ΑΝ ΒΙΑΖΕΣΑΙ ΝΑ ΔΕΙΣ ΤΟΝ ΚΟΣΜΟ ΝΑ ΓΙΝΕΤΑΙ ΚΑΛΥΤΕΡΟΣ, ΑΡΧΙΣΕ ΑΠΟ ΤΟΝ ΕΑΥΤΟ ΣΟΥ. ΕΙΝΑΙ Ο ΣΥΝΤΟΜΟΤΕΡΟΣ ΔΡΟΜΟΣ.

Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα ΘΕΟΛΟΓΙΚΑ ΚΕΙΜΕΝΑ. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα ΘΕΟΛΟΓΙΚΑ ΚΕΙΜΕΝΑ. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Κυριακή 27 Απριλίου 2025

ΑΡΧΙΜ. ΔΩΡΟΘΕΟΣ ΤΖΕΒΕΛΕΚΑΣ: Ο ΚΥΡΙΟΣ ΜΟΥ ΚΑΙ Ο ΘΕΟΣ ΜΟΥ - ΚΥΡΙΑΚΗ ΤΟΥ ΘΩΜΑ!

 «Ο Κύριός μου και ο Θεός μου» – Κυριακή του Θωμά
Αρχιμανδρίτης Δωρόθεος Τζεβελέκας

Μετά την Ανάστασή του ο Χριστός και μέχρι την Ανάληψή του εμφανίστηκε αρκετές φορές σε πολλούς. Ο σκοπός ήταν να πιστοποιηθεί το γεγονός της Ανάστασης. Όπως γίνεται στην σημερινή ευαγγελική διήγηση άφησε να τον αγγίξουν, άλλοτε έφαγε μαζί τους και σε μία περίπτωση είχε «ανθρακιάν κειμένην και οψάριον», είχε δηλαδή ετοιμάσει ο ίδιος και τους είπε «δεύτε αριστήσατε», ελάτε να φάμε.

Ο Χριστός φρόντισε να βεβαιωθούν οι μαθητές ότι μετά την Ανάσταση έφερε το αναστημένο σώμα του και δεν ήταν πνεύμα η φάντασμα. Αυτό είναι πολύ σημαντικό για την σωτηρία μας. Ο Χριστός, λοιπόν, προσέλαβε την φύση μας μία φορά και για πάντα και γι αυτό την θέωσε. Εφόσον ο Χριστός αναστήθηκε, όλοι εμείς οι χοϊκοί θα αναστηθούμε. Όχι μόνο αυτό. Εφόσον «εκάθησε εκ δεξιών του Πατρός» φέροντας το ανθρώπινο σώμα, όλοι εμείς που φέρουμε σώμα και είμαστε ενωμένοι μαζί του έχουμε πρόσκληση να καθίσουμε στον ίδιο θρόνο, να είμαστε σύνθρονοι και συγκάθεδροι του Θεού. Βεβαίως τα παραπάνω είναι σχηματικά, αποδίδουν όμως την αλήθεια: η ανθρώπινη φύση προσλήφθηκε και θεώθηκε από το δεύτερο πρόσωπο της Αγίας Τριάδας, τον Υιό και Λόγο του Θεού. Η ανθρώπινη φύση δεν γίνεται, ασφαλώς, θεία, αλλά η θεότητα γίνεται «ψιλός άνθρωπος». Υπάρχει κατά χάρη μέθεξη. Με την Ανάσταση του Χριστού «ο θάνατος τεθανάτωται». Έπαυσαν οι συνέπειες του προπατορικού αμαρτήματος, η φθορά και ο θάνατος, να ισχύουν. Πλέον απομένουν τα έσχατα για να παγιωθούν η ανάσταση των νεκρών και η αιώνιος ζωή. «Πού σου θάνατε το νίκος;». 

Με τον παραπάνω τρόπο γίνεται η ανακαίνιση της ανθρώπινης φύσης. Γίνεται δηλαδή στο πρόσωπο του Χριστού. Δεν θεώνεται η ανθρώπινη φύση έξω από το πρόσωπο του Χριστού. Αυτό έχει οντολογικές συνέπειες. Επειδή το έργο του Χριστού αφορά όλη την ανθρωπότητα ο Χριστός ανακεφαλαιώνει όλους τους ανθρώπους, ανακαινίζει όλη την ανθρώπινη φύση. Πρόκειται, δηλαδή, για αναδημιουργία, για ένα προεπινοούμενο δεύτερο στάδιο της Δημιουργίας. Η Ανάσταση του Χριστού ανακαινίζει την ανθρώπινη φύση επειδή όλη η ανθρώπινη φύση ήταν υποστασιασμένη στο πρόσωπό του. Συνεπώς, είμαστε άρρηκτα συνδεδεμένοι με το πρόσωπο του Χριστού και ό,τι έχει ο Χριστός κατά φύση εμείς τα έχουμε κατά χάρη και κατά υιοθεσία. Η ανάσταση του ανθρώπου είναι η δυνατότητά του να μετέχει στην αιώνια ζωή. Ο άνθρωπος μπορεί να συνδοξάζεται με τον Θεό.

Ο Χριστός είναι ο μόνος μεσίτης μεταξύ Θεού και ανθρώπων. Επειδή έχει υποστατικό ιδίωμα το γεννητό, μας ανάγει σε υιούς και θυγατέρες του Πατέρα. Κανείς δεν πηγαίνει στον Πατέρα παρά μόνο μέσω του Υιού. Πρέπει να είμαστε διαρκώς αγκιστρωμένοι πάνω του , ενωμένοι μέσω των μυστηρίων της Εκκλησίας και μέσω της προσευχής. Ο Χριστός είναι ο νέος Αδάμ και η ανθρωπότητα ξαναρχίζει με αυτόν, οι συνέπειες της Ανάστασης αφορούν όλους τους ανθρώπους, όλο το σύμπαν. Ο άνθρωπος και όλη η κτίση ανακαινισμένοι μετά την πρόσληψή μας στην μία υπόσταση του Θεού Λόγου «ελογώθηκαν», βαδίζουν προς την τελειότητα με την διαρκή αγιοποίηση όλης της κτίσης. «Νυν πάντα πεπλήρωται φωτός». 

Μπορεί κανείς να πει ότι από αυτήν την πρώτη εμφάνισή του στους μαθητές την «μία των Σαββάτων», ο Χριστός εξαπολύει την Εκκλησία στο έργο της. Δίνει στους μαθητές το Άγιο Πνεύμα («λάβετε Πνεύμα άγιον»), τους καθιστά Αποστόλους («καθώς απέσταλκέ με ο Πατήρ καγώ πέμπω ημάς») και τους δίνει την εξουσία να συγχωρούν αμαρτίες («αν τινων αφήτε τας αμαρτίας, αφίενται αυτοίς»). Η ημέρα της Ανάστασης και η ημέρα της Πεντηκοστής είναι ένα γεγονός, μια ημέρα, η «ημέρα Κυρίου». Βέβαια χρονικά μετά την Ανάσταση έπρεπε να γίνει η Ανάληψη και μετά η Πεντηκοστή αλλά το έργο της ίδρυσης της Εκκλησίας σαν σώμα Χριστού και η πορεία της μέσα στον χρόνο είναι έργο του Τριαδικού Θεού. Για τον λόγο αυτό στην Ορθόδοξη Εκκλησία δεν έχουμε χριστομονισμό ή πνευματομονισμό αλλά γνωρίζουμε ότι το Άγιο Πνεύμα μας βοηθά στην οικείωση του έργου του Χριστού. Χριστός και Άγιο Πνεύμα είναι διαρκώς παρόντες στην ζωή της Εκκλησίας.

Κάθε άνθρωπος μπορεί να αναφωνήσει τα λόγια του Θωμά: «ο Κύριός μου και ο Θεός μου». Ο Χριστός εκτός από άσαρκος και ένσαρκος Λόγος, είναι ο «πνευματικώς ορώμενος» μέσα στην Εκκλησία και μετά την Ανάληψή του. Σου επιτρέπει να τον ψηλαφήσεις εάν είσαι καλοπροαίρετος. Η ίδια η Εκκλησία είναι η παράταση της ζωής του Χριστού μέσα στον κόσμο. Όσοι μετέχουν στην σοφοποιό ή φωτιστική ή θεοποιό άκτιστη ενέργεια του Θεού, όσοι έχουν την εμπειρία της όρασης του ακτίστου φωτός, κατά τον Άγιο Γρηγόριο τον Παλαμά, έχουν «εμπειρία» του Θεού. Για εμάς, που δεν έχουμε εμπειρίες θέωσης, η αίσθηση της αγάπης του είναι μία καθημερινή πραγματικότητα. Στην μικρή άσημη καθημερινότητά μας η παρουσία του είναι αισθητή σαν βοήθεια. Χωρίς την άπειρη αγάπη του θα ήταν τεράστιο το βάρος της ζωής. Η αγάπη του Θεού ψηλαφίζεται, και από μόνη της είναι λόγος να ζεις αυτή την ζωή. 

Από το βιβλίο: Αρχιμανδρίτου Δωροθέου Τζεβελέκα, ΔΙΗΓΗΣΟΜΑΙ ΠΑΝΤΑ ΤΑ ΘΑΥΜΑΣΙΑ ΣΟΥ (η αγάπη του Θεού στα κυριακάτικα Eυαγγέλια). Θεσσαλονίκη 2015

ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΤΗΣ ΣΟΥΡΟΖ ΑΝΤΩΝΙΟΣ BLOOM: Ο ΑΓΙΟΣ ΘΩΜΑΣ!



Ο Άγιος Θωμάς
Μητροπολίτης Σουρόζ Αντώνιος Bloom 

Εἰς τὸ ὄνομα τοῦ Πατρὸς καὶ τοῦ Υἱοῦ καὶ τοῦ Ἁγίου Πνεύματος.

Ὁ Ἀπόστολος Θωμᾶς εἶναι γνωστὸς, ὡς Ἄπιστος. Καὶ τὸ ὄνομα Ἄπιστος, συκοφαντεῖ ἕναν ἄνθρωπο ποὺ ἀπεῖχε πολὺ ἀπὸ τὸ νὰ εἶναι ἄπιστος στὸν Διδάσκαλο καὶ Κύριό Του.

Ὅταν ὁ Χριστὸς ἔφυγε ἀπὸ τὴν Ἱερουσαλήμ, ἐπειδὴ οἱ Ἐβραῖοι ἤθελαν νὰ Τὸν δολοφονήσουν, ἔμαθε γιὰ τὴν ἀρρώστεια καὶ τὸν θάνατο τοῦ Λαζάρου· στράφηκε στοὺς μαθητές Του καὶ εἶπε, «Ἄς ἐπιστρέψουμε πίσω στὴν Ἱερουσαλήμ γιὰ νὰ τὸν κάνουμε καλὰ, νὰ τὸν φέρουμε πίσω στὴ ζωή.» Καὶ ὁ καθένας ἀπὸ τοὺς Ἀποστόλους ἔλεγε, «Θέλουν νὰ σὲ σκοτώσουν καὶ ἐπιστρέφεις ἐκεῖ;». Μόνο ὁ Θωμᾶς εἶπε στοὺς φίλους του Ἀποστόλους, «Ἄς πᾶμε μαζί Του καὶ νὰ πεθάνουμε μ’ Αὐτὸν». Αὐτὸς δὲν εἶναι ὁ λόγος ἑνὸς ἄπιστου, κάποιου ποὺ εἶναι διχασμένος ἀνάμεσα στὴν πίστη καὶ στὴ λογική. Εἶναι τὰ λόγια κάποιου ποὺ εἶναι ὁλοκληρωτικὰ ἀφιερωμένος στὸν δάσκαλο του, ποὺ εἶναι ὁλοκληρωτικὰ πιστὸς καὶ δοσμὲνος σ’ Αὐτὸν.

Τὶ συνέβη τότε, τὴν ἡμὲρα ποὺ ὁ Χριστὸς παρουσιάστηκε στοὺς μαθητὲς Του μετὰ ἀπὸ τὴν Ἀνάσταση Του, ὅταν ἀπουσίαζε ὁ Θωμᾶς; Τὶ συνέβη, ὤστε ὅταν ἐπέστρεψε σ’ αὐτοὺς καὶ ἄκουσε τὰ νὲα τῆς Ἀνάστασης, κοίταξε γύρω καὶ εἶπε, «Θὰ πιστέψω μόνο ἄν τὸ διαπιστώσω ὁ ἴδιος, ἄν μπορῶ νὰ – ψηλαφίσω – τὴν Ἀνάσταση τοῦ Διδασκάλου, τοῦ Κυρίου, ποὺ εἶδα σταυρωμένο καὶ νεκρὸ.» Τί συνέβη, γιατὶ δὲν πίστεψε στὰ λόγια τους;

Πιστεύω, ἐπειδὴ εἶχαν μιὰ χαρά ὅλο ἐνθουσιασμό, ἀλλὰ τίποτα ἰδιαίτερο δὲν εἶχε συμβεῖ σὲ αὐτοὺς. Ναί, χάρηκαν ποὺ ὁ Χριστὸς τοὺς εἶχε ἐπισκεφτεῖ, ποὺ ἦταν ἀνάμεσα τους, ποὺ ἦταν ζωντανός˙ ἀλλὰ παρέμειναν οἱ ἴδιοι. Ἐκεῖνος εἶχε ἀλλάξει, ἐκεῖνοι ὄχι. Μὀνο ὅταν τὸ Ἅγιο Πνεῦμα τοὺς ἐπισκίασε, ἔγιναν καινούργια πλάσματα, καινούργιοι ἄνθρωποι, νέοι μάρτυρες τῆς Ἀναστάσεως. Ἐπειδὴ τότε, οἱ ἄνθρωποι ὅταν τοὺς συνάντησαν, τοὺς κοίταξαν τοὺς ἄκουσαν, καὶ εἶδαν ἀνθρώπους ποὺ ἀπ’ αὐτὸν ἤδη τὸν κόσμο ἀπέπνεαν τὴν αἰώνια ζωή.

Ὁ C. S. Lewis σ’ ἕνα ἀπὸ τὰ γραπτά του εἶπε, ὅτι ὅταν οἱ ἄνθρωποι εἶδαν τοὺς Ἀποστόλους, τοὺς κοίταξαν καλὰ καὶ εἶπαν, «κοιτᾶξτε, τὰ ἀγάλματα μεταμορφώθηκαν σὲ ζωντανοὺς ἀνθρώπους.» Ναί, ὅλοι μας εἴμαστε, μποροῦμε κάλλιστα νὰ εἴμαστε, σὰν ἀγάλματα. Ἀλλὰ καλούμαστε νὰ γίνουμε ζωντανοὶ ἄνθρωποι. Καλούμαστε, ὅλοι μας, νὰ γίνουμε μάρτυρες τῆς Ἀναστάσεως, τῆς ζωῆς, τοῦ θανάτου τοῦ Χριστοῦ, τῆς νίκης τοῦ Θεοῦ.

Ἀλλὰ οἱ ἄνθρωποι μποροῦν νὰ ποῦν, ὅταν μᾶς συναντοῦν – ἐμένα κι ἐσένα- , «Ναί, εἶναι ἀλήθεια· ὁ Χριστὸς ἀναστήθηκε, ἐπειδὴ αὐτὴ ἡ γυναίκα, αὐτὸ τὸ παιδί, αὐτὸς ὁ ἄνδρας εἶναι ζωντανοὶ μὲ μιὰ ζωὴ ποὺ δὲν ὑποπτευόμουνα, μιὰ ζωὴ ποὺ δὲν μποροῦσα νὰ φανταστῶ»; Ὄχι μιὰ ζωὴ μὲ τὴν ἔννοια μόνο τοῦ ἐνθουσιασμοῦ, ἀλλὰ μὲ μιὰ ἔνταση θεϊκῆς ζωῆς μέσα μας. Καὶ αὐτὸ εἶναι τὸ ζητούμενο γιὰ τὸν καθένα μας. Πρέπει νὰ εἴμαστε σὲ θέση νὰ γίνουμε φορεῖς αὐτῆς τῆς ζωῆς ὄχι μὲ λέξεις, ἀλλὰ κάπως διαφορετικά.

Θυμᾶμαι ἀπὸ παλιὰ μιὰ ἱστορία ἀπὸ τὴ νιότη μου. Ἕνας πολὺ ἀξιόλογος κήρυκας προσκλήθηκε νὰ δώσει ἕνα μάθημα στὰ παιδιὰ τοῦ κατηχητικοῦ σχολείου. Μίλησε ὑπέροχα. Ἐμεῖς, οἱ νέοι ἀρχηγοί, στηριζόμασταν στὸν τοῖχο, ἀκούγοντας μὲ θαυμασμὸ τὰ ὅσα εἶπε. Ἀλλὰ ὅταν τελείωσε ἡ ὁμιλία, ὁ Καθηγητὴς Ζάντερ κάλεσε ἕνα μικρὸ ἀγόρι ἑπτὰ χρονῶν καὶ τοῦ εἶπε, «Λοιπὸν, πῶς ἦταν;» Καὶ τὸ μικρὸ ἀγόρι εἶπε, «Ὤ, ἦταν διασκεδαστική· ἀλλὰ τί κρίμα ποὺ ὁ Πατέρας δὲν πιστεύει ὅ,τι λέει».

Δὲν ἦταν ἀλήθεια. Ἀλλὰ ἡ ἀπάντηση τῶν παιδιῶν προῆλθε ἀπὸ τὸ γεγονὸς ὅτι αὐτὸς ὁ ἱεροκήρυκας συνήθιζε νὰ μιλάει σὲ ἐνήλικες μ’ ἕνα πνευματικὸ ἐπίπεδο. Δὲν ἔβαζε τὴν καρδιά του σὲ ὅσα ἔλεγε, ἐπιχειρηματολογοῦσε, καὶ δὲν εἶχε ἀγγίξει τὰ παιδιά. Καὶ τὰ παιδιὰ νόμισαν ὅτι δὲν ἐννοοῦσε τὰ ὅσα εἶπε, ἐπειδὴ ὅ,τι εἶπε δὲν σήμαινε γι’ αὐτά κάτι.

Δὲν συμβαίνει τὸ ἴδιο καὶ μ’ ἐμᾶς ὅταν μιλᾶμε γιὰ τὴν πίστη μας; Γιὰ τὴν αἰώνια ζωή; Γιὰ τὴν Ὀρθοδοξία; Μποροῦν οἱ ἄνθρωποι νὰ μᾶς κοιτάζουν καὶ νὰ λένε: «Ναί, εἶναι ἀλήθεια, ἐπειδὴ μπορῶ νὰ δῶ ὅτι δὲν εἶναι πλέον ἄγαλμα, ἕνα κομμάτι ξύλο, ἕνα κομμάτι πέτρα. Εἶναι ζωντανὸς, ζεῖ μέσα του τὴν αἰώνια ζωή». Καὶ αὐτὸ εἶναι πρόκληση γιὰ μᾶς. Πρέπει νὰ μάθουμε ὅλοι νὰ θέτουμε ἐρωτήματα γιὰ τὸν ἑαυτό μας σ’ ἐμᾶς τοὺς ἴδιους, καὶ νὰ ρωτᾶμε: γνωρίζω ὅτι ὁ Χριστὸς ἀναστήθηκε; Ὄχι ἀπ’ αὐτὰ ποὺ ἀκοῦμε, ὄχι ἀπὸ βιβλία, ὄχι ἀπὸ ἄλλους, ἀλλὰ ἀπὸ μιὰ ἐσωτερικὴ ἐμπειρία. Ζῶ μέσα μου τὴν αἰωνιότητα, ἤ ὄχι; Ἐὰν ναί, τότε οἱ λόγοι μου θὰ εἶναι λόγοι ζωῆς καὶ δύναμης. Ὅταν ὁ Χριστὸς μίλησε στοὺς μαθητές Του, καθὼς μᾶς λέει ὁ Θεῑος Ἅγιος Ἰωάννης, τὸ πλῆθος ἔφυγε, καὶ ὁ Χριστὸς εἶπε, «Πρόκειται νὰ φύγετε κι ἐσεῖς;» Καὶ ὁ Πέτρος, μιλώντας ἐξ ὀνόματος ὅλων, εἶπε, «Ποῦ νὰ πᾶμε; Τὰ λόγια Σου εἶναι λόγια ζωῆς αἰωνίου.» Δὲν ἦταν περιγραφὴ τῆς αἰώνιας ζωῆς, δὲν ἐπρόκειτο γιὰ μιὰ ὁμιλία ποὺ εἶχαν διαβάσει. Ἀλλὰ κάθε λόγος Του ἦταν ζωή, καὶ φορέας ζωῆς· ὅταν μιλοῦσε, ξυπνοῦσε στὸν καθένα τους τὸν πόθο γιὰ τὴν αἰώνια ζωή.

Ἔτσι θὰ ἔπρεπε νὰ εἶναι οἱ λόγοι μας, ἡ παρουσία μας, ἡ μαρτυρία μας στὸν κόσμο. Ἄς τὸ συλλογιστοῦμε, ἐπειδὴ εἴμαστε ὑπεύθυνοι γιὰ τὸν κόσμο ποὺ ζοῦμε. Εἴμαστε πραγματικὰ ζωντανοί, ἤ ἁπλὰ ἕνα κομμάτι ἑνὸς κόσμου ποὺ ἔχει χάσει τὸ δρόμο του; Ἀμήν.  

alopsis.gr

Σάββατο 26 Απριλίου 2025

ΠΡΩΤΟΠΡ. ΘΩΜΑΣ ΒΑΜΒΙΝΗΣ: ΑΠΕΝΑΝΤΙ ΣΤΗΝ ΑΦΥΠΝΙΣΗ ΤΗΣ ΥΠΟΚΡΙΣΙΑΣ!



Απέναντι στην αφύπνιση της υποκρισίας
Πρωτοπρ. Θωμάς Βαμβίνης 

Εἶναι κοινοτοπία νά ποῦμε ὄτι ἡ σημερινή κοινωνία τοῦ δυτικοῦ κόσμου πάσχει. Ἡ καταγραφή, γιά παράδειγμα, τῆς καθημερινότητάς της ἀπό τά δελτία εἰδήσεων δείχνει ὅτι βρίσκεται σέ μεγάλη ταραχή καί ἀνασφάλεια, μέ τούς πολέμους, τίς τρομοκρατικές ἐνέργειες, τήν ἐγκληματικότητα, ἀλλά καί τήν ἔκλυση τῶν ἠθῶν, τήν ἀπώλεια τῶν κριτηρίων τοῦ καλοῦ καί τοῦ φυσικοῦ, ἡ ὁποία προέρχεται ἀπό τήν ἀποκοίμηση τῆς συνείδησης πολλῶν μέσα σέ φιλοσοφίες, ὅπως ἡ woke. Δέν θά μείνουμε ὅμως στίς γενικές διατυπώσεις γιά τά πάθη τοῦ κόσμου μας. Θά ἐπικεντρωθοῦμε σέ ἕνα μόνο «ὕπουλο πάθος», ἀρκετά διαδεδομένο, κυρίως στόν δημόσιο λόγο﮲ θά μιλήσουμε γιά τήν «πονηρία τῆς ὑποκρισίας».

Στήν σημερινή, λοιπόν, κοινωνία τοῦ δυτικοῦ κόσμου, τήν ἀνοιχτή, τήν ἀσυμβίβαστη, τήν ἐλεύθερη, ἡ ὑποκρισία εἶναι παροῦσα καί ρυθμίζει σέ πολλούς τίς συμπεριφορές τους καί τίς σχέσεις τους. Εἶναι περιττό, βέβαια, νά ποῦμε ὅτι, παρά ταῦτα, ἡ ὑποκρισία, ὡς συμπεριφορά, ἀπορρίπτεται μετά βδελυγμίας ἀπό ὅλους.

Συνήθως ἡ ὑποκρισία παρουσιάζεται ὡς χαρακτηριστικό τῶν «θρησκευομένων». Γίνεται συχνά λόγος, κυρίως ἀπό τούς ἐπιρρεπεῖς στό πάθος τῆς κατάκρισης, γιά φαρισαϊσμό, ἠθικισμό, εὐσεβισμό κ.λ.π. Ἡ ὑποκρισία εἶναι πράγματι ἕνας ἰσχυρός πειρασμός τῶν «θρησκευομένων», ὁ ὁποῖος, ἄν δέν γίνη ἔγκαιρα ἀντιληπτός, ἡ πονηρία του μπορεῖ νά καταστήση τελείως ἄκαρπη τήν πνευματική ζωή ἀνθρώπων πού ἐπιθυμοῦν νά ζήσουν ἀληθινά τήν ἐν Χριστῷ ζωή.

Εἶναι ὅμως σκανδαλώδης μονομέρεια νά περιορίζουμε τήν ὑποκρισία στούς θρησκευομένους, διότι κατατρώει, δυστυχῶς, τήν ζωή τοῦ παρόντος κόσμου. Μπορεῖ νά πῆ μάλιστα κανείς ὅτι στά κοσμικά περιβάλλοντα ἔχει καταστῆ ἐπιστήμη, ἐπιστήμη ὠφελιμιστικῆς ἐπικοινωνίας. Ἄλλωστε, ἕνα σύμπτωμα αὐτῆς τῆς «ἐπικοινωνιακῆς ὑποκρισίας» ἔγινε ἀφορμή γιά ὅσα διατυπώνονται σ’ αὐτό τό σημείωμα.

Νά γίνουμε πιό συγκεκριμένοι. Ἀρχικά, πολλοὶ πολιτικοί τοῦ δυτικοῦ κόσμου, εἰδικὰ ἀπὸ τό λεγόμενο Δημοκρατικό τόξο, ὑποστήριζαν τὴν «woke» κουλτούρα ὡς τὸ μέσο γιὰ τὴν ἐπίτευξη κοινωνικῆς δικαιοσύνης, ὑπερασπιζόμενοι τά δικαιώματα τῶν μειονοτήτων, τῶν γυναικῶν, τῶν ΛΟΑΤΚΙ+ κοινοτήτων καὶ τῶν διαφόρων ἄλλων ὁμάδων. Ὡστόσο, ἡ ἀλλαγή στήν διοίκηση τῶν ΗΠΑ καὶ ἡ ἀμφισβήτηση τῆς πολιτικῆς τάξης πού πήγαινε νά καθιερωθῆ, ἡ ὁποία ἀνέτρεπε φυσικούς παραδοσιακούς θεσμούς, ὅπως ἡ οἰκογένεια, ἀλλά εἰσέδυε διαβρωτικά ἀκόμη καί σέ Πανεπιστήμια, ἄλλαξε τήν ροή τῶν πραγμάτων. Ἔτσι, παρατηρεῖται ἀλλαγή τῆς στάσης πολλῶν ἀπέναντι στήν «woke» κουλτούρα. Αὐτή ἡ ἀλλαγή στάσης ὅμως δέν σημαίνει ὑποχρεωτικά ἀλλαγή ἀπόψεων. Εἶναι μᾶλλον τρόπος διατήρησης τῆς πολιτικῆς ἐπιρροῆς, μέ τήν προσαρμογή στὶς ἀπαιτήσεις πού ἔχει ἡ πλειονότητα τοῦ ἐκλογικοῦ σώματος. Αὐτή ἡ στάση εἶναι φανερά ὑποκριτική.

Κάποιοι μιλοῦν καθαρά γι’ αὐτήν τήν ἀλλαγή στάσης καί τίς αἰτίες της, χωρίς νά ἀλλάζουν τίς ἀπόψεις τους. Συγκεκριμένα, θιασώτης τῆς woke κουλτούρας θεωρεῖ «ἱλαροτραγωδία τῶν ἀποστόλων τῆς πολιτικῆς ὀρθότητας, τοῦ νεοφεμινισμοῦ, τοῦ woke κινήματος», τό ὅτι «ξεκινώντας ἀπὸ εὐγενεῖς προθέσεις, κατέληξαν πολὺ σύντομα ζηλωτές. Χώρισαν τὸν κόσμο στοὺς δικούς τους καὶ στοὺς ἄλλους. Στοὺς ὁποίους ἄλλους ἄξιζε ἐξοστρακισμός… Τὸ πιὸ ἀμετροεπές; Πίστεψαν ὅτι ἡ ἀτζέντα τους ἀπασχολεῖ τὸ σύνολο τῆς κοινωνίας ὅσο καὶ τοὺς ἴδιους» (Χρ. Χωμενίδης). Καί σημειώνει: «Πανάρχαιο φαινόμενο τὰ κινήματα ὅταν δὲν πιάνουν ρίζες στὸν λαὸ νὰ ἐκφυλίζονται σὲ σέχτες. Σὲ μικρὲς πλὴν φανατικὲς αἱρέσεις». Δέν πιάνουν ρίζες στόν λαό γιατί δέν ἀνταποκρίνονται στίς πραγματικές ἀνάγκες του κι ἄς ἔχουν ἀνάμεσα στούς πολλούς καί κάποιους πολύ ὡραίους καί ὑψηλούς στόχους. Κλείνοντας τό κείμενό του ρωτᾶ: «Λυπᾶμαι γιὰ τὸ διαφαινόμενο τέλος τοῦ woke;» Στήν ἀπάντησή του βρίσκεται ἡ ἐμμονή στήν ἀντίφαση τῆς ἰδεολογίας πρός τήν ἀληθινή ζωή. Γράφει: «Ναί [λυπᾶμαι], καὶ ἂς βρίσκω τοὺς πιὸ διαπρύσιους ὀπαδούς του ἐχθροπαθεῖς, γραφικούς, ἐνίοτε καὶ ὑποκριτές-καριερίστες». Τό πρόβλημα ὅμως δέν εἶναι οἱ ἐχθροπαθεῖς διαπρύσιοι ὀπαδοί τῆς «πολιτικῆς ὀρθότητας», ἀλλά ὅλο τό πλέγμα τῶν ἀπόψεων πού προβάλλεται ὡς «πολιτική ὀρθότητα».

Παρεκβατικά, ἀντλοῦμε ἕνα παράδειγμα ὑποκρισίας ἡγέτη ἀπό τήν ἱστορία τῆς Γεννήσεως τοῦ Χριστοῦ. Ὁ Ἡρώδης, πού βασίλευε στήν Ἰουδαία κατά τόν χρόνο τῆς Γεννήσεως τοῦ Χριστοῦ, δηλαδή ὁ Μέγας, ἦταν χαρακτηριστική περίπτωση ὑποκριτή. Γι’ αὐτόν ὁ Εὐαγγελιστής Ματθαῖος γράφει: «Τότε ὁ Ἡρώδης λάθρα καλέσας τοὺς Μάγους…» καί ὁ Θεοφύλακτος Βουλγαρίας παρατηρεῖ: «Λάθρα τούτους ἐκάλεσε διὰ τοὺς Ἰουδαίους. Ὑπώπτευε γὰρ ὅτι οἱ Ἰουδαῖοι ἴσως περὶ πολλοῦ ποιήσονται τὸ παιδίον, καὶ φροντίσουσι τοῦ σῶσαι αὐτὸ, ὡς μέλλον ἐλευθερῶσαι αὐτούς. Διὰ τοῦτο οὖν λάθρα ἐπιβουλεύει». Ἑτοιμάζεται γιά τόν φόνο τοῦ νεογέννητου Βασιλέως κρυφά ἀπό τούς Ἰουδαίους, γιά νά μήν ἀντιληφθοῦν ἐκεῖνοι τίς προθέσεις του. Καί ἀφοῦ ἔμαθε ἀπό τούς ἱερεῖς ὅτι στήν Βηθλεέμ θά γεννηθῆ «ὁ μέλλων λυτροῦσθαι τὸν Ἰσραήλ» κι ἀκόμη ἐξακρίβωσε τόν χρόνο πού φάνηκε ὁ ἀστέρας στούς Μάγους (δύο χρόνια ἔκαναν ὁδοιπορία καθοδηγούμενοι ἀπό τόν ἀστέρα), τούς εἶπε: «Πορευθέντες ἀκριβῶς ἐξετάσατε περὶ τοῦ παιδίου»· καί παρατηρεῖ πάλι ὁ Θεοφύλακτος Βουλγαρίας: «Οὐκ εἶπε περὶ τοῦ βασιλέως ἀλλὰ περὶ τοῦ παιδίου, οὐδὲ γὰρ τὸ ὄνομα ἀνέχεται, ὅθεν δεικνύει ὅτι μαίνεται κατ’ αὐτοῦ». Δέν ἀνέχεται νά ὀνομάση τόν νεογέννητο Χριστό Βασιλέα. «Μαίνεται κατ’ αὐτοῦ». Ἔχει μῖσος καί θυμό πού μοιάζει μέ τρέλα. Ὅμως κρύβει τά συναισθήματα καί τίς προθέσεις του. Ὑποκρίνεται τόν ἄδολο. Στέλνει τούς Μάγους νά ἐξετάσουν μέ ἀκρίβεια τά σχετικά μέ τό «παιδίον» καί βάζοντας ἱλαρό προσωπεῖο στήν ταραχή καί τό φθόνο του, τούς λέει: «Ἑπὰν δὲ εὕρητε ἀπαγγείλατέ μοι ὅπως κἀγὼ ἐλθὼν προσκυνήσω αὐτῷ». Κάλυψε τόν φθόνο καί τήν πρόθεση τοῦ φόνου μέ τήν διάθεση νά πάη κι αὐτός δῆθεν νά τό προσκυνήση. Καί ὁ Εὐαγγελιστής Ματθαῖος γράφει: «Οἱ δὲ ἀκούσαντες τοῦ βασιλέως ἐπορεύθησαν». Καί ὁ ἱερός Θεοφύλακτος σχολιάζει: «Ἄδολοι γὰρ ὄντες αὐτοὶ ἐνόμιζον κἀκεῖνον ἀδόλως λέγειν». Ἡ ὑποκρισία τοῦ Ἡρώδη ξεγέλασε τούς σοφούς, ἀλλά ἄδολους Μάγους, γι’ αὐτό κατόπιν Ἄγγελος Κυρίου τούς προφύλαξε ἀπό τήν πονηρία τοῦ Ἡρώδη. Ἡ ὑποκρισία τῶν ἔμπειρων στήν πονηρία παραπλανᾶ ἀκόμη καί σοφούς.

Οἱ ὑποκριτές δέν βλέπουν μέσα τους. Παρατηροῦν τούς γύρω τους καί μηχανεύονται τρόπους γιά νά εἶναι ἀρεστοί ἀπό τούς πολλούς, κυρίως στούς ἀνθρώπους πού τούς ἐνδιαφέρουν, τούς ψηφοφόρους ἤ τό κοινωνικό ἤ ἀκόμη τό ἐκκλησιαστικό τους περιβάλλον. Κατά κάποιον τρόπο κάνουν ἕναν διάλογο μέ ὅλους αὐτούς, ὅπως στίς ἀρχαῖες τραγωδίες ὁ ἠθοποιός μέ τόν χορό. Ἀπό ἐκεῖ προέρχεται καί ἡ λέξη ὑποκριτής.

Στά σύγχρονα λεξικά ἡ σημασία τῆς λέξης «ὑποκριτής» εἶναι αὐτή πού ὅλοι γνωρίζουμε· εἶναι «ὁ προσποιούμενος αἰσθήματα πού δέν ἔχει» (Λεξικό Τεγόπουλου-Φυτράκη)· καί «ὑποκρισία» εἶναι «ἡ συμπεριφορά πού χαρακτηρίζεται ἀπό τήν προσπάθεια κάποιου νά μήν ἐμφανίσει τόν πραγματικό ἑαυτό του καί νά παρουσιάσει μιά ψεύτικη εἰκόνα γιά τίς ἰδέες, τά συναισθήματα καί τίς προθέσεις του» (Λεξικό Μπαμπινιώτη).

Τά λεξικά τῆς ἀρχαίας ἑλληνικῆς γλώσσας μᾶς δίνουν σαφέστερα τίς σημασίες τοῦ «ὑποκριτή» καί «ὑποκρίνεσθαι». Στό Λεξικό Liddell-Scott «ὑπόκρισις» σημαίνει: «Ι …ἀπόκρισις, ΙΙ… τό παριστάνειν τι ἐπί τῆς σκηνῆς, ἡ τέχνη τοῦ ἐπί τῆς σκηνῆς ὑποκριτοῦ» καί «ὑποκριτής» πρωταρχικά σημαίνει «ὁ ἀποκρινόμενος».

Στόν Σουΐδα, ἕνα ἀπό τά σημαντικότερα ἑλληνικά λεξικά τοῦ 10ου μ.Χ. αἰῶνος, διαβάζουμε: «Ὑποκρίνεσθαι, τό ἀποκρίνεσθαι οἱ παλαιοί. Καί ὑποκριτής ἐντεῦθεν ὁ ἀποκρινόμενος τῷ χορῷ». Δηλαδή, ἡ σημασία τοῦ ὑποκρίνεσθαι στούς παλαιούς συγγραφεῖς εἶναι τό ἀποκρίνεσθαι καί ἀπό αὐτήν τήν σημασία προκύπτει ἡ σημασία τῆς λέξης ὑποκριτής, ἡ ὁποία σημαίνει αὐτόν πού ἀποκρίνεται στόν χορό, δηλαδή τόν ἠθοποιό πού ἀποκρίνεται σέ ὅσα λέει ὁ χορός στίς τραγωδίες.

Συνθέτοντας ὅλες αὐτές τίς σημασίες μέσα στό πλαίσιο τῆς σύγχρονης πραγματικότητας, μπορεῖ νά εἰπωθῆ ὅτι ὁ ὑποκριτής ἀποκρίνεται στόν «χορό» τῶν ἀνθρώπων πού θέλει νά τόν ἐκτιμοῦν. Διαλέγεται μαζί τους. Ἀκούει τίς ἀπόψεις τους, τά αἰτήματά τους καί ἀποκρίνεται ἔτσι, ὥστε νά εἶναι πάντα ἀρεστός, ἔστω καί ἄν φαίνεται νά ὑποστηρίζη ἀπόψεις πού ἔρχονται σέ ἀντίθεση μέ αὐτά πού πρίν ἀπό λίγο καιρό ὑποστήριζε. Δέν λέει αὐτό πού ἔχει μέσα του, «παρουσιάζει μιά ψεύτικη εἰκόνα γιά τίς ἰδέες, τά συναισθήματα καί τίς προθέσεις του». Μπορεῖ νά μήν ἔχει τό φονικό μῖσος τοῦ Ἡρώδη, ἔχει ὅμως τό ἄγχος του γιά τήν διατήρηση τῆς ἐξουσίας του.

Ἡ ἀλλαγή στάσης πολλῶν ἀπέναντι στήν «woke» κουλτούρα, δέν σημαίνει ὅτι τήν ἔχουν ἀρνηθῆ ἤ ἀπορρίψει. Ἁπλῶς βλέπουν ὅτι δέν τήν εὐνοοῦν τώρα οἱ συνθῆκες. Βλέποντας τά πράγματα μέσα στό πλαίσιο τῆς ἐκκλησιαστικῆς ζωῆς, πρέπει νά ἐπισημανθῆ ὅτι χρειάζεται ἀφύπνιση τοῦ λαοῦ σέ σχέση μέ τήν ὑγεία καί τήν ἀνακαινιστική δύναμη τῆς ἀποστολικῆς καί πατερικῆς παραδόσεώς του, γιά νά μπορεῖ νά διαχειρίζεται μέ ἀσφάλεια τήν «ἀφύπνιση τῆς ὑποκρισίας», δηλαδή τήν θετική ἀνταπόκριση στίς ἀρχές του ἀπό αὐτούς πού στήν πραγματικότητα δέν τίς πιστεύουν. 

alopsis.gr

Τετάρτη 23 Απριλίου 2025

Π. ΣΥΜΕΩΝ ΚΡΑΓΙΟΠΟΥΛΟΣ: ΣΥΝΕΧΩΣ ΝΑ ΚΑΛΛΙΕΡΓΟΥΜΕ ΤΟ ΧΩΡΑΦΙ ΤΗΣ ΨΥΧΗΣ ΜΑΣ!

π. Συμεών Κραγιόπουλος
Συνεχώς να καλλιεργούμε το χωράφι της ψυχής μας

Το όνομα του αγίου Γεωργίου, όπως λένε και τα τροπάρια, μας θυμίζει το γεώργιον του Θεού – Θεού γεώργιόν εσμεν (Α’ Κορ. 3:9) – ότι είμαστε χωράφι του Θεού, και ο καθένας μας πρέπει να γίνει καλός γεωργός. Όπως ο άγιος Γεώργιος, ο οποίος, σύμφωνα και με την έννοια του ονόματός του, έζησε αντάξια του ονόματός του – όπως λέει το δοξαστικό του εσπερινού: αξίως του ονόματος επολιτεύσω. Δεν άφησε χέρσα τη γη, την ψυχή του δηλαδή, αγεώργητη, αλλά την καλλιέργησε. Ας ήταν και στρατιώτης, ας είχε και αξιώματα. Τίποτε δεν τον εμπόδισε να είναι καλός γεωργός στην ψυχή του· να πιστέψει, δηλαδή, με όλη την καρδιά του, και, εφόσον χρειαζόταν, να αρνηθεί τα πάντα, να αφήσει τα πάντα για την αγάπη του Χριστού. Το έκανε και αυτό.

Αν μη τι άλλο, θα έλεγα το όνομα Γεώργιος να μας θυμίζει αυτό το μεγάλο χρέος που έχουμε: να γεωργούμε, να καλλιεργούμε τη γη, τη γη της ψυχής μας. Πώς ένας γεωργός, ένας κηπουρός έχει μεράκι μέσα του και καλλιεργεί τη γη που έχει: βγάζει όλα τα ζιζάνια, τα αγριόχορτα, τις πέτρες, τα φυτά και στη συνέχεια λιπαίνει το χώμα, φυτεύει, σπέρνει, και έχει καρπό, έχει απόδοση.

Να μην οκνήσουμε, να μην τεμπελιάσουμε, να μην αποφύγουμε να καλλιεργήσουμε την ψυχή μας. Αλλά, όπως ο γεωργός που σκύβει εκεί – αλλού θα σκάψει, αλλού θα οργώσει με τα ζώα, αλλού θα φρεζάρει, θα λέγαμε σήμερα – να μην αφήσουμε την ψυχή έτσι όπως είναι, που έχει μέσα της την αμαρτία, και φουντώνουν τα «αγριόχορτα». Το καλύτερο χωράφι, άμα το αφήσεις ακαλλιέργητο, θα αρχίσει σιγά-σιγά, όχι απλώς να βγάζει αγριόχορτα, αλλά να γίνεται δάσος, να βγάζει αγκάθια και τριβόλια. Χρειάζεται συνεχώς να καλλιεργεί κανείς το χωράφι, τον κήπο, την ψυχή του.

Να θυμόμαστε, λοιπόν, το όνομα Γεώργιος, προπαντός τώρα, απόψε, και αύριο όλη μέρα, που γιορτάζουμε κιόλας. Και να παρακαλέσουμε τον άγιο Γεώργιο, που ξέρει από καλλιέργεια της ψυχής, να πρεσβεύσει για μας, να μας βοηθήσει να τον μιμηθούμε. Να κάνουμε και εμείς ό,τι έκανε εκείνος: να μαρτυρήσουμε. Πολλές φορές στην προσπάθειά σου να μην αφήσεις τα πάθη, τα ελαττώματα να κάνουν ό,τι θέλουν, μοιάζει σαν να μαρτυρείς. Πονάει κανείς, συνθλίβεται, δυσκολεύεται. Αλλά πρέπει να το κάνει.

Είθε ο Κύριος, δια πρεσβειών του αγίου Γεωργίου, να μας δώσει όλα αυτά τα αγαθά, να μας δώσει αυτή την πίστη, να μας κάνει δικούς του, να μας βάλει στον δρόμο του, για να συμπάθουμε – όπως λέγαμε όλες αυτές τις ημέρες – και να συναναστηθούμε μαζί του.

Από το βιβλίο: π. Συμεών Κραγιοπούλου (†), “Θέλεις να αγιάσεις;”, Απρίλιος, Πανόραμα Θεσσαλονίκης, 2025, σελ. 99.

Δευτέρα 21 Απριλίου 2025

ΓΕΡΩΝ ΕΦΡΑΙΜ ΣΚΗΤΗΣ ΑΓΙΟΥ ΑΝΔΡΕΑ: Ο ΑΔΑΜ ΠΟΥ ΠΕΘΑΝΕ 903 ΕΤΩΝ ΚΑΙ Ο ΓΟΛΓΟΘΑΣ ΤΟΥ ΧΡΙΣΤΟΥ!

Γέροντας Εφραίμ της Σκήτης του Αγίου Ανδρέα

Ο Αδάμ που πέθανε 903 ετών και ο γολγοθάς του Χριστού

Ο Αβρα­άμ έθα­ψε την κάρα του Αδάμ, κατά υπό­δει­ξη του Προφή­τη και βα­σι­λιά Μελ­χι­σι­δέκ, στο ση­μείο όπου αργότερα Σταυ­ρώ­θη­κε ο Χρι­στός στον Γολ­γο­θά.

Έτσι όταν Σταυ­ρώ­θη­κε ο Χρι­στός, η κάρα του Αδάμ στην κυριολε­ξία πο­τί­στη­κε από το αίμα του Χρι­στού!

Η ψυχή του Αδάμ που βρί­σκον­ταν στον Άδη, το πληροφορήθηκε αυτό και ενη­μέ­ρω­σε στην Εύα, ότι από στιγ­μή σε στιγ­μή έρ­χε­ται και ο Κύ­ριος στον Άδη!

Ο Μελ­χι­σι­δέκ ονό­μα­σε τον Γολ­γο­θά Κρα­νί­ου τό­πος, τό­πος δηλ. στον οποίο θά­φτη­κε το κρα­νίο του Αδάμ..

Στα τε­λευ­ταία του, ο Αδάμ απο­κά­λυ­ψε στους απο­γό­νους του, ότι γεν­νή­θη­κε στον πα­ρά­δει­σο, όπως και η Εύα, ενώ αυ­τοί γεννή­θη­καν στην εξο­ρία.

Έκα­νε ο Αδάμ αυ­τήν την απο­κά­λυ­ψη, για να τους δι­δά­ξει, ότι η έξο­δος από τον πα­ρά­δει­σο, ήταν η πιο με­γά­λη του τα­λαι­πω­ρία.

Όλα αυτά υπάρ­χουν στην Ιερά πα­ρά­δο­ση..

Ο Αδάμ, πέ­θα­νε σε ηλι­κία 930 ετών και η Εύα πέ­θα­νε 3 μέ­ρες αρ­γό­τε­ρα.

Μετά την πτώ­ση τους, ο Αδάμ και η Εύα δεν ξανά αμάρ­τη­σαν και εί­ναι Αγιό­τα­τοι, άσχε­τα αν εμείς τους κα­τη­γο­ρού­με.

Ο Χρι­στός όταν κα­τέ­βη­κε στον Άδη, τους πρώ­τους που ανέστησε, ήταν οι Πρω­τό­πλα­στοι.

Γέροντας Εφραίμ της Σκήτης του Αγίου Ανδρέα

ΑΡΧΙΜ. ΓΕΩΡΓΙΟΣ ΚΑΨΑΝΗΣ: Ο ΑΝΑΣΤΑΣ ΙΗΣΟΥΣ Η ΕΛΠΙΔΑ ΜΑΣ!

Αρχιμανδρίτης Γεώργιος Καψάνης
Ο αναστάς Ιησούς η ελπίδα μας

Την αγία και λαμπρά νύκτα της Αναστάσεως, στον Όρθρο και στη Θεία Λειτουργία όλα αστράπτουν και λάμπουν στο φως του Αναστάντος Κυρίου μας.

Το φως αυτό φωτίζει και χαροποιεί τους Χριστιανούς και όλη την κτίσι, ορατή και αόρατο, «ουρανόν τε και γην και τα καταχθόνια».

Ο Αναστάς Κύριος έρχεται εν μέσω του λαού Του και εκπληρώνει την υπόσχεσί Του: «η λύπη ημών εις χαράν γενήσεται… και την χαράν υμών ουδείς αίρει αφ’ υμών» (Ιω. 16:20,22).

Η χαρά της Αναστάσεως είναι αναφαίρετος. Είναι η μόνη αληθινή χαρά.

Ο μεγάλος θεολόγος της Εκκλησίας μας άγιος Γρηγόριος ο Παλαμάς μας εξηγεί ότι ο Κύριος έγινε άνθρωπος «ίνα γένηται της αναστάσεως και της αιωνίου ζωής αρχηγός και πίστωσις, λύσας την απόγνωσιν· ίνα υιός ανθρώπου γενόμενος και της θνητότητος μεταλαβών υιούς Θεού τους ανθρώπους απεργάσηται, κοινωνούς ποιήσας της θείας αθανασίας».

Ο Κύριος ημών Ιησούς Χριστός είναι λοιπόν ο αρχηγός και η βεβαίωσις της αναστάσεως και της αιωνιότητός μας. Έγινε άνθρωπος και συμμερίστηκε την θνητότητά μας, ώστε να μας κάνη υιούς Θεού κοινωνούς της θείας αθανασίας. Έτσι έλυσε την απόγνωσι.

Πράγματι, ό,τι και να κάνη ο αλύτρωτος από τον θάνατο άνθρωπος, στο τέλος τον περιμένει η απόγνωσις γιατί όλα «θάνατος διαδέχεται». Όλα εκμηδενίζονται και αφανίζονται.

Ο ενωμένος όμως με τον Αναστάντα Ιησού άνθρωπος όσα βάσανα, δοκιμασίες, αρρώστιες, κατατρεγμούς, θανάτους και εάν περάση, στο βάθος έχει χαρά, γιατί γνωρίζει ότι συμμετέχων στον Σταυρό του Κυρίου του συμμετέχει στην Ανάστασι και την αιώνιο ζωή Του.

Τώρα εμείς οι χριστιανοί μπορούμε να αγωνιζόμαστε, να χαιρόμαστε, να εορτάζουμε, να ελπίζουμε. Ο Κύριος μας έλυσε την απόγνωσι.

Χωρίς τον Αναστάντα Ιησού, οι εορτές των ανθρώπων είναι πένθιμες και γι’ αυτό κατ’ ουσίαν δεν είναι εορτές. Είναι προσπάθειες φυγής από την μονοτονία, την πλήξι, την μοναξιά. Είναι θορυβώδεις εκδηλώσεις για να μη ακούεται ο τρομακτικός απόηχος του μηδενός.

Ο Ιησούς Χριστός, που λύει την απόγνωσι, είναι η Εορτή μας, γιατί είναι το Πάσχα μας, η διάβασις από το θάνατο στην ζωή.

Για τον πιστό χριστιανό όλη η ζωή είναι Πάσχα και Εορτή, γιατί όλη η ζωή του φωτίζεται, χαριτώνεται και αγιάζεται από την Χάρι του Αναστάντος. Οι εκκλησιαστικές Εορτές είναι αφετηρίες για να γίνεται όλη η ζωή εορτή.

Πολύ αδικούν τον λαό μας όσοι θέλουν να τον απομακρύνουν από τις Εορτές του Χριστού, της Παναγίας και των Αγίων με άθεες εορτές, αθλητικές, πολιτιστικές, ιστορικές, οικογενειακές. Τον ξαναφέρουν στην απελπισία και στην απόγνωσι.

Στα νέα αναγνωστικά του Δημοτικού Σχολείου πρέπει να επανέλθη ο Χριστός, η Αιωνιότης, οι Εορτές της Ορθοδοξίας και του λαού μας. Αλλοιώς ετοιμάζουμε τα παιδιά δίχως την ελπίδα της εκ νεκρών αναστάσεως.

Στην ελληνορθόδοξο παιδεία μας τα παιδιά μορφώνονται σε «υιούς της Αναστάσεως». Στην άθεο παιδεία σε «υιούς του θανάτου».

Ο ελληνορθόδοξος χριστιανικός λαός μας, παρά τις αδυναμίες του, έχει την ευλογία να είναι λαός της Αναστάσεως. Η κατ’ εξοχήν εορτή των Ελλήνων είναι το Πάσχα. Γι’ αυτό και ο λαός μας έχει πάντα ελπίδα. Συμμαρτυρεί προς τούτο το πλήθος των αγίων Νεομαρτύρων της Τουρκοκρατίας και ο πιστός μάρτυς της ελληνορθοδόξου Παραδόσεώς μας Μακρυγιάννης.

Όσοι μάχεσθε για τον αθεϊσμό, μη προσπαθήτε να τον επιβάλετε στον λαό μας. Σεβασθήτε την παράδοσι και την ελευθερία του. Πιστεύω ότι η αθεΐα δεν εκφράζει ούτε τον ιδικό σας βαθύτερο εαυτό, αφού και σεις είστε βαπτισμένοι και προέρχεσθε από τα σπλάχνα του ορθοδόξου λαού μας.

Αφήστε τον λαό μας να είναι αναστάσιμος, ορθόδοξος, να ελπίζη και η ζωή του να είναι Εορτή. Μη σκοτώνετε την ελπίδα από τους ανθρώπους.

Αδελφοί μου, «δεύτε λάβωμεν Φως εκ του Ανεσπέρου Φωτός και δοξάσωμεν Χριστόν τον Αναστάντα εκ νεκρών».

Χριστός Ανέστη! Αληθώς Ανέστη!

Άγιον Πάσχα 1984

Από το βιβλίο: Αρχιμ. Γεωργίου, Καθηγουμ. Ι. Μ. Οσ. Γρηγορίου, ΑΝΑΣΤΑΣΙΝ ΧΡΙΣΤΟΥ ΘΕΑΣΑΜΕΝΟΙ. Έκδ. Ι. Μ. Οσ. Γρηγορίου, Άγιον Όρος 2005, σελ. 31.

Σάββατο 19 Απριλίου 2025

ΑΡΧΙΜ. ΓΕΩΡΓΙΟΣ ΚΑΨΑΝΗΣ: Η ΜΕΓΑΛΗ ΑΓΑΠΗ ΚΑΙ Η ΑΚΡΑ ΤΑΠΕΙΝΩΣΗ ΤΟΥ ΥΪΟΥ ΤΟΥ ΘΕΟΥ!

Αρχ. Γεώργιος Καψάνης, Προηγούμενος Ι. Μ. Γρηγορίου Αγίου Όρους
Η μεγάλη αγάπη και η άκρα ταπείνωση του Υιού του Θεού

Όπως λένε οι άγιοι Πατέρες της Εκκλησίας μας, ο Κύριος κατά το διάλειμμα της τριημέρου Ταφής Του, την οποία σήμερα εορτάζουμε, έπρεπε να ολοκληρώσει το έργο Του. Έπρεπε να ευαγγελισθεί την σωτηρία και να ελευθερώσει από τα δεσμά του διαβόλου και αυτούς που είναι στον Άδη. Και γι’ αυτό κατήλθε η παναγία Του ψυχή στον Άδη και «τοις εν φυλακή πνεύμασι πορευθείς εκήρυξεν», κατά τον άγιο Απόστολο Πέτρο (Α’ Πετρ. 3:19).

Βλέπουμε λοιπόν πάλι την μεγάλη αγάπη του Υιού του Θεού και Θεού μας, ο οποίος κανένα δεν άφησε που να μην ευεργετήσει με τον σταυρικό Του Θάνατο και με την αγία Του Ανάσταση. Αλλά βλέπουμε και την άκρα ταπείνωσή Του, διότι καταδέχθηκε, ενώ ήταν Θεός προαιώνιος, όχι μόνο να γίνει άνθρωπος, όχι μόνο να πάθει τα φρικτά Πάθη, τα οποία ζήσαμε αυτές τις άγιες ημέρες, και να υπομείνει τον σταυρικό Θάνατο σαν να ήταν ο τελευταίος κακούργος, αλλά και αυτή την ταπείνωση δέχθηκε, να μπει νεκρός στον Τάφο.

***
Γι’ αυτό σήμερα, που σκεπτόμαστε πως ο Κύριός μας είναι στον τάφο, και εμείς θα πρέπει να ζητήσουμε την Χάρη από τον Θεό να ταπεινωθούμε. Να ταπεινωθούμε ενώπιον του Θεού και να ταπεινωθούμε ενώπιον των ανθρώπων. Διότι, αν δεν ταπεινωθούμε, Χριστιανοί δεν είμαστε. 
Εκείνο που κάνει τον Χριστιανό Χριστιανό είναι η ταπείνωση. Με την ταπείνωση ο Χριστιανός πιστεύει στον Θεό. Όποιος είναι εγωιστής, δεν μπορεί να πιστέψει στον Θεό· πιστεύει τον εαυτό του για Θεό.

Με την ταπείνωση ο άνθρωπος μπορεί να δείξει συγχώρηση, ανεκτικότητα, υπομονή, αγάπη προς τους συνανθρώπους του. Γιατί όποιος είναι εγωιστής δεν σκέπτεται τίποτε άλλο· μόνο τον εαυτό του σκέπτεται. Όλους τους άλλους τους βλέπει σαν αντικείμενα εκμεταλλεύσεως και σαν σκεύη ηδονής και κοιτάει μόνο πώς θα τους απομυζήσει. Δεν θέλει να προσφέρει τίποτα από τον εαυτό του· μόνο να παίρνει θέλει.

Λοιπόν με τον εγωισμό δεν μπορούμε ούτε με τον Θεό να έχουμε κοινωνία και ένωση, ούτε με τους ανθρώπους μπορούμε να έχουμε ένωση. Και επειδή σήμερα η εποχή μας χαρακτηρίζεται από τον εγωισμό, χαρακτηρίζεται και από το αδιέξοδο που έχουμε οδηγηθεί στις σχέσεις μας μεταξύ μας. Βλέπετε πόσο η οικογένεια διαλύεται, πόσο οι άνθρωποι σήμερα δυσκολεύονται ο ένας να καταλάβει τον άλλο. Γιατί είναι ο εγωισμός που μας δηλητηριάζει και γιατί δεν θέλουμε να ακολουθήσουμε το παράδειγμα του Χριστού, που είναι το παράδειγμα της ταπεινοφροσύνης.

***
Πρέπει λοιπόν, αδελφοί μου, εάν θέλουμε να αναστηθούμε σε μία νέα ζωή σαν Χριστιανοί, ζωή πίστεως, αγάπης, προσευχής, 
πρέπει να μπούμε και εμείς σ’ ένα μνήμα. Αυτό το μνήμα είναι το μνήμα της ταπεινοφροσύνης. Εκεί να θάψουμε τον εγωισμό μας, για να αναστηθούμε μαζί με τον Χριστό σε μία νέα ζωή.

Ας ευχηθούμε λοιπόν, ο Κύριός μας, ο νικητής του θανάτου, να βοηθήσει και εμάς να κάνουμε αυτή την νίκη, που είναι η μεγαλύτερη νίκη. Άμα ο άνθρωπος νικήσει τον εγωισμό του, τότε γίνεται άνθρωπος του Θεού, γίνεται άνθρωπος χαριτωμένος, γίνεται Χριστιανός. Λοιπόν με την Χάρη του Κυρίου και εμείς να θελήσουμε να μπούμε στο μνήμα της ταπεινοφροσύνης, για να συναναστηθούμε μαζί με τον Χριστό και να περιπατήσουμε «εν καινότητι ζωής» (Ρωμ. 6:4), όπως λέγει ο θείος Απόστολος Παύλος, δηλαδή σε μία καινούρια ζωή.

Ο Χριστός όλα αυτά που έκανε, τα έκανε για να δώσει μία νέα ζωή σε μας, μία καινούρια ζωή. Να μη ζούμε την παλαιά ζωή του θανάτου, των παθών, του εγωισμού, της αμαρτίας, του διαβόλου, αλλά να ζούμε μία νέα ζωή, την ζωή που θα είμαστε ενωμένοι με τον Θεό.

Αυτή η ζωή είναι πανηγύρι, αδελφοί μου, είναι συνεχής εορτή. Όποιος ζει την ζωή του Θεού έχει μία αδιάκοπη εορτή, έχει μία αδιάκοπη χαρά, γιατί είναι ενωμένος με τον Θεό. Ο Θεός είναι η Χαρά, είναι η Ζωή, είναι η Αλήθεια, είναι το Φως. Και όποιος είναι ενωμένος με τον Θεό είναι μέσα στην χαρά, είναι μέσα στην αλήθεια, είναι μέσα στην ειρήνη, είναι μέσα στο αληθινό φως.

(1985)

[Από το βιβλίο: † Αρχιμανδρίτου Γεωργίου, “Ομιλίες σε Εορτές του Τριωδίου και περί αρετών (των ετών 1981-1991) Γ’”. Έκδ. Ι.Μ. Οσίου Γρηγορίου, Άγιον Όρος 2017, σελ. 192 (αποσπάσματα)]

Πέμπτη 17 Απριλίου 2025

ΓΕΡΩΝ ΕΥΣΤΡΑΤΙΟΣ ΓΚΟΛΟΒΑΝΣΚΙ: ΣΥΜΜΕΤΟΧΗ ΣΤΟΝ ΜΥΣΤΙΚΟ ΔΕΙΠΝΟ!


Γέροντας Ευστράτιος Γκολοβάνσκι
Συμμετοχή στον Μυστικό Δείπνο

Ο τρόπος με τον οποίο ο άρτος και ο οίνος μεταβάλλονται στη Λειτουργία σε Σώμα και Αίμα του Χριστού είναι ένα μυστήριο που κανένας θνητός δεν μπορεί να το κατανοήσει. Στον Μυστικό Δείπνο ο Κύριός μας Ιησούς Χριστός πήρε τον άρτο, τον έκοψε κομμάτια και τον έδωσε στους μαθητές Του, λέγοντας: «Πάρετε και φάτε· αυτό είναι το Σώμα μου» (Ματθ. 26:26). Ύστερα πήρε το ποτήρι με τον οίνο και τους το έδωσε, λέγοντας: «Πιείτε απ’ αυτό όλοι· αυτό είναι το Αίμα μου» (Ματθ. 26:27-28). Και τους πρόσταξε: «Αυτό που κάνω τώρα, να το κάνετε σε ανάμνησή μου» (Λουκ. 22:19).

Έτσι, σε κάθε λειτουργία, με την επίκληση του Αγίου Πνεύματος από τον λειτουργό ιερέα, η παντοδύναμη θεία χάρη μεταβάλλει τον άρτο και τον οίνο σε Σώμα και Αίμα Χριστού. Εμείς, λοιπόν, κοινωνώντας, πιστεύουμε ότι δεχόμαστε το Σώμα και το Αίμα του Χριστού, ολόκληρη τη θεανθρώπινη φύση του Κυρίου, δεν μπορούμε όμως να εισχωρήσουμε με το νου μας στο φοβερό και ακατάληπτο αυτό μυστήριο.

***

Ποια πρέπει να είναι η πνευματική κατάσταση εκείνων που κοινωνούν το Σώμα και το Αίμα του Χριστού;

Απάντηση: Ο απόστολος Παύλος παραγγέλλει: «Όποιος τρώει τον Άρτο και πίνει το Ποτήριο του Κυρίου ανάξια, γίνεται ένοχος αμαρτήματος απέναντι στο Σώμα και το Αίμα του Κυρίου. Γι’ αυτό πρέπει να εξετάζει κανείς προσεκτικά τον εαυτό του, και τότε να τρώει από τον Άρτο και να πίνει από το Ποτήριο» (Α’ Κορ. 11:27-28). Πρέπει, λοιπόν, πριν από κάθε Μετάληψη των αχράντων Μυστηρίων, να εξετάζουμε προσεκτικά την ψυχή μας και, αν διαπιστώνουμε πως έχει τον παραμικρό ρύπο αμαρτίας, να την καθαρίζουμε με τη μετάνοια· ύστερα να πλησιάζουμε στο άγιο Ποτήριο με φόβο Θεού, πίστη και αγάπη. Γιατί «όποιος τρώει τον Άρτο και πίνει τον Οίνο ανάξια,… τρώει και πίνει για την καταδίκη του» (Α’ Κορ. 11:29).

Απαραίτητη προϋπόθεση για τη συμμετοχή μας στα θεία Μυστήρια είναι και η συμφιλίωση με τους συνανθρώπους μας εκείνους, τους οποίους τυχόν πικράναμε με τη συμπεριφορά μας. «Όταν προσφέρεις το δώρο σου στον ναό», είπε ο Κύριος, «και εκεί θυμηθείς πως ο αδερφός σου έχει κάτι εναντίον σου, άφησε εκεί, μπροστά στο θυσιαστήριο του ναού, το δώρο σου, πήγαινε να συμφιλιωθείς πρώτα με τον αδερφό σου, και ύστερα έλα να προσφέρεις το δώρο σου» (Ματθ. 5:23-24).

[Από το βιβλίο: Γέροντος Ευστρατίου (Γκολοβάνσκι), Απαντήσεις σε ερωτήματα χριστιανών. Ιερά Μονή Παρακλήτου, 2012. Ερωτήσεις 114, 169]

Τετάρτη 16 Απριλίου 2025

ΛΑΜΠΡΟΣ ΣΚΟΝΤΖΟΣ: ΜΕΓΑΛΗ ΤΕΤΑΡΤΗ- ΥΠΕΡ ΤΗΝ ΠΟΡΝΗΝ ΑΓΑΘΕ ΑΝΟΜΗΣΑΣ!


Λάμπρος Σκόντζος, Θεολόγος
Μ. Τετάρτη: «Υπέρ την πόρνην αγαθέ ανομήσας»

«Τη αγία και μεγάλη Τετάρτη της αλειψάσης τον Κύριον μύρω πόρνης γυναικός μνείαν ποιούμεθα οι θειότατοι πατέρες εθέσπισαν, ότι προ του σωτηρίου πάθους μικρόν τούτο γέγονεν». Αυτό είναι το συναξάρι της σημερινής ημέρας, της Μεγάλης Τετάρτης. Οι συνοδοιπόροι του πάθους του Χριστού μας πιστοί καλούμαστε αυτή την ιερή ημέρα να τιμήσουμε την έμπρακτη και ειλικρινή μετάνοια της πρώην πόρνης γυναικός, η οποία έγινε συνώνυμη με την συντριβή και την αλλαγή ζωής.

Το σημαντικότατο, συγκινητικότατο και διδακτικότατο γεγονός της αλείψεως του Κυρίου με πολύτιμο μύρο από την αμαρτωλή γυναίκα διασώζουν με μικρές παραλλαγές και οι τέσσερις ευαγγελιστές. Ο Ματθαίος (26,6-13), ο Μάρκος (14,3-9) και ο Ιωάννης (12,1-8) ομιλούν για την ίδια γυναίκα, την Μαρία, την αδελφή του Λαζάρου, η οποία, όπως αναφέραμε, από ευγνωμοσύνη για την ανάσταση του αδελφού της, έκαμε αυτή την σπουδαία πράξη. Αντίθετα ο Λουκάς αναφέρει πως η γυναίκα, που δεν αναφέρεται το όνομά της, ήταν αμαρτωλή πόρνη. Είναι προφανές ότι πρόκειται για διαφορετικό περιστατικό.

Βεβαίως στον Εσπερινό της ημέρες διαβάζεται η περικοπή από το Ευαγγέλιο του Ιωάννη, όμως το περιεχόμενο και η θαυμάσια υμνολογία της ημέρας είναι εμπνευσμένη από την περικοπή του Ευαγγελίου του Λουκά.

Σύμφωνα με τον ιερό ευαγγελιστή ο Ιησούς προσκλήθηκε σε δείπνο στο σπίτι κάποιου Σίμωνος, ο οποίος ανήκε στην τάξη των Φαρισαίων. Κάποια γυναίκα αμαρτωλή όταν έμαθε ότι ο Κύριος ήλθε στην πόλη, ζήτησε να μάθει σε πιο σπίτι έχει καταλύσει. Και ενώ έτρωγαν και συζητούσαν, ξάφνου μπήκε στο σπίτι η γυναίκα εκείνη, κρατώντας στα χέρια της αλαβάστρινο δοχείο γεμάτο πολύτιμο μύρο. Προχώρησε στο μέρος του Ιησού και αφού στάθηκε πίσω Του, γονάτισε και άρχισε να κλαίει και να οδύρεται γοερά. Άνοιξε αμέσως το δοχείο και άρχισε να ρίχνει απλόχερα το μύρο και να πλένει με αυτό πόδια του Ιησού. Μαζί με το πολύτιμο μύρο έσμιγε και τα καυτά δάκρυά της, τα οποία έτρεχαν σαν ποτάμι από τα μάτια της.  Αφού άδειασε το δοχείο ξέπλεξε τα πλούσια μαλλιά της και σκούπισε με αυτά τα πόδια Του, φιλώντας τα αδιάκοπα.

Ο Φαρισαίος οικοδεσπότης απόρησε με το γεγονός και διαλογιζόταν: Αυτός εδώ είναι προφήτης, δε γνωρίζει το ποιόν αυτής τη γυναίκας και την αφήνει να τον αγγίξει; Ο καρδιογνώστης Χριστός είπε στον Σίμωνα: Έχω να σου πω το εξής για τις σκέψεις σου: Εκείνος είπε: μίλα μου δάσκαλε. Κάποιος, του είπε, δάνεισε χρήματα σε δύο ανθρώπους, στον πρώτο πεντακόσια δηνάρια και στον δεύτερο πενήντα. Όταν έπρεπε να τα επιστρέψουν αυτοί δεν είχαν και ο δανειστής τους τα χάρισε. Και ρωτά το Σίμωνα: ποιος από τους δυο θα χρωστάει μεγαλύτερη χάρη στον δανειστή; Ο Σίμων απάντησε: αυτός που του χαρίστηκε το μεγαλύτερο ποσό. Σωστά απάντησες του είπε ο Ιησούς. Για κοίταξε αυτή τη γυναίκα. Εγώ μπήκα στο σπίτι σου και δεν μου έπλυνες τα πόδια με νερό, όμως εκείνη μου τα έπλυνε με τα δάκρυά της και τα σκούπισε με τα μαλλιά της. Χαιρετισμό δε μου έδωκες, όμως αυτή δε σταμάτησε στιγμή να μου φιλάει τα πόδια. Με λάδι δεν μου άλειψες το κεφάλι, όμως αυτή με πανάκριβο μύρο μου άλειψε τα πόδια. Δεν αξίζει να της πω: «σου συγχωρούνται οι τόσες πολλές αμαρτίες σου, διότι με αγάπησες τόσο πολύ»; Γυρίζοντας προς τη γυναίκα της είπε: «σου συγχωρούνται οι αμαρτίες σου». Τότε άρχισαν οι συνδαιτυμόνες να διερωτώνται: ποιος είναι αυτός που μπορεί να συγχωρεί αμαρτίες; Ο Χριστός ξαναλέγει στη γυναίκα: «Η πίστη σου σε έσωσε, πήγαινε στο καλό».

Η γυναίκα αυτή ήταν διαβόητη για την αμαρτωλότητά της. Οι υποκριτές συντοπίτες της την ήθελαν πόρνη, για να ικανοποιεί τις πορνικές τους αμαρτωλές έξεις. Ένα σκεύος αμαρτωλής ηδονής και τίποτε περισσότερο. Στην κοινωνική και θρησκευτική ζωή της πόλεως δεν είχε θέση, ήταν το μίασμα, την οποία έπρεπε να αποφεύγουν. Κάπως έτσι σκέφτηκε και ο Σίμων ο οικοδεσπότης, όταν είδε να μπαίνει στο «καθώς πρέπει» σπίτι του εκείνη και να το «μιαίνει». Πολλώ δε μάλλον να αγγίζει τον υψηλό καλεσμένο του ραβίνο.

Το σώμα της αμαρτωλής αυτής γυναίκας έχε παραδοθεί εξ’ ολοκλήρου στο βόρβορο της αμαρτίας και της διαφθοράς. Όμως μέσα στα κατάβαθα της ψυχής της σιγόκαιγε αμυδρή φλόγα λυτρώσεως. Ο ψυχικός της κόσμος δεν είχε διαφθαρεί ολοκληρωτικά. Η παρουσία του Σωτήρα Χριστού στην πόλη εκείνη λειτούργησε στην καρδιά της ως ισχυρότατος άνεμος, ο οποίος θέριεψε την αδύναμη φλόγα λυτρώσεως και την έκαμε πυρακτωμένο καμίνι, ασυγκράτητη ορμή για μετάνοια και σωτηρία και γι’ αυτό έτρεξε κοντά Του με τον χαρακτηριστικό αυτό τρόπο.

«Προσέξετε, φιλόχριστοι Χριστιανοί, συμβουλεύει ο ιερός Χρυσόστομος, να νοήσετε και να απολαύσετε την καλή διήγηση της καλής αυτής γυναικός, η οποία έφτασε ως εκεί, χωρίς να την καλέσουν, πλησίασε στο μέρος που βρισκόταν ο Κύριος και εξομολογήθηκε δημόσια, εξ όλης καρδίας, τα κρίματά της, χωρίς να αισχύνη, χωρίς φόβο η αντρειωμένη στην ψυχή. Δε λογάριασε τίποτε, ούτε την ταραχή των υπηρετών, ούτε την κατηγορία και το όνειδος των παρισταμένων».

Ο Χριστός, εγκαινίασε μια νέα αντίληψη για τον αμαρτωλό άνθρωπο, εντελώς διάφορη από εκείνη της ιουδαϊκής κοινωνίας. Δεν είναι ο αμαρτωλός άνθρωπος μιασμένος από τη φύση του, αλλά ένας πνευματικά ασθενής, ο οποίος χρειάζεται βοήθεια. Έθεσε ως αντίδοτο της πνευματικής ασθένειας τη μετάνοια, η οποία είναι ο ισχυρότατος εκείνος μοχλός, ο οποίος γκρεμίζει το οικοδόμημα της αμαρτίας και αναγεννά τον άνθρωπο. Δια του Κυρίου μας Ιησού Χριστού παρήλθε ανεπιστρεπτί το καθεστώς του νόμου και της μισθαποδοσίας, και ανέτειλε η εποχή της χάρητος και του ελέους.

Οι θείοι υμνογράφοι, θέλοντας να τονίσουν το σωτήριο νόημα της μετάνοιας της αμαρτωλής γυναικός, στόλισαν τις ιερές ακολουθίες της Μεγάλης Τετάρτης με μια ποιητική και μουσική πανδαισία ύψιστης αξίας. Η ακολουθία ιδιαίτερα του Όρθρου, σύμφωνα με επιφανείς λειτουργιολόγους, είναι από τις καλλίτερες ποιητικές συνθέσεις όλων των ακολουθιών του έτους. Τους ύμνους της Μ. Τετάρτης χαρακτηρίζουν οι πλούσιες εικόνες, οι διάλογοι και οι αντιθέσεις. Ο Όρθρος ξεκινάει με το γνωστό «Ιδού ο Νυμφίος έρχεται…» και ακολουθούν τα υπέροχα καθίσματα «Πόρνη προσήλθε σοι…», «Ιούδας ο δόλιος φιλαργυρίαν ερών…» και το καταπληκτικό «Η πόρνη εν κλαυθμώ ανεβόα, οικτίρμων…». Στο κοντάκιο παρουσιάζεται ο κάθε άνθρωπος αμαρτωλός να βρίσκεται στη θέση της πόρνης. Ο ιερός ποιητής παίρνει τη θέση της και ικετεύει στο Δεσπότη και Λυτρωτή Χριστό να τον ελεήσει, «Υπέρ την πόρνην αγαθέ, ανομήσας, δακρύων όμβρους (όπως εκείνη) ουδαμώς σοι προσήξα, αλλά σιγή δεόμενος προσπίπτω σοι, πόθω ασπαζόμενος τους αχράντους σου πόδας, όπως μοι την άφεσιν, ως Δεσπότης, παράσχης των οφλημάτων, κράζοντι, Σωτήρ, εκ του βορβόρου των έργων μου ρύσαι με». Εξαίσιες ποιητικές συνθέσεις έργα του αγίου Κοσμά του Μελωδού, είναι τα τροπάρια των στιχηρών των αίνων. «Σε τον της Παρθένου Υιόν πόρνη επιγνούσα Θεόν…», «Το πολυτίμητον μύρον η πόρνη έμιξε μετά δακρύων…», «Ότε η αμαρτωλός προσέφερε το μύρον…», «Ω της Ιούδα αθλιότητος! Εθεώρει την πόρνην φιλούσαν τα ίχνη και εκέπτετο δόλω της προδοσίας το φίλημα…». Στα υπέροχα αυτά τροπάρια γίνεται αριστοτεχνική αντίθεση μεταξύ της μετανοούσας γυναικός και του μελλοντικού προδότη μαθητή Ιούδα. Ο ιερός ποιητής εξαίρει την μετάνοια της πόρνης και στηλιτεύει την προδοσία του μαθητή. Τα τροπάρια των αποστίχων είναι και αυτά καταπληκτικές ποιητικές συνθέσεις και είναι έργα του Βυζαντίου του Μελωδού. «Σήμερον ο Χριστός παραγίνεται εν τη οικία του Φαρισαίου…»«Ήπλωσεν η πόρνη τα τρίχας σοι τω Δεσπότη, ήπλωσεν ο Ιούδας τας χείρας τοις παρανόμοις…», «Προσήλθε γυνή δυσώδης και βεβορβορωμένη…». Στο τέλος ψάλλεται ένα από τα κορυφαία ποιήματα όχι μόνο της Εκκλησίας μας, αλλά και γενικότερα της παγκοσμίου λογοτεχνίας. Πρόκειται για το γνωστότατο δοξαστικό «Κύριε η εν πολλαίς αμαρτίαις περιπεσούσα γυνή…», το γνωστό τροπάριο της Κασσιανής, της μεγάλης αυτής βυζαντινής ποιήτριας, την οποία μερικοί αμαθείς την ταυτίζουν με την πόρνη, που αναφέρεται στον περίφημο ύμνο της. Κανενός η ψυχή δεν μένει ασυγκίνητη στο άκουσμά του.

Η αφιέρωση της ημέρας αυτής στην μακάρια πρώην πόρνη γυναίκα έγινε σκόπιμα από τους αγίους Πατέρες. Η μορφή της προβάλλει ως φωτεινό ορόσημο καταμεσής στην οδοιπορία προς το Θείο Πάθος για να δείξει και σε μας πως αν δεν συντριβούμε, σαν και εκείνη, και δεν δείξουμε έμπρακτη μετάνοια, δεν μπορούμε να ακολουθήσουμε το Χριστό στο Πάθος και την Ανάσταση. Η αγία μας Εκκλησία θέσπισε τη μετάνοια ως ύψιστη δωρεά η οποία ανανεώνει την ουρανοδρόμο πορεία μας προς το Χριστό και την τελείωσή μας. Καλός χριστιανός δεν είναι εκείνος, ο οποίος γεμάτο κομπασμό και εγωιστική αυτάρκεια, ισχυρίζεται ότι έφτασε σε επίπεδο αγιότητας και δεν χρειάζεται πια άλλο αγώνα, αλλά ο διατελών σε διαρκή μετάνοια.

ΑΛΟΨΙΣ

Τρίτη 15 Απριλίου 2025

ΠΡΩΤΟΠΡ. ΓΕΩΡΓΙΟΣ ΜΕΤΑΛΛΗΝΟΣ: Η ΥΜΝΟΓΡΑΦΙΑ ΤΗΣ ΜΕΓΑΛΗΣ ΕΒΔΟΜΑΔΑΣ!


Η υμνογραφία τής Μεγάλης Εβδομάδας
(Πρωτοπρ. Γεώργιος Δ. Μεταλληνός)

Ἡ Μεγάλη Ἑβδομάδα ἀνακεφαλαιώνει ὅλη τὴν ἀνθρώπινη Ἱστορία, τὴν δημιουργίᾳ, τὴν πτώση, τὴν ἐν Χριστῷ ἀνάπλαση καὶ ἀναδημιουργία. Ὁ Χριστός, ὁ σταυρωμένος καὶ ἀναστὰς Κύριος τῆς Ἐκκλησίας καὶ τῆς Ἱστορίας, προβάλλεται μέσα ἀπὸ τὶς ἱερὲς Ἀκολουθίες, ὡς Αὐτὸς ποὺ δίνει λύση στὴ διαχρονικὴ τραγῳδία τοῦ ἀνθρώπου καὶ νοηματοδοτεῖ τὴν Ἱστορία.

Ὑπάρχει δὲ συνοχὴ καὶ συνέχεια στὰ ἀναγιγνωσκόμενα, ἀδόμενα καὶ τελούμενα στὴ Λατρεία, ποὺ ἀποδυναμώνεται ὅμως μὲ τὴν ἀποσπασματικότητα τῆς μετοχῆς, σ᾿ ἀντίθεση μὲ τὴν μοναστικὴ λειτουργικὴ πράξη. Ἡ καταφυγὴ τῶν φιλακολούθων στὰ μοναστήρια αὐτὲς τὶς μέρες, καὶ μάλιστα τὰ ἁγιορείτικα, αὐτὸ τὸ νόημα ἔχει: τὴν δυνατότητᾳ βιώσεως ὅλου του φάσματος τῆς προσφερόμενης, ἀπὸ τὴν λατρείᾳ, ἀνακεφαλαιώσεως τῆς σωτηρίας ἀνθρώπου καὶ κόσμου.

Ἡ παροντοποίηση τῶν συνδεομένων μὲ τὰ Πάθη τοῦ Χριστοῦ ἱστορικῶν σωτηριωδῶν γεγονότων πραγματοποιεῖται μὲ τὰ δρώμενα (λιτάνευση τῆς εἰκόνας τοῦ Νυμφίου, τοῦ Μυστικοῦ Δείπνου, τοῦ Σταυροῦ, τοῦ Ἐπιταφίου, Ἀποκαθήλωση), ἀλλὰ κυρίως μὲ τὸ βασικότερο μέσον της ἐκκλησιαστικῆς μας λατρείας, τὸν λόγο τοῦ ὕμνου καὶ τὸ μουσικὸ ἔνδυμά του, τὸν ὑπέροχο αὐτὸ διφυῆ φορέα καὶ ἐκφραστὴ τῆς ὀρθόδοξης πίστης. Ὁ λειτουργικὸς ὕμνος συνιστᾷ τὴν καρδιὰ τῆς ἐκκλησιαστικῆς λατρείας, διότι οἱ δυνατότητες ποὺ προσφέρει ὁ ποιητικὸς λόγος καθιστοῦν τὴν ὑμνογραφία τὸ προσφορότερο μέσο γιὰ τὴν μυσταγωγία τοῦ σώματος-συνάξεως. Ὁ ὕμνος μεταβάλλει τὴν λατρεία σὲ ἀσίγαστο στόμα τῆς ἐκκλησιαστικῆς κοινωνίας, ποὺ δίνει καθημερινὰ τὴν μαρτυρία καὶ ὁμολογία τῆς πίστεώς της, τῆς ἐμπειρίας τῆς σωτηρίας της. Ποιητικὸς ὅμως λόγος καὶ μελῳδία συνάπτονται στὸν ὀρθόδοξο λειτουργικὸ ὕμνο ἐμπροϋπόθετα, ἀφοῦ ἡ ἐκκλησιαστικὴ Τέχνη στὴν Ὀρθοδοξία δὲν ὑπάρχει ποτὲ αὐτόνομα καὶ αὐθυπόστατα, ἀλλὰ λειτουργικὰ καὶ διακονικά, προσφέροντας μέσα γιὰ τὴν προσέγγιση τοῦ μυστηρίου τῆς σωτηρίας. Ἡ Τέχνη τῆς Ὀρθοδοξίας κινεῖται στὸ μεταίχμιο κτιστοῦ καὶ ἀκτίστου, γεφυρώνοντας χαρισματικὰ τὴν ἀπόστασή τους ὡς ἱστορικὴ σάρκα τῆς θεανθρώπινης πραγματικότητας τῆς Ἐκκλησίας.

Ἔτσι ὁ Ὕμνος, ὡς λόγος πατερικός, γίνεται ποιμαντικὸ μέσο γιὰ τὴν οἰκοδομὴ τῶν πιστῶν. Προσφέρει τὴν θεογνωσίᾳ καὶ θεολογία τῆς καθαρμένης καὶ φωτισμένης ἀπὸ τὸ ἅγιο Πνεῦμα καρδιᾶς τῶν Ἁγίων, ποὺ θεολογώντας ποιητικά, βλάπτουν τὸν κάλαμο στὰ νάματα τῆς πίστεώς τους καὶ στὰ δάκρυα τῆς μετανοίας τους. Μεγάλοι Πατέρες καὶ Μητέρες μας εἶναι ποιητὲς καὶ μελῳδοὶ τῶν ὕμνων τῆς Μεγάλης Ἑβδομάδος. Σωφρόνιος Ἱεροσολύμων, Κοσμᾶς Μαϊουμᾶ, Μᾶρκος Ὑδροῦντος, Ἀνδρέας Κρήτης, Κασσιανὴ ἢ Κασσία εἶναι τὰ γνωστότερα ὀνόματα, ποὺ μετασκευάζουν σὲ «τραγούδι» τοῦ ἐκκλησιαστικοῦ σώματος καὶ «Θεο-λογία» τὴν πνευματικὴ-καρδιακὴ ἐμπειρία τους.

Ἂν ὅμως ὁ ὑμνογραφικὸς λόγος εἶναι φωνὴ τῆς Ἐκκλησίας, ἡ μουσικὴ (μελῳδία) εἶναι τὸ κατάλληλο ἔνδυμά της. Ὑπάρχει γιὰ τὸν λόγο, «τῶν ρημάτων τὴν δύναμιν» καὶ ὄχι ὡς αὐθυπόστατο καλλιτεχνικὸ μέσο. Στόχος της δὲν εἶναι ἡ τέρψη ἢ ἡ συναισθηματικὴ διέγερση ἀλλὰ ἡ ὑποβοήθηση τοῦ λόγου γιὰ νὰ διεισδύσει στὰ βάθη τῆς ὕπαρξης, δημιουργώντας διάθεση προσευχητική, κατάνυξη καὶ αὐτομεμψία. Δὲν εἶναι μουσικὴ ἀκροάματος («οὐκ ἔστι θέατρον ἡ Ἐκκλησία, ἵνα πρὸς τέρψιν ἀκούωμεν», παρατηρεῖ ὁ Ἱ. Χρυσόστομος), ἀλλὰ λειτουργική. Διακονεῖ τὸ μυστήριο τοῦ ἔνσαρκου Λόγου, ἐπενδύοντας τὸν θεολογικὸ λόγο, γιὰ νὰ μπορεῖ τὸ ἐκκλησιαστικὸ σῶμα νὰ «πλέκει» εἰς τὸν Θεῖον Λόγο-Χριστὸ «ἐκ λόγων μελῳδίαν». Γι᾿ αὐτὸ καὶ δὲν βρῆκαν στὴ λατρεία τῆς Ἐκκλησίας, ὡς Ὀρθοδοξίας, ποτὲ θέση τὰ μουσικὰ ὄργανα. Στὴν Ἐκκλησία, «ὄργανον» γλυκύφθογγο τοῦ Ἁγίου Πνεύματος γίνεται ὁ πιστὸς («Αὐτὸς ὁ ἄνθρωπος ψαλτήριον γενόμενος», κατὰ τὸν Μ. Ἀθανάσιον), μὲ τὴν καθαρὴ ἀπὸ πάθη καρδιά του. Χωρὶς τὴν καθαρότητα τῆς καρδιᾶς, ἄλλωστε, δὲν μπορεῖ νὰ ζήσει κανεὶς τὰ γεγονότα τῆς Μεγάλης Ἑβδομάδος καὶ τοῦ Πάσχα. Προχωρώντας γιὰ τὴν «τελετὴ» τῆς Ἀναστάσεως, τὴν νύχτᾳ τοῦ Μεγάλου Σαββάτου, θὰ ψάλουμε. «…καὶ ἡμᾶς τοὺς εὐσεβεῖς καταξίωσον ἐν καθαρᾷ καρδία Σὲ δοξάζειν». Εἶναι ἡ «καλὴ καρδιά», γιὰ τὴν ὁποία εὔχεται ὁ λαός μας στὰ πανηγύρια καὶ στὶς χαρές του, ὑψώνοντας τὸ κρασοπότηρο. Γιατί, χωρὶς «καλὴ καρδιὰ» δὲν ὑπάρχει δυνατότητα κοινωνίας μὲ τοὺς συνανθρώπους μας καὶ χωρὶς «καθαρὰν καρδίαν» χάνεται ἡ δυνατότητα μετοχῆς στὴν Ἄκτιστη Θεία Χάρη.

Αὐτὲς εἶναι οἱ ἐκκλησιολογικὲς καὶ θεολογικὲς ἀρχές, ποὺ διέπουν τὸν ὑμνογραφικὸ λόγο (καὶ) τῆς Μεγάλης Ἑβδομάδος καὶ τὴν μουσικὴ-μελῳδία του, καθιερωμένες ἀπὸ τὴν ἁγιοπνευματικὴ συνείδηση, ταυτιζόμενη μὲ τὴν ὀρθόδοξη αὐτοσυνειδησία. Γι᾿ αὐτὸ καὶ ὁ λαὸς – ὅλοι μας δηλαδὴ- μετέχει μὲ κατάνυξη καὶ συμψάλλει τὰ βασικὰ τροπάρια («Ἰδοὺ Ὁ Νυμφίος ἔρχεται …», «Τὸν νυμφῶνά Σου βλέπω…», τὰ «Ἐγκώμια» τοῦ Ἐπιταφίου κ.ἄ.π.). Ἀπὸ τὴν στιγμή, ποὺ τὸ ἐκκλησιαστικὸ σῶμα χάνει τὴν δυνατότητᾳ παρακολούθησης τοῦ ὑμνογραφικοῦ λόγου καὶ τῆς συμψαλμῳδίας, ἐλέγχεται ἡ (ἐνίοτε μὴ θεολογοῦσα) ψαλτικὴ τέχνη, ποὺ ἀποβαίνει περισσότερο «τέχνη» καὶ λιγότερο διακονικὸ ἔνδυμα τοῦ λόγου. Τότε σκοπὸς γίνεται τὸ ἀκρόαμα καὶ ὄχι ἡ κατανυκτικὴ συμμετοχή. Ἔτσι, ὅμως, «δυτικοποιεῖται» ἡ ἐκκλησιαστικὴ Τέχνη καὶ ἐκκοσμικεύεται ἡ Λατρεία.

(Ἄρθρο στὴν ἐφημερίδα Παρὸν τῆς Κυριακῆς, 12-04-2009)

Δευτέρα 14 Απριλίου 2025

Π. ΣΥΜΕΩΝ ΚΡΑΓΙΟΠΟΥΛΟΣ: ΜΕΓΑΛΗ ΔΕΥΤΕΡΑ- Ο ΠΑΓΚΑΛΟΣ ΙΩΣΗΦ, ΠΡΟΤΥΠΩΣΗ ΤΟΥ ΧΡΙΣΤΟΥ!

π. Συμεών Κραγιόπουλος
Μ. Δευτέρα: Ο πάγκαλος Ιωσήφ, προτύπωση του Χριστού


Δεν μπορούμε σήμερα, πρώτη ημέρα της Μεγάλης Εβδομάδος, να μη θυμηθούμε τον Ιωσήφ. Η Εκκλησία όρισε να «ποιούμεθα μνείαν του παγκάλου Ιωσήφ» την Μεγάλη Δευτέρα.

Τι δεν έπαθε ο Ιωσήφ! Από ποιους; Από τα ίδια του τα αδέλφια. Έτσι είναι ο άνθρωπος. Από κει που μπορεί να είναι του Θεού άνθρωπος και ν’ ακολουθεί τον Θεό και τελικά να σώζεται εν Θεώ, μπορεί να βρεθεί στην αντίθετη πλευρά και να τυραννεί και να βασανίζει τους ανθρώπους του Θεού.

Όπως η ανθρωπότητα, ενώ έρχεται ο Κύριος να σώσει τον άνθρωπο, η ανθρωπότητα σταυρώνει, θανατώνει τον Χριστό. Δεν τον θανάτωσαν τον Χριστό απλώς κάποιοι κακοί άνθρωποι. Όλοι μας, εάν δεν νιώσουμε ότι είμαστε σταυρωτές του Χριστού, δεν μπορούμε να νιώσουμε όλη τη λύτρωση αυτή που φέρνει και όλη αυτή την ανάσταση που φέρνει ο Κύριος.

Τα αδέλφια του Ιωσήφ είναι αυτά που τόσο άπονα φέρονται, τόσο εγωιστικά, τόσο άσπλαχνα, σαν να μην έχουν ίχνος ανθρωπίνης ευαισθησίας, πολύ περισσότερο αδελφικής, από ζήλεια και φθόνο. Να το θυμηθούμε αυτό, παρακαλώ, όλοι μας αυτές τις ημέρες· θα πούνε και τα τροπάρια «δια φθόνον παρέδωκαν αυτόν». Εκεί είναι το κακό.

Τον Χριστό δεν μπορούσαν να τον δεχθούν, δεν μπορούσαν να καταλάβουν; Δεν σ’ αφήνει ο φθόνος να καταλάβεις, δεν σ’ αφήνει ο φθόνος να δεις την αλήθεια. Και δεν υπάρχει ψυχή που δεν προσβάλλεται από τον φθόνο· και, όποιος κρατάει μέσα του τον φθόνο, ούτε να δει μπορεί ούτε να καταλάβει ούτε να συγκρατήσει τον εαυτό του. Γίνεται θεριό κανείς. Μπορεί δηλαδή τα χειρότερα πράγματα να τα κάνει κανείς επηρεαζόμενος, κινούμενος από φθόνο, όχι απλώς από την αγριότητα που μπορεί να έχει κανείς. «Δια φθόνον παρέδωκαν» τον Κύριον και εσταύρωσαν τον Κύριον (Ματθ. 27:18), τον θανάτωσαν τον Κύριον· και από φθόνο εδώ τα αδέλφια του Ιωσήφ εγκληματούν.

Και ο Ιωσήφ έζησε πριν από τον Κύριο· γιατί, όπως είπαμε κι άλλη φορά κι όπως λένε τα βιβλία, είναι προτύπωσις του Κυρίου. Μιμητής του Κυρίου πριν έρθει ο Κύριος. Φθονείται κι αυτός, όπως ο Κύριος, πάσχει κι αυτός αναιτίως όπως ο Κύριος. Και υφίσταται σε τέτοιο βαθμό ό,τι υφίσταται, που πρέπει συν τοις άλλοις να έφτασε στο σημείο εκείνο που ο άνθρωπος αισθάνεται περισσότερο από κάθε άλλη φορά τη μεγάλη δυσκολία, τη μεγάλη πίεση, το μεγάλο ζόρισμα, όπως ο Κύριος θα πει πάνω στον Σταυρό: «Θεέ μου, Θεέ μου, ίνα τι με εγκατέλιπες» (Ματθ. 27:46).

Και ο Ιωσήφ εκεί κάτω, άγνωστος εν μέσω αγνώστων, και τόσο-τόσο άδικα να εγίνοντο όλα και το ένα κατόπιν του άλλου, το ένα χειρότερο από το άλλο. Και οπωσδήποτε έζησε και τέτοιες καταστάσεις, τέτοια βιώματα: «Θεέ μου, γιατί με εγκατέλειψες». Ωστόσο όμως μένει εκεί, άνθρωπος του Θεού, πιστός. Και όπως το γνωρίζουμε, όταν αργότερα φανερώθηκε στ’ αδέλφια του και είδαν τ’ αδέλφια του ποιος είναι κλπ., μεταφέρθηκαν όλοι στην Αίγυπτο, μετακόμισαν εκεί. Αλλά, όταν πέθανε ο Ιακώβ, φοβήθηκαν τ’ αδέλφια του φοβήθηκαν. «Τώρα – σκέφθηκαν – που πέθανε ο πατέρας μας, κάτι θα μας κάνει ο αδελφός μας». Και τον πλησίασαν και του είπαν: «Ξέρεις, ο πατέρας μας είπε να σου πούμε να μας συγχωρήσεις εκείνη την αμαρτία και να μη μας κάνεις τίποτε». Και ο Ιωσήφ τους λέει: «Μη φοβείσθε, είμαι άνθρωπος του Θεού εγώ» (Γεν. 50:19).

Πώς σκέφτονται οι άνθρωποι, οι άνθρωποι που τιμήθηκαν μ’ αυτήν την αξία τη μεγάλη, που είπαμε. Αλλά πώς γίνεται ο άνθρωπος και πώς σκέφτεται ο άνθρωπος, όταν δεν είναι του Θεού, είναι έξω από τον Θεό. Πόσες φορές ο αμαρτωλός, που ακόμη δεν βρήκε την πίστη την αληθινή και δεν πήρε σωστά τον δρόμο, νομίζει ότι κι ο Θεός ακόμη θα τον εκδικηθεί· έτσι μοιάζει το πράγμα στα βάσανα που περνάει.

Έτσι νόμιζαν κι αυτοί. Αλλά ο Ιωσήφ τους είπε δεν είναι δυνατόν, μη φοβάστε, «του γαρ Θεού ειμι εγώ». Όντως δηλαδή είναι ο εκλεκτός του Θεού, όντως είναι το σκεύος του Θεού, είναι το όργανο του Θεού, ο άνθρωπος του Θεού.

Ο Ιωσήφ από μικρό παιδί το ένιωσε αυτό σαν να είχε μέσα του ένα κάτι που τον οδηγούσε στον δρόμο αυτό. Και αποδέχθηκε πλήρως αυτή την εύνοια που του έδειξε ο Θεός· τα δέχθηκε ευχαρίστως όλα, όσα υπέστη, ακριβώς διότι ήταν του Θεού άνθρωπος, διότι τον διάλεξε ο Θεός, διότι ήθελε να τον κάνει τελικά ο Θεός έτσι όπως τον ήθελε. Και παρεδόθη ο Ιωσήφ, παρεδόθη, έδωκε τον εαυτόν του. Όχι φανταζόμενος τούτο και κείνο. Όχι, αλλά κάνοντας υπακοή στον Θεό. Και πέρασε όλα αυτά που πέρασε και ήπιε τα πικρά ποτήρια που ήπιε. Αλλά τίποτε όμως δεν τον άλλαξε προς το κακό, δεν τον επηρέασε· είναι του Θεού μέχρι τέλους.

[Από το βιβλίο: π. Συμεών Κραγιοπούλου “Σταυροαναστάσιμα”, Β’ έκδοση, Πανόραμα Θεσσαλονίκης 2003, σελ. 80 (αποσπάσματα)]

Τετάρτη 9 Απριλίου 2025

Ο ΠΑΤΗΡ ΚΟΣΜΑΣ, ΗΓΟΥΜΕΝΟΣ ΤΗΣ ΜΟΝΗΣ ΣΤΟΜΙΟΥ ΚΟΝΙΤΣΗΣ

 Ο πατήρ Κοσμάς, ηγούμενος της Μονής Στομίου Κονίτσης
του Ιωάννη Τάτση, Θεολόγου

Ο ηγούμενος της ιεράς Μονής Στομίου Κονίτσης, ο πατήρ Κοσμάς, ο καλόγερος, όπως συνήθιζαν να τον αποκαλούν κυρίως οι Κάτω Κονιτσιώτες, εκοιμήθη στις 23 Φεβρουαρίου 2025 και σε λίγες μέρες θα τελεστεί το τεσσαρακονθήμερο μνημόσυνο του. Υπήρξε άνθρωπος απλός, φίλος της ησυχίας, ολιγομίλητος, ανδρείος, διακριτικός σε όλα και κυρίως σε όσα συμβούλευε τα πνευματικά του τέκνα, αυτοδίδακτος ησυχαστής, ολιγαρκής και πράος. Αν και απέφευγε να διδάσκει τους άλλους, μερικές από τις απαντήσεις του σε ερωτήματα πιστών έχουν μείνει ανεξίτηλες σε όσους είχαμε τη μεγάλη ευλογία να ζήσουμε κοντά του. 

“Ποτέ μου δεν μετάνιωσα που δεν μίλησα” έλεγε, για να διδάξει ότι όποιος κρατά το στόμα του κλειστό αποφεύγει την κατάκριση, τις συγκρούσεις χωρίς λόγο, τις διαφωνίες και τις άσκοπες συνομιλίες. Στην τράπεζα της Μονής Στομίου, όπου συνέτρωγαν μοναχοί και λαϊκοί επισκέπτες, τις περισσότερες φορές παρακολουθούσε σιωπηλός τις συζητήσεις μεταξύ των επισκεπτών ενώ σπανιότερα παρενέβαινε λέγοντας τη γνώμη του με λίγες μόνο λέξεις, εάν επρόκειτο για θέμα άξιο λόγου, πνευματικό, εκκλησιαστικό ή εθνικό. Όταν τον ρωτούσαν τη γνώμη του για κάποιο ζήτημα άλλοτε την έλεγε και άλλοτε, εάν το θέμα δεν ήταν σημαντικό ή δεν αφορούσε άμεσα τους παρόντες συνομιλητές, άλλαζε την συζήτηση. Όταν έβλεπε πως η συζήτηση ξεστράτιζε σε θέματα της επικαιρότητας, πολιτικά ή άλλα αδιάφορα από πνευματικής άποψης, έβαζε τέλος στη συζήτηση και σηκωνόταν για την ευχαριστήρια προσευχή μετά το γεύμα ή το δείπνο.

Στα νέα παιδιά ήθελε πολύ να εμφυσήσει την ανδρεία και την όρεξη για πνευματικό αγώνα. Πολεμούσε τη νωχελικότητα και την καλοπέραση και έλεγε χαρακτηριστικά σε όλους: “Να μην σας βρίσκει ο ήλιος στο κρεβάτι”, εννοώντας ότι θα πρέπει να σηκώνονται από τον ύπνο πριν ακόμη ανατείλει ο ήλιος. Όταν μάλιστα ένας νέος του είπε χαριτολογώντας ότι δεν τον βρίσκει ο ήλιος στο κρεβάτι γιατί κλείνει τις γρίλιες στα παράθυρα, εκείνος δεν φάνηκε να συμμερίζεται το αστείο και επέμεινε: “Άφησέ τα αυτά. Να σηκώνεσαι πρωΐ. Να έχεις τη μέρα μπροστά”. Ο ίδιος ήταν πραγματικό νυχτοπούλι. Κοιμόταν λίγες ώρες και αγαπούσε να βλέπει την ανατολή του ήλιου. Ήξερε μάλιστα στο μοναστήρι του το ακριβές σημείο που εμφανίζεται ο ήλιος κατά την ανατολή σε κάθε εποχή και μήνα του χρόνου. Για τους μοναχούς ακόμη περισσότερο έλεγε ότι ταιριάζουν τα λόγια του αγίου Παϊσίου ότι “η νύχτα δεν είναι ποτέ μεγάλη για τον μοναχό”, δηλαδή ο χρόνος δεν φτάνει ποτέ για τη βραδινή περισυλλογή, την προσευχή μέσα στη νυχτερινή ησυχία για τον εαυτό μας και τους άλλους. Ο π. Κοσμάς έλεγε επίσης συχνά ότι “το ηλιοβασίλεμα θαυμάζουν μόνο όσοι δεν είναι άξιοι να γευτούν την ομορφιά της ανατολής” επειδή ο ύπνος τους κρατάει κοιμισμένους στο κρεβάτι. 

Ο π. Κοσμάς ήταν άνθρωπος με μεγάλη σωματική δύναμη και πολλή αντοχή. Νεότερος κουβαλούσε πολλά υλικά για την ανοικοδόμηση και ανακαίνιση της Μονής Στομίου με τα χέρια του, φόρτωνε με δεξιοτεχνία μουλάρια και άλογα σηκώνοντας τσιμέντα, τσουβάλια με άμμο, μάρμαρα, πλάκες, βαριά ξύλα και άλλα απαραίτητα. Τα τελευταία χρόνια της ζωής του, η ασθένεια του πάρκινσον μαζί με τα φυσικά γεράματα κατέβαλαν τη σωματική του δύναμη και αυτό αποτελούσε μία μεγάλη ταπείνωση για εκείνον, κυρίως γιατί χρειαζόταν τη βοήθεια άλλων για πολλές από τις καθημερινές του ανάγκες. Δεν του άρεσε να τον υπηρετούν και με δυσκολία ζητούσε βοήθεια. Ωστόσο μέχρι την τελευταία ημέρα της επίγειας ζωής του σηκωνόταν από το κρεβάτι και η Παναγία δεν επέτρεψε να παραμείνει κατάκοιτος. Στο κελί του στο Στόμιο, όταν η δυσκαμψία, που του προκαλούσε το πάρκινσον, άρχισε να αυξάνει, τοποθέτησε χοντρά σχοινιά, κρεμασμένα από το ταβάνι, τα οποία τραβούσε με τα χέρια του για να σηκωθεί από το κρεβάτι. Κάποιος αδελφός τον ρώτησε αν τα σχοινιά αυτά είναι για να κρατιέται όρθιος σε προσευχή και εκείνος αυθόρμητα του απάντησε ότι τα σχοινιά είναι απλά για να σηκώνεται όρθιος. Δεν μιλούσε σχεδόν ποτέ για τον προσωπικό του πνευματικό αγώνα αλλά όταν είχε κάποιο πρόβλημα ή όταν κάποιος ασθενής ή συγγενής ασθενούς ή εμπερίστατου αδελφού ζητούσε προσευχή, έλεγε σε κάποιους γνωστούς του ότι πρέπει να κάνουμε προσευχή για τον τάδε. Όταν κάποτε το πρωί μετά την αγρυπνία για την εορτή του Αγίου Παϊσίου, κάποιος πιστός ζήτησε από έναν ιερέα, που βρισκόταν στη Μονή, να γίνει μία Παράκληση για ένα παιδί που έπασχε από σοβαρή ασθένεια, ο π. Κοσμάς παρά την προχωρημένη ασθένεια και αδυναμία του και τον κόπο της αγρυπνίας είπε: “Θα έρθω κι εγώ”. Τελικά ανέλαβε ο ίδιος να πει τα λόγια του ιερέα στην Παράκληση που έγινε, έμεινε σκυφτός, σκεπτικός και προσευχόμενος όλη την ώρα και με πολύ πόνο πρόφερε το όνομα του ασθενή νέου παρακαλώντας την Παναγία για εκείνον. 

Αυτά τα λίγα γράφτηκαν για τον μακαριστό πλέον πατέρα Κοσμά, τον ηγούμενο της Μονής Στομίου και τον πνευματικό της Κόνιτσας με αφορμή τον τεσσαρακονθήμερο μνημόσυνο του. Υπάρχουν και άλλα πολλά που θα μπορούσαν να γραφούν από όσα ακούσαμε και ζήσαμε κοντά του. Δεν είναι όμως ακόμη η κατάλληλη στιγμή ούτε αρκεί ένα άρθρο για να γραφούν όλα αυτά. 

Για πολλούς από όσους γνωρίσαμε τον π. Κοσμά η αναχώρησή του από τον πρόσκαιρο τούτο κόσμο μας γέμισε λύπη πολλή, κυρίως γιατί χάσαμε τον πνευματικό μας πατέρα κι οδηγό, το πνευματικό μας στήριγμα. Η κοίμησή του όμως ήρθε όταν έφτασε για εκείνον το πλήρωμα του χρόνου, η κατάλληλη στιγμή, αφού τον τελευταίο καιρό δοκιμάστηκε πολύ από την ασθένειά του, υπέμεινε καρτερικά και τελικά ήσυχα και απλά, όπως έζησε όλη του τη ζωή, αναχώρησε για τη μόνιμη ουράνια πατρίδα μας. Την ευχή του να έχουμε. 

 Ορθόδοξος Τύπος, 28/03/2025