ΑΝ ΒΙΑΖΕΣΑΙ ΝΑ ΔΕΙΣ ΤΟΝ ΚΟΣΜΟ ΝΑ ΓΙΝΕΤΑΙ ΚΑΛΥΤΕΡΟΣ, ΑΡΧΙΣΕ ΑΠΟ ΤΟΝ ΕΑΥΤΟ ΣΟΥ. ΕΙΝΑΙ Ο ΣΥΝΤΟΜΟΤΕΡΟΣ ΔΡΟΜΟΣ.

Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα ΠΑΤΕΡΙΚΑ ΚΕΙΜΕΝΑ. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα ΠΑΤΕΡΙΚΑ ΚΕΙΜΕΝΑ. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Παρασκευή 25 Απριλίου 2025

ΓΕΡΩΝ ΦΙΛΟΘΕΟΣ ΖΕΡΒΑΚΟΣ: ΑΠΟ ΤΑ ΘΑΥΜΑΤΑ ΤΗΣ ΥΠΕΡΑΓΙΑΣ ΘΕΟΤΟΚΟΥ ΖΩΟΔΟΧΟΥ ΠΗΓΗΣ!

Από τα θαύματα της Υπεραγίας Θεοτόκου Ζωοδόχου Πηγής
Γέροντας Φιλόθεος Ζερβάκος

Ένας Μοναχός, Πέπυρις ονομαζόμενος, μαζί με τον μαθητή του, οι οποίοι ήταν γαστρίμαργοι και δοσμένοι στα ευχάριστα φαγητά και δεν πολιτεύονταν σαν Μοναχοί, με παραχώρηση του Θεού που όλα τα οικονομεί προς το συμφέρον μας, έπεσαν σε βαριά αρρώστια. Ήρθαν λοιπόν σε συναίσθηση και πρόσπεσαν στην Παντάνασσα Θεοτόκο, και άκουσαν ότι, εάν εξομολογηθούν, και σωφρονήσουν την ακόρεστη κοιλιά τους, και αφήνοντας τα ευχάριστα φαγητά ζουν σαν Μοναχοί με μόνο ψωμί και νερό, όχι μόνο θα ελευθερωθούν από εκείνη τη φοβερή αρρώστια, αλλά θα κληρονομήσουν και την ουράνια Βασιλεία· «και εάν – έλεγε – τα υπόσχεσθε αυτά και επιθυμείτε την ψυχική και τη σωματική θεραπεία, πηγαίνετε στον Ναό Μου, και πιέστε από το αγίασμα της Πηγής μου, και θα θεραπευθείτε». Όταν τα άκουσαν αυτά, πήγαν και ήπιαν από το ιαματικό αγίασμα, και αφού θεραπεύθηκαν παραδόξως, πέρασαν την υπόλοιπη ζωή τους πολιτευόμενοι θεαρέστως, κατά την τάξη των Μοναχών, και τρεφόμενοι μόνο με ψωμί και νερό.

Και άλλοι δύο Μοναχοί, Ματθαίος και Μελέτιος, αδελφοί κατά σάρκα, επειδή κάποτε παράτησαν την ακολουθία τους, έπεσαν σε πειρασμό αρρώστιας, και καταλαβαίνοντας το σφάλμα τους πρόσπεσαν στο έλεος της Θεοτόκου· και αφού υποσχέθηκαν να μην αμελήσουν πια την ακολουθία τους, και ήπιαν από το σεπτό αγίασμα, ελευθερώθηκαν από την αρρώστια τους. Σωφρονίστηκαν λοιπόν και έμαθαν να μην αφήνουν ποτέ τον κανόνα τους. Και έτσι στο εξής, φοβούμενοι την παιδαγωγία του Θεού, έζησαν θεαρέστως, ευχαριστώντας την Δέσποινα Θεοτόκο που τους θεράπευσε, και παρακαλώντας την να τους φυλάγει από κάθε πειρασμό. Και έφυγαν από τη ζωή με αγαθές ελπίδες.

Κάποιος Στέφανος, υποδιάκονος, έκαμε πόνο κάτω από τη μέση του, στο λεγόμενο ισχίο, πόνο δεινό και ανίατο· και πονώντας πολύ, κατέφυγε στην έτοιμη βοήθεια, και αφού ήπιε από το αγίασμα της Ζωοδόχου Πηγής με ακλόνητη πίστη και ράντισε τον πόνο, αμέσως γιατρεύθηκε.

Και ένας στρατιωτικός από το τάγμα των Βαράγγων, Ιωάννης ονομαζόμενος, που είχε υδρωπικία και κόντευε να πεθάνει, κατέφυγε στο έλεος της πανεύσπλαχνης Θεομήτορος, και αφού την παρακάλεσε με δάκρυα, και ήπιε με πίστη από το αγίασμα, παραδόξως θεραπεύθηκε, και γύρισε στο σπίτι του υγιής, κηρύττοντας το έλεος της Θεοτόκου προς αυτόν.

Αλλά και κάποιος άλλος που είχε καρκίνο, και άλλος γάγγραινα και άλλες πληγές ανίατες σ’ όλο το σώμα, και άλλος λεπρωμένος και μύριοι άλλοι που είχαν διάφορες αρρώστιες κατά καιρούς θεραπεύθηκαν, με την δια του αγιάσματος χάρη της Δέσποινάς μας Θεοτόκου· και όχι τότε μόνο, αλλά και μέχρι σήμερα βλέπουμε να γίνονται πάμπολλα θαύματα στους πιστούς από τη θεία ενέργεια του σεπτού αγιάσματος· δαιμόνια δηλαδή καθημερινά να εκδιώκονται από ανθρώπους, πυρετούς λαύρους να θεραπεύονται, και κάθε άλλη αρρώστια ψυχική και σωματική να εξαφανίζονται τελείως με την πίστη και τη μετάνοια.

Απόσπασμα από το έργο του Γέροντος Φιλοθέου Ζερβάκου: «Λόγος πανηγυρικός τη Παρασκευή της Διακαινησίμου και μερικών θαυμάτων διήγησις της Υπερενδόξου Δεσποίνης ημών Θεοτόκου, της Ζωοδόχου Πηγής».

ΒΗΜΑΤΑ ΟΡΘΟΔΟΞΙΑΣ

Σάββατο 19 Απριλίου 2025

ΟΣΙΟΣ ΠΑΪΣΙΟΣ: ΟΙ ΜΥΡΟΦΟΡΕΣ ΔΕΝ ΥΠΟΛΟΓΙΣΑΝ ΤΙΠΟΤΕ, ΓΙΑΤΙ ΕΙΧΑΝ ΠΝΕΥΜΑΤΙΚΗ ΚΑΤΑΣΤΑΣΗ ΚΑΙ ΕΜΠΙΣΤΕΥΘΗΚΑΝ ΣΤΟΝ ΧΡΙΣΤΟ!



Ὅσιος Παΐσιος: Οἱ Μυροφόρες δὲν ὑπολόγισαν τίποτε,
γιατὶ εἶχαν πνευματικὴ κατάσταση καὶ ἐμπιστεύθηκαν στὸν Χριστό

Σήμερα λείπουν καὶ οἱ δυὸ παλληκαριές· οὔτε πνευματικὴ παλληκαριὰ ὑπάρχει, ἡ ὁποία γεννιέται ἀπὸ τὴν ἁγιότητα καὶ τὴν παρρησία στὸν Θεό, γιὰ νὰ ἀντιμετωπισθῆ μιὰ δυσκολία μὲ πνευματικὸ τρόπο, οὔτε φυσικὴ παλληκαριὰ ὑπάρχει, ὥστε νὰ μὴ δειλιάση κανεὶς σὲ ἕναν κίνδυνο.

Πρέπει νὰ ἔχη κανεὶς πολλὴ ἁγιότητα, γιὰ νὰ φρενάρη ἕνα μεγάλο κακό, ἀλλιῶς ποῦ νὰ στηριχθῆ;

Μιὰ ψυχὴ σὲ ἕνα μοναστήρι ἂν ἔχη πνευματικὴ παλληκαριά, νὰ δῆς, τὸν ἄλλον ποὺ ἔρχεται μὲ κακὸ σκοπὸ θὰ τὸν καθηλώνη μὲ τὸ ἕνα πόδι μέσα ἀπὸ τὴν μάνδρα καὶ μὲ τὸ ἄλλο ἀπ᾿ ἔξω ! Θὰ τὸν χτυπάη στὸ κεφάλι μὲ πνευματικὸ τρόπο, μὲ τὸ κομποσχοίνι, μὲ τὴν εὐχή, καὶ ὄχι μὲ τὸ πιστόλι. Λίγη προσευχὴ θὰ κάνη, καὶ ὁ ἄλλος θὰ μένη ἐκεῖ ἔξω ἀκίνητος! Θὰ μένη γιά... σκοπός! Μιὰ ψυχή, ἂν ἔχη πνευματικὴ κατάσταση, καὶ τὸ κακὸ θὰ φρενάρη καὶ τὸν κόσμο θὰ βοηθήση, καὶ γιὰ τὸ μοναστήρι θὰ εἶναι ἀσφάλεια. Οἱ Μυροφόρες δὲν ὑπολόγισαν τίποτε, γιατὶ εἶχαν πνευματικὴ κατάσταση καὶ ἐμπιστεύθηκαν στὸν Χριστό. Ἂν δὲν εἶχαν πνευματικὴ κατάσταση, ποῦ θὰ ἐμπιστεύονταν, γιὰ νὰ κάνουν αὐτὸ ποὺ ἔκαναν;

Στὴν πνευματικὴ ζωὴ καὶ ὁ πιὸ δειλὸς μπορεῖ νὰ ἀποκτήση πολὺ ἀνδρισμό, ἂν ἐμπιστευθῆ τὸν ἑαυτό του στὸν Χριστό, στὴν θεία βοήθεια. Μπορεῖ νὰ πάη στὴν πρώτη γραμμὴ νὰ πολεμήση καὶ νὰ νικήση. Ἐνῶ οἱ καημένοι οἱ ἄνθρωποι ποὺ θέλουν νὰ κάνουν τὸ κακό, καὶ παλληκαριὰ νὰ ἔχουν, φοβοῦνται, διότι αἰσθάνονται τὴν ἐνοχή τους καὶ μόνο στὴν βαρβαρότητά τους στηρίζονται. Ὁ ἄνθρωπος τοῦ Θεοῦ ἔχει θεϊκὲς δυνάμεις, ἔχει καὶ τὸ δίκαιο μὲ τὸ μέρος του. Βλέπεις, ἕνα κουταβάκι κάνει «γὰβ-γὰβ» καὶ φεύγει ὁ λύκος, γιατὶ αἰσθάνεται ἐνοχή. Οἰκονόμησε ὁ Θεὸς καὶ ὁ λύκος νὰ φοβᾶται ἀπὸ ἕνα κουταβάκι, γιατὶ αὐτὸ ἔχει δικαιώματα στὸ σπίτι τοῦ νοικοκύρη του, – πόσο μᾶλλον ὁ ἄνθρωπος ποὺ πάει νὰ κάνη κακὸ μπροστὰ στὸν ἄνθρωπο ποὺ ἔχει Χριστὸ μέσα! Γι' αὐτὸ μόνον τὸν Θεὸ νὰ φοβώμαστε, ὄχι τοὺς ἀνθρώπους, ὅσο κακοὶ καὶ νὰ εἶναι. Ὁ φόβος τοῦ Θεοῦ καὶ τὸν πιὸ δειλὸ τὸν κάνει παλληκάρι. Ὅσο ἑνώνεται κανεὶς μὲ τὸν Θεό, τόσο δὲν φοβᾶται τίποτε.

Ὁ Θεὸς θὰ βοηθήση στὶς δυσκολίες. Ἀλλὰ γιὰ νὰ δώση ὁ Θεὸς τὴν θεϊκὴ δύναμη, πρέπει καὶ ὁ ἄνθρωπος νὰ δώση αὐτὸ τὸ λίγο ποὺ μπορεῖ.

ΑΓΙΟΥ ΠΑΪΣΙΟΥ ΑΓΙΟΡΕΙΤΟΥ, ΛΟΓΟΙ Β΄, ΠΝΕΥΜΑΤΙΚΗ ΑΦΥΠΝΙΣΗ, εκδ. ΙΕΡΟΝ ΗΣΥΧΑΣΤΗΡΙΟΝ «ΕΥΑΓΓΕΛΙΣΤΗΣ ΙΩΑΝΝΗΣ Ο ΘΕΟΛΟΓΟΣ», ΣΟΥΡΩΤΗ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ 1999, σσ. 125-126.

Τετάρτη 2 Απριλίου 2025

ΑΓΙΟΣ ΙΩΑΝΝΗΣ Ο ΧΡΥΣΟΣΤΟΜΟΣ: ΔΩΣΤΕ ΣΤΟΥΣ ΦΤΩΧΟΥΣ!

 Ἅγιος Ἰωάννης Χρυσόστομος
Δῶστε στοὺς φτωχούς!

Ξέρω ὅτι πολλοὶ ἀπὸ τοὺς συγκεντρωμένους πάλι θὰ μᾶς κατηγορήσουν, ὅταν μιλοῦμε γι᾿ αὐτά, καὶ θὰ ποῦν «Μή, σὲ παρακαλῶ, μὴ γίνεσαι φορτικὸς καὶ βαρετὸς στοὺς ἀκροατές· ἄφησέ το στὴ συνείδηση τοῦ καθενός, ἄφησέ το στὴν κρίση τῶν ἀκροατῶν· ἔτσι τώρα μᾶς ντροπιάζεις, μᾶς κάνεις νὰ κοκκινίζουμε!...».

Ἀλλ᾿ ὄχι! Αὐτὰ τὰ λόγια δὲν τὰ ἀνέχομαι! Γιατί οὔτε ὁ Παῦλος ντρεπόταν νὰ ἐνοχλῇ συνέχεια γιὰ τέτοια πράγματα καὶ νὰ ζητᾶ σὰν ζητιάνος. Ἐὰν ἔλεγα τοῦτο, δηλαδὴ δός μου, φέρε γιὰ τὸ σπίτι μου, ἴσως νά ῾ταν ντροπή. Ἂν καὶ οὔτε τότε θά ῾ταν ντροπή. «Οἱ γὰρ τῷ θυσιαστηρίῳ», λέγει, «προσεδρεύοντες, τῷ θυσιαστηρίῳ συμμερίζονται» (Α´ Κορ. 9,13). Πλὴν ὅμως πιθανὸν νὰ μὲ κατηγοροῦσε κάποιος, ὅτι μιλῶ γιὰ τὸν ἑαυτὸ μου· τώρα ὅμως παρακαλῶ γι᾿ αὐτοὺς ποὺ στεροῦνται, μᾶλλον ὄχι γι᾿ αὐτοὺς ποὺ στεροῦνται, ἀλλὰ γιὰ σᾶς ποὺ δίνετε· γι᾿ αὐτὸ καὶ μιλῶ χωρὶς νὰ ντρέπομαι.

Γιατί ποῦ εἶναι ἡ ντροπὴ σὰν πῶ, δῶσε στὸν Κύριο ποὺ πεινᾷ, ντῦσε τον ποὺ γυρίζει γυμνός, φιλοξένησέ τον ποὺ εἶναι ξένος; Ὁ Δεσπότης σου δὲν ντρέπεται μπροστὰ σ᾿ ὅλη τὴν οἰκουμένη νὰ λέγῃ «ἐπείνασα καὶ οὐκ ἐδώκατέ μοι φαγεῖν» (Ματθ. 25, 42), ὁ ἀνενδεής, ἐκεῖνος ποὺ δὲν ἔχει ἀνάγκη ἀπὸ τίποτε· καὶ ἐγὼ θὰ ντραπῶ καὶ θὰ διστάσω; Σὲ παρακαλῶ, μακριὰ τέτοια πράγματα! Τοῦ διαβόλου εἶναι αὐτὴ ἡ ντροπή!

Δὲν θὰ ντραπῶ, λοιπόν. Ἀντίθετα μάλιστα καὶ μὲ παρρησία θὰ πῶ· δῶστε σ᾿ ὅσους ἔχουν ἀνάγκη, καὶ θὰ φωνάζω πιὸ δυνατὰ ἀπ᾿ αὐτούς. Γιατί ἐὰν κάποιος ἔχῃ στοιχεῖα καὶ μπορεῖ νὰ μᾶς κατηγορήσῃ, ὅτι αὐτὰ τὰ λέμε γιὰ νὰ σᾶς παρασύρουμε πρὸς ὄφελός μας, καὶ μὲ τὸ πρόσχημα τῶν φτωχῶν κερδίζουμε ἐμεῖς, τότε πράγματι αὐτὰ δὲν εἶναι μονάχα ἄξια ντροπῆς, ἀλλὰ καὶ μυρίων κεραυνῶν, καὶ οὔτε ἀξίζει νὰ ζοῦν ὅσοι κάνουν παρόμοια.

Ἀλλὰ ἐάν, μὲ τὴ χάρη τοῦ Θεοῦ, καθόλου δὲν σᾶς ἐνοχλοῦμε γιὰ τὸν ἑαυτό μας καὶ κηρύττουμε ἀδάπανο τὸ εὐαγγέλιο, χωρὶς βέβαια νὰ κοπιάζουμε ὅπως ὁ Παῦλος, ἀρκούμενοι πάντως στὰ δικά μας, μὲ ὅλο τὸ θάρρος θὰ σᾶς λέγω, δῶστε στοὺς φτωχούς· καὶ δὲν θὰ σταματήσω νὰ τὸ λέγω, καὶ ὅταν δὲν δίνετε θὰ σᾶς εἶμαι σκληρὸς κατήγορος!*

Ἀπὸ τὴν ΜΓ´ ὁμιλία του στὴν Α´ πρὸς Κορινθίους, Ε.Π.Ε. 18Α, 720 ἑξ.

ΑΓΙΟΣ ΙΩΑΝΝΗΣ Ο ΧΡΥΣΟΣΤΟΜΟΣ: Ο ΠΛΟΥΤΟΣ ΚΑΙ Η ΦΤΩΧΕΙΑ!

Άγιος Ιωάννης Χρυσόστομος
Ο πλούτος και η φτώχεια 

Αν δεις κάποιον να γίνεται πλούσιος χωρίς να το αξίζει, μην τον καλοτυχίσεις, μην τον ζηλέψεις, μην τα βάλεις με τη θεία πρόνοια, μη νομίσεις ότι γίνεται τίποτα στον κόσμο τούτο τυχαία και άσκοπα. Θυμήσου την παραβολή του πλουσίου και του Λαζάρου. O πλούσιος είχε φτάσει στην κο­ρύφωση του πλούτου και των απολαύσεων, ενώ συ­νάμα ήταν σκληρός και απάνθρωπος, πιο άγριος κι από τα σκυλιά. Τα σκυλιά σπλαχνίζονταν το Λάζαρο κι έγλειφαν τις πληγές, που σκέπαζαν το σώμα του, ενώ ο πλούσιος ούτε τα ψίχουλα του τραπεζιού του δεν έδινε στον φτωχό. Ο πλούσιος είχε περισσότερα απ’ όσα του χρειάζονταν. Ο Λάζαρος δεν είχε ούτε τα απόλυτα αναγκαία, ούτε την απαραίτητη καθημε­ρινή του τροφή. Και μολονότι πάλευε συνέχεια με την πείνα και την αρρώστια, δεν αγανάκτησε, δεν βλα­στήμησε το Θεό, δεν παραπονέθηκε ενάντια στη θεία πρόνοια.

Δεν είναι, λοιπόν, αδικαιολόγητο, ενώ είσαι απαλ­λαγμένος από τέτοιες συμφορές, να βλαστημάς το Θεό, όταν άλλοι άνθρωποι, που δοκιμάζονται σκληρά από διάφορα βάσανα, δοξάζουν τον Κύριο ακατάπαυστα; Στο κάτω-κάτω, όποιος υποφέρει, κι αν ξεστομίσει καμιά βαρειά κουβέντα πάνω στον πόνο του, είναι άξιος κάποιας συγγνώμης. Όποιος, όμως, χωρίς να υποφέρει, βλαστημάει το Θεό και χάνει την ψυχή του, ποιάς συγγνώμης είναι άξιος;

Για ποιό λόγο, άνθρωπέ μου, ο πλούτος σου φαίνε­ται σπουδαίο πράγμα; Αναμφίβολα γιατί σου αρέ­σουν οι σπάταλες απολαύσεις, γιατί ευχαριστιέσαι όταν σε θαυμάζουν ή σε ζηλεύουν οι άλλοι, γιατί μπο­ρείς με τα χρήματά σου να κάνεις κακό στους εχθρούς σου και, τέλος, γιατί όλοι σε φοβούνται για τη δύναμη που σου δίνει ο πλούτος. Ναι, γι’ αυτές τις τέσσερις αιτίες κυνηγάς τα λεφτά, για την ηδονή, την κολα­κεία, την εκδίκηση και το φόβο. Άλλη αιτία δεν υπάρχει. Γιατί, συνήθως, ο πλούτος ούτε πιο σοφό κά­νει τον άνθρωπο ούτε πιο συνετό ούτε πιο καλό ούτε πιο φιλάνθρωπο. Καμιάν αρετή δεν μπορεί να φυτέψει μέσα στην ψυχή μας ο πλούτος. Απεναντίας μάλιστα, αν βρει μερικές αρετές, τις ξεριζώνει, για να φυτέψει μέσα μας τις αντίστοιχες κακίες.

Σου φαίνεται, λοιπόν, ποθητός ο πλούτος και αξιο­ζήλευτος, επειδή καλλιεργεί τα χειρότερα ελαττώμα­τα στην ψυχή μας, επειδή μεταβάλλει το θυμό σε πρά­ξη, επειδή φουσκώνει τις σαπουνόφουσκες της δοξομανίας, επειδή ξεσηκώνει μέσα μας την αλαζονεία; Ακριβώς γι’ αυτά πρέπει να τον αποφεύγεις, μη γυρίζοντας καν το κεφάλι για να τον κοιτάξεις. Αλλιώς, θα εγκαταστήσει στην καρδιά σου μερικά άγρια και φοβερά θηρία, που θα γίνουν αιτία να χάσεις κάθε τι­μή. Παρουσιάζοντας, μάλιστα, την ατιμία σαν τιμή, κατορθώνει να σε εξαπατήσει, όπως οι άσχημες πόρνες, που με τα καλλυντικά και τα βαψίματα ομορφαίνουν τα πρόσωπά τους και ξεγελούν τους άντρες.

Εσύ, λοιπόν, ο πλούσιος, μην ξεγελιέσαι από τις κολακείες και τα χαμόγελα και τις περιποιήσεις των άλλων. Όλα αυτά σου τα κάνουν είτε από φόβο είτε από ιδιοτέλεια. Αν μπορούσες να εξετάσεις τα βάθη των καρδιών εκείνων που σε κολακεύουν, θα έβλεπες ότι από μέσα τους σε κατηγορούν, σε βρίζουν, σε μι­σούν περισσότερο κι από τους χειρότερους εχθρούς σου. Και αν κάποτε η κατάσταση μεταβληθεί, αν χά­σεις τον πλούτο σου, τότε τα προσωπεία θα πέσουν. Τότε θα γίνει ό,τι και με τις πόρνες, όταν ξεβάφονται. Τότε θα δεις καθαρά τα αληθινά πρόσωπα εκείνων που πρωτύτερα σε καλόπιαναν. Τότε θα καταλάβεις ότι ένιωθαν για σένα όχι εκτίμηση αλλά περιφρόνηση, όχι θαυμασμό αλλά φθόνο, όχι αγάπη αλλά μίσος.

Όπως ο άνθρωπος είναι μηδαμινός, λιγόχρονος και θνητός, έτσι είναι και ο πλούτος. Ή μάλλον ο πλούτος είναι περισσότερο μηδαμινός. Γιατί πολύ συ­χνά δεν πεθαίνει μαζί με τον άνθρωπο, αλλά χάνεται πριν απ’ αυτόν. Ο καθένας σας γνωρίζει τόσα και τό­σα παραδείγματα πλουσίων που κατάντησαν φτωχοί. Αυτοί εξακολουθούν να ζουν, μα η περιουσία τους χάθηκε. Και μακάρι να χανόταν μόνο η περιουσία, γιατί συνήθως παρασύρει στην απώλεια και τον κά­τοχό της. Δεν θα είχε, λοιπόν, άδικο κανείς, αν απο­καλούσε τον πλούτο υπηρέτη αχάριστο, υπηρέτη δο­λοφόνο, που θανατώνει τον κύριό του.

Αυτά τα λέω και δεν θα πάψω να τα λέω, κι ας με κατηγορούν πολλοί. “Όλο με τους πλουσίους τα βά­ζεις”, διαμαρτύρονται. Πράγματι, όχι όμως με όλους, αλλά μόνο μ’ εκείνους που κάνουν κακή χρήση του πλούτου τους. Δεν χτυπάω τον πλούσιο, αλλά τον άρπαγα. Άλλο πλούσιος, άλλο άρπαγας. Να ξεχωρί­ζουμε τα πράγματα, για να μη δημιουργείται σύγχυ­ση ή παρανόηση. Είσαι πλούσιος; Δεν σε εμποδίζω. Αρπάζεις; Σε αποδοκιμάζω. Έχεις τα κτήματά σου; Να τα χαίρεσαι. Παίρνεις τα ξένα; Δεν μπορώ να σω­πάσω. Θέλεις να με πετροβολήσεις; Είμαι έτοιμος και το αίμα μου να χύσω, φτάνει να σε σταματήσω από την αμαρτία. Δεν νοιάζομαι για το μίσος, δεν τρομά­ζω από την πολεμική. Για ένα πράγμα μόνο νοιάζο­μαι, για την προκοπή εκείνων που με ακούνε.
Και οι φτωχοί και οι πλούσιοι παιδιά μου είναι. Όποιος θέλει, ας με πετροβολήσει. Όποιος θέλει, ας με μισεί. Όποιος θέλει, ας σχεδιάζει τη θανάτωσή μου. Οι επιβουλές εναντίον της ζωής μου είναι για μέ­να υποθήκες στεφανιών, οι πληγές είναι για μένα βραβεία. Δεν φοβάμαι την επιβουλή. Ένα πράγμα μόνο φοβάμαι: την αμαρτία. Ας μη βρεθεί κανείς να με ελέγξει για κάποιο αμάρτημα, κι ας με πολεμάει ο κό­σμος όλος.

Προδότης, λοιπόν, είναι ο πλούτος, προδότης και δραπέτης και φονιάς. Εκεί που δεν το περιμένεις, σου φεύγει και σε εγκαταλείπει και σε καταστρέφει. Θέ­λεις να τον κρατήσεις πραγματικά; Μην τον κρύψεις, αλλά μοίρασέ τον στους φτωχούς. Θηρίο είναι ό πλούτος. Αν κρατιέται, φεύγει. Αν σκορπίζεται, μέ­νει. Σκόρπισέ τον, για να μείνει. Μην τον κρύψεις, για να μη σου φύγει.

“Πού είναι ο πλούτος σας;”, θα ρωτούσα εκείνους που τον είχαν και τον έχασαν. Και θα τους ρωτούσα, όχι για να τους χλευάσω -ποτέ τέτοιο πράγμα!- ούτε για να ξύσω πληγές, αλλά για να κάνω λιμάνι της σω­τηρίας σας το δικό τους ναυάγιο. Για να αντιληφθείτε, ότι αυτός που σήμερα είναι πλούσιος, αύριο κατα­ντάει φτωχός. Γι’ αυτό πολλές φορές γέλασα, όταν διάβασα διαθήκες, που έγραφαν: «Ο τάδε να έχει την κυριότητα των αγρών ή του σπιτιού, τη χρήση όμως να την έχει άλλος». Μα όλοι τη χρήση έχουμε, κανείς δεν έχει την κυριότητα. Ακόμα κι αν μείνουμε πλού­σιοι σ’ ολόκληρη τη ζωή μας, όταν πεθάνουμε, θέλου­με δεν θέλουμε, θα παραχωρήσουμε τον πλούτο μας σε άλλους. Γυμνοί φεύγουμε για την άλλη ζωή, αφού για μερικά χρόνια ήμασταν μόνο χρήστες, όχι και κύριοι του πλούτου.

Ξέρετε ποιοί έχουν στην πραγματικότητα την κυ­ριότητα του πλούτου; Όσοι περιφρονούν τη χρήση του και περιγελούν τις απολαύσεις. Όσοι σκορπάνε τα λεφτά τους και τα μοιράζουν στους φτωχούς, κά­νουν καλή χρήση τους και φεύγουν απ’ αυτόν τον κόσμο αληθινά πλούσιοι, πλούσιοι σε καλά έργα και αγάπη και χάρη Θεού.

Μα γιατί, τέλος πάντων, θεωρείς τον πλούτο αξιο­ζήλευτο; Γιατί καλοτυχίζεις όσους έχουν πολλά χρή­ματα; Ποιά είναι η διαφορά του πλούσιου από τον φτωχό; Άνθρωποι δεν είναι και οι δύο; Θα σου απο­δείξω, μάλιστα, ότι ο ένας έχει την ανάγκη του άλλου, έτσι ώστε ούτε ο πλούσιος μπορεί να ζήσει δίχως τον φτωχό ούτε ο φτωχός δίχως τον πλούσιο. Ο Θεός οικονόμησε σοφά αυτή την αλληλεξάρτηση, για να υπάρχει αμοιβαία αγάπη και συμπαράσταση, κοινω­νική συνοχή και ευταξία. Πρέπει, μάλιστα, να τονί­σω, ότι οι πλούσιοι έχουν μεγαλύτερη ανάγκη των φτωχών παρά οι φτωχοί των πλουσίων. Και για να το καταλάβεις, σου λέω ένα παράδειγμα: Ας υποθέσου­με ότι χτίζονται δύο πόλεις, και με νόμο ορίζεται ότι στη μία θα κατοικούν μόνο πλούσιοι, ενώ στην άλλη μόνο φτωχοί. Αν στην πόλη των πλουσίων δεν υπάρ­χει ούτε ένας φτωχός και στην πόλη των φτωχών ούτε ένας πλούσιος, ας δούμε ποια θα μπορέσει να ικανο­ποιήσει καλύτερα τις ανάγκες της.
Στη πόλη, λοιπόν, των πλουσίων δεν θα υπάρχει τεχνίτης, ούτε χτίστης ούτε μαραγκός ούτε τσαγκά­ρης ούτε φούρναρης ούτε γεωργός ούτε σιδεράς ούτε άλλος κανένας. Γιατί ποιός πλούσιος θα καταδεχόταν να ασκήσει κάποιο απ’ αυτά τα επαγγέλματα, τη στιγ­μή που και όσοι τα ασκούν, όταν πλουτίσουν, τα εγκα­ταλείπουν; Έτσι, όμως, πώς θα μπορέσει να συντη­ρηθεί η πόλη; Δεν υπάρχει άλλη λύση, παρά να κα­ταργηθεί ο νόμος, που θέσαμε στην αρχή, και να κληθούν τεχνίτες, για ν’ αντιμετωπίσουν τις πρακτικές ανάγκες.
Ας δούμε τώρα και την πόλη των φτωχών. Αν, όπως ορίσαμε, δεν έχει κανένα πλούσιο κάτοικο αλλά και κανένα πλούτο, ούτε χρυσάφι ούτε ασήμι ούτε πο­λύτιμα πετράδια ούτε πορφυρά και χρυσοΰφαντα ενδύματα, ποιά γνώμη έχεις; Κάτω από τέτοιες συν­θήκες, θα είναι δύσκολη η ζωή της πόλης; Καθόλου. Γιατί, αν χρειαστεί να χτίσουν σπίτια ή να κατεργαστούν το σίδερο ή να υφάνουν ρούχα, δεν χρειάζο­νται χρυσάφι και ασήμι και μαργαριτάρια, αλλά τέχνη και χέρια. Και αν πρέπει να σκάψουμε και να καλ­λιεργήσουμε τη γη, πλούσιοι ή φτωχοί μας χρειάζο­νται; Οπωσδήποτε φτωχοί. Πού θα χρειαστούμε, λοιπόν, τους πλουσίους, εκτός κι αν αποφασίσουμε να κατεδαφίσουμε την πόλη;

Αχρηστοι είναι οι πλούσιοι, ναι, άχρηστοι, εκτός κι αν είναι ελεήμονες και φιλάνθρωποι. Μα, δυ­στυχώς, λίγοι πλούσιοι, πολύ λίγοι ξεχωρίζουν για τη φιλανθρωπία τους. Οι περισσότεροι είναι βουτηγμέ­νοι στη φιλαυτία, την ασπλαχνία, την αμαρτία. Γι’ αυτό μην τους ζηλεύεις. Εσύ να σκέφτεσαι τον Πέ­τρο και τον Παύλο, να σκέφτεσαι τον Ιωάννη και τον Ηλία, να σκέφτεσαι τον ίδιο το Χριστό, ο οποίος δεν είχε που να γείρει το κεφάλι Του. Μιμήσου τη φτώχεια Εκείνου και των αγίων Του, που ήταν στερημένοι από τα υλικά αγαθά, είχαν όμως αμύθητα πνευματικά πλούτη. Να θυμάσαι πάντα και τη διακήρυξη του Κυ­ρίου, που βεβαίωσε πως είναι πολύ δύσκολο να σωθεί πλούσιος: «Όσοι έχουν χρήματα, πολύ δύσκολα θα μπουν στη βασιλεία του Θεού. Πιο εύκολο είναι να περάσει καμήλα μέσ’ από βελονότρυπα, παρά να μπει πλούσιος στη βασιλεία του Θεού» (Λουκ. 18:24-25). Δίπλα σ’ αυτή τη θεϊκή διακήρυξη βάλε, αν θέλεις, όλο το χρυσάφι της γης, και θα δεις ότι δεν αντισταθ­μίζει τη ζημιά, που θα σου προξενήσει η κατοχή του. Ακόμα, δηλαδή, κι αν είχες δικές σου την ξηρά και τη θάλασσα, τις χώρες και τις πολιτείες της οικουμένης, αν δούλευε για σένα η ανθρωπότητα, αν έδιναν για χάρη σου οι πηγές χρυσάφι αντί για νερό, και τότε θα έλεγα πως δεν αξίζεις ούτε τρεις δεκάρες, αφού θα έχανες τη βασιλεία των ουρανών.

Πες μου, αν ο βασιλιάς σε καλούσε στα ανάκτορα και σ’ έβαζε να καθήσεις δίπλα στο θρόνο του και σου μιλούσε τιμητικά μπροστά σε όλους τους αυλικούς και σε κρατούσε στο τραπέζι του, για να γευθείς τα βασιλικά φαγητά, δεν θα θεωρούσες τον εαυτό σου ως τον πιο ευτυχισμένο άνθρωπο; Τώρα, λοιπόν, που πρόκειται ν’ ανέβεις στον ουρανό και να σταθείς κο­ντά στο Βασιλιά του σύμπαντος και να λάμπεις όπως οι άγγελοι και να συμμετέχεις στην απρόσιτη θεία δό­ξα, διστάζεις να περιφρονήσεις τα χρήματα, ενώ θα έπρεπε να πετάς από χαρά, ακόμα κι αν χρειαζόταν να θυσιάσεις τη ζωή σου για το σκοπό αυτό; Για ν’ αναρ­ριχηθείς σε κάποιο πρόσκαιρο δημόσιο αξίωμα, που θα σου δώσει την ευκαιρία να κλέψεις, χρησιμοποιείς κάθε μέσο, θεμιτό και αθέμιτο. Και τώρα, που μπρο­στά σου βρίσκεται η αιώνια βασιλεία των ουρανών, που τίποτα δεν πρόκειται να την καταργήσει, αδιαφορείς και κάθεσαι μ’ ανοιχτό το στόμα μπροστά στα χρήματα;
Αλίμονο, πόση είναι η αναισθησία μας! Τέτοια αγαθά προσδοκάμε, και στα πράγματα της γης είμα­στε κολλημένοι! Δεν αντιλαμβανόμαστε την πανουρ­γία του διαβόλου, που μας δίνει τα μικρά και μας παίρνει τα μεγάλα. Μας προσφέρει λάσπη και μας αρπάζει τον ουρανό. Μας παρασύρει στη σκιά και μας απομακρύνει από το φως. Μας τραβάει στην απά­τη και μας στερεί την αλήθεια. Μας ξεγελάει με όνει­ρα -γιατί όνειρο είναι ο πλούτος του κόσμου τούτου- και μας καταντάει, όταν έρχεται η ώρα του θανάτου μας, φτωχότερους κι από τους πιο φτωχούς. Γιατί τό­τε δεν παίρνει μαζί του ο άνθρωπος τίποτ’ άλλο πέρα από την αρετή του και τα καλά του έργα.

Ας μη νομίζουμε, λοιπόν, ότι ο πλούτος είναι με­γάλο αγαθό. Μεγάλο αγαθό δεν είναι το ν’ αποκτήσει κανείς χρήματα, αλλά φόβο Θεού. Ένας δίκαιος άνθρωπος, που για την αρετή του έχει πολλή παρρη­σία ενώπιον του Θεού, ακόμα κι αν είναι ο φτωχότε­ρος απ’ όλους, μπορεί ν’ αντιμετωπίσει κάθε συμφορά. Στις περιπτώσεις που τα χρήματα είναι άχρηστα, ένας άγιος κατορθώνει τα ακατόρθωτα, φτάνει μόνο να υψώσει τα χέρια του στον ουρανό και να ζητήσει την επέμβαση του Θεού. Σας θυμίζω ένα χαρακτηριστικό σχετικό περιστατικό από τις Πράξεις των Αποστό­λων:

Οι απόστολοι Πέτρος και Ιωάννης ανέβαιναν μια μέρα μαζί στο ναό. Ήταν τρεις το απόγευμα, ώρα προσευχής. Μπροστά στην πύλη του ναού, που λεγό­ταν ωραία, έφερναν έναν άνθρωπο εκ γενετής χωλό και τον έβαζαν εκεί κάθε μέρα για να ζητάει ελεημο­σύνη. Μόλις, λοιπόν, είδε τον Πέτρο και τον Ιωάννη έτοιμους να μπουν στο ναό, τους ζήτησε ελεημοσύνη. Ο Πέτρος του είπε: «Κοίταξέ μας». Ο χωλός τους κοί­ταξε με προσοχή, περιμένοντας κάτι να πάρει απ’ αυτούς. Μα ο Πέτρος είπε: «Χρήματα ασημένια και χρυσά δεν έχω. Ό,τι όμως έχω, αυτό σου δίνω: Στο όνομα του Ιησού Χριστού του Ναζωραίου, σήκω και περπάτα!». Και πιάνοντάς τον από το δεξί χέρι, τον σήκωσε. Εκείνος τότε, μ’ ένα πήδημα, στάθηκε όρθιος και άρχισε να περπατάει. Ύστερα μπήκε μαζί με τους αποστόλους στο ναό, δοξάζοντας το Θεό (Πράξ. 3:1-8). «Χρήματα ασημένια και χρυσά δεν έχω», είπε ο Πέ­τρος. Ποιά λόγια είναι σεμνότερα απ’ αυτά; Τί μακα­ριότητα και τί πλούτο κρύβουν μέσα τους! Άλλοι κα­μαρώνουν για τα αντίθετα, λέγοντας με καυχησιά: “Έχω τόσα και τόσα χρυσά τάλαντα, τόσα στρέμματα γης, τόσα σπίτια, τόσα ζώα”. Ο Πέτρος, μην έχοντας απολύτως τίποτα, όχι μόνο δεν πνίγεται από τη φτώ­χεια του, αλλά και στολίζεται μ’ αυτήν. Έτσι, λοιπόν, μπορείς, χωρίς να έχεις τίποτα, να τα έχεις όλα δικά σου΄ και έχοντας τα πάντα, να μην έχεις τίποτα. Γιατί όποιος θεωρεί την περιουσία του κοινή, όχι μόνο δική του, και τη μοιράζεται με τους άλλους, έχει και την ξένη περιουσία δική του, γιατί απ’ όλους θα πάρει ό,τι χρειάζεται. Ενώ εκείνος που θεωρεί τον εαυτό του κύριο των πραγμάτων του και δεν δίνει σε κανένα τίποτα, όχι μόνο δεν θα πάρει το παραμικρό από τους άλλους, μα ούτε και τα δικά του δεν κατέχει, αφού ανήκουν τελικά όχι τόσο σ’ αυτόν, όσο στους κλέφτες και τους δανειστές και τους κληρονόμους.

Ξόδεψε, λοιπόν, τα χρήματά σου, για να έχεις τα πάντα δικά σου. Όπως εκείνος που ελέγχεται από τη συνείδησή του για τη διάπραξη παρανομιών, είναι ταλαίπωρος, έτσι κι εκείνος που έχει καθαρή τη συ­νείδησή του, ακόμα κι αν φοράει κουρέλια ή παλεύει με την πείνα, είναι πιο εύθυμος απ’ αυτούς που ξεφα­ντώνουν.

Τα χρήματα τα έχεις για ν’ ανακουφίζεις από τη φτώχεια, όχι για να διαπραγματεύεσαι με τη φτώχεια. Εσύ, όμως, δανείζοντας χρήματα με τόκο στον φτωχό συνάνθρωπό σου, του ετοιμάζεις μεγαλύτερη συμφο­ρά. Κάνε αυτή τη συναλλαγή, δεν σε εμποδίζω, αλλά για τη βασιλεία των ουρανών. Ως αντάλλαγμα της βοήθειας, που προσφέρεις, μην πάρεις τόκο, αλλά την αιώνια ζωή. Γιατί γίνεσαι μικρολόγος και χάνεις κά­τι τόσο μεγάλο για λίγα χρήματα, που χάνονται; Για­τί αφήνεις το Θεό και επιδιώκεις το κέρδος; Γιατί παραβλέπεις τον πλούσιο Κύριο και κυνηγάς τον φτωχό άνθρωπο; Ο Κύριος θα σου ανταποδώσει κάθε ευερ­γεσία που κάνεις, ενώ ο άνθρωπος στενοχωριέται, όταν επιστρέφει ό,τι του δάνεισες. Αυτός δύσκολα σου δίνει και το ένα εκατοστό από τα δανεικά, ενώ Εκείνος εκατονταπλάσια σου ανταποδίδει και την αθανασία σου χαρίζει. Αυτός σου δίνει τα δανεικά με βαρυγγώμια και βρισιές, ενώ Εκείνος σου ανταποδί­δει τις αγαθοεργίες με επαίνους και εγκώμια. Αυτός νιώθει για σένα μίσος, ενώ Εκείνος σου ετοιμάζει με αγάπη στεφάνια δόξας. Αυτός απρόθυμα σου δίνει σ’ αυτή τη ζωή ό,τι σου χρωστάει, ενώ Εκείνος πρόθυμα σου δίνει και σ’ αυτή τη ζωή και στην άλλη όσα δεν σου χρωστάει.

Τί πιο ανόητο, λοιπόν, από το να μη γνωρίζεις πως θ’ αποκτήσεις το μεγαλύτερο κέρδος; Γιατί τα χρήμα­τα πρέπει να τ’ αποκτάει κανείς σαν πραγματικός κύ­ριος και όχι σαν δούλος τους. Κανείς δεν είναι πιο άμυαλος από το δούλο των χρημάτων. Νομίζει ότι τα εξουσιάζει, ενώ εκείνα τον εξουσιάζουν. Ενώ στην πραγματικότητα έχει σκλαβώσει τον εαυτό του, ικα­νοποιείται σαν να είναι αφέντης. Ενώ βλέπει έναν λυσσασμένο σκύλο να ορμάει εναντίον της ψυχής του, αντί να τον δέσει και να τον λιώσει από την πείνα, του δίνει όλο και περισσότερη τροφή, για να γίνει πιο φοβερός και να του επιτεθεί με μεγαλύτερη ορμή.

Μη νομίζεις ότι, με το ν’ αποκτήσεις πολλά, απο­κτάς και αληθινή ηδονή. Ηδονή και ευχαρίστηση και ηρεμία έχεις με το να μη θέλεις να πλουτίζεις. Αν κυ­νηγάς τον πλούτο, ποτέ δεν θα πάψεις να βασανίζε­σαι. Γιατί η επιθυμία του πλούτου είναι έρωτας ανικανοποίητος. Όσο μακρύτερο δρόμο διανύσεις, τό­σο περισσότερο απομακρύνεσαι από τον τελικό σκοπό σου. Όσο περισσότερα χρήματα επιθυμείς, τόσο με­γαλύτερη γίνεται η αγωνία σου.

Ο φτωχός δεν λαχταράει τόσο τα αναγκαία, όσο ο πλούσιος τα περιττά. Ο φτωχός δεν έχει τόση ικανό­τητα στην τίμια δουλειά, όση ο πλούσιος στην απάτη και το παράνομο κέρδος. Αφού, λοιπόν, και θέλει και μπορεί να κάνει ό,τι θέλει, είναι φανερό ότι θα ζητά­ει όλο και περισσότερα.

Ο Θεός σ’ έκανε πλούσιο για να βοηθάς όσους έχουν ανάγκη, για να βρεις τη συγχώρηση των αμαρ­τημάτων σου με τη φιλανθρωπία. Δεν σου έδωσε χρή­ματα για να τα φυλάς και να καταστραφείς, αλλά για να τα μοιράζεις και να σωθείς. Γι’ αυτό το λόγο έκα­νε και τον πλούτο αβέβαιο, πρόσκαιρο, ασταθή, για να ελαττώσει τη μανία σου για χρήματα. Αν, λοιπόν, τώ­ρα, που η διατήρηση του πλούτου είναι αβέβαιη, αλλά και γεμάτη κινδύνους, επιβουλές και φόβους, τόσο λυσσασμένα τον λαχταράς, πόσα και πόσα εγκλήματα δεν θα έκανες αδίσταχτα, αν είχες τη βεβαιότητα ότι θα τον διατηρούσες!

Πες μου, ποιός ήταν φτωχότερος από τον προφήτη Ηλία; Και όμως, μέσα σε τέτοια φτώχεια, ήταν ανώ­τερος και μακαριότερος απ’ όλους τους πλουσίους. Γιατί η πλούσια καρδιά του θεωρούσε πως όλου του κόσμου τα χρήματα δεν αξίζουν τίποτα, αν συγκρι­θούν με τη ζωή κοντά στο Θεό. Αν θεωρούσε σπου­δαία τα πράγματα του κόσμου τούτου, δεν θα είχε μό­νο μια μηλωτή. Τόσο περιφρονούσε, όμως, καθετί υλι­κό, σαν μάταιο, ώστε και το χρυσάφι το έβλεπε σαν λάσπη. Και να, ο πλούσιος βασιλιάς Αχαάβ άκουγε με ανοιχτό το στόμα τα θεία λόγια του φτωχού προφήτη. Τόσο ανώτερη, τόσο λαμπρότερη, τόσο πολυτιμότερη από τη βασιλική πορφύρα ήταν η μηλωτή και από τα ανάκτορα η σπηλιά, όπου έμενε ο δίκαιος Ηλίας. Γι’ αυτόν το λόγο, όταν ανέβαινε με το πύρινο άρμα στον ουρανό, τίποτ’ άλλο δεν άφησε στο μαθητή του Ελισαίο παρά μόνο αυτή τη μηλωτή. “Μ’ αυτήν”, του είπε, “πάλεψα ενάντια στο διάβολο. Πάρε την κι εσύ, λοιπόν, και κάνε το ίδιο. Γιατί η ακτημοσύνη είναι όπλο ισχυρό, ακαταγώνιστο“. Και ο Ελισαίος δέχτη­κε τη μηλωτή σαν την πιο μεγάλη κληρονομιά. Πράγ­ματι, άξιζε περισσότερο απ’ όλο το χρυσάφι της γης. Μ’ εκείνη τη μηλωτή έγινε διπλός Ηλίας, προφήτης και θαυματουργός.
Γνωρίζω πως καλοτυχίζετε τον δίκαιο Ελισαίο. Ο καθένας σας θα ήθελε να είναι στη θέση του. Τί θα κάνετε, όμως, όταν σας αποδείξω πως όλοι πήραμε κάτι άλλο, ασύγκριτα πολυτιμότερο απ’ αυτό που πήρε εκείνος; Ο Ηλίας, δηλαδή, ανεβαίνοντας στον ουρανό, άφησε στο μαθητή του τη μηλωτή του. Και ο Υιός του Θεού, ανεβαίνοντας στον ουρανό, άφησε σ’ εμάς τη Σάρκα Του.

Όταν, λοιπόν, χάνουμε περιουσίες και χρήματα, να μην ταραζόμαστε, αλλά να λέμε: “Ας είναι δοξα­σμένος ο Θεός, και θα βρούμε πλούτο πολύ μεγαλύτε­ρο”. Όσο θα ωφεληθούμε μ’ αυτόν μόνο το λόγο, δεν θα ωφεληθούμε ούτε αν ξοδεύουμε ό,τι έχουμε σε αγα­θοεργίες, ούτε αν γυρίζουμε παντού αναζητώντας φτωχούς, για να τους βοηθήσουμε, ούτε αν σκορπάμε τα λεφτά μας για να προσφέρουμε φαγητό στους πεινασμένους. Γι’ αυτόν το λόγο δεν θαυμάζω τόσο τον Ιώβ, επειδή είχε το σπίτι του ανοιχτό σ’ εκείνους που χρειάζονταν βοήθεια, όσο γιατί με ευχαριστία και δο­ξολογία του Θεού σήκωσε την απώλεια των αγαθών του. Όποιος μπορέσει, όταν δοκιμάσει συμφορά, να πει ειλικρινά και αγόγγυστα ό,τι είπε ο Ιώβ, «Ο Κύ­ριος μου έδωσε όσα είχα, ο Κύριος μου τα πήρε» (Ιώβ 1:21), μόνο για το λόγο τούτο θα ανακηρυχθεί δίκαι­ος μαζί με τον Ιώβ και θα σταθεί ένδοξος κοντά στον Αβραάμ. Όταν ο διάβολος αρπάζει τον πλούτο σου μ’ οποιονδήποτε τρόπο κι εσύ δοξολογείς τον Κύριο, πληγώνεις διπλά τον εχθρό, αφενός γιατί δεν λυπή­θηκες για όσα έχασες, και αφετέρου γιατί δέχεσαι ακόμα και τη δυστυχία ευχαριστώντας το Θεό. Ο διά­βολος, αν δει ότι στενοχωριέσαι για την απώλεια των χρημάτων και τα βάζεις με το Θεό, ποτέ δεν θα πάψει να σου προξενεί παρόμοιους πειρασμούς. Αν, όμως, σε δει να αντιμετωπίζεις και τη μεγαλύτερη ακόμα καταστροφή με ιώβεια υπομονή και μακροθυμία, θα σταματήσει να σε πολεμάει, για να μη σου εξασφαλί­σει, χωρίς να το θέλει, λαμπρότερα στεφάνια. Και ο μεν Ιώβ, χάρη στη θεάρεστη στάση του, πήρε πίσω διπλά εκείνα που είχε χάσει. Εσύ, όμως, όχι μόνο δι­πλά και τριπλά, μα εκατονταπλάσια θα τα πάρεις όλα, αν υπομείνεις με πνευματική γενναιότητα τις συμφο­ρές, και, το σπουδαιότερο, θα κληρονομήσεις την αιώ­νια ζωή, την οποία εύχομαι ν’ απολαύσουμε όλοι μας, με τη χάρη του Κυρίου. 

(Πηγή: Απόσπασμα από το βιβλίο «Θέματα ζωής». Κείμενα του Αγίου Ιωάννου του Χρυσόστομου. Η επεξεργασία και μετάφραση των κειμένων καθώς και η έκδοση των βιβλίων έχουν γίνει από τους πατέρες της Ιεράς Μονής Παρακλήτου Ωρωπού, Τόμος Α’, σελ. 182-195)

Τρίτη 1 Απριλίου 2025

ΟΣΙΟΣ ΓΑΒΡΙΗΛ Ο ΔΙΑ ΧΡΙΣΤΟΝ ΣΑΛΟΣ: ΔΙΔΑΧΕΣ ΠΕΡΙ ΕΣΧΑΤΩΝ!

Όσιος Γαβριήλ ο δια Χριστόν σαλός
Διδαχές περί εσχάτων

Παραθέτουμε στην συνέχεια μερικές από τις νουθεσίες του Γέροντος προς τα πνευματικά του τέκνα περί των εσχάτων και του Αντιχρίστου. 

Δίδασκε ο Γέροντας: στους εσχάτους καιρούς
 τους ανθρώπους θα τους σώσουν η αγάπη, η ταπείνωση και η καλωσύνη. Η καλωσύνη ανοίγει τις πύλες του Παραδείσου, η ταπείνωση οδηγεί μέσα σ’ αυτόν, αλλά η αγάπη εμφανίζει τον Θεό. 
Όλους, όσοι πήγαιναν σ’ αυτόν για ευλογία, τους παρακαλούσε κλαίγοντας: να κάνετε το καλό για να σας σώσει η καλωσύνη σας. Η γή κατά το ήμισυ έγινε Άδης. 
Ο Αντίχριστος στέκεται στην πόρτα και δεν τη χτυπά απλώς, αλλά ορμά μέσα. Εσείς θα τον δείτε τον Αντίχριστο. Θα προσπαθήσει να βασιλεύσει σε όλον τον πλανήτη. Παντού θα γίνονται διωγμοί… μη μένετε χώρια. Κρατηθείτε μαζί, δέκα-δεκαπέντε μαζί. Βοηθείτε ο ένας τον άλλον. 

Στους εσχάτους χρόνους να μην κοιτάτε τον ουρανό. Μπορεί να πλανηθείτε από τα ψευδοσημεία που θα παρουσιάζονται εκεί. Θα εξαπατηθείτε και θα απολεσθείτε… 
Θα βάλουν το χάραγμα του Αντιχρίστου στο χέρι και στο μέτωπο.
 Τα διάφορα προϊόντα δεν μπορούν να σας προκαλέσουν βλάβη. Έστω κι’ αν βάζουν σ’ αυτά τον αριθμό του Αντιχρίστου, αυτό δεν είναι ακόμη το χάραγμα. Πρέπει να λέτε το ‘Πάτερ ημών’, να κάνετε τον Σταυρό σας και η τροφή σας θα αγιάζεται.
Στα χρόνια του Αντιχρίστου οι άνθρωποι θα περιμένουν τη σωτηρία από το Διάστημα.
 Αυτό θα είναι το μεγαλύτερο τέχνασμα του διαβόλου. Η ανθρωπότητα θα ζητεί βοήθεια από τους εξωγήινους, χωρίς να γνωρίζει ότι αυτοί στην πραγματικότητα είναι δαίμονες. 
Ρώτησαν τον Στάρετς αν μπορεί κανείς
 να κλέψει τροφή, όταν δε θα μπορεί να την αγοράσει. Απάντησε έτσι: Αν κλέψεις, θα παραβείς μία από τις δέκα εντολές. Όποιος ενεργεί έτσι, ακόμη και έτσι δέχεται τον Αντίχριστο.  
Ο πιστός άνθρωπος πρέπει να ελπίζει στο Θεό.
 Ο Κύριος στους έσχατους χρόνους θα ενεργεί τέτοια θαύματα, ώστε ένα φυλλαράκι από το δένδρο θα φθάνει για τροφή ενός μηνός. Στ’ αλήθεια. Ο πιστός άνθρωπος θα σταυρώνει τη γή, και εκείνη θα του δίνει ψωμί. Αν βιάσουν ένα κορίτσι, το διακορεύσουν χωρίς τη θέληση του, αυτό ενώπιον του Θεού θα παραμείνει παρθένος. 
Έτσι θα γίνει και με το χάραγμα του Αντιχρίστου.
 Αν δώσουν το χάραγμα ενάντια στη θέληση του ανθρώπου, αυτό δεν θα ενεργεί επάνω του. Στο Ευαγγέλιο είναι γραμμένο ότι παντού θα γίνονται διωγμοί αλλά και θλίψη σε όποιον προδίδει το Ευαγγέλιο. Θα έρθει καιρός που θα είναι απαραίτητο να φύγετε στα βουνά, μόνο να μην το κάνετε ένας-ένας. Ομαδικά να φεύγετε στα βουνά και στα δάση.
Για τους πιστούς χριστιανούς η μεγαλύτερη θλίψη θα είναι ότι αυτοί θα φεύγουν στο δάσος, αλλά οι κοντινοί τους άνθρωποι θα δέχονται το χάραγμα του Αντιχρίστου.
 
Στους εσχάτους καιρούς οι οπαδοί του
 Αντιχρίστου θα πηγαίνουν στην εκκλησία, θα βαπτίζονται, θα κηρύττουν για τις ευαγγελικές εντολές. Όμως μην τους πιστεύετε. Αυτοί δεν θα έχουν τα καλά έργα. Μόνο με τα καλά έργα μπορεί κάποιος να αναγνωρίσει τον αληθινό Χριστιανό.

«…καὶ πάντας καταλύσει τοὺς θεοὺς, καὶ κελεύσει προσκυνεῖν αὐτὸν ἀντὶ τοῦ Θεοῦ, καὶ καθεσθήσεται εἰς τὸν ναὸν τοῦ Θεοῦ, οὐ τὸν ἐν Ἱεροσολύμοις μόνον, ἀλλὰ καὶ εἰς τὰς  πανταχοῦ Ἐκκλησίας.»
 --Αγ.Ιωάννης ο Χρυσόστομος - (P.G. 62, 482)             
 

Ελλάς Ορθοδοξία

Πέμπτη 27 Μαρτίου 2025

ΜΕΓΑΣ ΒΑΣΙΛΕΙΟΣ: ΘΥΜΟΣ ΚΑΙ ΟΡΓΗ!

Άγιος Βασίλειος ο Μέγας
Θυμός και οργή

Δυο πράγματα κι εσύ ν' αποφεύγεις: Να μη θεωρείς τον εαυτό σου άξιο για επαίνους και να μη νομίζεις κανέναν κατώτερό σου. Με τον τρόπο αυτό ποτέ δεν θ' ανάψει μέσα σου θυμός για τις προσβολές που σου γίνονται.

Το θυμό σου να τον στρέφεις εναντίον του ανθρωποκτόνου διαβόλου, που είναι ο πατέρας του ψεύδους και ο πρόξενος κάθε αμαρτίας. Να είσαι όμως σπλαχνικός με τον αδελφό σου, γιατί αν συνεχίσει ν' αμαρτάνει, θα παραδοθεί στο αιώνιο πυρ μαζί με το διάβολο. 
 

Όπως διαφέρουν οι λέξεις θυμός και οργή, έτσι διαφέρουν και οι σημασίες τους. Θυμός είναι μια έντονη έξαψη κι ένα ξέσπασμα του πάθους. Ενώ οργή είναι μια μόνιμη λύπη και μια διαρκής τάση για εκδίκηση, σαν να φλέγεται η ψυχή από τον πόθο ν' ανταποδώσει το κακό. Οι άνθρωποι αμαρτάνουν και με τις δυο καταστάσεις. Άλλοτε ορμούν απερίσκεπτα να χτυπήσουν όσους τους προκάλεσαν και άλλοτε καιροφυλακτούν δόλια να εκδικηθούν όσους τους λύπησαν. Εμείς και τα δυο πρέπει να τ' αποφεύγουμε.

Ας συμμορφωθούμε, λοιπόν, με την εντολή του αποστόλου Παύλου, «Διώξτε μακριά σας κάθε πικρία, θυμό, οργή, κραυγή, βλασφημία, καθώς και κάθε άλλη κακότητα» (Εφ. 4,31), και ας περιμένουμε την εκπλήρωση της υποσχέσεως που έδωσε ο Κύριος στους πράους: «Μακάριοι είναι οι πραείς, γιατί αυτοί θα κληρονομήσουν τη γη της επαγγελίας» (Ματθ.5,5).

Τετάρτη 26 Μαρτίου 2025

ΟΣΙΟΣ ΠΑΪΣΙΟΣ: ΤΙ ΑΚΟΥΕΙ Ο ΘΕΟΣ ΑΠΟ ΕΜΑΣ!

Όσιος Παΐσιος ο Αγιορείτης
Τι ακούει ο Θεός από εμάς!

 Γέροντα, στην νέα γενιά υπάρχει αυτή η τάση να κρίνουν τους πάντες και τα πάντα ή έτσι ήταν πάντοτε;
– Όχι, παλιά δεν ήταν έτσι· αυτό είναι το πνεύμα της εποχής. Τώρα δεν φθάνει που κρίνουν λαϊκούς, όλους τους πολιτικούς και τους εκκλησιαστικούς, αλλά κρίνουν και Αγίους και φθάνουν να κρίνουν και τον Θεό. «Ο Θεός, λένε, στο τάδε θέμα έτσι έπρεπε να ενεργήση· δεν ενήργησε σωστά. Αυτό ο Θεός δεν έπρεπε να το κάνη»! Ακούς κουβέντα; «Βρε, παιδί μου, εσύ θα πης;» «Γιατί; Λέω την γνώμη μου», σου λέει και δεν καταλαβαίνει πόση αναίδεια έχει αυτό. Το κοσμικό πνεύμα έχει καταστρέψει πολλά καλά πράγματα.

Προχωράει το κακό σε άσχημη κατάσταση, σε βλασφημία. Κρίνουν τον Θεό και ούτε τους πειράζει ο λογισμός ότι είναι βλασφημία. Είναι και μερικοί που έχουν μπόι και, αν έχουν και λίγη λογική, αρχίζουν: «Αυτός είναι για μια χούφτα, εκείνος περπατάει στραβά, ο άλλος κάνει έτσι» και δεν υπολογίζουν κανέναν.

Ήρθε μια φορά στο Καλύβι ένας και μου λέει: «Ο Θεός δεν έπρεπε αυτό να το κάνη έτσι». «Εσύ, του λέω, μπορείς να κρατήσης μια πετρούλα στον αέρα; Αυτά τα αστέρια που βλέπεις, δεν είναι μπίλιες που γυαλίζουν. Είναι ολόκληροι όγκοι που κινούνται ιλιγγιωδώς και συγκρατούνται, χωρίς να εκτροχιάζωνται».

«Αυτό, κατά την γνώμη μου, δεν έπρεπε να γίνη έτσι», ξαναλέει. Ακούς κουβέντα! Και εμείς θα κρίνουμε τον Θεό; Μπήκε η λογική και έλειψε η εμπιστοσύνη στον Θεό. Και αν του πης τίποτε, σου λέει: «Με συγχωρής, την γνώμη μου είπα· δεν μπορώ να πω την γνώμη μου;»

Τι ακούει ο Θεός από εμάς! Ευτυχώς που δεν μας παίρνει τοις μετρητοίς.

Στην Παλαιά Διαθήκη αναφέρεται ότι είπε ο Θεός στους Ισραηλίτες: «Διώξτε τους Χαναναίους από την χώρα τελείως». Για να το πη ο Θεός, κάτι ήξερε. Αλλά αυτοί είπαν: «Δεν είναι πολύ φιλάνθρωπο αυτό. Ας τους αφήσουμε· ας μην τους εξοντώσουμε». Μετά όμως παρασύρθηκαν στην ανηθικότητα, στην ειδωλολατρία, και θυσίαζαν τα παιδιά τους στα είδωλα, όπως λέει στον Ψαλμό. Ο Θεός για ό,τι κάνει κάτι ξέρει. Και λένε μερικοί με αναίδεια: «Γιατί να κάνη την κόλαση ο Θεός;» Αρχίζει η κρίση και από ‘κει και πέρα δεν έχει κανείς πνευματική κατάσταση, δεν έχει λίγη Χάρη Θεού, για να καταλάβη λίγο πιο βαθιά, να καταλάβη δηλαδή για ποιο λόγο ο Θεός έκανε κάτι. Το «γιατί;» είναι κρίση, υπερηφάνεια, εγωισμός. 

– Μερικά παιδιά, Γέροντα, ρωτούν: «Γιατί έπρεπε να σταυρωθή ο Χριστός; Δεν μπορούσε να σώση ο Θεός τον κόσμο με άλλον τρόπο;»
– Εδώ τον έσωσε με τέτοιο τρόπο και δεν συγκινούνται οι άνθρωποι, πού να τον έσωζε με άλλον τρόπο! Είναι και μερικοί που λένε: «Ο Θεός δεν έπαθε τίποτε. Ο Υιός θυσιάστηκε». Ένας πατέρας, για μένα, θα προτιμούσε να θυσιασθή ο ίδιος, παρά να θυσιασθή το παιδί του. Πιο οδυνηρό είναι για έναν πατέρα να θυσιασθή το παιδί του παρά ο ίδιος. Αφού δεν καταλαβαίνουν τι θα πη αγάπη, τι να πης; 

Απόσπασμα από το βιβλίο Γέροντος Παϊσίου Αγιορείτου (νυν οσίου Παϊσίου), «Πνευματική αφύπνιση», Λόγοι α’, έκδοση Ιερού Ησυχαστηρίου «Ευαγγελιστής Ιωάννης ο Θεολόγος», Σουρωτή Θεσσαλονίκη.

ΟΣΙΟΣ ΠΑΪΣΙΟΣ: ΧΑΙΡΟΜΑΣΤΕ ΓΙΑΤΙ Η ΠΑΝΑΓΙΑ ΜΑΣ ΕΒΓΑΛΕ ΑΣΠΡΟΠΡΟΣΩΠΟΥΣ!

 Ὅσιος Παΐσιος  Αγιορείτης
Χαιρόμαστε γιατί ἡ Παναγία μᾶς ἔβγαλε ἀσπροπρόσωπους

Ἡ Παναγία ἔφερε στὸν κόσμο τὴν χαρὰ

– Γέροντα, μπορεῖτε νὰ μᾶς ψάλετε τὸ Μεγαλυνάριο ποὺ εἴχατε γράψει γιὰ τὴν Παναγία;

– Ἔλα νὰ τὸ ψάλουμε μαζί. «Εὗρες πολλὴν Χάριν παρὰ Θεοῦ, Μῆτερ τοῦ Δεσπότου, Μεγαλόχαρη, ἀληθῶς, Κεχαριτωμένη, ὡς Γαβριὴλ ἐβόα, Βασίλισσα Ἀγγέλων, φρούρει τοὺς δούλους σου». Νὰ σοῦ πῶ τώρα καὶ ἕνα δογματικό: Ἡ Παναγία ἦταν Κόρη καὶ Μητέρα, Δούλη καὶ Βασίλισσα, Βασίλισσα ὅλου τοῦ κόσμου. Χωράει στὸν νοῦ τοῦ ἀνθρώπου αὐτό; Καὶ ὁ Εὐαγγελισμὸς τῆς Θεοτόκου εἶναι κάτι τὸ ὑπερφυσικό, ἔξω τῆς λογικῆς. Εὔχομαι ἡ Παναγία νὰ σοῦ δώση τὴν χαρὰ τοῦ Εὐαγγελισμοῦ καὶ ὁ Ἄγγελος νὰ σὲ εὐλογήση, γιὰ νὰ ἔχης πνευματικὴ πρόοδο. Ἀμήν.

– Γέροντα, ἕνα τροπάριο λέει: «Χαῖρε ἡ τῆς Εὔας χαρά· ἡ γὰρ ἐκείνης λύπη διὰ τοῦ τόκου σου πέπαυται, Ἁγνή» .

– Ὅ,τι καλὸ κι ἂν βρῆ ὁ ἄνθρωπος νὰ πῆ γιὰ τὴν Παναγία, δὲν θὰ μπορέση νὰ ἐκφράση τὸ μεγαλεῖο Της. Ἡ Παναγία μὲ τὴν ὑπακοή Της ἄνοιξε πάλι γιὰ μᾶς τὸν Παράδεισο, ποὺ τὸν εἶχε κλείσει ἡ παρακοὴ τῆς Εὔας. 
Ἡ Εὔα ἔσπασε τὸν κρίκο ποὺ μᾶς ἕνωνε μὲ τὸν Θεὸ καὶ ἔφερε στὸν κόσμο λύπη καὶ πόνο · ἡ Παναγία ἕνωσε πάλι τὸν κρίκο καὶ ἔφερε στὸν κόσμο τὴν παραδεισένια χαρά. Μᾶς συνέδεσε μὲ τὸν Θεό, ἀφοῦ ὁ Χριστὸς εἶναι Θεάνθρωπος.
Ὁ Ἀρχάγγελος Γαβριὴλ ἔφερε στὸν κόσμο τὴν χαρμόσυνη ἀγγελία ὅτι οἱ ἄνθρωποι χάρη στὴν Παναγία βρῆκαν «χάριν παρὰ Θεοῦ». Χαίρεται ἡ Παναγία, γιατὶ σαρκώθηκε ὁ Λόγος τοῦ Θεοῦ καὶ μᾶς λύτρωσε ἀπὸ τὴν ἁμαρτία. Χαιρόμαστε καὶ ἐμεῖς, γιατὶ ἡ Παναγία μᾶς ἔβγαλε ἀσπροπρόσωπους. Γι᾿ αὐτὸ ψάλλουμε τὰ Χριστούγεννα: «Ἡ ἔρημος προσφέρει στὸν Χριστὸ τὴν φάτνη καὶ ἐμεῖς οἱ ἄνθρωποι προσφέρουμε τὴν Μητέρα Του, τὴν Παναγία» .

ΑΓΙΟΥ ΠΑΪΣΙΟΥ ΑΓΙΟΡΕΙΤΟΥ, ΛΟΓΟΙ E΄, ΠΑΘΗ ΚΑΙ ΑΡΕΤΕΣ, εκδ. ΙΕΡΟΝ ΗΣΥΧΑΣΤΗΡΙΟΝ «ΕΥΑΓΓΕΛΙΣΤΗΣ ΙΩΑΝΝΗΣ Ο ΘΕΟΛΟΓΟΣ», ΣΟΥΡΩΤΗ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ 2010, σσ. 153.

Δευτέρα 24 Μαρτίου 2025

ΑΓΙΟΣ ΝΙΚΟΔΗΜΟΣ Ο ΑΓΙΟΡΕΙΤΗΣ: ΦΙΛΑΥΤΙΑ, Η ΠΡΩΤΗ ΡΙΖΑ ΟΠΟΥ ΓΕΝΝΑ ΟΛΑ ΤΑ ΚΑΚΑ!

 Άγιος Νικόδημος ο Αγιορείτης
Φιλαυτία, η πρώτη ρίζα οπού γεννά όλα τα κακά

Ο άγιος Νικόδημος, πατερικός ερμηνευτής της Καινής Διαθήκης, ερμηνεύοντας τους λόγους του αποστόλου Παύλου, στην Β΄ προς Τιμόθεον επιστολή, κεφ. γ΄, γράφει:

«Εὐθύς βάλλει ὁ Ἀπόστολος τό πρῶτον πάθος ἀπό ὅλα τά πάθη καί τήν πρώτην ρίζαν ὁπού γεννᾶ ὅλα τά κακά, ἤγουν τήν φιλαυτίαν, διατί φυσικῶ τῷ τρόπω, πρῶτον τινάς ἀγαπᾶ τόν ἑαυτόν του καί ἔπειτα διά τόν ἑαυτόν του ἀγαπᾶ καί τούς ἄλλους ἀνθρώπους καί τά ἄλλα τοῦ κόσμου πράγματα.

Εἶναι λοιπόν ἡ φιλαυτία μία ἄτακτος φιλία τοῦ ἑαυτοῦ μας, ἀπό τήν ὁποίαν νικώμενοι κάμνομεν ὅλα τά κακά καί τά πάθη διά νά θεραπεύσωμεν τόν ἑαυτόν μας καί ἡ ὁποία μᾶς κάμνει νά μή στοχαζώμεθα καί νά θέλωμεν τό καλόν του πλησίον μας ἀλλά μόνον τό ἐδικόν μας, διότι φίλαυτος λέγεται ἐκεῖνος ὁ ἄνθρωπος, ὁπού φιλεῖ μόνον τόν ἑαυτόν του, ἀπό τό ὁποῖον ἀκολουθεῖ τό νά μή φιλῆ οὔτε τόν ἑαυτόν του.

Διότι καθώς ἀκολουθεῖ καί εἰς τά μέλη τοῦ σώματος καί ἡ βλάβη τοῦ ἑνός μέλους, τοῦ ὀφθαλμοῦ θετέον ἤ τῆς χειρός ἤ τοῦ ποδός διαβαίνει καί εἰς τά ἄλλα μέλη, ἤ καθώς ἀκολουθεῖ εἰς τήν οἰκίαν, εἰς τήν οἰκοδομήν τοῦ οἴκου καί ὅταν ἐβγάνη τινάς μίαν πέτραν ἀπό τόν τοῖχον σείει καί ταράττει καί τάς ἄλλας πέτρας, ἔτσι ἀκολουθεῖ καί εἰς τήν Ἐκκλησίαν τῶν Χριστιανῶν καί ὅποιος ἐπιμελεῖται μόνον τόν ἑαυτόν του ἀμελεῖ δέ τόν ἀδελφόν του, αὐτός βλάπτει καί τόν ἴδιον ἑαυτόν του».

Πέμπτη 20 Μαρτίου 2025

ΟΣΙΟΣ ΣΙΛΟΥΑΝΟΣ Ο ΑΘΩΝΙΤΗΣ: ΤΟ ΘΕΛΗΜΑ ΤΟΥ ΘΕΟΥ ΚΑΙ Η ΕΛΕΥΘΕΡΙΑ!

 Τό θέλημα τοῦ Θεοῦ καί ἡ ἐλευθερία
Εἶναι μεγάλο ἀγαθὸ νὰ παραδινόμαστε στὸ θέλημα τοῦ Θεοῦ
Ὅσιος Σιλουανός ὁ Ἀθωνίτης

Εἶναι μεγάλο ἀγαθὸ νὰ παραδινόμαστε στὸ θέλημα τοῦ Θεοῦ. Τότε στὴν ψυχὴ εἶναι Μόνος ὁ Κύριος καὶ δὲν ἔρχεται καμιὰ ξένη σκέψη· ἡ ψυχὴ προσεύχεται μὲ καθαρὸ νοῦ καὶ αἰσθάνεται τὴν ἀγάπη τοῦ Θεοῦ, ἔστω καὶ ἂν ὑποφέρει σωματικά.

῞Οταν ἡ ψυχὴ παραδοθεῖ ὁλοκληρωτικὰ στὸ θέλημα τοῦ Θεοῦ, τότε ὁ ῎Ιδιος ὁ Κύριος ἀρχίζει νὰ τὴν καθοδηγεῖ, καὶ ἡ ψυχὴ διδάσκεται ἀπευθείας ἀπὸ τὸν Θεό, ἐνῶ προηγουμένως τὴν ὁδηγοῦσαν οἱ δάσκαλοι καὶ ἡ Γραφή. ᾿Αλλὰ τὸ νὰ εἶναι Δάσκαλος τῆς ψυχῆς ὁ ῎Ιδιος ὁ Κύριος μὲ τὴ χάρη τοῦ ῾Αγίου Πνεύματος εἶναι σπάνιο καὶ λίγοι γνωρίζουν αὐτὸ τὸ μυστήριο, μόνο ὅσοι ζοῦν κατὰ τὸ θέλημα τοῦ Θεοῦ.

῾Ο ὑπερήφανος δὲν ἀναζητεῖ τὸ θέλημα τοῦ Θεοῦ, ἀλλὰ προτιμᾶ νὰ κατευθύνει ὁ ἴδιος τὴ ζωή του. Καὶ δὲν καταλαβαίνει ὅτι χωρὶς τὸν Θεὸ δὲν ἐπαρκεῖ τὸ λογικὸ τοῦ ἀνθρώπου γιὰ νὰ τὸν καθοδηγεῖ. Κι ἐγώ, ὅταν ζοῦσα στὸν κόσμο, προτοῦ νὰ γνωρίσω τὸν Κύριο καὶ τὸ ῞Αγιο Πνεῦμα, στηριζόμουν στὸ λογικό μου. ῞Οταν ὅμως γνώρισα μὲ τὸ ῞Αγιο Πνεῦμα τὸν Κύριό μας ᾿Ιησοῦ Χριστό, τὸν Υἱὸ τοῦ Θεοῦ, τότε παραδόθηκε ἡ ψυχή μου στὸν Θεὸ καὶ δέχομαι ὁτιδήποτε θλιβερὸ μοῦ συμβεῖ καὶ λέω· «῾Ο Κύριος μὲ βλέπει… Τί νὰ φοβηθῶ;». Προηγουμένως ὅμως δὲν μποροῦσα νὰ ζῶ κατ᾿ αὐτὸν τὸν τρόπο.

Γιὰ ὅποιον παραδόθηκε στὸ θέλημα τοῦ Θεοῦ ἡ ζωὴ γίνεται εὐκολότερη, γιατὶ καὶ στὶς ἀρρώστιες καὶ στὴ φτώχεια καὶ στὸ διωγμὸ σκέφτεται· «῎Ετσι εὐδόκησε ὁ Θεὸς καὶ πρέπει νὰ ὑπομείνω γιὰ τὶς ἁμαρτίες μου».

Νά, ἐδῶ καὶ πολλὰ χρόνια πάσχω ἀπὸ πονοκέφαλο καὶ δύσκολα τὸν ὑποφέρω, ἀλλὰ μὲ ὠφελεῖ, γιατὶ μὲ τὴν ἀσθένεια ταπεινώνεται ἡ ψυχή. ῾Η ψυχή μου ἐπιθυμεῖ διακαῶς νὰ προσεύχεται καὶ νὰ ἀγρυπνεῖ, ἀλλὰ ἡ ἀσθένεια μὲ ἐμποδίζει, γιατὶ τὸ ἄρρωστο σῶμα ἀπαιτεῖ ἀνάπαυση. Παρακάλεσα πολὺ τὸν Κύριο νὰ μὲ θεραπεύσει, ἀλλὰ δὲν μὲ ἄκουσε. Καὶ αὐτὸ σημαίνει ὅτι αὐτὸ δὲν θὰ ἦταν πρὸς ὄφελός μου.

Νά ὅμως καὶ μιὰ ἄλλη περίπτωση, ποὺ ὁ Κύριος μὲ ἄκουσε καὶ μὲ ἔσωσε. Σὲ μιὰ γιορτὴ πρόσφεραν στὴν τράπεζα ψάρι. ᾿Ενῶ λοιπὸν ἔτρωγα, ἕνα κόκκαλο μπῆκε πολὺ βαθιὰ στὸ λαιμό μου. ᾿Επικαλέστηκα τὸν ἅγιο Παντελεήμονα, παρακαλώντας νὰ μὲ θεραπεύσει, γιατὶ ὁ γιατρὸς
δὲν θὰ μποροῦσε νὰ μοῦ βγάλει τὸ κόκκαλο ἀπὸ τὸ φάρυγγα. Καὶ μόλις εἶπα, «γιάτρεψέ με», δέχομαι στὴν ψυχή μου ἀπάντηση· «Βγὲς ἔξω ἀπὸ τὴν τράπεζα, κάνε μιὰ βαθιὰ εἰσπνοὴ καὶ μιὰ ἀπότομη ἐκπνοὴ καὶ τὸ κόκκαλο θὰ βγεῖ μὲ αἷμα». ῎Ετσι κι ἔκαμα καὶ βγῆκε ἕνα μεγάλο κόκκαλο μὲ αἷμα». Καὶ κατάλαβα ὅτι ἂν ὁ Κύριος δὲν μὲ θεραπεύει ἀπὸ τὸν κεφαλόπονο, σημαίνει ὅτι εἶναι ὠφέλιμο γιὰ τὴν ψυχή μου νὰ ὑποφέρω τὸν πόνο.

Τὸ πιὸ πολύτιμο πράγμα στὸν κόσμο εἶναι νὰ γνωρίζεις τὸν Θεὸ καὶ νὰ καταλαβαίνεις, ἔστω καὶ ἐν μέρει, τὸ θέλημά Του.

῾Η ψυχὴ ποὺ γνώρισε τὸν Θεὸν πρέπει νὰ παραδίδεται στὸ θέλημα τοῦ Θεοῦ σὲ ὅλα καὶ νὰ ζεῖ ἐνώπιόν Του μὲ φόβο καὶ ἀγάπη. Μὲ ἀγάπη, γιατὶ ὁ Κύριος εἶναι ἀγάπη. Μὲ φόβο, γιατὶ πρέπει νὰ φοβᾶται μήπως λυπήσει τὸν Θεὸν μὲ κάποιον κακὸ λογισμό. βλ. σ. 426

«῎Ω, Κύριε, ἀξίωσέ μας μὲ τὴ δύναμη τῆς χάριτος τοῦ ῾Αγίου Πνεύματος νὰ ζοῦμε σύμφωνα μὲ τὸ ἅγιο θέλημά Σου».

῞Οταν ἡ χάρη εἶναι μαζί μας, εἴμαστε δυνατοὶ κατὰ τὸ πνεῦμα. ῞Οταν ὅμως τὴν χάσουμε, βλέπουμε τὴν ἀδυναμία μας, βλέπουμε ὅτι χωρὶς τὸν Θεὸ δὲν μποροῦμε οὔτε νὰ σκεφτοῦμε τὸ καλό.

«῾Ο Θεὸς ὁ ᾿Ελεήμων, Σὺ γνωρίζεις τὴν ἀδυναμία μου. Σὲ παρακαλῶ· Δῶσε μου ταπεινὸ πνεῦμα, γιατὶ κατὰ τὴν εὐσπλαγχνία Σου δίνεις στὴν ταπεινὴ ψυχὴν νὰ ζεῖ κατὰ τὸ θέλημά Σου· ἀποκαλύπτεις σὲ αὐτὴν ὅλα τὰ μυστήριά Σου· δίνεις σὲ αὐτὴν νὰ γνωρίσει ᾿Εσένα καὶ πόσον πολὺ ᾿Εσὺ μᾶς ἀγαπᾶς».

Πῶς εἶναι δυνατὸ νὰ γνωρίζεις, ἂν ζεῖς σύμφωνα μὲ τὸ θέλημα τοῦ Θεοῦ;

Νά ἡ ἔνδειξη· ῍Αν στενοχωριέσαι γιὰ κάτι, αὐτὸ σημαίνει πὼς δὲν παραδόθηκες τελείως στὸ θέλημα τοῦ Θεοῦ, ἔστω καὶ ἂν σοῦ φαίνεται ὅτι ζεῖς σύμφωνα μὲ τὸ θέλημα τοῦ Θεοῦ.

῞Οποιος ζεῖ κατὰ τὸ θέλημα τοῦ Θεοῦ, αὐτὸς δὲν μεριμνᾶ γιὰ τίποτε. Καὶ ἂν κάτι τοῦ χρειάζεται, παραδίνει τὸν ἑαυτό του καὶ τὴν ἀνάγκη του στὸν Θεό. Κι ἂν δὲν πάρει ὅ,τι θέλει, μένει ἤρεμος, σὰν νὰ τὸ εἶχε.

Ψυχὴ ποὺ παραδόθηκε στὸ θέλημα τοῦ Θεοῦ δὲν φοβᾶται τίποτε· οὔτε θύελλες οὔτε ληστὲς οὔτε τίποτε ἄλλο. ῞Ο,τι καὶ ἂν ἔλθει, λέει· «῎Ετσι εὐδοκεῖ ὁ Θεός», κι ἔτσι διατηρεῖται ἡ εἰρήνη στὴν ψυχὴ καὶ στὸ σῶμα.

῞Οποιος μεριμνᾶ γιὰ τὸν ἑαυτό του, αὐτὸς δὲν μπορεῖ νὰ παραδοθεῖ στὸ θέλημα τοῦ Θεοῦ ἔτσι, ὥστε ἡ ψυχὴ του νὰ ἔχει εἰρήνη στὸν Θεό. ῾Η ταπεινὴ ὅμως ψυχὴ παραδίδεται στὸ θέλημα τοῦ Θεοῦ καὶ ζεῖ ἐνώπιόν Του μὲ φόβο καὶ ἀγάπη. Μὲ φόβο, μήπως λυπήσει σὲ κάτι τὸν Θεό, μὲ ἀγάπη, γιατὶ ἡ ψυχὴ γνώρισε πόσο μᾶς ἀγαπᾶ ὁ Κύριος. (βλ. σ. 425).

Τὸ καλύτερο ἔργο εἶναι νὰ παραδινόμαστε στὸ θέλημα τοῦ Θεοῦ καὶ νὰ βαστάζουμε τὶς θλίψεις μὲ ἐλπίδα. ῾Ο Κύριος βλέποντας τὶς θλίψεις μας δὲν θὰ ἐπιτρέψει ποτὲ κάτι ποὺ νὰ ξεπερνᾶ τὶς δυνάμεις μας. ῎Αν οἱ θλίψεις μᾶς φαίνονται ὑπερβολικές, αὐτὸ σημαίνει πὼς δὲν ἔχουμε παραδοθεῖ στὸ θέλημα τοῦ Θεοῦ.

῾Η ψυχὴ παραδόθηκε ὁλοκληρωτικὰ στὸ θέλημα τοῦ Θεοῦ καὶ ἀναπαύεται κοντά Του, γιατὶ γνωρίζει ἀπὸ τὴν πείρα καὶ τὴν ῾Αγία Γραφὴ ὅτι ὁ Κύριος μᾶς ἀγαπᾶ πολὺ καὶ ἐπαγρυπνεῖ στὶς ψυχές μας, ζωοποιώντας τὰ πάντα μὲ τὴ χάρη Του ἐν εἰρήνῃ καὶ ἀγάπῃ.
῞Οποιος παραδόθηκε στὸ θέλημα τοῦ Θεοῦ, δὲν στενοχωριέται γιὰ τίποτε, ἔστω καὶ ἂν εἶναι ἄρρωστος καὶ φτωχὸς καὶ κατατρεγμένος. ῾Η ψυχὴ γνωρίζει ὅτι ὁ Κύριος προνοεῖ σπλαγχνικὰ γιὰ μᾶς. Μαρτυρεῖ γιὰ τὰ ἔργα τοῦ Θεοῦ τὸ ῞Αγιο Πνεῦμα, τὸ ῾Οποῖο γνωρίζει ἡ ψυχή. Οἱ ὑπερήφανοι ὅμως καὶ ἀνυπότακτοι δὲν παραδίνονται στὸ θέλημα τοῦ Θεοῦ, γιατὶ ἀγαποῦν ν᾿ ἀκολουθοῦν τὸ δικό τους θέλημα, πράγμα ποὺ βλάπτει πολὺ τὴν ψυχή.

῾Ο ὅσιος Ποιμὴν ὁ Μέγας εἶπε· «Τὸ θέλημά μας εἶναι χάλκινο τεῖχος ἀνάμεσα σὲ μᾶς καὶ στὸν Θεὸ καὶ δὲν μᾶς ἀφὴνει νὰ Τὸν πλησιάσουμε ἢ νὰ δοῦμε τὸ ἔλεός Του».

᾿Οφείλουμε πάντοτε νὰ παρακαλοῦμε τὸν Κύριο γιὰ τὴν εἰρήνη τῆς ψυχῆς, ὥστε νὰ εἶναι εὐχερέστερη ἡ ἐκπλήρωση τῶν ἐντολῶν Του· γιατὶ ὁ Κύριος ἀγαπᾶ ἐκείνους, ποὺ ἀγωνίζονται νὰ ἐκπληρώσουν τὸ θέλημά Του, καὶ ἔτσι βρίσκουν τὴν μεγάλη ἀνάπαυση στὸν Θεό.

῞Οποιος κάνει τὸ θέλημα τοῦ Θεοῦ, εἶναι εὐχαριστημένος μὲ ὅλα, ἔστω καὶ ἂν εἶναι φτωχὸς καί, ἴσως, ἀσθενὴς καὶ πάσχει, γιατὶ τὸν εὐχαριστεῖ ἡ χάρη τοῦ Θεοῦ. ῞Οποιος ὅμως δὲν εἶναι ἱκανοποιημένος μὲ τὴ μοίρα του καὶ γογγύζει γιὰ τὴν ἀσθένειά του ἤ ἐναντίον ἐκείνου ποὺ τὸν πρόσβαλε, αὐτὸς νὰ ξέρει πὼς κατέχεται ἀπὸ ὑπερήφανο πνεῦμα καὶ ἔχασε τὴν εὐγνωμοσύνη γιὰ τὸν Θεό. ᾿Αλλ᾿ ἀκόμη καὶ σὲ μιὰ τέτοια περίπτωση μὴ στενοχωριέσαι, ἀλλὰ ζήτησε μ᾿ ἐπιμονὴ ἀπὸ τὸν Κύριο πνεῦμα ταπεινό. Καὶ ὅταν ἔλθει σ᾿ ἐσένα τὸ ταπεινὸ Πνεῦμα τοῦ Θεοῦ ποὺ ἀναζητᾶς, τότε θὰ Τὸν ἀγαπήσης καὶ θὰ ἔχεις βρεῖ ἀνάπαυση, παρ᾿ ὅλες τὶς θλίψεις σου.

Ψυχὴ ποὺ ἀπέκτησε τὴν ταπείνωση θυμᾶται πάντα τὸν Θεὸ καὶ ἀναλογίζεται· «῾Ο Θεὸς μὲ δημιούργησε· ἔπαθε γιὰ μένα· συγχωρεῖ τὶς ἁμαρτίες μου καὶ μὲ παρηγορεῖ· μὲ τρέφει καὶ φροντίζει γιὰ μένα. Γιατί λοιπὸν νὰ μεριμνῶ ἐγὼ γιὰ τὸν ἑαυτό μου ἤ τί ἔχω νὰ φοβηθῶ, ἔστω καὶ ἂν μὲ ἀπειλεῖ ὁ θάνατος».

῾Ο Κύριος χαρίζει σύνεση σὲ κάθε ψυχὴ ποὺ παραδόθηκε στὸ θέλημα τοῦ Θεοῦ, γιατὶ Αὐτὸς εἶπε· «᾿Επικάλεσαί Με ἐν ἡμέρᾳ θλίψεως καὶ ἐξελοῦμαί σε καὶ δοξάσεις Με» (Ψαλμ. μθ´ 15).
Κάθε ψυχὴ ποὺ ταράζεται ἀπὸ ὁποιαδήποτε αἰτία πρέπει νὰ καταφεύγει στὸν Κύριο καὶ ὁ Κύριος θὰ τὴν καθοδηγήσει. Αὐτὸ ὅμως γίνεται κυρίως σὲ καιρὸ συμφορᾶς καὶ ἀπροσδόκητης συγχύσεως — κανονικὰ πρέπει νὰ ρωτᾶμε τὸν πνευματικό, γιατὶ αὐτὸ εἶναι ταπεινότερο.

῾Η ψυχὴ ποὺ παραδόθηκε στὸ θέλημα τοῦ Θεοῦ μένει ἀδιαλείπτως κοντὰ στὸν Θεὸ καὶ ἀπολαμβάνει μεγάλη ἡσυχία. Καὶ ἀπὸ τὴ χαρὰ αὐτὴ προσεύχεται νὰ γνωρίσει κάθε ψυχὴ τὸν Κύριο, πόσο πολὺ μᾶς ἀγαπᾶ Αὐτὸς καὶ πόσο ἄφθονα μᾶς χορηγεῖ τὸ ῞Αγιο Πνεῦμα, τὸ ῾Οποῖο εὐφραίνει τὴν ψυχὴ κοντὰ στὸν Θεό.
Καὶ τὰ πάντα, τὰ πάντα δίνουν τότε ἀγάπη στὴν καρδιά, γιατὶ ὅλα εἶναι τοῦ Θεοῦ.

῾Ο Κύριος νουθετεῖ μὲ τὸ ἔλεός Του τὸν ἄνθρωπο, γιὰ νὰ δέχεται μ᾿ εὐγνωμοσύνη τὶς θλίψεις. Ποτὲ σὲ ὅλη μου τὴ ζωή, οὔτε μιὰ φορά, δὲν γόγγυσα γιὰ τὶς θλίψεις, ἀλλὰ τὰ δεχόμουν ὅλα σὰν φάρμακο ἀπὸ τὰ χέρια τοῦ Θεοῦ καὶ πάντα Τὸν εὐχαριστοῦσα, καὶ γι᾿ αὐτὸ ὁ Κύριος μοῦ ἔδωσε νὰ ὑπομένω ἐλαφρὰ τὸν ἀγαθὸ ζυγό Του.

῞Ολοι ἐπάνω στὴ γῆ ὑπομένουν ἀναπόφευκτα θλίψεις. Καὶ παρόλο ποὺ οἱ θλίψεις ποὺ παραχωρεῖ ὁ Κύριος δὲν εἶναι μεγάλες, ὅμως φαίνονται στοὺς ἀνθρώπους ἀφόρητες καὶ συντριπτικές. Καὶ αὐτὸ γίνεται, γιατὶ οἱ ἄνθρωποι δὲν θέλουν νὰ ταπεινωθοῦν ἐνώπιον τοῦ Θεοῦ καὶ νὰ παραδοθοῦν στὸ θέλημά Του. ῞Οσοι ὅμως ἄφησαν τὸν ἑαυτό τους στὸ θέλημα τοῦ Θεοῦ, αὐτοὺς τοὺς καθοδηγεῖ ὁ ῎Ιδιος ὁ Κύριος μὲ τὴ χάρη Του καὶ ὑπομένουν μὲ ἀνδρεία τὰ πάντα γιὰ χάρη τοῦ Θεοῦ, τὸν ῾Οποῖο ἀγάπησαν καὶ μὲ τὸν ῾Οποῖο θὰ δοξάζονται αἰώνια.

Εἶναι ἀδύνατο ἐπάνω στὴ γῆ νὰ ἀποφύγεις τὶς θλίψεις. ῞Οποιος ὅμως παραδόθηκε στὸ θέλημα τοῦ Θεοῦ, ἐκεῖνος εὔκολα τὶς ὑπομένει. Βλέπει τὶς θλίψεις, ἀλλὰ ἐλπίζει στὸν Κύριο καὶ αὐτὲς περνοῦν.
῞Οταν ἡ Παναγία βρισκόταν κοντὰ στὸν Σταυρό, ἡ θλίψη Της ἦταν ἀκατάληπτα μεγάλη, γιατὶ Αὐτὴ ἀγαποῦσε τὸν Υἱό της περισσότερο ἀπ᾿ ὅ,τι μπορεῖ κανεὶς νὰ φαντασθεῖ. Κι ἐμεῖς γνωρίζουμε πὼς ὅσο μεγαλύτερη εἶναι ἡ ἀγάπη, τόσο μεγαλύτερη εἶναι καὶ ἡ ὀδύνη. Κατὰ τὴν ἀνθρώπινη φύση ἡ Θεοτόκος δὲν θὰ μποροῦσε μὲ κανένα τρόπο νὰ ὑπομείνει τὶς θλίψεις Της· παραδόθηκε ὅμως στὸ θέλημα τοῦ Θεοῦ καὶ τὸ ῞Αγιο Πνεῦμα Τὴν ἐνίσχυσε νὰ ἀντέξει τὸν πόνο Της.
Μετὰ δὲ τὴν ᾿Ανάληψη τοῦ Κυρίου ἡ Παναγία ἔγινε ἡ μεγάλη παρηγοριὰ στὶς θλίψεις γιὰ ὅλο τὸ λαὸ τοῦ Θεοῦ.

῾Ο Κύριος ἔδωσε ἐπάνω στὴ γῆ τὸ ῞Αγιο Πνεῦμα, καὶ ὅσοι Τὸ ἔλαβαν αἰσθάνονται τὸν παράδεισο μέσα τους.
῎Ισως πεῖς· Γιατί λοιπὸν δὲν ἔχω κι ἐγὼ μιὰ τέτοια χάρη; Γιατὶ ἐσὺ δὲν παραδόθηκες στὸ θέλημα τοῦ Θεοῦ, ἀλλὰ ζεῖς κατὰ τὸ δικό σου θέλημα.
Παρατηρεῖστε ἐκεῖνον ποὺ ἀγαπᾶ τὸ θέλημά του. Αὐτὸς δὲν ἔχει ποτὲ εἰρήνη στὴν ψυχὴ καὶ δὲν εὐχαριστιέται μὲ τίποτε· γι᾿ αὐτὸν ὅλα γίνονται ὅπως δὲν ἔπρεπε. ῞Οποιος ὅμως δόθηκε ὁλοκληρωτικὰ στὸ θέλημα τοῦ Θεοῦ, ἔχει τὴν καθαρὰ προσευχή, καὶ ἡ ψυχή του ἀγαπᾶ τὸν Κύριο καὶ τὰ πάντα εἶναι εὐχάριστα καὶ καλά.
῎Ετσι παραδόθηκε στὸν Θεὸ ἡ ῾Υπεραγία Παρθένος· «᾿Ιδοὺ ἡ δούλη Κυρίου· γένοιτό μοι κατὰ τὸ ρῆμά Σου». ῎Αν λέγαμε κι ἐμεῖς τὸ ἴδιο, «ἰδοὺ ὁ δοῦλος Κυρίου· γένοιτό μοι κατὰ τὸ ρῆμά Σου», τότε τὰ Εὐαγγελικὰ λόγια τοῦ Κυρίου, ποὺ γράφτηκαν μὲ τὸ ῞Αγιο Πνεῦμα, θὰ ζοῦσαν μέσα στὶς ψυχές μας, ἡ ἀγάπη τοῦ Θεοῦ θὰ βασίλευε σ᾿ ὅλο τὸν κόσμο καὶ ἡ ζωὴ στὴ γῆ θὰ ἦταν ἀπερίγραπτα ὡραία. ᾿Αλλὰ παρόλο ποὺ τὰ λόγια τοῦ Κυρίου ἀκούγονται ἐπὶ τόσους αἰῶνες σὲ ὅλην τὴν οἰκουμένη, οἱ ἄνθρωποι  δὲν τὰ καταλαβαίνουν καὶ δὲν θέλουν νὰ τὰ παραδεχθοῦν. ῞Οποιος ὅμως ζεῖ σύμφωνα μὲ τὸ θέλημα τοῦ Θεοῦ, αὐτὸς θὰ δοξασθεῖ καὶ στὸν οὐρανὸ καὶ στὴ γῆ.

῞Οποιος παραδόθηκε στὸ θέλημα τοῦ Θεοῦ, ἀπασχολεῖται μόνο μὲ τὸν Θεό. ῾Η χάρη τοῦ Θεοῦ τὸν βοηθᾶ νὰ παραμένει σὲ ἀδιάλειπτη προσευχή. Καὶ ὅταν ἀκόμη ἐργάζεται ἢ ὁμιλεῖ, ἡ ψυχὴ του εἶναι ἀπορροφημένη ἀπὸ τὸν Θεό, καὶ γι᾿ αὐτὸ ὁ Κύριος τὴν πῆρε ὑπὸ τὴν προστασία Του.

῾Η παράδοση λέει ὅτι κατὰ τὴ φυγὴ στὴν Αἴγυπτο ἡ ῾Αγία Οἰκογένεια συνάντησε στὸ δρόμο ἕνα ληστή, ἀλλ᾿ αὐτὸς δὲν τοὺς ἔκανε κανένα κακό. ῞Οταν μάλιστα ὁ ληστὴς εἶδε τὸ Νήπιο, εἶπε ὅτι ἂν γινόταν ὁ Θεὸς ἄνθρωπος, δὲν θὰ ἦταν ὡραιότερος ἀπὸ αὐτὸ τὸ Νήπιο, καὶ τοὺς ἄφησε νὰ φύγουν ἀνενόχλητοι.

᾿Αξιοθαύμαστο πράγμα· Ληστὴς ποὺ σὰν θηρίο δὲν σπλαγχνίζεται κανέναν, οὔτε πρόσβαλε οὔτε λύπησε τὴν ῞Αγια Οἰκογένεια. ῾Η ψυχὴ τοῦ ληστῆ, μόλις εἶδε τὸ Νήπιο καὶ τὴν ταπεινὴ Μητέρα Του, συγκινήθηκε καὶ ἡ χάρη τοῦ Θεοῦ τὴν ἄγγιξε.
Τὸ ἴδιο συνέβαινε καὶ στὰ ἄγρια θηρία, ποὺ μόλις ἀντίκρυζαν τοὺς ἅγιους μάρτυρες ἢ τοὺς ὅσιους ἠρεμοῦσαν καὶ δὲν τοὺς ἔκαναν κακό. ᾿Αλλὰ καὶ οἱ δαίμονες ἀκόμα φοβοῦνται τὴν γαλήνια καὶ ταπεινὴ ψυχή, ποὺ τοὺς νικᾶ μὲ τὴν ὑπακοή, τὴν ἐγκράτεια καὶ τὴν προσευχή.
Καὶ ἄλλο παράδοξο πράγμα· ὁ ληστὴς λυπήθηκε τὸ Νήπιο-Κύριο, ἐνῶ οἱ ἀρχιερεῖς καὶ οἱ πρεσβύτεροι Τὸν παρέδωσαν στὸν Πιλάτο γιὰ νὰ σταυρωθεῖ. Καὶ αὐτὸ γιατὶ δέν προσεύχονταν καὶ δὲν ζητοῦσαν ἀπὸ τὸν Θεὸ σύνεση, πῶς καὶ τί νὰ κάνουν.

῎Ετσι, πολλές φορὲς οἱ κυβερνῆτες καὶ γενικὰ οἱ ἄνθρωποι ζητοῦν μὲν τὸ ἀγαθό, ἀλλὰ δέν γνωρίζουν ποῦ εἶναι αὐτὸ τὸ ἀγαθό. Δὲν ξέρουν ὅτι τὸ ἀγαθὸ βρίσκεται στὸν Θεὸ καὶ μᾶς δίνεται ἀπὸ τὸν Θεό.

Εἶναι ἀνάγκη νὰ προσευχόμαστε πάντοτε, γιὰ νὰ μᾶς νουθετεῖ ὁ Κύριος τί καὶ πῶς πρέπει νὰ κάνουμε, καὶ ὁ Κύριος δὲν θὰ ἐπιτρέψει νὰ παραπλανηθοῦμε.
῾Ο ᾿Αδὰμ δὲν εἶχε τὴ σύνεση νὰ ρωτήσει τὸν Κύριο γιὰ τὸν καρπὸ ποὺ τοῦ ἔδωσε ἡ Εὔα, καὶ γι᾿ αὐτὸ ἔχασε τὸν Παράδεισο.
῾Ο Δαβίδ δὲν ρώτησε τὸν Κύριο· «Θὰ ἦταν ἄραγε καλὸ γιὰ μένα νὰ πάρω τὴ γυναίκα τοῦ Οὐρία;» κι ἔπεσε στὰ ἁμαρτήματα τοῦ φόνου καὶ τῆς μοιχείας.
῎Ετσι καὶ ὅλοι οἱ ἅγιοι ποὺ ἁμάρτησαν, ἁμάρτησαν γιατὶ δὲν ἐπικαλοῦνταν τὴ βοήθεια τοῦ Θεοῦ γιὰ νὰ τοὺς φωτίσει. ῾Ο ὅσιος Σεραφείμ τοῦ Σαρώφ εἶπε· «῞Οταν μιλοῦσα ἀπὸ τὸ νοῦ μου, συνέβαιναν λάθη».
῾Υπάρχουν ὅμως καὶ ἀναμάρτητα λάθη ποὺ ὀφείλονται στὴν ἀτέλεια τοῦ ἀνθρώπου. Τέτοια βλέπουμε ἀκόμη καὶ στὴν Παναγία. Λέγεται στὸ Εὐαγγέλιο ὅτι, ὅταν ἐπέστρεφε ἡ Παναγία μὲ τὸν ᾿Ιωσὴφ ἀπὸ τὴν ῾Ιερουσαλήμ, νόμισε πὼς ὁ Υἱός της βάδιζε μαζὶ μὲ τοὺς συγγενεῖς ἢ τοὺς γνωστούς… Καὶ μόνο μετὰ τριῶν ἡμερῶν ἀναζήτηση Τὸν βρῆκαν στὸ ῾Ιερὸ τῶν ῾Ιεροσολύμων νὰ συνομιλεῖ μὲ τοὺς πρεσβυτέρους (Λουκ. β´ 44-46).

Συνεπῶς μόνο ὁ Κύριος εἶναι παντογνώστης, ἐνῶ ὅλοι ἐμεῖς, ὅποιοι καὶ ἂν εἴμαστε, πρέπει νὰ προσευχόμαστε στὸν Θεὸ ζητώντας σύνεση καὶ νὰ ρωτᾶμε τὸν πνευματικό μας, γιὰ ν᾿ ἀποφύγουμε λάθη.

Τὸ Πνεῦμα τοῦ Θεοῦ ὁδηγεῖ καθένα μὲ διαφορετικὸ τρόπο· ὁ ἕνας ἡσυχάζει μόνος, στὴν ἔρημο· ὁ ἄλλος προσεύχεται γιὰ τοὺς ἀνθρώπους· ἄλλος κλήθηκε νὰ ποιμάνει τὸ λογικὸ ποίμνιο τοῦ Χριστοῦ· ἄλλος πῆρε τὸ χάρισμα νὰ κηρύσσει ἢ νὰ παρηγορεῖ τοὺς πάσχοντες· ἄλλος ὑπηρετεῖ τὸν πλησίον μὲ τὸν κόπο ἢ τὴν περιουσία του, καὶ ὅλα αὐτὰ εἶναι χαρίσματα τοῦ ῾Αγίου Πνεύματος καὶ ὅλα σὲ διαφορετικοὺς βαθμούς· στὸν ἕνα τριάντα, στὸν ἄλλο ἑξήντα καὶ σὲ μερικοὺς ἑκατὸ (πρβλ. Μαρκ. δ´ 20).

῍Αν ἀγαπούσαμε ὁ ἕνας τὸν ἄλλον μὲ ἁπλότητα καρδιᾶς, τότε ὁ Κύριος μὲ τὸ ῞Αγιο Πνεῦμα θὰ μᾶς ἔδειχνε πολλὰ θαύματα καὶ θὰ μᾶς ἀποκάλυπτε μεγάλα μυστήρια.

῾Ο Θεὸς εἶναι ᾿Αγάπη ἀκόρεστος…

῾Ο νοῦς μου στάθηκε στὸν Θεὸ καὶ σταμάτησα νὰ γράφω…
Πόσο φανερὸ εἶναι γιὰ μένα ὅτι ὁ Κύριος μᾶς κατευθύνει! Χωρὶς Αὐτὸν δὲν μποροῦμε οὔτε νὰ σκεφθοῦμε τὸ ἀγαθό. Γι᾿ αὐτὸ εἶναι ἀναγκαῖο σὲ μᾶς νὰ παραδινόμαστε στὸ θέλημα τοῦ Θεοῦ, ὥστε ὁ Κύριος νὰ μᾶς καθοδηγεῖ.

Ὅλοι μας ταλαιπωρούμαστε στὴ γῆ καὶ ζητοῦμε ἐλευθερία, ἀλλὰ λίγοι ξέρουν σὲ τί ἔγκειται ἡ ἐλευθερία καὶ ποῦ βρίσκεται.
Κι ἐγὼ θέλω ἐπίσης ἐλευθερία καὶ τὴν ἀναζητῶ ἡμέρα καὶ νύχτα. ῎Εμαθα πὼς βρίσκεται κοντὰ στὸν Θεὸ καὶ δίνεται ἀπὸ τὸν Θεὸ σὲ ὅσους ἔχουν ταπεινὴ καρδιά, σὲ ὅσους μετανόησαν κι ἔκοψαν τὸ θέλημά τους ἐνώπιον τοῦ Θεοῦ. Σὲ ὅποιον μετανοεῖ, ὁ Κύριος δίνει τὴν εἰρήνη Του καὶ τὴν ἐλευθερία νὰ Τὸν ἀγαπᾶ. Καὶ δὲν ὑπάρχει τίποτε πολυτιμότερο στὸν κόσμο ἀπὸ τὴν ἀγάπη τοῦ Θεοῦ καὶ τοῦ πλησίον. Σὲ αὐτὸ βρίσκει ἡ ψυχὴ ἀνάπαυση καὶ χαρά.

῎Ω, λαοὶ ὅλης τῆς γῆς, πέφτω στὰ γόνατα μπροστά σας καὶ σᾶς ἱκετεύω μὲ δάκρυα. ᾿Ελᾶτε στὸν Χριστό. ᾿Εγὼ ξέρω τὴν ἀγάπη Του γιὰ σᾶς. Τὴν γνωρίζω, καὶ γι᾿ αὐτὸ φωνάζω πρὸς ὅλην τὴν οἰκουμένη. ῍Αν δὲν γνωρίζεις κάτι, τότε πῶς θὰ μιλήσεις γι᾿ αὐτό;

Ρωτᾶς· «Πῶς εἶναι δυνατὸ νὰ γνωρίζει κάποιος τὸν Θεό;» Κι ἐγὼ σοῦ λέω ὅτι ἐμεῖς εἴδαμε τὸν Κύριο μὲ τὸ ῞Αγιο Πνεῦμα. Κι ἐσύ, ἂν ταπεινωθεῖς, θὰ σοῦ δείξει κι ἐσένα τὸ ῞Αγιο Πνεῦμα τὸν Κύριό μας, καὶ τότε θὰ θέλεις κι ἐσὺ νὰ βροντοφωνάζεις γι᾿ Αὐτὸ σὲ ὅλην τὴ γῆ.
Εἶμαι γέρος καὶ περιμένω τὸ θάνατο, καὶ γράφω τὴν ἀλήθεια ἀπὸ ἀγάπη γιὰ τὸ λαό, γιὰ τὸν ὁποῖο ἀγωνιᾶ ἡ ψυχή μου. ῎Ισως σωθεῖ ἔστω καὶ μιὰ ψυχή, καὶ γι᾿ αὐτὴν θὰ εὐχαριστῶ τὸν Θεό. ῾Η καρδιά μου ὅμως πονᾶ γιὰ ὅλον τὸν κόσμο καὶ δέομαι μὲ δάκρυα γι᾿ αὐτόν, γιὰ νὰ μετανοήσουν ὅλοι καὶ νὰ γνωρίσουν τὸν Θεὸ καὶ νὰ ζήσουν μὲ ἀγάπη καὶ νὰ γευθοῦν τὴ γλυκύτητα τῆς ἐλευθερίας κοντὰ στὸν Θεό.
῎Ω, ὅλοι οἱ ἄνθρωποι, οἱ κάτοικοι τῆς γῆς, προσευχηθεῖτε καὶ κλάψτε γιὰ τὶς ἁμαρτίες σας, γιὰ νὰ λάβετε τὴν ἄφεση αὐτῶν ἀπὸ τὸν Κύριο.
῞Οπου ὑπάρχει ἄφεση ἁμαρτιῶν, ἐκεῖ ὑπάρχει ἡ ἐλευθερία τῆς συνειδήσεως καὶ ἡ ἀγάπη, ἔστω καὶ λίγη.

῾Ο Κύριος δὲν θέλει τὸ θάνατο τοῦ ἁμαρτωλοῦ καὶ σὲ ὅποιον μετανοεῖ δίνει τὴ χάρη τοῦ ῾Αγίου Πνεύματος. ᾿Εκεῖνος χαρίζει στὴν ψυχὴ τὴν εἰρήνη καὶ τὴν ἐλευθερία νὰ παραμένει στὸν Θεὸ μὲ νοῦ καὶ καρδιά. ῞Οταν τὸ ῞Αγιο Πνεῦμα μᾶς συγχωρεῖ τὶς ἁμαρτίες, ἡ ψυχὴ ἀποκτᾶ τὴν ἐλευθερία νὰ προσεύχεται στὸν Θεὸ μὲ καθαρὸ τὸ νοῦ· τότε βλέπει ἀνεμπόδιστα τὸν Θεὸ καὶ βρίσκει ἀνάπαυση καὶ χαρὰ κοντά Του. Καὶ αὐτὸ εἶναι ἡ ἀληθινὴ ἐλευθερία. Χωρὶς ὅμως τὸν Θεὸ εἶναι ἀδύνατο νὰ ὑπάρχει ἐλευθερία, γιατὶ οἱ ἐχθροί κλονίζουν τὴν ψυχὴ μὲ τοὺς κακοὺς λογισμούς.

Θὰ πῶ τὴν ἀλήθεια μπροστὰ σὲ ὅλον τὸν κόσμο. Εἶμαι βδέλυγμα ἐνώπιον τοῦ Θεοῦ καὶ θ᾿ ἀπελπιζόμουν γιὰ τὴ σωτηρία μου, ἂν δὲν μοῦ ἔδινε ὁ Θεὸς τὴ χάρη τοῦ ῾Αγίου Πνεύματος. Καὶ τὸ ῞Αγιο Πνεῦμα μὲ δίδαξε νὰ γράφω γιὰ τὸν Θεὸ χωρὶς κόπο, γιατὶ ᾿Εκεῖνος μὲ σπρώχνει στὸ νὰ γράφω.
Στενοχωριέμαι, καὶ θρηνῶ, καὶ ὀδύρομαι γιὰ τοὺς ἀνθρώπους. Πολλοὶ σκέφτονται μὲ ἀπόγνωση· «῾Αμάρτησα πολύ· σκότωσα, λήστεψα, ἐβίασα, συκοφάντησα, ἤμουν ἄσωτος καὶ ἔκανα καὶ ἄλλα πολλά». Καὶ ἀπὸ τὴ ντροπή τους δὲν ἔρχονται στὴ μετάνοια. Λησμονοῦν ὅμως ὅτι ὅλες οἱ ἁμαρτίες τους εἶναι σὰν σταγόνα μπροστὰ στὸ πέλαγος τῆς ἀγάπης τοῦ Θεοῦ.
῎Ω, ἀδελφοί μου, ὅλη ἡ γῆ, μετανοεῖτε, ὅσο ἀκόμα εἶναι καιρός. ῾Ο Κύριος γεμάτος ἔλεος περιμένει τὴ μετάνοιά μας. Καὶ ὅλος ὁ οὐρανὸς καὶ ὅλοι οἱ ἅγιοι περιμένουν ἐπίσης τὴν ἐπιστροφή μας. Γιατί, ὅπως ὁ Θεὸς εἶναι ἀγάπη, τὸ ἴδιο καὶ τὸ Πνεῦμα τὸ ῞Αγιο ποὺ κατοικεῖ στοὺς ἁγίους εἶναι ἀγάπη. Ζήτησε, καὶ ὁ Κύριος θὰ συγχωρέσει. Καὶ ὅταν λάβεις ἄφεση ἁμαρτιῶν, τότε θὰ ἔχεις χαρὰ καὶ εὐφροσύνη στὴν ψυχή, καὶ ἡ χάρη τοῦ ῾Αγίου Πνεύματος θὰ εἰσέλθει στὴν καρδιά σου καὶ θὰ πεῖς· «Νὰ ἡ ἀληθινὴ ἐλευθερία· κοντὰ στὸν Θεὸ καὶ ἀπὸ τὸν Θεό».

῾Η χάρη τοῦ Θεοῦ δὲν ἀφαιρεῖ τὴν ἐλευθερία, ἀλλὰ συνεργεῖ μόνο στὴν ἐκπλήρωση τῶν ἐντολῶν τοῦ Θεοῦ. ῾Ο ᾿Αδὰμ βρισκόταν στὴν κατάσταση τῆς χάριτος, ἀλλὰ δὲν τοῦ ἀφαιρέθηκε τὸ αὐτεξούσιο. Οἱ ἄγγελοι παραμένουν ἐπίσης στὸ ῞Αγιο Πνεῦμα, ἀλλὰ δὲν τοὺς ἔχει ἀφαιρεθεῖ ἡ ἐλεύθερη θέληση.

Πολλοὶ ἄνθρωποι δὲν ξέρουν τὴν ὁδὸ τῆς σωτηρίας. Μπῆκαν στὸ σκοτάδι καὶ δέν βλέπουν τὸ Φῶς τῆς ᾿Αλήθειας. ᾿Εκεῖνος ὅμως ἦταν, εἶναι καὶ θὰ εἶναι ἐλεήμων καὶ καλεῖ ἀπὸ εὐσπλαγχνία ὅλους κοντά Του· «᾿Ελᾶτε σ᾿ ᾿Εμένα ὅλοι οἱ κοπιῶντες καὶ πεφορτισμένοι, γνωρίστε Με καὶ ἐγὼ θὰ δώσω σὲ σᾶς τὴν ἀνάπαυση καὶ τὴν ἐλευθερία».
Νά ἡ ἀληθινὴ ἐλευθερία — ὅταν βρισκόμαστε κοντὰ στὸν Θεό. Κι ἐγὼ δὲν τὸ ἤξερα αὐτὸ προηγουμένως. ῝Ως τὴν ἡλικία τῶν εἰκοσιεπτὰ ἐτῶν πίστευα μόνο ὅτι ὁ Θεὸς ὑπάρχει, ἀλλὰ δὲν Τὸν γνώριζα. ᾿Αφότου ὅμως Τὸν γνώρισα μὲ τὸ ῞Αγιο Πνεῦμα, ἡ ψυχή μου ὁρμᾶ μὲ πάθος πρὸς Αὐτὸν καὶ Τὸν ζητῶ διακαῶς ἡμέρα καὶ νύχτα.
῾Ο Κύριος μᾶς ἔδωσε τὴν ἐντολὴ νὰ ἀγαπᾶμε ὁ ἕνας τὸν ἄλλον. Σὲ αὐτό ἔγκειται ἡ ἐλευθερία· στὴν ἀγάπη γιὰ τὸν Θεὸ καὶ γιὰ τὸν πλησίον. ᾿Εδῶ βρίσκεται καὶ ἡ ἐλευθερία καὶ ἡ ἰσότητα. Στὴν κοσμικὴ τάξη εἶναι ἀδύνατο νὰ ὑπάρξει ἰσότητα —αὐτὸ ὅμως δὲν ἔχει σημασία γιὰ τὴν ψυχή. Δὲν μπορεῖ νὰ εἶναι ὁ καθένας βασιλιὰς ἢ ἄρχοντας, πατριάρχης, ἢ ἡγούμενος ἢ διοικητής. Μπορεῖς ὅμως σέ κάθε τάξη ν᾿ ἀγαπᾶς τὸν Θεὸ καὶ νὰ εἶσαι εὐάρεστος σὲ Αὐτὸν— καὶ αὐτὸ εἶναι τὸ σπουδαῖο. Καὶ ὅσοι ἀγαποῦν περισσότερο τὸν Θεὸ στὴ γῆ, θὰ ἔχουν μεγαλύτερη δόξα στὴν Βασιλεία καὶ θὰ εἶναι πιὸ κοντὰ στὸν Κύριο. ῾Ο καθένας θὰ δοξασθεῖ κατὰ τὸ μέτρο τῆς ἀγάπης του.

῎Εμαθα ὅτι ἡ ἀγάπη ποικίλλει ὡς πρὸς τὴν ἔντασή της. ῞Οποιος φοβᾶται τὸν Θεό, φοβᾶται νὰ Τὸν λυπήσει μὲ κάτι· αὐτὸς εἶναι ὁ πρῶτος βαθμός. ῞Οποιος ἔχει τὸ νοῦ καθαρὸ ἀπὸ ἐμπαθεῖς λογισμούς, αὐτὸ εἶναι ὁ δεύτερος βαθμός, μεγαλύτερος ἀπὸ τὸν πρῶτο. ῞Οποιος αἰσθητὰ ἔχει τὴ χάρη στὴν ψυχή του, αὐτὸ εἶναι ὁ τρίτος βαθμὸς τῆς ἀγάπης, ἀκόμη μεγαλύτερος.

῾Η τέταρτη βαθμίδα, ἡ τέλεια ἀγάπη γιὰ τὸν Θεό, εἶναι ὅταν ἔχει κάποιος τὴ χάρη τοῦ ῾Αγίου Πνεύματος καὶ στὴν ψυχὴ καὶ στὸ σῶμα. Αὐτῶν τῶν ἀνθρώπων ἁγιάζουν τὰ σώματα καὶ μετὰ τὸ θάνατό τους γίνονται ἅγια λείψανα. ῎Ετσι γίνεται μὲ τὰ σώματα τῶν ἁγίων μαρτύρων, τῶν προφητῶν, τῶν ὁσίων ἀνδρῶν.

῞Οποιος βρίσκεται στὸ μέτρο αὐτό, δὲν προσβάλλεται ἀπὸ τὴν σαρκικὴ ἐπιθυμία, καὶ θὰ μποροῦσε νὰ κοιμηθεῖ μὲ νέα κοπέλλα, χωρὶς καμιὰ ἐπιθυμία γι᾿ αὐτήν. ῾Η ἀγάπη τοῦ Θεοῦ εἶναι ἰσχυρότερη ἀπὸ τὴν ἀγάπη τῆς κοπέλλας, πρὸς τὴν ὁποίαν ἑλκύονται ὅλοι, ἐκτὸς ἀπὸ ὅσους ἔχουν τὸ πλήρωμα τῆς χάριτος τοῦ Θεοῦ, γιατὶ ἡ γλυκύτητα τοῦ ῾Αγίου Πνεύματος μεταμορφώνει ἐντελῶς τὸν ἄνθρωπο, καὶ τὸν διδάσκει νὰ ἀγαπᾶ πλήρως τὸν Θεό. ῎Εχοντας τὸ πλήρωμα τῆς ἀγάπης τοῦ Θεοῦ ἡ ψυχὴ δὲν ἐγγίζει τὸν κόσμο, παρότι ζεῖ στὴ γῆ ἀνάμεσα στοὺς ἄλλους. ῾Η ψυχὴ λησμονεῖ ὅλα τὰ ἐπίγεια ἐξαιτίας τῆς μεγάλης ἀγάπης γιὰ τὸν Θεό.
῾Η δυστυχία μας ἔγκειται στὸ ὅτι δὲν στεκόμαστε ἀκλόνητοι, ἐξαιτίας τῆς ὑπερηφάνειάς μας, στὴ χάρη αὐτή, κι ἐκείνη μᾶς ἐγκαταλείπει, καὶ ἡ ψυχὴ τὴν ἀναζητεῖ μὲ θρήνους καὶ ὀδυρμοὺς καὶ λέει·
«Διψᾶ ἡ ψυχή μου τὸν Κύριο».