ΑΝ ΒΙΑΖΕΣΑΙ ΝΑ ΔΕΙΣ ΤΟΝ ΚΟΣΜΟ ΝΑ ΓΙΝΕΤΑΙ ΚΑΛΥΤΕΡΟΣ, ΑΡΧΙΣΕ ΑΠΟ ΤΟΝ ΕΑΥΤΟ ΣΟΥ. ΕΙΝΑΙ Ο ΣΥΝΤΟΜΟΤΕΡΟΣ ΔΡΟΜΟΣ.

Παρασκευή 17 Ιουνίου 2016

Η ΠΕΘ ΖΗΤΑΕΙ ΤΗ ΔΙΑΛΥΣΗ ΤΟΥ ΣΩΜΑΤΕΙΟΥ "ΚΑΙΡΟΣ" ΠΟΥ ΔΙΑΛΥΕΙ ΤΟ ΟΡΘΟΔΟΞΟ ΜΑΘΗΜΑ ΤΩΝ ΘΡΗΣΚΕΥΤΙΚΩΝ

Αθήνα, 16  Ιουνίου 2016
Αριθμ. Πρωτ. 94
Δελτίου τύπου
Η ΠΕΘ ζητάει τη διάλυση Σωματείου
που διαλύει το ορθόδοξο μάθημα των Θρησκευτικών

         
 Η ΠΕΘ ζητάει τη διάλυση του Σωματείου «Καιρός» για όλους τους σοβαρούς και αιτιολογημένους λόγους που αναφέρονται στην αίτηση τριτανακοπής που έχει κατατεθεί εκ μέρους της στη δικαιοσύνη, αλλά, κύρια, διότι από την ίδρυσή του (2010) το Σωματείο «Καιρός», εκ των πραγμάτων, κατέστη ο πολιορκητικός παράγοντας για τη διάλυση της συνοχής των μάχιμων Θεολόγων, των πανεπιστημιακών Θεολόγων και σε κάποιο βαθμό  των Επισκόπων και, γενικότερα,  του εκκλησιαστικού σώματος, με στόχο τη μετατροπή του ορθόδοξου χαρακτήρα του μαθήματος σε πολυθρησκειακό.


Αυτά όλα αποκαλύπτονται, καθημερινά, και από τις εχθρικές για το μάθημά μας δηλώσεις του κ. Φίλη, που δείχνουν καθαρά ότι ο μόνιμος και καλύτερος σύμμαχός του, για τις νεομαρξιστικές διεθνιστικές αλλαγές που σχεδιάζει, είναι οι «προοδευτικοί» όπως λέει ο ίδιος, Θεολόγοι του «Καιρού».
Αναγκαστήκαμε λοιπόν, να ζητήσουμε τη δικαστική παρέμβαση, ως έχοντες έννομο συμφέρον και καθώς είμαστε υποχρεωμένοι να υπερασπιστούμε τις θέσεις και τις αρχές του Καταστατικού μας και την εμπιστοσύνη, που μας δείχνουν οι Συνάδελφοι Θεολόγοι μέλη της ΠΕΘ, έτσι ώστε, το Σωματείο του «Καιρού», να μην μπορεί να χρησιμοποιείται από τον κάθε κ. Φίλη ως μοχλός για την εκθεμελίωση του χριστιανικού χαρακτήρα του μαθήματός μας ή ακόμη και για τον εξοβελισμό του από το ελληνικό σχολείο.
Από τούδε και στο εξής ο κ. Φίλης θα είναι έκθετος, όταν συνεργάζεται με το Σωματείο του «Καιρού», του οποίου η νομιμότητα αμφισβητείται νομικά, διότι εκκρεμεί κατ΄ αυτού η από 30-5-2016 τριτανακοπή της Ενώσεώς μας ενώπιον του Μονομελούς Πρωτοδικείου Αθηνών, διαδικασία εκούσιας δικαιοδοσίας, με αίτημά μας τη διάλυση του «Καιρού», ως παρανόμως ιδρυθέντος και λειτουργούντος. Δικάσιμος  για τη συζήτηση της τριτανακοπής ορίσθηκε η 27-9-2016. Κατόπιν τούτου, οποιαδήποτε δημόσια υπηρεσία δεν επιτρέπεται να συνεργάζεται με το παραπάνω Σωματείο, διότι η απόφαση που θα εκδώσει το δικαστήριο της τριτανακοπής είναι πιθανόν να κηρύξει παράνομες και τις συναλλαγές της με τρίτους φορείς, συμπεριλαμβανομένων και δημοσίων υπηρεσιών.
Σημειώνουμε για όσους δεν γνωρίζουν  ότι, εδώ και 65 χρόνια, από το 1951, υπάρχει ένας και μοναδικός νόμιμος φορέας εκπροσώπησης των Θεολόγων στην χώρα, η ΠΕΘ. Τα μέλη που ίδρυσαν το Σωματείο του «Καιρού» το 2010, θα μπορούσαν τότε, μέσα από την ΠΕΘ, τον κεντρικό συλλογικό φορέα του κλάδου, με δημοκρατικές διαδικασίες, να προβάλουν και να υπερασπισθούν τις θέσεις τους και όχι να επιχειρήσουν την ίδρυση ενός δήθεν πανελλήνιου Συνδέσμου για να διασπάσουν την ενότητα του κλάδου.
Τα μέλη του «Καιρού», από το 2011, επί εποχής της κ. Διαμαντοπούλου, συνέταξαν το πολυθρησκειακό νέο Πρόγραμμα Σπουδών του μαθήματος των Θρησκευτικών και ενέτειναν το σχίσμα μεταξύ των Θεολόγων. Χιλιάδες στοιχεία και μαρτυρίες υπάρχουν, που μαρτυρούν ότι τα μέλη του «Καιρού», μαζί με το Παιδαγωγικό Ινστιτούτο, σημερινό ΙΕΠ, μεθόδευσαν και συνεχίζουν να μεθοδεύουν, εκβιαστικά, τρόπον τινά φασιστικά και με κάθε τρόπο και κάθε τέχνασμα, την επιβολή των πολυθρησκειακών τους θέσεων, χρησιμοποιώντας, μάλιστα, γκεμπελικά, ως πρόσχημα, το επιχείρημα της διαφορετικής άποψης, των δημοκρατικών διαδικασιών και του διαλόγου και οδηγώντας, Θεολόγους – Πολιτεία - Εκκλησία σε μια αέναη σύγκρουση.
Οι υπεύθυνοι του «Καιρού», μόλις πρόσφατα, από το Βιομηχανικό Επιμελητήριο της Αθήνας, όπου έδιναν συνέντευξη τύπου, πίεζαν τον Υπουργό Παιδείας, να εφαρμόσει το πολυθρησκειακό Πρόγραμμα, φθάνοντας μάλιστα στο σημείο, να συνεργάζονται ανοικτά με το ΙΕΠ και τον Υπουργό Παιδείας εναντίον των πρόσφατων διαλλακτικών συνοδικών αποφάσεων της Εκκλησίας για το μάθημα των Θρησκευτικών, γνωρίζοντας μάλιστα ότι οι παραπάνω εκκλησιαστικές αποφάσεις ελήφθησαν σε κοινή Συνεδρίαση της Συνόδου με τους δύο Κοσμήτορες και τους τέσσερις Προέδρους των Τμημάτων των Θεολογικών μας Σχολών, καθώς και με την παρουσία της ΠΕΘ και του Καιρού.
Διαμαρτύρονται τα μέλη του «Καιρού» για την αίτηση τριτανακοπής, την οποία όμως οι ίδιοι προκάλεσαν με τις ενέργειές τους. Ας σημειωθεί στο σημείο αυτό ότι οι ιθύνοντες του «Καιρού», σε συνεργασία με το ΙΕΠ και με την χρήση της εξουσίας που το ΙΕΠ διαθέτει, συνέβαλαν στην παραπληροφόρηση των συναδέλφων για την πολυθρησκειακή  διδασκαλία του μαθήματος των Θρησκευτικών, στο όνομα μιας παραπλανητικής «αναβάθμισής» του. Οι Θεολόγοι, όμως, σπουδάσαμε σε ορθόδοξες Θεολογικές Σχολές για να διακονούμε την διδασκαλία της Ορθοδοξίας και όχι να υποστηρίζουμε την πολυθρησκειακή - πολυπολιτισμική Θεολογία που εναντιώνεται στην ορθόδοξη διδασκαλία και ευνοεί τον διαθρησκειακό διεθνισμό και την πολυπολιτισμική Θεολογία που εισήγαγαν τα νέα Προγράμματα Θρησκευτικών που με τόση μανία υποστήριξε ο «Καιρός», ως υποστηρικτικό όργανο του ΙΕΠ.
Αναγκαστήκαμε να καταγγείλουμε, το Σωματείο «Καιρός», αφού έδειξε στην πράξη ότι είναι ένα εχθρικό του ορθόδοξου μαθήματος Σωματείο και διότι κατέστη ο δούρειος ίππος για την αλλαγή του χαρακτήρα του, την αποορθοδοξοποίησή του και για την επιβολή μιας,  κατά τα φαινόμενα, «Aριγκάτειας» προέλευσης, μεταμοντέρνας, εκκοσμικευμένης, διαθρησκειακής πνευματικότητας στο χώρο του σχολείου, διαλύοντας και τα εναπομείναντα ίχνη της ορθόδοξης πνευματικής υποδομής της μαθητιώσας νεολαίας. Σημειωτέον ότι η «Αrigatou» χαρακτηρίστηκε, πρόσφατα, από την επί των Αιρέσεων   Συνοδική Επιτροπή της Εκκλησίας της Ελλάδος  ως παραθρησκευτική οργάνωση επικίνδυνη για την ορθόδοξη πίστη.
Η όλη παρουσία και δράση, λοιπόν, του καταγγελλόμενου Σωματείου, στρέφεται εναντίον των σκοπών της ΠΕΘ, όπως αυτοί περιγράφονται στο Καταστατικό της, και συντελεί στην αποσάθρωση των  πνευματικών υποδομών της ελληνικής παιδείας πλήττοντας καίρια την παρεχόμενη στο σχολείο χριστιανική αγωγή και γι΄ αυτό κατατέθηκε από την ΠΕΘ, η αίτηση τριτανακοπής κατά του «Καιρού».
Με βάση όλα τα παραπάνω αλλά και σύμφωνα με την υπ’ αρ. 34.563/2001 απόφαση του Πρωτοδικείου Θεσσαλονίκης «Η ύπαρξη δύο σωματείων στον ίδιο χώρο και μάλιστα, όταν αυτός είναι περιορισμένος, που επιδιώκουν τον ίδιο σκοπό, συγκροτούνται από μέλη που ασκούν το ίδιο επάγγελμα και η επωνυμία του ενός περιέχει στοιχεία από την επωνυμία του άλλου, συνεπάγεται πρόκληση συγχύσεως, διασπάσεως και υπερμέτρου ανταγωνισμού των επαγγελματικών δυνάμεων των εργαζομένων, στοιχεία που παρακωλύουν την εύρυθμη λειτουργία των σωματείων και την επίτευξη των σκοπών τους εις βάρος των μελών τους, οπότε η ίδρυση του δευτέρου σωματείου καθίσταται καταχρηστική».


Το ΔΣ της ΠΕΘ


************************************************************************************************
ΑΙΤΗΣΗ ΤΡΙΤΑΝΑΚΟΠΗΣ
***
ΕΝΩΠΙΟΝ ΤΟΥ ΜΟΝΟΜΕΛΟΥΣ ΠΡΩΤΟΔΙΚΕΙΟΥ ΑΘΗΝΩΝ
(Διαδικασία Εκουσίας Δικαιοδοσίας)
ΤΡΙΤΑΝΑΚΟΠΗ

