ΑΝ ΒΙΑΖΕΣΑΙ ΝΑ ΔΕΙΣ ΤΟΝ ΚΟΣΜΟ ΝΑ ΓΙΝΕΤΑΙ ΚΑΛΥΤΕΡΟΣ, ΑΡΧΙΣΕ ΑΠΟ ΤΟΝ ΕΑΥΤΟ ΣΟΥ. ΕΙΝΑΙ Ο ΣΥΝΤΟΜΟΤΕΡΟΣ ΔΡΟΜΟΣ.

Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα ΘΑΝΑΤΟΣ & ΜΕΤΑΘΑΝΑΤΙΑ ΖΩΗ. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα ΘΑΝΑΤΟΣ & ΜΕΤΑΘΑΝΑΤΙΑ ΖΩΗ. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Πέμπτη 31 Ιουλίου 2025

ΕΤΣΙ ΜΕ ΚΑΤΑΝΤΗΣΑΝ ΤΑ ΔΑΚΡΥΑ ΤΗΣ ΜΑΝΝΑΣ ΜΟΥ!

 Έτσι με κατάντησαν τα δάκρυα της μάννας μου!

Αυτό το γεγονός το εδιηγείτο η Γερόντισσα Ξένη, η οσία πρώτη Ηγουμένη της Μονής του αγίου Νεκταρίου στην Αίγινα, η οποία ήταν τυφλή. Τυφλή κατά την σωματική όραση, αλλά φωτισμένη και με οξεία πνευματική όραση. Αποδεικνύει δε ότι οι ψυχές των κεκοιμημένων λυπούνται όταν οι συγγενείς αντί να δοξολογούν τον Θεό, σκληρύνονται και λυπούνται υπερβολικά. 

Αυτή λοιπόν η αγιασμένη μοναχή είχε μια αδελφή στην Αθήνα, η οποία είχε έξι κορίτσια και ένα αγόρι, που την εποχή εκείνη ήταν οκτώ περίπου ετών. Η μητέρα του αλλά και όλοι οι συγγενείς το υπεραγαπούσαν και διότι ήταν μονάκριβο αλλά και γιατί ήταν πολύ καλό παιδάκι. Ένα σωστό αγγελάκι.

Με τον εμφύλιο πόλεμο (1948) και τα λεγόμενα Δεκεμβριανά, όπου εγίνοντο μάχες και μέσα στις πόλεις, σ’ έναν βομβαρδισμό το αγοράκι, ενώ γύριζε από το σχολείο, σκοτώθηκε. Έτσι αυτό το επίγειο αγγελούδι διάνυσε γρήγορα την επίγεια ζωή του για να βρεθεί κοντά στον Θεό σαν ουράνιο πλέον αγγελούδι.

Η μητέρα πόνεσε πολύ. Αφήνοντας δε τον εαυτό της έρμαιο του πόνου, έπεσε στην εφάμαρτη υπερβολή και στην απελπισία, ενώ σαν χριστιανή Ορθόδοξη ήξερε ότι το παιδάκι της ήταν στην χαρά του Ουρανού.

Αυτή η συμπεριφορά των συγγενών έχει πολλές φορές αποδειχθεί πως ενοχλεί τις ψυχές που βρίσκονται κοντά στον Θεό, οι οποίες χαίρονται μόνον όταν οι επίγειοι συγγενείς δοξολογούν τον Ουράνιο Πατέρα, τον χορηγό της αιώνιας μακαριότητας και Ευεργέτη των ανθρώπων, είτε βρίσκονται στον πρόσκαιρο κόσμο είτε στον αληθινό. 

Έτσι λοιπόν και σ’ αυτή την περίπτωση το αγοράκι εμφανίστηκε στον ύπνο της μεγαλύτερης αδελφής του, η οποία ήταν πράγματι μία ενάρετη και πιστή κοπελίτσα. Είδε λοιπόν το αγοράκι στον τάφο μέσα σε νερά.

- Αδελφούλη μου, του είπε με λαχτάρα, γιατί είσαι μέσα στα νερά;

Κι εκείνο με παράπονο αλλά και με κάποια αγανάκτηση της είπε:

- Έτσι με κατάντησαν τα δάκρυα της μάννας μου!

Όταν πληροφορήθηκε βέβαια αυτά η μητέρα του, συναισθάνθηκε το λάθος της, ζήτησε συγχώρηση από τον Θεό και γαλήνεψε. Δεν ήθελε επ’ ουδενί να πικραίνει το αγγελάκι της αλλά προ πάντων τον Θεό. 

Συνέβη όμως και το εξής, το οποίο καλό είναι να το έχουμε υπ’ όψιν μας. Στο παιδάκι αυτό δεν έκαναν τα καθιερωμένα από την Εκκλησία μας μνημόσυνα, γιατί πίστευαν ότι δεν εχρειάζοντο, επειδή ήταν μικρό. Η σκέψη αυτή όμως είναι λανθασμένη. Η κάθε ψυχούλα, ανεξαρτήτως ηλικίας, θέλει τις προσφορές της ενώπιον του Θεού και τις προσευχές. Κυρίως όμως μερίδιο από την Θεϊκή Βασιλική Τράπεζα του Χριστού, όταν γίνεται η Θεία Λειτουργία, όταν γίνεται η μνημόνευσή της στην αγία Πρόθεση.

Φάνηκε λοιπόν πάλι ο μικρούλης σ’ αυτή την καλή του αδελφούλα, η οποία τον είδε ότι βρισκόταν σε μία λαμπρή ουράνια τράπεζα μαζί με άλλα παιδάκια, αλλά δεν είχε εκείνος μπροστά του πιάτο με φαγητό! Η αδελφή του τον ρώτησε το γιατί και τότε της είπε:

- Εσείς δεν μου στείλατε φαγητό και μ’ αφήσατε νηστικό!

Η κοπέλας το είπε στην μητέρα της και έκαναν τα απαραίτητα μνημόσυνα. Τότε η αδελφή του τον ξαναείδε σ’ εκείνη την τράπεζα, αλλά αυτή τη φορά να τρώει ευχαριστημένος από ένα πλούσιο πιάτο με φαγητό που είχε μπροστά του. 

Έτσι, για μια ακόμη φορά βγαίνει το συμπέρασμα πως και τα μικρά κεκοιμημένα παιδάκια θέλουν τα μνημόσυνά τους. 

Πηγή: «ΕΚΦΡΑΣΕΙΣ ΤΟΥ ΠΝΕΥΜΑΤΙΚΟΥ ΚΟΣΜΟΥ - Ουράνια μηνύματα - Θαυμαστά γεγονότα»

Σάββατο 7 Ιουνίου 2025

ΑΓΙΟΣ ΙΩΑΝΝΗΣ Ο ΧΡΥΣΟΣΤΟΜΟΣ: ΘΕΛΕΤΕ ΝΑ ΣΑΣ ΠΩ ΚΑΙ ΑΛΛΗ ΑΙΤΙΑ, ΓΙΑ ΤΗΝ ΟΠΟΙΑ ΦΟΒΟΜΑΣΤΕ ΤΟ ΘΑΝΑΤΟ;

Θέλετε να σας πω και άλλη αιτία, για την οποία φοβόμαστε το θάνατο;
Άγιος Ιωάννης ο Χρυσόστομος 

Θέλετε να σας πω και άλλη αιτία, για την οποία φοβόμαστε το θάνατο; Γιατί δεν ζούμε ενάρετη ζωή και δεν έχουμε καθαρή συνείδηση. Αλλιώς ο θάνατος δεν θα μας τρόμαζε. Απόδειξέ μου ότι θα κληρονο­μήσω τη βασιλεία των ουρανών και σφάξε με τώρα κιόλας. Θα σου χρωστάω μάλιστα και χάρη για τη σφαγή μου, αφού θα με στείλεις γρήγορα σ' εκείνα τα αγαθά.

"Αλλά φοβάμαι να πεθάνω άδικα", ίσως θα μου πεις. Ώστε ήθελες να πεθάνεις δίκαια; Και ποιός είναι τόσο ταλαίπωρος, που, ενώ μπορεί να πε­θάνει άδικα, προτιμάει να πεθάνει δίκαια; Αν πρέπει να φοβόμαστε θάνατο, πρέπει να φοβόμαστε εκείνον που μας βρίσκει δίκαια. Όποιος πεθαίνει άδικα, μοι­άζει στους αγίους. Γιατί οι περισσότεροι απ' αυτούς που ευαρέστησαν το Θεό, θανατώθηκαν άδικα. Και πρώτος ο Αβελ. Δεν δολοφονήθηκε γιατί έφταιξε στον Κάιν, αλλά γιατί τίμησε το Θεό. Και ο Θεός πα­ραχώρησε να γίνει αυτός ο φόνος γιατί αγαπούσε τον Αβελ ή γιατί τον μισούσε; Ολοφάνερα γιατί τον αγαπούσε και ήθελε να του προσφέρει πιο λαμπρό στε­φάνι, λόγω της άδικης σφαγής του.

Βλέπεις που δεν πρέπει να φοβάσαι μήπως πεθά­νεις άδικα, αλλά μήπως πεθάνεις φορτωμένος με αμαρτίες; Ο Αβελ πέθανε άδικα, μα ο Κάιν πέρασε την υπόλοιπη ζωή του έχοντας την κατάρα του Θεού, στενάζοντας και τρέμοντας ακατάπαυστα. Ποιός από τους δύο ήταν πιο μακάριος; Εκείνος που έπαψε να ζει μέσα στη αρετή ή αυτός που έζησε μέσα στην αμαρτία; Εκείνος που άδικα πέθανε ή αυτός που δίκαια τιμωρήθηκε;

Ας μην κλαίμε, λοιπόν, αδιάκριτα όλους όσοι πε­θαίνουν, αλλά εκείνους που πεθαίνουν έχοντας πολλές αμαρτίες. Σ' αυτούς πρέπουν τα δάκρυα και οι θρήνοι. Γιατί ποιά ελπίδα έχουν, αφού δεν είναι πια δυνατό να καθαριστούν από τις αμαρτίες τους;
Όσο βρίσκονταν στην παρούσα ζωή, υπήρχε ελπίδα να μετανοή­σουν. Εκεί που πήγαν, όμως, δεν κερδίζει κανείς τί­ποτα με τη μετάνοια. Ας τους κλαίμε, ναι, όχι όμως με τρόπο υστερικό και άπρεπο, όχι τραβώντας τα μαλ­λιά μας, ξεσκίζοντας το πρόσωπό μας, ουρλιάζοντας και τσιρίζοντας, αλλά με σεμνότητα, αφήνοντας τα δάκρυα να κυλούν ήρεμα από τα μάτια μας. Αυτό ωφελεί κι εμάς. Γιατί, πενθώντας έτσι τον νεκρό, πολύ περισσότερο θα προσπαθήσουμε να μην πέσουμε και οι ίδιοι σε παρόμοια αμαρτήματα. Με το τράβηγμα των μαλλιών και τις κραυγές ο νους σκοτίζεται, ενώ με το ήρεμο πένθος διατηρεί τη διαύγειά του και μπορεί να φιλοσοφήσει ωφέλιμα γύρω από το θάνατο.

Μ' αυτόν τον τρόπο να φιλοσοφείς όχι μόνο όταν πεθαίνει κάποιος γνωστός σου, μα κι όταν βλέπεις έναν άγνωστο νεκρό να οδηγείται με πομπή μέσ' από τους δρόμους στην τελευταία του κατοικία και να συ­νοδεύεται από τα ορφανά παιδιά του, τη χήρα γυναί­κα του, τους συγγενείς και τους φίλους του, όλους κλαμένους και συντριμμένους. Να συλλογίζεσαι τότε πως η ζωή και τα πράγματα του κόσμου τούτου δεν έχουν καμιάν αξία και καμιά διαφορά από τις σκιές και τα όνειρα.

Κοίτα, πόσα κάστρα και παλάτια βασιλιάδων, ηγε­μόνων και αρχόντων είναι σωριασμένα σε ερείπια! Σκέψου, πόση δύναμη και πόσο πλούτο είχαν κάποτε! Τώρα έχουν ξεχαστεί και τα ονόματά τους. Λέει η Γραφή: «Πολλοί άρχοντες έχασαν την εξουσία τους και κάθησαν στο χώμα· κι ένας άσημος, που κανείς δεν φανταζόταν ότι θα γίνει βασιλιάς, φόρεσε στέμμα» (Σοφ. Σειρ. 11:5).

Δεν σου φτάνουν αυτά; Συλλογίσου τότε, ποιά εί­ναι η αξία σου όταν κοιμάσαι; Μήπως δεν μπορεί κι ένα ζωύφιο να σε θανατώσει; Ναι, πολλοί πέθαναν έτσι στον ύπνο τους. Αλήθεια, από μια κλωστή κρέμεται η ζωή μας! Κόβεται η κλωστή και τελειώνουν όλα.
Έτσι να φιλοσοφείς και να μη σαγηνεύεσαι από την ομορφιά, τα πλούτη, τη δόξα, τις απολαύσεις. Ένα μόνο να σε απασχολεί: Που τελειώνουν όλα αυτά. Θαυμάζεις όσα βλέπεις εδώ στη γη; Πιο αξιο­θαύμαστα, όμως, είναι εκείνα που αναφέρονται στις άγιες Γραφές.

Δείξε μου έναν αγέρωχο άρχοντα ή έναν λαμπροντυμένο πλούσιο, όταν ψήνεται από τον πυρετό, όταν ψυχομαχεί, και τότε θα σε ρωτήσω: "Πού είναι εκεί­νος, που περνούσε από την αγορά καμαρωτός και πε­ρήφανος με ακολούθους και σωματοφύλακες; Πού εί­ναι εκείνος, που φορούσε πανάκριβα ρούχα; Πού είναι η χλιδή της ζωής του, η πολυτέλεια των συμποσίων του, οι υπηρέτες, οι παρατρεχάμενοι, τα γέλια, οι ανέ­σεις, οι σπατάλες; Όλα έφυγαν και πέταξαν. Τί απέ­γινε το σώμα, που απολάμβανε τόση ηδονή; Πλησίασε στον τάφο και κοίτα τη σκόνη, τη σαπίλα, τα σκουλήκια.

Κοίτα και στέναξε πικρά. Και μακάρι το κακό να περιοριζόταν σε τούτη τη σκόνη, που βλέπεις. Από τον τάφο και τα σκουλήκια φέρε τη σκέψη σου στο ακοίμητο σκουλήκι της άλλης ζωής, στο τρίξιμο των δοντιών, στο αιώνιο σκοτάδι, στην άσβεστη φωτιά, στις πικρές και αφόρητες εκείνες τιμωρίες, που δεν θα έχουν τέλος. Εδώ, στη γη, και τα καλά και τα κα­κά κάποτε, αργά ή γρήγορα, τελειώνουν εκεί, όμως, και τα δύο διαρκούν αιώνια. Και διαφέρουν ως προς την ποιότητα από τα καλά και τα κακά του κόσμου τούτου τόσο, που δεν είναι δυνατό να εκφράσει κανείς με λόγια.

Τί έγιναν, λοιπόν, όλα εκείνα τα μεγαλεία; Τί έγι­ναν τα χρήματα και τα κτήματα; Ποιός άνεμος φύση­ξε και τα πήρε και τα σκόρπισε; Τί θέλει, πάλι, κι αυτή η ανώφελη δαπάνη για την κηδεία, που και τον νεκρό δεν ωφελεί και τους οικείους του ζημιώνει;
Ο Χριστός αναστήθηκε γυμνός από τον τάφο. Ας μη γίνε­ται, λοιπόν, η κηδεία αφορμή ικανοποιήσεως της μα­νίας μας για επίδειξη. Ο Κύριος είπε: «Πείνασα και μου δώσατε να φάω· δίψασα και μου δώσατε να πιω· ήμουνα γυμνός και με ντύσατε» (Ματθ. 25:35-36). Όμως δεν είπε: «Ήμουνα νεκρός και με θάψατε». Γιατί, αν μας παραγγέλλει να μην έχουμε τίποτα πε­ρισσότερο από ένα σκέπασμα, όταν ζούμε, πολύ πε­ρισσότερο όταν πεθάνουμε. Ποιάν απολογία θα δώ­σουμε στο Θεό, λοιπόν, όταν ξοδεύουμε τεράστια πο­σά για να κηδέψουμε ένα νεκρό σώμα, τη στιγμή που ο Χριστός, με τη μορφή των φτωχών συνανθρώπων μας, τριγυρνάει πεινασμένος και γυμνός, κι εμείς αδιαφορούμε γι' αυτό;

Όλα όσα σας λέω, βέβαια, είναι ανώφελα για κεί­νους που έχουν ήδη πεθάνει. Ας τ' ακούσουν, όμως, οι ζωντανοί και ας συνέλθουν, ας λογικευτούν, ας διορθωθούν. Όπου νά 'ναι θα έρθει και η δική τους ώρα. Δεν θ' αργήσουν να βρεθούν κι αυτοί, δεν θ' αργήσουμε να βρεθούμε όλοι μας, μπροστά στο φοβε­ρό Κριτήριο, όπου θα δώσουμε λόγο για τις πράξεις μας. Ας αγωνιστούμε, λοιπόν, να γίνουμε καλύτεροι, εγκαταλείποντας την αμαρτία και ακολουθώντας την αρετή, για να μη χάσουμε τη βασιλεία των ουρανών, για ν' αποκτήσουμε τα άφθαρτα αγαθά, που έχει ετοι­μάσει για μας ο φιλάνθρωπος Κύριος.

Άγιος Ιωάννης ο Χρυσόστομος 
 

(Πηγή: Βιβλίο «Θέματα ζωής».

ΑΓΙΟΣ ΙΩΑΝΝΗΣ Ο ΧΡΥΣΟΣΤΟΜΟΣ: ΓΙΑΤΙ ΦΟΒΟΜΑΣΤΕ ΤΟ ΘΑΝΑΤΟ;

Γιατί φοβόμαστε το θάνατο;
Αγίου Ιωάννου Χρυσοστόμου

Για ποιο λόγο φοβόμαστε το θάνατο;  

Γιατί δεν μας έχει κυριέψει ο έρωτας της ουράνιας βασιλείας, γιατί δεν μας έχει φλογίσει ο πόθος των μελλοντικών αγαθών. Αν είχε συμβεί αυτό, όλα τα αγαθά της γης θα τα περιφρονούσαμε. Όποιος φοβάται πάντα την κόλαση, δεν θα φοβηθεί ποτέ το θάνατο. 

* * * 

Θέλετε να σας πω άλλη αιτία, για την οποία φοβόμαστε το θάνατο;  

Γιατί δεν ζούμε ενάρετη ζωή και δεν έχουμε καθαρή συνείδηση. Αλλιώς ο θάνατος δεν θα μας τρόμαζε.  

Απόδειξέ μου ότι θα κληρονομήσω τη βασιλεία των ουρανών και σφάξε με τώρα κιόλας. Θα σου χρωστάω μάλιστα και χάρη για τη σφαγή μου, αφού θα με στείλεις γρήγορα σ' εκείνα τα αγαθά.  

"Αλλά φοβάμαι να πεθάνω άδικα", ίσως θα μου πεις.  

Ώστε ήθελες να πεθάνεις δίκαια; Και ποιός είναι τόσο ταλαίπωρος, που, ενώ μπορεί να πεθάνει άδικα, προτιμάει να πεθάνει δίκαια; Αν πρέπει να φοβόμαστε θάνατο, πρέπει να φοβόμαστε εκείνον που μας βρίσκει δίκαια.  

Όποιος πεθαίνει άδικα, μοιάζει στους αγίους. Γιατί οι περισσότεροι απ' αυτούς που ευαρέστησαν το Θεό, θανατώθηκαν άδικα. Και πρώτος ο Αβελ. Δεν δολοφονήθηκε γιατί έφταιξε στον Κάιν, αλλά γιατί τίμησε το Θεό. Και ο Θεός παραχώρησε να γίνει αυτός ο φόνος γιατί αγαπούσε τον Αβελ ή γιατί τον μισούσε; Ολοφάνερα γιατί τον αγαπούσε και ήθελε να του προσφέρει πιο λαμπρό στεφάνι, λόγω της άδικης σφαγής του. 

Βλέπεις που δεν πρέπει να φοβάσαι μήπως πεθάνεις άδικα, αλλά μήπως πεθάνεις φορτωμένος με αμαρτίες; Ο Αβελ πέθανε άδικα, μα ο Κάιν πέρασε την υπόλοιπη ζωή του έχοντας την κατάρα του Θεού, στενάζοντας και τρέμοντας ακατάπαυστα. Ποιός από τους δύο ήταν πιο μακάριος; Εκείνος που έπαψε να ζει μέσα στη αρετή ή αυτός που έζησε μέσα στην αμαρτία; Εκείνος που άδικα πέθανε ή αυτός που δίκαια τιμωρήθηκε; 

Ας μην κλαίμε, λοιπόν, αδιάκριτα όλους όσοι πεθαίνουν, αλλά εκείνους που πεθαίνουν έχοντας πολλές αμαρτίες. Σ' αυτούς πρέπουν τα δάκρυα και οι θρήνοι.  

Γιατί ποιά ελπίδα έχουν, αφού δεν είναι πια δυνατό να καθαριστούν από τις αμαρτίες τους; Όσο βρίσκονταν στην παρούσα ζωή, υπήρχε ελπίδα να μετανοήσουν. Εκεί που πήγαν, όμως, δεν κερδίζει κανείς τίποτα με τη μετάνοια.  

* * *

Κι εσύ πάλι, η γυναίκα, που έχασες τον άντρα σου, γιατί κλαις; Μήπως επειδή έχασες τον προστάτη σου κι έμεινες έρημη στον κόσμο; Ποτέ μην πεις κάτι τέτοιο. Γιατί δεν έχασες το Θεό, που είναι ο πραγματικός προστάτης όλων μας. Αφού έχεις βοηθό το Θεό, δεν έχεις ανάγκη από κανέναν άλλο. Μήπως, και όταν ζούσε ο άντρας σου, ο Θεός δεν ήταν που σας τα έδινε όλα; Αυτό να σκέφτεσαι και να λες, όπως ο Δαβίδ: «Ο Κύριος είναι το φως μου και ο σωτήρας μου, ποιόν θα φοβηθώ; Ο Κύριος είναι ο υπερασπιστής της ζωής μου, τί θα με κάνει να δειλιάσω;» (Ψαλμ. 26:1). Τώρα πια Αυτός, «ο πατέρας των ορφανών και συμπαραστάτης των χηρών» (Ψαλμ. 67:6), θα φροντίζει για σένα περισσότερο απ' όσο φρόντιζε πριν. Βλέπεις, λοιπόν, ένα συγγενή σου να φεύγει απ' αυτόν τον κόσμο; Μην τρομάζεις, μη θρηνείς, μη συντρίβεσαι. Συγκεντρώσου στον εαυτό σου, εξέτασε τη συνείδησή σου και σκέψου ότι σε λίγο καιρό σε περιμένει κι εσένα το ίδιο τέλος.

* * *

Όποιος έχει πραγματικά φιλοσοφημένη σκέψη και κατευθύνεται από την ελπίδα των μελλοντικών αγαθών, ούτε και το θάνατο θα θεωρήσει σαν θάνατο. Ο δίκαιος, δηλαδή, που βαδίζει στο δρόμο του Θεού και καθημερινά περιμένει να μπει στη βασιλεία Του, δεν ταράζεται, δεν αναστατώνεται, δεν στενοχωριέται, όταν έρχεται αντιμέτωπος με το θάνατο, όταν λ.χ. αντικρύσει νεκρό κάποιον συγγενή ή φίλο του. Γιατί γνωρίζει ότι ο θάνατος, γι' αυτούς που έζησαν ενάρετα στη γη, δεν είναι παρά μετάθεση σε μια καλύτερη ζωή, ταξίδι για έναν καλύτερο τόπο, δρόμος που οδηγεί στα στεφάνια.

Γι' αυτό μπροστά στις πόλεις και στα χωριά υπάρχουν τα κοιμητήρια και οι τάφοι, για να μας θυμίζουν συνέχεια την ανθρώπινη θνητότητα. Έτσι, καθώς μπαίνουμε σε μια μεγάλη και πλούσια πόλη ή σ' ένα ωραίο και γραφικό χωριό, πριν δούμε τις ομορφιές και τα αξιοθέατά τους, βλέπουμε το τέλος και την κατάληξη κάθε ομορφιάς, κάθε πλούτου, κάθε δόξας.

* * *

Όλα όσα σας λέω, βέβαια, είναι ανώφελα για κείνους που έχουν ήδη πεθάνει. Ας τ' ακούσουν, όμως, οι ζωντανοί και ας συνέλθουν, ας λογικευτούν, ας διορθωθούν. Όπου νά 'ναι θα έρθει και η δική τους ώρα. Δεν θ' αργήσουν να βρεθούν κι αυτοί, δεν θ' αργήσουμε να βρεθούμε όλοι μας, μπροστά στο φοβερό Κριτήριο, όπου θα δώσουμε λόγο για τις πράξεις μας. Ας αγωνιστούμε, λοιπόν, να γίνουμε καλύτεροι, εγκαταλείποντας την αμαρτία και ακολουθώντας την αρετή, για να μη χάσουμε τη βασιλεία των ουρανών, αλλά ν' αποκτήσουμε τα άφθαρτα αγαθά, που έχει ετοιμάσει για μας ο φιλάνθρωπος Κύριος.

 (Πηγή: Βιβλίο «Θέματα ζωής».
Κείμενα του Αγίου Ιωάννου του Χρυσόστομου.)
  

Ανθολόγιο Χριστιανικών μηνυμάτων

Σάββατο 3 Μαΐου 2025

ΟΣΙΟΣ ΠΑΪΣΙΟΣ: Ο ΑΝΘΡΩΠΟΣ ΣΤΗΝ ΠΡΑΓΜΑΤΙΚΟΤΗΤΑ ΔΕΝ ΠΕΘΑΙΝΕΙ!

Όσιος Παΐσιος ο Αγιορείτης: Πρέπει να καταλάβουμε ότι ο άνθρωπος στην πραγματικότητα δεν πεθαίνει. Ο θάνατος είναι απλώς μετάβαση από τη μια ζωή στην άλλη. Είναι ένας αποχωρισμός για ένα μικρό διάστημα!