Μια κοπέλα διηγήθηκε.
Όταν η μητέρα μου έμεινε έγκυος σε μένα, είχε την ατυχία ο πατέρας μου να μη με θέλει.
Της είχε θέσει όρο.
Ή το παιδί ή εμένα.
Επειδή τότε είχε απαγορευτεί δια νόμου από τον Μεταξά η έκτρωση, ο πατέρας μου έδινε στη μητέρα μου διάφορα φάρμακα για να με αποβάλει.
Χρησιμοποιούσε και άλλους πιο σκληρούς τρόπους.
Τη χτυπούσε, την έριχνε κάτω από το κρεβάτι, την πήγαινε στη θάλασσα και την υποχρέωνε να κάνει οκτώ φορές μπάνιο την μέρα, και άλλα πολλά.
Παράλληλα προσπαθούσε να βρει κάποιο γιατρό να προχωρήσει στην έκτρωση, αλλά δεν αναλάμβανε κανείς.
Τελικά βρέθηκε κάποιος γιατρός να κάνει την έκτρωση.
Τότε όμως κάποια φίλη της της σύστησε τον π. Αθανάσιο.
Πήγε, λοιπόν, για πρώτη φορά, και εξομολογήθηκε το πρόβλημά της.
Ο γέροντας ήταν απόλυτος.
Της εξήγησε ότι αυτό που πάει να κάνει είναι έγκλημα.
Μα θα με χωρίσει ο άνδρας μου, πάτερ, αντέτεινε.
Να προτιμήσεις να σε χωρίσει παρά να σκοτώσεις το παιδί.
Και πώς θα το μεγαλώσω μόνη μου;
Θα φροντίσει ο Θεός.
Έχουν γίνει τόσες απόπειρες και προσπάθειες για να φύγει το παιδί από πάνω σου και δεν έχει φύγει!
Αυτό θα πρέπει να σε βάλει σε σκέψεις.
Δεν ξέρεις τι σκοπό έχει ο Θεός γι’ αυτό.
Η μητέρα μου γύρισε αποφασισμένη να σηκώσει το σταυρό της.
Ο πατέρας μου θύμωσε και την έδιωξε από το σπίτι.
Έτσι εγώ γεννήθηκα χωρίς την παρουσία του πατέρα μου και μεγάλωσα χωρίς αυτόν.
Παρόλο που ζούσε, απέφυγε να με γνωρίσει.
Εγώ νόμιζα ότι είχε πεθάνει.
Έτσι με άφηναν να πιστεύω η μητέρα μου και η γιαγιά.
Όταν αργότερα έμαθα την αλήθεια και ότι ζει, έκανα πάρα πολλές προσπάθειες να τον βρω, αλλά δεν τα κατάφερα, γιατί είχε αλλάξει και το όνομά του.
Έτσι δεν τον είδα ποτέ.
Το μόνο που έμαθα και με χαροποίησε, ήταν ότι στο τέλος της ζωής του μετανόησε.
Τα χρόνια πέρασαν, παντρεύτηκα και κατά τη διάρκεια της εγκυμοσύνης του δεύτερου παιδιού προσβλήθηκα από οξείς ρευματισμούς, με αποτέλεσμα να κλονιστεί πολύ η υγεία μου.
Έπαιρνα οκτώ ασπιρίνες την ήμερα και πέντε κορτιζόνες των 5 mgr, αγνοώντας όμως την εγκυμοσύνη.
Είχα πάρει συνολικά 450 ασπιρίνες και 250 κορτιζόνες, όταν ανακάλυψα την εγκυμοσύνη. Πανικοβλήθηκα τότε και εγώ και οι γιατροί.
Όλοι πρότειναν να γίνει διακοπή της κύησης.
Εγώ όμως θυμήθηκα τη δική μου περίπτωση, τη στάση του π. Αθανασίου, που δεν τον γνώριζα, και δεν δέχθηκα.
Το άφησα στο Θεό.
Έκανα μάλιστα και μια απερισκεψία.
Σταμάτησα απότομα τη θεραπεία, πιστεύοντας ότι προστατεύω το παιδί, αλλά έτσι δεν προστάτευα ούτε την υγεία μου.
Ταλαιπωρήθηκα πολύ.
Τελικά, με τη χάρη του Θεού, το παιδί γεννήθηκε υγιέστατο!
Οι γιατροί όμως μου απαγόρευσαν να κάνω άλλο παιδί τουλάχιστον για τρία χρόνια, γιατί η υγεία μου ήταν πολύ κλονισμένη.
Έτσι, παρόλο που δεν το ήθελα, απέφευγα να κάνω άλλο παιδί.
Ήταν παραμονές του Πάσχα το 1967 κι επειδή ο πνευματικός μας έλειπε στη Β. Ελλάδα, πήγαμε με τον άνδρα μου στο μοναστήρι για να εξομολογηθούμε στον π. Αθανάσιο.
Ήταν τότε πολύ γέροντας.
Κι εγώ συγκινήθηκα βλέποντας για πρώτη φορά τον άνθρωπο χάρη στον οποίο ήλθα στη ζωή.
Του μίλησα για την περιπέτειά μου και για τη συμβουλή των γιατρών.
Ο γέροντας, αφού με άκουσε, μου είπε:
-Παιδί, οι επίγειοι γιατροί γνωρίζουν το πρόβλημά σου!
Ο επουράνιος γιατρός δεν το γνωρίζει;
Αν δεν πρέπει να τεκνοποιήσεις δεν θα σου δώσει παιδί.
Αρκεί να τον εμπιστευθείς και συ βλέπω,δεν τον εμπιστεύεσαι.
Αποφασίσαμε με το σύζυγό μου να το αφήσουμε και πάλι στην αγάπη του Θεού.
Και πράγματι ο Θεός επέτρεψε να αποκτήσουμε παιδί στο όριο που έβαλαν οι γιατροί.
Τότε είχε αποκατασταθεί η υγεία μου.
Ήταν το τρίτο παιδί μας και αποφασίσαμε να το πάμε, μαζί με τα άλλα δύο, στο μοναστήρι. Αγνοούσαμε ότι ο γέροντας είχε κοιμηθεί.
Ήταν Μεγάλη Παρασκευή και ανεβήκαμε στη Φανερωμένη για την ακολουθία του επιταφίου. Είχε πολύ κόσμο και κατευθυνθήκαμε στη νότια πλευρά της εκκλησίας.
Ανάμεσα στα λουλούδια, χωρίς να το πολυπροσέξουμε, είδαμε μια μαρμάρινη πλάκα και ακουμπήσαμε το καλαθάκι με το παιδί.
Γυρίσαμε ταυτόχρονα και τι να δούμε: «Αθανάσιος ιερομόναχος».
Καταλάβαμε ότι ήταν ο τάφος του γέροντα.
Αισθανθήκαμε ρίγος και νιώσαμε τα ίδια συναισθήματα και την ίδια ακριβώς σκέψη. Βλέποντας το μωρό μας πάνω στον τάφο του γέροντα το νιώσαμε σαν προσφορά και δώρο δικό του και σα να ακούγαμε τον Ίδιο,να μας λέει: Βλέπετε που το παιδί ήλθε στην ώρα που έπρεπε να έλθει;
Κοιταχθήκαμε και όταν εξομολογηθήκαμε ο ένας στον άλλον τα συναισθήματα και τη σκέψη μας και διαπιστώσαμε ότι ήταν ακριβώς τα ίδια, τα μάτια μας γέμισαν δάκρυα.
Η συγκίνηση ήταν απερίγραπτη.
Ο άνθρωπος αυτός, άγνωστος σε μένα, έπαιξε τόσο σημαντικό ρόλο στη ζωή μου και στην οικογένειά μου.
ΙΕΡΟΜΟΝΑΧΟΣ ΑΘΑΝΑΣΙΟΣ ΧΑΜΑΚΙΩΤΗΣ,
ΝΕΚΤΑΡΙΟΥ ΑΝΤΩΝΟΠΟΥΛΟΥ.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου