ΑΝ ΒΙΑΖΕΣΑΙ ΝΑ ΔΕΙΣ ΤΟΝ ΚΟΣΜΟ ΝΑ ΓΙΝΕΤΑΙ ΚΑΛΥΤΕΡΟΣ, ΑΡΧΙΣΕ ΑΠΟ ΤΟΝ ΕΑΥΤΟ ΣΟΥ. ΕΙΝΑΙ Ο ΣΥΝΤΟΜΟΤΕΡΟΣ ΔΡΟΜΟΣ.

Τρίτη 5 Αυγούστου 2025

ΤΟ ΣΥΓΚΛΟΝΙΣΤΙΚΟ ΟΡΑΜΑ ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ ΜΑΡΚΟΥ

 Το συγκλονιστικό όραμα του Αγίου Μάρκου
(Ο Άγιος Μάρκος, η Παναγία και η γύφτισσα)

Στην πανώρια αυτή περιοχή της Βίγλας, που έχει πολύ ανοιχτόν ορίζοντα προς όλες τις κατευθύνσεις και βλέπει τα απέραντα γαλανά νερά του Αιγαίου Πελάγου, τον δέκατο τέταρτο αιώνα ήρθε και αρκετά χρόνια εφησύχαζε, ο νηπτικώτατος πατήρ και διδάσκαλος άγιος Γρηγόριος ο Σιναίτης, ο οποίος δίδαξε και ανέδειξε πολλούς μαθητές της νηπτικής θεωρίας και πρακτικής καρδιακής προσευχής.

Μεταξύ των μαθητών του, σαν αστέρι πρώτου μεγέθους έλαμπε ο απλός και αγαθός Μάρκος, ο οποίος στην τοποθεσία αυτή αξιώθηκε να δει θαυμάσιο και υπερφυσικό όραμα : Στο υψηλότερο και πιο θεαματικό μέρος της «βίγλας», είδε σε ζωντανή εικόνα το τελευταίο μεγαλυνάριο, που ψάλλομε στο τέλος του μεγάλου Παρακλητικού Κανόνα της Παναγίας που λέγει :

«Χρυσοπλοκώτατε πύργε, καὶ δωδεκάτειχε πόλις, ἡλιοστάλακτε θρόνε, καθέδρα τοῦ βασιλέως, ἀκατανόητον θαῦμα, πῶς γαλουχεῖς τὸν δεσπότην.»

Δηλαδή είδε ένα χρυσόπλοκο και χρυσόκτιστο πύργο, πάνω στον οποίον ήταν ολοφώτεινος και ηλιοστάλακτος θρόνος. Επί του θρόνου αυτού, σα Βασίλισσα ουρανού και γης κάθονταν η Κυρία και Δέσποινα του κόσμου, Υπεραγία Θεοτόκος και Αειπάρθενος Μαρία, φέρουσα στην αγκαλιά της, τον Υιόν και Θεόν Της, Κύριον και Σωτήρα ημών Ιησούν Χριστόν.

Στον πύργο αυτόν, γύρω-γύρω σαν τείχος, ήταν δώδεκα ολόχρυσοι θρόνοι, επί των οποίων κάθονταν οι δώδεκα άγιοι Απόστολοι του Κυρίου, οι οποίοι, μαζί με τα Αγγελικά Τάγματα και τους αγιορείτες Πατέρες, υμνούσαν, ευλογούσαν και δοξολογούσαν τον Κύριο της δόξης και Θεόν, τιμώντες ταυτόχρονα με ύμνους και μεγαλυνάρια, την Παναγία Μητέρα, του Υιού και Λόγου του Θεού, Θεοτόκο Μαρία. Γύρω δε από όλους αυτούς ήταν άπειρο πλήθος Μοναχών και χριστιανών, που δοξολογούσαν κι αυτοί το Θεό και την μητέρα του Χριστού και θαύμαζαν τη δόξα και χάρη της Παναγίας Θεοτόκου και εμακάριζαν την«αειμακάριστον και παναμώμητον και μητέρα του Θεού ημών».

Και εφόσον γίνονταν αυτά στο ανατολικό μέρος, ο άγιος Μάρκος, γύρισε δυτικά και βλέπει μακριά και σε μεγάλη απόσταση, από την Παναγία, μια τσιγγάνα – γύφτισσα – η οποία έκανε διάφορα αστεία και κωμικά νούμερα, θεατρικές κινήσεις, ξεγυμνώματα και διάφορες άλλες ασχήμιες και ξεδιάντροπες παραστάσεις. Είχαν και κει μαζευτεί μερικοί άνθρωποι, που περιεργάζονταν, και χάζευαν και διασκέδαζαν με τις επιδείξεις και άσεμνες σκηνές που έκανε η γύφτισσα.

Τότε με φρίκη, παρατήρησε, ο άγιος Μάρκος, πως λίγοι-λίγοι από τους χριστιανούς, αλλά κι από τους Μοναχούς ακόμη, οι οποίοι πρώτα ήταν κοντά στην Παναγία και υμνολογούσαν το Θεό, άφηναν το χώρο του χρυσού εκείνου πύργου, που υμνολογούσαν το Θεό Άγγελοι και Άγιοι, και νικώμενοι από σατανική περιέργεια, γύριζαν προς το μέρος εκείνο της τσιγγάνας, πήγαιναν κοντά της, τους άρεσαν οι επιδείξεις της, κι έτσι άρχισαν σιγά-σιγά και δειλά-δειλά να φεύγουν όλοι από τη θεία ομήγυρη και λαμπρή εκείνη δόξα της Παναγίας και να πηγαίνουν κοντά στη γύφτισσα, φοβερό και τρομερό όραμα, αλλά αληθινά προφητικό.

Η Παναγία έμεινε μόνη, με τους Αγγέλους και τους Αγίους και με λίγους καλούς Μοναχούς και πιστούς χριστιανούς, με τους οποίους ακατάπαυστα υμνούσε και δοξολογούσε τον Κύριο της δόξης. Με λύπη της δε πολλή έβλεπε τους άλλους πού έφευγαν και προτιμούσαν να ιδούν τα έσχη και να ακούσουν τα αδιάντροπα τραγούδια της πόρνης τσιγγάνας, παρά να μένουν και με την Παναγία και τους Αγίους να δοξολογούν τον Κύριο.

Ο άγιος Μάρκος, όσο στην αρχή χάρηκε, που είδε την Παναγία να αστράφτει περισσότερο από τον ήλιο, και τους αγίους Αποστόλους, με τα ουράνια Τάγματα των Αγγέλων και των Αγίων, που προσευχόντουσαν και δοξολογούσαν το Θεό, τόσο λυπήθηκε περισσότερο και τον κατάλαβε φόβος και τρόμος, σαν είδε τους ανόητους εκείνους ανθρώπους και καλογήρους ακόμη να εγκαταλείπουν τη Βασίλισσα των Αγγέλων και να προτιμούν μια βρωμερή, ακάθαρτη και κατά πάντα βέβηλη πόρνη γυναίκα.Να προτιμούν τα ανήθικα ρυπαρά και τραγούδια, από τους θείους ύμνους και την ακατάπαυστη δοξολογία του Θεού και να πηγαίνουν κοντά στα όργανα του σατανά!

