ΑΝ ΒΙΑΖΕΣΑΙ ΝΑ ΔΕΙΣ ΤΟΝ ΚΟΣΜΟ ΝΑ ΓΙΝΕΤΑΙ ΚΑΛΥΤΕΡΟΣ, ΑΡΧΙΣΕ ΑΠΟ ΤΟΝ ΕΑΥΤΟ ΣΟΥ. ΕΙΝΑΙ Ο ΣΥΝΤΟΜΟΤΕΡΟΣ ΔΡΟΜΟΣ.

Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα ΧΡΙΣΤΙΑΝΙΚΕΣ ΙΣΤΟΡΙΕΣ. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα ΧΡΙΣΤΙΑΝΙΚΕΣ ΙΣΤΟΡΙΕΣ. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Πέμπτη 12 Ιουνίου 2025

ΤΟ ΘΕΙΟ ΒΡΕΦΟΣ ΣΤΗ ΖΩΗ ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ ΟΝΟΥΦΡΙΟΥ

 ΤΟ ΘΕΙΟ ΒΡΕΦΟΣ ΣΤΗ ΖΩΗ ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ ΟΝΟΥΦΡΙΟΥ

Υπάρχει ένα θαυμάσιο γεγονός από τη ζωή του Αγίου Ονουφρίου, τον οποίο εορτάζει η εκκλησία μας στις 12 Ιουνίου.

Όταν ήταν πολύ μικρός ο Άγιος Ονούφριος, μπήκε σ' ένα κοινόβιο, άγνωστο πως. Μεγάλος ανεχώρησε για την έρημο, όπου έζησε 60 χρόνια χωρίς να δει ποτέ άνθρωπο.

Ήταν γυμνός, αλλά ολόκληρο το σώμα του επικαλύπτετε από την μακρυά γενειάδα του, που έφθανε μέχρι το έδαφος, καθώς και από τα μαλλιά του και τις μεγάλες τρίχες του όλου σώματος.
Τον μεγάλο αυτό Άγιο τον ανακάλυψε ο Όσιος Παφνούτιος, στον οποίο διηγήθη τα της οσιακής και ερημικής ζωής του.

Όταν λοιπόν ήταν πολύ μικρός, 5-6 ετών, και ζούσε στο Κοινόβιο, συνέβη το εξής:
Ως μικρός που ήταν, έτρωγε συχνότερα από τους άλλους πατέρες. Όταν πεινούσε, έτρεχε στον τραπεζάρη και του ζητούσε ψωμί, ελιές, φρούτα....Κάποτε όμως ο τραπεζάρης πρόσεξε ότι έπαιρνε συχνότερα ψωμί και εξαφανιζόταν.

- Κάποιο ζωάκι θα ταΐζει σκέφτηκε.

Αυτό συνεχίστηκε για καμιά εβδομάδα.

- Ας πάω να δω, είπε μέσα του ο τραπεζάρης, που τα πηγαίνει αυτά που του δίνω.

Πράγματι, τον παρακολούθησε και τον είδε να μπαίνει στο Καθολικό της Μονής και να κλείνει πίσω του την πόρτα.

Έτρεξε γρήγορα στο παράθυρο και μ' αυτά που είδε, γούρλωσαν τα μάτια του... Ο μικρός κουβέντιαζε με το βρέφος Ιησούς, που ευρίσκετο στην αγκαλιά της Θεοτόκου, στην εικόνα του Τέμπλου!

-Σου έφερα και σήμερα ψωμάκι, έλεγε στον Χριστούλη, μια και δε Σε ταΐζει κανείς...ούτε και η μαμά Σου...

Και άπλωσε το χέρι και Του έδωσε μια φέτα ψωμί..
Και ο Κύριος Ιησούς Χριστός, που ήταν μικρό παιδάκι στην ιερή εικόνα, άπλωσε το χεράκι, πήρε το ψωμί και όπως μάζεψε το χεράκι του μαζί με το ψωμάκι, εξαφανίστηκε το ψωμί μέσα στην εικόνα.
Ευθύς αμέσως ο τραπεζάρης, με την ψυχή γεμάτη έκπληξη και δέος, έτρεξε στον Ηγούμενο και του διηγήθηκε τι συνέβη. Τότε ο Ηγούμενος του έδωσε εντολή να μην δώσουν του παιδιού καθόλου ψωμί, αλλά όταν παρακλητικά θα ζητούσε, να του λέγουν:

- Να πας να ζητήσεις και να σου δώσει ψωμί Εκείνος, τον οποίον μέχρι χθες εσύ τάιζες.

Την επομένη ημέρα, βλέποντας ο μικρός Ονούφριος ότι δεν του δίδουν ψωμί και τον στέλνουν να ζητήσει από Εκείνον, που μέχρι τότε έτρεφε, έτρεξε αμέσως στην Εκκλησία και πηγαίνοντας μπροστά στην εικόνα είπε στον Χριστούλη: 

- Χριστούλη μου, δεν μου δίνουν ψωμάκι και μου είπαν να Σου πω να μου δώσεις από το δικό Σου. Τώρα, που θα το βρεις Εσύ, δεν ξέρω! 

Και ω του θαύματος! άπλωσε το μικρό Του χεράκι το βρέφος Ιησούς από την αγκάλη της Παναγίας Μητρός Του, και του έδωσε ένα τεράστιο ψωμί, τόσο μεγάλο, που δεν μπορούσε να το σηκώσει! Μοσχομύριζε δε τόσο πολύ, που το ουράνιο αυτό άρωμα απλώθηκε όχι μόνο μέσα στον Ναό, αλλά και σ' όλο το μοναστήρι και στον γύρω τόπο. 

Έκπληκτοι και έκθαμβοι οι μοναχοί από τα γενόμενα, είδαν τον πενταετή Ονούφριο να βγάζει τον τεράστιο αυτό άρτο έξω, μετά πολλού-πολλού κόπου. Έτρεξαν δύο μοναχοί να βοηθήσουν, αλλά ήταν πολύ βαρύς! Για πολλές ημέρες έτρωγαν, έτρωγαν, χόρταιναν, αλλά ο ουράνιος άρτος ήταν και παρέμενε αδαπάνητος. Είναι αυτό, που έχει βεβαιωτικά η Εκκλησία μας στη Θεία Λατρεία: " Ο πάντοτε εσθιόμενος και μηδέποτε δαπανώμενος".

Από τότε ευλαβούντο πολύ τον μικρό Ονούφριο, διότι εγνώριζαν πλέον ότι με την αύξηση της ηλικίας του θα αυξάνετο και η αγιότης του. Θα εγίνετο ένας μεγάλος Άγιος όπως και έγινε.
Από τέτοιον όμοιο ουράνιο άρτο ετρέφετο ο Άγιος Ονούφριος, όταν για εξήντα ολόκληρα χρόνια ζούσε στην έρημο.

Αναδημοσίευση από Ωφελήματα από το βιβλίο: Εμπειρίες κατά την Θεία Λειτουργία.

Τρίτη 3 Ιουνίου 2025

Η ΑΠΑΡΑΔΕΚΤΗ ΑΧΑΡΙΣΤΙΑ

Απαράδεκτη αχαριστία

Κάποτε ένας άρχοντας καλός και αγαθός, ελεήμων και εύσπλαχνος, θέλησε να κάνει έναν μοναχικό περίπατο στο γειτονικό δάσος.
Στον δρόμο που πήγαινε, συνάντησε έναν ζητιάνο με αξιολύπητη εμφάνιση, ο οποίος του ζήτησε ελεημοσύνη.
Τον ευσπλαχνίστηκε και, γενναιόδωρος καθώς ήταν, άδειασε τις τσέπες του στα χέρια του. Είχε πάνω του 168 λίρες. Του έδωσε τις 166 και κράτησε μόνο τις δύο!
Ο ζητιάνος έκθαμβος μπροστά σ’ αυτή τη γενναιοδωρία, τον χιλιοευχαρίστησε, πρόσεξε όμως και τις δύο λίρες που κράτησε ο άρχοντας.
Μετά από αυτό, ο ελεήμων άνθρωπος συνέχισε τον δρόμο του προς το δάσος.
Ο ζητιάνος, όμως, ο οποίος ήταν μεταμφιεσμένος ληστής, χώθηκε στο δάσος και από άλλον δρόμο του βγήκε μπροστά κι εκεί στην ερημιά χτύπησε και σκότωσε τον ευεργέτη του και του πήρε και τις δύο λίρες που είχε κρατήσει!!!
 
Αγανακτεί κανείς μπροστά σ’ αυτή την αχαριστία και απληστία. Κι όμως, χωρίς να το καταλαβαίνουμε, μπαίνουμε στην θέση αυτού του αχάριστου και άπληστου ληστού!
 
Ο Πανάγαθος Θεός μας χαρίζει 168 ώρες ζωής την εβδομάδα για να τις αξιοποιήσουμε όπως θέλουμε, και κρατάει για Εκείνον μόνον δύο ώρες, τις ώρες που πρέπει να συμμετέχουμε στην Θεία Λατρεία της Κυριακής, στην Θεία Λειτουργία. Κι αυτό, πάλι για μας.
Για να μας ξεκουράσει ψυχικά, να μας θρέψει με το Πανάγιον Σώμα και Αίμα Του, για να ανανεώσει τις δυνάμεις μας με το ουράνιο οξυγόνο της Χάριτος.
Του τις αφαιρούμε ληστρικά κι αυτές με διάφορες προφάσεις.
Έτσι αδικούμε τον Πανευεργέτη μας και Σωτήρα μας Χριστό, αλλά κυρίως την ψυχή μας, που την αφήνουμε νηστική από την θεία Χάρη και εξαντλημένη.

Από το βιβλίο: «ΕΚΦΡΑΣΕΙΣ ΤΟΥ ΠΝΕΥΜΑΤΙΚΟΥ ΚΟΣΜΟΥ Ουράνια μηνύματα Θαυμαστά γεγονότα» ΙΕΡΑ ΜΟΝΗ ΠΑΝΑΓΙΑΣ ΒΑΡΝΑΚΟΒΑΣ

Δευτέρα 2 Ιουνίου 2025

ΟΣΙΟΣ ΠΑΪΣΙΟΣ: Η "ΑΜΑΡΤΙΑ" ΤΟΥ ΓΕΡΟ ΑΥΓΟΥΣΤΙΝΟΥ!

Γέρων Παΐσιος ο Αγιορείτης
Η «αμαρτία» του γερο-Αυγουστίνου 

Ένας ευλογημένος αγιορείτης μοναχός, ο γερο-Αυγουστίνος ο Ρώσος (1882-1965), ήταν πολύ ενάρετος, πολύ ταπεινός και πολύ αγωνιστής.

Κάποτε παρουσιάστηκε ο διάβολος μέσα στο κελί του σαν σκύλος φοβερός. Πετούσε φωτιές από το στόμα και όρμησε πάνω στο γέροντα για να τον πνίξει, επειδή, όπως του είπε, καιγόταν από τις προσευχές του.

Ο γερο-Αυγουστίνος τον άρπαξε και τον πέταξε στον τοίχο φωνάζοντας: Κακέ διάβολε, γιατί πολεμάς τα πλάσματα του Θεού;

Ο διάβολος, κατατρομαγμένος απ’ την αναπάντεχη υποδοχή, έγινε άφαντος. Ύστερα όμως ο αγαθότατος και απλούστατος γέροντας είχε τύψεις, επειδή… χτύπησε το διάβολο! Περίμενε με αγωνία πότε να φωτίσει, για να πάει στον πνευματικό του να εξομολογηθεί το “αμάρτημά” του.

Πραγματικά, μόλις φώτισε πήγε στην Προβάτα (μιάμιση ώρα απόσταση από το κελί του), όπου ήταν ο πνευματικός του, και εξομολογήθηκε.

Ο πνευματικός μου όμως ήταν πολύ συγκαταβατικός, διηγιόταν αργότερα ο γέροντας, και δεν μου έβαλε κανένα κανόνα, αλλά μου είπε να κοινωνήσω. Εγώ, από τη χαρά μου, όλη τη νύχτα έκανα κομποσκοίνι, και μετά πήγα στη θεία λειτουργία και κοινώνησα. Όταν ο παπάς έβαζε την αγία λαβίδα στο στόμα μου, είδα την αγία Κοινωνία κομμάτι κρέας και αίμα και τη μασούσα για να την καταπιώ! Παράλληλα ένιωθα και μία μεγάλη αγαλλίαση, που δεν μπορούσα να την αντέξω. Από τα μάτια μου έτρεχαν γλυκά δάκρυα, και το κεφάλι μου φώτιζε σαν λάμπα. Έφυγα γρήγορα για να μη με δουν οι πατέρες, και την ευχαριστία για τη θεία μετάληψη τη διάβασα μόνος μου στο κελί μου.

(Παϊσίου μοναχού Αγιορείτου, «Αγιορείται Πατέρες και Αγιορείτικα»)

ΕΓΩ ΘΕΛΩ ΓΑΛΗΝΗ

 Εγώ θέλω γαλήνη

"Ποιος καλός άνεμος σε φέρνει εδώ; "ρώτησε ο σοφός ερημίτης τον οδοιπόρο που ζητούσε απεγνωσμένα να τον συναντήσει.

"Εγώ θέλω γαλήνη" απάντησε μελαγχολικά εκείνος.

Ο ερημίτης πήρε ένα ξύλο κι έγραψε στο χώμα:
 Εγώ θέλω γαλήνη...

"Κοίταξε τώρα πόσο απλό είναι", είπε στον οδοιπόρο και διέγραψε με μια κίνηση το «Εγώ».
 

"Σβήνεις πρώτα το "εγώ". Είναι αδύνατον να βρει γαλήνη αυτός που έχει απόλυτη εμπιστοσύνη στον εαυτό του και νομίζει πως μπορεί να την βρει μόνος του, μακριά από τον Θεό. Το εγώ πάντα θα νιώθει ότι απειλείται από όλους γύρω του κι έτσι πάντα θα φοβάται. Θα μετατρέπεται σε εγωισμός για να επικρατεί, και θα διώχνει τον Θεό και την γαλήνη Του."

Με μια δεύτερη κίνηση διέγραψε το «θέλω».
 

"Πρέπει να σβήσεις τη λέξη "θέλω". Το θέλω δηλώνει επιθυμία, ανάγκη και προσκόλληση. Όταν τρέχεις πίσω από τις μάταιες επιθυμίες σου, ποτέ δεν θα βρεις χρόνο να γαληνέψεις και να γίνεις ευτυχισμένος. 

Είναι η γνωστή «επίδραση του κουνουπιού».
Αν σε ένα δωμάτιο υπάρχουν δέκα κουνούπια κι εσύ σκοτώσεις τα εννιά, το δέκατο κουνούπι δεν θα σε αφήσει να κοιμηθείς.
Έτσι είναι και οι επιθυμίες. Όσες και να ικανοποιήσεις πάντα θα υπάρχει κάποια που δε θα σε αφήνει να κοιμηθείς."

Ο οδοιπόρος τότε κοίταξε τις διαγραμμένες λέξεις στο χώμα και λένε πως τότε βίωσε την πρώτη του αφύπνιση.
Είχαν σβηστεί το «Εγώ» και το «θέλω» και είχε μείνει η ... Γαλήνη...

Τετάρτη 28 Μαΐου 2025

ΑΓΙΟΣ ΑΝΔΡΕΑΣ Ο ΔΙΑ ΧΡΙΣΤΟΝ ΣΑΛΟΣ: ΕΠΙΣΚΕΨΗ ΣΤΟΝ ΤΟΠΟ ΤΩΝ ΚΟΛΑΣΜΕΝΩΝ!

Άγιος Ανδρέας ο διά Χριστόν Σαλός
Επίσκεψη στον τόπο των κολασμένων!

Ο χρόνος που δόθηκε στον Ιωάννη (ένας κενόδοξος, αμαρτωλός νέος που γνωρίστηκε με τον Άγιο Επιφάνιο πνευματικοπαίδι του Αγίου Ανδρέα) για να μετανοήσει, συμπληρώθηκε.
Καί μια νύχτα ο Επιφάνιος είδε σε όραμα ότι τον πήρε ο μακάριος Ανδρέας και τον οδήγησε σε τόπους δύσβατους, απαίσιους και ζοφερούς.

Κρατούσε μια λαμπάδα, για να φωτίζει το πυκνό σκοτάδι. Ο Επιφάνιος είχε την αίσθηση πως όλα αυτά βρίσκονταν κάτω από τη γη. Έβλεπε φυλακές και αμπάρες, δεσμωτήρια αποτρόπαια και σκοτεινά. Σε άλλα απ’ αυτά ήταν κλεισμένα ποντίκια, αγριόγατες και αλεπούδες, σε άλλα φίδια, κουρούνες και κοράκια, κάθε λογής ακάθαρτα πουλιά και ζώα. Ήταν πολλά, αμέτρητα, σαν τ’ αστέρια του ουρανού.
Ήρθαν, τέλος, σ’ ένα βρωμερό καλύβι, όπου δεν υπήρχαν παρά μόνο περιττώματα ανθρώπων σκύλων.
-Πες μου, σε ικετεύω, γιατί ήρθαμε εδώ; ρώτησε ο Επιφάνιος τον όσιο. Γι’ αυτό αγνωνιστήκαμε; Γιά να βρεθούμε σε τέτοια βρωμιά;
-Όχι, παιδί μου, αλλά για να δείς τον τόπο που ετοίμασε για τον εαυτό του ο φίλος σου ο Ιωάννης.Οι ακαθαρσίες, που βλέπεις, είναι τα έργα του, ο κόπος του και ο ιδρώτας του. Κοίταξε τι γράφει εδώ!
Ο Επιφάνιος είδε στον αέρα μια σκοτεινή επιγραφή που έλεγε: “Αιώνια κατοικία και βαριά τιμωρία του Ιωάννη, του γιού του Κελεστίνου”- αυτό ήταν το όνομα του πατέρα του.
-Αλίμονο σ’ εμένα, τον αμαρτωλό! αναφώνησε ο Επιφάνιος. Τέτοια συμφορά ούτε στους εχθρούς μου! Αλλά πως μαζεύτηκαν τόσες ακαθαρσίες;
-Όσοι άνδρες και όσες γυναίκες αμαρτάνουν, όπως ο Ιωάννης, στοιβάζουν εδώ τις ακαθαρσίες τους, ώστε, όταν πεθάνουν, να χορτάσουν οι ψυχές τους, καθώς θα είναι αλυσοδεμένες. Όταν, όμως, γίνει η ανάσταση των σωμάτων, θα παραδοθούν στη φωτιά.
-Καί όλα εκείνα τα ζώα που είδαμε φυλακισμένα, τα ποντίκια, τα θηρία, τα ερπετά, τι είναι;
-Είναι οι ψυχές των άσωτων και αμαρτωλών.
-Πω πω! Έτσι είναι οι ψυχές των ανθρώπων;
-Όχι παιδί μου.Ὁ Θεός οἰκονόμησε νά φανοῦν ἔτσι, γιά νά μᾶς δείξει ποιάν ἁμαρτία ἔκανε κάθε ψυχή. Ἄλλες ἀπ’ αὐτές ἀνήκουν σέ φονιάδες, ἄλλες σέ μοιχούς καί πόρνους, ἄλλες σέ σοδομίτες, ἄλλες σέ κλέφτες καί φιλάργυρους, ἄλλες σέ αἱρετικούς, ἄλλες σέ κενόδοξους καί ἄλλες σέ ἄλλους ἁμαρτωλούς. Εἶναι οἱ ψυχές πού “ταυτίστηκαν μέ τά ἄλογα κτήνη καί ἔγιναν ὅμοιες μ’ αὐτά”(Ψαλμ. 48:13). Γι’ αὐτό ὁ Κύριος τίς ἔκανε νά φαίνονται μέ τέτοιες μορφές. 
Συγκεκριμένα,

οἱ φονιάδες φαίνονται σάν σκορπιοί,
οἱ εἰδωλολάτρες σάν ἀγριοκάτσικα,
οἱ μάγοι σάν φίδια,
οἱ κτηνοβάτες σάν ποντίκια,
οἱ ἀρσενοκοῖτες (ὁμοφυλόφιλοι) σάν βρωμόσκυλα,
οἱ πόρνοι σάν γουρούνια,
οἱ κλέφτες σάν λύκοι,
οἱ ἀπατεῶνες σάν ἀλεποῦδες,
οἱ φιλάργυροι σάν ἀγριόγατες,
οἱ ὀργίλοι σάν πάνθηρες,
οἱ μνησίκακοι σάν ὀχιές,
οἱ γαστρίμαργοι σάν ἄλογα,
οἱ προαγωγοί σάν γαϊδούρια,
οἱ βλάσφημοι σάν κουροῦνες,
οἱ συκοφάντες σάν κοράκια,
οἱ αἰσχροί τραγουδιστές σάν βατράχια,
οἱ χορεύτριες σάν ἐρωδιοί,
οἱ πόρνες σάν κατσίκες…
 

Ὅσιος Ἀνδρέας ὁ διά Χριστόν Σαλός (σελ. 173-175)
ΙΕΡΑ ΜΟΝΗ ΠΑΡΑΚΛΗΤΟΥ

Ο ΑΓΙΟΣ ΑΝΔΡΕΑΣ Ο ΔΙΑ ΧΡΙΣΤΟΝ ΣΑΛΟΣ ΚΑΙ Ο ΑΚΟΛΑΣΤΟΣ ΕΥΝΟΥΧΟΣ

 Ο Άγιος Ανδρέας ο δια Χριστόν Σαλός και ο ακόλαστος ευνούχος

Σε μια στιγμή τον πλησίασε (τον Άγιο Ανδρέα τον δια Χριστόν σαλό) κι ένας νεαρός ευνούχος, δούλος κάποιου πλούσιου άρχοντα. Το πρόσωπό του ήταν ροδαλό και το δέρμα του λευκό. Όμορφος, ξανθός και λεπτεπίλεπτος, φορούσε ρούχα πολυτελή και μύριζε από μακριά αρώματα. Ήταν συνομήλικος, γείτονας και φίλος του Επιφανίου (φίλου και μαθητή του Αγίου). Στο χέρι του κρατούσε μια αρμαθιά χουρμάδες. Βλέποντας τον όσιο γυμνό, απόρησε και ρώτησε ταραγμένος τον Επιφάνιο:

-Ποιός είναι αυτός φίλε μου; Γιατί γυρίζει γυμνός μέσα στο κρύο και κάθεται κάτω σαν θαλασσοδαρμένος;

-Τι να σου πω, δεν ξέρω. Φαίνεται πως τον νου του τον έχει αιχμαλωτίσει ο πονηρός, γι’ αυτό γυρίζει εδώ κι εκεί σαν τρελός (ο Επιφάνιος γνώριζε ότι ο όσιος παριστάνει τον σαλό, αλλά δεν είχε ευλογία από τον Άγιο να τον φανερώσει στον κόσμο). Όλοι οι δαιμονισμένοι έτσι κάνουν, ξεσκίζουν τα ρούχα τους και κυκλοφορούν γυμνοί, χωρίς να αισθάνονται το κρύο ή τη ζέστη.

Ο ευνούχος συμπόνεσε τον όσιο και του έδωσε τους χουρμάδες.

-Πάρε αυτά για την ώρα, του είπε, δεν έχω τίποτ’ άλλο μαζί μου.

Ο όσιος, όμως, που με τα νοερά μάτια έβλεπε την κατάσταση της ψυχής του, τον κοίταξε βλοσυρά και του είπε:

-Οι σαλοί δεν δέχονται δώρα από κωλοφονίους.

Εκείνος δεν κατάλαβε το υπονοούμενο και είπε:

-Είσαι πραγματικά τρελός. Χουρμάδες βλέπεις και για κολοφώνια τους περνάς;

-Πήγαινε, δόλιε, στο δωμάτιο του κυρίου σου, του αποκρίθηκε ο μακάριος, και κάνε μαζί του την βδελυρή αμαρτία των Σοδομιτών, για να σου δώσει κι άλλους χουρμάδες. Ταλαίπωρε! Ούτε το φως της Βασιλείας των Ουρανών βλέπεις, ούτε την αγριότητα της γέεννας γνωρίζεις, ούτε τον άγγελό σου, που σε ακολουθεί καταλυπημένος, ντρέπεσαι. Τι θα γίνει μ’ εσένα, βρωμερέ, που συχνάζεις στις γωνιές μαζί με άλλους και κάνεις πράξεις αφύσικες, πράξεις που ούτε τα σκυλιά τις ξέρουν, ούτε οι χοίροι, ούτε τα φίδια; Από που τα έμαθες αυτά, ακάθαρτε; Κρίμα στα νιάτα σου, που τα πλήγωσε ο σατανάς και τα γκρέμισε εύκολα στα τρίσβαθα του άδη. Πρόσεξε, μη συνεχίσεις έτσι, για να μη ρίξει φωτιά ο Θεός και σε κάψει, κι έτσι από τη μια φωτιά πέσεις πρόωρα στην άλλη, την αιώνια!

Η ταραχή του ευνούχου ήταν φανερή. Είχε κατακοκκινίσει από την ντροπή του.

-Αλίμονό μου! μπόρεσε μόνο να ψελλίσει.

-Τι έπαθες φίλε μου; τον ρώτησε ο Επιφάνιος. Γιατί κοκκίνισες έτσι; Ωστόσο μην περιφρονήσεις τα λόγια του. Αν η συνείδησή σου σε ελέγχει για κάτι απ’ αυτά που σου είπε, φρόντισε να διορθωθείς. Είσαι νέος κάι εύκολα ξεγελιέσαι από τον σατανά. αυτός είναι φοβερός, είναι πανούργος και μοχθηρός συνάμα. Μας σπρώχνει στην αμαρτία, για να έχει κι εμάς μαζί του στη φωτιά της γέεννας και να παρηγοριέται.

Ο ευνούχος έφυγε με το κεφάλι κατεβασμένο, δίχως να πει τίποτα.

Ο Επιφάνιος σήκωσε τον όσιο και μπήκαν στο σπίτι του. Βρήκαν το τραπέζι στρωμένο. Κάθησαν κι έφαγαν. Όταν τελείωσαν, ο Επιφάνιος ρώτησε τον όσιο:

-Γιατί, κύριέ μου, μίλησες τόσο σκληρά στον φίλο μου;

-Επειδή ακριβώς είναι φίλος σου, γι’ αυτό του μίλησα έτσι. Αν δεν ήταν φίλος σου, δεν θα του έλεγα ούτε μια λέξη. Σκοπός μου δεν είναι να ελέγχω τους αμαρτωλούς, αλλά να βαδίζω στον ίσιο δρόμο, που οδηγεί στον ουρανό.

-Αφού, όμως, είναι δούλος και βιάζεται από τον αφέντη του, τι μπορεί να κάνει ο καημένος;

-Το ξέρω πως είναι δούλος, είπε ο όσιος, πρέπει να υπηρετεί τον αφέντη του μόνο στις υλικές του ανάγκες, όχι στα έργα του διαβόλου και στις άνομες πράξεις, και μάλιστα σ’ αυτό το σιχαμερό, σ’ αυτό το καταραμένο αμάρτημα, που ούτε στα άλογα ζώα το συναντάμε! Τι άνθρωπος είναι, αφού δεν αισθάνεται τη δυσοσμία της κοπριάς και δεν φεύγει μακριά της;

-Αν, όμως, ο αφέντης του, ξαναείπε ο Επιφάνιος, τον προστάξει να κάνει κάποια υπηρεσία, ακόμα και αμαρτωλή, και ως δούλος δεν υπακούσει, ξέρεις τι τον περιμένουν-και βρισιές και ξύλο και τόσα άλλα βάσανα.

-Αυτό, παιδί μου, είναι το μαρτύριο του Χριστού. Αυτό εννοούσε ο Κύριος, όταν έλεγε: «Μακάριοι είναι όσοι διώκονται για την αρετή, γιατί σ’ αυτούς ανήκει η Βασιλεία του Θεού” (Ματθ. 5, 10). Αν οι δούλοι δεν υποκύπτουν στη βδελυρή σοδομιτική επιθυμία των κυρίων τους, είναι μακάριοι και τρισμακάριοι, γιατί με τα βάσανα που θα υποφέρουν, θα στεφανωθούν από τον Κύριο σαν μάρτυρες.

Από το βιβλίο: ΟΣΙΟΣ ΑΝΔΡΕΑΣ ο δια Χριστόν σαλός. Ιερά Μονή Παρακλήτου.

Παρασκευή 16 Μαΐου 2025

ΑΓΙΟΣ ΝΙΚΟΛΑΟΣ ΠΛΑΝΑΣ: ΧΑΣΤΟΥΚΙ ΣΤΗ ΜΑΤΑΙΟΔΟΞΙΑ!

Χαστούκι στη ματαιοδοξία
Άπό το βίο του Αγ. Νικολάου Πλανά 

Μια κυρία, γνωστού εμπόρου των Αθηνών, αρρώστη­σε. Ή κυρία αύτη είχε μια εξαδέλφη πού είχε έλθει από την Αίγυπτο, πλούσια. Ελένη Βλάχου ώνομάζετο. Ηλθε νά ΐδή την ασθενή έξαδέλφην της. 

"Ομιλίας γενομένης, της λέγει: «Να στείλης να φέρης τον παπα-Νικόλα, να σου διάβαση ευχή υπέρ υγείας».Ή κόρη της ασθενούς άρέσκετο πολύ εις την έξωτερικήν καλαισθησίαν.  

Ο παππούς, όμως, λόγω του ότι λει­τουργούσε καθημερινά, άνακατευόμενος με κεριά, με σκονισμένα ερημοκκλήσια, με τις λαδιές τους κ.λ.π., δεν μπορούσε να διατηρηθή ολοκάθαρος. Βέβαια, καθαρός ήτα­νε, αλλά όχι όπως θα τον ήθελε η δεσποινίδα εκείνη.  

Λέγει λοιπόν στη θεία της: 

-Καλή μου θεία, να φέρωμε από τις μεγάλες εκκλησίες έναν ευπρεπή ιερέα, και όχι αυτόν, πού θα είναι σκονισμένος από την εκκλησία κ.λ.π.

Την αυτή νύκτα βλέπει στον ύπνο της τον παπα-Νικόλα, με όλόχρυσον άμφίεσιν, με φελόνια χρυσά και της λέγει: «Σου αρέσω, παιδί μου»;  

Έντρομος έξύπνησε η κοπέλλα, έστειλε αμέσως να φωνάξη τη θεία της, και την παρεκάλεσε να φροντίση να φέρη το συντομώτερο τον Παππού. Αυτή ανέθεσε σε μία βαπτιστήρα της, Κατίνα ονόματι, και της λέγει:  

«Πήγαινε γρήγορα, να πής εκ μέρους μου εις τον Παππού, να έλθη αμέσως μετά την λειτουργίαν εις το σπίτι». Ηλθε η κοπέλλα συγκεκινημένη για όσα προηγήθησαν και μας τα είπε. Μετά πήρε τον παπα-Νικόλα και τον πήγε στην ασθενή. 

Όταν ανέ­βαιναν τις σκάλες, κατέβηκε η κόρη τής ασθενούς να τον ύποδεχθή μετά μεγάλης ευλάβειας, οπού καθώς έσκυψε να του φιλήση το χέρι της λέγει:  

«Σου άρεσα, παιδί μου, όπως με είδες»; Συγκίνησις και κατάπληξις διεπέρασε όλο της το σώμα. Ποτέ δεν περίμενε έναν τέτοιο έλεγχο στη ματαιοδοξία της.

Από το βιβλίο «Ό παπα-Νικόλας Πλανάς, ό απλοϊκός ποιμήν τών απλών προβάτων», έκδ. Άστήρ

ΓΕΡΟΝΤΙΚΟ: Ο ΜΟΝΑΧΟΣ ΠΟΥ ΔΕΧΤΗΚΕ ΤΟ ΧΑΣΤΟΥΚΙ ΚΑΙ ΝΙΚΗΣΕ ΤΟΝ ΔΙΑΒΟΛΟ!

