ΑΝ ΒΙΑΖΕΣΑΙ ΝΑ ΔΕΙΣ ΤΟΝ ΚΟΣΜΟ ΝΑ ΓΙΝΕΤΑΙ ΚΑΛΥΤΕΡΟΣ, ΑΡΧΙΣΕ ΑΠΟ ΤΟΝ ΕΑΥΤΟ ΣΟΥ. ΕΙΝΑΙ Ο ΣΥΝΤΟΜΟΤΕΡΟΣ ΔΡΟΜΟΣ.

Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Π. ΘΕΟΔΩΡΟΣ ΖΗΣΗΣ. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Π. ΘΕΟΔΩΡΟΣ ΖΗΣΗΣ. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Πέμπτη 29 Απριλίου 2021

Π. ΘΕΟΔΩΡΟΣ ΖΗΣΗΣ: Ο ΕΟΡΤΑΣΜΟΣ ΤΗΣ ΑΝΑΣΤΑΣΗΣ ΠΡΙΝ ΑΠΟ ΤΟ ΜΕΣΟΝΥΚΤΙΟ ΒΛΑΣΦΗΜΟΣ ΚΑΙ ΑΘΕΟΛΟΓΗΤΟΣ!

 Πρωτοπρεσβύτερος Θεόδωρος Ζήσης
Ὁμότιμος Καθηγητής Θεολογικῆς Σχολῆς Α.Π.Θ.
 
Ο ΕΟΡΤΑΣΜΟΣ ΤΗΣ ΑΝΑΣΤΑΣΗΣ ΠΡΙΝ ΑΠΟ ΤΟ ΜΕΣΟΝΥΚΤΙΟ 
ΒΛΑΣΦΗΜΟΣ ΚΑΙ ΑΘΕΟΛΟΓΗΤΟΣ
 
1. Θεολογική σύγχυση προκάλεσε ἡ συνοδική ἀπόφαση
 
Συνηθίσαμε πιά στίς καινοτομίες, στίς αἱρέσεις, στά σχίσματα, στίς ἔριδες. Τίποτε σταθερό καί καθολικά ἀποδεκτό. Τό Εὐαγγέλιο καί ἡ Πατερική Παράδοση ἐτέθησαν σέ ἀργία. Ὁ καθένας τά ἑρμηνεύει ὅπως θέλει καί ὅπως τόν εὐνοοῦν ἤ τοῦ ἐπιβάλλουν οἱ ἀνάγκες τῶν καιρῶν, τά συμφέροντα καί οἱ φιλοδοξίες του. Ἡ συμφωνία τῶν Πατέρων, ἡ διαχρονική καί σταθερή πράξη τῆς Ἐκκλησίας ἀνατρέπονται. Τό ἄσπρο γίνεται μαῦρο, τό φῶς σκοτάδι, ἡ αἵρεση γίνεται ἐκκλησία, ὅπως καί τό σχίσμα, ὁ σοδομισμός νόμιμη καί μή ἐφάμαρτη διαφορετικότητα, τό Σάββατο γίνεται Κυριακή, τό ψεῦδος ἀλήθεια.
Οἱ Ὀρθόδοξοι πιστοί σέ κάποιες ἀπό τίς ἑλληνόφωνες τοπικές ἐκκλησίες τά ἔχουν χάσει μέ τό θεολογικό κομφούζιο, τήν θεολογική σύγχυση, πού ἔχει προκαλέσει ἡ ἀπόφαση τῆς Διαρκοῦς Ἱερᾶς Συνόδου νά ἑορτασθεῖ ἐφέτος τό Πάσχα, ἡ Ἀνάσταση, πρίν ἀπό τά μεσάνυκτα, νά ἀκουσθεῖ τό «Χριστός Ἀνέστη» τρεῖς ὧρες ἐνωρίτερα, γύρω στίς ἐννέα (21 μ.μ.), νά συντομευθεῖ ἡ ἀκολουθία, καί νά γίνει δεύτερη Θεία Λειτουργία μέσα στήν ἴδια ἡμέρα, νά διακοπεῖ ἐνωρίτερα ἡ νηστεία τοῦ Μεγάλου Σαββάτου, ρυθμίσεις πού ἀντίκεινται στήν εὐαγγελική διδασκαλία, στίς ἀποφάσεις οἰκουμενικῶν συνόδων καί στήν διαχρονικά σταθερή Παράδοση καί πράξη τῆς Ἐκκλησίας. Δικαιολογημένες ἀπόλυτα οἱ ἀντιδράσεις κάποιων, ἐλαχίστων ἐπισκόπων, πολλῶν εὐλαβῶν ἱερέων καί πλήθους πιστῶν, στούς ὤμους τῶν ὁποίων πέφτει νά σηκώσουν τό βάρος τῆς τήρησης τῶν παραδεδομένων, νά σηκώσουν τό βάρος τῆς ἡμέρας, ὅπως ἐπαινεῖ ἡ Ἐκκλησία ὅσους κληρικούς ἀγωνίσθηκαν ἐναντίον τῶν καινοτομιῶν καί τῶν παρεκκλίσεων.
Ἀντί ὅμως οἱ ἀντιδράσεις νά ὁδηγήσουν σέ δεύτερες, ὀρθότερες, σκέψεις καί σέ διόρθωση τῶν ὁλοφάνερα λανθασμένων ἀποφάσεων, ξεσηκώθηκαν θεολογικοί «φωστῆρες», γιά νά ὑποστηρίξουν τήν καινοτομία καί νά ἐνισχύσουν τίς διενέξεις πρός μεγάλη χαρά τοῦ Διαβόλου πού ὑποκινεῖ πάντοτε ἀπό φθόνο τήν ἐναντίωση πρός τόν Χριστό καί τήν Ἐκκλησία Του. Κείμενα ὑποστηρικτικά καί ἀναιρετικά τῆς καινοτομίας ἔχουν κατακλύσει τό Διαδίκτυο καί ἔχουν φέρει σέ ἀπόγνωση κληρικούς καί λαϊκούς, ὡς πρός τό νά κρίνουν ποῦ βρίσκεται ἡ ἀλήθεια, ποιοί ἔχουν δίκαιο, οἱ καινοτόμοι ἤ οἱ παραδοσιακοί. Καί ἐνῶ φάνηκε πώς οἱ συνειδήσεις τῶν πιστῶν ἠρεμοῦν καί εὐαρεστοῦνται μέ ὅσα ἔγραψαν, διεμήνυσαν καί ἀποφάσισαν νά πράξουν ἐλάχιστοι ἐπίσκοποι, ὅπως ὁ πρώην Καλαβρύτων Ἀμβρόσιος, ὁ Αἰτωλοακαρνανίας Κοσμᾶς, ὁ Κυθήρων Σεραφείμ, ἀκόμη καί ὁ Φιλίππων Στέφανος, αἰφνιδίως ἄνοιξαν κερκόπορτες στήν κανονική ἀλήθεια ὁ Πειραιῶς Σεραφείμ καί ἡ Ἱερά Μητρόπολη Ἐδέσσης, Πέλλης καί Ἀλμωπίας, προφανῶς μέ ἀπόφαση τοῦ Ποιμενάρχη Ἰωήλ, ὑποστηρίζοντας τήν βλάσφημη καί ἀθεολόγητη καινοτομία. Δέν θά ἐπιχειρήσουμε τώρα ἀναίρεση τῶν ἡμαρτημένων τῶν δύο ἐπισκόπων, τά ἐπιχειρήματα τῶν ὁποίων ἐκλόνισαν κάποιους ἀσταθεῖς μέ καλαμώδη χαρακτήρα καί εὔκολη στίς ἐπιρροές φύση. Θά σημειώσουμε βασικούς μόνον θεολογικούς λόγους, γιά τούς ὁποίους δέν πρέπει νά γίνει ἀλλαγή τοῦ χρόνου ἑορτασμοῦ τῆς Ἀνάστασης.
 
2. Ἡ τήρηση τῆς Παράδοσης εἶναι δόγμα στήν Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία.
 
Τό πρῶτο βάθρο, ἡ πρώτη βάση τό πρῶτο θεμέλιο πάνω στό ὁποῖο μέ σιγουριά καί βεβαιότητα στέκεται ὁ πιστός μετά τό Εὐαγγέλιο, εἶναι ἡ Παράδοση τῆς Ἐκκλησίας. Ὅσοι ἀγνοοῦν τήν Παράδοση προτεσταντίζουν. Οἱ Προτεστάντες ἀπορρίπτουν τήν Παράδοση, δέχονται μόνον τήν Ἁγία Γραφή, τήν ὁποία ἑρμηνεύει ὁ καθένας κατά τό δοκοῦν, γι᾽ αὐτό καί διαλύθηκαν σέ χίλια κομμάτια. Εἶναι σαφέστατη καί ὑποχρεωτική ἡ σύσταση τοῦ Ἀποστόλου Παύλου νά τηροῦν οἱ Χριστιανοί τίς Παραδόσεις· «Στήκετε καί κρατεῖτε τάς παραδόσεις ἅς ἐδιδάχθητε εἴτε διά λόγου εἴτε δι᾽ ἐπιστολῆς ἡμῶν»[1]. Ὁ ἴδιος μάλιστα αὐστηρότερα ἀναθεματίζει ὅσους παραβαίνουν αὐτά πού παρέλαβαν, ἀκόμη καί ἄν τήν καινοτομία τήν παρουσιάσουν καί τήν διδάξουν ἄγγελοι ἀπό τόν οὐρανό, πολύ περισσότερο ἄν τήν ἀποφασίσουν ἄνθρωποι, ὅπως ἡ Διαρκής Σύνοδος τοῦ Ἱερωνύμου, ἤ οἱ μητροπολίτες τοῦ Πειραιᾶ καί τῆς Ἔδεσσας· «Ἀλλά καί ἐάν ἡμεῖς ἤ ἄγγελος ἐξ οὐρανοῦ εὐαγγελίζηται ὑμῖν παρ᾽ ὅ εὐηγγελισάμεθα ὑμῖν ἀνάθεμα ἔστω. Ὡς προειρήκαμεν καί ἄρτι πάλιν λέγω· εἴ τις ὑμᾶς εὐαγγελίζεται παρ᾽ ὅ παρελάβετε, ἀνάθεμα ἔστω»[2].
Ἄσχετα πρός τόν ἀκριβῆ χρόνο τῆς Ἀνάστασης τοῦ Χριστοῦ, πού καί αὐτός δέν εὐνοεῖ τούς Σαββατιανούς καί Ἰουδαΐζοντες καινοτόμους τοῦ Ἱερωνύμου, ὅπως θά δοῦμε, τό κήρυγμα τῆς Ἀνάστασης, ἀκούσθηκε τό πρωί τῆς Κυριακῆς· τό ἄκουσαν πρῶτες οἱ μυροφόρες γυναῖκες ἀπό τούς Ἀγγέλους, τό μετέφεραν εἰς τούς Ἀποστόλους καί δι᾽ αὐτῶν εἰς ὅλον τόν κόσμο: «Τό φαιδρόν τῆς Ἀναστάσεως κήρυγμα, ἐκ τοῦ ἀγγέλου μαθοῦσαι αἱ τοῦ Κυρίου μαθήτριαι, καί τήν προγονικήν ἀπόφασιν ἀπορρίψασαι τοῖς Ἀποστόλοις καυχώμεναι ἔλεγον. Ἐσκύλευται ὁ θάνατος, ἠγέρθη Χριστός ὁ Θεός, δωρούμενος τῷ κόσμῳ τό μέγα ἔλεος» [3].
Θά μνημονεύσουμε ἀπό τό πλῆθος τῶν ἀναστάσιμων ὕμνων ἕνα ἀκόμη τροπάριο ἀπό τά ἀναστάσιμα Εὐλογητάρια πού μᾶς διδάσκει ὅτι τό πρωΐ τῆς Κυριακῆς ἄκουσαν οἱ Μυροφόρες γυναῖκες ἀπό τόν Ἄγγελο τό «Χριστός Ἀνέστη». «Λίαν πρωΐ μυροφόροι ἔδραμον πρός τό μνῆμά σου θρηνολογοῦσαι· ἀλλ᾽ ἐπέστη πρός αὐτάς ὁ Ἄγγελος καί εἶπε· Θρήνου ὁ καιρός, πέπαυται, μή κλαίετε. Τήν Ἀνάστασιν δέ Ἀποστόλοις εἴπατε».
Ἔκτοτε μέχρι τήν ἀποφράδα ἀπόφαση τῆς Διαρκοῦς Ἱερᾶς Συνόδου, ἐπί δύο χιλιάδες χρόνια, τό «Χριστός Ἀνέστη» ἀκούγεται πάντοτε τό μεσονύκτιο τοῦ Σαββάτου πρός τήν Κυριακή, πάλιν καί πολλάκις μετά τό μεσονύκτιο, καί οὐδέποτε πρίν ἀπό τό μεσονύκτιο. Θά ἀκουσθεῖ γιά πρώτη φορά ἐφέτος πρίν ἀπό τό μεσονύκτιο, σέ ἀντίθεση μέ ὅλα τά ἀρχαῖα καί σύγχρονα Τυπικά, τό Σαββαϊτικό, τό Στουδιτικό, τό Ἁγιορειτικό, τό Πατριαρχικό τῆς Κωνσταντινούπολης. Δέν ἔχουν πλέον κανένα φραγμό οἱ καινοτόμοι.
Καί ὅταν ἀντιμετώπισε τήν αἵρεση τῆς Εἰκονομαχίας ἡ Ἐκκλησία, βρέθηκε σέ παρόμοια σύγχυση μέ τήν σημερινή. Διαιρέθηκαν οἱ ἐπίσκοποι καί οἱ θεολόγοι σέ ὑποστηρικτές τῶν Ἁγίων Εἰκόνων καί σέ ἐχθρούς καί εἰκονομάχους. Καί ἀπό τίς δύο πλευρές διατυπώνονταν καί ἀνταλλάσσονταν θεολογικά ἐπιχειρήματα, πού δημιουργοῦσαν σύγχυση στό πλήρωμα τῆς Ἐκκλησίας. Ἡ Ζ´ Οἰκουμενική Σύνοδος πού ἀσχολήθηκε μέ τό θέμα (787) καί καταδίκασε τούς Εἰκονομάχους, δέν ἀπέφυγε νά ἀσχοληθεῖ μέ τήν διδασκαλία τους καί νά ἀναιρέσει τά ἐπιχειρήματά τους. Τό δυνατώτερο ὅμως ἐπιχείρημα τῆς Συνόδου πού τό προέταξε τῶν θεολογικῶν συζητήσεων ἦταν τό ὀρθόδοξο ἐπιχείρημα νά τηρηθεῖ ἡ Παράδοση. Ἡ τιμή πρός τίς Ἅγιες Εἰκόνες ἦταν αἰωνόβια παράδοση τῆς Ἐκκλησίας, καί αὐτή τήν παράδοση δέν μποροῦσε νά τήν ἀλλάξει ἡ Ἐκκλησία ἤ νά τήν ἀλλοιώσει. Ἡ Ἀνάσταση τοῦ Κυρίου ἔλαβε χώρα καί κηρύχθηκε μετά τό μεσονύκτιο τοῦ Σαββάτου, γι᾽ αὐτό ἄλλωστε καί ἡ ἑπόμενη μέρα ὀνομάσθηκε Κυριακή, ὡς σημαίνουσα τήν Ἀνάσταση τοῦ Κυρίου. Ἡ μία λοιπόν τῶν Σαββάτων, ἡ πρώτη μετά τό Σάββατο ἡμέρα, ἡ Κυριακή εἶναι συνώνυμη τῆς Ἀνάστασης· Κυριακή σημαίνει Ἀνάσταση. Πῶς λοιπόν ἐμεῖς θά τήν ἀναμίξουμε μέ τό ἑβραϊκό Σάββατο ἤ μέ τήν Παρασκευή τῶν Μουσουλμάνων;
Ἕνας ἀπό τούς λόγους πού ἀνάγκασαν τήν Α´ Οἰκουμενική Σύνοδο νά ὁρίσει τήν Κυριακή ὡς ἡμέρα τῆς Ἀναστάσεως, καί μάλιστα κατά τρόπο πού νά μή συμπέσει ποτέ μέ τό ἑβραϊκό Πάσχα, ἦταν τό γεγονός ὅτι κάποιοι Ἰουδαΐζοντες Χριστιανοί γιόρταζαν τήν Ἀνάσταση, ὅταν γιόρταζαν καί οἱ Ἑβραῖοι τό δικό τους Πάσχα, τήν 14η τοῦ μηνός Νισάν, πού συνέπιπτε σέ ὅλες τίς ἡμέρες τῆς ἑβδομάδος· ἦσαν οἱ γνωστοί Τεσσαρεσκαιδεκατίτες.
Ὅπως λοιπόν ἡ Ζ´ Οἰκουμενική Σύνοδος προέταξε πάνω καί πρίν ἀπό τίς θεολογικές συζητήσεις τό δογματικό Ὀρθόδοξο ἐπιχείρημα τῆς Παράδοσης, ἔτσι καί οἱ ἁπλοϊκοί Ὀρθόδοξοι πιστοί, ἀλλά καί ὅσοι κληρικοί δέν ἔχουν ὑψηλή θεολογική μόρφωση ἀκολουθοῦν ἀναλογικά τόν δρόμο τῶν Ἁγίων Πατέρων, τηρώντας τήν σταθερή Παράδοση νά ἑορτάζεται ἡ Ἀνάσταση μετά τά μεσάνυκτα, ὥστε νά μή γίνουν συμμέτοχοι τῆς βλάσφημης, ἀντιευαγγελκῆς καί ἀντιπατερικῆς καινοτομίας τοῦ ἑορτασμοῦ τῆς Ἀνάστασης πρίν ἀπό τά μεσάνυχτα καί ἀναμείξουν ἔτσι Σάββατο καί Κυριακή, πρός μεγάλη χαρά τῶν Οἰκουμενιστῶν πού ἐργάζονται συστηματικά γι᾽ αὐτήν τήν ἀνάμειξη. Λέγει ἡ Σύνοδος στίς ἀποφάσεις της: «Τῇ παραδόσει τῆς καθολικῆς Ἐκκλησίας ἐξηκολουθήσαμεν καί οὔτε ὕφεσιν οὔτε πλεονασμόν ἐποιησάμεθα, ἀλλ᾽ ἀποστολικῶς διδαχθέντες, κρατοῦμεν τάς παραδόσεις ἅς παρελάβομεν πάντα ἀποδεχόμενοι καί ἀσπαζόμενοι, ὅσαπερ ἡ ἁγία καθολική Ἐκκλησία ἀρχῆθεν τῶν χρόνων ἀγράφως καί ἐγγράφως παρέλαβεν... Ἡ γάρ ἀληθινή τῆς Ἐκκλησίας καί εὐθυτάτη κρίσις καινουργεῖσθαι ἐν αὐτῇ συγχωρεῖ οὐδέν, οὔτε ἀφαίρεσιν ποιεῖσθαι»[4]
 
3. Ὁ λειτουργικός χρόνος δέν καταργεῖ τόν φυσικό χρόνο. Συνυπάρχουν.
 
Δημιουργός τοῦ χρόνου καί τοῦ κόσμου εἶναι ὁ Θεός, «ὁ καιρούς καί χρόνους ἐν τῇ ἰδίᾳ ἐξουσία θέμενος». Ἡ ἀρχή τοῦ χρόνου συμπίπτει μέ τήν ἀρχή τοῦ κόσμου, τοῦ ὁποίου ὁ χρόνος μετρᾶ τήν κίνηση. Ἡ ἱστορία τῆς πορείας τοῦ κόσμου παρακολουθεῖται ἀπό τόν Θεό, ὁ ὁποῖος εἶναι κύριος τοῦ κόσμου καί τοῦ χρόνου καί, ὅταν χρειασθεῖ, ἐπεμβαίνει στήν πορεία τῆς ἀθρώπινης ἱστορίας. Δέν ἀδιαφορεῖ γιά τά ἱστορικά γεγονότα καί πρόσωπα ὁ Θεός, γι᾽ αὐτό καί ἡ ἱστορία τῆς σωτηρίας καί στήν Παλαιά καί στήν Καινή Διαθήκη, ἀλλά καί στήν συνέχεια τους στήν ζωή τῆς Ἐκκλησίας, εἶναι γεμάτη ἀπό ἐπεμβάσεις τοῦ Θεοῦ μέσῳ ἱστορικῶν γεγονότων καί ἱστορικῶν προσώπων, ἡ μεγαλύτερη καί σπουδαιότερη τῶν ὁποίων εἶναι ἡ ἐνανθρώπηση τοῦ Υἱοῦ καί Λόγου τοῦ Θεοῦ, σαρκωθέντος ἐκ Πνεύματος Ἁγίου καί Μαρίας τῆς Παρθένου καί ἐνανθρωπήσαντος. Ὁ Θεάνθρωπος Χριστός εἶναι τό σημαντικώτερο πρόσωπο τῆς ἀνθρώπινης ἱστορίας, «τό μόνον καινόν ὑπό τόν ἥλιον» κατά τόν Ἅγιο Ἰωάννη Δαμασκηνό. Ὅσα ἐπί τῆς γῆς ἐτέλεσε ἄλλαξαν τήν ἀνθρώπινη ἱστορία καί τήν ἐχώρισαν εἰς τά δύο, εἰς τήν πρό Χριστοῦ καί τήν μετά Χριστόν ἐποχή. Ἔχουν καταγραφῆ ὡς ἱστορικά γεγονότα, ἡ Γέννηση, ἡ Βάπτιση, ἡ διδασκαλία, τά θαύματα, ἡ Σταύρωση, ἡ Ἀνάσταση καί πλεῖστα ἄλλα, τά ὁποῖα ἡ Ἐκκλησία ἑορτάζει κάθε χρόνο στόν ἐτήσιο ἑορτολογικό της κύκλο, φροντίζουσα χρονικά νά ὁρίζει τίς ἑορτές τους, ὅπως καί τίς ἑορτές στίς μνῆμες Ἁγίων, κατά τίς χρονικές ἡμερομηνίες πού ἐτελέσθησαν.
Ὅλες οἱ ἡμέρες τοῦ χρόνου εἶναι κατάφορτες ἀπό μνῆμες ἁγίων καί ἀπό ἱστορικές ἀναφορές στήν ἡμέρα τῆς κοίμησης ἤ τοῦ μαρτυρίου τους. Ἐξαγιάζεται ἔτσι καί ὁ χρόνος, καί ἀποκτᾶ νόημα ἡ πορεία τῆς ἱστορίας. Δίνει λοιπόν μεγάλη βαρύτητα στόν φυσικό χρόνο ἡ Ἐκκλησία· οὔτε τόν μειώνει, οὔτε τόν καταργεῖ. Γι᾽ αὐτό καί τιμᾶ ἰδιαίτερα τήν Κυριακή τῆς Ἀναστάσεως, κατά τήν ὁποία ὁ Χριστός ἐνίκησε τόν θάνατο καί συνέτριψε τίς δυνάμεις τοῦ κακοῦ, πού εἶχαν συνασπισθῆ ἐναντίον Του.
Ἡ προσπάθεια κάποιων νά μεταφέρουν μέρος τῆς Κυριακῆς τό Σάββατο, ὥστε νά δικαιολογήσουν τήν συνοδική καινοτομία νά ἑορτασθεῖ ἡ Ἀνάσταση τό Σάββατο καί ὄχι τήν Κυριακή, δέν εὐοδοῦται, διότι ὁ λειτουργικός χρόνος δέν καταργεῖ τόν φυσικό χρόνο. Τό ἐπιχείρημα δηλαδή ὅτι λειτουργικά ἡ ἡμέρα ἀρχίζει ἀπό τόν ἑσπερινό τῆς προηγούμενης εἶναι ἐν μέρει ἀληθινό καί δέν ἰσχύει γιά ὅλες τίς ἐκδηλώσεις τῆς ζωῆς τῆς Ἐκκλησίας. Εἶναι ἐν μέρει καί ἐλάχιστα ἰσχυρό, διότι οἱ λειτουργικές ἐκδηλώσεις μετά τόν ἑσπερινό εἶναι ἐλάχιστες, ἐνῶ οἱ τῆς κύριας ἡμέρας εἶναι πολλαπλάσιες, μεταξύ δέ αὐτῶν ἡ τέλεση τοῦ μυστηρίου τῆς Θείας Εὐχαριστίας, πού ἀποτελεῖ τό κέντρο, τήν καρδιά τῆς νυχθήμερης λατρείας. Μετά τόν ἑσπερινό ἔχουμε μόνον τό ἀπόδειπνο, ἐνῶ μετά τήν ἀκολουθία τοῦ μεσονυκτικοῦ, πού χωρίζει τήν παραμονή ἀπό τήν κύρια ἡμέρα ἔχουμε τίς ἀκολουθίες τῶν ὡρῶν, τῆς α´, τῆς γ´ καί τῆς στ´ ὥρας, τήν ἀκολουθία τοῦ Ὄρθρου, τήν κορυφαία καί κεντρική ἀκολουθία τῆς Θείας Λειτουργίας, καί τήν θ´ ὥρα πρό τοῦ ἑσπερινοῦ, μέ τήν ὁποία κλείνει ὁ νυχθήμερος λειτουργικός κύκλος. Τελέσαμε λοιπόν ποτέ τήν Θ. Λειτουργία τῶν Χριστουγέννων, τῶν Θεοφανείων, τῆς Κοιμήσεως τῆς Θεοτόκου, τοῦ Ἁγίου Δημητρίου τίς παραμονές αὐτῶν τῶν ἑορτῶν, ὥστε τώρα νά δικαιολογοῦμε τήν τέλεση τῆς ἀναστάσιμης Θ. Λειτουργίας τήν παραμονή τοῦ Πάσχα, μέ τό ἐπιχείρημα ὅτι ἡ ἡμέρα ἀρχίζει ἀπό τόν ἑσπερινό τῆς προηγουμένης; Ἀρχίζει μέ τόν ἑσπερινό, ἀλλά ὁλοκληρώνεται κατά τό μεγαλύτερο μέρος κατά τόν φυσικό ἀστρονομικό χρόνο, ἀπό τό μεσονύκτιο μέχρι τόν ἑσπερινό τῆς ἑπόμενης ἡμέρας, ἰδιαίτερα μέ τήν τέλεση τοῦ μυστηρίου τῆς Θ. Εὐχαριστίας. Ἀλλά καί αὐτή ἡ ἀρχή τῆς ἡμέρας ἀπό τόν ἑσπερινό τῆς προηγουμένης δέν ἰσχύει γιά ὅλες τίς ἐκδηλώσεις τῆς ζωῆς τῆς Ἐκκλησίας, ὅπως π.χ. γιά τόν θεσμό τῆς νηστείας. Μποροῦμε π.χ. νά διακόψουμε τήν νηστεία τῆς Τετάρτης ἤ τῆς Παρασκευῆς μετά τόν ἑσπερινό αὐτῶν τῶν ἡμερῶν, ἄν ἀπό τόν ἑσπερινό ἀρχίζουν ἡ Πέμπτη καί τό Σάββατο; Ἤ πρέπει νά ἀρχίσουμε νά νηστεύουμε ἀπό τόν ἑσπερινό τῆς Τρίτης καί τῆς Πέμπτης, ἄν μετά τόν ἑσπερινό ἀρχίζουν ἡ Τετάρτη καί ἡ Παρασκευή;
 
4. Ὁ ἀκριβής χρόνος τῆς Ἀνάστασης τίθεται μετά τό μεσονύκτιο τοῦ Σαββάτου πρός τήν Κυριακή.
 
Ὡς πρός τόν ἀκριβῆ χρόνο πού ἔγινε ἡ Ἀνάσταση τοῦ Χριστοῦ, πρέπει νά ποῦμε ὅτι εἶναι θέμα λελυμένο στήν λειτουργική καί κανονική παράδοση τῆς Ἐκκλησίας, ἡ ὁποία δέχεται ὅτι, μολονότι δέν εἶναι γνωστή ἡ ἀκριβής χρονική στιγμή καί ὥρα τῆς Ἀνάστασης, ἐν τούτοις ἀπό τόν συνδυασμό ὅσων λέγουν καί περιγράφουν οἱ τέσσαρες εὐαγγελισταί προκύπτει ὅτι ἡ Ἀνάσταση τοῦ Χριστοῦ ἔγινε περί τό μεσονύκτιο τοῦ Σαββάτου πρός τήν Κυριακή ἤ λίγο μετά τό μεσονύκτιο, δηλαδή μεταφέροντας τόν χρόνο στό σημερινό ὡράριο μποροῦμε νά ποῦμε ὅτι ἡ Ἀνάσταση ἔγινε μεταξύ τῆς 11ης βραδυνῆς (23ης) τοῦ Σαββάτου καί τῆς 2ας πρωϊνῆς τῆς Κυριακῆς, μεταξύ δηλαδή 11 καί 2.
Ὁ χρονικός αὐτός προσδιορισμός τοῦ γεγονότος τῆς Ἀναστάσεως περί τό μεσονύκτιο εἶναι συνοδικά καί κανονικά κατοχυρωμένος, τόν ἀκολουθεῖ δέ καί ἡ λειτουργική παράδοση τῆς Ἐκκλησίας, ἡ ὁποία ὁρίζει ὅτι ἡ παννυχίδα τῆς Ἀναστάσεως ἄρχεται «περί ὥραν πέμπτην τῆς νυκτός, δηλαδή περί τήν 11ην πρό τοῦ μεσονυκτίου», ρυθμίζεται δέ ἔτσι ἡ ψαλμωδία τοῦ κανόνος καί ἡ ἀνάγνωση τοῦ Εὐαγγελίου καί τῶν λοιπῶν, ὥστε τό «Χριστός Ἀνέστη» νά ἀκουσθεῖ ἀκριβῶς τήν 12ην τοῦ μεσονυκτίου, ἡ δέ λοιπή ἀκολουθία τοῦ Ὄρθρου καί τῆς Θείας Λειτουργίας ἐκτυλίσσονται στίς 2-3 μεταμεσονύκτιες ὧρες.
Ἀναλυτικῶς μέ τό θέμα τοῦ χρόνου τῆς Ἀναστάσεως ἀσχολήθηκε ὁ Ἅγιος Διονύσιος Ἀλεξανδρείας (3ος αἰών), ὑποχρεωθείς νά ἀπαντήσει σέ ἐρώτηση ἐπισκόπου γιά τό πότε, ποιά ὥρα ἀκριβῶς, πρέπει νά σταματᾶ ἡ πρό τοῦ Πάσχα νηστεία. Τοῦ ἔγραφε ὁ ἐπίσκοπος ὅτι σέ κάποιες περιοχές βιάζονται καί διακόπτουν τήν νηστεία τό ἀπόγευμα τοῦ Σαββάτου, «ἀφ᾽ ἑσπέρας», ἐνῶ ἀλλοῦ τήν διακόπτουν τό πρωΐ τῆς Κυριακῆς, τά χαράματα, περιμένοντας νά λαλήσει ὁ πετεινός, «περιμένουσι τόν ἀλέκτορα». Δέν πρέπει ὅμως νά ὁρίσουμε τόν ἀκριβῆ χρόνο, ὥστε ὅλοι νά διακόπτουν τήν ἴδια ὥρα τήν νηστεία; Ὁ Ἅγιος Διονύσιος ἀπαντᾶ ὅτι τό νά ὁρισθεῖ ὁ ἀκριβής χρόνος τῆς Ἀναστάσεως, ἡ ἀκριβής ὥρα, εἶναι δύσκολο καί λανθασμένο, «δύσκολον καί σφαλερόν», διότι οἱ εὐαγγελισταί δέν μᾶς παραδίδουν μέ ἀκρίβεια τήν ὥρα τῆς ᾽Αναστάσεως· «μηδέν ἀπηκριβωμένον ἐν αὐτοῖς περί τῆς ὥρας, καθ᾽ ἥν ἀνέστη, φαίνεται». Μᾶς ὁμιλοῦν γιά διάφορες ἐπισκέψεις στόν τάφο σέ διαφορετικούς χρόνους, ἀλλά σέ ὅλες αὐτές τίς ἐπισκέψεις τῶν Μυροφόρων καί τῶν Ἀποστόλων λέγεται ὅτι ὁ Κύριος εἶχε ἤδη ἀναστηθῆ· «Διαφόρως μέν οἱ εὐαγγελισταί τούς ἐπί τό μνημεῖον ἐλθόντας ἀνέγραψαν κατά καιρούς ἐνηλλαγμένους καί πάντες ἀνεστηκότα τόν Κύριον ἔφασαν εὑρηκέναι». Πάντως κανένας εὐαγγελιστής δέν μᾶς εἶπε πότε ἀκριβῶς ἀναστήθηκε ὁ Χριστός· «Καί πότε μέν ἀνέστη, σαφῶς οὐδείς ἀπεφήνατο». Αὐτό στό ὁποῖο συμφωνοῦν ὅλοι οἱ εὐαγγελισταί εἶναι ὅτι ἀπό τό βράδυ ἀργά τοῦ Σαββάτου μέχρι τήν ἀνατολή τοῦ ἡλίου τό πρωΐ τῆς Κυριακῆς οἱ ἐπισκεφθέντες τόν τάφο τόν βρῆκαν κενό, ἄδειο, διότι ἤδη εἶχε ἀναστηθῆ ὁ Χριστός. Συμπερασματικά, ὁ Ἅγιος Διονύσιος λέγει ὅτι δέν πρέπει νά ἀκριβολογοῦμε «ποίαν ὥραν ἤ καί ποῖον ἡμιώριον ἤ ὥρας τέταρτον» ἀναστήθηκε ὁ Χριστός, ὥστε νά ἀρχίσουμε τήν χαρά καί τήν πανήγυρη τῆς Ἀναστάσεως. Αὐτούς πού βιάζονται καί διακόπτουν τήν νηστεία πρό τοῦ μεσονυκτίου τούς μεμφόμεθα ὡς ἀμελεῖς καί ἀκρατεῖς, ἐνῶ ὅσους καθυστεροῦν καί περιμένουν τήν «τετάρτην φυλακήν τῆς νυκτός»[5], δηλαδή τό τέταρτο τρίωρο τῆς νύκτας, τό διάστημα ἀπό 3-6 τό πρωΐ, τούς ἐπαινοῦμε «ὡς γενναίους καί φιλοπόνους». Τούς ἐνδιαμέσους, αὐτούς δηλαδή πού κατέλυσαν μεταξύ τοῦ μεσονυκτίου καί τῆς αὐγῆς, κατά τόν Ἅγιο Νικόδημο τόν Ἁγιορείτη, οὔτε τούς μεμφόμεθα οὔτε τούς ἐπαινοῦμε, ἁπλῶς δέν τούς ἐνοχλοῦμε[6]. Μέ τούς ἐνδιαμέσους βέβαια αὐτούς δέν ἐννοεῖ ὁ Ἅγιος Διονύσιος τούς σημερινούς Χριστιανούς οἱ ὁποῖοι, μόλις ἀκούσουν τό «Χριστός Ἀνέστη» στίς 12 τό μεσονύκτιο, χωρίς νά ἔχει τελειώσει ἡ Θ. Λειτουργία τῆς Ἀναστάσεως, φεύγουν ἀπό τόν Ναό καί τό ρίχνουν στό φαγοπότι. Ἐννοεῖ τό τελείωμα τῆς Θ. Λειτουργίας σύντομα μετά τά μεσάνυκτα. Γιά ὅσους ἀκολουθοῦν τήν κακίστη συνήθεια νά φεύγουν μετά τό «Χριστός Ἀνέστη» πρό τοῦ τέλους τῆς Θ. Λειτουργίας εἶναι πολύ αὐστηρός ὁ Ἅγιος Νικόδημος, ὁ ὁποῖος σέ ὑποσημείωση στόν πθ´ κανόνα τῆς Στ´ Οἰκουμενικῆς Συνόδου γράφει: «Βλέπεις ὅτι λέγουσι πρῶτον νά γίνεται ἡ λειτουργία καί ὕστερα νά πασχάζωμεν; Ὅθεν ἀξιοκατάκριτοι εἶναι καί πολλά κοιλιόδουλοι καί λαίμαργοι ἐκεῖνοι ὁποῦ βαστῶντες εἰς τούς κόλπους των αὐγά ἤ τυρί, εὐθύς ὁποῦ ἀκούσουν τό Χριστός ἀνέστη, τά χάπτουσιν εἰς τό στόμα, καί ἄς διορθώσουν τό ἄτοπον αὐτό ἀπό τώρα καί ὕστερα· ἀλλά καί οἱ γονεῖς δέν πρέπει νά ἀφίνουσι τά τέκνα των νά κάμνουν παρόμοιον ἄτακτον πρᾶγμα»[7].
Τήν σπουδαία αὐτή ἀνάλυση τοῦ Ἁγίου Διονυσίου Ἀλεξανδρείας, πού ἀποτελεῖ καί τόν πρῶτο ἀπό τούς τέσσερις κανόνες, στούς ὁποίους ἔχει διαιρεθῆ ἡ Κανονική του Ἐπιστολή πρός τόν ἐπίσκοπο Βασιλείδη, υἱοθέτησε καί ἡ Πενθέκτη Οἰκουμενική Σύνοδος, ἡ γνωστή ἐν Τρούλλω (690), ἡ ὁποία ὁρίζει μέ τόν ΠΘ´ (89ο) κανόνα της ὅτι πρέπει ἡ παύση τῆς νηστείας νά γίνεται μετά τό μεσονύκτιο τοῦ Σαββάτου πρός τήν Κυριακή, διότι, κατά τήν ἑρμηνεία τοῦ Ἁγίου Νικοδήμου στόν ἐν λόγῳ κανόνα, ἀπό τήν εὐαγγελική διήγηση «συνάγεται ὅτι κατά τό μεσονύκτιον ἀνέστη ὁ Κύριος παρελθούσης τῆς στ´ ὥρας καί ἀρχομένης τῆς ζ´»[8]. Ὁ Θεόδωρος Βαλσαμών ἑρμηνεύοντας ἐπίσης τόν κανόνα τοῦ Ἁγίου Διονυσίου παραπέμπει καί στόν πθ´ τῆς ἐν Τρούλλῳ συνόδου, λέγοντας ὅτι ἐπειδή, ἐκτός ἀπό τόν κανόνα, ἡ ὥρα τῆς Ἀναστάσεως ἀποσαφηνίσθηκε παλαιότερα κατά τό δυνατόν καί βάσει ἁγιογραφικῶν χωρίων (μολονότι τόν ἀληθῆ χρόνο γνωρίζει μόνον ὁ ἀναστάς Θεός) ὀφείλουμε νά ποῦμε ὅτι μέχρι τά μεσάνυκτα, μέχρι δηλαδή τήν ἕκτη ὥρα τῆς νύκτας, πρέπει νά νηστεύουμε· ἀπό τήν ἕβδομη ὅμως ὥρα, τήν πρώτη δηλαδή μεταμεσονύκτια, πού ἀρχίζει ἡ Κυριακή κατά τήν ὁποία ἀναστήθηκε ὁ Χριστός (εἶναι δέ εὔλογο ἡ Ἀνάσταση νά ἔγινε ἤ κατά τήν ἑβδόμη ἤ κατά τήν ὀγδόη ὥρα) δέν πρέπει νά νηστεύουμε, γιά νά μή φανοῦμε ἀντίθετοι πρός τούς κανόνες πού ἀπαγορεύουν τήν νηστεία κατά τίς Κυριακές[9].
Καί τό Συναξάρι τῆς Κυριακῆς τοῦ Πάσχα, προφανῶς γραμμένο ἀπό τόν Νικηφόρο Κάλλιστο Ξανθόπουλο, πού ἔγραψε ὅλα τά Συναξάρια τοῦ Πεντηκοσταρίου, μᾶς πληροφορεῖ ὅτι ἡ Ἀνάσταση ἔγινε περί τό μεσονύκτιο, λίγο πρίν ἤ λίγο μετά ἀπό αὐτό: «Ἡ δέ τοῦ Κυρίου ἀνάστασις γέγονεν οὕτω· τῶν στρατιωτῶν φυλασσόντων τόν τάφον περί μέσον νυκτός σεισμός γίνεται· κατελθών γάρ Ἄγγελος τόν λίθον τῆς τοῦ μνημείου θύρας ἀφίστησιν».
 
Ἐπίλογος. Αἰσχύνη τῶν ἐπισκόπων καί κληρικῶν ὁ φόβος τοῦ θανάτου
 
Εἶναι παράδοξο καί δυσεξήγητο γιά τούς πιστούς, τήν ὥρα πού ἡ Ἐκκλησία ψάλλει τήν νίκη τοῦ Χριστοῦ ἐπί τοῦ θανάτου μέ τό «Χριστός ἀνέστη ἐκ νεκρῶν θανάτῳ θάνατον πατήσας», νά βλέπει τήν πλειονότητα τῶν ἐπισκόπων νά φοβοῦνται τόν θάνατο ἀπό τήν μετάδοση τοῦ Κορωνοϊοῦ καί νά ἀποφεύγουν νά ἑορτάσουν τήν Ἀνάσταση κατά τήν κεκανονισμένη ὥρα, σύμφωνα μέ τήν δισχιλιετῆ παράδοση τῆς Ἐκκλησίας. Ἁρμόζει πράγματι ἐδῶ νά παραθέσουμε ὅσα λέγει ὁ Ἅγιος Ἰωάννης τῆς Κλίμακος στό ὁμώνυμο ἔργο του: «Αἰσχύνη ποιμένι θάνατον δεδιέναι· ὅπου γε τοῦτο ὑπακοή ὁρίζεται, ἀδειλία θανάτου»[10]. Καί κατά τήν μετάφραση τῆς Ἱ. Μονῆς Παρακλήτου στήν δική τους ἔκδοση τοῦ ἔργου: «Εἶναι ἐντροπή γιά τόν ποιμένα νά φοβᾶται τόν θάνατο, ἀφοῦ ἡ ὑπακοή χαρακτηρίζεται ἀκριβῶς ὡς ἀφοβία τοῦ θανάτου». Περισσότερο ξεδιάντροπη καί τώρα ἀποκαλυπτική εἶναι ἡ πολιτική ἡγεσία καί οἱ ἐπιλεγμένοι ἐκπρόσωποι τῆς ἰατρικῆς ἐπιστήμης, οἱ ὁποῖοι ἀφήνουν τούς ἀνοήτους νά πιστεύσουν ὅτι ὁ ἰός προσβάλλει τό μεσονύκτιο πού γίνεται ἡ Ἀνάσταση καί ὄχι τρεῖς ὧρες ἐνωρίτερα, ἐνῶ εἶναι κτυπημένοι οἱ ἴδιοι ἀπό τόν ἰό τῆς ἀπιστίας καί στρατευμένοι στόν παγκόσμιο σχεδιασμό ἐναντίον τοῦ Χριστοῦ καί τῆς Ἐκκλησίας Του. Τήν δεύτερη ἡμέρα τοῦ Πάσχα, τά ἀνοίγουν ὅλα, καί μόνο οἱ ἀνοικτές ἐκκλησίες καί τό «Χριστός Ἀνέστη» τούς ἐνοχλοῦν.
 
[1]. Β´ Θεσ. 2, 15.
[2]. Γαλ. 1, 8-9.
[3]. Ἀναστάσιμο ἀπολυτίκιο δ´ ἤχου.
[4] . Mansi 13, 409-412.
[5]. Γιά τό «τετάρτη φυλακή τῆς νυκτός» βλ. Ματθ. 14, 25 καί τά σχετικά ὑπομνήματα.
[6]. Βλ. τό κείμενο τῆς Ἐπιστολῆς εἰς Πηδάλιον τῆς νοητῆς νηός, τῆς Μιᾶς, Ἁγίας, Καθολικῆς καί Ἀποστολικῆς τῶν Ὀρθοδόξων Ἐκκλησίας, ὑπό Αγαπιου Ἱερομονάχου καί Νικοδημου Μοναχοῦ, Ἐκδοτικός Οἶκος «᾽Αστήρ», Ἀθῆναι 1990, σελ. 544-545 καί εἰς PG 10, 1272 ἑἑ.
[7]. Πηδάλιον, ἔνθ᾽ ἀνωτ., σελ. 297, ὑποσημ. 2.
[8]. Αὐτόθι.
[9]. Βλ. Γ. Ραλλη-Μ. Ποτλη, Σύνταγμα τῶν θείων καί ἱερῶν Κανόνων, Ἀθῆναι 1854, τόμ. Δ´, σελ. 6-7: «...τό γάρ ἀληθές μόνος οἶδεν ὁ ἀναστάς Θεός... εἰκός δέ ἐστιν ἤ κατά τήν ἑβδόμην ἤ κατά τήν ὀγδόην ὥραν γενέσθαι τήν Ἀνάστασιν». Ἡ ζ´ καί ἡ η´ ὥρα τῆς νύκτας ἀντιστοιχοῦν στίς ὧρες μία καί δύο (1 καί 2) μετά τά μεσάνυχτα.
[10]. Λόγος εἰς τόν Ποιμένα ξζ´, σελ. 394.

Σάββατο 19 Οκτωβρίου 2019

ΠΡΩΤΟΠΡ. ΘΕΟΔΩΡΟΣ ΖΗΣΗΣ ΓΙΑ ΟΥΚΡΑΝΙΚΗ ΑΥΤΟΚΕΦΑΛΙΑ: ΣΦΑΛΜΑ Η ΑΝΑΓΝΩΡΙΣΗ ΑΠΟ ΤΗΝ ΕΚΚΛΗΣΙΑ ΤΗΣ ΕΛΛΑΔΟΣ


Την απόφαση της Ιεραρχίας της Εκκλησίας της Ελλάδος σχολίασε στο Sputnik, ο Πρωτοπρεσβύτερος Θεόδωρος Ζήσης, ομότιμος καθηγητής Θεολογικής Σχολής του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης (ΑΠΘ).
Αρνητικά σχολιάζει την απόφαση που έλαβε η Ιερά Σύνοδος της Ιεραρχίας, αναφορικά με την αυτοκεφαλία της σχισματικής ουκρανικής εκκλησίας ο Πρωτοπρεσβύτερος Θεόδωρος Ζήσης, ομότιμος καθηγητής Θεολογικής Σχολής του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης:
«Κακώς έγινε η αναγνώριση και ήταν πολύ μεγάλο συνοδικό σφάλμα. Όπως έγινε μάλιστα η διαδικασία, δια βοής στη συνέλευση της Ιεραρχίας, χωρίς ψηφοφορία, ήταν λάθος. Την ίδια στιγμή τα επιχειρήματα που αναπτύχθηκαν από τον Αρχιεπίσκοπο στην εισήγηση του είναι εσφαλμένα, τόσο από θεολογικής, όσο και από ιστορικής άποψης. Στη βάση ψευδών επιχειρημάτων, κακώς έγινε αυτή η αναγνώριση της αυτοκεφαλίας από την Εκκλησία της Ελλάδος. Η εκτίμηση μου είναι ότι δημιουργείται μια αναστάτωση στο σύνολο της Οικουμενικής Ορθοδοξίας, η οποία θα έπρεπε να αποφευχθεί».

Ο ιερέας, καθηγητής και ιστορικός, που μίλησε στο Sputnik, έχει γράψει βιβλίο («Το Ουκρανικό Αυτοκέφαλο») του οποίου υπότιτλος είναι «αντικανονική και διαιρετική εισπήδηση της Κωνσταντινούπολης» και έχει μάλιστα μεταφραστεί και στη ρωσική γλώσσα.
Την ίδια στιγμή, επισημαίνει ότι βρισκόμαστε αντιμέτωποι με πρωτοφανείς καταστάσεις:
«Δεν ξέρω πως θα αντιδράσουν οι άλλες αυτοκέφαλες εκκλησίες. Πιστεύω ότι αρκετές θα παραμείνουν σταθερά στην υποστήριξη του Μητροπολίτη Ονούφριου. Κάποιες άλλες θα πιεστούν να ακολουθήσουν το παράδειγμα της Εκκλησίας της Ελλάδος».
Παράλληλα όπως σημειώνει, η κανονική εκκλησία της Ουκρανίας θα έχει πρόβλημα κοινωνίας με την ελληνική εκκλησία, ενώ το Πατριαρχείο της Μόσχας θα αποστασιοποιηθεί από την Ελλάδα:
«Θα έχουν πρόβλημα κοινωνίας με εμάς. Αφού εμείς κοινωνήσαμε με τους ακοινώνητους σχισματικούς, καθιστάμεθα και εμείς ακοινώνητοι. Εκτίμησή μου είναι ότι η Εκκλησία της Ρωσίας θα διακόψει τους δεσμούς με την Εκκλησία της Ελλάδος όπως έκανε και με το Οικουμενικό Πατριαρχείο. Αυτό θα έχει αντίκτυπο στον θρησκευτικό τουρισμό που πραγματοποιούν οι Ρώσοι στην Ελλάδα. Ήδη η Μόσχα δεν συμμετέχει στους διαθρησκευτικούς διαλόγους. Τα πράγματα δυσκολεύουν.
Ως καθηγητής και ιστορικός εξέθεσα τις απόψεις μου για τους λόγους που δεν έπρεπε να αναγνωριστεί το αυτοκέφαλο. Δεν το έκανα εθνοφυλετικά, καθώς πρέπει να βάζουμε την πίστη μας πάνω από το έθνος. Έλληνες, Ρώσοι, Ρουμάνοι, Γεωργιανοί, είμαστε ένα σώμα, αυτό της Ορθοδοξίας. Δυστυχώς η εκκλησία της Ελλάδος ενήργησε εθνοφυλετικά, εθνικιστικά και όχι ορθόδοξα, κανονικά και εκκλησιολογικά».
Ερωτηθείς αν το Πατριαρχείο της Κωνσταντινούπολης μπορεί να συμφωνήσει έστω και την ύστατη στιγμή, με το Πατριαρχείο Μόσχας απαντά ότι και οι δύο παραμένουν αμετακίνητοι στις θέσεις τους:
«Ο Αρχιεπίσκοπος Κύπρου προσπάθησε να κάνει μια μεσολαβητική προσπάθεια ώστε να βρεθεί κάποια λύση, ο Οικουμενικός τον επέπληξε. Μόνο αν τα πράγματα χειροτερέψουν αν οδηγηθούμε σε σχισματικές διαιρετικές καταστάσεις, μετά από την εξέλιξη αυτή ίσως τότε σκεφθούν ότι πρέπει να υπάρξει κάποιος τρόπος ώστε να επιλυθούν τέτοιες διαφορές».
Τέλος επισημαίνει ότι: «Αν η Εκκλησία της Ελλάδος δεν είχε προβεί σε αυτήν την αναγνώριση, τότε ο Οικουμενικός Πατριάρχης θα είχε απομονωθεί και ίσως τον φώτιζε ο Θεός να καταλάβει ότι έκανε λάθος. Τώρα η Εκκλησία της Ελλάδος του δίνει το δικαίωμα να αρχίσει να πιέζει και άλλες αυτοκέφαλες εκκλησίες αναγνωρίζουν.
Το ίδιο είχε γίνει και με την υπόθεση του παλαιού και νέου ημερολογίου όπου πιέστηκε πάλι η εκκλησία από πολιτικές δυνάμεις. Έτσι έχουμε σχίσμα εορτολογικό, άλλοτε γιορτάζουμε εμείς, σε άλλη ημερομηνία τα Ιεροσόλυμα και το Άγιο Όρος».
Η απόφαση της Εκκλησίας της Ελλάδος
Το Σάββατο, η Εκκλησία της Ελλάδος αναγνώρισε το δικαίωμα του Πατριάρχη Κωνσταντινουπόλεως Βαρθολομαίου να χορηγήσει αυτοκεφαλία καθώς και το προνόμιο του αρχιεπίσκοπου Ιερώνυμου να χειρισθεί περαιτέρω το ζήτημα, σύμφωνα με την επίσημη ανακοίνωση της Ιεραρχίας.
Κατά την έκτακτη συνεδρίαση, κάποιοι μητροπολίτες ζήτησαν αναβολή για το συγκεριμένο ζήτημα.
Η ρωσική εκκλησία επισήμανε ότι η απάντησή της θα δοθεί από την Ιερά Σύνοδο του Πατριαρχείου Μόσχας.
Το χρονικό της αυτοκεφαλίας
Τον Ιανουάριο του 2019, ο Πατριάρχης Βαρθολομαίος εκχώρησε αυτοκεφαλία στην αποκαλούμενη Εκκλησία της Ουκρανίας. Είχε προηγηθεί η λεγόμενη «ενωτική σύνοδος» στο Κίεβο για τη συγκρότηση της αυτοαποκαλούμενης «νέας εκκλησίας» της Ουκρανίας, με επικεφαλής τον Επιφάνιο.
Τόσο η Ουκρανική Ορθόδοξη Εκκλησία του Πατριαρχείου Μόσχας όσο και η Ρωσική Ορθόδοξη Εκκλησία δεν αναγνώρισαν την ίδρυση της νέας δομής όπως και την απόφαση του Οικουμενικού Πατριαρχείου να χορηγήσει αυτοκεφαλία, με το Πατριαρχείο Μόσχας να μιλάει για «νομιμοποίηση του σχίσματος» που θα έχει σοβαρές και καταστροφικές συνέπειες για εκατομμύρια ορθόδοξους χριστιανούς.

Λάμπρος Ζαχαρής sputniknews.gr

Παρασκευή 26 Ιουλίου 2019

ΠΡΩΤΟΠΡ. ΘΕΟΔΩΡΟΣ ΖΗΣΗΣ: ΑΓΙΟΜΑΧΟΣ ΟΙΚΟΥΜΕΝΙΣΤΗΣ ΠΡΟΣΒΑΛΛΕΙ ΤΗΝ ΜΝΗΜΗ ΤΟΥ ΠΡΟΦΗΤΗ ΗΛΙΑ. ΠΟΙΟΙ ΕΥΘΥΝΟΝΤΑΙ ΓΙΑ ΤΟ ΑΓΙΟΜΑΧΙΚΟ ΚΛΙΜΑ

Πρωτοπρεσβύτερος Θεόδωρος Ζήσης
Ὁμότιμος Καθηγητὴς Θεολογικῆς Σχολῆς Α.Π.Θ.
ΑΓΙΟΜΑΧΟΣ ΟΙΚΟΥΜΕΝΙΣΤΗΣ
ΠΡΟΣΒΑΛΛΕΙ ΤΗΝ ΜΝΗΜΗ ΤΟΥ ΠΡΟΦΗΤΗ ΗΛΙΑ
Ποιοί εὐθύνονται γιά τό ἁγιομαχικό κλῖμα

1. Ἀντιοικουμενιστὴς ὁ προφήτης Ἠλίας.
Γιὰ δύο βασικῶς λόγους ὅσοι ἀκολουθοῦν τὸν Οἰκουμενισμό – Συγκρητι­σμὸ τῆς Νέας Ἐποχῆς τοῦ Ἀντιχρίστου δὲν τὰ πᾶνε καλὰ μὲ τὸν ἔνδοξο καὶ πυρφόρο προφήτη Ἠλία. Ἐν πρώτοις, διότι καταπολέμησε ἀποφασιστικὰ καὶ ἔμπρακτα, περισσότερο ἀπὸ τοὺς ἄλλους προφῆτες, τὸν θρησκευτικὸ Συγκρητισμό – Οἰκουμενισμὸ τῆς ἐποχῆς του, ὑποστὰς γι᾽ αὐτὸ διωγμοὺς καὶ ταλαιπωρίες, «ἐν ὄρεσι καὶ σπηλαίοις καὶ ταῖς ὀπαῖς τῆς γῆς»[1]ἀπὸ τὸν βασιλιᾶ τοῦ Ἰσραὴλ Ἀχαὰβ καὶ τὴν εἰδωλολάτρισσα σύζυγό του Ἰεζάβελ, ἡ ὁποία ἐπέβαλε στοὺς Ἰσραηλίτες τὴν προσκύνηση τοῦ εἰδωλολατρικοῦ θεοῦ Βάαλ, ἀντίστοιχου πρὸς τὸν ἑλληνικὸ θεὸ Δία. Ὁ δεύτερος λόγος τῆς ἐχθρότητος τῶν Οἰκουμενιστῶν πρὸς τὸν ἀντιοικουμενιστὴ προφήτη εἶναι ὁ πύρινος ζῆλος του γιὰ τὴν Πίστη πρὸς τὸν ἀληθινὸ Θεό, ὁ ὁποῖος ζῆλος τοῦ ἐχάρισε τὸν ἐπίζηλο τίτλο τοῦ ζηλωτῆ, ὅπως φαίνεται καὶ ἀπὸ τὸ ἀπολυτίκιο τοῦ Ἁγίου Ἀντωνίου, τὸν ὁποῖο ἐπαινεῖ ὁ ὑμνογράφος γιὰ τὸ ὅτι μιμήθηκε τὸν ζηλωτὴ Ἠλία· «Τὸν ζηλωτὴν Ἠλίαν τοῖς τρόποις μιμού­μενος». Μὲ τοὺς ζηλωτὲς δὲν τὰ πᾶνε καλὰ οἱ Συγκρητιστές - Οἰκουμενι­στές, διότι τοὺς εἶναι ἐμπόδιο στὸ κατεδαφιστικὸ καταστροφικό τους ἔργο, στὴν ἀποστασία ἀπὸ τὴν Ἀλήθεια, ἀπὸ τὴν Ὀρθοδοξία. Γι᾽ αὐτὸ καί, ὅταν μποροῦν καὶ βροῦν εὐνοϊκὸ καιρὸ γι᾽ αὐτοὺς καὶ κλῖμα, προσπαθοῦν νὰ τοὺς δυσφημήσουν, νὰ συκοφαντήσουν κάποιες πράξεις τους, νὰ μειώσουν τὴν διαχρονικὴ τιμὴ καὶ δόξα τους μὲ τὴν ἐλπίδα σιγά-σιγά νὰ παρασύρουν κάποιους ἀμύητους, ἀφελεῖς καί ἀπληροφόρητους ἤ καί ἐπιπόλαιους καὶ ἀβαθεῖς, στὴν προφητοκτόνο καὶ ἁγιοκτόνο γραμμή τους.

2. Στὴν αὐλὴ τῆς Συνόδου καὶ τῆς Ἀρχιεπισκοπῆς εἰσέβαλαν πατρομάχοι καὶ ἁγιομάχοι.
Τέτοιο κλῖμα ἀποστασίας μεταπατερικό, πατρομαχικό, πατροκτόνο καὶ προφητοκτόνο, στὴν δημιουργία τοῦ ὁποίου συνέβαλε ἐν πολλοῖς καὶ ὁ ἴδιος, συνεργαζόμενος μὲ τὴν πατρομαχικὴ Ἀκαδημία Θεολογικῶν Σπου­δῶν τοῦ Βόλου καὶ τοὺς διαθρησκειακοὺς «θεολόγους» τῆς θεολογικῆς παρασυν­α­γωγῆς τοῦ «Καιροῦ», βρῆκε ὁ καθηγητὴς τοῦ Τμήματος Θεολογίας τῆς Θεολογικῆς Σχολῆς τοῦ Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης Μιλτιάδης Κων­σταντίνου, γιὰ νὰ ἐνσπείρει ἀμφιβολίες καὶ ἐπιφυλάξεις γιὰ τὸ πρό­σωπο καὶ τὸ ἔργο τοῦ ἔνδοξου προφήτη Ἠλία. Τὸ ἔπραξε μάλιστα αὐτὸ ὄχι ὡς ἐλεύθερο θεολογικὸ καὶ ἐρευνητικὸ στοχασμό, σὲ ἀκαδημαϊκὸ περιβάλλον καὶ σὲ θεολογικὰ ἔντυπα, περιοδικὰ καὶ συγγράμματα προσωπικά, τὰ ὁποῖα ἐλάχιστοι πιστοὶ τὰ διαβάζουν καὶ ἐλάχιστη ἐπιρροὴ ἀσκοῦν στὸ πλήρωμα τῆς Ἐκκλησίας, ἀλλὰ σὲ ἐπίσημο περιοδικὸ τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος, κατ᾽ ἐξοχὴν ποιμαντικοῦ καὶ πρακτικοῦ χαρακτήρα, βοηθητικὸ τοῦ πνευματικοῦ ἔργου τῶν ἱερέων στὶς ἐνορίες, στὸ περιοδικό«Ἐφημέριος».
Τὸ περιοδικὸ αὐτὸ λαμβάνουν ὑποχρεωτικὰ οἱ δέκα χιλιάδες (10.000) ἐφημέριοι τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος. Μέχρι νὰ πέσει στὰ χέρια τῶν Οἰκουμενιστῶν ἦταν ἕνα σοβαρό, ἀξιοσύστατο καὶ ἀξιέπαινο περιοδικό. Τώρα δυστυχῶς, μολονότι δημοσιεύει καὶ σοβαρὰ σὲ ὀρθόδοξη γραμμὴ καὶ μὲ ἐπιστημοσύνη ἄρθρα, λόγῳ τοῦ ὅτι τοῦ ἔχει ἐπιβληθῆ οἰκουμενιστικὴ γραμμὴ ἀπὸ τοὺς γνωστοὺς μεταπατερικοὺς κύκλους, ἀνακατεύει, ἀναμιγνύει τὰ ὀρθόδοξα μὲ τὰ κακόδοξα, μὲ πιστότητα στὸ συγκρητιστικὸ δόγμα τῆς ἀνάμειξης τῆς ἀλήθειας μὲ τὸ ψεῦδος, τῆς Ὀρθοδοξίας μὲ τὴν αἵρεση, τοῦ μόνου ἀληθινοῦ Τριαδικοῦ Θεοῦ μὲ τοὺς θεοὺς τῶν ἄλλων θρησκειῶν, τῆς μόνης ἀληθινῆς θρησκείας τοῦ Θεανθρώπου Χριστοῦ μὲ τὶς ἄλλες θρησκεῖες καὶ πλάνες.
Ἂν διαθέσει κανεὶς χρόνο νὰ διαβάσει τὴν ἀρθρογραφία τοῦ «Ἐφημερίου» τῆς τελευταίας δεκαετίας, θὰ ἐντοπίσει πλῆθος κακοδοξιῶν καὶ παρερμηνειῶν. Ἐνδεικτικῶς σημειώνουμε δύο ἐντοπισθεῖσες κακοδοξίες, μία σὲ τεῦχος τοῦ 2014 καὶ μία πρόσφατη σὲ τεῦχος τοῦ 2019. Ἡ πρώτη προσέβαλε τὴν διδασκαλία τοῦ Ἁγίου Γρηγορίου Παλαμᾶ γιὰ τὴν ἄκτιστη Χάρη καὶ τὴν θέωση τοῦ ἀνθρώπου. Ἐντοπίσθηκε καὶ ἀναιρέθηκε ἀπὸ τὴν Ἱερὰ Μονὴ Παντοκράτορος Μελισσοχωρίου μὲ ἄρθρο ὑπὸ τὸν τίτλο «Φθάσαμε μεταπατερικῶς καὶ στόν “ἀντι-παλαμισμό”; Μὲ ἀφορμὴ μία ἐπιστολὴ ἀρχιμανδρίτου…»[2]. Ἡ δεύτερη κακοδοξία ἐπισημάνθηκε σὲ ἄρθρο τοῦ «Ὀρθοδόξου Τύπου», γραμμένο ἀπὸ τὸν Παῦλο Τρακάδα μὲ τίτλο «Κακοδοξίαι εἰς τὸν “Ἐφημέριον”»; Ἀφορᾶ σὲ ἄρθρο τοῦ Δ. Μαυρόπουλου ποὺ δημοσιεύθηκε στὸν «Ἐφημέριο» μὲτίτλο «Τὸ συνοδικὸ πολίτευμα τῆς Ἐκκλησίας», στὸ ὁποῖο ἐπιχειρεῖται, μὲ βάση αἱρετίζουσες θέσεις τοῦ μητροπολίτη Περγάμου Ἰωάννη Ζηζιούλα, νὰ δοθεῖ τριαδολογικὴ βάση καὶ διάσταση στὸ «πρωτεῖο» τοῦ πατριάρχη Βαρθολομαίου καὶ νὰ ἐνισχυθεῖ ὁ ἐπισκοποκεντρισμός[3].
Γιὰ ὅσους γνωρίζουν πρόσωπα καὶ πράγματα καὶ μποροῦν νὰ ἰχνηλα­τοῦν τὴν πορεία τῶν κακοδόξων εἶναι ἐξακριβωμένο ὅτι ὁ καιρός, τὸ κλῖμα, στὸν «Ἐφημέριο» ἄλλαξε, ὅταν ἡ θεολογικὴ παρασυναγωγὴ «Καιρός» μὲ τὴν ἄνοδο τοῦ ἀρχιεπισκόπου Ἱερωνύμου στὸν θρόνο τῶν Ἀθηνῶν εἰσῆλθε στὶς αὐλὲς τοῦ συνοδικοῦ καὶ τοῦ ἀρχιεπισκοπικοῦ μεγάρου καὶ κατέλαβε θέσεις στὶς συνοδικὲς ἐπιτροπὲς καὶ πρὸ παντὸς στὶς καίριες καὶ ἐπιτελικὲς θέσεις τῶν ἐπισήμων περιοδικῶν τῆς Ἐκκλησίας «Θεολογία» καί «Ἐφημέ­ριος». Μὲ αὐτοὺς τοὺς παρασυναγώγους συνεισῆλθαν καὶ οἱ μεταπατερικοὶ «θεολόγοι» τοῦ Βόλου. Ἀμφότερες οἱ ὁμάδες συνεισήγαγαν θριαμβευτικὰ καὶ ἐνθουσιαστικὰ τὶς παρεκκλίνουσες ἐκκλησιολογικὲς θέσεις τοῦ μητροπολίτη Περγάμου, κορυφαίου ἐκφραστῆ καὶ διαμορφωτῆ τῆς νέας αἱρετί­ζουσας ἐκκλησιολογίας τοῦ Φαναρίου. Ὁ ἀποδομητὴς τοῦ ὁμολογιακοῦ, ὀρθόδοξου χαρακτήρα τοῦ μαθήματος τῶν Θρησκευτικῶν, πού τώρα ἔχει μεταβληθῆ σὲ βλάσφημη θρησκειολογικὴ σούπα, θεολόγος Σταῦρος Γιαγκάζογλου, διορίζεται ἀπὸ τὸν ἀρχιεπίσκοπο διευθυντὴς τοῦ ἱστορικοῦ καὶ σπουδαίου περιοδικοῦ τῆς Ἐκκλησίας «Θεολογία» καὶ καθίσταται τώρα, μὲ τὸ κῦρος τῆς θέσεως καὶ τῆς ἀρχιεπισκοπικῆς εὐνοίας, ὑποβολεὺς τῶν δῆθεν ἀναγκαίων ἀλλαγῶν στὸ μάθημα τῶν Θρησκευτικῶν μὲ παραμερι­σμὸ καὶ ἀπαξίωση τῆς «Πανελλήνιας Ἕνωσης Θεολόγων», ποὺ ἀγωνιζόταν μὲ τὸ σύνολο τοῦ θεολογικοῦ κόσμου νὰ διασώσει τὸν ὀρθόδοξο χαρακτήρα τοῦ μαθήματος τῶν Θρησκευτικῶν καὶ νὰ γλυτώσει τὰ Ἑλληνόπουλα ἀπὸ τὸ νὰ προσκυνήσουν τὸ νέο Βάαλ τοῦ διαθρησκειακοῦ καὶ διαχριστιανικοῦ Οἰκουμενισμοῦ, ἀπὸ τὸ νὰ γίνουν νέοι γενίτσαροι προδίδοντας τὴν Πίστη τῶν Πατέρων τους. Καὶ ὅταν πλέον ἡ συμμαχία τῶν «ἐκκλησιαστικῶν» μὲ τοὺς ἐκκλησιομάχους τοῦ ΣΥΡΙΖΑ στὸ Ὑπουργεῖο Παιδείας ἀποκαλύφθηκε, γιὰ τὸν κατευνασμὸ τῶν ἀντιδράσεων ἀντικαθίσταται ὁ ἡγέτης τοῦ «Και­ροῦ» στὴν διεύθυνση τοῦ περιοδικοῦ «Θεολογία», ἀφοῦ προετοιμάσθηκε καλὰ τὸ ἔδαφος γιὰ νὰ καταλάβει ἄλλη σημαντικὴ θέση μὲ τὴν ἐκλογή του ὡς καθηγητῆ στὴν Θεολογικὴ Σχολὴ τοῦ Πανεπιστημίου τῆς Ἀθήνας.
Ποιός τὸν ἀντικατέστησε; Κάποιος παραδοσιακὸς θεολόγος ἤ τέλος πάντων κάποιος ἀπὸ τὶς δεκάδες τῶν καθηγητῶν τῶν δύο Θεολογικῶν Σχολῶν, ὅπως θὰ ταίριαζε σὲ ἕνα περιοδικὸ ὑψηλοῦ ἀκαδημαϊκοῦ κύρους, ὅπως τὸ περιοδικό «Θεολογία»; Τὸν ἀντικατέστησε ὁ θεολόγος Ἀλέξανδρος Κατσιάρας, ὡς «Διευθυντὴς Συντάξεως», ἐπιτυχημένος ἤδη στὴν οἰκουμενιστικὴ ἅλωση τοῦ Ραδιοφωνικοῦ Σταθμοῦ τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος καὶ τοῦ περιοδικοῦ«Ἐφημέριος», θαυμαστὴς τῆς Ζηζιούλιας θεολογίας, καθ᾽ ὁμολογία τοῦ ἴδιου[4], ἀγαπημένο παιδὶ τοῦ ἀρχιεπισκόπου Ἱερωνύμου καὶ ἐγκωμιαστὴς τοῦ πατριάρχη Βαρθολομαίου. Εἶναι ἀποκαλυπτική, σοκαριστικὴ ἡ θεολογικὴ γραμμὴ τοῦ βιβλίου ποὺ συνέγραψε ὁ ἐν λόγῳ θεολόγος μὲ τίτλο «Ὅταν ὁ Θεὸς πεθαίνει. Μία συζήτηση», στὸ ὁποῖο δίδει ἀπαντήσεις σὲ ἐρωτήματα ποὺ τοῦ ὑπέβαλε ἡ συγγραφέας Μάρω Βαμβουνάκη, μὲ τὴν ὁποία ἐμφανίζονται ὡς συγγραφικὴ δυάδα. Τὸ βιβλίο ἐκδόθηκε γιὰ πρώτη φορὰ τὸ 2003 ἀπὸ τὶς «Ἐκδόσεις Δόμος». Ἐπανεκδόθηκε τὸ 2004 καὶ τὸ 2005 ἀπὸ τοὺς ἴδιους ἐκδότες. Ἡ δεύτερη ἔκδοση ἔγινε τὸ 2008 ἀπὸ τίς «Ἐκδόσεις Ἁρμός». Ἡ ἔκδοση αὐτὴ εἶναι ἀφιερωμένη στὸν πατριάρχη Βαρθολομαῖο μὲ τὴν ἑξῆς διατύπωση: «Στὸν Ἀρχιεπίσκοπο Κωνσταντινουπόλεως καὶ Οἰκουμενικὸ Πατριάρχη κ.κ. Βαρθολομαῖο γι᾽ αὐτὸ ποὺ σημαίνει καὶ εἶναι»[5]. Στὴν παρου­σίαση τοῦ βιβλίου ποὺ ἔγινε τὴν Παρασκευὴ 5 Φεβρουαρίου τοῦ 2010 στὸ Βυζαντινὸ καὶ Χριστιανικὸ Μουσεῖο τῆς Ἀθήνας παρέστησαν ὁ πατριάρχης Βαρθολομαῖος, ὁ ἀρχιεπίσκοπος Ἱερώνυμος, ὁ μητροπολίτης Περγάμου Ἰωάννης, ὁ μητροπολίτης Μεσσηνίας Χρυσόστομος κ.ἄ., ἐπιφανεῖς οἰκουμενιστὲς ὅλοι, ἀλληλοεπαινούμενοι καὶ ἀλληλοεγκωμιαζόμενοι.
Ἡ ἀναφορὰ στὸ βιβλίο αὐτὸ τοῦ θεολόγου Ἀλέξανδρου Κατσιάρα Γενικοῦ Διευθυντοῦ Ραδιοφωνίας, Διευθυντοῦ Συντάξεως τοῦ περιοδικοῦ «Θεολογία» καὶ Διευθυντοῦ Συντάξεως τοῦ περιοδικοῦ «Ἐφημέριος» ἔγινε γιὰ νὰ φανεῖ ὅτι ὁ «Καιρός» τοῦ Γιαγκάζογλου, τοῦ Κωνσταντίνου, τοῦ Σταμούλη, τοῦ Γιάγκου, τοῦ Κατσιάρα, τῆς Ἀκαδημίας τοῦ Βόλου, κ.ἄ. ἄλλαξε ἀπὸ καιρὸ τὸν καιρὸ στὸ συνοδικὸ καὶ ἀρχιεπισκοπικὸ περιβάλλον καὶ σὲ κάποιες ἐπισκοπικὲς αὐλές, ὥστε ἡ ἀλλαγὴ τοῦ κλίματος μὲ τὶς οἰκουμενιστικὲς θύελλες νὰ ἑρμηνεύεται εὔκολα ἀπὸ ὅσους παρακολουθοῦν τὰ πνευματικὰ οἰκολογικὰ φαινόμενα, τὰ ὁποῖα θὰ ἔπρεπε νὰ ἀποτρέπουν καὶ ὄχι νὰ τὰ προκαλοῦν ὅσοι ἔχουν ταχθῆ νὰ φροντίζουν γιὰ τὶς πνευματικὲς ἀνάγκες τῶν πιστῶν. Δὲν ἐγνώριζε ὁ ἀρχιεπίσκοπος οὔτε οἱ ἄλλοι ἀρχιερεῖς ποιούς τοποθετοῦσαν σὲ ἐπιτελικὲς συνοδικὲς θέσεις; Δὲν ἔκαναν τὸν κόπο, πρὶν ἀναλυθοῦν σὲ ἐγκώμια γιὰ τὸ ἀναφερθὲν βιβλίο «Ὅταν ὁ Θεὸς πεθαίνει» καὶ πρὶν παραδώσουν τὸν Ραδιοφωνικὸ Σταθμό, τὴν «Θεολογία» καὶ τὸν «Ἐφημέριο» στὰ χέρια τοῦ συγγραφέα, νὰ τὸ φυλλομετρήσουν ἔστω, μήπως καὶ ἀντιληφθοῦν πὼς ὁ Θεός, ἡ Ἀλήθεια, ἡ Ὀρθοδοξία πεθαίνει σιγά-σιγά στὰ χέρια τῶν Ἁγιομάχων Οἰκουμενιστῶν, ὅπως αὐτοὶ νομίζουν καὶ προσπαθοῦν νὰ τὸν θάψουν μέσα σὲ ἕνα κομφούζιο συγκεχυμένων ἰδεοληψιῶν; Αὐτὴ ἡ σύγχυση καὶ ἡ ἀλλοτρίωση τοῦ νοῦ τους πέρασε μέσῳ συμμάχων ἀρχιερέων στὶς συνοδικὲς καὶ ἐπισκοπι­κὲς αὐλὲς καὶ ὁδήγησε στὰ θλιβερὰ ἐκκλησιομαχικὰ ἀποτελέσματα τῆς τελευταίας πενταετίας. Γράφει ὁ συγγραφέας τοῦ θανάτου τοῦ Θεοῦ ἤδη ἀπὸ τὸ 2003: «Ὁ Θεὸς φανερώνει τὴν Βασιλεία του... μὲ ἐκείνους ποὺ παρ᾽ ὅλα αὐτὰ δὲν πιστεύουν ὅτι μπορεῖ νὰ τοὺς χωρίσει ἀπὸ τὸν Χριστὸ οὔτε διωγμός, οὔτε θλίψη, οὔτε στενοχώρια, οὔτε μαρτύριο, οὔτε φυλακή, οὔτε χωρισμός Ἐκκλησίας ἀπὸ τὸ κράτος ἤ ἔθνος, οὔτε κατάργηση τοῦ σταυροῦ ἀπὸ τὶς ὅποιες σημαῖες, οὔτε κατάργηση τοῦ ὅρκου ἀπὸ τὰ δικαστήρια, οὔτε ὑποχρεωτικὴ ἐπιβολὴ τῆς καύσης τοῦ νεκροῦ σώματος (χιλιάδες ἁγίασαν ἐπειδὴ τὰ σώματά τους τὰ ἔκαψαν), οὔτε κατάργηση τοῦ μαθήματος τῶν Θρησκευτικῶν, οὔτε ἡ ἀποκαθήλωση τῶν εἰκόνων ἀπὸ τὶς ὅποιες αἴθουσες, οὔτε ἡ ἀντιμετώπιση ἀπὸ τὸ κράτος τῆς Ἐκκλησίας ὡς ὅποιας ἄλλης θρησκείας κ.λπ., παρὰ πιστεύουν ὅτι τὸ μόνο ποὺ μπορεῖ νὰ τοὺς χωρίσει εἶναι ἡ φιλαυτία. Ἀπεναντίας ἡ ἐπιμονὴ γιὰ τὴν ὕπαρξη καὶ τὴ διατήρηση ὅλων αὐτῶν τῶν παραπάνω καταστάσεων καὶ ἄλλων παρόμοιων, μπορεῖ ἐνδεχομένως νὰ σηματοδοτεῖ ἤδη τὸν χωρισμό μας ἀπὸ τὸν Χριστὸ καὶ τὴν Ἐκκλησία, ὅταν τοὐλάχιστον τὰ ἀνάγουμε σὲ αὐτοσκοπό. Μόνον ὅταν πεθάνουν ὅλα αὐτά, ποὺ σὰν θεότητες μᾶς καταδυναστεύουν, ὑπάρχει ἐλπίδα νὰ συναντήσει κανεὶς τὸν ὄντως Θεό»[6].Ἐξηγεῖται ἔτσι γιατὶ ὁ ἀρχιεπίσκοπος, σιωπηλὰ καὶ ἀδιαμαρτύρητα, ἄφησε νὰ πεθάνουν ὅλα, νὰ πεθάνει ὁ Θεός, ἡ Ἀλήθεια, ἡ Ὀρθοδοξία, νὰ προχωρήσουν ὅλες οἱ ἐκκλησιομάχες μεταρρυθμίσεις τῆς ντροπῆς καὶ τῆς διαστροφῆς τῶν θεολόγων αὐτῶν τῆς αἰσχύνης κατὰ τὴν τελευταία πενταετία ποὺ μᾶς κυβέρνησαν οἱ ἄθεοι τοῦ ΣΥΡΙΖΑ, ἴσως γιατὶ πείσθηκε ὅτι ἔτσι θὰ συναντήσει τὸν Χριστό, ὅπως δίδαξε ὡς κατηχητὴς στὸν «θεολόγο» Κατσιάρα καὶ διδάχθηκε στὴ συνέχεια ἀπὸ αὐτόν. Γράφει σὲ ἄλλο σημεῖο γιὰ τὸ μάθημα τῶν Θρησκευτικῶν: «Ἡ ζωὴ δὲν εἶναι μάθημα, ἀλλὰ μαθητεία. Ἂν ἡ βοήθεια ἦταν ζήτημα γνώσης, τότε π.χ. ὅλοι οἱ μαθητὲς στὴν Ἑλλάδα, μαθαίνοντας γιὰ τὸ σωστὸ καὶ τὴν “ὀρθὴ πίστη” στὸ μάθημα τῶν Θρησκευτικῶν στὰ σχολεῖα, δὲν θὰ ἔπρεπε νὰ παρουσιάζουν κανενὸς εἴδους πρόβλημα πίστης. (Ἄλλη πονεμένη ἱστορία, τὸ μάθημα τῶν θρησκευτικῶν στὰ σχολεῖα). Γιὰ μένα ἂν τὸ μάθημα τῶν θρησκευτικῶν εἶναι μιὰ κατήχηση, θὰ ὄφειλε νὰ γίνεται στὸν ναό. Ἂν δὲν εἶναι κατήχηση, τότε θὰ πρέπει νὰ εἶναι θρησκειολογία. Πάντως ἕνα βῆμα πρὸς τὴν ὀρθὴ κατεύθυνση θὰ ἦταν νὰ εἶναι προαιρετικὸ μὲ βάση τὸν “ὁμολογιακό” χαρακτήρα ποὺ ἔχει τώρα»[7].

3. Στὴν ἴδια σχολὴ ἀνήκουν ὁ μητροπολίτης Ἀλεξανδρουπόλεως Ἄνθιμος καὶ ὁ Γενικὸς Γραμματεὺς Θρησκευμάτων τοῦ Ὑπουργείου Παιδείας
Ἐπίλεκτο στέλεχος αὐτῆς τῆς ὁμάδος εἶναι ὁ βλάσφημος μητροπολίτης Ἀλεξανδρουπόλεως Ἄνθιμος, ὁ ὁποῖος κατασκανδάλισε πρόσφατα τοὺς Ὀρθοδόξους μὲ τὴν ἀπαράδεκτη, πρωτοφανῆ καὶ ἐκθεμελιωτικὴ τοῦ Εὐαγγελίου δήλωσή του, παρόμοια τῆς ὁποίας δὲν τόλμησε νὰ σκεφθεῖ καὶ νὰ ἐκφράσει μέχρι τώρα κανένας αἱρετικός, σύμφωνα μὲ τὴν ὁποία ὡς ἐπίσκοπος ἀκολουθεῖ αὐτὸ ποὺ λένε οἱ Χριστιανοί, ἀκόμη καὶ ἂν εἶναι ἀντίθετο μὲ τὸ Εὐαγγέλιο. Εἶπε ἐπὶ λέξει στὴν ἐκπομπὴ τοῦ καναλιοῦ τῆς Βουλῆς «Ἀπὸ τόπο σὲ τόπο», ποὺ παρουσιάζει ὁ δημοσιογράφος Μυλωνᾶς: «Ἐγὼ θὰ πῶ αὐτὸ ποὺ λέει ἡ Ἐκκλησία, δηλαδὴ τὸ πλήρωμα τῶν πιστῶν. Θὰ ἀφουγκραστῶ τοὺς Χριστιανοὺς τί λένε, ποιό θεωροῦν σωστό. Ἀκόμα καὶ ἂν αὐτὸ ποὺ οἱ Χριστιανοί μας θεωροῦν σωστό, ἀκόμα καὶ ἂν εἶναι ἀντίθετο μὲ τὸ Εὐαγγέλιο, ἐγὼ θὰ ὑπερασπιστῶ αὐτὸ ποὺ λένε οἱ Χριστιανοί μας, γιατὶ οἱ Χριστιανοί μας ἔφτιαξαν τὸ Εὐαγγέλιο δὲν ἔφτιαξε τὸ Εὐαγγέλιο τὴν Ἐκκλησία».
Τί νὰ τοῦ πεῖς τώρα αὐτοῦ τοῦ πλανεμένου ἐπισκόπου ποὺ ἀφουγκρά­ζεται ὄχι τί λένε οἱ Ἅγιοι Ἀπόστολοι καὶ οἱ Ἅγιοι Πατέρες σὲ ἀπόλυτη συμ­φωνία, ἀλλὰ ὅσα ἀντίθετα στὸ Εὐαγγέλιο ἐνσπείρει ὁ Σατανᾶς στοὺς αἱρετικούς ἐπισκόπους καὶ τὸν λαὸ ποὺ τοὺς ἀκολουθεῖ, ἀκατήχητος καὶ ἀνυποψίαστος, κατὰ τὴν διάρκεια ὅλων τῶν αἰώνων. Ἔχει ἄδικο μετὰ ὁ Ἅγιος Γρηγόριος Παλαμᾶς ποὺ λέγει ὅτι σὲ ὅλες τὶς ἐποχὲς ὁ Σατανᾶς ὑποψιθυρίζει στὰ αὐτιὰ τῶν αἱρετικῶν τὶς ἀντίθετες πρὸς τὸ Εὐαγγέλιο πλάνες, καὶ αὐτοὶ τὶς ἀφουγκράζονται;[8]. Μὲ τὴν βλασφημία ὅμως αὐτὴ τοῦ πλανεμένου ἐπισκόπου πρέπει νὰ ἀσχοληθεῖ κανεὶς ἐκτενέστερα, μολονότι ἡ πλάνη του εἶναι ὁλοφάνερη καὶ προκαλεῖ ἔκπληξη καὶ στοὺς πιὸ ἁπλοὺς Χριστιανούς, πικρία δὲ στοὺς ὁμόφρονές του, γιατὶ εἶναι ἀπρόσεκτος καὶ τοὺς ἐκθέτει. Θὰ διαμαρτυρηθεῖ ἆραγε κάποιος ἀπὸ τοὺς συνεπισκόπους, ἔστω κατὰ τὸ «φιλάδελφον», καὶ θὰ τὸν προτρέψει νὰ ἀνακαλέσει; Τὸν καμαρώνει καὶ τὸν συγχαίρει ὁ πνευματικός του πατέρας, ὁ μητροπολίτης Θεσσαλονίκης Ἄνθιμος, ὁ διώκτης Ὀρθοδόξων ἱερέων; Θὰ παρέμβει ἡ Θεολογικὴ Σχολή, γιὰ νὰ διορθώσει τὴν βλασφημία τοῦ πτυχιούχου της ἢ θὰ τὸν ἀναγορεύσει καὶ αὐτὸν ἐπίτιμο διδάκτορά της;
Δὲν πρέπει νὰ παραλείψουμε ἀναφορὰ καὶ στὸν ἐπὶ πολλὰ ἔτη καὶ ἐπὶ διαφορετικῶν κυβερνήσεων Γενικὸ Γραμματέα Θρησκευμάτων τοῦ Ὑπουρ­γείου Παιδείας Γιῶργο Καλαντζῆ, συνυπεύθυνο καθ᾽ ὅλα τοῦ Σταύρου Γιαγκάζογλου γιὰ τὴν ἔξωση τοῦ ὀρθοδόξου μαθήματος τῶν Θρησκευτι­κῶν ἀπὸ τὰ σχολεῖα τῆς χώρας καὶ τὴν ἀντικατάστασή του ἀπὸ τὴν πολυθρη­σκειακὴ σούπα τῶν διαβόητων «φακέλων» Φίλη καὶ Γαβρόγλου. Ἡ παρα­μονή του στὴν θέση τοῦ Γενικοῦ Γραμματέα Θρησκευμάτων μόνον κακὰ προοιωνίζεται γιὰ τὴν ρύθμιση τῶν θεμάτων ποὺ ἐνδιαφέρουν τὶς σχέσεις Ἐκκλησίας καὶ Πολιτείας, ἰδιαίτερα γιὰ τὸ πολύπαθο μάθημα τῶν Θρη­σκευτικῶν. Ἂν ἡ ἡγεσία τοῦ Ὑπουργείου Παιδείας τελικὰ δὲν ἐφαρμόσει τὶς δύο ἀπορριπτικὲς τοῦ νέου θρησκειολογικοῦ μαθήματος ἀποφάσεις τοῦ Συμβουλίου τῆς Ἐπικρατείας, ὅπως δεσμεύθηκε προεκλογι­κὰ καὶ μετεκλο­γικὰ ἡ νέα ὑπουργός, καὶ παρασυρθεῖ πάλι σὲ ἐπιτροπὲς γιὰ συζητήσεις, ὅπως πρότεινε ὁ ἀρχιεπίσκοπος, αὐτὸ σημαίνει πὼς ὁ μὲν λαὸς ἔδωσε αὐτοδυναμία στὴν κυβέρνηση, κυβερνοῦν ὅμως ἄλλοι, μὲ μόνιμους ἐπιτρόπους ποὺ ἐπιθυμοῦν τὴν ἐπιβολὴ τῆς πολυθρησκείας καὶ τῆς πολυπολιτισμικότητας.

4. Ὁ προφήτης Ἠλίας διέπραξε ἀποτροπιαστικὴ πράξη;
Ἦταν λοιπὸν φυσικὸ ἐπακόλουθο μέσα σ᾽ αὐτὸ τὸ οἰκουμενιστικό - συγκρητιστικὸ κλῖμα ποὺ δημιουργήθηκε στὸν συνοδικὸ καὶ ἀρχιεπισκοπικὸ χῶρο, μὲ τὸν ἔλεγχο ὅλων τῶν μέσων ἐπικοινωνίας, ἠλεκτρονικῶν καὶ ἐντύ­πων, ἀπὸ τὴν θεολογικὴ παρασυναγωγὴ τοῦ «Καιροῦ» καὶ τὴν Ἀκαδημία Θεολογικῶν Σπουδῶν τοῦ Βόλου νὰ γράψει ὁ καθηγητὴς Μ. Κωνσταντίνου ἕνα προβληματικό, ἀντιεκκλησιαστικό, ἀντιποιμαντικό, ἀντιβιβλικό, ἀκόμη καὶ ἀντιεπιστημονικό, ἄρθρο γιὰ τὸν προφήτη Ἠλία, ὥστε νὰ μάθουν οἱ ἱερεῖς παραλῆπτες τοῦ «Ἐφημερίου» νὰ μὴν εἶναι ἐγκωμιαστικοὶ καὶ ἐνθουσιώδεις στὰ κηρύγματά τους γιὰ τὸν ἔνδοξο ζηλωτὴ προφήτη Ἠλία, διότι διέπραξε ἀποτροπιαστικὴ πράξη ποὺ τὴν ἀποδοκίμασε ἔμμεσα ὁ ἴδιος ὁ Θεός. Εἶναι βέβαια σωστὸ ὅτι μερικὲς φορὲς ὁ ζῆλος, ὅταν δὲν στηρίζεται στὶς ἐντολὲς τοῦ Θεοῦ, ὁδηγεῖ σὲ ἀκρότητες. Δὲν ἰσχύει πάντως αὐτὸ γιὰ τὸν προφήτη Ἠλία. Ἰσχύει περισσότερο γιὰ τὸν συγγραφέα τοῦ ἄρθρου, ὁ ὁ­ποῖος, ζηλωτὴς τοῦ Οἰκουμενισμοῦ, δὲν ἀποφεύγει τὴν ἄσκηση βίας ἐναν­τίον Ὀρθοδόξων πιστῶν ἀκόμη καὶ ρασοφόρων, εἴτε σωματικῆς εἴτε ψυχολογικῆς.
Συνέγραψε λοιπὸν ὁ καθηγητὴς Μιλτ. Κωνσταντίνου ἄρθρο, τὸ ὁποῖο ἐδημοσίευσε μετὰ χαρᾶς ὁ ὁμόφρων θεολόγος Ἀλ. Κατσιάρας στὸ περιοδικὸ τῆς Ἐκκλησίας, «Ἐφημέριος» μὲ τίτλο: «20 Ἰουλίου: Μνήμη προφήτη Ἠλία. Σχόλιο στὸ Β´ Ἀνάγνωσμα τοῦ Ἑπερινοῦ: Γ´ Βα ιη´ 1 - ιθ´ 16. Ἡ εἰδωλολατρία στὸν βιβλικὸ Ἰσραήλ»[9]. Γιὰ νὰ μὴ ξεχάσουμε μάλιστα ποιός εἶναι ὁ συντονιστὴς στὸν Ὀρθόδοξο χῶρο τοῦ Συγκρητισμοῦ - Οἰκουμενισμοῦ καὶ ποιός ἐνθαρρύνει ὅλους αὐτοὺς τοὺς πατρομάχους καὶ ἁγιομάχους, τιμώντας τους μὲ ὀφφίκια καὶ ἄλλα καλούδια, σημειώνει ὁ συγγραφεὺς ὅτι, ἐκτὸς ἀπὸ καθηγητής, εἶναι καί «Ἄρχων Διδάσκαλος τοῦ Εὐαγγελίου τῆς ΜτΧ Ἐκκλησίας»[10]. Πόσο φθηνοὶ καὶ ψεύτικοι εἶναι πιὰ οἱ μεγάλοι τίτλοι, κούφιοι καὶ ἄδειοι· κάποτε εἶχαν οὐσιαστικὸ καὶ ἀληθινὸ περιεχόμενο. Μόνον διδάσκαλος τοῦ Εὐαγγελίου τοῦ Χριστοῦ δὲν εἶναι ὁ ἐν λόγῳ σύνδουλος καί, ἐὰν χρειασθεῖ, θὰ ἐπανέλθουμε.
Τὸ ἀνάγνωσμα, λοιπόν, αὐτὸ τοῦ Ἑσπερινοῦ ποὺ σχολιάζει ὁ καθηγητὴς τῆς Π. Διαθήκης, ὁ ὁποῖος οὔτε τὴν παραπομπὴ στὸ βιβλικὸ κείμενο μᾶς δίνει σωστά[11], διηγεῖται ὅσα θαυματουργικὰ συνέβησαν ἐπάνω στὸ Καρμήλιο ὄρος. Ἐκεῖ μὲ πρόταση τοῦ προφήτη Ἠλία καὶ ἐντολὴ τοῦ βασιλιᾶ Ἀχαὰβ συγκεντρώθηκαν ἀπὸ ὅλο τὸ βασίλειο συνολικὰ 850 ἱερεῖς - προφῆτες τοῦ Βάαλ (450+400) καὶ ἀπέναντί τους μόνος ὁ ἕνας προφήτης τοῦ ἀληθινοῦ Θεοῦ, ὁ Ἠλίας. Ἐπρόκειτο οἱ μὲν ψευδοπροφῆτες νὰ θυσιάσουν ἕνα μοσχάρι τεμαχισμένο ἐπάνω σὲ ξύλα στὸν δικό τους ψευδοθεό, ὁ δὲ προφήτης Ἠλίας ἕνα μοσχάρι ἐπίσης στὸν ἀληθινὸ Θεὸ σὲ ξεχωριστὸ βωμό. Ἀμφότερες οἱ πλευρὲς θὰ παρακαλοῦσαν μὲ προσευχὲς ἡ κάθε μία στὸν θεό της νὰ στείλει πῦρ στὸν βωμὸ γιὰ νὰ ψηθεῖ τὸ σφάγιο. Ὅποιος θεὸς ἄκουγε τὶς προσευχὲς καὶ ἔστελνε πῦρ, αὐτὸς θὰ ἐθεωρεῖτο ὡς ὁ ἀληθινὸς Θεός. Ὁ συγκεντρωμένος λαὸς μὲ ἐνθουσιασμὸ δέχθηκε τὴν πρόταση αὐτὴ τοῦ προφήτη, ποὺ φανερώνει τὴν βαθιά, τὴν στέρεη, τὴν ἀσκίαστη πίστη του στὸν παντοδύναμο Θεό. Ἀπὸ τὸ πρωΐ μέχρι τὸ μεσημέρι προσεύχονταν οἱ ψευδοπροφῆτες στὸν Βάαλ, χωρὶς ἀποτέλεσμα· «καὶ οὐκ ἦν φωνή, καὶ οὐκ ἦν ἀκρόασις»[12].Καὶ ὅταν τὸ ἀπόγευμα ἦλθε ἡ σειρὰ τοῦ προφήτη Ἠλία, ὁ ὁποῖος γιὰ νὰ γίνει μεγαλύτερο τὸ θαῦμα εἶχε καταβρέξει μὲ νερὸ ἐπανειλημμένως τὰ ξύλα τοῦ βωμοῦ, γιὰ νὰ μὴν ἀνάβουν εὔκολα, μόλις ὁ προφήτης εἶπε δύο σύντομα λόγια προσευχῆς ἔπεσε πῦρ ἀπὸ τὸν οὐρανό, κατέφαγε τὸ σφάγιο καὶ τὰ ξύλα, τὶς πέτρες τοῦ βωμοῦ, καὶ ἔγλυψε καὶ τὸ χῶμα. Ἐντυπωσιασμένος ὁ λαὸς ἀπὸ τὸ θαῦμα ἔπεσαν μὲ τὰ πρόσωπα στὴν γῆ καὶ εἶπαν: «Ἀληθῶς Κύριος ὁ Θεός, αὐτὸς ἐστιν ὁ Θεός». Καὶ τότε ὁ προφήτης Ἠλίας ἔδωσε ἐντολὴ νὰ συλληφθοῦν ὅλοι οἱ ψευδοπροφῆτες· νὰ μὴ σωθεῖ κανένας. Τοὺς συνέλαβαν λοιπὸν ὅλους «καὶ κατήγαγεν αὐτοὺς Ἠλιοὺ εἰς τὸν χειμάρρουν Κισσῶν, καὶ ἐκεῖ αὐτοὺς ἀπέκτεινεν»[13].
Στὴ συνέχεια τὸ ἀνάγνωσμα διηγεῖται ὅτι ὀργισμένη ἠ Ἱεζάβελ γιὰ τὴν θανάτωση τῶν ψευδοπροφητῶν της ἔστειλε μήνυμα στὸν προφήτη ὅτι τὴν ἑπομένη ἡμέρα θὰ τὸν συλλάβει καὶ θὰ τὸν θανατώσει. Καὶ ἐκεῖνος, δειλιάσας πρὸς στιγμήν, ἔφυγε μακρυὰ μέσῳ Ἰουδαίας πρὸς τὸ ὄρος Σινά, ἀφοῦ καθ᾽ ὁδὸν δύο φορὲς στὴν ἀρχὴ τῆς τεσσαρακονθήμερης πορείας του στὴν ἔρημο, καὶ ἐνῶ κοιμόταν κουρασμένος, δέχθηκε τὴν ἐπίσκεψη ἀγγέλου ὁ ὁποῖος τὸν ἐξύπνησε καὶ τοῦ εἶπε: «Ἀνάστηθι, φάγε καὶ πίε, ὅτι πολλὴ ἀπὸ σοῦ ἡ ὁδός». Καὶ ὅταν ξύπνησε, εἶδε κοντὰ στὸ κεφάλι του ὁλόφρεσκια κριθαρένια λαγάνα καὶ πήλινη στάμνα μὲ νερό. Ἦταν τόση ἡ θρεπτικὴ δύναμη αὐτῶν τῶν δύο θεϊκῶν γευμάτων, ὥστε ἄντεξε τὴν πορεία τῶν σαράντα ἡμερῶν μέχρι νὰ φτάσει στὸ ὄρος Χωρήβ, ὅπως ὀνομάζεται ἡ μία ἀπὸ τὶς δύο κορυφὲς τοῦ ὄρους Σινά[14].
Πρὶν ἀπὸ τὸν διαγωνισμὸ τῆς θυσίας ἐπάνω στὸ Καρμήλιο ὄρος τὸ βιβλικὸ ἀνάγνωσμα διηγεῖται προσωπικὴ συνάντηση τοῦ προφήτη Ἠλία μὲ τὸν βασιλιᾶ Ἀχαάβ, ὁ ὁποῖος ἦταν ὀργισμένος μὲ τὸν προφήτη, διότι μὲ τὴν δυνατὴ προσευχή του εἶχε προκαλέσει ἀνομβρία ἐπὶ τρία συνεχῆ χρόνια, ὥστε νὰ συνέλθει ὁ λαὸς μὲ αὐτὴν τὴν θεϊκὴ παιδαγωγία καὶ νὰ παύσει νὰ κλίνει γόνυ στὸν Βάαλ. Ὅταν λοιπὸν μὲ ἐντολὴ τοῦ Θεοῦ πρὸς τὸν προφήτη ὁρίσθηκε συνάντηση μὲ τὸν βασιλιᾶ, ποὺ ὁδήγησε τελικὰ στὴν παύση τῆς ἀνομβρίας μετὰ τὸ θαῦμα στὸ Καρμήλιο ὄρος καὶ τὴν μετάνοια τοῦ λαοῦ, μόλις ὁ Ἀχαὰβ εἶδε τὸν Ἠλία τοῦ εἶπε μὲ τὴν ἐξουσιαστικὴ θρασύτητα τοῦ παντοδύναμου μονάρχη: «Σύ εἶ αὐτὸς ὁ διαστρέφων τὸν Ἰσραήλ;».Γιὰ νὰ λάβει τὴν ἀποστομωτικὴ ἀπάντηση τοῦ θαρραλέου προφήτη, ποὺ ἐνεργοῦσε κατ᾽ ἐντολὴν τοῦ παντοδύναμου Θεοῦ: «Οὐ διαστρέφω ἐγὼ τὸν Ἰσραήλ, ἀλλ᾽ ἢ σύ, καὶ ὁ οἶκος τοῦ πατρός σου, ἐν τῷ καταλιμπάνειν ὑμᾶς Κύριον τὸν Θεὸν ἡμῶν, καὶ ἐπορεύθητε ὀπίσω τοῦ Βάαλ»[15].

Ὁποιοσδήποτε ἀνελάμβανε νὰ σχολιάσει τὸ βιβλικὸ αὐτὸ ἀνάγνωσμα μποροῦσε νὰ βρεῖ πλῆθος θεμάτων, ἰδιαίτερα ὁ ἱεροκήρυκας, γιὰ νὰ οἰκοδο­μήσει τὸ ἐκκλησίασμα ἢ ὁ πανεπιστημιακὸς δάσκαλος γιὰ νὰ συστήσει στοὺς ἱερεῖς καὶ θεολόγους κάποια θέματα, συμβάλλοντας θετικὰ στὴν πνευματικὴ οἰκοδομὴ τῶν πιστῶν. Νὰ προβάλει τὴν δύναμη τῆς προσευχῆς τοῦ προφήτη, ποὺ ἐπὶ τρία ἔτη ἔκλεισε τοὺς οὐρανοὺς καὶ προκάλεσε τὴν παιδαγωγικὴ ἀνομβρία καὶ ξηρασία. Τὸ ἀπαράμιλλο θάρρος του μπροστὰ σὲ ἕνα παντοδύναμο κοσμικὸ ἄρχοντα ποὺ τὸν ἐλέγχει ὡς διαστροφέα τοῦ λαοῦ. Τὴν φοβερὴ ἐξάπλωση τοῦ συγκρητισμοῦ μεταξὺ τῶν Ἰσραηλιτῶν μὲ τὴν στήριξη τῆς κοσμικῆς ἐξουσίας μὲ συνέπεια νὰ ὑπάρχουν ἑκατοντάδες ἱερέων τοῦ Βάαλ, κάτι ἀντίστοιχο μὲ τὴν σημερινὴ ἐξάπλωση τοῦ διαθρησκειακοῦ Οἰκουμενισμοῦ. Τὴν ἀπέραντη καὶ ἀσκίαστη, τὴν ἀνεπιφύλακτη πίστη του ὅτι ὁ παντοδύναμος Θεὸς θὰ κάνει τὸ θαῦμα, θὰ ἀκούσει τὴν προσευχή του καὶ θὰ ντροπιάσει «τοὺς ἱερεῖς τῆς αἰσχύνης». Τὴν παρουσία τοῦ Θεοῦ καὶ τὴν στήριξη τοῦ προφήτη στὶς δύσκολες στιγμὲς τῆς κατ᾽ ἄν­θρωπον ἀδυναμίας καὶ δειλίας του ἀπέναντι στὴν Ἰεζάβελ καὶ τόσα ἄλλα.
Ἀπὸ ὅλα αὐτὰ τί ἐσχολίασε ὁ καθηγητὴς τῆς Π. Διαθήκης στὸ περισπού­δαστο ἄρθρο του; Ἀναφέρεται ἐν πρώτοις στὸ ὅτι, ὅταν οἱ Ἰσραηλίτες λόγῳ ἱστορικῶν συγκυριῶν καὶ δυσμενῶν γι᾽ αὐτοὺς καταστάσεων ἦλθαν σὲ συν­επαφὴ μὲ ντόπιους εἰδωλολατρικοὺς λαούς, ὅπου βρῆκαν ἕνα πολυπολιτι­σμικὸ περιβάλλον, ἀναγκάσθηκαν καὶ αὐτοὶ νομοτελειακὰ νὰ προσαρμο­σθοῦν καὶ νὰ υἱοθετήσουν ἀκόμη καὶ εἰδωλολα­τρικὰ στοιχεῖα στὴν δική τους θρησκευτικὴ πίστη. Αὐτὸ δὲν φαίνεται νὰ ἐνοχλεῖ πολὺ τὸν σχολιαστή, καὶ ὅλοι θυμόμαστε τί προσπάθειες κατέβα­λαν καὶ καταβάλλουν μέχρι σήμερα οἱ νεωτεριστὲς Οἰκουμενιστὲς Νεοεπο­χίτες νὰ μᾶς πείσουν ὅτι ἡ Ἑλλάδα εἶναι πλέον μία πολυπολιτισμικὴ χώρα, γι᾽ αὐτὸ πρέπει νομοτελειακά, ἀναγκαστικά, νὰ προσαρμοσθοῦμε, δὲν εἴμαστε πλέον μία Ὀρθόδοξη χώρα, γι᾽ αὐτὸ καὶ τὸ μάθημα τῶν Θρησκευ­τικῶν δὲν πρέπει νὰ εἶναι ὁμολογιακό, ὀρθόδοξο, ἀλλὰ θρησκειολογικό, πολυπολιτισμικό.
Καὶ μετὰ ἀπὸ αὐτὴν τὴν ἱστορικὴ ἐκτίμηση τῆς ὁποίας τὸ συμπέρασμα εἶναι ὅτι «Ὁ συγκρητισμὸς τῆς λαϊκῆς θρησκείας τοῦ Ἰσραὴλ δὲν εἶναι τίποτε ἄλλο παρὰ ἡ ἀναπόφευκτη συνέπεια προσαρμογῆς του στὶς κοινωνικὲς δομὲς τῆς Χαναάν»[16], καὶ ὄχι ἡ ἀποστασία ἀπὸ τὴν Πίστη στὸν ἀληθινὸ Θεό, ὅπως διαπιστώνουν ὅλοι οἱ προφῆτες τῆς Π. Διαθήκης, στὸ τέλος ρίχνει τὴν ρετσινιά του ἐναντίον τοῦ προφήτη Ἠλία γιὰ βιαιότητα στὴν ἀντίδρασή του ποὺ εἶναι χωρὶς δικαιολογίες καὶ ἀποτροπιαστική. Ἀναλαμβά­νει μάλιστα νὰ ἀπαντήσει στὸν σύγχρονο ἀναγνώστη, ἂν μία τέτοια βίαιη ἐνέργεια, ὅπως ἡ θανάτωση τῶν ψευδοπροφητῶν, εἶναι ἀνεκτὴ ἀπὸ τὸν Θεό. Καὶ ἡ ἀπάντησή του εἶναι ἀληθινὰ γιὰ κλάματα, ἀφοῦ στηρίζεται σὲ ἕνα νόθο κείμενο τοῦ Ἁγίου Ἰωάννου Χρυσοστόμου καὶ σὲ ἀπίστευτη ἄγνοια τῆς διδασκαλίας τῆς Π. Διαθήκης, ποὺ δὲν δικαιολογεῖται γιὰ  καθηγητὴ τῆς Π. Διαθήκης. Πρόκειται μᾶλλον γιὰ σκόπιμη ἐνέργεια, ὥστε νὰ ἐπικριθεῖ ὁ πολέμιος τοῦ Συγκρητισμοῦ - Οἰκουμενισμοῦ ζηλωτὴς προφήτης Ἠλίας καὶ νὰ διδαχθεῖ ἡ ἀνεκτικότητα στὴν πολυθρησκεία καὶ στὴν πολυπολιτισμικό­τητα. Γράφει ἐπὶ λέξει:
«Σύμφωνα μὲ τὰ παραπάνω, ὁ Ἰσραὴλ βρέθηκε κατὰ κάποιο τρόπο ἐγκλωβισμένος στὸ νέο του περιβάλλον καὶ σχεδὸν νομοτελειακὰ ὁδηγήθηκε στὴν εἰδωλολατρία, ὁδηγώντας ἔτσι τὸ σχέδιο τοῦ Θεοῦ γιὰ τὸν κόσμο καὶ πάλι σὲ κρίση καὶ στὸν κίνδυνο τῆς ματαίωσής του. Ὁ κίνδυνος αὐτὸς φαίνεται νὰ δικαιολογεῖ ὡς ἕνα βαθμὸ τὴ βιαιότητα τῆς ἀντίδρασης τοῦ προφήτη Ἠλία, ποὺ παραμένει παρ᾽ ὅλα αὐτά ἀποτροπιαστική. Τὸ ἐρώτημα ποὺ γεννᾶται στὸν σύγχρονο ἀναγνώστη εἶναι ἂν μία τέτοια βίαιη ἐνέργεια, γίνεται ἀνεκτὴ ἀπὸ τὸν ἴδιο τὸν Θεό.
Ἡ ἀπάντηση στὸ ἐρώτημα αὐτὸ προκύπτει ἀπὸ τὴ συνέχεια τῆς ἱστορίας τοῦ προφήτη Ἠλία. Στὸ σημεῖο αὐτὸ ἰδιαίτερο ἐνδιαφέρον παρουσιάζει μία ὁμιλία τοῦ ἱεροῦ Χρυσοστόμου (βλ. PG 56: 583-586), ὅπου ἀναλύεται ὁ τρόπος μὲ τὸν ὁποῖο ὁ Θεὸς παιδαγωγεῖ τὸν ζηλωτὴ προφήτη του, ὥστε νὰ γίνει περισσότερο ἀνεκτικὸς ἀπέναντι στοὺς ἀρνητὲς τῆς πίστης καὶ ἠπιότερος στὶς ἀντιδράσεις του, καθὼς ἡ βία δὲν ἐπιδοκιμάζεται ἀπὸ τὸν Θεό. Φθάνοντας στὸ ὄρος Χωρὴβ ὁ προφήτης καταφεύγει σὲ ἕνα σπήλαιο καὶ ἀναμένει τὴν ἐμφάνιση τοῦ Θεοῦ. Τὸ ξέσπασμα μιᾶς τρομερῆς θύελλας δίνει στὸν Ἠλία τὴν ἐντύπωση ὅτι πλησιάζει ὁ Θεός, ἀλλὰ γρήγορα ἀπογοητεύεται, διαπιστώνοντας ὅτι ὁ Θεὸς δὲν βρισκόταν στὴ θύελλα. Ἀκολουθεῖ φοβερὸς σεισμὸς καὶ στὴν συνέχεια καταστρεπτικὴ φωτιά, ὅμως ἡ ἴδια ἀπογοήτευση ἀναμένει τὸν προφήτη, καθὼς οὔτε μέσα ἀπὸ αὐτὰ τὰ βίαια ἀλλὰ τόσο ἐντυπωσιακὰ φαινόμενα ἐκφράζεται ἡ παρουσία τοῦ Κυρίου, τὴν ὁποία νιώθει τελικὰ ὁ Ἠλίας ὡς ἦχο ἀπὸ ἐλαφρὸ ἀεράκι. Μὲ τὸν τρόπο αὐτὸ ὁ προφήτης διδάσκεται ὅτι, σὲ ἀντίθεση μὲ τὶς ἀντιλήψεις τῆς ἐποχῆς, ἡ βία καὶ ἡ ἀπειλὴ δὲν ἀποτελοῦν χαρακτηριστικὰ του Θεοῦ καὶ ἑπομένως ἡ πίστη σ᾽ αὐτὸν δὲν μπορεῖ νὰ ἐπιβάλλεται μὲ βίαιες πρακτικές. Ταυτόχρονα ὅμως, μέσα ἀπὸ τὴν ἀποστολὴ ποὺ τοῦ ἀνατίθεται, νὰ χρίσει τὸν Ἀζαὴλ βασιλιὰ τῶν Ἀραμαίων, τὸν Ἰοὺ βασιλιᾶ τοῦ Ἰσραὴλ καὶ τὸν Ἐλισσαῖο ὡς προφήτη, θὰ διαπιστώσει (βλ. Δ´ Βα κεφ. ι´ καὶ ια´) ὅτι ἡ τιμωρία ὅσων ἀρνοῦνται τὴ διαθήκη εἶναι ἔργο τοῦ ἴδιου τοῦ Θεοῦ, ὁ ὁποῖος κατευθύνει τὴν Ἱστορία, καὶ ὄχι τῶν πιστῶν του»[17].

