ΑΝ ΒΙΑΖΕΣΑΙ ΝΑ ΔΕΙΣ ΤΟΝ ΚΟΣΜΟ ΝΑ ΓΙΝΕΤΑΙ ΚΑΛΥΤΕΡΟΣ, ΑΡΧΙΣΕ ΑΠΟ ΤΟΝ ΕΑΥΤΟ ΣΟΥ. ΕΙΝΑΙ Ο ΣΥΝΤΟΜΟΤΕΡΟΣ ΔΡΟΜΟΣ.

Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα ΠΑΡΑΒΟΛΕΣ. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα ΠΑΡΑΒΟΛΕΣ. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Κυριακή 19 Φεβρουαρίου 2023

ΚΥΡΙΑΚΗ ΤΗΣ ΑΠΟΚΡΕΩ: ΤΕΛΙΚΗ ΚΡΙΣΗ (+ ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΤΗΣ ΣΟΥΡΟΖ ΑΝΤΩΝΙΟΣ BLOOM).

 Κυριακή της Απόκρεω: Τελική κρίση († Μητροπολίτης Σουρόζ Αντώνιος Bloom)

Εἰς τὸ ὄνομα τοῦ Πατρὸς καὶ τοῦ Υἱοῦ καὶ τοῦ Ἁγίου Πνεύματος.
Ἡ σημερινὴ παραβολὴ εἶναι τόσο γνωστὴ σ ’ἐμᾶς ποὺ ἴσως νὰ μήν ἔχουμε προσέξει τὸ μήνυμα της. Καὶ μιλάει γιὰ δύο πράγματα.
Μᾶς θυμίζει ὅτι θὰ ἔρθει μιὰ μέρα ὅταν θὰ σταθοῦμε ἐνώπιον τοῦ Ζωντανοῦ Θεοῦ, καὶ τὸτε θὰ ἔλθει ἡ κρίση. Ὄχι πὼς ὁ Θεὸς περιμένει νὰ μᾶς κρίνει καὶ νὰ καταδικάσει τὶς κακὲς μας πράξεις˙ ἀλλὰ ὅταν θὰ σταθοῦμε ἐνώπιον Ἐκείνου ποὺ εἶναι ἡ ὀμορφιά, καὶ ἀνακαλύψουμε πόσο διαστρέψαμε τὴν εἰκόνα Του μέσα μας, ὅταν σταθοῦμε μπροστά σ’ Ἐκεῖνον ποὺ μᾶς ἀγάπησε τόσο πολὺ καὶ συνειδητοποιήσουμε πόση λίγη ἀγάπη Τοῦ δώσαμε – αὐτὸ δὲν θὰ εἶναι κρίση;
Αὐτὸ συμβαίνει ἐπίσης στὶς σχέσεις μας. Κάποιες φορὲς ἀνακαλύπτουμε ὅτι κάποιος μᾶς ἀγάπησε τόσο βαθιά, τόσο ἀληθινὰ, καὶ πήραμε ὅ,τι μᾶς δόθηκε, τὴν ἀγάπη, τὴν ζεστασιά, τὴν τρυφερότητα, ὅλη την φροντίδα, τὶς θυσίες του , ὅτι ἀποδεχθήκαμε τὴ ζωὴ τοῦ προσώπου ποὺ μέρα μὲ τὴ μέρα ἀπαρνήθηκε τὸν ἑαυτό του γιὰ τὸ καλό μας, δίχως ἀνταπόκριση, θεωρώντας δεδομένο ὅτι ἡ ἀγάπη ποὺ μᾶς προσφέρθηκε ἦταν δικαίωμά μας. Καὶ ἔρχεται μιὰ μέρα ποὺ αὐτὸ τὸ πρόσωπο πεθαίνει, καὶ ἀντιλαμβανόμαστε ὅτι παίρναμε συνεχῶς, καὶ ποτὲ δὲν δείξαμε ἕνα σημάδι ἀναγνώρισης, ποτὲ δὲν κάναμε αὐτὸ τὸ πρόσωπο νὰ νοιώσει ὅτι καταλάβαμε πόσο βαθιὰ, ἀληθινὰ, εὐγενικὰ μᾶς ἀγάπησε.
Καὶ τώρα, βρισκόμαστε μπροστὰ στὴν τελικὴ κρίση: πολὺ ἀργὰ, πολὺ ἀργά!.. Ὦ, τὸ πρόσωπο ποὺ μᾶς ἀγάπησε μᾶς ἔχει ἀπο καιρὸ ξεχάσει, καὶ τώρα αὐτὸ τὸ πρόσωπο λέει στὸν Θεὸ τὰ λόγια ποὺ ὁ Χριστὸς εἶπε ὅταν σταυρωνόταν: Πάτερ, συγχώρησέ τους! Δὲν γνωρίζουν τὶ κάνουν… Ἀλλὰ πόσο ὀδυνηρὴ εἶναι ἡ κρίση, ἡ κρίση πρὸς τὸν ἑαυτό μας· ἡ αἴσθηση ὅτι θὰ μπορούσαμε νὰ κάνουμε τόσο εὐτυχισμένο τὸ ἀγαπημένο πρόσωπο – καὶ δὲν τὸ κάναμε. Αὐτὴ εἶναι μιὰ κρίση πολύ πιὸ σοβαρὴ ἀπὸ τὴν κρίση ὁποιουδήποτε δικαστηρίου, κάτι ποὺ κάθε μέρα ποὺ θὰ περνάει θὰ μᾶς πληγώνει κατάκαρδα, περισσότερο ἀπὸ κάθε ἐπίσημη καταδίκη. Δὲν θὰ κριθοῦμε σύμφωνα μὲ τὴν πίστη μας στὶς ἐντολὲς, ἀλλὰ ἄν μάθαμε ν’ ἀγαπᾶμε.
Καὶ ἡ σημερινὴ παραβολὴ μᾶς λέει κατ’ οὐσίαν: «Εἴσασταν ἀληθινοὶ ἄνθρωποι, ἤ ὄχι; Μπορέσατε νὰ πονέσετε, νὰ νοιώσετε συμπάθεια, ἀλληλεγγύη; Σταθήκατε σὰν ἀδέλφια στοὺς γύρω σας; Ἄν ναὶ, τότε θὰ νοιώθετε ἀπὸ τώρα μέσα σας τὴν πληρότητα μιᾶς νέας ζωῆς· ἀλλὰ δὲν εἴσασταν κἄν ἄνθρωποι, πῶς περιμένετε νὰ γίνετε μέτοχοι τῆς Θεϊκῆς φύσης;». Εἴμαστε ὅπως ἕνα διαμάντι ποὺ γεμίζει ἀπὸ φῶς καὶ λάμπει μέσα ἀπ’ αὐτὸ τὸ φῶς, καθὼς τὸ ἀντανακλᾶ πρὸς ὅλες τὶς κατευθύνσεις. Ἀλλὰ ἄν δὲν εἴμαστε ἔτσι, πῶς μπορεῖ νὰ φωτίζουμε τὸ κάθε τι γύρω μας;
Θυμᾶστε τὰ λόγια τοῦ Χριστοῦ πὼς ἄν ὁ ὀφθαλμός μας εἶναι τυφλὸς, τὰ πάντα γύρω μας εἶναι σκοτάδι˙ ἄν εἶναι τυφλὴ, κουφή, καὶ νεκρὴ ἡ καρδιά μας, ὅλα εἶναι νεκρά, καὶ ἥσυχα μέσα στὴ νεκρικὴ σιγὴ καὶ σκοτεινὰ στὸ σκοτάδι τῆς ἀπουσίας γύρω μας.
Ἀλλὰ γιὰ νὰ εἴμαστε ἀληθινοὶ ἄνθρωποι, πρέπει νὰ μάθουμε νὰ κοινωνοῦμε μὲ τὸν Ἕνα ποὺ εἶναι ὁ μόνος ποὺ μπορεῖ νὰ μεταδώσει στὴν καρδιά, τὸ μυαλὸ καὶ τὴ ζωή μας ἀληθινὴ ἀγάπη, ἀληθινὴ συμπόνοια: τὸν Χριστὸ ποὺ ἦρθε στὸν κόσμο γιὰ νὰ μᾶς σώσει. Καὶ ὅσο εἴμαστε χώρια του, μποροῦμε νὰ νοιώθουμε αἰσθήματα συμπάθειας καὶ νὰ εἴμαστε φιλικοὶ καὶ εὐγενικοί, ἀλλὰ ἀκόμα δὲν γνωρίζουμε τὶ σημαίνει ν’ ἀγαπᾶμε, ν’ ἀγαπᾶμε μ’ ὅλη τὴν ὕπαρξή μας, μὲ τίμημα τὴ ζωή καὶ τὸν θάνατο μας, μὲ ὅ,τι ἔχουμε μέσα μας: ν’ ἀγαπᾶμε μὲ τὴν ἀγάπη τοῦ Θεοῦ, τὸ ὅραμα τοῦ Θεοῦ, μὲ τὴν θυσιαστικὴ προσφορὰ τοῦ ἑαυτοῦ Του χάριν τῆς σωτηρίας μας.
Καὶ γι’ αὐτὸ ὁ Ἅγιος Ἰωάννης τῆς Κλίμακος λέει: «Δὲν θὰ κριθοῦμε ἄν κάναμε θαύματα, ἤ ἄν εἴδαμε ὁράματα· ἀλλὰ θὰ κριθοῦμε ἐπειδὴ ποτὲ δὲν κλάψαμε γιὰ τὸν χωρισμό μας ἀπὸ τὸν Θεό». Οὔτε τὸ ἀντιληφθήκαμε ἀληθινά, ἐπειδὴ εἴμαστε τόσο συνηθισμένοι στὴν ἀπόσταση ποὺ ὑπάρχει ἀνάμεσα σ’ ἐμᾶς καὶ σ’ Ἐκεῖνον· οὔτε κἄν συναισθανόμαστε πόσο μακρυὰ βρισκόμαστε, πόσο φτωχοὶ εἴμαστε μακρυά Του.
Καὶ πότε-πότε, νομίζω, εἶναι καλὸ νὰ θυμόμαστε κάποια ποὺ ἄγγιξε τὸ κράσπεδο τοῦ ἱματίου τοῦ Χριστοῦ, καὶ ποτέ, ποτὲ δὲν θὰ μποροῦσε νὰ ξεχάσει τὶ ἔνοιωσε τότε. Θὰ ἤθελα νὰ σᾶς διαβάσω λίγες σειρὲς ἀπὸ τὰ γραπτὰ τοῦ Ἀββᾶ Σιλουανοῦ. Ὁ Ἀββᾶς Σιλουανὸς λέει ὅτι μιὰ μέρα ὁ Θεὸς τὸν πλησίασε καὶ ποτὲ δὲν μπόρεσε νὰ ξεχάσει αὐτὴν τὴν ἐμπειρία. Καὶ μιλώντας γιὰ τὸν ἑαυτό του καὶ γιὰ τὸν Ἀδάμ, τὸν πατέρα τῆς ἀνθρωπότητας, ποὺ στὸν παράδεισο γνώρισε τὴ γλυκύτητα τῆς ἀγάπης τοῦ Θεοῦ, λέει:
Ὀ Ἀδάμ μαράζωσε πάνω στὴ γῆ κι ἔκλαψε πικρὰ καὶ ἡ γῆ δὲν ἦταν πιὰ γι’ αὐτὸν τόπος χαρᾶς. Ὑπέφερε ἀπὸ τὴν ἔλλειψη τοῦ Θεοῦ καὶ τὰ λόγια αὐτὰ ἦταν ἡ κραυγή του: Ἡ ψυχή μου ἐξουθενωμένη ἀπὸ τὴν λαχτάρα της γιὰ τὸν Κύριο καὶ Τὸν ἐπιζητῶ μὲ δάκρυα. Πῶς νὰ μὴν Τὸν ἀναζητῶ; Ὅταν ἤμουν κοντά Του, ἡ ψυχή μου ἦταν εὐτυχισμένη καὶ εἰρηνικὴ καὶ ὁ ἐχθρὸς δὲν μποροῦσε νὰ μὲ πλησιάσει.. Ποῦ εἶσαι Κύριε; Ποῦ εἶσαι Φῶς μου; Γιατὶ ἔκρυψες τὸ προσωπό Σου ἀπὸ ἐμένα; Πάει καιρὸς ἀπὸ τότε ποὺ ἡ ψυχή μου Σὲ ἔβλεπε καὶ ἐξουθενωμένη Σὲ ψάχνει καὶ Σὲ ἀναζητᾶ μέσα ἀπὸ τὰ δάκρυα. Ποῦ εἶναι ὁ Κύριος μου; Γιατὶ δὲν Τὸν βλέπει ἡ ψυχή μου; Τὶ Τὸν ἐμποδίζει νὰ ἔλθει νὰ κατοικήσει μέσα μου; Εἶναι ποὺ δὲν ὑπάρχει σ’ ἐμένα ἡ ταπείνωση καὶ ἡ ἀγάπη τοῦ Χριστοῦ. Ὅπως ὁ Ἀδάμ, ἔχασα τὴ Θεία χάρη, μαζί μ’ Ἐκεῖνον, φωνάζω: Δεῖξε ἔλεος, Κύριε! Δῶσε μου πνεῦμα ταπείνωσης καὶ ἀγάπης. Ὦ ἀγάπη τοῦ Κυρίου! Ἐκεῖνος ποὺ γνωρίζει αὐτοὺς ποὺ Τὸν ἐπικαλοῦνται τοὺς κουρασμένους, ποὺ μέρα καὶ νύχτα, κραυγάζουν: Χάνομαι γιὰ Ἐσένα Κύριε καὶ ἐπικαλοῦμαι τ’ ὄνομά Σου μὲ δάκρυα. Πῶς νὰ μὴν σ’ ἀποζητῶ; Μ’ ἔκανες νὰ Σὲ γνωρίσω καὶ ἡ ψυχή μου ἀπὸ τότε ἕλκεται ἀπὸ τὴν χάρη Σου καὶ Σὲ ἀποζητᾶ μὲ δάκρυα».
Αὐτὸς εἶναι ἕνας ἄνθρωπος ὅπως ἐμεῖς, ἕνας ἁπλὸς Ρῶσος ἀγρότης, ποὺ βίωσε τὴ συγγένειά του μὲ τὸν Θεὸ καὶ ἔνοιωσε ὀρφανὸς πάνω στὴ γῆ δίχως τὴν παρουσία Του.
Ἄς προβληματιστοῦμε, ἐπειδὴ ὁ καθένας μας, σ’ εὐλογημένες στιγμὲς γνώρισε πόσο κοντά μας βρίσκεται ὁ Θεός. Ἀλλὰ πόσο εὔκολα εἴμαστε ἱκανοποιημένοι ὅταν εἴμαστε μόνοι σ’ ἕνα κόσμο παγωμένο, ὅπως συμβαίνει μὲ τοὺς ὑπόλοιπους ἀνθρώπους. Καὶ δὲν καλούμαστε νὰ γίνουμε ὅπως οἱ ἄλλοι ἄνθρωποι, ἀλλὰ νὰ εἴμαστε ἡ παρουσία τοῦ Θεοῦ ποὺ ἀκτινοβολεῖ μέσα ἀπὸ ἐμᾶς. Ἔτσι, ἄς ἀφήσουμε τὸ φῶς νὰ λάμπει μέσα μας, ἔτσι ποὺ οἱ ἄνθρωποι νὰ δοξάζουν τὸν οὐράνιο Πατέρα μας. Ἀμήν. 
 
(Πηγή: agiazoni.gr)

Κυριακή 12 Φεβρουαρίου 2023

ΓΕΡΟΝΤΑΣ ΕΦΡΑΙΜ ΑΡΙΖΟΝΑΣ: "Η ΑΓΑΠΗ ΤΟΥ ΟΥΡΑΝΙΟΥ ΠΑΤΕΡΑ".

