ΑΝ ΒΙΑΖΕΣΑΙ ΝΑ ΔΕΙΣ ΤΟΝ ΚΟΣΜΟ ΝΑ ΓΙΝΕΤΑΙ ΚΑΛΥΤΕΡΟΣ, ΑΡΧΙΣΕ ΑΠΟ ΤΟΝ ΕΑΥΤΟ ΣΟΥ. ΕΙΝΑΙ Ο ΣΥΝΤΟΜΟΤΕΡΟΣ ΔΡΟΜΟΣ.

Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Π. ΣΤΕΦΑΝΟΣ ΑΝΑΓΝΩΣΤΟΠΟΥΛΟΣ. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Π. ΣΤΕΦΑΝΟΣ ΑΝΑΓΝΩΣΤΟΠΟΥΛΟΣ. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Τρίτη 4 Οκτωβρίου 2022

Π. ΣΤΕΦΑΝΟΣ ΑΝΑΓΝΩΣΤΟΠΟΥΛΟΣ : "ΕΝΑ ΛΕΠΤΟ ΑΚΟΜΗ ΚΑΙ ΘΑ ΠΕΘΑΙΝΕΣ..."

 Γνώρισα έναν υπέργηρο ιερέα με 70 χρόνια στην ιεροσύνη. Χή­ρεψε από πολύ νωρίς, υστέρα από 12 χρόνια γάμου. 
Από την έγγα­μη του ζωή απέκτησε 7 παιδιά, τα οποία μεγάλωσε με πολύ μεγάλο κόπο, χωρίς να βάλη άνθρωπο στο σπίτι του ούτε συγγενή για να βοηθήσει στη μαρτυρική ανατροφή τους. 
Ταυτόχρονα έπρεπε να αντιμετωπίζει όλα τα προβλήματα πού έχει μια ενορία με την πληθώρα των λειτουργικών και ποιμαντικών καθηκόντων. 
Παράλληλα έπρεπε να αντιμετωπίζει με ηθική αξιοπρέπεια και το οξύ πρόβλημα της προσωπικής του χηρείας, διότι ήταν νέος στην ηλικία άνθρωπος. Έτσι είχε βαθύτατο πόνο στην καρδιά, πού τον έβγαζε πολλές φορές όταν λειτουργούσε.

Τα χρόνια κυλούσαν… κάποια όμως Κυριακή μηνός Ιουλίου, καθ’ όν χρόνον λειτουργούσε και είχε φθάσει στον Χερουβικό ύμνο, τη στιγμή πού έκλινε το κεφαλάκι του και άρχισε να διαβάζει την ευ­χή, πού ανήκει αποκλειστικά και μόνο στον λειτουργό ιερέα:
«Ου­δείς άξιος των συνδεδεμένων ταίς σαρκικαίς επιθυμίαις και ηδοναίς…» 

Εντελώς απροσδόκητα άστραψε ο τόπος σαν να έγινε ένας δυνατός σεισμός, του οποίου ή φωτοπλημμύρα εξαφάνισε τα πάντα γύρω του: την κόγχη, τους τοίχους του αγίου Βήματος και όλον τον Ναό. Κατακλύσθηκε από τόσο υπερκόσμιο φως, πού δεν μπορούσε πλέον να το δη και έκλεισε τα μάτια του, πέφτοντας συγχρόνως στα γόνατα μπροστά στην αγία Τράπεζα. 
Δεν μιλούσε. Βουβάθηκε και δεν μπορούσε να άνοιξη πλέον τα μάτια του από την εκτυφλωτική λαμπρότητα αυτού του φωτός των χιλίων ήλιων…
Ψυχοσωματικά όμως μου δώρισε τόση γαλήνη, τόση ειρήνη και τόση θεία ευφροσύνη, πού την απολάμβανε κάθε κύτταρο της υπάρξεως μου…
Πολλά συναισθήματα ουράνια και πέρα από κάθε λογική πλημμύρισαν την ψυχή μου, την καρδιά μου, το είναι μου, όλες μου τις αισθήσεις, όλους τους πόρους του σώματος μου, μέχρι και στα κόκαλα μου εισήλθε η υπέρλογη αυτή ειρήνη και μακαριότητα, πού δεν ήθελα άλλο να ζήσω, αλλά να πεθάνω μέσα σε αυτή την ακατάληπτη ευτυχία πού ζούσα.
Δεν ξέρω πόση ώρα πέρασε… και να πού όλα πέρασαν, έφυγαν κι εγώ ήμουν ακόμη γονατιστός μπροστά στην αγία Τράπεζα, εκστατικός και τρισευτυχισμένος! 
Σαν αστραπή πέρασε ένας λο­γισμός και μου είπε: «Ένα λεπτό ακόμη και θα πέθαινες.. Η θεία μακαριότητα της Τριαδικής Βασιλείας του Θεού δεν βαστάζεται α­πό το ανθρώπινο σαρκίον» και τότε σηκώθηκα κατασυγκινημένος. 
Άλλωστε έξω ο ιερο­ψάλτης είχε τελειώσει το Χερουβικό. Τελείωσα την ευχή, θυμιάτι­σα και με φόβο, συντριβή και συγκίνηση πολλή έκανα την Μεγάλη Είσοδο. 
Τα βήματα μου όχι σταθερά, αλλά και ή εκφώνησης «Πάντων η­μών μνησθείη Κύριος ο Θεός…» ήταν σαν την κραυγή του ληστού πά­νω στο σταυρό».
Τόσο δυνατή, συντετριμμένη και ικετευτική ήταν η κραυγή του λειτουργού αυτού ιερέως, αλλά και τόση συγχρόνως η έκφρασης της μεγάλης του ευγνωμοσύνης. 
Από τότε δόξαζε τον Θεό: 
Και για τη χηρεία του 
και για τα ορφανά παιδιά του 
και για την ανθρώπινη μοναξιά 
και για τις αρρώστιες 
και για τα βάσανα 
και για τις ιερατικές του ταλαιπωρίες 
και για κάθε θλίψη της ζωής του.

π. ΣΤΕΦ. ΑΝΑΓΝΩΣΤΟΠΟΥΛΟΣ, "ΓΝΩΣΙΣ ΚΑΙ ΒΙΩΜΑ ΤΗΣ ΟΡΘΟΔΟΞΟΥ ΠΙΣΤΕΩΣ"
askitikon

Πέμπτη 16 Απριλίου 2020

ΠΡ. ΣΤΕΦΑΝΟΣ ΑΝΑΓΝΩΣΤΟΠΟΥΛΟΣ: ΓΙΑΤΙ Ο ΔΕΙΠΝΟΣ ΤΗΣ ΜΕΓΑΛΗΣ ΠΕΜΠΤΗΣ ΟΝΟΜΑΖΕΤΑΙ "ΜΥΣΤΙΚΟΣ ΔΕΙΠΝΟΣ";


Πρ. Στέφανος Αναγνωστόπουλος
Γιατί ο Δείπνος της Μ. Πέμπτης, ονομάζεται "Μυστικός Δείπνος";

Η λέξη μυστικός παράγεται από το "μύστης" και αυτό από το "μυώ". Άρα ο Δείπνος αυτός δεν έγινε κρυφά και απομονωμένα, αλλά για να αποκαλύψει, παρουσιάσει και διδάξει στους δώδεκα μαθητές Του ο Κύριος, ότι το μυστήριο της Σταυρικής Του Θυσίας ήδη έχει συντελεσθεί.
Ο Δείπνος εκείνης της Πέμπτης λέγεται και είναι "ΜΥΣΤΙΚΟΣ", διότι εμύησε ο Κύριος τους Μαθητές Του και διά των Μαθητών εμάς στη σωτήρια θυσία: Ιερούργησε ο ίδιος τη Σταυρική Θυσία του Γολγοθά. Με τον Μυστικό Δείπνο ο Χριστός με τρόπο ασύλληπτο από τον ανθρώπινο νου και την κοινή λογική, προλαβαίνει τα γεγονότα της προδοσίας, της Δίκης, των Παθών, του Γολγοθά και της Θυσίας πάνω στον Σταυρό. Και τα προλαμβάνει διότι είναι παρόντα στην τροφή του Παναγίου Σώματος και του Τιμίου Αίματος Του..."Φάγετε από το Σώμα μου", τους λέγει, "και πίετε από το Αίμα μου". Είμαι το "Εσφαγμένο Αρνίον".
Για να μας ομιλεί έτσι ο Κύριος, σημαίνει ότι η Θυσία έχει ήδη συντελεσθεί και συνεχίζει με την δική μας Θεία Λειτουργία να συντελείται!

Πέμπτη 2 Απριλίου 2020

Π. ΣΤΕΦΑΝΟΣ ΑΝΑΓΝΩΣΤΟΠΟΥΛΟΣ: ΕΙΝΑΙ ΠΟΛΥ ΚΡΙΜΑ, ΕΜΕΙΣ ΟΙ ΝΕΟΕΛΛΗΝΕΣ ΟΡΘΟΔΟΞΟΙ ΧΡΙΣΤΙΑΝΟΙ, ΝΑ ΑΓΝΟΟΥΜΕ ΤΙΣ ΜΕΓΑΛΕΣ ΑΛΗΘΕΙΕΣ ΤΗΣ ΟΡΘΟΔΟΞΟΥ ΠΙΣΤΕΩΣ ΜΑΣ!


Π. Στέφανος Αναγνωστόπουλος: Ενώ φαίνεται η σκιά του πολέμου και της πείνας να απειλεί και την Πατρίδα μας, εμείς ή δεν μετανοούμε καθόλου ή ψετομετανοούμε. 'Ετσι σύντομα ξαναπέφτουμε στις ίδιες αμαρτίες που ικανοποιούν τα πάθη μας... Πολλά μας λείπουν! Γι΄αυτό και οι ημέρες που έρχονται θα είναι δεινές για την Πατρίδα μας, την ορθόδοξη Ελλάδα μας...
Είναι πολύ κρίμα, εμείς οι νεοέλληνες ορθόδοξοι χριστιανοί, να αγνοούμε τις μεγάλες αλήθειες της Ορθοδόξου πίστεώς μας.. Είναι κρίμα να περιφρονούμε τέτοιο αιώνιο και αθάνατο θησαυρό. Είναι κρίμα, γιατί σήμερα-αύριο έρχεται ο Θεός και υπάρχει κίνδυνος να μην προλάβουμε να πούμε ούτε ένα "Κύριε,ελέησον". Μη γένοιτο!

Παρασκευή 1 Σεπτεμβρίου 2017

Π. ΣΤΕΦΑΝΟΣ ΑΝΑΓΝΩΣΤΟΠΟΥΛΟΣ: Η ΔΙΑΦΟΡΑ ΤΗΣ ΚΟΣΜΙΚΗΣ ΑΠΟ ΤΗΝ ΠΝΕΥΜΑΤΙΚΗ (ΛΕΙΤΟΥΡΓΙΚΗ) ΠΑΓΚΟΣΜΙΟΠΟΙΗΣΗ!

ΚΗΡΥΓΜΑ π.  ΣΤΕΦΑΝΟΥ ΑΝΑΓΝΩΣΤΟΠΟΥΛΟΥ

Τέτοια µέρα, χριστιανοί µου, µᾶς ὑπενθυµίζεται τό πόσο συχνά, ἴσως καί καθηµερινά, δοκιµάζεται ἡ πίστις µας. Εἴδαµε τόν ἀπόστολο Θωµᾶ νά µήν πιστεύη στήν ἐµφάνισι καί στήν Ἀνάστασι τοῦ Κυρίου, ὅταν ὅλοι οἱ µαθητές ὁµολογοῦσαν ὅτι ¨ἑωράκαµεν τόν Κύριον¨ (Ἰωάν. 20, 25). Γι’ αὐτό, χρειάστηκε µετά ἀπό ὀκτώ ἡµέρες, νά δῆ ¨ἰδίοις ὄµµασι¨ τόν Κύριο, νά Τόν ψηλαφήση, νά δῆ τήν λογχισµένη Του πλευρά καί τούς τύπους τῶν ἥλων στά χέρια Του, γιά νά µπορέση νά πιστέψη.
Ὁ Κύριος ὅµως δέν τόν µακάρισε. Δέν εἶπε ¨εἶσαι µακάριος, τώρα, πού µέ εἶδες καί µέ πίστευσες¨. Ἀλλά εἶπε: ¨µακάριοι οἱ µή ἰδόντες καί πιστεύσαντες¨ (Ἰωάν. 20, 29). Αὐτό τό ¨µακάριοι οἱ µή ἰδόντες καί πιστεύσαντες¨ (Ἰωάν. 20, 29) πολλές φορές τό ζοῦµε σέ κάθε Θεία Λειτουργία, ὅπου µυστικά βιώνεται τό µυστήριο τῆς Βασιλείας τῶν οὐρανῶν καί ὅλα ἐκεῖνα τά δραµατικά γεγονότα πού ζήσαµε πρίν ἀπό λίγες ἡµέρες, τήν Μεγάλη Ἑβδοµάδα, ἄν καί µέ τά αἰσθητά µάτια µας, ὅπως καί µέ τά φυσικά αὐτιά µας, οὔτε βλέπουµε οὔτε ἀκοῦµε οὔτε καί ψηλαφοῦµε τίποτα. (Ἐξαίρεσι ἀποτελεῖ ἡ ψηλάφησις τοῦ Σώµατος καί τοῦ Αἵµατος τοῦ Κυρίου διά τῶν χειλέων κατά τήν διάρκεια τῆς Θείας Κοινωνίας.)

Γιά νά µπορέσουµε ὅµως νά καταλάβουµε ὁρισµένες ἀλήθειες, καί µάλιστα σέ συνδυασµό µέ τήν µεγάλη σηµερινή ἡµέρα, θά ἀναφερθοῦµε σέ κάποιους προσκυνητές, οἱ ὁποῖοι ἐπισκέφθηκαν ἕναν ἔµπορο, ἕναν διδάσκαλο, ἕναν δηµοσιογράφο, ἕναν µεγάλο πολιτικό ἄρχοντα κι ἕναν Γέροντα ἀσκητή στό Ἅγιον Ὄρος. Καί ὅλους αὐτούς τούς παρακάλεσαν, ἐπειδή πολύς λόγος γίνεται γιά τήν παγκοσµιοποίησι, νά τούς ποῦν τόν ὁρισµό της ἤ πῶς τήν φαντάζονται νά ἐξαπλώνεται µέχρι καί τήν δύστυχη πατρίδα µας.
Ὁ ἔµπορος ἄνοιξε τά χαρτιά του, πού περιελάµβαναν τιµολόγια, ἀποδείξεις προϊόντων ἀνατολικῆς προελεύσεως, πολυτελῶν ἀποστολῶν ἀπό τήν Δύσι (Ἀµερική), εἰσαγωγές καί ἐξαγωγές, µεταφορές, fax, internet, διεθνεῖς ἐκθέσεις, ἰσοτιµίες διαφόρων νοµισµάτων, ἐνηµερώσεις τοῦ χρηµατιστηρίου, τήν κίνησι τῶν Τραπεζῶν κλπ, καί εἶπε: ¨Αὐτό εἶναι παγκοσµιοποίησις. Τίποτε ἄλλο δέν γνωρίζω πέρα ἀπό αὐτό¨.
Ρώτησαν τόν δάσκαλο κι ὁ δάσκαλος ἄνοιξε τό λεξικό καί µέ ἔµφασι διάβασε µέσα τόν ἑξῆς ὁρισµό, ἐπί λέξει: ¨Παγκοσµιοποίησις εἶναι ἡ οἰκουµενική διεύρυνσις µιᾶς καταστάσεως, ἑνός θεσµοῦ, µιᾶς ἰδέας, µιᾶς φιλοσοφίας. Εἶναι ἐπίσης ἡ δηµιουργία µιᾶς παγκόσµιας οἰκονοµικῆς ζώνης, µιᾶς παγκόσµιας ἀγορᾶς. ἡ µετατροπή τῆς οἰκουµένης σέ µιά ἑνιαία οἰκονοµική, πολιτική καί πολιτιστική ἐπικράτεια.
Ὁ δηµοσιογράφος πάλι, χωµένος µέσα σ’ ἕνα χαρτοµάνι ἀπό ἐφηµερίδες καί ἄρθρα µέ ἀναλύσεις καί ἀντα­ποκρίσεις, εἶπε: ¨Παγκοσµιοποίησις εἶναι ἡ νέα τάξις πραγµάτων, ἡ ὁποία ἁπλώνεται καί ἦρθε καί στήν πατρίδα µας καί σάν χταπόδι µέ τά πλοκάµια της µᾶς σφίγγει σιγά σιγά, ὄχι µόνο τόν λαιµό ἀλλά καί τήν καρδιά µας. Φυσικά, προβλέπεται ἕνας ἑνιαῖος στρατός, µιά παγκόσµια κυβέρνησις καί µιά ἰδεολογία πού θά τινάζη στόν ἀέρα ὅλες τίς ἄλλες. Ἐπιπλέον, µία θά εἶναι καί ἡ θρησκεία καί ὁ Θεός θά ἀντιπροσωπεύεται ἀπό µία ἀνώτερη δύναµι. Παγκόσµιες συσκέψεις θά δροµολογοῦν τίς οἰκουµενικές ἐξελίξεις. Γιά σταθῆτε µιά στιγµή ὅµως…, εἶπε ὁ δηµοσιογράφος. Τώρα µιλῶ µέ τήν Νέα Ὑόρκη… Ἄ, χτυπάει τό τηλέφωνο καί ἀπό τό Χόνγκ Κόνγκ… Νά, τώρα µέ καλοῦν στό κινητό καί ἀπό τό Λονδίνο… Αὐτό εἶναι παγκοσµιοποίησις.¨
Ρώτησαν κατόπιν κι ἕναν πολιτικό, ἄρχοντα τῆς Εὐρώπης, πολύ ἰσχυρό καί πολύ γνωστό, ὁ ὁποῖος πρίν ἀπό λίγο καιρό εἶχε κάνει ἐπίσκεψι στήν πατρίδα µας. Τόν ρώτησαν λοιπόν τί σηµαίνει παγκοσµιοποίησις κι ἐκεῖνος ἀπάντησε: ¨Ὅταν ἕνας ἱκανότατος πολιτικός µπορέση νά συγκεντρώση µιά ἀπόλυτη στρατιωτική, οἰκονοµική, πολιτική καί θρησκευτική παγκόσµια δύναµι στόν ἑαυτό του, µέ τήν ὁποία θά κυβερνᾶ ὡς ἀπόλυτος ἐξουσιαστής καί δυνάστης ὅλο τόν κόσµο καί ὅλα τά ἔθνη τῆς γῆς, ἀνεξαρτήτως θρησκεύµατος καί χρώµατος, ἐπιβάλλοντας δικτατορικά τίς ἰδέες τῆς Νέας Ἐποχῆς, αὐτό εἶναι παγκοσµιοποίησις.¨
Οἱ ἴδιοι αὐτοί εὐλαβεῖς χριστιανοί, πῆγαν στήν συνέχεια ὡς προσκυνητές στό Ἅγιον Ὄρος. Καί ρώτησαν ἕναν Γέροντα Ἁγιορείτη πού τόν βρῆκαν µέσα στήν Ἐκκλησία, στό κέντρο τοῦ Ναοῦ, τί γνώµη ἔχει αὐτός γι’ αὐτό πού λέγεται παγκοσµιοποίησις.
Κι ὁ Γέροντας, παίρνοντάς τους ἀπό τό χέρι, τούς ὁδήγησε ἀπό τήν βόρεια πύλη τοῦ Ἱεροῦ στό πλάϊ τῆς ἱερᾶς Προθέσεως καί τούς ἔδειξε τό ἅγιο Δισκάριο. Καί τούς εἶπε:
– «Ἐδῶ κάθε µέρα τελεῖται ἡ Θεία Λετιουργία. Ἄρα, ἔχουµε πάνω σ’ αὐτόν τόν ἅγιο Δίσκο µιά παγκόσµια σύναξι! Στήν µέση εἶναι ὁ Ἀµνός τοῦ Θεοῦ, ¨ὁ αἴρων τήν ἁµαρτίαν τοῦ κόσµου¨, ὁ Χριστός, ὁ Σωτῆρας τοῦ κόσµου, πού προσφέρεται ¨εἰς ἄφεσιν ἁµαρτιῶν καί εἰς ζωήν αἰώνιον¨. Δεξιά εἶναι ἡ Παναγία καί ἀριστερά ὅλοι οἱ ἄγγελοι, ὅλα τά τάγµατα τῶν ἀγγέλων, καί ὅλοι οἱ ἅγιοι τῆς θριαµβεύουσας Ἐκκλησίας, µαζί µέ τούς προφῆτες καί τούς δικαίους. Καί στό κάτω µέρος ὅλοι ἐµεῖς, ζωντανοί καί πεθαµένοι, µέ τά ψιχουλάκια ἐκεῖνα τά ὁποῖα βγάζει µέ τήν ἁγία Λόγχη ὁ Ἱερέας, ὅταν µνηµονεύη τά ὀνόµατα πού φέρνουν οἱ χριστιανοί.
Ἀλλά καί στήν Μεγάλη Συναπτή, δηλαδή ὄχι µόνο στήν Θεία Λειτουργία ἀλλά καί στόν Ἑσπερινό καί στόν Ὄρθρο καί στούς Ἁγιασµούς καί σ’ ὅλα τά ἄλλα Μυστήρια, ἡ Ἐκκλησία µας εὔχεται συνεχῶς ¨ὑπέρ τοῦ σύµπαντος κόσµου¨. Γιά τήν ἀκρίβεια: ¨ὑπέρ τῆς σωτηρίας τοῦ σύµπαντος κόσµου¨.
Ἑποµένως, αὐτό εἶναι παγκοσµιοποίησις, καί µάλιστα ἡ τελειότερη µορφή της, γιατί ἔχει γιά κυβερνήτη τόν Κύριο ἡµῶν Ἰησοῦ Χριστό, τόν Θεό Παντοκράτορα, τόν Δηµιουργό τοῦ σύµπαντος κόσµου, οὐρανίου καί ἐπιγείου, ὁρατοῦ καί ἀοράτου, ἔµψυχου καί ἄψυχου, ὑλικοῦ καί πνευµατικοῦ.»
Ἄρα, ἐµεῖς ὡς Ὀρθόδοξοι χριστιανοί, µιά παγκοσµιοποίησι γνωρίζουµε, πού τήν ζοῦµε καί τήν χαιρόµαστε πνευµατικά. Καί αὐτή εἶναι ἡ Θεία Λειτουργία! Αὐτό ἔχουµε ἐµεῖς! Ὅλοι οἱ ἄλλοι µπορεῖ νά ἔχουν ὅ,τι θέλουν. Ἐµεῖς ὅµως, ὡς Ὀρθόδοξοι χριστιανοί, ἔχουµε τήν Θεία Λειτουργία καί µόνον τήν Θεία Λειτουργία! Αὐτή µᾶς ἀνεβάζει ἀπό τήν γῆ στόν οὐρανό. Ἀπό ἀνθρώπους τῆς ἁµαρτίας µᾶς κάνει πολίτες τοῦ οὐρανοῦ. Αὐτή µᾶς προσφέρει τό Σῶµα καί τό Αἷµα τοῦ Χριστοῦ, ¨εἰς ἄφεσιν ἁµαρτιῶν καί εἰς ζωήν αἰώνιον¨, πού εἶναι γιά ὅλους τό αἰώνιον φῶς, ἡ αἰώνια ζωή, ἡ ἀνάστασι καί ἡ σωτηρία µας, εἶναι ὁ Ἴδιος ὁ Σωτῆρας Ἰησοῦς Χριστός…
Ματαιοπονοῦν λοιπόν, ἀδελφοί µου, οἱ σκοτεινές δυνάµεις, πού στά πλαίσια τῆς δικῆς τους παγκοσµιοποίησης καταργοῦν ὄχι µόνο τίς θρησκευτικές µας ἑορτές ἀλλά καί τίς ἐθνικές, προσπαθῶντας νά µᾶς ἐπιβάλουν µέ τό ζόρι τήν κάθε µέρα χωριστά ὡς παγκόσµια ἑορτή, ἀφιερωµένη σέ ὁ,τιδήποτε ἄλλο, ἐκτός ἀπό τόν Σωτῆρα Χριστό.
Ἔτσι ἔχουµε παγκόσµια ἡµέρα γιά τήν µητέρα (ἄν καί στήν Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία µας ὡς ἡµέρα ἀφιερωµένη στήν µητέρα ἐθεωρεῖτο ἡ ἡµέρα τῆς Ὑπαπαντῆς), γιά τό παιδί, γιά τόν πατέρα, γιά τό περιβάλλον, γιά τήν καταπολέµησι τοῦ καρκίνου κάθε εἴδους, γιά τήν καταπολέµησι τοῦ aids, γιά τήν καταπολέµησι τῆς πείνας, παγκόσµια ἡµέρα κατά τῶν ναρκωτικῶν, κατά τοῦ τσιγάρου. Καί γενικά γιά 365 ξεχωριστά εἴδη πραγµάτων καί καταστάσεων.
Δέν ἔβαλαν ὅµως καί δέν ὅρισαν µιά ἡµέρα πένθους, παγκόσµια ἡµέρα πένθους κατά τῶν ἐκτρώσεων! ®
Ἡµέρα πένθους κατά τῶν ὕβρεων, καί εἰδικώτερα σέ µᾶς στήν Ἑλλάδα, διότι νέοι, γέροι καί παιδιά, µικροί καί µεγάλοι, βρίζουν ἀπό τό πρωί µέχρι τό βράδυ τά θεῖα, τά ὅσια καί τά ἱερά τῆς πίστεώς µας. (Ναί, τά βρίζουµε, γι’ αὐτό καί θά τό πληρώσουµε…) ®
Δέν ἔχουµε ἡµέρα πένθους κατά τῶν πυρηνικῶν ἐξοπλισµῶν. ®
Δέν ἔχουµε ἡµέρα πένθους κατά τῆς αὐξανοµένης καθηµερινά ἐγκληµατικότητος. (Τώρα φοβόµαστε νά µείνουµε µόνοι µας ἀκόµα καί στά σπίτια µας, εἰδικώτερα οἱ µεγαλύτεροι στήν ἡλικία.) ®
Οὔτε ἡµέρα πένθους κατά τῆς παιδεραστίας. ®
Ἐπίσης, παγκόσµια ἡµέρα πένθους ἐναντίον ὅλων ἐκείνων πού ἁρπάζουν τά παιδιά, ἀκόµα καί µεγάλους, καί ἀπό ξένες χῶρες καί ἀπό τήν Ἑλλάδα, γιά νά τούς ἀφαιρέσουν ὄργανα τοῦ σώµατος καί νά τά δώσουν σ’ αὐτούς πού ἔχουν τό χρῆµα καί τήν δύναµι. ®
Ἡµέρα πένθους κατά τοῦ πανσεξουα­λισµοῦ µέ τίς κάθε εἴδους ἐπίσηµες διαστροφές… (θά τά πῶ, γιατί τά λέει ἡ Ἁγία Γραφή): τήν ἀρσενοκοιτία, τούς λεγοµένους ¨γάµους¨ τῶν ὁµοφυλοφίλων καί χίλια δυό ἄλλα αἴσχη. Ἡ Ἁγία Γραφή µᾶς βεβαιώνει ξεκάθαρα ὅτι ¨οὔτε πόρνοι …οὔτε µοιχοί οὔτε µαλακοί οὔτε ἀρσενοκοῖται… οὔτε µέθυσοι… βασιλείαν Θεοῦ οὐ κληρονοµήσουσι¨ (Α΄ Κορ. 6, 9 – 10). ®
Ἑποµένως, ἀδελφοί µου, στῶµεν καλῶς!… Στῶµεν µετά φόβου Θεοῦ!
Κάποιο πρωϊνό, ξηµέρωνε Κυριακή τοῦ Θωµᾶ,  γύρω στίς 4.00 τήν νύχτα, ἕνας ἱερεύς, Ρουµάνος στήν καταγωγή, πού ὀνοµαζόταν π. Κλεόπας Ἠλίε, βρισκόταν στό ἱερό Βῆµα ἑνός µοναστηριακοῦ Ναοῦ καί διάβαζε γονατιστός τήν ἀκολουθία τῆς θείας Μεταλήψεως. Μετά ἀπό λίγη ὥρα, µπῆκε στήν Ἐκ­κλησία γιά νά προσευχηθῆ µιά γυναῖκα, πού εἶχε ἔρθει στό µοναστῆρι ἀπό τό βράδυ.
«Προσκύνησε ὅλες τίς εἰκόνες καί ἔκανε παντοῦ µετάνοιες, διηγεῖται ὁ ἴδιος ὁ π. Κλεόπας. Δέν γνώριζε ὅτι κάποιος ἦταν µέσα στήν Ἐκκλησία. Τήν παρατηροῦσα συνεχῶς ἀπό τήν Ὡραία Πύλη. Ἐκείνη, ἀφοῦ προσκύνησε τίς εἰκόνες, γονάτισε στό µέσον τοῦ Ναοῦ, ὕψωσε τά χέρια της καί ἔλεγε ἀπό τήν καρδιά της αὐτά τά λόγια:
– Κύριε, µή µέ ἐγκαταλίπης! Μή µέ ἐγκα­ταλίπης! Κύριε Ἰησοῦ Χριστέ, ἐλέησόν µε… Ὑπεραγία Θεοτόκε, σῶσε µε τήν ἁµαρτωλή… Σῶσε καί ὅλο τόν κόσµο ἀπό τήν ἁµαρτία…
Καί τότε, στά λόγια αὐτά, εἶδα ξαφνικά ἕνα ὁλόλαµπρο Φῶς γύρω της καί τρόµαξα.  Ἡ γυναῖκα ἔπεσε µέ τό πρόσωπο στή γῆ καί προσευχόταν σιωπηλά, µέσα σέ λυγµούς. Ἡ φωτεινή νεφέλη πού τήν περιέλουζε, µεγάλωσε περισσότερο καί µετά σιγά – σιγά ἐξαφανίστηκε.  Ἀφοῦ ἔσβησε τό θεῖο Φῶς, σηκώθηκε στά πόδια της καί βγῆκε ἔξω ἀπό τήν Ἐκκλησία. Ἦταν µιά ἁπλῆ γυναῖκα ἀπό τά γειτονικά χωριά µας.»
Καί συνεχίζει ὁ σύγχρονος αὐτός ἅγιος Ὀρθόδοξος Ρουµάνος ἱερεύς: «Ἰδού, λοιπόν, ποιός ἔχει τό δῶρο τῆς προσευχῆς καί τῆς πίστεως. Νά, πού µερικοί λαϊκοί, ἁπλοί χριστιανοί, ξεπερνοῦν καµµιά φορά καί µοναχούς καί ἐρηµίτας καί ἐπισκόπους καί διακόνους καί πολλούς ἀπό τούς ἐν τῷ κόσµῳ ἱερεῖς.
Ἐγώ ἔκανα µετά Προσκοµιδή, καί ἀπό τήν µεγάλη µου συγκίνησι ἄρχισα νά κλαίω καί ἔτρεµα µέ τά χαρτιά µνηµονεύσεως στά χέρια. Μόνον ὁ Θεός γνωρίζει πόσοι τέτοιοι ἐκλεκτοί Του ὑπάρχουν σ’ αὐτόν τόν κόσµο! (Καί οἱ ὁποῖοι εἶναι αὐτοί πού θά τόν σώσουν ἀπό τήν µεγάλη καταστροφή καί τόν µεγάλο πειρασµό πού ἔρχεται ¨πειράσαι ὅλη τήν οἰκουµένη¨, ὅπως τονίζει ἡ ἱερά Ἀποκάλυψις.) Κύριε Ἰησοῦ Χριστέ, ἐλέησόν µε τόν ἁµαρτωλόν καί ὅλον Σου τόν κόσµον.
Ἐκεῖ στόν ἅγιο Δίσκο µνηµόνευσα καί τήν ἀνώνυµη ἐκείνη χωρική. Ἦταν γιά µένα ὁλόκληρος ὁ κόσµος. Ἡ Λειτουργία πού ἔγινε ἐκείνη τήν ἡµέρα, Κυριακή τοῦ Θωµᾶ, θά µοῦ µείνη ἀξέχαστη! Τό ὁλόλαµπρο φῶς πού τύλιξε τήν ὕπαρξι τῆς προσευχοµένης αὐτῆς γυναικούλας, τό ἴδιο φῶς τύλιξε ὡς φωτεινή νεφάλη καί τά τίµια Δῶρα. Καί τό γνώριζα πολύ καλά. Εἰσῆλθε αὐτή ἡ οὐράνια γλυκύτητα µαζί µέ τήν θεία Γνῶσι βαθειά µέσα στήν ψυχή µου. Ἦταν τό ἴδιο οὐράνιο φῶς πού τύλιξε κι ἐκείνη τήν ἁπλῆ γυναίκα. Μοῦ τό χάρισε ὡς δῶρο καί τήν εὐγνωµονῶ.»
Ἡµέρα µεγάλη ἐκείνη ἡ Κυριακή τοῦ Θωµᾶ, διότι ἦταν ἡµέρα θριάµβου τῆς πίστεως, µιᾶς καί µόνο ψυχούλας. Ὁµολογία πίστεως. Ποιός τήν εἶδε; Ποιός τήν ἄκουσε; Ἕνας καί µόνο ἱερεύς καί ὁ παρών ζῶν Θεός, ὅπως καί ὁλόκληρη ἡ θριαµβεύουσα Ἐκκλησία.
Ἐκείνη ὅµως, µέ τήν δική της δυνατή πίστι, ἤλεγξε ὅλους µας γιά τήν ἀπιστία µας, τήν ὀλιγοπιστία µας, τήν χλιαρότητά µας, τήν ἄρνησί µας νά τηροῦµε τίς εὐαγγελικές ἐντολές, νά καλλιεργοῦµε τίς ἀρετές, νά καταπολεµοῦµε τά πάθη καί τίς ἀδυναµίες µας, νά ἔχουµε εἰρήνη στήν ψυχή µας καί στά σπίτια µας. Ἄραγε, ἀφοῦ δέν κάνουµε προσευχή καί δέν µελετᾶµε τήν Ἁγία Γραφή, πῶς θά ἀποκτήσουµε τέτοια πίστι; Ἀφοῦ δέν προσπαθοῦµε νά γνωρίσουµε τόν Κύριο ἀπό αὐτή τή ζωή, πῶς θά ἐλπίζουµε νά Τόν συναντήσουµε αἰώνια;
Ἀδελφοί µου,
θέλω νά πιστεύω πώς τέτοιες ψυχούλες ὑπάρχουν ἀρκετές. Πιστεύω ἐπίσης πώς οἱ σπηλιές καί τά βράχια καί οἱ τρύπες τοῦ Ἁγίου Ὄρους, τά ἐρηµητήρια καί τά ἀναχωρητήρια, κρύβουν πολλούς τέτοιους ἁγίους. Καί χάριν αὐτῶν τῶν ὀλίγων σωζόµαστε καί µεῖς ὅλοι.  Γι’ αὐτό καί, παρ’ ὅλα τά δεινά πού µᾶς ἦρθαν τά τελευταῖα τριάντα χρόνια καί τά ὁποῖα τώρα φαίνονται πόσο σκοτεινά εἶναι, ὑπάρχουµε ἀκόµα ὡς ἔθνος.
Εἴθε λοιπόν, ἄν δέν µποροῦµε νά µοιάσουµε σ’ αὐτούς τούς ἁγίους πού βρίσκονται στήν ἔρηµο, νά µοιάσουµε σ’ αὐτήν τήν ἁπλῆ γυναικούλα, πού µᾶς παρέδωσε τέτοια µέρα, ὥρα 4.00 τό πρωί, µάθηµα δυνατῆς πίστεως καί ἀληθινῆς προσευχῆς.  Ἀµήν.

Τετάρτη 15 Μαρτίου 2017

Π. ΣΤΕΦΑΝΟΣ ΑΝΑΓΝΩΣΤΟΠΟΥΛΟΣ: ΘΕΩΡΙΑ ΚΑΙ ΕΚΣΤΑΣΗ ΚΑΤΑ ΤΗΝ ΝΟΕΡΑ ΠΡΟΣΕΥΧΗ!

ΘΕΩΡΙΑ ΚΑΙ ΕΚΣΤΑΣΗ ΚΑΤΑ ΤΗΝ ΝΟΕΡΑ ΠΡΟΣΕΥΧΗ
Γράφει ο π. Στέφανος Αναγνωστόπουλος

Στην δεκαετία 1959-1969, σε μια από τις συχνές επισκέψεις μου στο Άγιον Όρος, είχα συναντήσει έναν αγιασμένο Γέροντα, ο οποίος και με φιλοξένησε στη καλύβη του.
Στην ερώτηση μου «τι είναι θεωρία και έκστασις κατά την διάρκεια της νοεράς προσευχής», μου απάντησε περίπου ως εξής: 

«Πριν από χρόνια, πάτερ μου, και μετά την πρωινή έγερση, ένας νεαρός μοναχός μιας απόμακρης και απόκρημνης καλύβης στη Σκήτη της Μικράς Αγίας Άννης, βγήκε έξω, στην πλαγιά του βουνού, για να μαζέψει λίγα χορταράκια για βράσιμο.  Παντού βασίλευε ερημιά και ησυχία.  Μαζεύοντας τα χόρτα, έλεγε φωναχτά την ευχούλα:

«Κύριε Ιησού Χριστέ, ελέησον με».
«Κύριε Ιησού Χριστέ, ελέησον με».
«Κύριε Ιησού Χριστέ, ελέησον με».

Σε κάποια στιγμή και εντελώς ξαφνικά αρπάχθηκε ο νους του στα ουράνια… στον κόσμο των Αγγέλων!  Βρέθηκε η ψυχή του –και μόνον η ψυχή του, χωρίς το σώμα- μέσα σ’ ένα άπειρο πλήθος Αγγελικών τάξεων!  Αυτή η αρπαγή και η έκστασις της ψυχής, είναι και λέγεται θεωρία, θεωρία πνευματική.  Σ’ αυτήν δε την κατάσταση της ανεκφράστου αγαλλιάσεως, υμνούσε και δοξολογούσε ως ελεεινός τον Θεόν μαζί με τους Αγγέλους!  Η έκστασις αυτής της ψυχής του μαζί με την ανείπωτη θεωρία του Παραδείσου και των Αγγέλων, του χάρισαν για λίγα λεπτά:

Ανεκλάλητη χαρά.
Θεία ευφροσύνη.
Νοερά έκπληξη,
Ιερόν δέος,
και ανέκφραστη μακαριότητα.

Όλες αυτές οι θεϊκές καταστάσεις και ιδιαιτέρως η θεία μακαριότητα είχαν τόσο μεγάλη πνευματική ένταση, που αν κρατούσαν δυο λεπτά ακόμα, όπως βεβαίωσε ο μοναχός, δεν θα άντεχε άλλο η καρδιά του και θα πέθαινε!
-Ναι, πάτερ μου, είπε ο Γέροντας, η ευτυχία και τα κάλλη του Παραδείσου δεν είναι για μας τους σκώληκας και αμαρτωλούς «ων πρώτος ειμί εγώ» Πάντως ήταν κάτι το πολύ τρομερό για εκείνον τον νεαρό μοναχό.

Τόση Θεία Χάρις!...
Τόση γλυκύτητα!....
Τόση κρυστάλλινη καθαρότητα!...
Τόσο φως!...
Και η αγγελική ψαλμωδία;….

Άφωνος ο νους, βουβή και η γλώσσα.  Τα του Θεού και τα υπέρλογα δεν περιγράφονται με λέξεις.  Πιστεύω όμως πως η έκστασις αυτή του νοός ήτο μια ελάχιστη πληροφορία για την κατάσταση της άλλης ζωής, της αληθινής και ουρανίας, της ζωής του μέλλοντος αιώνος»…


Πηγή: ΒΙΒΛΙΟΓ. ΓΝΩΣΙΣ ΚΑΙ ΒΙΩΜΑ ΤΗΣ ΟΡΘΟΔΟΞΟΥ ΠΙΣΤΕΩΣ.
π. ΣΤΕΦΑΝΟΥ ΑΝΑΓΝΩΣΤΟΠΟΥΛΟΥ





Η νοερά προσευχή - Η ΕΥΧΗ 

Τετάρτη 1 Φεβρουαρίου 2017

Π. ΣΤΕΦΑΝΟΣ ΑΝΑΓΝΩΣΤΟΠΟΥΛΟΣ: ΤΟ ΚΛΕΙΔΙ ΤΟΥ ΠΑΡΑΔΕΙΣΟΥ!

Όταν ήμουν στον Άγιο Βασίλειο στην περίοδο 1970-80 είχα γνωρίσει μια οικογένεια, μέλος της οποίας ήταν και η υπέργηρη κυρία Κατερίνα, την οποία περιποιείτο η κόρη της Καλλιρρόη. Ο σύζυγος της κυρίας Καλλιρρόης ήταν δικηγόρος και λεγόταν Χριστόφορος Σταμάτουζας.
Η κυρία Κατερίνα, λόγω της ηλικίας της, ήταν συνεχώς σε μια καρέκλα, όπου καθόταν με πολλή δυσκολία. Δεν βάδιζε. Άρχισε να μη βλέπει κιόλας. Ήταν όμως χριστιανή που έκανε τα θρησκευτικά της καθήκοντα: το πρωί την προσευχή της, το βράδυ το Απόδειπνο, τους Χαιρετισμούς… Όταν άρχισε να μη βλέπει, μου έλεγε:

–Στενοχωρούμαι, γιατί δεν ξέρω τώρα πώς να περάσω όλη την ήμερα, πώς να διαβάσω τις προσευχές μου.
Της είπα λοιπόν:
-Να λες το «Κύριε Ιησού Χριστέ, ελέησον με».
Της έδωσα κι ένα κομποσχοινάκι κι όπως καθόταν σε μια πολυθρόνα απ’ αυτές τις πάνινες, που έχουν και χερούλια, έλεγε την ευχή. Κι αυτό την είχε γλυκάνει και πολύ ευχαριστιόταν.
–Α, όλη την ήμερα, ούτε καταλαβαίνω πώς περνάει λέγοντας συνεχώς το «Κύριε Ιησού Χριστέ ελέησον με»! Ευχαριστιέμαι μ’ αυτό, ευχαριστιέμαι πολύ, γλυκαίνεται το στόμα μου. Όλο έτσι έλεγε.
Κάποτε με ρώτησε:
–Θα με βοηθήσει αυτό, όταν θα έρθει ή ώρα να φύγω απ’ αυτόν εδώ τον κόσμο;
–Βεβαίως, της λέω, και να μη στενοχωριέσαι. Αν λες συνεχώς την ευχούλα να μην ανήσυχεις καθόλου! Θα έρθω εγώ και θα σου δώσω το κλειδί για ν’ άνοιξεις την πόρτα του Παραδείσου.
(Εγώ αυτό το είπα για να της δώσω ελπίδα και να της αφαιρέσω τον φόβο του θανάτου).

Αρρώστησε και βάρυνε πολύ. Πήγαινα και την κοινωνούσα σχεδόν κάθε εβδομάδα για να παίρνει δύναμη. Ένα βράδυ κατά τις 2.00 ή ώρα, ξυπνάει την κόρη της και λέει:
–Ετοιμάσου. Όπου να ναι έρχεται ο πατήρ Στέφανος να με κοινωνήσει.
–Ο πατήρ Στέφανος θα κοιμάται τώρα στο σπίτι του, της απάντησε ή κόρη της.
–Όχι, όχι, θα ΄ρθει, θα έρθει τώρα! Σε παρακαλώ, ετοίμασε το τραπεζάκι. Βάλε το θυμιατό, βάλε και το κερί.
(Έτσι έκαμαν πάντοτε. Ετοίμαζαν ένα τραπεζάκι στρογγυλό, με άσπρη πετσέτα και επάνω το καντήλι, το κηροπήγιο και το θυμιατό δίπλα, αναμμένα όλα. Άπλωνα το “μάκτρο”, ακουμπούσα πάνω τα τίμια Δώρα, έκανα την ένωση και την κοινωνούσα.)
–Τα ετοίμασες; ρώτησε την κόρη της.
–Τα ετοίμασα.
–Χτυπάει ή πόρτα. Πήγαινε να ανοίξεις.

Έκανε ή κόρη της ότι πήγαινε να ανοίξει. Αυτή περίμενε. Έκανε το σταυρό της, πήρε το “μάκτρο”, (υποθετικά), το έβαλε κάτω από το σαγόνι της, άνοιξε το στόμα της, κατάπιε, σκουπίστηκε, έδωσε πίσω το “μάκτρο”, έκανε με ευλάβεια το σημείο του σταυρού, σταύρωσε τα χέρια της και περίμενε να φύγω. Ποιος ξέρει; Προφανώς Άγγελος την κοινώνησε στο πρόσωπο το δικό μου. Αποκλείεται να ήταν παραίσθησις. Ήταν ένα γεγονός πραγματικό, όπου κοινώνησε των άχραντων Μυστηρίων αλλά σε πνευματική μορφή.

Την άλλη μέρα με ειδοποίησαν, πήγα, και μου είπαν ιδιαιτέρως τι συνέβη. Πλησίασα την άρρωστη και μου είπε:
— Σ’ ευχαριστώ πού ήρθες τη νύχτα… Το κλειδί που είναι;…
–Μη στενοχωριέσαι κυρία Κατερίνα και το κλειδί θα πάρεις! Την επομένη το βράδυ με ειδοποίησαν ότι εκοιμήθη. Πήγα στο σπίτι και μου διηγήθηκαν τα εξής: Ήρθε η στιγμή να φύγει και έλεγε:
Πάτερ Στέφανε, φεύγω! Ήρθαν οι Άγγελοι! Που είσαι; που είσαι; Έλα… ήδη με έφεραν μπροστά στην πόρτα του Παραδείσου και είναι κλειστή… Θέλω το κλειδί, το κλειδί, πού μου υποσχέθηκες, το κλειδί, το κλειδί… Α, ευχαριστώ…
Άπλωσε το χέρι της και φάνηκε σαν να πήρε ένα μεγάλο παλαιό κλειδί, γύρισε το χέρι της, όπως κάνουμε όταν ανοίγουμε με κλειδί μια πόρτα, κατέβασε το χέρι της, έκανε το σημείο του σταυρού, “σ’ ευχαριστώ…” είπε και εκοιμήθη. Έτσι έφυγε ή κυρία-Κατερίνα με το κλειδί του Παραδείσου στο χέρι!

Διασκευασμένο Απόσπασμα από:
“ΓΝΩΣΙΣ ΚΑΙ ΒΙΩΜΑ ΤΗΣ ΟΡΘΟΔΟΞΟΥ ΠΙΣΤΕΩΣ”
του Πρωτ. ΣΤΕΦΑΝΟΥ ΑΝΑΓΝΩΣΤΟΠΟΥΛΟΥ 

Κυριακή 15 Ιανουαρίου 2017

Π. ΣΤΕΦΑΝΟΣ ΑΝΑΓΝΩΣΤΟΠΟΥΛΟΣ: 20 ΠΡΑΚΤΙΚΕΣ ΣΥΜΒΟΥΛΕΣ ΓΙΑ ΤΑΠΕΙΝΩΣΗ!

20 πρακτικές συμβουλές για ταπείνωση
Πρωτ. Στεφάνου Κ. Αναγνωστοπούλου

1. Σε ξέχασαν; Δε σε πήραν ούτε ένα τηλέφωνο; Δεν πειράζει. Και προπαντός μην παραπονείσαι.
2. Σε αδίκησαν; Ξέχασέ το.
3. Σε περιφρόνησαν; Να χαίρεσαι.
4. Σε κατηγορούν; Μην αντιλέγεις.
5. Σε κοροϊδεύουν; Μην απαντάς.
6. Σε βρίζουν; Σιωπή και προσευχή.
7. Σου αφαιρούν το λόγο; Σε διακόπτουν; Μη λυπάσαι.
8. Σε κακολογούν; Μην αντιμάχεσαι.
9. Σου μεταδίδουν ευθύνες τα παιδιά σου; Οι συγγενείς σου, οι δικοί σου οι άνθρωποι; Μη διαμαρτύρεσαι.
10. Θυμώνουν μαζί σου; Να παραμένεις ήρεμος.
11. Σου κλέβουν φανερά; Κάνε τον τυφλό.
12. Σε ειρωνεύονται; Να μακροθυμείς.
13. Δεν ακούνε τις συμβουλές σου; Ιδίως δεν ακούνε τις συμβουλές σου τα παιδιά σου; Πέσε στα γόνατα και κάνε προσευχή.
14. Εκνευρισμός στο αντρόγυνο; Εσύ φταις. Κι εσύ φταις. Όχι ο άλλος.
15. Έφταιξες; Ζήτησε συγγνώμη.
16. Δεν έφταιξες; Πάλι ζήτησε συγγνώμη.
17. Έχεις υγεία; Δόξαζε τον Θεόν.
18. Έχεις αρρώστια; Έχεις καρκίνο, ταλαιπωρείσαι, υποφέρεις, βασανίζεσαι, πονάς; Δόξαζε τον Θεόν.
19. Γκρίνια, ανεργία, φτώχεια μέσα στο σπίτι; Νήστευσε. Αγρύπνησε. Κάνε προσευχή.
20. Για όλους και για όλα προσευχή. Πολλή προσευχή. Πολλή προσευχή. Νηστεία και προσευχή διότι «τούτο το γένος των παθών και των δαιμόνων ουκ εκπορεύεται παρά μόνο με νηστεία και προσευχή». 

«Είθε αδελφοί μου, να ακολουθήσουμε όλοι μας, και πρώτος εγώ, τις ταπεινές αυτές συμβουλές, και να είστε βέβαιοι ότι θα σωθούμε.»

Σάββατο 15 Οκτωβρίου 2016

ΤΟ ΚΑΝΤΗΛΙ ΤΗΣ ΠΑΝΑΓΙΑΣ ΚΑΙ Η ΧΗΡΑ ΜΕ ΤΑ ΠΕΝΤΕ ΠΑΙΔΙΑ

Ήταν παραμονή του Ευαγγελισμού, 24 Μαρτίου του 1942, και ήμασταν στη Δράμα, στην ιδιαιτέρα μου πατρίδα. Η ξένη κατοχή ήταν βουλγάρικη. Οι στερήσεις, οι αρρώστιες και η πείνα είχαν πάρει τρομακτικές διαστάσεις και ο θάνατος θέριζε κάθε μέρα μικρούς και μεγάλους και ιδιαιτέρως τα παιδιά.
Μεταξύ των συγγενών μου είχα και μία μακρινή θεία, χήρα με πέντε παιδιά. Τον άνδρα της τον είχαν σκοτώσει οι κατακτητές πριν από έξι μήνες στις σφαγές της 29ης Σεπτεμβρίου τού1941.

Από τρόφιμα της είχαν απομείνει ένα δάκτυλο ελαιόλαδο και μία χούφτα καλαμποκάλευρο. Εκείνο, λοιπόν, το απόγευμα σκέφθηκε ότι αύριο, του Ευαγγελισμού, είχε έστω και κάτι λίγο για τροφή στα παιδιά: εκατό δράμια αλευράκι κι ένα δάκτυλο λαδάκι.

Ξαφνικά τα μάτια της έπεσαν πάνω στο σβησμένο καντήλι, που ήταν κρεμασμένο μπροστά στο εικονοστάσι. Και τότε μπήκε στο δίλημμα: Το λαδάκι στα νηστικά παιδιά της ή στο εικονοστάσι με την εικόνα του Ευαγγελισμού; Αποφασιστικά όμως έκαμε τον σταυρό της και είπε στην Παναγία: “Παναγία μου! Εγώ θα Σου ανάψω το καντήλι, γιατί η μέρα που ξημερώνει είναι πολύ μεγάλη για την πίστη μας, αλλά και Σύ όμως ανάλαβε να μου θρέψης τα παιδιά”. Πήρε το λιγοστό λαδάκι και μ’ αυτό άναψε το καντήλι της Παναγιάς. Το ιλαρό του φως φώτισε το φτωχικό σπίτι και η καρδιά της γέμισε από γαλήνη. Αυτό τους συνόδευσε στη βραδινή τους προσευχή και στον ύπνο τους όλο εκείνο το αξέχαστο βράδυ.
Την άλλη μέρα, μετά τη Θεία Λειτουργία, η θεία μου άνοιξε το ντουλάπι, για να πάρει το λιγοστό αλεύρι, και έμεινε άφωνη. Τί βλέπει; Το “λαδερό” γεμάτο λάδι μέχρι πάνω, και δύο σακούλες γεμάτες αλεύρι και μακαρόνια!…

Σταυροκοπήθηκε η γυναίκα πολλές φορές, δοξάζοντας και ευχαριστώντας τον Θεό και την Παναγία για το μεγάλο θαύμα, αλλά δεν είπε σε κανέναν τίποτα.

Για δύο χρόνια ούτε το λάδι άδειαζε από το μπουκάλι, ούτε και το αλεύρι “σώθηκε” ποτέ, παρά την καθημερινή τους χρήση για έξι στόματα, για ανταλλαγή με άλλα τρόφιμα και για κρυφή ελεημοσύνη. Αλλά και το καντήλι παρέμεινε από τότε μέρα-νύχτα αναμμένο, μαρτυρώντας με το άσβεστο φως του τη ζωντανή πίστη αυτής της ευλογημένης γυναίκας.

Πηγή: Από το βιβλίο «Εμπειρίες κατά την Θεία Λειτουργία» του Πρωτοπρεσβυτέρου Στεφάνου Αναγνωστόπουλου.

Δευτέρα 26 Σεπτεμβρίου 2016

Π. ΣΤΕΦΑΝΟΣ ΑΝΑΓΝΩΣΤΟΠΟΥΛΟΣ: ΞΕΝΟΦΩΝ, Ο ΑΘΕΟΣ ΚΑΡΚΙΝΟΠΑΘΗΣ ΠΟΥ ΠΙΣΤΕΨΕ ΤΗΝ ΤΕΛΕΥΤΑΙΑ ΣΤΙΓΜΗ!

Πρωτ. Στέφανου Αναγνωστοπούλου

Πριν από χρόνια, όταν ήμουν εφημέριος στον ιερό Ναό του Αγίου Βασιλείου Πειραιώς, μ’ εκάλεσαν να εξομολογήσω εκτάκτως, κατόπιν δικής του επιθυμίας, ένα νέο άνδρα, 42 ετών, του οποίου το όνομα, ήτο Ξενοφών.

Όταν πήγα, ήταν σε κακή κατάσταση. Ο καρκίνος με τις ραγδαίες μεταστάσεις τον είχε προσβάλλει και στο κεφάλι. Οι μέρες του μετρημένες. Ήταν μόνος στον θάλαμο, το διπλανό κρεβάτι ήταν άδειο, κι έτσι βρεθήκαμε μόνοι μας. Και μου είπε τα έξης, για το πώς πίστεψε, αφού υπήρξε, όπως το τόνισε, «σκληρός άθεος» και άπιστος.

«Ήλθα εδώ πριν από 35 περίπου μέρες, σ’ αυτό το δωμάτιο των δύο κλινών. Δίπλα μου ήταν ήδη κάποιος άλλος άρρωστος, μεγάλος στην ηλικία, 80 περίπου ετών. Αυτός ο άρρωστος, πάτερ μου, παρά τους φοβερούς πόνους που είχε στα κόκκαλα -εκεί τον είχε προσβάλει ο καρκίνος- συνεχώς αναφωνούσε «Δόξα Σοι, ο Θεός! Δόξα Σοι, ο Θεός!…» Στη συνέχεια έλεγε και πολλές άλλες προσευχές, που εγώ ο ανεκκλησίαστος και άθεος τις άκουγα για πρώτη φορά. Κι όμως, πολλές φορές μετά από τις προσευχές του ηρεμούσε -κι εγώ δεν ξέρω με ποιόν τρόπο- και τον έπαιρνε γλυκύτατος ύπνος. Ύστερα από δυο-τρεις ώρες ξυπνούσε από τους αφόρητους πόνους, για να ξαναρχίσει και πάλιν «το Χριστέ μου, Σ’ ευχαριστώ! Δόξα στο όνομα Σου!…Δόξα Σοι, ο Θεός!…Δόξα Σοι, ο Θεός!…»
Εγώ μούγκριζα από τους πόνους, κι αυτός ο συνασθενής μου, με τους αφόρητους πόνους, δοξολογούσε τον Θεό. Εγώ βλαστημούσα τον Χριστό και την Παναγία, κι αυτός μακάριζε τον Θεό, Τον ευχαριστούσε για τον καρκίνο που τού έδωσε και τους πόνους που είχε. Τότε εγώ αγανακτούσα όχι μόνο από τους πόνους τους φρικτούς που είχα, άλλα και γιατί έβλεπα αυτόν, τον συνασθενή μου, να δοξολογεί συνεχώς τον Θεό. Αυτός έπαιρνε σχεδόν κάθε μέρα «την Θεία Μεταλαβιά» κι εγώ ο άθλιος ξερνούσα από αηδία.
– Σκάσε, επί τέλους! σκάσε επί τέλους να λες συνεχώς «Δόξα Σοι, ο Θεός»! Δεν βλέπεις πως Αυτός ο Θεός, που εσύ Τον δοξολογείς, Αυτός μας βασανίζει τόσο σκληρά; Θεός είναι αυτός; Δεν υπάρχει. Όχι! δεν υπάρχει…
Και αυτός με γλυκύτητα απαντούσε: «Υπάρχει, παιδί μου, υπάρχει και είναι στοργικός Πατέρας, διότι με την αρρώστια και τους πόνους μας καθαρίζει από τις πολλές μας αμαρτίες. Όπως αν ασχολιόσουν με καμιά σκληρή δουλειά, όπου τα ρούχα σου και το σώμα σου θα βρωμούσαν κυριολεκτικώς, θα χρειαζόσουν μία σκληρή βούρτσα για να καθαριστής καλά, κι εσύ και το σώμα σου και τα ρούχα σου, κατά τον ίδιο τρόπο και ο Θεός χρησιμοποιεί την αρρώστια σαν ευεργετικό καθαρισμό της ψυχής, για να την προετοιμάσει για τη Βασιλεία των ουρανών».
Οι απαντήσεις του μ’ εκνεύριζαν ακόμη περισσότερο και βλαστημούσα θεούς και δαίμονες. Δυστυχώς οι αντιδράσεις μου ήσαν αρνητικές, με το να φωνάζω: «-Δεν υπάρχει Θεός… Δεν πιστεύω σε τίποτα… Ούτε στον Θεό ούτε σ’ αυτά τα «κολοκύθια» που μού λες περί Βασιλείας του Θεού σου…» Θυμάμαι τις τελευταίες του λέξεις:
-Περίμενε και θα δεις με τα μάτια σου πώς χωρίζεται η ψυχή απ’ το σώμα ενός Χριστιανού που πιστεύει. Είμαι αμαρτωλός, αλλά το έλεός Του θα με σώσει. Περίμενε, θα δεις και θα πιστέψεις!
Και η μέρα αυτή έφθασε. Από το νοσοκομείο θέλησαν να βάλουν ένα «παραβάν», όπως ήταν καθήκον τους, αλλά εγώ διαμαρτυρήθηκα. Τούς είπα «όχι, γιατί θέλω να δω πώς αυτός ο γέρος θα πεθάνει!!!».
Τον έβλεπα λοιπόν να δοξολογεί συνεχώς τον Θεό. Πότε έλεγε κάποια «Χαίρε» για την Παναγία, που αργότερα έμαθα ότι λέγονται «Χαιρετισμοί». Κατόπιν σιγοέψαλλε το «Θεοτόκε Παρθένε», το «Από των πολλών μου αμαρτιών…», το «Άξιον εστί», κάνοντας συγχρόνως και πολλές φορές το σημείο του σταυρού.
Σήκωσε κάποια στιγμή τα χέρια του και είπε: «Καλώς τον Άγγελό μου! Σ΄ ευχαριστώ, που ήλθες με τόση λαμπρά συνοδεία να παραλάβεις την ψυχή μου. Σ’ ευχαριστώ!… Σ’ ευχαριστώ!…» Ανασηκώθηκε λίγο, ξανασήκωσε τα χέρια του ψηλά, έκαμε το σημείο του σταυρού, σταύρωσε τα χεράκια του στο στήθος του και εκοιμήθη!

Ξαφνικά το δωμάτιο πλημμύρισε από φως, λες και μπήκαν μέσα δέκα ήλιοι και περισσότεροι, τόσο πολύ φωτίστηκε το δωμάτιο! Ναι, εγώ ο άπιστος, ο άθεος, ο υλιστής, ο «ξιπασμένος», ομολογώ ότι όχι μόνον έλαμψε το δωμάτιο άλλα και μια ωραιότατη μυρωδιά απλώθηκε σ’ αυτό, ακόμη και σε ολόκληρο τον διάδρομο, και μάλιστα όσοι ήσαν ξυπνητοί και μπορούσαν, έτρεχαν εδώ κι εκεί, για να διαπιστώσουν από που ήρχετο η παράξενη αυτή μυρωδιά.
Έτσι, πάτερ μου, πίστεψα, γι’ αυτό και φώναξα για Εξομολόγο ύστερα από τρεις ημέρες. Την άλλη μέρα όμως, τα ‘βαλα με τους δικούς μου, την μάνα μου και τον πατέρα μου, ύστερα με τα δύο μεγαλύτερα αδέλφια μου, με τη γυναίκα μου, με τους συγγενείς και τους φίλους, και τους φώναζα και τους έλεγα:
– Γιατί δεν μου μιλήσατε ποτέ για τον Θεό, την Παναγία και τους Αγίους; Γιατί δεν με οδηγήσατε ποτέ στην Εκκλησία; Γιατί δεν μου είπατε ότι υπάρχει Θεός και υπάρχει και θάνατος και κάποτε αυτή η ψυχή θα χωρισθεί από το σώμα για να δώσει τον λόγο της; Γιατί με σπρώξατε με την συμπεριφορά σας στην αθεΐα και στον μαρξισμό; Εσείς με μάθατε να βλαστημώ, να κλέβω, να απατώ, να θυμώνω, να πεισμώνω, να λέω χιλιάδες ψέματα, να αδικώ, να πορνεύω…
Εσείς με μάθατε να είμαι πονηρός, καχύποπτος, ζηλιάρης, λαίμαργος, φιλάργυρος και κακός. Γιατί δεν μου διδάξατε την αρετή; Γιατί δεν μου διδάξατε την αγάπη; Γιατί δεν μου μιλήσατε ποτέ για τον Χριστό; Γιατί;… Από αυτή τη στιγμή μέχρι που να πεθάνω, θα μου μιλάτε μόνο για τον Θεό, τον Χριστό, την Παναγία, τους Αγγέλους, τους Αγίους. Για τίποτε άλλο.
Ήρχοντο οι δικοί μου, οι συγγενείς, φίλοι, γνωστοί, και τους ρωτούσα τον καθένα χωριστά ή όλους μαζί: «-Έχετε να μου πείτε κάτι σημαντικό για τον Θεό; διότι Αυτόν θα συναντήσω! Λέγετε….. Εάν δεν ξέρετε, να μάθετε. Οι μέρες περνάνε κι εγώ θα φύγω. Και σ’ ένα – δυο επισκέπτες: «- Αν δεν ξέρεις ή αν δεν πιστεύεις, να φύγεις!…»

Τώρα πιστεύω με όλη μου την καρδιά, και θέλω να εξομολογηθώ όλες τις αμαρτίες μου από μικρό παιδί…»

Ήτο σταθερός και αμείλικτος με το παλαιό εαυτό του ο Ξενοφών. Και το έλεος του Θεού ήταν μεγάλο, πολύ μεγάλο! Εξομολογήθηκε με ειλικρίνεια, κοινώνησε δυο-τρεις φορές και υστέρα από πάλη μερικών ημερών με τον καρκίνο, έφυγε εν πλήρη μετάνοια, με ζέουσα την πίστη, ειρηνικά, οσιακά, δοξολογώντας κι’ αυτός τον Θεό.

Πέμπτη 1 Σεπτεμβρίου 2016

Π. ΣΤΕΦΑΝΟΣ ΑΝΑΓΝΩΣΤΟΠΟΥΛΟΣ: ΠΟΛΛΕΣ ΦΟΡΕΣ ΤΙΣ ΝΥΧΤΕΣ ΕΒΛΕΠΑ ΤΙΣ ΨΥΧΕΣ!

Πρό ἐτῶν, ἕνας νεαρός Ἱερεύς διηγήθηκε τά ἑξῆς τρομερά:
«Ἡ μητέρα μου, πού δέν ἤθελε ὁ γιός της νά γίνει παπᾶς, στόν τρίτο χρόνο ἀπό τή χειροτονία μου, πέθανε.
Στόν θάνατό της, ὡς ἱερεύς ἐγώ ὁ γιός της, δέν εἶχα δώσει μεγάλη σημασία. Ἔκανα ὅσα εἶναι ἀπαραίτητα καί τίποτα περισσότερο ἀπ’ αὐτό.
Ἕνα ἀπογευματάκι, πρός τό σούρουπο, περνοῦσα ἔξω ἀπό τό Κοιμητήριο.
Σκέφθηκα λοιπόν: “Δέν πάω νά τῆς ἀνάψω τό καντηλάκι;”
Πράγματι τό ἄναψα καί κάθισα σέ μιά πέτρα. Δέν εἶχα μαζί μου ὅμως πετραχήλι κι ἔτσι δέν τῆς διάβασα Τρισάγιο.
Σάν νά ζαλίστηκα ὅμως λίγο καί ξαφνικά νόμισα ὅτι ἄρχισαν νά ἀνοίγουν οἱ τάφοι, νά σηκώνονται τά νεκρά σώματα τῶν ἀνθρώπων καί νά φωνάζουν!…
— ΒΟΗΘΕΙΑ! ΒΟΗΘΕΙΑ, Ἱερεῖς τοῦ Ὑψίστου, βοήθεια…, Ὀρθόδοξοι χριστιανοί, βοήθεια!… Λειτουργίες, προσευχές, Μνημόσυνα, Τρισάγια… ΒΟΗΘΕΙΑΑΑ, χριστιανοί!!!
Σέ λίγο τρομαγμένος βλέπω καί τήν μάνα μου:
— ΒΟΗΘΕΙΑ, γυιέ μου, μοῦ εἶπε, βοήθεια! Βοήθεια, τώρα πού εἶσαι παπᾶς, βοήθεια γιά ὅλους, βοήθεια, βοήθεια!!!…καί ἔπεσε ἐπάνω μου σπαράζοντας ἀπό κραυγές ἀπελπισίας, ζητώντας βοήθεια γιά τήν ψυχή της.
Τότε συνῆλθα τρομαγμένος… Εἶχε πλέον βραδιάσει… Ἔφυγα τρέχοντας… σχίσθηκαν καί τά ράσα μου… καί ἀπό τήν τρομάρα μου ὅλη τή νύχτα δέν κοιμήθηκα.
Τήν ἄλλη ἡμέρα τό πρωί εἶπα στήν πρεσβυτέρα μου: “Κοίταξε νά δεῖς. Γιά τρία χρόνια θά λειτουργῶ κάθε μέρα γιά τή μάνα μου, γιά ὅλους τούς πεθαμένους, γιά ὅσους εἶναι γραμμένοι ἐκεῖ, στό Κοιμητήριο, καί γιά ὅσα ὀνόματα κεκοιμημένων θά μοῦ δίνουν ἀπό δῶ καί πέρα”.
Ἔκανα χίλιες ἑκατό Λειτουργίες συνεχῶς, χωρίς διακοπή! Χίλια ἑκατό Μνημόσυνα μέ κόλλυβα, μέ Τρισάγια, μέ ὅ,τι ἔπρεπε· κάθε μέρα!
Πολλές φορές τίς νύχτες ἔβλεπα τίς ψυχές νά μοῦ λένε “εὐχαριστῶ”,ἄλλες γιατί ξεδίψασαν, ἄλλες γιατί δροσίστηκαν, ἄλλες γιατί χόρτασαν, ἄλλες γιατί ζεστάθηκαν μέσα στίς παγωνιές!
“Εὐχαριστῶ, ζεστάθηκα, παπά μου”, μοῦ ἔλεγαν, “κρύωνα, ζεστάθηκα, σ’ εὐχαριστῶ”. Ἄλλες μέ εὐχαριστοῦσαν, γιατί εἶδαν λίγο φῶς καί ἄλλες κρατοῦσαν «ψωμάκια στά χέρια…”.

Πρωτ. Στεφάνου Ἀναγνωστοπούλου (Ἐμπειρίες κατά τήν Θεία Λειτουργία)

Τρίτη 23 Αυγούστου 2016

Π. ΣΤΕΦΑΝΟΣ ΑΝΑΓΝΩΣΤΟΠΟΥΛΟΣ- Η ΘΑΥΜΑΣΤΗ ΜΕΤΑΣΤΡΟΦΗ ΕΝΟΣ ΑΘΕΟΥ

"...Άπό αυτή τή στιγμή μέχρι πού νά πεθάνω, θά μου μιλάτε μόνο γιά τον Θεό, τόν Χριστό, τήν Παναγία, τους Αγγέλους, τους Αγίους. Γιά τίποτε άλλο..." 

Πρίν από χρόνια, όταν ήμουν εφημέριος στον ιερό Ναό του Αγίου Βασιλείου Πειραιώς, μ’ έκάλεσαν νά εξομολογήσω εκτάκτως, κατόπιν δικής του επιθυμίας, ένα νέο άνδρα, 42 ετών, του οποίου τό όνομα, ήτο Ξενοφών.
Όταν πήγα, ήταν σέ κακή κατάστασι. Ό καρκίνος μέ τίς ραγδαίες μεταστάσεις τόν είχε προσβάλλει καί στό κεφάλι. Οι μέρες του μετρημένες. Ήταν μόνος στον θάλαμο, τό διπλανό κρεββάτι ήταν άδειο, κι έτσι βρεθήκαμε μόνοι μας. Καί μου είπε τά έξης, γιά τό πως πίστεψε, αφού υπήρξε, όπως τό τόνισε, «σκληρός άθεος» καί άπιστος. 

«Ήλθα έδώ πρίν άπό 35 περίπου μέρες, σαυτό τό δωμάτιο των δύο κλινών. Δίπλα μου ήταν ήδη κάποιος άλλος άρρωστος, μεγάλος στην ηλικία, 80 περίπου ετών. Αυτός ό άρρωστος, πάτερ μου, παρά τους φοβερούς πόνους πού είχε στά κόκκαλα -εκεί τόν είχε προσβάλει ό καρκίνος- συνεχώς αναφωνούσε «Δόξα Σοι, ό Θεός! Δόξα Σοι, ό Θεός!…»Στή συνέχεια έλεγε καί πολλές άλλες προσευχές, πού εγώ ο ανεκκλησίαστος καί άθεος τίς άκουγα γιά πρώτη φορά.Κι όμως, πολλές φορές μετά από τίς προσευχές του ηρεμούσε -κι εγώ δέν ξέρω μέ ποιόν τρόπο- καί τόν έπαιρνε γλυκύτατος ύπνος. «Υστερα από δυό-τρεις ώρες ξυπνούσε από τους αφόρητους πόνους, γιά νά ξαναρχίση καί πάλιν «το Χριστέ μου, Σ’ ευχαριστώ! Δόξα στό όνομά Σου!…Δόξα Σοι, ο Θεός!…Δόξα Σοι, ό Θεός!…» 

Εγώ μούγκριζα άπό τους πόνους, κι αυτός ο συνασθενής μου, μέ τους αφόρητους πόνους, δοξολογούσε τόν Θεό.’ Εγώ βλαστημούσα τον Χριστό καί την Παναγία, κι αυτός μακάριζε τόν Θεό, Τόν ευχαριστούσε γιά τόν καρκίνο πού του έδωσε καί τους πόνους πού είχε. Τότε εγώ αγανακτούσα όχι μόνο από τους πόνους τους φρικτούς πού είχα, άλλα καί γιατί έβλεπα αυτόν, τόν συνασθενή μου, νά δοξολογή συνεχώς τόν Θεό. Αυτός έπαιρνε σχεδόν κάθε μέρα «τήν Θεία Μεταλαβιά» κι έγώ ό άθλιος ξερνούσα άπό αηδία. 

- Σκάσε, επί τέλους, σκάσε επί τέλους νά λές συνεχώς «Δόξα Σοι, ο Θεός»! Δέν βλέπεις πώς Αυτός ο Θεός, πού εσύ Τον δοξολογείς, Αυτός μας βασανίζει τόσο σκληρά; Θεός είναι αυτός; Δέν υπάρχει.»Οχι! δέν υπάρχει… 

Καί αυτός μέ γλυκύτητα απαντούσε: 
‘Υπάρχει, παιδί μου, υπάρχει καί είναι στοργικός Πατέρας, διότι με την αρρώστια καί τους πόνους μας καθαρίζει από τίς πολλές μας αμαρτίες. «Οπως αν ασχολιόσουν μέ καμμιά σκληρή δουλειά, όπου τά ρούχα σου και το σώμα σου θά βρωμούσαν κυριολεκτικώς, θά χρειαζόσουν μία σκληρή βούρτσα γιά νά καθαριστής καλά, κι εσύ καί τό σώμα σου καί τά ρούχα σου, κατά τόν ίδιο τρόπο καί ο Θεός χρησιμοποιεί τήν αρρώστια σάν ευεργετικό καθαρισμό της ψυχής, γιά νά τήν προετοιμάση γιά τή Βασιλεία των ουρανών. 

Οι απαντήσεις του μ’ εκνεύριζαν ακόμη περισσότερο καί βλαστημούσα θεούς καί δαίμονες. Δυστυχώς οι αντιδράσεις μου ήσαν αρνητικές, μέ τό νά φωνάζω: 
-Δέν υπάρχει Θεός.,.Δέν πιστεύω σέ τίποτα…Ούτε στον Θεό ούτε ο αυτά τά «κολοκύθια» πού μου λές περί Βασιλείας του Θεού σου…Θυμάμαι τίς τελευταίες του λέξεις: 

-Περίμενε καί θά δής μέ τά μάτια σου πώς χωρίζεται η ψυχή απ’ τό σώμα ενός χριστιανού πού πιστεύει. Είμαι αμαρτωλός, αλλά τό έλεός Του θά μέ σώση. Περίμενε, θά δής καί θά πιστέψεις! 

Καί ή μέρα αυτή έφθασε. Από τό νοσοκομείο θέλησαν νά βάλουν ένα «παραβάν», όπως ήταν καθήκον τους, αλλά έγώ διαμαρτυρήθηκα. Τους είπα «όχι, γιατί θέλω νά δω πώς αυτός ο γέρος θά πεθάνει!!!». 
Τόν έβλεπα λοιπόν νά δοξολογή συνεχώς τόν Θεό. Πότε έλεγε κάποια «Χαίρε» γιά τήν Παναγία, πού αργότερα έμαθα ότι λέγονται «Χαιρετισμοί». Κατόπιν σιγοέψαλλε τό «Θεοτόκε Παρθένε», τό «Άπό των πολλών μου αμαρτιών…», τό «Άξιον έστι», κάνοντας συγχρόνως καί πολλές φορές τό σημείο του σταυρού. 
Σήκωσε κάποια στιγμή τά χέρια του καί είπε: «Καλώς τόν Άγγελό μου! Σ’ ευχαριστώ, πού ήλθες μέ τόση λαμπρά συνοδεία νά παραλάβεις τήν ψυχή μου. Σ’ ευχαριστώ!… Σ ευχαριστώ!…» Ανασηκώθηκε λίγο, ξανασήκωσε τά χέρια του ψηλά, έκαμε τό σημείο του σταυρού, σταύρωσε τά χεράκια του στό στήθος του καί εκοιμήθη! 

Ξαφνικά τό δωμάτιο πλημμύρισε άπό φώς, λές καί μπήκαν μέσα δέκα ήλιοι καί περισσότεροι, τόσο πολύ φωτίστηκε τό δωμάτιο! Ναί, εγώ ο άπιστος, ο άθεος, ο υλιστής, ο «ξιπασμένος», ομολογώ ότι όχι μόνον έλαμψε τό δωμάτιο άλλα καί μιά ωραιότατη μυρωδιά απλώθηκε σ’αύτό, ακόμη καί σέ ολόκληρο τόν διάδρομο, καί μάλιστα όσοι ήσαν ξυπνητοί καί μπορούσαν, έτρεχαν εδώ κι εκεί, γιά νά διαπιστώσουν άπό που ήρχετο η παράξενη αυτή μυρωδιά. 

«Ετσι, πάτερ μου, πίστεψα, γι’ αυτό καί φώναξα γιά Εξομολόγο ύστερα άπό τρεις ημέρες. Τήν άλλη μέρα όμως, τά βαλα μέ τους δικούς μου, την μάνα μου καί τον πατέρα μου, ύστερα με τά δύο μεγαλύτερα αδέλφια μου, μέ τη γυναίκα μου, μέ τους συγγενείς καί τους φίλους, καί τους φώναζα καί τους έλεγα: 

- Γιατί δέν μου μιλήσατε ποτέ γιά τόν Θεό, τήν Παναγία καί τους Αγίους; Γιατί δέν μέ οδηγήσατε ποτέ στην ‘Εκκλησία; Γιατί δέν μου είπατε ότι υπάρχει Θεός καί υπάρχει καί θάνατος καί κάποτε αυτη ή ψυχή θά χωρισθή από τό σώμα γιά νά δώση τόν λόγο της; Γιατί μέ σπρώξατε μέ τήν συμπεριφορά σας στην αθεΐα καί στον μαρξισμό; ‘ Εσείς μέ μάθατε νά βλαστημώ, νά κλέβω, νά απατώ, νά θυμώνω, νά πεισμώνω, νά λέω χιλιάδες ψέματα, νά αδικώ, νά πορνεύω… 
Εσείς μέ μάθατε νά είμαι πονηρός, καχύποπτος, ζηλιάρης, λαίμαργος, φιλάργυρος καί κακός. Γιατί δέν μου διδάξατε τήν αρετή; Γιατί δέν μου διδάξατε τήν αγάπη; Γιατί δέν μου μιλήσατε ποτέ γιά τόν Χριστό; Γιατί;… Άπό αυτή τή στιγμή μέχρι πού νά πεθάνω, θά μου μιλάτε μόνο γιά τον Θεό, τόν Χριστό, τήν Παναγία, τους Αγγέλους, τους Αγίους. Γιά τίποτε άλλο. 

Ηρχοντο οι δικοί μου, οι συγγενείς, φίλοι, γνωστοί, καί τους ρωτούσα τόν καθένα χωριστά ή όλους μαζί: 
- «Εχετε νά μου πείτε κάτι σημαντικό γιά τόν Θεό; διότι Αυτόν θά συναντήσω! Λέγετε…..’Εάν δέν ξέρετε, νά μάθετε. Οί μέρες περνάνε κι εγώ θά φύγω. 

Καί σ’ ένα – δυό επισκέπτες: 
- Άν δέν ξέρης ή αν δέν πιστεύης, νά φύγης!… 
Τώρα πιστεύω μέ όλη μου τήν καρδιά, καί θέλω νά εξομολογηθώ όλες τίς αμαρτίες μου από μικρό παιδί…» 

Ήτο σταθερός καί αμείλικτος μέ τό παλαιό εαυτό του ο Ξενοφών. Καί το έλεος του Θεού ήταν μεγάλο, πολύ μεγάλο!’ Εξομολογήθηκε μέ ειλικρίνεια, κοινώνησε δυό-τρεις φορές καί υστέρα από πάλη μερικών ημερών μέ τόν καρκίνο, έφυγε εν πλήρη μετάνοια, μέ ζέουσα τήν πίστι, ειρηνικά, οσιακά, δοξολογώντας κι’ αυτός τόν Θεό.

ΓΝΩΣΙΣ ΚΑΙ ΒΙΩΜΑ ΤΗΣ ΟΡΘΟΔΟΞΟΥ ΠΙΣΤΕΩΣ
ΠΡ. ΣΤΕΦΑΝΟΥ ΑΝΑΓΝΩΣΤΟΠΟΥΛΟΥ