5. Σύντομη ἀναίρεση τοῦ ἀντορθοδόξου καὶ ἀντιεπιστημονικοῦ σχολίου. Μοναδικὴ ἡ δόξα τοῦ προφήτη Ἠλία καὶ ἀπρόσβλητη
Ἡ ἀντίδραση τοῦ προφήτη Ἠλία καὶ ἡ σφαγὴ τῶν ψευδοπροφητῶν τοῦ Βάαλ εἶναι ἀπόλυτα δικαιολογημένη, ἑκατὸ τοῖς ἑκατό, καὶ ὄχι «ὡς ἕνα βαθμό», ὅπως θέλει ὁ σχολιαστής. Ὑπάρχουν ἐν πρώτοις παρόμοιες ἐνέρ­γειες τοῦ Θεοῦ, παιδαγωγικοῦ καὶ ὄχι ἐκδικητικοῦ χαρακτῆρος, ποὺ ἀπο­βλέπουν στὸ νὰ παρεμποδίσουν τὴν παράδοση τῶν ἀνθρώπων στὴν τυραννία καὶ στὶς βιαιότητες τοῦ Διαβόλου καὶ στὴν αἰώνια κόλαση. Ἡ ἀγαπητικὴ αὐτὴ παιδαγωγία τοῦ Θεοῦ δὲν περιλαμβάνει μόνον τοὺς ἀνθρώπους τῆς γενιᾶς ποὺ ζοῦν, ὅταν ὁ Θεὸς ἐπεμβαίνει τιμωρητικά, ἀλλὰ καὶ τῶν ἑπομένων γενεῶν. Τιμωροῦνται παιδαγωγικὰ ὀλίγοι γιὰ νὰ σωθοῦν οἱ πολλοὶ κατὰ τὸ παρὸν καὶ τὸ μέλλον. Ὁ ἄπειρος καὶ αἰώνιος Θεὸς βλέπει τοὺς ἀνθρώπους ὅλων τῶν ἐποχῶν ὡς παιδιά του· εἶναι παντεπόπτης καὶ παντεπίσκοπος· ὄχι κοντόφθαλμος, ποὺ βλέπει καὶ μάλιστα στραβά, μέχρι τὴν μύτη του. Ὅταν λοιπὸν μὲ τὸν κατακλυσμὸ τοῦ Νῶε κατέπνιξε τὸ σύνολο τῶν ἀνθρώπων, πλὴν τοῦ Νῶε καὶ τῶν συγγενῶν του, διέπραττε ἆραγε κάτι ἀποτροπιαστικό; Ὅταν στὰ Σόδομα καὶ Γόμορα ἔρριξε φωτιὰ καὶ θειάφι καὶ κατέκαψε τοὺς διεστραμμένους ὁμοφυλόφιλους τῆς περιο­χῆς, ἐνεργοῦσε βίαια καὶ ἀποτροπιαστικά; Ἡ ἴδια ἡ Βίβλος ποὺ διαβάζει καὶ διδάσκει ὁ σχολιαστὴς βλέπει θετικὰ αὐτὲς τὶς ἐνέργειες τοῦ Θεοῦ, καὶ μόνον οἱ αἱρετικοὶ Μανιχαῖοι καὶ ἄλλοι Γνωστικοὶ ἀπορρίπτουν τὴν Π. Δια­θήκη, γιατὶ προβάλλει καὶ δικαιολογεῖ ἕναν δῆθεν κακὸ καὶ ἐκδικητικὸ Θεό.
Ἀκόμη καὶ στὴν φιλάνθρωπη, εἰρηνική, ἀνεκτική, μακρόθυμη Καινὴ Διαθήκη ποὺ ἄλλαξε καὶ ἐβελτίωσε τὴν νομοθεσία τῆς Π. Διαθήκης, ποὺ γιὰ τὴν ἐποχή της ἦταν τέλεια, θεϊκή, ἀφοῦ ἕνας εἶναι ὁ νομοθέτης ἀμφοτέ­ρων, ἔχομε ἐξαιρέσεις τῆς μὴ βίας, ὅταν αὐτὸ ἐπιβάλλει τὸ θέλημα τοῦ Θεοῦ γιὰ τὴν σωτηρία τῶν ἀνθρώπων, χωρὶς οἱ σχετικὲς ἐνέργειες νὰ θεω­ροῦνται βίαιες καὶ ἀποτροπιαστικές. Ὁ ἀπόστολος Πέτρος προκάλεσε τὸν θάνατο τοῦ Ἀνανία καὶ τῆς γυναίκας του Σαπφείρας, διότι ἀπέκρυψαν γιὰ τὸν ἑαυτό τους τμῆμα τῶν χρημάτων ἀπὸ πώληση κτήματος ποὺ εἶχαν δω­ρήσει στὴν Ἐκκλησία[18]. Ὁ Ἀπόστολος Παῦλος στὴν Πάφο τῆς Κύπρου ἐτύ­φλωσε μὲ τὴν προσευχή του τὸν Ἰουδαῖο ψευδοπροφήτη καὶ μάγο Ἐλύμα, διότι παρεμπόδιζε τὴν προσέλευση τοῦ Ρωμαίου ἀνθυπάτου Σεργίου Παύ­λου στὴν χριστιανικὴ πίστη[19]. Μήπως δὲν θὰ ἐκατηγορεῖτο καὶ ὁ Κύριος Ἰησοῦς Χριστός, ἀπὸ τοὺς σημερινοὺς οἰκολόγους καὶ ζωοφίλους, γιατὶ ἐξήρανε τὴν ἄκαρπη συκιὰ καὶ γιατὶ ἐπέτρεψε κατὰ τὴν θεραπεία τῶν δαιμονιζομένων τῶν Γεργεσηνῶν νὰ εἰσέλθουν οἱ δαίμονες στὴν ἀγέλη τῶν χοίρων καὶ νὰ τοὺς πνίξουν στὰ νερὰ τῆς λίμνης[20]; Τελικῶς γιὰ ὅλους αὐτοὺς τοὺς ἀγαπούληδες, ποὺ παρεξηγοῦν τὴν ἔννοια τῆς ἀγάπης καὶ τὴν περιορίζουν ὑποκριτικὰ στὰ ἀνθρώπινα καὶ στὰ παρόντα, καὶ ἡ αἰώνια κόλαση τῶν ἁμαρτωλῶν, χειρότερη καὶ ἀπὸ τὸν θάνατο, εἶναι κάτι ἀπα­ράδεκτο καὶ ἀποτροπιαστικό, γι᾽ αὐτὸ καὶ τὴν ἀρνοῦνται μαζὶ μὲ τὸν Ὠρι­γένη, ὥστε χωρὶς φόβο Θεοῦ νὰ διαπράττουν ὅλες τὶς ἀσέβειες καὶ ὅλες τὶς ἁμαρτίες.
Δὲν προφήτευσε καὶ δὲν προκάλεσε ὁ Χριστὸς τὴν φρικτὴ καταστροφὴ τῶν Ἱεροσολύμων μὲ χιλιάδες σκοτωμένους καὶ αἰχμαλώτους ἀπὸ τὰ ρωμαϊκὰ στρατεύματα; Μετὰ τὰ φοβερὰ «οὐαί» ἐναντίον τῶν Γραμματέων καὶ Φαρισαίων, ποὺ θὰ τὰ χαρακτήριζαν πολλοὶ σήμερα ὡς ζηλωτικὰ καὶ ἀκραῖα, προφητεύει ὅτι θὰ ὑπάρξει ἀνταπόδοση γιὰ τοὺς φόνους τῶν προφητῶν καὶ τὸ ἐκχυθὲν αἷμα τῶν δικαίων. Θρηνεῖ γιὰ τὴν ἁγία πόλη Ἱερουσαλήμ, ποὺ ἐφόνευσε τοὺς προφῆτες καὶ ἐλιθοβόλησε τοὺς ἀπεσταλμένους τοῦ Θεοῦ, ποὺ δὲν θέλησε νὰ προστατεύσει τὰ παιδιά της κάτω ἀπὸ τὶς πτέρυγες τοῦ Θεοῦ. Γι᾽ αὐτὸ καὶ θὰ ἐρημωθεῖ δὲν θὰ μείνει «λίθος ἐπὶ λίθον, ὃς οὐ καταλυθήσεται»[21]. Τὰ ἴδια διδάσκει καὶ στὴν παραβολὴ τῶν κακῶν γεωργῶν τοῦ ἀμπελῶνος, οἱ ὁποῖοι ἰδιοποιήθηκαν τὸν ἀμπελῶνα ποὺ τοὺς παρέδωσε ὁ οἰκοδεσπότης (Θεός), κακοποίησαν καὶ ἐφόνευσαν τοὺς ἐργάτες καὶ ἀπεσταλμένους τοῦ οἰκοδεσπότη καὶ τελικῶς ἐφόνευσαν τὸν Υἱὸ καὶ κληρονόμο (τὸν Κύριο ἡμῶν Ἰησοῦ Χριστό). Πῶς λοιπὸν πρέπει νὰ ἀντιμετωπίσει ὁ Κύριος τοῦ ἀμπελῶνος, δηλαδὴ ὁ Θεός, τοὺς κακοὺς αὐτοὺς γεωργούς; Τὴν λογικὴ ἀπάντηση τὴν ἔδωσαν οἱ ἴδιοι οἱ Φαρισαῖο: «Κακοὺς κακῶς ἀπολέσει αὐτοὺς καὶ τὸν ἀμπελῶνα ἐκδώσεται ἄλλοις γεωργοῖς, οἵτινες ἀποδώσουσι αὐτῷ τοὺς καρποὺς ἐν τοῖς καιροῖς αὐτῶν»[22]. Τὴν καταστροφὴ τῶν Ἱεροσολύμων μὲ τὶς χιλιάδες τῶν θανάτων, οἱ ἴδιοι οἱ Φαρισαῖοι ἐνώπιον τοῦ δικαιοκρίτη Χριστοῦ τὴν δέχθηκαν ὡς δίκαιη καὶ λογική, ὄχι ὡς ἀποτροπιαστική, ὅπως θὰ ἤθελε ὁ ἐμβριθὴς καθηγητὴς τῆς Π. Διαθήκης.
Πρόκειται ἀκριβῶς γιὰ τὸ ἴδιο πλαίσιο, γιὰ τὸ ἴδιο σκηνικό· περιγράφει ὁ Χριστὸς αὐτὸ ποὺ συνέβαινε τὴν ἐποχὴ τῶν προφητῶν, τοὺς ὁποίους ἐφόνευαν καὶ λιθοβολοῦσαν οἱ ἀσεβεῖς ἡγέτες τοῦ Ἰσραήλ. Ἔπνεαν μένεα ἐναντίον τοῦ προφήτη Ἠλία ὁ Ἀχαὰβ καὶ ἡ Ἰεζάβελ, διότι ἤλεγχε τὴν διαθρησκειακὴ ἀνάμειξη τῆς λατρείας τοῦ Βάαλ μὲ τὴν λατρεία τοῦ ἀληθινοῦ Θεοῦ. Ἡ Ἰεζάβελ μάλιστα ἐνωρίτερα εἶχε φονεύσει πολλοὺς ἀληθινοὺς προφῆτες, καὶ ἀλλοι ἑκατὸ ἐκρύβονταν ἀπὸ τὸν φόβο τους, μήπως πάθουν τὰ ἴδια[23]. Ὁ φόνος τῶν ἑκατὸ ἀληθινῶν προφητῶν καὶ οὐσιαστικὰ ἡ ἀπουσία τῶν ἄλλων, τῶν φοβισμένων, εἶχαν ὡς συνέπεια νὰ κινδυνεύει ἡ θεοσέβεια, νὰ κυριαρχήσει ὁ πολυθρησκειακὸς συγκρητισμός, ὅπως συμβαίνει σήμερα μὲ τὸν διαθρησκειακὸ καὶ διαχριστιανικὸ Οἰκουμενισμό. Γιὰ νὰ μὴ συμβεῖ αὐτό, ὁ Θεὸς ἀναθέτει στὸν θαρραλέο, στὸν ἀσυμβίβαστο, στὸν ζηλωτὴ προφήτη Ἠλία νὰ ἀνατρέψει αὐτὴν τὴν κατάσταση. Ὅ,τι πράττει ὁ προφήτης Ἠλίας τὸ πράττει κατ᾽ ἐντολὴν τοῦ Θεοῦ, ὁ ὁποῖος τὸν καθοδηγεῖ σὲ κάθε του ἐνέργεια, τὸν προστατεύει σὲ ὅλες τὶς δύσκολες στιγμές, καὶ οὐδέποτε τὸν μειώνει, οὔτε τὸν ἐπιτιμᾶ, ὅπως ὁ καθηγητὴς τῆς Π. Διαθήκης, ποὺ ἔβαλε τὴν κρίση του πάνω καὶ ἀπὸ τὴν κρίση τοῦ Θεοῦ, πάνω καὶ ἀπὸ τὴν κρίση τῆς Ἐκκλησίας, ἡ ὁποία στοὺς ὕμνους της ἐγκωμιάζει τὸν ἔνδοξο προφήτη, ἐπαινεῖ ἀκόμη καὶ τὴν σφαγὴ τῶν ψευδοπροφητῶν τοῦ Βάαλ, «τῶν ἱερέων τῆς αἰσχύνης».
Δὲν γνωρίζει ὁ σχολιαστὴς ὅτι ἐκτὸς ἀπὸ τὴν ἐντολὴ «Οὐ φονεύσεις» τοῦ Δεκαλόγου ποὺ ἔδωσε ὁ Θεὸς στὸν Μωϋσῆ, ποὺ ἔχει γενικὸ χαρακτήρα καὶ ἀφορᾶ στὴν ἀπαγόρευση τῶν φόνων γιὰ προσωπικὲς διαφορὲς καὶ ἐνέργειες, ὑπάρχουν συμπληρωματικὲς διατάξεις στό«Δευτερονόμιο» ποὺ ἐπιτρέπουν τὸν φόνο σὲ ἐξαιρετικὲς περιπτώσεις; Μόνον τὴν «Ἔξοδο»διάβασε; Διαβάζουμε λοιπὸν ἐκεῖ ὅτι ὁ ψευδοπροφήτης ποὺ θὰ παραπλανήσει τὸν λαὸ καὶ θὰ τὸν ὁδηγήσει σὲ ἄλλες θρησκεῖες πρέπει νὰ πεθάνει: «Καὶ ὁ προφήτης ἐκεῖνος ἢ ὁ τὸ ἐνύπνιον ἐνυπνιαζόμενος ἐκεῖνος ἀποθανεῖται. Ἐλάλησε γὰρ πλανῆσαί σε ἀπὸ Κυρίου τοῦ Θεοῦ τοῦ ἐξαγαγόντος σε ἐκ γῆς Αἰγύπτου, τοῦ λυτρωσαμένου σε ἐκ τῆς δουλείας, ἐξῶσαί σε ἀπὸ τῆς ὁδοῦ, ἧς ἐνετείλατο σοι Κύριος ὁ Θεός σου πορεύεσθαι ἐν αὐτῇ· καὶ ἀφανιεῖς τὸ πονηρὸν ἐξ ὑμῶν αὐτῶν». Στὴ συνέχεια μάλιστα γίνεται αὐστηρότερος ὁ Θεός, δίνοντας ἐντολὴ ἀκόμη καὶ συγγενικά σου πρόσωπα νὰ μὴ λυπηθεῖς, ἀλλὰ μὲ τὰ ἴδια σου τὰ χέρια νὰ τὰ ἀποκτείνεις ἢ νὰ προκαλέσεις τὸν λιθοβολισμό τους ἀπὸ τὸν λαό, ὄχι γιατὶ τὰ μισεῖς, ἀλλὰ γιὰ νὰ διασωθεῖ ἡ πίστη στὸν ἀληθινὸ Θεό: «Καὶ πᾶς Ἰσραὴλ ἀκούσας φοβηθήσεται καὶ οὐ προσθήσωσι ποιῆσαι ἔτι κατὰ τὸ ρῆμα τὸ πονηρὸν τοῦτο ἐν ὑμῖν». Ἀκόμη καὶ ὅταν σὲ μία πόλη ποὺ κατοικοῦν Ἰσραηλίτες παρουσιασθοῦν πρόσωπα ποὺ κηρύσσουν τὴν πίστη σὲ ἄλλους θεοὺς καὶ ὁδηγοῦν τοὺς πολίτες στὴν ἄρνηση τοῦ ἀληθινοῦ Θεοῦ καὶ στὴν ἀποστασία, τότε «ἀναιρῶν ἀνελεῖς πάντας τοὺς κατοικοῦντας ἐν τῇ γῇ ἐκείνῃ ἐν φόνῳ μαχαίρας, ἀναθέματι ἀναθεματιεῖτε αὐτὴν καὶ πάντα τὰ ἐν αὐτῇ»[24].
Ἑπομένως, ἀκόμη καὶ ἂν ὁ προφήτης Ἠλίας δὲν εἶχε συγκεκριμένη ἐντολὴ νὰ σφάξει τοὺς ψευδοπροφῆτες τοῦ Βάαλ, τοὺς «ἱερεῖς τῆς αἰσχύνης», καὶ μὲ δική του πρωτοβουλία τὸ ἔπραξε, ἐφήρμοσε ἐντολὴ τοῦ Θεοῦ στὴν συγκεκριμένη περίπτωση. Γι᾽ αὐτὸ καὶ εἶναι ἀξιέπαινος καὶ τιμᾶται ἀπὸ τὸν Θεὸ καὶ τὴν Ἐκκλησία, ὅπως ἐπαινοῦνται ὅλοι ὅσοι τηροῦν καὶ ἐφαρμόζουν τὸ θέλημα τοῦ Θεοῦ. Δὲν ἔπραξε κάτι ἀποτροπιαστικό, ἀλλὰ κάτι θεάρεστο.
Ἀξίζει ἐδῶ νὰ σημειώσουμε, ὅτι στὴν ὀρθόδοξη βιβλιογραφία, ἀλλὰ καὶ στὶς πηγὲς τῶν Ἁγίων Πατέρων εἶναι ἡ πρώτη φορὰ ποὺ «ὀρθόδοξος» πιστὸς καὶ μάλιστα «διδάσκαλος τοῦ Εὐαγγελίου» ἐνσπείρει ἀμφιβολίες καὶ ἐπιφυλάξεις γιὰ τὴν πράξη αὐτὴ τοῦ προφήτη Ἠλία. Στὴν γνωστὴ πολύτομη σειρά «Ἡ Παλαιὰ Διαθήκη μετὰ συντόμου ἑρμηνείας» τῆς Ἀδελφότητος Θεολόγων «Ὁ Σωτήρ» ὁ σχολιαστὴς τῶν σχετικῶν χωρίων τῆς σφαγῆς τῶν ψευδοπροφητῶν γράφει: «Μετὰ ἀπὸ αὐτὰ οἱ προφῆται τοῦ Βάαλ συλλαμβάνονται κατ᾽ ἐντολὴν τοῦ Ἠλία καὶ ἐκτελοῦνται. Αὐτοὶ παρέσυραν τὸν λαὸν καὶ τὸν μετέπειθαν νὰ λατρεύη τὸν βδελυκτὸν Βάαλ. Εἶχαν παραβῆ ρητὴν ἐντολὴ τοῦ Θεοῦ, καὶ σύμφωνα μὲ τὸν Νόμον ἔπρεπε νὰ θανατωθοῦν. Ὁ Ἠλίας ἐνεργεῖ ἐν προκειμένῳ ὡς ὄργανον τοῦ Θεοῦ»[25]. Στὴν γνωστὴ «Θρησκευτικὴ καὶ Ἠθικὴ Ἐγκυκλοπαιδεία» στὸ λῆμμα Ἠλίας ὁ συγγραφεύς, τοῦ ὁποίου δὲν δίδεται τὸ ὄνομα, μετὰ τὴν ἀναφορὰ στὴν θανάτωση τῶν ψευδοπροφητῶν τοῦ Βάαλ, χωρὶς ἄλλο σχολιασμό, θετικὸ ἢ ἀρνητικό, παραθέτει μέσα σὲ παρένθεση τὴν ἐντολὴ ποὺ δίδεται ἀπὸ τὸν Θεὸ στὸ«Δευτερονόμιο» γιὰ θανάτωση τῶν ψευδοπροφητῶν (πρβλ. Δευτερ. ιγ´ 2-6), ἐννοώντας προφανῶς ὅτι ὁ προφήτης Ἠλίας ἐκτελοῦσε ἐντολὴ τοῦ Θεοῦ[26].
Ὅλη αὐτὴ ἡ προβληματικὴ γιὰ τὸ μεγάλο ὄντως ἁμάρτημα τοῦ φόνου ἐπιλύεται ἄριστα ἀπὸ τὸν μεγάλο μας δογματικὸ θεολόγο Ἅγιο Ἰωάννη Δαμασκηνό, ὁ ὁποῖος λέγει: «Ὁ φόνος κακόν· μόνον γὰρ Θεοῦ τὸ χωρίζειν τὴν ψυχὴν ἐκ τοῦ σώματος, τοῦ καὶ συνδήσαντος. Εἰ δὲ φονεύσω ὑπὸ Θεοῦ κελευόμενος, καλόν· πᾶν γὰρ τὸ ἐκ τοῦ Ἀγαθοῦ, ἀγαθόν»[27]. Ὑπάρχει καλύτερη ἀπάντηση στὸν καθηγητὴ Μ. Κωνσταντίνου, ὁ ὁποῖος οὔτε τὸ εἰδικὸ γνωστικό του ἀντικείμενο τῆς Π. Διαθήκης γνωρίζει καλὰ οὔτε πολὺ περισσότερο τὴν διδασκαλία τῶν Ἀγίων Πατέρων.
Δὲν θὰ περιμέναμε βέβαια νὰ γνωρίζει κανεὶς ὅλα ὅσα διδάσκουν οἱ Ἅγιοι Πατέρες, ἰδιαίτερα αὐτὸ τὸ ἐκπληκτικὸ ξεκαθάρισμα ποὺ κάνει ὁ Ἅγιος Ἰωάννης Δαμασκηνὸς γιὰ τὸν κακὸ καὶ καλὸ φόνο. Ὑπάρχει ὅμως κάτι ἄλλο πολὺ πιὸ σημαντικὸ ποὺ δείχνει ἔλλειψη ἐπιστημοσύνης, ἀντιεπιστημονικότητα στὸ συζητούμενο σχόλιο - ἄρθρο τοῦ ἐν λόγῳ «θεολόγου». Μὴ μπορώντας νὰ βρεῖ ἐπιχειρήματα στὶς πηγές, στὴν Βίβλο καὶ στοὺς Πατέρες, γιὰ νὰ θεμελιώσει τὴν γνώμη του ὅτι ἡ σφαγὴ τῶν ψευδοπροφητῶν ἀπὸ τὸν προφήτη Ἠλία ἦταν κάτι ἀποτροπιαστικό, καταφεύγει στὸν Ἅγιο Ἰωάννη Χρυσόστομο, ὥστε κάπου νὰ στηριχθεῖ, νὰ ἀκουμπήσει, ἀλλὰ ἀποτυγχάνει παταγωδῶς, διότι χρησιμοποιεῖ νόθο, ψεύτικο, ψευδεπίγραφο ἔργο τοῦ Χρυσοστόμου, μὴ γνήσιο, ποὺ δὲν ἐπιτρέπεται νὰ τὸ πράξει οὔτε πρωτοετὴς φοιτητὴς τῆς Θεολογίας. Ὅλοι οἱ φοιτητὲς διδάσκονται γιὰ τὸ ποιά εἶναι τὰ γνήσια, ποιά τὰ ἀμφιβαλλόμενα καὶ ποιά τὰ νόθα ἔργα τῶν Ἁγίων Πατέρων, καὶ πῶς μὲ ποιά ἐπιστημονικὰ ἐργαλεῖα τὰ διακρίνουμε. Τὸ ἴδιο βέβαια συμβαίνει καὶ μὲ τὰ νόθα, ἀπόκρυφα καὶ ψευδεπίγραφα τῆς Βίβλου, τῆς Παλαιᾶς καὶ τῆς Κ. Διαθήκης. Δὲν τὰ ἐπικαλούμαστε ὡς ἐκφράζοντα γνῶμες τῶν Προφητῶν, τῶν Ἀποστόλων καὶ τῶν Πατέρων, διότι θὰ λέγαμε ψέμματα, ὅπως ἔλεγε ψέμματα καὶ παραπλανοῦσε πρόσφατα τοὺς πολίτες ὁ γνωστὸς πολιτικὸς ποὺ παρουσίαζε ὡς γνήσια, γραμμένη μάλιστα ἀπὸ τὸν ἴδιο τὸν Χριστό, τὴν «Ἁγία Ἐπιστολὴ τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ». Ὁ καθηγητὴς λοιπὸν ποὺ διδάσκει γιὰ τὰ γνήσια καὶ νόθα ἔργα τῆς Π. Διαθήκης, δὲν γνώριζε ὅτι ὑπάρχουν καὶ νόθα ἔργα τῶν Πατέρων τῆς Ἐκκλησίας, ὥστε νὰ ἀποφύγει τὴν χρήση τοῦ συγκεκριμένου ἔργου ἢ ἂν τοῦ ἄρεσαν οἱ γνῶμες του νὰ δηλώσει ὅτι εἶναι νόθο, ὥστε οὔτε τὸν Ἅγιο Ἰωάννη τὸν Χρυσόστομο νὰ φορτώσει μὲ περίεργες ἰδέες, νὰ τὸν νοθεύσει καὶ νὰ τὸν κακοποιήσει, στρέφοντάς τον μάλιστα ἐναντίον κορυφαίου προφήτη τῆς Π. Διαθήκης, οὔτε τὸν προφήτη Ἠλία νὰ παρουσιάσει ἀποδοκιμαζόμενο ἔμμεσα ἀπὸ τὸν Θεὸ γιὰ μία δῆθεν ἀποτροπιαστικὴ πράξη. Καὶ τὰ δύο ἀποτελοῦν ἁγιομαχικὲς καὶ πατρομαχι­κὲς ἐνέργειες, ἀντιεπιστημονικὲς καὶ ἀντορθόδοξες.
Ὁ προφήτης Ἠλίας βέβαια δὲν ἔχει ἀνάγκη τῆς ἰδικῆς μας συνηγορίας. Ἰσχύει γι᾽ αὐτὸν ὅ,τι καὶ γιὰ τὸν Ἅγιο Ἰωάννη Πρόδρομο, γιὰ τὸν ὁποῖο λέγει τὸ ἀπολυτίκιό του ὅτι τῶν δικαίων τὴν μνήμη τὴν τιμοῦμε μὲ ἐγκώμια, γιὰ τὸν Πρόδρομο ὅμως καὶ Βαπτιστὴ ἀρκοῦν τὰ ἐγκώμια ποὺ τοῦ ἔπλεξε ὁ ἴδιος ὁ Κύριος Ἰησοῦς Χριστός, τὸν ὁποῖο ἀξιώθηκε νὰ βαπτίσει στὰ νερὰ τοῦ Ἰορδάνη[28]. Δὲν θὰ παραθέσουμε τὶς πάμπολες ἐπαινετικὲς μαρτυρίες τῆς Παλαιᾶς καὶ τῆς Καινῆς Διαθήκης, ἀλλὰ καὶ τῶν Ἁγίων Πατέρων, γιὰ τὸν πυρφόρο, ζηλωτὴ καὶ ἔνδοξο προφήτη, ποὺ ἴσως ἀξίζει νὰ γίνει αὐτὸ σὲ ἄλλη μελέτη, γιὰ νὰ φραγοῦν τὰ στόματα τῶν Οἰκουμενιστῶν Ἠλιομάχων, ποὺ ἐνοχλοῦνται ἀπὸ τὸν καλὸ καὶ ἅγιο ζῆλο του. Ἐνδεικτικὰ θὰ ὑπενθυμίσουμε μόνον ὅτι ἀξιώθηκε νὰ συνομιλεῖ μὲ τὸν Θεὸ καὶ νὰ παίρνει ἐντολὲς ἀπὸ τὸν ἴδιο, νὰ τὸν διατρέφει καὶ νὰ τὸν προστατεύει ὁ ἴδιος ὁ Θεός, ὑποδεικνύοντας ἀκόμη καὶ τοὺς δρόμους διαφυγῆς του, νὰ τοῦ δίδει τὸ χάρισμα τῶν θαυμάτων μὲ τὸ ὁποῖο ἐπλήθυνε τὰ λιγοστὰ τρόφιμα τῆς χήρας στὰ Σαρεπτά, ἀνέστησε τὸ παιδί της, προκάλεσε τριετῆ ἀνομβρία μὲ τὴν προσευχή του, τὴν ὁποία πάλι προσευχητικὰ ἔλυσε, ἀξιώθηκε νὰ δεῖ τὴν παρουσία τοῦ Θεοῦ ὡς αὔρα λεπτὴ στὸ ὄρος Χωρήβ, καὶ τελικὰ ἀνελήφθη στοὺς οὐρανοὺς χωρὶς νὰ γνωρίσει τὸν θάνατο[29]. Στὴν Καινὴ Διαθήκη ὁ ἀπεσταλμένος ἀπὸ τὸν Θεὸ ἄγγελος γιὰ νὰ εὐαγγελισθεῖ στὸν Ζαχαρία, τὸν πατέρα τοῦ Ἁγίου Ἰωάννου Προδρόμου, τὴν γέννησή του, τοῦ λέγει ὅτι ὁ Πρόδρομος θὰ ἔχει τὰ χαρίσματα τοῦ προφήτη Ἠλία, τὸ πνεῦμα καὶ τὴν δύναμή του, ὅτι θὰ ἐπιστρέψει πολλοὺς στὸν δρόμο τοῦ Θεοῦ, πρᾶγμα ποὺ δείχνει πόσο ἐκτιμοῦσε ὁ Θεὸς τὸ ἔργο καὶ τὴν προσφορά του, ἀλλὰ καὶ πόσο σεβαστὸς ἦταν στοὺς εὐσεβεῖς Ἰσραηλίτες[30]. Κατὰ τὴν Μεταμόρφωση τοῦ Χριστοῦ στὸ ὄρος Θαβὼρ ἐμφανίζονται οἱ δύο πιὸ ἐπιφανεῖς μορφὲς τῆς Παλαιᾶς Διαθήκης νὰ τὸν πλαισιώνουν, ὁ Μωϋσῆς καὶ ὁ Ἠλίας, ὡς ἐκπρόσωποι τοῦ Νόμου καὶ τῶν Προφητῶν[31], καὶ τέλος, γιὰ νὰ παραλείψουμε ἄλλες ἀναφορές, θὰ ἐμφανισθεῖ αὐτὸς ὁ τολμηρὸς ὁμολογητὴς καὶ ζηλωτὴς τοῦ Θεοῦ ἔνδοξος προφήτης Ἠλίας πρὶν ἀπὸ τὴν δευτέρα παρουσία τοῦ Χριστοῦ, γιὰ νὰ ἀντιμετωπίσει τὸν Ἀντίχριστο. Αὐτὸ ἐννοεῖ τὸ ἀπολυτίκιό του, ὅταν τὸν χαρακτηρίζει ὡς «δεύτερο Πρόδρομο τῆς παρουσίας Χριστοῦ»[32], δεύτερο μὲ πρῶτο Πρόδρομο τὸν Ἅγιο Ἰωάννη στὴν πρώτη παρουσία τοῦ Χριστοῦ, ὅπως ἑρμηνεύει ὁ Ἅγιος Ἰωάννης Χρυσόστομος τὸν λόγο τοῦ Χριστοῦ ὅτι «Ἠλίας μὲν ἔρχεται πρῶτον καὶ ἀποκαταστήσει πάντα»[33].
Ἀπὸ τὴν ὑμνολογία τῆς ἑορτῆς του περιοριζόμαστε νὰ ἀναφέρουμε ἀναφορὲς ἐπαινετικὲς πράξεών του, μεταξὺ αὐτῶν καὶ τῆς σφαγῆς τῶν ἱερέων: «Σὺ παρανομήσαντα ἤλεγξας ἄνακτα, καὶ ἱερεῖς ἐθανάτωσας τῆς ἀνομίας»[34]. «Ἱερεῖς τῆς αἰσχύνης, ὡς δυσμενεῖς, ἔκτεινας ἔνδοξε Προφῆτα, ζήλῳ Θεοῦ πυρπολούμενος»[35]. «Λόγῳ τῆς χάριτος ἱερατεύων Ἠλιού, τέθυκας τοὺς ἱερεῖς τῶν προσοχθισμάτων, ἀθώαις σου χερσί, καθάπερ ποδήρει τῷ ζήλῳ κοσμούμενος»[36].«Χωρητικὸν δοχεῖον σε θείου Πνεύματος ἔγνωμεν· ἄγγελον ἐν γῇ πῦρ ζήλου θείου πνέοντα, δυσσέβειαν τρέποντα καὶ βασιλεῖς ἐλέγχοντα, χρίοντα προφήτας, Ἠλιού, καὶ αἰσχύνης συγκόπτοντα μαχαίρᾳ ἱερεῖς»[37]. «Ζήλῳ τοῦ Κυρίου πυρούμενος, παρανόμους βασιλεῖς σὺ διεξήλεγξας σφοδρῶς, τῆς αἰσχύνης ἱερεῖς σὺ ἐθανάτωσας θερμῶς»[38].
Δὲν ἀμφιβάλλουμε ὅτι, ἂν παγιωθεῖ καὶ στὴν Ἐκκλησία τῆς Ἑλλάδος ὁ Οἰκουμενισμὸς τῆςπολυθρησκείας τοῦ νέου Βάαλ, θὰ ἀπαλειφθοῦν ὅλες αὐτὲς οἱ ἀναφορὲς ἀπὸ τὰ λειτουργικάμας βιβλία, ὅπως ἤδη ἔχει προγραμ­ματισθῆ καὶ ἐν μέρει ἔχει πραγματοποιηθῆ, μὲ ἐπιστημονικὴἀρθρογραφία σὰν αὐτὴ τοῦ «θεολόγου» Μ. Κωνσταντίνου ποὺ παρουσιάσαμε, ἐφ᾽ ὅσον τὰπεριοδικά «Θεολογία» καὶ «Ἐφημέριος» ἐξακολουθήσουν νὰ βρίσκονται στὰ χέριαΟἰκουμενιστῶν-Συγκρητιστῶν.  συγγραφὴ τοῦ παρόντος ἄρ­θρου ὀφείλεται στὴν ἐπιθυμίαμας νὰ μὴ παρασυρθοῦν οἱ ἱερεῖς-ἐφημέριοιἀλλὰ καὶ ἄλλοι πιστοίκαὶ μειώσουν τὴν τιμὴ καὶτὴν ἀγάπη τους πρὸς τὸν ἔνδοξο ζηλωτὴ προφήτη Ἠλία καθηγητὴς ΜΚωνσταντίνου εἶναιμαχητικὸς καὶ ζηλωτὴς Οἰκουμενιστήςσυνδιοργανωτὴς ἀπὸ πολλῶν ἐτῶν τῶν συμπροσευχῶνμὲ τοὺς Παπικοὺς στὴν Ἐκκλησία τουςἐπὶ τῆς ὁδοῦ Φράγκωνκαὶ ἄλλων Οἰκουμενιστικῶνἐκδηλώσεωνὅπως τῆς δημι­ουργίας Τμήματος Ἰσλαμικῶν Σπουδῶν στὴν Θεολογικὴ ΣχολὴΘεσσαλο­νίκης καὶ τῆς μετατροπῆς τοῦ Ὀρθοδόξου μαθήματος τῶν Θρσκευτικῶν σὲπολυθρησκειακὸ καὶ πολλῶν ἄλλωνἘνῶ δὲ κατακρίνει τὸν προφήτη Ἠλία γιὰ βίαιες καὶἀποτροπιαστικὲς ἐνέργειες ἴδιος ἄσκησε ἀπαράδεκτη οἰ­κουμενιστικὴ βία ἐναντίονρασοφόρων καὶ τοὺς ἐξεδίωξε πύξ-λὰξ ἀπὸ τὸν παπικὸ ναὸ τῶν Φράγκωνὅταν ἐπῆγαν νὰδιαμαρτυρηθοῦν γιὰ τὶς συμ­προσ­ευχέςΑὐτὸ δὲν εἶναι ἀποτροπιαστικὴ πράξη καὶ μάλιστακατὰ τὴν ἐποχὴ τῆς ΚΔιαθήκης τοῦ πράουἀνεξικάκου καὶ μακροθύμου ἸησοῦΕὐχόμαστετώρα ποὺ συνταξιοδοτεῖται ὡς καθηγητὴς καὶ θὰ παύσει νὰ διαστρέφει τοὺς φοιτητὲς μὲ τὴνἀντιβιβλικήἀντεπιστημονικὴ καὶ ἀντορθόδοξη διδασκαλία τουνὰ παύσει νὰ αὐτοσχεδιάζει καὶνὰ ἀκολουθήσει τὴν διδασκαλία τοῦ Θεανθρώπου Χριστοῦτῶν Ἁγίων Προφητῶν καὶἈποστόλων καὶ τῶν Ἁγίων Πατέρωνδιδασκάλων καὶ ὑμνογράφων τῆς Ἐκκλησίαςγιατὶ ἡκόλαση εἶναι ὄντως ἀποτροπιαστική.




[1]. Ἑβρ. 11, 38.
[2]. Βλ. Θεοδρομία 17 (2015) 10-39.
[3]. Ἀριθμ. Φύλλου 2265, 28 Ἰουνίου 2019, σελ. 1 καὶ συνέχεια σελ. 7.
[4]. Στὸ βιβλίο τῶν Αλεξανδρου Κατσιαρα καὶ Μαρως ΒαμβουνακηὍταν ὁ Θεὸς πεθαίνει. Μιὰ συζήτηση, Ἐκδόσεις Ἁρμός, Ἀθήνα 2008, σελ. 15, γράφει ὁ πρῶτος τῶν συγγραφέων: «Αὐτὸ τὸ βιβλίο δὲν θὰ εἶχε γεννηθεῖ, ἂν δὲν συνέβαινε μιὰ ἄλλη ἀκόμα συνάντηση, αὐτὴ μὲ τὸν μητροπολίτη Περγάμου κ. Ἰωάννη. Ἡ συνάντηση αὐτὴ διεύρυνε καὶ πλούτισε τὴν περὶ Θεοῦ καὶ ἀνθρώπου ἀντίληψή μου, ὅπως εἶχε διαμορφωθεῖ ἀπὸ τοὺς πανεπιστημια­κούς μου δασκάλους καὶ τὴν προσωπική μου ἐμπειρία, μὲ ἕνα τρόπο καταλυτικό, συμ­βάλλοντας ἀποφασιστικὰ στὴν γέννηση τοῦ παρόντος πονήματος».
[5]. Αὐτόθι, σελ. 7.
[6]. Αὐτόθι, σελ. 697. 
[7].  Αὐτόθι, σελ. 559.
[8]. Ἁγίου Γρηγοριου Παλαμα, Ὅτι οὐχὶ καὶ ἐκ τοῦ Υἱοῦ ἀλλ᾽ ἐκ μόνου τοῦ Πατρὸς ἐκπορεύεται τὸ Πνεῦμα τὸ Ἅγιον, Λόγος πρῶτος, Πρόλογος, εἰς Γρηγοριου Παλαμα, Συγγράμματα, ἐπιμελείᾳ Π. Χρηστου, Θεσσαλονίκη 1962, σελ. 23: «Πάλιν ὁ δεινὸς καὶ ἀρχέκακος ὄφις, τὴν ἑαυτοῦ κεφαλὴν καθ᾽ ἡμῶν διαίρων, ὑποψιθυρίζει τὰ τῆς ἀληθείας ἀντίθετα».
  [9]. Βλ. περιοδικὸ Ἐφημέριος, Ἔτος 68ον, τεῦχος 4ον, Ἰούλιος-Αὔγουστος 2019, σελ. 8-11.
[10]. ΜτΧ Ἐκκλησία = Μεγάλη τοῦ Χριστοῦ Ἐκκλησία. Ὀνομάζεται ἔτσι τὸ Οἰκουμενικὸ Πατριαρχεῖο.
[11]. Ἡ σωστὴ παραπομπὴ εἶναι Γ´ Βασ. 18, 1.17-46 καὶ 19, 1-17, ὅπως τὴν δίδουν τὰ λειτουργικὰ κείμενα.
[12]Γ´ Βασ. 18, 26.
[13]. Αὐτόθι 18, 39-40.
[14]. Αὐτόθι 19, 6-8.
[15]. Αὐτόθι 18, 17-18.
[16]. Ἔνθ᾽ ἀνωτ. σελ. 10.
[17]. Περιοδικὸ Ἐφημέριος, ἔνθ᾽ ἀνωτ. σελ. 10-11.
[18]Πράξ. 5, 1-11.
[19]. Αὐτόθι 13, 6-12.
[20]Ματθ. 8, 28-34. 21, 18-19. Λουκᾶ 13, 6-9.
[21]Ματθ. 23, 34-39. 24, 1-2.
[22]Ματθ. 21, 33-41.
[23]Γ´ Βασ. 18, 1-16.
[24]Δευτ. κεφάλαιο 13.
[25]Ἡ Παλαιὰ Διαθήκη μετὰ συντόμου ἑρμηνείας, Βασιλειῶν Γ´-Δ´, ὑπὸ Ν. Βασιλειαδη, Ἀδελφότης Θεολόγων «Ὁ Σωτήρ», Ἀθῆναι 20003, τόμ. 6, σελ. 253.
[26]. ΘΗΕ, Ἠλίας, τόμ. 6, στ. 20-22.
[27]Κατὰ Μανιχαίων Διάλογος 14, PG 94, 1520C.
[28]. «Μνήμη δικαίου μετ᾽ ἐγκωμίων, σοὶ δὲ ἀρκέσει ἡ μαρτυρία τοῦ Κυρίου Πρόδρομε» κ.τ.λ.,
[29]. Αὐτὰ ὅλα στὸ Γ´ Βασιλειῶν.

[30]Λουκᾶ 1, 16: «Καὶ αὐτὸς προελεύσεται ἐνώπιον αὐτοῦ ἐν πνεύματι καὶ δυνάμει Ἠλιού».
[31]Ματθ. 17, 1-9. Μάρκ. 9, 2-10. Λουκᾶ 9, 28-36.
[32]. «Ὁ ἔνσαρκος ἄγγελος τῶν Προφητῶν ἡ κρηπίς, ὁ δεύτερος Πρόδρομος τῆς παρουσίας Χριστοῦ Ἠλίας ὁ ἔνδοξος...».
[33]Ματθ. 17, 10. Ἁγίου Ιωαννου Χρυσοστομου, Εἰς τὸ Κατὰ Ματθαῖον Ὁμιλία 57, 1, PG 58, 557-558: «Αἱ μὲν γὰρ Γραφαὶ δύο λέγουσι τοῦ Χριστοῦ παρουσίας, ταύτην τὴν γεγενημένην καὶ τὴν μέλλουσαν... Καὶ οἱ προφῆται δὲ ἑκατέρας μέμνηνται. Τῆς μέντοι μιᾶς, τῆς δευτέρας πρόδρομον λέγουσι τὸν Ἠλίαν ἔσεσθαι. Τῆς μὲν γὰρ προτέρας ἐγένετο Ἰωάννης, ὃν καὶ Ἠλίας ὁ Χριστὸς ἐκάλει· οὐκ ἐπειδὴ Ἠλίας ἦν, ἀλλ᾽ ἐπειδὴ τὴν διακονίαν ἐπλήρου τὴν ἐκείνου. Ὥσπερ γὰρ ἐκεῖνος πρόδρομος ἔσται τῆς δευτέρας παρουσίας, οὕτω καὶ οὗτος τῆς προτέρας ἐγένετο».
[34]. Στιχηρὸν τοῦ Ἑπερινοῦ.
[35]. Τροπάριον γ´ ᾠδῆς κανόνος Ὄρθρου.
[36]. Τροπάριον ε´ ᾠδῆς κανόνος Ὄρθρου.
[37]. Τροπάριον η´ ᾠδῆς κανόνος Ὄρθρου.
[38]. Στιχηρὸ τῶν Αἴνων.