ΑΝ ΒΙΑΖΕΣΑΙ ΝΑ ΔΕΙΣ ΤΟΝ ΚΟΣΜΟ ΝΑ ΓΙΝΕΤΑΙ ΚΑΛΥΤΕΡΟΣ, ΑΡΧΙΣΕ ΑΠΟ ΤΟΝ ΕΑΥΤΟ ΣΟΥ. ΕΙΝΑΙ Ο ΣΥΝΤΟΜΟΤΕΡΟΣ ΔΡΟΜΟΣ.

Σάββατο 5 Ιουλίου 2025

ΑΘΩΝΙΚΟΙ ΓΕΡΟΝΤΕΣ 20ου ΑΙΩΝΟΣ- ΔΙΔΑΧΕΣ ΕΡΗΜΟΥ

Αθωνικοί Γέροντες 20ου Αιώνος
Διδαχές Ερήμου

  ΠΕΡΙ ΑΙΡΕΣΕΩΣ

Έχει λεχθεί όσον αφορά τον Αβά Αγάθωνα, ένα πατέρα της ερήμου του 4ου αιώνα, ότι κάποιοι μοναχοί ήρθαν και τον βρήκανε έχοντας ακούσει για τη μεγάλη του διάκριση. Θέλοντας να δουν άμα θα μπορούσε να χάσει την ψυχραιμία του τού είπανε «Εσύ δεν είσαι ο Αγάθωνας που λέγεται ότι είναι πόρνος και υπερήφανος» «Ναι, είναι αλήθεια». Συνέχισαν, «εσύ δεν είσαι ο Αγάθωνας που πάντα λέει ανοησίες;» «Εγώ είμαι.» Μετά τον ρωτήσανε «Εσύ δεν είσαι ο Αγάθωνας ο αιρετικός;» αλλά σε αυτό απάντησε «Δεν είμαι αιρετικός.» Οπότε τον ρώτησαν, «πες μας γιατί αποδέχτηκες οτιδήποτε πετάξαμε εναντίον σου, αλλά αρνήθηκες την τελευταία αυτή προσβολή» Απάντησε «Τις πρώτες κατηγορίες τις παίρνω για τον εαυτό μου γιατί αυτό είναι καλό για την ψυχή μου. Αλλά η αίρεση είναι διαχωρισμός από το Θεό. Δεν επιθυμώ να αποχωριστώ από το Θεό». Με αυτό το ρητό εντυπωσιάστηκαν από τη διάκρισή του και επέστρεψαν φωτισμένοι.  

ΠΕΡΙ ΜΑΚΡΟΘΥΜΙΑΣ

Κάποιος μοναχός συκοφαντήθηκε για πορνεία. Μη μπορώντας ο μοναχός αυτός την αδικία, έφυγε από το μοναστήρι του και πήγε στον Αββά Αντώνιο. Μετά από λίγο ήλθαν στον Αββά Αντώνιο μοναχοί από το μοναστήρι για να δουν τον μοναχό και να τον πάρουν πίσω. Άρχισαν λοιπόν να τον ελέγχουν και να επιμένουν ότι έπραξε την αμαρτία, ενώ εκείνος επέμενε ότι δεν έκανε τέτοια αμαρτία.

Συμπτωματικά έτυχε να βρίσκεται εκεί ο Αββάς Παφνούτιος ο Κεφαλάς και βλέποντας την φιλονικία είπε αυτή τη παραβολή. Είδα –είπε- στη όχθη ενός ποταμού κάποιον άνθρωπο να έχει μπει στη λάσπη μέχρι τα γόνατα και ήλθαν κάποιοι να τον βοηθήσουν. Δίνοντας όμως το χέρι τους να τον τραβήξουν τον βύθισαν στη λάσπη μέχρι το λαιμό. Ακούγοντας την παραβολή αυτή ο Αββάς Αντώνιος λέει στους άλλους για τον Αββά Παφνούτιο.

Να ένας αληθινός άνθρωπος, που μπορεί να βοηθήσει και να σώσει ψυχές. Ακούγοντας αυτά οι μοναχοί συγκινήθηκαν και ζήτησαν συγγνώμη από το αδελφό που είχε συκοφαντηθεί. Και αφού τους παρακάλεσαν οι αββάδες τον πήραν και πάλι στο κοινόβιο. 

ΠΕΡΙ ΣΩΦΡΟΣΥΝΗΣ

Κάποτε διηγήθηκε ο Αββάς Αρσένιος μία ιστορία: Καθόταν ένας γέροντας στο κελί του και άκουσε μία φωνή να του λέει « έλα, να σου δείξω τα έργα των ανθρώπων». Σηκώθηκε και βγήκε έξω. Τον πήγε λοιπόν σε κάποιο τόπο και του έδειξε έναν Αιθίοπα που έκοβε ξύλα από τα οποία είχε φτιάξει ένα μεγάλο φορτίο. Προσπαθούσε στη συνέχεια να σηκώσει το φορτίο αλλά δεν μπορούσε. Αντί όμως να αφαιρέσει βάρος, έκοβε ξύλα και τα πρόσθετε στο φορτίο.

Αυτό το έκανε συνέχεια. Προχωρώντας πιο πέρα του έδειξε άλλον άνθρωπο να στέκεται σ΄ ένα λάκκο και να βγάζει νερό, το οποίο το μετέφερνε σε μια δεξαμενή τρύπια, ώστε το νερό να ξαναγυρίζει στο λάκκο. Έλα του είπε να σου δείξω και άλλον. Τότε βλέπει ένα Ναό και δύο άνδρες πού κάθονταν πάνω στα άλογά τους και κρατούσαν ο καθένας πλαγιαστά ένα ραβδί. Ήθελαν όμως να περάσουν από τη πόρτα του Ναού αλλά δεν μπορούσαν εξ αιτίας του ραβδιού που κρατούσαν πλαγιαστά.

Από υπερηφάνεια δεν ίσιωνε κανένας το ραβδί του και γι’αυτό έμεναν και οι δύο εμπρός στη πόρτα του Ναού. Αυτοί είναι –είπε η φωνή- που κάνουν τους δίκαιους αλλά έχουν υπερηφάνεια και οι οποίοι δεν υποχωρούν ώστε να διορθώσουν τους εαυτούς τους και να ακολουθήσουν το ταπεινό δρόμο του Χριστού. Γι’αυτό μένουν εκτός της Βασιλείας του Θεού. Αυτός που έκοβε ξύλα είναι ο άνθρωπος που έχει πολλές αμαρτίες και αντί να μετανοήσει προσθέτει στις υπάρχουσες αμαρτίες και άλλες. Όσο για εκείνον που αντλούσε νερό, πρόκειται για τον άνθρωπο που κάνει βέβαια καλά έργα αλλά επειδή τα έργα του έχουν και πονηρία, γι’αυτό χάνει και αυτά. Πρέπει λοιπόν κάθε άνθρωπος με σωφροσύνη να πράττει κάθε έργο του ώστε να μην κοπιάζει μάταια. 

ΠΕΡΙ ΑΠΑΘΕΙΑΣ

Κάποιος αδελφός πήγε στον Αββά Μακάριο και του είπε: Πες μου Αββά, τι να κάνω για να σωθώ; Ο γέροντας του είπε: Πήγαινε στο κοιμητήριο και βρίσε τους νεκρούς. Πράγματι ο αδελφός πήγε στο κοιμητήριο, έβρισε τους νεκρούς, τους λιθοβόλησε και επέστρεψε στο γέροντα και του το είπε. Τον ρώτησε ο γέροντας σου είπαν τίποτα οι νεκροί και αυτός απάντησε. Όχι. Του λέει ο γέροντας. Πήγαινε πάλι αύριο στο κοιμητήριο και αυτή τη φορά να εγκωμιάσεις τους νεκρούς.

Ο αδελφός πήγε τη επομένη στο κοιμητήριο και έλεγε προς τους νεκρούς. Είστε απόστολοι, άγιοι και δίκαιοι. Αφού έκανε και αυτό επέστρεψε στο Αββά Μακάριο και του το ανέφερε. Ο γέροντας τον ρώτησε: Δεν σου απάντησαν τίποτα; Ο αδελφός είπε. Όχι. Τότε τού λέει ο γέροντας. Είδες όσο και αν τους έβρισες δεν σου είπαν τίποτα, και όσο επίσης τους εγκωμίασες πάλι δεν σου απήντησαν τίποτα. Έτσι και συ αν θέλεις να σωθείς γίνου νεκρός. Ούτε τη αδικία των ανθρώπων ούτε τα εγκώμια τους να λογαριάζεις όπως οι νεκροί και μ’ αυτό το τρόπο θα σωθείς. 

ΠΕΡΙ ΤΗΣ ΚΑΛΗΣ ΠΟΡΕΙΑΣ

Υπήρχε κάποιος πολύ ευλαβής  κοσμικός, ο οποίος πήγε στο Αββά Ποιμένα. Τον ίδιο καιρό πήγαν και άλλοι αδελφοί στο γέροντα, ζητούντες απ’ αυτόν να ακούσουν πνευματικές νουθεσίες. Λέγει τότε ο γέροντας στο ευλαβή εκείνο κοσμικό. Πες στους αδελφούς κάποια νουθεσία. Αυτός όμως παρακαλούσε λέγοντας· «συγχώρεσέ με Αββά, εγώ ήλθα για να μάθω». Αλλά μετά από πίεση του γέροντα είπε· «Εγώ είμαι ένας κοσμικός άνθρωπος πού μεταπουλάω χόρτα.