ΑΝΔΡΕΟΥ ΜΟΝΑΧΟΥ ΑΓΙΟΡΕΙΤΟΥ, ΓΕΡΟΝΤΙΚΟ ΑΓΙΟΥ ΟΡΟΥΣ, τομ. Α΄

Ο ΜΟΝΑΧΟΣ ΙΑΚΩΒΟΣ, ΤΟ ΠΟΝΗΡΟ ΔΑΙΜΟΝΙΟ ΚΑΙ Η ΠΑΝΑΓΙΑ ΤΟΥ ΚΥΚΚΟΥ

 O μοναχός Ιάκωβος, το πονηρό δαιμόνιο και η Παναγία του Κύκκου

Ο μοναχός Ιάκωβος είχε μέσα του για αρκετά χρόνια πονηρό δαιμόνιο. Για να βρει τη θεραπεία του, ήρθε στην Κύπρο με σκοπό να προσπέσει στην Αγία Εικόνα και να την προσκυνήσει...

Με θερμή πίστη ανέβηκε σε ένα ζώο και ξεκίνησε για το ιερό μοναστήρι μαζί με άλλους χριστιανούς. Βγαίνοντας από τη Λευκωσία, οι συνοδοιπόροι του Ιάκωβου άκουσαν μία φωνή να λέει:
“Ιάκωβε, πού σκοπεύεις να πας; Γύρισε πίσω και μην προχωρείς”.

Αυτό έγινε δύο η τρεις φορές. Η φωνή γινόταν ακουστή, χωρίς να βλέπουν κανένα, διότι μιλούσε από μέσα του το δαιμόνιο. Οι άλλοι φοβήθηκαν και ήθελαν να γυρίσουν πίσω. Βλέποντας τον άνθρωπο να είναι ήσυχος και να μην ταράσσεται καθόλου, πήραν θάρρος. Με ελπίδα στην Υπεραγία Θεοτόκο και επικαλούμενοι το όνομα Της, συνέχισαν τον δρόμο μέχρι που έφτασαν στα μέσα περίπου.

Τότε άκουσαν πάλι τον δαίμονα να μιλά και να ενοχλεί τον Ιάκωβο με τα εξής λόγια:
“Ιάκωβε, τι κακό σου έκανα; Τόσα χρόνια βρίσκομαι μαζί σου και τώρα θέλεις να πας στην Παναγία του Κύκκου, για να με εκδιώξεις; Ή, μήπως νομίζεις ότι αυτή η εικόνα είναι σαν τις εικόνες, που ιστορείτε εσείς; Μέχρι τώρα δεν σε έριξα ούτε σε γκρεμό, ούτε σε νερό ή σε φωτιά, και συ θέλεις να μου κάνεις κακό; Γνώριζε πως δεν θα σε αφήσω να προσκυνήσεις την αγία εικόνα”.

Όταν έφθασαν στην πύλη του ιερού μοναστηριού, κατέβηκαν από τα ζώα και διηγήθηκαν όσα συνέβησαν στον δρόμο. Κατέβηκε από το ζώο και ο Ιάκωβος και κάθισε κάτω. Οι πατέρες της Μονής του έλεγαν: “Πήγαινε στην εκκλησία να προσκυνήσεις, όπως κάνουν και οι άλλοι”.
Προσπάθησε τότε δύο και τρεις φορές να σηκωθεί, αλλά δεν μπορούσε να κουνηθεί καθόλου. Με τη συνεργία του δαίμονα έγινε τόσο βαρύς και ασήκωτος, όπως μία μεγάλη ακίνητη πέτρα. Προσπάθησαν πολλοί μαζί να τον σηκώσουν, αλλά δεν μπόρεσαν να τον κουνήσουν.

Έμεινε έτσι στην πύλη τρεις ημέρες. Με μεγάλο κόπο και βία έφθασε αργότερα μέχρι την πύλη της εκκλησίας, αλλά εκεί πάλι τον εμπόδιζε ο δαίμονας, και δεν τον άφησε να μπει. Παρόλο που τον έσπρωχναν και άλλοι, αυτός έμεινε ακίνητος.

Στην πύλη έμεινε όρθιος μερικές ώρες και μετά με μεγάλη δυσκολία μπήκε στην εκκλησία και, αφού ήρθε μπροστά από την Εικόνα, προσκύνησε. Ο δαίμονας, επειδή φοβήθηκε τη δύναμη της Αειπαρθένου, τον έριξε κάτω, τον τάραξε με δύναμη και τον έκανε να σπαρταρά.

Ύστερα έφυγε αμέσως από μέσα του, κλαίγοντας για τη συμφορά του με αυτά τα λόγια: “Φεύγω, διότι με καταδιώκει η δύναμη της Αγίας Εικόνας, η οποία προέρχεται από τη Θεοτόκο”. Ο Ιάκωβος σηκώθηκε πάνω υγιής και σώφρων, αναπέμποντας ύμνους και ευχαριστίες στη Θεομήτορα. Μετά από τη θεραπεία αυτή ιστόρησε στην Κύπρο πάρα πολλές εικόνες.

Δευτέρα 4 Αυγούστου 2025

ΓΥΝΑΙΚΑ ΜΟΥ, ΕΣΤΕΙΛΕΣ ΤΗΝ ΠΑΝΑΓΙΑ ΣΤΟ ΣΠΙΤΙ ΜΑΣ!

 Γυναίκα μου, έστειλες την Παναγία στο σπίτι μας!

Ήλθε κρατώντας μια λαμπάδα σαν τον κορμό μικρού δένδρου! Ήταν πλημμυρισμένος χαρά κι ευγνωμοσύνη. Μαζί του είχε έλθει και η ευσεβής γυναίκα του.

Πριν μερικές εβδομάδες, πιστοί από το Αγρίνιο με τον π. Θεόκλητο είχαν έρθει στην Βαρνάκοβα, για να προσκυνήσουν και να κάνουν και Θεία Λειτουργία. Μαζί τους είχε έλθει και η σύζυγος του κυρίου Σωτήρη, κατά προτροπή του ιδίου.

- Ήμουν άρρωστος από πολύ καιρό και οι γιατροί δεν μπορούσαν να βρουν τί έχω. Έφθασα στο σημείο να μην έχω κουράγιο να οδηγήσω το αυτοκίνητο, να πάω να ψωνίσω για τα παιδιά μου, διηγήθηκε πολύ συγκινημένος την ημέρα που ήλθε και πρόσθεσε:

Εγώ έστειλα την γυναίκα μου στην Παναγιά, για να προσευχηθεί και να βοηθηθώ, γιατί κόντευα ν' απελπιστώ. Καθώς λοιπόν ήμουν ξαπλωμένος με πόνους και στα κακά μου χάλια, κατά τις εννέα το πρωί, ένοιωσα ξαφνικά μια αλαφράδα και μαζί χαρά! Αμέσως κατάλαβα! Η Παναγία έστειλε τη Χάρι Της. Έκανα τον Σταυρό μου και δοκίμασα να σηκωθώ. Το κατάφερα χωρίς πόνους.

Ένοιωθα δύναμη και ευεξία. Ντύθηκα, πλύθηκα, χτενίστηκα και περίμενα τη γυναίκα μου γεμάτος συγκίνησι και χαρά. Ήρθε κατά το μεσημέρι. Όταν με είδε σηκωμένο και υγιή, άρχισε να κλαίει από ευγνωμοσύνη προς τον Θεό.

Την άλλη μέρα πήγα στην αγορά του Αγρινίου και αγόρασα την πιο μεγάλη λαμπάδα. Με κοιτούσαν καλά καλά. Εμένα όμως δεν με ένοιαζε τίποτε. Ήθελα να ανέβω, αν ήταν δυνατό, κάπου ψηλά και να φωνάξω τις ευχαριστίες μου στον Θεό και στην Παναγιά. Να τ' ακούσουν όλοι οι άνθρωποι για να πιστέψουν!

Από το βιβλίο: «ΘΑΥΜΑΤΑ ΤΗΣ ΠΑΝΑΓΙΑΣ (και η Παράκλησή Της)»
ΙΕΡΑ ΓΥΝΑΙΚΕΙΑ-ΚΟΙΝΟΒ.
ΜΟΝΗ ΠΑΝΑΓΙΑΣ ΒΑΡΝΑΚΟΒΑΣ, 2005

ΤΟ ΕΛΑΦΙ ΤΗΣ ΠΑΝΑΓΙΑΣ

Το ελάφι της Παναγίας

Το μοναστήρι της Παναγίας του Μεσοβουνιού ήταν κρυμμένο, στα χρόνια της τουρκοκρατίας, πίσω από ένα ψηλό βουνό, στ’ αριστερά του δρόμου που πάει από τον θεσσαλικό κάμπο στην Άρτα.

Το μονοπάτι του επικίνδυνο. Μόνο κατσίκια και ντόπιοι χωρικοί μπορούσαν να το περάσουν. Όλοι μιλούσαν για την παλιά δόξα της μονής και για την αίγλη της. Στα μαύρα χρόνια όμως της σκλαβιάς ήταν και αυτό βουτηγμένο στη φτώχεια.

Πανηγύριζε κάθε χρόνο στις 8 Σεπτεμβρίου, στο Γενέσιο της Θεοτόκου. Γινόταν το πιο λαμπρό πανηγύρι της περιοχής της Αργιθέας. Κι είχαν το έθιμο οι μοναχοί να σφάζουν ένα μοσχάρι, να το βράζουν στα καζάνια του μαγειρείου και μετά την εκκλησία να το μοιράζουν σαν ευλογία στους πιστούς.

Το πανηγύρι της χρονιάς είχε σταματήσει να γίνεται με λαμπρότητα εδώ και χρόνια. Το μοναστήρι δεν είχε ούτε ένα σφαχτό να προσφέρει. Κι αυτό το πράγμα έθλιβε πολλούς. Το θεωρούσαν γρουσουζιά, καθώς και περιφρόνηση της Παναγίας.

– Τι να κάνουμε; τους απαντούσε ο ηγούμενος. Ούτε κοκόρι δεν έχει απομείνει.

Ανάμεσα σ’ αυτούς που θλίβονταν ήταν κι ένας γέροντας μοναχός, ασπρογένης, που πλησίαζε τα ογδόντα.

«Κάνε, Παναγιά μου, το θαύμα σου!» ικέτευε μέρα-νύχτα τη Θεοτόκο. «Κάνε ένα οποιοδήποτε θαύμα, για να δείξεις στον λαό σου πώς βρίσκεσαι κοντά του, για να μη χάσουν την πίστη τους σ’ εσένα». 

*** 

Ξημέρωνε η εορτή της Κοιμήσεως. Ο γέροντας μοναχός ησύχαζε στο κελλί του, όταν ξαφνικά ένα όραμα τον συντάραξε. Πριν σημάνει ο όρθρος, σηκώθηκε και κίνησε για τον ηγούμενο. Χτύπησε δυνατά την πόρτα.

– Τι σ’ έφερε τέτοια ώρα εδώ, ευλογημένε;

– Γέροντά μου, είδα όραμα ζωντανό και θείο. Πριν από λίγο φωτίστηκε το κελλί μου από ένα άπλετο φως. Προτού καλά-καλά συνέλθω, βλέπω όρθια μπροστά μου την Παναγία. Με κοίταζε αυστηρά, αλλά και με αγάπη. Φαινόταν πονεμένη, αλλά και γεμάτη γαλήνη. Την ακούω τότε να μου λέει: «Να πεις στον ηγούμενο και στους αδελφούς να γιορτάσουν φέτος πανηγυρικά τη μνήμη μου. Γιατί το χειρότερο απ’ όσα έχασε τούτος ο λαός είναι η πίστη του. Να συνάξουν τα χωριά για χάρη μου, κι εγώ θα είμαι μαζί τους». Αμέσως κατόπιν εξαφανίστηκε.

Ο ηγούμενος άκουσε το όραμα με προσοχή, αλλά και με δισταγμό. Ύστερα ξεκίνησε για την εκκλησία.

Από το κοντινό χωριό είχαν έρθει αρκετοί προσκυνητές. Από στόμα σε στόμα μαθεύτηκε το όραμα του μοναχού, και σύντομα έγινε γνωστό και στ’ άλλα χωριά της περιοχής. Η αγιότητα της ζωής του ήταν μια αξιόπιστη μαρτυρία. Ακόμα κι ο δεσπότης τον είχε για παράδειγμα.

Μερικοί πλησίασαν τον ηγούμενο και τον παρακαλούσαν να εκτελέσει τη βούληση της Θεοτόκου, αφού την είχε κάνει γνωστή μ’ ένα τόσο ζωντανό τρόπο.

Μια βδομάδα λοιπόν μετά την απόδοση της Κοιμήσεως, στην εορτή της αποτομής του Τιμίου Προδρόμου, μοναχοί και χωρικοί άκουσαν από το στόμα του ηγούμενου τη χαρμόσυνη είδηση:

– Με τη χάρη και την ευλογία της Παναγίας, το μοναστήρι μας θα κάνει φέτος λαμπρό πανηγύρι, τέτοιο που για πολλά χρόνια δεν έχει γίνει. Γνωρίζετε όμως πως οι καιροί είναι δύσκολοι και το μοναστήρι φτωχό. Γι’ αυτό δεν θα έχουμε αυτή τη φορά σφαχτό. Θα συναχθούμε όμως για να γιορτάσουμε.

Το νέο φτερούγισε αμέσως σε βουνά και κάμπους, μαθεύτηκε σ’ όλα τα γύρω χωριά. Επί τέλους θα ζούσαν και πάλι το λαμπρό πανηγύρι της Παναγίας. Θα έσμιγαν και πάλι κάτω από τη χάρη της. Δεν μπορούσε παρά να ήταν για καλό. Ίσως ξημέρωνε ο Θεός καλύτερες ημέρες για το γένος και για όλους.

Από την παραμονή κιόλας της γιορτής, όλο το πλάτωμα δεξιά στη μονή άρχισε να γεμίζει κόσμο. Ομάδες-ομάδες κατέφθαναν οι προσκυνητές από τα γύρω χωριά, μες από τις απόκρημνες πλαγιές και τα δάση. Ήρθαν κι όλοι οι ιερείς των χωριών κι έγινε μια λειτουργία μεγαλόπρεπη.

Ο κόσμος είχε ξεχυθεί στις πλαγιές, γιατί δεν χωρούσε στον μικρό ναό. Η ακολουθία θ’ αργούσε πολύ. Στο τέλος θα έβγαιναν λαμπροφορεμένοι εννέα ιερείς με την εικόνα της Παναγίας για την αρτοκλασία.

Ξαφνικά, ενώ όλοι κάθονταν και περίμεναν, ακούνε από την πλαγιά του δασωμένου λόφου μια ταραχή. Γυρίζουν τότε και βλέπουν ένα ελάφι να πλησιάζει θαρρετά και με βήμα γοργό. Ήταν τόσο αναπάντεχο, που κανείς δεν σκέφθηκε να κάνει κάτι.

Εκείνο, σαν να τ’ οδηγούσε αόρατο χέρι, πέρασε μες από τον κόσμο και δρασκέλισε τη μεγάλη αυλόπορτα. Ύστερα, σαν να ήταν ζωντανό της μονής που γνώριζε τα κατατόπια, προχώρησε κατευθείαν για το μαγειρείο. Εδώ στάθηκε.

Ο καλόγερος που βρισκόταν εκεί και διακονούσε τους προσκυνητές δεν ήξερε τι να κάνει. Πρώτα-πρώτα του έδωσε νερό. Το ελάφι ήπιε με την ψυχή του. Αφού ξεδίψασε, ξάπλωσε σε μια γωνιά και τέντωσε τον λαιμό του με τέτοιο τρόπο, σαν να προσφερόταν μόνο του για μια θυσία.

– Δώρο της Παναγίας! είπαν οι γεροντότεροι. Το είχε άλλωστε μηνύσει με τον γέροντα μοναχό.

Ειδοποιήθηκε αμέσως ο ηγούμενος. Συμφώνησε κι αυτός πως έπρεπε να σφάξουν το ελάφι και να το μοιράσουν στον κόσμο σαν ευλογία της Παναγίας.

Έτσι κι έγινε. Εκείνη τη χρονιά όλοι οι προσκυνητές πήραν το μεσημέρι τη μερίδα τους. Έζησαν ένα ολοφάνερο θαύμα. Το είδαν εκατοντάδες μάτια. Τ’ ομολόγησαν εκατοντάδες στόματα. Το νέο σαν κεραυνός ηλέκτρισε τα χωριά των Αγράφων.

Από τότε, κάθε χρονιά ανήμερα της Παναγίας, στις 8 Σεπτεμβρίου, ερχόταν πάντα ένα ελάφι μπροστά στην πύλη της μονής. Κανείς δεν το έβλεπε από πριν να τριγυρνά στα βουνά. Εκείνο όμως πάντα ερχόταν στην ημέρα του, στην ώρα του, στον τόπο του, στη χάρη της. Δροσιζόταν, ξεκουραζόταν κι ύστερα ξάπλωνε χάμω και πρόσφερε τον λαιμό του στο μαχαίρι. 

*** 

Ύστερα από χρόνια οι τούρκοι έφυγαν από τη χώρα. Πέθαναν κι οι μοναχοί που πρωτοαντίκρυσαν το θαύμα. Πήραν άλλοι τη θέση τους. Το θαύμα ωστόσο συνεχιζόταν.

Κάποια χρονιά, στο πανηγύρι, το ελάφι δεν έλεγε να φανεί. Τελείωσε ο όρθρος, μπήκαν στη λειτουργία κι ο κόσμος άρχισε ν’ ανησυχεί.

– Οι αμαρτίες μας φταίνε! έλεγαν οι προσκυνητές.

– Οι άνθρωποι άρχισαν πάλι να ξεστρατίζουν, να χάνουν την πίστη τους, συμπλήρωναν άλλοι.

Μόλις όμως άρχισε το Χερουβικό, νάτο πάλι το ελάφι. Το πλήθος ανακουφίστηκε. Ο καλόγερος, που περίμενε με το μαχαίρι στο χέρι, ανέπνευσε. Το ελάφι, σαν να τα είχε χαμένα, κοίταξε δεξιά-ζερβά φοβισμένο, κι ύστερα τράβηξε για το μοναστήρι. Έφθασε στην πύλη ιδρωμένο και λαχανιασμένο. Ο καλόγερος κι οι μάγειροι το άρπαξαν αμέσως και το έσφαξαν. Μόλις που θα πρόφταιναν να το ετοιμάσουν για το μεσημέρι.

– Το ελάφι δεν θα ξανάρθει, είπε ένας εκατόχρονος τσοπάνος. Φανήκαμε σκληρόκαρδοι. Κοιτάξαμε μόνο την ευκολία μας. Δεν τ’ αφήσαμε να ξεκουραστεί και να ξεδιψάσει, αλλά τ’ οδηγήσαμε αμέσως στη σφαγή. Αμαρτήσαμε.

Κανείς δεν πρόσεξε τα λόγια του γέροντα. Όταν όμως την άλλη χρονιά το ελάφι δεν φάνηκε καθόλου, τότε κατάλαβαν πως έφταιξαν. Από τότε το ελάφι δεν ξαναφάνηκε. 

*** 

Πέρασαν χρόνια. Ήρθαν άλλοι αντίχριστοι, που κατέστρεψαν τη μονή και ξεκλήρισαν τους μοναχούς. Σήμερα δεν απομένει τίποτε από το παλιό μεγαλόπρεπο μοναστήρι, παρά μόνο ο μικρός ναός και η ερειπωμένη κουζίνα.

Κι όμως, κάθε χρονιά, στις 8 Σεπτεμβρίου, τα χωριά της Αργιθέας συνάζονται εκεί και πανηγυρίζουν τη χάρη της. Και περιμένουν να ξαναφανεί το ελάφι όπως τα παλιά χρόνια – θαύμα της Παναγίας του Μεσοβουνιού στο σκλαβωμένο γένος. 

Πηγή: (Από το βιβλίο: Εμφανίσεις και θαύματα της Παναγίας. Ιερά Μονή Παρακλήτου, Ωρωπός Αττικής 2014, σελ. 183.

Κυριακή 3 Αυγούστου 2025

Π. ΑΘΑΝΑΣΙΟΣ ΜΥΤΙΛΗΝΑΙΟΣ: ΚΥΡΙΑΚΗ Η' ΜΑΤΘΑΙΟΥ- Η ΑΠΟΣΤΟΛΙΚΗ ΠΑΡΑΔΟΣΙΣ

π. Αθανάσιος Μυτιληναίος
Κυριακή Η’ Ματθαίου: Η Αποστολική παράδοσις

 [Ματθ. 14, 14-22]

Απομαγνητοφωνημένη ομιλία που εκφωνήθηκε στην Ιερά Μονή Κομνηνείου Λαρίσης στις 2-8-1998 

Σήμερα, αγαπητοί μου, μας διηγήθηκε ο ευαγγελιστής Ματθαίος το θαύμα του χορτασμού των πεντακισχιλίων. Ένα θαύμα που μας το διηγούνται και οι τέσσερις Ευαγγελισταί.

Ας δούμε όμως πώς ο ιερός Ευαγγελιστής Ματθαίος μας το καταγράφει, σε μία απόδοση. «Εκείνον τον καιρό, ανεχώρησε ο Ιησούς από εκεί με πλοίο σε έναν έρημο τόπο, μόνος μαζί με τους δώδεκα μαθητάς Του. Όταν το πληροφορήθη το πλήθος του κόσμου, τον ηκολούθησαν πεζοπορώντες από διάφορες πόλεις. Τότε ο Ιησούς, εβγήκε από το έρημο καταφύγιό Του και είδε πολύ κόσμο. Τους λυπήθηκε και εθεράπευσε τους αρρώστους των. Όταν άρχισε να σουρουπώνει Τον πλησιάζουν οι μαθηταί και Του λέγουν: ’’Ο τόπος είναι ερημικός και η ώρα περασμένη. Απόλυσε τον κόσμο, για να πάνε στα γύρω χωριά και να αγοράσουν κάτι για να φάνε’’. Ο Ιησούς όμως τους είπε: ‘’Δεν έχουν ανάγκη να πάνε πουθενά. Δώσατέ τους εσείς να φάνε’’. Κι εκείνοι Του απαντούν: ‘’Δεν έχομε μαζί μας παρά μόνον πέντε ψωμιά και δύο ψάρια’’. Και ο Ιησούς τους λέγει: ‘’Φέρτε τα μου εδώ’’. Και αφού έδωσε εντολή στον κόσμο να καθίσουν για φαγητό πάνω στο χορτάρι, επήρε τα πέντε ψωμιά και τα δύο ψάρια, έστρεψε τα μάτια Του στον ουρανό, τα ευλόγησε, έκοψε τα ψωμιά σε κομμάτια και τα έδωσε στους μαθητάς Του και εκείνοι στο πλήθος. Και έφαγαν όλοι και χόρτασαν. Και εσήκωσαν τα περισσεύματα από τα κομμάτια, δώδεκα κοφίνια γεμάτα. Και αυτοί που έφαγαν, ήσαν περίπου πέντε χιλιάδες άνδρες, χωρίς τις γυναίκες και τα παιδιά».

Η όλη περικοπή, αγαπητοί, είναι σπουδαιοτάτη. Και είναι γεμάτη από θεολογικές θέσεις. Θα μείνομε, όμως, μόνο σε μία. Στο σημείο που λέγει: «Ἒδωκε τοῖς μαθηταῖς τοὺς ἄρτους, οἱ δὲ μαθηταὶ τοῖς ὄχλοις». Δηλαδή αφού ευλόγησε, έδωσε κομμένα ψωμιά, τους πέντε άρτους που είχαν, εις τους μαθητάς Του και οι μαθηταί με την σειρά τους εις τους όχλους. Σ’ αυτό το σημείο θα μείνομε.

Παρατηρούμε μία παράδοση της τροφής. Από τα χέρια του Χριστού στα χέρια των μαθητών. Και από τα χέρια των μαθητών στα χέρια του πλήθους. Δηλαδή μεσολαβούν μεταξύ του πλήθους και του Ιησού, μεσολαβούν οι μαθηταί. Εδώ βλέπει κανείς μίαν κατά κυριολεξίαν παράδοσιν. Παραδίδω, συ παραδίδεις παρακάτω. Μίαν παράδοσιν. Αυτό θα είναι το θέμα μας σήμερα και θα παρακαλέσω πολύ να το προσέξομε.

Αυτή η παράδοσις στο σκηνικό του χορτασμού των πεντακισχιλίων, ήταν μία μικρογραφία της όλης αποστολικής παραδόσεως, που θα εγίνετο και το θεμέλιον της Εκκλησίας. Λέμε στο Σύμβολον της Πίστεως: «… Πιστεύω εἰς Μίαν, Ἁγίαν, Καθολικήν καί Ἀποστολικήν Ἐκκλησίαν». Δηλαδή μίαν Εκκλησίαν που ιδρύθηκε στους δώδεκα Αποστόλους ή που έχει θεμέλιό της η Εκκλησία τους δώδεκα Αποστόλους. Η αποστολικότητα της Εκκλησίας είναι ένα από τα βασικά θεμέλια της Εκκλησίας. Και σημαίνει ότι στηρίζεται στην διδασκαλία των Αποστόλων που παρέλαβαν ζωντανά από τον ίδιο τον Χριστό. Ο Κύριος δεν έγραψε, είναι γνωστό, τίποτα. Οι Απόστολοι έγραψαν. Εδίδαξε μόνον ο Κύριος και οι μαθηταί παρέλαβαν την διδασκαλία Του, την οποίαν και κατεχώρησαν, όπως είναι τα λεγόμενα τέσσερα υπομνήματα. Έτσι λέγονται. Δηλαδή τους τέσσερις Ευαγγελιστάς. Όπως είναι και οι επιστολές του Παύλου και των λοιπών επιστολών.

Οι μαθηταί κατοπινά διδάσκουν ό,τι εδιδάχθησαν. Με βάση αυτά που έγραψαν. Αυτή η παράδοση της Εκκλησίας, σας είπα, είναι θεμελιώδους σημασίας. Στην Παλαιά Διαθήκη διατυπούται ως εξής αυτή η παράδοσις. Και πολύ συχνά μάλιστα αναφέρεται αυτή η φράση που θα σας πω: «Ἐπερώτησον τόν πατέρα σου καί ἀναγγελεῖ σοι, τούς πρεσβυτέρους σου καί ἐροῦσι σοι». Δηλαδή να ρωτήσεις τον πατέρα σου και θα σου πει. Να ρωτήσεις τους ηλικιωμένους και θα σου απαντήσουν.

Μάλιστα, για την εορτή του Πάσχα, φυσικά εκείνοι που πέρασαν από την Ερυθρά Θάλασσα, ήσαν οι μάρτυρες. Λέει, λοιπόν, γράφει εκεί ο Μωυσής: «Όταν σε ρωτήσει το παιδί σου». Γιατί γιόρταζαν κάθε χρόνο την εορτή του Πάσχα, λέει, την διάβαση της Ερυθράς Θαλάσσης. Πέρασαν πάρα πολλά χρόνια. Μάλιστα από την εποχή του Χριστού, από την εποχή του Μωυσέως ως την εποχή του Χριστού, πέρασαν 1500 χρόνια. Λοιπόν λέγει: «Εάν σε ρωτήσει το παιδί σου· πατέρα, γιατί τρώμε πικρά χόρτα; Πατέρα, γιατί τρώμε άζυμο ψωμί; Εσύ θα εξηγήσεις». Συνεπώς πώς διετηρήθη αυτή η παράδοσις του Πάσχα της Ερυθράς Θαλάσσης; Από γενεά σε γενεά. Από πατέρα σε παιδί. Γι΄αυτό λέγει: «Ἐπερώτησον τόν πατέρα σου καί ἀναγγελεῖ σοι, τούς πρεσβυτέρους σου καί ἐροῦσι σοι». «Και θα σου πουν οι πρεσβύτεροι».

Θα μπορούσε ο Θεός βέβαια να αποκαλύπτεται σε κάθε γενεά. Μια γενεά λογαριάζεται σε 30 χρόνια. Θα μπορούσε, δηλαδή, ο Θεός να αποκαλύπτεται κάθε τριάντα χρόνια. Και να μην υπάρχει αυτή η παράδοσις. Όμως ο Θεός θέλει να υπάρχει αυτή η παράδοσις. Αν ερωτήσετε, γιατί; Διότι στην Παράδοσιν διατηρείται ένα θεμελιωδέστατον στοιχείον· που λέγεται πίστις. Δηλαδή διατηρείται η πίστις. Θα πιστέψεις. Εμείς δεν βλέπομε στην ζωή μας τίποτα θαύματα ή όλα αυτά που περιγράφονται στην Παλαιά Διαθήκη κ.λπ. κ.λπ. Τίποτα. Αλλά τι κάνομε; Αφού μας παρεδόθησαν, τα πιστεύομε. Έτσι διατηρείται, επιπλέον, όπως σας είπα, αναδεικνύεται αυτό που λέγεται πίστις.

Εκείνο το «Ἐπερώτησον τόν πατέρα σου», να ρωτήσεις τον πατέρα σου, είναι το θεμέλιον –προσέξτε- της πατερικής παραδόσεως. Όχι της αποστολικής. Αλλά της πατερικής παραδόσεως. Γι΄αυτό και στην εορτή των οικουμενικών Συνόδων που έχομε κάποιες φορές μέσα στον χρόνο, χρησιμοποιείται ως ανάγνωσμα αποβραδίς στον Εσπερινό εκείνο που λέγει ό,τι αφορά σε αυτό: «Ἐπερώτησον τόν πατέρα σου».

Βέβαια η αποστολική παράδοσις διαφέρει από την πατερική παράδοση. Πρέπει αυτά να τα διακρίνομε. Η αποστολική παράδοσις είναι οι Απόστολοι σαν αυτόπται και σαν αυτήκοοι· είδαν με τα μάτια τους, άκουσαν με τ’ αυτιά τους και τώρα παραδίδουν ό,τι είδαν και ό,τι άκουσαν. Αυτό λέγεται αποστολική παράδοσις.

Ο Κύριος είπε στους μαθητάς Του: «Καὶ ἔσεσθέ μοι μάρτυρες ἔν τε Ἱερουσαλὴμ καὶ ἐν πάσῃ τῇ Ἰουδαίᾳ καὶ Σαμαρείᾳ καὶ ἕως ἐσχάτου τῆς γῆς». «Να σταθείτε», λέει, «μάρτυρές μου, στην Ιουδαία, στην Σαμάρεια, σε όλη την Γη». Όπου βγείτε, θα πείτε: «Εμείς Τον είδαμε, εμείς Τον ακούσαμε τον Ιησούν». Θα γράψει δε ακόμη κάτι περισσότερο ο απόστολος Πέτρος: «Φάγαμε και ήπιαμε μαζί Του». Κι αν το θέλετε, η αιτία που εξελέγη ο δωδέκατος μαθητής, παρότι δεν κατέλαβε βέβαια ο Παύλος την θέση του δωδεκάτου μαθητού, απλώς είναι ο δέκατος τρίτος μαθητής, κι αυτός είναι αυτήκοος και αυτόπτης, θα σας το πω μετά, διότι έπρεπε… το λέει εκεί, εις το πρώτο κεφάλαιο των Πράξεων: «για να γίνει ένας με μας τους ένδεκα μάρτυρας της Αναστάσεως του Χριστού». «Εγώ τον είδα τον Ιησούν, τον αναστημένον Ιησούν». Βλέπετε λοιπόν ότι έχομε εδώ την αυτοψία, έχομε την αυτηκοΐα. Ο απόστολος Παύλος λέει κάπου, παρότι είναι μεταγενέστερος, είναι όμως ίσος με τους Αποστόλους. Τελείως ίσος. Το λέει ο ίδιος. Και έτσι είναι. Αν δεν ήτανε, τότε τα συγγράμματά του, οι επιστολές του, δεν θα ήσαν μέσα στην Αγία Γραφή. Και θα ήταν συγγράμματα δευτέρας σειράς. Και θα ήταν ο ίδιος απόστολος δευτέρας σειράς. Όχι αυτήκοος και αυτόπτης. Αλλά τι λέει; «Οὐχὶ τὸν Κύριον Ἰησοῦν ἑώρακα;». «Εγώ δεν είδα», λέει, «τον Κύριον Ιησούν;» Πού τον είδε; Προς Δαμασκόν που πήγαινε. Μέσα σε εκείνη τη φοβερή λάμψη. Και Τον είδε και Τον άκουσε. Είναι λοιπόν ίσος, ισότιμος με τους άλλους μαθητάς.

Και είναι η τελευταία παραγγελία που έδωσε ο Χριστός: «Πηγαίνετε, πείτε ό,τι ακούσατε και είδατε από μένα». «Καὶ ταῦτα εἰπὼν» –λέγει- «ἐπήρθη». Και αφού είπε αυτά, μας γράφει το Βιβλίο των Πράξεων, «ἐπήρθη», ανελήφθη. Ήταν η τελευταία παραγγελία. Εκείνο το «ἔσεσθέ μοι μάρτυρες» περικλείει όλο το πνεύμα της αποστολικής παραδόσεως. Για να λέμε «εἰς Μίαν, Ἁγίαν, Καθολικήν καί Ἀποστολικήν Ἐκκλησίαν». Ο ευαγγελιστής Ματθαίος γράφει: «Πορευθέντες– που τους είπε ο Κύριος- μαθητεύσατε πάντα τὰ ἔθνη διδάσκοντες αὐτοὺς τηρεῖν πάντα ὅσα ἐνετειλάμην ὑμῖν». Ώστε παράδοσις αποστολική σημαίνει η παράδοση- βλέπετε, επιμένω να το ξαναλέω, ε;- η παράδοση των Αποστόλων, ό,τι είδαν και άκουσαν από τον Κύριον.

Αντίθετα, η πατερική παράδοσις, η παράδοσις των Πατέρων, όχι των αποστόλων, όπως την σημειώνει η Παλαιά Διαθήκη, είναι η ερμηνεία σαν γράμμα και σαν ζωή του Ευαγγελίου από τους Πατέρες και τους αγίους. Ο Ιερός Χρυσόστομος είναι Πατήρ και συνεπώς μας διατηρεί την πατερικήν παράδοσιν. Είναι 3-4 αιώνες μετά Χριστόν. Κ.ο.κ. Και οι άγιοι. Οι πατέρες και οι άγιοι της Εκκλησίας μας διατηρούν την λεγομένην πατερικήν παράδοσιν. Πώς την διατηρούν; Τι ακριβώς διατηρούν; Προσέξτε, την ορθήν ερμηνείαν του κειμένου του Ευαγγελίου. Την ορθήν ερμηνείαν· την οποίαν ορθήν ερμηνείαν διατηρούν όχι με το στόμα, αλλά και με την ζωή τους· διότι η ζωή τους είναι έκφρασις αυτής της ορθής ερμηνείας του γράμματος του Ευαγγελίου.

Έχομε λοιπόν δύο παραδόσεις. Την αποστολικήν και την πατερικήν. Φυσικά η πατερική είναι απολύτως απολύτως σύμφωνη, ταυτίζεται, ούτως ειπείν, με την αποστολικήν παράδοσιν. Η πατερική παράδοσις είναι γνησία ερμηνεία του παραδοθέντος αποστολικού υλικού. Η πατερική παράδοσις είναι σημαντική όσο και η αποστολική παράδοσις, όπως σας είπα. Και τούτο φαίνεται από το φαινόμενο του Προτεσταντισμού. Οι Προτεστάνται πέταξαν την πατερικήν παράδοσιν, είπαν «δεν έχει αξία και σημασία» κι έγιναν κάπου 400-500 κομμάτια! Κάθε παραφυάδα διατηρεί μια δική της παράδοση. Επειδή πέταξαν την παράδοση των Πατέρων και των Αγίων. Να το αποτέλεσμα. Είναι πολύ μεγάλης σημασίας, τεραστίας σημασίας.

Όταν ο Ευαγγελιστής Ιωάννης βλέπει την Άνω Ιερουσαλήμ στο όραμά του εκεί στην Αποκάλυψη, να κατέρχεται, λέγει, από τον ουρανό, ήτο, λέγει, τετράγωνο το τείχος αυτής και άλλα πολλά, μεταξύ των άλλων που περιγράφει από τα χαρακτηριστικά της, λέει και τούτο: «Καὶ τὸ τεῖχος τῆς πόλεως ἔχον θεμελίους δώδεκα», -είχε, λέει, δώδεκα θεμέλια το τείχος της– (σημειώσατε δε ότι η Άνω Ιερουσαλήμ είναι η Εκκλησία) καὶ ἐπ’ αὐτῶν δώδεκα -ποίων; Των δώδεκα θεμελίων- δώδεκα ὀνόματα τῶν δώδεκα ἀποστόλων τοῦ ἀρνίου». Σαφέστατα.

Αποστολική παράδοσις είναι ακόμη και κάτι άλλο, αγαπητοί μου. Είναι η παράδοσις –κι αυτό να το προσέξομε- αυτής καθ’ εαυτήν της Εκκλησίας. Δηλαδή; Δηλαδή όταν ο Κύριος ενεχειρίζετο τους άρτους στους μαθητάς Του, στο θαύμα των πεντακισχιλίων, που ακούσαμε σήμερα, ενεχείριζε το σώμα Του, που είναι η Εκκλησία. Διότι… προσέξτε, το όλο θαύμα του χορτασμού είναι μία σκιαγραφία, αλλά και μία πρώτη προσέγγισις και βίωσις του μυστηρίου της Θείας Ευχαριστίας. Είναι φανερό, από την περιγραφή που μας κάνει ο Ιωάννης, ευθύς την επομένη, που αναζητούν τον Χριστόν οι Καπερναΐται, και τους λέει ο Χριστός: «Ἀμὴν ἀμὴν λέγω ὑμῖν, ζητεῖτέ με (: με ζητάτε), οὐχ ὅτι εἴδετε σημεῖα (: όχι γιατί είδατε κάποιο θαύμα), ἀλλ’ ὅτι ἐφάγετε ἐκ τῶν ἄρτων καὶ ἐχορτάσθητε (: φάγατε ψωμί και χορτάσατε)». «Καλός είναι Αυτός». Να το πούμε έτσι; «Να τον κάνουμε και βασιλιά». Εκεί στην έρημο μάλιστα ήθελαν να τον ανακηρύξουν βασιλιά, γι΄αυτό – ακούστε μία λεξούλα που μας την εξηγεί ο Ιωάννης σήμερα είπαμε το κατά Ματθαίον Ευαγγέλιον- ο Χριστός, λέει, «ἠνάγκασε» τους μαθητάς να μπουν στο πλοίο. Το «αναγκάζω» θα πει με το ζόρι. Τους ζόρισε. «Μπείτε μες το καΐκι. Και πηγαίνετε απέναντι να με περιμένετε». Γιατί τους ηνάγκασε; Γιατί κυκλοφορούσε στην έρημο, που ‘φάγαν μόνον οι άνδρες 5000: «Να τον αρπάξομε και να τον κάνομε βασιλιά». Και συνεπώς και τους μαθητάς υπουργούς. Άρεσε στους μαθητάς. Άρεσε στους μαθητάς. Και τους έπιασε –ας μου επιτραπεί η έκφρασις- από το αυτί ο Χριστός, ηνάγκασε. «Μπείτε στο πλοίο, πηγαίνετε απέναντι». Κι ο Κύριος πέρασε πρωινή ώρα, περπατώντας πάνω στη θάλασσα. Εκείνο το γνωστό. Το γνωστό θαύμα.

Λοιπόν, είδατε; Είδατε; Όχι λοιπόν γιατί είδατε κάποιο σημείο αλλά γιατί φάγατε και χορτάσατε. Και λέει τώρα ο Χριστός: «Ἐργάζεσθε μὴ τὴν βρῶσιν τὴν ἀπολλυμένην (: μην εργάζεσθε το φαγητό εκείνο το οποίο… ξαναπεινάμε πάλι και ξανατρώμε), ἀλλὰ τὴν βρῶσιν τὴν μένουσαν εἰς ζωὴν αἰώνιον (: αλλά το φαγητό εκείνο το οποίο θα σας κάνει αθανάτους)». Και συμπληρώνει: «Ἐγώ εἰμι ὁ ἄρτος τῆς ζωῆς». Είδατε; «Εγώ», λέει, «είμαι ο άρτος της ζωής». Όχι μεταφορικά. «καὶ ὁ ἄρτος δὲ ὃν ἐγὼ δώσω (: και το ψωμί που εγώ θα δώσω), ἡ σάρξ μού ἐστιν». «Είναι η σάρκα μου». Το μυστήριον της Θείας Ευχαριστίας.

Μάλιστα οι Καπερναΐται που ήρθαν να του τα πουν αυτά όλα, αηδίασαν! Δοξάζομε τον Θεό, που το Πνεύμα το Άγιον επέτρεψε να καταχωρηθεί αυτή η αηδία τους, η αηδία τους. Ξέρετε γιατί; «Μπα», λέει, «θα μας δώσει να φάμε την σάρκα Του, το σώμα Του! Τίς δύναται αὐτοῦ ἀκούειν; (: Ποιος αντέχει να ακούει τέτοια λόγια;)». Και τον άφησαν κι έφυγαν. Ο Χριστός επιμένει. «Εάν δεν φάτε την Σάρκα μου και δεν πιείτε το Αίμα μου, δεν έχετε ζωήν αιώνιον». Έφθασε να πει στους μαθητάς Του: «Αν σκανδαλιστήκατε, πηγαίνετε κι εσείς μαζί με τους Καπερναΐτες. Εγώ επιμένω σε εκείνο το οποίο σας λέγω». Δηλαδή ήτανε μία εικόνα, ένα σκιαγράφημα το θαύμα του χορτασμού των πεντακισχιλίων, του μυστηρίου της Θείας Ευχαριστίας. Και όταν έδωσε ο Χριστός τα κομμάτια τα ψωμιά, αργότερα θα τους δώσει την σάρκα Του. Δηλαδή, τι θα πει αυτό; Θα τους δώσει το μυστήριο της Θείας Ευχαριστίας.

Προσέξτε, ακόμη τις ευχαριστιακές λέξεις στο θαύμα του χορτασμού. Πού διατηρείται αυτό πώς; Ξέρετε; Με την ιερωσύνη. Ακούστε τι λένε οι ευχαριστιακές λέξεις: «Λαβὼν τοὺς πέντε ἄρτους ἀναβλέψας εἰς τὸν οὐρανὸν εὐλόγησεν καὶ κλάσας (: έκοψε κομμάτια) ἔδωκεν τοῖς μαθηταῖς Αὐτοῦ». Ακούστε τι μας λέει τώρα ο Ματθαίος· στην Θεία Ευχαριστία, στο μυστήριον: «Λαβὼν ὁ Ἰησοῦς τὸν ἄρτον καὶ εὐχαριστήσας ἔκλασε καὶ ἐδίδου τοῖς μαθηταῖς καὶ εἶπε· λάβετε φάγετε· τοῦτό ἐστι τὸ σῶμά μου». Αὐταῖς λέξεσι, με τις ίδιες λέξεις. Σας κάνει εντύπωση αυτό;

Ώστε παράδοσις αποστολική δεν είναι μόνον ό,τι είδαν και άκουσαν οι μαθηταί, αλλά και η παραλαβή του μυστηρίου της Θείας Ευχαριστίας. Αν θέλετε, κι άλλοι μπορούσαν να διατηρήσουν ό,τι είδαν και άκουσαν από τον Ιησούν. Αλλά δεν παρέλαβον την Εκκλησίαν. Η παραλαβή του μυστηρίου της Θείας Ευχαριστίας είναι ταυτόσημη με την παραλαβή της ιερωσύνης! Και συνεπώς ταυτόσημη με την Εκκλησία. Μέγα θέμα!

Εκκλησία υπάρχει όπου υπάρχει διαδοχή ιερωσύνης. Οι Προτεστάνται δεν έχουν Εκκλησία. Είναι απλώς –προσέξτε- θρησκευτικές κοινότητες. Η Εκκλησία είναι Μία. Γιατί δεν έχουν; Γιατί κατήργησαν, πέταξαν το μυστήριον της ιερωσύνης. Γι΄αυτό και όταν τελούν την Θεία Ευχαριστία, ξέρετε πώς την τελούν; Χμ, πώς την τελούν! Πιστεύουν πως είναι μία ανάμνησις και ότι είναι μία υπενθύμησις και ένα σύμβολον. Αφού θα κοινωνήσουν οι πιστοί, ό,τι περισσέψει, το χύνουν στον νεροχύτη! Και καλά κάνουν που το χύνουν στον νεροχύτη, γιατί δεν είναι ούτε σώμα, ούτε αίμα Χριστού. Το ακούτε παρακαλώ; Για να μην παρασυρθούμε καμιά φορά από κάτι Προτεστάντες, Ευαγγελικούς, Πεντηκοστιανούς κλπ. κλπ.  Συνεπώς Εκκλησία υπάρχει όπου υπάρχει διαδοχή ιερωσύνης. Ιερωσύνη, μυστήριον Θείας Ευχαριστίας και Εκκλησία είναι ταυτόσημα. Αυτά τα τρία. Γι΄αυτό και το μυστήριον της ιερωσύνης τελείται κατά την διάρκεια της Θείας Λειτουργίας, κατά την διάρκεια του μυστήριου της Θείας Ευχαριστίας. Αυτά τα τρία διατηρούν την όντως παράδοση, που σώζει, αναγεννά, εισάγει εις την Βασιλείαν του Θεού.

Ο Απόστολος Παύλος γράφει στους Κορινθίους· προσέξτε: «Ἐγὼ παρέλαβον ἀπὸ τοῦ Κυρίου». «Διότι εγώ παρέλαβα από τον Κύριον», δηλαδή απευθείας. Είναι εκείνο που είπε ο Χριστός εις τον μαθητήν Ανανία. «Εσύ», λέει, «μόνον θα βαφτίσεις τον Παύλον· δεν θα του κάνεις κήρυγμα. Δεν θα του κάνεις κατήχηση. Αυτό είναι δικό μου έργον», λέει ο Χριστός. Βλέπετε; Να κι ένα άλλο σημείο που ο Χριστός διδάσκει απευθείας τον Παύλον. Πώς; Μην ξεχνάτε ότι ο Παύλος απεσύρθη τρία χρόνια εις την έρημον της Αραβίας. Κι εκεί είχε αποκαλύψεις. Και μετά ήλθε έξω εις τον κόσμον. Λοιπόν γράφει: «Ἐγὼ γὰρ παρέλαβον ἀπὸ τοῦ Κυρίου -απευθείας εννοείται-, ὃ καὶ παρέδωκα ὑμῖν (: Eκείνο που και σας παρέδωσα) –να η παράδοσις- ὅτι ὁ Κύριος ᾿Ιησοῦς ἐν τῇ νυκτί ᾗ παρεδίδοτο, ἔλαβεν ἄρτον καὶ εὐχαριστήσας ἔκλασε καὶ εἶπε· λάβετε φάγετε· τοῦτό μού ἐστι τὸ σῶμα τὸ ὑπὲρ ὑμῶν κλώμενον». Το μυστήριον της Θείας Ευχαριστίας. Δηλαδή, «μου παρέδωσε την Εκκλησίαν. Κι εγώ σας την παραδίδω». Δηλαδή παράδοσις είναι εδώ επιπλέον και το σημαντικότατον, το μυστήριον της Θείας Ευχαριστίας.

Αγαπητοί, γιατί τα είπαμε αυτά όλα; Όχι βέβαια για να σας κουράσομε. Γιατί αποτελούν το θεμέλιον της σωτηρίας μας. Γράφει πάλι ο Απόστολος Παύλος στους Κορινθίους: Γνωρίζω δὲ ὑμῖν, ἀδελφοί, τὸ εὐαγγέλιον (: Σας κάνω γνωστό το ευαγγέλιον – δηλαδή ό,τι είπε ο Χριστός και έπραξε. Αυτό είναι το Ευαγγέλιον) ὃ εὐηγγελισάμην ὑμῖν (: που εγώ σας το μετέδωσα), ὃ καὶ παρελάβετε (: το οποίον και παραλάβατε), ἐν ᾧ καὶ ἑστήκατε (: επί του οποίου και στηρίζεστε), δι᾿ οὗ καὶ σῴζεσθε (:κ αι με το οποίο σώζεστε)».  Είδατε; «Σας παρέδωσα, σεις παραλάβατε, δεχθήκατε δια της πίστεως το περιεχόμενον του Ευαγγελίου, το εφαρμόσατε και τώρα σωθήκατε».

Ώστε πράγματι η παράδοσις είναι το θεμέλιον της σωτηρίας μας. Είναι μία παράδοσις ζώσα. Αν θέλετε, Αυτός ο Ίδιος ο Χριστός είναι η Παράδοσις. Γιατί παραδίδεται από γενεά σε γενεά. Με το μυστήριον της Θείας Ευχαριστίας. Όταν ο Κύριος παρέδιδε τον άρτον και τα ψάρια, εκεί, στο θαύμα των πεντακισχιλίων, στα χέρια των μαθητών Του παρέδιδε, τον Εαυτόν Του παρέδιδε, γιατί Αυτός είναι ο Αληθινός Άρτος, που θα το έλεγε την επομένη, που ήταν οι Καπερναΐται μαζί Του, ὁ ἐκ τοῦ οὐρανοῦ καταβάς, και ήταν ακόμη και ο μυστικός Ι.Χ.Θ.Υ.Σ. Διότι η ακροστιχίδα της ελληνικής λέξεως -κι αυτό προς τιμήν της ελληνικής γλώσσης- Ι.Χ.Θ.Υ.Σ. Θα πει: Ιησούς Χριστός Θεού Υιός Σωτήρ (Ι.Χ.Θ.Υ.Σ).

Το Πνεύμα το Άγιον δια γραφίδος Αποστόλου Παύλου μας παραγγέλλει: «Ἀδελφοί, στήκετε καὶ κρατεῖτε τὰς παραδόσεις ἃς ἐδιδάχθητε εἴτε διὰ λόγου εἴτε δι᾽ ἐπιστολῆς ἡμῶν». Είτε με την επιστολή μας. «Στήκετε καὶ κρατεῖτε». Σημαίνει να ζείτε και να βιώνετε. Τι; «Τὰς παραδόσεις ἃς ἐδιδάχθητε». Όποιος δέχεται την αποστολική και πατερική παράδοση, παίρνει στα χέρια του τον Αληθινόν Άρτον και τον Μυστικόν Ι.Χ.Θ.Υ.Ν. Αμήν.  

ΠΗΓΕΣ:

Απομαγνητοφώνηση ομιλίας δια χειρός του αξιοτίμου κ. Αθανασίου Κ.

http://www.arnion.gr/mp3/omilies/p_athanasios/omiliai_kyriakvn/omiliai_kyriakvn_768.mp3  

(Ψηφιοποίηση της απομαγνητοφωνημένης ομιλίας και επιμέλεια: Ελένη Λιναρδάκη, φιλόλογος) 

alopsis.gr