Του σωματείου με την επωνυμία Πανελλήνια Ένωση Θεολόγων (ΠΕΘ), νομίμως εκπροσωπουμένου, που εδρεύει στην Αθήνα, οδός Χαλκοκονδύλη αρ. 37, με ΑΦΜ 090197060 
ΚΑΤΑ
1)    Της υπ’ αρ. 617/2011 αποφάσεως του Μονομελούς Πρωτοδικείου Αθηνών (Τμήμα Εκουσίας Δικαιοδοσίας)
2)    Του σωματείου υπό την επωνυμία «Πανελλήνιος Θεολογικός Σύνδεσμος ΚΑΙΡΟΣ για την αναβάθμιση της Θρησκευτικής Εκπαίδευσης», νομίμως εκπροσωπουμένου, που εδρεύει στο Χολαργό Αττικής, οδός Ελ. Βενιζέλου 59Α
Από το έτος 1951 υπάρχει και λειτουργεί νομίμως η Ένωσή μας, αρχικά με την επωνυμία «Ένωσις Ελλήνων Θεολόγων» δυνάμει της υπ’ αρ. 5643/1951 αποφάσεως του Πρωτοδικείου Αθηνών  και με την τροποποίηση του καταστατικού της το έτος 1961 με την επωνυμία «Πανελλήνιος Ένωσις Θεολόγων» (υπ’ αρ. 19884/1961 αποφ. Πρ. Αθ. ), η οποία είναι τοις πάσι γνωστή. Τελευταία τροποποίηση του καταστατικού της ενώσεώς μας έγινε το έτος 1977 δυνάμει της υπ’ αρ. 2059 απόφασης του Πρωτοδικείου Αθηνών, ενώ στο βιβλίο σωματείων του Πρωτοδικείου Αθηνών αναγράφεται με τον αριθμό μητρώου 7087. Tο Σωματείο μας, από της ιδρύσεώς του μέχρι σήμερα, λειτουργεί κανονικά και επιδεικνύει έντονη δραστηριότητα για την προστασία των συμφερόντων των μελών του και ιδίως για το αντικείμενο της εργασίας μας, το μάθημα των θρησκευτικών  στην πρωτοβάθμια και δευτεροβάθμια εκπαίδευση. Σήμερα, αριθμεί περί τα τρεις χιλιάδες εκατό (3.100) μέλη, πτυχιούχους των θεολογικών σχολών.
Η δράση της μέχρι σήμερα υπήρξε πολλαπλώς επιτυχής, πρόσφορη και μεταξύ των θεολόγων – μελών μας (αλλά και μη μελών μας) δεν διατυπώθηκε καμία μομφή περί ελλείψεων, ανικανότητας, αποτυχιών κ.λπ. Μάλιστα η ένωση μας έχει αναγνωρισθεί σε ικανή έκταση ως συμβάλλουσα όχι μόνον στο συνδικαλιστικό τομέα αλλά και στον επιστημονικό, όπως αυτό προκύπτει εκ πολλαπλών εκδηλώσεών της ανά την Ελλάδα και κυρίως εκ του εγκύρου επιστημονικού περιοδικού «ΚΟΙΝΩΝΙΑ», το οποίο σε κάθε τεύχος του δημοσιεύει πολύ υψηλού επιπέδου επιστημονικές μελέτες, πολλές εκ των οποίων έχουν συγγραφεί από καθηγητές πανεπιστημίου. Άλλωστε πολλοί διαπρεπείς πανεπιστημιακοί καθηγητές  είναι μέλη της Ενώσεώς μας και συμβάλλουν συνεχώς στην πρόοδο και άνοδό της  κ.ο.κ.
Αντιθέτως, η τριτανακοπτομένη ένωση θεολόγων δεν έχει να επιδείξει ούτε ικανό αριθμό μελών, ούτε ανάλογη  συνδικαλιστική ή επιστημονική δράση. Είναι δε πολύ χαρακτηριστικός ο λόγος και ιδίως ο χρόνος που ιδρύθηκε, ως προκύπτει εκ της καθόλου (ανυπάρκτου κατά τα άλλα) δράσεώς της. Διότι, από του έτους 2008 και εφεξής από κάποια πλευρά θεολόγων ή μη, αναλαμβάνεται μία πρωτοβουλία αποβλέπουσα στην κατάργηση-αποδυνάμωση-συρρίκνωση-υποβάθμιση του μαθήματος των θρησκευτικών παρά την εντελώς αντίθετη θέση της ad hoc νομολογίας (ΣτΕ 3356/95 και ΣτΕ 2176/98 Επιθ.Δημ. & Διοικ. Δικ. 1998 σελ. 885 επ.) και παρά τη ρητή διάταξη του άρθρου 16 § 2 του Συντάγματος και την εις εκτέλεση αυτής  διάταξη του άρθρου 1 του Ν. 1566/1985, η οποία αποτελεί διάταξη νόμου κατ’ εφαρμογήν συνταγματικής διατάξεως, (οπότε η κατάργησή της απαγορεύεται και αν καταργηθεί θεωρείται ως μη καταργηθείσα , όπως δέχεται παγίως και η νομολογία και η θεωρία π.χ. ΣτΕ 3088/2009 ΔιΔικ 2020 σελ. 27.  Διοικ.Εφ.Αθ. 743/2006 ΝοΒ 2007 σελ. 499.  ΑΠ 284/2004 ΝοΒ 2005 σελ. 283.  ΑΠ 1731/2002 ΝοΒ 2003 σελ. 1225. ΣτΕ 2056/2000 ΔιΔικ  2001 σελ.  87, ομοίως  Κρίππα, Νομοθετικό κενό συνταγματικώς ανεπίτρεπτο και εντεύθεν υποχρεώσεις της κρατικής Διοικήσεως εις «Χαριστήριον Σύμμεικτα προς τιμήν Γεωργίου Παπαχατζή», 1989 σελ.  235 επ. και αυτόθι προηγουμένη  νομολογία. ΟμοίωςΚαλλιαντέρη-Τουτζιαράκη, Η αρχή της νομιμότητος. Επιθ.Δημ. & Διοικ. Δικαίου, 2001 σελ. 28, τα ίδια δέχεται και η αλλοδαπή θεωρία π.χ. Ribes, «Existe-t-il un droità la norme? Contrôle de constitutionnalité et omission législative», εις REVUΕ BELGE DE DROIT CONSTITUTIONNEL, 1999 σελ 237 επ.). Η υπόθεση αυτή λύθηκε τελικώς διά της (τελεσιδίκου κατά το άρθρον 5Α  του Ν. 702/77) αποφάσεως του Διοικ. Εφετείου Χανίων115/2012 (Επιθ.Δημ. & Διοικ. Δικαίου 2013 σελ. 225 ε.π,.), η οποία δέχεται, ότι το Σύνταγμα επιβάλλει την διδασκαλία του μαθήματος των θρησκευτικών της Ορθοδόξου Εκκλησίας και ότι οι Χριστιανοί Ορθόδοξοι μαθητές δεν απαλλάσσονται από την παρακολούθησή του.
Η εξέλιξη αυτή δυσαρέστησε έναν κύκλο ολιγάριθμων θεολόγων και  ήδη από τότε που η υπόθεση εκκρεμούσε στο εν λόγω δικαστήριο, άρχισαν να «μεθοδεύουν» την κατάργηση ή έστω συρρίκνωση του Ορθοδόξου μαθήματος των θρησκευτικών. Και βεβαίως ο μόνος τρόπος συρρικνώσεώς του ήταν, το μάθημα αυτό να «νοθευθεί», ήτοι να γίνει «πολυθρησκευτικό» (δηλ. οι μαθητές να διδάσκονται και την ορθόδοξη θρησκεία  αλλά (ισοτίμως) και την βουδιστική και την ισλαμική και την ινδουϊστική και άλλες πάσης φύσεως θρησκείες). Φυσικά για κάτι τέτοιο (πρωτοφανές και ακατανόητο και μη απαντώμενο εκτός Ελλάδος, πρβλ. Κρίππα, Η συνταγματική κατοχύρωσις του μαθήματος των θρησκευτικών παρ’ ημίν και εν τη αλλοδαπή, ανάτυπον, 2001) η συντριπτική πλειοψηφία των θεολόγων αντέδρασε και επίσης και ικανός αριθμός Ελλήνων μη θεολόγων (γονέων, κηδεμόνων, ειδικών νομικών συνταγματολόγων κ.λ.π.) και  μάλιστα όχι  επειδή η επιχειρουμένη «μεταρρύθμιση» ήταν απλώς αντίθετη από τις προσωπικές ή ιδεολογικές τους απόψεις, αλλά και διότι ήταν ευθέως αντίθετη προς το νόμο 1566/1985, το άρθρο 16 παρ. 2 του Συντάγματος και το άρθρο 2 του Α’ πρωτ. της ΕΣΔΑ. 
Τη στιγμή, λοιπόν, όπου η νομολογία και η συντριπτική πλειοψηφία της θεωρίας δέχονταν και μάλιστα με  επιστημονικώς αδιάσειστα επιχειρήματα, ότι το Σύνταγμα επιβάλλει ως ύλη του μαθήματος των θρησκευτικών τη διδασκαλία της επικρατούσης θρησκείας  (της Ορθοδόξου Χριστιανικής με δικαίωμα απαλλαγής των ετεροδόξων και ετεροθρήσκων από το μάθημα των θρησκευτικών), ενώ την ίδια άποψη εξέφραζε και η συντριπτική πλειοψηφία των Ελλήνων θεολόγων, που εκπροσωπούνται από την Ένωσή μας, την ίδια λοιπόν  στιγμή, κάποιοι ολιγάριθμοι θεολόγοι διαφορετικής απόψεως, θέλησαν να ιδρύσουν ένα σωματείο που θα αντιπαλεύει τους δικούς μας σκοπούς, σχετικά με το μάθημα των θρησκευτικών. Έτσι, η τριτανακοπτόμενη υπ’ αρ. 617/2011 απόφαση του Μονομελούς Πρωτοδικείου Αθηνών, έκανε δεκτή τη με αρ. κατ. 95967/2010 αίτηση περί αναγνωρίσεως του καθ’ ου σωματείου, με την επωνυμία «Πανελλήνιος ΘεολογικόςΣύνδεσμος ΚΑΙΡΟΣ για την αναβάθμιση της Θρησκευτικής Εκπαίδευσης», με έδρα την Αθήνα και διέταξε τη δημοσίευση της στο δημόσιο βιβλίο σωματείων του Πρωτοδικείου Αθηνών.
Το ως άνω σωματείο, είναι μία νέα ένωση θεολόγων (χωρίς ουδαμόθεν, να επισημανθεί εγκύρως η έλλειψή τέτοιας ένωσης), της οποίας η δραστηριότητα εξαντλείται και περιορίζεται αποκλειστικώς και μόνον στην υποστήριξη, της νέας ύλης του μαθήματος των Θρησκευτικών. Πολλά δε από τα μέλη του, ανήκουν στην επιτροπή εμπειρογνωμόνων για την εκπόνηση νέου προγράμματος σπουδών στα θρησκευτικά Δημοτικού και Γυμνασίου, όπως αυτό εφαρμόστηκε πιλοτικά δυνάμει της υπ’ αρ. 113714/Γ2/3-10-2011 απόφασης του Υπουργείου Παιδείας, δια βίου Μάθησης και Θρησκευμάτων. Το εν λόγω πρόγραμμα σπουδών, το οποίο αναθεωρήθηκε (όχι σε σημαντικό βαθμό) το 2014, έχει κριθεί επιστημονικά και ηθικά απαράδεκτο, καθώς και ριζικά αντίθετο προς την ορθόδοξη πίστη, την οποία δικαιούνται να διδάσκονται οι ορθόδοξοι μαθητές, ενώ η Πολιτεία υποχρεούται να εξασφαλίζει τη διδασκαλία της, σύμφωνα με τη νομολογία των Ελληνικών Δικαστηρίων.
Εν όψει των ανωτέρω καθίσταται σαφές και αυτονόητο, ότι το σωματείο αυτό ιδρύθηκε όχι  για σκοπούς που συνάδουν προς την θεολογία και τους θεολόγους, αλλά αποκλειστικώς και μόνο, για να αποκλείσει-περιορίσει-εξουδετερώσει την δράση του συλλόγου μας (του πολυπληθεστέρου συλλόγου Ελλήνων Θεολόγων μεταξύ των οποίων και διαπρεπείς πανεπιστημιακοί καθηγητές) στον τομέα των απόψεών του επί της  διαμορφώσεως της ύλης του μαθήματος τω θρησκευτικών. Προς επίρρωση δε τούτου αρκεί, να αναφερθούμε στο άρθρο 2 του καταστατικού του, όπου διαπιστώνουμε, ότι σε αυτό αναγράφονται οκτώ σκοποί του συλλόγου τούτου εκ των οποίων μόνον ο τελευταίος (ο όγδοος) αναφέρει, ότι το σωματείο αυτό μπορεί, να δραστηριοποιείται και για άλλα θέματα!  (ενώ οι υπόλοιποι επτά σκοποί αφορούν την ύλη του μαθήματος των θρησκευτικών κατανεμημένοι σε επτά ειδικότερες -αλλά ταυτόσημες εν τη ουσία- ενότητες). Και όλα αυτά πέραν του ότι το αντίδικο σωματείο εκπροσωπεί ασήμαντο αριθμό μελών (περίπου 430), έναντι της δικής μας Ενώσεως, που εκπροσωπεί χιλιάδες Έλληνες Θεολόγους από τη στιγμή που ιδρύθηκε (το έτος 1951), μεταξύ δε των αρμοδιοτήτων μας περιλαμβάνεται και το δικαίωμά μας ,να έχουμε άποψη επί της ύλης του μαθήματος των θρησκευτικών και θεολογική αλλά και έγκυρη νομική (εν όψει του ότι  τα θέματά μας κατ’  επανάληψη απετέλεσαν αντικείμενο της ad hoc νομολογίας των δικαστηρίων και της εγκύρου νομικής θεωρίας βασικών δε κλάδων του Δικαίου π.χ. Συνταγματικού Δικαίου, Διοικητικού Δικαίου, Ποινικού Δικαίου κ.ά.).
Επομένως η τόσο αυταπόδεικτη έλλειψη αντιπροσωπευτικότητας του καθ’ ου η τριτανακοπή σωματείου καθώς και οι (με αυτήν συνδεδεμένοι) σκοποί του συνεπάγονται τη διάλυσή του. Το δεδομένο αυτό το δέχεται παγίως η ad hoc νομολογία των δικαστηρίων. Π.χ. η Πρωτ. Θεσσαλονίκης 34563/2001, ΕΕΔ 2002 σελ. 597 επ. διατάσσει την διάλυση  σωματείου αντιστοίχου  με προϋπάρχον διότι διά του δευτέρου επέρχεται σύγχυση ιδίως όταν εμφανίζεται, να εκπροσωπεί τα ίδια μέλη με το αρχικό. Ομοίως η  ΑΠ/Ολομελείας 4/2005 (ΕΕΔ 2005 σελ. 838 επ.) διατάσσει διάλυση σωματείου λόγω παραβάσεως υπ’ αυτού του Συντάγματος, του νόμου, της δημ. τάξεως. Η Πρωτ. Θεσσαλονίκης 3402/63 (ΝΔικ  Κ’  σελ. 252) διατάσσει διάλυση σωματείου λόγω του ότι ο καταστατικός του σκοπός καθίσταται παράνομος. Ομοίως, ΑΠ  928/79 (ΝοΒ 28 σελ. 273) και ΑΠ 1572/81 (ΕΕΝ 49 σελ. 850). Ομοίως διατάσσεται η διάλυση σωματείου λόγω αντιθέσεώς του προς τη δημ. τάξη (Πρωτ. Ηρακλ. 87/1986 Αρμεν, 1986 σελ. 591). Επίσης η Πολ.Πρωτ. Εβρου 67/1964 (ΝοΒ 33 σελ. 151) διατάσσει την διάλυση σωματείου, διότι επεδίωκε να καταστήσει τα μέλη του ως άτομα χωριστής κοινωνικής τάξεως. Λίαν εκτενή, αναλυτική  και ad hoc νομολογία επί του προκειμένου περιέχεται σε επιστ.  μελέτες Κρίππα, Προϋποθέσεις για την άσκηση τριτανακοπής με αίτημα την διάλυση σωματείου  (ΕΕΔ 47 σελ.  577 επ.) και επίσης Του Αυτού, Καταχρηστική ίδρυσις επαγγελματικού σωματείου (ΕΕΔ 33 σελ. 1095 επ.). 
Τη μη νομιμοποίηση σωματείου λόγω ελλείψεως αντιπροσωπευτικότητας δέχεται και το γαλλικό Συμβούλιο Επικρατείας και μάλιστα διά λίαν προσφάτου αποφάσεώς του. Πρόκειται διά την απόφαση του γαλλικού ΣτΕ 387420 της 30.12.2015 (και σύμφωνο σχόλιο επ’ αυτής υπό Jean-Marc Pastor εις  νομ.  περιοδικόAJDA = Actuallité Juridique Droit Administratif τεύχος 18.1.2016  σελ. 11), η οποία απορρίπτει αίτηση ακυρώσεως κατά αποφάσεως του Υπουργού Εργασίας, η οποία έκρινε ορισμένη συνδικαλιστική οργάνωση ως μη αντιπροσωπευτική.
Κατ’ ακολουθίαν των ανωτέρω, επειδή το καθ’ ου η τριτανακοπή σωματείο εμφανίζεται και μάλιστα διά πανηγυρικών διακηρύξεων:  α) ως δήθεν εκπροσωπούν την πλειοψηφία (ή έστω ικανό αριθμό) θεολόγων, πράγμα που είναι βεβαίως ανακριβές και β) ότι η εν προκειμένω πλειοψηφία (ή έστω ο ικανός αριθμός) των θεολόγων τάσσεται δήθεν κατά της από συστάσεως του ελληνικού κράτους διδασκομένης ύλης του μαθήματος των θρησκευτικών ως Ορθοδόξου Χριστιανικού (και συμφώνου προς το άρθρον 16 § 2 του Συντάγματος και άρθρον 1 του Ν. 1566/85). Μάλιστα επί του τελευταίου αυτού δεδομένου επικαλούμεθα δύο πρόσφατες εκδόσεις εκ των οποίων 1) Η μία είναι του Εργαστηρίου Παιδαγωγικής –Χριστιανικής Παιδαγωγικής Τμήματος Ποιμαντικής και Κοινωνικής Θεολογίας του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης υπό τον τίτλον «ΤΟ ΜΑΘΗΜΑ ΤΩΝ ΘΡΗΣΚΕΥΤΙΚΩΝ, 2α εκδ. 2015 εκτείνεται σε 460 σελίδες και περιέχει είκοσι έξι επιστημονικές μελέτες διαπρεπών πανεπιστημιακών καθηγητών και λοιπών επίσης  διαπρεπών θεολόγων τασσομένων υπέρ του Ορθοδόξου Χριστιανικού Μαθήματος και αιτιολογούντων υπερεπαρκώς την επιστημονική τους άποψή αυτήν και 2) Η δε δεύτερη υπό τον τίτλο.  «ΣΥΛΛΟΓΗ ΚΡΙΤΙΚΩΝ ΑΡΘΡΩΝ ΓΙΑ ΤΑ ΝΕΑ (ΠΙΛΟΤΙΚΑ) ΠΡΟΓΡΑΜΜΑΤΑ ΣΠΟΥΔΩΝ ΤΟΥ ΜΑΘΗΜΑΤΟΣ ΤΩΝ ΘΡΗΣΚΕΥΤΙΚΩΝ», 2012, η οποία εκτείνεται σε 314 σελίδες και περιέχει ογδόντα πέντε επιστημονικές μελέτες  επίσης διαπρεπών πανεπιστημιακών καθηγητών και λοιπών επίσης διαπρεπών επιστημόνων τασσομένων και αυτών ομοίως υπέρ του Ορθοδόξου Χριστιανικού μαθήματος των θρησκευτικών δι’ αντιστοίχου πειστικής αιτιολογίας.
Εκ των ανωτέρω προκύπτει ότι το καθ’ ού η τριτανακοπή σωματείο, ιδρύθηκε, κυρίως, για να εμφανίσει την πλειοψηφία των θεολόγων  ως επιθυμούντων τη μεταβολή της ύλης του μαθήματος των θρησκευτικών  και ειδικώς την εξώθησή της εκτός των συνταγματικών επιταγών(όπως αυτές έχουν ερμηνευθεί νομολογιακώς) και την διαμόρφωσή της σε πεδία εξωχριστιανικά και μάλιστα από τις τάξεις του δημοτικού σχολείου (όπου για τον μικρό μαθητή είναι παιδαγωγικώς αυταπόδεικτο, ότι θα επιφέρει ακατανόητη και ακατάστατη σύγχυση αντί της επιβαλλομένης απλότητας πάσης  μορφής διδακτέας ύλης κατά την μικράν αυτήν ηλικία). Επομένως η λειτουργία του εν λόγω σωματείου δημιουργεί σοβαρότατα προβλήματα στην πράξη και επιφέρει σύγχυση ικανή να δημιουργήσει παραπλανητικές εντυπώσεις για τη μεγάλη πλειοψηφία των Ελλήνων θεολόγων, τους οποίους επιδιώκει, να εμφανίσει ως αποστασιοποιουμένους από την Ορθόδοξο Χριστιανική θρησκεία  και διδασκαλία και μάλιστα πραγματοποιούντας άνευ ουδενός λόγου  στροφή εν προκειμένω από την ύλη του μαθήματος των θρησκευτικών, όπως αυτή διδάσκεται πάνω από εκατόν ενενήντα χρόνια από συστάσεως ελληνικού κράτους και εδιδάσκετο και πολλά άλλα προγενέστερα χρόνια κατά την εποχή της τουρκοκρατίας είτε εμφανώς (π.χ. στα σχολεία που ίδρυε ο Άγιος Κοσμάς ο Αιτωλός) είτε κρυφίως στα κρυφά σχολεία.
Επιπλέον, με την όλη του δραστηριότητα, ο τριτανακοπτόμενος σύνδεσμος, θέλει να παρουσιάζει την ένωσή μας που εκπροσωπεί την συντριπτική πλειοψηφία των Ελλήνων Θεολόγων ως «παρωχημένη» και σκοταδιστική. Το δεδομένο αυτό επιτείνεται και εκ του ότι ο καθ’ ού η τριτανακοπή σύνδεσμος μόλις εμφανίστηκε και άρχισε να αναπτύσσει δράση, «προσκολλήθηκε» σε κάποιες υπηρεσίες του Υπουργείου Παιδείας, οι οποίες όλως αιφνιδίως και κατά σαφή παρέκκλιση των μέχρι τότε ισχυόντων, νομολογημένων  και εφαρμοζομένων  επί πολλές δεκαετίες,  άρχισαν να ωθούν το εν λόγω Υπουργείο στην προαναφερομένη παρέκκλιση όλως περιέργως και όλως ακατανοήτως. Είναι δε σαφές και ότι οι εκπρόσωποι της απόψεως του πολυθρησκευτικού χαρακτήρα του μαθήματος των θρησκευτικών,  αντιλαμβανόμενοι την αδυναμία τους να προωθήσουν τέτοιου είδους εκπαιδευτικά προγράμματα, είχαν ανάγκη στηρίξεως (και υποστηρίξεως)  και από εξωϋπηρεσιακούς παράγοντες, την οποία στήριξη βρήκαν στο καθ’ ού η τριτανακοπή σωματείο. Και όλα αυτά κατ’ ευθείαν παρέκκλιση από τους  κανόνες της παιδαγωγικής, ως ισχύουν ανέκαθεν, καθώς παλαιόθεν είχε διαπιστωθεί, ότι η διδασκαλία του μαθήματος των θρησκευτικών (της Χριστιανικής θρησκείας) αποτελούσε  και άριστη παιδαγωγική μέθοδο ηθικής διδασκαλίας. Πέραν του ότι ως δέχεται και το σύνολο των εγκληματολόγων ημεδαπών και αλλοδαπών, η διδασκαλία αμιγούς μαθήματος των θρησκευτικών αποτελεί «παράγοντα αποτρεπτικόν του εγκλήματος» (Κρίππα, Η συνταγματική κατοχύρωσις του μαθήματος των θρησκευτικών παρ’ ημίν και εν τη αλλοδαπή, 2001, σελ. 352 επ. όπου αναφέρεται σειρά όλη διαπρεπών εγκληματολόγων δεχομένων πανηγυρικώς την άποψη αυτήν).
Σχετικά με το δικαίωμά μας να ασκήσουμε τριτανακοπή με αίτημα τη διάλυση του καθ’ ου σωματείου, επαγόμαστε τα εξής:
  Κατ’ άρθρο 12 του Συντάγματος η ίδρυση σωματείου δεν υπόκειται σε προηγουμένη άδεια. Εννοείται, ότι ο όρος «άδεια» που χρησιμοποιεί εδώ το Σύνταγμα, εννοεί πράξη της εκτελεστικής εξουσίας και μόνο. Πράξη όμως της δικαστικής εξουσίας ουδόλως αποκλείεται. Τούτο προκύπτει εκ της § 2 του άρθρου 12 του Συντάγματος, η οποία επιτρέπει την διάλυση σωματείου διά δικαστικής αποφάσεως για παράβαση νόμου ή παράβαση του καταστατικού (Κρίππα,Προϋποθέσεις για την άσκηση τριτανακοπής με αίτημα την διάλυση σωματείου, ΕΕΔ 47 σελ. 573 επ.). Άλλωστε η § 1 του εν λόγω άρθρου του Συντάγματος υπάγει την σύσταση του σωματείου  εις την «τήρηση του νόμου». Κατ’ εφαρμογήν  επομένως της διατάξεως αυτής βάσει του άρθρου 81 του Αστικού Κώδικα προβλέπεται, ότι η εγγραφή σωματείου στο οικείο βιβλίο γίνεται δι’ αποφάσεως του Πρωτοδικείου εκδιδομένης κατά την εκουσία δικαιοδοσία (ΚΠολΔικ άρθρον 740 § 1, ως αντικατεστάθη υπό του άρθρου 8 § 1 του Ν. 4198/2013 και άρθρον  787 ως αντικατεστάθη υπό του άρθρου  17 § 14 του Ν. 4055/2012 με έναρξη ισχύος από 1.3.2013 κατ’ άρθρον 1α΄ του Ν. 4077/2012). Ως εκ τούτου η εν λόγω δικαστική απόφαση δεν αποτελεί διοικητική άδεια και επομένως δεν συγκρούεται προς το Σύνταγμα. 
Επί του προκειμένου πρέπει κατ’ αρχήν να επισημάνουμε, ότι  κατ’ άρθρο 82 ΑΚ προβλέπεται, ότι  εναντίον αποφάσεως δικαστικής που αναγνωρίζει σωματείο  επιτρέπεται μόνο έφεση (σήμερα βεβαίως θα πρέπει να θεωρηθεί, ότι το άρθρο αυτό έχει καταργηθεί δι’ άρθρου 1 περιπτ. ε’ και στ’ , άρθρου 3 § 3, άρθρου 4  και άρθρου 53 του Εισαγωγικού Νόμου του Κώδικος Πολ. Δικονομίας εν όψει και των άρθρων 761 και 787 § 2 του ΚΠολΔικ, ως  πάντα ταύτα γίνονται δεκτά παγίως υπό της θεωρίας πρβλ.  Καρακατσάνη ΕρμΑΚ τομ. 1  Γεν. Αρχαί, Ημιτ. Α’, Τευχ. Ε’ άρθρα  78-167, υπ’ άρθρ. 82 αριθ. 2. Ομοίως Αιτιολ. Εκθ. ΚΠολΔικ  εις Μητσοπούλου-Μπέη, Κ. Πολ. Δικ. 3η εκδ. 1980 σελ. 402, υπ’ αριθ. 787. Κρίππα, Σχόλιον υπό την Πρωτ. Ηρακλ.  Αρχ. Νομ  ΛΖ’ σελ. 497.  Του Αυτού,Προϋποθέσεις για την άσκηση τριτανακοπής με αίτημα την διάλυση σωματείου,  ΕΕΔ 47 σελ.  577 επ.). Το παρόν ζήτημα βεβαίως (αναγνώριση του δικαιώματος ασκήσεως τριτανακοπής σε κάθε τρίτο, του οποίου τα συμφέροντα βλάπτονται εκ δικαστικής αποφάσεως, στην οποίαν δεν εκλήθη να μετάσχει)  κατοχυρώνεται πρωτίστως εκ του άρθρου 20 § 1 του Συντάγματος. Αφορά δε και την άσκηση τριτανακοπής  με αίτημα την διάλυση σωματείου, καθ’ όσον ανακύπτει εδώ όμοια περίπτωση (έχουμε δικαστική απόφαση εκουσίας δικαιοδοσίας βλαπτική για τα συμφέροντα τρίτων μη κληθέντων να  μετάσχουν στη δίκη) όπως τούτο γίνεται παγίως δεκτό (ΑΠ 1257/85 ΕΕΝ 1986 σελ. 538 ΑΠ 829/81 ΕΕΝ 1982 σελ.  541. Εφ. Αθ. 7768/86  ΝοΒ 1987  σελ. 209.  ΑΠ 188/85 ΕΕΝ  1986 σελ. 18.  ΑΠ 1842/84 ΕΕΝ 1985 σελ. 743, Εφ. Κρ. 354/87 ΑρχΝομ  1987 σελ. 408.  Πρ. Ηρ. 87/86 ΝοΒ 1986 σελ.  1091. Εφ. Αθ. 2226/81  ΝοΒ 30 σελ. 285, Εφ. Αθ, 3826/1984 ΔΕΝ 1985 σελ. 169. Εφ. Αθ. 2626/81 ΕΕΔ 1982 σελ.  567,  Κρίππα, Καταχρηστική ίδρυση επαγγελματικού σωματείου, ΕΕΔ 33 σελ. 1095. Βάγια, Επισκόπισις Ελληνικού Συνδικαλιστικού Δικαίου, ΕΕΔ 34 σελ.  781 υποσημ. 20.  Καρακατσάνη, ΕρμΑΚ υπ’ αρθρ. 82 αριθ. 49  Ντάσιου, Εργατικό Δικονομικό Δίκαιο, τομ. Β΄, Ι 1983 σελ. 229. Καλαβρού, ΔΙΚΗ  14 σελ. 359. Ασπρογέρακα-Γρίβα, Γενικές Αρχές Αστικού Δικαίου 1978 σελ.  98.  Μπέη, ΔΙΚΗ 2 σελ. 458. Σεραφείμ, Συνδικαλιστικό σωματειακό Δίκαιο,  1986 σελ.  198. Σταθοπούλου-Γεωργιάδου, Γενικές Αρχές Αστικού Δικαίου, σελ. 146).  Βεβαίως το εν λόγω δικαίωμα (τριτανακοπής με αίτημα την διάλυση σωματείου) προβλέπεται ρητώς και από την § 2 του άρθρου 787 του ΚΠολΔικ, και τυπικώς αλλά και κατ΄ επιταγή του άρθρου 20 § 1 του Συντάγματος, χωρίς να επηρεάζεται η περίπτωση, εκ του ότι έχουμε απόφαση εκδιδομένη κατά την διαδικασία της εκουσίας δικαιοδοσίας, καθ’ όσον από πουθενά δεν προκύπτει, ότι οι αποφάσεις της εκουσίας δικαιοδοσίας τυγχάνουν υποβαθμισμένες από απόψεως συνταγματικής προστασίας. Επομένως το δικαίωμα τριτανακοπής αποτελεί κατ’ ανάγκην πλήρες ατομικό δικαίωμα και  ουδείς περιορισμός επιτρέπεται επ’ αυτού, δύναται δε να ασκηθεί εφ’ όλης της εκτάσεως της τριτανακοπτομένης αποφάσεως,  η οποία ως εκ τούτου δεν δημιουργεί δεδικασμένο για οποιονδήποτε τρίτο μη κληθέντα να μετάσχει στην έκδοσή  της (Παπαρσενίου, Η τριτενέργεια του δεδικασμένου, ΔΙΚΗ 1987 σελ. 906. Βαρβιτσιώτη, Η τριτενέργεια του δεδικασμένου και οι ενστάσεις με ουσιαστικήν έννοια, ΔΙΚΗ 1985 σελ.  660-670. Μπέη, Ανατροπή αποφάσεως εκουσίας δικαιοδοσίας για λόγους ουσιαστικού δικαίου, ΔΙΚΗ 1986 σελ. 910). Έχει δε γίνει περαιτέρω δεκτό, ότι δεν δημιουργείται δέσμευση εκ δεδικασμένου, ακόμη και σε περίπτωση όπου προηγουμένη επί του ιδίου θέματος ασκηθείσα  τριτανακοπή απορρίφθηκε για λόγους τυπικούς (Εφ. Κρ. 354/87 Αρχ.Νομ ΛΗ΄ σελ. 405 επ. Πρ. Ηρ. 87/86 Αρχ.Νομ ΛΖ΄  σελ. 470. Τα ίδια δέχεται και η αλλοδαπή θεωρία Rosenberg,Lehrbuch  des Deutschen Zivilprozessrechts, 7η εκδ. 1956 σελ. 56). Τέλος γίνεται δεκτό, ότι τρίτοι πληροφορηθέντες  ανεπισήμως περί της δίκης εκουσίας δικαιοδοσίας και μη θελήσαντες να μετάσχουν σε αυτήν διά παρεμβάσεως  δεν αποκλείονται της τριτανακοπής, καθ’ όσον δεν ισχύει γι’ αυτούς το δεδικασμένο (Εφ. Κρ. Ενθ’ αν.).
Τέλος επισημαίνουμε, ότι όπως γίνεται δεκτό, εάν ο σκοπός του σωματείου είναι παράνομος ή αντίκειται στη δημόσια τάξη  ή στο Σύνταγμα,  την τριτανακοπή μπορεί, να την ασκήσει οποιοσδήποτε πολίτης ( ΑΠ 928/79 ΕΕΝ 46 σελ. 928. Εφ. Αθ. 7716/77 Αρμεν. 32 σελ. 97. Ομοίως Ασπρογέρακα-Γρίβα, ενθ’ αν. σελ.  98 υποσημ. 135). Και όλα αυτά πέραν των προβλεπομένων υπό του άρθρου 188 του Ποινικού Κώδικος περί σωματείου αντιτιθεμένου σε ποινικές διατάξεις.
Επειδή το νεοϊδρυθέν σωματείο «ΠΑΝΕΛΛΗΝΙΟΣ ΣΥΝΔΕΣΜΟΣ ΚΑΙΡΟΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΑΝΑΒΑΘΜΙΣΗ ΤΗΣ ΘΡΗΣΚΕΥΤΙΚΗΣ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗΣ» πληροί  σε απόλυτο βαθμό όλες τις ως άνω αρνητικές και αντισυνταγματικές προϋποθέσεις εμφανίζοντας συγχρόνως το ημέτερο Σωματείο «ΠΑΝΕΛΛΗΝΙΟΣ ΕΝΩΣΗ ΘΕΟΛΟΓΩΝ»  ως αδιάφορο και ανίκανο να έχει άποψη και συμμετοχή επί της διαμορφώσεως της θρησκευτικής παιδείας, πράγμα αναληθές και συκοφαντικό, τεκμαίρεται κατ’ ακολουθίαν αμαχήτως ότι η ίδρυση του νεοφανούς εν προκειμένω σωματείου αποβαίνει κατά το Σύνταγμα (άρθρο 12) καταχρηστική και πρέπει, να διαταχθεί η διάλυσή του  γενομένης δεκτής από το Δικαστήριό Σας της παρούσας τριτανακοπής.
Επειδή το καθ’ ού η τριτανακοπή σωματείο όχι μόνον ιδρύθηκε  κατά καταχρηστική  άσκηση του ατομικού δικαιώματος του συνεταιρίζεσθαι, αλλά ευθύς από της ιδρύσεώς του έσπευσε να αποδείξει και την καταχρηστικότητα των σκοπών του και ήδη πολύ προ της καταθέσεως της παρούσης τριτανακοπής μας,  «προσκολληθέν» και στενώς συνεργαζόμενο με κάποιες υπηρεσίες του Υπουργείου Παιδείας και κατά πλήρη και απαράδεκτο παραμερισμό της δικής μας Ενώσεως, η οποία τουλάχιστον μέχρι σήμερα έχει παρουσιάσει δημοσιευμένες άνω των εκατό εγκύρων επιστημονικών μελετών περί του μαθήματος των θρησκευτικών (συγγραφείσες από καθηγητές πανεπιστημίου και λοιπούς διαπρεπείς επιστήμονες), οι οποίες αγνοούνται παντελώς από τους εν λόγω παράγοντες.
Επειδή, σύμφωνα με την υπ’ αρ. 34.563/2001 απόφαση του Πρωτοδικείου Θεσσαλονίκης «Η ύπαρξη δύο σωματείων στον ίδιο χώρο και μάλιστα όταν αυτός είναι περιορισμένος, που επιδιώκουν τον ίδιο σκοπό, συγκροτούνται από μέλη που ασκούν το ίδιο επάγγελμα και η επωνυμία του ενός περιέχει στοιχεία από την επωνυμία του άλλου, συνεπάγεται πρόκληση συγχύσεως, διασπάσεως και υπερμέτρου ανταγωνισμού των επαγγελματικών δυνάμεων των εργαζομένων, στοιχεία που παρακωλύουν την εύρυθμη λειτουργία των σωματείων και την επίτευξη των σκοπών τους εις βάρος των μελών τους, οπότε η ίδρυση του δευτέρου σωματείου καθίσταται καταχρηστική
Επειδή κατά αποφάσεων εκουσίας δικαιοδοσίας διά των οποίων αναγνωρίζονται σωματεία, επιτρέπεται η άσκηση τριτανακοπής από οποιονδήποτε τρίτο, μη μετασχόντα στη δίκη, εφόσον εκ της αποφάσεως βλάπτονται ή κινδυνεύουν τα συμφέροντά του.
Επειδή το σωματείο μας δεν έλαβε μέρος, ούτε προσκλήθηκε να λάβει μέρος στη δίκη κατά την οποία εκδόθηκε η προσβαλλόμενη απόφαση.
Επειδή σύμφωνα με το ισχύον από 1977 καταστατικό του σωματείου μας (αρ. αποφ. 2059/1977 Μ. Πρ. Αθηνών), σκοποί του μεταξύ άλλων είναι:
-          Η καλλιέργεια των θεολογικών Γραμμάτων και η ενημέρωση των μελών προς την σημειούμενη εκάστοτε εξέλιξη και πρόοδο της  Επιστήμης
-          Η κατανόηση της ουσίας του Ορθοδόξου Χριστιανισμού και η έξαρση αυτού
-          Η διέγερση του ενδιαφέροντος και της αγάπης του λαού προς τη θρησκευτική γνώση και ζωή εντός του πλαισίου των πατρικών μας παραδόσεων.
-          Ο ευρύς θρησκευτικός και ηθικός διαφωτισμός του λαού μας για να λάβει αυτός πλήρη επίγνωση της αξίας της εν Χριστώ απολυτρώσεως  και ζωής, ως και ο πλήρης και ηθικός διαφωτισμός της νεότητας.
-          Η προσήλωση στην Ορθοδοξία και άμυνα κατά πάσης αντιορθοδόξου και αντιχριστιανικής εκδηλώσεως παρ’ ημίν, ως και η εκλαΐκευση της Απολογητικής του Χριστιανισμού και ο διαφωτισμός του λαού και δη της νεότητας περί της υφισταμένης αρμονίας Επιστήμης και Χριστιανικής θρησκείας.
-          Η έμπνευση σεβασμού και αφοσιώσεως προς τα θέσμια και τις παραδόσεις της Μητρός ημών Ορθοδόξου Εκκλησίας
-          Η παρακολούθηση των εκάστοτε αναφυομένων επαγγελματικών ζητημάτων και η συμβολή προς δίκαιη και ορθή επίλυση αυτών.
Επειδή το καθ’ ου σωματείο, με την ενεργή συμμετοχή του στη σύνταξη του ήδη πιλοτικά εφαρμοσμένου προγράμματος σπουδών για τα θρησκευτικά με πολυθρησκευτική κατεύθυνση (πολλά μέλη της συντακτικής επιτροπής του είναι ενεργά μέλη του καθ’ ου) και την ανοικτή στήριξή του σε αυτό (με άρθρα, ημερίδες, ανακοινώσεις κ.λπ., όλα αναρτημένα και δημοσιευμένα πλην των άλλων και στην επίσημα ιστοσελίδα του καθ’ ου «www.kairosnet.gr») προκαλεί βλάβη και θέτει σε κίνδυνο στα ως άνω έννομα συμφέροντα του σωματείου μας.
Επειδή η τριτανακοπή στην ως άνω περίπτωση δεν μπορεί να αποκλεισθεί, διότι αυτό θα αντέκειτο στο άρθρο 20 του Συντάγματος, λόγω του ότι άλλως θα υφιστάμεθα εις βάρος μας συνέπειες μίας δικαστικής αποφάσεως, χωρίς προηγουμένως να μας έχει δοθεί η ευκαιρία, να αναπτύξουμε τις απόψεις μας ενώπιον του Δικαστηρίου. Θα είχαμε δηλαδή, σαφή παράβαση συγκεκριμένου ατομικού δικαιώματος, ήτοι το δικαίωμα της εννόμου προστασίας, το οποίο κατοχυρώνεται από την προαναφερόμενη συνταγματική διάταξη. Επίσης, θα είχαμε παράβαση της αρχής της ισότητας, εάν η τριτανακοπή απαγορεύοταν κατά αποφάσεων που αναγνωρίζουν σωματεία και επιτρεπόταν επί των λοιπών αποφάσεων της εκουσίας δικαιοδοσίας.
Επειδή οι αποφάσεις της εκουσίας δικαιοδοσίας δεν δημιουργούν δεδικασμένο για κάθε τρίτο μη μετασχόντα ή μη κληθέντα να μετάσχει της δίκης. Ως εκ τούτου, δεν υποχρεούμαστε να αποδείξουμε συνδρομή δόλου ή συμπαιγνίας των διαδίκων.
Επειδή το δικαίωμα τριτανακοπής δεν υπόκειται σε παραγραφή και μπορεί να ασκηθεί οποτεδήποτε, όσος χρόνος κι αν έχει παρέλθει από την έκδοση της τριτανακοπτόμενης αποφάσεως.
Επειδή η ίδρυση και λειτουργία του καθ’ ου σωματείου είναι καταχρηστική, διότι η παράλληλη λειτουργία του στον επιστημονικό χώρο των θεολόγων με το δικό μας σωματείο, δημιουργεί σύγχυση στην εύρυθμη λειτουργία και στη δραστηριότητά μας ως ένωση θεολόγων, για την επίτευξη του σκοπού του καθ’ ου σωματείου εις βάρος των συμφερόντων των μελών μας.
Επειδή η ταυτόσημη ονομασία των δύο Σωματείων, προκαλεί αμφιβολία και σύγχυση στους θεολόγους και στους τρίτους, ως προς τη διακρίβωση της ταυτότητάς μας, με κίνδυνο διπλής εγγραφής θεολόγων ως μελών τους.
Επειδή η ίδρυση του Πανελληνίου Συνδέσμου Θεολόγων «ΚΑΙΡΟΣ» έχει προφανή σκοπό τη διάσπαση, συρρίκνωση και διά της αδρανείας διάλυση του Σωματείου μας.
Επειδή κατ’ άρθρο 105 ΑΚ και όπως προκύπτει από την ελληνική νομολογία (Εφ. Θρ. 31/2002), η σωματειακή ελευθερία μπορεί να περιοριστεί με τη μορφή της διάλυσης σωματείου με δικαστική απόφαση όταν ο σκοπός ή η λειτουργία του σωματείου είναι παράνομοι ή αντίκεινται στη δημόσια τάξη, όπως στην εν προκειμένω περίπτωση.
Επειδή το Δικαστήριό Σας είναι κατά τόπον και καθ’ ύλην αρμόδιο, κατ’ άρθ. 740 και 787 παρ. 2 ΚΠολΔ.
ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ
Και για όσους επιφυλασσόμεθα να προσθέσουμε νομίμως
ΖΗΤΟΥΜΕ
Να γίνει δεκτή η τριτανακοπή μας.
Να ακυρωθεί και να εξαφανισθεί η τριτανακοπτόμενη υπ’ αρ. 617/2011 απόφαση του Μονομελούς Πρωτοδικείου Αθηνών, που εκδόθηκε κατά τη διαδικασία της Εκουσίας Δικαιοδοσίας, με την οποία έγινε δεκτή η αίτηση των καθ’ ων η τριτανακοπή, μελών της προσωρινής διοίκησης του καθ’ ου Σωματείου περί εγγραφής αυτού στο οικείο βιβλίο.
Να διαταχθεί η διάλυση του καθ’ ου σωματείου με την επωνυμία «Πανελλήνιος Θεολογικός Σύνδεσμος ΚΑΙΡΟΣ για την αναβάθμιση της Θρησκευτικής Εκπαίδευσης» και με διακριτικό τίτλο «ΚΑΙΡΟΣ»
Να καταδικασθούν οι καθ’ ων στη δικαστική μας δαπάνη και στην αμοιβή του πληρεξουσίου δικηγόρου μας.

Πέμπτη 16 Ιουνίου 2016

ΑΠΑΝΤΗΣΗ ΣΤΟΝ ΑΥΤΟΑΠΟΚΑΛΟΥΜΕΝΟ "ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΤΗ ΚΡΗΤΗΣ" ΙΛΑΡΙΩΝΑ

Στις 31 Μαΐου ανάρτησα κάποιο άρθρο μιας ενημερωτικής ιστοσελίδας, η οποία περιείχε και την ανακοίνωση της Αρχιεπισκοπής της Κρήτης για τον υποτιθέμενο «Σεβασμιώτατο Κρήτης» Ιλαρίωνα.
Σήμερα το πρωΐ λοιπόν μου στέλνει ένα email ο «Σεβασμιώτατος», στο οποίο με απειλούσε με δικαστική αγωγή εάν δεν απέσυρα την ανάρτηση.
Του απαντώ ότι κατέβασα την ανάρτηση, αλλά να μη θαρρεί θα τη γλιτώσει, γιατί υπάρχει και Θεός.
Μου στέλνει και δεύτερο email, στο οποίο μου έλεγε να ζητήσω και δημόσια συγνώμη.
Οπότε απαντώ λοιπόν «Σεβασμιώτατε».

«Σεβασμιώτατε» δεν μπορώ να καταλάβω τι τον ενόχλησε στην ανάρτηση. Η αλήθεια είναι ότι πριν την ανακοίνωση της Αρχιεπισκοπής της Κρήτης, ο συντάκτης του άρθρου τον αποκαλούσε μητροπολίτη «μαϊμού». Εάν αυτό ενόχλησε τον «Σεβασμιώτατο», εγώ από την πλευρά μου, γιατί έτσι μου επιτάσσει η χριστιανική μου ιδιότητα, ασφαλώς και ζητάω ταπεινά συγνώμη από τον «Σεβασμιώτατο», που αναμάσησα τη συγκεκριμένη έκφραση του συντάκτη.
Δεν ξέρω βέβαια τι άλλο τον ενόχλησε. Μήπως επειδή αμφισβητούμε τον τίτλο του «Σεβασμιώτατου» στο πρόσωπό του; Και γι’ αυτό «Σεβασμιώτατε» σας ζητάω ταπεινά συγνώμη, γιατί ο καθένας μπορεί να αυτοαποκαλείται όπως θέλει. Αυτός «Σεβασμιώτατος», εγώ «Πατριάρχης», ο άλλος «Πλανητάρχης», ο άλλος «Ναπολέων» κλπ.
Δεν ξέρω βέβαια τι άλλο τον ενόχλησε. Μήπως επειδή αμφισβητήσαμε ότι αυτοαποκαλείται «Μητροπολίτης Κρήτης Ιλαρίων ο Α’, Υπέρτιμος και έξαρχος πάσης Ευρώπης και πρόεδρο της ελληνορωσικής Μητροπολιτικής Συνόδου Ευρώπης»; Και γι’ αυτό «Σεβασμιώτατε» σας ζητάω ταπεινά συγνώμη, γιατί ο καθένας είπαμε ότι μπορεί να αυτοαποκαλείται όπως θέλει. Αν και εδώ δανειστήκατε τον τίτλο από τον πραγματικό Αρχιεπίσκοπο Κρήτης.
Τι άλλο μπορεί να τον ενόχλησε; Μήπως επειδή αμφισβητήσαμε την εκκλησία του; Εντάξει «Σεβασμιώτατε» σας ζητάω ταπεινά συγνώμη και γι’ αυτό. Ασφαλώς και έχετε το δικαίωμα να ονομάζετε την εκκλησία σας όπως θέλετε. Πέστε την και «Μητρόπολη Κρήτης» και όπως αλλιώς θέλετε.
Δεν ξέρω τι άλλο τον ενόχλησε. Αλλά αυτό που ξέρω ότι όπως και να ονομάζεται αυτός και η εκκλησία του, πάντως δικός μας Μητροπολίτης στη δική μας Ορθόδοξη Εκκλησία δεν είναι. Όπως βλέπετε δεν έχω χρησιμοποιήσει καμία προσβλητική ή υβριστική έκφραση γύρω από το πρόσωπό του. Εάν παρόλα αυτά νομίζει ο «Σεβασμιώτατος» Ιλαρίων ότι προσβάλλεται, ας με πάει όπου θέλει. Γελάει όμως καλύτερα, όποιος γελάει τελευταίος.

Και για να είμαστε ακριβείς η Αρχιεπισκοπή Κρήτης διοικείται από τον Σεβασμιώτατο Αρχιεπίσκοπο Κρήτης, υπέρτιμο και έξαρχο Ευρώπης, κ. Ειρηναίο.
Η Αρχιεπισκοπή Κρήτης αποτελείται από τους εξής Μητροπολίτες και Ιερές Μητροπόλεις:
Από τον Σεβασμιώτατο Μητροπολίτη Γορτύνης και Αρκαδίας κ. Μακάριο.
Από τον Σεβασμιώτατο Μητροπολίτη Ρεθύμνης και Αυλοποτάμου κ. Ευγένιο.
Από τον Σεβασμιώτατο Μητροπολίτη Κυδωνίας και Αποκορώνου κ. Δαμασκηνό.
Από τον Σεβασμιώτατο Μητροπολίτη Λάμπης, Συβρίτου και Σφακίων κ. Ειρηναίο.
Από τον Σεβασμιώτατο Μητροπολίτη Ιεραπύτνης και Σητείας κ. Ευγένιο.
Από τον Σεβασμιώτατο Μητροπολίτη Πέτρας και Χερσονήσου κ. Νεκτάριο.
Από τον Σεβασμιώτατο Μητροπολίτη Κισάμου και Σελίνου κ. Αμφιλόχιο.
Από τον Σεβασμιώτατο Μητροπολίτη Αρκαλοχωρίου, Καστελλίου και Βιάνου κ. Ανδρέα.  

Η ΙΕΡΑ ΑΡΧΙΕΠΙΣΚΟΠΗ ΚΡΗΤΗΣ ΓΙΑ ΤΟΝ ΑΥΤΟΑΠΟΚΑΛΟΥΜΕΝΟ "ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΤΗ ΚΡΗΤΗΣ ΙΛΑΡΙΩΝΑ"

Τετάρτη 15 Ιουνίου 2016

ΠΕΘ: ΤΙ ΣΥΜΒΑΙΝΕΙ ΜΕ ΤΗΝ ΥΠΟΘΕΣΗ ΤΗΣ ARIGATΟU; ΠΟΙΟΙ ΚΑΙ ΓΙΑΤΙ ΚΩΛΥΣΙΕΡΓΟΥΝ ΣΤΟ ΝΑ ΤΗΝ ΧΑΡΑΚΤΗΡΙΣΟΥΝ ΩΣ ΠΑΡΑΘΡΗΣΚΕΥΤΙΚΗ ΟΡΓΑΝΩΣΗ;

Αθήνα, 14 Ιουνίου 2016
Αριθμ. Πρωτ. 89
Δελτίο τύπου
Τι συμβαίνει με την υπόθεση της Arigatοu;
Ποιοι και γιατί κωλυσιεργούν στο να την χαρακτηρίσουν
ως παραθρησκευτική οργάνωση;

Η εφημερίδα «Ορθόδοξη Αλήθεια», σε πρωτοσέλιδο δημοσίευμά της (φύλλο της 13ης Απριλίου 2016), ανέδειξε το θέμα της νεοβουδιστικής οργάνωσης Arigatοu και της συμμετοχής στο διοικητικό της συμβούλιο (!) του σχολικού συμβούλου Άγγελου Βαλλιανάτου. «Ο κ. Βαλλιανάτος είναι εις εκ των εκλεκτών του υπουργού Παιδείας Νίκου Φίλη για θέματα εκπαιδευτικής πολιτικής και δεξί χέρι του κ. Σταύρου Γιαγκάζογλου, ο οποίος είναι Σύμβουλος του υπουργείου Παιδείας και προϊστάμενος του Γραφείου Α΄ του Ινστιτούτου Εκπαιδευτικής Πολιτικής.

Οι κύριοι Βαλλιανάτος και Γιαγκάζογλου υποστηρίζουν με πάθος και προωθούν εδώ και καιρό διάφορες «καινοτόμες» ιδέες για το μάθημα των Θρησκευτικών (βλ. νέα πιλοτικά Προγράμματα Σπουδών για το μάθημα των Θρησκευτικών)».
Με νεότερη πρωτοσέλιδη πάλι δημοσίευση της (8/6/2016), με τίτλο  «Ποιοι και γιατί καλύπτουν τον εκλεκτό του υπουργού Παιδείας κ. Φίλη;», η εν λόγω εφημερίδα αναφέρει ότι «με το συγκεκριμένο θέμα ασχολήθηκε και η αρμόδια Συνοδική Επιτροπή επί των Αιρέσεων. Στη συνεδρίασή της, μάλιστα, προήδρευσε ο Μητροπολίτης Πειραιώς κ. Σεραφείμ, ο οποίος δήλωσε ότι: «Μετά από τη διερεύνηση των στοιχείων αποφασίσαμε στην επιτροπή, σχετικά με την Arigatou, ότι πρόκειται περί μιας επικινδύνου οργανώσεως, η οποία αποτελεί όχημα της νέας εποχής, της νέας τάξης και προωθεί τη διάδοση του βουδισμού, και έχει ένα προσωπείο δήθεν διομολογιακής ενοποίησης των ανθρώπων, σε συνεργασία με ΜΚΟ, με το πρόταγμα της συνεννοήσεως των ανθρώπων, αυτά τα γνωστά που υποστηρίζουν, τα οποία είναι εύηχα και πολύ έξυπνα, για να πέφτει κανείς στην παγίδα αυτών των πραγμάτων.
Σε ό,τι αφορά τον κ. Βαλλιανάτο, εγώ απέστειλα τα δημοσιεύματά σας στην Ιερά Σύνοδο και ζήτησα να διερευνηθούν, διότι στο δημοσίευμά σας υπάρχει και απεικόνιση της ιστοσελίδας της οργάνωσης, όπου εκεί μετέχει ο κ. Βαλλιανάτος. Είπαμε, λοιπόν, ότι, εφόσον διακριβωθεί ότι ο κύριος αυτός είναι μέλος του διοικητικού συμβουλίου της οργάνωσης, θα πρέπει επισήμως η Εκκλησία να ζητήσει από τον αρμόδιο υπουργό Εθνικής Παιδείας να απομακρυνθεί από την επιτροπή για το μάθημα των Θρησκευτικών. Τώρα η Σύνοδος έχει τον λόγο, εμείς εισηγούμαστε στη Σύνοδο και εκείνη αποφασίζει».
Επειδή το θέμα αυτό είναι φλέγον και σχετίζεται άμεσα με το νέο πολυθρησκειακό Πρόγραμμα του Ινστιτούτου Εκπαιδευτικής Πολιτικής για το μάθημα των Θρησκευτικών, η Πανελλήνια Ένωση Θεολόγων θεωρεί ότι αποτελεί πνευματικό χρέος της Διαρκούς Ιεράς Συνόδου της Εκκλησίας μας :
α) να επικυρώσει άμεσα και να δημοσιοποιήσει την απόφαση της Συνοδικής Επιτροπής για την υπόθεση της Arigatοu και,
β) να λάβει τα νόμιμα και κανονικά μέτρα για να προστατεύσει τη χριστιανική αγωγή της νεότητας, σύμφωνα με όσα προβλέπει ο Καταστατικός της Χάρτης, το Σύνταγμα, οι νόμοι, η νομολογία και οι σχετικές για το μάθημα των Θρησκευτικών αποφάσεις των δικαστηρίων.

Το ΔΣ της ΠΕΘ

http://thriskeftika.blogspot.gr

Τρίτη 14 Ιουνίου 2016

Ο ΑΓΙΟΣ ΠΑΪΣΙΟΣ Ο ΑΓΙΟΡΕΙΤΗΣ ΓΙΑ ΤΙΣ ΔΙΑΣΚΕΨΕΙΣ ΤΗΣ ΠΑΝΟΡΘΟΔΟΞΟΥ ΣΥΝΟΔΟΥ


 «Ὁ Ἅγιος Παΐσιος ὁ Ἁγιορείτης», ἔκδοση Ἱερὸν Ἡσυχαστήριον «Εὐαγγελιστὴς Ἰωάννης ὁ Θεολόγος» Σουρωτὴ Θεσσαλονίκης 2015
Τὴν ἴδια ἐποχὴ ἔγιναν προσυνοδικὲς διασκέψεις μὲ σκοπὸ τὴν προετοιμασία μιᾶς νέας Πανορθοδόξου Συνόδου, καὶ ἀνάμεσα στὰ θέματα ὑπῆρχαν πολλὲς προτάσεις ἀντίθετες μὲ τὴν Ὀρθόδοξη παράδοση. Ὅταν ὁ Γέροντας τὰ πληροφορήθηκε αὐτά, ἀνησύχησε πολὺ καὶ μιλοῦσε μὲ πόνο ψυχῆς. «Καταλαβαίνετε τί πάει νὰ γίνη; ἔλεγε. Θὰ φύγη ἡ παράδοση καὶ θὰ μείνει ἡ παράβαση! Καταλαβαίνετε πόσο σοβαρὸ εἶναι αὐτό; Εἶναι σὰν νὰ βγάζουμε ἀπὸ τὸ σπίτι ἕνα τοῦβλο. Ἐκείνη τὴν στιγμὴ φαίνεται ὅτι δὲν παθαίνει τίποτε τὸ σπίτι, ἀλλὰ σιγὰ-σιγὰ μπαίνουν νερά, βγαίνει καὶ ἄλλο τοῦβλο, καὶ ἄλλο, καὶ στὸ τέλος τὸ σπίτι γίνεται ἐρείπιο». Καί, ὅταν κάποιος τοῦ ἀνέφερε ὅτι μία ἀπὸ τὶς προτάσεις ἦταν νὰ ἐλαττωθοῦν οἱ καθιερωμένες ἀπὸ τὴν Ἐκκλησία νηστεῖες, ἐπειδὴ ὁ κόσμος δὲν τὶς κρατάει, ὁ Ὅσιος εἶπε:...

«Ἂν κάποιος εἶναι ἄρρωστος καὶ δὲν μπορῆ νὰ κρατήση τὴν νηστεία, αὐτὸς εἶναι δικαιολογημένος ἂν φάη. Ἂν δὲν εἶναι ἄρρωστος, ἀλλὰ ἀπὸ ἀδυναμία ἔφαγε, νὰ μετανοήση, νὰ πῆ: "Ἥμαρτον". Δὲν θὰ τὸν κρεμάση ὁ Χριστός. Ἂν μπορῆ νὰ κρατήση τὴν νηστεία, νὰ τὴν κρατήση. Ἂν ὅμως οἱ περισσότεροι δὲν κρατᾶνε τὶς νηστεῖες, κι ἐμεῖς πᾶμε νὰ τὶς καταργήσουμε, γιὰ νὰ ἀναπαύσουμε τοὺς περισσότερους, εἶναι σὰν νὰ εὐλογοῦμε τὶς ἀδυναμίες τους, τὶς πτώσεις τους. Μὲ ποιὸ δικαίωμα νὰ τὰ καταργήσουμε ὅλα αὐτά; Καὶ ποῦ ξέρουμε; Μπορεῖ ἡ ἑπόμενη γενεὰ νὰ εἶναι πιὸ καλὴ καὶ νὰ κρατήση τὴν ἀκρίβεια». 

Ὁ Πατὴρ Παΐσιος ἦταν μὲ τὴν ὀρθὴ ἔννοια ζηλωτὴς τῶν πατερικῶν παραδόσεων. Σὲ θέματα πίστεως δὲν ἔκανε συμβιβασμοὺς καὶ ὑποχωρήσεις. Στὴν ζωὴ του ἐφάρμοζε τὴν ἀκρίβεια ὄχι μόνον ἐξωτερικά, ἀλλὰ περισσότερο ἐσωτερικά, ἀπὸ θεῖο ζῆλο. Ὅταν ἔλεγε τὴν γνώμη του γιὰ ἕνα θέμα, καὶ μάλιστα ἐκκλησιαστικό, μιλοῦσε μὲ διάκριση ζυγίζοντας τὰ λόγια του μὲ ζυγαριὰ ἀκριβείας. Καί, ὅταν εἶχε μπροστά του ἕναν ἀδύναμο ἄνθρωπο, ἔδινε πάλι μὲ ἀκρίβεια, σὰν καλὸς ἰατρός, τὸ κατάλληλο φάρμακο. Εἶχε ποτισθῆ ἀπὸ τὸν φόβο τοῦ Θεοῦ, καὶ γι΄ αὐτὸ ἔμπαινε στὸ βάθος τοῦ νόμου τοῦ Θεοῦ. Ἦταν ὅλος ἀγάπη καὶ «σπλάχνα οἰκτιρμῶν», καὶ γὶ΄ αὐτὸ δὲν γνώριζε ἁπλῶς τοὺς Κανόνες τῆς Ἐκκλησίας, ἀλλὰ γνώριζε ἐκ πείρας ὅτι ἡ Ἐκκλησία εἶναι μάνα, καὶ οἱ Κανόνες της ἔχουν σπλάχνα μητρικά.
 

Ο ΑΓΙΟΣ ΠΑΪΣΙΟΣ Ο ΑΓΙΟΡΕΙΤΗΣ ΓΙΑ ΤΗ ΔΥΣΗ ΚΑΙ ΤΟΥΣ ΔΙΑΛΟΓΟΥΣ ΜΕ ΤΟΥΣ ΕΤΕΡΟΔΟΞΟΥΣ

Ἀπόσπασμα ἀπὸ τὸ βιβλίο: «Ὁ Ἅγιος Παΐσιος ὁ Ἁγιορείτης», ἔκδοση Ἱερὸν Ἡσυχαστήριον «Εὐαγγελιστὴς Ἰωάννης ὁ Θεολόγος», Βασιλικά Θεσσαλονίκης 2015 

Ὁ Πατὴρ Παΐσιος δὲν συμφωνοῦσε νὰ σπουδάζουν οἱ Ὀρθόδοξοι θεολόγοι στὴν Δύση, διότι ἔβλεπε τὸν κίνδυνο νὰ μεταφέρουν ἀπὸ ἐκεῖ «πνευματικὰ μικρόβια» καὶ νὰ μολύνουν τὴν ἀμώμητη Ὀρθόδοξη πίστη μας. «Τί θὰ πάτε νὰ πάρετε ἀπὸ ἐκεῖ; ἔλεγε. Αὐτοὶ δὲν ἔχουν τίποτε, τὰ ἔχουν γκρεμίσει ὄλα». 
Καὶ σὲ ἕναν Ὀρθόδοξο Γάλλο ἱερομόναχο ποὺ τὸν ρώτησε σὲ τί διαφέρουν οἱ Καθολικοὶ καὶ οἱ Προτεστάντες ἀπὸ τοὺς Ὀρθοδόξους, εἶπε χαρακτηριστικά: «Ἂς ὑποθέσουμε ὅτι ἡ Ὀρθοδοξία εἶναι σὰν αὐτὸ τὸ Καλύβι ποὺ βλέπεις, φτιαγμένο ἀπὸ πέτρες, λάσπη καὶ ζωνάρια. Οἱ Καθολικοὶ ἀφαίρεσαν τὴν λάσπη, οἱ Προτεστάντες ἀφαίρεσαν τὰ ζωνάρια. Μποροῦν τώρα νὰ...σταθοῦν οἱ πέτρες μόνες τους;».

Στενοχωριόταν καὶ ὅταν μάθαινε ὅτι κάποιοι Ὀρθόδοξοι θεολόγοι, ἀντὶ νὰ τρέφωνται ἀπὸ τὴν «δυνατὴ πνευματικὴ τροφὴ» τῶν Ὀρθοδόξων Πατερικῶν κειμένων καὶ νὰ πίνουν ἀπὸ τὰ κρυστάλλινα ὕδατα τῆς Πατερικῆς Θεολογίας, μελετοῦσαν τοὺς αἱρετικοὺς θεολόγους τῆς Δύσεως καὶ ἔπιναν ἀπὸ τὶς θολερὲς πηγές τους, μὲ ἀποτέλεσμα νὰ φθάνουν ἀκόμη καὶ σὲ λανθασμένα συμπεράσματα γιὰ τοὺς Ἁγίους Πατέρες.

Οὔτε καὶ μὲ τοὺς «διαλόγους» ποὺ γίνονταν μὲ ἑτεροδόξους συμφωνοῦσε ὁ Ὅσιος. Διότι ἔβλεπε ὅτι οἱ μὲν Ὀρθόδοξοι ποὺ ἀσχολοῦντο μὲ «διαλόγους» καὶ «συνέδρια» καὶ «προσπάθειες γιὰ ἕνωση» δὲν εἶχαν προηγουμένως ἑνωθῆ οἱ ἴδιοι μὲ τὸν Θεό, καὶ ἑπομένως δὲν μποροῦσαν νὰ πληροφορήσουν τοὺς ἄλλους μὲ ὀρθόδοξα πατερικὰ βιώματα, οἱ δὲ ἑτερόδοξοι ποὺ συμμετεῖχαν σ΄ αὐτὰ δὲν εἶχαν εἰλικρινῆ διάθεση. 

Σὲ ἐπιστολὴ του τὸ 1978 ἔγραψε: «Τὸ Εὐρωπαϊκὸ πνεῦμα νομίζει ὅτι καὶ τὰ θέματα τὰ πνευματικὰ μποροῦν καὶ αὐτὰ νὰ μποῦν στὴν Κοινὴ Ἀγορά. Ὅλα νὰ ἰσοπεδωθοῦν. Οἱ μὲν Ὀρθόδοξοι ποὺ ἔχουν ἐλαφρότητα καὶ θέλουν νὰ κάνουν προβολή, «Ἱεραποστολή», συγκαλοῦν δῆθεν Συνέδρια, γιὰ νὰ γίνεται ντόρος, νὰ γράφουν οἱ ἐφημερίδες, καὶ νομίζουν ὅτι ἔτσι προβάλλουν τὴν Ὀρθοδοξία, μὲ τὸ νὰ γίνουν ταραμοσαλάτα μὲ τοὺς κακοδόξους. Ἀρχίζουν μετὰ οἱ ὑπὲρ ζηλωτὲς καὶ πιάνουν τὸ ἄλλο ἄκρο, νὰ λένε καὶ βλασφημίες γιὰ τὰ Μυστήρια τῶν Νεοημερολογιτῶν κ.λ.π. καὶ κατασκανδαλίζουν ψυχὲς ποὺ ἔχουν εὐλάβεια καὶ ὀρθόδοξη εὐαισθησία. Οἱ δὲ ἑτερόδοξοι, ἔρχονται στὰ συνέδρια, κάνουν τὸν δάσκαλο, παίρνουν ὅ,τι καλὸ ὑλικὸ πνευματικὸ βρίσκουν στοὺς Ὀρθοδόξους, τὸ περνᾶνε ἀπὸ τὸ δικό τους ἐργαστήρι, βάζουν δικό τους χρῶμα καὶ φίρμα, καὶ τὸ παρουσιάζουν σὰν πρωτότυπο, καὶ ὁ παράξενος σημερινὸς κόσμος ἀπὸ κάτι τέτοια παράξενα συγκινεῖται καὶ καταστρέφεται πνευματικά. 

Ὁ Πατὴρ Παΐσιος εἶχε ἕναν δικό του τρόπο νὰ λέη καὶ στοὺς ἴδιους τοὺς ἑτεροδόξους τὴν ἀλήθεια, χωρὶς νὰ προκαλῆ. Ὅταν τὸ 1978 θὰ γινόταν ἡ ἐκλογὴ νέου Πάπα, ἕνα ρωμαιοκαθολικὸς μοναχός τοῦ ζήτησε νὰ προσευχηθῆ, ὥστε ὁ Πάπας ποὺ θὰ ἐκλέξουν νὰ εἶναι καλός. Ὁ Ὅσιος τὸν χτύπησε μὲ συμπάθεια στὴν πλάτη καὶ τοῦ εἶπε χαμογελώντας: «Μὴ στενοχωριέσαι, παιδί μου, ὅποιος κι ἂν εἶναι, ἀλάθητος θὰ εἶναι». 

Τὴν δεκαετία τοῦ ΄70 πολλοὶ ζητοῦσαν τὴν γνώμη τοῦ Πατρὸς Παϊσίου καὶ γιὰ μία πρόταση ποὺ εἶχε γίνει, νὰ μὴ φοροῦν οἱ ἱερεῖς ράσα. Ἐκεῖνος τοὺς ἔδειχνε μία ἐλιά, τῆς ὁποίας εἶχε ξεφλουδίσει τὸν κορμὸ καὶ τὰ χονδρὰ κλαδιά, ἀφήνοντας φύλλα μόνο στὶς ἄκρες τῶν μικρῶν κλαδιῶν της. Στὸν ξεφλουδισμένο κορμὸ της εἶχε χαράξει: «Τὰ δένδρα πέταξαν τὴν στολή τους, θὰ δοῦμε τὴν προκοπή τους» καὶ «Παπὰς ἀράσωτος, ἄρα ἄσωτος». Ἡ ἐλιὰ αὐτή, ὅπως ἦταν ἑπόμενο, ξεράθηκε. 

ΟΙ ΛΟΓΟΙ ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΟΠΟΙΟΥΣ Η ΕΚΚΛΗΣΙΑ ΤΗΣ ΡΩΣΙΑΣ ΑΠΕΧΕΙ ΑΠΟ ΤΗΝ ΠΑΝΟΡΘΟΔΟΞΗ ΣΥΝΟΔΟ

Τους ακριβείς λόγους που αποφάσισε να θέσει όρους και προϋποθέσεις, για να συμμετάσχει στην Αγία και Μεγάλη Σύνοδο τις επόμενες μέρες στην Κρήτη ανακοίνωσε η Εκκλησία της Ρωσίας.

Η Εκκλησία της Ρωσίας συνεδρίασε σε έκτακτη σύνοδο σήμερα και αποφάσισε να μην συμμετάσχει στην Αγία και Μεγάλη Σύνοδο στην Κρήτη αν δεν συμμετάσχουν όλες οι Εκκλησίες και ζητεί την αναβολή της Πανορθόδοξης.

Ακολουθεί ολόκληρη η δήλωση της Ιεράς Συνόδου της Ορθοδόξου Εκκλησίας της Ρωσίας:

Η Ορθόδοξος Εκκλησία της Ρωσίας επί δεκαετίες μετείχε και εξακολουθεί να μετέχει ενεργώς στην προπαρασκευή της Αγίας και Μεγάλης Συνόδου της Ορθοδόξου Εκκλησίας. Αρχής γενομένης από την Α’ Πανορθόδοξη Διάσκεψη στην Ρόδο το έτος 1961 οι διακεκριμένοι Ιεράρχες και οι κορυφαίοι θεολόγοι της καθ’ημάς Εκκλησίας συνέβαλαν στην επεξεργασία των συνοδικών θεμάτων, συμπεριλαμβανομένων και εκείνων, τα οποία τελικά δεν εντάχθηκαν στην Ημερήσια Διάταξη της Αγίας και Μεγάλης Συνόδου. Προς επιτάχυνση της συγκλήσεως της Συνόδου η Ορθόδοξος Εκκλησία της Ρωσίας κατ΄επανάληψιν επιβεβαίωνε την προθυμία της δια την λήψη των δι΄ολους τους μετέχοντες της προσυνοδικής διαδικασίας αμοιβαίως αποδεκτών αποφάσεων, ακόμα και σε περίπτωση αποκλίσεως τέτοιων αποφάσεων των προσυμφωνημένων από τις Εκκλησίες αρχών προπαρασκευής της Συνόδου.

