Αυτό που σήμερα
αποκαλούμε Βυζάντιο είναι δηλαδή η Ανατολική Ρωμαϊκή αυτοκρατορία, το κομμάτι
της που δεν κατακτήθηκε αλλά επιβίωσε για άλλα χίλια χρόνια. Παρά τις μεγάλες
αλλαγές που βίωσε τα επόμενα 1000 χρόνια, επρόκειτο, νομικά και ιδεολογικά
τουλάχιστον, για το ίδιο κράτος. Οι κάτοικοι του ονομάζονταν Ρωμαίοι, οι
πρωτεύουσα Νέα Ρώμη όπως ήδη είπαμε, ο αυτοκράτορας ήταν «καίσαρας» και
«αύγουστος». Όταν μιλούσαν για το κράτος, το έλεγαν «Ρωμανία».
Ο όρος Βυζάντιο,
αναφερόμενος στην ανατολική ρωμαϊκή αυτοκρατορία, εμφανίστηκε στη Γερμανία το
17ο αιώνα. Η νέα λέξη χρησιμοποιήθηκε για λόγους πολιτικής σκοπιμότητας, για να
αφαιρέσει από την αυτοκρατορία τον ρωμαϊκό τίτλο. Η διεκδίκηση του τίτλου του
συνεχιστή της Ρώμης είναι μία μεγάλη και περίπλοκη ιστορία που θα αναλύσουμε σε
επόμενο βίντεο.
Το Βυζάντιο λοιπόν
είχε έδρα την Κωνσταντινούπολη, το κυβερνούσε ο Ρωμαίος αυτοκράτορας και
εκτεινόταν, μέσες άκρες, στη Βαλκανική χερσόνησο, τη Μικρά Ασία και, ανάλογα με
την περίοδο, στον Καύκασο, τη Μέση Ανατολή και την Αίγυπτο. Κυριαρχούσε δηλαδή
σε έναν χώρο που είχε από αιώνες κατακτήσει και κυβερνήσει η Ρώμη και πριν από
αυτήν ο Μέγας Αλέξανδρος. Από την ιστορική της κληρονομιά και τη γεωγραφία της,
η Βυζαντινή αυτοκρατορία παίρνει τα τρία βασικά χαρακτηριστικά που την ορίζουν:
τον ελληνικό πολιτισμό, την πολιτική παράδοση της Ρώμης και τη χριστιανική
πίστη.
Κατ’ αρχήν στο
Βυζάντιο επικρατούσε, για το μεγαλύτερο τουλάχιστον μέρος της ιστορίας του, η
ελληνική γλώσσα και παιδεία. Ένα μεγάλο μέρος του πληθυσμού και σε ορισμένες
περιόδους η πλειοψηφία, αποτελείτο από εθνικά Έλληνες ή ελληνόφωνους, ειδικά σε
περιοχές όπως η κυρίως Ελλάδα, η παραλιακή και δυτική Μικρά Ασία, η κάτω Ιταλία
και περιοχές της Συρίας και της Αιγύπτου. Με την πτώση του δυτικού τμήματος,
που μιλούσε κυρίως λατινικά, και στη συνέχεια την εξαφάνιση της λατινικής από
τα βόρεια Βαλκάνια, η ελληνική γλώσσα εξαπλώθηκε στη διοίκηση και τελικά έγινε
η μόνη επίσημη της αυτοκρατορίας. Τα ελληνικά ήταν άλλωστε και η γλώσσα της
Εκκλησίας. Οι Βυζαντινοί βάσιζαν την παιδεία τους στα αρχαία γραμματεία, κυρίως
στην Ιλιάδα, την Οδύσσεια και τους μύθους του Αισώπου. Στις ανώτερες βαθμίδες,
λόγιοι κληρικοί και λαϊκοί μελετούσαν Αριστοτέλη και Πλάτωνα και αντέγραφαν το
ύφος του Θουκυδίδη και του Ξενοφώντα. Η Κωνσταντινούπολη ήταν γεμάτη από
ελληνικά αγάλματα και μνημεία, ενώ σχολές και μοναστήρια ήταν κέντρα αντιγραφής
και διατήρησης των αρχαίων κειμένων. Η σχέση της Νέας Ρώμης με την αρχαία
ελληνική κληρονομιά δεν ήταν πάντα εύκολη και ιδίως στην αρχή υπήρξε και συγκρουσιακή
λόγω της ανόδου του χριστιανισμού, εν τέλει όμως η ένωση των δύο αυτών
στοιχείων διαμόρφωσε τη μοναδικότητα του βυζαντινού πολιτισμού.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου