ΑΝ ΒΙΑΖΕΣΑΙ ΝΑ ΔΕΙΣ ΤΟΝ ΚΟΣΜΟ ΝΑ ΓΙΝΕΤΑΙ ΚΑΛΥΤΕΡΟΣ, ΑΡΧΙΣΕ ΑΠΟ ΤΟΝ ΕΑΥΤΟ ΣΟΥ. ΕΙΝΑΙ Ο ΣΥΝΤΟΜΟΤΕΡΟΣ ΔΡΟΜΟΣ.

Κυριακή 8 Ιουνίου 2025

ΙΕΡΟΚΗΡΥΚΑΣ ΔΗΜΗΤΡΙΟΣ ΠΑΝΑΓΟΠΟΥΛΟΣ: Η ΓΟΝΥΚΛΙΣΙΑ ΚΑΤΑ ΤΗΝ ΠΕΝΤΗΚΟΣΤΗ!

Η γονυκλισία κατά την Πεντηκοστή
Δημήτριος Παναγόπουλος
 

Φοβηθείτε μεθαύριο της Πεντηκοστής να γονατίσετε. Οι άνθρωποι που έχουν επίγνωση, φοβούνται που θα γονατίσουνε. Γιατί ξέρετε τι πάει να πει να γονατίσεις μεθαύριο; Πάει να πει: Είμαι εντάξει, ταπεινώθηκα… και περιμένω την επιφοίτηση του Πνεύματος του Αγίου. Να έρθει αυτή η περιστερά που κατεβαίνει από τον Ουρανό, να καθίσει και σε μένα τον αμαρτωλό. Αλλά αυτή η περιστερά, η Χάρις του Πνεύματος του Αγίου, είναι η περιστερά της Κιβωτού.

Θυμόσαστε όταν ο Νώε απέλυσε τον κόρακα, για να δει κατά πόσο κόπασαν τα ύδατα, δεν επέστρεψε πίσω. Τράφηκε με τα πτώματα. Έπειτα ο Νώε απέλυσε την περιστερά. Βγήκε η περιστερά, αναφέρει η Γραφή και πέταξε. Αλλά η περιστερά δεν κάθεται στο βρώμικο. Δεν κάθεται πάνω στα θνησιμαία αυτά και στη βρώμα και στη δυσωδία που υπήρχε επί της επιφανείας των υδάτων, λόγω του κατακλυσμού. Και μη έχουσα που να ξεκουράσει τας πόδας της, επέστρεψε εις την Κιβωτόν.

Αυτό θα συμβεί σε πολλούς από εμάς. Θα γονατίσουμε και θα πούμε:
– Δεύτε κλίνατε στο γόνυ…
Και θα πέσουμε κάτω στρωματσάδα. Θα βγει η περιστερά από το Ιερό και θα αρχίσει να πετά στους γονυκλιμένους ανθρώπους και θα τους εξετάζει. Τι θα βρει επάνω μας; Θα βρει αγάπη; Θα βρει παιδοποιΐα; Θα βρει νηστεία; Θα βρει εξομολογημένους ανθρώπους; Θα βρει αγαπημένους ανθρώπους; Τι θα βρει; Πείτε μου, εάν πάμε την Κυριακή της Πεντηκοστής στην Εκκλησία και γονατίσουμε, θα καθίσει και σε εμάς το Πνεύμα το Άγιο;

Θα πάει εδώ… δεν μιλάει με την συννυφάδα της.
Θα πάει εκεί… ψευδορκίστηκε χθες.
Θα πάει πιο κάτω… έφαγε τον παπά με τη γλώσσα της.
Θα πάει πιο πέρα… σκότωσε τα παιδιά της.
Θα πάει παραπέρα… κλέβει με το ζύγι.
Θα πάει, θα πάει, θα πάει… πείτε μου που θα καθίσει; Και από εκεί μπορεί να καταλάβει ο άνθρωπος, σε ποια κατάσταση βρίσκεται.

Θα φτάσει κάτω μέχρι το παγκάρι και θα ξαναγυρίσει. Και όπου βρει καθαρότητα και ετοιμασία, θα καθίσει. Όπου όμως δεν βρει, δεν πρόκειται να καθίσει. Δεν εκβιάζεται η Χάρις. Η Χάρις είναι βασίλισσα και όπου θέλει πνει (Ιωάν. 3,8). Δεν διατάσσεται!

– Πήγαινε εκεί, γιατί το είπε η μητέρα. Να αγιάσει το γιο, τον πόρνο. Να αγιάσει την κοπέλα που χώρισε το ανδρόγυνο… Δεν τα κάνει αυτά το Πνεύμα το Άγιο. Δεν διατάσσεται! Γι’ αυτό οι άνθρωποι έχουν αγριέψει. Γι’ αυτό οι άνθρωποι έχουν κάνει ένα τρελοκομείο σήμερα και δεν έχουν κάνει την ωραία οικογένεια, με την αγάπη, την ειρήνη, με τη χαρά, με τη χρηστότητα, με την μακροθυμία, με τα πάντα που είναι καρποί της Χάριτος του Πνεύματος του Αγίου. 

Δημήτριος Παναγόπουλος ο Ιεροκήρυκας (1916 – 1982) 

alopsis.gr

Σάββατο 7 Ιουνίου 2025

ΑΓΙΟΣ ΙΩΑΝΝΗΣ Ο ΧΡΥΣΟΣΤΟΜΟΣ: ΘΕΛΕΤΕ ΝΑ ΣΑΣ ΠΩ ΚΑΙ ΑΛΛΗ ΑΙΤΙΑ, ΓΙΑ ΤΗΝ ΟΠΟΙΑ ΦΟΒΟΜΑΣΤΕ ΤΟ ΘΑΝΑΤΟ;

Θέλετε να σας πω και άλλη αιτία, για την οποία φοβόμαστε το θάνατο;
Άγιος Ιωάννης ο Χρυσόστομος 

Θέλετε να σας πω και άλλη αιτία, για την οποία φοβόμαστε το θάνατο; Γιατί δεν ζούμε ενάρετη ζωή και δεν έχουμε καθαρή συνείδηση. Αλλιώς ο θάνατος δεν θα μας τρόμαζε. Απόδειξέ μου ότι θα κληρονο­μήσω τη βασιλεία των ουρανών και σφάξε με τώρα κιόλας. Θα σου χρωστάω μάλιστα και χάρη για τη σφαγή μου, αφού θα με στείλεις γρήγορα σ' εκείνα τα αγαθά.

"Αλλά φοβάμαι να πεθάνω άδικα", ίσως θα μου πεις. Ώστε ήθελες να πεθάνεις δίκαια; Και ποιός είναι τόσο ταλαίπωρος, που, ενώ μπορεί να πε­θάνει άδικα, προτιμάει να πεθάνει δίκαια; Αν πρέπει να φοβόμαστε θάνατο, πρέπει να φοβόμαστε εκείνον που μας βρίσκει δίκαια. Όποιος πεθαίνει άδικα, μοι­άζει στους αγίους. Γιατί οι περισσότεροι απ' αυτούς που ευαρέστησαν το Θεό, θανατώθηκαν άδικα. Και πρώτος ο Αβελ. Δεν δολοφονήθηκε γιατί έφταιξε στον Κάιν, αλλά γιατί τίμησε το Θεό. Και ο Θεός πα­ραχώρησε να γίνει αυτός ο φόνος γιατί αγαπούσε τον Αβελ ή γιατί τον μισούσε; Ολοφάνερα γιατί τον αγαπούσε και ήθελε να του προσφέρει πιο λαμπρό στε­φάνι, λόγω της άδικης σφαγής του.

Βλέπεις που δεν πρέπει να φοβάσαι μήπως πεθά­νεις άδικα, αλλά μήπως πεθάνεις φορτωμένος με αμαρτίες; Ο Αβελ πέθανε άδικα, μα ο Κάιν πέρασε την υπόλοιπη ζωή του έχοντας την κατάρα του Θεού, στενάζοντας και τρέμοντας ακατάπαυστα. Ποιός από τους δύο ήταν πιο μακάριος; Εκείνος που έπαψε να ζει μέσα στη αρετή ή αυτός που έζησε μέσα στην αμαρτία; Εκείνος που άδικα πέθανε ή αυτός που δίκαια τιμωρήθηκε;

Ας μην κλαίμε, λοιπόν, αδιάκριτα όλους όσοι πε­θαίνουν, αλλά εκείνους που πεθαίνουν έχοντας πολλές αμαρτίες. Σ' αυτούς πρέπουν τα δάκρυα και οι θρήνοι. Γιατί ποιά ελπίδα έχουν, αφού δεν είναι πια δυνατό να καθαριστούν από τις αμαρτίες τους;
Όσο βρίσκονταν στην παρούσα ζωή, υπήρχε ελπίδα να μετανοή­σουν. Εκεί που πήγαν, όμως, δεν κερδίζει κανείς τί­ποτα με τη μετάνοια. Ας τους κλαίμε, ναι, όχι όμως με τρόπο υστερικό και άπρεπο, όχι τραβώντας τα μαλ­λιά μας, ξεσκίζοντας το πρόσωπό μας, ουρλιάζοντας και τσιρίζοντας, αλλά με σεμνότητα, αφήνοντας τα δάκρυα να κυλούν ήρεμα από τα μάτια μας. Αυτό ωφελεί κι εμάς. Γιατί, πενθώντας έτσι τον νεκρό, πολύ περισσότερο θα προσπαθήσουμε να μην πέσουμε και οι ίδιοι σε παρόμοια αμαρτήματα. Με το τράβηγμα των μαλλιών και τις κραυγές ο νους σκοτίζεται, ενώ με το ήρεμο πένθος διατηρεί τη διαύγειά του και μπορεί να φιλοσοφήσει ωφέλιμα γύρω από το θάνατο.

Μ' αυτόν τον τρόπο να φιλοσοφείς όχι μόνο όταν πεθαίνει κάποιος γνωστός σου, μα κι όταν βλέπεις έναν άγνωστο νεκρό να οδηγείται με πομπή μέσ' από τους δρόμους στην τελευταία του κατοικία και να συ­νοδεύεται από τα ορφανά παιδιά του, τη χήρα γυναί­κα του, τους συγγενείς και τους φίλους του, όλους κλαμένους και συντριμμένους. Να συλλογίζεσαι τότε πως η ζωή και τα πράγματα του κόσμου τούτου δεν έχουν καμιάν αξία και καμιά διαφορά από τις σκιές και τα όνειρα.

Κοίτα, πόσα κάστρα και παλάτια βασιλιάδων, ηγε­μόνων και αρχόντων είναι σωριασμένα σε ερείπια! Σκέψου, πόση δύναμη και πόσο πλούτο είχαν κάποτε! Τώρα έχουν ξεχαστεί και τα ονόματά τους. Λέει η Γραφή: «Πολλοί άρχοντες έχασαν την εξουσία τους και κάθησαν στο χώμα· κι ένας άσημος, που κανείς δεν φανταζόταν ότι θα γίνει βασιλιάς, φόρεσε στέμμα» (Σοφ. Σειρ. 11:5).

Δεν σου φτάνουν αυτά; Συλλογίσου τότε, ποιά εί­ναι η αξία σου όταν κοιμάσαι; Μήπως δεν μπορεί κι ένα ζωύφιο να σε θανατώσει; Ναι, πολλοί πέθαναν έτσι στον ύπνο τους. Αλήθεια, από μια κλωστή κρέμεται η ζωή μας! Κόβεται η κλωστή και τελειώνουν όλα.
Έτσι να φιλοσοφείς και να μη σαγηνεύεσαι από την ομορφιά, τα πλούτη, τη δόξα, τις απολαύσεις. Ένα μόνο να σε απασχολεί: Που τελειώνουν όλα αυτά. Θαυμάζεις όσα βλέπεις εδώ στη γη; Πιο αξιο­θαύμαστα, όμως, είναι εκείνα που αναφέρονται στις άγιες Γραφές.

Δείξε μου έναν αγέρωχο άρχοντα ή έναν λαμπροντυμένο πλούσιο, όταν ψήνεται από τον πυρετό, όταν ψυχομαχεί, και τότε θα σε ρωτήσω: "Πού είναι εκεί­νος, που περνούσε από την αγορά καμαρωτός και πε­ρήφανος με ακολούθους και σωματοφύλακες; Πού εί­ναι εκείνος, που φορούσε πανάκριβα ρούχα; Πού είναι η χλιδή της ζωής του, η πολυτέλεια των συμποσίων του, οι υπηρέτες, οι παρατρεχάμενοι, τα γέλια, οι ανέ­σεις, οι σπατάλες; Όλα έφυγαν και πέταξαν. Τί απέ­γινε το σώμα, που απολάμβανε τόση ηδονή; Πλησίασε στον τάφο και κοίτα τη σκόνη, τη σαπίλα, τα σκουλήκια.

Κοίτα και στέναξε πικρά. Και μακάρι το κακό να περιοριζόταν σε τούτη τη σκόνη, που βλέπεις. Από τον τάφο και τα σκουλήκια φέρε τη σκέψη σου στο ακοίμητο σκουλήκι της άλλης ζωής, στο τρίξιμο των δοντιών, στο αιώνιο σκοτάδι, στην άσβεστη φωτιά, στις πικρές και αφόρητες εκείνες τιμωρίες, που δεν θα έχουν τέλος. Εδώ, στη γη, και τα καλά και τα κα­κά κάποτε, αργά ή γρήγορα, τελειώνουν εκεί, όμως, και τα δύο διαρκούν αιώνια. Και διαφέρουν ως προς την ποιότητα από τα καλά και τα κακά του κόσμου τούτου τόσο, που δεν είναι δυνατό να εκφράσει κανείς με λόγια.

Τί έγιναν, λοιπόν, όλα εκείνα τα μεγαλεία; Τί έγι­ναν τα χρήματα και τα κτήματα; Ποιός άνεμος φύση­ξε και τα πήρε και τα σκόρπισε; Τί θέλει, πάλι, κι αυτή η ανώφελη δαπάνη για την κηδεία, που και τον νεκρό δεν ωφελεί και τους οικείους του ζημιώνει;
Ο Χριστός αναστήθηκε γυμνός από τον τάφο. Ας μη γίνε­ται, λοιπόν, η κηδεία αφορμή ικανοποιήσεως της μα­νίας μας για επίδειξη. Ο Κύριος είπε: «Πείνασα και μου δώσατε να φάω· δίψασα και μου δώσατε να πιω· ήμουνα γυμνός και με ντύσατε» (Ματθ. 25:35-36). Όμως δεν είπε: «Ήμουνα νεκρός και με θάψατε». Γιατί, αν μας παραγγέλλει να μην έχουμε τίποτα πε­ρισσότερο από ένα σκέπασμα, όταν ζούμε, πολύ πε­ρισσότερο όταν πεθάνουμε. Ποιάν απολογία θα δώ­σουμε στο Θεό, λοιπόν, όταν ξοδεύουμε τεράστια πο­σά για να κηδέψουμε ένα νεκρό σώμα, τη στιγμή που ο Χριστός, με τη μορφή των φτωχών συνανθρώπων μας, τριγυρνάει πεινασμένος και γυμνός, κι εμείς αδιαφορούμε γι' αυτό;

Όλα όσα σας λέω, βέβαια, είναι ανώφελα για κεί­νους που έχουν ήδη πεθάνει. Ας τ' ακούσουν, όμως, οι ζωντανοί και ας συνέλθουν, ας λογικευτούν, ας διορθωθούν. Όπου νά 'ναι θα έρθει και η δική τους ώρα. Δεν θ' αργήσουν να βρεθούν κι αυτοί, δεν θ' αργήσουμε να βρεθούμε όλοι μας, μπροστά στο φοβε­ρό Κριτήριο, όπου θα δώσουμε λόγο για τις πράξεις μας. Ας αγωνιστούμε, λοιπόν, να γίνουμε καλύτεροι, εγκαταλείποντας την αμαρτία και ακολουθώντας την αρετή, για να μη χάσουμε τη βασιλεία των ουρανών, για ν' αποκτήσουμε τα άφθαρτα αγαθά, που έχει ετοι­μάσει για μας ο φιλάνθρωπος Κύριος.

Άγιος Ιωάννης ο Χρυσόστομος 
 

(Πηγή: Βιβλίο «Θέματα ζωής».

ΑΓΙΟΣ ΙΩΑΝΝΗΣ Ο ΧΡΥΣΟΣΤΟΜΟΣ: ΓΙΑΤΙ ΦΟΒΟΜΑΣΤΕ ΤΟ ΘΑΝΑΤΟ;

Γιατί φοβόμαστε το θάνατο;
Αγίου Ιωάννου Χρυσοστόμου

Για ποιο λόγο φοβόμαστε το θάνατο;  

Γιατί δεν μας έχει κυριέψει ο έρωτας της ουράνιας βασιλείας, γιατί δεν μας έχει φλογίσει ο πόθος των μελλοντικών αγαθών. Αν είχε συμβεί αυτό, όλα τα αγαθά της γης θα τα περιφρονούσαμε. Όποιος φοβάται πάντα την κόλαση, δεν θα φοβηθεί ποτέ το θάνατο. 

* * * 

Θέλετε να σας πω άλλη αιτία, για την οποία φοβόμαστε το θάνατο;  

Γιατί δεν ζούμε ενάρετη ζωή και δεν έχουμε καθαρή συνείδηση. Αλλιώς ο θάνατος δεν θα μας τρόμαζε.  

Απόδειξέ μου ότι θα κληρονομήσω τη βασιλεία των ουρανών και σφάξε με τώρα κιόλας. Θα σου χρωστάω μάλιστα και χάρη για τη σφαγή μου, αφού θα με στείλεις γρήγορα σ' εκείνα τα αγαθά.  

"Αλλά φοβάμαι να πεθάνω άδικα", ίσως θα μου πεις.  

Ώστε ήθελες να πεθάνεις δίκαια; Και ποιός είναι τόσο ταλαίπωρος, που, ενώ μπορεί να πεθάνει άδικα, προτιμάει να πεθάνει δίκαια; Αν πρέπει να φοβόμαστε θάνατο, πρέπει να φοβόμαστε εκείνον που μας βρίσκει δίκαια.  

Όποιος πεθαίνει άδικα, μοιάζει στους αγίους. Γιατί οι περισσότεροι απ' αυτούς που ευαρέστησαν το Θεό, θανατώθηκαν άδικα. Και πρώτος ο Αβελ. Δεν δολοφονήθηκε γιατί έφταιξε στον Κάιν, αλλά γιατί τίμησε το Θεό. Και ο Θεός παραχώρησε να γίνει αυτός ο φόνος γιατί αγαπούσε τον Αβελ ή γιατί τον μισούσε; Ολοφάνερα γιατί τον αγαπούσε και ήθελε να του προσφέρει πιο λαμπρό στεφάνι, λόγω της άδικης σφαγής του. 

Βλέπεις που δεν πρέπει να φοβάσαι μήπως πεθάνεις άδικα, αλλά μήπως πεθάνεις φορτωμένος με αμαρτίες; Ο Αβελ πέθανε άδικα, μα ο Κάιν πέρασε την υπόλοιπη ζωή του έχοντας την κατάρα του Θεού, στενάζοντας και τρέμοντας ακατάπαυστα. Ποιός από τους δύο ήταν πιο μακάριος; Εκείνος που έπαψε να ζει μέσα στη αρετή ή αυτός που έζησε μέσα στην αμαρτία; Εκείνος που άδικα πέθανε ή αυτός που δίκαια τιμωρήθηκε; 

Ας μην κλαίμε, λοιπόν, αδιάκριτα όλους όσοι πεθαίνουν, αλλά εκείνους που πεθαίνουν έχοντας πολλές αμαρτίες. Σ' αυτούς πρέπουν τα δάκρυα και οι θρήνοι.  

Γιατί ποιά ελπίδα έχουν, αφού δεν είναι πια δυνατό να καθαριστούν από τις αμαρτίες τους; Όσο βρίσκονταν στην παρούσα ζωή, υπήρχε ελπίδα να μετανοήσουν. Εκεί που πήγαν, όμως, δεν κερδίζει κανείς τίποτα με τη μετάνοια.  

* * *

Κι εσύ πάλι, η γυναίκα, που έχασες τον άντρα σου, γιατί κλαις; Μήπως επειδή έχασες τον προστάτη σου κι έμεινες έρημη στον κόσμο; Ποτέ μην πεις κάτι τέτοιο. Γιατί δεν έχασες το Θεό, που είναι ο πραγματικός προστάτης όλων μας. Αφού έχεις βοηθό το Θεό, δεν έχεις ανάγκη από κανέναν άλλο. Μήπως, και όταν ζούσε ο άντρας σου, ο Θεός δεν ήταν που σας τα έδινε όλα; Αυτό να σκέφτεσαι και να λες, όπως ο Δαβίδ: «Ο Κύριος είναι το φως μου και ο σωτήρας μου, ποιόν θα φοβηθώ; Ο Κύριος είναι ο υπερασπιστής της ζωής μου, τί θα με κάνει να δειλιάσω;» (Ψαλμ. 26:1). Τώρα πια Αυτός, «ο πατέρας των ορφανών και συμπαραστάτης των χηρών» (Ψαλμ. 67:6), θα φροντίζει για σένα περισσότερο απ' όσο φρόντιζε πριν. Βλέπεις, λοιπόν, ένα συγγενή σου να φεύγει απ' αυτόν τον κόσμο; Μην τρομάζεις, μη θρηνείς, μη συντρίβεσαι. Συγκεντρώσου στον εαυτό σου, εξέτασε τη συνείδησή σου και σκέψου ότι σε λίγο καιρό σε περιμένει κι εσένα το ίδιο τέλος.

* * *

Όποιος έχει πραγματικά φιλοσοφημένη σκέψη και κατευθύνεται από την ελπίδα των μελλοντικών αγαθών, ούτε και το θάνατο θα θεωρήσει σαν θάνατο. Ο δίκαιος, δηλαδή, που βαδίζει στο δρόμο του Θεού και καθημερινά περιμένει να μπει στη βασιλεία Του, δεν ταράζεται, δεν αναστατώνεται, δεν στενοχωριέται, όταν έρχεται αντιμέτωπος με το θάνατο, όταν λ.χ. αντικρύσει νεκρό κάποιον συγγενή ή φίλο του. Γιατί γνωρίζει ότι ο θάνατος, γι' αυτούς που έζησαν ενάρετα στη γη, δεν είναι παρά μετάθεση σε μια καλύτερη ζωή, ταξίδι για έναν καλύτερο τόπο, δρόμος που οδηγεί στα στεφάνια.

Γι' αυτό μπροστά στις πόλεις και στα χωριά υπάρχουν τα κοιμητήρια και οι τάφοι, για να μας θυμίζουν συνέχεια την ανθρώπινη θνητότητα. Έτσι, καθώς μπαίνουμε σε μια μεγάλη και πλούσια πόλη ή σ' ένα ωραίο και γραφικό χωριό, πριν δούμε τις ομορφιές και τα αξιοθέατά τους, βλέπουμε το τέλος και την κατάληξη κάθε ομορφιάς, κάθε πλούτου, κάθε δόξας.

* * *

Όλα όσα σας λέω, βέβαια, είναι ανώφελα για κείνους που έχουν ήδη πεθάνει. Ας τ' ακούσουν, όμως, οι ζωντανοί και ας συνέλθουν, ας λογικευτούν, ας διορθωθούν. Όπου νά 'ναι θα έρθει και η δική τους ώρα. Δεν θ' αργήσουν να βρεθούν κι αυτοί, δεν θ' αργήσουμε να βρεθούμε όλοι μας, μπροστά στο φοβερό Κριτήριο, όπου θα δώσουμε λόγο για τις πράξεις μας. Ας αγωνιστούμε, λοιπόν, να γίνουμε καλύτεροι, εγκαταλείποντας την αμαρτία και ακολουθώντας την αρετή, για να μη χάσουμε τη βασιλεία των ουρανών, αλλά ν' αποκτήσουμε τα άφθαρτα αγαθά, που έχει ετοιμάσει για μας ο φιλάνθρωπος Κύριος.

 (Πηγή: Βιβλίο «Θέματα ζωής».
Κείμενα του Αγίου Ιωάννου του Χρυσόστομου.)
  

Ανθολόγιο Χριστιανικών μηνυμάτων