Και όμως η αρχή της Πανορθοδόξου ομοφωνίας παραμένει αδιασάλευτο θεμέλιο της προσυνοδικής διαδικασίας, αρχής γενομένης από τη Διάσκεψη της Ρόδου το έτος 1961, η οποία, κατόπιν πρωτοβουλίας του Πατριαρχείου Κωνσταντινουπόλεως, όρισε: «Ἀποφάσεις τῶν κοινών συνελεύσεων λαμβάνονται μέ πλήρη ὁμοφωνίαν ἀντιπροσωπειῶν τῶν Ἐκκλησιῶν» (Κανονισμὸς τῆς λειτουργίας καὶ τῶν ἐργασιῶν τῆς ἐν Ρόδῳ Πανορθοδόξου Διασκέψεως, αρθ. 14). Ἐν συνεχείᾳ αυτή η αρχή κατοχυρώθηκε στον Κανονισμό των Πανορθοδόξων Προσυνοδικών Διασκέδεων του έτους 1986: «Ἡ ὑπό τῶν Προσυνοδικῶν Πανορθοδόξων Διασκέψεων ἀποδοχή τῶν κειμένων ἐπί τῶν καθ’ ἕκαστον θεμάτων τῆς Ἡμερησίας Διατάξεως γίνεται καθ’ ὁμοφωνίαν» (ἄρθ. 16). Η Σύναξη των Ορθοδόξων Προκαθημένων το έτος 2014 επιβεβαίωσε: «Ἅπασαι αἱ ἀποφάσεις, κατά τε τήν Σύνοδον καί κατά τό προπαρασκευαστικόν αὐτῆς στάδιον, λαμβάνονται καθ᾿ ὁμοφωνίαν» (Ἀποφάσεις τῆς Συνάξεως τῶν Προκαθημένων, ἄρθ. 2а). Η ίδια αρχή κατοχυρώθηκε στον Κανονισμό Οργανώσεως και Λειτουργίας της Αγίας και Μεγάλης Συνόδου της Ορθοδόξου Εκκλησίας, τον οποίο εκπόνησε η από 21 έως 28 Ιανουαρίου 2016 στο Σαμπεζύ Σύναξη των Προκαθημένων των Ορθοδόξων Εκκλησιών. Ο ἐν λόγῳ Κανονισμός μεταξύ άλλων προβλέπει ότι η Σύνοδος «συγκαλεῖται ὑπό τῆς Α. Θ. Παναγιότητος τοῦ Οἰκουμενικοῦ Πατριάρχου, συμφρονούντων καί τῶν Μακαριωτάτων Προκαθημένων πασῶν τῶν ὑπό πάντων  ἀνεγνωρισμένων κατά τόπους αὐτοκεφάλων Ὀρθοδόξων Ἐκκλησιῶν» (ἄρθ.1).

Η πλειοψηφία των Προκαθημένων των κατά τόπους Ορθοδόξων Εκκλησών στην ίδια Συναξη ενέκρινε την σύγκληση της Αγίας και Μεγάλης Συνόδου από 18 έως 27 Ιουνίου 2016 στην Κρήτη. Όμως η αντιπροσωπεία της κατά Αντιόχειαν Ορθοδόξου Εκκλησίας δεν υπέγραψε ούτε την απόφαση αυτή, ούτε τον Κανονισμό της Συνόδου, αλλά ούτε και το σχέδιο του συνοδικού κειμένου «Το μυστήριον του Γάμου και τα κωλύματα αυτού». Το τελευταίο κείμενο επίσης δεν υπέγραψε η αντιπροσωπεία της Ορθοδόξου Εκκλησίας της Γεωργίας. Οι δύο ως άνω Εκκλησίες επικαλέσθησαν σοβαρούς λόγους προς τεκμηρίωση της αποφάσεως αυτών.

Εν τούτοις, η Ορθόδοξος Εκκλησία της Ρωσίας διά χάριν της επιτυχούς προόδου της συγκλήσεως της Συνόδου έκρινε έφικτο να υπογράψει τα ως άνω κείμενα, ταυτοχρόνως, τόσο κατά την ίδια την Σύναξη, όσο και κατά την επακολουθήσασα αλληλογραφία με τον Παναγιώτατο Πατριάρχη Κωνσταντινουπόλεως Βαρθολομαίο, εκφράζοντας πεποίθηση διά την ανάγκη, κατά τον υπόλοιπο χρόνο μέχρι τη Σύνοδο, καταβολής δυναμικών προσπαθειών (ακόμα και στα πλαίσια της συγκροτηθείσης από τη Σύναξη Πανορθοδόξου Γαμματείας) προς εξασφάλιση της συμφώνου γνώμης όλων των Ορθοδόξων επί κειμένων, τα οποία δεν έχουν υπογραφεί από μια ή δύο κατά τόπους Εκκλησίες, κάτι το οποίο θα επέτρεπε τη σύκληση της Συνόδου. Διά λόγους ανεξάρτητους της Ορθοδόξου Εκκλησίας της Ρωσίας δεν εξησφαλίσθη η περαιτέρω συζήτηση πανορθοδόξως της διαμορφωθείσης καταστάσως.

Η γενομένη από 2 έως 3 Φεβρουαρίου 2016 Ιερά Σύνοδος της Ιεραρχίας της Ορθοδόξου Εκκλησίας της Ρωσίας ενέκρινε τη θέση της αντιπροσωπείας της Ορθοδόξου Εκκλησίας της Ρωσίας στη Σύναξη των Προκαθημένων των Ορθοδόξων Εκκλησιών στο Σαμπεζύ και στα λοιπά προσυνοδικά όργανα, εκφράζοντας ικανοποίηση διά την ενσωμάτωση στα σχέδια κειμένων της Αγίας και Μεγάλης Συνόδου των απαραιτήτων τροπολογιών και συμπληρώσεων και προκαταρκτικώς τις ενέκρινε εν γένει. Επίσης ανέθεσε στην Διαρκή Ιερά Σύνοδο τον ορισμό της αντιπροσωπείας της Ορθοδόξου Εκκλησίας της Ρωσίας προς συμμετοχή στην Πανορθόδοξο Σύνοδο, κάτι το οποίο και εφήρμοσε η Διαρκής Ιερά Σύνοδος τον Απρίλιο 2016. Η Ιερά Σύνοδος της Ιεραρχίας κάλεσε το πλήρωμα της Ορθοδόξου Εκκλησίας της Ρωσίας «να δέεται ενθέρμως προκειμένου να αποκαλύψει ο Κύριος το θέλημα Αυτού στα μέλη к της επικειμένης Αγίας και Μεγάλης Συνόδου της Ορθοδόξου Εκκλησίας, ώστε η σύγκληση αυτής να ενισχύει την ενότητα της Ορθοδοξίας προς συμφέρον της Εκκλησίας του Χριστού, προς δόξαν Θεού και προς διαφύλαξη της αμωμήτου Ορθοδόξου πίστεως».

Συγχρόνως η Ιερά Σύνοδος της Ιεραρχίας εξέφρασε «την πεποίθηση ότι η ελευθέρα συμμετοχή σε αυτή των αντιπροσωπειών πασῶν των κοινώς ανεγνωρισμένων αυτοκεφάλων Ορθοδόξων Εκκλησιών αποτελεί το ἐκ τῶν ὧν οὐκ ἄνευ της διεξαγωγής της Πανορθοδόξου Συνόδου» και τόνισε ότι «ως εκ τούτου ιδιαίτερη σπουδαιότητα προσλαβάνει η προσυνοδική λύση του προβλήματος, του ανακύψαντος στις σχέσεις μεταξύ των Πατριαρχείων Αντιοχείας και Ιεροσολύμων» (Αποφάσεις, αρθ. 6).

Με ελπίδα εξασφαλίσεως της συμφώνου γνώμης όλων των Ορθοδόξων, χωρίς την οποία κωλύεται η σύγκληση της Αγίας και Μεγάλης Συνόδου, η Ορθόδοξος Εκκλησία της Ρωσίας άνευ αναβολής προχώρησε στον εξονομασμό των εκπροσώπων της στα όργανα της περαιτέρω προπαρασκευής αυτής και κατέβαλε κάθε δυνατή προσπάθεια, μέσω προσωπικών επαφών και αλληλογραφίας, διά να συμμετάσχει ενεργώς στην προπαρασκευαστική διαδικασία.

Τα παραπάνω συνοδευόταν από τη μελέτη των επί σχεδίων των συνοδικών κειμένων κριτικών παρατηρήσεων, τις οποίες απέστειλαν Ιεράρχες, κληρικοί και λαϊκοί μετά την, κατόπιν πρωτοβουλίας της Ορθοδόξου Εκκλησίας της Ρωσίας δημοσιεύσεως αυτών, ληξάσης της ἐν Σαμπεζύ Συνάξεως των Προκαθημένων. Παρόμοιες παρατηρήσεις μαζί με όχι σπάνια και κριτική κατά της διαδικασίας προπαρασκευής της Συνόδου, σημειώθηκαν επίσης και στους κόλπους πολλών άλλων κατά τόπους Ορθοδόξων Εκκλησιών. Προχωρώντας σε διάκριση μεταξύ των εποικοδομητικών παρατηρήσεων και των ανεδαφικών κριτικών της μελλούσης να συνέλθει Συνόδου και των κειμένων αυτής, το Τμήμα Εξωτερικών Εκκλησιαστικών Σχέσεων προέβη σε σχετική διευκρίνιση και σχολιασμό προς ανταπόκριση σε συγχύσεις, οι οποίες δημιουργούνται στους κόλπους του ποιμνίου. Στις 3 Ιουνίου 2016 η Ιερά Σύνοδος της Ορθοδόξου Εκκλησίας της Ρωσίας αφού μελέτησε επισταμένως τις υποβληθείσες προτάσεις των Ιεραρχών, των κληρικών, των μοναχών και των λαϊκών, ενέκρινε τις τροπολογίες της Ορθοδόξου Εκκλησίας της Ρωσίας στα σχέδια κειμένων της Πανορθοδόξου Συνόδου «Σχέσεις της Ορθοδόξου Εκκλησίας προς τον λοιπόν χριστιανικόν κόσμον» και «Αποστολή της Ορθοδόξου Εκκλησίας ἐν τῳ συγχρόνῳ κόσμῳ».

Στην ίδια συνεδρία η Ιερά Σύνοδος υπογράμμισε ότι ουσιαστικές τροπολογίες στα σχέδια των συνοδικών κειμένων, οι οποίες ἐν πολλοῖς συγκλίνουν με τις προτάσεις της Ορθοδόξου Εκκλησίας της Ρωσίας, υποβάλλονται και από τις Ορθόδοξες Εκκλησίες Γεωργίας, Σερβίας, Βουλγαρίας και Ελλάδος καθώς και από την Ιερά Κοινότητα του Αγίου Όρους. Και αυτές οι τροπολογίες χρήζουν επιμελούς αξιολογήσεως επί τῳ σκοπῳ της αναζητήσεως της πανορθοδόξου συναινέσεως, της απαραίτητης διά τις συνοδικές αποφάσεις.

Ἐν ταυτῳ ελήφθη υπόψη η από 1ης Ιουνίου 2016 απόφαση της Ιεράς Συνόδου της Ορθοδόξου Εκκλησίας της Βουλγαρίας περί αναβολής της προγραμματισθείσης από 18 έως 27 Ιουνίου Αγίας και Μεγάλης Συνόδου της Ορθοδόξου Εκκλησίας και της μη συμμετοχής σε αυτή της Εκκλησίας της Βουλγαρίας, εάν δεν ἀνεβάλλετο η Σύνοδος. Ως εκ τούτου η Ιερά Σύνοδος της Ορθοδόξου Εκκλησίας της Ρωσίας σημείωσε ότι η αποχή έστω και μίας εκ των κοινώς ανεγνωρισμένων αυτοκεφάλων Ορθοδόξων Εκκλησιών από τη Σύνοδο «αποτελεί απόλυτο κώλυμα διά τη σύκληση της Αγίας και Μεγάλης Συνόδου».

Τα ως άνω καθώς και το την ώρα της συνεδριάσεως «αβέβαιον της συμμετοχής του Πατριαρχείου Αντιοχείας στην Αγία και Μεγάλη Σύνοδο, όπως και η έλλειψη της προκαταρκτικής ομοφωνίας επί του σχεδίου του Κανονισμού της Συνόδου και του κειμένου ‘Το μυστήριο του Γάμου και τα κωλύματα αυτού’» κίνησαν την Ιερά Σύνοδο να δεχθεί την ανάγκη των άνευ αναβολής πανορθοδόξων ενεργειών και να υποβάλει πρόταση στον Παναγιώτατο Πατριάρχη Κωνσταντινουπόλεως Βαρθολομαίο μέχρι τις 10 Ιουνίου,το αργότερον, να συγκαλέσει έκτακτη Πανορθόδοξη Προσυνοδική Διάσκεψη προς αξιολόγηση και αντιμετώπιση της εκτάκτου καταστάσεως, προκειμένου κατόπιν τοιαύτης συνεδριάσεως οι Ορθόδοξες Εκκλησίες να αποφανθούν περί της συγκλήσεως της Πανορθοδόξου Συνόδου στις προκαθορισμένες ημερομηνίες.

Με απόφαση της Ιεράς Συνόδου η ἐν λόγῳ πρόταση αμέσως κοινοποιήθηκε προς τον Παναγιώτατο Πατριάρχη Κωνσταντινουπόλεως Βαρθολομαίο και όλους τους Προκαθημένους των κατά τόπους Ορθοδόξων Εκκλησιών.

Στην απάντησή του (Γράμμα υπ’αριθμ. Πρωτ. 676 και ημερομ. 9η Ιουνίου 2016 ) ο Παναγιώτατος Πατριάρχης Βαρθολομαίος αναφέρει ότι υπό της Αγίας και Ιεράς Συνόδου τοῦ Πατριαρχείου Κωνσταντινουπόλεως «νέα ἔκτακτος Προσυνοδική Πανορθόδοξος Διάσκεψις δέν ἐκρίθη δυνατή ἅτε μή ὑπάρχοντος θεσμικοῦ πλαισίου διὰ τήν σύκλησιν αὐτῆς καὶ μάλιστα ἐλάχιστας ἡμέρας πρὸ τῆς…ἐνάρξεως τῶν ἐργασιῶν τῆς Ἁγίας καὶ Μεγάλης Συνόδου». «Ὅσον ἀφορᾷ εἰς τὰς ἐπιφυλάξεις ἀδελφῶν τινων Ἐκκλησιῶν καὶ τὸ ἀβέβαιον τῆς συμμετοχῆς αὐτῶν εἰς τὴν Σύνοδον» ο Προκαθήμενος της Κωνσταντινουπολίτιδος Εκκλησίας είναι πεπεισμένος ότι «θέλουσιν εὐοδωθῇ αἱ καταβαλλόμεναι προσπάθειαι ὅπως ἀρθῶσι τὰ παρεμβαλλόμενα ἐμπόδια καὶ  συμμετάσχωσιν ἅπασαι αἱ Ἐκκλησίαι εἰς τὴν Ἁγίαν καὶ Μεγάλην Σύνοδον, ἡ ἀναβολὴ ἤ ματαίωσις τῆς ὁποίας τὴν δωδεκάτην ὥραν, μετὰ προετοιμασίαν δεκαετιῶν ὁλοκλήρων, ἤθελεν ἐκθέσει διεκκλησιαστικῶς καὶ διεθνῶς τὴν Ὀρθόδοξον ἡμῶν Ἐκκλησίν καὶ τρώσει ἀνεπανορθώτως τὸ κῦρος αύτῆς».

