ΑΝ ΒΙΑΖΕΣΑΙ ΝΑ ΔΕΙΣ ΤΟΝ ΚΟΣΜΟ ΝΑ ΓΙΝΕΤΑΙ ΚΑΛΥΤΕΡΟΣ, ΑΡΧΙΣΕ ΑΠΟ ΤΟΝ ΕΑΥΤΟ ΣΟΥ. ΕΙΝΑΙ Ο ΣΥΝΤΟΜΟΤΕΡΟΣ ΔΡΟΜΟΣ.

Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα ΛΟΓΟΙ ΙΕΡΕΩΝ. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα ΛΟΓΟΙ ΙΕΡΕΩΝ. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Σάββατο 13 Δεκεμβρίου 2025

Π. ΔΙΟΝΥΣΙΟΣ ΤΑΤΣΗΣ: ΔΙΑΚΟΝΙΑ ΕΙΣ ΤΟ ΜΙΚΡΟΝ ΠΟΙΜΝΙΟΝ!

 Πρεσβ. Διονύσιος Τάτσης
Διακονία εἰς τό μικρόν ποίμνιον 

μείωση τοῦ πληθυσμοῦ τῆς χώρας, ἀστυφιλία καὶ μετανάστευση συνετέλεσαν στὸ νὰ ἐγκαταλειφθεῖ ἐπαρχία, νὰ κλείσουν τὰ σχολεῖα, νὰ καταργηθοῦν οἱ δημόσιες ὑπηρεσίες, νὰ ἐρημώσει τόπος. Πρόκειται γιὰ ἕνα μεγάλο, σοβαρὸ καὶ δυσ­επίλυτο πρόβλημα. Οἱ πολιτικοὶ δὲν ἀνησυχοῦν στὸ βαθμὸ ποὺ θὰ ἔπρεπε, ἐνῶ προεκλογικὰ ὑπόσχονται πολλά, γιὰ νὰ βελτιωθεῖ ἡ καταστάση καὶ νὰ ξαναζωντανέψουν οἱ κωμοπόλεις καὶ τὰ χωριά.Τελικὰ δὲν γίνεται τίποτα. Σὲ λίγα χρόνια ἡ ἐρήμωση τῆς ἐπαρχίας θὰ ὁλοκληρωθεῖ καὶ οἱ ἐλάχιστοι κάτοικοι θὰ μείνουν ἀπροστάτευτοι καὶ ἀποίμαντοι.

  Τὸ πρόβλημα ἐπηρεάζει καὶ τὴν Ἐκκλησία, γιατί δὲν ὑπάρχουν ὑποψήφιοι κληρικοὶ καταγόμενοι ἀπὸ τὴν περιοχή, ὅπως καὶ οἱ κληρικοί, ποὺ διακονοῦν δὲν ἐπαρκοῦν. Δὲν λείπουν κι ἐκεῖνοι ποὺ δὲν εἶναι πρόθυμοι νὰ ἐργαστοῦν σὲ ἐρημωμένες περιοχές, ὅπου οἱ ἐνορίες εἶναι ὀλιγάνθρωπες. Ἀπρόθυμοι εἶναι καὶ οἱ πρὸς ἀρχιερατείαν ἀρχιμανδρίτες. Διστάζουν νὰ ἐκλεγοῦν σὲ μητροπόλεις μὲ μειωμένο πληθυσμό, μὲ ἐλάχιστους οἰκονομικοὺς πόρους καὶ μὲ κληρικοὺς ποὺ δὲν ἔχουν ζῆλο, γιὰ νὰ διακονήσουν τὴν Ἐκκλησία.

  Πρέπει ὅμως νὰ διευκρινίσουμε τὸ ἑξῆς: Ἡ πολιτεία εὔκολα καταργεῖ ὑπηρεσίες, εὔκολα μετακινεῖ στρατιωτικὲς μονάδες καὶ δὲν ἀνησυχεῖ γιὰ τὴν ἐρήμωση τῆς ἐπαρχίας. Ἡ Ἐκκλησία ὅμως πρέπει νὰ εἶναι παντοῦ παροῦσα μὲ τοὺς κληρικούς της, γιὰ νὰ καλύπτει τὶς θρησκευτικὲς ἀνάγκες τῶν ἀνθρώπων, νὰ συντηρεῖ τοὺς ναοὺς καὶ τὰ ἐξωκκλήσια, νὰ προστατεύει τὰ ἐκκλησιαστικὰ κειμήλια καὶ γενικὰ καθετὶ ποὺ μπορεῖ νὰ γίνει στόχος τῶν ἀρχαιοκάπηλων.

  Ὁ πόνος τῶν κληρικῶν ποὺ ἐργάζονται στὶς ἐγκαταλελειμμένες ἐνορίες ἐπὶ δεκαετίες καὶ κοπιάζουν γιὰ τὴ συντήρηση τῶν ναῶν εἶναι μεγάλος. Χωρὶς οἰκονομικοὺς πόρους, ἀλλὰ μόνο μὲ τὶς προσφορὲς τῶν εὐσεβῶν χριστιανῶν- ὅταν φυσικὰ ἐμπιστεύονται τοὺς ἱερεῖς τους καὶ διαπιστώνουν τὸ ἐνδιαφέρον τους γιὰ τὴν ἐνορία τους- μο-χθοῦν χωρὶς καμιὰ ἀναγνώριση ἀπὸ τὸ μητροπολίτη τους!

  Οἱ συγκεκριμένοι αὐτοὶ ἱερεῖς αἰσθάνονται βαθιὰ ἱκανοποίηση, γιατί ἐκτελοῦν τὰ καθήκοντά τους, χωρὶς νὰ ὑπολογίζουν τὴ δυσκολία μετακίνησή τους ἀπὸ χωριὸ σὲ χωριὸ καὶ τὰ ποικίλα προβλήματα ποὺ ὑπάρχουν σὲ κάθε ἐνορία. Καὶ αὐτὴ εἶναι ἡ πνευματική τους ἀνταμοιβή, ἡ ὁποία ἔχει μεγάλη ἀξία καὶ διατηρεῖ τὴν ἱερωσύνη τους ζῶσα.

  Τὸ ἱερατικὸ αὐτὸ βίωμα δὲν ὑπάρχει στοὺς ἱερεῖς τῶν πόλεων, γιατί ἐκεῖ οἱ ἄνθρωποι δὲν ἐντυπωσιάζονται ἀπὸ τὶς δραστηριότητές τους, οἱ ὁποῖες εἶναι τυποποιημένες καὶ συνήθεις.

  Τὸ ἔργο τοῦ μητροπολίτη μίας μικρῆς καὶ πτωχῆς περιοχῆς πολλὲς φορὲς ἐντυπωσιάζει τοὺς πιστούς, ὅταν βέβαια ἔχει ἱερὸ ζῆλο, ἀγαπάει τὸν τόπο καὶ εἶναι στοργικὸς ἀπέναντί τους. Διαπιστώνει ὁ ἴδιος τὸ σεβασμὸ τοῦ ποιμνίου του πρὸς τὸ πρόσωπό του, κάτι ποὺ δὲν εἶναι δεδομένο στὴ σκληρὴ ἐποχή μας. Οἱ πιστοὶ τὸν προσ­έχουν σὲ κάθε κίνηση καὶ πρωτοβουλία του, εἶναι πάντα κοντά του. Ὅταν τὸν συναντοῦν χαίρονται καὶ διατυπώνουν τὰ καλύτερα λόγια γι’ αὐτόν. Τὸν νιώθουν δίπλα τους, γιατί εἶναι κοινωνικὸς καὶ προσιτός. Τὸν ἔχουν πνευματικό τους στήριγμα. Καὶ ἰσχύει γιὰ τὸ μητροπολίτη τους αὐτὸ ποὺ ἔλεγε ὁ Κύριος γιὰ τὸν ἑαυτό του: «Ἐγὼ εἰμι ὁ ποιμὴν ὁ καλός, καὶ γινώσκω τὰ ἐμὰ καὶ γινώσκομαι ὑπὸ τῶν ἐμῶν» (Ἰωάν. ι΄ 14). Ἐγὼ εἶμαι ὁ καλὸς βοσκὸς καὶ γνωρίζω τὰ πρόβατα ποὺ εἶναι δικά μου, καὶ τὰ δικά μου μὲ ἀναγνωρίζουν).

  Αὐτὴ ἡ ἀνυπόκριτη ἐπικοινωνία τοῦ μητροπολίτη μὲ τοὺς πιστοὺς ἀνθρώπους εἶναι θεοφιλής, ἀποφέρει πνευματικοὺς καρποὺς καὶ στηρίζει βαθύτατα τὸν ποιμένα καὶ τὸ ποίμνιο.

  Ὡστόσο ὑπάρχει καὶ μία ἐξαίρεση στὰ ὅσα ὑποστηρίζουμε. Μερικοὶ φιλόδοξοι ἀρχιμανδρίτες δέχονται νὰ ἐκλεγοῦν μητροπολίτες, ἔστω καὶ σὲ περιοχὲς ποὺ παραπάνω περιγράψαμε, χωρὶς νὰ ὑπολογίζουν τὴν ἰδιαιτερότητά τους καὶ γρήγορα δυσκολεύονται νὰ προσαρμοστοῦν. Μαθημένοι στὴν ἄνεση τῆς πόλης, θεωροῦν τὴ μητρόπολή τους ἐξορία, γι’ αὐτὸ καὶ δὲν δείχνουν ἰδιαίτερο ἐνδιαφέρον γιὰ τὸν τόπο καὶ συχνὰ ἀπουσιάζουν γιὰ πολὺ καιρὸ προφασιζόμενοι διάφορους λόγους, δῆθεν πνευματικούς, δηλαδὴ γιὰ νὰ συναντήσουν τὰ πνευματικά τους τέκνα καὶ νὰ τὰ στηρίξουν στὸν καλό τους ἀγώνα! Αὐτὸ προφανῶς δὲν ἀληθεύει. Ἐὰν δὲν ὑπάρχει πραγματικὴ ἀνάγκη, ἂς ἐπισκέπτονται τὰ τέκνα τὸν πνευματικό τους πατέρα.

  Στὶς περιπτώσεις αὐτὲς οἱ περιοχὲς παραμένουν ἀποίμαντες καὶ οἱ σκανδαλώδεις ἐκδηλώσεις δὲν λείπουν. Ἀλίμονο στοὺς καλοπροαίρετους χριστιανοὺς ποὺ ἀποτελοῦν ποίμνιο χωρὶς ποιμένα! Κινδυνεύουν ἀνὰ πᾶσα στιγμὴ ἀπὸ τοὺς φανεροὺς ἀλλὰ καὶ τοὺς προβατόσχημους λύκους! 

Ορθόδοξος Τύπος

Τετάρτη 10 Δεκεμβρίου 2025

ΑΡΧΙΜ. ΙΩΑΝΝΗΣ ΚΟΓΚΑΝ: ΜΕΤΑΘΑΝΑΤΙΑ ΕΜΠΕΙΡΙΑ ΕΝΟΣ ΝΕΟΥ ΣΤΗ ΡΩΣΙΑ!

 Αρχιμ. Ιωάννης Κόγκαν
Μεταθανάτια εμπειρία ενός νέου στη Ρωσία 

Τις ημέρες εκείνες έτυχε να συναντήσω στο ναό έναν εκπληκτικό, νεαρό άνδρα. Πλησίασε τον αδερφό μου στο τέλος της Θείας Λειτουργίας και του απεκάλυψε την ασυνήθιστη ιστορία της μεταστροφής του στο Χριστό. Στεναχωριόταν πολύ από τις ατελείωτες μετακινήσεις και συζητήσεις που γίνονταν τη στιγμή που οι ιερείς μεταλάμβαναν στο ιερό και ετοιμάζονταν για την έξοδο στην Ωραία Πύλη με το Άγιο Ποτήριο, για να κοινωνήσουν οι πιστοί.
“Γιατί όλοι αρχίζουν να πηγαινοέρχονται αυτή την ιδιαίτερη, γεμάτη αδημονία, στιγμή, όταν ο Κύριος βρίσκεται στην Αγία Τράπεζα;” ρώτησε τον αδελφό μου. “Θέλω να σας διηγηθώ την ιστορία μου.
Ζούσα όπως η πλειοψηφία των νέων ανθρώπων της εποχής μας, μακριά από το Θεό, μέσα στη διαφθορά, διάγοντας έκλυτη ζωή με οινοποσία και άλλες αμαρτίες. Όσο κι αν με νουθετούσε και με ικέτευε η μητέρα μου, πιστή γυναίκα, ν’ αφήσω την αμαρτωλή ζωή, εγώ την αγνοούσα και μόνο γελούσα. Οι αφηγήσεις της, ότι υπάρχει Θεός και αιώνια ζωή, μου φαίνονταν ανοησίες. Γελούσα με τις επιπλήξεις της, ζητώντας της να μ’ αφήσει ήσυχο. Κάποια φορά, αργά τη νύχτα, επιστρέφοντας στο σπίτι με τη μοτοσυκλέτα, μετά από την καθιερωμένη βόλτα, είχα ένα ατύχημα και σκοτώθηκα. Απρόσμενα αισθάνθηκα ότι βρισκόμουν στον αέρα.
Κοίταζα μ’ έκπληξη το ματωμένο σώμα μου, μην κατανοώντας γιατί ήμουν διπλός, και στεκόμουν και ήμουν ξαπλωμένος. Αργότερα είδα κόσμο να τρέχει κοντά μου και να προσπαθεί να με συνεφέρει. Ήρθαν οι πρώτες βοήθειες και οι γιατροί προσπαθούσαν να με γυρίσουν στη ζωή. Όμως εγώ δεν ήθελα να επιστρέψω στο νεκρό σώμα μου. Με φορείο μ’ έβαλαν στο ασθενοφόρο και με πήγαν στο νεκροτομείο. Τη στιγμή εκείνη έστρεψα το βλέμμα μου προς τον ουρανό. Ξαφνικά είδα το Ζωντανό Χριστό τόσο πανέμορφο, τόσο ταπεινό και πράο, μέσα σε πύρινη λάμψη να στέκεται από επάνω μου και να με κοιτάζει.
–Γιατί ζεις έτσι; με ρώτησε ο Κύριος.
Εκείνη τη στιγμή, από το μεγάλο φόβο που κατείχε την αμαρτωλή ψυχή μου, κουβαριάστηκα κι αναφώνησα:
–Κύ-ρι-ε, συγ-χώ-ρε-σε με!!! και άκουσα την απάντηση…
–Για τις αμαρτίες σου και την ακάθαρτη ζωή σου είσαι άξιος του Άδη. Όμως οι προσευχές και το κλάμα της μητέρας σου έφθασαν σε Εμένα. Σε συγχωρώ και σε στέλνω πίσω στη γη. Πήγαινε και μάθε ότι η σωτηρία βρίσκεται μόνο στην Εκκλησία, μέσω της μετάνοιας και της Αγίας Κοινωνίας.
Εκείνη τη στιγμή, ξαφνικά, αισθάνθηκα πάλι να μπαίνω στο σώμα μου και από τους φοβερούς πόνους, άρχισα, να βογκώ και να στριφογυρίζω.

 Οι γιατροί έμειναν έκπληκτοι. Αντί για το νεκροτομείο, με μετέφεραν στο νοσοκομείο για εγχείριση. Ο Θεός με επέστρεψε στη ζωή.
Και να, λοιπόν, τώρα θεραπευμένος, με ιδιαίτερη ευλογία έρχομαι στη Θεία Λειτουργία σ’ αυτό το μοναστήρι. Με φόβο αναμένω πότε θα βγει ο ιερέας με το Άγιο Ποτήριο για να προσκυνήσω το Ζωντανό Θεό, ο Οποίος μου αποκάλυψε ότι με την Κοινωνία του Αγίου Σώματος και του Αίματος Του. μπορούμε να σωθούμε και να κληρονομήσουμε την αιώνια ζωή.

 Να. γιατί με απορία και σύγχυση κοιτάζω τους ανθρώπους που πηγαινοέρχονται ενώπιον του μεγάλου Μυστηρίου, διαταράσσοντας την ευλογημένη ατμόσφαιρα, όταν πράγματι ο Ίδιος ο Κύριος έρχεται από την Ωραία Πύλη, προτείνοντας τον Εαυτό Του για τροφή.”
Και έβαλε το χέρι του αδελφού μου, σφίγγοντας το σε γροθιά, στο τεράστιο βαθούλωμα που υπήρχε στο κρανίο του, μετά το χτύπημα με τη μοτοσυκλέτα. Μ’ αυτό ήθελε ν’ αποδείξει την αυθεντικότητα όλων όσων βίωσε και διηγήθηκε.
Αυτή η αληθινή ιστορία βαθιά μας συγκλόνισε. Συχνά τη διηγούμαι στα κηρύγματα μου, σαν αληθινή μαρτυρία εκείνης της ανείπωτης Αγάπης, την οποία έφερε ο Κύριος από τους ουρανούς, καλώντας όλους τους αμαρτωλούς σε μετάνοια, ώστε ν’ αναγεννηθούν μέσω της Αγίας Κοινωνίας και να έλθουν προς την Αλήθεια.  

(Απόσπασμα από το βιβλίο ”Από την αιχμαλωσία στο Φως”
του Αρχιμανδρίτου Ιωάννου Κόγκαν)

Παρασκευή 5 Δεκεμβρίου 2025

ΕΜΠΟΔΙΑ ΓΙΑ ΤΗΝ ΕΠΙΣΚΕΨΗ ΤΗΣ ΘΕΙΑΣ ΧΑΡΙΤΟΣ ΣΤΟΝ ΑΝΘΡΩΠΟ ΚΑΤΑ ΤΟΝ ΣΥΜΕΩΝ ΤΟΝ ΝΕΟ ΘΕΟΛΟΓΟ

 Eμπόδια για την επίσκεψη της Θείας Χάριτος στον άνθρωπο
κατά τον άγιο Συμεών τον Νέο Θεολόγο 

Κάθε αμαρτία ως επανάσταση εναντίον του Θεού αντιστρατεύεται το έργο της Θείας Χάριτος. Ο άγιος Συμεών ο Νέος Θεολόγος επισημαίνει πως υπάρχουν και μερικές αδυναμίες που αποτελούν φράγματα και παρεμποδίζουν την έλευση της Θ. Χάριτος. 

Και αυτά είναι:

- Η ΑΜΕΛΕΙΑ για την μετάνοιά μας. Θα καταδικαστούμε όχι γιατί αμαρτήσαμε, αλλά γιατί δεν μετανοήσαμε, δεν ζητήσαμε το έλεος του Θεού για να λυτρωθούμε από την ψυχική μας ασθένεια. 

- Η ΡΑΘΥΜΙΑ που παραλύει τις ψυχικές μας δυνάμεις και τις ακινητοποιεί. Χωρίς σκληρούς αγώνες δεν ενεργοποιείται η Χάρη του Θεού. Όχι γιατί ο Θεός χρειάζεται τους κόπους του μετανοούντος ανθρώπου, αλλά για να μην λάβει ο άνθρωπος τη Χάρη του Θεού χωρίς κόπο και την καταφρονήσει όπως παλαιότερα. 

- Η ΥΠΕΡΗΦΑΝΕΙΑ. Αν δέχθηκες, λέγει, ο ιερός πατέρας τη Χάρη του Αγ. Πνεύματος και φωτίσθηκες, πρόσεξε μην νομίσεις πως είναι δικός φωτισμός, γιατί αν το νομίσεις αυτό, τότε θα αναχωρήσει και θα πάθεις χειρότερα από πρώτα. 

- Η ΑΣΠΛΑΧΝΙΑ ΠΡΟΣ ΤΟΝ ΣΥΝΑΝΘΡΩΠΟ. Αυτή σβήνει τον φωτισμό της ψυχής. Γιατί εκείνος που θα βρει τη σωτηρία του με την ευσπλαχνία του προς τους αδελφούς του, πάλι με το δικό του έλεος προς τους αδελφούς του θα μπορέσει να φανεί άξιος της χάριτος του Θεού και να πετύχει τη σωτηρία του. 

π. Γ. 

Πηγή: Ι. Ν. Αγίας Βαρβάρας Πατρών

Π. ΛΙΒΥΟΣ: ΠΡΟΣΕΥΧΟΜΑΣΤΕ ΓΙΑ ΝΑ ΚΑΛΛΙΕΡΓΗΣΟΥΜΕ ΜΙΑ ΣΧΕΣΗ ΜΕ ΤΟΝ ΘΕΟ!

 Π. Λίβυος
Προσευχόμαστε για να καλλιεργήσουμε μια σχέση με τον Θεό

Με την προσευχή δεν γνωρίζουμε στο Θεό κάτι που δεν ξέρει. Κάτι που δεν γνωρίζει. Όχι καρδιά μου. Εκείνος όλα τα γνωρίζει πριν εμείς σκεφτούμε, νιώσουμε και μιλήσουμε.

-Τότε;

-Τότε, προσευχόμαστε για να καλλιεργήσουμε μια σχέση. 

Πίστη δεν σημαίνει να λες «Πιστεύω εις ένα Θεό……» Αλλά να ζεις με τον Θεό και για τον Θεό.

Κανείς δεν έμαθε τον έρωτα μέσα από τα βιβλία και τις ομιλίες. Τον γνώρισε στο ποσοστό που αγάπησε και αφέθηκε, παραδόθηκε και έσβησε στην παρουσία του άλλου πατώντας στις αιχμές των ορίων του.

Στον θάνατο και την ζωή.

-Ναι μα δεν μας λέει ο Χριστός «Αἰτεῖτε, καὶ δοθήσεται ὑμῖν• ζητεῖτε, καὶ εὑρήσετε• κρούετε, καὶ ἀνοιγήσεται ὑμῖν, πᾶς γὰρ ὁ αἰτῶν λαμβάνει καὶ ὁ ζητῶν εὑρίσκει καὶ τῷ κρούοντι …» .

-Ναι βεβαίως. Όχι όμως για να του γνωρίσουμε τις ανάγκες μας. Εκείνος τις ξέρει πριν του τις πούμε εμείς. Μάλιστα γνωρίζει τις πραγματικές μας ανάγκες και όχι εκείνες που αυτοκαταστροφικά φαντασιωνόμαστε.

Το αίτημα είναι η αφορμή για να ξεκινήσει η σχέση. Όπως μια ανάγκη, μια έλλειψη για ένα μεγάλο έρωτα ή όπως η ψυχή μας που θέλει παρέα και προφασίζεται ένα καφεδάκι… 

π.Λίβυος

Παρασκευή 21 Νοεμβρίου 2025

ΠΡΩΤΟΠΡ. ΙΩΑΝΝΗΣ ΡΩΜΑΝΙΔΗΣ: ΠΩΣ ΞΕΡΟΥΜΕ ΣΙΓΟΥΡΑ ΟΤΙ ΥΠΑΡΧΕΙ ΘΕΟΣ;

 Πρωτ. Ιωάννης Ρωμανίδης
Πώς ξέρουμε σίγουρα ότι υπάρχει Θεός;

Αφετηρία της γνώσης είναι η εμπειρία. Αφετηρία της γνώσης του Θεού είναι επίσης η εμπειρία. Στον αρχαίο και τον ορθόδοξο χριστιανισμό δεν υπάρχουν δόγματα, με την έννοια των άνωθεν επιβαλλόμενων αρχών πίστης, αλλά αποτίμηση και ερμηνεία πραγματικών εμπειριών, από τις οποίες προκύπτουν αυτά που διατυπώνονται σε συγκεκριμένο ιστορικό χρόνο ως «δόγματα». 

Η εμπειρία των επισκέψεων του Θεού υπάρχει από την αρχαιότητα. Χαρακτηριστικά παραδείγματα ο Ενώχ, ο Νώε, ο Αβραάμ, ο Ιακώβ, ο Μωυσής, οι διάφοροι προφήτες. Στην Καινή Διαθήκη επίσης καταγράφονται αρκετά τέτοια παραδείγματα, όπως του εκατόνταρχου Κορνήλιου, του αποστόλου Παύλου προ της Δαμασκού κ.ά. Κατ’ εξοχήν τέτοιο βίωμα ήταν αυτό που συνέβη στους αποστόλους την πεντηκοστή (η κάθοδος του Αγίου Πνεύματος, 50 μέρες μετά την ανάσταση του Χριστού), ενώ στη συνέχεια καταγράφονται στις Πράξεις των αποστόλων πολλές επισκέψεις του Θεού σ' αυτούς. 

Είχαν αποκτήσει και θαυματουργικά χαρίσματα, ενώ ανάλογα χαρίσματα διέθεταν και άλλα πολλά μέλη της πρώτης Εκκλησίας (χαρακτηριστική η μαρτυρία του Παύλου στο Α΄ Κορινθίους, κεφ. 12-14· σημ. ότι στο κεφ. 12, στ. 11, φαίνεται και η προσωπική υπόσταση του Αγ. Πνεύματος κατά τους πρώτους χριστιανούς). Και στη συνέχεια, ανά τους αιώνες, υπάρχουν αναρίθμητοι χαρισματούχοι χριστιανοί άγιοι, κάθε ηλικίας, φύλου και κοινωνικής τάξης, μέχρι και σήμερα. 

Καταγράφονται επίσης ψευδοβιώματα, δήθεν θεία, αλλά στην πραγματικότητα δαιμονικά. Τέτοιο βίωμα θεωρούμε οι χριστιανοί τη δήθεν εμφάνιση του νεκρού Σαμουήλ στο βασιλιά Σαούλ, μέσω μάγισσας πνευματίστριας, στην Παλαιά Διαθήκη (Α΄ Βασιλειών, κεφ. 28). Στην Καινή Διαθήκη γίνονται σχετικές αναφορές από Παύλο (Β΄ Κορινθίους, 11, 14) και Ιωάννη (Α΄ επιστολή Ιωάννου, 4, 1), αλλά και από τον Ιησού, όταν μιλάει για τους ψευδοπροφήτες (π.χ. Ματθ. 24, 24-25, αλλά βλ. και Αποκάλυψις, 13, 13-15). 

Απόπειρα παγίδας «του εχθρού» (διαβόλου) κατά των αγίων με δήθεν θετικό βίωμα δες και Πράξεις αποστόλων, 16, 16-18.

Ήδη στην Κ.Δ. γίνεται λόγος για τα βιώματα, γνήσια και ψευδή. Αυτό σημαίνει ότι οι απόστολοι είχαν τον τρόπο να τα ξεχωρίζουν, πράγμα που άφησαν κληρονομιά στους πρώτους χριστιανούς και αυτό συνεχίστηκε από γενιά σε γενιά. 

Καθώς αυξάνονται οι «χαρισματικές» αιρετικές κινήσεις (π.χ. μοντανισμός, μεσσαλιανοί, διάφοροι γνωστικοί), αυξάνονται και οι διδασκαλίες των χριστιανών αγίων γι’ αυτό το θέμα, ώστε να προλαμβάνονται οι δύο βασικές παρανοήσεις, που οδηγούν σε σφάλματα: από τη μια, ότι αρκεί να κατανοήσουμε διανοητικά κάποιες «θεολογικές ιδέες» με τη βοήθεια της φιλοσοφίας και, από την άλλη, ότι μπορούμε να προκαλέσουμε κατά βούλησιν την ένωσή μας με το Θεό, χρησιμοποιώντας με ακρίβεια κάποια μυστικιστική «μέθοδο» (ιδέα που έχει σήμερα κατακλύσει το δυτικό κόσμο, προκαλώντας έξαρση του διαλογισμού ινδουιστικού και βουδιστικού τύπου). 

Και οι δύο αυτές ιδέες παραβλέπουν ή παρερμηνεύουν το αίτημα για αγώνα κατά των παθών (όχι κατά της ύλης ή του σώματος ή «των απίστων» κ.τ.λ.), χωρίς τον οποίο δε μπορεί να υπάρξει προσέγγιση Θεού και ανθρώπου. 

Στους επόμενους αιώνες το ζήτημα των επισκέψεων του Θεού στον άνθρωπο και της πορείας του ανθρώπου προς το Θεό αναπτύσσεται όλο και πιο διεξοδικά από τους αγίους διδασκάλους του χριστιανισμού και σήμερα διαθέτουμε, μπορώ να πω, ολόκληρη επιστήμη γι’ αυτό το θέμα. Δυστυχώς με την κατάρρευση του Βυζαντίου και τη συνακόλουθη αποδυνάμωση της θεολογικής σκέψης στον πρώην βυζαντινό χώρο, άνοιξε ο δρόμος για μύριες όσες δυτικές ορθολογιστικές επιρροές, με συνέπεια ο μέσος ορθόδοξος χριστιανός σήμερα να τα αγνοεί εντελώς όλα αυτά. Στη Ρωσία συνεχίστηκε περισσότερους αιώνες η θεολογική αυτή παράδοση, αλλά κι εκεί οι ιστορικές περιπέτειες την κατέστησαν σχεδόν άγνωστη στην εποχή μας. 

Πάντα όμως, σε όλες τις χώρες που έμειναν ορθόδοξες (π.χ. Ελλάδα και σλαβικές χώρες ώς και τη Ρωσία), απέμειναν «εργάτες» αυτής της θεολογικής επιστήμης, κυρίως στα μοναστήρια. 

Έτσι έχουμε και σήμερα –και είχαμε όλους τους αιώνες– αγίους χριστιανούς διδασκάλους, για να επαληθεύουμε μέσω αυτών όσα γράφουν οι αρχαιότεροι διδάσκαλοί μας και όσα καταγράφουν γι’ αυτούς οι βιογράφοι τους. 

Χαρακτηριστικός ο διάλογος του αγίου Σιλουανού του Αθωνίτη (1866-1938) με το βιβλιοθηκάριο της μονής Αγίου Παντελεήμονος στο Άγ. Όρος το 1932, ο οποίος του ανακοίνωσε το θαυμασμό ενός ρωμαιοκαθολικού διδάκτορα για τη μελέτη πατερικών κειμένων από τους μοναχούς (Ιωάννη της Κλίμακος, αββά Δωρόθεο, Μάξιμο Ομολογητή, Θεόδωρο Στουδίτη, Γρηγόριο Παλαμά κ.π.ά.). 

«Σε μας μόνο οι καθηγητές πανεπιστημίου τα διαβάζουν» είχε πει ο επισκέπτης. Ο άγιος απάντησε στο βιβλιοθηκάριο, όταν του μετέφερε το γεγονός: 

«Μπορείτε να πείτε στο διδάκτορα Μπ. πως οι μοναχοί μας όχι μόνο διαβάζουν αυτά τα βιβλία, αλλά θα μπορούσαν να γράψουν και οι ίδιοι παρόμοια… 

Οι μοναχοί δεν γράφουν, γιατί υπάρχουν ήδη πολλά ωραία βιβλία και ικανοποιούνται με αυτά. Αν όμως τα βιβλία αυτά για οποιονδήποτε λόγο εξαφανίζονταν, τότε οι μοναχοί θα έγραφαν καινούργια». Βλ. αρχιμανδρίτου Σωφρονίου (Σαχάρωφ), Ο Άγιος Σιλουανός ο Αθωνίτης, Ιερά Μονή Τιμίου Προδρόμου, Έσσεξ Αγγλίας 2003, σελ. 86-87

Ο π. Σωφρόνιος σχολιάζει στη συνέχεια: «Σε όλη τη διάρκεια της μακρόχρονης ζωής του στον Άθωνα ο Γέροντας συναντήθηκε με πολλούς μεγάλους ασκητές. Μερικοί από αυτούς ήξεραν από την πείρα τους τις καταστάσεις που περιγράφουν οι μεγάλοι ασκητές, όπως ο Ισαάκ ο Σύρος, ο Μακάριος ο Αιγύπτιος και άλλοι, γι’ αυτό τα λόγια του Γέροντα μας φαίνονται απόλυτα δικαιολογημένα» (ό.π., σελ. 87). 

Τα τρία στάδια, το Φως και η Χάρη 

Η εμπειρία της χάριτος του Θεού είναι άρρητη και εισάγει τον άνθρωπο σε έναν κόσμο μη περιγραπτό με ανθρώπινους όρους: τα «άρρητα ρήματα» του Παύλου (Β΄ Κορινθ. 12, 4), ο «θείος γνόφος» των Πατέρων. 

Χάριν των πολλών όμως, ακόμη και χάριν ανθρώπων που έχουν αυτά τα βιώματα, αλλά δεν καταλαβαίνουν τι τους συμβαίνει (βλ. π. Σωφρονίου Σαχάρωφ, Οψόμεθα τον Θεόν καθώς εστι, Έσσεξ Αγγλίας, 31996, σελ. 269-270), όσοι άγιοι μπορούν (διότι έχουν παιδεία, ευφράδεια ή και επειδή αυτό είναι το δικό τους ειδικό χάρισμα από το Θεό) γράφουν και διδάσκουν. 

Είναι για το χριστιανισμό ό,τι οι ερευνητές σε κάθε επιστήμη, καταγράφουν και επεξεργάζονται αυτά που ζουν [υπενθυμίζω την αναλογία ιδιαίτερα με τις ανθρωπιστικές επιστήμες (κοινωνιολογία, κοινωνική ανθρωπολογία, ψυχολογία κ.λ.π.), στις οποίες ο ερευνητής έρχεται σε προσωπική επαφή με το αντικείμενο της έρευνάς του και αυτή την επαφή παρουσιάζει στις δημοσιεύσεις του, αλλά ας μου επιτραπεί να παρατηρήσω ότι και ο πυρηνικός φυσικός, που ανακαλύπτει διά του πειράματος, βιώματά του καταγράφει]. 

Βάσει των εμπειριών και των παρατηρήσεών τους καταλαβαίνουν τα εξής: 

 Η πορεία του ανθρώπου προς το Θεό μπορεί χοντρικά να διακριθεί σε τρία στάδια: κάθαρση της καρδιάς από τα πάθη, φωτισμός του νου από το Άγιο Πνεύμα, θέωση. 

Επισκέψεις της θείας χάριτος μπορεί να δεχτεί ακόμη και άνθρωπος που δε βρίσκεται ούτε στο στάδιο της κάθαρσης, ακόμη κι ένας εγκληματίας. 

Πρόκειται κατ’ ουσίαν για προσκλήσεις από το Θεό (όλοι οι άνθρωποι έχουν, όπως φαίνεται και στο Αποκάλυψις, 3, 20, «να, στέκομαι στην πόρτα και χτυπάω…» [«ιδού έστηκα επί την θύραν και κρούω…»] κ.λ.π.). 

Αν ο άνθρωπος ανταποκριθεί, τότε βιώνει τη συγκλονιστική κατάσταση της μετάνοιας, που «ξεμπαζώνει» την καρδιά του (συνήθως οδυνηρά, ανάλογα με τα συσσωρευμένα μπάζα – αντιλαμβάνεστε τι εννοώ, ασφαλώς) και αρχίζει στη συνέχεια η ανοδική πορεία του. Αν ο άνθρωπος δεν ανταποκριθεί, ο Θεός συνήθως φεύγει. Ίσως να ξανάρθει κ.τ.λ., μέχρι το θάνατο του ανθρώπου. 

Η πορεία δεν είναι μοναχική, γι’ αυτό οι χριστιανοί συγκροτούμε «Εκκλησία», δηλ. κοινότητα. Κάθε ένας οφείλει να στηρίζει τον άλλο στις στιγμές αδυναμίας του, έμπρακτα και με την προσευχή. Υπάρχει και ένας θεσμός γι’ αυτό το στήριγμα: ο πνευματικός πατέρας («γέροντας»). Ο θεσμός αυτός είναι άτυπος, δηλ. δεν είναι ένα «αξίωμα» που παίρνει κάποιος επίσημα στην Εκκλησία. Μπορεί να είναι οποιοσδήποτε και τον επιλέγουμε ελεύθερα – αλλά χρειάζεται σύνεση για να επιλέξουμε σωστά. 

Μπορεί να ταυτίζεται με τον εξομολόγο μας (ο εξομολόγος είναι ένας «επίσημος θεσμός» πνευματικού διδασκάλου, αλλά και αφέσεως των αμαρτιών, με προϋπόθεση τη μετάνοια φυσικά, βάσει της εξουσίας που δόθηκε από το Χριστό και καταγράφεται στο Ματθ. 18, 18, και αλλού), μπορεί όμως ο γέροντάς μας να μην είναι ο εξομολόγος μας. Μπορεί να μην είναι καν ιερέας, οπωσδήποτε πάντως θα πρέπει να είναι πιο προοδευμένος από μας στη σχέση με το Θεό. 

Στο επίπεδο της κάθαρσης της καρδιάς (αγάπη προς τους εχθρούς και όλο τον κόσμο) οι επισκέψεις της θείας χάριτος γίνονται εντονότερες, κατά το θέλημα του Θεού. 

Καθώς ο άνθρωπος ανεβαίνει, γίνεται πιο δεκτικός στη θετική επίδραση της θείας χάριτος κι έτσι «μεταμορφώνεται» σε θείο ον, εκπληρώνεται δηλ. το «καθ’ ομοίωσιν» προς το Θεό και ο άνθρωπος σταδιακά καθαγιάζεται. Στα ανώτερα στάδια αυτής της πορείας αξιώνεται θείων αποκαλύψεων και θαυματουργικών χαρισμάτων. 

Η θεία χάρη δεν παραμένει σ’ αυτόν μόνιμα ενώ ζει εδώ. Αυτό θα ενείχε πολλούς κινδύνους εγωιστικών πτώσεων. Μια σχετική ολοκλήρωση θα ζήσει μετά θάνατον (αν έχει πεθάνει κοντά στο Θεό και δεν έχει παρασυρθεί και απομακρυνθεί απ’ Αυτόν) και η πληρότητα θα έρθει μετά την ανάσταση των νεκρών και τη συμπλήρωση της κοινωνίας όλων των όντων, στη δευτέρα παρουσία. Όλα αυτά συνιστούν την κατάσταση που ονομάζουμε «παράδεισο», ενώ το αντίθετό τους συνιστά την οδυνηρή αυτοαπομόνωση που ονομάζουμε «κόλαση».

Η πρόγευση του παραδείσου δε μοιάζει ούτε συγκρίνεται με καμιά γήινη εμπειρία, η δε ηδονή που προκαλεί, κατ’ αυτούς που την έχουν ζήσει, είναι απερίγραπτη, ωστόσο συνδέεται άμεσα με την οδύνη της αλλαγής μας, κατά παρόμοιο τρόπο θα λέγαμε, με τον τρόπο που συνδέεται η σταύρωση με την ανάσταση.

Ο Γέροντας Σωφρόνιος: περνώντας από την αθεΐα και το μυστικισμό της Άπω Ανατολής, και μετά από μη χριστιανικές πνευματικές εμπειρίες, κατέληξε στην Ορθοδοξία και σύγκρινε τις εμπειρίες των διαφορετικών παραδόσεων. 

Έτσι περιγράφει την κατάσταση αυτή, από τη μακροχρόνια δική του εμπειρία, ο άγιος γέροντας Σωφρόνιος Σαχάρωφ:

«Στην αρχή της μετανοίας επικρατεί θλίψη, σύντομα όμως διαπιστώνουμε ότι διεισδύει μέσα μας ενέργεια νέας ζωής, η οποία επιφέρει θαυμαστή αλλοίωση του νου. Αυτή καθ’ εαυτή η κίνηση προς μετάνοια εμφανίζεται ως ανεύρεση του Θεού της αγάπης.[…]

Η χάρη της μετανοίας αποκαλύπτει μέσα μας την εικόνα του Υιού του Πατρός. Ω, πόσο οδυνηρή είναι αυτή η πορεία! Πυρωμένη ρομφαία διέρχεται την καρδιά μας. και πώς να μιλήσουμε για τη φρίκη η οποία μας διακατέχει τότε; […] Η εικόνα του Μονογενούς και ομοουσίου με τον Πατέρα Υιού και Λόγου ανάβει μέσα μας σφοδρό πόθο να ομοιωθούμε προς Αυτόν σε όλα. και εκ νέου βρισκόμαστε στην παράδοξη θέση: Πάσχουμε, αλλά από άλλη οδύνη, άγνωστη προηγουμένως σε μας. Η οδύνη αυτή μας εμπνέει, δεν σκοτώνει. Μέσα σ’ αυτήν υπάρχει άκτιστη δύναμη. Ριχνόμαστε στην θεία απειρότητα. 

Μένουμε εκστατικοί μπροστά στο γεγονός που διενεργείται μέσα μας. το μεγαλείο του μας υπερβαίνει. Συστελλόμαστε και σμικρυνόμαστε στο έπακρο μέσα στη συνείδηση του εαυτού μας, και ταυτόχρονα έρχεται ο Θεός να μας αγκαλιάσει, όπως ο Πατέρας της ευαγγελικής περικοπής. (βλ. Λουκ. ιε΄ 20). Ο φόβος και ο τρόμος αποχωρούν από μας δίνοντας τη θέση τους στο ‘θάμβος’ μπροστά στον Θεό. Ο Πατέρας μας ενδύει με πολύτιμα ιμάτια, μας στολίζει με ουράνιες δωρεές, η καλλίτερη των οποίων είναι η αγάπη πού περιβάλλει τα πάντα. Η πρώτη μας οδύνη της μετανοίας μεταβάλλεται σε χαρά και γλυκύτητα αγάπης. Τώρα η αγάπη παίρνει νέα μορφή: την ευσπλαγχνία για κάθε κτίσμα που στερείται το Θείο Φως» (βλ. Αρχιμανδρίτου Σωφρονίου (Σαχάρωφ), Οψόμεθα τον Θεόν καθώς εστί, ό.π., σελ. 71-72). 

Το παραπάνω απόσπασμα το παραθέτει ο π. Δαμασκηνός Κρίστενσεν στη μελέτη του Christ the Eternal Tao, Μέρος ΙΙΙ, κεφ. 9. Εκεί πραγματεύεται διεξοδικά όλα τα συναφή ζητήματα. Παραθέτουμε από εκεί και το ακόλουθο απόσπασμα του αγίου Συμεών του Νέου Θεολόγου, περίπου 1000 χρόνια πριν το Σωφρόνιο:

«Είμαι κορεσμένος από ηδονή και θεϊκή τρυφερότητα. Μοιράζομαι το Φως. Μετέχω κι εγώ στη δόξα. το πρόσωπό μου λάμπει σαν το πρόσωπο του αγαπημένου μου και όλα μου τα μέλη γίνονται φορείς του Φωτός» (από τους Ύμνους των θείων ερώτων). 

Καθώς ο άνθρωπος προοδεύει στη σχέση του με το Θεό αυξάνονται και εντείνονται και οι επιθέσεις του εχθρού (διαβόλου). Οι παγίδες με ψευδοβιώματα είναι μια μορφή αυτών των επιθέσεων. Οι άγιοι μπορούν να διακρίνουν τα αληθινά από τα ψεύτικα βιώματα, ακριβώς διότι έχουν γνωρίσει και τα δύο είδη. Αρκετοί άγιοι έχουν γράψει γι’ αυτό. 

Η πρόοδος αυτή συνίσταται στην εγκατάσταση της ταπεινής και ανιδιοτελούς αγάπης προς όλους εντός της νοεράς καρδίας του ανθρώπου, αγάπης που «δεν κοιτάζει τον εαυτό της» («ου ζητεί τα εαυτής», απόστολος Παύλος Α΄ προς Κορινθίους, 13, 5) και που συνιστά εκπλήρωση της εντολής του Χριστού «αγαπάτε αλλήλους» (κατά Ιωάννην 13, 34-35, κ.α.) και της διπλής εντολής «αγαπήσεις Κύριον τον Θεόν σου εν όλη τη καρδία σου και εν όλη τη ψυχή σου και εν όλη τη διανοία σου· αύτη εστί πρώτη και μεγάλη εντολή. δευτέρα δε ομοία αυτή· αγαπήσεις τον πλησίον σου ως σεαυτόν. εν ταύταις ταίς δυσίν εντολαίς όλος ο νόμος και οι προφήται κρέμανται» (Ματθ. 22, 35-40). 

Αν κάποιος δεν πιστεύει στο Χριστό, αλλά μέσα του αυξάνεται αυτή η ταπεινή αγάπη προς όλους –χαρακτηριστικό της η συγχώρηση των εχθρών, η αγάπη προς τους εχθρούς– τότε αυτός ο άνθρωπος, λογικά, κάποια στιγμή θα ανοίξει την πόρτα στο Χριστό, που διαρκώς στέκεται «επι την θύραν και κρούει». Έτσι εξηγούνται περιπτώσεις όπως του Κορνήλιου, του Αιθίοπα ευνούχου (Πράξεις των αποστόλων, 8, 26-40), αλλά και νεώτερες περιπτώσεις όπως του μουσουλμάνου Γιουσούφ Αμπντούλ Ογκλί (1820-1893), μετέπειτα αγίου γέροντα Νικολάου της Όπτινα, του Αμερικανού βουδιστή ιερέα Νilus Stryker και πολλών άλλων.

Πρέπει να έχουμε υπόψιν ότι η ένωση του ανθρώπου με το Θεό είναι εφικτή λόγω της σάρκωσης του Θεού σε άνθρωπο. Αλλιώς, από οντολογική άποψη, δεν θα υπήρχε κανένα κοινό σημείο ανάμεσα στα δύο όντα. Συνεπώς, έτσι ο Χριστός γίνεται Σωτήρας του ανθρώπου: παρέχοντάς του τη δυνατότητα ένωσης με το Θεό. 

Και οι άλλες θρησκείες; 

Η θέα του ακτίστου Φωτός διδάσκει στον άνθρωπο την τριαδικότητα του Θεού και τη θεότητα του Χριστού. Ακριβώς όπως τα διδάχτηκαν οι απόστολοι κατά την πεντηκοστή, έτσι τα διδάσκεται κάθε πνευματικά προοδευμένος (δηλ. καθαγιασμένος) χριστιανός. Το βίωμα αυτό δεν είναι ψέμα, καθώς καταγράφεται αναρίθμητες φορές μέσα στους αιώνες. Μήπως είναι απάτη του εχθρού; Μελετώντας το θέμα θεωρητικά, χωρίς ανάλογα δικά μας βιώματα (αν και νομίζω ότι όλοι, τουλάχιστον οι χριστιανοί, έχουμε ζήσει κάποια μικρά ή μεγάλα θαύματα ή και επισκέψεις της θείας χάριτος, αλλά όχι τόσα ώστε να αξιολογούμε με ασφάλεια τα αντίστοιχα των αγίων), μπορούμε να υποθέσουμε ό,τι θέλουμε. 

Αληθινή μελέτη είναι η έμπρακτη μελέτη: με τη βοήθεια ενός έμπειρου πνευματικού (γέροντα) να επιδιώξουμε την πρόοδό μας στην πίστη, να αντιμετωπίσουμε τους πειρασμούς, να ζήσουμε οι ίδιοι τα ίδια πράγματα (είναι δώρα που προορίζονται για όλους τους ανθρώπους όλων των λαών και των πολιτισμών) και τότε θα ξέρουμε. Ένα δείγμα τέτοιας προσπάθειας καταγράφεται στο μυθιστόρημα του 19ου αιώνα Οι περιπέτειες ενός προσκυνητού (ελλ. έκδ. «Αστήρ»). 

Ωστόσο, έστω και από «το γραφείο μας» μπορούμε να μελετήσουμε τη διδασκαλία των αγίων και να καταλήξουμε σε κάποια συμπεράσματα, συγκρίνοντάς την βεβαίως με τα βιώματα που καταγράφουν οι σοφοί και διδάσκαλοι των άλλων θρησκειών. Τέτοιες συγκρίσεις έχουν γίνει και προσωπικά δεν έχω αμφιβολία για την αλήθεια του (ορθόδοξου, ήτοι του αρχαιότερου και αυθεντικότερου) χριστιανικού βιώματος έναντι των άλλων. Αναφέρω από μνήμης το Η Ορθοδοξία και η θρησκεία του μέλλοντος του π. Σεραφείμ Ρόουζ (ελλ. έκδ. Μορφή Εκδοθήτω), όπου δημοσιεύονται και μελέτες τρίτων, μεταξύ των οποίων και πρώην ινδουιστών, το Χιλιάδες μίλια προς τον τόπο της καρδιάς, του Κλάους Κένεθ, εκδ. Εν πλω, και το Οι γκουρού, ο νέος και ο γέροντας Παΐσιος του Διονυσίου Φαρασιώτη, εκδ. Παναγόπουλος· 

Στα δύο τελευταία δημοσιεύονται οι μακροχρόνιες έρευνες των συγγραφέων, οι οποίοι μυήθηκαν σε διάφορα θρησκεύματα και ταξίδεψαν στις πηγές τους. Στην Ασκητική της αγάπης εξάλλου καταγράφονται ανάλογες εμπειρίες της γερόντισσας Γαβριηλίας κατά την παραμονή της στα ινδικά άσραμ [βλ. Γαβριηλίας μοναχής (μαθήτριας της γερόντισσας), Η ασκητική της Αγάπης, Τάλαντον 1998]. 

Αν δεχτούμε ότι όλα τα βιώματα είναι αληθινά, μια σύγκρισή τους φανερώνει ότι τα βιώματα των διαφόρων θρησκειών (πλην ορθοδόξων χριστιανών) διαθέτουν στοιχεία όπως: 

προκαλούνται με τεχνητές μεθόδους, όπως ο διαλογισμός, η μουσική ή ο χορός, σχετίζονται με μαγικές πρακτικές και πολύ συχνά με λατρεία (ενίοτε αιματηρή) ύποπτων έως ξεκάθαρα σκοτεινών πνευμάτων, περιέχουν το στοιχείο της έκστασης, δηλ. της απώλειας της προσωπικότητας του ανθρώπου κατά τη διάρκεια του βιώματος (κατάληψη από πνεύμα),θεωρούνται «ανάδειξη φυσικών δυνάμεων του ανθρώπου» και όχι επαφή με το Θεό (οπότε δεν μας ενδιαφέρουν, γιατί εμείς αυτό που επιθυμούμε δεν είναι η ανάδειξη δυνάμεων, αλλά η επαφή και ένωση με το Θεό, που συνιστά τον παράδεισο),κ.τ.λ. 

Παρότι πρέπει να θεωρήσουμε βέβαιο ότι θα σωθούν άνθρωποι απ' όλες τις θρησκείες, όμως όλα αυτά τα στοιχεία (εμπόδια στην αυθεντική γνώση του Θεού και σχέση μ' Αυτόν) έρχονται σε αντίθεση με το γνήσιο βίωμα της χάριτος του Θεού, όπως μαρτυρείται στις περιπτώσεις των αγίων. Το χριστιανικό λοιπόν βίωμα διαφέρει από τα πνευματικά, υπερβατικά κ.λ.π. βιώματα που καταγράφονται στις άλλες πνευματικές παραδόσεις, επομένως είναι κάτι «άλλο». Αυτό το «άλλο» είναι που μας ενδιαφέρει εμάς, διότι α) βεβαιώνει την αλήθεια του χριστιανισμού, και β) είναι το κατώφλι της αιώνιας σωτηρίας μας (επίσκεψη της θείας χάριτος => προσέγγιση προς το Θεό με τάση για ένωση με Αυτόν => πρόγευση του παραδείσου). Τα υπόλοιπα βιώματα δεν μας αφορούν. 

Μάλιστα, αν δώσουμε βάση σ’ αυτά τα βιώματα («αφύπνιση» δυνάμεων με τεχνικές τύπου γιόγκα π.χ.) κινδυνεύουμε έντονα να ξεχάσουμε το Θεό και τη σωτηρία και να νιώσουμε απατηλή «αυτάρκεια», πλάνη που έχει λάβει μορφή μόδας στο μετανεωτερικό δυτικό κόσμο, μέρος της μυστικιστικής δεισιδαιμονίας που ανέτειλε μετά την ορθολογιστική εξορία του Θεού. Οι χριστιανοί λοιπόν δεν επιδιώκουμε τέτοιες «δυνάμεις», τις αποφεύγουμε. 

Τι είναι τα δόγματα; Πίστη που επιβάλλεται με τη βία; Ή κάτι άλλο; 

Για έναν άγιο, δηλ. άνθρωπο που βρίσκεται στη θέωση, δεν υπάρχει αμφιβολία για τη γνησιότητα των επισκέψεων της θείας χάριτος. Άλλωστε και ο ίδιος είναι μεταμορφωμένος εν Χριστώ και, στην πορεία αυτής της μεταμόρφωσης, πέρασε από όλες τις φάσεις, απόχτησε εμπειρία ασύλληπτη για μας και έμαθε να ξεχωρίζει τα αληθινά θεία βιώματα «διά της γεύσεως του νου» (άγ. Γρηγόριος ο Σιναΐτης, άγ. Σιλουανός). 

Εμείς, οι μικροί μαθητές των αγίων, που ζούμε μια μέτρια ζωή και δεν προσπαθούμε τόσο, ώστε να τους μοιάσουμε, μπορούμε να λέμε ό,τι θέλουμε. Όμως οι σύγχρονες περιπτώσεις θαυματουργών αγίων, σε κάποιες από τις οποίες θα αναφερθούμε αργότερα, είναι η απόδειξη ότι και οι παλαιότερες περιπτώσεις αγίων είναι αληθείς. 

Επίσης, μπορούμε να πούμε, ότι μετά από τόσες γενιές αγίων, υπάρχει πλέον ένα ασφαλές υπόβαθρο αξιολόγησης των βιωμάτων: το δόγμα.
  
Το δόγμα είναι η γραπτή διατύπωση της «θεοπτικής εμπειρίας» των αγίων (θεοπτία = όραση του Θεού). Ευρισκόμενος ο άγιος εντός του θείου γνόφου, γνωρίζει «άρρητα ρήματα», για τα οποία, κατά κανόνα, σιωπά (άλλωστε διστάζει να αποκαλύψει ότι έχει εμπειρίες, για να μην τον τιμήσουν οι άνθρωποι ως άγιο). Όταν όμως άνθρωποι ή ομάδες επιχειρούν να πλησιάσουν το Θεό με λάθος τρόπο και όχι με την πορεία κάθαρση-φωτισμός-θέωση, οι άγιοι μιλούν, για να ξεκαθαρίσουν τα πράγματα. Οι ομάδες αυτές είναι οι αιρέσεις (φιλοσοφικές-ορθολογιστικές, όπως ο αρειανισμός, ο παπισμός, ο προτεσταντισμός κ.λ.π., ή μυστικιστικές, όπως οι μεσσαλιανοί, οι πεντηκοστιανοί κ.λ.π.). 

Τότε, με πλήρη συναίσθηση της αποφατικότητας της ορθόδοξης θεολογίας (ότι δηλαδή η αλήθεια για το Θεό, τα «άρρητα ρήματα», δεν ταυτίζεται απόλυτα με τη λεκτική έκφρασή της), οι εκάστοτε άγιοι Πατέρες της Εκκλησίας μιλούν, διατυπώνοντας τη δική τους γνώση με τους προσφορότερους όρους της εκάστοτε κατάλληλης γλώσσας (π.χ. φιλοσοφικά, ποιητικά, καλλιτεχνικά κ.λ.π.). Μερικές από αυτές τις απόπειρες μπορεί να είναι κάπως ατυχείς, γιατί ένας άγιος δεν μεταμορφώνεται αυτόματα σε τέλειο χειριστή της γλώσσας. Σιγά σιγά η προσπάθεια αυτή φτάνει στο αποκορύφωμά της. Όταν η διατύπωση της χριστιανικής αλήθειας για ένα θέμα φτάσει στη μέγιστη δυνατή ακρίβεια (ποτέ στην τελειότητα), επικυρώνεται από μια οικουμενική σύνοδο. 

Το δόγμα, όπως είπα, είναι μια δικλείδα ασφαλείας για την αξιολόγηση των πνευματικών εμπειριών, αλλά μόνο κατά το ήμισυ. Όταν δηλαδή ένα βίωμα μού διδάσκει πράγματα αντίθετα από τη διδασκαλία των αγίων χριστιανών διδασκάλων, τότε δε μιλάει ο Θεός, αλλά ο εχθρός (π.χ. περίπτωση Μωάμεθ). Όταν όμως ένα βίωμα μού διδάσκει πράγματα σύμφωνα ή συμβατά με τη διδασκαλία των αγίων χριστιανών διδασκάλων, τότε ίσως μιλάει ο Θεός, αλλά και πάλι μπορεί να μιλάει ο εχθρός. Γι’ αυτό πρέπει να αντιμετωπίσω μια τέτοια «αποκάλυψη» με σύνεση και ταπείνωση, να την εμπιστευτώ στο γέροντά μου, ακόμη και να προσευχηθώ να την άρει ο Θεός από μένα, γιατί δεν είμαι άξιος. Σκοπός του χριστιανού δεν είναι να απολαύσει τέτοια βιώματα, αλλά να αγωνιστεί να πλησιάσει το Θεό, με σκοπό τη σωτηρία του (όπως ο άσωτος υιός δε ζήτησε από τον Πατέρα τιμές και πολυτελή ενδύματα, αλλά θέση δούλου, άσχετα αν ο Πατέρας τον τίμησε λόγω της μεγάλης Του αγάπης). 

Συνεπώς, δε μπορώ να ξέρω πόσο αυθεντικά είναι τα βιώματα του ενός ή του άλλου (άσχετα αν εμένα «μου φαίνονται» ή όχι αυθεντικά), ούτε και η αξιολόγησή τους είναι δική μου δουλειά. Είναι δουλειά του γέροντά τους, όπως το αν είναι ασθενείς είναι δουλειά του γιατρού τους. Και, αν δεν έχουν γέροντα, καλά θα κάνουν να βρουν, και μάλιστα έμπειρο, γιατί εκτίθενται σε επικίνδυνα μονοπάτια. Εγώ, ως χριστιανός, εύχομαι το καλύτερο γι’ αυτούς. 

Η θέση της Βίβλου στην πίστη 

Όπως βλέπετε, μέχρι τώρα δεν έχω αναφερθεί σχεδόν καθόλου στην Αγία Γραφή. Η άμεση εμπειρία των αγίων είναι αυτό που καθορίζει την πίστη. Η Αγία Γραφή είναι κι αυτή μια καταγραφή των άμεσων εμπειριών αγίων ανθρώπων που ενώθηκαν με το Θεό. Οπωσδήποτε είναι για μας κάτι το ιδιαίτερο. Περιέχει την ιστορία των προ Χριστού αγίων, καθώς και τα λόγια του Θεού μέσω των προφητών. Περιέχει επίσης τη διήγηση μέρους της ζωής του Χριστού, από αυτόπτες μάρτυρες, καθώς και της σταυρικής θυσίας και κάποιων μετά την ανάστασή Του εμφανίσεων. Περιέχει επίσης όλα τα διασωθέντα κείμενα των μαθητών του Χριστού. Γι’ αυτό, είναι για μας «Αγία» Γραφή και δεν υπάρχουν άλλα κείμενα σαν αυτήν. 