 Η αγάπη του Ουράνιου Πατέρα (Γέροντας Εφραίμ Φιλοθεΐτης)

Ο Θεός μας είναι αγάπη και «ο μένων εν τη αγάπη εν τω Θεώ μένει και ο Θεός εν αυτώ». Όποιος Χριστιανός δεν έχει την αγάπη του Θεού μέσα στην καρδιά του, δεν έχει ζωή Χριστού στην ψυχή του. Αυτό το μεγάλο έργο της φιλανθρωπίας του Θεού, το να κατέβει ο Θεός, ο Λόγος του Θεού να γίνει άνθρωπος, να λάβει σάρκα, να κατοικήσει ανάμεσά μας, να μας πλησιάσει, δεν ήταν τίποτε άλλο, παρά η απέραντη φιλανθρωπία της θείας αγάπης. Η αγάπη του Θεού είναι αυτή που μας προστατεύει και μας φροντίζει για όλα. Εμείς οι άνθρωποι αμαρτάνουμε και λυπούμε τον Θεό. Ασεβούμε πολλάκις, αλλά η φιλανθρωπία Του είναι απέραντη και όλα τα συγχωρεί. Όλοι μας, και πρώτος εγώ, έχουμε λυπήσει αυτή την μεγάλη καρδιά του Θεού, που λέγεται αγάπη προς τον άνθρωπο. Γι’ αυτό θα πρέπει να προσέξουμε στην ζωή μας, στον βίο μας, και στη συνέχεια να μην Του δώσουμε ξανά την πίκρα της αμαρτίας.
Η παραβολή του αγίου Ευαγγελίου, η παραβολή του ασώτου υιού, είναι μία όσο γίνεται ακριβέστερη έκφραση της αγάπης του Θεού Πατέρα προς τον αμαρτωλό άνθρωπο. Εκεί βλέπουμε ότι ο άσωτος υιός, που απεικονίζει κάθε αμαρτωλό άνθρωπο πάνω στη γη, ζήτησε από τον πατέρα του να του δώσει το μέρος που του ανήκει από την πατρική περιουσία ως υιός. Βέβαια πάρα πολύ άφρονα, άμυαλα ζήτησε να πάρει το μερίδιό του και ν’ αποσπαστεί από την πατρική στέγη, από την πατρική αγάπη, από την πατρική φροντίδα. Και νομίζοντας ότι είναι ικανός μόνος του να φροντίσει περί της ζωής του, έφυγε και η αμυαλοσύνη πληρώθηκε πάρα πολύ ακριβά. Όπως διαλαμβάνει το άγιο Ευαγγέλιό μας, ο άσωτος αυτός υιός κατασπατάλησε όλη αυτή την περιουσία ζώντας μία αμαρτωλή ζωή.
Η αμαρτωλή ζωή γεννά θάνατο. Ο μισθός της αμαρτίας είναι ο ψυχικός θάνατος και πολλάκις γίνεται αιτία να πεθάνει κανείς και σωματικά. Ο άσωτος υιός αφού σπατάλησε ό,τι είχε πάρει σαν περιουσία, κατήντησε να βόσκει χοίρους και να ζει με τα ξυλοκέρατα των χοίρων. Δηλαδή όταν ο άνθρωπος πάρει την περιουσία της Χάριτος του Θεού, όταν αξιωθεί του αγίου Βαπτίσματος, μετά, όταν απομακρυνθεί από αυτή τη Χάρη, διότι διέκοψε αυτή την επαφή με τον Θεό Πατέρα, καταντά να γίνει σκεύος του διαβόλου, σκεύος της αμαρτίας, «ζων ασώτως» μακράν του Θεού, κυλιόμενος συνεχώς από αμαρτία σε αμαρτία.
Βλέπουμε πάλι στην παραβολή, ότι ο άσωτος κάποια στιγμή ήρθε στον εαυτό του, κατάλαβε το λάθος του. Όταν έπραττε την αμαρτία φαίνεται ότι ήταν εκτός εαυτού, εκτός λογικής, εκτός συνέσεως και σωφροσύνης. Ήρθε στον εαυτό του –λέει ο Χριστός μας– και είπε, σκέφθηκε, συλλογίστηκε: «πόσοι μίσθιοι του πατρός μου περισσεύουσιν άρτων; Εγώ εδώ στα ξένα χάνομαι και απόλλυμαι. Καλύτερα να γυρίσω πίσω και δεν θα ζητήσω από τον πατέρα μου να με αποκαλεί παιδί του, διότι δεν είμαι άξιος, αλλά θα του πω να με λογίσει έναν από τους υπηρέτες του. Αυτοί περνούν τόσο καλά εκεί, να γίνω και εγώ ένας τέτοιος, μου αρκεί αυτό. Δεν έχω πρόσωπο να του ζητήσω υιοθεσία διότι απώλεσα την αξιοπρέπεια της υιοθεσίας. Διότι σπατάλησα ό,τι είχα από τον πατέρα μου, μου αρκεί να επιστρέψω».
Αυτά και τόσα άλλα σκέφθηκε και έβαλε απόφαση να ξεκινήσει. Πριν ακόμα ξεκινήσει, ο πατέρας του τον περίμενε έξω με ανοιχτή την αγκάλη του. Τόσο πολύ είναι έτοιμος ο Θεός να δεχτεί έναν αμαρτωλό. Πήρε ο άσωτος τον δρόμο της επιστροφής, της σωτηρίας, πήρε τον δρόμο τον ίσιο και έφτασε στο πατρικό σπίτι του. Ο πατέρας αμέσως τον αγκάλιασε, τον φίλησε, έκλαψε επάνω του, έκλαψε και ο άσωτος, και άρχισε να του λέει: «Ήμαρτον, πάτερ, εις τον ουρανόν και ενώπιόν σου, δεν είμαι άξιος κληθήναι υιός σου, αλλά ποίησόν με ως ένα των μισθίων σου».
Τι απαντά ο Πατέρας;
«Ξέχασέ τα όλα ό,τι έκανες. Μου αρκεί η επιστροφή σου, μου φτάνει ότι γύρισες στο σπίτι. Ήσουν πεθαμένος και ανέζησες, χαμένος και ευρέθης. Αυτό φτάνει. Τα κρίματα όλα, τα σφάλματα, τη σπατάλη της περιουσίας, όλα ξέχασέ τα».
Αμέσως διατάζει λουτρό. Αφού έκανε λουτρό, τον έντυσε της υιοθεσίας την παλιά στολή, διέταξε να του βάλουν δαχτυλίδι στο χέρι του. Τα πάντα άλλαξαν, και εκεί που ήταν βρώμικος, βοσκός χοίρων, σε μια στιγμή, με την επιστροφή, έγινε παιδί του Θεού. Έγινε παιδί Βασιλέως. Ολόλαμπρος, στολισμένος. Δεν το περίμενε αυτό το πράγμα. Ο πατέρας τόση στοργή; Τόση αγάπη; Τόση αλλαγή; Τι ματαιοφροσύνη και τι πλάνη, σκέφθηκε ο άσωτος, που είχα, όταν ήμουν μακριά του! Τελικά διέταξε να σφαγεί ο μόσχος ο σιτευτός και ν’ αρχίσει η συναυλία της επιστροφής του ασώτου υιού. Και άρχισε η πανήγυρις. Τα πάντα έλαμπαν μέσα στο παλάτι του πατέρα και αυτός είχε βγει έξω από τον εαυτό του, από το θαύμα της σωτηρίας του. Ο δε πατέρας εκαλλωπίζετο στην ανάζηση του παιδιού του, και ήταν όλος χαρά και ευφροσύνη.
Αυτό είναι μία εικόνα ελάχιστη από την πραγματικότητα του Θεού προς τον αμαρτωλό άνθρωπο. Ο Πατέρας ο Ουράνιος είναι πανέτοιμος απ’ τη στιγμή που ο άνθρωπος επιστρέψει και ζητήσει την συγνώμη και την επιστροφή στον σώφρονα βίον, είναι έτοιμος, πανέτοιμος, να συγχωρήσει και να ξεχάσει τα πάντα. Αρκεί ο άνθρωπος να έρθει στον εαυτό του, να καταλάβει τα σφάλματά του, να ταπεινώσει το φρόνημα, ν’ αναγνωρίσει ότι έσφαλε, και ο Θεός θα του πει: Ξέχασέ τα όλα, παιδί μου, φτάνει που γύρισες. Όλα τα συγχωρώ, αρκεί που γύρισες κοντά μου.
Έρχεται και ο άλλος, ο εχθρός του ανθρώπου, ο Διάβολος με τη μεγάλη του πανουργία, με την τέχνη του, με τη μαστοριά του, και σφυρίζει στο αυτί του αμαρτωλού και του λέει ότι ο Θεός δεν σε συγχωρεί, είσαι πολύ αμαρτωλός. Έκαμες εγκλήματα. Τώρα σε περιμένει μεγάλη τιμωρία και κόλαση, μην πλησιάζεις τον Θεό καθόλου, δεν είσαι άξιος να σηκώσεις τα μάτια σου, να προσευχηθείς και να ζητήσεις συγνώμη. Ο Θεός είναι οργισμένος, και τόσα άλλα.
Ο αμαρτωλός δεν πρέπει να πιστέψει σ’ όλα αυτά. Διότι ένας πατέρας, μία μητέρα, όταν επιστρέψει το παιδί της από μία αμαρτία, από μία άσωτη ζωή, που να την είχε προηγουμένως υβρίσει, να την είχε δείρει, να την είχε σπρώξει, να την είχε μουτζώσει, χτυπήσει, από τη στιγμή που επιστρέψει, η μητέρα αμέσως θα το αγκαλιάσει το παιδί, θα του δώσει συγνώμη, δεν θα λογιστεί τίποτα κακό, αρκεί που το παιδί της γύρισε στο σπίτι μετανοιωμένο. Εάν μία μητέρα μ’ ένα μόριο αγάπης, δίνει τόση συγνώμη και τόσο έλεος στο παραστρατημένο και μετανοιωμένο παιδί της, πόσο μάλλον ο Θεός, ο άπειρος στην αγάπη, θα δώσει συγνώμη και έλεος και φιλανθρωπία; Δεν πρέπει να δώσουμε ακρόαση στους ψιθυρισμούς του αποστάτη διαβόλου. Αυτός δεν έμαθε την ταπείνωση, δεν γνωρίζει τι θα πει ταπείνωση, γι’ αυτό και είναι μακριά από τον Θεό. Από τη στιγμή που θα σκηνώσει στον λογισμό του ανθρώπου η ταπείνωση, αμέσως γεννάται η επιστροφή του ανθρώπου.
Άρα ο εγωισμός και η υπερηφάνεια είναι εκείνα τα κακά που μας κρατάνε μακριά από τον Θεό. Την εικόνα του ασώτου υιού να τη ζήσουμε μέσα στη σκέψη και την καρδιά μας και θα αντλήσουμε, ή μάλλον θα αντλούμε συνεχώς μετάνοια και επιστροφή. Όχι μόνο μετάνοια και επιστροφή, αλλά θα πλουτίζουμε την καρδιά μας με αγάπη Θεού. Θα νοιώθουμε τον Θεό Πατέρα μας στοργικό με μία αγάπη που δεν έχει μέτρο. Μέσα σ’ αυτή την αγάπη είναι αδύνατο ν’ αστοχήσουμε. Όσα και αν μας ψιθυρίσει ο εχθρός, ότι δεν μας συγχωρεί ο Θεός, διότι εγκληματήσαμε στη ζωή, όταν δούμε στον καθρέφτη του ασώτου υιού την αγάπη του Θεού Πατρός μας, αμέσως όλοι οι λογισμοί του διαβόλου θα διασκορπιστούν.
 
[Από το περιοδικό «Όσιος Φιλόθεος της Πάρου» 6, Εκδ. Ορθόδοξος Κυψέλη 2002, άρθρο «Περί αγάπης και ευσπλαχνίας Θεού», σελ. 137 (απόσπασμα)]

Η άλλη όψις. Alopsis

Κυριακή 5 Φεβρουαρίου 2023

Π. ΑΘΑΝΑΣΙΟΣ ΜΥΤΙΛΗΝΑΙΟΣ: Ο ΤΕΛΩΝΗΣ ΕΝΝΟΗΣΕ ΟΤΙ ΕΙΝΑΙ ΕΙΚΟΝΑ ΤΟΥ ΘΕΟΥ!

Π. Αθανάσιος Μυτιληναίος: Ο τύπος αυτός του τελώνου, έχει βάθος υπαρξιακό και θεολογικό. Εννόησε ότι είναι εικόνα του Θεού που την προσέβαλε και ζητά την αποκατάστασή της. Στον λόγο του Θεού διψά· ποτέ δεν ξεδιψά στον λόγο του Θεού, θέλει πάντα να ακούει λόγο Θεού. Ποτέ δεν αισθάνεται ηθική και πνευματική αυτάρκεια. Είναι ο άγιος που στολίζει την εκκλησία και δοξάζεται ο Θεός. Είναι θησαυρός ασύλητος!

ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΤΗΣ ΣΟΥΡΟΖ ΑΝΤΩΝΙΟΣ BLOOM: "ΚΥΡΙΑΚΗ ΤΕΛΩΝΟΥ ΚΑΙ ΦΑΡΙΣΑΙΟΥ".

 Κυριακή Τελώνου και Φαρισαίου (†Μητροπολίτης Σουρόζ Αντώνιος Bloom)

Εἰς τὸ ὄνομα τοῦ Πατρὸς καὶ τοῦ Υἱοῦ καὶ τοῦ Ἁγίου Πνεύματος.
Δύο εβδομάδες πρὶν ἀκούσαμε στὸ Εὐαγγέλιο τὴν ἱστορία τοῦ Βαρτίμαιου καὶ τὴν προηγούμενη ἑβδομάδα τὴν ἱστορία τοῦ Ζακχαίου.
Ὁ Βαρτίμαιος ἦταν τυφλός, ἴσως ὅλη του τὴ ζωή, ἤ ἴσως κάποια συγκεκριμένη στιγμὴ εἶχε εἰκόνα ὅλης τῆς ὀμορφιᾶς τοῦ κόσμου, τῶν ἀνθρώπινων προσώπων, τὴν ὀμορφιὰ ἀπὸ κάθε τι ποὺ τὸν συνέδεε κατευθείαν μέσω τῆς κτίσης μὲ τὸν Θεὸ ποὺ δημιούργησε τὰ πάντα. Ἦταν ἕνας τυφλὸς ἄνθρωπος.
Μιὰν ἡμέρα ἕνα πλῆθος πέρασε δίπλα του, ἕνα παράξενο πλῆθος – ὄχι ἁπλὰ ἕνα θορυβῶδες πλῆθος περαστικῶν, ἀλλὰ ἕνα πλῆθος ποὺ εἶχε ἕναν πυρήνα, καὶ ὁ πυρήνας αὐτὸς ἦταν ὁ Κύριος Ἰησοῦς Χριστός. Ὁ Βαρτίμαιος ἀντιλήφθηκε τὴν ἰδιαιτερότητα αὐτοῦ τοῦ πλήθους καὶ ρώτησε ποιὸς ἦταν ἐκεῖνος ποὺ τὸ ἕνωνε σὲ ἕνα σύνολο· καὶ τότε ἄρχισε νὰ κραυγάζει γιὰ βοήθεια, γιὰ νὰ ἐλευθερωθεῖ ἀπὸ τὴν τυφλότητά του.
Πόσες φορὲς δὲν εἴμασταν τυφλοί, ἤ πόσα πολλὰ χρόνια δὲν ζήσαμε ὅλοι σὰν τυφλοί; Τυφλοὶ στὴν ἀποκάλυψη τοῦ Θεοῦ ποὺ μᾶς προσφέρει ὁ κόσμος· τυφλοὶ στὴν ὀμορφιά, ὄχι στὴν ἐξωτερική της ποιότητα ἀλλὰ στὴν λάμψη τῆς θεϊκῆς λάμψης καὶ ὀμορφιᾶς ὅπως μᾶς ἀποκαλύπτεται. Πόσο συχνὰ δὲν κοιτάξαμε πρόσωπα δίχως ποτὲ νὰ δοῦμε ὅτι εἶναι είκόνες τοῦ Θεοῦ ποὺ θὰ πρέπει νὰ μᾶς φέρνουν σ’ ἐπαφὴ μὲ τὸν Θεό, καὶ νὰ μὴν στέκουν ἀνάμεσα σὲ μᾶς καὶ τὸν Θεὸ σὰν πειρασμός. Πόσο συχνὰ πέρασε ὁ Χριστὸς δίπλα μας καὶ ποτὲ δὲν προσέξαμε τὴν παρουσία Του;
Ἄς προβληματιστοῦμε καὶ ἄς ἀναρωτηθοῦμε ὄχι μόνο πόσο συχνὰ εἴμασταν τυφλοὶ στὸ παρελθόν, ἀλλὰ πόσο εἴμαστε τὴν παροῦσα στιγμὴ. Ό Χριστὸς βρίσκεται ἀνάμεσα μας. Τὸ ἀντιλαμβανόμαστε; Ἕνας Πατέρας τῆς Ἐρήμου εἶχε πεῖ : «Ὅποιος εἶδε τὸν πλησίον του ἔχει δεῖ τὸν Θεό». Ναὶ μιὰ εἰκόνα τοῦ Θεοῦ, μιὰ ἀληθινὴ εἰκόνα. Κατεστραμμένη στὴν πραγματικότητα, ὅπως τόσες πολλὲς εἰκόνες εἶναι βεβηλωμένες ἤ κατεστραμμένες· κατεστραμμένες σὲ βαθμό ποὺ, κάποιες φορὲς δὲν ἀναγνωρίζονται, καὶ ὅμως εἶναι μιὰ θεία εἰκόνα.
Τὴν προηγούμενη ἑβδομαδα ἀκούσαμε γιὰ τὸν Ζακχαῖο. Ὁ Ζακχαῖος ξεπέρασε ἕναν ἄλλον πειρασμὸ ποὺ μᾶς εἶναι πολὺ γνωστός, αὐτὸν τῆς ματαιότητας· ἡ ματαιότητα ποὺ σημαίνει τὴν προσκόλλησή μας σὲ πράγματα ἀσήμαντα καὶ ἡ προσπάθειά μας νὰ προκαλέσουμε μέσα ἀπὸ αὐτὰ τὸν θαυμασμὸ ἄλλων ἀνθρώπων ποὺ δὲν ἔχουν δικαίωμα νὰ κρίνουν, ἐπειδὴ εἶναι ἐπίσης δέσμιοι στὴν ἴδια μικρότητα τῆς καρδιᾶς καὶ τοῦ νοῦ. Ἡ ματαιότητα, κατὰ τὸν Ἅγιο Ἰωάννη τῆς Κλίμακας, εἶναι ὑπερηφάνεια ἐνώπιον τοῦ Θεοῦ καὶ δειλία ἐνώπιον τῶν ἀνθρώπων· μιὰ ἐπιθυμία νὰ μὴν κριθοῦμε, νὰ μὴν καταδικαστοῦμε, ἀλλὰ νὰ μᾶς θαυμάζουν, νὰ μᾶς ἐπαινοῦν, νὰ μᾶς ἐπιδοκιμάζουν ἀκόμα γιὰ πράγματα ποὺ δὲν ἔχουν κάποια ἀξία, ἁπλὰ καὶ μόνο νὰ μᾶς ἐπιδοκιμάζουν.
Πρότεινα τὴν προηγούμενη ἑβδομάδα ὅτι πρέπει να ἑστιάσουμε τὴν προσοχή μας σὲ αὐτὴν τὴν ἰδιαίτερη γιὰ μᾶς ἁμαρτία καὶ νὰ ἀναρωτηθοῦμε πόσο εἴμαστε ἀνεξάρτητοι ἀπὸ τὴν κρίση τῶν ἀνθρώπων, πόσο εἴμαστε ἀδιάφοροι στὴν κρίση τῆς δικῆς μας συνείδησης καὶ μέσα ἀπὸ αὐτὴν, στὴν κρίση τοῦ ἴδιου τοῦ Θεοῦ;
Σήμερα ἔχουμε νὰ κάνουμε μὲ μιὰ τρίτη εἰκόνα· μὲ τὴν ἱστορία τοῦ Φαρισαίου καὶ τοῦ Τελώνη. Ὁ Τελώνης εἶχε συναίσθηση τῆς ἀναξιότητάς του, ὅτι ἦταν ἀνάξιος νὰ παρουσιαστεῖ ἐνώπιον τοῦ Θεοῦ, ἀλλὰ ἐπίσης ὅτι ἦταν εὐπρόσδεκτος στὴν συντροφιὰ ἀξιοσέβαστων ἀνθρώπων, ποὺ ὁ Θεὸς θὰ ἀποδεχόταν. Ἦλθε στὴν πόρτα τοῦ Ναοῦ καὶ δὲν μποροῦσε νὰ διασχίσει τὸ κατώφλι γιατὶ γνώριζε ὅτι σὲ αὐτὸν τὸν κόσμο τὸν ἀκάθαρτο, τὸν μολυσμένο, τὸν βεβηλωμένο ἀπὸ τὴν ἀνθρώπινη ἁμαρτία, ἀπὸ τὸ αἷμα καὶ τὸ κακό σὲ ὅλες του τὶς μορφὲς, ὁ Ναὸς ἦταν ἕνας τόπος ἀφιερωμένος μόνο στὸν Θεό. Ὅλος ὁ ὑπόλοιπος κόσμος, γιὰ νὰ χρησιμοποιήσω μιὰ φράση τοῦ Σατανᾶ ποὺ πείραξε τον Κύριο, ὅλο τὸν ὑπόλοιπο κόσμο «τὸν παρέδωσε ὁ ἄνθρωπος σ’ ἐμένα». Ἀλλὰ ὁ ναὸς εἶναι ἕνας χῶρος ὅπου ἄνθρωποι τῆς πίστης, ἀδύναμοι ἀλλὰ μὲ πίστη στὸν Θεὀ, εἶναι ἀποκομμένοι ἀπὸ τοῦτο τὸ βασίλειο τοῦ τρόμου ποὺ εἶναι τὸ δράμα τῆς Θεϊκῆς ὀμορφιᾶς, τῆς κατοικίας τοῦ Ἑνὸς ποὺ δὲν ἔχει τόπο νὰ «κλίνει τὴν κεφαλή», σ’ ἕναν κόσμο ποὺ τὸν ἔκλεψαν ἀπ’ Αὐτὸν καὶ παραδόθηκε στὰ χέρια τοῦ ἀντιπάλου.
Ὁ Τελώνης στάθηκε στὴν εἴσοδο τοῦ Ναοῦ, γνώριζε ὅτι ἀνῆκε στὸ βασίλειο τοῦ κακοῦ, καὶ δὲν μποροῦσε νὰ εἰσέλθει στὸν ἱερὸ χῶρο τοῦ Θεοῦ· καὶ ὅμως, ἔνοιωσε τὴ διαφορά, ὁ τρόμος τὸν συνεῖχε καὶ μιὰ αἴσθηση λατρείας γιὰ τὸ βασίλειο τοῦ Θεοῦ. Χτυποῦσε τὸ στῆθος του ζητώντας ἔλεος γιατὶ δὲν μποροῦσε νὰ ἐλπίζει καὶ νὰ ὑπολογίζει σὲ τίποτα ἄλλο.
Καὶ ὁ Φαρισαῖος στάθηκε στὸ μέσον τῆς Ἐκκλησίας· εἶχε μπεῖ στὸ ναὸ καὶ εἶχε πάρει τὴ θέση του ἐκεῖ σὰν κάποιος ποὺ εἶχε τὸ δικαίωμα νὰ βρίσκεται ἐκεῖ. Γιατί; Ὄχι ἐπειδὴ ἦταν ἕνας ἄνθρωπος μὲ ἁγνὴ καρδιά, ἀλλὰ ἐπειδὴ ἦταν πιστὸς στὸν κάθε τυπικὸ κανόνα ποὺ εἶχε καθιερωθεῖ ἀπὸ τὴ Συναγωγή, ὄπως ἕνας ἀριθμὸς ἀπὸ ἐμᾶς εἶναι πιστὸς στοὺς ἐξωτερικοὺς τύπους τῆς ζωῆς ποὺ δὲν μᾶς ἀγγίζουν κἄν, ποὺ δὲν φτάνουν στὴν καρδιά μας, ποὺ δὲν δίνουν νέο σχῆμα καὶ νόημα στὶς σκέψεις μας.
Ἔτσι πάλι, βρισκόμαστε ἐνώπιον δύο ἀνδρῶν καὶ ὁ Χριστὸς μᾶς ρωτᾶ: ποιὸς εἶσαι; Εἶσαι κάποιος ποὺ συναισθάνεται τόσο βαθιὰ τῆν ἱερότητα τοῦ Θεοῦ, ποὺ γνωρίζει ὅτι, ἐκτὸς ἀπὸ ἕναν Θεὸ ποὺ θὰ κατέβαινε στὴ γῆ γιὰ νὰ μᾶς θεραπεύσει καὶ νὰ μᾶς σώσει, δὲν θὰ ὑπῆρχε τρόπος νὰ Τὸν προσεγγίσουμε. Ἤ εἴμαστε σὰν τὸν Φαρισαῖο ποὺ θὰ ἔλεγε στὸν Θεό, ποὺ θὰ Τοῦ ἔλεγε κατάμουτρα: Ἔκανα ὅ,τι ἦταν γραμμένο νὰ γίνει. Δὲν ἔχεις κάτι νὰ μοῦ ζητήσεις! … Δὲν εἴμαστε τόσο ὑπερήφανοι ὅπως ὁ Φαρισαῖος, οὔτε ἔχουμε τὸ σταθερὸ θάρρος νὰ εἴμαστε τόσο πιστοὶ ὅσο ἦταν ἐκεῖνος στὴν πλήρη τήρηση τοῦ γράμματος τοῦ νόμου.
Ἄς ἀναρωτηθοῦμε λοιπὸν: μιμούμαστε τὸν Φαρισαῖο στὰ ἔργα του, ἐξωτερικὰ πιστοὶ στὰ δόγματα τῆς Χριστιανικῆς μας πίστης; Καὶ πέρα ἀπὸ αὐτὸ, ἐπιτρέπουμε στὴν πίστη μας νὰ μεταστρέψει τὴν καρδιά μας, νὰ κυβερνᾶ τὴν θέληση μας, καὶ νὰ φωτίζει τὸ νοῦ μας;
Αὐτὴν τὴν ἐργασία μᾶς προσφέρει τὸ σημερινό Εὐαγγέλιο. Σκεφτεῖτε το. Θὰ εἶναι ἕνα ἀκόμα βῆμα γιὰ νὰ πάρουμε μιὰν ἀπόφαση ὥστε νὰ μὴν καταδικαστοῦμε. Ἀμήν. 
 
(Πηγή καί Ἀπόδοση Κειμένου: agiazoni.gr)

Κυριακή 20 Νοεμβρίου 2022

ΚΥΡΙΑΚΗ Θ' ΛΟΥΚΑ: Η ΠΑΡΑΒΟΛΗ ΤΟΥ ΑΦΡΟΝΟΣ ΠΛΟΥΣΙΟΥ (+ ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΤΗΣ ΣΟΥΡΟΖ ΑΝΤΩΝΙΟΣ BLOOM).

 Κυριακή Θ’ Λουκά: Η παραβολή του Άφρονος Πλουσίου († Μητροπολίτης Σουρόζ Αντώνιος Bloom)
(Λουκ. ιβ΄16-21)

Εἰς τὸ ὄνομα τοῦ Πατρὸς καὶ τοῦ Υἱοῦ καὶ τοῦ Ἁγίου Πνεύματος. Τὸ τέλος τῆς σημερινῆς Εὐαγγελικῆς περικοπῆς εἶναι μιὰ προειδοποιήση γιὰ κάτι ποὺ ὅλοι μας θὰ μπορούσαμε νὰ ἔχουμε συνειδητοποιήσει, – ὅτι ὁ θάνατος εἶναι δίπλα μας, ὅτι πολλά, πάρα πολλὰ ἀπὸ αὐτὰ ποὺ κάνουμε θὰ χαθοῦν μ’ ἐμᾶς ἐπειδὴ εἶναι περιττὰ, θνητά.
Αὐτὸ σημαίνει ὅτι ἡ προειδοποιήση τοῦ Χριστοῦ γιὰ τὸ πόσο κοντὰ εἶναι ὁ θάνατος θὰ μᾶς τρομοκρατοῦσε καὶ θὰ μᾶς στεροῦσε ἀπὸ τὴν δημιουργική μας δύναμη; Ὄχι, ἀντίθετα· οἱ Πατέρες συνήθιζαν νὰ λένε, «νὰ ἔχουμε συνεχῆ μνήμη θανάτου» ὄχι μὲ τὴν ἔννοια τοῦ νὰ φοβόμαστε τὸν θάνατο καὶ νὰ ζοῦμε κάτω ἀπὸ τὴν σκιά του, ἀλλὰ μᾶλλον ἐπειδὴ τίποτα ἄλλο παρὰ ἡ γνώση ὅτι ἡ ζωὴ εἶναι σύντομη, ὅτι μπορεῖ ὁποιαδήποτε στιγμὴ νὰ τελειώσει, μπορεῖ νὰ δώσει στὴν κάθε στιγμὴ τὸ τελικό της νόημα, καὶ σὲ ὁλόκληρη τὴ ζωὴ τὴν αἴσθηση ὅτι πρέπει νὰ βιαστοῦμε νὰ κάνουμε τὸ καλό, ὅτι πρέπει νὰ βιαστοῦμε νὰ ζήσουμε ὅπως θὰ ζούσαμε γνωρίζοντας ὅτι ἀνὰ πάσα στιγμὴ ὁ θάνατος μᾶς ὑπερβαίνει, ἡ ζωή μας θὰ εἶναι μιὰ ζωὴ θριαμβευτική. Ἄν μοναχὰ εἴχαμε συνεχῶς αὐτὸ κατὰ νοῦ, θὰ ζούσαμε τόσο βαθιά, τόσο ἔντονα. Ἄν γνωρίζαμε ὅτι τὰ λόγια ποὺ τώρα σᾶς λέω ἦταν τὰ τελευταῖα, πόσο διαφορετικὰ θὰ τὰ ἔλεγα, καὶ πόσο διαφοτετικὰ θὰ τ’ ἀκούγατε!
Ἄν ἐπρόκειτο νὰ νοιώσουμε ὅτι τὸ πρόσωπο ποὺ μιλούσαμε μπορεῖ νὰ εἶναι νεκρὸ σὲ λίγα λεπτά, πόσο προσεκτικοὶ θὰ εἴμασταν ὥστε τὰ λόγια καὶ οἱ πράξεις μας θὰ ἦταν τὸ ἀποκορύφωμα ὅλης μας τῆς ἀγάπης καὶ τῆς φροντίδας, ὁ θρίαμβος σὲ ὅ,τι ἄριστο καὶ ὑψηλὸ χαρακτηρίζει τὶς σχέσεις μας.
Ὁ λόγος ποὺ ζοῦμε τὸσο ἄσχημα, ποὺ λέμε τόσα πολλὰ κούφια λόγια, λόγια χωρὶς ζωή, ποὺ διαπράτουμε τόσες πράξεις ποὺ ἀργότερα καῖνε σὰν πληγὲς τὴν ψυχή μας, εἶναι ὅτι ζοῦμε σὰν νὰ εἶναι αὐτὴ ἡ ζωὴ μονάχα ἕνα πρόχειρο σχέδιο τῆς ζωῆς ποὺ θὰ ζοῦμε μιὰν ἡμέρα, ὅταν θὰ ἔχουμε χρόνο νὰ διαμορφώσουμε τὸ σχέδιο στὴν τελικὴ ἱστορία. Ἀλλὰ δὲν λειτουργοῦν ἔτσι τὰ πράγματα· ἔρχεται ὁ θάνατος καὶ τὸ σχέδιο μένει ἀδούλευτο, ἁπλῶς μουτζουρωμένο, καὶ αὐτὸ ποὺ μένει εἶναι μιὰ θλίψη γιὰ τὸ πρόσωπο ποὺ θὰ μποροῦσε νὰ εἶναι σπουδαῖο, ἀλλὰ ποὺ ἀποδείχτηκε ἐπιπόλαιο καὶ ἀσήμαντο.
Γι’ αὐτὸ μιλάει τὸ σημερινὸ Εὐαγγέλιο, ὄχι γιὰ τὸ ὅτι θὰ πρέπει νὰ φοβόμαστε τὸν θάνατο, ἀλλὰ γνωρίζοντας ὅτι μπορεῖ νὰ ἔλθει ὁποιαδήποτε στιγμή, κάθε στιγμή πρέπει νὰ εἶναι τέλεια, κάθε λόγος πρέπει νὰ εἶναι λόγος ζωῆς, γεμάτος ἀπὸ πνεῦμα, νὰ ταιριάζει στὴν αἰωνιότητα. Καὶ κάθε μας πράξη σὲ σχέση μὲ μᾶς θὰ εἶναι τέτοια ποὺ θὰ γεννᾶ ζωὴ καὶ θὰ ἐκφράζει τὴν πληρότητα, τὸ μέγεθος, τὴν δύναμη τῆς ἀγάπης καὶ τῆς εὐλάβειας ποὺ θὰ πρέπει νὰ νοιώθουμε ὁ ἕνας γιὰ τὸν ἄλλον καὶ γιὰ τὸ κάθε τι. Ἄς τὸ σκεφτοῦμε, καὶ τότε ἄν μποροῦμε νὰ ἐνεργήσουμε σύμφωνα μ’ αὐτὸ, κάθε λόγος καὶ πράξη μας θ’ ἀποκτήσει τὴν διάσταση τῆς αἰωνιότητας καὶ θὰ λάμψει στὸ φῶς της. Ἀμήν.
 
30.11.1980
 
(Πηγή: kirigmata.blogspot.gr)

Κυριακή 13 Νοεμβρίου 2022

ΚΥΡΙΑΚΗ Η' ΛΟΥΚΑ: ΠΑΡΑΒΟΛΗ ΤΟΥ ΚΑΛΟΥ ΣΑΜΑΡΕΙΤΗ (+ ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΤΗΣ ΣΟΥΡΟΖ ΑΝΤΩΝΙΟΣ BLOOM).

 Κυριακή Η’ Λουκά: Παραβολή του σπλαχνικού Σαμαρείτη († Μητροπολίτης Σουρόζ Αντώνιος Bloom)
(Λουκ ι’, 25-37)

Εἰς τὸ Ὄνομα τοῦ Πατρὸς καὶ τοῦ Υἱοῦ καὶ Τοῦ Ἁγίου Πνεύματος.
Ἐν συντομίᾳ, τὸ σημερινὸ Εὐαγγέλιο ἐμπεριέχει ὅλα ὅσα ἀποτελοῦν τὸν τρόπο ζωῆς τοῦ χριστιανοῦ.
Ἡ πρώτη ἐντολὴ εἶναι ὅτι θὰ πρέπει ν’ ἀγαπᾶμε τὸ Θεὸ μὲ ὅλη μας τὴν καρδιά, μὲ ὅλη μας τὴ διάνοια, μὲ ὅλη μας τὴ δύναμη, μὲ ὁλόκληρη τὴν ὕπαρξή μας καὶ τὸν πλησίον μας ὡς τὸν ἑαυτὸν μας. Τὸ ν’ ἀγαπᾶμε σημαίνει νὰ προτιμοῦμε ὅλα ὅσα εἶναι ἀγαπητὰ στὸ ἀγαπώμενο πρόσωπο, ἀπ’ αὐτὰ ποὺ εἶναι ἀγαπητὰ σέ μᾶς. Τὸ ν’ ἀγαπᾶμε τὸ Θεὸ σημαίνει ὅτι θὰ πρέπει νὰ ζήσουμε, καὶ νὰ εἴμαστε ἀληθινὰ ἔτσι ὥστε Αὐτὸς νὰ μπορεῖ νὰ εἶναι εὐχαριστημένος ἀπ’ αὐτὸ ποὺ εἴμαστε, ὅτι δὲν θὰ πρέπει νὰ ὑπάρχει τίποτα ξένο σὲ Αὐτὸν στὶς ζωές μας.
Καὶ τότε ἔρχεται ἡ δεύτερη ἐντολή, τὴν ὁποία δὲν κατανοοῦσε ὁ νομικός: ὅτι θὰ πρέπει ν’ ἀγαπᾶμε τὸν πλησίον μας ὅπως τὸν ἑαυτό μας. Νὰ ξανα-ἀγαπήσουμε τὸν πλησίον μας, ξεχνώντας τὸν ἑαυτό μας. Πολὺ συχνὰ νομίζουμε ὅτι εἴμαστε ἄξιοι χριστιανοί, ἂν αἰσθανόμαστε μία ζεστασιὰ στὴν καρδιά μας, νομίζουμε ὅτι ἀγαπᾶμε τὸ Θεό. Ὅμως αὐτὸ δὲν εἶναι ἀρκετό. Ἡ δοκιμασία αὐτῆς τῆς ἀγάπης εἶναι ἡ μοιρασιὰ τῆς μοναδικῆς ἀγάπης τοῦ Θεοῦ μὲ τὸν καθένα ἀπὸ τοὺς συνανθρώπους μας.
Θυμᾶμαι μιὰ θλιβερὴ στιγμὴ στὴ ζωή, ὅταν ὁ πατέρας μου μὲ ρώτησε ποιὸ εἶναι τὸ ὄνειρο τῆς ζωῆς μου, ἤμουν νέος τότε, κι ἐγὼ εἶπα: «Νὰ εἶμαι μόνο μὲ τὸ Θεό», καὶ αὐτὸς μὲ κοίταξε λυπημένα καὶ μοῦ εἶπε: Δὲν ἔχεις ἀρχίσει ἀκόμη νὰ γίνεσαι χριστιανός. Ἐπειδὴ ἂν ἀγαπᾶμε τὸν Θεὸ πρέπει νὰ μοιραζόμαστε μαζί του ὅλες τὶς φροντίδες του γιὰ ὁλόκληρο τὸν κόσμο καὶ γιὰ κάθε πρόσωπο ξεχωριστὰ σ’ αὐτὸ τὸν κόσμο.
Ἂς λάβουμε ὑπόψη μας λοιπὸν σὰν γνώμονα αὐτὸ τὸ σύντομο γεγονὸς στὴ ζωὴ τοῦ Χριστοῦ καὶ στὴν παραβολή. Δὲν θὰ μπορέσουμε νὰ καταλάβουμε ποτὲ πόσο πολὺ ἀγαπᾶμε τὸ Χριστό. Εἶναι δύσκολο, γιατί εἶναι τόσο εὔκολο νὰ ξεγελάσεις κάποιον. Ἀκόμα κι ὅταν λέμε ὅτι ἀγαπᾶμε κάποιον, μπορεῖ νὰ ἔρθει μία στιγμὴ ἐγωισμοῦ, διαφωνίας, ἕνας καυγᾶς μπορεῖ νὰ τελειώσει, τουλάχιστον γιὰ λίγο, μία κοινή μας φιλία καὶ ζεστασιὰ.
Ὑπάρχει ὡστόσο ἕνα ἀντικειμενικὸ κριτήριο. Πῶς συμπεριφέρεσαι στὸν πλησίον; Τί σημαίνει αὐτὸς γιὰ σένα; Ἂν δὲν σημαίνει τίποτα, ἂν εἶναι ἕνας περαστικός, ἂν εἶναι ἁπλὰ κάποιος στὸ δρόμο σου, ἢ ἂν εἶναι κάποιος ποὺ μπορεῖ νὰ τραβήξει τὴν προσοχή σου, ὅταν ἐσὺ εἶσαι σὲ καλὴ διάθεση, τότε δὲν ἀρχίσαμε ν’ ἀγαπᾶμε τὸ Θεὸ καὶ τὸν κόσμο μαζὶ μ’ Αὐτόν.
Ἂς τὸ ἀναλογιστοῦμε λοιπόν, ἂς κάνουμε στοὺς ἑαυτοὺς μας σχετικὲς ἐρωτήσεις, καὶ ἂς διορθώσουμε τὴ ζωή μας. Ἀμήν.
 
(Πηγή: kirigmata.blogspot.gr)

Κυριακή 30 Οκτωβρίου 2022

ΚΥΡΙΑΚΗ Ε ' ΛΟΥΚΑ: ΤΟΥ ΠΛΟΥΣΙΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΛΑΖΑΡΟΥ (+ ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΤΗΣ ΣΟΥΡΟΖ ΑΝΤΩΝΙΟΣ BLOOM).

Κυριακή Ε’ Λουκά: Του πλουσίου και του Λαζάρου († Μητροπολίτης Σουρόζ Αντώνιος Bloom)
(Λουκ. ιστ΄19-31)

Εἰς τὸ ὄνομα τοῦ Πατρὸς καὶ τοῦ Υἱοῦ καὶ τοῦ Ἁγίου Πνεύματος.
Ὅπως κάθε παραβολὴ τοῦ Κυρίου ποὺ μιλάει γιὰ τὴν κρίση, ἡ σημερινὴ παραβολὴ εἶναι πολὺ ἁπλὴ ὡς πρὸς τὸ νόημά της καὶ ταυτόχρονα θὰ πρέπει νὰ τὴν ἐξετάσουμε βαθύτερα.
Τὸ ἁπλὸ νόημά της εἶναι τοῦτο: Εἴχατε στὴν γῆ ὅ,τι ἦταν καλό, ὁ Λάζαρος δὲν εἶχε τίποτα· ἑπομένως ἀποκτᾶ στὴν αἰώνια ζωὴ ὅλα τ’ ἀγαθὰ ποὺ τοῦ εἶχαν λείψει στὴ γῆ καὶ ἐσεῖς τὰ στερῆστε. Ἀλλὰ αὐτὸ δὲν συνιστᾶ τὸ ἀληθινὸ καὶ βαθύτερο νόημα τῆς παραβολῆς.
Ποιὸς εἶναι ὁ πλούσιος; Εἶναι ὁ ἄνθρωπος ποὺ δὲν κατεῖχε μόνο ὅλα τὰ ἀγαθὰ ποὺ ἡ γῆ μποροῦσε νὰ τοῦ προσφέρει: πλοῦτο, καλὸ ὄνομα, κοινωνικὴ θέση ἀνάμεσα στοὺς συμπολίτες του· ἦταν ἕνας ἄνθρωπος ποὺ δὲν λαχταροῦσε κάτι ἄλλο. Ὅ,τι ἤθελε, ὅ,τι χρειαζόταν ἦταν ὁ ὑλικὸς πλοῦτος, μιὰ καλὴ θέση ἀνάμεσα στοὺς ἀνθρώπους, τὸν θαυμασμό, μιὰ δουλικὴ ὑπακοὴ ἀπὸ ἐκείνους ποὺ ἦταν κατώτεροί του.
Ὁ Λάζαρος δὲν κατεῖχε τίποτα· ἀλλὰ ἀπὸ τὴν παραβολὴ μαθαίνουμε ὅτι δὲν παραπονιόταν, δεχόταν ὅ,τι δὲν ἤθελε ὁ πλούσιος· ἔτρωγε τὰ ψίχουλα ἀπὸ τὸ τραπέζι του. Ἀλλὰ εἶχε μία ζωντανὴ ψυχή· ἴσως νὰ λαχταροῦσε κάτι περισσότερο: ποιὸς ἄνθρωπος δὲν θέλει νὰ ἔχει μία στέγη, νὰ ἔχει ἐξασφαλισμένη τροφή; Ἀλλὰ ἐκεῖνος δεχόταν ὅ,τι τοῦ ἔδιναν μὲ εὐγνωμοσύνη.
Καὶ ὅταν πέθαναν, τί πῆραν μαζί τους; Ὁ πλούσιος δὲν εἶχε τίποτα νὰ πάρει, ἐπειδὴ ποτὲ δὲν νοιαζόταν γιὰ ὁ,τιδήποτε δὲν μποροῦσε νὰ τοῦ προσφέρει ὁ κόσμος. Ὁ Λάζαρος πάντα ποθοῦσε περισσότερα ἀγαθὰ ἀπ’ αὐτὰ ποὺ ἡ γῆ μποροῦσε νὰ τοῦ προσφέρει: ἐπιθυμοῦσε δικαιοσύνη, εἰρήνη, ἀγάπη, συμπόνια, ἀλληλεγγύη- ὅλα ἐκεῖνα τὰ πράγματα ποὺ κάνουν τὸν ἄνθρωπο νὰ εἶναι ἄνθρωπος. Ὁ πλούσιος ζοῦσε μιὰ ζωὴ παρόμοια μ’ αὐτὴν ποὺ περιγράφεται σὲ μιὰ ἀπὸ τὶς προφητεῖες: Ὁ λαὸς τοῦ Ἰσραὴλ ἐπαχύνθη ἀπὸ τὸν πλοῦτο καὶ λησμόνησε τὸν Θεό… Ὁ φτωχὸς δὲν μποροῦσε νὰ κάνει κάτι τέτοιο· ἦταν τόσο φτωχὸς γιὰ νὰ ριζώσει στὴν γῆ- ἦταν ἐλεύθερος.
Αὐτὴ ἡ παραβολὴ λοιπὸν ἀφορᾶ ὅλους μας· διότι ὅλοι μας ἔχουμε μέσα μας τὸν πλούσιο καὶ τὸν Λάζαρο. Ἀπὸ τὴ μία πλευρὰ πόσο πλούσιοι, πόσο ἀσφαλεῖς εἴμαστε. Ἀπὸ τὴν ἄλλη, ἐὰν βρισκόμαστε τώρα ἐδῶ, πάει νὰ πεῖ ὅτι στὴν ψυχή μας, ὑπάρχει μία ἄλλη διάσταση ποὺ λαχταρᾶ κάτι ἄλλο. Ἀλλὰ μένει νὰ κάνουμε μία ἐρώτηση: Ἐὰν ἔπρεπε νὰ διαλέξουμε, τί θὰ διαλέγαμε; Τί εἶναι αὐτὸ ποὺ πραγματικὰ θεωροῦμε πολύτιμο; Εἶναι ἡ ἀσφάλεια ποὺ μέχρι τώρα ἡ γῆ μᾶς ἔχει προσφέρει- ἢ εἶναι ἡ ἀπεραντοσύνη, τὸ βάθος στὸ ὁποῖο κατανοοῦμε τὸν Θεό, ἡ κοινωνία μας μαζί Του, ἡ ἀγάπη γιὰ τὸν πλησίον, ἡ συμπόνια – τόσα ἄλλα πράγματα ποὺ μᾶς ἔχει διδάξει τὸ Εὐαγγέλιο;
Καὶ αὐτὸ εἶναι τὸ σημεῖο ὅπου ἀναφέρεται ἡ παραβολή, δὲν ἀναφέρεται μόνο σὲ δύο ἄνδρες ἀπὸ τὸ παρελθόν, ἢ σὲ ἄλλους, ἀλλὰ ἀναφέρεται σὲ μᾶς προσωπικά: ποιὸς εἶμαι- ἢ ἐὰν προτιμᾶτε, καὶ ποὺ εἶναι τὸ πιὸ σωστὸ – ποιὸς ὑπερισχύει μέσα μου; Μοιάζω περισσότερο μὲ τὸν πλούσιο, τόσο ριζωμένος στὴ γῆ, ὥστε τὰ πράγματα ποὺ ἀφοροῦν τὸ πνεῦμα, τὴν αἰωνιότητα, ἢ πιὸ ἁπλὰ ὅ,τι εἶναι ἀληθινὰ ἀνθρώπινο ἔρχεται δεύτερο –ἢ εἶμαι ἀπὸ ἐκείνους γιὰ τοὺς ὁποίους σημασία ἔχει ὅ,τι εἶναι ἀνθρώπινο, περισσότερο ἀπὸ ὁτιδήποτε ἄλλο;
Κι ἔπειτα, ὑπάρχει κάτι ἄλλο στὴν παραβολή. Ὁ πλούσιος βλέποντας τὸν ἑαυτὸ του στερημένο ἀπὸ τὰ πάντα, στρέφεται στὸν Ἀβραὰμ καὶ λέει: «Στεῖλε τὸν Λάζαρο στοὺς ἀδελφούς μου ποὺ εἶναι ἀκόμα στὴ γῆ νὰ τοὺς εἰδοποιήσει, γιὰ νὰ μὴν ἔλθουν σὲ τοῦτο τὸν τόπο τῆς βασάνου». Καὶ ὁ Χριστὸς λέει ὅτι ἀκόμα καὶ ἂν κάποιος ἐπιστρέψει ἀπὸ τοὺς νεκρούς, ἐὰν δὲν ἄκουσαν ὅ,τι ἀποκαλύφθηκε στὸ παρελθόν, δὲν θὰ πιστέψουν, θὰ χαθοῦν μέσα στὶς ἁμαρτίες τους.
Πῶς, αὐτὴ ἡ παραβολὴ δὲν ταιριάζει κατὰ τρόπο τραγικὸ μὲ τὴν κατάσταση τῶν ἀνθρώπων ὅταν στέκονταν συνωστισμένοι ὅπως τὸ ἄλεσμα γύρω ἀπὸ τὸν Σταυρὸ ὅπου πέθαινε ὁ Κύριος. Κάποιοι ἦταν πιστοί, ὁ δικός Του λαὸς - ἀλλὰ ποῦ βρίσκονταν; Εἶχαν σκορπίσει. Κάποιοι ἦταν μαθητές Του, μὲ πίστη ποὺ ἔφτανε στὸ βάθος τῆς ὕπαρξής τους, μὲ καρδιακὴ πίστη, οἱ γυναῖκες ποὺ Τὸν εἶχαν ἀκολουθήσει – στάθηκαν σὲ ἀπόσταση· μοναχὰ ἡ Μητέρα τοῦ Θεοῦ καὶ ὁ Ἰωάννης, στάθηκαν δίπλα στὸν Σταυρό.
Ἀλλὰ μέσα στὸ πλῆθος, ὑπῆρχαν ἄνθρωποι ποὺ μαζὶ μὲ τὸν Ἀρχιερέα, τοὺς Φαρισαίους ποὺ εἶχαν καταδικάσει τὸν Θεό, ἔλεγαν: «Κατέβα τώρα ἀπὸ τὸν Σταυρὸ – καὶ θὰ πιστέψουμε…» Πόσοι πολλοὶ σκέφτηκαν: μόνον ἐὰν κατέβαινε ἀπὸ τὸν Σταυρό, θὰ πιστεύαμε χωρὶς νὰ παίρναμε κανένα κίνδυνο, θὰ πιστεύαμε μὲ ἀσφάλεια, μὲ σιγουριά· θὰ πιστεύαμε καὶ θ’ ἀκολουθούσαμε Κάποιον ποὺ τώρα ἡττημένος, στιγματισμένος, ἔχοντας δεχθεῖ τὴν ἀπόρριψη τῶν ἀνθρώπων, κρέμεται στὸν Σταυρὸ ἀνάμεσα σὲ δύο ληστές; Δὲν μποροῦμε…
Αὐτὸ εἶναι τὸ νόημα τῆς παραβολῆς· καὶ ποὺ μᾶς ἀποδεικνύει ἡ ζωὴ τόσων πολλῶν ἀνθρώπων.
Ποῦ βρισκόμαστε; Εἴμαστε προετοιμασμένοι νὰ πιστέψουμε τὸν λόγο τοῦ Θεοῦ; Εἴμαστε ἕτοιμοι, αἰχμάλωτοι τῆς ὀμορφιᾶς, τῆς ἀνείπωτης, ἀνέκφραστης ὀμορφιᾶς τῆς προσωπικότητας τοῦ Χριστοῦ, νὰ Τὸν ἀκολουθήσουμε μὲ κάθε κίνδυνο; Καὶ γνωρίζουμε ὅτι ὁ κίνδυνος εἶναι πολὺ μεγάλος: Θὰ στιγματιστοῦμε, θὰ μᾶς κοροϊδέψουν, θὰ εἴμαστε ξένοι, οἱ ἄνθρωποι θὰ μᾶς θεωροῦν ἀλῆτες τῆς γῆς, ὄχι προσκυνητὲς τοῦ Οὐρανοῦ· εἴμαστε ὅμως ἕτοιμοι νὰ τὸ κάνουμε αὐτό;
Πρέπει νὰ σκεφτοῦμε τὶς δύο αὐτὲς ὄψεις τῆς παραβολῆς· γιατί διαφορετικὰ ἡ παραβολὴ εἶναι ἄσχετη μέ μᾶς – καὶ ὅμως, ἔχει τόσο πολὺ σχέση μὲ τὴ ζωή μας.
Ἂς τὴν σκεφτοῦμε βαθιά, κρίνοντας τὴν συνεχῶς. Ὁ Θεὸς δὲν μᾶς κρίνει μὲ σκοπὸ νὰ μᾶς καταδικάσει. Ὁ Θεὸς μᾶς προετοιμάζει πραγματικὰ καὶ μᾶς ζητᾶ ἕνα πράγμα: Ν’ ἀνταποκριθοῦμε στὴν ἀλήθεια! Δὲν ἀποδεχόμαστε ἕναν κόσμο ποὺ εἶναι μία χίμαιρα! Μὴν ἀποδέχεστε τὸν ἑαυτό σας, ἐνῶ ἡ ζωὴ σας παραμένει μιὰ ζωὴ ἀπατηλή: νὰ εἶστε ἀληθινοὶ καὶ τότε θὰ γίνετε παιδιὰ τῆς βασιλείας τοῦ Θεοῦ.
Καὶ τί μπορεῖ νὰ εἶναι πιὸ σπουδαῖο, ἀδελφοὶ καὶ ἀδελφές τοῦ Χριστοῦ, υἱοὶ καὶ κόρες τοῦ Ζωντανοῦ Θεοῦ· καὶ ἀγγελιοφόροι τοῦ Θεοῦ στὴ γῆ. Μποροῦμε νὰ ἐλπίζουμε σὲ κάτι μεγαλύτερο; Καὶ ὅμως αὐτὸ εἶναι ποὺ προσφέρεται σὲ ὅλους μας καὶ στὸν καθένα χωριστά. Τί θαῦμα! Τί χαρά! Πῶς μποροῦμε νὰ τὸ ἀρνηθοῦμε; Ἀμὴν
 
(Πηγή: kirigmata.blogspot.gr)

Κυριακή 16 Οκτωβρίου 2022

ΚΥΡΙΑΚΗ Δ ' ΛΟΥΚΑ : "ΠΑΡΑΒΟΛΗ ΤΟΥ ΣΠΟΡΕΩΣ (ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΤΗΣ ΣΟΥΡΟΖ ΑΝΤΩΝΙΟΣ BLOOM)".

Κυριακή Δ’ Λουκά: Παραβολή του σπορέως 
(† Μητροπολίτης Σουρόζ Αντώνιος Bloom)

Πόσο οἰκεία, καὶ πόσο ἁπλή μᾶς φαίνεται ἡ σημερινὴ Παραβολὴ τοῦ σπόρου καὶ τοῦ σπορέως· καὶ ὅμως πόσο σχετικὴ εἶναι μέ μᾶς, πόσο περισσότερο θὰ πρέπει νὰ τὴν σκεφτοῦμε. Λησμονοῦμε τὴν εἰκόνα τοῦ σπορέα καὶ τοῦ σπόρου, ὅπως φαίνεται μέσα ἀπὸ τὴν παραβολή, δὲν βλέπουμε τὴν εἰκόνα τοῦ Χριστοῦ νὰ περπατάει στοὺς δρόμους καὶ τὰ μονοπάτια τῆς Γαλιλαίας καὶ τῆς Ἰουδαίας· καὶ παντοῦ ὅπου πῆγε, οἱ ἄνθρωποι ἔρχονταν στὴν ἄκρη τοῦ δρόμου, ἐπειδὴ εἶχαν ἀκούσει, ὅπως εἶχε ἀκούσει ὁ Τυφλός, γιὰ τὸν ὁποῖο μιλάει ὁ Ἀπόστολος Μάρκος, ὅτι ἦταν Δάσκαλος, ὅτι τὰ λόγια του ἦταν ἀληθινά, ὅτι ἔφεραν τὴν δύναμη τῆς ζωῆς.
Καὶ οἱ ἄνθρωποι ἦρθαν καὶ γέμισαν τοὺς δρόμους καὶ ἄκουσαν. Κάποιοι ἦταν ἕτοιμοι γιὰ τὸ μήνυμα τῆς σωτηρίας· κάποιοι ἀγωνιοῦσαν, καὶ ἔκαναν στὸν ἑαυτὸ τους ἐρωτήσεις ποὺ μέχρι τότε κανεὶς δὲν μποροῦσε νὰ ἀπαντήσει. Ἀλλὰ ἦλθαν ἄλλοι ἄνθρωποι, ὅπως τόσοι πολλοὶ ἔρχονται τώρα σ’ ἕναν ἱερέα, σ’ ἕναν εὐαγγελιστή, σ’ ἕναν ἡγέτη ὁποιασδήποτε παράταξης, ἦλθαν νὰ δοῦν ἕνα ἄνθρωπο ποὺ κάποιος τοὺς μίλησε γι’ αὐτόν, ν’ ἀκούσουν τί εἶχε νὰ πεῖ. Δὲν ἀπαντοῦσε σὲ καμία ἀπὸ τὶς ἐρωτήσεις τους, δὲν ἱκανοποιοῦσε καμία ἀπὸ τὶς ἀνάγκες τους, ἐκτὸς ἴσως ἀπὸ τὴν ἐπιθυμία νὰ δοῦν κάποιον ποὺ ἦταν ξεχωριστός, κάποιον μοναδικὸ γιὰ τὴν ἐποχή του. Ἄκουσαν τὸν λόγο Του, ἀλλὰ δὲν τὸν κράτησαν μέσα τους, τὸν βρῆκαν ὄμορφο, ἀληθινὸ – ἀλλὰ δὲν πῆγαν πιὸ πέρα. Ἄκουσαν λόγια, δὲν ἄκουσαν τὴν κραυγὴ τῆς ψυχῆς τους ποὺ πεινοῦσε γιὰ λόγο ἀληθείας.
Ἔτσι ὅταν Ἐκεῖνος εἶχε διαβεῖ, ὅλοι ἐπέστρεψαν στὶς συνηθισμένες τους ἀσχολίες, στὴν κανονική τους ζωή. Θὰ μποροῦσαν νὰ ἔχουν πάει στὸ σπίτι καὶ νὰ ἔχουν ἐπαναλάβει αὐτὰ τὰ λόγια, λέγοντας: «Δὲν ἦταν θαυμάσια; Δὲν μίλησε ὡραία;» – καὶ ἔπειτα ἐπέστρεψαν στὴν συνηθισμένη, καθημερινὴ ζωή τους…
Ἄλλοι ποὺ στάθηκαν στὴν ἄκρη τοῦ δρόμου, δέχτηκαν τὸ μήνυμα μὲ συγκίνηση, κάτι ἀναδεύτηκε στὴν καρδιά, στὸ μυαλό τους, τοὺς ἔδωσε ἀπάντηση σὲ κάτι. Καὶ τὸ δέχτηκαν, τὸ ἀγκαλίασαν, καὶ ἐπέστρεψαν στὴν οἰκία τους· ἀλλὰ τὴν στιγμὴ ποὺ δὲν ἦταν πιὰ στὸν δρόμο, τοὺς κυρίευσαν οἱ ἀνησυχίες τοῦ σπιτιοῦ τους: ὑπῆρχαν τόσα πράγματα στὴν ζωή τους νὰ κάνουν, νὰ σκεφτοῦν, δὲν ὑπῆρχε καιρὸς νὰ συλλογιστοῦν ξανὰ καὶ ξανὰ τὰ λόγια ποὺ εἶχαν ἀκούσει, δὲν ὑπῆρχε καιρὸς νὰ καθίσουν μὲ ἠρεμία καὶ νὰ φανταστοῦν τὸ πρόσωπο ποὺ εἶχαν δεῖ, νὰ ξαναθυμηθοῦν τὴν φωνὴ ποὺ εἶχαν ἀκούσει.
Ὑπάρχει ἄλλη μία παραβολὴ ποὺ μιλᾶ γιὰ ἐκείνους ποὺ εἶχαν κληθεῖ στὸ Γαμήλιο Βασιλικὸ Δεῖπνο: ἄκουσαν τὸ κάλεσμα, ἤξεραν ὅτι εἶχαν κληθεῖ προσωπικὰ – ἀλλὰ μπόρεσαν νὰ πᾶνε; Ὁ ἕνας εἶχε ἀγοράσει ἕναν ἀγρό, ἦταν ριζωμένος σ’ αὐτόν, δεμένος μὲ αὐτόν, φυλακισμένος· ἄλλοι εἶχαν ἀγοράσει πέντε ζευγάρια βόδια – ἔπρεπε νὰ τὰ δοκιμάσουν, ἔπρεπε κάτι νὰ κάνουν στὴ ζωή, ἕνα ἐπάγγελμα, μία ἐργασία- ἢ ἁπλὰ κάτι ποὺ ἐπειδὴ ἀφορᾶ τὴν προσωπική μας ζωή, ἔχει πολὺ μεγάλη σημασία, ὅπως ἡ τελευταία περίπτωση ἐκείνου ποὺ εἶχε παντρευτεῖ- πῶς μποροῦσε νὰ ξοδέψει χρόνο γιὰ κάποιον ἄλλον;
Αὐτοὶ εἶναι οἱ ἄνθρωποι ποὺ δέχονται τὸν λόγο τοῦ Θεοῦ, ποὺ τὸν δέχονται ἀληθινὰ στὴν καρδιά τους, ἀλλὰ ὑπάρχουν τόσα πολλὰ πράγματα ποὺ ἔχουν σημασία – θὰ τὸ κάνουμε αὔριο, ἤ, ἂν μπορούσαμε μοναχὰ νὰ ἀλλάζαμε τὸ μήνυμα τοῦ Κυρίου μὲ ἕνα πιὸ ἐφικτό, πιὸ ἁπλό, νὰ μὴν εἶναι τόσο ἀπόλυτο ὅσο αὐτό.
Καὶ ἔπειτα, ἐκεῖνοι ποὺ δέχονται τὸν λόγο τοῦ Θεοῦ, ὅπως ἡ πλούσια γῆ ποὺ θὰ μποροῦσε νὰ λάβει τὸ μήνυμα τῆς σωτηρίας, δέχονται τὸν σπόρο καὶ καρποφοροῦν. Ἐκεῖνοι οἱ ἄνθρωποι δὲν ἦταν ἁπλὰ καλύτεροι ἄνθρωποι, πιθανὸν δὲν ἦταν καλύτεροι· ἦταν ἄνθρωποι ποὺ εἶχαν ἕνα ἐρώτημα 
στὸ νοῦ καὶ τὴν καρδιά, ἄνθρωποι ποὺ εἶχαν καημό, ποὺ ἡ καθημερινὴ ζωὴ τους ἦταν πολὺ περιορισμένη, μικρή, ἄνθρωποι ποὺ εἶχαν συναίσθηση ὅτι ἡ ψυχὴ τους εἶναι ἀπέραντη, καὶ δὲν μποροῦσε νὰ γεμίσει ἀπὸ τὰ ἀσήμαντα τῆς καθημερινότητας– οὔτε κἄν ἀπὸ τὰ εὐγενικὰ καὶ καλὰ πράγματα τῆς ζωῆς: ἀποδέχτηκαν τὸ μήνυμα βαθιὰ μέσα στὴν καρδιά τους, καὶ αὐτὸ ἐπειδὴ ἔδωσε ἀπάντηση στὶς ἀνάγκες τους, ἡ ζωὴ τους καρποφόρησε.
Τώρα ἂς τὸ ἐφαρμόσουμε στὴν δική μας ζωή· πόσοι ἀπὸ ἐμᾶς ἀκοῦν τὰ λόγια τοῦ Εὐαγγελίου, τὰ λόγια τοῦ κηρύγματος, μελετοῦν βιβλία ἐνδιαφέροντα μὲ βάθος καὶ τὰ διατηροῦν στὴ μνήμη τους, τὰ χαίρονται- ἀλλὰ μέχρι ἐκεῖ· μποροῦν νὰ τὰ ἐπαναλάβουν, νὰ τὰ μεταδώσουν στοὺς ἄλλους,- ἀλλὰ αὐτὸ εἶναι ὅλο.
Καὶ ὑπάρχουν τόσοι πολλοὶ ἀπὸ ἐμᾶς ποὺ ἔλαβαν τὸ μήνυμα μὲ ἐνθουσιασμό, μὲ πάθος, γνωρίζοντας ὅτι εἶναι πράγματι ἡ ἀπάντηση στὴν λαχτάρα, τὴν πείνα, τὸ μεγαλεῖο ποὺ ὑπάρχει μέσα μας· ἀλλ’ ὅμως ἡ ζωὴ εἶναι τόσο σύνθετη, ἔχουμε τόσα πράγματα νὰ κάνουμε! Καὶ σ’ ὅλη τούτη τὴν πολυπλοκότητα καὶ τὸ καθημερινὸ «γίγνεσθαι», τὰ λόγια ποὺ ἀκούσαμε, παραμερίζονται- γιὰ μιὰ ἄλλη μέρα, γιὰ μιὰ ἄλλη φορά, ὅταν θὰ εἶμαι ἀρκετὰ μεγάλος γιὰ νὰ ἔχω ὁποιεσδήποτε ἀνησυχίες: τότε θὰ μπορῶ νὰ στραφῶ πίσω καὶ νὰ θυμηθῶ ἐκείνη τὴν λαμπρὴ στιγμὴ ποὺ ἡ ζωὴ ξεδίπλωσε ὅλο τὸ μεγαλεῖο της..- τὴν κρατῶ στὴν μνήμη μου!
Τί συμβαίνει μέ μᾶς, δεχόμαστε τὸ μήνυμα καὶ αὐτὸ καρποφορεῖ μέσα μας;
Πῶς μπορεῖ τὸ μήνυμα νὰ μᾶς ἀγγίξει; Θυμᾶμαι ἕναν Ρῶσο ἱερέα νὰ μοῦ λέει· «μελετῶ καθημερινὰ τὸ Εὐαγγέλιο καὶ πολὺ σπάνια ἡ ζωή μου ἀνταποκρίνεται σ’ αὐτό. Ἀλλὰ τὸ μελετάω καθημερινὰ γιατί δὲν γνωρίζω ποτὲ κατὰ πόσο σήμερα, αὔριο ἢ κάποια ἄλλη ἡμέρα θὰ εἶμαι ἡ ἄγονη πλευρὰ τοῦ δρόμου ἢ τὰ ἀγριόχορτα, κατὰ πόσο τοῦτος ὁ λόγος θὰ πέσει σὲ ἕνα μικρὸ κομμάτι γῆς μέσα μου, ἱκανὸ νὰ τὸν δεχτεῖ καὶ νὰ φέρει καρπούς».
Δὲν εἶναι τόσο ἁπλό, τόσο ἐνθαρρυντικό; Ὅλοι μας βρισκόμαστε καὶ στὶς τρεῖς περιπτώσεις ποὺ περιγράφονται στὴν παραβολὴ τοῦ Εὐαγγελίου· ἀλλὰ ἐὰν δώσουμε μιὰ εὐκαιρία στὸν Κύριο ποὺ μιλάει, στὸν Κύριο ποὺ διαβαίνει ἀπὸ τὴν ζωή μας, ποὺ κρούει τὴν πόρτα τῆς καρδιᾶς μας – ἀπὸ καιρὸ σὲ καιρὸ θὰ δεχτοῦμε τὸ μήνυμα μὲ χαρά· μὲ τὸν καιρό, θὰ φθάσει στὸ βάθος τῆς καρδιά μας, στὸν πυρήνα τῆς ζωῆς μας καὶ θὰ εἶναι ἡ ἀπάντηση ποὺ θὰ τὴν ἀλλάξει.
Ἑπομένως, ἂς ἀκοῦμε μέρα μὲ τὴ μέρα τὰ λόγια τοῦ Εὐαγγελίου· ἂς ἀκοῦμε τὴ φωνὴ τῆς συνείδησής μας, ἂς ἀκοῦμε τί μᾶς λέει ὁ βαθύτερος ἐαυτός μας γιὰ τὴν ζωή, τὴν ἀλήθεια, τὴν πραγματικότητα· καὶ ἀπὸ καιρὸ σὲ καιρό, θὰ ἔχουμε τὸ γόνιμο ἔδαφος ποὺ νὰ μπορεῖ νὰ φέρει καρπούς.
Αὐτὴ ἡ παραβολή, ἡ τόσο ἁπλή, ἡ τόσο ξεκάθαρη, ἂν μοναχὰ τὴν ἐφαρμόσουμε, μπορεῖ νὰ εἶναι τὸ ξεκίνημα μιᾶς νέας ζωῆς. Ἀμήν.
29 Ὀκτωβρίου 1989
 
(Πηγή: agiazoni.gr)

Κυριακή 28 Αυγούστου 2022

ΚΥΡΙΑΚΗ ΙΑ' ΜΑΤΘΑΙΟΥ: "ΠΕΡΙ ΣΚΛΗΡΟΚΑΡΔΙΑΣ" (ΑΓΙΟΥ ΛΟΥΚΑ ΚΡΙΜΑΙΑΣ).

Κυριακή ΙΑ’ Ματθαίου: Περί σκληροκαρδίας 
(Αγ. Λουκάς Κριμαίας)

Ποιος άνθρωπος δεν θα θυμώσει και δεν θα δια­μαρτυρηθεί ακούγοντας την παραβολή του κακού δού­λου στον οποίο ο Κύριος του συγχώρεσε ένα μεγάλο χρέος ενώ αυτός δεν ήθελε να συγχωρέσει στον πλη­σίον του ένα μικρό; Ταράζεται η καρδιά μας όταν βλέπουμε τις χειρό­τερες εκδηλώσεις των παθών και της αμαρτωλότητας των ανθρώπων. Σωστά είπε ο προφήτης Δαβίδ: «Και ερρύσατο την ψυχήν μου εκ μέσον σκύμνων, εκοιμήθην τεταραγμένος υιοί ανθρώπων, οι οδόντες αυτών όπλα και βέλη, και η γλώσσα αυτών μάχαιρα οξεία» (Ψαλ. 56, 5). Και δεν το λέει για τους φονιάδες και τους κακούργους αλλά για μας τους απλούς ανθρώ­πους. Εμάς μας αποκαλεί λιοντάρια και λέει ότι τα δόντια μας είναι όπλα και βέλη και η γλώσσα ακο­νισμένο σπαθί. Και το σπαθί είναι όργανο του φόνου.
Αν η γλώσσα μας είναι σαν το αιχμηρό σπαθί τό­τε μπορούμε να την χρησιμοποιήσουμε για να φο­νεύουμε τους ανθρώπους. Και όντως πολλές φορές το κάνουμε και δεν θεωρούμε τους εαυτούς μας δολοφό­νους. Πληγώνουμε την καρδιά του πλησίον με συκο­φαντία και ψέμα, προσβάλλουμε τη δική του ανθρώ­πινη αξιοπρέπεια, ταράζουμε την καρδιά του με κακο­λογία΄ αυτό δεν είναι πνευματικός φόνος;
Ακούμε πως κάποιος από τους γνωστούς ανθρώ­πους μοιχεύει και θυμώνουμε μ’ αυτόν. Δεν είναι δύ­σκολο να θυμώνεις με τους άλλους. Δύσκολο είναι να θυμώνεις με τον εαυτό σου. Έχουμε δικαίωμα να θυ­μώνουμε με τους άλλους ενώ οι ίδιοι δεν έχουμε την καθαρότητα που ζητά από μας ο Χριστός; Πόσοι από μας δεν έχουν κοιτάξει ποτέ γυναίκα ή άνδρα με πό­θο; Λίγοι, πολύ λίγοι.
Ο Κύριος Ιησούς Χριστός κάθε ακάθαρτο βλέμ­μα που ρίχνουμε στη γυναίκα το ονομάζει μοιχεία. Και αν ακόμα δεν την κάναμε με το σώμα, στην καρ­διά μας την είχαμε κάνει.
Ένας μεγάλος ιεράρχης, ο άγιος Τύχων του Ζαντόνσκ, λέει το εξής: «Τις αμαρτίες που βλέπουμε στους άλλους τις έχουμε και εμείς». Αυτό είναι πολύ σωστό. Όλες οι αμαρτίες που βλέπουμε στους άλλους υ­πάρχουν και μέσα μας, ίσως σε βαθμό πιο μικρό, αλλά έχουμε το ίδιο ακάθαρτη καρδιά που η ακαθαρσία της φανερώνεται με τις προσβολές του πλησίον και το μίσος εναντίον του. Τέτοια ακαθαρσία υπάρχει στην καρδιά κάθε ανθρώπου. Γι’ αυτό, τον λόγο τού μεγάλου Ιεράρχη πρέπει να τον θυμόμαστε και να τον έχουμε πάντα στην καρδιά μας.
Όταν βλέπουμε την αμαρτωλότητα των άλλων πρέπει να δούμε την δική μας καρδιά και να αναρωτη­θούμε: «Εγώ είμαι καθαρός από αμαρτία, δεν υπάρχει μέσα μου το ίδιο πάθος που βλέπω στον αδελφό μου;»
Πάντα θυμόμαστε αυτά που μας προκαλούν μεγα­λύτερη εντύπωση. Θυμόμαστε, για παράδειγμα τους σεισμούς. Και όσο πιο συμπονετική είναι η καρδιά μας τόσο περισσότερο χρόνο θυμόμαστε τα δυστυχήματα. Ενώ οι σκληρόκαρδοι άνθρωποι τα ξεχνάνε πο­λύ γρήγορα.
Δεν δουλεύουν έτσι οι σεισμολόγοι. Πάντα έχουν στο νου τους τούς σεισμούς και κάθε μέρα κάνουν τις ανάλογες μετρήσεις. Απ’ αυτούς πρέπει να παίρνουμε το παράδειγμα. Όπως οι σεισμολόγοι πάντα με προ­σοχή παρακολουθούν τις δονήσεις στο εσωτερικό ή την επιφάνεια της γης, το ίδιο πρέπει εμείς να παρα­κολουθούμε ακούραστα τις κινήσεις της δικής μας καρδιάς και να διώχνουμε από μέσα της κάθε ακαθαρ­σία. Να προσέχουμε τις σκέψεις μας, τις επιθυμίες, τα κίνητρα και τις πράξεις. Να τα αναλύουμε με προσο­χή εξετάζοντας μήπως υπάρχει σ’ αυτά που κάνουν οι άλλοι και δεν θα τους κα­τακρίνουμε γι’ αυτά που κάνουν.
Προκαλεί αγανάκτηση η συμπεριφορά του κακού δούλου που ο εύσπλαχνος κύριος μόλις του άφησε μεγάλο χρέος δέκα χιλιάδων ταλάντων και εκείνος μόλις είδε κάποιον που του όφειλε μόνο εκατό δηνά­ρια τον έπιασε και άρχισε να τον σφίγγει. Ο φτωχός τον παρακαλούσε και του έλεγε ίδια λόγια που μόλις πριν λίγο ο άσπλαχνος δούλος έλεγε μπροστά στον κύριο: «Μακροθύμησον επ’ εμοί και αποδώσω σοι» (Μτ. 18, 29). Αλλά εκείνος δεν θέλει να περιμένει και βάζει στην φυλακή τον οφειλέτη του.
Τί πιο άδικο μπορεί να υπάρχει;
Είναι έσχατος βαθμός σκληροκαρδίας και ασπλαχνίας, είναι πλήρης απουσία της ευσπλαχνίας, της θέλησης και της ικανότητας να αφήνει κανείς στον πλησίον τα οφειλήματά του. Είναι η λήθη εκεί­νης της αίτησης που κάθε μέρα απευθύνουμε στον Θεό: «Και άφες ημίν τα οφειλήματα ημών, ως και ημείς αφίεμεν τοις οφειλέταις ημών». Δεν θέλουμε να αφήνουμε στον πλησίον τα οφειλήματά του, περιμέ­νουμε όμως από τον Θεό να μας αφήσει τα δικά μας.
Την πιο σκοτεινή πλευρά της ψυχής του έδειξε αυτός ο άκαρδος άνθρωπος στον πλησίον του. Ποια ήταν η αιτία να φερθεί τόσο σκληρά και να καταπα­τήσει το δίκαιο; Πρώτ’ απ’ όλα ήταν ο εγωισμός του, η φιλαυτία του. Λογάριαζε μόνο τον εαυτό του και δεν σκεφτόταν τους άλλους, μόνο για τον εαυτό του ή­θελε καλό. Όλες οι σκέψεις και επιδιώξεις του ήταν στο να αποκτήσει όσο γίνεται πιο πολλά. Ήταν πολύ μεγάλος εγωιστής. Δεν του αρκούσε ότι πήρε από τον κύριο δέκα χιλιάδες τάλαντα, δεν μπορούσε να ξεχά­σει και εκείνα τα εκατό δηνάρια που του χρωστούσε ο φτωχός.
Ας δούμε όμως τη δική μας καρδιά. Δεν υπάρχει μέσα μας σκληροκαρδία και φιλαργυρία; Πόσοι από μας περιφρονούν τα λεφτά και δεν επιδιώκουν τον πλούτο; Λίγοι, πολύ λίγοι. Φιλαργυρία είναι η αμαρ­τία των περισσότερων ανθρώπων. Αγανακτώντας για την φιλαργυρία του καλού δούλου, πρέπει με ταπείνω­ση να παραδεχτούμε ότι και εμείς ευθυνόμαστε για την ίδια αμαρτία. Στο παράδειγμα του κακού αυτού δούλου βλέπουμε την χειρότερη εκδήλωση του πά­θους του εγωισμού και της φιλαργυρίας. Όμως δεν α­γαπάμε και εμείς τον εαυτό μας πιο πολύ από τον πλη­σίον μας; Τηρούμε την εντολή: «Αγαπήσεις τον πλη­σίον σου ως σεαυτόν» (Μτ. 19, 19);
Αγαπάμε τον εαυτό μας και για τους άλλους λίγο νοιαζόμαστε. Αυτό σημαίνει εγωισμός, είναι το πάθος που σε τέτοια άσχημη μορφή εκδηλώθηκε στην περί­πτωση του κακού δούλου. Ήταν άνθρωπος σκληρόκαρδος και άσπλαχνος. Εμείς όμως μπορούμε να πούμε για τον εαυτό μας ότι τηρούμε την εντολή του Χριστού: «Γίνεσθε ουν οικτίρμονες, καθώς και ο πατήρ υ­μών οικτίρμων εστί;» (Λκ. 6, 36).
Ποιος αγαπάει τον πλησίον του σαν τον εαυτό του; Ποιός τον φροντίζει όπως φροντίζει τον εαυτό του; Μόνο οι άγιοι. Εμείς δεν είμαστε άγιοι γιατί ό­λοι έχουμε τα ίδια πάθη που βλέπουμε στους άλλους, όπως είπε ο άγιος Τύχων του Ζαντόνσκ.
Πολλές φορές δεν δείχνουμε έλεος στους οφειλέτες μας. Αλλά ο απόστολος Ιάκωβος λέει: «Η γαρ κρίσις ανέλεος τω μη ποιήσαντι έλεος» (Ιακ. 2, 13). Να τρο­μάζουμε ακούγοντας αυτά τα λόγια του αποστόλου για­τί θα έχουμε την ίδια μοίρα με τον άσπλαχνο δούλο, τον οποίο οργισμένος ο κύριος παρέδωσε στους βασα­νιστές, ώσπου να ξεπληρώσει όλο το χρέος.
Στο τέλος της παραβολής ο Χριστός είπε: «Ούτω και ο πατήρ μου ο επουράνιος ποιήσει υμίν, εάν μη αφήτε έκαστος τω αδελφώ αυτόν από των καρδιών υ­μών τα παραπτώματα αυτών» (Μτ. 18, 35).
Μία άλλη φορά ο Χριστός είπε: «Εάν γαρ αφήτε τοις ανθρώποις τα παραπτώματα αυτών, αφήσει και υμίν ο πατήρ υμών ο ουράνιος΄ εάν δε μη αφήτε τοις ανθρώποις τα παραπτώματα αυτών, ουδέ ο πατήρ υ­μών αφήσει τα παραπτώματα υμών» (Μτ. 6, 14-15).
Ο Κύριός μας είπε να προσευχόμαστε με την προ­σευχή που έδωσε στους μαθητές του, η οποία λέει: «Και άφες ημίν τα οφειλήματα ημών, ως και ημείς αφίεμεν τοις οφειλέταις ημών». Αυτά τα λόγια επανα­λαμβάνουμε κάθε μέρα.
Βλέπετε ότι η απαίτηση είναι μεγάλη. Δεν μπο­ρούμε όταν, βλέπουμε τις κακίες που κάνουν οι άλλοι, μόνο να αγανακτούμε΄ πρέπει να θυμόμαστε τον λόγο: «πρόσεχε σεαυτόν».
Να προσέχεις πάντα την καρδιά σου, την κάθε κί­νησή της, ακόμα και τις πιο ασήμαντες εκδηλώσεις των παθών μέσα της. Ας θυμόμαστε πάντα τον λόγο του αποστόλου Παύλου στην επιστολή προς Εφεσίους: «Γίνεσθαι δε εις αλλήλους χρηστοί, εύσπλαγχνοι, χαριζόμενοι εαυτοίς καθώς και ο Θεός εν Χρι­στώ εχαρίσατο υμίν» (Εφ. 4, 32). Πρέπει να συγχω­ρούμε τους άλλους έτσι όπως το είπε ο Χριστός στο τέλος της παραβολής΄ με όλη την καρδιά.
Ας μάθουμε να κάνουμε αυτό που ζητάει από μας ο Χριστός΄ να είμαστε σπλαχνικοί, όπως είναι εύσπλαχνος ο επουράνιος Πατέρας μας και με όλη την καρδιά να συγχωρούμε στον πλησίον τα παραπτώμα­τά του. Τότε και εμάς θα μας συγχωρήσει ο επουρά­νιος Πατέρας μας. Αμήν.

(Από το βιβλίο «Αγ. Λουκά επισκόπου Κριμαίας – Λόγοι και ομιλίες» Τόμος Γ’, Εκδ. «Ορθόδοξος Κυψέλη»)

Κυριακή 27 Φεβρουαρίου 2022

ΚΥΡΙΑΚΗ ΤΩΝ ΑΠΟΚΡΕΩ- Η ΠΑΡΑΒΟΛΗ ΤΗΣ ΤΕΛΙΚΗΣ ΚΡΙΣΗΣ

 
ΚΥΡΙΑΚΗ ΤΩΝ ΑΠΟΚΡΕΩ
Η ΠΑΡΑΒΟΛΗ ΤΗΣ ΤΕΛΙΚΗΣ ΚΡΙΣΗΣ
 
31 «Όταν θα έρθει ο φιλάνθρωπος Κριτής με όλη του τη μεγαλοπρέπεια, και θα τον συνοδεύουν όλοι οι άγιοι άγγελοι, θα καθίσει στον... θρόνο του. 32 Τότε θα συγκεντρωθούν μπροστά του όλα τα έθνη, και θα τους ξεχωρίσει όπως ξεχωρίζει ο βοσκός τα πρόβατα από τα κατσίκια. 33 Τα πρόβατα θα τα τοποθετήσει στα δεξιά του και τα κατσίκια στα αριστερά του. 34 Θα πει τότε... σε αυτούς που βρίσκονται δεξιά του: «Ελάτε, οι ευλογημένοι από τον Πατέρα μου, κληρονομήστε τη Βασιλεία που σας έχει ετοιμαστεί απ' την αρχή του κόσμου. 35 Γιατί πείνασα και μου δώσατε να φάω, δίψασα και μου δώσατε να πιω, ήμουν ξένος και με περιμαζέψατε, 36 γυμνός και με ντύσατε, άρρωστος και μ' επισκεφτήκατε, φυλακισμένος κι ήρθατε να με δείτε». 37 Τότε θα του απαντήσουν οι άνθρωποι του Θεού: «Κύριε, πότε σε είδαμε να πεινάς και σε θρέψαμε ή να διψάς και σου δώσαμε να πιεις; 38 Πότε σε είδαμε ξένον και σε περιμαζέψαμε ή γυμνόν και σε ντύσαμε; 39 Πότε σε είδαμε άρρωστον ή φυλακισμένον κι ήρθαμε να σε δούμε;» 40 Και... θα τους απαντήσει: «Σας βεβαιώνω πως αφού τα κάνατε αυτά για έναν από αυτούς τους ασήμαντους αδερφούς μου, τα κάνατε για μένα». 41 Ύστερα θα πει και σε αυτούς που βρίσκονται αριστερά του: «Φύγετε από μπροστά μου.... πηγαίνετε στην αιώνια φωτιά που έχει ετοιμαστεί για τον διάβολο και τους δικούς του. 42 Γιατί πείνασα και δεν μου δώσατε να φάω, δίψασα και δεν μου δώσατε να πιω· 43 ήμουν ξένος και δεν με περιμαζέψατε, γυμνός και δεν με ντύσατε, άρρωστος και φυλακισμένος και δεν ήρθατε να με δείτε». 44 Τότε θα του απαντήσουν και αυτοί: «Κύριε, πότε σε είδαμε πεινασμένον ή διψασμένον ή ξένον ή γυμνόν ή άρρωστον ή φυλακισμένον και δεν σε υπηρετήσαμε» 45 Και θα τους απαντήσει: «Σας βεβαιώνω πως αφού δεν τα κάνατε αυτά για έναν από αυτούς τους ασήμαντους αδερφούς μου, δεν τα κάνατε ούτε για μένα». 46 Κι αυτοί θα πάνε στην αιώνια τιμωρία, ενώ οι δίκαιοι στην αιώνια ζωή». (Ματθαίος 25,31-46) 
 
Η τρίτη Κυριακή του Τριωδίου είναι αφιερωμένη στο πιο φοβερό γεγονός της ανθρώπινης ιστορίας, στη μέλλουσα Κρίση. Η ενθύμηση της φοβερής μελλούσης Κρίσεως στην αρχή του Τριωδίου είναι απαραίτητη, διότι απώτερος σκοπός του όλου πνευματικού αγώνα μας είναι να βρεθούμε εκ δεξιών του Δεσπότη Χριστού, κατά τη μεγάλη Kρίση. Αυτό είναι αποτυπωμένο κάλλιστα στην υπέροχη υμνωδία της ημέρας. Οι άγιοι υμνογράφοι συνέθεσαν διδακτικότατα τροπάρια, τα οποία προτρέπουν τους πιστούς να συναισθανθούν την επερχόμενη βεβαία και φοβερή Κρίση.
Σε ένα από αυτά ψάλλουμε: «Την φοβεράν της κτίσεως, και αρρήτου σου δόξης, ημέραν ενθυμούμενος, φρίττω, Κύριε, όλως και τρέμων φόβω κραυγάζω΄ Επί γης όταν έλθης, κρίναι, Χριστέ, τα σύμπαντα, ο Θεός μετά δόξης, τότε οικτρόν, από πάσης ρύσαί με τιμωρίας, εκ δεξιών σου, Δέσποτα, αξιώσας με στήναι».
 
https://www.saint.gr

Κυριακή 20 Φεβρουαρίου 2022

Η ΚΥΡΙΑΚΗ ΤΟΥ ΑΣΩΤΟΥ



Η Κυριακή του Ασώτου
 
Η δεύτερη Κυριακή του Τριωδίου είναι αφιερωμένη στην πολύ διδακτική παραβολή του ασώτου υιού (Λουκ.15,13-32). Η παραβολή ομιλεί για ένα πλούσιο νέο ο όποιος άσωτα κατασπατάλησε την περιουσία του σε χώρα μακρινή και στο τέλος κατάντησε να βόσκει χοίρους. Τότε μετανόησε και επέστρεψε στον πατέρα του, που τον δέχθηκε με άπειρη αγάπη και στοργή.
Ο ευαγγελιστής Λουκάς μας διέσωσε την παραβολή αυτή ως εξής: «Εἶπε δέ· ἄνθρωπός τις εἶχε δύο υἱούς. Καὶ εἶπεν ὁ νεώτερος αὐτῶν τῷ πατρί· πάτερ, δός μοι τὸ ἐπιβάλλον μέρος τῆς οὐσίας. καὶ διεῖλεν αὐτοῖς τὸν βίον. Καὶ μετ᾿ οὐ πολλὰς ἡμέρας συναγαγὼν ἅπαντα ὁ νεώτερος υἱὸς ἀπεδήμησεν εἰς χώραν μακράν, καὶ ἐκεῖ διεσκόρπισε τὴν οὐσίαν αὐτοῦ ζῶν ἀσώτως. Δαπανήσαντος δὲ αὐτοῦ πάντα ἐγένετο λιμὸς ἰσχυρὸς κατὰ τὴν χώραν ἐκείνην, καὶ αὐτὸς ἤρξατο ὑστερεῖσθαι. Καὶ πορευθεὶς ἐκολλήθη ἑνὶ τῶν πολιτῶν τῆς χώρας ἐκείνης, καὶ ἔπεμψεν αὐτὸν εἰς τοὺς ἀγροὺς αὐτοῦ βόσκειν χοίρους. Καὶ ἐπεθύμει γεμίσαι τὴν κοιλίαν αὐτοῦ ἀπὸ τῶν κερατίων ὧν ἤσθιον οἱ χοῖροι, καὶ οὐδεὶς ἐδίδου αὐτῷ. Εἰς ἑαυτὸν δὲ ἐλθὼν εἶπε· πόσοι μίσθιοι τοῦ πατρός μου περισσεύουσιν ἄρτων, ἐγὼ δὲ λιμῷ ἀπόλλυμαι! ἀναστὰς πορεύσομαι πρὸς τὸν πατέρα μου καὶ ἐρῶ αὐτῷ· πάτερ, ἥμαρτον εἰς τὸν οὐρανὸν καὶ ἐνώπιόν σου. Οὐκέτι εἰμὶ ἄξιος κληθῆναι υἱός σου· ποίησόν με ὡς ἕνα τῶν μισθίων σου. Καὶ ἀναστὰς ἦλθε πρὸς τὸν πατέρα αὐτοῦ. ἔτι δὲ αὐτοῦ μακρὰν ἀπέχοντος εἶδεν αὐτὸν ὁ πατὴρ αὐτοῦ καὶ ἐσπλαγχνίσθη, καὶ δραμὼν ἐπέπεσεν ἐπὶ τὸν τράχηλον αὐτοῦ καὶ κατεφίλησεν αὐτόν. Εἶπε δὲ αὐτῷ ὁ υἱός· πάτερ, ἥμαρτον εἰς τὸν οὐρανὸν καὶ ἐνώπιόν σου, καὶ οὐκέτι εἰμὶ ἄξιος κληθῆναι υἱός σου. Εἶπε δὲ ὁ πατὴρ πρὸς τοὺς δούλους αὐτοῦ· ἐξενέγκατε τὴν στολὴν τὴν πρώτην καὶ ἐνδύσατε αὐτόν, καὶ δότε δακτύλιον εἰς τὴν χεῖρα αὐτοῦ καὶ ὑποδήματα εἰς τοὺς πόδας, καὶ ἐνέγκαντες τὸν μόσχον τὸν σιτευτὸν θύσατε, καὶ φαγόντες εὐφρανθῶμεν, ὅτι οὗτος ὁ υἱός μου νεκρὸς ἦν καὶ ἀνέζησε, καὶ ἀπολωλὼς ἦν καὶ εὑρέθη. καὶ ἤρξαντο εὐφραίνεσθαι. ῏Ην δὲ ὁ υἱὸς αὐτοῦ ὁ πρεσβύτερος ἐν ἀγρῷ· καὶ ὡς ἐρχόμενος ἤγγισε τῇ οἰκίᾳ ἤκουσε συμφωνίας καὶ χορῶν, καὶ προσκαλεσάμενος ἕνα τῶν παίδων ἐπυνθάνετο τί εἴη ταῦτα. ὁ δὲ εἶπεν αὐτῷ ὅτι ὁ ἀδελφός σου ἥκει καὶ ἔθυσεν ὁ πατήρ σου τὸν μόσχον τὸν σιτευτόν, ὅτι ὑγιαίνοντα αὐτὸν ἀπέλαβεν. ὠργίσθη δὲ καὶ οὐκ ἤθελεν εἰσελθεῖν. ὁ οὖν πατὴρ αὐτοῦ ἐξελθὼν παρεκάλει αὐτόν. ὁ δὲ ἀποκριθεὶς εἶπε τῷ πατρί· ἰδοὺ τοσαῦτα ἔτη δουλεύω σοι καὶ οὐδέποτε ἐντολήν σου παρῆλθον, καὶ ἐμοὶ οὐδέποτε ἔδωκας ἔριφον ἵνα μετὰ τῶν φίλων μου εὐφρανθῶ· ὅτε δὲ ὁ υἱός σου οὗτος, ὁ καταφαγών σου τὸν βίον μετὰ πορνῶν, ἦλθεν, ἔθυσας αὐτῷ τὸν μόσχον τὸν σιτευτόν. ὁ δὲ εἶπεν αὐτῷ· τέκνον, σὺ πάντοτε μετ᾿ ἐμοῦ εἶ, καὶ πάντα τὰ ἐμὰ σά ἐστιν· εὐφρανθῆναι δὲ καὶ χαρῆναι ἔδει, ὅτι ὁ ἀδελφός σου οὗτος νεκρὸς ἦν καὶ ἀνέζησε, καὶ ἀπολωλὼς ἦν καὶ εὑρέθη». (Λουκ. 15, 11 - 32)
Απόδοση: «Υπήρχε κάποιος πατέρας που είχε δυο γιους. Ο δεύτερος, κάποια στιγμή, ζήτησε το μερίδιο της κληρονομιάς του και έφυγε σε μακρινές χώρες, όπου σπατάλησε την περιουσία του σε ασωτίες. Τα χρήματα κάποτε τελείωσαν και στην περιοχή έπεσε μέγας λιμός. Αναγκάστηκε να γίνει χοιροβοσκός και να προσπαθεί να χορτάσει από τις βρωμερές και ευτελείς τροφές των χοίρων. Μέσα στη δίνη του θυμήθηκε την αρχοντική ζωή στο πατρικό σπίτι. Θυμήθηκε πως ακόμα και οι δούλοι του πατέρα του ζούσαν ασύγκριτα καλλίτερη ζωή από τη δική του. Τότε πήρε τη μεγάλη απόφαση να γυρίσει στο σπίτι του και να ζητήσει από τον πατέρα του να τον συγχωρήσει και να τον προσλάβει ως δούλο του. Όμως ο στοργικός πατέρας του τον δέχτηκε ως γιο του και τον περιποιήθηκε δεόντως, παρά τις διαμαρτυρίες του μεγάλου γιου του, διότι «νεκρός ην και ανέζησε, και απολωλώς ήν και ευρέθη».
Η παραβολή είναι ανεξάντλητη σε νοήματα, αφού, όπως λέγεται, ολόκληρο το έργο της Θείας Οικονομίας ευρίσκεται μέσα σ' αυτή. Το βαθύτερο νόημα της παραβολής είναι τετραπλό:
α. Η απελπιστική κατάσταση στην οποία φθάνει ο αμαρτωλός.
β. Η ανάγκη μετανοίας και τα σωτήρια αποτελέσματα της.
γ. Το μέγεθος της θείας Ευσπλαχνίας στην οποία μπορούν να στηρίζονται και οι πλέον αμαρτωλοί, ώστε να μη φθάνουν ποτέ στην απελπισία. Κανένα αμάρτημα, όσο μεγάλο κι αν θεωρείται, δεν μπορεί να υπερνικήσει τη φιλάνθρωπη γνώμη του Θεού και
δ. Η αποφυγή του αισθήματος της αυτάρκειας του δικαιωμένου, όπως θεωρούσε τον εαυτό του ο πρεσβύτερος υιός.
Εάν λοιπόν συναισθανθούμε την πραγματική πνευματική μας κατάσταση και με ειλικρίνεια ομολογήσουμε τα λάθη μας και την κατασπατάληση των ταλάντων πού μας χάρισε ο Θεός, θα καταλάβουμε ότι αυτή την Κυριακή όλοι μας εορτάζουμε και όλοι, κατά κάποιο τρόπο, είμαστε άσωτοι υιοί, απομακρυνθέντες από τον «Οίκον του Ουρανίου Πατρός μας».
 
https://www.saint.gr

Κυριακή 13 Φεβρουαρίου 2022

ΓΕΩΡΓΙΟΣ ΠΑΤΡΩΝΟΣ: ΚΗΡΥΓΜΑ ΣΤΗΝ ΚΥΡΙΑΚΗ ΤΟΥ ΤΕΛΩΝΗ ΚΑΙ ΤΟΥ ΦΑΡΙΣΑΙΟΥ!

 Γεώργιος Πατρώνος:
"Κήρυγμα στην Κυριακή του Τελώνη και του Φαρισαίου"
 
Εισαγωγικά
Με την επιλογή της ευαγγελικής περικοπής του Τελώνου και του Φαρισαίου θέλει η Εκκλησία μας να μας εισαγάγει στο πνεύμα της περιόδου του Τριωδίου. Και όπως γνωρίζουμε πρόκειται για μια περίοδο ιδιαίτερης πνευματικής προετοιμασίας, μετανοίας, άσκησης και νηστείας, εν όψει των συγκλονιστικών γεγονότων της Μεγάλης Εβδομάδας και του Πάσχα που ακολουθούν.
 
Η Εκκλησία δεν επιλέγει τυχαία τα σχετικά αναγνώσματα από τα ιερά κείμενα της Καινής Διαθήκης. Τα εντάσσει σε μια εσωτερική λογική, οργανικής σύνδεσης μεταξύ τους, αλλά και λειτουργικής σχέσης με τα ευαγγελικά γεγονότα, καθώς και με τους ποιμαντικούς σκοπούς τους οποίους έχει θέσει, για μια μεγαλύτερη αποτελεσματικότητα στην πνευματική καθοδήγηση των πιστών. Έτσι αποφεύγει τους εξωτερικούς εντυπωσιασμούς και προχωρεί σε μια ουσιαστικότερη ποίμανση του λαού του Θεού.
 