Ἐπισυναπτομένως ελάβαμε και το ανακοινωθέν περί γενομένης στις 6 Ιουνίου εκτάκτου συνεδρίας της Ιεράς Ενδημούσης Συνόδου του Πατριαρχείου Κωνσταντινουπόλεως, το οποίο ενημερώνει ότι «ἡ Ἱερὰ Ἐνδημοῦσα Σύνοδος, μετ’ἐκπλήξεως καὶ ἀπορίας ἐπληροφορήθη τὰς ἐσχάτως ἐκφρασθείσα θέσεις καὶ ἀπόψεις ἐνίων ἀδελφῶν Ὀρθοδόξων Ἐκκλησιῶν καὶ, αξιολογήσασα αὐτὰς, διεπίστωσεν ὅτι οὐδὲν θεσμικὸν πλαίδιον ὑφίσταται πρὸς ἀναθεώρησιν τῆς ἤδη δρομολογηθείση συνοδικῆς διαδικασίας». Παράλληλα η ημερομηνία συγκλήσεως της Συνόδου χαρακτηρίζεται ως αποφασισθείσα πανορθοδόξως, ἐν τούτοις, ὅπως εσημειώθη ανωτέρω, η Εκκλησία της Αντιοχείας δεν υπέγραψε την απόφαση αυτή.

Εν τω μεταξύ η Ιερά Σύνοδος του Πατριαρχείου Αντιοχείας στη συνεδρία αυτής στις 6 Ιουνίου 2016, κατόπιν παραθέσεως των εξαντλητικών τεκμηρίων υπέρ αναβολής της συγκλήσεως της Συνόδου, ομοφώνως αποφάσισε:

«1. Να καλέσει την Αυτού Παναγιότητα τον Οικουμενικό Πατριάρχη να καταβάλει περισσότερο κόπο προς την κατεύθυνση της ομοφωνίας σε όλες τις επιφυλάξεις που διατυπώθηκαν από τις Ορθόδοξες Αυτοκέφαλες Εκκλησίες και που αφορούν την Αγία και Μεγάλη Σύνοδο, κατά τη χρονική περίοδο που μας χωρίζει από την ημερομηνία συγκλίσεως της Συνόδου αυτής. Αν οι προσπάθειες για την επίτευξη ομοφωνίας φτάσουν σε αδιέξοδο, τότε η Εκκλησία της Αντιοχείας θα καλέσει να αναβληθεί η σύγκλιση της Αγίας και Μεγάλης Συνόδου για μεταγενέστερη ημερομηνία, όταν θα επικρατήσουν ειρηνικές σχέσεις μεταξύ όλων των Αυτοκεφάλων Εκκλησιών και θα εξασφαλιστεί η Ορθόδοξη ομοφωνία περί των θεμάτων της Συνόδου και του Κανονισμού της, αλλά και της διαδικασίας οργανώσεως αυτής,

Να μη συμμετάσχει το Πατριαρχείο Αντιοχείας στην Αγία και Μεγάλη Σύνοδο μέχρι να διαλυθούν όλοι οι λόγοι που εμποδίζουν τη συμμετοχή στη Θεία Ευχαριστία κατά τη διάρκεια της Συνόδου, όταν βρεθεί μια οριστική λύση σχετικά με την εισπήδηση του Πατριαρχείου Ιεροσολύμων στα όρια του Πατριαρχείου Αντιοχείας, η οποία οδήγησε σε διακοπή κοινωνίας με το Πατριαρχείο Ιεροσολύμων,
Να επιβεβαιώσει για ακόμη μια φορά τη σημασία της συμμετοχής όλων των Ορθοδόξων Αυτοκεφάλων Εκκλησίων στην Αγία και Μεγάλη Σύνοδο και τη λήψη των αποφάσεων της με την παρουσία και την ομοφωνία πάντων, σύμφωνα με την αρχή της ομοφωνίας, προκειμένου να διαφυλαχθεί η ενότητα της Καθολικής Ορθοδόξου Εκκλησίας,
Να απευθυνθεί σε όλες τις Ορθόδοξες εκκλησίες ενημερώνοντάς αυτές για το περιεχόμενο των θέσεων της Αντιοχείας και τους λόγους που οδήγησαν σε αυτές,
Να καλέσει τους πιστούς να συμμετάσχουν με την προσευχή τους, μαζί με τους ποιμένες τους, για να εμπνέει το Άγιο Πνεύμα την Εκκλησία, κατά την πορεία της προς την ενότητα, για χάρη της ενωμένης μαρτυρίας για τον Χριστό στον κόσμο».
Αυθημερόν, στις 6 Ιουνίου, ο Αγιώτατος Πατριάρχης Σερβίας Ειρηναίος απέστειλε Γράμμα προς τον Παναγιώτατο Πατριάρχη Κωνσταντινουπόλεως Βαρθολομαίο και προς πάντας τους Προκαθημένους των κατά τόπους Ορθοδόξων Εκκλησιών, στο οποίο αφού απαρίθμησε τα υφιστάμενα προβλήματα, τόνισε ότι διά τους παραπάνω λόγους η Ορθόδοξος Εκκλησία της Σερβίας «δυσκολεύεται νὰ συμμετάσχῃ ἐν τῇ συγκληθείσῃ Ἁγίᾳ καὶ Μεγάλῃ Συνόδῳ καὶ προτείνει τὴν ἐπὶ τινα χρόνον ἀναβολὴν αὐτῆς».

Στις 10 Ιουνίου 2016 σε συνεδρίασή της συνηλθε η Ιερά Σύνοδος της Ορθοδόξου Εκκλησίας της Γεωργίας, η οποία κατόπιν παραθέσεως των υφισταμένων προβλημάτων, σημείωσε ότι αυτά επιλύονται μέσα από σύντονο εργασία, παράλληλα δέχθηκε ότι « σήμερον εὑρισκόμεθα ἐνώπιον τοῦ γεγονότος ὅτι ἡ ὁμόνοια δέν ἔχει εἰσέτι ἐπιτευχθῆ», ενώ «ὁ στόχος τῆς συγκλήσεως τῆς Συνόδου ἦτο καί εἶναι ἡ προβολή τῆς ὁμοψυχίας τῶν Ὀρθοδόξων». Όθεν η Εκκλησία της Γεωργίας «ὡς καί ἄλλαι Ἐκ­κλησίαι, ζητοῦμεν νά ἀνα­βληθῇ ἡ Σύνοδος, ἕως ὅτου ἐπιτευχθῇ πλήρης ὁμόνοια». Ως εκ τουτου η Ιερά Σύνοδος απεφάνθη: «Ἡ Ἀντιπροσωπεία τῆς Ἐκκλησίας τῆς Γεωργίας νά μή συμμετάσχῃ εἰς τήν προγραμματισθεῖσαν εἰς τάς 17-26 Ἰουνίου ἐ.ἔ. εἰς τήν Κρήτην Ἁγίαν καί Μεγάλην Σύνοδον».

Επομένως, οι τέσσερις κατά τόπους Ορθόδοξες Εκκλησίες, εκείνες της Αντιοχείας, Γεωργίας, Σερβίας και Βουλγαράς εξέφρασαν τη γνώμη ύπερ αναβολής της Συνόδου, με τις τρεις εξ αυτών, δηλαδή, της Αντιοχείας, της Γεωργίας και της Βουλγαρίας να έχουν δηλώσει την αποχή τους από την προγραμματισθείσα από 18 έως 27 Ιουνίου Σύνοδο. Ενώ δεν αποδέχθηκε η Αγία και Ιερά Σύνοδος του Πατριαρχείου Κωνσταντινουπόλεως την πρόταση της Ορθοδόξου Εκκλησία της Ρωσίας περί συγκλήσεως της εκτάκτου Πανορθοδόξου Προσυνοδικής Δασκέψεως. Ούτως εχόντων των πραγμάτων, προφανώς δεν εφαρμόζεται ο απαραίτητος όρος δια την σύγκλησιν της Αγίας και Μεγάλης Συνόδου, ο οποίος θέλει «συμφρονούντων καί τῶν Μακαριωτάτων Προκαθημένων πασῶν τῶν ὑπό πάντων  ἀνεγνωρισμένων κατά τόπους αὐτοκεφάλων Ὀρθοδόξων Ἐκκλησιῶν» (Κανονισμός Οργανώσεως και Λειτουργίας της Αγίας και Μεγάλης Συνόδου της Ορθοδόξου Εκκλησίας, αρθ. 1).

Η μόνη εφικτή λύση σε αυτή την περίπτωση είναι η συνέχιση της προετοιμασίας της Αγίας και Μεγάλης Συνόδου με την εξασφάλιση της ομοφώνου γνώμης όλων των Ορθοδόξων περί της συγκλήσεως αυτής σε μία άλλη χρονική στιγμή.

Ως εκ των άνω προς εφαρμογή της αποφάσεως της από 2 έως 3 Φεβρουαρίου 2016 γενομένης Ιεράς Συνόδου της Ιεραρχίας της Ορθοδόξου Εκκλησίας της Ρωσίας (Αποφάσεις, αρθ.6), η Διαρκής Ιερά Σύνοδος αποφασίζει:

Να υποστηρίξει τις προτάσεις των Ορθοδόξων Εκκλησιών Αντιοχείας, Γεωργίας, Σερβίας και Βουλγαρίας περί αναβολής της Πανορθοδόξου Συνόδου και συγκλήσεως αυτής τη χρονική στιγμή, η οποία θα πρέπει να καθορισθεί ἐν τῳ περαιτέρω κατόπιν πανορθοδόξου συζητήσεως  και με απαραίτητο όρο την εξασφάλιση της συμφώνο γνώμης  των Προκαθημένων των όλων κοινώς ανεγνωρισμένων κατά τόπους αυτοκεφάλων Ορθοδόξων Εκκλησιών˙
Η σχετική πρόταση να αποσταλεί αμέσως προς τον Παναγιώτατο Πατριάρχη Κωνσταντινουπόλεως Βαρθολομαίο και προς πάντας τους Προκαθημένου των κατά τόπους Ορθοδόξων Εκκλησιών˙

Σε περίπτωση κατά την οποία η Αγιωτάτη Εκκλησία Κωνσταντινουπόλεως ούτε και αυτή την πρόταση θα δεχθεί, ενώ η Σύνοδος στην Κρήτη θα συγκληθεί, παρά την αντίθετη γνώμη ενίων κατά τόπους Ορθοδόξων Εκκλησιών, μετά βαθείας λύπης να ανακοινώσει την αδυναμία της συμμετοχής σε αυτή της αντιπροσωπείας της Ορθοδόξου Εκκλησίας της Ρωσίας˙
Να συνεχίσει παντοιοτρόπως να καταβάλλει προσπάθειες προς ενίσχυση της πανορθοδόξου συνεργασίας διά την προετοιμασία της μελλούσης να συνέλθει της Αγίας και Μεγάλης Συνόδου, η οποία καλείται να αποτελέσει αληθινή μαρτυρία της ενότητας της Αγίας, Καθολικής και Αποστολικής Εκκλησίας˙
Να επαναδιατυπώσει τη γνώμη ότι προς την επιτυχή έκβαση της προσυνοδικής προετοιμασίας θα εδύνατο να συμβάλει η εντατικοποίηση του πραγματικού έργου της Πανορθοδόξου Γραμματείας, στα πλαίσια της οποίας κρίνεται εφικτή η μελέτη προτάσεων λύσεως των προβληματικών θεμάτων, διευθετήσεως των υφισταμένων διαφωνιών, επεξεργασίας των απαραιτήτων κειμένων και άρσεως κάθε εμποδίου προς σύγκληση και θεάρεστον έκβαση της Αγίας και Μεγάλης Συνόδου της Ορθοδόξου Εκκλησίας˙

Να δεχθεί, ως λίαν ευκταίον, λαμβάνοντας υπόψη τις προτάσεις στους κόλπους πολλών κατά τόπους Ορθοδόξων Εκκλησιών, στην μέλλουσα να συνέλθει Σύνοδο να μετάσχουν όλες οι Αρχιερείς των Αγίων του Θεού Εκκλησιών απεριορίστως, επειδή τούτο, ασφαλῶς, θα προσδώσει μεγαλύτερο κύρος πανορθοδόξως στις λαμβανόμενες συνοδικές αποφάσεις.
«Τὸ γὰρ τῆς Ἐκκλησίας ὄνομα οὐ χωρισμοῦ, ἀλλὰ ἑνώσεώς ἐστι καὶ συμφωνίας ὄνομα», διδάσκει ο Ιερός Χρυστόστομος (Ιωάννου του Χρυσοστόμου, Ἑρμηνεία εἰς τήν πρός Κορινθίους ἐπιστολήν Α΄. Ομιλία 1,1, Υπόθεσις τῆς πρὸς Κορινθίους πρώτης ἐπιστολῆς). Διά χάριν συμφωνίας και ομοφροσύνης, ἐν πνεύματι συγκαταβάσεως και αδελφικής αγάπης, άνευ της προς αλλήλους μομφής και χωρίς να προκαλέσουμε νέα τραύματα στο Θεανθρώπινο Σώμα της Εκκλησίας, προσέχοντας ο ένας τον άλλο και ακόμα περισσότερα την Θεία Αποκάλυψη, η οποία σφραγίσθηκε στην Αγία Γραφή και την Ιερά Παράδοση, πρόκειται να ακούσουμε «τί τὸ Πνεῦμα λέγει ταῖς ἐκκλησίαις» (Αποκ. 2.7) και να πάρουμε τα απαραίτητα διδάγματα από τα σφάλματα, τα οποία, εξαιατίας της ανθρωπίνης αδυναμίας, διαπράχθησαν κατά την τρέχουσα πορεία προετοιμασίας της Αγίας και Μεγάλης Συνόδου, ούτως ώστε, του Θεού συνεργούντος, να φθάσουμε στην άνευ εμποδίων πραγμάτωση αυτού του μεγάλου εγχειρήματος προς δόξαν Θεού και μεγαλύτερο συμφέρον της Ορθοδόξου Εκκλησίας.

Η Ιερά Σύνοδος και πάλι καλεί τους Αρχιερείς, τους κληρικούς, τους μοναχούς και τους λαϊκούς της Ορθοδόξου Εκκλησίας της Ρωσίας να προσεύχονται θερμώς προκειμένου ο Κύριος ημών Ιησούς Χριστός ἐν τῃ ὑποθέσει ταύτῃ να αναδείξει την πανίσχυρον βοήθεια και το άγιον θέλημα Αυτού.