Όμως, το πρώτο χριστιανικό κήρυγμα έγινε χωρίς να υπάρχει η Καινή Διαθήκη, ενώ μέχρι τα μέσα του 2ου αιώνα, που ζούσαν οι άμεσοι μαθητές των αποστόλων, φαίνεται ότι δεν είχαν όλες οι κατά τόπους Εκκλησίες όλο το σώμα των ιερών κειμένων της Κ.Δ. (βλ. Θ. Ρηγινιώτη Τα απόκρυφα ευαγγέλια και ο σχηματισμός της Καινής Διαθήκης, Πύρρα, Αθήνα 2006, σελ. 23-30).

Επίσης, σε όλες τις γενιές υπάρχουν αγράμματοι άνθρωποι, ακόμη και άνθρωποι που δεν ξέρουν καλά καλά τι είναι το ευαγγέλιο, οι οποίοι φτάνουν στο φωτισμό και τη θέωση. 

Τέτοιος ήταν ο γέρο Παχώμιος, ένας αγράμματος αγιορείτης ασκητής, που γέμιζε τη χούφτα του σκορπιούς και έπιανε τα δηλητηριώδη φίδια και τα έβγαζε έξω από τα κελιά και, όχι μόνο δεν τον δάγκωναν, αλλά και απορούσε γιατί… τα φοβούνταν οι άλλοι μοναχοί! 

Την περίπτωσή του καταγράφει ο άγιος γέροντας Παΐσιος στο βιβλίο του Αγιορείται Πατέρες και Αγιορείτικα, έκδ. Ι. Ησυχαστήριον Σουρωτής Θεσσαλονίκης 1993 (πρόσφατη ανατύπωση 2007 – στη μελέτη αυτή ο π. Παΐσιος καταγράφει απλά και φυσικά διάφορες περιπτώσεις χαρισματούχων μοναχών και ασκητών του Αγίου Όρους, τους περισσότερους από τους οποίους γνώρισε προσωπικά). Όταν ο π. Παΐσιος τον ρώτησε πώς δεν τον δαγκώνουν, του είπε: «Κάπου γράφει ο Ιησούς Χριστός σ’ ένα χαρτί πως, άμα έχεις πίστη, μπορείς να πατάς πάνω σε φίδια και σε σκορπιούς». 

«Κάπου γράφει ο Ιησούς Χριστός σ’ ένα χαρτί»!... Δηλ. ο ορθόδοξος άγιος εκείνος (που είχε γίνει ένα με τα πλάσματα) δεν ήξερε καν τι είναι το ευαγγέλιο! 
 
Θα μπορούσε να μην υπάρχει καν η Αγία Γραφή, και ο λόγος του Θεού, αλλά και η γνώση του Θεού, να φτάνει σε μας μόνο μέσω άμεσων αποκαλύψεων στους εκάστοτε αγίους. Βέβαια η Αγία Γραφή είναι καλή κυρίως για μας τους «αρχάριους» (μη αγίους) και για τους μη χριστιανούς, ώστε να πάρουν την «πρώτη γεύση». 

Για του λόγου το αληθές, να τι γράφει ο άγιος Ιωάννης ο Χρυσόστομος, γύρω στο 400 μ.Χ.:«Έπρεπε να μη χρειαζόμαστε βοήθεια από τα γράμματα, αλλά να προσφέρουμε τόσο καθαρό βίο, ώστε η χάρη του (αγίου) Πνεύματος να παίρνει την θέση των βιβλίων στις δικές μας ψυχές και όπως ακριβώς αυτά με το μελάνι, έτσι οι καρδιές οι δικές μας με το Πνεύμα να έχουν γραφτεί εσωτερικά. […]

Και για να μάθεις ότι τούτο πολύ καλύτερο ήταν, άκουσε και δια του προφήτη τι λέει: “Θα συνάψω με σας καινούρια διαθήκη και θα δώσω τους νόμους μου στην διάνοιά τους και πάνω στις καρδιές τους θα γράψω και όλοι θα γίνουν θεοδίδακτοι” [Ιερεμίας, 38, 31-33]. Και ο Παύλος, δείχνοντας αυτή την υπεροχή, έλεγε ότι λάβαμε νόμο “όχι σε λίθινες πλάκες, αλλά σε σάρκινες πλάκες της καρδιάς” [Β΄ Κορινθ. 3, 3]. Επειδή όμως με το πέρασμα του χρόνου παραστράτησαν, άλλοι μεν λόγω γνώμης, άλλοι δε λόγω βίου και τρόπων, χρειάστηκε πάλι η υπενθύμιση από τα γράμματα» (άγιος Ιωάννης ο Χρυσόστομος, αρχή της Ομιλίας Α΄ εις το κατά Ματθαίον). 

Οι άγιοι, γνωστοί και αφανείς, διαθέτουν ακριβώς αυτόν τον καθαρό βίο, που είναι το αίτημα και η πρόσκληση για κάθε χριστιανό. Ας σημειωθεί ότι στην ψυχή του Χρυσοστόμου όντως «η χάρη έπαιρνε τη θέση των βιβλίων», γι’ αυτό και ο μαθητής του άγιος Πρόκλος είχε δει τον απόστολο Παύλο να του ψιθυρίζειτην ερμηνεία των επιστολών του. Αυτά φυσικά οι νεώτεροι ακαδημαϊκοί μελετητές τα απορρίπτουν συλλήβδην ως μύθους, παρότι οι πιο συνετοί από αυτούς δεν αρνούνται τις εμφανίσεις αρχαιότερων αγίων σε σύγχρονους αγίους και γέροντες, όπως ο άγιος Νικόλαος Πλανάς, ο γέροντας Παΐσιος κ.ά. 

Σε καμία περίπτωση η Αγ. Γραφή δεν είναι για μας ό,τι φαντάζονται οι μουσουλμάνοι ότι είναι το Κοράνι, δηλ. ένα «αντίτυπο του αιώνιου και αναλλοίωτου θείου λόγου». 

Γι’ αυτό, αν τα ευαγγέλια περιέχουν «αντιφάσεις» ή και λαθάκια σε λεπτομέρειες (π.χ. τι μέρα έγινε ένα γεγονός ή πόσοι παρευρέθηκαν;) ή αν οι σύγχρονοι φιλόλογοι, αντίθετα με τους αγίους Πατέρες, νομίζουν ότι ένα κομμάτι λείπει από εδώ ή προστέθηκε εκεί κ.τ.λ., ειλικρινά δεν παίζει κανένα ρόλο για την πίστη μας.

Είναι μάλιστα μια εξαιρετική, από πλευράς του Θεού, δοκιμασία της εγωιστικής ορθολογιστικής «σοφίας» των κατά κόσμον πεπαιδευμένων. 

Κι αν δεν αναπτύσσεται στη Βίβλο τριαδολογία ή χριστολογία, αυτό οφείλεται στο ότι δεν είχαν εμφανιστεί ακόμη οι αιρέσεις που τα αμφισβήτησαν. Οι χριστιανοί τα βίωναν αυτά, ήξεραν από άμεση εμπειρία τη σημασία των τριαδολογικών εκφράσεων όπως στα Ματθ. 28, 19, Β΄ Κορινθ. 13, Α΄ Πέτρου 1, 2, κ.λ.π. και δεν υπήρχε λόγος να τα αναπτύξουν θεωρητικά.

 π.Σωφρόνιος: «Και τολμώ να πω ότι η θέαση του άκτιστου Φωτός συνδέεται αρρήκτως με την πίστη στην Θεότητα του Χριστού. Και όχι μόνο συνδέεται, αλλά και κατά παράδοξο τρόπο το ένα εξαρτάται από το άλλο. Σε ένα Φως εμφανίζονται και ο Χριστός και το Άγιο Πνεύμα. το Φως αυτό μαρτυρεί για την Θεότητα του Χριστού, διότι είναι αδύνατο να μην αναγνωρίσουμε τον Θεό σε εκείνο το Φως για το οποίο γίνεται λόγος» (Οψόμεθα τον Θεόν καθώς εστί, ό.π., σελ. 247-248). 

Πρβ. Παύλος, Β΄ Κορινθίους, 12, 4-7. Το όραμα του Ιωάννη στην Αποκάλυψη παρέχει πολλές οράσεις που φανερώνουν την τριαδικότητα του Θεού (π.χ. κεφ. 11, στ. 15. κεφ. 20, στ. 6. κεφ. 22, στ. 3-4, κ.λ.π.). 

Γι’ αυτό εξάλλου, όταν εμφανίζονταν οι αιρέσεις, προκαλούνταν τόσος σάλος: επειδή αυτό που δίδασκαν (επινοημένο με φιλοσοφικούς στοχασμούς ή βιωμένο με τεχνητές μεθόδους) ερχόταν σε αντίθεση με αυτό που βίωνε η Εκκλησία από την αρχή της ύπαρξής της. Γι’ αυτό και ποτέ δεν υπήρξαν «πολλές εκδοχές» του χριστιανισμού, ούτε και με τη σύνοδο της Νίκαιας το 325 μ.Χ. συνέβη κάποια ρήξη με το παρελθόν, που μάλιστα να «επιβλήθηκε βίαια», όπως διατείνονται προσφιλείς αθεϊστικοί μύθοι. Μία ήταν και είναι η Εκκλησία. Η αίρεση έχει τόση σχέση με την Εκκλησία, όση ο κομπογιαννίτης με το γιατρό. 

Ας σημειώσουμε ότι από την εγκαθίδρυση της Βαυαροκρατίας στην Ελλάδα και την ίδρυση του πανεπιστημίου Αθηνών, άνοιξαν οι πόρτες για την εκβολή ολόκληρου χειμάρρου δυτικών επιρροών στην ελληνική θεολογική σκέψη.

Γι’ αυτό είναι πολύ πιθανόν να συναντήσουμε βιβλία Νεοελλήνων καθηγητών θεολογικών σχολών, που αντιμετωπίζουν την πατερική θεολογία όπως οι προτεστάντες...

δηλαδή ως μια απλή (αν και υψηλή) φιλοσοφία για θεολογικά ζητήματα και όχι ως καρπό της θεοπτικής εμπειρίας των αγίων.

Το ζήτημα της θεολογίας ως θεοπτίας (που είναι η πραγματική έννοια του όρου θεωρία, δηλ. θέαση, στους Πατέρες) επανήλθε με την προσπάθεια ολίγων εργατών του πνεύματος, όπως ο καθηγητής π. Ι. Ρωμανίδης, με την καθοριστική συμβολή των οποίων συντελέστηκε στη χώρα μας, εδώ και μια δυο θεολογικές γενιές, η εκ νέου ανακάλυψη των πατερικών καταβολών μας 

(βλ. ενδεικτικά πρωτοπρεσβύτερου Ιωάννου Ρωμανίδη, Πατερική Θεολογία, εκδ. Παρακαταθήκη, Θεσσαλονίκη 2004). 

Πέμπτη 20 Νοεμβρίου 2025

ΠΡΩΤ. ΔΙΟΝΥΣΙΟΣ ΤΑΤΣΗΣ: ΕΡΓΑΣΙΑ ΚΑΙ ΠΝΕΥΜΑΤΙΚΗ ΖΩΗ!

 Πρωτοπρ. Διονύσιος Τάτσης
Εργασία και πνευματική ζωή 

Ὁ χριστιανὸς ἐργάζεται ἀφ’ ἑνὸς γιὰ τὸ βιοπορισμό του, δηλαδὴ τὴν ἀπόκτηση τῶν ἀναγκαίων ὑλικῶν ἀγαθῶν καὶ ἀφ’ ἑτέρου γιὰ τὸν ἐξαγνισμό του μὲ τὴν ἀπόκτηση τῶν πνευματικῶν ἀγαθῶν. Συνήθως οἱ ἄνθρωποι ἐπιλέγουν τὰ ὑλικὰ ἀγαθὰ καὶ ἀδιαφοροῦν γιὰ τὰ πνευματικά, πολλοὶ μάλιστα δὲν κατανοοῦν τί εἶναι αὐτὰ καὶ τί χρειάζονται στὴ ζωή. Ὑπάρχει ἐπίσης καὶ ἡ κατηγορία τῶν ἀνθρώπων, ποὺ χωρὶς κόπο καὶ ἐργασία, θέλουν νὰ ἀπολαμβάνουν τὰ ὑλικὰ ἀγαθὰ καὶ πολὺ σπάνια καὶ τὰ πνευματικά!

Ἡ ἐπιτυχία στὴ ζωὴ προϋποθέτει πρωτίστως δραστηριότητα καὶ πράξεις. Τὰ λόγια καὶ οἱ νουθεσίες ἔρχονται μετά. Τὰ ἔργα ἐνισχύουν καὶ ἡ φωνή τους παρηγορεῖ τοὺς ἐργαζόμενους κι ἐκείνους ποὺ τὰ παρακολουθοῦν. Στὸ Γεροντικὸ διαβάζουμε μιὰ σχετικὴ διήγηση: «Κάποιος ἀδελφὸς πῆγε στὸν ἀββᾶ Θεόδωρο καὶ ἄρχισε νὰ μιλάει καὶ νὰ ἐξετάζει θέματα, ποὺ ἀκόμα δὲν τὰ εἶχε ἐφαρμόσει στὴν πράξη. Καὶ ὁ γέροντας τοῦ λέει: «Ἀκόμα δὲν βρῆκες τὸ πλοῖο, οὔτε τὶς ἀποσκευές σου φόρτωσες καὶ πρὶν νὰ ταξιδέψεις, βρέθηκες κιόλας σ’ ἐκείνη τὴν πόλη; Πρῶτα κάνε τὸ ἔργο καὶ ὕστερα ἔρχεσαι σ’ αὐτὰ ποὺ τώρα λές”»1. Ἐπίσης ὁ ἀββᾶς Ἰάκωβος ἔλεγε: «Δὲν χρειάζονται μόνο λόγια. Πολλὰ λόγια ἔχουν οἱ ἄνθρωποι στὸν καιρό μας. Ἔργα χρειάζονται. Αὐτὰ λείπουν καὶ ὄχι λόγια ἄκαρπα»2.

Κάθε ἐργασία πρέπει νὰ εἶναι θεάρεστη, γιὰ νὰ ἀκολουθοῦν ὀρθὰ ἀποτελέσματα. Ἰδιαίτερα ὅταν ὁ ἄνθρωπος ἐπιτελεῖ ἔργο γιὰ τὸν πλησίον. Ὡστόσο, πολλοὶ δὲν εἶναι σὲ θέση νὰ ἐργαστοῦν γιὰ τοὺς ἄλλους, ἐνῶ ἔχουν καλὴ διάθεση. Γιὰ τὴν περίπτωση αὐτὴ ὁ ἱερὸς Χρυσόστομος λέει ὅτι «εἶναι δυνατό, λόγῳ τῆς ἀνείπωτης φιλανθρωπίας τοῦ Θεοῦ, καὶ χωρὶς νὰ κάνουμε κανένα ἔργο, μὲ μόνη τὴ διάθεση, νὰ πάρουμε τὸ στεφάνι. Γι’ αὐτὸ καὶ ὁ Κύριος ἔλεγε: “Ὅποιος προσφέρει καὶ ἕνα μόνο ποτήρι μὲ κρύο νερὸ σὲ ἕνα ἀπὸ τοὺς κατὰ κόσμον ἄσημους μαθητές μου, σᾶς διαβεβαιώνω, ὅτι δὲν θὰ χάσει τὸ μισθό του” (Ματθ. ι΄ 42). Μήπως ὑπάρχει τίποτα πιὸ εὐτελὲς ἀπὸ ἕνα ποτήρι κρύο νερό; Ἀλλὰ ἡ διάθεση προκάλεσε τὴν ἀμοιβή του»3. Ὅταν ὅμως ἔχει τὴ δυνατότητα πρέπει νὰ ἐργάζεται καὶ νὰ προσφέρει. 

Ἀξιοπρόσεκτο εἶναι καὶ ἕνα περιστατικὸ μὲ τὸν ἀββᾶ Ἡσαΐα, ὁ ὁποῖος κάποτε πῆρε ἕνα ζεμπίλι (μεγάλο ἀνοικτὸ σάκο μὲ δύο λαβές), πῆγε στὸ ἁλώνι καὶ ζήτησε ἀπὸ τὸν κύριο τοῦ χωραφιοῦ:

– Δός μου λίγο σιτάρι.
Ἐκεῖνος τὸν ρώτησε:
– Θέρισες καὶ σύ, ἀββᾶ;
Τοῦ ἀπάντησε:
– Ὄχι.
Τοῦ λέει τότε ὁ ἰδιοκτήτης τοῦ χωραφιοῦ:
– Πῶς λοιπὸν θέλεις νὰ σοῦ δώσω σιτάρι, ἀφοῦ δὲν θέρισες;
Τοῦ λέει τότε ὁ γέροντας:
– Ἄν δὲν θερίσει κάποιος, δὲν παίρνει μισθό;
Ὁ γεωργὸς ἀπάντησε:
– Ὄχι.
Καὶ ἔφυγε ὁ γέροντας.

Οἱ ἀδελφοί, ὅταν εἶδαν τί ἔγινε, τὸν παρακάλεσαν νὰ τοὺς ἐξηγήσει, γιατὶ τὸ ἔκανε αὐτό. Κι ἐκεῖνος τοὺς εἶπε:
– Αὐτὸ τὸ ἔκανα γιὰ παράδειγμα, γιὰ νὰ μάθετε ὅτι ἄν κάποιος δὲν ἐργαστεῖ, δὲν ἀμείβεται ἀπὸ τὸν Θεό.4 

Ὁ Μέγας Βασίλειος ἀναφέρει πῶς πρέπει νὰ ἐργάζεται ὁ ἄνθρωπος, γιὰ νὰ μὴ καταπονεῖται ὁ ἴδιος καὶ γιὰ νὰ ὁλοκληρώνονται τὰ ἔργα του: «Ὁ καθένας πρέπει νὰ προσέχει τὴ δικὴ του ἐργασία καὶ νὰ φροντίζει γι’ αὐτὴ μὲ ὅλη του τὴν καρδιὰ καὶ νὰ τὴν ἀσκεῖ, σὰν νὰ τὴν ἐποπτεύει ὁ Θεός, μὲ ἄψογο τρόπο, μὲ ἀκούραστη προθυμία καὶ ἰδιαίτερη ἐπιμέλεια».5 «Δὲν εἶναι ὀρθὸ ἐπίσης νὰ πηγαίνει ἄλλοτε στὴ μία ἐργασία καὶ ἄλλοτε στὴν ἄλλη. Γιατὶ καὶ ἀπὸ τὴ φύση μας δὲν εἴμαστε ἱκανοὶ νὰ τελειώσουμε πολλὰ ἔργα συγχρόνως. Εἶναι πιὸ χρήσιμο νὰ ἀσκοῦμε μιὰ τέχνη μὲ φιλοπονία, παρὰ νὰ καταπιανόμαστε μὲ πολλὲς καὶ νὰ τὶς ἀφήνουμε μισοτελειωμένες. Γιατὶ ἡ διάσπαση τῆς προσοχῆς μας σὲ πολλὰ καὶ ἡ συχνὴ ἀλλαγὴ ἐργασίας, ἐκτὸς τοῦ ὅτι συντελεῖ νὰ μὴ γίνει τέλειο κανένα ἔργο, φανερώνει ἐπὶ πλέον ὅτι ὑπάρχει ἤδη ἐλαφρότητα χαρακτήρα ἤ ἄν δὲν ὑπάρχει τὴ δημιουργεῖ»6. 

Σημειώσεις:
Εἶπε Γέρων…, τὸ Γεροντικὸν σὲ νεοελληνικὴ ἀπόδοση ἀπὸ Βασιλείου Πέντζα, Ἀθήνα 1974, σελ. 94.
Ὅπ. παρ., σελ. 126.\
Βασιλείου Δ. Χαρώνη, Παιδαγωγικὴ ἀναθρωπολογία Ἰωάννου Χρυσοστόμου, τόμος Β΄, Ἀθήνα 1994, σελ. 779.
Εἶπε Γέρων…, τὸ Γεροντικὸν σὲ νεοελληνικὴ ἀπόδοση ἀπὸ Βασιλείου Πέντζα, Ἀθήνα 1974, σελ. 87-88.
Βασιλείου Δ. Χαρώνη, Παιδαγωγικὴ ἀναθρωπολογία Μεγάλου Βασιλείου, τόμος Β΄, Ἀθήνα 2003, σελ. 174.
Αὐτόθι.  

(Πηγή: “Ορθόδοξος Τύπος”)

Π. ΣΥΜΕΩΝ ΚΡΑΓΙΟΠΟΥΛΟΣ: ΓΙΑΤΙ ΝΗΣΤΕΥΟΥΜΕ;

 Γιατί νηστεύουμε;
π. Συμεών Κραγιόπουλος 
 

Νηστεύουμε, επειδή:

* Ο Χριστός κάνει υπακοή, ενώ ο Αδάμ ήταν ανυπάκουος· ο Χριστός κάνει νηστεία, ενώ ο Αδάμ ήταν λαίμαργος. (ΣΤρ σελ. 179)

* Νήστεψε ο Χριστός. Δεν ήταν αμαρτωλές οι τροφές, δεν ήταν μολυσμένες οι τροφές, δεν είχαν τίποτε κακό οι τροφές. Απλώς νήστεψε. (ΣΤρ 180)

* Νήστεψαν και οι προφήτες πιο μπροστά. Ο Μωυσής, μιμητής του Χριστού πριν έλθει ο Χριστός, επί σαράντα ημέρες νήστεψε πάνω στο όρος Σινά. (ΣΤρ 180)

* Όλοι οι άγιοι νήστεψαν και νηστεύουν μέχρι σήμερα. (ΣΤρ 180)

* Η φυσιολογική κατάσταση του ανθρώπου είναι αυτή η αγία κατάσταση που ζει κανείς με λίγη τροφή, με λίγο πιοτό, με κάποιο ένδυμα κλπ., και η τροφή του είναι ο Θεός, το πιοτό του είναι ο Θεός, η χαρά του είναι ο Θεός, τα πάντα είναι ο Θεός. (ΣΤρ 201)

* Ο ίδιος ο Κύριος απαρνείται το θέλημά του και κάνει το θέλημα του ουρανίου Πατρός. Δεν είναι αμαρτωλό το θέλημά του, όμως το απαρνείται. (ΣΤρ 205)

* Απαρνείσαι το θέλημά σου, τα στερείσαι όλα αυτά, και έτσι ο Θεός πάνω στην πράξη βλέπει ότι μπορεί να σου έχει εμπιστοσύνη (…) και σου εμπιστεύεται τη θεία ζωή. (ΣΤρ 207)

* Η επιστροφή μας στον Παράδεισο δεν μπορεί να μην έχει και αυτό το στοιχείο: τη νηστεία. (ΣΤρ 211)

* Η πρώτη εντολή που είχε πολλά πράγματα μέσα, όλα αυτά τα πολλά έπαιρναν σάρκα και οστά ως νηστεία. (ΟφΘ 283)

* Δεν είναι επίδειξη. Επίδειξη είναι, όταν εσύ το κάνεις γι’ αυτό λόγο, για ν’ ακουστεί ότι νηστεύεις. (ΟφΘ 285)

* Αυτό είναι η πίστη, να παραδεχθούμε ότι υπάρχει ο Κύριος και εμπιστευόμαστε σ’ Αυτόν, αυτά που λέει τα δεχόμαστε (τα καταλαβαίνουμε δεν τα καταλαβαίνουμε) κι έτσι προκόπτουμε πνευματικά. (ΟφΘ 286)

* Το κάνει μέσα στην ψυχή ο Θεός. Και θα το κάνουμε με τη βοήθειά του και με τη φώτισή του και με τη βοήθεια των αγίων που θα πρεσβεύουν υπέρ ημών, οι οποίοι πέρασαν απ’ όλα τα στάδια και ξέρουν τι σημαίνει δυσκολία, ξέρουν όμως και τι σημαίνει σωτηρία. (ΟφΘ 288). 

Από τα βιβλία του π. Συμεών Κραγιοπούλου: Συνάξεις Τριωδίου Α’, Πανόραμα Θεσσαλονίκης, β’ έκδοση 2013, και: Όπως φώτισε ο Θεός, Πανόραμα Θεσσαλονίκης,  1998.

Σάββατο 15 Νοεμβρίου 2025

Π. ΕΠΙΦΑΝΙΟΣ ΘΕΟΔΩΡΟΠΟΥΛΟΣ: ΠΕΡΙ ΝΗΣΤΕΙΑΣ!

 Πατὴρ Ἐπιφάνιος Θεοδωρόπουλος
 
Περὶ νηστείας 

Ἀναγκαῖος ὁ θεσμὸς τῆς νηστείας

Αὐτοὶ ποὺ ἐνσυνείδητα παραθεωροῦν τὸ θέμα τῆς νηστείας, χωρὶς νὰ ἔχουν λόγους ὑγείας, πολὺ φοβᾶμαι ὅτι δὲν ἐνδιαφέρονται πραγματικὰ γιὰ τὴν σωτηρία τῆς ψυχῆς τους.

Νομοθέτες!

Διηγεῖτο κάποτε ὁ γέροντας: Ἦρθε κάποιο πνευματικοπαίδι μου καὶ μοῦ ἔλεγε:
-Ξέρετε, πάτερ, ἐγὼ δὲν τὴν παραδέχομαι τὴν νηστεία. Τί πάει νὰ πεῖ νηστεία;
Τοῦ ἀπάντησα: -Ἡ νηστεία εἶναι θεσμὸς τῆς Ἐκκλησίας. Νομοθετήθηκε στὸν Παράδεισο. Νήστευσαν οἱ Προφῆτες, ὁ Μωυσῆς, ὁ ἴδιος ὁ Κύριος, οἱ Ἀπόστολοι, οἱ Πατέρες… Ἐὰν ἐξακολουθεῖς νὰ μὴ νηστεύεις καὶ νὰ ἔχεις αὐτὲς τὶς ἀντιλήψεις, τότε ν’ ἀλλάξεις Γέροντα! Ἔτσι τοῦ εἶπα.
Ἐὰν ὅμως μοῦ ἔλεγε: «Ξέρετε, πάτερ, δέχομαι τὴ νηστεία ὅπως τὴν ὁρίζει ἡ Ἐκκλησία, ἀλλὰ δὲν μπορῶ νὰ νηστεύσω τόσο. Προσπαθῶ ὅμως κάτι νὰ καταφέρω», θὰ τοῦ ἔλεγα: «Σὲ δέχομαι, παιδάκι μου. Προσπάθησε ὅσο μπορεῖς νὰ ἀνταποκριθεῖς σ’ αὐτὰ ποὺ λέει ἡ Ἐκκλησία μας». Ἀλλὰ νὰ μοῦ λέει:... «Δὲν παραδέχομαι τὴ νηστεία»! Ποιὸς εἶσαι ἐσύ; Τί εἶναι αὐτὰ ποὺ λές; Ἀκοῦς ἐκεῖ!

Παρόμοια ἀπάντησε σὲ κάποιον, ὁ ὁποῖος τοῦ ἀνέφερε στὴν ἐξομολόγηση ὅτι κατέτασσε τὶς νηστεῖες στὰ μικροπράγματα καὶ γιὰ τὸ λόγο αὐτὸ δὲν τὶς τηροῦσε, «φροντίζοντας νὰ εἶναι ἐντάξει στὰ βασικά τῆς πίστεώς μας»:
-Δὲν μοῦ λές, ἦλθες ἐδῶ ὡς μετανοῶν ἁμαρτωλὸς γιὰ νὰ λάβεις ἄφεση, ἢ ὡς νομοθέτης; Ἂν ἰσχύει τὸ πρῶτο, δὲν μπορεῖς νὰ κατατάσσεις τὴ νηστεία στὰ δευτερεύοντα στοιχεῖα τῆς χριστιανικῆς ζωῆς. Ἂν ἰσχύει τὸ δεύτερο, τότε δὲν εἶσαι μαθητὴς τοῦ Χριστοῦ καὶ δὲν μπορῶ νὰ σοῦ διαβάσω συγχωρητικὴ εὐχή.  

Σοβαρὸ ἁμάρτημα

Τὸ Δεκαπενταύγουστο τοῦ ’67, θυμᾶται ἕνα ζευγάρι πνευματικῶν του τέκνων, φιλοξενηθήκαμε σὲ κάποιο συγγενικὸ σπίτι καὶ δὲν νηστεύσαμε, ἀκολουθώντας τὴ γραμμὴ τοῦ σπιτιοῦ αὐτοῦ. Τὸ θεωρήσαμε πολὺ φυσικὸ καὶ αὐτοσυγχωρεθήκαμε. Πήγαμε μετὰ ἀπὸ λίγο καιρὸ γιὰ ἐξομολόγηση στὸν Γέροντα, ἀλλὰ δὲν τοῦ ἀναφέραμε τίποτε γι’ αὐτό. Ἐξομολογηθήκαμε ἄλλα πράγματα. Μᾶς διάβασε τὴ συγχωρητικὴ εὐχὴ καὶ μετὰ πιάσαμε κουβέντα γιὰ διάφορα ἐνδιαφέροντα θέματα. Παρεμπιπτόντως στὴ ρύμη τοῦ λόγου ἀναφέραμε ὅτι δὲν εἴχαμε νηστεύσει. Θὰ προτιμούσαμε νὰ ἄνοιγε ἡ γῆ νὰ μᾶς καταπιεῖ ἀπὸ τὴ ντροπή μας, ὅταν μᾶς εἶπε αὐστηρά:
-Νομίζετε ὅτι ἔχετε ἐξομολογηθεῖ τώρα, ὅταν ἕνα τόσο σοβαρὸ ἁμάρτημα τὸ ἀποσιωπήσατε;  

Ἀναθεώρηση τῶν περὶ νηστείας διατάξεων

Στὶς μακροχρόνιες καὶ ἐπίμονες προσπάθειες διαφόρων ἐκκοσμικευμένων ἐκκλησιαστικῶν κύκλων γιὰ τὴν ἀναθεώρηση καὶ χαλάρωση τῶν περὶ νηστείας διατάξεων τῆς Ἐκκλησίας ὁ Γέροντας ἦταν ἀπολύτως ἀντίθετος. Ἔλεγε: Εἶναι τόση ἡ ἀξία τῆς νηστείας, ὥστε κι ἂν ἀκόμη δὲν εἶχε θεσπισθεῖ ἀπὸ τὴν Ἐκκλησία, θὰ ἔπρεπε νὰ τὴν θεσπίσει τώρα, καὶ ὄχι θεσμὸ καθιερωμένο ἀπὸ αἰῶνες, ὁ ὁποῖος ἔχει ἀναδείξει τόσους Ἁγίους, νὰ ζητᾶμε νὰ τὸν καταργήσουμε ἢ νὰ τὸν ἀλλοιώσουμε!  

Νηστεία καὶ πάθη

Οἱ κύκλοι αὐτοὶ χρησιμοποιοῦν ἀκόμη καὶ πατερικὲς ἀπόψεις οἱ ὁποῖες, κατ’ αὐτούς, ὑποβαθμίζουν τὴ σημασία τῆς νηστείας γιὰ τὴν πνευματικὴ εὐδοκίμηση τῶν πιστῶν, ἐν ἀντιθέσει πρὸς ὅ,τι ἔχει ἐπιβάλει ἡ πράξη τῆς Ἐκκλησίας. Ἔτσι π.χ. ἀναφέρουν τὶς Πατερικὲς ἀπόψεις ὅτι ἡ νηστεία εἶναι ἄχρηστη, ὅταν συνοδεύεται ἀπὸ φαρισαϊκὴ οἴηση, ἀπὸ καταλαλιά, συκοφαντία, μισανθρωπία ἢ ἐκδικητικότητα, ἢ ἀκόμη καὶ ἀπὸ λαιμαργία καὶ ἀμετρία στὸ φαγητό, ἔστω καὶ νηστίσιμο. Κατὰ τὸν Γέροντα οἱ θέσεις αὐτὲς τῶν Πατέρων δὲν μειώνουν καθόλου τὴν ἀξία τῆς νηστείας. Ἀντιθέτως τὴν ἀναδεικνύουν, ἀφοῦ τὴν ἀντιπαρατάσσουν πρὸς τόσο μεγάλες κακίες, ὅπως οἱ παραπάνω, οἱ ὁποῖες ἐπιστρατεύονται ἀπὸ τὸν διάβολο γιὰ νὰ τὴν ἀχρηστεύσουν. Πουθενὰ οἱ Πατέρες δὲν λένε ὅτι ὅσοι εἶναι ἀπηλλαγμένοι ἀπὸ τὶς κακίες αὐτὲς καὶ ὅσοι κοσμοῦνται μὲ τὶς ἀντίθετες ἀρετές, εἶναι ἐλεύθεροι νὰ μὴ νηστεύουν. Ἀλλὰ καὶ δὲν λένε, ὅτι ὅποιος ἔχει αὐτὲς τὶς κακίες, εἶναι περιττὸ νὰ νηστεύει, μία καὶ τότε εἶναι ἄχρηστη ἡ νηστεία. Ἀντιθέτως ἡ μὴ τήρηση στὴν περίπτωση αὐτὴ τῆς νηστείας ὑποβοηθεῖ στὴν παγίωση τῶν παθῶν αὐτῶν.  

Νηστεία καὶ δίαιτες

Ὁ Γέροντας εἶχε νὰ ἀπαντήσει συχνὰ σὲ προκλήσεις σχετικὰ μὲ τὴ νηστεία. Κάποτε τὸν ρώτησαν: – Ποιὸς νηστεύει καλύτερα, πάτερ, σὲ περίοδο νηστείας, αὐτὸς ποὺ τρώει δύο πιάτα ἀνάλαδη φασουλάδα, χαλβὰ κ.λπ., ἢ αὐτὸς ποὺ τρώει ἕνα αὐγὸ σφικτό; Χωρὶς περιστροφὲς ὁ Γέροντας ἀπάντησε: -Ὁ πρῶτος! Ὁ δεύτερος κάνει ἁπλῶς δίαιτα. Καὶ τὸ αἰτιολογοῦσε: -Ἡ νηστεία ἔχει δύο στόχους: τὴν ἄσκηση ἐγκρατείας στὸ σῶμα διὰ τοῦ περιορισμοῦ τῶν πλούσιων σὲ θρεπτικὲς οὐσίες τροφῶν, καὶ τὴ συμμόρφωση στὶς ἐντολὲς τῆς Ἐκκλησίας, ποὺ ἀποτελεῖ ἄσκηση γιὰ τὴν ψυχή. Αὐτὸς ὁ ὁποῖος τρώει ἕνα αὐγὸ σὲ περίοδο νηστείας, χωρὶς νὰ ὑπάρχουν λόγοι ὑγείας, ὁπωσδήποτε ἀθετεῖ τὴν ἐντολὴ τῆς Ἐκκλησίας. Σὰν αὐτοὺς ποὺ ἐπιδιώκοντας νὰ ἔχουν γιὰ λόγους καλῆς διατροφῆς ἕνα ποικίλο διαιτολόγιο τρῶνε Τρίτη καὶ Πέμπτη ὄσπρια καὶ λαχανικά, ἐνῶ Τετάρτη καὶ Παρασκευὴ ἀρτύσιμα. Ἡ περιφρόνηση αὐτὴ πρὸς τὴν Ἐκκλησία εἶναι προκλητική, δεδομένου ὅτι ἡ συμμόρφωση πρὸς τὰ καθιερωθέντα ἀπὸ αὐτὴν εἶναι καὶ ἀνέξοδη καὶ εὔκολη. Νὰ τρῶνε δηλαδὴ Τρίτη καὶ Πέμπτη ἀρτύσιμα καὶ Τετάρτη καὶ Παρασκευὴ τὰ νηστίσιμα. Ἔτσι καὶ τὸ ἀποτέλεσμα ἀπὸ ἀπόψεως διατροφῆς θὰ ἦταν τὸ ἴδιο καὶ δὲν θὰ γινόταν καταπάτηση τῆς νηστείας. Εἶναι προφανὲς ὅτι ὑπάρχει παχυλὴ ἄγνοια καὶ ἀδιαφορία γιὰ ὅ,τι ἔχει θεσπίσει ἡ Ἐκκλησία, ἂν δὲν ὑπάρχει τὸ ἀκόμη χειρότερο, ἑωσφορικὴ οἴηση. Ἐννοεῖται ὅτι ὁ Γέροντας δὲν εὐνοοῦσε τὴν πολυφαγία σὲ νηστήσιμες τροφὲς ἢ τὰ πολυτελῆ καὶ ἐξεζητημένα ἐδέσματα κατὰ τῆς περιόδους τῆς νηστείας, ἔστω κι ἂν αὐτὰ κατατάσσονται στὶς νηστίσιμες τροφές. Πάντοτε συνιστοῦσε λιτότητα, ἀνεξαρτήτως ἂν ὑπῆρχε νηστεία ἢ ὄχι, καὶ σὲ μοναχοὺς καὶ σὲ λαικούς. Προέβαλλε μάλιστα συχνὰ πρὸς ἔλεγχον τὸν βασανιστικὸ αὐτοπεριορισμὸ περὶ τὸ φαγητό, στὸν ὁποῖο ὑποβάλλονται τακτικὰ κοσμικοὶ ἄνθρωποι γιὰ νὰ διατηροῦν τὴ σιλουέττα τους, καὶ βέβαια ὄχι ἀπὸ λόγους ὑγείας ἀλλὰ ἐπιδείξεως.  

Νηστεία καὶ ὀνομαστικὲς ἑορτὲς

Εἶχε τεθεῖ συχνὰ τὸ θέμα ἂν ἐπιτρέπεται νὰ προσφέρεται ἀρτύσιμο φαγητὸ σὲ περιπτώσεις ὀνομαστικῶν ἑορτῶν, ἐξαιρετικῶν γεγονότων, συναντήσεως φίλων κ.λπ. κατὰ τὴ διάρκεια τῶν νηστειῶν. Ὁ Γέροντας ἔλεγε ὅτι ἡ περιποίηση ἀνθρώπων εἶναι μεγάλη ἀρετή, ἡ ἐξάσκηση τῆς ὁποίας δὲν μπορεῖ νὰ ἀναστέλλεται κατὰ τὶς νηστίσιμες περιόδους. Στὸ τραπέζι ὅμως θὰ παρατίθενται ἀπαραιτήτως νηστίσιμα φαγητά. Μέσα σὲ κάποια ὅρια μπορεῖ νὰ εἶναι πιὸ περιποιημένα ἢ πιὸ νόστιμα ἂν θέλουμε νὰ τιμήσουμε κάποιους, ἀπαραιτήτως ὅμως νηστίσιμα.  

Νηστεία καὶ φιλοξενία

Ἐπικρατεῖ σὲ πολλοὺς ἡ ἄποψη ὅτι γιὰ λόγους φιλοξενίας ἐπιτρέπεται ἡ κατάλυση τῆς νηστείας. Ὡς παράδειγμα ἀπὸ τὴν ἱστορία τῆς Ἐκκλησίας προβάλλεται ἡ τακτικὴ τῶν Πατέρων τῆς ἐρήμου ποὺ σταματοῦσαν τὴν νηστεία τους προκειμένου νὰ φιλοξενήσουν κάποιον ἢ νὰ φιλοξενηθοῦν ἀπὸ κάποιον ἀδελφό, ὅταν πήγαιναν ταξίδι.

Ὁ Γέροντας ξεκαθάριζε τὰ πράγματα: – Πουθενὰ στὸ Γεροντικό, ἔλεγε, δὲν ἐπαινεῖται κάποιος ἀσκητὴς καὶ δὲν προβάλλεται ὡς παράδειγμα ἐπειδὴ κατέλυσε τὴ νηστεία γιὰ λόγους φιλοξενίας. Αὐτὸ ποὺ ἀναφέρεται εἶναι ὅτι οἱ ἅγιοι ἐκεῖνοι ἐρημίτες καὶ ἀσκητὲς κατέλυαν τὴν προσωπική τους ἀσκητικὴ νηστεία, ποὺ ἦταν πολὺ αὐστηρότερη ἀπ’ ὅ,τι ὅριζε ἡ Ἐκκλησία. Ἔτρωγαν π.χ. λίγα ἄβραστα, μουσκεμένα ὄσπρια ἢ ὠμὰ χόρτα ἢ λίγο μουσκεμένο παξιμάδι κι αὐτὸ ὄχι κάθε μέρα, ἀλλὰ κάθε δυὸ-τρεῖς μέρες ἢ καὶ ἀκόμη ἀραιότερα. Ἂν τύχαινε, λοιπόν, νὰ φιλοξενήσουν κάποιον, τότε ἔβραζαν τὰ ὄσπρια ἢ τὰ χόρτα καὶ ἂν ἦταν μέρα μὲ κατάλυση οἰνελαίου ἔριχναν λίγο λάδι ἢ ἔπιναν καὶ λίγο κρασί. Μπορεῖ ἀκόμη νὰ πρόσθεταν λίγο κόπο παραπάνω γιὰ νὰ περιποιηθοῦν αὐτὸ τὸ λιτὸ φαγητὸ καὶ νὰ τιμήσουν ἔτσι τὸν φιλοξενούμενό τους. Μὲ ταπείνωση δὲ ἐδέχοντο καὶ οἱ ἴδιοι παρόμοια φιλοξενία τὶς ἐλάχιστες φορὲς κατὰ τὶς ὁποῖες ἔβγαιναν ἀπὸ τὸ ἀσκητήριό τους. Μόλις οἱ λόγοι τῆς φιλοξενίας ἐξέλειπαν, αὐτοὶ ἐπανέρχονταν στὴν αὐστηρὴ νηστεία τους ἢ καὶ σὲ ἀκόμη αὐστηρότερη γιὰ νὰ ἀνακτήσουν τὸ χαμένο ἔδαφος, μήπως δηλ. τοὺς ξεγελάσει ὁ ἐαυτός τους καὶ βροῦν τὴ φιλοξενία ὡς πρόσχημα γιὰ νὰ χαλαρώσουν τὴ νηστεία τους. Ὅταν κάποιος ἐρημίτης, συνέχιζε ὁ γέροντας, ὁδοιπορώντας ἐπισκεπτόταν ἄλλους ἀσκητὲς στὴν ἔρημο, αὐτοὶ τὸν κέρναγαν λίγο κρασὶ (εἴτε ἐπειδὴ ὑπῆρχε κατάλυση οἴνου εἴτε διότι ἐφάρμοζαν οἰκονομία γιὰ τὸν κόπο τῆς ὁδοιπορίας). Αὐτὸς τὸ ἔπινε εὐχαριστώντας εὐγενικά, ἀλλὰ ὅταν ἐπέστρεφε στὸ κελλί του, ἔμενε τόσες μέρες χωρὶς νερὸ ὅσα ποτήρια κρασὶ εἶχε δεχθεῖ κατὰ τὸ ταξίδι του. Ὁ ὑποτακτικός του, ποὺ τὸν λυπόταν, ὅταν ταξίδευαν μαζί, παρακαλοῦσε κρυφά τοὺς φιλοξενοῦντες νὰ μὴν τοῦ προσφέρουν κρασί.

Εἶχα ἐξομολογηθεῖ στὸν Γέροντα πρὸ ἐτῶν, θυμᾶται ἕνα πνευματικοπαίδι του, ὅτι εἴχαμε φιλοξενήσει στὸ σπίτι κάποιον ἐξάδελφο, λίγο κοσμικὸ στὸ φρόνημα σὲ ἡμέρα νηστείας καὶ γι’ αὐτὸ δὲν εἴχαμε νηστεύσει. Ὁ Γέροντας ὑπῆρξε αὐστηρός: -Τὴν μία ὁ ἐξάδελφος, τὴν ἄλλη ὁ κουμπάρος, τὴν τρίτη ὁ μπατζανάκης, μετὰ ὁ φίλος! Ἂν τὸ πάτε ἔτσι, δὲν πρόκειται νὰ νηστεύετε. Καλὰ κάνετε καὶ φιλοξενεῖτε. Αὐτὸ σᾶς τὸ συνιστῶ. Ἀκόμη καὶ σὲ μέρες νηστείας. Ἀλλὰ θὰ προσφέρετε νηστίσιμα φαγητά. Περιποιημένα καὶ νόστιμα ἂν θέλετε νὰ τιμήσετε κάποιον, ἀλλὰ νηστίσιμα. «Σήμερα», θὰ τοῦ λέτε ἁπλά, «εἶναι νηστεία, γι’ αὐτό σοῦ ἔχουμε νηστίσιμο φαγητό. Δὲν θέλουμε νὰ παραβοῦμε τὶς ἐντολὲς τῆς Ἐκκλησίας».  

Νηστεία καὶ συνεστιάσεις

Πολλὰ ἀπὸ τὰ πνευματικοπαίδια τοῦ Γέροντα ἀντιμετώπιζαν προβλήματα μὲ τὴ νηστεία, ὅταν ἐλάμβαναν μέρος σὲ συνεστιάσεις φιλικὲς ἢ ἐπαγγελματικὲς (παλαιῶν συμμαθητῶν, γεύματα ἐργασίας, ἐπιστημονικὰ συνέδρια κ.λπ.). Εἶναι παρατηρημένο ὅτι στὶς σύγχρονες ἀποχριστιανισμένες δυτικὲς κοινωνίες τέτοιες συνεστιάσεις ὁρίζονται κατὰ κανόνα τὶς Τετάρτες καὶ ἰδίως τὶς Παρασκευές, διότι ἡ ἑπομένη εἶναι ἡ ἀργία τοῦ Σαββάτου καὶ κλείνει ἡ ἐργασιακὴ ἑβδομάδα (ὁ Γέροντας σ’ αὐτὸ διέβλεπε λανθάνουσα διαβολικὴ ἐπίδραση. «Χάθηκαν οἱ ἄλλες μέρες;», ἔλεγε). Προφανῶς κανεὶς δὲν λαμβάνει ὑπ’ ὄψιν τὶς μεγάλες περιόδους τῆς νηστείας, οὔτε καὶ προνοεῖ νὰ παρατίθενται νηστίσιμα φαγητά. Ἐνδεχομένως κάποιες σαλάτες εἶναι ἡ μόνη ἐναλλακτικὴ λύση γι’ αὐτοὺς ποὺ θέλουν νὰ νηστέψουν. Ἡ γραμμὴ τοῦ Γέροντα ἦταν ἀπόλυτη: -Ἂν θέλετε νὰ λάβετε μέρος σ’ αὐτὲς τὶς συνεστιάσεις, ἔχετε εὐλογία, ἀλλὰ θὰ νηστεύετε τρώγοντας ὅ,τι νηστίσιμο βρεῖτε. Ἂν δὲν μπορεῖτε νὰ κρατήσετε τὴ νηστεία, τότε νὰ μὴ λαμβάνετε μέρος.

Νηστεία καὶ σκανδαλισμὸς

Λένε μερικοί:
-Δὲν νηστεύουμε ὅταν βρισκόμαστε σὲ μία συγκέντρωση γιὰ νὰ μὴ στενοχωρήσουμε καὶ σκανδαλίσουμε κάποιους μὲ τὴ στάση μας. Θὰ μᾶς σχολιάσουν. Ὁ ἴδιος ὁ Χριστὸς δὲν εἶπε νὰ μὴ δείχνουμε ὅτι νηστεύουμε ὅπως οἱ ὑποκριτὲς Φαρισαῖοι; Ὁ Γέροντας ἀπαντοῦσε σ’ αὐτὸ ὡς ἑξῆς:

– Ὅταν νηστεύουμε, ὅπως κι ὅταν κάνουμε ὁποιαδήποτε καλὴ πράξη, πρέπει νὰ ἐνεργοῦμε μὲ ταπεινὸ φρόνημα, ὡς «ἀχρεῖοι δοῦλοι», ὑπακούοντας στὶς ἐντολὲς τῆς Ἐκκλησίας. Καὶ τοῦτο ἀνεξάρτητα ἂν μᾶς βλέπουν ἢ δὲν μᾶς βλέπουν οἱ ἄνθρωποι. Ὅπως δὲν πρέπει νὰ ἐπιζητοῦμε τὸν ἔπαινο τῶν ἀνθρώπων, ἔτσι δὲν πρέπει καὶ νὰ φοβόμαστε τὸν ψόγο καὶ τὰ σχόλιά τους ὅταν κάνουμε τὸ καθῆκον μας πρὸς τὶς ἐντολὲς τοῦ Θεοῦ. Δὲν εἶναι σωστὸ νὰ ἑξαρτώμεθα στὸ θέμα αὐτὸ ἀπὸ τὸ ἐὰν κάποιος στενοχωρηθεῖ ἢ «σκανδαλισθεῖ». Ἂν ἐμεῖς κάνουμε τὸ καθῆκον μας, ἡ εὐθύνη τοῦ σκανδαλισμοῦ βαρύνει τὸν σκανδαλιζόμενο, ὁ ὁποῖος σὲ τελευταία ἀνάλυση εἴτε δὲν ἀναγνωρίζει τὴν αὐθεντία τοῦ Χριστοῦ καὶ τῆς Ἐκκλησίας Του πάνω στὴ ζωή μας εἴτε προσπαθεῖ νὰ δικαιολογήσει τὴ δική του ἀδυναμία. Σκεπτόμαστε αὐτοὺς ποὺ θὰ «σκανδαλισθοῦν», ὅταν μᾶς δοῦν νὰ νηστεύουμε καὶ δὲν ὑπολογίζουμε αὐτοὺς ποὺ θὰ μᾶς δοῦν νὰ μὴ νηστεύουμε, γνωρίζοντας ἐνδεχομένως τὶς ἀρχὲς καὶ τὰ πιστεύω μας. Σ’ αὐτὴ τὴν τελευταία περίπτωση ἡ εὐθύνη τοῦ σκανδαλισμοῦ βαρύνει ἐξ ὁλοκλήρου ἐμᾶς, διότι ἐμεῖς εἴμαστε οἱ παραβάτες τῆς ἐντολῆς. Ἐξ ἄλλου ἂν αὐτὴ τὴ συλλογιστικὴ τὴν ἐπεκτείνουμε καὶ στὶς ἄλλες ἐντολὲς τῆς Ἐκκλησίας, καταργοῦμε ὅλο τὸν ἠθικὸ νόμο τοῦ Θεοῦ. Θέλω π.χ. νὰ πάω στὴν Ἐκκλησία. Πάντοτε σχεδὸν θὰ συναντήσω ἀνθρώπους στὸ δρόμο. Σκέπτομαι: «Ἂν μπῶ μέσα καὶ μὲ δοῦν, ἂν εἶναι ἄθεοι καὶ ἀντίχριστοι θὰ ἐνοχληθοῦν καὶ θὰ ἐξοργισθοῦν. Ἂν εἶναι εὐσεβεῖς πιστοί, θὰ ποῦν: Τί καλὸς Χριστιανός! Πάει στὴν Ἐκκλησία! Καὶ ὁ ἔπαινός τους θὰ μοῦ ἀφαιρέσει τὴν ὠφέλεια τοῦ ἐκκλησιασμοῦ. Ἂς μὴν πάω λοιπὸν στὴν Ἐκκλησία. Θὰ ἐκκλησιασθῶ ὅταν δὲν θὰ μὲ δεῖ κανείς». Κι ἔτσι πάει περίπατο ὁ ἐκκλησιασμός! Ποῦ ἀκούσθηκαν αὐτά; Ποιὸ Εὐαγγέλιο λέει τέτοια πράγματα; 

Τοῦ μακαριστοῦ πατρός Ἐπιφανίου Θεοδωροπούλου

Τρίτη 4 Νοεμβρίου 2025

ΠΡΩΤ. ΔΙΟΝΥΣΙΟΣ ΤΑΤΣΗΣ: ΕΠΙΘΥΜΙΑ ΚΑΙ ΠΡΑΞΙΣ!

 Ἐπιθυμία καί πράξις
Τοῦ Πρωτοπρεσβυτέρου π. Διονυσίου Τάτση

Γιατί ὑπάρχει τὸ κακὸ στὴ ζωή μας; Γιατί τὸ ἐπιλέγουμε ἐπιπόλαια χωρὶς τὸν παραμικρὸ ἐνδοιασμό; Γιατί δὲν βλέπουμε καὶ δὲν ἐπιθυμοῦμε τὸ καλὸ καὶ ὠφέλιμο, τόσο γιὰ τὸν ἑαυτὸ μας, ὅσο καὶ γιὰ τοὺς ἄλλους; Γιατί τόση προθυμία στὴ διάπραξη τοῦ κακοῦ, ἐνῶ γιὰ τὸ καλὸ εἴμαστε ἀπρόθυμοι; Ἡ ἀπάντηση στὰ παραπάνω ἐρωτήματα εἶναι μία. Ὅταν ὁ ἄνθρωπος περιφρονεῖ τὴ συνείδησή του καὶ ἀδιαφορεῖ γιὰ τὸ θέλημα τοῦ Θεοῦ, ὅλες οἱ προσπάθειές του στὴν παροῦσα ζωὴ εἶναι συμβολὴ στὴν ἀνάπτυξη τοῦ κακοῦ. Ὁ ἄνθρωπος χρειάζεται νὰ ἀποκτήσει τὴν ἐπιθυμία τοῦ καλοῦ μὲ ὁδηγὸ πάντα τὸ θέλημα τοῦ Θεοῦ, χωρὶς διαστρεβλώσεις καὶ μὲ εὐαισθησία στὴ φωνὴ τῆς συνείδησής του. Τὸ ἐπιχείρημα πολλῶν ὅτι τὸ καλὸ εἶναι δύσκολο, ἐνῶ τὸ κακὸ εἶναι εὔκολο δὲν εὐσταθεῖ, ὅταν ὑπάρχει ἡ ἐλεύθερη ἐπιθυμία τοῦ καλοῦ. Ὁ ἱερὸς Χρυσόστομός μᾶς διαβεβαιώνει ὅτι ὅλα ἐξαρτῶνται ἀπὸ τὴ θέληση τοῦ ἀνθρώπου: «Τίποτα δὲν εἶναι δύσκολο, ὅταν θέλουμε καὶ τίποτα δὲν εἶναι εὔκολο, ὅταν δὲν θέλουμε. Ὅλα ἐξαρτῶνται ἀπὸ τὸ ἂν θέλουμε ἢ δὲν θέλουμε, γι’ αὐτὸ ἄλλωστε τιμωρούμαστε, ὅταν φταῖμε, καὶ ἐπαινούμαστε, ὅταν... κάνουμε τὸ καλὸ»[1].

Ἡ καλὴ ἐπιθυμία δημιουργεῖ τὶς καλὲς πράξεις, βελτιώνει τὶς συνθῆκες ζωῆς καὶ τίποτα δὲν εἶναι ἀκατόρθωτο, γιατί πάντα ὑπάρχει καὶ ἡ ἄνωθεν βοήθεια. Ὁ Θεὸς ἐνισχύει ὅλους τούς ἀνθρώπους, ὅταν ἀσκοῦνται στὴν ἀρετὴ καὶ δραστηριοποιοῦνται στὴν ἀγαθοεργία, ἀνεξάρτητα σὲ ποιὰ κατάσταση βρίσκονται καὶ τί δυνατότητες ἔχουν.

Προϋπόθεση γιὰ τὴν ἀπόκτηση καὶ διατήρηση τῆς καλῆς ἐπιθυμίας εἶναι «τὸ ἦθος τῆς ψυχῆς»[2], ποὺ διαμορφώνεται μὲ τὸ φόβο τοῦ Θεοῦ καὶ τὴν πιστὴ τήρηση τῶν Ἐντολῶν. Ὅταν ὁ ἄνθρωπος θέλει νὰ συνδυάσει τὴν καλὴ ἐπιθυμία μὲ τὴν κακή, δὲν πρόκειται νὰ κατορθώσει τὸ καλὸ ποὺ διαρκεῖ καὶ δὲν εἶναι μία φευγαλέα προσπάθεια, ποὺ σήμερα ὑπάρχει καὶ αὔριο λησμονεῖται.

Ἡ σταθερότητα στὴν καλὴ ἐπιθυμία προϋποθέτει ἀδιάκοπο ἀγώνα γιὰ τὴν ἀπόκτηση τῶν ἀρετῶν. Καὶ παρομοιάζεται μὲ τὸ δέντρο ποὺ ἁπλώνει βαθιὰ τὶς ρίζες του καὶ δὲν τὸ καταστρέφει ἡ σφοδρὴ καταιγίδα. Ἂν ὅμως ἡ ρίζα του εἶναι πάνω-πάνω, χωρὶς βάθος, καὶ τὸ παραμικρὸ φύσημα τοῦ ἀνέμου μπορεῖ νὰ τὸ ξεριζώσει»[3].

Ὁ ἀγωνιζόμενος πνευματικὰ πρῶτα ἐπιλέγει τὸ καλὸ καὶ μετὰ δραστηριοποιεῖται γιὰ τὴν πραγματοποίησή του, ἔχοντας συνεχὲς ἐνδιαφέρον, χωρὶς φυσικὰ νὰ παραλείπει τὰ καθήκοντά του ποὺ ἀπορρέουν ἀπὸ τὴν πίστη του στὸ Θεό. Εἶναι ἀδιανόητο νὰ ἀφοσιώνεται σὲ ἕνα ἐξωτερικὸ ἔργο καὶ νὰ ἀδιαφορεῖ γιὰ τὰ πολλὰ ἐσωτερικά του ἔργα. Ἐξάλλου τὸ χέρι τοῦ Θεοῦ εἶναι ἁπλωμένο στὸν ἄνθρωπο, ὅταν ἀγωνίζεται γιὰ τὴν καταπολέμηση τῶν παθῶν του.

Ὁ συνειδητὸς χριστιανὸς ἔχει πλούσια ἐμπειρία ἀπὸ τὶς ἀδιάκοπες ἐπιθέσεις τοῦ διαβόλου, τὶς ὁποῖες δὲν μπορεῖ νὰ ἀποφύγει, μπορεῖ ὅμως νὰ τὶς ἀντιμετωπίσει ἐπιτυχῶς, ὅταν ἔχει ἰσχυρὴ θέληση καὶ δὲν πανικοβάλλεται. Ἡ στάση του ἀπογοητεύει τὸ διάβολο καὶ τὰ βέλη ποὺ τοῦ κατευθύνει δὲν τὸν πληγώνουν, γιατί ἔχει τὴν ἀσπίδα τῆς ἀκλόνητης πίστης.

Σημειώσεις: 
1. Χρυσοστόμου, τόμος Γ’, Ἀθήνα 1995, σελ. 143. 
2 Ὅπ. παρ., σελ. 145. 
3. Ὅπ. παρ., σελ. 144. 

orthodoxostypos