ΑΝ ΒΙΑΖΕΣΑΙ ΝΑ ΔΕΙΣ ΤΟΝ ΚΟΣΜΟ ΝΑ ΓΙΝΕΤΑΙ ΚΑΛΥΤΕΡΟΣ, ΑΡΧΙΣΕ ΑΠΟ ΤΟΝ ΕΑΥΤΟ ΣΟΥ. ΕΙΝΑΙ Ο ΣΥΝΤΟΜΟΤΕΡΟΣ ΔΡΟΜΟΣ.

Παρασκευή 17 Νοεμβρίου 2017

ΜΗΤΡ. ΦΛΩΡΙΝΗΣ Π. ΑΥΓΟΥΣΤΙΝΟΣ ΚΑΝΤΙΩΤΗΣ: ΤΟ ΕΝΑ ΔΕΝ ΤΟ ΚΑΝΕΤΕ, ΤΟ ΑΛΛΟ ΔΕΝ ΤΟ ΚΑΝΕΤΕ, ΤΙ ΧΡΙΣΤΙΑΝΟΙ ΕΙΣΤΕ; ΔΕΝ ΜΠΟΡΕΙΣ ΤΟ ΜΕΓΑΛΟ; ΚΑΝΕ ΤΟ ΜΙΚΡΟ!

Tοῦ Μητροπολίτου Φλωρίνης π. Αὐγουστίνου Καντιώτου

Ἐάν, ἀγαπητοί μου, σᾶς πῇ κάποιος, ὅτι ἕ­νας λύκος ἔγινε ἀρνί, ποιός θὰ τὸπιστέ­ψῃ; Κανείς. Γιατὶ ὁ λύκος τρώει ἀρνιά. Γεννιέ­ται λύκος καὶ λύκος πεθαίνει. Ὁ λαός μας λέει· «ὁ λύκος τρίχα ἀλλάζει, ἀλλὰ τὴ γνώμη (=τὸ νοῦ) δὲν τὸν ἀλλάζει», μένει λύκος. Αὐ­τὸ ὅμως ποὺ δὲν συμβαίνει στὸ φυσικὸκόσμο, συμβαίνει στὸν πνευματικὸ καὶ ἠθικὸ κό­σμο. Θέλω δηλαδὴ νὰ πῶ, ὅτιὑπάρχουν ἄν­θρωποι γεμᾶτοι κακίες καὶ ἐλαττώματα, ποὺ εἶνε σὰν ἄγρια θηρία, καὶ ὅμως αὐτοὶ μπορεῖ ν᾿ ἀλλάξουν, νὰ γίνουν καλοί, νὰ γίνουν ἅγιοι.Ἕνας λύκος μπορεῖ νὰ γίνῃ ἀρνί· αὐτὸ μᾶς λέει σήμερα τὸ εὐαγγέλιο (βλ. Ματθ. 9,9-13).
Γιά νὰ δοῦμε, πῶς γίνονται αὐτὰ τὰ θαυμαστὰ πράγματα;


* * *

Στὴν ἐποχὴ τοῦ Xριστοῦ ὑπῆρχαν ὡρισμένοι ἄνθρωποι ποὺ τοὺς ἔλεγαν τελῶνες, γιατὶ τὸ ἐπάγγελμά τους ἦταν τέτοιο. Εἰσέπρατταν τοὺς φόρους τοῦδημοσίου. Ἀλλὰ στὴν εἴσ­πραξι ἔκαναν ἀδικίες. Δὲν εἰσέπρατταν τὰ νό­μιμα.Ἐκεῖ ποὺ ἔπρεπε νὰ εἰσπράξουν 100 δρα­χμές, εἰσέπρατταν 200. Τὶς 100 τὶςἔδιναν στὸ δημόσιο, τὶς ἄλλες 100 τὶς ἔβαζαν στὴν τσέπη τους. Ἔτσι αὐτοί, κλέβοντας τὸ λαό, κατώρθωναν νὰ κάνουν τεράστιες περιουσί­ες, νὰ κτίσουν σπίτια καὶ μέγαρα, καὶ νὰ ζοῦν μὲ πολυτέλεια μεγιστάνων.
ταν εὐτυχεῖς; Ὄχι. Γιατὶ ὁ κόσμος τοὺς ἤξερε καὶ δὲν τοὺς ἀγαποῦσε. Ὅλοι τοὺς μισοῦσαν. Τελώνης = ἁμαρτωλός, τελώνης = κλέφτης, τελώνης = λύκος τῆς κοινωνίας.
νας ἀπὸ τοὺς τελῶνες αὐτοὺς ἦταν καὶ ὁ ἅγιος Ματθαῖος ποὺ ἑορτάζουμε σήμερα. Ἄλλαξε ὅμως· ἀπὸ τελώνης ἔγινε εὐαγγελιστής, ἀπὸ κάρβουνο ἔγινε διαμάντι, ἀπὸ κόρακας ἔγινε περιστέρι, ἀπὸ λύκος ἔγινε ἀρνί. Ποιός τὸνἄλλαξε καὶ πῶς; Ἀκοῦστε.
 Ματθαῖος βρισκόταν στὸ τελωνεῖο. Ὅ­πως ἡ ἀράχνη στήνει τὸ δίχτυ της καὶπεριμένει ν᾿ ἁρπάξῃ διάφορα ζῳύφια, ἔτσι κι αὐ­τὸς περίμενε ἐκεῖ ν᾿ ἁρπάξῃἀνθρώπους καὶ νὰ τοὺς λῃστέψῃ. Ἀλλὰ μιὰ μέρα πέρασε κάποιος, ποὺ ἄλλος σὰν αὐτὸν δὲν ὑπάρχει, κάποιος ποὺ κάνει θαύματα. Τὸ ὄνομά του εἶνε τὸγλυκύτερο στὸν κόσμο. Ὁ Χριστός!
 Χριστὸς κοίταξε τὸ Ματθαῖο καὶ ὡς καρδιογνώστης Θεὸς εἶδε, ὅτι στὸ βάθος τῆς ἁ­μαρτωλῆς αὐτῆς ὑπάρξεως ὑπῆρχε κάποιο καλὸ σπέρμα, μία καλὴδιάθεσι, μιὰ σπίθα. Γιατὶ πρέπει νὰ ξέρουμε, ὅτι καὶ ὁ πιὸ ἅγιος ἄνθρωποςἔχει κάποιο ἐλάττωμα, ἀλλὰ καὶ ὁ πιὸ ἁμαρτωλὸς ἔχει κάτι καλὸ μέσα του· καὶ ἂν αὐτὸ τὸ καλὸ κατορθώσουμε νὰ τὸ καλλι­εργήσουμε, τότε ὁ κακὸςἄνθρωπος γίνεται καλός.
Εἶδε λοιπὸν ὁ Χριστός, ὅτι στὰ βάθη του ἔ­κρυβε μιὰ σπίθα. Κι ὅπως ἀπὸ μιὰσπίθα ἀνάβεις φωτιά, ἔτσι ὁ Χριστὸς ἀπὸ τὴ σπίθα αὐτὴ ἄναψε ἅγια φωτιὰστὴν καρδιὰ τοῦ Ματθαίου, ποὺ ἔκαψε ὅλο τὸ δάσος τῆς ἁμαρτίας. Τὸν κοίταξε καὶ τοῦ εἶπε δύο λόγια· «Ἀκολού­θει μοι» (Ματθ. 9,9). Ἄσε τὸ τελωνεῖο κ᾿ ἔλα μαζί μου· κ᾿ ἐγὼ θὰ σοῦ ἀναθέσω ἄλλη ἀποστολή. Καὶ ὁ τελώνης, χωρὶς ἀντιρρήσεις, ἀκολούθη σε ἀμέσως τὸ Χριστό. Ἡ χαρά του ἦ­ταν πολὺμεγάλη.
Γιὰ νὰ πανηγυρίσῃ τὸ γεγονός, ἔκανε τραπέζι στοὺς συναδέλφους του καὶἄλλο κόσμο. Στὸ τραπέζι ἦταν καὶ ὁ Χριστὸς μὲ τοὺς μαθητάς του. Οἱφαρισαῖοι, ὅταν εἶδαν τὸ Χρι­στὸ μαζὶ μὲ τοὺς τελῶνες, τὸν κατηγόρησαν. Γιάἰδέστε, εἶπαν, μὲ ποιούς συναναστρέφεται… Καὶ ὁ Χριστὸς τοὺς ἀπήντησε μὲτὰ ἑξ­ῆς λόγια.
ποιος εἶνε καλά, δὲν χρειάζεται γιατρό. Στὸ γιατρὸ πάει ὁ ἄρρωστος. Κ᾿ ἐγὼἦρθα γιὰ τοὺς ἀρρώστους. Οἱ ἄρρωστοι ἔρχονται σ᾿ ἐ­μένα. «Οὐ γὰρ ἦλθον καλέσαι δικαίους, ἀλλὰ ἁμαρτωλοὺς εἰς μετάνοιαν» (Ματθ. 9,13).

