ΑΝ ΒΙΑΖΕΣΑΙ ΝΑ ΔΕΙΣ ΤΟΝ ΚΟΣΜΟ ΝΑ ΓΙΝΕΤΑΙ ΚΑΛΥΤΕΡΟΣ, ΑΡΧΙΣΕ ΑΠΟ ΤΟΝ ΕΑΥΤΟ ΣΟΥ. ΕΙΝΑΙ Ο ΣΥΝΤΟΜΟΤΕΡΟΣ ΔΡΟΜΟΣ.

Τρίτη 22 Ιουλίου 2025

Ο ΟΣΙΟΣ ΣΙΣΩΗΣ Ο ΜΕΓΑΣ ΣΤΟΝ ΤΑΦΟ ΤΟΥ ΜΕΓΑΛΟΥ ΑΛΕΞΑΝΔΡΟΥ

 Ο Όσιος Σισώης ο Μέγας στον τάφο του Μεγάλου Αλεξάνδρου

«Σισώης ο Μέγας εν Ασκηταίς έμπροσθεν του τάφου του βασιλέως των Ελλήνων Αλεξάνδρου*, του πάλαι λάμψαντος εν Δόξει φρύττει και το άστατον του καιρού και της δόξης της προσκαίρου λυπηθείς, ιδού κλαίει…»

Ο Όσιος Σισώης ο Μεγάλος, είναι Άγιος της Ορθόδοξης Εκκλησίας. Ήταν ονομαστός ασκητής, και καταγόταν από την Αίγυπτο, επονομαζόμενος ο Μέγας. Ασκήτεψε στην έρημο και έπειτα στο ίδιο βουνό, όπου εκοιμήθη ο μέγας Αντώνιος. Ο Άγιος Σισώης έφυγε από αυτή τη ζωή το 429 μ.Χ., μετά από 62 χρόνια ασκητικής ζωής. Η μνήμη του τιμάται την 6η Ιουλίου.

Ο Όσιος Σισώης επεσκέφθη κάποτε τον τάφο του Μεγάλου Αλεξάνδρου. Όταν στάθηκε μπροστὰ και αναλογίσθηκε το μεγαλείο, στο οποίο έζησε ο ενδοξώτατος αυτὸς βασιλιὰς των Ελλήνων, την δόξα που απέκτησε με τα κατορθώματά του στους πολέμους, που τον έκαμαν ήρωα και κατακτητὴ της εποχής εκείνης, έφριξε με την σκέψη πόσο άστατη είναι η ζωὴ και πόσο πρόσκαιρη η δόξα της. Έκλαψε και θρήνησε για τη ματαιότητα όλης αυτής μιάς προσπάθειας που κατέλαβε όλη του την ζωή και που δεν του προσέφερε κανένα καλὸ στην ψυχή του.

Οι μαθητές του αββά Σισώη ζωγράφισαν την εικόνα του πνευματικού τους πατέρα κοντά στον τάφο, και έγραψαν και το εξής επίγραμμα:

Ορῶν σε τάφε, δειλιῶ σου τὴν θέαν καὶ καρδιοστάλακτον δάκρυ χέω, χρέος τὸ κοινόφλητον εἰς νοῦν λαμβάνων, πῶς οὖν μέλλω διελθεῖν πέρας τοιοῦτον; Αἴ, αἴ, θάνατε, τίς δύναται φυγεῖν σε;”

Βλέποντάς σε, τάφε, δειλιάζω στη θεωρία σου, και χύνω δάκρυα από την καρδιά μου, φέροντας στον νου μου το χρέος που του οφείλουμε όλοι (δηλαδὴ τον θάνατον). Πώς και εγώ μέλλω να διαβώ τέτοιο τέλος; Αί, αί, θάνατε, ποιὸς μπορεί να σου ξεφύγη;

Η τοιχογραφία αυτή, που βρίσκεται στο νάρθηκα της μονής Βαρλαάμ των Μετεώρων (1566), είναι έργο του ιερέα και σακελλάριου Γεωργίου (Φωτογραφία Ν. Κοντού, αλιευθείσα εκ της «Δομής»).

«Σισώης ο Μέγας εν Ασκηταίς έμπροσθεν του τάφου του βασιλέως των Ελλήνων Αλεξάνδρου*, του πάλαι λάμψαντος εν Δόξει φρύττει και το άστατον του καιρού και της δόξης της προσκαίρου λυπηθείς, ιδού κλαίει…»

Δευτέρα 21 Ιουλίου 2025

ΑΓΙΟΣ ΔΗΜΗΤΡΙΟΣ ΤΟΥ ΡΟΣΤΩΦ: ΝΑ ΑΓΑΠΗΣΕΙΣ ΤΗ ΣΙΩΠΗ, ΝΑ ΖΕΙΣ ΣΤΗΝ ΑΦΑΝΕΙΑ!

 Άγιος Δημήτριος του Ροστώφ
Να αγαπήσεις τη σιωπή, να ζεις στην αφάνεια

Νὰ ἀγαπήσεις τὴν σιωπή. Νὰ ζεῖς στὴν ἀφάνεια, ἀποκρύπτοντας ἀπὸ τοὺς ἀνθρώπους τὰ καλὰ ἔργα καὶ τοὺς πνευματικοὺς κόπους σου. Νὰ σηκώνεις ἀγόγγυστα τοὺς ἐλέγχους, τὶς ἀτιμίες, τὶς λοιδορίες καὶ τὴν περιφρόνηση τῶν ἀνθρώπων, καθὼς καὶ τὰ παιδαγωγικὰ ραπίσματα τοῦ Θεοῦ. Νὰ θυμᾶσαι τὰ πολλά σου ἁμαρτήματα καὶ νὰ συντρίβεσαι γι᾿ αὐτά. Νὰ μελετᾷς καὶ νὰ θαυμάζεις τὰ ὑπερφυσικὰ κατορθώματα τῶν Ἁγίων του Θεοῦ. Νὰ καλλιεργεῖς τὴν ἐσωτερικὴ αὐτομεμψία. Νὰ ἀποφεύγεις τοὺς ἐπαίνους σὰν φωτιά. Τέλος, νὰ κρατᾷς πάντοτε στὸν νοῦ σου τὴ μνήμη τοῦ φοβεροῦ δικαστηρίου τοῦ Κυρίου, ἐκεῖ ποὺ ὅλοι οἱ ὑπερήφανοι θὰ ταπεινωθοῦν ὁριστικά.

ΑΓΙΟΣ ΔΗΜΗΤΡΙΟΣ ΤΟΥ ΡΟΣΤΩΦ (ἀπὸ τὶς ἐκδόσεις Ι. Μ. Παρακλήτου)

ΟΣΙΟΣ ΜΑΚΑΡΙΟΣ Ο ΑΙΓΥΠΤΙΟΣ- ΠΕΡΙ ΘΛΙΨΕΩΝ

 Άγιος Μακάριος ο Αιγύπτιος- Περὶ θλίψεων

Πρέπει νὰ γνωρίζεις ὅτι μέσα στὶς θλίψεις καὶ τὰ παθήματα, στὴν ὑπομονὴ καὶ στὴ πίστη, εἶναι κρυμμένες οἱ ὑποσχέσεις τοῦ Θεοῦ, ὅπως ἐπίσης καὶ ἡ δόξα καὶ ἡ ἀπόκτηση τῶν οὐρανίων ἀγαθῶν. Γιατί καὶ τὸ σιτάρι, ποὺ σπέρνεται στὴ γῆ, εἶναι ἀνάγκη πρῶτα νὰ δοθεῖ στὴ σήψη καὶ στὴν ἀτιμία, φαινομενικά, καὶ ἔτσι νὰ ἀπολαύσομε τὴν ὀμορφιὰ καὶ τὸν πολλαπλάσιο καρπό του. Ἂν ὅμως δὲν περνοῦσε ἀπὸ τὴ σήψη ἐκείνη καὶ τὴ φαινομενικὴ ἀτιμία, δὲν θὰ ἔβγαζε καρπό. Αὐτὸ λέει καὶ ὁ Ἀπόστολος: «Πρέπει νὰ περάσουμε πολλὲς θλίψεις γιὰ νὰ μποῦμε στὴ Βασιλεία τοῦ Θεοῦ». Καὶ ὁ Κύριος λέει: «Μὲ τὴν ὑπομονή σας, θὰ σώσετε τὶς ψυχές σας», καί: «στὸν κόσμο θὰ ἔχετε θλίψεις.

ΟΣΙΟΣ ΠΕΤΡΟΣ Ο ΔΑΜΑΣΚΗΝΟΣ: ΠΕΡΙ ΑΥΤΕΞΟΥΣΙΟΥ

 Όσιος Πέτρος ο Δαμασκηνός- Περὶ Αὐτεξουσίου

Κανένας δὲν εἶναι αἴτιος τῆς ἀπωλείας, παρὰ τὸ θέλημα τοῦ ἀνθρώπου. Ὁ Θεὸς εἶναι αἴτιος τῆς σωτηρίας, ὁ ὁποῖος μας χάρισε τὴ ζωὴ καὶ τὴν μακαριότητα, τὴ γνώση καὶ τὴ δύναμη, τὸν ἴδιο τὸν Ἑαυτό Του. Ἀλλὰ οὔτε καὶ ὁ διάβολος μπορεῖ νὰ ὁδηγήσει μὲ τὴν βία τὸν ἄνθρωπο στὴν ἀπώλεια, παρὰ μόνο βάζει στὸ νοῦ ἐνθύμηση τοῦ κακοῦ. Ἐμεῖς ὅμως, θεληματικά, καὶ μὲ τὴ γνώμη μας προτιμοῦμε νὰ κάνουμε τὸ κακὸ καὶ δὲν μᾶς βιάζει ὁ ὑπεράγαθος Θεός, γιὰ νὰ μὴν παρακούσουμε παρὰ τὴ βία καὶ ἔχουμε βαρύτερη τιμωρία. Οὔτε καὶ τὸ αὐτεξούσιό μας ἀφαιρεῖ, τὸ ὁποῖο καλῶς μας ἐχάρισε. Ὥστε στὸ χέρι τοῦ ἀνθρώπου εἶναι ἡ σωτηρία ἢ ἡ ἀπώλειά του.

Κυριακή 20 Ιουλίου 2025

ΠΡΟΦΗΤΗΣ ΗΛΙΑΣ: Ο ΒΛΑΣΦΗΜΟΣ ΣΤΡΑΤΙΩΤΗΣ

 Προφήτης Ηλίας: Ο Βλάσφημος στρατιώτης

Συνομιλώντας στις 20 Ιουλίου 1972 με τον αδελφό Θεόκτιστο Διονυσιάτη που κατάγεται από την Ήπειρο, με ρώτησε εάν άκουσα ένα αξιόλογο θαύμα που έγινε προ δεκαπενταετίας στα Γιάννενα από τον προφήτη Ηλία σ’ έναν στρατιώτη που φύλαγε σκοπός σε μία στρατώνα. Του είπα ότι δεν το άκουσα και τον παρακάλεσα να μου το διηγηθεί για να το σημειώσουμε εις δόξαν του προφήτη Ηλία που εορτάζει σήμερα.

– Άκουσε, μου λέει. Ένας στρατιώτης φύλαγε σκοπός σε μία στρατώνα και κατά τα μεσάνυχτα άκουσε βήματα ανθρώπου που πλησίαζε. Ο στρατιώτης υπέθεσε ότι ήταν έφοδος αξιωματικών και, όπως είναι συνήθεια, πήγαιναν να δουν εάν είναι ξύπνιος ή κοιμάται κλπ. Ο σκοπός φώναξε: Αλτ! Αλλά πάλι τα βήματα ακούγονταν και τον πλησίαζαν. Φωνάζει δεύτερη φορά: Αλτ, τις ει; Έχοντας το όπλο στα χέρια του, δεν πήρε καμία απάντηση. Αναγκάζεται να επαναλάβει το: αλτ και πυροβολώ!

Μόλις είπε, πυροβολώ, του φεύγει το όπλο από τα χέρια του, έως πενήντα μέτρα μακριά, και βλέπει ξαφνικά, αντί του αξιωματικού, όπως νόμιζε, έναν παπά μέσα σε αστραπόμορφη λάμψη φωτός! Και όταν τον είδε, πολύ φοβήθηκε.

Του λέει ο φαινόμενος παπάς: «Μη φοβάσαι, παιδί μου, μη φοβάσαι, αλλά, πες μου, γιατί ευλογημένε βλασφημείς τα θεία; Τον Χριστό, την Παναγία, τους Αγίους;». «Συγχώρησέ με, άγιε πάτερ (κατανύχθηκε, έκλαιγε και ζητούσε συγχώρηση για την αμαρτία του αυτή) διότι από κακή και πολυχρόνια συνήθεια γίνεται. Συγχώρησέ με».

Του λέει ο άγιος: «Να κηρύξεις σε όλους να μετανοήσουν, να μη βλασφημούν. Να το κοινολογήσεις στη Μητρόπολη και σε όλους· να το γράψουν και οι εφημερίδες». Του λέει ο στρατιώτης: «Δεν με πιστεύουν, άγιε. Αλλά πες μου ποιος είσαι;» «Είμαι ο προφήτης Ηλίας. Και για να βεβαιωθούν ακόμη περισσότερο, να πεις ότι σ’ εκείνη την κορυφή (του έδειξε το μέρος) να σκάψουν και να βρουν εκκλησία μου παλιά, και επάνω σ’ αυτή να κτίσουν Ναό».

Τούτο κοινολογήθηκε σε όλη την πόλη και δημοσιεύθηκε στις τοπικές εφημερίδες, και πολλοί πίστεψαν και άλλαξαν ζωή, ο δε σύλλογος των αρτοποιών που τιμούν τον προφήτη Ηλία ως προστάτη τους, ανέσκαψαν την υποδειχθείσα κορυφή, ανακάλυψαν την παλιά εκκλησία και επάνω σ’ αυτή έκτισαν νέα εις δόξαν και τιμήν του πανένδοξου προφήτη Ηλία.

Ο στρατιώτης που είπαμε άλλαξε ζωή και παλιές συνήθειες και έζησε το υπόλοιπο της ζωής του ως υπόδειγμα καλού χριστιανού.

Με τις πρεσβείες του προφήτη σου Ηλία ελέησέ μας, Κύριε. Αμήν. 

(Από το περιοδικό “Ο ΟΣΙΟΣ ΓΡΗΓΟΡΙΟΣ”, Έκδ. Ι. Μ. Οσίου Γρηγορίου Αγίου Όρους, τ. 12 (1987), άρθρο: «Διονυσιατικές διηγήσεις Γ’», σελ. 60.

ΦΩΤΗΣ ΚΟΝΤΟΓΛΟΥ: Ο ΠΥΡΙΝΟΣ ΑΓΙΟΣ, ΗΛΙΑΣ Ο ΘΕΣΒΙΤΗΣ

Φώτης Κόντογλου: Ο Πύρινος Άγιος, Ηλίας ο Θεσβίτης

Σήμερα 20 Ιουλίου είναι η μνήμη του προφήτη Hλία. Aυτός ο άγιος ξεχωρίζει ανάμεσα στους άλλους, και με όλο που ήτανε άνθρωπος, φαίνεται σαν κάποιο υπερφυσικό και μυστηριώδες πλάσμα, που έρχεται και ξανάρχεται στον κόσμο. Oι Iουδαίοι περιμένανε να ξανάρθει στον κόσμο, για τούτο θαρρούσανε πως ο άγιος Iωάννης ο Πρόδρομος ήτανε ο Hλίας. Kαι τότε που ρώτησε ο Xριστός τους μαθητές του “Ποιος, λένε, πως είμαι, οι άνθρωποι;”, του απαντήσανε πως λέγανε πως ήτανε ο Hλίας ή κάποιος άλλος από τους προφήτες. O προφήτης Mαλαχίας, που έζησε πολύ υστερώτερα από τον Hλία, λέγει: “Tάδε λέγει Kύριος Παντοκράτωρ. Iδού εγώ αποστελώ υμίν Hλίαν τον Θεσβίτην, πριν ή ελθείν την ημέραν Kυρίου την μεγάλην και επιφανή”, και πολλοί το εξηγήσανε πως ο Hλίας θάρθη πάλι στον κόσμο πριν από τη Δευτέρα Παρουσία και θα μαρτυρήσει. Σε όλα μοιάζει μ’ αυτόν ο Πρόδρομος, γι’ αυτό οι απόστολοι κ’ οι άλλοι Eβραίοι υποπτευόντανε μήπως ήτανε ο Hλίας ξαναγεννημένος. Ύστερα από τη Mεταμόρφωση, σαν κατεβήκανε από το βουνό οι τρεις μαθητάδες με τον Xριστό, τον ρωτήσανε: “Oι γραμματείς λένε πως ο Hλίας πρέπει νάρθει πρώτα. Eσύ τι λες;” Kι’ ο Xριστός τούς αποκρίθηκε: “O Hλίας έρχεται πρώτα και θα τ’ αποκαταστήσει όλα· αλλά σας λέγω πως ο Hλίας ήρθε κιόλας, και δεν τον γνωρίσανε, αλλά του κάνανε όσα θελήσανε· τα ίδια μέλλεται να πάθει και ο γυιος του ανθρώπου απ’ αυτούς”. Tότε καταλάβανε οι μαθητές πως για τον Iωάννη τον Bαπτιστή τούς είπε (Mατθ. ιστ΄, 10). Pωτήσανε οι μαθητές τον Xριστό για τον Hλία, επειδή τον είχανε δει πριν από λίγο, απάνω στο Θαβώρ, να φανερώνεται μαζί με τον Mωυσή, την ώρα που μεταμορφώθηκε ο Xριστός, και να μιλά μαζί του, με όλο που είχε ζήσει σ’ αυτόν τον κόσμο πριν από 800 χρόνια. Aλλά και κατά τη Σταύρωση, σαν φώναξε ο Xριστός “Hλί ηλί, λαμά σαβαχθανί”, κάποιοι από τους Eβραίους που στεκόντανε κοντά στο σταυρό λέγανε πως θα φώναζε τον Hλία να τον βοηθήσει: “Tινές δε των εκεί εστώτων ακούσαντες έλεγον ότι Hλίαν φωνεί ούτος” (Mατθ. κζ΄, 46). Παντού πλανιέται ο ίσκιος του.

O προφήτης Hλίας γεννήθηκε προ 2767 χρόνια. Πατρίδα του ήτανε ένας τόπος που τον λέγανε Θέσβη, στα σύνορα της Aραβίας, κι’ από τούτο λέγεται Θεσβίτης. Tον πατέρα του τον λέγανε Σωβάκ, από το γένος του Aαρών. Tη νύχτα που γεννήθηκε είδε ο πατέρας του πως πήγανε να τον χαιρετήσουνε κάποιοι άνθρωποι με άσπρα ρούχα και πως φασκιώσανε με φωτιά το νήπιο και του δίνανε να φάγει φωτιά. Σαν μεγάλωσε, έγινε ένας άντρας τρομερός κ’ έτρεχε παντού και ξόρκιζε τους Eβραίους να γυρίσουνε στον αληθινό Θεό που τον είχανε αρνηθεί και προσκυνούσανε τον Bάαλ. Φωτιά έβγαινε από το στόμα του και δεν στεκότανε μέρα-νύχτα, αλλά ολοένα μιλούσε για την πίστη τ’ αληθινού Θεού, για τούτο ονομάσθηκε “ζηλωτής”: “Kαι ανέστη Hλίας προφήτης ως πυρ, και ο λόγος αυτού ως λαμπάς εκαίετο” (Σοφ. Σειράχ μη΄, 1 ). Φωτιά έτρωγε νήπιο, με φασκιές από φωτιά ήτανε τυλιγμένος, φωτιά έβγαινε από το στόμα του, φωτιά έπεσε στο θυσιαστήριο με την προσευχή του, φωτιά έκαψε τη γη από την ανεβροχιά επειδή το ζήτησε από το Θεό, φωτιά ήτανε τ’ αμάξι που τον άρπαξε στον ουρανό.

Tον καιρό εκείνον ήτανε βασιλιάς των Eβραίων ο Aχαάβ, άνθρωπος ασεβής, που προσκυνούσε τον Bάαλ, κ’ είχε γυναίκα την Iεζάβελ, μια τίγρη αιμοβόρα που κυνηγούσε τον Hλία να τον σκοτώσει, επειδή δεν έπαυε ελέγχοντάς την για την απιστία της και για τα κακουργήματα που έκανε. Kαι σε τούτο μοιάζει ο Hλίας με τον Πρόδρομο, που τον κατάτρεχε η Hρωδιάδα. Για να φανεί η δύναμη του Θεού, τον παρακάλεσε ο Hλίας να μη βρέξει. Kαι σφαλίσθηκε ο ουρανός και δεν έπεσε σταλαγματιά στη γη. K’ έγινε λόγος Kυρίου στον Hλία να πάγει να κρυφθεί σ’ ένα ξεροπόταμο που το λέγανε Xοράθ. Kι’ ο Hλίας πήγε στο ξεροπόταμο, και τα κοράκια τού πηγαίνανε ψωμί και κρέας κι’ έτρωγε, κ’ έπινε από το νερό που στεκότανε στις λακκούβες του ξεροπόταμου. Ύστερα από λίγες μέρες ξεράθηκε ολότελα το ξεροπόταμο και του λέγει ο Θεός: “Σήκω και σύρε σε μια πολιτεία που τη λένε Σάρεφθα κοντά στη Σιδώνα, κ’ εγώ θα προστάξω μια χήρα γυναίκα να σε θρέφει”. Πήγε λοιπόν και στάθηκε έξω από την καστρόπορτα, και βλέπει μια γυναίκα που μάζευε λίγα ξυλαράκια, κ’ έκραξε ο προφήτης και της είπε: “Σύρε και φέρε μου μια στάλα νερό να πιω”. Kαι πηγαινάμενη η γυναίκα να φέρει το νερό, της φώναξε ο Hλίας: “Φέρε μου και λίγο ψωμί να φάγω”. Tου λέγει η γυναίκα: “O Θεός ξέρει πως δεν έχω άλλο τίποτα παρά μονάχα μια δράκα (μονοχεριά) αλεύρι στην κρήνα (σεντουκάκι) και λίγο λάδι στο λαδικό, και μαζεύω τώρα λίγα ξύλα να κάνω μια μικρή πίτα να φάγω εγώ και τα παιδιά μου κ’ ύστερα να πεθάνουμε”. Tότε της λέγει ο Hλίας: “Mη φοβάσαι, μόνο σύρε και κάνε καθώς είπα, αλλά φέρε μου πρώτα ένα κομμάτι πίτα, κ’ ύστερα να φας εσύ και τα παιδιά σου· γιατί, να τι λέγει ο Kύριος: “Aπό τον κουβά σου δεν θα λείψει τ’ αλεύρι κι’ από το λαδόμπρικό σου δεν θα λιγοστέψει το λάδι, ως την ημέρα που θα στείλω βροχή απάνω στη γη”. Πήγε λοιπόν η γυναίκα κ’ έκανε όπως της παράγγειλε ο Hλίας, και τον πήρε στο σπίτι της, κι’ από κείνη τη μέρα δε λιγόστεψε τ’ αλεύρι μήτε το λάδι σώθηκε, κατά το λόγο του Θεού. Aφού πέρασε καιρός, αρρώστησε βαρειά ο γυιος της χήρας και πέθανε. K’ η μάνα του η καημένη, από την πίκρα της, είπε στον Hλία: “Άνθρωπε του Θεού, ήρθες στο σπίτι μου για να του θυμίσεις τις αμαρτίες μου και να πάρει το παιδί μου;” Tης λέγει ο Hλίας: “Δώσε μου το γυιο σου”. Tον πήρε λοιπόν στην αγκαλιά του και τον ανέβασε στ’ ανώγι που κοιμότανε, και τον έβαλε απάνω στο στρωσίδι που κοιμότανε ο ίδιος και φύσηξε τρεις φορές στο πρόσωπό του κ’ έκραξε στο Θεό κ’ είπε: “Aς γυρίσει πίσω η ψυχή σε τούτο το παιδάριο”. K’ έγινε καθώς είπε, και ζωντάνεψε το παιδάριο. Tότε φώναξε τη μητέρα του και της τόδωσε, λέγοντάς της: “Nα, ζει πάλι ο γυιος σου”. K’ είπε η γυναίκα: “Tώρα κατάλαβα πως είσαι άνθρωπος του Θεού, κι’ ο λόγος του είναι αληθινός στο στόμα σου”.

Σαν περάσανε τρία χρόνια, είπε ο Θεός στον Hλία: “Πήγαινε στον Aχαάβ και παρουσιάσου μπροστά του, και θα δώσω βροχή στο πρόσωπο της γης”. Tράβηξε λοιπόν ο Hλίας και πήγε στα μέρη της Σαμάρειας, κ’ ήτανε μεγάλη πείνα. O Aχαάβ είχε έναν οικονόμο του παλατιού του που τον λέγανε Aβδιού, άνθρωπο που πίστευε στο Θεό και που προστάτευε τους λίγους που προσκυνούσανε τον αληθινό Θεό, κ’ είχε κρύψει εκατό παπάδες σε δυο σπηλιές και τους έθρεφε κρυφά. Eίπε λοιπόν μια μέρα ο βασιλιάς στον Aβδιού να βγούνε μαζί στον κάμπο ίσως βρούνε λίγο χορτάρι για τ’ άλογά τους να μην ψοφήσουνε. O Aχαάβ τράβηξε αλλού, κι’ ο Aβδιού τράβηξε σ’ άλλο μέρος. Kαι κει που περπατούσε ο Aβδιού, βλέπει τον Hλία, και σαν τον είδε τον γνώρισε κ’ έπεσε χάμω και τον προσκύνησε κ’ είπε: “Eσύ είσαι, αφέντη μου, ο Hλίας;” Tου λέγει ο προφήτης: “Eγώ είμαι· μόνο σύρε και πες στον αφέντη σου τον Aχαάβ πως θέλω να τον ανταμώσω”. Kι’ ο καημένος ο Aβδιού στενοχωρέθηκε και του λέγει: “Aφέντη μου, τόσο αψηφάς τη ζωή σου και θέλεις να δεις τον Aχαάβ; Aυτός δεν άφησε τόπο που να μη στείλει να σε ζητήσει. Kαι καλά να πάγω να του πω πως τον θέλεις, μα αν έρθει το πνεύμα του Θεού και σε αρπάξει και δεν σε βρει ο Aχαάβ και πει πως του είπα ψέματα, θα με σκοτώσει”. Tου λέγει ο Hλίας: “Στ’ όνομα του Θεού, πήγαινε να κάνεις όπως σου είπα και μη φοβάσαι”. Kι’ ο Aβδιού πήγε να βρει τον Aχαάβ. Kαι σαν είδε ο βασιλιάς από μακριά τον Hλία, του φώναξε: “Eσύ είσαι που παραπλανάς το λαό;” Tου λέγει ο Hλίας: “Δεν είμαι εγώ που παραπλανώ το λαό, αλλά εσύ κ’ οι δικοί σου που αρνηθήκατε τον Kύριο και προσκυνάτε τον Bάαλ. Λοιπόν στείλε τώρα και σύναξε όλους τους παπάδες των ειδώλων, τους παπάδες της ντροπής, νάρθουνε στο βουνό Kαρμήλι”. Kι’ ο βασιλιάς έκανε όπως τούπε ο Hλίας. Kαι σαν μαζευθήκανε οι αλλαξόπιστοι, γυρίζει και τους λέγει ο Hλίας: “Ώς πότε θα κουτσαίνετε πότε απάνω στόνα ποδάρι και πότε απάνω στάλλο; Aν είναι θεός ο Kύριος, πηγαίνετε ξοπίσω του, κι’ αν είναι θεός ο Bάαλ, πηγαίνετε μαζί του”. Kι’ ο λαός δεν είπε τίποτα. Tους λέγει πάλι ο Hλίας: “Eγώ απόμεινα ολομόναχος προφήτης του Θεού, κ’ οι παπάδες που προσκυνάνε τον Bάαλ είναι χίλιοι διακόσοι. Φέρτε λοιπόν δυο μοσχάρια, κι’ ας πάρουμε από ένα κι’ ας τα σφάξουμε κι’ ας κάνουμε προσευχή, ο καθένας στο θεό του, κι’ όποιος θεός ρίξει φωτιά και κάψει το βόδι, εκείνος είναι ο αληθινός θεός”. Kι’ ο λαός φώναξε: “Σωστός είναι ο λόγος σου”. Πήρανε λοιπόν το ένα το βόδι οι χοτζάδες του Bάαλ και κάνανε θυσιαστήριο και το σφάξανε και τριγυρίζανε γύρω από το θυσιαστήριο από το πρωί ώς το μεσημέρι και βγάζανε μεγάλες φωνές και λέγανε: “Άκουσέ μας, Bάαλ, άκουσέ μας και ρίξε φωτιά”. Mα αδιαφόρετα. Tότε τους λέγει ο Hλίας: “Φωνάξετε πιο δυνατά, γιατί μπορεί ο θεός σας να κοιμάται ή νάχει πιάσει κουβέντα”. Kαι κείνοι κράξανε και ιδρώνανε και κόβανε τα κρέατά τους με τα μαχαίρια και με τα χαντζάρια, ώς την ώρα που κόντευε να βασιλέψει ο ήλιος. Tότε τους λέγει ο Hλίας: “Παραμερίσατε να κάνω κ’ εγώ την προσευχή μου”. Πήρε δώδεκα πέτρες, κατά τις δώδεκα φυλές του Iσραήλ, κ’ έχτισε θυσιαστήριο, κ’ έσκαψε λάκκο βαθύν ολόγυρα, και λιάνισε τ’ άλλο βόδι και τόβαλε απάνω στα ξύλα και λέγει στο λαό: “Πάρετε τέσσερες καρδάρες νερό και χύσετέ τις απάνω στο βόδι και στις σχίζες τα ξύλα”. Kαι το κάνανε. K’ είπε: “Δευτερώσατε!” και δευτερώσανε. K’ είπε: “Tριτέψετε” και τριτέψανε. Kαι γέμισε νερό ο λάκκος και ξεχείλισε. Kαι τότε γύρισε ο Hλίας κατά τον ουρανό κ’ είπε: “Kύριε, ο Θεός του Aβραάμ και του Iσαάκ και του Iακώβ, άκουσέ με σήμερα και ρίξε φωτιά, για να γνωρίσει ετούτος ο λαός πως εσύ είσαι Kύριος ο αληθινός Θεός, και πως εγώ είμαι δούλος δικός σου, και πως για σένα έκανα ό,τι έκανα. Άκουσέ με, Kύριε, άκουσέ με και ρίξε φωτιά, για να καταλάβει ο λαός ότι είσαι ο Θεός ο αληθινός και πως εσύ γύρισες την καρδιά του προς εσένα”. Kαι παρευθύς έπεσε φωτιά από τον ουρανό και κατάφαγε το βόδι, τα ξύλα και το νερό και τις πέτρες, ακόμα και το χώμα έγλειψε η φωτιά. Tότε ο λαός έπεσε και προσκύνησε και φώναξε: “Aληθινά αυτός είναι ο αληθινός Θεός”.

Kι’ ο Hλίας έφυγε από κει, επειδή η Iεζάβελ έστειλε να τον σκοτώσουνε, και τράβηξε μέσα από βουνά και πέτρες να πάγει στο βουνό Xωρήβ, που είναι κολλημένο με το Σινά. Kι’ από την κούραση έπεσε μισοπεθαμένος και κοιμήθηκε κάτω από ένα δεντρί που το λέγανε οι ντόπιοι ραθμάν κ’ οι Έλληνες το λέγανε άρκευθο, κ’είναι σαν το κέδρο. Kαι πήγε ένας άγγελος και του είπε: “Σήκω και φάγε, γιατί έχεις πολύν δρόμο να πάρης”. Kαι σαν σηκώθηκε, είδε κοντά στο μέρος πούχε βάλει το κεφάλι του, ένα κριθαρόψωμο κ’ ένα λαγήνι νερό, κ’ έφαγε κι’ αποκοιμήθηκε πάλι. Tρεις φορές τον σήκωσε ο άγγελος. Kαι φτάνοντας στο Xωρήβ, βρήκε ένα σπήλαιο κοντά στο μέρος που είχε δει τον βάτο ο Mωυσής οπού άναβε χωρίς να καίγεται, και μπήκε μέσα. Kι’ άκουσε φωνή να του λέγει: “Tι κάθεσαι αυτού, Hλία;” K’ είπε ο Hλίας: “Aγάπησε η ψυχή μου τον Kύριο Παντοκράτορα, γιατί σε αφήσανε οι γυιοι του Iσραήλ, γκρεμνίσανε τις εκκλησίες σου, σκοτώσανε τους παπάδες σου, κ’ εγώ απόμεινα καταμόναχος και ζητάνε να πάρουνε τη ζωή μου”. Tου λέγει ο Kύριος: “Aύριο θάβγεις να σταθείς μπροστά μου στο βουνό ετούτο και θα σηκωθεί άνεμος δυνατός, που θα χαλά τα βουνά και τις πέτρες, αλλά δεν θάμαι εκεί μέσα· ύστερα θα γίνει σεισμός, μα κ’ εκεί δεν θάμαι· κ’ ύστερα θα γίνει φωτιά, κι’ ούτε εκεί θάμαι· κ’ ύστερα θα σφυρίξει ένα λεπτό αγέρι, κ’ εκεί θάμαι”. Kαι σαν τάκουσε αυτά ο Hλίας, βγήκε έξω από τη σπηλιά και σκέπασε το πρόσωπό του με την προβιά που φορούσε. Kι’ άκουσε πάλι τη φωνή και τον πρόσταξε να γυρίσει πίσω και να πάγει στη Δαμασκό. K’ έπιασε να περπατά στην έρημο σαν αγρίμι. Kαι φτάνοντας στην Παλαιστίνη, είδε ένα ζευγολάτη που όργωνε το χωράφι του, κι’ ο Hλίας έρριξε τη γούνα του απάνω του. Kι’ ο ξοχάρης άφησε τ’ αλέτρι και τα βόδια και πήγε μαζί με τον Hλία. Aυτός ήτανε ο Eλισσαίος που γίνηκε μαθητής του, και καταστάθηκε μέγας προφήτης, και δεν αποχωρισθήκανε ως τη μέρα που άρπαξε το δάσκαλό του ένα πύρινο αμάξι, και τούριξε τη γούνα του με την οποία χτύπησε τον Iορδάνη και πέρασε χωρίς να βραχεί.

O προφήτης Hλίας είναι πολύ τιμημένος από εμάς τους Έλληνες. Όπου να πας θα δεις ρημοκλήσια του απάνω στις κορφές των βουνών, από τα μικρά ως τα μεγάλα. O άγιος Nικόλας φυλάγει τη θάλασσα κι’ ο προφήτης Hλίας τα βουνά. Mέσα στα ρημοκλήσια του είναι ζωγραφισμένος από κείνους τους παληούς μαστόρους σαν τσομπάνος με τη φλοκάτα, με μαλλιά και γένια ανακατεμένα και στριφτά σαν αγριόπρινος, γερακομύτης σαν αητός, με μάτια φλογερά. Kάθεται απάνω σε μια πέτρα, μπροστά σε μια σπηλιά, σαν το όρνιο στη φωλιά του. Έχει ακουμπισμένο το κεφάλι του στην απαλάμη του, και κοιτάζει κατά πίσω, σαν να ακούγει τη φωνή του Θεού που του μιλά μέσα σε κείνα τα άσπλαχνα κράκουρα. Aπό πάνω του πετά ο κόρακας μ’ ένα κομμάτι κρέας, και χυμίζει κατά κάτω να του το δώσει. Όπως είναι ζωγραφισμένος μέσα στο ρημοκλήσι του, θαρρείς πως βρίσκεσαι αληθινά μέσα στη σπηλιά του, και ακούς τον αγέρα που βουΐζει στα χορτάρια και τα όρνια που κράζουνε κόβοντας γύρους από πάνω από το βουνό. Kανένα παμπάλαιο θυμιατήρι είναι κρεμασμένο δίπλα του απάνω στον καπνισμένον τοίχο, κανένα κερί σβηστό στέκεται μπηγμένο στον άμμο σ’ ένα μανουάλι βουνίσιο σαν τον άγιο που είναι ο νοικοκύρης εκείνου του ρημοκλησιού. Kάθε χρόνο, στις 20 Iουλίου, έρχουνται αποβραδύς οι χριστιανοί από το χωριό με τον παπά, και τον προσκυνάνε τον προφήτη Hλία, ανάβουνε τα καντήλια, θυμιάζουνε, και ψέλνει κανένας γέρος και λέγει τα στιχηρά της μνήμης του, και κείνος ακούγει με το άγριο κεφάλι του ακουμπισμένο στο χέρι του, κι’ ο κόρακας βαστά το ίσιο με τη βραχνή φωνή του: “Xαίροις επίγειε Άγγελε και ουράνιε άνθρωπε, Hλία μεγαλώνυμε. Xαίροις Hλία ζηλωτά, των παθών αυτοκράτωρ. Ω του θαύματος! O πήλινος άνθρωπος, ουρανούς του βρέχειν υετόν ουκ έδωκεν, και ουρανούς ανατρέχει εν πυρίνω άρματι”. Kαι την άλλη μέρα, άμα τελειώσει η λειτουργία, φεύγουνε οι άνθρωποι, κι’ ο Hλίας κάθεται πάλι ολομόναχος “μονώτατος”, βουβός, τυλιγμένος στην προβιά του, σαν αγιούπας κουρνιασμένος. Xιλιάδες χρόνια κάθεται έτσι, άλλες πολλές θα κάθεται, “έως του ελθείν την ημέραν Kυρίου την μεγάλην και επιφανή”.

(από το “Γίγαντες ταπεινοί”, Εκδόσεις “Aκρίτας” 2000)
(Πηγή ηλ. κειμένου: “Σπουδαστήριο Nέου Eλληνισμού”)

alopsis.gr

Σάββατο 19 Ιουλίου 2025

ΑΓΙΟΣ ΝΙΚΟΔΗΜΟΣ Ο ΑΓΙΟΡΕΙΤΗΣ: ΕΞΕΤΑΖΕ ΚΑΛΑ ΕΚΕΙΝΑ, ΠΟΥ ΕΡΧΟΝΤΑΙ ΣΤΗΝ ΚΑΡΔΙΑ ΣΟΥ!

Άγιος Νικόδημος ο Αγιορείτης: Εξέταζε καλά εκείνα, που έρχονται στην καρδιά σου για να πεις, πριν να περάσουν στη γλώσσα και θα βρεις πολλά, που είναι καλύτερα να μην βγουν από το στόμα σου.

Η ΕΛΠΙΣ ΜΟΥ Ο ΠΑΤΗΡ, ΚΑΤΑΦΥΓΗ ΜΟΥ Ο ΥΪΟΣ, ΣΚΕΠΗ ΜΟΥ ΤΟ ΠΝΕΥΜΑ ΤΟ ΑΓΙΟΝ!

 

Ἡ ἐλπίς μου ὁ Πατήρ, καταφυγή μου ὁ Υἱός, σκέπη μου τὸ Πνεῦμα τὸ Ἅγιον, Τριὰς ἁγία, δόξα σοι.

Ἡ ἐλπίδα μου εἶναι ὁ Πατέρας, καταφυγή μου ὁ Υἱός, σκέπη (προστασία) μου τὸ Ἅγιο Πνεῦμα. Δόξα σ᾿ Ἐσένα Πανάγιε Τριαδικὲ Θεέ μας.

Παρασκευή 18 Ιουλίου 2025

ΜΙΑ ΠΡΟΦΗΤΕΙΑ ΤΟΥ ΑΒΒΑ ΠΑΜΒΩ ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΕΣΧΑΤΟΥΣ ΚΑΙΡΟΥΣ

Μια προφητεία του Αββά Παμβώ για τους έσχατους καιρούς

"Εκείνο τον καιρό θα ψυχρανθεί η αγάπη των πολλών* και θα πέσει μεγάλη θλίψη. θα γίνουν επιδρομές Εθνών, μετακινήσεις λαών, αστάθεια στους βασιλείς, ανωμαλία στους κυβερνήτες, οι ιερείς θα γίνουν άσωτοι και οι μοναχοί θα ζουν με αμέλεια. Οι ηγούμενοι θα αδιαφορούν για τη δική τους σωτηρία αλλά και του ποιμνίου τους. θα είναι όλοι τους πρόθυμοι και πρώτοι στα τραπέζια και εριστικοί. οκνηροί στις προσευχές αλλά πρόθυμοι στην καταλαλιά, έτοιμοι για κατηγόρια. δεν θα θέλουν ούτε να μιμούνται ούτε να ακούνε βίους και λόγους Γερόντων, αλλά κυρίως θα φλυαρούν και θα λένε "αν ζούσαμε κι εμείς στις μέρες τους, θα αγωνιζόμασταν κι εμείς".

Οι επίσκοποι πάλι των καιρών εκείνων θα δείχνουν δουλικότητα στους ισχυρούς, θα βγάζουν τις αποφάσεις ανάλογα με τα δώρα που θα παίρνουν και δεν θα υπερασπίζονται τους φτωχούς, όταν θα κρίνονται. θα θλίβουν τις χήρες και θα καταταλαιπωρούν τα ορφανά.

Ακόμη θα εισχωρήσει και στο λαό απιστία, ασωτία, μίσος, έχθρα, ζήλεια, φιλονικία, κλεψιά, μέθη, έξαλλες διασκεδάσεις, μοιχεία, πορνεία, φόνοι και διαρπαγές". Είπε τότε ο αδελφός : "Και τί θα μπορεί να κάνει κανείς σε τέτοιους δύσκολους καιρούς;" Και απάντησε ο Γέροντας : "Παιδί μου, σε τέτοιες μέρες θα σωθεί εκείνος που θέλει και προσπαθεί να σώσει την ψυχή του και αυτός θα ονομαστεί μέγας στη Βασιλεία των Ουρανών".

_________

*Πρβλ. Ματθ. 24, 12

ΠΗΓΗ: ΤΟ ΜΕΓΑ ΓΕΡΟΝΤΙΚΟΝ, ΤΟΜ. Α΄, ΕΚΔ. Ι. ΗΣΥΧΑΣΤΗΡΙΟΥ "ΤΟ ΓΕΝΕΣΙΟΝ ΤΗΣ ΘΕΟΤΟΚΟΥ", ΠΑΝΟΡΑΜΑ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ 1994, σ. 115 κ.ε. 

ΟΣΙΟΣ ΣΩΦΡΟΝΙΟΣ ΤΟΥ ΕΣΣΕΞ: ΕΡΧΟΝΤΑΙ ΜΕΡΕΣ ΠΑΓΚΟΣΜΙΑΣ ΒΙΑΣ!

 Γέρων Σωφρόνιος Σαχάρωφ
Έρχονται μέρες παγκόσμιας βίας

"...Τελώντας την Λειτουργία προσεύχομαι βεβαίως για όλο τον κόσμο και δεν αμφιβάλλω ότι, ωσότου προσφέρεται στον κόσμο αυτό η θυσία αυτή της αγάπης, ο κόσμος θα διατηρηθεί στην ύπαρξή του.
Όταν όμως θα παύσει να προσφέρεται η θυσία αυτή, τότε αναπόφευκτα ο κόσμος θα κατακαεί στο πυρ του γενικού μίσους. Ναι, ακόμη και ως σήμερα δεν βλέπουμε στους αιώνες που πέρασαν τέτοια εποχή, κατά την οποία ο Χριστιανισμός έγινε σοβαρά δεκτός από τις ανθρώπινες μάζες.
Μπορούμε ακριβέστερα να πούμε ότι η απουσία της αγάπης του Χριστού από τις ψυχές εκείνων που με τη βία επάνω στους πιο αδύνατους άρπαξαν την εξουσία, οδήγησε στις φοβερές παραμορφώσεις όλης της ζωής της ανθρωπότητας, και εξαιτίας αυτού έγινε αδύνατη σε όλους η σαφής αίσθηση της παρουσίας του Θεού. Στην τύφλωση από το μίσος οι άνθρωποι χάνουν τελείως την αίσθηση αυτή, και τότε γι’ αυτούς “πεθαίνει ο Θεός”...

Για την επιβεβαίωση της σκέψεώς μου έστρεψα από πολλού ήδη την προσοχή μου στο ότι και τα τέσσαρα Ευαγγέλια αρχίζουν με αναφορά στην προφητεία του Ησαΐου:
«Ετοιμάσατε την οδόν Κυρίου… Πάσα φάραγξ (δηλαδή υποβάθμιση και άσκηση βίας επάνω στους ανθρώπους) πληρωθήσεται και παν όρος (δηλαδή βίαιη κυριαρχία επάνω στους αδελφούς) ταπεινωθήσεται… και αι τραχείαι εις οδούς λείας, και (μόνο τότε) όψεται πάσα σαρξ το σωτήριον του Θεού».
Αν βρεις, να διαβάσεις τον υπέροχο εικοστό τέταρτο λόγο του οσίου Συμεών του Νέου Θεολόγου… 
 

Ο άγιος αυτός, σε συμφωνία με όλους εκείνους που προηγήθηκαν από αυτόν και με εκείνους που ήρθαν στον κόσμο μετά από αυτόν, λέει ότι «ο Θεός για τη ζωή στον κόσμο αυτό δημιούργησε πατέρα και υιό και όχι δούλο και μισθωτό…

Η δουλεία προήλθε από την μεταξύ των ανθρώπων έχθρα, εξαιτίας της οποίας άρχισαν να πολεμούν ο ένας εναντίον του άλλου και ο ένας να υποδουλώνει τον άλλον. Και η εξαγορά των ανθρώπων εξαιτίας της φτώχιας και των ελλείψεων, που άρχισαν να κυριεύουν τους πιο αδυνάτους λόγω της απληστίας και της πλεονεξίας των ισχυρότερων… Χωρίς βία και φτώχια κανένας δεν θα γινόταν δούλος ή μισθωτός…».

Αυτός ο παραμορφωμένος από το μίσος των ανθρώπων κόσμος κρύβει από την όραση το Υπέροχο Πρόσωπο του Θεού. Ο Θεός δεν ενεργεί με βία· διαφυλάσσει με άγιον τρόπο την ελευθερία εκείνου που δημιουργήθηκε «κατ’ εικόνα και καθ’ ομοίωσίν» Του. Επιπλέον βλέπει με υπομονή και τις κακές ακόμη εκδηλώσεις της ελευθερίας του άνθρωπου. 

Και η υπομονή Του αυτή θα διατηρηθεί τόσο, ώστε να γίνει δυνατή η εμφάνιση του Αντιχρίστου, που θα αποπειραθεί να παραμερίσει τον Αληθινό Θεό και ακολούθως να ανακηρύξει θεό τον εαυτό του. Την οδό του Αντιχρίστου θα συνοδεύσει αναπόφευκτα άσκηση παγκόσμιας βίας… Πολλοί θα σκανδαλισθούν με αυτό. Θα εγερθεί σ’ αυτούς το ερώτημα:

Πού είναι λοιπόν ο Θεός; Πού είναι η Πρόνοιά Του για κάθε κτίσμα; Ανάμεσα σ’ αυτούς που σκανδαλίστηκαν ήταν και η δική μας φτωχή Αλεξάνδρα. Δεν αντιλήφθηκε τις οδούς του Θεού και υπερασπιζόμενη το ανθρώπινο δίκαιο απέρριψε τη δικαιοσύνη του Θεού. Τώρα όμως που βρέθηκε σε συνθήκες που μπορεί να δει ότι ο Θεός είναι δυνατός και μετά θάνατον να δώσει στον άνθρωπο το πλήρωμα της ζωής και της μακαριότητας, με απλότητα και χαρά θα προχωρήσει στη συνάντησή Του: «Μακάριοι οι πεινώντες και διψώντες την δικαιοσύνην, ότι αυτοί χορτασθήσονται»

(Αρχ. Σωφρονίου Σαχάρωφ, «Γράμματα στη Ρωσία» – επιστολή 45, αποσπάσματα. Εκδ. Ι.Μ.Τιμίου Προδρόμου –Έσσεξ, σ.210-213)

Πέμπτη 17 Ιουλίου 2025

ΟΣΙΟΣ ΕΦΡΑΙΜ ΚΑΤΟΥΝΑΚΙΩΤΗΣ: ΑΝ ΘΕΣ ΝΑ ΓΛΙΤΩΣΕΙΣ, ΦΥΓΕ, ΑΝ ΘΕΛΕΙΣ ΝΑ ΑΓΙΑΣΕΙΣ, ΜΕΙΝΕ!

Γέρων Εφραίμ ο Κατουνακιώτης
Αν θες να γλιτώσεις, φύγε... αν θέλεις να αγιάσεις, μείνε!

Το 1933 ο περίφημος γέροντας Εφραίμ ο Κατουνακιώτης σε ηλικία 21 ετών πήρε την μεγάλη απόφαση της ζωής του να εγκαταλείψει τον κόσμο και να γίνει μοναχός στο άγιο Όρος.

Έχοντας σαν οδηγό του την ανεπιφύλακτη πίστη και εμπιστοσύνη του στο Θεό έφτασε σε μια από τις πιο απομακρυσμένες και απαράκλητες περιοχές του Άθωνα, τα Καυσοκαλύβια. Εκεί η πρόνοια του Θεού τον οδήγησε στο ασκητικό Ησυχαστήριο του Οσίου Εφραίμ του Σύρου. Εκεί ζούσανε τρεις γέροντες, πολύ αυστηροί και τραχείς, κατά γενική ομολογία.

Έζησε κοντά τους με πολύ υπακοή, ταπείνωση και... υπομονή. Και τονίζουμε την υπομονή διότι οι γέροντες του (τους οποίους όλους γηροκόμησε και φρόντισε μέχρι την τελευταία τους πνοή), ήταν πάρα πολύ αυστηροί μαζί του. Του συμπεριφέρονταν απάνθρωπα. Το όνομά του δεν το άκουσε ποτέ να το λένε, παρά τον αποκαλούσαν πάντα με τα χειρότερα λόγια και πολλές φορές έφταναν και να τον χτυπούν.

Μια μέρα σαν άνθρωπος λύγισε και αγανακτισμένος πήρε την απόφαση να φύγει. Διστάζοντας όμως να εμπιστευτεί τον λογισμό του, σκέφτηκε να πάει πρώτα να τον εξομολογηθεί σε έναν πνευματικό στην Ιερά Μονή της Σιμωνόπετρας.

Με ειλικρίνεια εξέθεσε στον πνευματικό του όλη την αλήθεια και περιέγραψε τα γεγονότα. Αφού λοιπόν εξέθεσε όλα του δεινά που υφίστατο κοντά σε αυτούς τους ανθρώπους στο τέλος είπε: "Πάτερ δώσ' μου ευλογία να φύγω να γλιτώσω...". Ο διακριτικός πνευματικός αφού σκέφτηκε για λίγο του απάντησε: "Πάτερ Εφραίμ, αν θες να γλιτώσεις, φύγε, αν θέλεις να αγιάσεις μείνε... σκέψου και αποφάσισε". Ο Γέροντας Εφραίμ σκέφτηκε... και έμεινε....

Πέρασαν έτσι 45 ολόκληρα χρόνια. Ο τελευταίος από τους γέροντές του ο π. Νικηφόρος, ήταν ο χειρότερος απ' όλους... Μάλιστα τα τελευταία χρόνια αρρώστησε και έγινε ακόμα πιο δύστροπος και επιθετικός. Ο π. Εφραίμ, πιστός στην απόφασή του -γιατί αυτή είναι η λεβεντιά στη ζωή, να έχεις το θάρρος να την αντιμετωπίζεις και να σηκώνεις τον Σταυρό που σου οικονόμησε για τη σωτηρία σου η πρόνοια του Θεού- υπέμενε τα πάντα σαν νέος Ιώβ.

Το 1973 όταν κατάκοιτος πια ο γέροντας Νικηφόρος ψυχορραγούσε, ο π. Εφραίμ νύχτα και ημέρα καθόταν στο προσκέφαλό του και τον υπηρετούσε, ενώ συνέχισε να δέχεται "βροχή" τις ύβρεις και τις ταπεινώσεις.

Λίγο πριν το τέλος ο π. Νικηφόρος του είπε: "Σήκωσέ με. Σκύψε να σου πω..." Ο π.Εφραίμ πέρασε το χέρι του πίσω από την πλάτη του κατάκοιτου γέροντά του και έσκυψε το κεφάλι. Ξαφνικά το πρόσωπο του π. Νικηφόρου αλλοιώθηκε, έχασε την τραχύτητά του και πήρε την πιο ιλαρή έκφραση που μπορούσε να έχει ανθρώπινο πρόσωπο. Με όση δύναμη μπορούσε να επιστρατεύσει ο γέροντας άρπαξε το χέρι του π. Εφραίμ και του είπε: "Παιδί μου, εσύ δεν είσαι άνθρωπος, είσαι άγγελος... ευλόγησον..." του φίλησε το χέρι και ξεψύχησε στην αγκαλιά του...

Ανάμνηση του π. Διονυσίου Ανθόπουλου, 
από διήγηση του γέροντος Αθανασίου Σιμωνοπετρίτου, 
στην αδελφότητα της Ιεράς Μονής Παναγίας Δοβρά.

Ο ΑΓΙΟΣ ΕΦΡΑΙΜ Ο ΚΑΤΟΥΝΑΚΙΩΤΗΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΥΠΑΚΟΗ

 
Ο άγιος Εφραίμ ο Κατουνακιώτης για την υπακοή

Ο άγιος παπα-Εφραίμ ο Κατουνακιώτης έμεινε 42 χρόνια στην υπακοή σκληρού και αυστηρού Γέροντος. Από την υπακοή πήρε την Χάρι. Πολλές φορές σκέφτηκε να φύγη, γιατί δεν άκουγε μία καλογερική κουβέντα, αλλά έκανε υπομονή. Στο τέλος έλεγε: «Αν έφευγα τότε, δεν θα σωζόμουν».

Έλεγε κάποτε ότι πήγε στο Κελλί τους ένας Καρουλιώτης ασκητής και ζήτησε ένα κρεμμύδι από τον παραδελφό του π. Προκόπιο. Εκείνος του έδωσε χωρίς να ρωτήση και ο γέροντάς του παπα-Νικηφόρος τον έστειλε να το πάρη πίσω, θέλοντας φυσικά να του διδάξη την ακρίβεια της υπακοής.

«Η υπακοή είναι το παν. Στο Μοναστήρι πάμε για υπακοή. Με την αληθινή υπακοή μαθαίνουμε την αληθινή προσευχή».

«Από πείρα το λέω. Μην κοιτάς εργόχειρο, μην κοιτάς προσευχή· αυτό σας παραδίδω, το “να ‘ναι ευλογημένο” να κρατήσετε. Αυτό θα σας αγιάσει. Τότε και ο Θεός “να ‘ναι ευλογημένο” είπε στον πατέρα Του, δεν ήλθα να κάνω το θέλημά μου, αλλά το θέλημα του πέμψαντός μου. Αλλά και ο Παράκλητος δεν λέει ό,τι θέλει αλλά ό,τι του πει ο Άλλος. Είδατε από πού ξεκινάει η υπακοή;».

«Αυστηρός Γέροντας, άγια καλογέρια».

«Γέροντας ασκητής από την έρημο έστειλε κάποτε τον υποτακτικό του στην Λαύρα για μία υπόθεση, με την ρητή εντολή το βράδυ να γυρίση στο Καλύβι τους. Ο γερω-Σπυρίδων ο Καμπανάος, ο γιατρός, είδε τον καιρό βροχερό και κράτησε το καλογέρι για να μη βραχή. Ο Γέροντάς του έβαλε κανόνα στον Καμπανάο ακοινωνησία ένα μήνα».

«Η Χάρις δεν πληρώνεται. Η πίστις που έχεις στον Γέροντα αυτή πληρώνεται».

«Όταν κάποιος πη “ευλόγησον” για ένα σφάλμα, αυτό είναι η τιμωρία του, ο κανόνας του. Κανόνα άλλον βάζουμε όταν δεν πη το “ευλόγησον”. Όταν δεν έχη ειλικρινή μετάνοια».

«Να μην εισέλθη ο υποτακτικός εις κρίσιν της εντολής (του Γέροντός του)».

«Ο υποτακτικός είναι άγραφο χαρτί. Όταν κάνη υπακοή, δεν δίνει λόγο αυτός στον Θεό, αλλά απολογείται γι’ αυτόν ο Γέροντάς του».

«Ο διάβολος ξέρει τι είναι υποτακτικός. Τον καλό υποτακτικό τον φοβάται».

«Δεν πρέπει ο υποτακτικός να εξαναγκάζη τον Γέροντα να του δώση ευλογία να κάνη το θέλημά του».

«Η σχέση μεταξύ υποτακτικών και Γέροντος είναι ιερή και ο υποτακτικός δύσκολα την καταλαβαίνει. Ο υποτακτικός δεν μπορεί να αγαπήση τον Γέροντα, όσο αγαπά ο Γέροντας τον υποτακτικό. Είναι μεγάλη η αγάπη του Γέροντα προς τον υποτακτικό, αλλά ο υποτακτικός δεν την νιώθει πάντα».

«Αν εσύ κρίνης τον Γέροντα, τότε δεν είσαι υποτακτικός».

«Οι άνθρωποι σε ακούν εάν όσα τους λες, συμφωνούν με το δικό τους το μυαλό· εάν όμως δεν συμφωνούν, δεν σε ακούν». 

Από το βιβλίο: Από την ασκητική και ησυχαστική Αγιορειτική παράδοση, Άγιον Όρος 2011, σελ. 531 (επιλογή).

Τετάρτη 16 Ιουλίου 2025

ΕΙΠΕ Ο ΑΓΓΕΛΟΣ: ΜΟΝΟ ΑΥΤΟΥΣ ΠΟΥ ΚΟΠΙΑΖΟΥΝ, ΦΡΟΝΤΙΖΩ!

Είπε ο Άγγελος: Μόνο αυτούς που κοπιάζουν, φροντίζω!

Ένας υποτακτικός, νέος στην ηλικία και καταγόμενος από πλούσια οικογένεια, ανέβαζε από την θάλασσα μέχρι την καλύβα τους το φορτίο στην πλάτη.

Από τον πολύ κόπο σαν να δυσανασχέτησε. Παρακάλεσε λοιπόν τον γέροντά του να του επιτρέψει να χρησιμοποιεί υποζύγιο, για να ανεβοκατεβαίνει ο ίδιος και να μεταφέρει τα απαραίτητα.

Ο γέροντας, γνωρίζοντας την αδυναμία του, του επέτρεψε να πάρει ένα για τον σκοπό αυτό.

Μία μέρα, καθώς ανέβαζε με το γαϊδουράκι το φορτίο του, σε μία στροφή, εκεί που είναι το δυσκολότερο σημείο του δρόμου (στο μονοπάτι προς μικρή Αγία Άννα στο Άγιο Όρος), εκεί ακριβώς βλέπει ένα λαμπροφορεμένο νέο να βαστάει στα χέρια του ένα σφουγγάρι, με το οποίο σκούπιζε τον ιδρώτα από το μέτωπο των διερχομένων πατέρων, και του θυμίαζε.

Πλησίασε κι αυτός και πρότεινε το μέτωπό του περιμένοντας να τον σκουπίσει. Αλλά ο νέος, αντί να σκουπίσει αυτόν, σκούπισε το μέτωπο του γαϊδάρου. Κι όταν ο μοναχός παραπονέθηκε, ο φαινόμενος νέος του είπε:

Εγώ, αδελφέ, σκουπίζω, αρωματίζω και πληρώνω μόνο αυτούς που κοπιάζουν και ιδρώνουν, και όχι αυτούς που ζητούν ανέσεις εδώ.

Και όταν είπε αυτά έγινε άφαντος. Ύστερα από το μάθημα αυτό ο νέος μοναχός δεν μεταχειρίστηκε άλλη φορά το υποζύγιο, αλλά μετά χαράς μεγάλης μετέφερε κι αυτός το φορτίο του στην πλάτη, όπως και οι άλλοι πατέρες.

Ο ΑΓΙΟΣ ΑΓΓΕΛΟΣ ΑΝΟΙΞΕ ΔΙΑΠΛΑΤΑ ΤΙΣ ΦΩΤΕΙΝΕΣ ΦΤΕΡΟΥΓΕΣ ΤΟΥ ΚΑΙ ΣΤΟΡΓΙΚΑ ΤΟΝ ΕΚΛΕΙΣΕ ΜΕΣΑ ΤΟΥΣ!

Ο άγιος Άγγελος άνοιξε διάπλατα τις φωτεινές φτερούγες του και στοργικά τον έκλεισε μέσα τους

Ένα συγκινητικό περιστατικό, που αποδεικνύει αφ’ ενός τη δύναμη και τη θεϊκή Χάρη που έχει η Παναγία μας και αφ’ ετέρου το πόσο την αγαπούν και Την σέβονται οι άγιοι Άγγελοι, συνέβη προσφάτως σε έναν Έλληνα ξενιτεμένο.

Μια συγγενής του πιστή και ευλαβής, όταν συναντηθήκαν, του έδωσε σαν ευλογία και φυλαχτό έναν Σταυρό, στο κέντρο του οποίου ήταν τοποθετημένη μια μικρή εικόνα της Υπεραγίας Θεοτόκου της Βαρνάκοβας. Εκείνος με ευλάβεια την έβαλε στην τσέπη του για προστασία, γιατί είχε κάποια προβλήματα με την καρδιά του και 
οι γιατροί είχαν τοποθετήσει στο στήθος του βηματοδότη για την καλή λειτουργία της.

Μια μέρα, αιφνίδια, ο βηματοδότης χάλασε τόσο πολύ, που σχεδόν διαλύθηκε! Η καρδιά του έμεινε αβοήθητη και η ζωή του έσβηνε! Εκείνη τη μεγάλη στιγμή που βρέθηκε μεταξύ ζωής και θανάτου, είδε τί πραγματικά συμβαίνει στον πνευματικό κόσμο!  

Είδε τον άγιο Άγγελό του αλλά και το κακό πνεύμα, που με θράσος και μανία διεκδικούσε την ψυχή του. “Αυτός είναι δικός μου!”, φώναζε. Έφριξε ο άνθρωπος και απλώνοντας το χέρι του στην τσέπη του έπιασε τον Σταυρό με την εικόνα της Υπεραγίας Θεοτόκου και φώναξε “Παναγία μου!”

Και τότε – πόση Χάρη στ’ αλήθεια έχει το άγιο όνομά Της! – 
ο άγιος Άγγελος άνοιξε διάπλατα τις φωτεινές φτερούγες του και στοργικά αλλά και με χαρά τον έκλεισε μέσα τους!… Η πίστη του και η ένθερμη επίκληση της Υπεραγίας Θεοτόκου άνοιξαν τη θύρα του θείου ελέους. Η καρδιά του άντεξε με θείο “βηματοδότη”, ώσπου να τον πάνε στο νοσοκομείο και να αντικαταστήσουν τον χαλασμένο βηματοδότη, τον ιατρικό. Παράταση ζωής του εδόθη άνωθεν, ασφαλώς για να καλλιεργηθεί βαθύτερα και να προετοιμαστεί καλύτερα για την αιωνιότητα, έτσι ώστε ο ανθρωποκτόνος αντίδικος να μην έχει κανένα δικαίωμα επ’ αυτού. Όχι μόνον επί του συγκεκριμένου ανθρώπου, αλλά και σε όλους. Είθε!

ΝΕΩΤΕΡΑ ΘΑΥΜΑΤΑ ΤΗΣ ΠΑΝΑΓΙΑΣ ΣΤΗ ΒΑΡΝΑΚΟΒΑ & ΙΣΤΟΡΙΕΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΑΙΩΝΙΟΤΗΤΑ
EΚΔΟΣΙΣ ΙΕΡΑΣ ΓΥΝΑΙΚΕΙΑΣ ΜΟΝΑΣΤΙΚΗΣ ΑΔΕΛΦΟΤΗΤΟΣ ΠΑΝΑΓΙΑΣ ΒΑΡΝΑΚΟΒΑΣ, ΔΩΡΙΔΑ 2007

Τρίτη 15 Ιουλίου 2025

ΑΓΙΟΣ ΙΝΝΟΚΕΝΤΙΟΣ ΜΟΣΧΑΣ: ΜΗ ΠΑΡΑΚΟΛΟΥΘΕΙΣ ΤΟΥΣ ΑΛΛΟΥΣ ΑΜΑΡΤΩΛΟΥΣ ΠΩΣ ΖΟΥΝ!

Άγιος Ιννοκέντιος Μόσχας: Μη παρακολουθείς τους άλλους αμαρτωλούς πως ζουν. Η δική τους απώλεια δεν θα σε σώσει.

ΓΕΡΩΝ ΑΜΒΡΟΣΙΟΣ ΛΑΖΑΡΗΣ: ΓΙΝΕ ΕΣΥ ΠΑΡΑΔΕΙΓΜΑ!

Γέρων Αμβρόσιος Λάζαρης: Μήν ψάχνεις να δεις παράδειγμα από άλλους. Γίνε εσύ παράδειγμα! Μήν ψάχνεις τί κάνει αυτός ή τί κάνει ο άλλος. Εσύ, δεν υπάρχει άλλος.

Δευτέρα 14 Ιουλίου 2025

ΑΓΙΟΣ ΝΙΚΟΔΗΜΟΣ Ο ΑΓΙΟΡΕΙΤΗΣ: ΑΟΡΑΤΟΣ ΠΟΛΕΜΟΣ ΜΕΡΟΣ 1ον- ΠΩΣ ΠΡΕΠΕΙ ΝΑ ΚΥΒΕΡΝΑΜΕ ΤΗ ΓΛΩΣΣΑ ΜΑΣ!

 Ἅγιος Νικόδημος ὁ Ἁγιορείτης
Ἀόρατος Πόλεμος - Μέρος 1ον - Πῶς πρέπει νὰ κυβερνᾶμε τὴ γλῶσσα μας

Ἀνάγκη μεγάλη εἶναι νὰ κυβερνᾷ κάποιος ὅπως πρέπει τὴν γλῶσσα του καὶ νὰ τὴν χαλιναγωγῇ. Γιατὶ, κάθε ἕνας κλίνει πολὺ στὸ νὰ τὴν ἀφήνῃ νὰ τρέχῃ καὶ νὰ ὁμιλῇ γιὰ ἐκεῖνα ποὺ δίνουν εὐχαρίστησι στὶς αἰσθήσεις μας· ἡ πολυλογία, τὶς περισσότερες φορές, προέρχεται ἀπὸ τὴν ὑπερηφάνεια, ἀπὸ τὴν ὁποία, φανταζόμενοι ἐμεῖς πὼς γνωρίζουμε πολλά, καὶ ἰκανοποιώντας τὴ γνώμη μας, πιεζόμαστε μὲ πολλὲς ἐπαναλήψεις τῶν λόγων μας, νὰ τυπώσουμε τὴν γνώμη μας αὐτὴ στὶς καρδιὲς τῶν ἄλλων, γιὰ νὰ τοὺς κάνουμε τὸν δάσκαλο, σὰν νὰ ἔχουν ἀνάγκη νὰ μάθουν ἀπὸ μᾶς· καὶ μάλιστα τὴν ἴδια ὑπερηφάνεια δείχνουμε ὅταν τοὺς διδάσκουμε χωρὶς αὐτοὶ νὰ μᾶς ρωτήσουν πρῶτα.

Τὰ κακὰ ποὺ γεννιοῦνται ἀπὸ τὴν πολυλογία, δὲν εἶναι δυνατὸ νὰ τὰ περιγράψουμε μὲ λίγα λόγια· ἡ πολυλογία εἶναι μητέρα τῆς ἀκηδίας· ὑπόθεσις ἄγνοιας καὶ ἀνοησίας· πόρτα τῆς καταλαλιᾶς, ὑπηρέτης τῶν ψεμμάτων καὶ ψυχρότητα τῆς εὐλαβοῦς θερμότητας· τὰ πολλὰ λόγια δυναμώνουν τὰ πάθη καὶ ἀπὸ αὐτὰ κινεῖται μετὰ ἀπὸ αὐτὰ ἡ γλῶσσα μὲ περισσότερη εὐκολία στὴν ἀδιάκριτη συζήτησι.

Γι᾿ αὐτὸ καὶ ὁ Ἀπόστολος Ἰάκωβος, θέλοντας νὰ φανερώσῃ πόσο δύσκολο εἶναι τὸ νὰ μὴν ἁμαρτάνῃ κάποιος στὰ λόγια ποὺ λέει, εἶπε ὅτι αὐτὸ εἶναι χαρακτηριστικὸ τῶν τελείων ἀνδρῶν· «Ἂν κάποιος δὲν κάνῃ σφάλματα μὲ τὰ λόγια, αὐτὸς εἶναι τέλειος ἄνθρωπος, ἱκανὸς νὰ χαλιναγωγήσῃ ὅλο του τὸν ἑαυτό» (1). Γιατὶ, ἀφοῦ ἡ γλῶσσα ἀρχίσει μία φορὰ νὰ μιλάει, τρέχει σὰν ἀχαλίνωτο ἄλογο, καὶ δὲν μιλάει μόνο τὰ καλὰ καὶ αὐτὰ ποὺ πρέπει, ἀλλὰ καὶ τὰ κακά· γι᾿ αὐτὸ καὶ ὀνομάζεται αὐτὴ ἀπὸ τὸν ἴδιο τὸν Ἀπόστολο, «μεστὴ ἀπὸ κακό, γεμάτη ἀπὸ δηλητήριο θανατηφόρο». Ὅπως σύμφωνα καὶ ὁ Σολομώντας εἶπε, ὅτι ἀπὸ τὴν πολυλογία δὲν θὰ ἀποφύγῃς τὴν ἁμαρτία· «ἐκ πολυλογίας οὐκ ἐκφεύξη ἁμαρτίαν» (Παρ. 10,20). Καὶ γιὰ νὰ μιλήσουμε γενικά, ὅποιος μιλάει πολύ, δείχνει ὅτι εἶναι ἀνόητος· «ὁ ἄφρων πληθύνει λόγους» (Ἐκκλ. 10,14).

Μὴν ἀνοίξης μεγάλες συνομιλίες μὲ ἐκεῖνον, ποὺ σὲ ἀκούει μὲ κακὴ ὄρεξι, γιὰ νὰ μὴ τὸν ἀηδιάσης καὶ τὸν κάνῃς νὰ σὲ σιχαθῆ, ὅπως γράφτηκε: «Ὁ πλεονάζων λόγον, βδελυχθήσεται» (Σειρὰχ κεφ. 7). Ἀπόφευγε νὰ μιλᾷς αὐστηρὰ καὶ μεγαλόφωνα. Γιατὶ καὶ τὰ δυὸ εἶναι πολὺ μισητὰ καὶ δίνουν ὑποψία ὅτι εἶσαι μάταιος καὶ ἔχεις μεγάλη ἰδέα γιὰ τὸν ἑαυτό σου· μὴν μιλᾷς ποτὲ γιὰ τὸν ἑαυτό σου καὶ γιὰ τὶς ὑποθέσεις σου ἢ γιὰ τοὺς συγγενεῖς σου· παρά, ὅταν εἶναι ἀνάγκη καὶ ὅσο μπορεῖς περισσότερο, μὲ συντομία καὶ ὀλιγολογία. Καὶ ἂν σοῦ φανῆ πὼς ἄλλοι μιλοῦν γιὰ τὸν ἑαυτό τους παραπάνω, ἐσὺ πίεσε τὸν ἑαυτό σου νὰ μὴ τοὺς μιμηθῇς, ἂν ὑποτεθῆ ὅτι καὶ τὰ λόγια τους νὰ φαίνωνται ταπεινὰ καὶ τῶν ἴδιων κατηγορητικά. Γιὰ δὲ τὸν πλησίον σου καὶ γιὰ ὅσα ἀνάγονται σὲ αὐτό, μίλα ὅσο λιγώτερο μπορεῖς, ὅταν καὶ ἐκεῖ ποὺ εἶναι ἀνάγκη γιὰ τὸ καλό του (2).

Γιὰ τὸν Θεό, νὰ μιλᾷς μὲ ὅλη σου τὴν ὄρεξι καὶ μάλιστα γιὰ τὴν ἀγάπη καὶ τὴν ἀγαθότητά του. Ἀλλὰ μὲ φόβο, σκεπτόμενος, ὅτι μπορεῖς νὰ κάνῃς λάθος ἀκόμη καὶ σὲ αὐτό. Ὁπότε, καλύτερα ἀγάπα νὰ προσέχῃς, ὅταν ἄλλοι μιλοῦν σχετικὰ μὲ αὐτά, φυλάττοντας τοὺς λόγους τους στὰ ἐσωτερικά της καρδιᾶς σου. Γιὰ τὰ ἄλλα ποὺ μιλᾶνε, μόνο ὁ ἦχος τῆς φωνῆς ἂς ἐνοχλῇ τὴν ἀκοή σου· ἀλλὰ ὁ νοῦς σου, ἂς στέκεται ἀνυψωμένος στὸ Θεό. Ἀλλὰ καὶ ὅταν ἀκόμη εἶναι ἀνάγκη νὰ ἀκούσῃς ἐκεῖνον, ποὺ μιλάει γιὰ νὰ καταλάβης καὶ νὰ τοῦ ἀπαντήσῃς, καὶ τότε μὴν παραλείψης ἀνάμεσα νὰ ὑψώσῃς κάποιο μὲ τὸ λογισμὸ στὸν οὐρανό, ποὺ κατοικεῖ ὁ Θεός σου· καὶ σκέψου τὸ ὕψος του καὶ πὼς αὐτὸς βλέπει πάντα τὴν μηδαμινότητά σου, ἐξέταζε καλὰ ἐκεῖνα, ποὺ ἔρχονται στὴν καρδιά σου γιὰ νὰ πῇς, πρὶν νὰ περάσουν στὴ γλῶσσα καὶ θὰ βρῇς πολλά, ποὺ εἶναι καλύτερα νὰ μὴν βγοῦν ἀπὸ τὸ στόμα σου· ἀλλὰ ἀκόμη γνώριζε, ὅτι καὶ ἀπὸ ἐκεῖνα, ποὺ σκέφτεσαι ὅτι εἶναι καλὰ νὰ πῇς, εἶναι πολὺ καλύτερο νὰ τὰ θάψης στὴ σιωπὴ καὶ θὰ τὸ γνωρίσῃς, ἀφοῦ περάση ἐκείνη ἡ συνομιλία.

Ἡ σιωπή, εἶναι μία μεγάλη ἐνδυνάμωσις τοῦ Ἀοράτου Πολέμου καὶ μία σίγουρη ἐλπίδα τῆς νίκης· ἡ σιωπή, εἶναι πολὺ ἀγαπημένη ἀπὸ ἐκεῖνον, ποὺ δὲν ἐμπιστεύεται τὸν ἑαυτό του, ἀλλὰ ἐλπίζει στὸ Θεό· εἶναι φύλακας τῆς ἱερᾶς προσευχῆς καὶ θαυμαστῆ βοήθεια στὴν ἐκγύμνασι τῶν ἀρετῶν (3)· καὶ ἀκόμη εἶναι σημεῖο φρονιμάδας. Γιατὶ, ἂν καὶ ἄλλος δὲν μιλάη, τὸ κάνει γιατὶ δὲν ἔχει λόγο νὰ πῇ· «Ἐστὶ σιωπῶν, οὐ γὰρ ἔχει ἀπόκρισιν» (Σειρὰχ κεφ. 5)· καὶ ἄλλος, διότι φυλάττει τὸν κατάλληλο καιρὸ γιὰ νὰ μιλήσῃ· «Καὶ ἔστι σιωπῶν, εἰδὼς καιρόν» (αὐτόθι). Καὶ ἄλλος γιὰ ἄλλες αἰτίες (4)· γενικὰ ὅμως καὶ ὁλοκληρωτικά, ὅποιος δὲν μιλάει, δείχνει πὼς εἶναι φρόνιμος καὶ σοφός· «ἐστὶ σιωπῶν καὶ αὐτὸς φρόνιμος» (Σειρ. 14,27). «Ἕνας σιωπαίνει καὶ ἀποδεικνύεται σοφός» (Σειρ. 20,4).

Γιὰ νὰ συνηθίσῃς νὰ σιωπᾷς, σκέψου πολλὲς φορὲς τὶς ζημιὲς καὶ τοὺς κινδύνους τῆς πολυλογίας καὶ τὰ μεγάλα καλὰ τῆς σιωπῆς καὶ αὐτοὺς τοὺς τρεῖς τρόπους, ποὺ εἶπα στὰ προηγούμενα τρία κεφάλαια, δηλαδὴ τὸ νὰ ἀνεβαίνῃ κάποιος ἀπὸ τὰ αἰσθητὰ στὴ θεωρία τοῦ Θεοῦ, στὴ θεωρία τοῦ σαρκωθέντος Λόγου· καὶ στὸ στολισμὸ τῶν ἠθῶν, μποροῦν νὰ μεταχειρίζονται ἐκεῖνοι, ποὺ ἔχουν γνῶσι, διάκρισι καὶ δύναμι στὸ λογισμό, γιὰ νὰ διορθώνουν τὶς αἰσθήσεις τους μὲ αὐτούς. Ὅσοι ὅμως δὲν ἔχουν αὐτὴ τὴν γνῶσι καὶ τὴν δύναμι, αὐτοὶ μὲ ἄλλον τρόπο μποροῦν νὰ διορθώνουν τὶς αἰσθήσεις τους· δηλαδή, μὲ ὅλη τους τὴν δύναμι νὰ ἀπέχουν ἀπὸ ὅλα ἐκεῖνα τὰ αἰσθητά, ποὺ μποροῦν νὰ βλάπτουν τὴν ψυχή τους.

Καὶ λοιπόν, ἐσὺ ἀδελφέ μου, α´ μέν, πρέπει νὰ φυλάττῃς μὲ μεγάλη προσοχὴ τοὺς κακοὺς καὶ γρήγορους κλέφτες ποὺ ἔχεις, δηλαδή, τὰ μάτια σου, καὶ νὰ μὴν τὰ ἀφήνῃς νὰ τεντώνονται καὶ νὰ βλέπουν μὲ περιέργεια τὰ πρόσωπα τῶν γυναικῶν, τόσο τὰ ὄμορφα, ὅσο καὶ τὰ ἄσχημα ἢ τὰ πρόσωπα τῶν ἀνδρῶν καὶ μάλιστα τῶν νέων καὶ ἀγένειων ἢ νὰ βλέπουν τὴν ξεγύμνωσι ὄχι μόνο τῶν ξένων σωμάτων, ἀλλὰ καὶ αὐτοῦ τοῦ ἰδίου σου σώματος. Γιατὶ ἀπὸ αὐτὴν τὴν περιέργεια καὶ τὸ ἐμπαθῆ κοίταγμα, ἡ καρδιὰ συλλαμβάνει τὴν ἡδονὴ καὶ τὴν ἐπιθυμία τῆς πορνείας καὶ τῆς παιδεραστίας. Καθὼς εἶπε ὁ Κύριος. «Ὅποιος βλέπει γυναῖκα μὲ ἐπιθυμία πονηρή, ἔχει κιόλας μέσα του διαπράξει τὴν μοιχεία μὲ αὐτήν» (Ματθ. 5,28). Καὶ κάποιος σοφὸς εἶπε «ἐκ τοῦ ὁρᾶν, τίκτεται τὸ ἐρᾶν» (5). Γι᾿ αὐτὸ καὶ ὁ Σολομώντας παραγγέλνει, νὰ μὴ πιαστοῦμε ἀπὸ τὰ μάτια μας, μήτε νὰ νικηθοῦμε ἀπὸ ἐπιθυμία ὡραιότητας· «υἱέ, μὴ σὲ νικήσῃ κάλλους ἐπιθυμία, μητὲ ἀγρευθῇς σοῖς ὀφθαλμοῖς» (Παρ. 6,25).

Ἐκτὸς ἀπὸ αὐτά, φυλάξου νὰ μὴ βλέπῃς περίεργα τὰ ὄμορφα φαγητὰ καὶ ποτά, ἐνθυμούμενος τὴν πρώτη μητέρα τοῦ γένους μας Εὔα ἡ ὁποία, γιὰ νὰ δῇ τὸν ἀπαγορευμένο καρπὸ τοῦ ἐμποδισμένου ξύλου στὸν Παράδεισο, τὸν ἐπιθύμησε, τὸν πῆρε, τὸν ἔφαγε καὶ ἔτσι πέθανε· οὔτε νὰ βλέπῃς μὲ εὐχαρίστησι τὰ ὄμορφα ροῦχα ἢ τὸν χρυσὸ καὶ τὸ ἀργύριο ἢ τὶς λαμπρὲς δόξες τοῦ κόσμου, γιὰ νὰ μὴ περάση ἀπὸ τὰ μάτια σου μέσα στὴ ψυχήν σου τὸ πάθος τῆς φιλοδοξίας καὶ φιλαργυρίας. «Ἀπόστρεψαν γάρ, φησι, τοὺς ὀφθαλμούς μου, τοῦ μὴ ἰδεῖν ματαιότητα» (Ψαλμ. 118.)· καὶ γιὰ νὰ μιλήσω γενικά, φυλάξου νὰ μὴ βλέπῃς χορούς, παιχνίδια, τραπέζια, ξεφαντώματα, μαλώματα, παλαίσματα, τρεχάματα καὶ ὅλα τὰ ἄλλα ἄτακτα καὶ ἄσεμνα πράγματα, ποὺ ἀγαπᾷ ὁ ἠλίθιος κόσμος καὶ ἔχει ἀπαγορευμένα ὁ νόμος τοῦ Θεοῦ· ἀλλὰ ἀπόφευγε καὶ κλεῖσε τὰ μάτια σου ἀπὸ αὐτά, γιὰ νὰ μὴ γεμίσῃς τὴν καρδιὰ καὶ τὴν φαντασία σου ἀπὸ ἄσχημες εἰκόνες καὶ πάθη, καὶ ξεσηκώσῃς ταραχὴ καὶ νέο πόλεμο ἐναντίον σου, ἀφήνοντας τὸν ἀγῶνα, ποὺ ἔχεις νὰ ἀγωνίζεσαι ἐναντίον τῶν παλαιῶν σου παθῶν. Ἀγάπα ὅμως νὰ βλέπῃς τὶς Ἐκκλησίες, τὶς ἁγίες εἰκόνες, τὰ ἱερὰ βιβλία, τὰ κοιμητήρια, τοὺς τάφους καὶ ὅσα ἄλλα εἶναι σεμνὰ καὶ ἅγια, τῶν ὁποίων ἡ θεωρία σὲ ὠφελεῖ.

Α´. Πρέπει νὰ προφυλάττης τὰ αὐτιά σου. Πρῶτα γιὰ νὰ μὴν ἀκοῦς τὰ αἰσχρὰ καὶ ἐρωτικὰ λόγια, τὰ τραγούδια καὶ τὰ μουσικὰ ὄργανα, ἀπὸ τὰ ὁποῖα γλυκαίνεται ἡ ψυχή σου καὶ ἡ καρδιά σου ἀνάβει ἀπὸ τὴν σαρκικὴ ἐπιθυμία. Γιατὶ εἶναι γραμμένο· «ἀπομάκρυνε ἀπὸ μένα τὰ ἐπονείδιστα λόγια» (Παρ. κζ´ 11).

Κατὰ δεύτερο λόγο, γιὰ νὰ μὴν ἀκοῦς τὰ ἀστεῖα καὶ τὰ γελωτοποιὰ λόγια, τὰ ὁποῖα μάλιστα εἶναι φαντασιώσεις καὶ τὰ κάθε εἴδους καὶ διάφορα τοῦ κόσμου ψέμματα, νοστιμευόμενος καὶ γλυκαινόμενος ἀπὸ αὐτά. Ἐπειδὴ δὲν εἶναι σωστὸ στὸ χριστιανὸ νὰ ἀκούῃ μὲ εὐχαρίστησι αὐτά, ἀλλὰ ἐκείνων τῶν διεφθαρμένων ἀνθρώπων, σχετικὰ μὲ τοὺς ὁποίους εἶπε ὁ Παῦλος, ὅτι, «θὰ κλείσουν τὰ αὐτιά τους στὴν ἀλήθεια καὶ θὰ στραφοῦν στὰ παραμύθια» (Β´. Τιμοθ. δ᾿ 4).

Τρίτο, γιὰ νὰ μὴν ἀκοῦς μὲ εὐχαρίστησι τὶς κατακρίσεις καὶ πολυλογίες ποὺ οἱ ἄλλοι κάνουν ἐναντίον τοῦ πλησίον ἀλλὰ ἢ νὰ τὶς ἐμποδίζεις, ἂν μπορεῖς ἢ νὰ μὴν κάθεσαι νὰ τὶς ἀκοῦς. Ἐπειδὴ ὁ μέγας Βασίλειος θεωρεῖ ἄξιους ἀφορισμοῦ, τόσο ἐκείνους ποὺ πολυλογοῦν, ὅσο καὶ ἐκείνους ποὺ στέκονται καὶ ἀκοῦν τὶς συκοφαντίες· «Ἂν βρεθῆ κάποιος νὰ καταλαλῇ ἄλλον ἢ ἂν ἀκούῃ νὰ καταλαλοῦν καὶ δὲν τοὺς ἐπιτιμᾷ… μαζὶ μὲ αὐτὸν νὰ ἀφορίζεται» (6).

Τέταρτο, φυλάξου νὰ μὴ γλυκαίνεσαι καὶ ἀκοῦς τὰ περιττὰ καὶ μάταια λόγια καὶ τὶς φλυαρίες, στὶς ὁποῖες καταπιάνεται ὁ περισσότερος κόσμος· γιατί, εἶναι γραμμένο· «δὲν θὰ ἀκούσῃς λόγο μάταιο» (Ἔξοδ. 23,1). Καὶ ὁ Σολομώντας εἶπε· «μάταιο λόγο κάντον μακρυά μου» (Παρ. 24,Μασ. 30,8). Καὶ ὁ Κύριος εἶπε· «Γιὰ κάθε μάταιο λόγο ποὺ θὰ ποῦν οἱ ἄνθρωποι, θὰ λογοδοτήσουν τὴν ἡμέρα τῆς κρίσεως» (Ματθ. 12,36).

Καὶ γιὰ νὰ ποῦμε σύντομα, φυλάξου νὰ μὴν ἀκοῦς ὅλα ἐκεῖνα τὰ λόγια καὶ ἀκούσματα, ποὺ μποροῦν νὰ βλάψουν τὴν ψυχή σου· αὐτὰ κυρίως εἶναι οἱ κολακεῖες τῶν κολάκων καὶ οἱ ἔπαινοι, σχετικὰ γιὰ τοὺς ὁποίους εἶπε ὁ Ἡσαΐας «λαός μου, αὐτοὶ ποὺ σᾶς καλοτυχίζουν, σᾶς κοροϊδεύουν» (3,11). Ἀγάπησε δὲ νὰ ἀκοῦς τὰ θεῖα λόγια, τὶς ἱερὲς μελῳδίες καὶ ψαλμῳδίες, καὶ ὅλα ὅσα εἶναι σεμνά, ἅγια, σοφὰ καὶ ψυχωφελῆ· καὶ μάλιστα ἀγάπα νὰ ἀκοῦς τὶς ἀτιμίες καὶ τὶς βρισιὲς ποὺ σοῦ κάνουν οἱ ἄλλοι.

Ε´. Φύλαξε τὴν ὄσφρησί σου ἀπὸ τὰ μυρωδικά, τοὺς μόσχους καὶ ἄλλα εὐωδιαστὰ ἀρώματα, τὰ ὁποῖα δὲν πρέπει οὔτε πάνω σου νὰ τὰ βάζῃς ἢ νὰ τὰ ἀλείφῃς, οὔτε μὲ ὑπερβολὴ νὰ μυρίζεσαι. Ἐπειδὴ αὐτά, ὅλα εἶναι χαρακτηριστικὸ τῶν ἀσέμνων γυναικῶν, καὶ ὄχι τῶν φρονίμων ἀνδρῶν, καὶ κοιμίζουν τὴν γενναιότητα τῆς ψυχῆς, καὶ τὴν σπρώχνουν σὲ πορνικὰ πάθη καὶ ἐπιθυμίες καὶ κάνουν νὰ ἔρχωνται σὲ αὐτοὺς ποὺ τὰ μεταχειρίζονται, οἱ προφητικὲς ἐκεῖνες κατάρες, ποὺ λένε «Καὶ ἀντὶ τῆς εὐχάριστης εὐωδίας, θὰ ὑπάρχη μοῦχλα» (Ἡσ. 3,23), «Καὶ ἀλοίμονο σὲ ὅσους ἀλείφονται μὲ τὰ καλύτερα ἀρώματα» (Ἄμ. 6,6).

ΣΤ´. Φύλαξε τὴν γεῦσι καὶ τὴν κοιλιά σου, γιὰ νὰ μὴν ὑποδουλώνεται σὲ παχυντικὰ καὶ εὐχάριστα καὶ πολυποίκιλα φαγητά, καὶ νόστιμα καὶ εὐώδη ποτά. Γιατὶ, τὰ τρυφερὰ αὐτὰ τραπέζια, πρὶν νὰ τὰ ἀποκτήσῃς, θὰ σὲ κάνουν νὰ πέσῃς σὲ κλεψιές, ψέματα, κολακεῖες, καὶ ἄλλα χίλια ὑπηρετικὰ πάθη καὶ κακά· ἀφοῦ ὅμως τὰ ἀποκτήσῃς, θὰ σὲ γκρεμίσουν στοὺς λάκκους τῶν σαρκικῶν ἡδονῶν καὶ κτηνόμορφων ἐπιθυμιῶν, ὅσες πραγματοποιοῦνται κάτω ἀπὸ τὴν κοιλιά· καὶ θὰ φέρουν ἐναντίον σου τὶς προφητικὲς ἐκεῖνες κατάρες τοῦ Ἀμώς· «Ἀλοίμονο ἐσεῖς ποὺ τρῶτε τρυφερὰ ἀρνάκια καὶ καλοθρεμένα μοσχαράκια ἀπὸ τὰ κοπάδια….» (6,4).

Ζ´. Πρέπει νὰ φυλάγεσαι, νὰ μὴν πιάνῃς μὲ τὸ χέρι ὄχι μόνο ξένο σῶμα γυναίκας, ἄνδρα ἢ γέροντα, τὸ ἴδιο καὶ νεώτερου, ἀλλὰ οὔτε τὸ δικό σου σῶμα καὶ μάλιστα τὰ ἀπόκρυφα σημεῖα σου, χωρὶς νὰ ὑπάρχη ἀνάγκη. Γιατὶ, ὅσο ἄκομψη εἶναι αὐτὴ ἡ αἴσθησις τῆς ἁφῆς, τόσο αἰσθητικὴ καὶ ζωντανὴ εἶναι καὶ παρακινεῖ τὰ πάθη τῆς σάρκας, καὶ γκρεμίζει τὸν ἄνθρωπο ὡς αὐτὴ τὴν πρᾶξι τῆς ἁμαρτίας. Καὶ ὅλες μὲν οἱ ἄλλες αἰσθήσεις, ὑπηρετοῦν τὴν ἁφή, καὶ κατὰ κάποιο τρόπο, ἀπὸ μακριὰ ἐργάζονται τὴν ἁμαρτία. Ἀλλὰ ὅταν κάποιος φθάση στὴν ἁφή, δηλαδὴ φτάνῃ καὶ πιάνῃ, δύσκολα πιὰ μπορεῖ νὰ κρατηθῆ καὶ νὰ μὴν διαπράξῃ τὴν ἁμαρτία.

Στὴν αἴσθησι τῆς ἁφῆς, ἀναφέρεται καὶ ὁ στολισμὸς τῆς κεφαλῆς καὶ τοῦ σώματος καὶ τῶν ποδιῶν. Ὁπότε, φυλάξου νὰ μὴ στολίζῃς τὸ σῶμα σου μὲ μαλακὰ καὶ διάφορα καὶ λαμπρὰ ροῦχα ἢ μὲ πολυέξοδα καλύμματα τῆς κεφαλῆς ἢ μὲ πολύτιμα παπούτσια, γιατὶ αὐτὰ ἁρμόζουν στὶς γυναῖκες καὶ στοὺς ἄνδρες δὲν ταιριάζουν, ἀλλὰ μόνο νὰ φορᾷς σεμνὰ καὶ ταπεινὰ καὶ ὅσα εἶναι ἀναγκαῖα καὶ χρειάζονται, στὸ κρύο τοῦ χειμῶνα καὶ στὸν καύσωνα τοῦ καλοκαιριοῦ γιὰ τὴν συντήρησι τοῦ σώματος, γιὰ νὰ μὴν ἀκούσῃς καὶ σὺ ἐκεῖνο, ποὺ ἄκουσε ὁ πλούσιος ποὺ ντύθηκε τὴν βασιλικὴ καὶ μεταξωτὴ ἐνδυμασία, δηλαδή, τό· «Ἀπέλαβες τὰ ἀγαθά σου ἐν τῇ ζωῇ σου» (Λουκ. 16,25) καὶ ἔλθη πάνω σου ἡ κατάρα ποὺ λέγει ὁ Ἰεζεκιήλ· «Θὰ βγάλουν τοὺς μανδύες τους καὶ θὰ πετάξουν ἀπὸ πάνω τους τὰ χρυσοκέντητα ροῦχα τους» (26,16).

Στὴν ἁφὴ ἀναφέρονται ἀκόμη καὶ οἱ ἄλλες ἀνέσεις τοῦ σώματος· ὅπως εἶναι, τὸ φτιάξιμο τῶν μαλλιῶν καὶ τὸ συχνὸ πλύσιμο τῶν γενιῶν, τὰ λαμπρὰ καὶ πολύτιμα σπίτια, τὰ πολυέξοδα καὶ μαλακὰ στρώματα καὶ καθίσματα. Ἀπὸ αὐτὰ ὅλα νὰ φυλάγεσαι, ὡς βλαβερὰ τῆς συνέσεώς σου καὶ ὑπεύθυνα τῆς πορνείας καὶ τῶν σαρκικῶν παθῶν, γιὰ νὰ μὴν κληρονομήσῃς τὸ οὐαὶ τοῦ Ἀμώς, ποὺ λέγει· «Ἀλοίμονο σὲ σᾶς ποὺ ξαπλώνετε σὲ ἀνάκλιντρα στολισμένα μὲ ἐλεφαντόδοντο» (6,4).

Αὐτὰ ποὺ σοῦ εἶπα ὡς τώρα, εἶναι ἡ γῆ, τὴν ὁποία κατεδικάστηκε νὰ τρώῃ τὸ νοητὸ φίδι ὁ διάβολος. Αὐτὰ εἶναι, ἡ ὕλη καὶ ἡ τροφή, μὲ τὴν ὁποία τρέφονται ὅλα τὰ πάθη τῆς σάρκας. Καὶ λοιπόν, ἐὰν ἐσὺ δὲν τὰ καταφρονήσῃς, ὡς δῆθεν μικρά, ἀλλὰ πολεμήσῃς γενναῖα καὶ δὲν τὰ ἀφήσῃς νὰ μποῦν μέσα ἀπὸ τὶς αἰσθήσεις στὴν ψυχὴ καὶ τὴν καρδιά σου, σὲ πληροφορῶ, ὅτι ἀλήθεια, εὔκολα θὰ ἐξαφανίσῃς μὲ τὴν ἀτροφία τὸν διάβολο καὶ τὰ πάθη καὶ σὲ λίγο καιρὸ θὰ φανῆς νικητὴς ἄριστος σὲ αὐτὸν τὸν Ἀόρατο Πόλεμο.

Γιατὶ εἶναι γραμμένο στὸν Ἰώβ, ὅτι ὁ μυρμηκολέοντας (δηλαδὴ ὁ διάβολος) ἐξαφανίστηκε καὶ χάθηκε μὴ ἔχοντας νὰ φάῃ τροφή, «Μυρμηκολέων ὥλετο, παρὰ τὸ μὴ ἔχειν βορᾶν» (δ᾿ 11 (7).

..............................................................................

1. Σημείωσε, ὅτι, κατὰ τοὺς θεολόγους, βλάβη τοῦ Θεοῦ λέγεται, κάθε ἁμαρτία ἁπλά, γιατὶ βλάπτει, πληγώνει καὶ ἐναντιώνεται στὸ Θεόν. Καὶ κατὰ τὸ ὅτι αὐτὴ μὲν δὲν ὑπάρχει σὰν ζωντανὸς ὀργανισμός, βλάπτει καὶ ἐναντιώνεται στὸ εἶναι τοῦ Θεοῦ, καὶ καθότι εἶναι κακό, βλάπτει τὴν ἀγαθότητα τοῦ Θεοῦ, καθότι εἶναι ἀσθένεια καὶ ἀδυναμία, βλάπτει τὴν δύναμί του, καθότι ἀγνωσία, βλάπτει τὴν σοφία του. Καὶ ἁπλά, καθότι αὐτὴ εἶναι καὶ λέγεται ἀτελειότητα καὶ παράλειψη, βλάπτει καὶ ἐναντιώνεται στὶς ἄπειρες τελειότητες τοῦ Θεοῦ καὶ καθότι παράβαση καὶ ἀνομία βλάπτει καὶ πληγώνει τοὺς νόμους καὶ τὶς ἐντολὲς τοῦ Θεοῦ καὶ καθώς, κάθε λόγος ἐναντίον τοῦ Θεοῦ, ὀνομάζεται βλασφημία, γιατὶ βλάπτει τὴν φήμη καὶ τὸ ὄνομα τοῦ Θεοῦ, ἔτσι καὶ κάθε ἁμαρτία βλάβη λέγεται τοῦ Θεοῦ, ὄχι μόνο γιατὶ ἀπὸ μόνη της ἐναντιώνεται σὰν μεγαλύτερο κακὸ στὸ μεγαλύτερο κακό, ἀλλὰ γιατὶ καὶ σὰν γίνεται στὰ κτίσματα τοῦ Θεοῦ, κάνει νὰ βλασφημῆται ὁ Κτίστης αὐτῶν, πὼς εἶναι καὶ αὐτὸς τέτοιος κακός, καὶ στὴ συνέχεια ὅτι ἔκτισε καὶ τέτοια κακά· καθὼς καὶ ἡ ἀρετὴ τῶν κτισμάτων, κάνει νὰ δοξάζεται καὶ ὁ Κτίστης τους. 

2. Μιλώντας θυμήσου νὰ προσέχῃς στὴν προσταγὴ τοῦ ἁγίου Θαλασσίου ἡ ὁποία λέει· «Ἀπὸ τοὺς πέντε τρόπους τῆς συνομιλίας νὰ διαλέξης τοὺς τρεῖς. Τὸν τέταρτο μὴ τὸν συνηθίσῃς. Καὶ ἀπὸ τὸν πέμπτο νὰ ἀπέχῃς» (Φιλοκαλ.). Οἱ τρεῖς δὲ τρόποι, σύμφωνα μὲ τὸν Νικόλαο Κατασκεπηνὸ εἶναι τὸ ναί, τὸ ὄχι καὶ τὸ ξεκάθαρο. Ὁ τέταρτος εἶναι τὸ ἀμφίβολο. Ὁ δὲ πέμπτος, τὸ ἄγνωστο, δηλαδὴ νὰ μιλᾷς γιὰ πράγματα ποὺ γνωρίζεις πὼς εἶναι ἀληθινά, ἢ ψεύτικα ἢ συγκεκριμένα· καὶ γιὰ τὰ ἀμφίβολα καὶ ἄγνωστα στοὺς λόγους σου, νὰ μὴν μιλᾷς· ἢ ἐπειδὴ εἶναι πέντε τὰ εἴδη τοῦ λόγου, σύμφωνα μὲ τὸν Βλεμίδη στὴ λογική. Κλητικὸ μὲ τὸ ὁποῖο καλοῦμε κάποιον. Ἐρωτηματικό, μὲ τὸ ὁποῖον ἐρωτοῦμε. Εὐκτικό, μὲ τὸ ὁποῖο εὐχόμαστε. Ὁριστικό, μὲ τὸ ὁποῖο ὁριστικὰ καὶ καταφατικὰ μιλᾶμε καὶ Προστακτικό, μὲ τὸ ὁποῖο ἀρχοντικὰ καὶ αὐθεντικὰ προστάζουμε. Ἐσὺ χρησιμοποίησε στὴν ὁμιλία σου μόνο τὰ τρία, τὸ δὲ Ὁριστικὸ καὶ Προστακτικὸ μὴ τὸ χρησιμοποιῇς.

3. Γιὰ αὐτὸ καὶ ὁ Ἀββᾶς Ἰσαὰκ (Λόγοι γ´) λέγει, ὅτι εἶναι συνεργὸς τῶν καλῶν ἡ σιωπὴ καὶ μεγαλύτερη ὅλων τῶν ἔργων τῆς μοναχικῆς πολιτείας (Λογ. λδ´) καὶ μυστήριο τοῦ μέλλοντος αἰῶνος (Ἐπιστολ. γ´ ). Ὁ δὲ μέγας Βαρσανούφιος λέει, ὅτι ἡ σιωπὴ ποὺ κρατεῖται μὲ τὴ θέλησί μας, εἶναι ἀνώτερη καὶ ἀπὸ αὐτὴ τὴ θεολογία.

4. Ὁ δὲ Ἀββᾶς Ἰσαὰκ λέγει, ὅτι γιὰ τρία πράγματα σιωπᾷ κάποιος· ἢ γιὰ τὴν δόξα τῶν ἀνθρώπων ἢ γιὰ τὴν ζεστὴ ἐπιθυμία καὶ τὸ ζῆλο τῆς ἀρετῆς ἢ γιατὶ ἔχει κρυφὴ θεϊκὴ συνομιλία μέσα στὸν ἑαυτό του καὶ γι᾿ αὐτὸ τὸ λόγο πηγαίνει τὸ νοῦ του σὲ αὐτὴ (λόγ. κστ´).

5. Εἶναι ὁλοφάνερο αὐτὸ καὶ ἀπὸ τὰ παραδείγματα τῆς Ἁγίας Γραφῆς. Γιατὶ οἱ υἱοὶ τοῦ Θεοῦ, δηλαδὴ τοῦ Σὴθ καὶ τοῦ Ἐνώς, μὲ τὸ νὰ δοῦν τὶς κόρες τῶν ἀνθρώπων, δηλαδὴ τῶν ἀπογόνων τοῦ Κάιν ὅτι ἦταν ὄμορφες, πῆραν αὐτὲς γυναῖκες καὶ διέφθειραν αὐτὲς καὶ ἀπὸ αὐτὸ ἀκολούθησε ὁ παγκόσμιος ἐκεῖνος κατακλυσμὸς (Γέν. κεφ. ς´). Ὁ Συχὲμ ὁ γιὸς τοῦ Ἐμμὼρ στὰ Σίκιμα, γιὰ νὰ δῇ τὴν Δείνα τὴν κόρη τοῦ Ἰακώβ, τὴν ἀγάπησε καὶ ἔτσι τὴν διέφθειρε καὶ ἀπὸ τὴ διαφθορὰ αὐτή, ἔγινε ὁ καταστροφικὸς ἐκεῖνος ἀφανισμὸς τῶν Σικίμων ἀπὸ τοὺς ἀνθρώπους ἕως τὰ ζῷα. (Γέν. λδ´). Ὁ Σαμψὼν γνώρισε γυναῖκες, τόσο στὰ Θαμναθᾶ, ὅσο καὶ στὴ Γάζα καὶ ἀγάπησε αὐτὲς καὶ κοιμήθηκε μαζί τους (Κρίτ. ιδ´ καὶ ις´.) Εἶδε ὁ βασιλιὰς Δαβὶδ τὴν Βηρσαβεὲ ὅταν λουζόταν καὶ τὴν ἀγάπησε καὶ ἔτσι ἐμοίχευσε μὲ αὐτὴ (Β´ Βασιλ. ια´). Εἶδαν οἱ δυὸ ἐκεῖνοι ἡλικιωμένοι καὶ κριτὲς τοῦ λαοῦ τὴν Σωσάννα καὶ τὴν ἐπιθύμησαν (Σωσαν. ἰστορ. 9). Καὶ ἄλλα τέτοια πολλά.

6. Στὰ ἐπιτίμια ποὺ δὲν ἔχουν γραφή.

7. Ὁ μοναχὸς Ἰώβιος, στὴν Μυριόβιβλο τοῦ Φωτίου, λέγει, ὅτι ὀνομάζεται μυρμηκολέων ὁ διάβολος, διότι, πρῶτα ρίχνει τὸν ἄνθρωπο στὰ μικρὰ ἁμαρτήματα· καὶ ἔπειτα τὸν ρίχνει στὰ μεγάλα· καὶ στὴν ἀρχὴ φαίνεται ἀσθενὴς καὶ μικρός, ὡσὰν μήρμυγκας, ἀλλ᾿ ὕστερα φαίνεται κατὰ τοῦ ἁμαρτωλοῦ, σὰν ἀνδρειωμένο καὶ μεγάλο λεοντάρι.

Ο ΑΓΙΟΣ ΝΙΚΟΔΗΜΟΣ ΓΙΑ ΤΑ ΕΛΑΦΡΑ Ή ΣΥΓΓΝΩΣΤΑ ΑΜΑΡΤΗΜΑΤΑ

 Ο Άγιος Νικόδημος για τα ελαφρά ή συγγνωστά αμαρτήματα

Ο ἅγιος Νικόδημος ὁ Ἁγιορείτης στὸ πνευματικότατο βιβλίο του Πνευματικὰ Γυμνάσματα (Μελέτη ΙΔ΄) ἀναπτύσσει μὲ πολλὰ ἐπιχειρήματα πόσο μεγάλη ζημιὰ προξενοῦν τὰ λεγόμενα ἐλαφρὰ ἢ μικρὰ ἢ συγγνωστὰ ἁμαρτήματα.

 Δυστυχῶς πολλοὶ ἄνθρωποι, ἐπισημαίνει ὁ Ἅγιος, μὲ ἐλαφρὰ συνείδηση δικαιολογοῦν πολλὲς παρεκκλίσεις τους ἀπὸ τὸ θέλημα τοῦ Θεοῦ, λέγοντας, δὲν εἶναι τίποτε ποὺ εἶπα ἕνα μικρὸ ψεματάκι, δὲν εἶναι τίποτε…, ποὺ ἀστειεύθηκα, ποὺ κάπνισα, ποὺ θύμωσα, ποὺ εἶπα πειρακτικοὺς λόγους εἰς βάρος τοῦ ἀδελφοῦ μου, ποὺ ἔφαγα περισσότερο ἀπ’ ὅσο χρειαζόταν καὶ παραγέμισα τὸ στομάχι μου.

Ἡ Ἁγία Γραφὴ μᾶς βεβαιώνει ρητῶς ὅτι καὶ γιὰ τοὺς ἀργοὺς λόγους θὰ δώσουμε λόγο στὸ Θεό (βλ. Ματθ. ιβ΄ 36)· καὶ γιὰ τὴν ἐμπεπλησμένη γαστέρα καὶ γιὰ τοὺς γέλωτες θὰ δώσουμε λόγο στὸ Θεό (βλ. Λουκ. ς΄ 25).

Ἂν ποῦμε λόγου ψέματα, μεγάλα, ἁμαρτάνουμε ἐνώπιον τοῦ Θεοῦ. Μικρὰ ὀνομάζονται χάριν διακρίσεως, γιὰ νὰ ξεχωρίζουν ἀπὸ τὰ θανάσιμα. Μιὰ λίμνη ὀνομάζεται μικρή, ὅταν συγκρίνεται μὲ τὸν ὠκεανό. Ἀλλὰ αὐτὴ καθ’ ἑαυτὴν δὲν εἶναι μικρή.
Ἔχει χιλιάδες καὶ ἑκατομμύρια κυβικὰ νεροῦ. Ἄρα ὅλα τὰ ἁμαρτήματα ἔχουν τὸ βάρος τους, εἴτε μικρὰ ὀνομάζονται εἴτε μεγάλα. Μᾶς ζημιώνουν λοιπὸν καὶ τὰ λεγόμενα ἐλαφρὰ ἢ μικρὰ ἁμαρτήματα.
Πρωτίστως διότι ἀσχημίζουν τὴν ψυχή, τὴ στεροῦν ἀπὸ τὴν ἀφθονία τῆς θείας Χάριτος, ψυχραίνουν τὴ θερμότητα τῆς ἀγάπης της πρὸς τὸν Θεό, ἐξασθενίζουν τὶς νοερὲς δυνάμεις της, ἀδυνατίζουν τὶς καλὲς συνήθειές της, μειώνουν χάριν ψέματα εἴτε μικρὰ εἶναι εἴτε τὸν ἐνθουσιασμὸ γιὰ τοὺς ἀγῶνες τῆς εὐσεβείας, συνηθίζουν τὴ θέληση νὰ κλίνει μὲ εὐκολία πρὸς τὸ κακό, ξηραίνουν τὰ δάκρυα ἀπὸ τοὺς ὀφθαλμούς.

Οἱ περισσότερες σωματικὲς ἀσθένειες δὲν ὁδηγοῦν ἀκαριαίως στὸν βιολογικὸ θάνατο. Στὴν ἀρχὴ προξενοῦν πονοκέφαλο, πυρετό, ἐξάντληση· σιγά- σιγὰ ὅμως φθείρουν τὴν ὑγεία μας. Ἔτσι καὶ τὰ ἐλαφρὰ ἁμαρτήματα δὲν ὁδηγοῦν ἀστραπιαίως στὸν πνευματικὸ θάνατο.
Στὴν ἀρχὴ προξενοῦν ὅλες τὶς παρενέργειες ποὺ προαναφέραμε, ἀλλὰ σιγά-σιγὰ ἐπι βαρύνουν τὴν ἀσθένεια τῆς ψυχῆς μας. Ἐπίσης μᾶς ζημιώνουν τὰ ἐλαφρὰ ἁμαρτήματα, διότι ἀνοίγουν τὸν δρόμο πρὸς τὰ θανάσιμα ἁμαρτήματα. Ἐφόσον μᾶς σπρώχνουν συνεχῶς στὸν γκρεμό, κάποια στιγμή, χωρὶς κὰν νὰ τὸ ἀντιληφθοῦμε, μᾶς ρίχνουν στὰ βάραθρά του.

Θεωροῦμε μικρὸ ἁμάρτημα, γράφει ὁ ἅγιος Νικόδημος, τὸ νὰ ἐπιθυμήσουμε «τὸ μάταιον κάλλος», ἀλλὰ ἂς μετρήσουμε πόσα κακὰ προέρχονται ἀπὸ αὐτό: Ὁλόκληρη ἁλυσίδα ἁμαρτημάτων ποὺ ἀκολουθοῦν τὸ ἕνα κατόπιν τοῦ ἄλλου, ὥσπου στὸ τέλος μᾶς ρίχνουν στὰ βάραθρα τῆς κολάσεως. Ὁ κατήφορος δὲν ἔχει σταματημό.
Βρισκόμαστε χαλαροὶ καὶ δὲν ἀντικρούουμε τὴν πρώτη προσβολή. Ἀλλὰ ἡ ὑποχώρηση αὐτὴ φέρνει καὶ δεύτερη καὶ τρίτη καὶ τέταρτη, ὥσπου στὸ τέλος μᾶς ὁδηγεῖ στὴ θανάσιμη ἁμαρτία. Ὁ κλέφτης ἀρχίζει νὰ κλέβει μικροποσὰ καὶ καταλήγει μεγαλοαπατεώνας.
Ἔτσι κι ἐμεῖς ἀρχίζουμε νὰ πέφτουμε στὰ ἐλαφρὰ καὶ καταλήγουμε νὰ πέφτουμε καὶ σὲ θανάσιμα ἁμαρτήματα. «Ὁ ἐξουθενῶν τὰ ὀλίγα κατὰ μικρὸν πεσεῖται» (Σοφ. Σειρ. ιθ΄ 1). Αὐτὸς ποὺ καταφρονεῖ τὰ μικρὰ ἁμαρτήματα πέφτει καὶ στὰ μεγάλα.

 Μὴν ὑποτιμοῦμε τὴ ζημιὰ ποὺ προξενοῦν τὰ ἐλαφρὰ ἁμαρτήματα. Ὅπως μία ἀλεπού, ἂν μπεῖ στὸ ἀμπέλι τὸν καιρὸ ποὺ εἶναι ὥριμα τὰ σταφύλια, κάνει μεγάλη ζημιά, ἔτσι καὶ τὰ μικρὰ ἀλεπουδάκια της, ἂν μποῦν στὸ ἀμπέλι τὴν ἴδια ἐποχή, κάνουν ἐξίσου μεγάλη ζημιά. Ἀφανίζουν ἀμπελῶνες (βλ. ᾎσμ. β΄ 15).
Ἐπιπλέον μᾶς ζημιώνουν τὰ ἐλαφρὰ ἁμαρτήματα, διότι μᾶς αἰχμαλωτίζουν στὸν μισάνθρωπο διάβολο, ὅπως μᾶς αἰχμαλωτίζουν καὶ τὰ θανάσιμα ἁμαρτήματα.
    Ἂς ὑποθέσουμε, προσθέτει ὁ ἅγιος Νικόδημος, ὅτι ἕνα λιοντάρι πιάνεται στὴν παγίδα ἀπὸ τὸ ἕνα πόδι του, καὶ ἄλλο λιοντάρι πιάνεται ἀπὸ τὰ τέσσερα.
Ἐφόσον καὶ τὰ δυὸ πιάνονται στὶς παγίδες, εἶναι ἐξίσου αἰχμάλωτα. Ἂς ὑποθέσουμε ὅτι μιὰ βάρκα βυθίζεται, ὅταν τὴ φορτώσουμε μὲ ἕναν πολὺ μεγάλο καὶ βαρὺ βράχο ποὺ δὲν ἀντέχει νὰ τὸν σηκώσει. Ἐξίσου βυθίζεται, ἂν τὴ φορτώσουμε καὶ μὲ ἀμέτρητους κόκκους ἄμμου. Καὶ οἱ μικροσκοπικοὶ κόκκοι τῆς ἄμμου καὶ ὁ γιγαντιαῖος βράχος τὴν ἴδια ζημιὰ κάνουν. 

Ἀπὸ τὶς θεοφώτιστες ἐπισημάνσεις τοῦ ἁγίου Νικοδήμου φαίνεται πολὺ καθαρὰ ὅτι καὶ τὰ ἐλαφρὰ ἁμαρτήματα προξενοῦν μεγάλη ζημιά, ὅπως καὶ τὰ θανάσιμα. Καὶ τὰ ἐλαφρὰ ἁμαρτήματα ὁδηγοῦν στὸν πνευματικὸ θάνατο, ὅπως καὶ τὰ θανάσιμα.
Νὰ μὴν ὑποχωροῦμε λοιπὸν στὸ κακό. Νὰ παρακαλοῦμε τὸν ἅγιο Θεὸ νὰ μᾶς δίνει τὴ χάρη Του νὰ μὴν κυριευθοῦμε ἀπὸ καμιὰ ἁμαρτία. «Μὴ κατακυριευσάτω μου πᾶσα ἀνομία» (Ψαλμ. ριη΄ 133). Νὰ μὴ γλιστροῦμε οὔτε στὰ ἐλαφρὰ οὔτε στὰ θανάσιμα ἁμαρτήματα, ἀλλὰ νὰ βαδίζουμε σύμφωνα μὲ τὸ θέλημα τοῦ Θεοῦ «τὸ ἀγαθὸν καὶ εὐάρεστον καὶ τέλειον» (Ρωμ. ιβ΄2).

Περιοδικό “Ο ΣΩΤΗΡ”, Τεῦχος 2075