ΑΝ ΒΙΑΖΕΣΑΙ ΝΑ ΔΕΙΣ ΤΟΝ ΚΟΣΜΟ ΝΑ ΓΙΝΕΤΑΙ ΚΑΛΥΤΕΡΟΣ, ΑΡΧΙΣΕ ΑΠΟ ΤΟΝ ΕΑΥΤΟ ΣΟΥ. ΕΙΝΑΙ Ο ΣΥΝΤΟΜΟΤΕΡΟΣ ΔΡΟΜΟΣ.

Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα ΟΣΙΟΙ & ΟΣΙΕΣ. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα ΟΣΙΟΙ & ΟΣΙΕΣ. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Τετάρτη 9 Νοεμβρίου 2022

ΟΣΙΑ ΜΑΤΡΩΝΑ

 Οσία Ματρώνα
 
Η Οσία Ματρώνα έζησε στα χρόνια των βασιλέων Μαρκιανού (450 - 457 μ.Χ.) και Λέοντα Θρακός ή Μακέλλη (457 - 474 μ.Χ.). Καταγόταν από την Πέργη της Παμφυλίας και ανατράφηκε από γονείς πλούσιους και ευσεβείς.

Σε κατάλληλη ηλικία παντρεύτηκε με κάποιο Δομέτιο (κατ' άλλους Δομετιανό), με τον όποιο απόκτησε μια κόρη και κατά τα χρόνια του Λέοντα του Θρακός ήλθαν οικογενειακά στην Κωνσταντινούπολη. Εκεί συνδέθηκε με μια ευσεβή γυναίκα, την Ευγενία, και σύχναζε στους ιερούς ναούς, ποθώντας να αφιερωθεί ολοκληρωτικά στη λατρεία του θείου. Έτσι εγκατέλειψε τον σύζυγο της, και την κόρη της αφού την εμπιστεύθηκε σε κάποια Σωσάννα, κατέφυγε στη Μονή του Βασιανού, μεταμφιεσμένη με το όνομα Βαβύλας.
Αλλά καταζητούμενη από τον άνδρα της και αφού αποκαλύφθηκε το φύλο της, στάλθηκε από τον Βασιανό σε γυναικεία Μονή των Ιεροσολύμων. Κατόπιν αναχώρησε και από 'κει και πολλά μέρη αφού επισκέφθηκε, γριά πλέον, επέστρεψε στην Κωνσταντινούπολη. Τοποθετήθηκε από τον Βασιανό σε ιδιαίτερο μέρος (της Ματρώνης ονομαζόμενο αργότερα), όπου έκτισε Μονή, στην οποία μαζεύτηκαν αρκετές μοναχές. Στη Μονή αυτή λοιπόν, έζησε με μεγάλη αρετή και πνευματική τελειότητα. Απεβίωσε ειρηνικά σε ηλικία 100 χρονών.
 
https://www.saint.gr

Παρασκευή 4 Νοεμβρίου 2022

ΤΟ ΟΣΙΑΚΟ ΤΕΛΟΣ ΤΟΥ ΟΣΙΟΥ ΓΕΩΡΓΙΟΥ ΚΑΡΣΛΙΔΗ ΤΗΣ ΔΡΑΜΑΣ.

(Επι τη ευκαιρία της μνήμης του σήμερα 4 Νοεμβρίου)
Το οσιακό τέλος του Οσίου της Δράμας Γεωργίου Καρσλίδη.

Ο όσιος Γεώργιος προείδε και προείπε επακριβώς το μακάριο τέλος του. Προετοιμασμένος από καιρό, το ανέμενε με λαχτάρα και πόθο, αυξάνοντας την προσευχή, τα δάκρυα, δίνοντας τις τελευταίες συμβουλές στ’ αγαπητά πνευματικά του τέκνα. 
Πριν τρεις ημέρες τελέσθηκε το μυστήριο του θείου και ιερού ευχελαίου. Μετάλαβε των αχράντων μυστηρίων για τελευταία φορά, ως εφόδιο ζωής αιωνίου.
 Συγχώρεσε από καρδίας, ευλόγησε από ψυχής και ευχήθηκε σε όλους. 
Στις 4.11.1959, οι τελευταίες λέξεις που άκουσαν από τα χείλη του ήταν: 
“Της ευσπλαχνίας την πύλην άνοιξον ευλογημένη Θεοτόκε”.
 Ο θεοτοκοφιλής όσιος επικαλέσθηκε την ευσπλαχνία της μητέρας τού Θεού και των ανθρώπων, την Κεχαριτωμένη Δέσποινα του κόσμου, την Ανύμφευτη Νύμφη της Γενησαρέτ, την Αειπάρθενο Υπεραγία Θεοτόκο. 
Του άνοιξε την πύλη της σωτηρίας, για να τον υποδεχθεί ο Υιός της και Θεός, ο Ουράνιος Νυμφίος, ο Στεφοδότης Χριστός, ο Κύριος ημών Ιησούς Χριστός, ο Σωτήρας και Λυτρωτής του Σύμπαντος κόσμου.
Ένα ορφανεμένο, πενθηφόρο και απαρηγόρητο πλήθος τον ακολούθησε στην τελευταία κατοικία του, πίσω από τον ιερό ναό της Αναλήψεως, όπου λειτουργούσε επί τριάντα περίπου χρόνια.
 Το πρόσωπό του ήταν ειρηνικό, ιλαρό και φωτεινό. Το νεκρό του σώμα ευλύγιστο, όπως των παιδιών της Παναγίας, των Αγιορειτών. 
Τα δύο κυπαρίσσια πλάϊ στον τάφο του λύγισαν να τον προσκυνήσουν, όπως είχε προείπει. 
Πολλά πουλιά συνάχθηκαν την ώρα της ταφής του, δίχως να φοβούνται τον πολύ κόσμο, για να τον αποχαιρετήσουν. Όλοι ήταν βέβαιοι πλέον ότι κηδευόταν και θαβόταν ένας άγιος.
 Ζήτησε να τον θάψουν με τ’ άμφιά του, τον σταυρό του και τα λειτουργικά του βιβλία, που είχε φέρει από τη Γεωργία.

Μετά την οσιακή κοίμησή του ο όσιος έκανε σε πολλούς την παρουσία του φανερή, ως φίλος, διδάσκαλος, ιατρός και πατέρας. Ενίοτε ως αυστηρός επιτιμητής, για τη λησμοσύνη των υποθηκών του. 
Έβλεπαν φως και φωτιά στον τάφο του, παρουσιαζόταν παρηγορητικός στα όνειρά τους, στη ζωή τους, στα προβλήματα και τις διάφορες ανάγκες τους. 
Θύμιαζε τους προσκυνητές, άλλοι αισθάνονταν ευωδία και άλλοι άκουγαν ζωντανά να τους συμβουλεύει και να τους ευλογεί, θεραπεύοντάς τους από ποικίλες ασθένειες μέχρι σήμερα.

Την Αγία του ευχή να έχουμε μνήμης του σήμερα 4 Νοεμβρίου)
Το οσιακό τέλος του Οσίου της Δράμας 
Γεωργίου Καρσλίδη.
Ο όσιος Γεώργιος προείδε και προείπε επακριβώς το μακάριο τέλος του. Προετοιμασμένος από καιρό, το ανέμενε με λαχτάρα και πόθο, αυξάνοντας την προσευχή, τα δάκρυα, δίνοντας τις τελευταίες συμβουλές στ’ αγαπητά πνευματικά του τέκνα. 
Πριν τρεις ημέρες τελέσθηκε το μυστήριο του θείου και ιερού ευχελαίου. Μετάλαβε των αχράντων μυστηρίων για τελευταία φορά, ως εφόδιο ζωής αιωνίου.
 Συγχώρεσε από καρδίας, ευλόγησε από ψυχής και ευχήθηκε σε όλους. 
Στις 4.11.1959, οι τελευταίες λέξεις που άκουσαν από τα χείλη του ήταν: 
“Της ευσπλαχνίας την πύλην άνοιξον ευλογημένη Θεοτόκε”.
 Ο θεοτοκοφιλής όσιος επικαλέσθηκε την ευσπλαχνία της μητέρας τού Θεού και των ανθρώπων, την Κεχαριτωμένη Δέσποινα του κόσμου, την Ανύμφευτη Νύμφη της Γενησαρέτ, την Αειπάρθενο Υπεραγία Θεοτόκο. 
Του άνοιξε την πύλη της σωτηρίας, για να τον υποδεχθεί ο Υιός της και Θεός, ο Ουράνιος Νυμφίος, ο Στεφοδότης Χριστός, ο Κύριος ημών Ιησούς Χριστός, ο Σωτήρας και Λυτρωτής του Σύμπαντος κόσμου.
Ένα ορφανεμένο, πενθηφόρο και απαρηγόρητο πλήθος τον ακολούθησε στην τελευταία κατοικία του, πίσω από τον ιερό ναό της Αναλήψεως, όπου λειτουργούσε επί τριάντα περίπου χρόνια.
 Το πρόσωπό του ήταν ειρηνικό, ιλαρό και φωτεινό. Το νεκρό του σώμα ευλύγιστο, όπως των παιδιών της Παναγίας, των Αγιορειτών. 
Τα δύο κυπαρίσσια πλάϊ στον τάφο του λύγισαν να τον προσκυνήσουν, όπως είχε προείπει. 
Πολλά πουλιά συνάχθηκαν την ώρα της ταφής του, δίχως να φοβούνται τον πολύ κόσμο, για να τον αποχαιρετήσουν. Όλοι ήταν βέβαιοι πλέον ότι κηδευόταν και θαβόταν ένας άγιος.
 Ζήτησε να τον θάψουν με τ’ άμφιά του, τον σταυρό του και τα λειτουργικά του βιβλία, που είχε φέρει από τη Γεωργία.
Μετά την οσιακή κοίμησή του ο όσιος έκανε σε πολλούς την παρουσία του φανερή, ως φίλος, διδάσκαλος, ιατρός και πατέρας. Ενίοτε ως αυστηρός επιτιμητής, για τη λησμοσύνη των υποθηκών του. 
Έβλεπαν φως και φωτιά στον τάφο του, παρουσιαζόταν παρηγορητικός στα όνειρά τους, στη ζωή τους, στα προβλήματα και τις διάφορες ανάγκες τους. 
Θύμιαζε τους προσκυνητές, άλλοι αισθάνονταν ευωδία και άλλοι άκουγαν ζωντανά να τους συμβουλεύει και να τους ευλογεί, θεραπεύοντάς τους από ποικίλες ασθένειες μέχρι σήμερα.
Την Αγία του ευχή να έχουμε

Ο ΟΣΙΟΣ ΓΕΩΡΓΙΟΣ ΚΑΡΣΛΙΔΗΣ ΠΡΟΣΕΥΧΟΜΕΝΟΣ ΕΙΣ ΤΟΝ ΠΡΟΦΗΤΗ ΗΛΙΑ.

 Όσιος Γεώργιος Καρσλίδης

Στα χρόνια της βουλγαρικής κατοχής η μάνα Αργυρώ έμενε στο μοναστηράκι κοντά στον Γέροντα και τον φρόντιζε. Μια βραδιά γύρω στις 2.20 π.μ., ακούστηκε ένας δυνατός θόρυβος σαν να έπεσε ο τοίχος της Εκκλησίας. Φοβήθηκε μήπως ήρθαν οι Βούλγαροι να σκοτώσουν τον Γέροντα, αλλά είδε ότι η Εκκλησία ήταν κλειδωμένη.
Βγήκε στην αυλή, όμως πουθενά ο Γέροντας. Προχώρησε στην γωνιά του φράχτη και βλέπει τότε να έρχεται πετώντας κάτι μαύρο. Όταν πλησίασε και κατέβηκε στην αυλή, κατάλαβε ότι ήταν ο Γέροντας. Ήταν λουσμένος στο φως και είχε μια έντονη γλυκιά ευωδία πάνω του.
Μόλις την είδε, τη μάλωσε που ήταν έξω μέσα στη νύχτα.
«Μα φοβήθηκα μην έπαθες τίποτα κακό» του απάντησε.
«Όχι, όχι, ήρθε ο Προφήτης Ηλίας μαζί με τον Τίμιο Πρόδρομο και με πήραν να λειτουργήσουμε πάνω στον Προφήτη Ηλία» της είπε με απλότητα.
Την επιτίμησε όμως να μη φανερώσει μέχρι τον θάνατό του σε κανέναν όσα είδε εκείνο το βράδυ. Αυτό το θαυμαστό γεγονός διασώθηκε, γιατί η μάνα Αργυρώ το διηγήθηκε στην μητέρα της Κυριακής Κωνσταντινίδου.

Τετάρτη 2 Νοεμβρίου 2022

ΑΓΙΟΣ ΓΑΒΡΙΗΛ Ο ΔΙΑ ΧΡΙΣΤΟΝ ΣΑΛΟΣ

Ο ΑΓΙΟΣ ΓΑΒΡΙΗΛ Ο ΔΙΑ ΧΡΙΣΤΟΝ ΣΑΛΟΣ
 
Ο Άγιος Γαβριήλ ο Ομολογητής, ο Στύλος της Ορθοδοξίας και ο Δομήτωρ της Γεωργίας , την 1η Μαΐου 1965, την ημέρα της διαδήλωσης έκαψε το μεγάλο πορτρέτο του Λένιν, που ήταν κρεμασμένο στο κτίριο του Συμβουλίου των Υπουργών δηλώνοντας με αυτή του την πράξη την αντίθεση του στην ειδωλολατρεία.
Τον συνέλαβαν αμέσως. Κανείς δεν μπορούσε ν’ αντέξει τις βασανιστικές ανακρίσεις της σοβιετικής κρατικής ασφάλειας. Γι’ αυτόν τον ανυπόταχτο μοναχό ζήτησαν ψυχιατρική γνωμάτευση. Ήθελαν με επίσημο έγγραφο να χαρακτηρίσουν τον π. Γαβριήλ τρελό, εξαιτίας της ακλόνητης πίστης του.
Τον υπέβαλαν σε ψυχιατρικές εξετάσεις, τον ρώτησαν ειρωνικά: «Τώρα που είσαι στα χέρια μας, πώς θα σε βοηθήσει ο Χριστός σου;». Κι ο άγιος απάντησε ήρεμα: «Σε εφτά μήνες θα βγω από δω. ”
Τον δίκασαν με βάση τον κώδικα 72 «περί αντισοβιετικής προπαγάνδας»
Όταν στο μεταξύ τον είχαν μεταφέρει από την απομόνωση στο κελί με τους άλλους κρατουμένους, αυτοί στην αρχή δεν του φέρονταν καλά. Κάποιος μάλιστα πήγε και να χειροδικήσει εναντίον του, αλλά ο π. Γαβριήλ τότε σηκώθηκε και άρχισε να προσεύχεται. Οι κρατούμενοι, βλέποντάς τον να γονατίζει και να προσεύχεται με υψωμένα τα χέρια στον ουρανό, απόρησαν αλλά και φοβήθηκαν. Όλοι ζήτησαν να τους συγχωρέσει. Η ενάρετη συμπεριφορά και ο μελίρρυτος λόγος του π. Γαβριήλ συγκίνησε τις σκληρές καρδιές των κρατουμένων του.
 
Διηγείται ο ίδιος:
«Το πρωί σηκωνόμουν νωρίς, σκούπιζα, έπαιρνα τον κουβά της τουαλέτας και τον έβγαζα έξω. Ύστερα με μια βρεγμένη πετσέτα σφουγγάριζα. Δεν απέφευγα τίποτα. Οι ληστές με κοίταζαν με απορία. Από την ψάθα της σκούπας είχα φτιάξει κι ένα σταυρό και προσευχόμουν, και με αυτόν έκανα κήρυγμα σε όλους τους κρατούμενους. Πολύ γρήγορα αρχίσαμε να προσευχόμαστε όλοι μαζί. Μοιραζόμασταν και τις δουλειές. Μόλις έπιανα τη σκούπα, την άρπαζαν οι καημένοι από τα χέρια μου, λέγοντας: ¨Τις δουλειές όλες θα τις κάνουμε εμείς. Εσύ μόνο να μας μιλάς¨
Με τη χάρη του Θεού λέει ο Άγιος με αγάπησαν τόσο, που έλεγαν ότι δεν ήθελαν να αποφυλακιστούν και να με αποχωριστούν»
Λίγο καιρό αργότερα ο π. Γαβριήλ μετήχθη από τη φυλακή στο ψυχιατρικό νοσοκομείο, όπου οι συνθήκες ήταν πολύ χειρότερες από αυτές της φυλακής. Ο διευθυντής και οι ψυχίατροι του νοσοκομείου προσπαθούσαν με κάθε τρόπο να υπακούσουν και να εφαρμόσουν τις ρητές εντολές που είχαν λάβει από τα ανώτατα στελέχη του κόμματος. Τα βασανιστήρια δεν έλειπαν ούτε εκεί, δεν ήταν λίγοι εκείνοι που πέθαιναν στα ψυχιατρεία, μην υποφέροντας τον εξευτελισμό, την αδικία και τη βάναυση συμπεριφορά των ιατρών. Για τη ζωή του στο ψυχιατρείο εξιστορεί ο άγιος
« Οι άρρωστοι μου άρπαζαν το ψωμί και έμενα σχεδόν νηστικός. Ήθελαν να με ξυρίσουν αλλά δεν μπορούσαν ν’ αγγίξουν τα γένια μου. Ο Κύριος κοκάλωνε το χέρι τους και τους κυρίευε φόβος. Χτυπούσαν ο ένας τον άλλον, αλλά εμένα δεν τολμούσαν να με ακουμπήσουν˙ με προστάτευε ο Κύριος. Σε όλους έκαναν ηρεμιστική ένεση, όμως εγώ είχα καταλάβει πως σε μερικούς δεν χρειαζόταν˙ πολλοί θα θεραπεύονταν απλώς με μια ευχή. Έδιναν και φάρμακα που έπρεπε να τα πίνουμε υποχρεωτικά μπροστά στους γιατρούς. Εγώ μόλις έβαζα το φάρμακο στην παλάμη μου εξαφανιζόταν. Κι οι γιατροί με κοίταζαν έκπληκτοι. Αν μας έδιναν να φάμε κάτι με το ζόρι, εγώ ύστερα πήγαινα στην τουαλέτα και το έκανα εμετό, για να μη με πειράξει. Οι γιατροί ομολογούσαν ότι λίγο με φοβούνταν και λίγο με αγαπούσαν, ενώ οι ασθενείς κάθε πρωί που με έβλεπαν έλεγαν το Πάτερ ημών».
Ο άγιος περιέγραφε όλα όσα έζησε στο ψυχιατρείο με το χαρακτηριστικό του χιούμορ και το γλαφυρό, θεατρικό του ύφος, και οι πιστοί που τον άκουγαν γελούσαν. Διακόπτοντας όμως την αφήγησή του ξαφνικά, με πόνο και παράπονο έλεγε: «Ξέρετε όμως πόσο άσχημα και σκληρά ήταν όσα πέρασα; Δεν το χωράει ο νους σας». Και ύστερα συνέχιζε με το γνωστό του χιούμορ: «Ο γάιδαρος μισούσε το δυόσμο, κι όμως γέμισαν τη μύτη του. Για ό,τι μου προκαλούσε μεγάλη απέχθεια, με πήγαν από τη φυλακή στο τρελοκομείο, κι εκεί πήρα επισήμως τη σφραγίδα του τρελού. Σαν να με περιγελούσε ο τρισκατάρατος: ¨Βλέπεις; Τώρα εγώ τα κατάφερα και σε ονόμασαν τρελό¨».
Με τη χάρη του Θεού, ο π. Γαβριήλ γλίτωσε και βγήκε από το ψυχιατρείο. Ιδού τι γράφει η σχετική ιατρική έκθεση.
 
ΑΠΟΣΠΑΣΜΑ ΑΠΟ ΤΗΝ ΙΑΤΡΙΚΗ ΕΚΘΕΣΗ
 
Σ.Σ. Δ. της Γεωργίας
Ψυχονευρολογικό Νοσοκομείο Τιφλίδας (οδ. Ελεκτρόνικ, πάροδος 1)
Νο 666/19.1.1966
 
Ο ασθενής Ουργκεμπάτζε Γκοντέρτζι του Βασιλείου, γεννηθείς το 1929, με εκπαίδευση έξι τάξεων, κάτοικος Τιφλίδας, οδ. Τεθριτσκάρο 11, εισήχθη για νοσηλεία στο Ψυχονευρολογικό Νοσοκομείο στις 18.08.1965.
Διακομίστηκε από το κρατητήριο για υποχρεωτική θεραπεία. Διάγνωση: ψυχοπαθητικό άτομο, που έχει τάσεις σχιζοφρένειας με ψυχωτικές διαταραχές. Στις 19/11/65 πήρε εξιτήριο από το νοσοκομείο. Σύμφωνα με το ιστορικό του ασθενή, σε ηλικία 12 ετών του παρουσιάστηκε ο διάβολος με κέρατα στο κεφάλι. Ο ασθενής ισχυρίζεται πως για ό,τι κακό συμβαίνει στον κόσμο φταίει ο διάβολος. Από τα δώδεκα του άρχισε να πηγαίνει στην εκκλησία και να προσεύχεται. Απέκτησε πολλές εικόνες κι έμαθε την εκκλησιαστική γραφή.
Το 1949 τον κάλεσαν να υπηρετήσει τη στρατιωτική του θητεία. Στο στρατό τον ελεύθερο χρόνο του τον περνούσε στην εκκλησία. Κάθε Τετάρτη και Παρασκευή δεν έτρωγε τίποτα, και οι στρατιώτες και οι αξιωματικοί που τον άκουγαν γελούσαν όταν παραμιλούσε λέγοντας: «Την Τετάρτη ο Ιούδας πούλησε τον Χριστό για τριάντα αργύρια, και την Παρασκευή οι Εβραίοι αρχιερείς σταύρωσαν τον Χριστό». Είχε πάντοτε παραισθήσεις.
Την 1η Μαΐου 1965, την ημέρα της διαδήλωσης έκαψε το μεγάλο πορτρέτο του Λένιν, που ήταν κρεμασμένο στο κτίριο του Συμβουλίου των Υπουργών. Όταν τον ανέκριναν, δήλωσε ότι προέβη σε αυτή την πράξη διότι δεν πρέπει να θεοποιούν έναν συνηθισμένο άνθρωπο, αναρτώντας το πορτρέτο του. Εκεί έπρεπε να είχαν κρεμάσει την εικόνα της Σταύρωσης του Χριστού. Τότε ανησύχησαν πραγματικά για την υγεία του και τον έστειλαν για ειδική ψυχιατρική εξέταση.
Από την εξέταση διαπιστώθηκε ότι ο ασθενής εκδηλώνει διαταραχή προσανατολισμού ως προς τον τόπο, το περιβάλλον και το χρόνο. Μιλάει μόνος του χαμηλόφωνα: Υπάρχει Θεός, άγγελοι κ.λπ. Συζητώντας, πάντα απευθύνεται στον Θεό, αφού ο Θεός αποφασίζει για όλα κ.λπ. Στην πτέρυγα όπου βρίσκεται, είναι απομονωμένος απ’ όλους τους ψυχασθενείς, κι αν κάποιος του μιλήσει αμέσως αρχίζει να βγάζει λόγο για τον Θεό, για τις εικόνες, για τους αγγέλους κ.λπ. Δεν κάνει κριτική για την κατάσταση που βρίσκεται. Του χορηγήθηκε αμιναζινοφραζία και του έγινε θεραπεία συμπτωματικού χαρακτήρα. Πέρασε από την Επιτροπή Υγείας
Πράξη του Νοσοκομείου Νο 42/1965.
 
ΒΗΜΑ ΟΡΘΟΔΟΞΙΑΣ

Παρασκευή 28 Οκτωβρίου 2022

ΟΣΙΟΣ ΔΙΟΜΗΔΗΣ

Όσιος Διομήδης
 
Ο Όσιος Διομήδης γεννήθηκε στην Κύπρο αλλά που ακριβώς και ποιοι ήταν οι γονείς του δεν ξέρουμε. Εκείνο που μας λέει ο άγιος Νεόφυτος, που τον εγκωμιάζει, είναι πως ο θεσπέσιος αθλητής Διομήδης «ἐξ ἁπαλῶν ὀνύχων» δόθηκε στον Χριστό. Τούτο προϋποθέτει γονείς όχι μονάχα χριστιανούς άλλα και βαθιά πιστούς.

Σε κάποια ευκαιρία η Θεία Πρόνοια, που όλα τα παρακολουθεί και όλα τα φροντίζει, έφερε έτσι τα πράγματα, ώστε ο μεγάλος της Λευκουπόλεως (Λευκωσίας) επίσκοπος Τριφύλλιος, να συναντήσει και να γνωρίσει το παιδί.

Η εκτίμηση του αγίου από την πρώτη στιγμή υπήρξε τόση, ώστε χωρίς κανένα ενδοιασμό τον κάλεσε κοντά του κι ανέλαβε αυτός μαζί με τον δάσκαλο του, τον επίσκοπο της Τριμυθούντος, τον άγιο και θαυματουργό Σπυρίδωνα, τη συνέχιση του έργου των ευσεβών γονιών. Κοντά στους δύο αυτούς κολοσσούς της αρετής και ξεχωριστούς της Εκκλησίας εργάτες, ο φλογερός νέος μεγαλώνει και συνεχίζει με αδιάπτωτο ενδιαφέρον τον αγώνα του και με τη χάρη του Θεού κατορθώνει να γίνει πιστό αντίγραφο τους.

Πόσα χρόνια έζησε ο όσιος που μελετούμε δεν γνωρίζουμε. Ο άγιος Νεόφυτος μας λέγει μονάχα πως όλη η ζωή του φλογερού ασκητή υπήρξε μια ζωή αρετής και καλοσύνης και προσφοράς για τη δόξα του Χριστού. Όταν πέθανε, οι πιστοί που τον ακολουθούσαν μαζί με τους μαθητές του - κι ήσαν αυτοί πολλοί - κήδεψαν με δάκρυα το σώμα του πνευματικού τους πατέρα εκεί στη σπηλιά κι απάνω από αυτήν έκτισαν αργότερα μια εκκλησία και γύρω πολλά δωμάτια. Σ' αυτά ένας μεγάλος αριθμός από εκλεκτές ψυχές είχε μαζευτεί και ζούσε μ' ευλάβεια και φόβο Θεού την αγγελική ζωή. Ο πόθος των ασκητών να έχουν μια εικόνα, που να τους θυμίζει τον δάσκαλο τους, τους οδήγησε ύστερα από μερικά χρόνια να στείλουν στην Κωνσταντινούπολη ένα αδελφό της Μονής, για να βρει κάποιο ζωγράφο, που να τους φτιάξει μια τέτοια εικόνα. Ο μοναχός πήγε στην Πόλη. Βρήκε πράγματι ένα εξαίρετο ζωγράφο και του ανακοίνωσε τον σκοπό της επίσκεψης του. Ο ζωγράφος σαν άκουσε τον μοναχό είπε με απορία: «Μάρτυρα Διομήδη, ἐπίσταμαι. Ὅσιον Διομήδη ὅμως οὔτε γινώσκω, οὔτε ἰστορῆσαι ἰκανῶ». (Μάρτυρα Διομήδη γνωρίζω. Όσιο Διομήδη όμως ούτε ξέρω ούτε μπορώ να ζωγραφίσω).

Με πόνο ο μοναχός άκουσε την άρνηση του ζωγράφου σε όλα τα παρακάλια του. Λυπημένος έφυγε για το δωμάτιο του. Στην προσευχή η θεοφιλής εκείνη ψυχή, τη θερμή κι επίμονη, ζητάει την παρηγοριά της. Τα λόγια του Κυρίου «αἰτεῖτε, καὶ δοθήσεται ὑμίν, ζητεῖτε, καὶ εὐρήσετε, κρούετε καὶ ἀνοιγήσεται ὑμὶν πᾶς γὰρ ὁ αἰτῶν λαμβάνει καὶ ὁ ζητῶν εὑρίσκει καὶ τῷ κρούοντι ἀνοιγήσεται». (Ματθ. ζ' 7-8) προβάλλουν συνέχεια στη σκέψη του. Μ' όλη του την καρδιά ποθεί να μη γυρίσει στην Κύπρο με αδειανά τα χέρια. Θέλει να βρει μια εικόνα του προστάτη της Μονής του Αγίου. Γι' αυτό προσεύχεται. Όλη νύχτα προσεύχεται και ζητάει τη βοήθεια του Θεού. Κι η βοήθεια προσφέρεται.

Την ίδια νύχτα στον ύπνο του ζωγράφου παρουσιάζεται ο άγιος Διομήδης και του λέει: «Γιὰ ἰδές, ζωγράφε, αὐτόν, ποὺ λέγεις πὼς δὲν ξέρεις. Ἄκουσε τὸν μοναχὸ καὶ ζωγράφισέ του αὐτὸν ποὺ σοῦ ζητεῖ».
Μόλις τα είπε αυτά χάθηκε από μπροστά του εκείνος που του μιλούσε. Ο ζωγράφος, που ξύπνησε, σηκώθηκε αμέσως από το κρεβάτι, κι αφού έκανε την προσευχή του και ζήτησε από τον άγιο Διομήδη συγχώρηση για την προηγούμενη άρνηση του, κάθισε κι άρχισε να ζωγραφίζει. Σαν τέλειωσε την εικόνα, την πήρε και την τοποθέτησε στο δωμάτιο, που είχε και τις άλλες τελειωμένες εικόνες.
Ύστερα από λίγες μέρες ξαναήρθε και πάλι ο γνωστός μοναχός κι άρχισε να τον παρακαλεί να του κάμει τη χάρη να του φτιάξει την εικόνα που του ζητούσε. Στην παράκληση του ο ζωγράφος τον έστειλε στο δωμάτιο και του είπε να μαζέψει τις εικόνες. Εκείνος μόλις μπήκε κι είδε την εικόνα του οσίου, την αναγνώρισε και γεμάτος χαρά την πήρε και την έφερε στον ζωγράφο, βεβαιώνοντας τον πως η εικόνα που έφτιαξε απέδιδε θαυμάσια τη μορφή του οσίου. Ο ζωγράφος τότε απεκάλυψε στον μοναχό το όνειρο του και με δάκρυα κι οι δύο τους δοξολόγησαν τον Θεό για τη χάρη που δίνει στους εκλεκτούς του.

Πολλά θαύματα έκανε ο Όσιος Διομήδης. Και σε παλαιότερες εποχές, μα και στην εποχή του αγίου Νεοφύτου που τον εγκωμιάζει. Η περιγραφή αυτή της ζωής του αγίου Διομήδη, όπως μας δίνεται από τον άγιο Νεόφυτο τον Έγκλειστο, παρουσιάζει μερικά ερωτηματικά σχετικά με το πότε έζησε ο όσιος. Σαν λάβουμε υπόψη ότι οι αραβικές επιδρομές στο νησί της Κύπρου άρχισαν περί τα μέσα του έβδομου αιώνα μ.Χ. και κράτησαν μέχρι τα μέσα του δέκατου μ.Χ., τότε γίνεται φανερό, πως ο όσιος μας δεν είναι δυνατό να υπήρξε μαθητής του αγίου Τριφυλλιού, ο οποίος έζησε πολύ ενωρίτερα, τον πέμπτο περίπου αιώνα μ.Χ. Εκείνο που συνδέει τους δύο αγίους, Τριφύλλιο και Διομήδη, είναι αυτό που αναφέρει κάποιος άλλος χρονογράφος, που μας λέγει πως σε μια από τις αραβικές επιδρομές, οι Σαρακηνοί ανέσκαψαν και τον τάφο του αγίου Τριφυλλίου, που βρισκόταν στο κοιμητήριο που ήταν κοντά στο ναό της Οδηγήτριας με την ελπίδα να βρουν κάποιο θησαυρό κι έβγαλαν από μέσα ακέραιο κι ευωδιάζον το ιερό λείψανο. Γεμάτοι αγριότητα απέκοψαν το κεφάλι και, ω του θαύματος! Από τον λαιμό έτρεξε άφθονο αίμα, που κατατρόμαξε τα ανθρωπόμορφα εκείνα τέρατα.

Τη σκηνή αυτή παρακολουθούσε κάποιος ασκητής που ασκήτευε σε μια σπηλιά κοντά στο προάστιο της Λευκωσίας, τον Λευκομιάτη, ο άγιος Διομήδης. Εκμεταλλευόμενος ο ασκητής τη σύγχυση των τυμβωρύχων, άρπαξε την ιερά κεφαλή του αγίου Τριφυλλίου κι έτρεξε να τη μεταφέρει στο ασκητήριό του. Κάποιος όμως τον αντελήφθη και τον πρόδωσε και 500 Σαρακηνοί περίπου τον καταδίωξαν. Αυτό το περιστατικό είναι ότι συνδέει τους δυο αγίους Τριφύλλιο και Διομήδη.

Η Ορθόδοξη Εκκλησία εορτάζει τη μνήμη του Οσίου στις 28 Οκτωβρίου. Ο Παρισινός Κώδικας 1589 φ. 91α αναφέρει την μνήμη του Οσίου Διομήδη στις 29 Οκτωβρίου ως εξής: «Τῇ αὑτῇ ἡμέρᾳ μνήμη τοῦ Ἁγίου Διομήδους, μαθητοῦ τοῦ ἐν ἁγίοις πατρὸς ἡμῶν Τριφυλλίου ἐπισκόπου Λευκωσίας».

Παρασκευή 21 Οκτωβρίου 2022

ΟΣΙΟΙ ΒΑΡΝΑΒΑΣ ΚΑΙ ΙΛΑΡΙΩΝ ΟΙ ΘΑΥΜΑΤΟΥΡΓΟΙ

Όσιοι Βαρνάβας και Ιλαρίων οι θαυματουργοί 

Δυστυχώς και για τους αγίους Βαρνάβα και Ιλαρίων πολύ λίγα γνωρίζουμε. Ο Λεόντιος Μαχαιράς στο χρονικό του, καθώς κι ο Κυπριανός στην ιστορία του κατατάσσουν τους αγίους μεταξύ των 300 λεγομένων Αλαμανών, που πήγαν στην Κύπρο μετά τη Β' Σταυροφορία κι ασκήτεψαν σε διάφορα μέρη. Με τη γνώμη όμως αυτή, που όσο κι αν φαίνεται πιθανή, συγκρούεται η πληροφορία, που μας δίνεται τόσο από την παράδοση, όσο κι από το συναξάρι των αγίων. Σ' αυτό αναφέρεται ρητά, πως οι όσιοι καταγόντουσαν από την Καππαδοκία κι έζησαν μάλιστα στα χρόνια της βασιλείας του Θεοδοσίου του Μικρού (408 - 456 μ.Χ.). Κι οι δύο οι άγιοι ήσαν από ευγενικές οικογένειες κι υπηρετούσαν στον στρατό του βασιλιά, στον οποίο μάλιστα και διακρινόντουσαν για το παράστημα τους, την ανδρεία τους και την όλη γενικά ζωή τους.

Παρά το λαμπρό μέλλον που τους ανοιγόταν στην υπηρεσία τους αυτή, η αγάπη του Χριστού τους έκαμε νωρίς ν' αφήσουν τον στρατό και τη δόξα που τους χαμογελούσε και ν' αφιερωθούν στο Χριστό. Πήγαν, λοιπόν στην έρημο όπου έκαναν έργο τους την προσευχή, τη μελέτη του λόγου του Θεού, την άσκηση, την αρετή. Με ταπείνωση εκεί προσφέρουν καθημερινά τον εαυτό τους «θυσίαν ζῶσαν ἁγίαν τῷ Θεῷ εὐάρεστον» (Ρωμ. ιβ', 1). Και μια τέτοια ζωή που έχει σαν σκοπό της «τὴν δόξαν καὶ τὸν ἔπαινον τοῦ Θεοῦ», έχει και το αντίκρυσμα της. «Ὁ ἐρευνῶν νεφροὺς καὶ καρδίας» (Αποκ. β', 23) επιβραβεύει τους εργάτες του. Αυτό έγινε και με τους αθλητές μας.

Πλείστα θαύματα επιτελούνται καθημερινά στον τόπο της διαμονής τους στις πιστές καρδιές που τους επισκέπτονται, για να ακούσουν τις συμβουλές τους και να ενισχυθούν. Θαύματα μικρά και μεγάλα. Κοντά τους βρίσκουν οι άρρωστοι τους ιατρούς, οι πονεμένοι την ελπίδα, «οἱ ἐν θλίψεσι» την παρηγοριά. Έτσι περνούν οι άγιοι ολόκληρη τη ζωή τους. Μα κι όταν τα κουρασμένα κορμιά τους ξεκουράστηκαν στη γη με την παράδοση της αγίας ψυχής τους στον Κύριο, η θαυματουργική δύναμη τους δεν σταμάτησε. Ένα τέτοιο θαύμα είναι κι ο ερχομός τους στην Κύπρο, για να συνεχίσουν εδώ «τᾶς ἰάσεις καὶ θεραπείας τῶν».

Πότε έγινε αυτός ο ερχομός και γιατί, δεν γνωρίζουμε. Εκείνο που γνωρίζουμε είναι ότι η Κύπρος εξ αίτιας της θέσεως της στο μέσο του παλαιού χριστιανικού κόσμου, υπήρξε πάντοτε το καταφύγιο των χριστιανών, που διώκονταν από τις γύρω χώρες. Μαζί τους οι χριστιανοί αυτοί, προ παντός μετά την κατάληψη των Αγίων Τόπων από τους Άραβες κι ύστερα, μετέφεραν ιερά λείψανα κι εικόνες κι άλλα κειμήλια, για να τα διασώσουν. Πολλές φορές μάλιστα έκαναν και το άλλο. Έβαζαν ότι ήθελαν να διασώσουν σε μια ξύλινη κάσα, την έκλειαν προσεκτικά με κάποιο σημείωμα και την έριχναν στη Θάλασσα. Με τον τρόπο αυτό ήλθαν στο νησί μας τα ιερά λείψανα των Αγίων Μάμαντος από τη Μικρά Ασία, Ερμογένους από τη νήσο Σάμο και των Βαρνάβα κι Ιλαρίωνος των θαυματουργών.

Ένα βράδυ σε μια ευσεβή καρδιά από τους Σόλους, τον Λεόντιο, όπως αναφέρει το συναξάρι των αγίων, παρουσιάσθηκαν στον ύπνο του οι όσιοι και του είπαν: «Ἀδελφέ, ἀναστᾶς λάβε τὸ ζεῦγος σου καὶ ἐλθὲ εἰς τόπον καλούμενον Στομάτιον, ὅπως ἀγάγης ἠμᾶς ἐνθάδε». Κι όταν αυτός τους ρώτησε ποίοι είναι και από που και με ποιο τρόπο ήλθαν στο νησί, οι άγιοι του απεκάλυψαν με λεπτομέρειες τα πάντα. Και την πατρίδα τους, και τα ονόματα τους και την όλη ζωή τους. Του εξήγησαν ακόμη πως «ἐκ θείας δυνάμεως ἀπεστάλησαν ἐν τὴ νήσω ταύτη οἰκῆσαι εἰς σύστασιν καὶ βοήθειαν αὐτῆς καὶ εἰς ὑγείαν τῶν νοσούντων ἐν αὐτῇ».

Μόλις τα άκουσε αυτά η φιλόχριστος εκείνη καρδιά σηκώθηκε φοβισμένη κι έσπευσε να εκτελέσει την εντολή. Πήρε το ζευγάρι των βοδιών του και τράβηξε προς το μέρος που του υποδείχθηκε, «τὸ Στομάτιον» (Στόμα), που βρίσκεται στην παραλία του Μόρφου εκεί περίπου που εκβάλλει ο ποταμός Σερράχης. Και πραγματικά! Κάπου σε μια άκρη στην αμμουδιά βλέπει σαν έφτασε μια ξύλινη κάσα κλειστή. Πλησιάζει με ευλάβεια, γονατίζει και κάνει την προσευχή του. Ασπάζεται με σεβασμό την κάσα που κλείνει τον θησαυρό του κι ύστερα σηκώνεται και με την βοήθεια των βοδιών του δοκιμάζει να την σύρει προς το μέρος, που του είχε υποδειχθεί. Παρ' όλες τις προσπάθειες του όμως η κάσα λες κι είχε ριζώσει στη γη, δεν μετεκινείτο. Όλη νύχτα αγωνίζεται μα άδικα. Καταστενοχωρημένος γονατίζει και με δάκρυα στα μάτια ικετεύει τον Θεό και τους αγίους Του, να του φανερώσουν τι να κάμει. Την επόμενη νύχτα οι άγιοι του φανερώθηκαν και πάλι και του είπαν: «Ἀδελφέ, οὐκ εἰρήκαμεν σοὶ περὶ τοῦ ζεύγους τῶν βοῶν, ἀλλὰ τοῦ ζεύγους τῶν υἱῶν σου». Αδελφέ, δεν σου είπαμε να φέρεις το ζευγάρι των βοδιών σου, άλλα τα δύο παιδιά σου. Τρομαγμένος ο ευλαβής άνθρωπος ξύπνησε και τράβηξε στο σπίτι του. Πήρε τα δύο του αγόρια και ξαναγύρισε στον τόπο, που βρισκόταν η αγία σορός. Με βαθιά ευλάβεια πατέρας και παιδιά γονάτισαν, αγκάλιασαν με πίστη την αγία σορό και με δάκρυα στα μάτια παρακάλεσαν τον Θεό και τους αγίους, να τους βοηθήσουν να πραγματώσουν τη μετακίνηση. Κι η παράκληση εισακούσθηκε. Πατέρας και υιοί πήραν την ιερή κάσα που περιείχε τα άγια λείψανα και με φόβο Θεού την μετέφεραν στον τόπο που τους είχε υποδειχθεί, την Περιστερώνα! «Ὡς θαυμαστόν, Κύριε, τὸ ὄνομά σου ἐν πάσῃ τὴ γῆ». Απ' τη στιγμή που η αγία σορός τοποθετήθηκε στη γη, τα θαύματα άρχισαν. Θαύματα πολλά! Θαύματα μικρά και μεγάλα! Τυφλοί αναβλέπουν! Δαιμονιζόμενοι απαλλάσσονται από δαιμόνια!. Πρόσωπα βασανιζόμενα από πυρετό και ποικίλες αρρώστιες θεραπεύονται! Παράλυτοι επί χρόνια σηκώνονται και περπατούν! Πηγή θεραπειών έγινε το μέρος εκείνο, ώστε όχι μόνον από τα γειτονικά χωριά, αλλά κι από όλη τη νήσο να φτάνουν καθημερινά προσκυνητές. Πήγαιναν για να εκζητήσουν με βαθιά πίστη κι ευλάβεια τη βοήθεια και τις πρεσβείες των οσίων στα προ βλήματα που τους απασχολούσαν. Σε λίγο ένας περικαλλής ναός ανεγείρεται στη μικρή πολίχνη. Ο ναός που στέκει ως τις μέρες μας για να τοποθετηθούν εκεί μέσα τα ιερά λείψανα, για να διακηρύττουν στους αιώνες τα μεγαλεία του Θεού και τη βεβαίωση Του: «Τοὺς δοξάζοντες μὲ δοξάσω»!

Τις ευεργεσίες και τις θεραπείες τους οι άγιοι προσφέρουν σε όλους. Πτωχούς και πλουσίους. Άνδρες και γυναίκες. Αρκεί οι επικαλούμενοι να προσέλθουν με ειλικρινή μετάνοια και πίστη. Ένα τέτοιο θαύμα είναι και τούτο: Κάποτε στη χάρη των αγίων έφθασε και «ὁ κρατῶν» τη νήσο. Αυτός, όπως αναφέρει ο συναξαριστής, «νοσῶ πιεζόμενος βαρύτατη, δίκην παραλύτου ὑπὸ τῶν μεγιστάνων αὐτοῦ βασταζόμενος, ὑπεισῆλθε τῶν ἁγίων». Δηλαδή βασανιζόμενος από μια βαριά αρρώστια, που τον καθήλωσε ακίνητο στο κρεβάτι του πόνου, μεταφέρθηκε με φορείο κρατούμενο από τους άρχοντες του μπροστά στην ιερή λάρνακα των αγίων. Μετά από θερμή προσευχή και μόλις ο ιερέας σήκωσε τα ιερά λείψανα και τα άγγιξε πάνω στον άρρωστο, το θαύμα έγινε. Το παράλυτο κορμί, το ακίνητο απ' την αρρώστια, πήρε μονομιάς δύναμη και ζωή. Τα πόδια κινήθηκαν κι ο άρρωστος απόλυτα θεραπευμένος σηκώθηκε κι άρχισε να περπατά. Κάτι παραπάνω. «Τοὶς οἰκείοις ποσὶν ἤλατο, καὶ περιεπάτει σῶος». Πηδώντας έτρεξε στους δικούς του τελείως καλά. «Τὶς λαλήσει τᾶς δυναστείας σου, Χριστέ; ἢ τὶς ἐξαριθμήσει τῶν θαυμάτων σου τὰ πλήθη;» Ποίος, Χριστέ μου, μπορεί να λαλήσει τις θείες σου ευεργεσίες; Ή ποιος μπορεί να απαριθμήσει τα πλήθη των θαυμάτων σου, που φανερώνουν την ανώτερη και θεία δύναμη σου; Η απάντηση είναι: Κανένας. Το μόνο που μπορούμε να ψελλίσουμε όλοι, είναι του ψαλμωδού τα λόγια: «Θαυμαστὸς ὁ Θεὸς ἐν τοὶς ἁγίοις αὐτοῦ».
 Η Ορθόδοξη Εκκλησία εορτάζει τη μνήμη των Αγίων στις 21 Οκτωβρίου. 
 

https://www.saint.gr

Τετάρτη 12 Οκτωβρίου 2022

ΟΣΙΟΣ ΘΕΟΣΕΒΙΟΣ Ο ΑΡΣΙΝΟΪΤΗΣ

 Όσιος Θεοσέβιος ο Αρσινοΐτης
 
Ο Όσιος Θεοσέβιος γεννήθηκε στο μικρό χωριό Μελάνδρα, 12 χιλιόμετρα Νοτιοανατολικά της αρχαίας Αρσινόης, της σημερινής Πόλης της Χρυσοχούς της επαρχίας Πάφου, από γονείς ευσεβείς και εύπορους, τον Μιχαήλ και την Άννα. Είχε δε αδελφό τον όσιο Αρκάδιο τον μετέπειτα επίσκοπο Αρσινόης. Η ακριβής χρονολογία της γέννησής του µας είναι άγνωστη. Θα πρέπει όμως να τοποθετείται στα τέλη του 4ου µ.Χ. αιώνα, αν δεχτούμε, σύμφωνα µε τους επισκοπικούς καταλόγους της περιοχής, ότι ο αδελφός του Αρκάδιος ήταν επίσκοπος της Αρσινόης στις αρχές του 5ου αιώνα μ.Χ.

Αν και ο αδελφός του πήγε στην Κωνσταντινούπολη για να σπουδάσει, αυτός έμεινε κοντά στους γονείς του και έγινε βοσκός. Ποιμαίνοντας τα πρόβατά του, είχε την ευκαιρία να επιδίδεται στην προσευχή, τη μελέτη του λόγου του Θεού και άλλες αρετές. Με πρόφαση τη βοσκή των προβάτων προχωρούσε στο βουνό σε µια απόσταση 3 χιλιομέτρων από το χωριό του και σε τόπο ήσυχο και απόμερο προσευχόταν απερίσπαστα. Εντόπισε μάλιστα στην περιοχή και κάποιο σπήλαιο στο οποίο πολύ συχνά εισερχόταν και µε νηστείες και γονυκλισίες προσευχόταν στο Θεό.
Ο Όσιος Θεοσέβιος έτρωγε ελάχιστα, µόνο για να ζει. Τις µέρες της νηστείας μοίραζε όλη την τροφή που έπαιρνε μαζί του, που ήταν συνήθως µόνο ψωμί, σ' όσους έβρισκε μπροστά του και είχαν ανάγκη. Κι αν δεν έβρισκε κανένα τέτοιο άνθρωπο μπροστά του, έδινε το ψωμί του στα πουλιά, για να μην αθετεί την εντολή της νηστείας.
Όταν έφτασε στην κατάλληλη ηλικία, υπακούοντας και στην επιθυμία των γονέων του, προχώρησε σε γάμο µε µια ενάρετη κόρη από το διπλανό χωριό, τη Φιλούσα. Είχε ήδη όμως προχωρήσει τόσο στην πνευματική ζωή που αποφάσισε, αφού δέχτηκε την πρότασή του και η σύζυγός του, να ζήσει βίο αγνό και παρθενικό, μέσα στο γάμο, έχοντας µε τη σύζυγό του απλώς σχέσεις αδελφικές.
Κάποια µέρα, διαισθανόμενος το τέλος του, ίσως αυτό να του μηνύθηκε κατά κάποιο τρόπο από το Θεό, ο Θεοσέβιος κάλεσε τη γυναίκα του και µε τρόπο παραβολικό της είπε ότι φεύγει πιο μακριά για βόσκηση των προβάτων κι εκεί θα μείνει για αρκετό χρόνο. Την προέτρεψε να συνεχίσει την προσπάθεια της τελείωσης µε υπομονή και σωφροσύνη παραμένουσα είτε στο σπίτι τους στη Μελάνδρα είτε μεταβαίνουσα στη Φιλούσα, κοντά στους γονείς της. Κι αφού αντάλλαξαν σκέψεις για την αιώνια ζωή αναχώρησε στο τόπο της προσευχής. Άφησε το κοπάδι να βόσκει κι αυτός προχώρησε στο σπήλαιο, προσευχήθηκε µε θέρμη και εκεί ήρεμα παρέδωσε το πνεύμα στο Θεό. Ήταν 12 Οκτωβρίου.
Ο σκύλος του Αγίου, που βρισκόταν στο στόμιο του σπηλαίου σα να εκτελούσε χρέη θυρωρού, μάζεψε την επόμενη µέρα το κοπάδι και το οδήγησε στη Μελάνδρα. Οι γονείς και η σύζυγος του Αγίου βλέποντας το κοπάδι χωρίς τον ίδιο, ανησύχησαν. Τον αναζήτησαν στη Φιλούσα κι όταν δεν τον βρήκαν, καθοδηγούμενοι από το σκύλο του, έφτασαν μετά τρεις µέρες στο σπήλαιο. Εκεί βρήκαν το λείψανο του Αγίου να ευωδιάζει. Κι επειδή δεν μπόρεσαν να το μετακινήσουν και να το μεταφέρουν στο χωριό για ταφή, κι επειδή είχε ήδη νυχτώσει, έμειναν το βράδυ στο µέρος εκείνο, λογαριάζοντας να επιχειρήσουν τη μεταφορά την εποµένη. Φάνηκε όμως το βράδυ εκείνο ο Άγιος στον πατέρα του και του ζήτησε να τον θάψει εκεί. Πράγματι τον κήδεψαν εκεί όπου και αργότερα κτίστηκε ναός επ' ονόµατί του. Ο ναός του έγινε καταφύγιο πολλών Χριστιανών τόσο από τα γύρω όσο και τα μακρινότερα χωριά. Κατέφευγαν σ' αυτό µε πίστη και θεραπεύονταν από διάφορες ασθένειες κι έπαιρναν κουράγιο και δύναμη για συνέχιση του πνευματικού αγώνα.
Ο Άγιος Νεόφυτος αναφέρει πάµπολλα θαύματα που έγιναν από τον Άγιο Θεοσέβιο µετά το θάνατό του. Κατά τρόπο θαυμαστό υπέδειξε σε μοναχό που ήθελε να κτίσει κελιά κοντά στο ναό του, τον τόπο όπου υπήρχε ασβέστης τον οποίο και βρήκε και χρησιμοποίησε. Προστάτεψε το μικρό περιβόλι του ίδιου μοναχού από τους κόρακες, πάλι µε τρόπο πρωτάκουστο. Άνοιξε οφθαλμούς τυφλών και θεράπευσε κωφούς. Κάποτε, δύο βοσκοί σύλησαν τον Ναό του Αγίου, ωμολόγησαν την αμαρτία τους, επέστρεψαν όσα έκλεψαν και ζήτησαν και πήραν συγχώρεση. Κι άλλα πολλά ενεργεί μέχρι τις µέρες µας ο Άγιος Θεοσέβιος µε τη βοήθεια του Θεού.
Στις µέρες µας επιδεικνύεται ακόμη «το σπήλαιον του Αγίου Θεοσεβίου». Η Ορθόδοξη Εκκλησία εορτάζει τη μνήμη του Οσίου στις 12 Οκτωβρίου.
 
https://www.saint.gr

ΟΣΙΟΣ ΣΥΜΕΩΝ Ο ΝΕΟΣ ΘΕΟΛΟΓΟΣ

Όσιος Συμεών ο Νέος Θεολόγος 

Ο Άγιος Συμεών ο Νέος Θεολόγος, γεννήθηκε το έτος 949 μ.Χ. στη Γαλάτη της Παφλαγονίας από γονείς ευσεβείς και εύπορους, τον Βασίλειο και την Θεοφανώ. Ο θείος του Βασίλειος, ο οποίος κατείχε υψηλή θέση στον αυτοκρατορικό οίκο της Κωνσταντινουπόλεως, προσέλαβε νωρίς τον ανεψιό του κοντά του, όπου, όπως ήταν φυσικό, έτυχε καλής παιδείας. Όμως ο Όσιος δεν έδινε προσοχή και δεν έδειχνε ενδιαφέρον για μάθηση.

Κατά την εποχή αυτή ο Συμεών γνωρίστηκε με έναν μοναχό της περιωνύμου μονής Στουδίου, ο οποίος ονομαζόταν, επίσης, Συμεών. Ο μοναχός αυτός έγινε από την αρχή ο πνευματικός του πατέρας. Όταν κατά το έτος 963 μ.Χ. πέθανε ο θείος του, ο Συμεών προσήλθε στη μονή του Στουδίου, όπου ζητούσε «τὸν ἐκ νεότητος αὐτοῦ χρηματίσαντα πατέρα πνευματικὸν καὶ διδάσκαλον». Ο ίδιος ο Όσιος Συμεών παρομοιάζει τον θείο του με τον Φαραώ, τη διαμονή του στον αυτοκρατορικό οίκο με την αιχμαλωσία των Ισραηλιτών στην Αίγυπτο και τον πνευματικό του πατέρα με τον Μωυσή.

Κάποτε ο Γέροντάς του, του έδωσε ένα βιβλίο με τα συγγράμματα των Αγίων Μάρκου του Ερημίτου και Διαδόχου Φωτικής. Ζωηρή εντύπωση του προξένησε το ακόλουθο απόφθεγμα από το βιβλίο του Αγίου Μάρκου του Ασκητού, που είχε τον τίτλο «Περὶ Νόμου Πνευματικοῦ»: «Ἐὰν ζητᾷς ὠφέλεια, ἐπιμελήσου τὴ συνείδησή σου, κάνε ὅσα σοῦ λέει καὶ θὰ εὕρεις τὴν ὠφέλεια».

Ο Όσιος Συμεών ήταν σαν να άκουσε το λόγο αυτό από το στόμα του Θεού και άρχισε αμέσως να κάνει ότι τον πρόσταζε η συνείδησή του. Και αυτή, που είναι κάτι θεϊκό, τον παρακινούσε συνεχώς στα ανώτερα, έτσι ώστε αύξησε την προσευχή και την μελέτη του μέχρι την ώρα που άρχιζε να λαλεί ο πετεινός, δηλαδή μέχρι τα χαράματα. Σε αυτό τον βοηθούσε και η συνεχής νηστεία. Έτσι, ακόμα και πριν φύγει από τον κόσμο, ζούσε σχεδόν ασώματο βίο. Δεν του χρειάστηκε λοιπόν πολύς καιρός, για να εκδημήσει εντελώς από τα ορώμενα και να εισδύσει στα αόρατα θεία θεάματα.

Κάποια νύχτα, λοιπόν, που προσευχόταν και με καθαρό νου επικοινωνούσε με τον Θεό, είδε ξαφνικά να λάμπει άπλετο φως από τους ουρανούς και να κατεβαίνει προς αυτόν. Φώτισε τα πάντα και τα μετέβαλε σε μια ολοκάθαρη ημέρα. Καθώς ήταν και ο ίδιος τυλιγμένος από αυτό το φως, του φαινόταν σαν να εξαφανίσθηκε ολόκληρη η οικία μαζί με το δωμάτιό του, ενώ ο ίδιος είχε αρπαγεί στον αέρα, νιώθοντας σαν να μην είχε καθόλου σώμα. Κατάπληκτος από το μέγα τούτο μυστήριο κραύγαζε με μεγάλη φωνή το «Κύριε, ἐλέησον». Καθώς βρισκόταν μέσα σε αυτό το θείο φως, βλέπει στα ύψη του ουρανού μια ολόφωτη νεφέλη, άμορφη και ασχημάτιστη, γεμάτη από την άρρητη δόξα του Θεού. Στα δεξιά της έστεκε ο πνευματικός του πατέρας Συμεών ο Ευλαβής. Έμεινε σε αυτή την εκστατική κατάσταση για πολύ, χωρίς να αισθάνεται, καθώς βεβαίωνε αργότερα, εάν ήταν μέσα στο σώμα ή εκτός του σώματος. Όταν κάποτε εκείνο το φως σιγά - σιγά υποχώρησε, ήλθε στον εαυτό του και κατάλαβε πως βρίσκεται μέσα στο δωμάτιο.

Μετά από αυτή τη θεωρία, ο Όσιος Συμεών ικέτευε συνεχώς το Γέροντά του να τον κείρει μοναχό. Αλλά ο πνευματικός του πατέρας τον αναχαίτισε, επειδή ήταν νέος στην ηλικία και έτσι ο Όσιος επέστρεψε στην οικία του θείου του, όπου άρχισε με επιμέλεια να μελετά. Βαθιά εντύπωση απεκόμισε από τα έργα των Αγίων Μάρκου του Ασκητού και Διαδόχου Φωτικής, τα οποία έλαβε από τα χέρια του πνευματικού του.

Κατά το έτος 970 μ.Χ. ο Συμεών επισκέφθηκε τους γονείς του και τους ανακοίνωσε την κλίση του για τον μοναχικό βίο. Μάταια εκείνοι προσπάθησαν να μεταβάλλουν την απόφαση του μονάκριβου υιού τους. Η απόφαση του Συμεών ήταν σταθερή. Αρνήθηκε εγγράφως την πατρική περιουσία που του ανήκε και κατέφυγε στη μονή του Στουδίου. Λίγο αργότερα μεταβαίνει στη μονή του Αγίου Μάμαντος του Ξηροκέρκου, υπό τον ηγούμενο Αντώνιο, που βρισκόταν κοντά στη μονή του Στουδίου. Μετά από μία διετία εκάρη εδώ μοναχός, για να φωτίζει όλους τους πιστούς με το φως της γνώσεως, που φώτιζε τον εαυτό του. Όταν μετά από λίγο πέθανε ο ηγούμενος της μονής, ο Όσιος Συμεών χειροτονήθηκε πρεσβύτερος και με την ευλογία του Πατριάρχη Νικολάου του Χρυσοβέργη (984 - 995 μ.Χ.) και την έγκριση των μοναχών του Αγίου Μάμαντος, έγινε ηγούμενος της μονής.

Ως ηγούμενος ο Όσιος έπρεπε να αντιμετωπίσει πολλές δυσάρεστες καταστάσεις. Όχι μόνο την κατεστραμμένη μονή, αλλά προ πάντων το ανθρώπινο στοιχείο. Η μονή παρομοιαζόταν με κατάλυμα κοσμικών και νεκρών σωμάτων. Και η μεν μονή ως οικοδόμημα κατελαμπρύνθηκε, η πνευματική όμως συγκρότηση των μοναχών απαιτούσε πολλές ανυπέρβλητες προσπάθειες. Η διδασκαλία του συνάντησε την μεγάλη αδιαφορία ορισμένης ομάδας μοναχών, οι οποίοι έφθασαν στο σημείο, κατά την διάρκεια μια πρωινής κατηχήσεως, να επιτεθούν κατά του Γέροντός τους. Κατά την ώρα της επιθέσεως ο Όσιος, «τᾶς χεῖρας δεσμεύσας πρὸς ἐαυτὸν καὶ εἰς οὐρανὸν ἄρας αὐτοῦ τὴν διάνοιαν, ἐπὶ χώρας ἄσειστος ἔστη, ὑπομειδίων καὶ φαιδρὸν ἀτενίζων πρὸς τοὺς ἀλάστορας».

Αυτό ήταν αρκετό να αφοπλίσει τελείως τους τριάντα εκείνους μοναχούς, οι οποίοι επέδειξαν αυτή την συμπεριφορά. Ο Πατριάρχης Σισίννιος ο Β' (996 - 998 μ.Χ.) προς τον οποίον κατέφυγαν αμέσως, για να δικαιωθούν προφανώς από αυτόν, εξεπλάγη από την μανία και τον φθόνο των ασύνετων μοναχών και διέταξε να εξορισθούν. Όμως ο Όσιος Συμεών παρακάλεσε θερμώς τον Πατριάρχη να τους συγχωρέσει. Ο Όσιος, παρά τα πολλά καθήκοντά του στη μονή, εύρισκε καιρό να γράφει «τῶν θείων ὕμνων τοὺς ἔρωτες», τους «λόγους τῶν ἐξηγήσεων», τους «κατηχητικοὺς λόγους», τα «Πρακτικά, Γνωστικὰ καὶ Θεολογικὰ Κεφάλαια».

Δυσάρεστα ζητήματα εναντίων του Οσίου δημιούργησε ο σύγκελλος του Πατριάρχη, Μητροπολίτης Νικομήδειας Στέφανος. Αφορμή γι' αυτό ήταν η αγαθή φήμη του Οσίου. Επειδή ο σύγκελλος δεν μπορούσε να βρει στον βίο του Οσίου κάποια κατηγορία, στράφηκε προς το πρόσωπο του κοιμηθέντος ήδη Γέροντός του. Η κατηγορία του σύγκελλου ήταν ότι ο Όσιος υμνούσε τον πνευματικό του πατέρα ως Άγιο. Τελικά έπεισε την Σύνοδο να διερευνήσει το ζήτημα. Και μετά την διαδικασία αυτή, όλοι αναγνώρισαν, εκτός του σύγκελλου, το δίκαιο του Συμεών. Τότε ο σύγκελλος συνεργάστηκε με μοναχούς που εχθρεύονταν τον Όσιο και έκλεψε από τη μονή την εικόνα επί της οποίας είχε αγιογραφηθεί ο πνευματικός πατέρας του Οσίου μαζί με τον Χριστό και άλλους Αγίους. Ο Όσιος διατάχθηκε να προσέλθει στη Σύνοδο, για να απολογηθεί. Και πάλι βρέθηκε αθώος.

Ο Όσιος παρέμεινε επί είκοσι πέντε χρόνια ως ηγούμενος και το έτος 1005 μ.Χ. αποσύρθηκε σε ησυχαστήριο στο αντίπερα ερημόκαστρο της Χρυσουπόλεως, που εκαλείτο Παλουκητόν και ησύχαζε στη μονή της Αγίας Μαρίνας. Στην ηγουμενία τον διαδέχθηκε ο μαθητής του Αρσένιος. Κοιμήθηκε με ειρήνη το έτος 1022 μ.Χ. Η Σύναξη αυτού ετελείτο στη μονή του Στουδίου, στη μονή του Αγίου Μάμαντος και στη μονή της Αγίας Μαρίνας.

Για τη θεολογική του κατάρτιση και δεινότητα, ο Όσιος Συμεών ονομάσθηκε Νέος Θεολόγος, «ὁ Θεολόγος τοῦ φωτός» ή «ὁ Ἅγιος τοῦ φωτός». Κατά τις πνευματικές αναβάσεις του Αγίου, επιδιδόμενος στην ησυχία, ελευθερωνόταν από την ύλη, η γλώσσα του γινόταν γλώσσα πυρός, συνέθετε και θεολογούσε θείους ύμνους, γινόταν ολόκληρος πυρ, ολόκληρος φως και θεωνόταν κατά χάριν. Άλλοτε, μαρτυρείται ότι βρισκόταν επάνω στη γη και έχοντας τα χέρια υψωμένα και προσευχόμενος, ήταν «ὅλος φωτὸς καὶ ὅλος λαμπρότητος».

Από τις συγγραφές του σώζονται 92 λόγοι, 282 πρακτικά και θεολογικά κεφάλαια, καθώς και θρησκευτικά ποιήματα. Για τη θεολογική του δεινότητα ονομάστηκε Νέος Θεολόγος. Η Ορθόδοξη Εκκλησία εορτάζει τη μνήμη του Αγίου Συμεών του Νέου Θεολόγου στις 12 Οκτωβρίου. 

https://www.saint.gr

Τρίτη 11 Οκτωβρίου 2022

ΟΣΙΟΣ ΓΕΡΜΑΝΟΣ Ο ΑΓΙΟΡΕΙΤΗΣ, Ο ΜΑΡΟΥΛΗΣ

Όσιος Γερμανός ο Αγιορείτης, ο Μαρουλής
 
Ο Όσιος Γερμανός γεννήθηκε στη Θεσσαλονίκη το 1252 μ.Χ. από φιλάνθρωπους, ευκατάστατους, ευσεβείς και πολύτεκνους γονείς. Ήταν ο τρίτος από τα οκτώ τέκνα των γονέων του. Τον κατά κόσμον Γεώργιο από μικρό τον διέκρινε «ευταξία τις και σύννοια θαυμαστή και απλότης, εύκαιρος τε σιωπή στόματος μετ’ ηρεμίας ψυχής και ήθους υποβεβηκότος τε και μετρίου, και το παν, ως ειπείν, ειρήνης και σωφροσύνης και πραότητος άγαλμα». Από μικρός αγάπησε υπέρμετρα την ησυχία, την προσευχή, την άσκηση, τη νηστεία, την αγρυπνία, την κατάνυξη, τη φιλαδελφία και φιλοπτωχία.
 
Ο ένθεος και ενάρετος βίος του διακρινόταν με την απαθή στάση του και τη με πραότητα, υπομονή του στη σκληρή και άπρεπη στάση των ζωηρών συμμαθητών του απέναντι του στο σχολείο. Στους ταλαιπωρημένους εργάτες των κτημάτων τους συμπεριφερόταν με ιδιαίτερη στοργή. Όταν τους είδε κάποτε καταϊδρωμένους και αποκαμωμένους, τους είπε να διακόψουν την εργασία και να αναπαυθούν. Ο πατέρας του τον επετίμησε, αλλά κατά βάθος χάρηκε για τα φιλάνθρωπα αισθήματα του ενάρετου παιδιού του.

Οι γονείς του σκέπτονταν να τον νυμφεύσουν, αλλά αυτός δεν ήθελε κανένα σύνδεσμο με τον μάταιο κόσμο, γιατί ετοιμαζόταν για μόνιμη αναχώρηση. Τότε ήλθε από το Άγιον Όρος στη Θεσσαλονίκη ο ενάρετος Αγιορείτης Γέροντας Ιωάννης, που κατοικούσε σε Δοχειαρίτικο Κελλί: «Ενταύθα και τω μεγάλω και στερρώ περιτυχών της ασκήσεως και της ησυχίας στύλω, Ιωάννη φημί τω πάνυ, του Άθω και της καλής ερημίας άρτι τότε προς επίσκεψιν και διδασκαλίαν εκείσε κατιόντι των λογικών εαυτού θρεμμάτων». Περί το 1270 μ.Χ., νέος, μόλις είχαν φανεί τα γένεια του, ακολούθησε τον Γέροντα Ιωάννη στο Άγιον Όρος: «Άθως δ’ εκείθεν ο μέγας δεξάμενος, το πίον και τετυρωμένον, εποί τις αν κανταύθα δικαίως, όρος, το όρος του Θεού, εν ω κατοικείν ο «τα πάντα πληρών» ευδόκησε διά την αρετήν δηλονότι των ενοικούντων, έθρεψέ τε πνευματικώς, είπερ τινά που των πάντων, και εις άνδρα προαγαγών τέλειον, «εις μέτρον ηλικίας του πληρώματος του Χριστού»’ μετά πολλού γε πάνυ του περιόντος, πυρσόν ανέδειξε περιφανή τε και διαέριον σοφίας τε και γνώσεως πάσης τοις εκ του κοσμικού τούτου πελάγους και των ενταύθα πνευμάτων τε και του κλύδωνος εις τον σωτήριον εκείνον κατιούσι λιμένα».

Μετά σύντομη διαδικασία εκάρη μοναχός από τον Γέροντά του Ιωάννη και από Γεώργιος ονομάσθηκε Γερμανός. Διακρίθηκε για την υπεράνθρωπη άσκησή του και την πρόθυμη υπακοή του. Ως εργόχειρο είχε την καλλιγραφία. Μετέβαιναν στην «του Βατοπεδίου μεγάλην συνεχώς Λαύραν» προς προσκύνιση και συμμετοχή στις ιερές ακολουθίες αλλά και «θέας τε και ομιλίας των αδελφών χάριν». Οι Βατοπαιδινοί πατέρες τους είχαν σε μεγάλη εκτίμηση κι ευλάβεια. Ο νεαρός Γερμανός θαυμαζόταν και από τον γηραιό Γέροντά του, γιατί παρά το βάρος που σήκωνε, πήγαινε τον μακρύ και δύσκολο δρόμο από το κελλί τους στο Βατοπαίδι αγόγγυστα κι ευχάριστα, αλλά και όταν δοκιμάσθηκε ενώπιον πάντων των Βατοπαιδινών μοναχών, υπέμεινε γενναία, προς διδασκαλία και εντυπωσιασμό όλων για την αρετή του νεαρού μοναχού, που τόσο πρόθυμα ασκούνταν στην ταπείνωση και την υπακοή.

Μετά τη μαρτυρική τελείωση του προσφιλούς του Γέροντος Ιωάννου, στη Θεσσαλονίκη με τον υποτακτικό του Γρηγόριο από τους Λατινόφρονες, αφού προείδε το τέλος του και προφήτευσε την ασκητική πρόοδο του αγαπητού του υποτακτικού, ο όσιος Γερμανός αναχώρησε για τις Καρυές και κατόπιν για τα όρια της Μεγίστης Λαύρας. Υποτάχθηκε στον Γέροντα Ιώβ, που ασκήτευε στο σπήλαιο της Παναγίας, κοντά στη Μεγίστη Λαύρα. Αργότερα ο Ιώβ ανέλαβε την ηγουμενία της Μεγίστης Λαύρας. Λόγω της ανυπακοής των Λαυριωτών επέστρεψε στο σπήλαιο των αγωνισμάτων του με τον Γερμανό. Μετά την εξορία του Ιώβ ο όσιος υποτάχθηκε στους Γέροντες Μύρωνα, Μαλαχία, Αθανάσιο και Θεοδώρητο, ώστε όλη του η ζωή να είναι στη μακάρια υπακοή, ως «παίς και μαθητής». Κατόρθωσε με τη συνεχή μαθητεία του να κερδίσει «του μεν τον λόγον, του δε τον βίον, του δε την θεωρίαν, του δε την πράξιν, και πάντων ομού μιμησάμενος πάντα και προς την εαυτού συλλέξας ψυχήν μετά παντός του βελτίστου, μίαν τινά θεοειδή της αρετής εικόνα θαυμασίως ο γενναίος απηκριβώσατο».

Προς το τέλος της ζωής του δέχθηκε ως υποτακτικό του τον ανάπηρο Ιωαννίκιο, τον όποιο έσωσε από βέβαιο θάνατο με την προσευχή του, όπως τον ασθενή ανηψιό του Ιωάννη, που τον επισκέφθηκε στην έρημο και τον βαρειά ασθενή συγγενή του Ιάκωβο. Σε ηλικία 84 ετών μετά μικρή ασθένεια, προσευχόμενος ανεπαύθη εν Κυρίω. Μόνο τα 18 πρώτα έτη του έζησε στον κόσμο κι όλα τα άλλα τα πέρασε στην αθωνική έρημο, με υπακοή, άσκηση και προσευχή. Γι’ αυτό χαριτώθηκε από τον Θεό πλούσια.

Ο άγιος Σάββας ο Βατοπαιδινός, συνδεόμενος με τον όσιο Γερμανό, έλεγε στον μετέπειτα βιογράφο του άγιο Φιλόθεο τον Κόκκινο, τα εξής χαρακτηριστικά εγκωμιαστικά λόγια, όπως μας τα καταγράφει: «Βούλομαι ακριβώς ειδέναι σε φίλος, ως ο κοινός ημών πατήρ και πάλαι μεν της κάτω και ημετέρας πατρίδος, νυν δε της μεγίστης Λαύρας, μάλλον δε των ουρανών ήδη και των απογεγραμμένων εκεί μέγας πολίτης, Γερμανός ο θείος, Αντώνιος εστίν νυν εν ημίν άλλος ο μέγας· ου την πολιτείαν φημί και την της αρετής άσκησιν μόνον, αλλα δή και την καθαρότητα της καρδίας και την ενοικούσαν αυτή του Πνεύματος χάριν τε και σοφίαν».

Συγγραφέας του ωραίου βίου του οσίου είναι ο φίλος του άγιος Φιλόθεος ο Κόκκινος. Με ιδιαίτερη χάρη, γνώση και χαρακτηριστική αμεσότητα, δίχως υπερβολές και ακρότητες, παρουσιάζει ο άγιος βιογράφος τον άγιο βιογραφούμενό του ως υπόδειγμα και παράδειγμα προς όλους και ιδιαίτερα προς τους μοναχούς και κύρια τους Αγιορείτες: «Οι της ερημίας, τον πτερωτήν, κατά τον μέγαν αύθις ειπείν εκείνον, οι της επιμιξίας, τον νομοθέτην· οι της απλότητος, τον οδηγόν· οι της θεωρίας, την πηγήν του θείου λόγου και της διδασκαλίας· ο εν ευθυμία, τον χαλινόν· ο εν συμφοραίς, την παράκλησιν· την βακτηρίαν, η πολιά· την παιδαγωγίαν, η νεότης· η πενία, τον ποριστήν· η ευπορία, τον οικονόμον. Δοκούσι μοι και ποιμένες τον της ποιμαντικής διδάσκαλον επαινέσεσθαι, και παίδες και μαθηταί τον σοφόν καθηγητήν και πατέρα, και πτωχοί και ξένοι τον φιλόπτωχόν τε και φιλόξενον, και αδελφοί και πατέρες τον φιλάδελφον ομού και φιλότεκνον, οι τας ψυχάς νοσούντες τον απαθέστατον ιατρόν, οι ύγιαίνοντες τον φύλακα της υγείας, οι πάντες τον πάσι πάντα γενόμενον, ίνα κερδάνη τους πάντας ή πλείονας».

Η Ορθόδοξη Εκκλησία εορτάζει τη μνήμη του Οσίου στις 11 Οκτωβρίου και στις 10 Ιουλίου μετά των Βατοπαιδινών Αγίων.
 
https://www.saint.gr

ΟΣΙΟΣ ΘΕΟΦΑΝΗΣ Ο ΓΡΑΠΤΟΣ, Ο ΟΜΟΛΟΓΗΤΗΣ

Όσιος Θεοφάνης ο Γραπτός, ο Ομολογητής Επίσκοπος Νίκαιας
 
Ο Όσιος Θεοφάνης ήταν αδελφός του Θεοδώρου του Γραπτού και διακρινόταν για τη μάθηση των αγίων γραφών και της Ιερής θεολογίας, αλλά και για την ακριβή γνώση των αρχαίων Ελληνικών συγγραφών.

Ο Θεοφάνης το 838 μ.Χ., έθαψε με μεγάλη λύπη τον αδελφό του Θεόδωρο, όταν αυτός πέθανε στην εξορία. Κατόπιν ο Θεοφάνης εξορίστηκε στη Θεσσαλονίκη.
Όταν πέθανε ο εικονομάχος βασιλιάς Θεόφιλος, ανέλαβε τη διαχείριση της βασιλικής αρχής. Ο δε Πατριάρχης Μεθόδιος, έκανε τον Θεφάνη Μητροπολίτη Νικαίας. Επιτέλεσε τα ποιμαντικά του καθήκοντα με μεγάλη ακρίβεια και πέθανε ήσυχος με τη συνείδηση του, ότι εκπλήρωσε άρτια τα καθήκοντά του προς τον Χριστό και την Εκκλησία και σαν απλός Ιερομόναχος και σαν επισκοπικός κυβερνήτης.
Ο Θεοφάνης ο Γραπτός είναι από τους μεγαλύτερους Έλληνες θρησκευτικούς ποιητές και υμνογράφους του 8ου αιώνα μ.Χ., αφού συνέγραψε πολλούς κανόνες.
Απότμημα του Ιερού Λειψάνου του Αγίου βρίσκεται στη Μονή Προυσού Ευρυτανίας. Η Ορθόδοξη Εκκλησία εορτάζει τη μνήμη του Οσίου στις 11 Οκτωβρίου.
 
https://www.saint.gr

Πέμπτη 6 Οκτωβρίου 2022

ΟΣΙΟΣ ΚΕΝΔΕΑΣ Ο ΘΑΥΜΑΤΟΥΡΓΟΣ

Όσιος Κενδέας ο θαυματουργός
 
Ο Όσιος Κενδέας ο Θαυματουργός, είναι ένας από τους πολλούς Αλαµάνους Αγίους της Κύπρου που ήλθαν από την Παλαιστίνη στην Κύπρο.

Σε ηλικία δεκαοκτώ ετών, ο Όσιος Κενδέας, πήγε στα Ιεροσόλυμα, όπου εκεί έγινε μοναχός. Απεσύρθη τότε στην έρημο του Ιορδάνου και κατοίκησε μέσα σ' ένα μικρό σπήλαιο, σε τόπο κρημνώδη και δύσβατο, τρεφόμενος µε τρυφερούς βλαστούς δέντρων, όπως ακριβώς ο Ιωάννης ο Πρόδρομος.
Μέσα στην έρημο του Ιορδάνου ο Όσιος Κενδέας µε τη συνεχή προσευχή και νηστεία και µε τη χάρη του Θεού άρχισε να θαυματουργεί. Κάποτε μάλιστα τον πλησίασε ο Ανανίας, περίφημος ασκητής που ασκήτευε σ' εκείνα τα μέρη, και τον παρακάλεσε να βγάλει τα δαιμόνια από το γιο ενός τοπικού άρχοντα. Ο Όσιος Κενδέας στην αρχή δεν πείστηκε από τον Ανανία, αλλά στο τέλος υπάκουσε και έκανε προσευχή και απελευθέρωσε το νέο από τα δαιμόνια.
Εξαιτίας αυτού του θαύματος ο Κενδέας δέχθηκε πολλές πιέσεις και στο τέλος πείστηκε και χειροτονήθηκε ιερέας και μπήκε στη Μονή. Η ζωή όμως του μοναστηριού µε τις πολλές επισκέψεις δεν τον ευχαριστούσε κι έτσι σε λίγο καιρό έφυγε πάλι για την έρημο.
Εκεί δεν έμεινε για πολύ γιατί την εποχή εκείνη εχθροί της πίστεως του Χριστού έδιωξαν τους Οσίους που κατοικούσαν σ' εκείνη την έρημο. Αυτοί (οι ασκητές), μαζί τους και ο Όσιος Κενδέας, διέκοψαν τον ασκητικό αγώνα, και έπειτα από πολυτάραχο ταξίδι έφθασαν στο λιμάνι της Πάφου. Το πλοίο τους καταστράφηκε ολοσχερώς και τα κοµµάτια του διασκορπίστηκαν μέσα στη θάλασσα. Οι Όσιοι όμως, αβλαβείς όλοι, πήγαν σε διάφορα μέρη της Κύπρου, για να μονάσουν, εκεί όπου ο καθένας έκρινε τον τόπο καταλληλότερο.
Ο Όσιος Κενδέας έστησε την καλύβη του επάνω στο γκρεμό, στο γιαλό της Πάφου, και άρχισε πάλι την ασκητική ζωή. Ο διάβολος που προσπαθούσε να κάνει κακό στον άγιο από την αρχή του βίου του δεν σταμάτησε ούτε στιγμή να τον πολεμά µε πολλούς και διάφορους τρόπους. Ο Θεός όμως τον προστάτευε από τις παγίδες αυτές.
Γρήγορα η φήμη της αγιότητάς του τράβηξε την προσοχή των κατοίκων της περιοχής, µε αποτέλεσμα να τον επισκέπτονται καθημερινά για να τους θεραπεύσει από κάποια ασθένεια ή για να ακούσουν τα λόγια του που ήταν γεμάτα ελπίδα και παρηγοριά.
Στην καλύβα συνέβησαν πολλά θαυμαστά αλλά και πολλοί πειρασμοί στον Άγιο Κενδέα. Ο συναξαριστής αναφέρει μερικά από αυτά: Κάποιο βράδυ, ο διάβολος πήρε μορφή ανθρώπου, και, όταν ο Άγιος βγήκε από την καλύβα του, έπεσε στα πόδια του και του ζητούσε ευλογία. Τρόμαξε ο Άγιος και έπεσε µε το κεφάλι στο βάθος του γκρεμού, άλλα µε τη χάρη του Θεού δεν έπαθε τίποτε.
Μια άλλη φορά ο Σατανάς, παρουσίασε μπροστά στον άγιο μια όμορφη γυναίκα που, αφού έπεσε στα πόδια του, τον παρακαλούσε με δάκρυα να πάει στο σπίτι της και να το ευλογήσει. Ό όσιος στη φαινομενική συντριβή της με συγκίνηση δέχτηκε να πάει. Μόλις όμως έφτασε και μπήκε στο σπίτι η διεφθαρμένη εκείνη γυναίκα σαν μια «άλλη Πετεφρή» πέταξε από πάνω της τα ενδύματα της, για να σκανδαλίσει τον άγιο και να προσβάλει την αγνότητα του. Τρομερή αλήθεια ή δοκιμασία. Μα ο όσιος σώθηκε και τούτη τη φορά με τη δύναμη της προσευχής.
Μιαν άλλη φορά, ο Διάβολος παρέδωσε τον Άγιο στα χέρια ενός δολοφόνου ληστή, ο οποίος τον έδερνε, του έπαιρνε τα ράσα, του έκαιε την καλύβα, και µε κάθε τρόπο τον τυραννούσε. Τα δείγματα αυτά των πειρασμών μας παρέχουν μια εικόνα των δυσκολιών που αντιμετώπιζε καθημερινά ο άγιος.
Ευρισκόμενος ο Άγιος Κενδέας στην καλύβα του, κάποτε, πόθησε να συναντήσει τον αγαπητό του συν ασκητή Ιωνά, ο οποίος κατοικούσε στα μέρη της Αµµοχώστου, πολύ μακριά από την Πάφο. Ξεκίνησε λοιπόν να πάει να τον συναντήσει. Στο δρόμο του, σε κάθε χωριό που περνούσε, τον σταματούσαν οι κάτοικοι που έφερναν του αρρώστους τους για θεραπεία, πράγμα που έκανε ο άγιος. Αυτό όμως τον ενοχλούσε και γι' αυτό µε αίσθημα ταπεινοφροσύνης αποφάσισε να µπει σ' ένα σπήλαιο που βρήκε στο δρόμο του και να μην ξαναβγεί πια έξω. Ήταν ταυτόχρονα και πολύ λυπημένος γιατί ματαιώθηκε ο πόθος του να συναντήσει τον Ιωνά. Άγγελος Κυρίου, τότε, σήκωσε τον Όσιο Ιωνά από το κελί του ήσυχα - ήσυχα, τον έφερε σε µια στιγμή στο σπήλαιο του Οσίου Κενδέα, και έπειτα από την ανταλλαγή ασπασμού και τη συγκινητική συνομιλία που είχε ο Ιωνάς µε τον Κενδέα, ο Άγγελος μετέφερε πάλι τον Ιωνά πίσω.
Το γεγονός αυτό έβαλε τον Όσιο Κενδέα σε διαφόρους λογισμούς και αθετώντας τον όρκο που είχε δώσει, να μην βγει δηλαδή ξανά από το σπήλαιο, ξεκίνησε και πήγε να συναντήσει τον Ιωνά, για να εξακριβώσει αν πράγματι έγινε η συνάντηση μαζί του ή αυτό που συνέβη ήταν ένα όνειρο ή απάτη του διαβόλου. Πράγματι τον συνάντησε και διαπίστωσε ότι το γεγονός αυτό ήταν αληθινό. Αφού λοιπόν ασπάστηκε τον Ιωνά, ο Κενδέας επέστρεψε πάλι στον τόπο διαμονής του.
Πολλά είναι τα θαύματα που έγιναν από τον Όσιο Κενδέα. Με τη χάρη του Θεού θεράπευσε αρρώστους, εφανέρωσε πηγές σε τόπους που δεν υπήρχε νερό και μάλιστα, πολλές φορές, µε προσευχή έφερε βροχή από τον ουρανό και έδιωξε πολλά δαιμόνια από τους ανθρώπους.
Ο Όσιος Κενδέας πέθανε σε προχωρημένη ηλικία και παρέδωσε την ψυχή του στο Θεό, ύστερα από µια ζωή γεμάτη αγιότητα και προσευχή.
Το σπήλαιο του οσίου Κενδέα σώζεται μέχρι σήμερα κοντά στο χωριό Αυγόρου όπου υπάρχει και γυναικεία Μονή αφιερωμένη σ' αυτόν. Στην πόλη της Πάφου υπάρχει μεγαλοπρεπής ναός του όπου τιμάται ξεχωριστά ο όσιος Κενδέας ο θαυματουργός. Απότμημα του Ιερού Λειψάνου του Αγίου βρίσκεται στη Μονή Κύκκου Κύπρου. Η Ορθόδοξη Εκκλησία εορτάζει τη μνήμη του Οσίου στις 6 Οκτωβρίου.
 
https://www.saint.gr

Σάββατο 24 Σεπτεμβρίου 2022

ΟΣΙΟΣ ΣΙΛΟΥΑΝΟΣ Ο ΑΘΩΝΙΤΗΣ: "ΔΕΝ ΗΘΕΛΑ ΝΑ ΣΕ ΣΥΓΧΥΣΩ ΠΑΙΔΙ ΜΟΥ, ΑΠΑΝΤΗΣΕ Ο ΠΑΤΕΡΑΣ ΤΟΥ".

Κάποτε θέριζαν στο χωράφι (ο άγιος Σιλουανός και ο πατέρας του) και ήταν η σειρά του νεαρού Συμεών (του μετέπειτα αγίου Σιλουανού) να μαγειρέψει. Ξέχασε ότι ήταν Παρασκευή και μαγείρεψε χοιρινό κρέας από το οποίο έφαγαν όλοι. Μετά από έξι μήνες, μια γιορτινή μέρα, ο πατέρας του του είπε μειδιώντας με πραότητα: «Θυμάσαι, παιδί μου, που μου έβρασες χοιρινό κρέας στο χωράφι; Ήταν Παρασκευή, ξέρεις, και το έτρωγα σαν να ήταν πτώμα». Και ο Συμεών του είπε· «Και γιατί δεν μου το είπες τότε, πατέρα;». «Δεν ήθελα να σε συγχύσω, παιδί μου», απάντησε ο πατέρας του. Το περιστατικό αυτό το διηγείτο πολύ αργότερα ο άγιος Σιλουανός στον Άγιον Όρος και έλεγε· «Να, τέτοιον Γέροντα ήθελα να έχω. Ποτέ του δεν θύμωνε και ήταν πάντοτε μετρημένος και ήσυχος. Σκεφθείτε, έκανε υπομονή μισό χρόνο και βρήκε την κατάλληλη στιγμή, ώστε να με διορθώσει και να μην με συγχύσει»!

(Αρχιμανδρίτου Σωφρονίου, Ο Άγιος Σιλουανός ο Αθωνίτης, Ιερά Σταυροπηγιακή Μονή Τιμίου Προδρόμου, Έσσεξ Αγγλίας 1988, σελ. 10-11)

ΑΓΙΟΣ ΣΙΛΟΥΑΝΟΣ Ο ΑΘΩΝΙΤΗΣ



Όσιος Σιλουανός ο Αθωνίτης
 
Ο Άγιος Σιλουανός ο Αγιορείτης έγινε γνωστός πριν ακόμα αγιοκαταχτεί από την Ορθόδοξη Εκκλησία με το βιογραφικό έργο «Ο γέροντας Σιλουανός τιυ Αθω" που το συνέγραψε με ωραίο τρόπο ο Ηγούμενος της Μονής Τιμίου Προδρόμου στο Έσσεξ της Αγγλίας Αρχιμανδρίτης Σωφρόνιος, που έζησε κοντά στον Άγιο για πολύ καιρό στον Άθω.
Σύμφωνα λοιπόν με τον Σωφρόνιο, ο Άγιος Σιλουανός ασκήθηκε στο Άγιον Όρος για 46 ολόκληρα χρόνια και συγκεκριμένα στη Μονή του Αγίου Παντελεήμονα. Γεννήθηκε το 1866 μ.Χ. στο χωριό Σόβοκ της επαρχίας Λεμπεντιάσκ της Ρωσίας και το κοσμικό του όνομα ήταν Συμεών Ιβάνοβιτς Αντόνωφ. Στη Ρωσία έκανε το επάγγελμα του ξυλουργού. Στο Άγιο Όρος ήλθε το 1892 μ.Χ. και αφιερώθηκε ολοκληρωτικά στην άσκηση και την προσευχή. Το 1911 μ.Χ. έγινε μεγαλόσχημος και στολίστηκε με πολλές άγιες αρετές και γέμισε όλος από θείο φως. Το 1915 μ.Χ. βγήκε για λίγο από το Άγιον Όρος και επισκέφθηκε τα μοναστήρια της πατρίδας του. Απεβίωσε στις 24 Σεπτεμβρίου του 1938 μ.Χ. και η Ορθόδοξη Εκκλησία πρόσφατα τον αγιοποίησε. Η Ορθόδοξη Εκκλησία εορτάζει τη μνήμη του Αγίου στις 24 Σεπτεμβρίου. 
 
https://www.saint.gr

Σάββατο 10 Σεπτεμβρίου 2022

ΘΑΥΜΑΣΤΟ ΓΕΓΟΝΟΣ ΤΟΥ ΙΕΡΟΜΟΝΑΧΟΥ ΑΘΑΝΑΣΙΟΥ ΧΑΜΑΚΙΩΤΗ ΣΕ ΜΙΑ ΟΙΚΟΓΕΝΕΙΑ!

Μια κοπέλα διηγήθηκε.
Όταν η μητέρα μου έμεινε έγκυος σε μένα, είχε την ατυχία ο πατέρας μου να μη με θέλει.
Της είχε θέσει όρο. 
Ή το παιδί ή εμένα.
Επειδή τότε είχε απαγορευτεί δια νόμου από τον Μεταξά η έκτρωση, ο πατέρας μου έδινε στη μητέρα μου διάφορα φάρμακα για να με αποβάλει. 
Χρησιμοποιούσε και άλλους πιο σκληρούς τρόπους.
Τη χτυπούσε, την έριχνε κάτω από το κρεβάτι, την πήγαινε στη θάλασσα και την υποχρέωνε να κάνει οκτώ φορές μπάνιο την μέρα, και άλλα πολλά. 
Παράλληλα προσπαθούσε να βρει κάποιο γιατρό να προχωρήσει στην έκτρωση, αλλά δεν αναλάμβανε κανείς.
Τελικά βρέθηκε κάποιος γιατρός να κάνει την έκτρωση. 
Τότε όμως κάποια φίλη της της σύστησε τον π. Αθανάσιο.
Πήγε, λοιπόν, για πρώτη φορά, και εξομολογήθηκε το πρόβλημά της.
Ο γέροντας ήταν απόλυτος.
Της εξήγησε ότι αυτό που πάει να κάνει είναι έγκλημα.
Μα θα με χωρίσει ο άνδρας μου, πάτερ, αντέτεινε.
Να προτιμήσεις να σε χωρίσει παρά να σκοτώσεις το παιδί.
Και πώς θα το μεγαλώσω μόνη μου;
Θα φροντίσει ο Θεός.
Έχουν γίνει τόσες απόπειρες και προσπάθειες για να φύγει το παιδί από πάνω σου και δεν έχει φύγει!
Αυτό θα πρέπει να σε βάλει σε σκέψεις.
Δεν ξέρεις τι σκοπό έχει ο Θεός γι’ αυτό.
Η μητέρα μου γύρισε αποφασισμένη να σηκώσει το σταυρό της.
Ο πατέρας μου θύμωσε και την έδιωξε από το σπίτι. 
Έτσι εγώ γεννήθηκα χωρίς την παρουσία του πατέρα μου και μεγάλωσα χωρίς αυτόν.
Παρόλο που ζούσε, απέφυγε να με γνωρίσει.
Εγώ νόμιζα ότι είχε πεθάνει. 
Έτσι με άφηναν να πιστεύω η μητέρα μου και η γιαγιά.
Όταν αργότερα έμαθα την αλήθεια και ότι ζει, έκανα πάρα πολλές προσπάθειες να τον βρω, αλλά δεν τα κατάφερα, γιατί είχε αλλάξει και το όνομά του. 
Έτσι δεν τον είδα ποτέ.
Το μόνο που έμαθα και με χαροποίησε, ήταν ότι στο τέλος της ζωής του μετανόησε.
Τα χρόνια πέρασαν, παντρεύτηκα και κατά τη διάρκεια της εγκυμοσύνης του δεύτερου παιδιού προσβλήθηκα από οξείς ρευματισμούς, με αποτέλεσμα να κλονιστεί πολύ η υγεία μου.
Έπαιρνα οκτώ ασπιρίνες την ήμερα και πέντε κορτιζόνες των 5 mgr, αγνοώντας όμως την εγκυμοσύνη. 
Είχα πάρει συνολικά 450 ασπιρίνες και 250 κορτιζόνες, όταν ανακάλυψα την εγκυμοσύνη. Πανικοβλήθηκα τότε και εγώ και οι γιατροί. 
Όλοι πρότειναν να γίνει διακοπή της κύησης. 
Εγώ όμως θυμήθηκα τη δική μου περίπτωση, τη στάση του π. Αθανασίου, που δεν τον γνώριζα, και δεν δέχθηκα. 
Το άφησα στο Θεό.
Έκανα μάλιστα και μια απερισκεψία.
Σταμάτησα απότομα τη θεραπεία, πιστεύοντας ότι προστατεύω το παιδί, αλλά έτσι δεν προστάτευα ούτε την υγεία μου.
Ταλαιπωρήθηκα πολύ. 
Τελικά, με τη χάρη του Θεού, το παιδί γεννήθηκε υγιέστατο! 
Οι γιατροί όμως μου απαγόρευσαν να κάνω άλλο παιδί τουλάχιστον για τρία χρόνια, γιατί η υγεία μου ήταν πολύ κλονισμένη.
Έτσι, παρόλο που δεν το ήθελα, απέφευγα να κάνω άλλο παιδί.
Ήταν παραμονές του Πάσχα το 1967 κι επειδή ο πνευματικός μας έλειπε στη Β. Ελλάδα, πήγαμε με τον άνδρα μου στο μοναστήρι για να εξομολογηθούμε στον π. Αθανάσιο.
Ήταν τότε πολύ γέροντας. 
Κι εγώ συγκινήθηκα βλέποντας για πρώτη φορά τον άνθρωπο χάρη στον οποίο ήλθα στη ζωή.
Του μίλησα για την περιπέτειά μου και για τη συμβουλή των γιατρών. 
Ο γέροντας, αφού με άκουσε, μου είπε:
-Παιδί, οι επίγειοι γιατροί γνωρίζουν το πρόβλημά σου!
Ο επουράνιος γιατρός δεν το γνωρίζει;
Αν δεν πρέπει να τεκνοποιήσεις δεν θα σου δώσει παιδί.
Αρκεί να τον εμπιστευθείς και συ βλέπω,δεν τον εμπιστεύεσαι.
Αποφασίσαμε με το σύζυγό μου να το αφήσουμε και πάλι στην αγάπη του Θεού.
Και πράγματι ο Θεός επέτρεψε να αποκτήσουμε παιδί στο όριο που έβαλαν οι γιατροί.
Τότε είχε αποκατασταθεί η υγεία μου. 
Ήταν το τρίτο παιδί μας και αποφασίσαμε να το πάμε, μαζί με τα άλλα δύο, στο μοναστήρι. Αγνοούσαμε ότι ο γέροντας είχε κοιμηθεί. 
Ήταν Μεγάλη Παρασκευή και ανεβήκαμε στη Φανερωμένη για την ακολουθία του επιταφίου. Είχε πολύ κόσμο και κατευθυνθήκαμε στη νότια πλευρά της εκκλησίας. 
Ανάμεσα στα λουλούδια, χωρίς να το πολυπροσέξουμε, είδαμε μια μαρμάρινη πλάκα και ακουμπήσαμε το καλαθάκι με το παιδί. 
Γυρίσαμε ταυτόχρονα και τι να δούμε: «Αθανάσιος ιερομόναχος». 
Καταλάβαμε ότι ήταν ο τάφος του γέροντα.
Αισθανθήκαμε ρίγος και νιώσαμε τα ίδια συναισθήματα και την ίδια ακριβώς σκέψη. Βλέποντας το μωρό μας πάνω στον τάφο του γέροντα το νιώσαμε σαν προσφορά και δώρο δικό του και σα να ακούγαμε τον Ίδιο,να μας λέει: Βλέπετε που το παιδί ήλθε στην ώρα που έπρεπε να έλθει; 
Κοιταχθήκαμε και όταν εξομολογηθήκαμε ο ένας στον άλλον τα συναισθήματα και τη σκέψη μας και διαπιστώσαμε ότι ήταν ακριβώς τα ίδια, τα μάτια μας γέμισαν δάκρυα. 
Η συγκίνηση ήταν απερίγραπτη.
Ο άνθρωπος αυτός, άγνωστος σε μένα, έπαιξε τόσο σημαντικό ρόλο στη ζωή μου και στην οικογένειά μου.

 ΙΕΡΟΜΟΝΑΧΟΣ ΑΘΑΝΑΣΙΟΣ ΧΑΜΑΚΙΩΤΗΣ,
ΝΕΚΤΑΡΙΟΥ ΑΝΤΩΝΟΠΟΥΛΟΥ.