πὸ τὴν ἡμέρα ἐκείνη ὁ Ματθαῖος ἔμεινε πιὰ κοντὰ στὸ Χριστό. Ὅπως τὸ ἀρνὶἀκολου­θεῖ τὸν τσομπάνο, ἔτσι κι ὁ Ματθαῖος τὸ Χριστό. Κοντά του ἦταν ὅτανἐκεῖνος στὴν ἔρημο εὐλόγησε τὰ ψωμιὰ καὶ χόρτασε τὸν κόσμο. Κοντά τουὅταν περπατοῦσε πάνω στὰ κύματα. Κοντά του ὅταν θεράπευε τοὺς ἀρ­ρώστους. Κοντά του τὴ νύχτα τῆς Μεγάλης Πέμπτης, ὅταν τέλεσε τὸ ΜυστικὸΔεῖπνο καὶ εἶπε τὸ «Λάβετε φάγετε…» (Ματθ. 26,26). Κοντά του τὴν ἡμέρα τῆςἈναστάσεως, ὅταν ἔφερε τὸ χαρμόσυνο μήνυμα. Κοντά του ὅταν ἀναλήφθηκε στοὺς οὐρανούς. Καὶ στὸ ὑπερῷο τῆς Πεντηκοστῆς ἦταν πάλι ἐκεῖ. Μετά, ὅταν οἱ μαθηταὶ σκόρπισαν σὲ διάφορα μέρη γιὰ νὰ κηρύξουν, ὁ Ματθαῖος πῆρε τὸῥαβδί του καὶ πῆγε μακριά, μέσα σὲ ἀγρίους ἀνθρώπους, καὶ κήρυξε τὸ Χριστὸκαὶ τὸ εὐαγγέλιο, καὶ εἶ­χε μαρτυρικὸ τέλος διὰ πυρός.


* * *

Θέλω, ἀγαπητοί μου, νὰ προσέξετε ἕνα σημεῖο, ἐκεῖ ποὺ ὁ Χριστὸς τοῦ εἶπε· «Ἀκολούθει μοι». Δύο λόγια τοῦ εἶπε, κι αὐτὸς τ᾿ ἄφησε ὅλα· καὶ τελωνεῖο, καὶσπίτια, καὶ λεφτά, καὶ περιουσία, καὶ φίλους, τὰ πάντα, καὶ ἀκολούθησε τὸΧριστό.
Ποιός τὸ κάνει σήμερα αὐτό; Τὸ θεωρεῖτε εὔκολο; Γιά φανταστῆτε νὰ ἐρχόταν πάλι ὁ Χριστὸς καὶ νὰ πήγαινε στὸ γεωργὸ τὴν ὥρα ποὺ ὁδηγεῖ τὸ τρακτέρ, στὸν ψαρᾶ τὴν ὥρα ποὺ ῥίχνει τὸ δίχτυ, στὸν ἐργάτη, στὸν ὑπάλληλο, στὸν πλούσιο, στὸν ἔμπορο, νὰ πήγαινε στὸ νομάρχη, στὸ δήμαρχο, στὸν ὑπουργό. Νὰ πήγαινε καὶ νὰ ἔλεγε· Ἔλα μαζί μου κι ἄφησέ τα αὐτά. Ποιός ἀπ᾿ αὐτοὺς θ᾿ ἀκολουθοῦσε τὸ Χριστό; Σήμερα εἶνε ἐποχὴ τοῦ χρή­ματος. Οἱ ἄνθρωποι ψοφᾶνε γιὰ λεφτά. Χωρὶς λεφτὰ δὲν κάνουν τίποτα.
λλὰ ὁ Ματθαῖος δούλεψε χωρὶς λεπτά.
μουν σ᾿ ἕνα χωριὸ ποὺ δὲν εἶχε παπᾶ. Πα­ρακάλεσα τὸν πρόεδρο· –Βρῆτεἕναν, εἴτε βο­σκὸ εἴτε γεωργό, νὰ τὸν κάνουμε ἱερέα, νὰ χτυπᾷ ἡ καμπάνα τὴν Κυριακή… Κανείς δὲν βρέθηκε. Μόνο ἕνας αὐθάδης μοῦ εἶπε· –Ἂν μᾶς δώσῃς, δεσπότη, τόσα τὸ μῆνα, γινόμαστε ὅλοι παπᾶδες. –Δὲν σᾶς χρειάζομαι, τοῦλέω.
Καὶ ὅμως νὰ ξέρετε, ὅτι καὶ σήμερα ὑπάρχουν παιδιὰ ποὺ ἐγκαταλείπουν τὰπάντα καὶ πᾶνε κάτω στοὺς ἀγρίους, καὶ κηρύττουν τὸ Χριστό, καὶθυσιάζονται. Αὐτοὶ ὅμως εἶνε λίγοι. Τρία ἑκατομμύρια ἔφυγαν ἀπὸ τὴν Ἑλλάδα καὶ σκορπίστηκαν στὰ τέσσερα σημεῖα τοῦ ὁρίζοντος· ἄλλος πῆγε στὴν Ἀμερική, ἄλλος στὴν Αὐστραλία, ἄλλος στὸν Καναδᾶ, ἄλλος στὴΓερμανία, ἄλλος ἀλλοῦ.

Γιατί πήγανε; Γιὰ τὸ χρῆμα. Γιὰ τὸ Θεὸ πόσοι πῆγαν ἐκεῖ;…
λλ᾿ ἐγὼ ἐδῶ δὲν θὰ σᾶς πῶ ν᾿ ἀφήσετε τὸν τόπο σας καὶ νὰ πᾶτε μακριὰ νὰγίνετε ἱεραπόστολοι. Σᾶς λέω κάτι ἄλλο, πιὸ εὔκολο. Δὲν μπορεῖς νὰ κάνῃς τὸμεγάλο; Ἔ, κάνε τὸ μικρό. Ἐγὼ δὲν θὰ σᾶς πῶ νὰ σηκώσετε τὸν Ὄλυμπο· θὰσᾶς δώσω νὰ σηκώσετε ἕνα χαλίκι. Μὴν ἀφήσῃς λοιπὸν τὸ σπίτι σου. Μεῖνε κοντὰ στὴ γυναῖκα καὶ στὰ παιδιά σου. Συνέχισε τὴ δουλειά σου. Νὰ εἶσαιἐργατικὸς καὶ φιλότιμος· Δευτέρα, Τρίτη, Τετάρτη, Πέμπτη, Παρασκευή, Σάββατο δουλειά! μυρμήγκι νὰ εἶσαι, αὐτὸ θέλει ὁ Χριστός. Ἦρθε ὅμως Κυριακὴ καὶ χτύπησε ἡ καμπάνα; Ὁ ἦχος ἐκεῖ­νος εἶνε μήνυμα Κυρίου. Τὴνὥρα ποὺ χτυπᾷ ἡ καμπάνα μᾶς καλεῖ ὁ Χριστός. «Ἀκολούθει μοι», σοῦ λέει.Ἔλα, Χριστιανέ μου, νὰ ἐκκλησιαστῇς. Δὲν σὲ καλεῖ νὰ πᾷς κάτω στοὺς ἀ­γρίους, γιὰ νὰ γίνῃς ἐκεῖ κήρυκας τοῦ εὐαγγελίου· δὲν σὲ καλεῖ νὰ γίνῃς παπᾶς ἢ ἱεροκήρυκας ἢ κάτι ἄλλο. Ἔλα στὴν ἐκκλησία, σοῦ λέει, ν᾿ ἀνάψῃς τὸκερί σου καὶ νὰ στα­θῇς στὴ θεία λειτουργία. Πόσο νὰ σταθῇς; Μία ὥρα! Ἀπὸτὸ «Εὐλογημένη ἡ βασιλεία…» μέ χρι τὸ «Δι᾿ εὐχῶν τῶν ἁγίων πατέρων…» μία ὥρα εἶνε. Ὅλη ἡ βδομάδα ἔχει 168 ὧρες, καὶ ἀπὸ τὶς 168 ὧρες 1 ὥρα μᾶς ζητάει ὁ Θεός· κ᾿ ἐμεῖς οὔτε 1 ὥρα δὲν τοῦ ἀφιερώνουμε; Τόσο φύγαμε μακριὰἀπὸ τὸ Θεό;
Γι᾿ αὐτὸ σήμερα, ποὺ ἑορτάζουμε τὴ μνήμη τοῦ εὐαγγελιστοῦ Ματθαίου καὶθαυμάζου­με τοὺς ἥρωες ἐκείνους ποὺ ἐγκατέλειψαν τὰ πάντα καὶ ἐργάζονταιὡς ἱεραπόστολοι στὰ δι­άφορα μέρη τῆς γῆς, κάνω μία ἔκκλησι σὲ ὅ­λους. Σᾶς παρακαλῶ, ἀφοῦ δὲν μπορεῖτε –ἢ μᾶλλον δὲν θέλετε– νὰ κάνετε τὸ μεγάλο, νὰ κάνετε τὸ μικρό. Σεῖς οἱ ἴδιοι δὲν συγκινεῖσθε καὶ δὲν ἐνδιαφέρεστε γιὰἱεραποστολή. Kά­ποιο καλὸ παιδί σας δὲν τ᾿ ἀφήνετε νὰ γίνῃ ἱ­ερεύς. Ἔτσι φθάσαμε νὰ ἔχουμε στὴν Ἑλλάδα χίλιες (1.000) θέσεις ἱερέων κενές. Τὸπαιδάκι σας θέλετε νὰ γίνῃ δικηγόρος, γιατρός, μηχανικός…· ἀλλὰ παπᾶς ὄχι.Ἕνα μικρὸ χαρι­τωμένο παιδάκι πήγαινε στὸ κατηχητικὸ καὶ τοῦ ἄρεσε ἡἐκκλησία· καὶ λέει στὸν πατέρα του· –Ἐγὼ θέλω νὰ γίνω παπᾶς. – Ἂν τὸξαναπῇς, τοῦ εἶπε, θὰ σὲ σκοτώσω!…
Λοιπόν; Τὸ ἕνα δὲν τὸ κάνετε, τὸ ἄλλο δὲν τὸ κάνετε, τί Χριστιανοὶ εἶστε;Ἐλᾶτε τοὐλάχιστον τὴν Κυριακὴ μιὰ ὥρα στὴν ἐκκλησία, γιὰ νὰ ἔχετε τὴν εὐλογία τοῦ Θεοῦ καὶ νὰ φωτιστῆτε· ἀμήν.

(†) ἐπίσκοπος Αὐγουστῖνος

Ἀπομαγνητοφωνημένη ὁμιλία, ἡ ὁποία ἔγινε στὸν ἱ. ναὸ Εὐαγγελιστοῦ Ματθαίου Πτελεῶνος – Ἑορδαίας τὴν 16-11-1980

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου