζήτησα τις ευχές και το έλεος της Δέσποινας για μένα και για όλα τα έργα μου, καθώς και των δύο μεγαλομαρτύρων Βαρβάρας και Αλεξάνδρας.

—Ξέρουμε την αδυναμία σου, μου απάντησαν εκείνες, γι’ αυτό να καταφεύγεις στον Κύριο και στην Παναγία Δέσποινα Θεοτόκο, πού είναι ή μητέρα όλων και δίνει τη σκέπη, τη Χάρι και την παρηγοριά. Έχεις διαβάσει στους βίους μας, πώς υπομείναμε τα βάσανα από το διάβολο και τούς υπηρέτες του για την αγάπη του Χριστού. Είδες πώς ό Κύριος των δυνάμεων δοξάσθηκε στ’ αδύνατα γυναικεία σώματά μας και στις ροές του αίματος μας. Αλήθεια, θαυμαστός είναι ό Κύριος εν τοις άγίοις αυτού! Αμήν.

Ή Δέσποινα μού έδωσε και πάλι την ειρήνη και εύλογία και βγήκε από το κελί μου μαζί με τις δύο άγιες- τις συνοδέυσα λίγο κι εγώ.

—Στην εκκλησία τελείται ή πρωινή δοξολογία του Θεού.

Αυτά ήταν τα τελευταία λόγια της Παναγίας… 

Καθώς επέστρεφα στο κελί, σκεπτόμουν πόσο αφηρημένος ήμουν, ώστε από την έκπληξη μου δεν άναψα το κερί, ενώ ήταν νύκτα. Μόλις μπήκα όμως, είδα το κελί μου πολύ φωτισμένο το κερί ήταν στη θέση του, αλλά σβηστό κι όμως, το φως στο δωμάτιό μου ήταν λαμπερό. Πόσο φτωχός ήμουν στο μυαλό, πού δεν μπορούσα τότε να καταλάβω… Θεωρώ τώρα και θεωρούσα πάντα τον εαυτό μου ανόητο σε όλα. Ό Κύριος και Θεός μου, ή Παναγία μητέρα Του και όλοι οι άγιοι δείχνουν σε μένα τα μεγάλα τους ελέη και τη Χάρι τους, μα εγώ είμαι αχάριστος σ’ αυτούς. Φόρεσα το μανδύα και πήγα στην εκκλησία. Ήταν δύο ή ώρα τα μεσάνυχτα». 

«Λίγο μετά την επίσκεψι της Παναγίας στις 9 Μαρτίου έλαβα ένα δέμα. Ανοίγω το κουτί και βλέπω μια ιερή εικόνα της Αγίας Τριάδος. Μαζί ήταν κι ένα γράμμα με το εξής περιεχόμενο:

«Πάτερ Ιωνά, σάς παρακαλούμε να δεχτείτε αυτή την εικόνα της Αγίας Τριάδος στην ιερά μονή σας. Σχετικά με αυτή πρέπει να σάς διηγηθούμε ένα θαυμαστό γεγονός, πού είχε συμβεί σ’ ένα συμπατριώτη μας, πρώην ταγματάρχη, ό όποιος είχε βαρειά πληγωθεί στον τουρκικό πόλεμο. Ή μάχη διαρκούσε μέρες. Δεν υπήρχε δυνατότητα να μεταφέρουν τούς τραυματίες ούτε καν να τούς προσφέρουν κάποια μικρή βοήθεια, αλλά ούτε και να θάψουν τούς νεκρούς. Οι τραυματίες ήταν εγκαταλελειμμένοι στο έδαφος, υπέφεραν φοβερά, αιμορραγούσαν, διψούσαν και πολλοί απ’ αυτούς πέθαιναν. Αυτός ό ταγματάρχης βρισκόταν πεσμένος ανάμεσα στους νεκρούς και τούς πληγωμένους μ’ ένα βαρύ τραύμα στο κεφάλι. Για ένα διάστημα έχασε τις αισθήσεις του. Όταν συνήλθε, υπέφερε πολύ και ικέτευε το Θεό και την Παναγία να τον βοηθήσουν και να τον σώσουν. 

Την πέμπτη ή έκτη ήμερα βλέπει το πρωί κάποιες γυναίκες, πού περνούσαν απ’ όλους τούς αρρώστους. Ήταν ντυμένες σαν απλές αγρότισσες και σκεπασμένες με λευκά μαντήλια. Πλησίαζαν τους πληγωμένους, περιποιούνταν τις πληγές τους, τους έδινα να πίνουν καθαρό και δροσερό νερό και ένα κομμάτι άσπρο ψωμί. Πάνω στους νεκρούς έκαναν το σημείο του σταυρού. Ό ταγματάρχης τα έβλεπε όλα αυτά και σκεπτόταν: Από που να είναι αυτές οι γυναίκες: Εδώ κοντά δεν υπάρχει κανένα χωριό• και πόσο καλά περιποιούνται τούς άρρωστους!.

«Έπειτα, μάς διηγήθηκε ό ταγματάρχης, πλησίασαν και προς εμένα και μου είπαν: «Να έχεις ειρήνη και να σου δώσει ό Κύριος την υγεία. Μου έπλυναν τα χέρια, το πρόσωπο και τις πληγές στο σώμα και στο κεφάλι. Μου φόρεσαν καθαρά ρούχα και μού έδωσαν να πιώ νερό και να φάω ένα κομμάτι άσπρο ψωμί. Μετά ή μεγαλύτερη μού λέει: «Να τα υπομένετε όλα με καρτερία για την αγάπη του Θεού και θα λάβετε τη βασιλεία των ουρανών. 

Συνέχισαν να έρχονται κάθε μέρα. Όταν ρώτησα τα ονόματα τους, δεν μου απάντησαν, μόνο ή πρεσβύτερη μού είπε: «Να ευχαριστείτε την Παναγία και όλους τούς άγιους.

Μετά από επτά ημέρες μάς πήραν στο νοσοκομείο. Όταν έγινα καλά, αποστρατεύτηκα και πήγα στο σπίτι μου. Θυμόμουν πάντοτε αυτό το γεγονός και ήθελα από ευγνωμοσύνη ν’ αγοράσω μια εικόνα. Πέρασε αρκετός καιρός. Κάποτε ήλθαμε μαζί με τη γυναίκα μου στο Κίεβο για προσκύνημα. Εδώ ήθελα να αγοράσω την εικόνα, αλλά δεν ήξερα ποια ακριβώς. Επισκεφτήκαμε όλα τα εκκλησιαστικά μ« γαζιά τού Κιέβου, μα πουθενά δεν μπορέσαμε να βρούμε την εικόνα τού θα μας άρεσε ούτε στη Λαύρα βρήκαμε.

Κάποια μέρα λοιπόν, μετά τη θεία Λειτουργία στη μεγάλη εκκλησία βγήκαμε για να πάμε στο ξενοδοχείο μας. Ξαφνικά κοντά στην πύλη της Λαύρας μια γυναίκα μάς πλησιάζει και μάς λέει: Έχω μια ωραία εικόνα, Θέλετε να την αγοράσετε; 

Την είχε τυλιγμένη σε μια λευκή και καθαρή μανδήλα όμοια με αυτή την οποία φορούσε στο κεφάλι της. Ήταν ντυμένη πολύ απλά. Την κοιτάζω και σκέπτομαι: «Κάπου την έχω ξαναδεί αυτή τη γυναίκα”. Κι αυτή πάλι κοιτάζει εμένα και μου λέει: “Θέλετε να πάρετε την άγια Εικόνα;”.

Την ξετύλιξε αμέσως κι εγώ την περιεργάσθηκα. Μού άρεσε πάρα πολύ, σαν να ήταν αυτή ακριβώς την οποία έψαχνα ν’ αγοράσω. Τη ρώτησα για την τιμή. Μου είπε ότι της αρκεί ότι θα της δώσω. Αυτή ή εικόνα επίσης, άρεσε πολύ και στη σύζυγό μου πού με παρότρυνε να την αγοράσω. Παρακάλεσα τη γυναίκα να έλθει μαζί μας στο ξενοδοχείο για να της δώσουμε τα χρήματα. Μόλις όμως, φθάσαμε, εκείνη εξαφανίσθηκε. Την έψαξα παντού, μα δεν τη βρήκα. Μετά από μερικά χρόνια αυτή ή γυναίκα μού εμφανίσθηκε πάλι στον ύπνο και μού είπε: “Μην παραξενεύεσαι• ησύχασε και μη με ψάχνεις. Είμαι μία απ’ αυτές πού διακονούσαν εσένα και τούς άλλους πληγωμένους στον πόλεμο”. 

Μετά απ` αυτό το γεγονός ηρέμησα. Ή εικόνα όμως, παραδόξως άρχισε να αλλάζει όψη: το πρόσωπο, ή μύτη, τα μάτια, τα δάκτυλα μεταμορφώνονταν και γίνονταν σαν του ζωντανού ανθρώπου. Αυτή η βαθμιαία αλλαγή κράτησε για ένα ορισμένο διάστημα. Όλοι το είδαν. Αργότερα, από κάποιο δάκτυλο άρχισε να βγάζει κάτι σαν λάδι ή μύρο. Στην αρχή δεν δώσαμε καμιά προσοχή και το λάδι έσταζε στο προσκυνητάρι. Μετά αρχίσαμε να το μαζεύουμε με βαμβάκι, το δίναμε στοάς άρρωστους και όλοι θεραπεύονταν.

Κρύβαμε όμως, τα θαύματα της εικόνος. Εν τω μεταξύ γεράσαμε εγώ και ή γυναίκα μου κι αρχίσαμε να προβληματιζόμαστε που να την αφήσουμε. Αυτή ή σκέψη μάς βασάνιζε. Κάποτε πού προσευχόμασταν ακούσαμε με έκπληξη και φόβο να βγαίνει από την εικόνα μια φωνή: Μη στενοχωρείστε• αυτή ή εικόνα θα βρει τη θέση της και θα τιμάται. 

Εμείς πάντως ησυχάσαμε με την απόφαση ότι, όταν κάποιος από τούς δύο πεθάνει, ό άλλος θα βρει μεταξύ των συγγενών μας μια καλή και θεοφιλή οικογένεια και θα της παραδώσει την εικόνα, μέχρι πού ό Κύριος να δείξει το θέλημά του.

Πρώτος κοιμήθηκε ό άνδρας. Τότε ή γυναίκα βρήκε μια ευσεβή παρθένο και της έδωσε την εικόνα, αφού της διηγήθηκε την ιστορία και τα θαύματά της. Αυτή ή παρθένος φύλαγε με ευλάβεια την εικόνα, ή οποία έκανε πολλά νέα θαύματα. Όταν γέρα σε και αισθάνθηκε ότι πλησιάζει ό θάνατος, την παρέδωσε στον εφημέριό της μαζί μ’ ένα γράμμα πού περιείχε όλη την ιστορία της. Ό ιερέας τοποθέτησε την εικόνα μέσα στην εκκλησία και ό πιστός λαό, την τιμούσε πολύ. Κάποια μέρα μετά το χερουβικό ύμνο ακούστηκε μια δυνατή φωνή και όλος ο κόσμος κατάλαβε ότι -προερχόταν από την εικόνα. Η φωνή έλεγε: “Στείλε αυτή την αγία εικόνα μου στο Κίεβο και δώσε την στον ιερομόναχο Ιωνά, πού μένει πιο πάνω από το μοναστήρι Βύντουμπιτσκυ στον κήπο. Εκεί θα κτιστή μονή στο όνομα της Ζωοποιού Τριάδος. Πρέπει να την τοποθέτηση μέσα στο ιερά βήμα στην αγία πρόθεση. Στείλε την αμέσως’. 

Όλοι άκουσαν τη φωνή του ό ιερέας δεν ήταν βέβαιος από ποια εικόνα προερχόταν. Οι άνθρωποι φοβήθηκαν, αλλά ό ιερέας τούς καθησύχασε. Τέλεση μια δέηση στην αγία Τριάδα, ωστόσο δεν την έστειλε.

Πέρασε λίγος καιρός και πάλι μια Κυριακή κατά τη διάρκεια της θείας λειτουργίας, όταν ό ιερέας διά βάζε την όπισθάμβωνο ευχή ό εύλογών τούς ευλογούντος σε, Κύριε…, ξανακούσθηκε ή φωνή:

—Γιατί καθυστερείς και δεν στέλνεις την εικόνα μου εκεί πού σού υπέδειξα; Στείλε την, σου είπα, στον “ιερομόναχο Ιωνά πού μένει στον κήπο, πιο πάνω από το Βύντουμπιτσκυ.

Τότε ή εικόνα έλαμψε κι έτσι όλοι είδαν από πού προήλθε ή φωνή.

“Ύστερα από τη θεία λειτουργία, αφού έκαναν μια δέηση στην αγία Τριάδα και προσκύνησαν την εικόνα, ό “ιερέας την έστειλε ταχυδρομικούς σε μένα μαζί με όλη την ιστορία και τα θαύματά της. Τώρα βρίσκεται μέσα στο ιερό της εκκλησίας στην προσκομιδή, όπως όρισε ή θεία φωνή». 

ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ. Ο ΣΤΑΡΕΤΣ ΙΩΝΑΣ ΤΟΥ ΚΙΕΒΟΥ. Ι.Μ. ΑΓΙΟΥ ΣΥΜΕΩΝ ΚΑΛΑΜΟΣ 1998. 

Τετάρτη 3 Δεκεμβρίου 2025

ΟΣΙΟΣ ΙΩΣΗΦ Ο ΗΣΥΧΑΣΤΗΣ: ΕΡΧΕΤΑΙ Ο ΘΕΟΣ ΠΡΟΣ ΤΟΝ ΑΝΘΡΩΠΟ ΝΑ ΤΟΝ ΘΕΟΠΟΙΗΣΕΙ!

Γέρων Ιωσήφ ο Ησυχαστής
Έρχεται ο Θεός προς τον άνθρωπο να τον θεοποιήσει! 

Σ’ όλη την ιστορία διαφαίνεται η επίδρασι των διδασκάλων, και γενικά των διαφόρων φορέων των γνώσεων, στους μαθητάς και θαυμαστάς τους, μέχρι του σημείου να πείθεται ο καθένας ότι αυτές οι επιδράσεις είναι φυσικός νόμος.

Αναφέρομε τον νόμο της επιρροής σαν κάτι το συγκεκριμένο, που λειτουργεί μέσω των φυσικών νόμων και μόνον, για να παραστήσωμεν έπειτα σαφέστερα την πραγματικότητα και το μέγεθος του υπέρ φύσιν περισσεύματος, που ενεργεί σε μας η επιρροή της χάριτος, την οποία παρέχει ο δικός μας Καθηγητής και Διδάσκαλος.

Ο νόμος της επιδράσεως επιβάλλει την εξομοίωσι με κείνον που συνήθως θαυμάζομε και αγαπούμε. Είναι ένα είδος μεταμορφώσεως των χαρακτήρων, επιδράσεως του ενός επί του άλλου, αρκεί το ενδιαφέρον και ο θαυμασμός να είναι αληθινά. Επάνω στον Ιωνάθαν βλέπομεν εξ ολοκλήρου τον Δαβίδ και τανάπαλιν.

Λέγεται διά τον Φίλωνα, τον θερμό ζηλωτή της πλατωνικής διδασκαλίας, ότι τόσον αφομοίωσε τον θαυμαζόμενον διδάσκαλον, ώστε σχεδόν μετεμορφώθη κατά το δικό του πρότυπο, και πάντοτε ελέγετο στις μέρες του ότι «ή ο Φίλων πλατωνίζει ή ο Πλάτων φιλωνίζει».

Με ένα λόγο, ολόκληρη η πανανθρώπινη αξιοπρέπεια θεμελιώνεται επί του αξιώματος της επιρροής.

Αυτή την επιμονή μου τη στηρίζω στον Παύλο, ο οποίος προβάλλει με σοβαρότητα αυτόν τον νόμο της επιρροής σαν βέβαιο κανόνα μεταμορφώσεως των πιστών στο πρότυπό των, αφού εκ των προτέρων ο ίδιος το έπαθε, και δικαίως παροτρύνει «μιμηταί μου γίνεσθε, καθώς καγώ Χριστού».

Και ιδού πώς παραδίδει το μάθημα ο άριστος αυτός καθηγητής· «όλοι εμείς χωρίς κάλυμμα στο πρόσωπο, κοιτάζουμε σε καθρέφτη τη λαμπρότητα του Κυρίου και μεταμορφωνόμαστε σ’ αυτήν τη λαμπρή εικόνα του, βαδίζοντας από δόξα σε δόξα με την ενέργεια του Κυρίου, που είναι το Πνεύμα» (Β’ Κορ. 3, 18).

Εδώ εμείς δεν θα σκεφθούμε τον Κύριό μας, του οποίου την δόξαν, τον χαρακτήρα, αντικατοπτρίζομεν προς μίμησιν, σαν ένα απλόν διδάσκαλον, φιλόσοφον ή μουσουργόν, ώστε ο απλός νόμος της επιρροής να μας επηρεάση;

Ο Χριστός μας, ως Πανσθενουργός Θεός, επιδρά επάνω μας αν θελήσωμε πέρα των φυσικών νόμων διά της υπέρ εκ περισσού χάριτός του, γιατί ακριβώς ήλθε, ίνα ζωήν έχωμεν και περισσόν έχωμεν. «Εγώ γαρ, φησί, ζω και υμείς ζήσεσθε».

Για μας ο Χριστός δεν είναι μόνον ιστορικό πρόσωπο, αλλά και ο Κύριος της δόξης, του οποίου η χάρις ως ζώσα ενέργεια μένει μεθ’ ημών εις τους αιώνας, κατά την αψευδή του επαγγελία, τα ασθενή θεραπεύουσα και τα ελλείποντα αναπληρούσα γινομένη τοις πάσι τα πάντα.

Ο ανωτέρω λόγος του Παύλου προς τους Κορινθίους είναι η πρακτικώτερη μέθοδος του αγιασμού, που μεταδίδεται εις όσους πιστούς με προσοχή κι ενδιαφέρον αντανακλούν επάνω των τον Θείον χαρακτήρα του Κυρίου μας, διότι απαραβάτως κατά τον αυτόν χαρακτήρα θα μεταμορφούνται σταδιακώς από δόξης εις δόξαν, καθάπερ από Κυρίου Πνεύματος.

Και ιδού πώς ο Ιησούς μας παρακινεί τους ιδίους· «εάν εμοί διακονή τις, εμοί ακολουθήτω» και «όπου ειμί εγώ, εκεί και ο διάκονος ο εμός έσται». Η παντελής μίμησις του Χριστού από μέρους του ανθρώπου δεν είναι δυνατόν να πραγματοποιηθή.

Υπάρχει όμως το ενδεχόμενον ανθρωπίνως να κατορθωθή και γίνεται εις όσους δύνανται να ειπούν μετά παρρησίας, «ιδού ημείς αφήκαμεν πάντα και ηκολουθήσαμέν σοι». Μόνον εκείνοι λαμβάνουσι δύναμιν «του τε μιμήσασθαι. Αυτόν και του προς πάσας τας εντολάς αυτού κατορθώσαι», κατά Μάξιμον τον Ομολογητήν.

Προαναφέραμε τον νόμο της επιρροής κατά τους φυσικούς λόγους, αλλά εδώ η μίμησις του Χριστού – Θεού δεν είναι μόνον φυσικός νόμος αντιγραφής παραδείγματος ή συστήματος συμπεριφοράς. Ασφαλώς και αυτά συντελούν.

Ο λόγος όμως εδώ είναι ότι δεν βαδίζει ο άνθρωπος προς τον Θεόν να τον μιμηθή, αλλά έρχεται ο Θεός προς τον άνθρωπον να τον θεοποιήση. Το πρώτον είναι μηχανικό, ενώ το δεύτερο είναι οργανικό· το ένα είναι ανθρώπινο, το άλλο είναι θεοπρεπές.

Στην εξ ημών προσπάθειαν «όσα μεν χωρούμεν μιμούμεθα, όσα δε ου χωρεί η φύσις προς μίμησιν σεβόμεθά τε και προσκυνούμεν», κατά τον Γρηγόριο Νύσσης. Εάν ο Κύριός μας πληροφορεί ότι «χωρίς εμού ου δύνασθε ποιείν ουδέν», και η μίμησις του υπό των πιστών πραγματοποιείται διά της Θείας του χάριτος με την συνεργασία της αυταπαρνήσεως.

«Ει τις θέλει οπίσω μου ελθείν, απαρνησάσθω εαυτόν και αράτω τον σταυρόν αυτού και ακολουθείτω μοι. Ος γαρ εάν θέλη την ψυχήν αυτού σώσαι, απολέσει αυτήν· ος δ’ αν απολέση τη την ψυχήν αυτού ένεκεν εμού, ευρήσει αυτήν».

Εκ τούτου συμπεραίνεται ότι στην περιεκτικήν αυτήν αυταπάρνησιν, που εισαγόμεθα άνευ περιστροφών, αναγκαζόμεθα να βαδίσωμεν κατά της πεπτωκυίας μας φύσεως και όλων των συστημάτων της συμβατικότητος του ψευδοπολιτισμού και να σηκώσωμεν τον σταυρόν και τον ονειδισμόν του Χριστού, όσον και αν φαίνεται τούτο πρόκλησις στην ορθολογιστικήν έννοια του κόσμου τούτου.

Το νόημα του πεπλανημένου κόσμου είναι το φρόνημα του εκπεσόντος πρώην εωσφόρου και νυν σατανά απατήσαντος τον πρώτον άνθρωπον να φρονήση αναρχικώς και ιδιοτελώς, αρρώστια μετασχηματιζομένη λεκτικώς έως σήμερον και έως της συντελείας εις τους υιούς της απειθείας.

Αυτήν την ασθένεια και πάσαν άλλην συναφή της φθοράς και του θανάτου παραίτιον εθεράπευσεν ο κλίνας ουρανούς και καταβάς Θεός Λόγος διά της ταπεινώσεως και υπακοής του προς τον Θεόν Πατέρα, διότι κατά τον Παύλον «ουχ αρπαγμόν ηγήσατο το είναι ίσα Θεώ, καίπερ εν μορφή Θεού υπάρχων, αλλ’ εαυτόν εκένωσε μορφήν δούλου λαβών, εν ομοιώματι ανθρώπων γευόμενος και σχήματι ευρεθείς ως άνθρωπος εταπείνωσεν εαυτόν γενόμενος υπήκοος μέχρι θανάτου, θανάτου δε σταυρού».

Το ζωντανό αυτό παράδειγμα της ταπεινώσεως του Θεού Λόγου, της «κενώσεώς» του, είναι ο δείκτης της χριστιανικής ζωής. Το νόημα της εν Χριστώ βιωτής είναι το ταπεινό φρόνημα, που συντρίβει την υπερηφάνεια του διαβόλου και πάσαν ιδιοτέλειαν. 

Απόσπασμα από το βιβλίο του Γέροντα Ιωσήφ Βατοπαιδινού, «Λόγοι παρακλήσεως» και το κεφάλαιο «Μίμηση του Χριστού ή ‘περί του κατ’ ίχνος Αυτώ ακολουθείν’» των  εκδόσεων της Ιεράς Μεγίστης Μονής Βατοπαιδίου Αγίου Όρους.

ΟΣΙΟΣ ΙΩΣΗΦ Ο ΗΣΥΧΑΣΤΗΣ: ΟΙ ΤΡΕΙΣ ΤΑΞΕΙΣ ΤΗΣ ΧΑΡΙΤΟΣ!



 Γέρων Ιωσήφ ο Ησυχαστής
Οι τρεις τάξεις της χάριτος 

Σε τρεις τάξεις διαιρείται η χάρις: Καθαρτική, φωτιστική, τελειωτική. Σε τρεις και η ζωή μας: Κατά φύσιν, υπέρ φύσιν, παρά φύσιν. Σε αυτές τις τρεις τάξεις ανέρχεται και κατέρχεται. Τρία είναι και τα μεγάλα χαρίσματα, που λαμβάνει: Θεωρία, αγάπη, απάθεια.

Λοιπόν στην “πράξιν” συνεργεί χάρις καθαρτική, η οποία βοηθά στην κάθαρση. Και κάθε ένας, που μετανόησε, η χάρις είναι που τον προτρέπει στη μετάνοια. Και όσα κάνει της χάριτος είναι, αν και δεν το γνωρίζει αυτός που την έχει, όμως αυτή τον τροφοδοτεί και τον οδηγεί. Και ανάλογα με την προκοπή του, ανέρχεται ή κατέρχεται ή μένει στην ιδία κατάσταση. Εάν έχει ζήλο και αυταπάρνηση ανεβαίνει σε θεωρία, την οποία διαδέχεται φωτισμός θείας γνώσεως και λίγη απάθεια. Εάν ψυχρανθεί ο ζήλος, η προθυμία, τότε συστέλλεται και η ενέργεια της χάριτος.

Γι’ αυτόν που λες ότι γνωρίζει να προσεύχεται, είναι εκείνος που γνωρίζει τι εύχεται και τι ζητά από τον Θεό. Αυτός που γνωρίζει να προσεύχεται δεν βαττολογεί, δεν ζητά περιττά· αλλά γνωρίζει τον τόπο, τον τρόπο και τον καιρό και ζητά τα αρμόδια και ωφέλιμα της ψυχής του. Επικοινωνεί νοερά με το Χριστόν. Τον πιάνει και τον κατέχει και “δεν θα σε αφήσω, λέγει, εις τον αιώνα”.

Εκείνος που προσεύχεται ζητά την άφεση των αμαρτιών, ζητά το έλεος του Κυρίου. Εάν ζητά και μεγάλα, όχι στον κατάλληλο καιρό, δεν του τα δίδει ο Κύριος. Διότι ο Θεός τα δίνει με τάξη. Και, αν εσύ τον κουράζεις ζητώντας, αφήνει το πνεύμα της πλάνης και προσποιείται τη χάρη και σε πλανά, δείχνοντάς σου άλλα αντί άλλων. Γι’ αυτό δεν είναι ωφέλιμο να ζητά κανείς τα υπέρμετρα. Αλλά, και αν εισακουσθεί προ του καθαρισμού, όταν δεν είναι στην τάξη, γίνονται φίδια και βλάπτουν. Συ έχε μετάνοια καθαρή, κάνε σε όλους υπακοή, και μόνη της η χάρη θα έλθει χωρίς εσύ να το ζητάς.

Ο άνθρωπος σαν βρέφος που ψελλίζει ζητά από τον Θεό το θέλημά του το άγιο. Ο Θεός, σαν Πατέρας υπεράγαθος, του δίδει τη χάρη, αλλά του δίδει και πειρασμούς, Εάν υπομένει αγόγγυστα τους πειρασμούς λαμβάνει προσθήκη της χάριτος. Όση περισσότερη χάρη λαμβάνει, τόσο αυξάνονται και οι πειρασμοί. Οι δαίμονες, όταν πλησιάζουν, για να σε πολεμήσουν, δεν πηγαίνουν εκεί που εσύ εύκολα θα τους νικήσεις, αλλά δοκιμάζουν, πού έχεις αδυναμία. Εκεί που εσύ δεν τους περιμένεις, εκεί πολιορκούν το κάστρο. Και, όταν βρουν ψυχή ασθενική και μέρος αδύνατο, πάντα εκεί νικούν και τον κάνουν υπεύθυνο για την ήττα του.

Ζητάς χάρη από τον Θεό; Αντί χάριτος σου αφήνει πειρασμό. Δεν αντέχεις τον πόλεμο, πέφτεις; Δεν σου δίνεται προσθήκη της χάριτος. Πάλι ζητάς; Πάλι ο πειρασμός. Πάλι ήττα; Πάλι στέρηση εφ’ όρου ζωής. Πρέπει λοιπόν να βγεις νικητής. Άντεξε τον πειρασμό μέχρι θανάτου. Πέσε πτώμα στη μάχη, φωνάζοντας κάτω παράλυτος: “Δεν θα σε αφήσω, γλυκύτατε Ιησού! Ούτε θα σε εγκαταλείψω! Αχώριστος θα μείνω στον αιώνα, και για την αγάπην Σου ξεψυχώ στη μάχη”. Και ξαφνικά εμφανίζεται στη μάχη και φωνάζει δυνατά: “Εδώ είμαι! Μάζεψε όλες τις δυνάμεις σου και ακολούθησέ με ! Συ δε γεμίζεις όλος φως και χαρά: Αλλοίμονο σε μένα τον δυστυχή! Αλλοίμονο σε μένα τον πονηρό και αχρείο! Προηγουμένως άκουα για σένα, τώρα δε σε είδαν οι οφθαλμοί μου· γι’ αυτό και κατηγόρησα τον εαυτόν μου, τον θεώρησα δε χώμα και στάχτη”. Τότε γεμίζεις από θεία αγάπη. Και φλέγεται η ψυχή σου σαν του Κλεόπα. Και σε καιρό πειρασμού δεν καταλείπεις πλέον τη μάχη, αλλά υπομένεις τις θλίψεις σκεπτόμενος- ότι όπως πέρασε ο ένας πειρασμός και ο άλλος, έτσι θα περάσει και αυτός.

Όταν όμως δειλιάζεις και γογγύζεις και δεν υπομένεις τους πειρασμούς, τότε, αντί να νικάς πρέπει διαρκώς να μετανοείς· για τα σφάλματα της ημέρας, για την αμέλεια της νύκτας. Και, αντί να αυξάνεται η χάρις, μεγαλώνεις τις θλίψεις σου. Γι’ αυτό μη δειλιάζεις μη φοβάσαι τους πειρασμούς. Και αν πέσεις πολλές φορές, σήκω. Μη χάνεις τη ψυχραιμία σου. Μην απογοητεύεσαι. Σύννεφα είναι και θα περάσουν.

Και όταν, με τη βοήθεια της χάριτος που σε καθαρίζει από όλα τα πάθη, περάσεις όλα αυτά που λέγονται “πράξις”, τότε γεύεται ο νους φωτισμό και κινείται σε θεωρία.

Και πρώτη θεωρία είναι των όντων: Πως όλα τα δημιούργησε για τον άνθρωπον ο Θεός, και αυτούς ακόμη τους Αγγέλους για να τον υπηρετούν. Πόσην αξία, πόσο μεγαλείο, τί μεγάλο προορισμό έχει ο άνθρωπος – αυτή η πνοή του Θεού! Όχι για να ζήσει εδώ τις λίγες ημέρες της εξορίας του, αλλά να ζήσει αιώνια με τον Πλάστη του. Να βλέπει τους θείους Αγγέλους. Να ακούει την άρρητη μελωδία τους. Τί χαρά! Τί μεγαλείο! Μόλις τελειώνει αυτή η ζωή μας και κλείνουν τα μάτια, αμέσως ανοίγουν τα άλλα και αρχίζει η νέα ζωή. Η αληθινή χαρά, που πλέον τέλος δεν έχει.

Αυτά σκεπτόμενος βυθίζεται ο νους σε μία ειρήνη και γαλήνη, που απλώνεται σε όλο το σώμα, και ξεχνά τελείως ότι υπάρχει σ’ αυτή τη ζωή. Τέτοιες θεωρίες διαδέχονται η μία την άλλη. Όχι να πλάθει φαντασίες με το νου του, αλλά η κατάσταση είναι τέτοια – ενέργεια χάριτος, που φέρνει νοήματα και ασχολείται ο νους στη θεωρία. Δεν τα πλάθει ο άνθρωπος· μόνα τους έρχονται και αρπάζουν το νου στη θεωρία. Και τότε απλώνεται ο νους και γίνεται διαφορετικός. Φωτίζεται. Είναι όλα ανοικτά σ’ αυτόν. Γεμίζει σοφία, και σαν υιός κατέχει τα του Πατρός του. Ξέρει ότι είναι μηδέν, πηλός, αλλά και υιός Βασιλέως. Δεν έχει τίποτε, άλλα όλα τα έχει. Γεμίζει θεολογία. Φωνάζει αχόρταστα, με πλήρη επίγνωση, ομολογώντας ότι η ύπαρξή του είναι μηδέν. Η καταγωγή του είναι ο πηλός· η δε ζωτική δύναμή του, η πνοή τού Θεού – ή ψυχή του. Αμέσως πετά η ψυχή στον ουρανό! – Είμαι το εμφύσημα, η πνοή του Θεού! Όλα διεσώθησαν, έμειναν στη γη, απ’ όπου και ελήφθησαν! Είμαι Βασιλέως αιωνίου υιός! Είμαι θεός κατά χάρη! Είμαι αθάνατος και αιώνιος! Είμαι, μετά μία στιγμή, κοντά στον ουράνιο Πατέρα μου!

Αυτός είναι ο αληθινός προορισμός του ανθρώπου· γι’ αυτό πλάσθηκε, και οφείλει να έλθει απ’ όπου ήλθε. Τέτοιου είδους είναι οι θεωρίες, με τις οποίες ασχολείται ο πνευματικός άνθρωπος. Και περιμένει την ώρα που θα αφήσει το χώμα και θα πετάξει η ψυχή στα ουράνια. Έχε θάρρος λοιπόν, παιδί μου, και με αυτή την ελπίδα υπόμενε κάθε πόνο και θλίψη. Αφού μετά από λίγο θα αξιωθούμε να απολαύσουμε αυτά. Για όλους μας είναι τα ίδια. Όλοι είμαστε παιδιά του Θεού. Αυτόν φωνάζουμε ημέρα και νύκτα και την γλυκειά μας Μανούλα, τη Δέσποινα του Παντός, την οποίαν όποιος παρακαλεί, δεν τον αφήνει ποτέ.

(Γέροντος Ιωσήφ, «Έκφρασις Μοναχικής εμπειρίας», επιστ. Ι΄, εκδ. Ι.Μ.Φιλοθέου, σ. 84-88. – απόσπασμα σε νεοελληνική απόδοση.)

Τρίτη 2 Δεκεμβρίου 2025

ΟΣΙΟΣ ΠΟΡΦΥΡΙΟΣ: ΕΓΩ ΔΕΝ ΕΙΜΑΙ ΠΑΡΑ ΕΝΑΣ ΑΠΛΟΣ ΠΑΠΑΣ!

 Άγιος Πορφύριος
Εγώ δεν είμαι παρά ένας απλός παπάς 

Η γνωριμία μας με τον Άγιο Πορφύριο έγινε τον Σεπτέμβριο του 1985, όταν ένα πνευματικό του παιδί, η κυρία Ανθή (η οποία ήταν υπάλληλος στην υπηρεσία του συζύγου μου), μας πρότεινε να πάμε οικογενειακώς να γνωρίσουμε τον Γέροντά της. Μόλις φθάσαμε και χωρίς να πη τα ονόματά μας η Ανθή, του είπε «Γέροντα, σας έφερα τον προϊστάμενό μου, να ευλογήσετε τα παιδιά του».

Μας σταύρωσε λοιπόν και τελευταίος ο άνδρας μου του ζήτησε να προσευχηθή για τον γυιό μας τον Τάσο που ήταν ζωηρός. Ο Άγιος του απάντησε: «Καλά, για τον Τάσο μου λες, αλλά για την Ειρήνη γιατί δεν μου είπες, που την πονάει η κοιλιά της; Δεν έχει τίποτε· απλώς ζηλεύει».

Η Ειρήνη, όταν γεννήθηκε το τρίτο παιδί, παραπονιόταν για πόνους στην κοιλιά, πράγμα το οποίο είχα ελέγξει με πολλούς γιατρούς, αλλά προσωπικά δεν ανησυχούσα, ενώ ο πατέρας της νόμιζε ότι το παιδί είχε κάτι σοβαρό, για το οποίο εγώ αδιαφορούσα. Τελικά η Ειρήνη από τότε έγινε καλά και δεν ξαναπαραπονέθηκε.

Στην συνέχεια πηγαίναμε κατά καιρούς σαν βόλτα κι άλλες φορές παίρναμε την ευλογία του, ενώ άλλες απλώς καθόμασταν έξω. Ιδιαίτερη γνωριμία δεν είχαμε ποτέ ώστε να ξέρη ποιοι είμαστε, ούτε υπήρξαμε πνευματικά του παιδιά. Απλοί προσκυνητές, που μας έδινε την ευλογία του και συμβουλές για τα παιδιά μας.

Το μεγάλο θαύμα που αξιωθήκαμε από τη χάρη του συνετελέσθη το 1989. Τότε ο σύζυγός μου υπηρετούσε στις Φέρρες του Έβρου ως Αξιωματικός. Τον Ιούλιο πέρασε την ετησία (γενικές εξετάσεις) στην Αλεξανδρούπολη. Ήρθε ευχαριστημένος, γιατί οι γιατροί τον είδαν πολύ καλά στην υγεία του. Την άλλη μέρα όμως τον κάλεσαν να επαναλάβη την εξέταση αίματος, γιατί θεώρησαν ότι μπορεί να έκαναν λάθος. (Τα λευκά αιμοσφαίρια ήταν μόλις 700). Οι γιατροί και με την δεύτερη εξέταση θορυβήθηκαν πολύ και δεν ήξεραν σε ποιο νοσοκομείο να τον στείλουν. Αποφάσισαν να πάη στο 401 και τον έστειλαν επειγόντως στην Αθήνα με ειδικό σήμα. Μπήκε σε απομόνωση Παρασκευή 20 Ιουλίου 1985. Εγώ με τα παιδιά έφτασα στην Αθήνα την Δευτέρα και το πρώτο που έκανα ήταν να τηλεφωνήσω στον Γέροντα. Συγκεκριμένα του είπα:

– Γέροντα, σας παρακαλώ να κάνετε μια προσευχή για τον άνδρα μου που είναι πολύ σοβαρά στο νοσοκομείο. Τ’ όνομά του Δημήτριος.

– Εύχομαι, παιδί μου. Ο Χριστός κι η Παναγία θα τον κάνουν καλά, αλλά με τον ιό που έχεις εσύ στον λαιμό και τα λευκά που έχει αυτός, μην πας σήμερα στο νοσοκομείο, γιατί θα τον σκοτώσης και θα πεθάνη.

Σημειωτέον ότι με τσιμπούσε λίγο ο λαιμός μου και επιπλέον εγώ δεν είχα ενημερωθή από γιατρούς ότι εκείνος δεν είχε καμμιά άμυνα και κινδύνευε ακόμα κι από ένα φτάρνισμα κάποιου. Εκείνη την ημέρα τα λευκά του έγιναν 4.500 και το εξέλαβαν ως λάθος, ενώ ο Γέροντας πολύ αργότερα μου είπε ότι «αυτό έγινε για να καταδειχθή η δύναμις του Θεού».

Από τις 20 Ιουλίου μέχρι τις 6 Δεκεμβρίου ο σύζυγος ήταν στην απομόνωση, διαβάζοντας θρησκευτικά βιβλία και ακούγοντας Πειραϊκή Εκκλησία. Στο διάστημα αυτό, επειδή οι γιατροί δεν ήξεραν τα περί της ασθενείας του, του έδωσαν δύο δόσεις χημειοθεραπείας, οι οποίες πέρασαν από πάνω του χωρίς καμμία παρενέργεια και χωρίς να του καλύψουν τα 700 λευκά που ήταν μόνιμα. Βέβαια για την χημειοθεραπεία είχα ζητήσει την γνώμη του Αγίου, ο οποίος μου είπε: «Υπόγραψε, παιδί μου, γιατί είτε πάρει είτε δεν πάρει το ίδιο κάνει».

Στην συνέχεια κατά θαυματουργικό τρόπο μας δόθηκε η ευκαιρία να πάμε στο Λονδίνο στον προφέσσορα Κατόφσκι. Πριν φύγουμε, επειδή εγώ πίστευα ότι θα πέθαινε στο Λονδίνο, πήγα στον Άγιο Νεκτάριο και προσευχήθηκα στον τάφο του. Εκεί άκουσα ένα σούρσιμο παντόφλας (βήματα) και αμέσως μετά τρεις φορές γκαπ-γκαπ-γκαπ. Πάλι όμως δεν πίστευα και μέσα μου υπήρχε πάντα ο φόβος, αφού και ο γιατρός του 401 μου είχε πη: «Κοπέλλα μου, πως θα τον πας στην Αγγλία; Με ιδιωτικό αεροπλάνο; ξέρεις ότι, αν βήξη κάποιος δίπλα του, δεν θα προλάβη να φτάση;».

Με την δύναμη του Θεού όχι μόνο έφτασε, αλλά και ούτε εισήχθη στο νοσοκομείο. Ήταν εξωτερικός ασθενής και μέναμε στο ξενοδοχείο. Με δύο ενέσεις που του έκανε ο γιατρός άρχισε η αποκατάσταση και με την τέταρτη έγινε εντελώς καλά. Η ασθένεια ήταν λευχαιμία τριχωτών κυττάρων.

Μετά από αυτά και αφού εγώ έλεγα σ’ όλους ότι ο Γέροντας μάς έκανε θαύμα, πήγαμε να τον ευχαριστήσουμε. Το πρώτο που μου είπε ο Άγιος ήταν: «Παιδί μου, εγώ δεν είμαι παρά ένας απλός παπάς. Η Παναγία και ο άγιος Νεκτάριος τον έκαναν καλά». Δεν του είχα πει ότι πήγα στην Αίγινα. Στην συνέχεια μας έκανε ένα οδοιπορικό λεπτομερές ως το χωριό του συζύγου μου. Σε μένα έλεγε ότι κοντά σ’ ένα Μοναστήρι υπάρχουν πολλά αρχαία, ασύλητοι τάφοι, τα οποία 28 χρόνια μετά, το 2014, τα έφεραν στο φως οι Αρχαιολόγοι κατά την διάνοιξη της Ιόνιας οδού. Επίσης μου είπε ότι κάποια μέρα θα έχω κάποιο πρόβλημα στο έντερο, και μετά από είκοσι χρόνια μου παρουσιάστηκαν εγκολπώματα, για τα οποία έφτασα δύο φορές προ του χειρουργείου, το οποίο απετράπη την τελευταία στιγμή με την Χάρη του.

Ένα δεύτερο θαύμα του Αγίου έγινε το 2014 τον Νοέμβριο στο ΝΙΜΙΤΣ, όπου νοσηλευόμουν για το έντερο και μίλησα για το θαύμα του Αγίου που έκανε στον άνδρα μου σε μια κυρία ηλικίας 80 ετών. Η κυρία αυτή νοσηλευόταν για χολή, αλλά είχε κάνει εγχείρηση ανοικτής καρδιάς πριν από 25 χρόνια. Το πρόβλημα της καρδιάς τής έκανε κολπική μαρμαρυγή το βράδυ 17 Νοεμβρίου και την μετέφεραν επειγόντως στην εντατική. Αυτή εκεί επικαλέστηκε τον άγιο Πορφύριο λέγοντάς του: «Άγιέ μου, εγώ δεν σε ξέρω, εσύ όμως με ξέρεις. Έλα και κάνε μου το θαύμα σου, όπως έκανες και σ’ αυτή την κυρία που μου μίλησε για σένα το απόγευμα». Σας πληροφορώ ότι το πρωί στις 9 η ώρα ήρθε στο δωμάτιό της κι ευχαριστούσε τον Θεό για το θαύμα, που της συνέβη πριν από λίγες ώρες. 

Μαρτυρία κυρίας Ευσεβίας Τσερλέπη από το Μεσολόγγι

Από το βιβλίο: «Ο Όσιος Πορφύριος (Μαρτυρίες – Διηγήσεις – Νουθεσίες)».  Α’. Μαρτυρίες.  Έκδοση «Ενωμένη Ρωμηοσύνη», σελ. 128.

ΤΟ ΧΑΡΙΣΜΑ ΤΗΣ ΜΕΤΑΚΙΝΗΣΗΣ ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ ΠΟΡΦΥΡΙΟΥ



 Το χάρισμα της μετακίνησης του αγίου Πορφυρίου 

Με τον γέροντα Πορφύριο – διηγείται ο π. Γεώργιος Καλαντζής, Εφημέριος Αγίου Γερασίμου Ιλισίων – έζησα ένα περιστατικό που έχει σχέση με το πώς ανακάλυψε το νερό που υπάρχει στον Ωρωπό. Κάλεσαν ειδικούς εκεί για να βρουν πού έχει νερό και να κάνουν γεώτρηση. Τους έδειξε ένα μέρος και έκαναν την γεώτρηση σε μεγάλο βάθος, χωρίς να βρουν νερό, αλλ’ εκείνος επέμενε και τους έλεγε «προχωράτε ακόμα λίγο…, προχωράτε ακόμα λίγο…»· και όντως σε απίθανο βάθος βρήκαν νερό, το οποίο όντως ήταν καλό και πολύ νερό. Και αποκάλυψε σ’ εμένα τον ανάξιο λέγοντας: «Βρε, είχα κατέβει και το είχα δοκιμάσει σε εκατοντάδες μέτρα βάθος γης, είχα κατέβει και το δοκίμασα και είπα σε μια στιγμή να το μεταφέρω στις χούφτες μου να το δοκιμάσουν και οι άλλοι ότι είναι πολύ καλό νερό, αλλά φοβήθηκα ότι θα με θεωρήσουν για τρελλό και δεν το έκανα…». Αυτό είναι ένα συγκλονιστικό γεγονός που φανερώνει το χάρισμα της μετακίνησης του Γέροντα. 

Είχε έρθει μία ομάδα από την Σερβία, με πρόγραμμα να πάνε να προσκυνήσουν τους Αγίους Τόπους, και είχαμε αγρυπνία και μετά την αγρυπνία θέλησαν και ήρθαν μαζί στον γέροντα Πορφύριο και πιάσαν κουβέντα – μαζί ήταν και ένας Ηγούμενος Σέρβος που ήταν επώνυμος και ελληνομαθής, αλλά δεν θυμάμαι το όνομά του –, και έπιασαν κουβέντα με τον Γέροντα και τους ρωτούσε από ποιο Μοναστήρι είναι και πού είναι το Μοναστήρι τους. Και κάναν περιγραφή του Μοναστηριού τους και στην συνέχεια ο Γέροντας παρενέβη στην περιγραφή και τους λέει «μωρέ, πάνω στο βουνό, στην κορυφή πάνω είναι μια πολιτεία…, ποια πολιτεία είναι;». Ψάχναν, αλλά του είπαν ότι δεν υπάρχει πολιτεία εκεί κοντά. «Βρε, είναι μια πολιτεία μεγάλη…, κόσμος…, κόσμος…». Και ένας από τους μοναχούς που ήταν από την περιοχή, είπε ότι ακριβώς σ’ αυτόν τον χώρο είχαν γίνει εκατόμβες εκτελέσεων. «Ναι, μωρέ, αυτό είναι…, αυτή είναι η πολιτεία…, κόσμος, πολύς κόσμος». Επίσης ενώ περιγράψαν το Μοναστήρι, λέει ο Γέροντας:

– Έχετε, μωρέ, ένα φως μέσα στο Μοναστήρι, ένα φως, τι είναι αυτό;

– Τι είναι Γέροντα; μήπως είναι κανένα καντήλι αναμμένο;

– Μωρέ, ένα φως σου λέω, ένα φως.

Και είχαν Λείψανα ενός τοπικού Αγίου. Από το Κελλί του στον Ωρωπό έβλεπε στην Σερβία στο “Μαύρο ποτάμι” (έτσι λεγόταν η περιοχή). 

Από το βιβλίο: «Ο Όσιος Πορφύριος (Μαρτυρίες – Διηγήσεις – Νουθεσίες)». Α’. Μαρτυρίες. Έκδοση «Ενωμένη Ρωμηοσύνη», σελ. 168.