ΑΝ ΒΙΑΖΕΣΑΙ ΝΑ ΔΕΙΣ ΤΟΝ ΚΟΣΜΟ ΝΑ ΓΙΝΕΤΑΙ ΚΑΛΥΤΕΡΟΣ, ΑΡΧΙΣΕ ΑΠΟ ΤΟΝ ΕΑΥΤΟ ΣΟΥ. ΕΙΝΑΙ Ο ΣΥΝΤΟΜΟΤΕΡΟΣ ΔΡΟΜΟΣ.

Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα ΕΚΚΛΗΣΙΑ ΤΗΣ ΡΩΣΙΑΣ. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα ΕΚΚΛΗΣΙΑ ΤΗΣ ΡΩΣΙΑΣ. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Δευτέρα 15 Απριλίου 2019

ΠΑΤΡΙΑΡΧΗΣ ΜΟΣΧΑΣ ΚΥΡΙΛΛΟΣ: Η ΜΟΝΗ ΟΡΘΟΔΟΞΟΣ ΕΝ ΟΥΚΡΑΝΙΑ ΕΚΚΛΗΣΙΑ, ΠΑΡΑΜΕΝΕΙ Η ΟΥΚΡΑΝΙΚΗ ΟΡΘΟΔΟΞΟΣ ΕΚΚΛΗΣΙΑ ΜΕ ΕΠΙΚΕΦΑΛΗΣ ΤΟΝ ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΤΗ ΚΙΕΒΟΥ ΚΑΙ ΠΑΣΗΣ ΟΥΚΡΑΝΙΑΣ ΟΝΟΥΦΡΙΟ.


Ο Πατριάρχης Μόσχας και πασών των Ρωσιών Κύριλλος μιλά στο «Έθνος»
Εξηγεί την αντίθεσή του για τη χορήγηση Αυτοκεφαλίας στην Εκκλησία της Ουκρανίας µε απόφαση του Οικουµενικού Πατριαρχείου και τα προβλήµατα που έχουν δηµιουργηθεί
Μαρίνα Ζιώζιου

Ο Πατριάρχης Μόσχας και πασών των Ρωσιών κ. Κύριλλος σε αποκλειστική συνέντευξή του στο «Έθνος της Κυριακής» τοποθετείται για την απόφαση του Οικουµενικού Πατριαρχείου να χορηγήσει καθεστώς Αυτοκεφαλίας στην Εκκλησία της Ουκρανίας και για το ενδεχόµενο σχίσµατος εντός της Ορθοδοξίας, αναφέροντας χαρακτηριστικά ότι «η µόνη Ορθόδοξος εν Ουκρανία Εκκλησία, όπου τελεσιουργούνται τα σωστικά µυστήρια, παραµένει η Ουκρανική Ορθόδοξος Εκκλησία µε επικεφαλής τον µητροπολίτη Κιέβου και πάσης Ουκρανίας Ονούφριο». Ο Πατριάρχης Μόσχας Κύριλλος, που βρίσκεται στο πηδάλιο της Ορθοδόξου Εκκλησίας της Ρωσίας εδώ και µία δεκαετία, ξεκαθαρίζει πως το Πατριαρχείο Μόσχας δεν αναγνωρίζει τη νέα Εκκλησία, ούτε πρόκειται ποτέ να την αναγνωρίσει. Μιλάει µε αγάπη για την Ελλάδα, αφού έχει επισκεφθεί κατ’ επανάληψη τη χώρα µας, και δηλώνει πως «κάθε φορά είχα την αίσθηση ότι δεν ερχόµουν σε ανθρώπους ξένους, αλλά σε αδελφούς µου».

Αγιώτατε, στις αρχές Ιανουαρίου στην Κωνσταντινούπολη ο Οικουµενικός Πατριάρχης Βαρθολοµαίος εκχώρησε Τόµο Αυτοκεφαλίας στην Ορθόδοξη Εκκλησία της Ουκρανίας. Από δω και πέρα ποια θα είναι η θέση του Πατριαρχείου Μόσχας;

Τόσο στην Ουκρανία όσο και στην Ελλάδα υπάρχει µόνο µία Ορθόδοξη Εκκλησία, η οποία αναγνωρίζεται απ’ όλες τις Αυτοκέφαλες Εκκλησίες. ∆εν υπέβαλε στο Φανάρι το αίτηµα περί Αυτοκεφαλίας αυτή η Εκκλησία και, ακόµη περισσότερο, τάχθηκε κατ’ αυτού. Εντούτοις, κατά περιφρόνηση της γνώµης της κανονικής Ουκρανικής Εκκλησίας, ο Πατριάρχης Βαρθολοµαίος εξέδωσε τον «Τόµο Αυτοκεφαλίας», όχι όµως της Εκκλησίας αλλά των σχισµατικών. Από κανονικής απόψεως αυτή η πράξη είναι ανυπόστατη. ∆εν την αναγνωρίζουµε, ούτε πρόκειται ποτέ να την αναγνωρίσουµε. Οι Ουκρανοί σχισµατικοί ως κοινότητα στερούνται χάριτος, όπως και παλαιότερα. Η µόνη Ορθόδοξος εν Ουκρανία Εκκλησία, όπου τελεσιουργούνται τα σωστικά µυστήρια, παραµένει η Ουκρανική Ορθόδοξος Εκκλησία µε επικεφαλής τον µητροπολίτη Κιέβου και πάσης Ουκρανίας Ονούφριο. Αυτή είναι εκείνη η οποία ενώνει την πλειοψηφία των Ουκρανών ορθοδόξων χριστιανών.

Εξαρχής προειδοποιήσατε για το ενδεχόμενο του σχίσματος εντός της Ορθοδοξίας, αλλά το Φανάρι ήταν αμετακίνητο, ισχυριζόμενο ότι έπειτα από επτά αιώνες ετέθη τέρμα στην αδικία έναντι της Ουκρανίας. Ποια πιστεύετε ότι θα είναι η αυριανή ημέρα για το ορθόδοξο ποίμνιο της Ουκρανίας, το ρωσόφωνο και το ουκρανόφωνο; Θα επικρατήσουν η ησυχία και η σύνεση;

Ακόμη και προ της εκχωρήσεως του λεγομένου Τόμου, ο πρόεδρος Π. Ποροσένκο εξαπέλυε απειλές να διώξει από την Ουκρανία εκείνους οι οποίοι δεν θα επιθυμούσαν να ενταχθούν στην «Αυτοκέφαλο Εκκλησία». Τώρα, με αυτή την ψευδοεκκλησία που έχει δημιουργηθεί, το Κοινοβούλιο της χώρας -σε συντομότατο χρονικό διάστημα- ψήφισε νόμους οι οποίοι εισάγουν διάκριση εις βάρος της κανονικής Εκκλησίας. Αυτοί οι νόμοι προβλέπουν την αναγκαστική αλλαγή της ονομασίας της Ουκρανικής Ορθοδόξου Εκκλησίας, προσφέρουν νομική κάλυψη για βίαιες αφαιρέσεις των ναών της και άλλης εκκλησιαστικής περιουσίας. Έχουν ήδη αρχίσει οι καταλήψεις των ιερών ναών, η άσκηση βίας κατά των κληρικών και των πιστών, οι οποίοι προστατεύουν τα ιερά σεβάσματά τους. Με την εκχώρηση του «Τόμου» στο σχισματικό μόρφωμα, η Κωνσταντινούπολη έλυσε τα χέρια των Αρχών της Ουκρανίας στον αγώνα τους κατά της Ουκρανικής Εκκλησίας, καταδικάζοντάς την σε νέες και μεγαλύτερες αυτήν τη φορά ταλαιπωρίες.

Χρησιμοποιήσατε σκληρή γλώσσα έναντι του Οικουμενικού Πατριαρχείου, κάνοντας λόγο ακόμη και για οικονομικά οφέλη που αποκόμισε το Φανάρι για τη διευθέτηση του ουκρανικού εκκλησιαστικού ζητήματος, και ταυτόχρονα χαρακτηρίσατε «πολιτικοποιημένη» την ενωτική σύνοδο, παραπέμποντας σαφώς στην παρουσία του προέδρου της Ουκρανίας Π. Ποροσένκο. Κατά τη γνώμη σας, ποια ήταν τα κίνητρα και οι λόγοι που οδήγησαν στην εκχώρηση Αυτοκεφαλίας από το Οικουμενικό Πατριαρχείο;

Ουδείς αποκρύπτει το γεγονός της στενής συνεργασίας του Φαναρίου με τις ουκρανικές Αρχές στην υπόθεση εκχωρήσεως του Αυτοκεφάλου. Αρκεί να αναφερθούμε στην υπογραφή του ειδικού συμφώνου συνεργασίας μεταξύ του Πατριαρχείου Κωνσταντινουπόλεως και της Ουκρανίας στις 3 Νοεμβρίου του περασμένου έτους. Η παρουσία του προέδρου της Ουκρανίας στο προεδρείο της «ενωτικής συνόδου», στην οποία έχετε αναφερθεί, είναι ένα μόνο από τα πολλά παραδείγματα. Βλέπουμε τον εν ενεργεία πρόεδρο να περιοδεύει σε ναούς σχισματικών κουβαλώντας τον «Τόμο» και αντιλαμβανόμαστε σε τι οφειλόταν τέτοια βιασύνη εκ μέρους του να τον παραλάβει εν όψει των προεδρικών εκλογών στην Ουκρανία. Δεν θέλω αυτήν τη στιγμή να μιλήσω για τους λόγους οι οποίοι οδήγησαν τον Πατριάρχη Βαρθολομαίο να χορηγήσει το λεγόμενο Αυτοκέφαλο. Όποιοι και να ήταν, κατέστη πλέον πασιφανές ότι αυτό το «Αυτοκέφαλο» δεν αποκατέστησε την ενότητα των εν Ουκρανία Ορθοδόξων, αλλά έθεσε σε κίνδυνο την ολοκληρία τής ανά την Οικουμένη Ορθοδοξίας.

Όλοι οι ορθόδοξοι Προκαθήμενοι θα πρέπει σύντομα να διατυπώσουν τη θέση τους και να τοποθετηθούν επίσημα σχετικά με την αναγνώριση ή μη της νέας Εκκλησίας της Ουκρανίας. Ποιες είναι οι εκτιμήσεις σας για την περαιτέρω κατάσταση;

Μέχρι σήμερα ουδεμία των κατά τόπους Ορθοδόξων Εκκλησιών αναγνώρισε το εν Ουκρανία νεοσύστατο σχισματικό μόρφωμα. Σημειωτέον ότι στην παρούσα κατάσταση δεν πρόκειται περί υποστηρίξεως είτε της Μόσχας είτε της Κωνσταντινουπόλεως. Το ερώτημα τίθεται διαφορετικώς: Αποδεχόμεθα τις αποκλειστικές εξουσίες μιας τοπικής Εκκλησίας έναντι όλων των άλλων κατά τόπους Εκκλησιών; Αποδεχόμεθα το δικαίωμά της με μια μονοκονδυλιά να κηρύξει κανονικούς τους σχισματικούς και την κοινώς ανεγνωρισμένη τοπική Εκκλησία ανυπόστατη; Όλοι βρεθήκαμε αντιμέτωποι με την απόπειρα επιβολής στην Ορθόδοξη Εκκλησία μιας νέας εκκλησιολογίας. Δεν νομίζω να τα αποδεχθούν οι κατά τόπους Εκκλησίες.

Με δεδομένο το γεγονός ότι το Οικουμενικό Πατριαρχείο έχει χορηγήσει ήδη Τόμο Αυτοκεφαλίας στην Εκκλησία της Ουκρανίας, αλλά και την υφιστάμενη πραγματικότητα ότι υπάρχει μια μεγάλη εκκλησιαστική μερίδα που είναι υπό τη δικαιοδοσία του Πατριαρχείου Μόσχας, κατά πόσο έχει αλλάξει η κατάσταση γι’ αυτήν;

Από κανονικής απόψεως δεν άλλαξε καθόλου η θέση της Ουκρανικής Ορθοδόξου Εκκλησίας. Ήταν και παραμένει η μία κανονική Εκκλησία της Ουκρανίας. Καίτοι έχει υποβαθμισθεί απότομα το νομικό της καθεστώς στην Ουκρανία. Νόμοι οι οποίοι ψηφίσθηκαν από το Κοινοβούλιο της χώρας, στους οποίους προαναφέρθηκα και οι οποίοι εισάγουν διάκριση, καταδικάζουν εκ των πραγμάτων σε διώξεις εκείνους οι οποίοι παραμένουν πιστοί στην κανονική Ορθοδοξία. Παρ’ όλες τις προσπάθειες και την πίεση των Αρχών της Ουκρανίας, οι κληρικοί και οι απλοί πιστοί της Ουκρανικής Ορθοδόξου Εκκλησίας επέδειξαν την εξαιρετική τους αφοσίωση στην Εκκλησία: εκτός μερικών κληρικών και δύο επισκόπων, οι οποίοι προσχώρησαν στο σχίσμα, ο ιερός κλήρος παραμένει με το μέρος του μακαριωτάτου μητροπολίτη Ονουφρίου. Βεβαίως, συνεχίζονται οι διώξεις εις βάρος των εν Ουκρανία πιστών, αλλά το δίκιο δεν είναι με το μέρος των διωκτών: τώρα βλέπουμε ότι οι ενορίες της Ουκρανικής Ορθοδόξου Εκκλησίας κερδίζουν τις υποθέσεις στα δικαστήρια σχετικά με τη δικαιοδοσία των ναών, και ότι στις λιτανευτικές πομπές μετέχουν εκατοντάδες χιλιάδες προσευχόμενοι. Έτσι, στη λιτανευτική πομπή με αφορμή τη 1.030ή επέτειο του Βαπτίσματος των Ρως συμμετείχαν 250 χιλιάδες πιστοί της Ουκρανικής Ορθοδόξου Εκκλησίας, ενώ σε ανάλογη πομπή του έτους 2017 συμμετείχαν 100 χιλιάδες. Ολα αυτά αποδεικνύουν ότι ο πιστός λαός δεν προσέχει και περιφρονεί τις ενέργειες των ουκρανικών Αρχών, οι οποίες διακατέχονται από την ιδέα δημιουργίας μιας εθνικιστικής «Εκκλησίας».

Αγιώτατε, σχετικά πρόσφατα εορτάσθηκε η δεκαετία της ενθρονίσεώς σας. Γι’ αυτό το διάστημα, έχετε καταφέρει να πραγματοποιήσετε εκείνες τις προσδοκίες με τις οποίες αναλάβατε το πηδάλιο της Ορθοδόξου Εκκλησίας της Ρωσίας; Ποια είναι τα γεγονότα της παρελθούσης δεκαετίας τα οποία κρίνετε ως πλέον σημαντικά;

Από τη θέση του τοποτηρητή ακόμη, δεόμενος του Κυρίου, ουδεμία φορά ζήτησα να γίνω Πατριάρχης, αλλά μέσω εκλογής να αναδειχθεί το θέλημα του Θεού. Παρατηρώντας τη διακονία των προκατόχων Πατριαρχών πασών των Ρωσιών, διέκρινα σαφώς ότι αυτή η διακονία ήταν προπαντός μια άρση του δυσβαστάκτου σταυρού. Τώρα αυτά επιβεβαιώθηκαν πλέον από την προσωπική μου πείρα, και όμως θεωρώ καθήκον μου την άρση του σταυρού αυτού μέχρι να έχω δύναμη. Η δεκαετία η οποία μεσολάβησε σημείωσε εξαιρετικά σπουδαίες αλλαγές στην πορεία της Εκκλησίας και της εν γένει ρωσικής κοινωνίας. Δυσκολεύομαι να ξεχωρίσω κάποια συγκεκριμένα γεγονότα για να χαρακτηρίσω αυτά ως έχοντα την πλέον μεγαλύτερη βαρύτητα. Ομως, και είναι το βασικό, βλέπω πώς άλλαξε η στάση των ανθρώπων έναντι της Εκκλησίας, πώς απέτυχαν οι ελπίδες των αθέων να την περικλείσουν σε γκέτο και πώς αναγεννιέται αυτή ενώπιόν μας. Αδυνατούν όποιες εσωτερικές περιπτώσεις να διαλύσουν την Εκκλησία: «καὶ πύλαι ᾅδου οὐ κατισχύσουσιν αὐτῆς» (Ματθ. 16.18). Το βεβαιώθηκα προσωπικά από την πείρα της ζωής μου. Μεγάλες μεταρρυθμίσεις πραγματοποιήθηκαν στο εξωτερικό της Εκκλησίας. Κατ’ αρχάς τούτο αφορά τον ενοριακό βίο, ώστε αυτός τώρα, εκτός της θείας λατρείας, η οποία ασφαλώς παραμένει πυρήνας του, περιλαμβάνει το κοινωνικό, το νεανικό και το μορφωτικό έργο. Έχουν σημειώσει σημαντική αριθμητική αύξηση οι εκκλησιαστικές επαρχίες και οι επαρχιούχοι επίσκοποι. Όσο περισσότερες επαρχίες υπάρχουν στην Εκκλησία τόσο πιο κοντά είναι η Ιεραρχία στον πραγματικό βίο και τον λαό. Θέλω να πιστεύω ότι αυτοί οι σπόροι, οι οποίοι εσπάρησαν την προηγούμενη δεκαετία, θα αποδώσουν πλούσιους καρπούς στους μεταγενέστερους χρόνους.

Οι Έλληνες είχαν και έχουν εκ παραδόσεως στενούς δεσμούς με τους αδελφούς Ρώσους. Ποιο μήνυμα θα θέλατε να εκπέμψετε στους ορθοδόξους Έλληνες;

Έχω επισκεφθεί κατ’ επανάληψιν την Ελλάδα και κάθε φορά είχα την αίσθηση ότι δεν ερχόμουν σε ανθρώπους ξένους αλλά σε αδελφούς μου. Οι λαοί μας συνδέονται διαχρονικώς με τους δεσμούς πνευματικής ενότητας. Πιστεύω ότι οι αδελφικές και καλές σχέσεις μεταξύ των Εκκλησιών μας θα συντελέσουν ώστε με κοινές προσπάθειες να αντιμετωπίσουμε την τραγική διαίρεση η οποία έθιξε την κοινή μας ορθόδοξη οικογένεια. Είθε ο Θεός με τις πρεσβείες των κοινών μας Αγίων να διαφυλάττει τις Εκκλησίες και τους λαούς μας για να έχουμε ειρήνη και ενότητα.

"Έθνος της Κυριακής" ethnos.gr 14.04.2019

Τρίτη 18 Δεκεμβρίου 2018

ΟΥΚΡΑΝΙΚΗ ΟΡΘΟΔΟΞΗ ΕΚΚΛΗΣΙΑ: ΕΙΜΑΣΤΕ Η ΜΟΝΑΔΙΚΗ ΚΑΝΟΝΙΚΗ ΕΚΚΛΗΣΙΑ ΣΤΗΝ ΟΥΚΡΑΝΙΑ


Ο Μητροπολίτης Αντώνιος ξεκαθάρισε ότι η UOC-MP θα παραμείνει η μοναδική κανονική εκκλησία στην Ουκρανία, ενώ υποστήριξε ότι η «νέα εκκλησία» αφορά την ενοποίηση δύο διχαστικών κινημάτων.

Η Ουκρανική Ορθόδοξη Εκκλησία του Πατριαρχείου της Μόσχας (UOC-MP) θα παραμείνει η μοναδική κανονική εκκλησία στην Ουκρανία, όπως διαμήνυσε ο Μητροπολίτης Αντώνιος, αποδοκιμάζοντας την πρόθεση του Κιέβου να δημιουργήσει αυτοκέφαλη εκκλησία.
Μετά την έκτακτη σύνοδο της UOC-MP, o Μητροπολίτης σχολίασε τις τελευταίες εξελίξεις γύρω από το ζήτημα της ουκρανικής εκκλησίας.
«Στην αποκαλούμενη "ενωτική σύνοδο", οι δύο μη-κανονικές δομές ενοποιήθηκαν. Ήταν μία ενοποίηση δύο διχαστικών κινημάτων και η απόφαση αυτή δεν έχει καμία σημασία για την Ουκρανική Ορθόδοξη Εκκλησία»
Και πρόσθεσε: «Υπάρχει μόνο μία κανονική εκκλησία στην Ουκρανία και αυτή είναι η Ουκρανική Ορθόδοξη Εκκλησία».
Την ίδια ώρα, σύμφωνα με την ανακοίνωση της συνόδου, η UOC-MP θα πρέπει να αφορίσει τους δύο επισκόπους, οι οποίοι συμμετείχαν στις πρόσφατες εργασίες της «ενωτικής συνόδου».

Υπενθυμίζεται ότι την Παρασκευή, διεξήχθη στην ουκρανική πρωτεύουσα η επονομαζόμενη «ενωτική σύνοδος», όπου η μη-κανονική εκκλησία εξέλεξε ως προκαθήμενο της «νέας εκκλησίας» τον Επιφάνιο.

Αξίζει να σημειωθεί ότι το Πατριαρχείο της Μόσχας, σχολιάζοντας τις τελευταίες εξελίξεις γύρω από την αυτοκεφαλία της μη-κανονικής Εκκλησίας της Ουκρανίας, έκανε λόγο για «νομιμοποίηση του σχίσματος».

Προειδοποίησε μάλιστα, για το ενδεχόμενο καταστροφικών συνεπειών, οι οποίες θα επηρεάσουν εκατομμύρια Χριστιανούς στην Ουκρανία και άλλες χώρες. Άλλωστε, το Πατριαρχείο της Μόσχας έχει ήδη διακόψει κάθε επικοινωνία με το Πατριαρχείο της Κωνσταντινούπολης.


Παρασκευή 19 Οκτωβρίου 2018

ΣΧΙΣΜΑΤΙΚΟ ΘΕΩΡΕΙ Η ΡΩΣΙΚΗ ΕΚΚΛΗΣΙΑ ΤΟΝ ΠΑΤΡΙΑΡΧΗ ΒΑΡΘΟΛΟΜΑΙΟ


Στα άκρα έχει οδηγηθεί πλέον η σχέση του Πατριαρχείου της Κωνσταντινούπολης με τη Ρωσική Εκκλησία μετά την απόφαση του Φαναρίου να προχωρήσει στην αυτοκεφαλία της «Ουκρανικής Ορθόδοξης Εκκλησίας – Πατριαρχείο Κιέβου».

Αντιδρώντας, η Μόσχα σε πρώτη φάση διέκοψε κάθε δεσμό με το Φανάρι δείχνοντας έμπρακτα την οργή και την αντίθεσή της στις κινήσεις του κ. Βαρθολομαίου, ενώ σήμερα με δηλώσεις του ο επικεφαλής των εξωτερικών σχέσεων του Πατριάρχη Μόσχας χαρακτήρισε τον Πατριάρχη Κωνσταντινουπόλεως σχισματικό.

«Με βάση το γεγονός ότι ο Πατριάρχης Κωνσταντινουπόλεως αναγνώρισε σχισματικούς, οι κανόνες της Εκκλησίας έτσι προβλέπουν, και συνεπώς για μας ο Πατριάρχης είναι σχισματικός από εδώ και στο εξής» υπογράμμισε ο μητροπολίτης Ιλαρίων.

«Έτσι δουλεύουν οι κανόνες της εκκλησίας. Επομένως, για εμάς ο Πατριάρχης της Κωνσταντινούπολης είναι τώρα σχισματικός» εξήγησε ο μητροπολίτης στο τηλεοπτικό κανάλι «Ρωσία 24».

Όπως είπε, η Ρωσική ορθόδοξη Εκκλησία δεν αναγνωρίζει το δικαίωμα του Βαρθολομαίου να αποφασίζει για την τύχη άλλων Εκκλησιών και να αλλάζει με οποιοδήποτε τρόπο το καθεστώς. «Και δεν μπορούμε να αναγνωρίσουμε το δικαίωμα που παραχώρησε παράνομα στον εαυτό του — να δέχεται μόνο τις εφέσεις των τοπικών ορθόδοξων εκκλησιών, να εισβάλει στην κανονική επικράτεια των Ορθοδόξων εκκλησιών, να ληστεύει, να αποφασίζει για μερικές από τις δομές τους χωρίς τη γνώση των εκκλησιών» τόνισε ο μητροπολίτης.


Πέμπτη 18 Οκτωβρίου 2018

Ο ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΤΗΣ ΠΕΙΡΑΙΩΣ ΣΕΡΑΦΕΙΜ ΓΙΑ ΤΙΣ ΕΞΕΛΙΞΕΙΣ ΣΤΗΝ ΟΥΚΡΑΝΙΑ

Ἐν Πειραιεῖ τῇ 18 Ὀκτωβρίου 2018

ΥΦΙΣΤΑΤΑΙ  ΕΝ  ΤΗι ΟΡΘΟΔΟΞΩι ΚΑΘΟΛΙΚΗι ΕΚΚΛΗΣΙΑι ΔΙΚΑΙΟΔΟΤΙΚΗ ΑΡΜΟΔΙΟΤΗΣ  ΕΦ’ ΟΛΗΣ  ΤΗΣ  ΕΚΚΛΗΣΙΑΣ ΕΚΤΟΣ  ΤΗΣ  ΑΡΜΟΔΙΟΤΗΤΟΣ ΤΗΣ ΟΙΚΟΥΜΕΝΙΚΗΣ  ΣΥΝΟΔΟΥ;

Μέ ἀφορμή τήν ἐξέλιξη τοῦ Οὐκρανικοῦ λεγομένου ζητήματος
τίθεται ἀναποδράστως τό ἀνωτέρω ἐρώτημα πρός διερεύνησι καί διασάφησι διότι ἀποτελεῖ τήν «λυδία λίθο» κατανοήσεως τοῦ προβλήματος ὅπως τίθεται σήμερον. Ἀσφαλῶς τό Σεπτό Οἰκουμενικό Πατριαρχεῖο Κωνσταντινουπόλεως κατά τό Κανονικό Δίκαιο τῆς Ὀρθοδόξου Καθολικῆς Ἐκκλησίας ἔχει κατά τούς θείους καί ἱεορύς κανόνας Γ΄ τῆς Β Οἰκουμενικῆς Συνόδου καί ΚΗ΄ τῆς Δ΄ Οἰκουμενικῆς Συνόδου τά πρεσβεῖα τιμῆς μεταξύ τῶν Πατριαρχικῶν Θρόνων, μετά τόν Θρόνο τῆς πρεσβυτέρας Ρώμης στήν Ἀδιαίρετη Ἐκκλησία. Μετά δέ τήν σχᾶσι καί ἔκπτωσι ἐξ Αὐτῆς τοῦ Θρόνου τῆς Πρεσβυτέρας Ρώμης τυγχάνει ὁ πρῶτος Θρόνος στήν Ὀρθόδοξη Καθολική Ἐκκλησία καί ἔχει τό κανονικό καί ἔννομο δικαίωμα τῆς τιμητικῆς προεδρίας τῶν ὈρθοδόξωνἘκκλησιῶν καί ὁ Οἰκουμενικός Πατριάρχης τῆς προεδρίας συγκληθησομένης Οἰκουμενικῆς Συνόδου καί κατά ταῦτα τοῦ συντονισμοῦ τῶν ὈρθοδόξωνἘκκλησιῶν, ὡς συμβαίνει μέ ὅλες τίς προεδρίες ἀνά τόν κόσμο διϊστορικῶς.Ἀπονέμει δέ αὐτοκεφαλία καί αὐτονομία σέ ἐκκλησιαστικές δομές, ὑπό τόνὅρο τῆς ἐγκρίσεως τῶν ἀποφάσεών Του, ἀπό τήν ὁποθενδήποτε συγκληθησομένη Οἰκουμενική Σύνοδο. Τά ἀνωτέρω βεβαίως ἰσχύουν ἐπειδή δέν κατορθώθηκε εἰσέτι ἡ συναπόφαση τῶν Ὀρθοδόξων ΑὐτοκεφάλωνἘκκλησιῶν γιά τήν ἀποδοχή διαδικασίας ἀπονομῆς τῆς αὐτοκεφαλίας καί τοῦαὐτονόμου πού συζητεῖται ἐπί πενήντα ἔτη καί προβλέπει αἴτησι τοῦἘκκλησιαστικοῦ σώματος, συναίνεσι τῆς Μητέρας Ἐκκλησίας καί ἔγκρισι τῶν λοιπῶν αὐτοκεφάλων Ὀρθοδόξων Ἐκκλησιῶν.

Κατά ταῦτα τό Σεπτό Οἰκουμενικό Πατριαρχεῖο δύναται νά χορηγήσει αὐτοκεφαλία σέ ἐκκλησιαστική δομή πού τό ζητεῖ καί πού πληροῖ τούς κανονικούς ὅρους, ἀλλά στήν συγκεκριμένη περίπτωση τῆς Οὐκρανίαςἐγείρεται τό θέμα ὅτι ἡ μόνη κανονική ἐκκλησιαστική δομή τῆς χώρας, πού μέἀπόφαση τοῦ Οἰκουμενικοῦ Πατριάρχου Διονυσίου Δ΄ ἀπό τό 1686 διοικεῖταιἀπό τό Πατριαρχεῖο Μόσχας δέν ἐπιθυμεῖ καί δέν ἐπιδιώκει σήμερα τήνἀνακήρυξη της σέ αὐτοκέφαλη Ἐκκλησία. Τήν αὐτοκεφαλία τῆς ΟὐκρανικῆςὈρθοδόξου Ἐκκλησίας ἐπιδιώκουν ὁ δυτικόφιλος οὐνίτης Πρόεδρος τῆς χώρας Πέτρο Ποροσένκο, τό κοινοβούλιο τῆς χώρας καί δύο σχισματικέςἐκκλησιαστικές δομές, ἡ «Οὐκρανική Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία-Πατριαρχεῖο Κιέβου», πού ἀποσπάστηκε τό 1992 ἀπό τό Ρωσσικό Πατριαρχεῖο μέ σκληρές ἐπιθέσεις καί ἀναθέματα κατά τοῦ Πατριαρχείου τῆς Μόσχας μέἐπικεφαλής τόν καθηρημένο καί ἀναθεματισμένο πρώην Μητροπολίτη Κιέβου μοναχό Φιλάρετο (Ντενισένκο) καί ἡ «Οὐκρανική Αὐτοκέφαλη ὈρθόδοξηἘκκλησία», πού δημιουργήθηκε τό 1921 ἀπό τίς Σοβιετικές Ἀρχές καί ἕνεκεν τῆς συμπράξεώς της μέ τούς Ναζί κατακτητές τῆς χώρας κατεδιώχθη καί συνέπτυξε «ἐκκλησία τῶν κατακομβῶν» καί μετά ταῦτα ἀνεβίωσε τό 1980ἀπό τόν αὐτοπροσδιοριζόμενο ὡς «Πατριάρχη» Μστισλάβ πού ζοῦσε στή Δύση καί σήμερα διοικεῖται ἀπό τόν αὐτοπροσδιοριζόμενο ὡς «Μητροπολίτη Κιέβου καί πάσης Οὐκρανίας» Μακάριο Μαλέτιτς.
Τό Σεπτό Οἰκουμενικό Πατριαρχεῖο ἀπέστειλε δύο ἐξάρχους γιά τήν διερεύνηση τοῦ θέματος καί ἀπεφάσισε Συνοδικῶς νά χορηγήσει αὐτοκεφαλία στήν Ὀρθόδοξη Ἐκκλησίας τῆς Οὐκρανίας ἀπροσδιορίστως πρός τό παρόν καί βέβαια ὄχι στήν ἀναγνωριζομένη ὑπό πάντων καί ὑπό τοῦ ΣεπτοῦΟἰκουμενικοῦ Πατριαρχείου κανονική Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία τῆς Οὐκρανίαςὑπό τόν Μητροπολίτη Ὀνούφριο πού κανονικῶς ἐξαρτᾶται ἀπό τό Πατριαρχεῖο τῆς Μόσχας πού δέν τό ἐπιθυμεῖ καί δεύτερον ἀπεκατέστησε στήν κανονική τάξη τίς δύο σχισματικές «Ἐκκλησιαστικές» δομές μέ τούςἐπικεφαλής των, τῶν ὁποίων τήν κανονική κατάσταση οὐδεμία ὀρθόδοξηἘκκλησίας ἀνεγνώριζε. Εἰδικώτερα ὁ μοναχός Φιλάρετος Ντενισένκο, κληρικός τυγχάνων τοῦ Πατριαρχείου Μόσχας ὡς Μητροπολίτης Κιέβου τό 1992 καθηρέθη ἐκ τοῦ ὑψηλοῦ τῆς Ἀρχιερωσύνης ὑπουργήματος καί μετά ταῦτα ἀνεθεματίσθη γιά τήν πρόκλησι σχίσματος ἀλλά καί γιά ἑτέραςἀντικανονικάς αὐτοῦ ἐνεργείας, ὁ δέ ἕτερος οὐδεμία κανονική χειροτονία κέκτηται προερχόμενος ἐξ «Ἱεραρχίας» μιᾶς μορφῆς «ζώσης Ἐκκλησίας» τοῦΣοβιετικοῦ Καθεστῶτος πού συνεστήθη τό 1921.
Τό κρίσιμο ἑπομένως θέμα πού τίθεται ἀπό κανονικῆς ἐπόψεως στό συγκεκριμένο ζήτημα εἶναι ἐάν ἡ ἀπόφασις τελείας συνόδου προεδρευομένηςὑπό Πατριάρχου ὡς εἶναι ἡ σύνοδος τοῦ Πατριαρχείου Μόσχας εἶναιἀνέκκλητος ἤ δύναται νά ἐκκληθῆ ἐνώπιον ἄλλης Πατριαρχικῆς συνόδου. Τό θέμα αὐτό ἀπησχόλησε τήν οἰκουμενική Ἐκκλησία μετά τήν σύνοδο τῆς Σαρδικῆς καί τούς κανόνες Γ΄, Δ΄ καί Ε΄. Πρῶτος ὁ ἐπίσκοπος Ρώμης Ζώσιμος ἐπικαλούμενος τούς κανόνες τῆς Σαρδικῆς, ὡς κανόνες δῆθεν τῆς Α΄ Οἰκουμενικῆς Συνόδου τῆς Νικαίας, διεξεδίκησε δικαιώματα ὑπάτου δικαστοῦἐπί τῶν ἐκκλησιῶν τῆς Β. Ἀφρικῆς καί ἀξίωσε τήν ἀποκατάσταση τοῦκαθαιρεθέντος ἀπό τόν ἐπίσκοπο Sicca Οὐρβανό πρεσβυτέρου Ἀπιαρίου. Οἱἀφρικανοί ἐπίσκοποι ἀπέκρουσαν διαρρήδην τό ὑπό τοῦ ἐπισκόπου τῆς πρεσβυτέρας Ρώμης Ζωσίμου καί τοῦ διαδόχου του Βονιφατίου Κελεστίνου Α΄ ἀξιούμενο δικαίωμα ὑπάτου δικαστοῦ τῶν ἐκκλησιῶν τους τό 424. Προηγουμένως ἡ ἐν Καρθαγένῃ τοπική σύνοδος μέ τόν ΛΣΤ (31) κανόνα της (κατ’ ἀρίθμησιν «Πηδαλίου»), ὁ ὁποῖος ἐπαναλαμβάνεται ἀπαράλακτος καί μέ τόν ΡΛΔ (129) κανόνα τῆς ἰδίας συνόδου νομοθέτησε: «Ὁμοίως ἤρεσεν, ἵνα οἱπρεσβύτεροι καὶ οἱ διάκονοι καὶ οἱ λοιποὶ κατώτεροι κληρικοί, ἐν αἷς ἔχουσιν αἰτίαις, ἐὰν τὰ δικαστήρια μέμφωνται τῶν ἰδίων ἐπισκόπων, οἱ γείτονεςἐπίσκοποι ἀκροάσωνται αὐτῶν καί, μετὰ συναινέσεως τοῦ ἰδίου ἐπισκόπου, τὰ μεταξὺ αὐτῶν διαθῶσιν οἱ προσκαλούμενοι παρ’ αὐτῶν ἐπίσκοποι. Διό, εἰκαὶ περὶ αὐτῶν ἔκκλητον παρέχειν νομίσωσι, μὴ ἐκκαλέσωνται εἰς τὰ πέραν τῆς θαλάσσης δικαστήρια, ἀλλὰ πρὸς τοὺς πρωτεύοντας τῶν ἰδίων ἐπαρχιῶν,ὡς καὶ περὶ τῶν ἐπισκόπων πολλάκις ὥρισται. Οἱ δὲ πρὸς περαματικὰδικαστήρια διεκκαλούμενοι, παρ᾽ οὐδενὸς ἐν τῇ Ἀφρικῇ δεχθῶσιν κοινωνίαν» καί τό σημαντικόν εἶναι ὅτι οἱ κανόνες τῆς ἐν Καρθαγένῃ Συνόδουἐπικυρώθησαν ὁρισμένως καί ὀνομαστικῶς ἀπό τόν Β΄ κανόνα τῆς ἁγίας Στ΄ Οἰκουμενικῆς Συνόδου ἁπλῶς δέ ἀπό τόν Α΄ τῆς Δ΄ καί τόν Α΄ τῆς Ζ΄ Οἰκουμενικῆς Συνόδου. Ἑπομένως ἡ ἀδιαίρετος Ἐκκλησία ἐδέχθη ὅτι τά ὑπό τοῦ Γ΄, Δ΄ καί Ε΄ κανόνων τῆς Σαρδικῆς, ὁριζόμενα ἀφοροῦσαν εἰδικό προνόμοιο πού ἀπενεμήθη στόν τότε Ὀρθόδοξο ἐπίσκοπο τῆς πρεσβυτέρας Ρώμης διά τούς ὑπ’ αὐτόν ὑπαγομένους Ἐπισκόπους καί μόνον καί ὄχι περίἀναθέσεως ὑπερτάτης ἐκκλησιαστικῆς δικαιοδοσίας σέ αὐτόν. Σχετικά ὁΖωναρᾶς λέγει: «Οὔτε οὖν τῆς ἐν Νικαίᾳ συνόδου ἐστίν ὁ κανών, οὔτε πᾶσας τάς ἐκκλήτους ἀνατίθησι αὐτῷ ἀλλά τῶν ὑποκειμένων αὐτῷ» (Σ.Γ.241), ὁ δέ Βαλσαμών ἀναφέρει: «εἰδικόν γάρ ἐστί τοῦτο εἰς τάς ἐκκλησιαστικάςὑποθέσεις τοῦ Πάπα καί κρατεῖν ὀφείλει ἔνθα ἐξεφωνήθη» (Σ.Γ.239). Συνεπῶς ἡ ἀπαίτησις τοῦ τότε Ὀρθοδόξου ἐπισκόπου τῆς πρεσβυτέρας Ρώμης γιά προνόμιο ὑπερτάτης ἐκκλησιαστικῆς δικαιοδοσίας ἀπερρίφθη ὑπό τῆς Ἐκκλησίας διότι ἔγινε δεκτή ἡ κανονική διάταξι τῆς Συνόδου τῆς Καρχηδόνος διά τῆς Ἁγίας Στ΄ Οἰκουμενικῆς Συνόδου ὅτι θά ἀφορίζονται οἱκληρικοί ἑτέρου ἐκκλησιαστικοῦ κλίματος πού θά ἐκκαλοῦν ἐνώπιον τοῦἐπισκόπου τῆς πρεσβυτέρας Ρώμης τάς ὑποθέσεις των.
Στήν Ὀρθόδοξο Καθολική Ἐκκλησία ἐπί τῇ βάσει τῶν Θ. καί Ἱ. Κανόνων Θ΄ καί ΙΖ΄ τῆς ἁγίας Δ΄ Οἰκουμενικῆς Συνόδου πού διακελεύουν: «Εἰ δὲ πρὸς τὸν τῆς αὐτῆς ἐπαρχίας μητροπολίτην, ἐπίσκοπος ἤ κληρικὸς ἀμφισβητοίη, καταλαμβανέτω τὸν ἔξαρχον τῆς διοικήσεως, ἢ τὸν τῆς βασιλευούσης Κωνσταντινουπόλεως θρόνον, καὶ ἐπ’ αὐτῷ δικαζέσθω», σέ προσβολή δι’ἐκκλήτου δέν ὑπόκειται, δηλ. τυγχάνει ἀνέκκλητος ἐκδοθεῖσα καταδικαστικήἀπόφασις ὑπό τελείας Συνόδου, συνελθούσης κατ’ ὀρθήν ἐφαρμογή τοῦΚΗ΄ἀποστολικοῦ Κανόνος καί τοῦ Δ΄ κανόνος τῆς ἐν Ἀντιοχείᾳ Συνόδου,ὅπως εἶναι ἡ ὑπό τήν προεδρία τοῦ Ἐξάρχου τῆς Διοικήσεως τελοῦσα Γενική Σύνοδος τῶν Μητροπολιτῶν ἤ ἡ ὑπό τήν Προεδρία τοῦ Πατριάρχου τελοῦσα Σύνοδος τοῦ οἰκείου Πατριαρχικοῦ κλίματος. Τόσον ὁ Θ΄ ὅσο καί ὁ ΙΖ΄ κανόνες τῆς Δ΄ Οἰκουμενικῆς Συνόδου θέτουν διαζευκτικό ἤ στήν ἴδια κανονική πρόβλεψη γιά τόν Ἔξαρχο τῆς Διοικήσεως καί τόν Ἀρχιεπίσκοπο Κωνσταντινουπόλεως καί παρέχουν δυνατότητα ἰσοτίμου προσφυγῆς καίἑπομένως δέν ἀνιδρύουν οἱ κανόνες γιά τόν Ἀρχιεπίσκοπο Κωνσταντινουπόλεως ὑπερτάτη δικαστική ἁρμοδιότητα καί ἕτερο βαθμό δικαιοδοσίας. Ἔξαρχο δέ τῆς Διοικήσεως θεωροῦν τόν Πρόεδρο τοῦ οἰκείου Πατριαρχικοῦ κλίματος. Ὁ Βαλσαμών ἀναφέρει χαρακτηριστικά: «Αἱ ψῆφοι τῶν Πατριαρχῶν ἐκκλήτῳ οὐχ ὑπόκεινται, Ν ΡΚΓ΄, κβ, Β.Γ.α.λη «ὁμακαριώτατος πατριάρχης ἐκείνης τῆς διοικήσεως μεταξύ αὐτῶν ἀκροάσθω, κακεῖνα ὁριζέτω ἅτινα τοῖς ἐκκλησιαστικοῖς κανόσι, καί τοῖς νόμοις συνάδει, οὐδενός μέρους κατά τῆς ψήφου αὐτοῦ ἀντιλέγειν δυναμένου», στήν δέ «Ἐπαναγωγή» ΙΑ΄,6(J.G.R. τ Β΄, 260) «Τό τοῦ Πατριάρχου κριτήριον ἐκκλήτῳοὐχ ὑπόκειται, οὐδέ ἀναψηλαφᾶται ὑφ’ ἑτέρου, ὡς ἀρχή καί αὐτῶν τῶνἐκκλησιαστικῶν κριτηρίων», ὁ δέ Ἱερός καί Μέγας Φώτιος στά «Νομοκανονικά» του Θ, α΄ (Σ.Α. 169) γράφει: «οὔτε γάρ ἐκκαλοῦντο αἱ τῶν Πατριαρχῶν ψῆφοι». Κατά ταῦτα ἡ δικαστική κρίσις οἱασδήποτε Ἁγίας καίἹερᾶς Πατριαρχικῆς Συνόδου πού ἀποτελεῖ κατά τό κανονικό μας δίκαιο τελεῖα Σύνοδο καί ἐκφέρεται μετά ἀπό ἐκδίκαση ποινικῆς ὑποθέσεως τυγχάνειἀνέκκλητος δυναμένη μόνον νά ἐκκληθῆ ἐνώπιον Οἰκουμενικῆς Συνόδου (Π. Παναγιωτάκου «Σύστημα τοῦ Ἐκκλησιαστικοῦ Δικαίου, Τό ποινικό Δίκαιο τῆςἘκκλησίας» σελ. 836 ἑπ., ΑΘΗΝΑΙ 1962).
Ὑπομνηματίζων ὁ θεοφώτιστος Ἅγ. Νικόδημος ὁ Ἁγιορείτης τόν Θ΄ Κανόνα τῆς Δ΄ Οἰκουμενικῆς Συνόδου στίς σελ. 192-193 «Πηδάλιο» ἐκδ. Β. Ρηγοπούλου, Θεσσαλ. 1998, «ἀπαντῶν» στόν ἐξωμότη καί ἐξουνιτισθέντα Βησσαρίωνα καί στούς ὅπως ἀναφέρει Παπιστές Βίνιον καί Βελαρμῖνον,ἀναφέρεται στό ζήτημα μέ ἐξαίρετη κανονική ἀνάλυση λέγοντας χαρακτηριστικά: «Ὅτι μέν γάρ ὁ Κωνσταντινουπόλεως οὐκ ἔχει ἐξουσίανἐνεργεῖν εἰς τάς διοικήσεις καί ἐνορίας τῶν ἄλλων Πατριαρχῶν, οὔτε εἰς αὐτόνἐδόθη ἀπό τόν Κανόνα τοῦτον ἡ ἔκκλητος ἐν τῇ καθόλου Ἐκκλησίᾳ δῆλόν ἐστι ά. διατί ἐν τῇ δ΄. πράξει τῆς ἐν Χαλκηδόνι ταύτης Συνόδου ὁΚωνσταντινουπόλεως Ἀνατόλιος ἐνεργήσας ὑπερόρια, καί λαβών τήν Τύρονἀπό τόν Ἐπίσκοπόν της Φώτιον, καί δούς αὐτήν εἰς τόν Βηρυτοῦ Εὐσέβιον, καί καθελών καί ἀφορίσας τόν Φώτιον, ἐμέμφθη καί ἀπό τούς ἄρχοντας, καίἀπό ὅλην τήν Σύνοδον διά τοῦτο. Καί ἀγκαλά ἐπροφασίσθη πολλά, μέ ὅλον τοῦτο ὅσα ἐκεῖ ἐνήργησεν, ἀκυρώθησαν ὑπό τῆς Συνόδου, καί ὁ Φώτιοςἐδικαιώθη, καί τάς ἐπισκοπάς τῆς Τύρου ἔλαβε. Διό καί ὁ Ἐφέσου Ἰσαάκἔλεγεν εἰς Μιχαήλ τόν πρῶτον τῶν Παλαιολόγων, ὅτι ὁ Κωνσταντινουπόλεως οὐκ ἐκτείνει τήν ἐξουσίαν αὐτοῦ ἐπί τά Πατριαρχεῖα τῆς Ἀνατολῆς (κατά τόν Παχυμέρην βιβλ. στ'. κεφ. ά)· β'. ὅτι οἱ πολιτικοί καί βασιλικοί νόμοι δέν προσδιορίζουσιν ὅτι ἡ τοῦ Κωνσταντινουπόλεως μόνον κρίσις καί ἀπόφασις δέν δέχεται ἔκκλητον, ἀλλ΄ ἀορίστως ἑκάστου Πατριάρχου καί  τῶν Πατριαρχῶν πληθυντικῶς. Λέγει γάρ Ἰουστινιανός Νεαρά ρκγ΄, ὁ Πατριάρχης τῆς Διοικήσεως ἐκεῖνα ὁριζέτω, ἅτινα τοῖς ἐκκλησιαστικοῖς Κανόσι καί τοῖς νόμοις συνάδει, οὐδενός μέρους κατά τῆς ψήφου αὐτοῦ ἀντιλέγειν δυναμένου. Καί ὁ σοφός Λέων ἐν τῷ ά. τίτλ. τῆς νομικῆς αὐτοῦ ἐπιτομῆς, λέγει, τό τοῦΠατριάρχου κριτήριον ἐκκλήτῳ οὐχ ὑπόκειται, οὐδέ ἀναψηλαφᾶται ἀπόἄλλον, ὡς ἀρχή ὅν τῶν ἐκκλησιαστικῶν ἐξ αὐτοῦ γάρ πάντα τά κριτήρια, καίεἰς αὐτό ἀναλύει. Καί ὁ Ἰουστινιανός πάλιν βιβλ. γ. κεφ. β. τῆς συναγωγῆς τῆςἐκκλησιαστικῆς ὁ ἁρμόδιος Πατριάρχης ἐξετάσει τήν ψῆφον, μή δεδιώςἔκκλητον, καί βιβλ. ά. τιτλ. δ΄ τῆς ἐκκλησιαστικῆς διαταγῆς, οὐκ ἐκκαλοῦνται αἱτῶν Πατριαρχῶν ψῆφοι, καί πάλιν βιβλ. ά. τίτλ. δ'. κεφ. κθ΄ κατά τῶνἀποφάσεων δέ τῶν Πατριαρχῶν, ἐνομοθετήθη ἀπό τούς πρό ἡμῶν Βασιλεῖς νά μή γίνεται ἔκκλητος. Λοιπόν ἀνίσως κατά τούς Βασιλεῖς τούτους, οἵτινες συμφωνοῦσι μέ τούς ἱερούς Κανόνας, αἱ ψῆφοι τῶν Πατριαρχῶν πάντων δέν δέχονται ἔκκλητον, ἤτοι δέν ἀναβιβάζονται εἰς ἄλλου Πατριάρχου κριτήριον, πῶς ὁ Κωνσταντινουπόλεως δύναται ταύτας νά ἀνακρίνη; καί ἄν ὁ παρών Κανών τῆς δ΄ ἀλλά καί ιζ΄ αὐτῆς, σκοπόν εἶχε νά ἔχῃ ὁ Κωνσταντινουπόλεως τήν ἔκκλητον τῶν λοιπῶν Πατριαρχῶν, πῶς οἱ Βασιλεῖς ἤθελαν θεσπίσουν ἐκ διαμέτρου ὅλον τό ἐναντίον, εἰς καιρόν ὅπου αὐτοί ἐγίνωσκον ὅτι οἱ μή συμφωνοῦντες τοῖς Κανόσι πολιτικοί νόμοι μένουσιν ἄκυροι; γ΄. ὅτι, ἄν δώσωμεν κατά τούς ἀνωτέρω Παπιστάς ὅτι ὁ Κωνσταντινουπόλεως κρίνει τούς Πατριάρχας, καί ἀνακρίνει τάς κρίσεις αὐτῶν, ἐπειδή ὁ Κανών δέν κάμνειἐξαίρεσιν τίνος καί τίνος Πατριάρχου, ἄρα κρίνει ὁ αὐτός καί ἀνακρινεῖ καί τόν Ρώμης, καί οὕτως ἔσται ὁ Κωνσταντινουπόλεως καί πρῶτος καί ἔσχατος καί κοινός κριτής πάντων τῶν Πατριαρχῶν καί αὐτοῦ τοῦ Πάπα».
Συνεπῶς κανονικό δικαίωμα ἐπανεξετάσεως τῆς ὑποθέσεως τοῦΜοναχοῦ Φιλαρέτου Ντενισένκο μετά τίς ἀποφάσεις τῆς τελείας Πατριαρχικῆς Συνόδου τοῦ Πατριαρχείου Μόσχας, ἔχει μόνον ἡ Οἰκουμενική Σύνοδος,ὅπως ἄλλωστε ὁ Σεπτός Οἰκουμενικός Πατριάρχης κ.κ. Βαρθολομαῖος μέ τόὑπ’ ἀριθμ. 1203/29.8.1999 Πατριαρχικόν Του Γράμμα πρός τόν Μακαριστόν Πατριάρχην Μόσχας κυρόν Ἀλέξιον ἀποδέχεται γράφων: «Εἰς ἀπάντησιν πρός σχετικό τηλεγράφημα καί γράμμα τῆς Ὑμετέρας λίαν ἀγαπητῆς καί περισπουδάστου Μακαριότητος, ἐπί τοῦ ἀνακύψαντος προβλήματος ἐν τῇκαθ’Ὑμᾶς ἀδελφῇ Ἁγιωτάτῃ Ἐκκλησίᾳ τῆς Ρωσσίας, ὅπερ πρόβλημαὡδήγησε τήν Ἱεράν Σύνοδον αὐτῆς ὅπως προβῇ, δι’οὕς οἷδεν αὕτη λόγους, εἰς τήν καθαίρεσιν τοῦ ἄχρι πρότινος ἐκ τῶν τά πρῶτα φερόντων Συνοδικοῦμέλους αὐτῆς Μητροπολίτου Κιέβου κυρίου Φιλαρέτου, ἐπιθυμοῦμεν ἵνα γνωρίσωμεν τῇ Ὑμετέρᾳ Ἀγάπῃ ἀδελφικῶς ὅτι ἡ καθ’ ἡμᾶς Ἁγία τοῦ ΧριστοῦΜεγάλη Ἐκκλησία ἀναγνωρίζουσα εἰς τό ἀκέραιον τήν ἐπί τοῦ θέματοςἀποκλειστικήν ἀρμοδιότητα τῆς ὑφ’ Ὑμᾶς ἁγιωτάτης Ἐκκλησίας τῆς Ρωσσίαςἀποδέχεται τά Συνοδικῶς ἀποφασισθέντα περί τοῦ ἐν λόγῳ, μή ἐπιθυμοῦσα τό παράπαν ἵνα παρέξῃ οἱανδήτινα δυσχέρειαν εἰς τήν καθ’ Ὑμᾶς ἀδελφήνἘκκλησίαν». 

+ ὁ Μητροπολίτης Πειραιῶς ΣΕΡΑΦΕΙΜ

Τετάρτη 17 Οκτωβρίου 2018

“ΡΩΣΙΚΟ ΙΕΡΟ ΜΕΤΩΠΟ” ΚΑΤΑ ΤΟΥ ΟΙΚΟΥΜΕΝΙΚΟΥ ΠΑΤΡΙΑΡΧΕΙΟΥ! ΤΙ ΓΡΑΦΕΙ Ο ΡΩΣΙΚΟΣ ΤΥΠΟΣ ΓΙΑ ΤΟ ΡΗΓΜΑ

Όλα σχεδόν τα ρωσικά μέσα ενημέρωσης αναφέρονται στο ρήγμα της Ρωσικής ορθόδοξης Εκκλησίας με το Οικουμενικό Πατριαρχείο, το οποίο επικύρωσε η απόφαση της Ιεράς συνόδου της Ρωσικής Εκκλησίας να διακόψει πλήρως την ευχαριστιακή κοινωνία με το Οικουμενικό Πατριαρχείο, δηλαδή να διακόψει τις σχέσεις της με το Οικουμενικό Πατριαρχείο. 

Παράλληλα η Ιερά σύνοδος της Ρωσικής Ορθόδοξης Εκκλησίας κάλεσε του προκαθήμενους των άλλων εκκλησιών να εκφράσουν την δική τους εκτίμηση για τις αποφάσεις του Οικουμενικού Πατριαρχείου.

Το ρήγμα αυτό επήλθε μετά τη απόφαση του Οικουμενικού Πατριαρχείου να αναιρέσει την απόφαση που είχε ληφθεί τον 17ο αιώνα σύμφωνα με την οποία η Μητρόπολις του Κιέβου περνούσε υπό την δικαιοδοσία του Πατριαρχείου τη Μόσχας και να άρει τον αφορισμό και την καθαίρεση που είχε επιβληθεί στον «πατριάρχη» Φιλάρετο της Ουκρανίας καθώς και στον μέχρι πρόσφατα σχισματικό «αρχιεπίσκοπο» Μακάριο τους οποίους επανέφερε στην κανονική τάξη.

«Η διακοπή της ευχαριστιακής κοινωνίας μεταξύ της Ρωσικής Ορθόδοξης Εκκλησίας και του Οικουμενικού Πατριαρχείου, υπήρξε η λογική συνέπεια των αποφάσεων αυτών», δηλώνει ο διευθυντής του Κέντρου μελέτης θρησκευτικών και κοινωνικών προβλημάτων του Ινστιτούτου Ευρώπης Ρομάν Λουνκίν, στην εφημερίδα Kommersant επισημαίνοντας ότι οι θρησκευόμενοι δεν θα μπορούν να συμμετάσχουν στα μυστήρια που τελούνται σε ναούς που βρίσκονται υπό την δικαιοδοσία του Οικουμενικού Πατριαρχείου σε όλο τον κόσμο».

«Σύμφωνα με τις αποφάσεις που ελήφθησαν για την Ρωσική Ορθόδοξη Εκκλησία θα είναι σημαντικό να διατυπώσουν τις απόψεις τους οι αρχηγοί των ορθοδόξων εκκλησιών σε διάφορες χώρες» επισημαίνει ο Λουνκίν, προσθέτοντας ότι «προς το παρόν ούτε μια εκκλησία δεν ενέκρινε ευθέως τις ενέργειες του Βαρθολομαίου, ο οποίος μπορεί να βρεθεί στην μειοψηφία».


Ο καθηγητής της θεολογικής ακαδημίας της Μόσχας Αλεξέι Όσιποφ, με δηλώσεις του στην εφημερίδα Izvestia επισημαίνει ότι μετά την διακοπή της ευχαριστιακής κοινωνίας με το Οικουμενικό Πατριαρχείο οι εκκλησίες κατά τόπους δεν μπορεί να σιωπήσουν, θα πρέπει να εκφρασθούν. 

«Το ζήτημα αυτό δεν μπορεί να αγνοηθεί. Προς το παρόν πολλοί βρίσκονται σε αναμονή. όμως εάν δύο εκκλησίες διακόπτουν την κοινωνία, τότε θα πρέπει είτε να επιλέξουν την μία εκ των πλευρών, είτε να διακόψουν την κοινωνία και με τις δύο» εκτιμά ο Όσιποφ. 

Ο ίδιος προσθέτει ότι « στην πραγματικότητα, κάθε κατά τόπον εκκλησία πρέπει να διακόψει την ευχαριστιακή κοινωνία είτε με τον Οικουμενικό Πατριαρχείο, είτε με την Ρωσική Ορθόδοξη Εκκλησία. Δεν είναι μια τόσο απλή κατάσταση».

Η εφημερίδα Rbk επισημαίνει ότι οι θρησκευόμενοι της Ρωσικής Ορθόδοξης Εκκλησίας μετά την απόφαση της Ιεράς συνόδου εφεξής δεν πρέπει να προσεύχονται στους ναούς που βρίσκονται υπό την δικαιοδοσία του Οικουμενικού Πατριαρχείου. 

Εάν αυτό συμβεί, τους περιμένει η τιμωρία. Εάν προσευχηθούν σε «απαγορευμένους ναούς» θα είναι υποχρεωμένοι να μετανοήσουν για το αμάρτημα τους αυτό στην εξομολόγηση. 

Υπό απαγόρευση για τους ρώσους θρησκευόμενους επισημαίνει η ρωσική εφημερίδα βρίσκονται όλες οι ορθόδοξες εκκλησίες που υπάγονται στο Οικουμενικό Πατριαρχείο καθώς και οι εκκλησίες που βρίσκονται στο Άγιο Όρος.

Πηγές: Kommersant, Izvestia, Rbk, AFP

Σάββατο 28 Ιουλίου 2018

ΠΟΥΤΙΝ: «Ο ΧΡΙΣΤΙΑΝΙΣΜΟΣ ΕΙΝΑΙ Η ΑΦΕΤΗΡΙΑ ΓΙΑ ΤΗΝ ΕΓΚΑΘΙΔΡΥΣΗ ΤΗΣ ΚΡΑΤΙΚΗΣ ΕΞΟΥΣΙΑΣ ΤΗΣ ΡΩΣΙΑΣ»


Ο Ρώσος Πρόεδρος Βλαντιμίρ Πούτιν συμμετείχε στη λιτανεία προς το μνημείο του πρίγκιπα Βλαντιμίρ στην πλατεία Μποροβίτσα, στο κέντρο της Μόσχας, που σηματοδοτεί την 1030η επέτειο από τον χριστιανισμό της Ρωσίας.
Ο Πούτιν περπάτησε από την πλατεία Σομπόρναγια στο Κρεμλίνο προς το μνημείο του πρίγκιπα Βλαντιμίρ μαζί με τον Πατριάρχη Μόσχας Κύριλλος και τον Πατριάρχη Αλεξανδρείας Θεόδωρο , στην οποία συμμετείχαν χιλιάδες πιστοί.
Στη λιτανεία συμμετείχαν εκπρόσωποι δέκα Ορθοδόξων Εκκλησιών, από το Πατριαρχείο Αλεξανδρείας, το Πατριαρχείο Αντιόχειας, το Πατριαρχείο Ιεροσολύμων, την Εκκλησία της Σερβίας, την Εκκλησία της Βουλγαρίας, την Εκκλησία της Γεωργίας, την Εκκλησία της Κύπρου, την Εκκλησία της Πολωνίας την Εκκλησία της Αλβανίας και την Εκκλησία Τσεχίας και της Σλοβακίας.
Ο Πρόεδρος Πούτιν όρισε τον εκχριστιανισμό της Ρωσίας ως αφετηρία της εγκαθίδρυσης της κρατικής εξουσίας της Ρωσίας.
«Ο χριστιανισμός είναι το σημείο εκκίνησης για την εγκαθίδρυση και ανάπτυξη της κρατικής εξουσίας της Ρωσίας, της πραγματικής πνευματικής γέννησης των προγόνων μας, της ευημερίας του εθνικού πολιτισμού, της εκπαίδευσης και της ανάπτυξης πολύπλευρων δεσμών με άλλες χώρες».
«Ο εκχριστιανισμός της Ρωσίας είναι ένα βασικό και σημαντικό στάδιο της ιστορίας μας, ένα γεγονός πολιτισμικού πεδίου και μετασχηματισμού της πνευματικής δύναμης. Οι πρόγονοί μας έδειξαν σοφία και μεγάλη προνοητικότητα ανοίγοντας μια εποχή στην οποία όλοι ανήκουμε τώρα», δήλωσε ο Πούτιν.
Ο Πούτιν εξήρε ιδιαιτέρως την προσωπικότητα του Πρίγκιπα Βλαντιμίρ. «Έγινε οδηγός της πίστης και είδε την ηθική υποστήριξη, την ομορφιά και τη βάση για την ανανέωση της ζωής, για την ενδυνάμωση της ενότητας και της ταυτότητας των λαών που κατοικούν στην Αρχαία Ρωσία», δήλωσε ο Πούτιν.
Αποκάλεσε τον Πρίγκιπα Βλαντιμίρ «πολεμιστή που πέρασε από σκληρές μάχες και δοκιμές και που κατέστη δημιουργός, διαφωτιστής και ιδρυτής», υπό την καθοδήγηση του οποίου χτίστηκαν εκκλησίες, μοναστήρια, πόλεις, σχολεία και βιβλιοθήκες.

Δευτέρα 8 Ιανουαρίου 2018

ΑΡΧΙΜ. ΠΑΥΛΟΣ ΔΗΜΗΤΡΑΚΟΠΟΥΛΟΣ: ΝΕΟ ΚΑΙΡΙΟ ΠΛΗΓΜΑ ΤΗΣ ΨΕΥΔΟΣΥΝΟΔΟΥ ΤΗΣ ΚΡΗΤΗΣ ΑΠΟ ΤΗΝ ΡΩΣΙΚΗ ΙΕΡΑΡΧΙΑ!

ΝΕΟ ΚΑΙΡΙΟ ΠΛΗΓΜΑ ΤΗΣ ΨΕΥΔΟΣΥΝΟΔΟΥ ΤΗΣ ΚΡΗΤΗΣ
ΑΠΟ ΤΗΝ ΡΩΣΙΚΗ ΙΕΡΑΡΧΙΑ!

Aρχ. Παύλου Δημητρακοπούλου
Διευθυντού του Γραφείου επί των Αιρέσεων
και Παραθρησκειών της
Ιεράς Μητροπόλεως Πειραιώς
Εν Πειραιεί τη 8η Ιανουαρίου 2018
   
Η ψευδοσύνοδος της Κρήτης, (18-26 Ιουνίου 2016), κατέστη χωρίς αμφιβολία ο σύγχρονος μέγας πειρασμός της ορθοδοξίας.
Όπως απέδειξαν τα εκ των υστέρων επακολουθήσαντα γεγονότα,  όχι μόνο δεν λειτούργησε θετικά και ευεργετικά στο σώμα της Εκκλησίας, αλλά απεναντίας προκάλεσε και συνεχίζει να προκαλεί μέχρι σήμερα με συνεχώς αυξανόμενη ένταση σοβαρούς κραδασμούς, διαιρέσεις, αποτοιχίσεις και σχίσματα. Την τραγική αυτή έκβαση των πραγμάτων προείδε ο σοφός και διορατικός σύγχρονος άγιος της Εκκλησίας μας Ιουστίνος ο Πόποβιτς, ο οποίος σε βαρυσήμαντο υπόμνημά του προς την Ιερά Σύνοδο της Εκκλησίας της Σερβίας, με τίτλο «Περί την μελετωμένην “Μεγάλην Συνοδον” τήςΟρθοδόξου Εκκλησίας», το οποίο υπέβαλε τον Απρίλιο του 1977, έγραφε μεταξύ άλλων τα εξής: «Εις αυτήν την αποκαλυπτικήν εποχήν είναι δύσκολον, η μάλλον αδύνατον, εις πολλούς ιεράρχας των τοπικών Ορθοδόξων Εκκλησιών, λόγω ανθρωπίνων αδυναμιών να ομολογήσουν ορθοδόξως και αγιοπατερικώς εις αυτήν την ενδεχομένως μέλλουσαν να συνέλθη Οικουμενικήν Σύνοδον τα Ορθόδοξα δόγματα και τας κανονικάς αληθείας. Ένεκα τούτου το ορθοδοξότερον θα ήτο να μη συγκληθεί καθόλου η Οικουμενική Σύνοδος, η τουλάχιστον να μη συμμετάσχη τις εις αυτήν…Και εις το τέλος, τέλος τι δύναται να περιμένη κανείς από μίαν τοιαύτην Οικουμενικήν Σύνοδον; Εν και μόνον εν: σχίσματα και αιρέσεις και διαφόρους άλλας συμφοράς. Αυτό είναι η βαθεία μου αίσθησις και πλήρης οδύνης επίγνωσις. Δι’ αυτό παρακαλώ και ικετεύω την ΙεράνΣύνοδον της Ιεραρχίας, να απόσχει από την συμμετοχήν εις την προετοιμασίαν της Συνόδου και από την συμμετοχήν εις την ιδίαν την Σύνοδον, εάν ατυχώς συγκληθεί». Οι παρά πάνω προφητικές προρρήσεις του αγίου δυστυχώς επαληθεύτηκαν πλήρως.
    Ωστόσο ο Κύριος δεν ήταν δυνατόν να αφήσει την Εκκλησία του «ην περιεποιήσατο δια του ιδίου αίματος» (Πραξ.20,28), αιχμάλωτη στην πλάνη της παναιρέσεως του Οικουμενισμού και στην επιχειρηθείσα συνοδική κατοχύρωσή της δια της κολυμπαρίας ψευδοσυνόδου. Τα πρώτα ελπιδοφόρα γεγονότα, που προανήγγειλαν την μέλλουσα ανατροπή της,  άρχισαν ήδη να κάνουν την εμφάνιση τους σχεδόν αμέσως μετά την σύγκλησή της. Τέσσερις τοπικές Εκκλησίες, (Πατριαρχεία Αντιοχείας, Ρωσίας, Βουλγαρίας και Γεωργίας), οι οποίες αντιπροσωπεύουν τα 2/3 του συνόλου του Ορθοδόξου πληρώματος, (οι υπόλοιπες δέκα αντιπροσώπευσαν μόνο το 1/3), αρνήθηκαν να συμμετάσχουν στο συνέδριο της πλάνης και το γεγονός αυτό υπήρξε το πρώτο καίριο πλήγμα στις υπερφίαλες και μεγαλόστομες διακηρύξεις των διοργανωτών της, ότι δήθεν υπήρξε ένα «μεγάλο γεγονός για την Ορθοδοξία και τον κόσμον όλον». Οι ως άνω τέσσερις Εκκλησίες ως γνωστόν ουσιαστικά απέρριψαν σχεδόν στο σύνολό τους τις αποφάσεις της. Αρνήθηκαν να τις θεωρήσουν αναγκαστικά εφαρμοστέες και για λόγους κανονικής τάξεως, θεωρώντας αντικανονική την συγκρότηση και τη λειτουργία της, αλλά κυρίως για τον αντορθόδοξο χαρακτήρα τους. Και τούτο διότι έρχονται σε ευθεία αντίθεση με την μακραίωνη Ορθόδοξη Κανονική και Συνοδική  Παράδοση και την περί Εκκλησίας δογματική διδασκαλία της Εκκλησίας μας.
     Στο παρά πάνω πλήγμα ήρθε πρόσφατα να προστεθεί ένα νέο, εξ’ ίσου καίριο πλήγμα. Όπως πληροφορηθήκαμε από τα ΜΜΕ, (βλέπε ιστοσελίδα του Τμήματος Εξωτερικών Εκκλησιαστικών Σχέσεων του Πατριαρχείου Μόσχας https://mospat.ru/gr/2017/12/02/news153781), η Εκκλησία της Ρωσίας διοργάνωσε από 29ης Νοεμβρίου ως και 2ας Δεκεμβρίου 2017 μεγαλειώδεις εορτασμούς για τα 100 έτη από την επανασύσταση του Πατριαρχείου Μόσχας. Στους εορτασμούς αυτούς προσκλήθηκαν να συμμετάσχουν όλα τα Πατριαρχεία και οι Αυτοκέφαλες Εκκλησίες, οι οποίες ανταποκρίθηκαν και συμμετείχαν διά των προκαθημένων τους, ή των αντιπροσώπων τους, πλην του Οικουμενικού Πατριαρχείου και της Εκκλησίας της Ελλάδος. Εν τω μεταξύ κατά την διάρκεια των εορτασμών αυτών συγκλήθηκε η Ιερά Σύνοδος της Ιεραρχίας της Εκκλησίας της Ρωσίας, στην οποία συμμετείχαν 377 αρχιερείς. Η εν λόγω Σύνοδος έλαβε σημαντικές αποφάσεις επί διαφόρων θεμάτων, ένα δε από τα θέματα με τα οποία ασχολήθηκε, ήταν και οι αποφάσεις της «Συνόδου» της Κρήτης. Στις παραγράφους 38, 39, 40 και 41 των συνοδικών κειμένων γίνεται λόγος για την αξιολόγηση από την Ρωσική Ιεραρχία της «Συνόδου». Σύμφωνα με τη συνοδική απόφαση: «η εν λόγω Σύνοδος, [της Κρήτης], δεν δύναται να θεωρείται Πανορθόδοξη, ούτε και οι αποφάσεις της ως δεσμευτικές για όλο το Ορθόδοξο πλήρωμα, επειδή η μη εξασφάλιση της σύμφωνης γνώμης των ορισμένων κατά τόπους Αυτοκεφάλων Εκκλησιών για τη σύγκλησή της στις προκαθορισμένες ημερομηνίες, παραβίασε την αρχή της ομοφωνίας. Ταυτόχρονα πρέπει να δεχθούμε ότι η Σύνοδος στην Κρήτη αποτελεί σημαντικό σταθμό στην ιστορία της Ορθοδόξου Εκκλησίας. Η ανάλυση των κειμένων της εν Κρήτῃ Συνόδου, την οποία, κατόπιν εντολής της Διαρκούς Ιεράς Συνόδου, διενέργησε η Συνοδική Βιβλική Θεολογική Επιτροπή, απέδειξε ότι ορισμένα εξ αυτών περιλαμβάνουν ασαφείς και διφορούμενες διατυπώσεις, κάτι το οποίο δεν επιτρέπει να τα θεωρούμε ως υποδειγματική έκφραση των αληθειών της Ορθοδόξου πίστεως και της Παραδόσεως της Εκκλησίας. Αυτό αφορά ιδιαίτερα το κείμενο ‘Σχέσεις της Ορθοδόξου Εκκλησίας προς τον λοιπόν χριστιανικόν κόσμον’, το οποίο δεν υπέγραψαν 2/3 των μελών της αντιπροσωπείας της Ορθοδόξου Εκκλησίας της Σερβίας και οι μεμονωμένοι Ιεράρχες ορισμένων άλλων κατά τόπους Εκκλησιών, οι οποίες μετείχαν των εργασιών της εν Κρήτῃ Συνόδου, κάτι το οποίο επιμαρτυρεί τη μεγάλη διχογνωμία ως προς το κείμενο αυτό, ακόμη και στους μετάσχοντας της ἐν Κρήτῃ Συνόδου».Οι Ρώσοι Ιεράρχες με την παρά πάνω απόφασή τους: α) αρνούνται κατηγορηματικά τον πανορθοδόξο χαρακτήρα της, β) αρνούνται να δεχτούν ως δεσμευτικές και εφαρμοστέες τις αποφάσεις της, ερχόμενοι σε πλήρη αντίθεση με τις αποφάσεις της «Συνόδου» της Κρήτης, η οποία απαίτησε την υποχρεωτική αναγνώριση και εφαρμογή τους πανορθοδόξως και γ) συνηγορούν και δικαιώνουν απόλυτα την κριτική που άσκησε πάνω στα συνοδικά κείμενα της ψευδοσυνόδου πλειάδα κληρικών μοναχών και λαϊκών από όλες τις κατά τόπους Εκκλησίες ακόμη και από αυτές που έλαβαν μέρος στην ψευδοσύνοδο. Δικαιώνουν τον αγώνα χιλιάδων πιστών, οι οποίοι αρνήθηκαν τις αποφάσεις της και υπέστησαν και συνεχίζουν να υφίστανται διωγμούς. Δικαιώνουν όλους εκείνους, οι οποίοι κατασυκοφαντήθηκαν ως «ακραίοι», «φανατικοί», «ψυχοπαθείς», ή «φονταμενταλιστές», από τους θιασώτες του Οικουμενισμού. Αν όμως αυτοί είναι «φανατικοί», κλπ. τότε γιατί να μη θεωρηθούν  τέτοιοι και οι 377 Ιεράρχες της Ρωσικής Εκκλησίας, οι οποίοι δεν είπαν κάτι άλλο από αυτούς;
   Η φράση τους ότι «η Σύνοδος στην Κρήτη αποτελεί σημαντικό σταθμό στην ιστορία της Ορθοδόξου Εκκλησίας» αποτελεί μάλλον λεκτική και μόνο φιλοφρόνηση, για να μη δημιουργηθεί ευθεία ρήξη με τις Εκκλησίες, που έλαβαν μέρος στη ψευδοσύνοδο και να μη υπάρξει το ενδεχόμενο ακοινωνησίας μ’ αυτές. Διότι πως είναι δυνατόν «η Σύνοδος στην Κρήτη να αποτελεί σημαντικό σταθμό στην ιστορία της Ορθοδόξου Εκκλησίας», καθ’ όν χρόνον αμφισβητείται ο πανορθόδοξος χαρακτήρας της, οι δε αποφάσεις της μη εφαρμοστέες;
    Κατά την τελευταία ημέρα των εορτασμών, που ήταν και η πιο επίσημη, συνήλθε και πάλι το σώμα της Ιεραρχίας της Εκκλησίας της Ρωσίας, παρόντων των Προκαθημένων, (ή των αντιπροσώπων των), των Ορθοδόξων Εκκλησιών και επικύρωσε τις συνοδικές αποφάσεις που έλαβε κατά της ψευδοσυνόδου. Έτσι με την έξυπνη αυτή διπλωματική ενέργεια η Μόσχα θέλησε να δώσει πανορθόδοξο χαρακτήρα στην καταδίκη της, αφού κανένας από τους παρόντες προκαθημένους, που έλαβαν μέρος στην ψευδοσύνοδο δεν τόλμησε να διαμαρτυρηθεί, ή να αποχωρήσει, όταν άκουσε τις καταδικαστικές συνοδικές αποφάσεις της Ρωσικής Ιεραρχίας. 
    Εδώ πρέπει να επισημάνουμε ότι ο αριθμός των επισκόπων της Ιεραρχίας της Ρωσικής Εκκλησίας, που καταδίκασαν την ψευδοσύνοδο ήτανυπερδιπλάσιος από τον αριθμό των Ιεραρχών, που συγκρότησαν την ψευδοσύνοδο, (377 έναντι 157). Γεννώνται λοιπόν τα εξής εύλογα ερωτήματα: Γιατί οι δέκα τοπικές Εκκλησίες, οι συγκροτήσαντες την ψευδοσύνοδο, δεν επέβαλαν κυρώσεις και γιατί δεν διέκοψαν την εκκλησιαστική κοινωνία με την Εκκλησία της Ρωσίας, η οποία επίσημα και συνοδικά πλέον αρνείται τις αποφάσεις της ψευδοσυνόδου, αφού έχουν την αξίωση να γίνουν δεκτές οι αποφάσεις των πανορθοδόξως; Και εν πάσει περιπτώσει, αφού δεν έχουν τη δύναμη να επιβάλουν κυρώσεις, ποιο μπορεί να είναι τελικά το κύρος της ψευδοσυνόδου, και τι θα απομείνει από αυτή; 
  Τίθενται επίσης τα παρά κάτω εύλογα ερωτήματα: Εφόσον οι αποφάσεις της ψευδοσυνόδου δεν εφαρμόζονται από την πλειοψηφία του ορθοδόξου πληρώματος, με αποφάσεις των Ιεραρχιών τους, πως έχουν την αξίωση οι Ιεραρχίες των Εκκλησιών, που έλαβαν μέρος στην ψευδοσύνοδο, να εφαρμοστούν για τους δικούς τους πιστούς; Γιατί καταφεύγουν σε διώξεις σε όσους αρνούνται να τις εφαρμόσουν; Πως νομιμοποιούνται οι διώξεις αυτές, αφού οι αποφάσεις της δεν είναι καθολικά αποδεκτές και εφαρμοστέες;
   Οι ιθύνοντες της ψευδοσυνόδου, θέλοντας να διασκεδάσουν την μη συμμετοχή των τεσσάρων Πατριαρχείων σ’ αυτή, την απέδωσαν σε «γεωπολιτικές σκοπιμότητες». Όμως αυτός ο ισχυρισμός τους κονιορτοποιήθηκε, όταν οι Σύνοδοι των Ιεραρχών των τεσσάρων Πατριαρχείων απέδειξαν, ότι δεν συμμετείχαν στην ψευδοσύνοδο, επειδήπαραβιάστηκε η αρχή της ομοφωνίας, αλλά και επειδή ελήφθησαναντορθόδοξες αποφάσεις. Η ρωσική Ιεραρχία επισημαίνει ότι τα συνοδικά κείμενα «περιλαμβάνουν ασαφείς και διφορούμενες διατυπώσεις, κάτι το οποίο δεν επιτρέπει να τα θεωρούμε ως υποδειγματική έκφραση των αληθειών της Ορθοδόξου πίστεως και της Παραδόσεως της Εκκλησίας».Οι ασαφείς και διφορούμενες διατυπώσεις αφήνουν τεράστια περιθώρια για παρερμηνείες. Αυτό είχε επισημάνει και ο Σεβασμιώτατος Μητροπολίτης Ναυπάκτου και Αγίου Βλασίου κ. Ιερόθεος στην παρέμβασή του στη Σύνοδο της Ιεραρχίας της Ελλάδος που έγινε τον Νοέμβριο του 2017, στην οποία συζητήθηκαν οι αποφάσεις της ψευδοσυνόδου. Βεβαίως η Σύνοδος της Ρωσικής Ιεραρχίας, (σε αντίθεση με την συνοδική απόφαση της Βουλγαρικής Ιεραρχίας), δεν προχωρεί σε ανάλυση αυτού του απαράδεκτου και αντορθόδοξου κειμένου,(«Σχέσεις της Ορθοδόξου Εκκλησίας προς τον λοιπόν χριστιανικός κόσμον»), μέσω του οποίου σχετικοποιήθηκε η Ορθόδοξη Εκκλησία και αποδόθηκε εκκλησιαστική υπόσταση στις αιρέσεις, αλλά αφήνει να εννοηθεί καθαρά ότι το απορρίπτει.
Τέλος στην παράγραφο 40 τονίζεται ότι «Η Ιερά Σύνοδος της Ιεραρχίας εκφράζει την πεποίθηση ότι η διαφύλαξη και η εδραίωση της ενότητας της Αγίας Ορθοδόξου Εκκλησίας, ανεξαρτήτως στάσεως έναντι της γενομένης εν Κρήτῃ Συνόδου, αποτελεί κοινή αποστολή όλων των κατά τόπους Αυτοκεφάλων Εκκλησιών, τόσο των μετασχουσών των εργασιών, όσο και των αποσχουσών από αυτή. Ως εκ τούτου ιδιαίτερη βαρύτητα αποκτά η εδραίωση της διορθοδόξου συνεργασίας». Οι Ρώσοι Ιεράρχες με την παρά πάνω φράση τονίζουν μεν την αναγκαιότητα για την«διαφύλαξη και εδραίωση της ενότητας»,εκφράζουν όμως παράλληλα έμμεσα και την πεποίθησή τους ότι στη «Σύνοδο» αυτή όχι μόνο δεν εδραιώθηκε και ισχυροποιήθηκε η ενότητα της Ορθοδοξίας, αλλά συνέβη το αντίθετο: επιταχύνθηκαν οι φυγόκεντρες και διασπαστικές τάσεις.

   Περαίνοντας, θεωρούμε ότι το συνοδικό κείμενο της Ρωσικής Ιεραρχίας αποτελεί ένα βαρυσήμαντο, ιστορικό κείμενο, μεγάλης εκκλησιολογικής σημασίας, το οποίο πιστεύουμε, ότι θα παίξει στο μέλλον καθοριστικό ρόλο για την περαιτέρω στάση της καθόλου Ορθοδόξου Εκκλησίας εις ό, τι αφορά την ψευδοσύνοδο της Κρήτης. Η Ιεραρχία της μεγαλύτερης σε αριθμό πιστών και δύναμη Ορθοδόξου Εκκλησίας, αποφάνθηκε ότι η «Σύνοδος» της Κρήτης υπήρξε ένα ατυχέστατο συμβεβηκός στην δισχιλιόχρονη ιστορία της Εκκλησίας μας. Ένα δόλιο πείραμα από τις δυνάμεις που προωθούν τον σύγχρονο παγκόσμιο θρησκευτικό συγκρητισμό και Οικουμενισμό. Το κύριο έργο της υπήρξε η προώθηση του πανθρησκειακού οράματος. Μόνον όσοι πάσχουν από πνευματικό δαλτονισμό, ή είναι άσχετοι με τα εκκλησιαστικά, βλέπουν «θρίαμβο» της Ορθοδοξίας. Ευτυχώς η Ιερά Σύνοδος της Ρωσικής Ιεραρχίας έβαλε τα πράγματα στη θέση τους και έθεσε τις βάσεις για την μελλοντική σύγκληση μιας αληθινά Ορθόδοξης Οικουμενικής Συνόδου, η οποία οριστικά και αμετάκλητα θα την καταδικάσει ως ψευδοσύνοδο και θα την συναριθμήσει με τις άλλες ψευδοσυνόδους της Εκκλησίας μας.

Δευτέρα 11 Δεκεμβρίου 2017

ΜΟΣΧΑ: “Η ΣΥΝΟΔΟΣ ΣΤΗΝ ΚΡΗΤΗ ΔΕΝ ΜΠΟΡΕΙ ΝΑ ΧΑΡΑΚΤΗΡΙΣΘΕΙ ΩΣ ΠΑΝΟΡΘΟΔΟΞΗ, ΟΥΤΕ ΟΙ ΑΠΟΦΑΣΕΙΣ ΑΥΤΗΣ ΜΠΟΡΟΥΝ ΝΑ ΓΙΝΟΥΝ ΑΠΟΔΕΚΤΕΣ, ΩΣ ΜΗ ΕΚΦΡΑΖΟΥΣΕΣ ΠΑΝΟΡΘΟΔΟΞΗ ΟΜΟΦΩΝΙΑ”

Πάντες πλην Φαναρίου και Αθηνών
Του Γιώργου Ν. Παπαθανασόπουλου

Στις 4 Δεκεμβρίου 2017 κορυφώθηκαν στη Μόσχα οι εκδηλώσεις για τα εκατό χρόνια από την αποκατάσταση του εκεί Πατριαρχείου και στη μνήμη των υπό το αθεϊστικό και ολοκληρωτικό καθεστώς των μπολσεβίκων Νεομαρτύρων.
Κορυφώθηκαν με Θεία Λειτουργία, στην οποία συμμετέσχον πάντες οι Πατριάρχες και οι Προκαθήμενοι των κατά τόπους Ορθοδόξων Εκκλησιών, καθώς και εκπρόσωποι των Πατριαρχών Βουλγαρίας και Γεωργίας. Πάντες πλην του Πατριάρχη Κωνσταντινουπόλεως Βαρθολομαίου και του Αρχιεπισκόπου Αθηνών και πάσης Ελλάδος Ιερωνύμου. Δεν έστειλαν ούτε εκπρόσωπό τους.

Προ καιρού είχαμε γράψει για τον προβληματισμό του Οικουμενικού Πατριάρχου και της αυλής του, αν έπρεπε να συμμετάσχει ή όχι στις εκδηλώσεις της Μόσχας. Τελικά επεκράτησε η άποψη να μη συμμετάσχει. Και επικράτησε γιατί, όπως μας ελέχθη, ο κ. Βαρθολομαίος δεν συγχωρεί στον Πατριάρχη της Μόσχας το ότι, με την απουσία του, «σαμποτάρισε» τη Σύνοδο στην Κρήτη. Τον θεωρεί επίσης υπαίτιο για την απουσία από αυτήν των άλλων τριών Πατριαρχείων, Αντιοχείας, Βουλγαρίας και Γεωργίας. «Θα συναντηθεί με τον Κύριλλο μόνον όταν ζητήσει από τον Οικουμενικό Πατριάρχη δημοσίως συγγνώμη για την απουσία του από τη Σύνοδο στην Κρήτη», μας είπε άνθρωπος του Φαναρίου. Αν ισχύει ο λόγος αυτός, θυμίζει τον Πάπα Γρηγόριο Ζ΄, τον Αυτοκράτορα Ερρίκο Δ΄ και τον πύργο της Κανόσα.... «Αυτό ποτέ δεν θα γίνει» διαβεβαιώνει το Πατριαρχείο της Μόσχας. «Ο Κωνσταντινουπόλεως οφείλει να ζητήσει συγγνώμη από όλους τους Ορθοδόξους Χριστιανούς για τη στάση και τη νοοτροπία του».

Η απουσία του κ. Βαρθολομαίου από τη Μόσχα προκάλεσε αρνητικά σε βάρος του σχόλια από τους άλλους Πατριάρχες και Προκαθημένους των τοπικών Ορθοδόξων Εκκλησιών, που παρέστησαν στις εκδηλώσεις. Θεωρήθηκε ότι εξακολουθεί να μην συμβάλει στην ενότητα της Ορθοδοξίας. Αντί να μεταβεί στη Μόσχα και να προστεί των εκδηλώσεων, για να δείξει στο Ορθόδοξο πλήρωμα τι σημαίνει αγιότητα και ψυχική ανωτερότητα και έμπρακτα να διδάξει την ταπείνωση και τη χριστιανική αγάπη, προτίμησε να επιδείξει έναντι της Ρωσικής Εκκλησίας, ρεβανσισμό, αλαζονεία και πείσμα.

Οι του Πατριαρχείου της Μόσχας είναι ικανοποιημένοι από τις εξελίξεις. Με την παρουσία στη Ρωσική πρωτεύουσα όλων των κατά τόπους Ορθοδόξων Εκκλησιών, ουσιαστικά πλην αυτού της Κωνσταντινούπολης, απέδειξαν ότι η Σύνοδος στην Κρήτη δεν είχε κανένα αρνητικό αποτέλεσμα γι’ αυτό. Αντίθετα, με τις εκδηλώσεις για τα γενέθλια του Πατριάρχου Κυρίλλου και για την επέτειο της 100ετίας από της αποκαταστάσεως του Πατριαρχείου, πέτυχαν να δείξουν ότι συμβάλλει στην ενότητα της Ορθοδοξίας και ότι όλες οι κατά τόπους Ορθόδοξες Εκκλησίες συμβαδίζουν μαζί του, πλην του Φαναρίου, που έτσι φάνηκε απομονωμένο.

Οι του Πατριαρχείου της Μόσχας, πιο συγκεκριμένα, πέτυχαν να συλλειτουργήσει ο Πατριάρχης Αντιοχείας με τον Πατριάρχη Ιεροσολύμων. Ήταν η πρώτη φορά που συλλειτούργησαν οι Προκαθήμενοι των δύο πρεσβυγενών Πατριαρχείων, μετά τη διακοπή της μεταξύ τους κοινωνίας, που αποφάσισε ο Αντιοχείας, λόγω της εκ μέρους του Ιεροσολύμων ιδρύσεως Μητροπόλεως στο Κατάρ. Πέτυχαν να παραστεί ο Πατριάρχης Ρουμανίας, που δεν είχαν, λόγω Μολδαβίας, τις καλύτερες των σχέσεων. Η επίσκεψη του Πατριάρχου Κυρίλλου στη Ρουμανία βοήθησε στην προσέγγισή τους. Πέτυχαν να παραστούν, έστω και με αντιπρόσωπο, οι Πατριάρχες Βουλγαρίας και Γεωργίας, που έχουν εσωτερικά προβλήματα και ο Γεωργίας επί πλέον δέχεται πιέσεις να διατηρεί ψυχρές σχέσεις με τη Μόσχα, λόγω της Οσσετίας και της Αμπχαζίας. Πέτυχαν ο Αλεξανδρείας, ως προεστώς της λατρευτικής συνάξεως, να εκφωνήσει λόγο – ύμνο για την Εκκλησία της Ρωσίας. Όπως είπε το Πατριαρχείο Αλεξανδρείας «τυγχάνει της αδιαπτώτου πνευματικής συναντιλήψεως της Αδελφής Ορθοδόξου Ρωσικής Εκκλησίας». Πέτυχαν συμπερασματικά,, από απόψεως εκκλησιαστικής γεωστρατηγικής, να φανεί παράγοντας ενότητας για τους Ορθοδόξους.

Σημειώνεται ότι τις ημέρες πριν από τη συγκέντρωση των Πατριαρχών και των Προκαθημένων στη Μόσχα είχε συνεδριάσει η Ιεραρχία της Εκκλησίας της Ρωσίας. Κατ’ αυτήν ο Μητροπολίτης Βολοκολάμσκ Ιλαρίων παρουσίασε τα αποτελέσματα της μελέτης των ντοκουμέντων της Συνόδου στην Κρήτη. Κατά την παρουσίαση σημείωσε ότι η αποτυχία της παρουσίας όλων των Ορθοδόξων Πατριαρχείων και Αυτοκεφάλων Εκκλησιών στην Κρήτη οφείλεται στο ότι τον Ιούνιο του 2016 το Φανάρι κατήργησε την αρχή της ομοφωνίας, την οποία είχαν αποφασίσει οι Προκαθήμενοι στην Κωνσταντινούπολη. Και αφού εξήγησε τους λόγους της διαφωνίας και απουσίας των Πατριαρχείων Αντιοχείας, Ρωσίας, Βουλγαρίας και Γεωργίας σημείωσε: «Το παγκόσμιο πλήρωμα της Ορθοδόξου Εκκλησίας δεν εκπροσωπήθηκε στη Σύνοδο της Κρήτης και για τον λόγο αυτόν η Αγία Σύνοδος της Ρωσικής Εκκλησίας κατά τη συνεδρίασή της, στις 15 Ιουνίου 2016 αποφάσισε ότι “η Σύνοδος στην Κρήτη δεν μπορεί να χαρακτηρισθεί ως πανορθόδοξη, ούτε οι αποφάσεις αυτής μπορούν να γίνουν αποδεκτές, ως μη εκφράζουσες πανορθόδοξη ομοφωνία”».

Στην ενημέρωση της Ιεραρχίας ο κ. Ιλαρίων σημείωσε ακόμη ότι η απόφαση της Συνόδου στην Κρήτη για τη Διασπορά πρέπει να συζητηθεί σε πανορθόδοξο επίπεδο και πως στο θέμα «Η Ορθόδοξη Εκκλησία και ο υπόλοιπος χριστιανικός κόσμος» δεν υπήρξε ομοφωνία μεταξύ των συμμετασχόντων. Όπως είπε, 21 συμμετασχόντες από τους 161 δεν υπέγραψαν το σχετικό κείμενο, από τους οποίους οι 17 ήσαν από τους 25 εκπροσώπους της Σερβικής Εκκλησίας. Άφησε ακόμη μιαν υπόνοια ότι η απόφαση της Συνόδου της Κρήτης δεν ήταν ξεκάθαρη ως προς το θέμα της πολιτικής ενώσεως των ομοφυλοφίλων.

Θετική εξέλιξη για τη Ρωσική Εκκλησία είναι και η αίτηση του «Πατριάρχου Ουκρανίας» και πρώην Μητροπολίτου Κιέβου Φιλαρέτου να αποκατασταθεί η ευχαριστιακή κοινωνία των υπ’ αυτόν σχισματικών της Ουκρανίας με την «μητέρα Ρωσική Εκκλησία». Αν συμβεί αυτό βελτιώνεται και ενισχύεται η θέση του Πατριαρχείου της Μόσχας έναντι των πιέσεων που δέχεται από την Ουκρανική κυβέρνηση και αποδυναμώνεται το όπλο, που επισείει το Φανάρι, να ανακηρύξει μονομερώς την αυτοκεφαλία της Εκκλησίας στην Ουκρανία. 

Η απουσία του Αρχιεπισκόπου Αθηνών και πάσης Ελλάδος κ. Ιερωνύμου από τις εκδηλώσεις της Μόσχας πέρασε απαρατήρητη. Για να δικαιολογηθεί η απουσία του ελέχθησαν δύο εκδοχές. Η μία ήταν για να μην προκαλέσει περαιτέρω ένταση στη σχέση του με τον κ. Βαρθολομαίο. Αυτή απορρίφθηκε ασυζητητί, με την απλή λογική ότι χειρότερες δεν μπορούν να γίνουν μετά την αγωγή, που έχει καταθέσει σε βάρος του Οικ. Πατριάρχου, για το κτήμα Προμπονά και τον εντός αυτού Ναό και, εν πάση περιπτώσει, πήγαν όλοι οι άλλοι Έλληνες Πατριάρχες και Αρχιεπίσκοποι (Αλεξανδρείας, Ιεροσολύμων, Κύπρου, Αλβανίας).

Η δεύτερη εκδοχή ήταν ότι προτιμά να βρίσκεται ανάμεσα σε φίλους και οικείους στην Αθήνα, στη Ζάλτσα και στα Οινόφυτα, παρά ανάμεσα στους Πατριάρχες και στους Προκαθημένους. Στην εκδοχή αυτή υπήρξε το σχόλιο ότι είναι προσβλητική προς όλους όσοι έκαμαν τον κόπο και μετέβησαν στη Μόσχα, με την προσθήκη ότι η πρωθιεραρχική ευθύνη και τα καλώς εννοούμενα πνευματικά και ποιμαντικά οφέλη της Ορθοδοξίας επιβάλλουν την παρουσία τους σε πανορθόδοξες συνάξεις. Σημειώνεται ότι η Εκκλησία της Ελλάδος παλαιότερα ήταν η πιο προβεβλημένη, η πιο ζωντανή, η πιο ελεύθερη, η με μεγαλύτερο ιεραποστολικό έργο Εκκλησία, παράδειγμα για όλες τις άλλες τοπικές Εκκλησίες.-

Κυριακή 22 Οκτωβρίου 2017

ΕΚΚΛΗΣΙΑ ΤΗΣ ΡΩΣΙΑΣ: «ΑΘΕΟΣ Ο ΤΣΙΠΡΑΣ, ΕΓΚΛΗΜΑ ΕΝΩΠΙΟΝ ΘΕΟΥ ΚΑΙ ΑΝΘΡΩΠΩΝ Η ΝΟΜΙΜΟΠΟΙΗΣΗ ΑΛΛΑΓΗΣ ΦΥΛΟΥ ΑΠΟ ΤΑ 15»

Αποσπάσματα δηλώσεων Μητροπολίτου Βολοκολάμσκ Ιλαρίωνα στο τηλεοπτικό κανάλι« Ρωσσία 24.

Ο νόμος για τη νομιμοποίηση αλλαγής φύλου από την ηλικία των 15 ετών που εγκρίθηκε από το Ελληνικό κοινοβούλιο είναι «έγκλημα ενώπιον Θεού και ανθρώπων» και θα δούμε πολλές διαμαρτυρίες πιστών, δήλωσε ο Μητροπολίτης Βολοκολάμσκ Ιλαρίων, επικεφαλής του Τμήματος Εξωτερικών Εκκλησιαστικών Σχέσεων (DECR) του Πατριαρχείου Μόσχας.
Οι ενέργειες του Πρωθυπουργού της Ελλάδος Αλέξη Τσίπρα σύμφωνα με τον εκπρόσωπο της Ρωσικής Ορθόδοξης Εκκλησίαςέρχονται σε αντίθεση με τη γνώμη της πλειοψηφίας των Ελλήνων και με τις αρχές της θρησκευτικής παράδοσης που χαρακτηρίζει επί αιώνες τον Ελληνικό λαό.
«Ο κ. Τσίπρας, παρά το γεγονός ότι είναι Πρωθυπουργός ενός Ορθόδοξου κράτους, δεν κρύβει τις αθεϊστικές του πεποιθήσεις και το ότι για αυτόν η θρησκεία δεν σημαίνει απολύτως τίποτα», δήλωσε ο Ιεράρχης.
***
Μετάφραση Φαίη για το ιστολόγιο ΑΒΕΡΩΦ

ΠηγέςRUSSIA NEWS TODAY   και  ria.ru