Κατά τη θρησκευτική σημασιολογία, ο Τελώνης και ο Φαρισαίος εκπροσωπούν δύο διαφορετικούς κόσμους. Προβάλλονται, επομένως, ως τύποι ζωής προς αποδοχή ή απόρριψη. Ο Τελώνης εκ προοιμίου θεωρείται αμαρτωλός και γι' αυτό είναι κατακριτέος από τους θρησκευτικούς ανθρώπους, ενώ ο Φαρισαίος ακραιφνής και καθαρόαιμος θρησκευτικός τύπος, που καλούνται οι πάντες να τον σέβονται και να τον μιμούνται για τις αρετές του και την αγαθοεργία του. Όμως στην αγιογραφική και βιβλική αντίληψη και ερμηνεία ανατρέπεται αυτή η λογική και τα πρόσωπα της ευαγγελικής διήγησης, του Τελώνου και του Φαρισαίου, παίρνουν άλλες διαστάσεις. Μάλλον ο Τελώνης δικαιώνεται και καταξιώνεται, ενώ ο Φαρισαίος προβάλλεται ως θρησκευτικός τύπος προς αποφυγήν.
 
1. Ο Φαρισαίος τύπος θρησκευτικής ανεντιμότητας
 
Ο Φαρισαίος λόγω παράδοσης και θρησκευτικής αγωγής εθεωρείτο άνθρωπος της προσευχής, της νηστείας και της φιλανθρωπίας. Θα περιμέναμε, όμως, αυτά τα θετικά στοιχεία να μην οδηγούν μόνο σε μια κοινωνική και θρησκευτική καταξίωση, αλλά και σε μια αποδοχή και δικαίωση ενώπιον του Θεού.

Χωρίς αμφιβολία οι Φαρισαίοι της εποχής εκείνης είχαν κατορθώσει μαζί με τους Γραμματείς να αποτελέσουν μια ισχυρή ομάδα που ασκούσαν έντονη κοινωνική επιρροή. Επηρέαζαν και έλεγχαν τους θρησκευτικούς ανθρώπους και είχαν μεγάλη εξουσία, εξαιτίας του πλούτου και της δύναμης που διέθεταν. Ήταν παραδοσιακοί και συντηρητικοί άνθρωποι με ακραίες τοποθετήσεις, και διακατέχονταν από έναν έντονο, φαρισαϊσμό, που σημαίνει νοοτροπία υποκριτική και τυπολατρική. Δεν αποδέχονταν καμιά αλλαγή και καμιά ανανέωση. Όλα ήθελαν να βρίσκονται υπό τον έλεγχό τους και προέτρεπαν στην αυστηρή εφαρμογή του Μωσαϊκού νόμου και των λατρευτικών διατάξεων.

Ο Φαρισαίος εκμεταλλεύεται την εκτίμηση των άλλων και εμπορεύεται τη θρησκευτική του θέση. Ψεύδεται ασύστολα προς τους συνανθρώπους του και εμπαίζει το Θεό με τη θρησκευτική υποκριτικότητά του.

Ο Θεός, όμως, έχει άλλα κριτήρια. Δεν πλανάται από τις εξωτερικές συμπεριφορές και από τις θρησκευτικές αυτοεπιβεβαιώσεις. Τα κριτήρια του Θεού είναι διαφορετικά από τα δικά μας κριτήρια και αναφέρονται στα ουσιώδη της πνευματικής ζωής και ιδιαίτερα στην ταπεινόφρονα συνειδησιακή αυτοεκτίμησή μας.

Ξέρουμε, ότι η εγωκεντρική θρησκευτικότητα αλλοτριώνει, τελικά, τον άνθρωπο και τον κάνει υποκριτικό, υπερφίαλο και αντικοινωνικό. Ενώ, το ταπεινό φρόνημα φέρνει τον έναν άνθρωπο κοντά στον άλλο και τον συμφιλιώνει με τον Θεό. Ο θρησκευτικός άνθρωπος, αν δεν γίνεται κάθε μέρα κοινωνικότερος, γλυκύτερος και ελκυστικότερος, τότε δεν τον αποστρέφεται μόνο η κοινωνία αλλά και ο ίδιος ο Θεός.

Χωρίς αμφιβολία οι Φαρισαίοι της εποχής εκείνης είχαν κατορθώσει μαζί με τους Γραμματείς να αποτελέσουν μια ισχυρή ομάδα που ασκούσαν έντονη κοινωνική επιρροή. Επηρέαζαν και έλεγχαν τους θρησκευτικούς ανθρώπους και είχαν μεγάλη εξουσία, εξαιτίας του πλούτου και της δύναμης που διέθεταν. Ήταν παραδοσιακοί και συντηρητικοί άνθρωποι με ακραίες τοποθετήσεις, και διακατέχονταν από έναν έντονο, φαρισαϊσμό, που σημαίνει νοοτροπία υποκριτική και τυπολατρική. Δεν αποδέχονταν καμιά αλλαγή και καμιά ανανέωση. Όλα ήθελαν να βρίσκονται υπό τον έλεγχό τους και προέτρεπαν στην αυστηρή εφαρμογή του Μωσαϊκού νόμου και των λατρευτικών διατάξεων.
Ο Φαρισαίος εκμεταλλεύεται την εκτίμηση των άλλων και εμπορεύεται τη θρησκευτική του θέση. Ψεύδεται ασύστολα προς τους συνανθρώπους του και εμπαίζει το Θεό με τη θρησκευτική υποκριτικότητά του.
Ο Θεός, όμως, έχει άλλα κριτήρια. Δεν πλανάται από τις εξωτερικές συμπεριφορές και από τις θρησκευτικές αυτοεπιβεβαιώσεις. Τα κριτήρια του Θεού είναι διαφορετικά από τα δικά μας κριτήρια και αναφέρονται στα ουσιώδη της πνευματικής ζωής και ιδιαίτερα στην ταπεινόφρονα συνειδησιακή αυτοεκτίμησή μας.
Ξέρουμε, ότι η εγωκεντρική θρησκευτικότητα αλλοτριώνει, τελικά, τον άνθρωπο και τον κάνει υποκριτικό, υπερφίαλο και αντικοινωνικό. Ενώ, το ταπεινό φρόνημα φέρνει τον έναν άνθρωπο κοντά στον άλλο και τον συμφιλιώνει με τον Θεό. Ο θρησκευτικός άνθρωπος, αν δεν γίνεται κάθε μέρα κοινωνικότερος, γλυκύτερος και ελκυστικότερος, τότε δεν τον αποστρέφεται μόνο η κοινωνία αλλά και ο ίδιος ο Θεός.

2. Ο Τελώνης τύπος ταπεινόφρονα ανθρώπου
 
Ενώ όλα αυτά συμβαίνουν με τον Φαρισαίο, ο Τελώνης της ευαγγελικής περικοπής προβάλλει τον ταπεινόφρονα άνθρωπο, αν και δεν έχει κάποια εμφανή θρησκευτική παιδεία. Στον ιερό χώρο του Ναού, όπου εισέρχονται και οι δύο, έχουμε δύο διαφορετικές πνευματικές συμπεριφορές. Ο Φαρισαίος, κατά την παραβολή, «σταθείς προς εαυτόν» αρχίζει να προσεύχεται. Η προσευχή του είναι μια αυτοεπιβεβαίωση. Κατέχεται από το αίσθημα της αυτοϊκανοποίησης, διότι δεν είναι «ώσπερ οι λοιποί των ανθρώπων», δηλαδή «άρπαγες, άδικοι, μοιχοί». Ο ίδιος έχει τη συνείδηση ότι είναι μοναδικός, αφού, όπως λέει, «νηστεύει δις του Σαββάτου», αποδίδει στους φτωχούς το ένα δέκατο των κερδών του, και προπαντός δεν είναι «ως ούτος ο τελώνης».
Από την άλλη πλευρά, σε μια σκοτεινή και αθέατη γωνιά του Ναού, ο τελώνης, μη τολμώντας ακόμη να σηκώσει τα μάτια του προς τον ουρανό, ελεεινολογεί ταπεινόφρονα τον εαυτό του και ζητεί το έλεος του Θεού, λέγοντας, «ιλάσθητί μοι τω αμαρτωλώ». Αυτή η μυστική κραυγή του τελώνη, που αναδεικνύεται τύπος ενός βαθύτατα σεμνού και πνευματικού άνθρωπου, καθιερώθηκε, όπως γνωρίζουμε, ως η μυστική ευχή των ανθρώπων της άσκησης και της προσευχής.
Και η παραβολή καταλήγει στο συγκλονιστικό συμπέρασμα, ότι ο μεν τελώνης «κατέβη δεδικαιωμένος εις τον οίκον του», ο δε Φαρισαίος καταδικάζεται στη συνείδηση όλων των ανθρώπων τους οποίους περιφρόνησε στη ζωή και προπαντός απορρίπτεται ο φαρισαϊσμός του από τον ίδιο τον Θεό. Το τελικό συμπέρασμα της όλης ευαγγελικής περικοπής είναι, «ότι πας ο υψών εαυτόν ταπεινωθήσεται, ο δε ταπεινών εαυτόν υψωθήσεται».
Ο Τελώνης είχε πλήρη συναίσθηση της αθλιότητάς του και της αμαρτωλότητάς του. Όταν απευθύνεται στον Θεό δεν παίζει με τις λέξεις και προπαντός δεν εμπαίζει τα ιερά και τα όσια. Η βαθύτατη υπαρξιακή και συγκλονιστική κραυγή του είναι ικανή να εκπορθήσει τις πύλες του ελέους του Θεού, γιατί είναι έκφραση μιας υγιούς αυτογνωσίας και αυτοσυνειδησίας. Η πνευματική ζωή επιβάλλει τιμιότητα και εντιμότητα. Ο θρησκευτικός εμπαιγμός και φαρισαϊσμός ιδιαίτερα καταδικάζεται εδώ.
Η παραβολή του Τελώνη και του Φαρισαίου ανατρέπει τη λογική των συσχετισμών και των εξωτερικών εντυπώσεων. Δεν δικαιώνεται ενώπιον του Θεού ο Φαρισαίος αλλά ο Τελώνης, έστω και αν η εκτίμηση των ανθρώπων είναι διαφορετική. Το συμπέρασμα της παραβολής αποτελεί, πράγματι, ένα θρησκευτικό σκάνδαλο. Το κριτήριο του Θεού δεν λειτουργεί βάσει της θρησκευτικής λογικής και αυτό πρέπει να το έχουν υπόψη τους ιδιαίτερα οι ζηλωτές θρησκευτικοί τύποι. Γιατί, ενώ στη θρησκευτική λογική τους οι ίδιοι αυτοδικαιώνονται, τελικά μπορεί να βρεθούν εκτός νυμφώνος και εκείνοι οι οποίοι μέμφονται τους εαυτούς τους να δικαιωθούν.

3. Η εγωκεντρική θρησκευτικότητα και η κοσμική κοινωνικότητα
 
Η εγωκεντρική θρησκευτικότητα αλλοτριώνει τον άνθρωπο και απαξιώνει τις δήθεν αρετές του. Υπάρχει κίνδυνος αυτός που αισθάνεται καθαρός να γίνει υπερφίαλος, ψεύτικος και αντικοινωνικός. Μόνο το ταπεινό φρόνημα συμφιλιώνει τον άνθρωπο με τους συνανθρώπους του και με τον ίδιο τον Θεό. Η ταπεινοφροσύνη γίνεται ελκτική και κοινωνικά λειτουργική. Είναι αρετή ενοποιητική και εκκλησιαστικά καταξιωμένη. Θεωρείται η ύψιστη αρετή ιδιαίτερα μέσα στους κανόνες της μοναχικής πολιτείας.
Ασφαλώς προκαλεί θλίψη η απόρριψη του Φαρισαίου και η δικαίωση του Τελώνη. Η απόρριψη του θρησκευτικού ανθρώπου και η αποδοχή του κοσμικού. Και είναι μεγάλο κρίμα, ένας άνθρωπος της προσευχής και της νηστείας, της εφαρμογής των θρησκευτικών κανόνων και εντολών, της ηθικότητας και της φιλανθρωπίας, των καλών έργων και των θετικών εντυπώσεων, να μη δικαιώνεται από τον Θεό. Και τούτο, γιατί στην κάθε του εκδήλωση προβάλλει το εγώ του. Ενώ ο Τελώνης, στην έσχατη αχρείωση και ταπεινότητά του, αισθάνεται την μηδαμινότητά του και εκζητάει απεγνωσμένα το έλεος του Θεού.
Η αναπάντεχη αυτή εκτίμηση και κατάληξη της παραβολής δεν οφείλεται, πάντως, σε κάποια παραδοξότητα του Θεού. Οφείλεται μόνο στην εωσφορική αυτοεπιβεβαίωση και στην εγωιστική απόρριψη των άλλων. Την αρετή την βλέπουν μόνο σε αναφορά με τον εαυτό τους και τους άλλους τους θεωρούν ανάξιους και αμαρτωλούς. Ακόμη, η απολυτοποίηση της προσωπικής μας αρετής αμφισβητεί το δικαίωμα στον Θεό να έχει διαφορετική εκτίμηση και να εκχωρεί το έλεός του και τη συγχωρητικότητα και προς τους αμαρτωλούς.
Αλλά και η δικαίωση στο πρόσωπο του κοσμικού και ταπεινού Τελώνη όλων ημών των αμαρτωλών και αναξίων είναι μια ύψιστη ελπίδα για όλη την ανθρωπότητα. Κανένας δεν αποκλείεται από το δείπνο της βασιλείας του Θεού. Η οδός της σωτηρίας είναι εύθετος και για τους ταπεινούς της ζωής. Το μήνυμα είναι συγκλονιστικό και ελπιδοφόρο, «πας ο υψών εαυτόν ταπεινωθήσεται, ο δε ταπεινών εαυτόν υψωθήσεται».

Επίλογος

Το σημερινό αποστολικό Ανάγνωσμα προς την ίδια κατεύθυνση καλεί όλους μας. Μας καλεί η πίστη να επιβεβαιώνεται καθημερινά στη βίωση της μακροθυμίας, της αγάπης και της υπομονής, ιδιαίτερα προς τους μικρούς και αδυνάτους. Θα ήταν ερμηνευτικό λάθος να εκλάβουμε την παραβολή ως εναντίωση προς τη θρησκευτικότητα και καταξίωση της κοσμικότητας. Ούτε και ο Κύριος κατηγορεί τον Φαρισαίο για τις αρετές του, ή επαινεί τον Τελώνη για την αναξιότητά του.
Το ενδιαφέρον επικεντρώνεται κυρίως στο φαρισαϊκό υπεροπτικό πνεύμα και στην ταπεινότητα του Τελώνη. Ο Φαρισαίος κατακρίνεται γιατί στηρίζει την ιστορική καταξίωση και την εσχατολογική δικαίωσή του στην προσωπική αξία και στην θρησκευτική ιδιαιτερότητα και όχι στην κρίση και το έλεος του Θεού. Και ο Τελώνης δεν επαινείται για την αμαρτωλότητά του, αλλά κυρίως για την αυτογνωσία του και την αίσθηση της αναξιότητάς του. Επαφίεται στο έλεος του Θεού και εξαρτά τη σωτηρία του αποκλειστικά και μόνο από τη χάρη και την αγάπη του Κυρίου. Αυτή η αναφορά του εαυτού μας και της ζωής μας στον Θεό σώζει την κατάσταση.
Όταν κανείς εξουθενώνει και ταπεινώνει τους άλλους με τη στάση του και τη συμπεριφορά του, όταν διακατέχεται από αρνητικά αισθήματα προς τον πλησίον, τότε και ο Θεός τον αρνείται και τον απορρίπτει. Όποιος, όμως, έχει ταπεινόφρονα αισθήματα, μέμφεται τον εαυτό του για τις ελείψεις του και επαινεί τις προσπάθειες των άλλων για το καλό και το αγαθό, τότε και ο Θεός θα προσβλέψει επάνω του με συμπάθεια και κατανόηση για την ανθρώπινη αδυναμία. Ο δρόμος του Θεού είναι τόσο απλός και φυσικός. Η αγιότητα γίνεται μια απλή υπόθεση μέσα στην Εκκλησία, βιώνεται στην αγάπη και την αποδοχή του άλλου, την μείζονα αυτή αρετή
-------------------------------------------------------
πηγή: Γ. Π. Πατρώνου, ομοτιμ. Καθηγητού Παν/μίου Αθηνών, «Κήρυγμα και Θεολογία», τ. Β΄, εκδ. Αποστολική Διακονία