Τα μεγάλα δεμάτια χόρτα που παίρνω τα λύνω και τα κάνω μικρότερα. Με το τρόπο αυτό αγοράζω  χοντρικά και πουλάω λιανικά. Έτσι δεν ξέρω να σάς μιλήσω από τις γραφές, θα  πω όμως μία παραβολή. Κάποιος άνθρωπος είπε στο φίλο του· «Επειδή έχω την επιθυμία να δω τον Βασιλέα, έλα μαζί μου». Του απαντά ο φίλος του· «Θα έρθω μαζί σου μέχρι το μισό δρόμο». Αφού πήγαν μέχρι τα μισά του δρόμου λέει σε άλλο φίλο του· «Έλα εσύ τώρα να με πάς στο Βασιλιά» και εκείνος του απάντησε· «Θα σε πάω μέχρι το παλάτι του Βασιλιά». Τότε λέει σε κάποιο τρίτο φίλο του· «Έλα μαζί μου στο Βασιλιά», και αυτός απάντησε· «Θα έρθω και θα σε πάω στο παλάτι, θα σου συμπαρασταθώ, θα μιλήσω και θα σε παρουσιάσω στο Βασιλέα».

Τον ρώτησαν λοιπόν πια η σημασία της παραβολής και εκείνος αποκρίθηκε. «Ο πρώτος φίλος είναι η άσκηση πού οδηγεί μέχρι το δρόμο, ο δεύτερος φίλος είναι η αγνότητα η οποία φθάνει μέχρι τον ουρανό και ο τρίτος φίλος είναι η ελεημοσύνη που σε φέρνει απευθείας μέχρι το Βασιλέα Θεό. Έτσι, μορφωθέντες οι αδελφοί από τη παραβολή έφυγαν. 

ΠΕΡΙ ΑΚΑΚΙΑΣ

Κάποιος μοναχός διηγόταν για τον Αββά Ιωάννη τον Πέρση, ότι από την πολλή χάρη πού τον περιέβαλλε, είχε φθάσει σε μεγάλη ακακία. Και εξιστόρησε το εξής περιστατικό. Αυτός (ο Αββάς Ιωάννης) έμενε στην Αραβία της Αιγύπτου. Κάποτε χρειάστηκε και πήρε από κάποιον αδελφό ένα νόμισμα και αγόρασε λινάρια για να εργασθεί. Ήλθε τότε κάποιος αδελφός και τον παρακάλεσε λέγοντας·  χάρισε μου Αββά λίγα λινάρια για να φτιάξω ένα λέβητα. Ο Αββάς Ιωάννης του έδωσε λινάρια με χαρά. Ήλθε και άλλος αδελφός και τον παρακάλεσε όπως ο προηγούμενος λέγοντας· δώσε μου λίγα λινάρια Αββά για να φτιάξω ένα προσόψιο. Ο Αββάς Ιωάννης έδωσε και σ’ αυτόν με χαρά όπως και στον προηγούμενο.  Παρόμοια με τούς προηγούμενους ήλθαν και άλλοι αδελφοί πού ζήτησαν λινάρια, στους οποίους έδωσε ο Αββάς με ευχαρίστηση.

Κάποια στιγμή ήλθε και εκείνος πού του είχε δανείσει το νόμισμα και το ζήτησε. Του λέγει τότε ο Αββάς· θα πάω να στο φέρω, αλλά μη έχοντας από που να το δώσει, σηκώθηκε να πάει στον Αββά Ιάκωβο πού ήταν εφημέριος, προκειμένου να τον παρακαλέσει να του δώσει το νόμισμα, ώστε να το επιστρέψει στον αδελφό πού το χρωστούσε. Πηγαίνοντας λοιπόν προς τον Αββά Ιάκωβο, βρήκε καταγής ένα νόμισμα αλλά δεν το άγγιξε και βάζοντας μετάνοια επέστρεψε στο κελί του.

Ήλθε και πάλι ο δανειστής στον Αββά Ιωάννη ενοχλώντας τον για το νόμισμα. Του απάντησε ο γέροντας· μη στεναχωριέσαι για την καθυστέρηση φροντίζω γι’ αυτό. Πάλι λοιπόν βγήκε από το κελί του προς αναζήτηση του νομίσματος και βρήκε ξανά το νόμισμα στο δρόμο εκεί πού το πρωτοείδε. Δεν το πήρε όμως αλλά κάνοντας μετάνοια επέστρεψε στο κελί του. Και τρίτη φορά Ήλθε ο αδελφός πού του είχε δανείσει το νόμισμα και το ζητούσε. Τότε του είπε ο γέροντας· αυτή τη φορά να είσαι σίγουρος ότι θα στο δώσω. Σηκώθηκε για μία φορά ακόμη και διερχόμενος από το ίδιο δρόμο βρήκε και πάλι το νόμισμα χάμω.

Κάνοντας λοιπόν μετάνοια το πήρε και πήγε στο Αββά Ιάκωβο λέγοντας του· Αββά, ερχόμενος σε σένα βρήκα αυτό το νόμισμα στο δρόμο. Κάνε λοιπόν αγάπη και πες το στην ενορία μήπως κάποιος το έχασε, και αν βρεθεί ο απολέσας τούτο, δός του το. Πράγματι ο Αββάς Ιάκωβος πηγαίνοντας στην ενορία το είπε σε τρεις συνάξεις αλλά δεν βρέθηκε κανένας πού να το είχε χάσει. Τότε είπε ο Αββάς Ιωάννης στον Αββά Ιάκωβο· αφού λοιπόν κανένας δεν το έχασε δός το στον τάδε αδελφό διότι του χρωστώ, αφού ερχόμενος σε σένα για να δείξεις την αγάπη σου ώστε να επιστρέψω το χρέος μου το βρήκα στο δρόμο. Θαύμασε τότε ο Αββάς Ιάκωβος, πως αφού χρωστούσε και βρήκε το νόμισμα δεν το πήρε αμέσως αλλά το έδωσε.

Και το επί πλέον αξιοθαύμαστο σχετικά με τον Αββά Ιωάννη είναι ότι εάν κάποιος ερχόταν πού χρειαζόταν κάτι απ’  αυτόν, δεν το έδινε ο ίδιος αλλά έλεγε στο αδελφό· πήγαινε μόνος σου και πάρε ότι χρειάζεσαι, και όταν το επέστρεφε του έλεγε· βάλε το πάλι κει απ’ όπου το πήρες. Αν πάλι δεν το επέστρεφε ο δανειστής δεν του έλεγε ποτέ τίποτε. 

ΠΕΡΙ ΥΠΑΚΟΗΣ

Έλεγαν για τον Αββά Ιωάννη τον μαθητή του Αββά Παύλου, ότι είχε μεγάλη υπακοή. Ήταν κάποτε σ’ ένα μέρος μνήματα και κατοικούσε εκεί μία ύαινα. Είδε ο γέροντας ο Αββάς Παύλος εκεί τριγύρω βολβούς και είπε στον υποτακτικό του Αββά Ιωάννη, να πάει εκεί και να του φέρει βολβούς.

Του είπε όμως ο Αββάς Ιωάννης· τι να κάνω όμως γέροντα όσον αφορά την ύαινα. Αστειευόμενος ο γέροντας του είπε· αν έλθει κατ’ επάνω σου, δέστην και φέρε την εδώ. Έτσι, πήγε ο αδελφός εκεί. Πράγματι, μόλις έφθασε εκεί ο Αββάς Ιωάννης, όρμησε η ύαινα κατ’ επάνω του, και αυτός σύμφωνα με το λόγο του γέροντα προσπάθησε να την πιάσει. Η ύαινα όμως έφυγε, ο δε Αββάς Ιωάννης έτρεχε πίσω της λέγοντας· στάσου, ο Αββάς μου είπε να σε δέσω. Κάποια στιγμή έπιασε την ύαινα και την έδεσε.

Ο γέροντας όμως πού τον περίμενε στεναχωριόταν. Κάποια στιγμή Ήλθε ο Αββάς Ιωάννης έχοντας δεμένη την ύαινα, γεγονός πού όταν το είδε ο γέροντας θαύμασε. Θέλοντας όμως να ταπεινώσει τον Ιωάννη τον χτύπησε στη πλάτη λέγοντας του· παλαβέ, τρελό σκύλο έφερες εδώ; Και αμέσως ο γέροντας έλυσε την ύαινα και την άφησε ελεύθερη. 

ΠΕΡΙ ΜΕΤΑΝΟΙΑΣ

Διηγήθηκε κάποτε ο Αββάς Ιωάννης των κελιών, λέγοντας. Υπήρξε μία πόρνη στην Αίγυπτο πολύ όμορφη και πάρα πολύ πλούσια, την οποία <> οι άρχοντες της πόλης. Μία μέρα λοιπόν, βρέθηκε αυτή η πόρνη στην Εκκλησία και θέλησε να μπει μέσα. Ο υποδιάκονος όμως πού βρισκόταν στη πόρτα της Εκκλησίας δεν της επέτρεπε την είσοδο λέγοντας της· δεν είσαι άξια να μπεις στον οίκο του Θεού, διότι είσαι ακάθαρτη.

Άρχισε λοιπόν μία διαμάχη μεταξύ του υποδιακόνου και της πόρνης. Την φασαρία πού γινόταν στη πόρτα της Εκκλησίας, την άκουσε ο Επίσκοπος και πήγε εκεί. Τότε λέγει η πόρνη στον Επίσκοπο. Δεν με αφήνει να μπω στην Εκκλησία. Της απάντησε ο Επίσκοπος· δεν σου επιτρέπετε η είσοδος, διότι είσαι ακάθαρτη. Αυτή λοιπόν αισθάνθηκε τότε κατάνυξη και είπε στον Επίσκοπο· Δεν θα πορνεύσω ξανά. Της λέει ο Επίσκοπος· θα με βεβαιώσεις ότι δεν θα πορνεύσεις ξανά, αν φέρεις εδώ τα χρήματά σου.

Αμέσως η πόρνη έφυγε και επέστρεψε με όλα τα χρήματά της τα οποία έδωσε στον Επίσκοπο. Τότε ο Επίσκοπος παρέλαβε τα χρήματα και τα έκαψε. Μετά απ’ αυτό η πόρνη μπήκε στην Εκκλησία με συντριβή καρδιάς και δάκρυα μετανοίας, και έλεγε· Αλλοίμονο! Εάν εδώ σ’ αυτόν το κόσμο μου έγινε αυτό, τι έχω να πάθω στο άλλον κόσμο. Έτσι μετανόησε η πόρνη και έγινε σκεύος εκλογής. 

ΠΕΡΙ ΣΟΦΙΑΣ

Κάποτε συνομιλούσαν κάποιοι γέροντες με τον Αββά Αντώνιο, ήταν δε μαζί του και ο Αββάς Ιωσήφ. Θέλοντας ο Αββάς Αντώνιος να τούς δοκιμάσει, είπε κάποιο εδάφιο από την Αγία Γραφή και άρχισε να ερωτά από τον νεότερο προς τον αρχαιότερο, τι σήμαινε το συγκεκριμένο αγιογραφικό χωρίο.

Τότε, καθένας από τούς πατέρες εκείνους απαντούσε κατά την προσωπική του δυνατότητα. Ο Αββάς Αντώνιος αποκρίνετο σε καθέναν λέγοντας· <>. Μετά από όλους, λέγει στον Αββά Ιωσήφ· <>. Ο Αββάς Ιωσήφ του απήντησε· <>. Τότε, τούς είπε ο Αββάς Αντώνιος· <>. 

ΠΕΡΙ ΤΟΥ ΚΑΛΟΥ ΠΟΙΜΕΝΟΣ

Ο Αββάς Σπυρίδων πού ήταν βοσκός, διεκρίνετο από τόση ευσέβεια πού αξιώθηκε να γίνει και ποιμένας ανθρώπων διότι είχε κληρωθεί επίσκοπος μιας πόλεως της Κύπρου πού ονομάζετο Τριμυθους. Λόγω της ταπεινότητάς του ταυτόχρονα με τα Επισκοπικά του καθήκοντα συνέχιζε να ποιμένει πρόβατα. Ένα βράδυ ήλθαν κρυφά στο μαντρί κλέπτες και προσπαθούσαν να κλέψουν τα πρόβατα. Ο Θεός όμως πού φρόντιζε για την σωτηρία του ποιμένα έσωσε και τα πρόβατα.

Διότι από κάποια αόρατη δύναμη οι κλέπτες δέθηκαν στο μαντρί! Αφού ξημέρωσε ήλθε και ο βοσκός στα πρόβατα, ο οποίος βλέποντας τούς κλέπτες δεμένους πισθάγκωνα κατάλαβε τι είχε συμβεί. Τότε προσευχήθηκε και έλυσε τούς κλέπτες. Αφού τούς ενουθέτησε και τούς συμβούλευσε ότι είναι προτιμότερο με τίμιους κόπους να φροντίζουν για την ζωή τους παρά με αδικίες, τούς άφησε ελεύθερους χαρίζοντας τους ένα κριάρι και χαριτολογώντας τούς είπε· λάβετε αυτό για να μην θεωρηθή ότι ξενυχτήσατε άδικα. 

athonikoigerontes.blogspot.com 

Παρασκευή 4 Ιουλίου 2025

ΓΕΡΩΝ ΕΥΛΟΓΙΟΣ ΤΟΥ ΦΑΝΕΡΩΜΕΝΟΥ- ΟΙ ΠΡΟΣΕΥΧΕΣ ΤΟΥ ΥΠΟΤΑΚΤΙΚΟΥ ΤΟΝ ΓΛΥΤΩΣΑΝ ΑΠΟ ΤΗΝ ΚΟΛΑΣΗ

 Γέρων Ευλόγιος του Φανερωμένου
Οι προσευχές του υποτακτικού τον γλύτωσαν από την κόλαση 

To 1901 Γέρων (του Κελλίου Αγίου Γεωργίου του Φανερωμένου πλησίον των Καρυών) Παχώμιος, γερασμένος και ασθενής, στην επιθανάτια κλίνη έβλεπε δαίμονες. Ο Γέροντας Ευλόγιος στάθηκε συμπαραστάτης και παρηγορητής του όταν, κατά τις ανεξερεύνητες κρίσεις του Θεού, προσευχόμενος είδε την ψυχή του να πορεύεται στην κόλαση, πρόσπεσε με θερμά δάκρυα στη μεσιτεία της Παναγίας για την ψυχή του Γέροντός του. Μη μπορώντας να αντέξει την απώλειά του, δανείστηκε χρήματα για να κάνουν λειτουργίες ιερείς και να προσευχηθούν ασκητές επί σαρανταήμερο για την ψυχή του. Την τεσσαρακοστή ημέρα εμφανίστηκε χαρούμενος μπροστά του ο Γέρων Παχώμιος και τον ασπάστηκε, ευχαριστώντας τον για την σωτηρία του. Προς χάρη του η Θεοτόκος, τον είχε απαλλάξει από την κόλαση. 

ΠΗΓΗ : "ΠΡΩΤΑΤΟΝ",  ΙΑΝΟΥΑΡΙΟΣ - ΦΕΒΡΟΥΑΡΙΟΣ 1984, αριθ. 11, σελ.  κ.ε.

ΓΕΡΩΝ ΜΑΡΚΕΛΛΟΣ ΚΑΡΑΚΑΛΗΝΟΣ: ΤΟ ΛΑΔΟΦΑΝΑΡΟ ΤΗΣ ΚΟΛΑΣΗΣ!

 Το Λαδοφάναρο της κόλασης
Διηγείται ο μακαριστός Γέρων Μάρκελλος Καρακαλληνός

Ήταν ένας δόκιμος μοναχός ό όποιος -όπως όλοι οι νέοι στη αρχή- είχε δυσκολίες. Αποφάσισε λοιπόν -κρυφά από τον ηγούμενο και τούς άλλους πατέρας- να φύγει από το μοναστήρι η πρόνοια όμως του Θεού πού δεν ήθελε να τον αφήσει να εμπλακεί ξανά με τον κόσμο και να χάσει την ψυχή του τον προλαμβάνει και τη νύκτα πριν την ημέρα πού θα σηκωνόταν αξημέρωτα να φύγει, του δείχνει ένα τρομερό όραμα:  

Βρέθηκε, λέει, εις την κόλαση κι εκεί οδηγός του ήταν ένας άγγελος. Τον οδηγούσε ό άγγελος κι έβλεπε ό μοναχός τις διάφορες κολασμένες ψυχές κι έφριττε κι έτρεμε.  

 Κάποια στιγμή φθάνουν σ' ένα σημείο όπου καθόταν ο πατέρας του Καλογήρου. Είχε πεθάνει και είχε κολασθεί.  

- Πατέρα μου, λέει ό μοναχός, εδώ ήλθες;  

- Ναι, παιδάκι μου. Πρόσεξε, πρόσεξε πολύ στην ζωή σου να μην έλθεις κι εσύ σ' αυτόν τον τόπο τον απαράκλητο πού είμαι εγώ.  

Στο χέρι του ό πατέρας κρατούσε ένα λαδοφάναρο, σαν κι αυτά πού έχουμε εδώ στο μοναστήρι για να βαδίζουμε τις νύκτες στους διαδρόμους.  

Ό άγγελος πού μέχρις εκείνη την ώρα άκουγε, πλησιάζει και πιάνει το λαδοφάναρο, με σκοπό να το πάρει.  

- Όχι, άγγελε μου, φώναξε ό πατέρας, μη μου το παίρνεις το φανάρι. Αυτό το φως είναι ή παρηγοριά μου. 

- Θα το πάρω, λέει ό άγγελος, δεν είναι δικό σου –πια αυτό. Αυτό το φανάρι ήταν οι προσευχές του παιδιού σου πού έκανε κάθε βράδυ για σένα κι έφθαναν σαν φώς εδώ! Τώρα όμως θα φύγει από το μοναστήρι και θα το στερηθείς αυτό το φώς. Θα σου το πάρω.  

Τραβούσε λοιπόν ό άγγελος να το πάρει, τραβούσε και ό πατέρας να το κρατήσει. Πάνω σ' αυτή την αγωνία ξυπνάει το παλληκάρι. Πω-πω, λέει, ό ανόητος τί πήγα να κάνω! Ένα κόμπο έκανα με το κομποσκοίνι για τον πατέρα μου και αυτός πήγαινε σαν φώς εκεί στον άδη και τον παρηγορούσε. Πού να πάω να φύγω ό δόλιος; Δεν φεύγω με τίποτε!  

Το πρωί σαν ξημέρωσε, κτυπά την πόρτα του ηγουμένου και πέφτει στα πόδια του μπρούμυτα.  

- Τί έπαθες, παιδάκι μου, του λέει ό Γέροντας. Γιατί κλαις; Τί σου συνέβη πρωί-πρωί;  

- Αυτό κι αυτό, Γέροντα τού λέει και του διηγείται το δράμα. Τώρα κτύπησε με, διώξε με, ότι θέλεις κάνε με. Εγώ δεν φεύγω από το μοναστήρι, πάει και τελείωσε!

Πέμπτη 3 Ιουλίου 2025

ΜΕΓΑ ΣΠΗΛΑΙΟ: ΙΣΤΟΡΙΕΣ ΚΑΙ ΘΗΣΑΥΡΟΙ ΤΗΣ ΑΡΧΑΙΟΤΕΡΗΣ ΜΟΝΗΣ ΤΗΣ ΕΛΛΑΔΑΣ

Μέγα Σπήλαιο: Ιστορίες
και θησαυροί της αρχαιότερης Μονής της Ελλάδας

Σκαρφαλωμένη σε μια απόκρημνη πλαγιά, η Ιερά Μονή Μεγάλου Σπηλαίου αποτελεί ένα μνημείο πνευματικότητας και ιστορίας. Ιδρυμένη το 362 μ.Χ. από τους Θεσσαλονικείς μοναχούς Συμεών και Θεόδωρο, η Μονή φέρει τον τίτλο της αρχαιότερης στην Ελλάδα, μαγνητίζοντας πλήθος προσκυνητών.

Ο λόγος για το Μέγα Σπήλαιο, το ιστορικό μοναστήρι των Καλαβρύτων που αποτελεί πνευματική όαση για τους πιστούς και ένα από τα σπουδαιότερα προσκυνήματα της Ορθοδοξίας.

Η Μονή βρίσκεται 10 χλμ. βορειανατολικά των Καλαβρύτων κοντά στο δρόμο που ενώνει την Εθνική Οδό Πατρών – Αθηνών με τα Καλάβρυτα, και είναι κτισμένη στο άνοιγμα ενός μεγάλου φυσικού σπηλαίου (απ΄ όπου και το όνομα της) της οροσειράς του Χελμού, επάνω από την απότομη χαράδρα του Βουραϊκού ποταμού, σε υψόμετρο περίπου 900 μέτρων, καθώς και σε κοντινή απόσταση και ψηλότερα του χωριού Κάτω Ζαχλωρού.

Το οκταώροφο συγκρότημα της Μονής κόβει την ανάσα σε συνδυασμό με το εντυπωσιακό τοπίο της περιοχής. Το καθολικό της Μονής σκαμμένο στο βράχο, είναι ναός σταυροειδής, εγγεγραμμένος με δύο νάρθηκες. Ο κυρίως ναός έχει τοιχογραφίες του 1653, αξιόλογα μαρμαροθετήματα στο δάπεδο, ξυλόγλυπτο τέμπλο, ενώ στο νάρθηκα οι τοιχογραφίες ανάγονται στις αρχές του 19ου αιώνα.

Η ιστορία της Μονής του Μεγάλου Σπηλαίου αρχίζει με το θαυμαστό τρόπο της ανεύρεσης της Ιεράς Εικόνας. Δύο αδελφοί από την Θεσσαλονίκη, Συμεών και Θεόδωρος, διακρινόμενοι για την μόρφωση και την ευσέβειά τους, αφού ασκήθηκαν στα όρη Όλυμπος, Όσσα και Πήλιο, μετέβησαν στο Άγιο Όρος για να γνωρίσουν φωτισμένους ησυχαστές και άνδρες της ερήμου. Από εκεί πήγαν στους Αγίους Τόπους για να προσκυνήσουν όλα τα μέρη που περπάτησε ο Σωτήρας μας.  Ενώ οι δύο αδελφοί βρίσκονταν στα Ιεροσόλυμα, είδαν ο καθένας ξεχωριστά μια οπτασία με την εντολή να μεταβούν στην Αχαΐα και να βρουν την Ιερή Εικόνα της Παναγίας από μαστίχα και κερί, φιλοτεχνημένη από τον Ευαγγελιστή Λουκά.

Ύστερα από αλλεπάλληλες περιπλανήσεις και αποκαλυπτικά όνειρα, συνάντησαν εδώ το 362 μ.Χ. την κόρη Ευφροσύνη, βοσκοπούλα από το χωριό Γαλατά (Ζαχλωρού). Όταν την πλησίασαν, η Ευφροσύνη τους προσκύνησε με σεβασμό και ανέφερε τα ονόματά τους. Στην συνέχεια, τους οδήγησε στο σπήλαιο που βρισκόταν η αναζητούμενη Ιερή Εικόνα, την οποία είχε ανακαλύψει νωρίτερα η ίδια «Θεία Βουλή», και με την οδηγία ενός τράγου από το κοπάδι της, που πήγαινε στο σπήλαιο για να πιει νερό από την πηγή που βρισκόταν εκεί. Η πηγή αυτή του σπηλαίου – μαρμάρινη κατόπιν – αποτελεί σήμερα, το γνωστό με το όνομα «η Πηγή της Κόρης», άγιασμα, ενώ η Ευφροσύνη τιμάται ως Αγία.

Η Ιερή Εικόνα, σύμφωνα με την παράδοση, βρισκόταν δίπλα στην πηγή και φυλασσόταν από ένα φοβερό δράκο, ο οποίος σκοτώθηκε από κεραυνό όταν επιτέθηκε στους δύο μοναχούς που προσπαθούσαν να καθαρίσουν το ιερό χώρο από την πυκνή βλάστηση. Ακολούθως, οι δύο μοναχοί κατασκεύασαν μικρό ναό και μερικά μικρά κελιά με την συνδρομή του πλήθους των πιστών, που συνέρρεαν δια να προσκυνήσουν την θαυματουργή εικόνα της Θεοτόκου. Αρκετοί μάλιστα από τους πιστούς παρέμεναν για άσκηση. Σιγά – σιγά η Μονή έγινε μία από τις πλέον «πολυμονάχους Μονάς» και γνώρισε μεγάλη ακμή και αίγλη.

Ο αρχικός ναός σωζόταν μέχρι το 1934, οπότε και καταστράφηκε από πυρκαγιά. Στην περιουσία της Μονής περιλαμβάνονταν ακίνητα στην Κωνσταντινούπολη, στη Σμύρνη, στη Θεσσαλονίκη, και μεγάλες εκτάσεις στην Αχαΐα και την Ηλεία, τα λεγόμενα “Μετόχια”. Η Μονή καταστράφηκε τουλάχιστον τέσσερις φορές από πυρκαγιές, το 840, το 1400, το 1640 και το 1934. Πάντοτε όμως η Αγία Εικόνα σωζόταν με τρόπο θαυμαστό. Ο Αυτοκράτορας Ανδρόνικος ο Γέρων φέρεται να ξανάχτισε το μοναστήρι το 1285 μετά από καταστροφική πυρκαγιά.

Το Μέγα Σπήλαιο έπαιξε σημαντικό ρόλο στις εξεγέρσεις κατά των Τούρκων. Το 1770 ο Μητροπολίτης Πατρών Παρθένιος επικεφαλής ενόπλων πολιόρκησε τα Καλάβρυτα.

Τότε ο ηγούμενος της Μονής του Μεγάλου Σπηλαίου με άλλους μοναχούς και με τον σταυρό ανά χείρας πήγε στα Καλάβρυτα όπου μεσολαβώντας κατόρθωσε να παύσει η πολιορκία και να αποχωρήσουν ασφαλείς οι Τουρκικές οικογένειες. Χάρη σ’ αυτή την πράξη του ηγουμένου, όταν κατόπιν κατεστάλη η επανάσταση και ορδές Αλβανών λεηλατούσαν την Πελοπόννησο, η Μονή κατόρθωσε να διασωθεί και ταυτόχρονα να σώσει και πολλές ζωές Ελλήνων.

Κατά την Επανάσταση του 1821 η Μονή αποτέλεσε φάρο της Ορθοδοξίας και του Ελληνισμού αλλά και κέντρο αντίστασης κατά των κατακτητών και παρότι δέχτηκε πολλές επιθέσεις, ποτέ δεν κατακτήθηκε. Το γεγονός που ξεχώρισε ήταν η απόκρουση της επέλασης του Ιμπραήμ τον Ιούνιο του 1827.

Την 21η Ιουνίου οι Οθωμανοί Σαμή Εφέντης και Σεχνετζίπ Εφέντης, υπό τις διαταγές του Ιμπραήμ, κάλεσαν τους μοναχούς να του παραδώσουν το Μοναστήρι γράφοντας μεταξύ άλλων: «Ηγούμενε θέλει στοχασθής τούτο το κίνημα των Ρωμαίων δεν θέλει έυγη σε κεφάλι, λοιπόν σαν φρόνιμος όπου είσαι στοχάσου βαθιά πως δεν ευρίσκεις καλό τέλος και θα είσαι νικημένος».

Την 22 Ιουνίου δόθηκε η ιστορική απάντηση του τότε ηγούμενου Δαμασκηνού στους Τούρκους: «… δια να προσκυνήσωμεν είναι αδύνατον διότι είμεθα ωρκισμένοι εις την πίστιν μας, ή να ελευθερωθούμεν ή να αποθάνωμεν πολεμούντες, και κατά το αϊνί μας δεν γίνεται να χαλάση ο ιερός όρκος της Πατρίδος μας. … αν έλθεις εδώ να μας πολεμήσης και μας νικήσης, δεν είναι μεγάλο κακόν, διότι θα νικήσης παπάδες, αν όμως νικηθής… θα είναι εντροπή σου και τότε οι Έλληνες θα εγκαρδιωθούν και θα σε κυνηγούν πανταχού. …».

Και πραγματικά ο στρατός του Ιμπραήμ που είχε και την υποστήριξη Ελλήνων προσκυνημένων υπό τον Νενέκο, αναγκάσθηκε να αποσυρθεί μετά από σκληρή μάχη στις 24 Ιουνίου, χάρη στη γενναία άμυνα από τους Πετμεζαίους και τον Φωτάκο. Το μοναστήρι όπου είχαν βρει καταφύγιο και πολλοί άμαχοι, οι Τούρκοι δεν κατάφεραν να το καταλάβουν και μετά την σύγκρουση είχαν πολλούς νεκρούς και τραυματίες εν αντιθέσει με το ελληνικό στρατόπεδο. Μετά την έκβαση της μάχης που ήταν νικηφόρα για τους Έλληνες, οι κατακτητές αποχώρησαν από την ευρύτερη περιοχή των Καλαβρύτων.

Στο Σχολαρχείο που λειτουργούσε στη Μονή φοίτησε το 1895 ο τότε Γεώργιος Παρασκευόπουλος, ο οποίος αγιοκατατάχθηκε (Άγιος Γερβάσιος των Πατρών) στις 16 Νοεμβρίου 2023, μετά από απόφαση της Αγίας και Ιεράς Συνόδου του Πατριαρχείου.

Στους νεότερους χρόνους, η Μονή καταστράφηκε πάλι από πυρκαγιά και ανοικοδομήθηκε το 1937, έχοντας τεθεί υπό την αιγίδα του Βασιλέως Γεωργίου Β΄ που θεμελίωσε και τη νέα πτέρυγά της. Το Δεκέμβριο του 1943 τα Ναζιστικά στρατεύματα κατοχής λεηλάτησαν το μοναστήρι και εκτέλεσαν 16 άτομα, επισκέπτες, υποτακτικούς αλλά και μοναχούς. Ακόμη εννέα μοναχοί εκτελέστηκαν στη θέση «Ψηλός Σταυρός». Τα εναπομείναντα κελιά από την πυρκαγιά του 1934, πυρπολήθηκαν. Μετά τον πόλεμο ανεγέρθηκαν νέα κτίρια.

Παρ’ όλες αυτές τις δοκιμασίες, η Μονή του Μεγάλου Σπηλαίου, μετά από κάθε καταστροφή ή πυρκαγιά ανεγειρόταν καλύτερη. Tο 1979 ανέλαβε την Ηγουμενία της Μονής ο μακαριστός Πανοσιολογιώτατος Αρχιμανδρίτης Νικηφόρος Θεοδωρόπουλος (εκοιμήθη 24/11/2012). Τότε η Μονή από «ιδιόρρυθμος» έγινε «Κοινόβιος», ώστε απερίσπαστοι οι μοναχοί να υπηρετούν την Παναγία, στην υπηρεσία της οποίας έταξαν τους εαυτούς τους.

Η εικόνα της Παναγίας Μεγαλοσπηλαιωτίσσης: Εξέχουσα θέση μεταξύ των ιερών κειμηλίων της Μονής κατέχει η Θαυματουργή Ιερή Εικόνα της «Παναγίας της Μεγαλοσπηλαιώτισσας», που είναι έργο του Ευαγγελιστή Λουκά (μία εκ των τριών που δημιούργησε και σώζονται μέχρι σήμερα). Εκτιμάται ότι μαζί με το Ευαγγέλιο και τις Πράξεις των Αποστόλων την χάρισε ο Απόστολος Λουκάς στο πνευματικό του τέκνο, τον ηγεμόνα της Αχαΐας Θεόφιλο. Εκείνος δε την κληροδότησε στους απογόνους του. Κατά την εποχή των διωγμών, αυτοί την έκρυψαν στο Σπήλαιο. Όταν αυτοί πέθαναν ή φονεύθηκαν διά την Πίστη τους, παρέμεινε στο Σπήλαιο μέχρι που ανακαλύφθηκε κατά θαυμαστό τρόπο από την Αγία Ευφροσύνη. Είναι ανάγλυφη, πάχους τριών πόντων και πλασμένη από κερί, μαστίχα και άλλες ύλες. Φέρει εσθήτα χρωματισμένη και χρυσά διαγράμματα. Από τις πολλές πυρκαγιές έχει αμαυρωθεί.

Το σώμα της είναι εστραμμένο δεξιά, με κεκλιμένη την κεφαλή προς τον Υιόν της, κρατώντας τον στο δεξί χέρι (Δεξιοκρατούσα), ο οποίος με το αριστερό του χέρι κρατεί ελαφρά την αριστερή παλάμη της Μητρός Του, ενώ με το δεξιό κρατεί το Ευαγγέλιο. Δεξιά και αριστερά της κηρόπλαστης εικόνας παρίστανται, μετά φόβου άγγελοι. Στις τέσσερις γωνίες της εικόνας βρίσκονται δεξιά εξαπτέρυγα Σεραφείμ και αριστερά πολυόμματα Χερουβείμ.

Παράλληλα, στο Κειμηλιαρχείο της Μονής υπάρχουν πολλά ιερά κειμήλια: σιγγίλια, χειρόγραφα με εξαίρετες μικρογραφίες, διάφοροι σταυροί ευλογίας, χαλκογραφίες, προσωπογραφίες κ.α. Ανακαινίσθηκε εκ βάθρων από τους αδελφούς Αδραβιδιώτη.

Επιπλέον, στο παρεκκλήσιο των Κτιτόρων Συμεών Θεοδώρου και Ευφροσύνης, υπάρχουν πολλές λειψανοθήκες με Ιερά Λείψανα πολλών Αγίων, οι τίμιες Κάρες των ιδρυτών της Μονής καθώς και τμήμα του ιερού Λειψάνου του Αγίου Χαραλάμπους (άφθαρτο αριστερό χέρι σε στάση ευλογίας)

Η πρόσβαση στη Μονή σήμερα είναι εύκολη: στην Εθνική οδό Αθηνών – Πατρών, μετα την Ακράτα στην έξοδο της Πούντας ακολουθούμε το δρόμο προς Καλάβρυτα. Μετά από 25 χιλ. φθάνουμε στη Ιερά Μονή. Επίσης από το Διακοπτό με το εντυπωσιακό τρενάκι, τον οδοντωτό, διασχίζοντας το απείρου κάλλους φαράγγι του Βουραϊκού, φτάνει ο επισκέπτης στα Καλάβρυτα και από εκεί με ταξί σε δέκα λεπτά βρίσκεται στη Ιερά Μονή.

Τέλος, η Ιερά Μονή εορτάζει καί πανηγυρίζει κατά τις εξής ημερομηνίες: Την 15η Αυγούστου (Κοίμησις Υπεραγίας Θεοτόκου). Την 14η Σεπτεμβρίου (Ύψωσις Τιμίου Σταυρού) καθώς και την 18η Οκτωβρίου (Εορτή Αγίου Ενδόξου καί Αποστόλου Λουκά καί των Κτιτόρων Συμεών, Θεοδώρου και Ευφροσύνης, όπου τελείται Ιερά Αγρυπνία). 

pronews.gr

Η ΑΓΙΑ ΔΥΝΑΜΙΣ, ΜΕΤΟΧΙ ΤΗΣ ΙΕΡΑΣ ΜΟΝΗΣ ΠΕΝΤΕΛΗΣ

Η «Αγία Δύναμις», Μετόχι της Ιεράς Μονής Πεντέλης

Η «Αγία Δύναμις» είναι μονόκλιτος βασιλική με καμάρα και κτίστηκε τον 16ο αιώνα πιθανόν πάνω στα ερείπια του Ναού του ενδοξοτέρου ήρωα (ημίθεου και κατόπιν θεού) της Ελληνικής Μυθολογίας Ηρακλή, γιου του Δία και της Αλκμήνης, συζύγου του Αμφιτρύωνος, του οποίου αδυναμία ήταν η δύναμή του. Η εκκλησία ήταν γνωστή ως Μετόχι του Ροδακιού, από το όνομα της γειτονιάς της, αλλά και σαν Μεντελίτισσα, από την παραφθορά του ονόματος Πεντέλη σε Μεντέλη.

Η επωνυμία «Αγία Δύναμις» αναφέρεται στην Παναγία ως προστάτιδα των επιτόκων γυναικών, γι' αυτό και ο εορτασμός του ναού τελείται στις 8 Σεπτεμβρίου, ημέρα του Γενεσίου της Θεοτόκου. Ωστόσο η ιστορία φανέρωσε και μια άλλη κρυφή, αλληγορική έννοια της επωνυμίας «Αγία Δύναμη»: ο ναΐσκος αυτός αποτέλεσε στα χρόνια της Επανάστασης του 1821 ουσιαστική Δύναμη για τους Έλληνες αγωνιστές.

Έτσι η επωνυμία του Ναού της Γεννήσεως της Θεοτόκου «Αγία Δύναμις» οφείλεται, κατόπιν ευρείας αποδοχής του λαού: α) στη Δύναμη του ήρωα Ηρακλή, β) στη Δύναμη της επιτόκου γυναίκας που παίρνει από την εικόνα της Γεννήσεως της Θεοτόκου, προκειμένου να φέρει στον κόσμο παιδί, μια νέα ζωή, γ) στα χρόνια της επανάστασης του 1821 στη Δύναμη του Έλληνα αγωνιστή και δ) σήμερα στα χρόνια της αποδυνάμωσης, της χαλάρωσης, της διάβρωσης, της διάλυσης, της σήψης, της μόλυνσης και της ρύπανσης (οικογενειακής, κοινωνικής, πνευματικής, ηθικής, περιβαλλοντικής, ατμοσφαιρικής) η «Αγία Δύναμη» αποτελεί τη δύναμη της ψυχής, την ενδυνάμωση την πνευματική, την αντίσταση την ηθική του κάθε ευλαβούς ταπεινού προσκυνητή.

Στα χρόνια της Επανάστασης του 1821, σε ένα σπιτάκι μέσα στο Μετόχι και κοντά στην Αγία Δύναμη, ο γνωστός πυροτεχνίτης Μαστροπαυλής κατασκεύαζε πυρομαχικά για λογαριασμό των Τούρκων που βρίσκονταν οχυρωμένοι στο Κάστρο. Όμως, στα χέρια των Τούρκων έφτανε μόνο ο μικρός αριθμός πολεμοφοδίων που παρασκευάζονταν με βραδύ ρυθμό κατά τη διάρκεια της μέρας. Το μεγαλύτερο μέρος των πυρομαχικών, τα οποία παρασκευάζονταν με πυρετώδεις ρυθμούς τη νύχτα, παραλάμβανε το πρωί κρυφά, μέσα στο κοφίνι με τα άπλυτα, η κυρά Μανώλαινα Μπινιάρη, η οποία τα μετέφερε ως τον Ιλισό, στην πηγή της Καλλιρρόης. Από εκεί, το μπαρούτι και τα φυσέκια μεταφέρονταν από έμπιστα πρόσωπα στο Μενίδι, όπου είχαν συγκεντρωθεί οι επαναστάτες για την εξέγερση της 25ης Απριλίου του 1821.

Μέσα στο Μετόχι, στην «κρυψώνα της Πεντέλης», έκρυψαν οι πατέρες κατά την επιδρομή του Ομέρ Βρυώνη στη Στερεά Ελλάδα τα κειμήλια της Μονής. Ιερά σκεύη, άμφια, άγια λείψανα, τα έγγραφα των ιδιοκτησιών της Μονής, Σουλτανικά φιρμάνια και Πατριαρχικά σιγίλια καταστράφηκαν, όταν οι Τούρκοι στρατιώτες, άγνωστο με τίνος υπόδειξη, ανακάλυψαν την κρυψώνα.

Η επαναστατική Δύναμη, όμως που παρείχε το Μετόχι, δεν εξαντλήθηκε εκεί. Διοχετεύτηκε μέσα από πολλούς δρόμους και κάποιοι από αυτούς ήταν μυστικοί. Κάτω από την Αγία Τράπεζα του ναού υπάρχει μια σκάλα που κατεβαίνει προς τα κάτω. Σε βάθος 15 μέτρων, υπάρχει ένας μεγάλος υπόγειος χώρος, σαν σπηλιά. Το χώρο αυτό, στα χρόνια του Αγώνα, χρησιμοποιούσαν οι καλόγεροι της Μονής, σαν εργαστήριο, όπου κατασκεύαζαν πυρίτιδα, σφαίρες και φυσέκια. Στη συνέχεια, μετέφεραν τα πυρομαχικά μέσω μιας υπόγειας στοάς που ξεκινά από τον υπόγειο αυτό χώρο και καταλήγει κάπου κοντά στο σημερινό σκοπευτήριο της Καισαριανής. Εκεί τα παραλάμβαναν χωριάτες με μουλάρια και τα μετέφεραν στους Αγωνιστές, ενώ οι καλόγεροι επέστρεφαν σο υπόγειο εργαστήριό τους.

Ο χώρος αυτός κάτω από το ιερό της Αγίας Δύναμης, όπως και η στοά που ξεκινά από αυτόν, δηλώνει την προγενέστερη ύπαρξη υπόγειας ζωής. Τους τοίχους του κοσμούν παλιές τοιχογραφίες και σκαλισμένες παραστάσεις πουλιών, φύλλων αμπέλου και αγγέλων που κρατούν ρομφαίες. Όλα δείχνουν πως πρόκειται για κάποιον τόπο λατρείας. Μικρές κολώνες, σπασμένες ή γερμένες στο έδαφος, ανάγουν χρονολογικά ακόμη πιο πίσω, στην αρχαιότητα, ίσως στο Ναό του Ηρακλή.

Η ύπαρξη αρχαϊκών στοιχείων, άλλωστε, είναι χαρακτηριστικό πολλών ναών της Τουρκοκρατίας, αφού για την κατασκευή τους χρησιμοποιούνταν ανάγλυφα κομμάτια παλαιοτέρων ναών, αρχαία ή, αργότερα, χριστιανικά. Συγκεκριμένα, η εξωτερική θύρα της Αγίας Δυνάμεως φέρει μαρμάρινο πλαίσιο με χριστιανικά σύμβολα.

Ο ναός φέρει γενικότερα την αρχιτεκτονική της εποχής της Τουρκοκρατίας. Είναι μια μικρών διαστάσεων μονόκλιτος βασιλική με ξύλινη στέγη, για την κεράμωση της οποίας χρησιμοποιήθηκαν μεγάλοι κοίλοι στρωτήρες και σωληνωτοί καλυπτήρες.

Η όψη του ιερού είναι κυκλική. Στην ανατολική πλευρά του ναού διαγράφονται τρεις ημικυκλικές αψίδες. Η κεντρική είναι μεγαλύτερη και εξέχει, ενώ οι δυο μικρότερες, πλάγιες αψίδες εγγράφονται στο εσωτερικό του τοίχου.

Τα παράθυρα είναι στενά σαν πολεμίστρες, ενώ η θύρα βρίσκεται στο μέσο του δυτικού τοίχου και φέρει μαρμάρινο πλαίσιο. Μπαίνοντας ο προσκυνητής αντικρίζει επί του βορείου τοίχου, με σειρά από την είσοδο προς το ιερό, τις τοιχογραφίες της Αγίας Μαρίνας, της Αγίας Ειρήνης, της Αγίας Παρασκευής, του Αγίου Δημητρίου, του Αγίου Διονυσίου και του Αγίου Ιεροθέου. Στον νότιο τοίχο και με σειρά από το ιερό προς την έξοδο απεικονίζονται η Αγία Φιλοθέη, η Αποτομή του Αγίου Ιωάννου του Προδρόμου, η Αγία Αικατερίνη και η Αγία Κυριακή. Στον Ιερό Ναό επίσης φυλάσσεται το ιερό Λείψανο του Αγίου Νικολάου του Πλανά, του σύγχρονου Αγίου της Εκκλησίας μας, το οποίο μπορεί ο προσκυνητής επισκέπτης εύκολα να ασπαστεί και να λάβει ευλογία. 

H ασημένια λάρνακα, στην οποία τοποθετήθηκαν τα ιερά και θαυματουργά Λείψανα του Αγίου Νικολάου του Πλανά την 29 Αυγούστου του 1992 σήμερα βρίσκεται στο δεξιό κλίτος του Ιερού Ναού του Αγίου Ιωάννου επί της οδού Βουλιαγμένης, όπου εφημέρευε.

Σήμερα ο Ναΐσκος παράλληλα με το κατά το πρόγραμμα της Ιεράς Μονής Πεντέλης ημέρας και ώρας ιεράς εξομολογήσεως, Αγίου Ευχελαίου. Παρακλήσεων, λειτουργεί κάθε Σάββατο και Κυριακή, κάθε Δεσποτική και Θεομητορική εορτή και σε κάθε πανσέβαστη μνήμη εορταζομένου αγίου εκάστου μηνός. 

Πηγή Υλικού: Αρχιμανδρίτης Γρηγόριος Τερζής, Η «Αγία Δύναμις», Μετόχι Ιεράς Μονής Πεντέλης

Τετάρτη 2 Ιουλίου 2025

ΠΡΩΤ. ΘΩΜΑΣ ΒΑΜΒΙΝΗΣ: Η ΑΓΑΠΗ ΔΕΝ ΑΓΚΑΛΙΑΖΕΙ ΤΗΝ ΠΛΑΝΗ!

 Πρωτ. Θωμάς Βαμβίνης
Η αγάπη δεν αγκαλιάζει την πλάνη…

Ὅσοι «κρύβονται» κάτω ἀπό τήν σκέπη τῆς Ἐκκλησίας, κάτω ἀπό τό «μαφόριο» τῆς Θεοτόκου, ἐπιθυμοῦν τήν ἀσφάλεια τοῦ θελήματος τοῦ Θεοῦ, τόν φωτισμό ἀπό τό ἀληθινό Φῶς, τόν Χριστό, καί ὄχι τήν «διακινδύνευση» τῆς ὑπεροπτικῆς προβολῆς τῶν δικῶν τους προαιρέσεων.

Ὅσα σημειωθοῦν στήν συνέχεια προῆλθαν ἀπό σημειώσεις στό περιθώριο κάποιων κειμένων πού γεννήθηκαν ἀπό θαυμαστικούς λόγους γιά τόν πάπα Φραγκίσκο, οἱ ὁποῖοι συνοδεύονταν ἀπό θυμωμένες ἐκφράσεις γιά τούς Ὀρθοδόξους ὑπερμάχους τῆς πίστεως Πατέρες.

Δυό στοιχεῖα θά σχολιασθοῦν: Ὁ σχετισμός γιά τήν ἀλήθεια τῶν δογμάτων τῆς πίστεως καί ἡ ἀδιάκριτη «οὐ κατ’ ἐπίγνωσιν» ἀγάπη πού χρησιμοποιεῖται ὡς κάλυμμα τῶν δογματικῶν διαφορῶν καί ὡς προσχηματική αἰτία ἑνότητας.

Δυστυχῶς, δέν ἔχουμε ὅλοι οἱ Χριστιανοί τήν ἴδια ἀντίληψη γιά τόν Τριαδικό Θεό, οὔτε γιά τόν Θεάνθρωπο Χριστό, οὔτε γιά τήν Ἐκκλησία Του, γι’ αὐτό χρειάζεται «καλοδιάθετη παρατηρητικότητα», προκειμένου νά διασώζεται ἡ δυνατότητα τῆς σωτηρίας, ἡ εὕρεση τῆς «τεθλιμμένης ὁδοῦ», πού «ἀπάγει» στήν ὄντως Ζωή, γιά τήν ὁποία ὁ Χριστός εἶπε ὅτι «ὀλίγοι εἰσὶν οἱ εὑρίσκοντες αὐτήν» (Ματθ. 7, 14). Στήν συνέχεια μάλιστα ἀναφέρθηκε στούς ψευδοπροφῆτες. Εἶπε: «Προσέχετε δὲ ἀπὸ τῶν ψευδοπροφητῶν, οἵτινες ἔρχονται πρὸς ὑμᾶς ἐν ἐνδύμασι προβάτων» (ὅ.π. 7, 15). Συνδέει τήν ὁδό τῆς ζωῆς μέ τόν κίνδυνο τῶν ψευδοπροφητῶν, αὐτῶν πού διαστρέφουν τόν λόγο τοῦ Θεοῦ, τόν λόγο τῶν Προφητῶν καί τῶν Ἀποστόλων. Ὁ ἱερός Θεοφύλακτος Ἀχρίδος στήν ἑρμηνεία τοῦ στίχου αὐτοῦ σημειώνει: «Πανοῦργοί εἰσι καὶ ἐπιθέται οἱ αἱρετικοὶ, διὰ τοῦτο λέγει, “προσέχετε”. Χρηστολογίαν μὲν γὰρ προβάλλονται, καὶ βίον ὑποκρίνονται σεμνὸν, ἀλλ ̓ ἔσωθέν ἐστι τὸ ἄγκιστρον» (PG 123, 213 C).

Στίς μέρες μας κυριαρχεῖ ὁ λόγος περί ἀγάπης, πού χρησιμοποιεῖται ὡς κάλυμμα τῶν δογματικῶν διαφορῶν, οἱ ὁποῖες ἐξανεμίζονται μέσα σέ ἕνα κήρυγμα ἀγνωσίας τοῦ Θεοῦ. Ὑπερτονίζεται ἡ ἀγνωσία τοῦ Θεοῦ, ἡ ὁποία φθάνει μέχρι τήν μορφή ἑνός «χριστιανικοῦ ἀγνωστικισμοῦ», ὁ ὁποῖος χρησιμοποιεῖται ὡς μέσο ἑνότητας τῶν διηρημένων Χριστιανῶν. Ὅταν δέν γνωρίζω τίποτε, γιατί νά διαφωνῶ καί γιατί νά εἶμαι χωρισμένος ἀπό ἄλλους, πού χαρακτηρίζονται κι αὐτοί χριστιανοί;

Ὁ Θεός ὅμως τῶν Χριστιανῶν, ὁ Θεός τῶν Προφητῶν, τῶν Ἀποστόλων καί τῶν ἁγίων Πατέρων, εἶναι ἄγνωστος ὡς πρός τήν οὐσία Του, ἀλλά γνωστός καί μεθεκτός ὡς πρός τήν ἐνέργειά Του. Αὐτή γιά τούς Ὀρθοδόξους εἶναι μιά στοιχειώδης θεολογική γνώση. Ἐνέργεια τοῦ Θεοῦ εἶναι καί ἡ ἀγάπη. Ἡ ἀγάπη δέν εἶναι ἡ οὐσία τοῦ Τριαδικοῦ Θεοῦ, εἶναι οὐσιώδης ἐνέργειά Του, γι’ αὐτό «οἱ καθαροί τῇ καρδίᾳ» τήν γεύονται καί τήν γνωρίζουν· δηλαδή γνωρίζουν τίς προϋποθέσεις της καί τά ἀποτελέσματά της, γνωρίζουν ὅτι δέν ὑποτάσσεται σέ λογισμούς ἤ τεχνικές ἀνθρώπινες, οὔτε φυσικά μπορεῖ νά χρησιμοποιηθῆ ὡς πρόσχημα ὑπέρβασης τῆς διαφορᾶς ἀνάμεσα στήν ἀλήθεια ἀπό τό ψέμα, στόν ὀρθό βίο ἀπό τόν πλανεμένο. Ἡ ἀγάπη τοῦ Θεοῦ εἶναι φῶς γνώσεως καί ἀληθείας.

Πρέπει νά σημειωθῆ ὅτι ὁ Θεός «τῶν Πατέρων ἡμῶν», ὁ Θεός τῆς Ἐκκλησίας δέν εἶναι ἄδικος, οὔτε φθονερός· εἶναι ἀγαθός, παντοδύναμος, δίκαιος, πηγή τῆς ἀγάπης καί «Θεός τῶν γνώσεων». Γι’ αὐτό δέν ἄφησε τόν ἑαυτό Του ἀμάρτυρο μέσα στήν ἱστορία τῶν ἀνθρώπων, ἀλλά τόν ἀποκάλυψε «πολυμερῶς καί πολυτρόπως»· δέν ἄφησε τούς ἀνθρώπους στήν ἀγνωσία, δηλαδή χωρίς γνώση τῆς ὑπάρξεώς Του καί τῶν ἐνεργειῶν Του.

Ὁ ἅγιος Ἰωάννης ὁ Χρυσόστομος μᾶς λέει ὅτι στούς δικαίους τῆς Παλαιᾶς Διαθήκης ἔδινε ὁ Θεός τήν γνώση Του μέ τήν Χάρη τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, τοῦ «λαλήσαντος διά τῶν Προφητῶν». Ἦταν καθαροί στήν καρδιά. Στούς ἄλλους στούς ὁποίους δέν ἔβρισκε τόπο στήν διάνοιά τους, γνωστοποιοῦσε τό θέλημά Του μέ γραπτό νόμο· αὐτοί εἶχαν ἀνάγκη «τῆς ἀπό τῶν γραμμάτων βοηθείας» (ἅγιος Ἰωάννης Χρυσόστομος, ΕΠΕ, τ.9,σ.16). Ὅμως στόν Νῶε, τόν Ἀβραάμ, τόν Ἰώβ καί τόν Μωϋσῆ «οὐ διά γραμμάτων διελέγετο, ἀλλ’ αὐτός δι’ ἑαυτοῦ, καθαράν εὑρίσκων αὐτῶν τήν διάνοιαν» (ὅ.π.). Εἶχε μαζί τους «προφορική» ἐπικοινωνία.

Μετά τήν ἐνανθρώπηση τοῦ Υἱοῦ καί Λόγου τοῦ Θεοῦ, τήν δημόσια δράση Του, τό Πάθος, τόν Σταυρό, τήν Ἀνάσταση, τήν Ἀνάληψή Του καί τήν ἔλευση τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, τό ὁποῖο μετέβαλε τήν Ἐκκλησία σέ Σῶμα Χριστοῦ, εἶναι κατάφωρη ἀδικία ἀπέναντι στήν ἀγάπη, τήν ἀγαθότητα τοῦ Θεοῦ καί τήν φωτιστική Του Χάρη νά διακηρύσσουμε ἀγνωσία τοῦ Θεοῦ καί νά τήν ὑπερασπιζόμαστε σάν δόγμα, προκειμένου μέσα σέ ἀτμόσφαιρα συναισθηματικῆς ἀγάπης νά ἑνωθοῦμε μέ θρησκευτικές κοινότητες καί ὁμολογίες, οἱ ὁποῖες ἔχουν τελείως διαφορετική θεολογία. Ὑπόβαθρο εἶναι ἡ σκέψη πού προαναφέραμε: Ἀφοῦ δέν γνωρίζω τόν Θεό, γιατί νά διαφωνῶ καί γιατί νά εἶμαι χωρισμένος ἀπό ἄλλους, πού χαρακτηρίζονται κι αὐτοί χριστιανοί;

Ὅμως ἡ πείρα τῆς Ἐκκλησίας, μέσω τῶν Προφητῶν, ἀλλά καί συγχρόνων ἁγίων, ἄλλα μᾶς διδάσκει. Ὁ ὅσιος Σωφρόνιος ὁ Ἀθωνίτης ἀναφερόμενος στήν «μακαριότητα τῆς γνώσεως τῆς ὁδοῦ», γράφει: «“Μακάριοί ἐσμεν ᾿Ισραήλ, ὅτι τὰ ἀρεστὰ τῷ Θεῷ ἡμῖν γνωστά ἐστι. Θαρσεῖτε λαός μου, μνημόσυνον ᾿Ισραήλ” (Βαρούχ, 4, 4-5). Καί ἄν ὑπολογίσουμε πόσο περισσότερο εἴμαστε ἐμεῖς οἱ Χριστιανοί προικισμένοι ἀπό τόν Κύριο ἀπ’ ὅ,τι οἱ Προφῆτες καί οἱ Δίκαιοι τῆς Π. Διαθήκης, θά ὑψώναμε κι ἐμεῖς φωνή εὐχαριστίας καί θριάμβου λέγοντας: “Εὐλογημένοι εἴμαστε καί ἁγιασμένοι, οἱ Χριστιανοί, γιατί τόσο ἐπεθύμησε ὁ Θεός νά εἶναι ἑνωμένος μαζί μας, ὥστε ἡ ζωή Του νά γίνει δική μας”» (Ἡ Ζωή Του ζωή μου, σ.78).

Στίς μέρες μας, ἀπ’ ὅ,τι φαίνεται, αὐτή ἡ φωνή τῆς εὐχαριστίας καί τοῦ θριάμβου ὄχι μόνον ἔχει ἀτονήσει, ἀλλά καί ἀπό ὅποιους εὐλαβῶς ἀκούγεται σηκώνει κατ’ ἐπάνω τους θύελλα ἀγαπητικῆς ὑβρεολογίας περί ὀρθοδοξισμοῦ, «ἱδρυματικῆς Ἐκκλησίας» καί ἕτερά τινα. Κι ὅλ’ αὐτά διότι στήν θεολογική ἀλήθεια θεωρεῖται δεδομένη ἡ ἀσάφεια καί ἡ ἀγνωσία. Κι’ αὐτό συνεπάγεται ἀποδέσμευση ἀπό τό δόγμα, πού ὁριοθετεῖ τήν ἀλήθεια ἀπό τήν πλάνη, τήν ὁδό τῆς ζωῆς ἀπό τήν ὁδό τῆς ἀπωλείας.

Τό αἱρετικό δόγμα τῆς ἀσάφειας καί τῆς ἀγνωσίας ὑποβαθμίζει τίς δογματικές διαφορές σέ διαφορά τοπικῶν ἐθίμων. Τά δόγματα, ὅμως, δέν εἶναι ἔθιμα. Εἶναι διήγηση τῆς πείρας τῶν θεοπτῶν Προφητῶν, Ἀποστόλων καί ἁγίων Πατέρων. Δέν εἶναι ἁπλῶς λέξεις, εἶναι θεολογικά νοήματα, τά ὁποῖα ἔχουν ἀλλοιώσει ὅσοι ἔχουν χωρισθῆ ἀπό τό Σῶμα τῆς Ἐκκλησίας. Καί οἱ ἀλλοιώσεις αὐτές χωρίζουν ὅσους τίς ἀποδέχονται ἀπό τόν Θεό﮲ καθιστοῦν δύσκολη τήν σωτηρία.

Ὡς κατακλείδα τῶν παραπάνω παραθέτουμε θέσεις τῶν ἁγίου Ἰωάννου τοῦ Χρυσοστόμου, ἀπό τήν ἑρμηνεία του στήν πρός Φιλιππησίους ἐπιστολή τοῦ ἀπ. Παύλου καί συγκεκριμένα τοῦ στίχου: «Καὶ τοῦτο προσεύχομαι, ἵνα ἡ ἀγάπη ὑμῶν ἔτι μᾶλλον καὶ μᾶλλον περισσεύῃ ἐν ἐπιγνώσει καὶ πάσῃ αἰσθήσει» (1,9). Ἐπιμένει ὁ ἱερός Χρυσόστομος ἰδιαίτερα στό «ἐν ἐπιγνώσει». Γράφει: «Οὐχ ἁπλῶς τήν φιλίαν θαυμάζει [ὁ Ἀπόστολος Παῦλος], οὐδέ ἁπλῶς τήν ἀγάπην, ἀλλά τήν ἐξ ἐπιγνώσεως· τουτέστιν, οὐχ ἵνα πρός ἅπαντας τῇ αὐτῇ χρήσησθε ἀγάπῃ· τοῦτο γάρ οὐκ ἀγάπης, ἀλλά ψυχρότητος. Τί ἐστιν, “ἐν ἐπιγνώσει;”. Τουτέστι, μετά κρίσεως, μετά λογισμοῦ, μετά τοῦ αἰσθάνεσθαι» (Ἰ. Χρυσοστόμου, Ἔργα, τ. 21, σ. 390). Εἶναι ἀξιοπρόσεκτο τό ὅτι τήν ἀγάπη πρός ὅλους, χωρίς διακρίσεις, τήν ταυτίζει μέ τήν ψυχρότητα! Εἶναι ἰδέα ἀγάπης, χωρίς θερμότητα· ἡ ἀγάπη ἔχει θερμότητα, ὅταν πηγάζη ἀπό τήν ἀλήθεια καί τήν εἰλικρίνεια, ἀπό τήν γνώση τοῦ Θεοῦ, ὄχι τήν ἀγνωσία Του. Ἐξηγώντας τό «ἐν ἐπιγνώσει καὶ πάσῃ αἰσθήσει» γράφει ὅτι ἡ ἀγάπη πρέπει νά «περισσεύῃ», δηλαδή νά αὐξάνη μέ κρίση, μέ σκέψη καί συναίσθηση. Παραθέτοντας τήν συνέχεια τῆς ἐπιστολῆς τοῦ Ἀποστόλου Παύλου: «…εἰς τὸ δοκιμάζειν ὑμᾶς τὰ διαφέροντα, ἵνα ἦτε εἰλικρινεῖς», ὁ ἱερός Χρυσόστομος ἑρμηνεύει «τὰ διαφέροντα» ὡς «τά συμφέροντα» καί τό «ἵνα ἦτε εἰλικρινεῖς», γράφοντας: «τουτέστιν, ἵνα μηδέν νόθον δόγμα τῷ τῆς ἀγάπης προσχήματι παραδέχησθε».

Κατά τόν ἅγιο Ἰωάννη τόν Χρυσόστομο ἡ ἀγάπη μπορεῖ νά εἶναι προσχηματική, δηλαδή κίβδηλη, ψευδής, ὥστε ὑπό τό παραπλανητικό κάλυμμά της νά γίνονται ἀποδεκτά «νόθα δόγματα», ὅπως ἡ ἀγνωσία τοῦ Θεοῦ καί ἡ παραθεώρηση τῶν ἀποκαλύψεών Του στούς δικαίους. Γι’ αὐτό τονίζει: «Μή παραβλαπτέτω ὑμᾶς φησιν [ὁ Ἀπόστολος] ἡ ἀγάπη πρός τό εἰδέναι τά συμφέροντα» (ὅ.π.). «Τά συμφέροντα» εἶναι τά ὀρθά δόγματα καί ὁ ὀρθός βίος· «τουτέστι, μετά τῶν δογμάτων καί βίον ὀρθόν ἔχοντες· οὐχ ἁπλῶς ὀρθόν, ἀλλά πεπληρῶσθαι καρπῶν δικαιοσύνης» (ὅ.π.)· νά εἶναι ὁ βίος γεμάτος ἀπό καρπούς δικαιοσύνης.

Ἡ ἀγάπη «ἐξ ἐπιγνώσεως» πού κηρύττει ὁ Ἀπόστολος Παῦλος καί ὁ ἅγιος Ἰωάννης ὁ Χρυσόστομος «ἀγκαλιάζει τόν πλανεμένο», ὄχι ὅμως τήν πλάνη, ἀγαπᾶ καί τόν διάβολο, ὄχι ὅμως τά ἔργα του· θερμαίνεται ἀπό τό ἀληθινό φῶς τοῦ Χριστοῦ, πού «λύνει» τά ἔργα τοῦ διαβόλου καί ἐλευθερώνει τούς ἀνθρώπους ἀπό τήν ἐξουσία του. 

alopsis.gr