 Γεροντικό: Ο μοναχός που δέχτηκε το χαστούκι και νίκησε τον διάβολο!

Ἡ ταπεινοφροσύνη στολίζει τὸν ἄνθρωπο. Ὁ ταπεινὸς ἄνθρωπος ὅπου καὶ ἂν σταθεῖ, ὅπου καὶ ἂν βρεθεῖ, σκορπάει μία κατὰ κάποιο τρόπο μυστηριώδη χάρη καὶ γίνεται ἀγαπητὸς καὶ προσφιλής.

Τὴν ταπείνωσιν οἱ δαίμονες τὴν τρέμουν, ὅπως ἀκριβῶς συνέβη καὶ μὲ ἕναν ὑποτακτικόν: Ἕνας Χριστιανὸς εἶχε μία κόρη δαιμονισμένη καὶ τὴν ἐπῆγε σὲ πολλοὺς γιατροὺς ἀλλὰ δὲν βρῆκε τὴν θεραπεία της.

Αὐτὸς ὁ Χριστιανὸς εἶχε ἕνα φίλο, πνευματικὸ ἄνθρωπο ὁ ὁποῖος εἶχε σχέση μὲ τοὺς μοναχούς, καὶ λέγοντάς του τὸ παράπονο, τὸν πόνο του γιὰ τὸ κορίτσι του, τοῦ λέγει ἐκείνος•

-Τὸ παιδί σου θὰ βρεῖ θεραπεία μόνον ὅταν καλέσεις ἕνα μοναχό, ὑποτακτικό, καὶ ἔλθει στὸ σπίτι σου καὶ κάνει μίαν εὐχούλα, θὰ ἰδεῖς ἀμέσως τὸ παιδί σου θὰ γίνει καλά.

—Καὶ ποῦ θὰ τὸν βρῶ ἐγὼ αὐτὸν τὸν μοναχό;

—Νά! Κάτω στὴν ἀγορὰ κατεβαίνουν, λέγει, ἀπὸ τὴν ἔρημο νεώτεροι ὑποτακτικοὶ μοναχοὶ καὶ πωλοῦν διάφορα ἐργόχειρα. Σ’ ἕνα τέτοιο μοναχὸ πὲς του• «Ἔλα στὸ σπίτι νὰ σοῦ πληρώσω τὰ ἐργόχειρα, διότι τώρα ἐπάνω μου δὲν ἔχω χρήματα». Καὶ πές του νὰ σοῦ κάνει μία εὐχὴ καὶ θὰ δεῖς ὅτι τὸ παιδί σου θὰ γίνει καλά.

Αὐτὸς ἀμέσως τὸ πρωὶ κατεβαίνει στὴν ἀγορὰ• βλέπει ἕνα νέο μοναχὸ νὰ πωλεῖ διάφορα, ἐκεῖ, ἐργόχειρα.
Τοῦ λέει:

—Πάτερ, πόσο τὰ δίνεται αὐτά;

—Τόσο. Εἶπε ὁ μοναχός.

—Μπορεῖς νὰ ἔλθεις μέχρι τὸ σπίτι νὰ σὲ πληρώσω, γιατί ἐπάνω μου δὲν ἔχω χρήματα;

—Ἔρχομαι, λέγει.

Καὶ ἀφοῦ προχωροῦσαν πρὸς τὸ σπίτι καὶ πλησίαζαν, ὁ διάβολος μυρίστηκε τὸ πράγμα, ὅτι ἦρθε ἡ ὥρα του νὰ πάρει τὸ ἐξιτήριό του καὶ νὰ φύγει ἀπὸ τὸν ἄνθρωπο, ἑτοιμάστηκε καὶ αὐτός. Καὶ μπαίνοντας ὁ μοναχὸς μέσα στὸ σπίτι, τὸν ἀπαντᾶ ἡ κόρη καὶ σηκώνει τὸ χέρι καὶ τοῦ δίνει ἕνα ράπισμα, τοῦ μονάχου.

Αὐτός, ὁ μοναχός, γύρισε καὶ τὴν ἄλλη πλευρὰ τοῦ προσώπου καὶ τοῦ δίνει καὶ ἀπ’ ἐκεῖ ἕνα ράπισμα, καὶ ἀμέσως ἡ κόρη ἔπεσε κάτω καὶ ἔβγαζε ἀφρούς. Καὶ στὸ τέλος, φεύγοντας τὸ δαιμόνιο εἶπε, ὅτι ἡ ἐντολὴ τοῦ Χριστοῦ μὲ βγάζει καὶ μὲ διώχνει. Καὶ ἀμέσως τὸ παιδὶ ἔγινε καλά.

Ὁ ὑποτακτικὸς αὐτός, ἀπὸ τὴν πράξη αὐτὴ φαίνεται ὅτι ἦταν ἕνας προοδευμένος, ἕνας πετυχημένος μοναχὸς ὁ ὁποῖος ὁπωσδήποτε θὰ εἶχε ἐξασκηθεῖ στὴν παιδεία καὶ στὴ θεραπεία τῆς ψυχῆς του.

Στὴν προσευχή μας πάντοτε νὰ παρακαλοῦμε καὶ νὰ δεόμεθα τοῦ Θεοῦ νὰ μᾶς ἁπαλλάττη ἀπ’ αὐτὸ τὸ θηρίο, τὸν ἐγωισμόν, καὶ νὰ μᾶς χαρίζη τὴν ἁγίαν ταπείνωσιν τῆς ψυχῆς.

Πέμπτη 8 Μαΐου 2025

ΑΠΟ ΤΟΝ ΒΙΟ ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ ΑΡΣΕΝΙΟΥ

Από τον βίο του αγίου Αρσενίου

Έλεγαν για τον αββά Αρσένιο ότι το βράδυ του Σαββάτου, καθώς θα ξημέρωνε Κυριακή, άφηνε τον ήλιο να δύει πίσω του και ύψωνε τα χέρια του στον ουρανό και προσευχόταν, μέχρι την ώρα που ο ήλιος ανέτελλε και φώτιζε το πρόσωπό του· και τότε καθόταν.

Ο αββάς Δανιήλ έλεγε: «Μια φορά με κάλεσε ο αββάς Αρσένιος και μου είπε· “Ανάπαυσε τον πατέρα σου ώστε, όταν φύγει προς τον Κύριο, να τον παρακαλέσει για χάρη σου, και να βρεις καλό”».

Κάποιος από τους πατέρες πήγε στον αββά Αρσένιο, και μόλις χτύπησε την πόρτα, ο γέροντας άνοιξε νομίζοντας ότι είναι ο υποτακτικός του. Όταν είδε ότι είναι άλλος, έπεσε κάτω με το πρόσωπο στη γη. Εκείνος του είπε: «Σήκω, αββά, να σε ασπαστώ». Ο γέροντας του απάντησε: «Δεν σηκώνομαι, αν δεν φύγεις». Και ενώ εκείνος τον παρακαλούσε πολλή ώρα, δεν σηκώθηκε, ώσπου έφυγε.

Έλεγαν για κάποιον αδελφό που είχε έρθει στη Σκήτη για να δει τον αββά Αρσένιο, ότι πήγε στην εκκλησία και παρακαλούσε τους κληρικούς να συναντήσει τον αββά Αρσένιο. Εκείνοι του έλεγαν: «Ξεκουράσου λίγο, αδελφέ, και θα τον δεις», αυτός όμως είπε: «Δεν βάζω τίποτε στο στόμα μου, αν δεν τον συναντήσω». Έστειλαν λοιπόν μαζί του έναν αδελφό για να τον οδηγήσει, επειδή το κελλί του ήταν μακριά. Εκεί χτύπησαν την πόρτα, μπήκαν μέσα, και αφού ασπάστηκαν τον γέροντα, κάθισαν και έμεναν σιωπηλοί. Στη συνέχεια ο αδελφός από την εκκλησία είπε: «Εγώ φεύγω, προσευχηθείτε για εμένα». Και ο αδελφός ο ξένος, βλέποντας ότι ο γέροντας δεν του μιλούσε, απάντησε στον αδελφό: «Έρχομαι και εγώ μαζί σου», και έφυγαν και οι δύο. Τότε ο ξένος παρακάλεσε τον αδελφό λέγοντας: «Πήγαινέ με και στον αββά Μωυσή, που προηγουμένως ήταν ληστής». Όταν πήγαν σε αυτόν, τους δέχτηκε με χαρά, και αφού τους περιποιήθηκε, τους έστειλε στο καλό. Ο αδελφός λοιπόν που τον οδήγησε, τον ρώτησε: «Δες, σε πήγα και στον ξένο και στον Αιγύπτιο. Ποιος από τους δύο σου άρεσε;» Εκείνος αποκρίθηκε: «Εμένα πάντως μου άρεσε ο Αιγύπτιος».

Όταν τα άκουσε αυτά κάποιος από τους πατέρες, προσευχήθηκε στον Θεό λέγοντας: «Κύριε, εξήγησέ μου πώς γίνεται αυτό, ο ένας να αποφεύγει τους ανθρώπους για το όνομά σου και ο άλλος να τους αγκαλιάζει για το όνομά σου». Του παρουσιάστηκαν τότε σε όραμα δύο πλοία μεγάλα στον ποταμό, και είδε τον αββά Αρσένιο και το Πνεύμα του Θεού να πλέουν ήσυχα στο ένα, και στο άλλο να πλέουν ο αββάς Μωυσής και οι άγγελοι του Θεού που τον έτρεφαν με μέλι και κερήθρα. (*)

Έλεγε ο αββάς Δανιήλ: «Όταν ήταν στα τελευταία του, ο αββάς Αρσένιος μας έδωσε εντολή λέγοντας· “Μη φροντίσετε να κάνετε ελεημοσύνες για χάρη μου. Γιατί αν έκανα εγώ για τον εαυτό μου κάποιο έργο αγάπης, αυτό θα βρω”».

(*) Κατά τον Ευεργετινό το όραμα έδειχνε ότι «και οι δύο είχαν πολύ μεγάλη αξία μπροστά στον Θεό, ωστόσο η σιωπή του Αρσενίου ήταν ανώτερη από τη φιλοξενία του Μωυσή, αφού τον πρώτο συντρόφευε το άγιο Πνεύμα, ενώ τον Μωυσή άγγελοι του παντοκράτορα Θεού» (τ. Δ’, υπόθ. Ε’, σ. 62).

Από το βιβλίο: Το Γεροντικό, τόμος Α’, μετάφραση. Εκδόσεις «Το Περιβόλι της Παναγίας», Θεσσαλονίκη 2013, σελ. 37 (§§ 30, 35, 37-39).