ΑΝ ΒΙΑΖΕΣΑΙ ΝΑ ΔΕΙΣ ΤΟΝ ΚΟΣΜΟ ΝΑ ΓΙΝΕΤΑΙ ΚΑΛΥΤΕΡΟΣ, ΑΡΧΙΣΕ ΑΠΟ ΤΟΝ ΕΑΥΤΟ ΣΟΥ. ΕΙΝΑΙ Ο ΣΥΝΤΟΜΟΤΕΡΟΣ ΔΡΟΜΟΣ.

Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα ΛΟΓΟΙ ΓΕΡΟΝΤΩΝ. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα ΛΟΓΟΙ ΓΕΡΟΝΤΩΝ. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Παρασκευή 12 Δεκεμβρίου 2025

ΟΣΙΟΣ ΦΙΛΟΘΕΟΣ ΖΕΡΒΑΚΟΣ: ΦΟΒΕΡΕΣ ΠΕΡΙΠΤΩΣΕΙΣ ΘΕΙΑ ΔΙΚΗΣ ΒΛΑΣΦΗΜΩΝ!

 Φοβερές περιπτώσεις Θείας Δίκης βλασφήμων 

Ο αείμνηστος πατήρ Φιλόθεος Ζερβάκος, ηγούμενος τότε, γιά 50 περίπου χρόνια στό ιστορικό μοναστήρι Λογγοβάρδας στήν Πάρο, στό βιβλίο του " Πόλεμος κατά τής βλασφημίας" σημειώνει κάποια συνταρακτικά περιστατικά τα οποία πρέπει να μας προβληματίσουν όλους, ιδιαίτερα όσουν βρίζουν τα Θεία .

1. Η ΠΕΡΙΠΤΩΣΗ ΤΟΥ ΓΙΩΡΓΟΥ

Γράφει σχετικά ο Γέροντας:

Κατά τό έτος 1924, είς τήν αρχή τής Μεγάλης Τεσσαρακοστής, καθήμενος είς τό κελλίον μου καί μελετών, άκουσα γοερές κραυγές. Σκύβοντας από τό παράθυρό μου, είδα στό προαύλιο τής Μονής ένα νέο φορτωμένο επάνω σ΄ ένα γαϊδουράκι. Τόν βάσταζαν δύο άνθρωποι, οί οποίοι αφού τόν κατέβασαν από τό υποζύγιο, κρατώντας τον από τά χέρια τόν οδήγησαν πρός τόν Iερόν Nαόν τής Μονής. Κατέβηκα κι΄ εγώ στήν εκκλησία, γιά νά πληροφορηθώ τί συμβαίνει.

Είδα τό παιδί αυτό, πεσμένο στήν πόρτα τού ναού, εντελώς παραμορφωμένο στό πρόσωπο. Όλο του τό σώμα, χέρια πόδια, στόμα, μύτη, είχαν στρεβλωθεί, σέ μία αλλόκοτη, τερατώδη, καί δαιμονική έκφραση. Είδα ότι ήταν καί τυφλός...

Αυτοί πού τόν συνόδευαν μπήκαν μέσα καί προσκύνησαν τίς εικόνες. Ήταν, όπως έμαθα, ό πατέρας του καί ένας εξάδελφός του.

Ξαφνικά βλέπω αυ τόν τόν νεαρό, νά σέρνεται σάν φίδι μέσα στήν Εκκλησία, καί αφού έφθασε στήν μέση γονατιστός, στάθηκε μπροστά στίς άγιες εικόνες καί άρχισε νά βλαστημάει τόν Χριστό...

Τόν πλησίασα αγανακτισμένος γιά τήν ασέβειά του καί χαστουκίζοντάς τον δυνατά, τού είπα,

"Ασεβέστατε! Καί μέσα στήν εκκλησία τολμάς νά βλαστημάς τόν Θεό;"

Μαζεύτηκε, καί είπε, " Κύριε ελέησον! "

Ρώτησα τόν πατέρα του πώς τό έπαθε, καί μού είπε, ότι o Γιώργος από μικρό παιδί βλαστημούσε...

" Χθές τό πρωϊ, μού είπε, τού φύγανε τά πρόβατα καί μπήκαν σέ ένα χωράφι σπαρμένο. Πήγε νά τά μαζέψει βλαστημώντας τουλάχιστον 10-15 φορές τήν Παναγία. Ενώ πλησίαζε στό χωράφι βλασφημώντας συνέχεια, έπεσε κάτω, τυφλώθηκε, καί μεταμορφώθηκε ή όψι του σε αυτή τήν τερατώδη κατάσταση. Τόν φέραμε στή Μονή,είπε, νά τού κάνετε αγιασμό, παρακλήσεις, καί ότι άλλο χρειάζεται..."

Τού κάναμε πράγματι όλα αυτά, τού διαβάσαμε καί εξορκισμούς, αλλά αυτό ό βέβηλος δέν σταμάτησε νά βλαστημάει. Μετά από λίγες μέρες μέ φώναξε ό υπηρέτης τής Μονής πού βοηθούσε τόν νεαρό καί τόν τάϊζε καί μού είπε,

- Ελα νά ιδής τόν πάσχοντα. Τού κόπηκε ή γλώσσα καί δέν μπορεί ούτε νερό νά πιεί...

" Πήγα, καί έφριξα μέ ότι είδα. Ή γλώσσα του, αυτή πού συνεχώς βλαστημούσε, ήταν κομμένη καί ξεριζωμένη, σφηνωμένη εντελώς στόν λάρυγγα.

Τήν άλλη μέρα, διηγείται ό π. Φιλόθεος Ζερβάκος, έφυγα γιά νά πάω στήν Νάξο. Όταν γύρισα, ρώτησα σχετικά τούς πατέρες καί μού είπαν.

"Πέθανε εδώ καί δυό μέρες.

Ό πατέρας του είχε πάει στό χωριό γιά νά φέρει καθαρά ρούχα γιά τήν ταφή, καί ο υπηρέτης είχε πάει σπίτι του. Τήν νύκτα τού θανάτου του, ακούγαμε στό μοναστήρι χορούς, φασαρίες, καί τραγούδια...

ΕΙΣΑΙ '' ΔΙΚΟΣ ΜΑΣ '' ΤΩΡΑ...

Ξυπνήσαμε όλοι, νομίζοντας ότι τραγουδούσαν καί χόρευαν οί υπηρέτες τής Μονής. Ό πατήρ Σάββας μάλιστα, πήρε τό ραβδί του γιά νά πάει νά τούς διώξει. Ανοίγοντας τό παράθυρό, τρείς ή ώρα τήν νύκτα, άκουσε φωνές στό σκοτάδι πού έλεγαν δυνατά,

" Γιώργο! Γιώργο! Έλα δώ, πού πάς νά φύγεις! Είσαι δικός μας τώρα..."

Αφού παύσανε αυτοί, ακούστηκαν άλλες φωνές απέναντι από τό μέρος τών τραγουδιών...

" Βρέ, ελάτε εδώ, μή φοβάστε, τόν πήραμε εμείς τόν Γιώργο! "

Ο πατήρ Σάββας έντρομος τότε, από τίς φωνές τών δαιμόνων, πού τραβούσαν μαζί τους τήν ψυχή τού βλασφήμου, άρχισε νά προσεύχεται στόν Χριστό καί στήν Παναγία ζητώντας βοήθεια. Πράγματι σταμάτησαν οί φωνές καί οί δαίμονες έγιναν άφαντοι. Όταν μετά από λίγο κατέβηκε καί πήγε στό δωμάτιο τού παιδιού, τό βρήκε πεθαμένο καί ριγμένο μέ δύναμι, έξω από τό σπίτι...

Φόβος καί τρόμος μάς κατέλαβε όλους, γράφει ό πατήρ Φιλόθεος.

Καί συνεχίζει...

" Τί φαντάζεσθε εσείς οί βλάσφημοι; Επειδή βλέπετε ότι ό Θεός αργεί νά σάς παιδεύσει, νομίζετε ότι θά αποφύγετε καί τήν τιμωρία;

Εάν νομίζετε ότι ό Θεός δέν σάς βλέπει, δέν σάς ακούει, καί γι΄αυτό δέν σάς τιμωρεί τήν ώρα πού τόν βλαστημάτε, πλανάσθε ταλαίπωροι.

Εάν τήν ευσπλαχνία καί μακροθυμία τού Θεού πού από αγάπη σάς κάνει γιά νά μή κολασθείτε αιώνια, τήν θεωρείτε αδυναμία, τότε αληθινά αλλοίμονό σας...

2. ΕΠΕΣΑΝ ΤΑ ΜΑΤΙΑ ΤΟΥ ΣΑΝ ΚΟΥΜΠΙΑ ΕΠΑΝΩ ΣΤΟ ΤΡΑΠΕΖΙ...

Συνεχίζει ό π. Φιλόθεος.

" Γύρω στά 1921 μετέβαινα ατμοπλοϊκώς στόν Βόλο, πρός επίσκεψη πνευματικών μου αδελφών. Μεταξύ τών επιβατών ήταν καί δυό ομογενείς από τήν Αμερική πού γύριζαν στήν πατρίδα τους. Ο νεώτερος ήταν Κεφαλλονίτης καί ό μεγαλύτερος καταγόταν από κάποιο χωριό τού Πηλίου.

Τό βράδυ, στό σαλόνι τού πλοίου πιάσαμε συζήτηση μαζί μέ άλλους επιβάτες καί τούς μίλησα ανάμεσα στά άλλα καί γιά τήν μεγάλη αμαρτία τής βλασφημίας τού Χριστού, τής Παναγίας, καί τών Αγίων. Οί περισσότεροι άκουγαν μέ ευλάβεια καί ενδιαφέρον αυτά πού τούς έλεγα. Δυό-τρείς όμως από τούς ακροατές δυσανασχέτησαν καί άρχισαν νά λένε, ότι όσα τούς λέω είναι γιά νά τούς φοβίσω γιά νά μή βλαστημάνε, καί καλά βέβαια κάνω πού τά λέω αυτά, αλλά είμαι υπερβολικός καί δέν λέω αλήθεια.

Τότε σηκώθηκε όρθιος ό νεαρός Κεφαλλονίτης καί μέ θάρρος τούς είπε.

" Θά σάς διηγηθώ ένα περιστατικό πού τό είδα μέ τά μάτια μου, καί άν θέλετε πιστέψτε το. Εδώ καί τρείς μήνες πού ήμουν στήν Αμερική, παραμονή τού Αγίου Βασιλείου, βρισκόμουν μέ άλλους ομογενείς καί παίζαμε χαρτιά γιά τό καλό τού χρόνου πού λέμε, σ΄ ένα ελληνικό καφενείο.

Ένας συμπατριώτης μου καί πολύ γνωστός μου, κι΄αυτός από τήν Κεφαλονιά, επειδή συνεχώς έχανε στά χαρτιά, άρχισε νά βλαστημάει τόν Θεό, τήν Παναγία, τά καντήλια, τόν Χριστό, τούς Αγίους, κλπ. Δέν είχε αφήσει τίποτα όρθιο...

Στίς παρατηρήσεις πού τού κάναμε, καί εγώ καί άλλοι συμπαίκτες του, αυτός βλαστημούσε περισσότερο. Τελευταία, αφού έχασε όλα τά λεφτά του, σηκώθηκε από τό τραπέζι καί άρχισε νά βλαστημάει τόν Άγιο Γεράσιμο. Τρείς ώρες βλαστημούσε τά θεία, στό τέλος βλαστημούσε καί τόν Άγιο Γεράσιμο καί μάλιστα μούντζωνε καί τόν ουρανό, σάν νά τόν έβλεπε, μέ χυδαίες εκφράσεις...

Τήν στιγμή όμως κατά τήν οποία ύψωσε πάλι τά χέρια του μουντζώνοντας πρός τά πάνω, τά χέρια του παρέλυσαν πέφτοντας άψυχα κάτω, καί τά μάτια του σάν κάποιος νά τά έβγαλε τινάχτηκαν καί κύλησαν πάνω στό τραπέζι πού χαρτοπαίζαμε!!!

Φόβος καί τρόμος μάς κατέλαβε μέσα στό καφενείο...

Ό βλάσφημος κλαίγοντας καί θρηνώντας γιά τό ελεεινό πιά κατάντημά του, άρχισε νά παρακαλεί τόν Χριστό, τήν Παναγία, καί τόν Άγιο Γεράσιμο, νά τόν συγχωρήσουν καί νά τού δώσουν τό φώς του.

Δυστυχώς, συμπλήρωσε ό νεαρός Κεφαλλονίτης, μέχρι τήν ημέρα πού έφυγα από τήν Αμερική, γύριζε τυφλός καί κουλός, ζητιανεύοντας από τούς άλλους ομογενείς γιά νά ζήσει...

3. ΕΝΑ ΑΚΟΜΗ ΠΕΡΙΣΤΑΤΙΚΟ

Τόν Δεκέμβριο τού 1924, λίγο πρίν τά Χριστούγεννα, ήλθε στό μοναστήρι μας μία γυναίκα από τήν Νάουσα τής Πάρου γιά εξομολόγηση, καί ανάμεσα στά άλλα μού είπε, γράφει ό π. Φιλόθεος.

" Πρέπει νά σάς κάνω γνωστό, σάν Πνευματικός μου Πατέρας πού είστε, μία μεγάλη συμφορά πού έχει συμβεί στό σπίτι μου. Ό άνδρας μου ήταν πολύ βλάσφημος. Βλασφημούσε εμένα, τά παιδιά, τά ζώα μας, μέ τήν πιό μικρή αφορμή, καί κανέναν δέν άκουγε. Εδώ καί 15 μέρες κατεβαίνοντας τήν νύκτα ό άνδρας μου κάτω στόν στάβλο γιά νά δώση τροφή στά ζώα προσπάθησε νά ξεχωρίσει δυό μοσχάρια πού μάλωναν. Αυτός, αντί νά κτυπήσει ή νά τραβήξει καί νά δέσει αλλού τό ένα μοσχάρι, άρχισε μέ δυνατές φωνές νά βλαστημάει Χριστούς καί Παναγίες...

Τήν στιγμή ακριβώς πού βλαστημούσε, ένα βόδι τού στάβλου, τό πιό ήσυχο από άλλες φορές, ενώ έτρωγε, αφήνει τήν τροφή του καί σάν νά ήταν λογικό όρμησε εναντίον του τόν κτύπησε μέ τά κέρατά του, καί αφού τόν έριξε ανάσκελα, γονάτισε επάνω του κτυπώντας τον στό κεφάλι. Προσπαθούσε μέ τά κέρατα νά τόν τρυπήσει στό στόμα ή νά τού βγάλει τά μάτια...

Τρέξαμε κάτω στίς πρώτες φωνές του, " βοήθεια, μ΄ εσκότωσε!" , μαζί μέ τά παιδιά μου, φωνάξαμε καί γείτονες, καί όλοι μαζί 7-8 άνδρες δυνατοί δέν μπορούσαμε νά τραβήξουμε τό βόδι από πάνω του. Μέ τά πολλά, καί αφού τό πιάσαμε από τά τέσσερα πόδια τραβώντας το, βάλαμε τόν άνδρα μου σέ μιά κουβέρτα καί πήγαμε νά τόν βγάλουμε από τόν στάβλο. Τό βόδι, όρμησε πάλι πάνω στό σώμα μέ τήν κουβέρτα, όχι στούς άλλους, σάν να είχε λογική τιμωρίας γιά τόν βλάσφημο, καί τόν κυνήγησε ώς τά πρώτα σκαλοπάτια τού ανωγείου, μή μπορώντας νά ανέβει επάνω. Στεκόταν μάλιστα στήν βάση τής σκάλας, κοιτάζοντας πρός τόν άνδρα μου αγριεμένο, κουνώντας τό κεφάλι του καί ξεφυσώντας...

Μετά 3 μήνες, διηγείται ό π. Φιλόθεος, στό τέλος τής Μεγάλης Τεσσαρακοστής, ήλθε πάλι η γυναίκα αυτή στό μοναστήρι γιά νά εξομολογηθεί. Φορούσε μαύρα καί μού είπε ότι ό άνδρας της είχε πεθάνει αφού είχε βασανιστεί πολύ από τούς πόνους μιά καί τό βόδι τού είχε σπάσει τήν σπονδυλική στήλη. Τόν είχαν στηρίξει μάλιστα μέ μαξιλάρια καί τόν τάϊζαν μέ τό κουταλάκι.

Είχε πληρώσει δυστυχώς, τά επίχειρα τής βλασφημίας του...

(Αποσπάσματα από τό βιβλίο " Πόλεμος κατά τής βλασφημίας" ( εκδόσεις 'Ορθόδοξος Κυψέλη", Θεσ/κη), τού αείμνηστου αγίου γέροντος Φιλοθέου Ζερβάκου, πρώην ηγούμενου τής Ιεράς Μονής Λογγοβάρδας στήν Πάρο.)

Δευτέρα 8 Δεκεμβρίου 2025

ΓΕΡΩΝ ΦΙΛΟΘΕΟΣ ΖΕΡΒΑΚΟΣ: ΣΤΑΣΟΥ ΕΔΩ ΝΑ ΓΝΩΡΙΣΗΣ ΤΑ ΤΕΡΑΣΤΙΑ ΤΗΣ ΔΕΥΤΕΡΑΣ ΠΑΡΟΥΣΙΑΣ ΤΟΥ ΚΥΡΙΟΥ!


 Γέρων Φιλόθεος Ζερβάκος
Στάσου ἐδῶ νὰ γνωρίσῃς τὰ τεράστια τῆς Δευτέρας Παρουσίας τοῦ Κυρίου 

Σὲ κάποια χώρα πλησίον τῆς Κωνσταντινουπόλεως, ὀνομαζομένην Ἄβυδο, κατοικοῦσε ἕνας ὀρθόδοξος καὶ εὐλαβὴς χριστιανὸς μὲ τὴν ἐπίσης ἐνάρετη καὶ θεοφιλῆ σύζυγό του Σοφιανὴ κατὰ τὸ ἔτος 1607.

Κάποια φορὰ ἀσθένησε ἡ Σοφιανὴ καὶ παρέμεινε στὸ κρεββάτι ἐπὶ εἴκοσι ἡμέρες χωρὶς νὰ μπορεῖ νὰ σήκωση οὔτε τὸ κεφάλι της. Κατὰ τὴν δύσι τοῦ ἡλίου τῆς 3ης Αὐγούστου ἅπλωσε τὰ χέρια της στὸν οὐρανὸ καὶ φάνηκε σὰν νὰ ἐξέπνευσε. Ὅλοι οἱ συγγενεῖς της τότε ἑτοίμαζαν τὰ ἁρμόδια γιὰ τὴν ταφὴ χωρὶς νὰ μποροῦν ἀπὸ κανέναν νὰ παρηγορηθοῦν. Διεπίστωσαν ὅμως ὅτι κάτω ἀπὸ τὸν ἀριστερὸ μαστό της τὸ μέρος ἐκεῖνο ἦταν θερμό, ὁπότε καὶ τὴν ἄφησαν ἀσαβάνωτη μέχρις ὅτου τελείως νεκρωθῆ.

Ἐν τῷ μεταξὺ ἦλθε καὶ ἡ κατὰ σάρκα ἀδελφή της καὶ μέσα στὴν ἀπελπισία καὶ τὸν πόνο της ἐπῆρε κρύο νερὸ καὶ ἐράντισε τὴν Σοφιανὴ ἡ ὁποῖα συνῆλθε καὶ εἶπε τὰ ἑξῆς στὴν ἀδελφή της Ἄννα: «Καλλίτερα νὰ μὴν εἶχες ἔλθει, ἀδελφή μου, ἐδῶ διότι περισσότερη ζημία καὶ θάνατο μοῦ προξένησες, παρὰ ζωὴ πρόσκαιρη, διότι οἱ φωνές σου μὲ ἐξέβαλαν ἀπὸ τὸν φωτεινὸ ἐκεῖνο Παράδεισο καὶ τὴν ἀνέκφραστη δόξα τοῦ Θεοῦ ποὺ ἀπελάμβανα. Ἔπρεπε, ἄθλια, ὅταν μὲ εἶδες νεκρή, νὰ χαιρόσουν περισσότερο καὶ νὰ εὐχαριστοῦσες τὸν Θεό, παρὰ τώρα ὅπου μὲ βλέπεις καὶ ἀνέζησα».

Ἀφοῦ εἶπε καὶ ἄλλα πολλὰ καὶ ἔγινε καλλίτερα τῆς ἐζήτουν οἱ παρευρισκόμενοι νὰ διηγηθῆ τὰ μυστήρια τοῦ Θεοῦ ποὺ εἶδε στὴν ἄλλη ζωή. Ἐκείνη ἐζήτησε Πνευματικὸ νὰ τὰ ἐξομολογηθῆ καί, ἐὰν ἐκεῖνος κρίνη ὅτι εἶναι εὔλογο, νὰ τὰ μάθουν καὶ ἄλλοι. Ἦλθε λοιπὸν ὁ Πνευματικὸς Ἰερόθεος Κουκοζέλης, Προηγούμενος τῆς Ἱερᾶς Μονῆς Σταυροβουνίου Κύπρου, ὁ ὁποῖος μὲ πατριαρχικὴ προσταγὴ ἦλθε γιὰ νὰ ἐξομολόγηση τὴν Σοφιανή, ἡ ὁποία καὶ διηγήθηκε τὰ ἑξῆς:

«Καθὼς σηκώθηκα καὶ ἀνεκάθισα στὸ κρεββάτι μου, λιποθύμησα καὶ βλέπω μπροστά μου ἕνα ἀστραπόμορφο νεανία, ὁ ὁποῖος κρατοῦσε στὰ χέρια του ἕνα χρυσὸ δοχεῖο γεμάτο νερὸ καὶ μοῦ εἶπε: Σοφιανή, γνωρίζω ὅτι ἔχεις μεγάλη δίψα καὶ ἡ καρδιά σου φλέγεται ἀπὸ τὴν ἀσθένεια. Ἂν ὅμως πιῆς αὐτὸ τὸ ζωοπάροχο νερό, θὰ ὑγιαίνης στὴν ψυχὴ καὶ στὸ σῶμα καὶ θὰ ἔχης παντοτεινὴ χαρά. Ἐγώ, ἀκούοντας αὐτά, ἐσκίρτησα ἀπὸ χαρά, καὶ ἄλλο τίποτε δὲν ἤθελα παρὰ νὰ βλέπω τὸν φαινόμενο ἐκεῖνο νέο. Ὅταν ἔλαβα τὸ ποτήρι αὐτὸ στὰ χέρια μου γιὰ νὰ τὸ πιῶ, δὲν ξέρω πῶς, ἁρπάχθηκα ἀπὸ τὴν ζωὴ καὶ ἐπὶ τρία ἡμερονύκτια ἔλειπα ἀπὸ τὸ σῶμα, ἡ δὲ ψυχή μου ἀκολούθησε ἐκεῖνο τὸν νέο καὶ ἀνεβαίναμε στὸν οὐρανό. Ἐπεράσαμε ἑπτὰ σφαιροειδεῖς κύκλους τοῦ οὐρανοῦ μέσα σὲ σκότος βαθὺ καὶ κατόπιν φθάσαμε σ᾿ ἕνα φωτεινὸ καὶ πανευώδη τόπο, πρὸ τοῦ ὁποίου εὑρίσκοντο δυὸ ὑψηλὲς καὶ πανθαύμαστες πύλες. Ἡ δεξιὰ ἦταν κατασκευασμένη ἀπὸ καθαρὸ χρυσὸ καὶ πολύτιμους λίθους, ἐνῶ ἡ ἀριστερὰ ἀπὸ χαλκὸ καὶ ἀναμμένο σίδερο, ποὺ φαινόταν σὰν φλογεροὶ ἄνθρακες. Γύρω ἀπὸ αὐτὴν ἐστέκοντο πλῆθος ἀπὸ φρικωδέστατους ὠπλισμένους γίγαντες ποὺ ἐφύλαττον τὴν πύλη καὶ ἐγὼ τότε ἔμεινα ἄφωνος ἀπὸ τὸν φόβο μου.

- Μοῦ λέγει ὁ ὁδηγός μου: Βλέπεις, ἀδελφή, αὐτὲς τὶς πύλες; Αὐτὲς εἶναι οἱ πύλες τῆς δικαιοσύνης καὶ ἡ μὲν χρυσὴ εἶναι τῆς Βασιλείας τῶν Οὐρανῶν, ἡ δὲ σιδερένια τῆς κολάσεως τῶν ἁμαρτωλῶν.

Ἀφήσαντες αὐτὲς τὶς πύλες ἀνεβήκαμε ψηλότερα σὲ φωτεινότερο τόπο, ὅπου ἐστέκοντο ἄπειρα πλήθη φωτομόρφων ἀνδρῶν τῶν ὁποίων οἱ θέσεις δὲν ἦταν ὅλες σὲ ἕνα τόπο, ἀλλὰ ἄλλου ἦταν ψηλότερα καὶ ἄλλου χαμηλότερα.

Τότε ὁ ὁδηγός μου μὲ τοποθέτησε ἀνάμεσα στοὺς ἀγγέλους καὶ μοῦ εἶπε: Σοφιανή, ἐδῶ σκύψε καὶ προσκύνησε. Ἀμέσως τότε ἐγὼ ἔσκυψα καὶ προσκύνησα μὲ πολὺ φόβο, ἀλλὰ ποιὸν προσκύνησα δὲν εἶδα. Ἐκεῖνος πάλι μ᾿ ἐσήκωσε καὶ μοῦ εἶπε: Στάσου ἐδῶ νὰ γνωρίσης τὰ τεράστια τῆς Δευτέρας Παρουσίας τοῦ Κυρίου, καὶ μετὰ τὰ λόγια αὐτὰ εἶδα ἕνα πύρινο, λαμπρὸ καὶ βασιλικὸ θρόνο, κάτω ἀπὸ τὸν ὁποῖο ἦταν ἕνα ἀνθρώπινο χέρι τὸ ὁποῖο κρατοῦσε μία ζυγαριά.

Γύρω ἀπὸ αὐτὸν τὸν θρόνο ἐστέκοντο ἀναρίθμητα πλήθη ἀγγέλων, οἱ ὁποῖοι ἀνέβαιναν ἀπὸ τὴν ὁδὸ ποὺ ἦλθα καὶ ἐγώ, μεταφέροντας ψυχὲς ἀνθρώπων, ἀνδρῶν, γυναικῶν καὶ παιδιῶν καὶ ὅταν τὶς ἀνέβαζαν ἐδῶ, ἔλεγαν: Προσκυνᾶτε, καὶ ἐκεῖνες οἱ ψυχὲς προσκυνοῦσαν, ὅπως δηλαδὴ ἔκανα καὶ ἐγώ. Ἐπάνω στὸν φοβερὸ θρόνο, μέσα σὲ φωτεινὲς νεφέλες, καθόταν ὁ Δεσπότης Χριστός, ἐνδεδυμένος ἕνα γαλαζοπόρφυρο ἔνδυμα. Ἐγὼ ἀπὸ τὴν δυνατὴ λάμψι τοῦ προσώπου Του, δὲν μπόρεσα νὰ Τὸν ἀτενίσω. Οἱ παριστάμενοι ἄγγελοι ἔψαλλαν τό: Ἅγιος, Ἅγιος, Ἅγιος, Κύριος ὁ Ὢν καὶ προὼν καὶ φανεῖς ὡς ἄνθρωπος Θεός, ἐλέησον τὸ πλάσμα σου. Ἐνῶ ἄλλοι ἀγγελικοὶ χοροὶ ἔψαλλαν τό: Ἅγιος, Ἅγιος, Ἅγιος Κύριος Σαβαὼθ πλήρης ὁ οὐρανὸς καὶ ἡ γῆ τῆς δόξης Σου. Ἐκεῖνοι ποὺ ἦταν μαζί μας ἔψαλλαν τό: Δόξα ἐν ὑψίστοις Θεῷ καὶ ἐπὶ γῆς εἰρήνη ἐν ἄνθρωποις εὐδοκίᾳ, ἄλλοι δὲ ἔψαλλαν τό: Ἀλληλούϊα ἀνὰ τρεῖς φορές, ἐνῶ ἄλλοι τό: Ἀμήν, Ἀμήν, Ἀμὴν καὶ οὐδέποτε ἔπαυαν τὴν δοξολογία τους.

Ἀπὸ τὰ δεξιὰ τοῦ Χριστοῦ στεκόταν ἡ Θεοτόκος καὶ ἀριστερὰ ὁ Τίμιος Πρόδρομος, ὅπως τοὺς εἰκονίζουν οἱ ἁγιογράφοι. Οἱ ἄγγελοι, ὅταν ἐτελείωναν τὴν δοξολογία τους, προσκυνοῦσαν τὸν Κύριο κλίνοντες τὶς κεφαλές τους, ὁ δὲ Κύριος ὕψωνε τὰ ἄχραντα χέρια Του καὶ τοὺς εὐλογοῦσε. Ἀπὸ τὰ Δεσποτικὰ δάκτυλα τῶν χεριῶν Του ἔπεφταν ποταμηδὸν πολύτιμοι λίθοι καὶ μαργαρίτες, πράγμα τὸ ὁποῖο βλέποντας ἐγώ, ἔφριξα καὶ ρώτησα τὸν ὁδηγό μου τί εἶναι αὐτὰ τὰ μυστήρια, Ἐκεῖνος μοῦ εἶπε:

- Βλέπεις, Σοφιανή, τοὺς μαργαρίτες καὶ τοὺς πολύτιμους λίθους ποὺ πέφτουν ἀπὸ τὸ δεξὶ χέρι τοῦ Δεσπότου καὶ κατέρχονται στὴν γῆ; Αὐτοὶ εἶναι τὸ ἄφατο ἔλεός Του, ἡ ἄπειρος ἀγάπη, τὴν ὁποία ἔχει πρὸς τὸ γένος τῶν ἀνθρώπων, τῶν ὀρθοδόξων χριστιανῶν καὶ γι᾿ αὐτὸ πέμπει τὴν εὐλογία Του στὰ σπίτια τῶν ἀγαθῶν ὀρθοδόξων χριστιανῶν, ποὺ φυλάττουν ἀπαρασάλευτη τὴν πίστι σ᾿ Αὐτὸν καὶ σὲ ὅσους ἐξομολογοῦνται καθαρὰ τὶς ἁμαρτίες τους, ἐφαρμόζουν τὶς θείες ἐντολὲς καὶ ἀπέχουν ἀπὸ τὰ θελήματα τοῦ διαβόλου, ὅλους αὐτοὺς τοὺς εὐλογεῖ καὶ τοὺς λυτρώνει ἀπὸ κάθε κακό. Αὐτοὶ ποὺ ἐλεοῦν καὶ ἀγαποῦν τὸν πλησίον τους, ἀπολαμβάνουν ζῶντες αὐτὲς τὶς εὐλογίες καὶ μετὰ τὸν θάνατό τους κληρονομοῦν τὴν ἐδῶ διαμονὴ καὶ μακαριότητα.

Οἱ φλογοειδεῖς πύρινοι κόμποι ποὺ πέφτουν ἀπὸ τὸ ἀριστερό Του χέρι σημαίνουν τὸν θυμό, τὴν ὀργὴ καὶ τὴν ἀγανάκτησί Του γι᾿ αὐτοὺς ποὺ κάνουν ἁμαρτωλὴ ζωὴ καὶ ἀδικοῦν τὸν πλησίον τους. Αὐτοὶ ὄχι μόνο στεροῦνται τὴν πρόσκαιρη ζωή, ἀλλὰ καὶ παραπέμπονται στὸ αἰώνιο πῦρ γιὰ νὰ κολάζωνται μὲ τοὺς ἀκάθαρτους δαίμονες.

Ἀριστερὰ ἀπὸ τὸν θρόνο καὶ τὴν ζυγαριά, ποὺ εἴπαμε, διακρινόταν μέγα χάσμα, ἀπὸ τὸ ὁποῖο ἐξερχόταν ἀφόρητη δυσωδία, θειαφώδης αὔρα καπνοῦ καὶ ἀναρίθμητες σπαρακτικὲς φωνὲς ἀνθρώπων ποὺ συνεχῶς ἐφώναζαν τό: «οὐαὶ καὶ τὸ ἀλλοίμονο».

Οἱ ἄγγελοι ἔφερναν τὶς ψυχὲς τῶν ἀνθρώπων ἀπὸ τὴν γῆ καί, ἀφοῦ προσκυνοῦσαν, τὶς ὡδηγοῦσαν σὲ ἐξέτασι ὅλων τῶν ἔργων τους ποὺ ἔκαναν στὴν γῆ, καὶ τὰ μὲν καλὰ τὰ ἔθεταν στὸ δεξὶ μέρος τῆς ζυγαριᾶς τὰ δὲ πονηρὰ στὸ ἀριστερό της. Κατόπιν τὶς σεσωσμένες καὶ ἅγιες ψυχὲς ἔδινε ἐντολὴ ὁ Χριστὸς καὶ τὶς ὡδηγοῦσαν οἱ ἄγγελοι στὸν τόπο ποὺ εὑρισκόταν ἡ χρυσὴ πύλη, ἐνῶ τὶς ἀμετανόητες καὶ ἁμαρτωλὲς ψυχὲς τὶς ἔρριχναν σὲ ἐκεῖνο τὸ χάος τῆς ἀβύσσου. Τότε οἱ ἄγγελοι ἐχαίροντο καὶ εὐφραίνοντο γιὰ τὶς σεσωσμένες ψυχές, ἐνῶ ἐλυποῦντο καὶ ἐσκυθρώπαζον γιὰ τὶς κολασμένες.

Ἐκείνη τὴν στιγμὴ ἔφεραν οἱ ἄγγελοι μία ψυχή, τῆς ὁποίας ἐπλεόναζαν οἱ ἁμαρτίες της ἀπὸ τὰ ἀγαθά της ἔργα καὶ ἐπρόκειτο ὁ Κύριος νὰ κάνη νεῦμα στοὺς ἀγγέλους νὰ τὴν ρίξουν στὸ χάος. Τότε ὅμως παρουσιάσθηκε μπροστὰ ἡ Κυρία Θεοτόκος καὶ ὁ Τίμιος Πρόδρομος καὶ παρακαλοῦσαν τὸν Κύριο λέγοντας: «Οἱ οἰκτιρμοί Σου, Μακρόθυμε, νικοῦν τὴν ὀργή Σου· ἂν καὶ εἶναι ἁμαρτωλὴ αὐτὴ ἡ ψυχή, δὲν ἔπαυσε νὰ φυλάγη τὴν ἀληθινὴ σὲ Σένα πίστι καὶ γι᾿ αὐτὸ Σὲ ἱκετεύουμε νὰ τὴν συγχώρησης». Ἐνῶ αὐτοὶ παρακαλοῦσαν τὸν Χριστό, ἦλθαν καὶ οἱ ἄγγελοι προβάλλοντες τὶς ἐλεημοσύνες, τὶς Λειτουργίες, τὰ κεριά, τὸ λάδι, τὶς προσφορὲς καὶ τὰ μνημόσυνα τὰ ὁποῖα ἔκανε. Ἀκόμη ἀνέβηκαν καὶ οἱ προσευχὲς τῶν ἱερέων, οἱ ὁποῖοι λειτουργοῦσαν γι᾿ αὐτὴ τὴν ψυχὴ καὶ οἱ ἀγαθοεργίες τῶν γονέων καὶ συγγενῶν της ποὺ προσφέρθησαν στοὺς πτωχοὺς γιὰ τὴν ἀνάπαυσί της. Ἐπὶ πλέον ἀκούσθηκαν οἱ δεήσεις τῶν πτωχῶν, ποὺ ἔλαβαν τὶς ἐλεημοσύνες ἀπὸ τοὺς συγγενεῖς της, λέγοντες τό: «Ὁ Θεὸς νὰ τὴν συγχώρηση».

Τότε ἀκούσθηκε ἡ φωνὴ τοῦ Δεσπότου νὰ λέγη: «Ἰδοὺ γιὰ τὴν δέησι τῶν ἱερέων μου καὶ τῶν ἀδελφῶν μου τῶν πτωχῶν, δίνω συγχώρησι σ᾿ αὐτὴ τὴν ψυχή». Ἐνῶ λοιπὸν ἐπρόκειτο νὰ νεύση ὁ Κύριος μὲ τὸ δεξί Του χέρι νὰ βάλουν οἱ ἄγγελοι τὴν ψυχὴ αὐτὴ μαζὶ μὲ τοὺς δικαίους, ἔφθασαν στὸν Θρόνο Του οἱ ὁδυρμοί, οἱ φωνές, τὰ μοιρολογήματα καὶ οἱ ἀγανακτήσεις τῶν γονέων της καὶ οἱ βλασφημίες κατὰ τοῦ Θεοῦ, τὶς ὁποῖες ἔλεγαν ἐπηρεασμένοι ἀπὸ τὴν θλίψι τους καὶ ἔτσι ἐξεδήλωναν τὴν ἀπιστία τους στὸ ἑνδέκατο ἄρθρο τοῦ Συμβόλου τῆς Πίστεως: «Προσδοκῶ ἀνάστασιν νεκρῶν». Ὅταν συνέβησαν αὐτά, ὠργίσθηκε πολὺ ὁ Κύριος καὶ εἶπε: «Ἐπειδὴ δὲν ἀρκέσθηκαν στὶς δεήσεις τῶν ἱερέων μου, ἀλλὰ καὶ ἀντιμάχονται ἐναντίον μου, νὰ σηκώσετε αὐτὴ τὴν ψυχὴ καὶ νὰ τὴν ρίψετε στὸ σκότος τὸ ἐξώτερο». Οἱ ἄγγελοι τότε πολὺ λυπήθηκαν γι᾿ αὐτὴ τὴν ψυχή, ἀλλὰ κάνοντας ὑπακοὴ στὸν Χριστό, ἐπῆραν τὴν ψυχὴ καὶ τὴν ἔριξαν στὸ ἀχανὲς ἐκεῖνο βάραθρο τῆς κολάσεως. Τότε ἔτολμησα καὶ ἐγὼ ἡ ταλαίπωρη νὰ ρωτήσω τὸν ὁδηγὸ ἄγγελό μου: «Γιατί, Κύριέ μου λυποῦνται τόσο πολὺ οἱ ἄγγελοι, ὅταν ρίχνεται κάποια ψυχὴ στὸ βάραθρο τῆς κολάσεως;»

Ἐκεῖνος μοῦ εἶπε: «Αὐτὸ τὸ χάος εἶναι ἐκεῖνο ποὺ χωρίζει τοὺς δικαίους ἀπὸ τοὺς ἁμαρτωλοὺς καὶ βυθίζει ὅσους πέσουν στὸν ἀφώτιστο αὐτὸ τόπο τοῦ Ἅδου, στὸν ὁποῖο κολάζονται αἰωνίως.
Ἐὰν ἔχουμε ὅλοι οἱ ἄγγελοι χαρὰ γιὰ τοὺς σεσωσμένους, πολὺ περισσότερο ἔχουμε λύπη γι᾿ αὐτοὺς ποὺ κολάζονται».

Ἐνῶ μοῦ ἔλεγε αὐτὰ ὁ ἄγγελός μου, ἀκούω ξαφνικὰ μεγάλο θόρυβο, διότι ἤρχοντο ἄγγελοι φέροντες μία ψυχὴ μὲ ψαλμωδίες καὶ θυμιάματα, λαμπάδες καὶ φωτοχυσίες. Αὐτὴ ἡ ψυχὴ ἐρχόταν μὲ πολλὴ χαρὰ καὶ παρρησία, οἱ δὲ ψυχὲς τῶν δικαίων ἦλθαν γιὰ νὰ τὴν προϋπαντήσουν. Εἶχε ἡ μακάρια αὐτὴ ψυχὴ τὸ ἔνδυμά της λευκὸ καὶ καθαρὸ σὰν τὸν ἥλιο καὶ δὲν ἔφερε καμμία κηλίδα ἢ στίγμα ἁμαρτίας, ὅπως εἶχαν οἱ ἄλλες ψυχές. Τὸ ἔνδυμα αὐτὸ νομίζω ὅτι θὰ ἦταν ἡ στολὴ τοῦ ἁγίου Βαπτίσματος, τὸ ὁποῖο ἐφύλαξε ἀμόλυντο καὶ γι᾿ αὐτὸ ἔλαμπε τόσο πολύ. Ἦλθε λοιπὸν αὐτὴ ἡ ψυχὴ καὶ προσκύνησε, ὅπως ὅλες κατὰ τὴν συνήθειαν. Τότε ὅλοι οἱ ἄγγελοι ἐβόησαν μεγαλόφωνα λέγοντας: «Σὲ εὐχαριστοῦμεν, Παντοκράτωρ Δέσποτα, διότι εἴδαμε ψυχὴ δικαίου καθαρὴ καὶ ἀμόλυντη ἀπὸ τὴν ἁμαρτία». Τότε ἀκούσθηκε βροντώδης ἡ φωνὴ τοῦ Δεσπότου λέγουσα: «Πάρετε αὐτὴ καὶ νὰ τὴν ἀναπαύσετε μαζὶ μὲ τοὺς ἁγίους». Ἔπειτα στρέφοντας τὸν λόγο του καὶ τὸ χέρι Του πρὸς ἐμένα, εἶπε: «Νὰ ὁδηγήσετε καὶ τὴν Σοφιανὴ αὐτὴ στὶς κατοικίες καὶ μονὲς τῶν ἁγίων μου, γιὰ νὰ τὶς ἰδῆ· ἐπειδὴ ὅμως τὴν ἀναζητοῦν πολλοὶ στὸν κόσμο, νὰ τὴν ἐπιστρέψετε στὸ σῶμα της γιὰ νὰ σωθοῦν καὶ ἄλλοι ἀπὸ τὴν ἐξιστόρησι αὐτῆς τῆς ὀπτασίας ποὺ ἀξιώθηκε ἐδῶ νὰ ἰδῆ. Ἂν ἀγωνισθῆ νὰ ἀπόκτηση καὶ ἄλλες ἀρετὲς καὶ εὐδοκίμηση τελείως, τότε θέλει νὰ ἀξιωθῆ μετὰ ἀπὸ τρεῖς χρόνους ν᾿ ἀπολαύση μεγαλύτερες τιμές».

Μὲ αὐτὸ τὸ λόγο τοῦ Δεσπότου μὲ ἅρπαξε ὁ ἄγγελος καὶ ἀκολουθήσαμε ἐκείνη τὴν δικαία ψυχή, ἑνωθέντες μὲ ἄλλες σεσωσμένες ψυχές. Φθάσαμε μπροστὰ ἀπὸ τὴν χρυσὴ ἐκείνη πύλη τοῦ Παραδείσου. Ξαφνικὰ εἶδα μπροστά μου τὴν Κυρία Θεοτόκο μὲ ἀνέκφραστη δόξα καὶ μαζί της ὁ Ἀπόστολος Πέτρος, ὁ ὁποῖος κρατοῦσε στὰ χέρια του κλειδιά. Ἄνοιξε τὴν ὡραία ἐκείνη πύλη καὶ μπῆκε πρώτη ἡ Θεοτόκος κατόπιν ὁ Πέτρος καὶ μετὰ οἱ ἄγγελοι μὲ τὶς ψυχὲς ποὺ μετέφεραν. Μὲ αὐτοὺς ἐπήγαινα καὶ ἐγὼ βιαζόμενη νὰ συμπορεύωμαι μὲ τὴν Θεοτόκο. Ὁ τόπος αὐτὸς ἦταν τόσο φωτοστόλιστος καὶ πανευώδης, ὥστε ἐθαύμαζα καὶ ἐχαιρόμουν ἀνεκδιήγητα. Τὸ ἔδαφος ἐκεῖνο δὲν ὠμοίαζε μὲ τὴν στερεὰ γῆ τὴν δική μας, ἡ ὁποία ἔχει ἀνηφόρες, κατηφόρες, πέτρες, ποτάμια καὶ ὅσα ἄλλα βλέπουμε, ἀλλὰ ἦταν λευκὴ σὰν τὸ καθαρὸ βαμβάκι ἢ χρυσὸ ὕφασμα στολισμένο μὲ ποικίλους πολύτιμους λίθους καὶ μαργαριτάρια. Εἶδα ἐπίσης δένδρα ὑψηλά, εὐώδη καὶ κατάφορτα ἀπὸ ἄνθη καὶ ὡραιότατους καρπούς, ποὺ ὠμοίαζαν μὲ ρόδα καὶ κρίνα. Κάτω ἀπὸ τὰ δένδρα ἐφαίνοντο ὅτι ἦταν χρυσοπόρφυρα στρώματα ἐπάνω στὰ ὁποῖα ἀναπαύοντο ἄνδρες, γυναῖκες καὶ παιδιά, μεταξὺ τῶν ὁποίων ἐγνώρισα πολλοὺς ἀπὸ τὴν πατρίδα μου τὴν Ἄβυδο καὶ ἀπὸ τὴν πόλι αὐτή, οἱ ὁποῖοι εἶχαν πεθάνει.

Ἐκεῖ εἶδα τὸν ἱερέα πατέρα μου Ἰωάννη καὶ τὴν μητέρα μου Ἀναστασία καὶ μία ἀδελφή μου, πλὴν ὅμως δὲν μπόρεσα νὰ τοὺς πλησιάσω καὶ νὰ τοὺς μιλήσω. Οἱ κατοικίες τους δὲν ἦταν ὅμοιες, ὅπως δὲν ἦταν ὅμοιες οἱ ἀρετὲς καὶ τὰ ἔργα τους ἐδῶ στὴν γῆ. Βαδίζοντας ἀκόμη πρὸς τὰ ἐμπρὸς εἶδα καὶ τοὺς Ἁγίους, οἱ ὁποῖοι ἦταν σὲ ὑψηλὸ καὶ φωτεινώτερο τόπο καὶ περιπατοῦσαν ὅλοι λευκοφορεμένοι καὶ ἐνδεδυμένοι μὲ λαμπρότατο φῶς. Ἐνῶ τότε ἀναρωτιόμουν μὲ τὸν ἑαυτό μου, ποιοὶ νὰ εἶναι ἄραγε αὐτοί, ἐστράφη ἡ Θεοτόκος πρὸς ἐμένα καὶ μοῦ εἶπε: «Σοφιανή, βλέπεις τὶς ἀναπαύσεις τῶν Ἁγίων; Βάδιζε γρήγορα νὰ προφθάσης καὶ προσκύνησης τὸν δίκαιο Ἀβραάμ, διότι δὲν θὰ τὸν ἰδῆς καθὼς τὸ ποθεῖς». Τότε ἔτρεξα ἐγὼ καὶ εἶδα ἀπὸ μακριὰ τὸν Ἀβραάμ νὰ κάθεται σ᾿ ἕνα ὡραιότατο θρόνο καὶ γύρω του ἀναρίθμητες ψυχὲς μὲ πολλὴ εὐφροσύνη καὶ χαρά. Ἐγὼ ἔτρεχα νὰ τὸν ἰδῶ καὶ νὰ τὸν ἀπολαύσω, ὁπότε μὲ εἶδε ἐκεῖνος καὶ μοῦ ἔνευσε νὰ τὸν πλησιάσω. Παίρνοντας περισσότερο θάρρος ἔτρεχα γιὰ νὰ τὸν φθάσω, ἀλλὰ ἐκείνη τὴν στιγμὴ ἄκουσα τὶς φωνὲς τῆς ἀδελφῆς μου καὶ μὲ τὸ κρύο νερὸ ποὺ ἐράντισε τὸ πρόσωπό μου, ἐπανῆλθα στὸν ἑαυτό μου καὶ αἰσθάνθηκα μεγάλο βάρος καὶ ψυχρότητα στὸ σῶμα μου, ὡσὰν νὰ μοῦ ἦταν πάγος. Σιγὰ-σιγὰ ἐμψυχώθηκε τὸ σῶμα καὶ συνῆλθα τελείως».

Ἀφοῦ ἄκουσε αὐτὰ μὲ προσοχὴ ὁ Πνευματικός της τὴν ἐρώτησε:

- Εἶδες κανένα ἄλλο μυστήριο, παιδί μου;
Εἶδες δαιμόνια τελωνιακά, κολάσεις ἁμαρτωλῶν, ὅπως βλέπουν πολλοὶ ἄλλοι;

Ἡ Σοφιανὴ ἀποκρίθηκε:
- Δὲν εἶδα τίποτε περισσότερο, πάτερ μου.

- Γνωρίζεις κανένα ἀγαθό, τὴν ἐρωτᾶ ὁ ἱερεύς, ποὺ νὰ ἔπραξες στὴν ζωή σου;

- Τί καλὸ ζητεῖς ἀπὸ ἐμένα τὴν ἁμαρτωλή, πάτερ; Ἀλλά, ἐπειδὴ μὲ ἀναγκάζεις, θὰ σοῦ εἰπῶ αὐτὸ ποὺ γνωρίζω. Πρὶν τρία χρόνια, ἐκεῖ ποὺ ἔγνεθα στὸ πατρικό μου σπίτι, μία μεσημβρία ἄκουσα μεγάλη βοὴ καὶ ταραχή, ὡσὰν νὰ συνέβαινε σεισμὸς καὶ τότε βλέπω μὲ τὰ μάτια μου τρεῖς ἱεροπρεπεῖς ἄνδρες μὲ ἀρχιερατικὲς στολές, οἱ ὁποῖοι, καθὼς γνωρίζω ἀπὸ τὶς εἰκόνες τους, ἦταν οἱ Τρεῖς Ἱεράρχαι, Μέγας Βασίλειος, Γρηγόριος ὁ Θεολόγος καὶ ὁ ἅγιος Ἰωάννης ὁ Χρυσόστομος. Ἐγὼ παρέλυσα ἀπὸ τὸν φόβο μου, ἔκανα τὸν σταυρό μου καὶ τοὺς προσκύνησα μὲ μεγάλο φόβο. Ἐκεῖνοι τότε μοῦ εἶπαν:

- Μὴ φοβεῖσαι, Σοφιανή, ἐμεῖς εἴμεθα οἱ Τρεῖς Ἱεράρχαι καὶ θέλουμε νὰ ἀφιέρωσῃς στὸν Θεὸ τὸ σπίτι σου γιὰ νὰ γίνη ἐκκλησία στὸ ὄνομά μας καὶ ἐμεῖς θὰ πρεσβεύουμε γιὰ τὴν σωτηρία σου.

Ἐγὼ ἐτόλμησα καὶ τοὺς εἶπα:
- Ἅγιοι Δεσπόται μου, εἶναι αὐτὸ τὸ σπίτι κατάλληλο γιὰ δοξολογία Θεοῦ καὶ κατοικία ἰδική σας, ἀφοῦ μάλιστα καὶ ἐμεῖς εἴμεθα πτωχοὶ ἄνθρωποι καὶ δὲν ἔχουμε τὸν τόπο νὰ κάνουμε ἐκκλησία, ὅπως ὁρίζετε; Ἐκτὸς ἀπὸ αὐτὰ δὲν γνωρίζω καὶ τὴν γνώμη τοῦ συζύγου μου, ἀκόμη καὶ ἂν θὰ μπορέσουμε νὰ πάρουμε βασιλικὴ ἄδεια γιὰ τὴν ἀνοικοδόμησι αὐτῆς τῆς ἐκκλησίας.

Ἐκεῖνοι μοῦ εἶπαν:
- Μὴ στενοχωρῆσαι ποὺ εἶναι ὁ χῶρος ἀκάθαρτος καὶ κοπρώδης, οὔτε νὰ φοβῆσαι γιὰ τὴν βασιλικὴ ἄδεια, μόνο φρόντισε ἐσὺ νὰ μᾶς τὸν ἀφιερώσῃς καὶ ἐμεῖς ὅλα τὰ ἄλλα θὰ τὰ τακτοποιήσουμε. Διότι κατὰ τὴν παλαιὰ ἐποχὴ ὁ ἀχυρώνας αὐτὸς ἦταν ναὸς ἰδικός μας. Ἂν ὅμως ἀμελήσῃς καὶ δὲν κάνῃς, ὅπως σοῦ λέγομε, θὰ παρακαλέσουμε τὸν Θεὸ νὰ σοῦ ἀφαιρέσῃ τὴν ζωή σου ὡς παρήκοη.

Μόλις εἶπαν αὐτὰ οἱ Ἅγιοι, ἔγιναν ἄφαντοι. Ὅταν τὸ βράδυ ἦλθε ὁ ἄνδρας μου τοῦ ἀνήγγειλα ὅλα τὰ γενόμενα. Μετὰ ἀπὸ τρεῖς ἡμέρες, μετὰ τὸ ἀπόδειπνο καὶ τὴν μικρὴ προσευχή μας, ἐφάνηκαν πάλι οἱ Ἅγιοι μὲ σεισμὸ καὶ μοῦ εἶπαν μεγαλόφωνα:

- Σοφιανή, γιατί δὲν ἔκανες αὐτὸ ποὺ σὲ ὡρίσαμε καὶ μέλλεις νὰ πεθάνῃς μὲ αἰφνίδιο θάνατο;

Ἐγὼ λέγω τότε τοῦ ἀνδρός μου:
- Ἀκοῦς τί προστάζουν οἱ Ἅγιοι;

Αὐτὸς ἀποκρίθηκε καὶ τοὺς εἶπε:
- Ἅγιοι Δεσπόται μου, μοῦ τὰ εἶπε ὅλα ἡ Σοφιανή, ἀλλὰ ἐπειδὴ εἴμεθα πτωχοὶ καὶ δὲν ἔχουμε τὰ μέσα, φοβούμεθα δὲ καὶ τὴν ἐξουσία τοῦ κράτους, γι᾿ αὐτὸ δὲν ἐκάναμε τίποτε. Ἐπειδὴ ὅμως ὁρίζετε νὰ τὸν ἀφιερώσουμε στὸν Θεὸ καὶ τὴν ἁγιωσύνη σας, ἀπὸ σήμερα νὰ γίνη δικός σας ὁ τόπος αὐτός.

Οἱ Ἅγιοι τοῦ εἶπαν:
- Αὔριο τὸ πρωὶ θὰ σκάψῃς μέσα στὸν ἀχυρώνα καὶ θὰ εὕρης μάρμαρα, σταυρούς, ἀκόμη καὶ τὴν Ἁγία Τράπεζα καὶ θὰ πεισθῆς ἔτσι στὰ λόγια μας. Πήγαινε καὶ στὸν Σουλτάνο καὶ ζήτησέ του τὴν ἄδεια καὶ ἐμεῖς θὰ τὸν καταπείσουμε νὰ σᾶς τὴν δώσῃ.

Ἀφοῦ εἶπαν αὐτὰ οἱ Ἅγιοι, ἀνεχώρησαν. Ἐμεῖς ὅλη ἐκείνη τὴν νύκτα τὴν περάσαμε μὲ δοξολογίες στὸν Θεὸ καὶ τὸ πρωὶ ἀνακοινώσαμε τὸ γεγονὸς στοὺς συγχωριανούς μας καὶ ὅλοι ἔτρεξαν μὲ σκαπτικὰ ἐργαλεῖα νὰ βοηθήσουν στὸ σκάψιμο. Πράγματι, εὑρήκαμε τὴν Ἁγία Τράπεζα ἀπὸ λευκὸ μάρμαρο καὶ ἄλλα ἐκκλησιαστικὰ ἀντικείμενα ποὺ ἦταν χωμένα. Ἐπήραμε μὲ εὐκολία καὶ τὴν ἄδεια ἀπὸ τὸν Σουλτάνο καὶ ἄρχισε ἡ ἀνοικοδόμησις τῆς ἐκκλησίας. Ἐμεῖς εἴχαμε μερικὰ χωράφια, τὰ πουλήσαμε καὶ ἀγοράσαμε διάφορα ἀναγκαῖα πράγματα γιὰ τὴν ἐκκλησία καὶ ἀφοῦ τελείωσαν οἱ δουλειές, μὲ πατριαρχικὴ ἄδεια, ἦλθε ὁ Ἅγιος μητροπολίτης Κίτρους καὶ τὴν ἐγκαινίασε. Ἐμεῖς κατόπιν ἐφύγαμε ἀπὸ τὸ χωριό μας καὶ ἐγκατασταθήκαμε στὴν Κωνσταντινούπολι παίρνοντας σπίτι μὲ ἐνοίκιο. Ὅμως σὲ παρακαλῶ, ἅγιε Πνευματικέ μου, νὰ πείσης τὸν ἄνδρα μου νὰ μοῦ ἐπιτρέψη νὰ γίνω μοναχὴ γιὰ νὰ κλάψω τὶς ἁμαρτίες μου αὐτὰ τὰ τρία ἔτη ποὺ μοῦ ὑποσχέθηκε ὁ Κύριος ὅτι θὰ μείνω ἀκόμη σ᾿ αὐτὴ τὴν ζωή

Ὁ Πνευματικός της ἄκουοντας αὐτά, εἶπε στὸν ἄνδρα της νὰ μὴ τὴν ἐμποδίσῃ νὰ πραγματοποιήσῃ τὸν διακαῆ της πόθο. Ἐκεῖνος τοῦ εἶπε ὅτι μετὰ ἀπὸ δυὸ χρόνια θὰ πᾶνε μαζὶ στοὺς Ἁγίους Τόπους νὰ προσκυνήσουν τὰ Ἱερὰ Προσκυνήματα καὶ νὰ ἀφιερωθοῦν στὸν Θεό.

Πράγματι, ἀφοῦ πούλησαν τὰ ὑπάρχοντά τους, ἔφυγαν γιὰ τὰ Ἱεροσόλυμα καὶ ἐκεῖ ἐξωμολογήθηκαν τὰ πάντα στὸν Πατριάρχη Σωφρόνιο. Μετὰ κοινώνησαν τῶν Ἀχράντων Μυστηρίων καὶ ἡ μὲν Σοφιανὴ ἐπῆγε σὲ μοναστήρι καὶ ἔγινε μοναχὴ μὲ τὸ ὄνομα Σωφρονία, ὁ δὲ ἄνδρας της ἐπῆγε σὲ ἀνδρικὸ καὶ ἀπὸ Χρῆστος ἐπωνομάσθηκε Χαρίτων.

Γέροντας Φιλόθεος Ζερβάκος

Τετάρτη 3 Δεκεμβρίου 2025

ΟΣΙΟΣ ΙΩΣΗΦ Ο ΗΣΥΧΑΣΤΗΣ: ΕΡΧΕΤΑΙ Ο ΘΕΟΣ ΠΡΟΣ ΤΟΝ ΑΝΘΡΩΠΟ ΝΑ ΤΟΝ ΘΕΟΠΟΙΗΣΕΙ!

Γέρων Ιωσήφ ο Ησυχαστής
Έρχεται ο Θεός προς τον άνθρωπο να τον θεοποιήσει! 

Σ’ όλη την ιστορία διαφαίνεται η επίδρασι των διδασκάλων, και γενικά των διαφόρων φορέων των γνώσεων, στους μαθητάς και θαυμαστάς τους, μέχρι του σημείου να πείθεται ο καθένας ότι αυτές οι επιδράσεις είναι φυσικός νόμος.

Αναφέρομε τον νόμο της επιρροής σαν κάτι το συγκεκριμένο, που λειτουργεί μέσω των φυσικών νόμων και μόνον, για να παραστήσωμεν έπειτα σαφέστερα την πραγματικότητα και το μέγεθος του υπέρ φύσιν περισσεύματος, που ενεργεί σε μας η επιρροή της χάριτος, την οποία παρέχει ο δικός μας Καθηγητής και Διδάσκαλος.

Ο νόμος της επιδράσεως επιβάλλει την εξομοίωσι με κείνον που συνήθως θαυμάζομε και αγαπούμε. Είναι ένα είδος μεταμορφώσεως των χαρακτήρων, επιδράσεως του ενός επί του άλλου, αρκεί το ενδιαφέρον και ο θαυμασμός να είναι αληθινά. Επάνω στον Ιωνάθαν βλέπομεν εξ ολοκλήρου τον Δαβίδ και τανάπαλιν.

Λέγεται διά τον Φίλωνα, τον θερμό ζηλωτή της πλατωνικής διδασκαλίας, ότι τόσον αφομοίωσε τον θαυμαζόμενον διδάσκαλον, ώστε σχεδόν μετεμορφώθη κατά το δικό του πρότυπο, και πάντοτε ελέγετο στις μέρες του ότι «ή ο Φίλων πλατωνίζει ή ο Πλάτων φιλωνίζει».

Με ένα λόγο, ολόκληρη η πανανθρώπινη αξιοπρέπεια θεμελιώνεται επί του αξιώματος της επιρροής.

Αυτή την επιμονή μου τη στηρίζω στον Παύλο, ο οποίος προβάλλει με σοβαρότητα αυτόν τον νόμο της επιρροής σαν βέβαιο κανόνα μεταμορφώσεως των πιστών στο πρότυπό των, αφού εκ των προτέρων ο ίδιος το έπαθε, και δικαίως παροτρύνει «μιμηταί μου γίνεσθε, καθώς καγώ Χριστού».

Και ιδού πώς παραδίδει το μάθημα ο άριστος αυτός καθηγητής· «όλοι εμείς χωρίς κάλυμμα στο πρόσωπο, κοιτάζουμε σε καθρέφτη τη λαμπρότητα του Κυρίου και μεταμορφωνόμαστε σ’ αυτήν τη λαμπρή εικόνα του, βαδίζοντας από δόξα σε δόξα με την ενέργεια του Κυρίου, που είναι το Πνεύμα» (Β’ Κορ. 3, 18).

Εδώ εμείς δεν θα σκεφθούμε τον Κύριό μας, του οποίου την δόξαν, τον χαρακτήρα, αντικατοπτρίζομεν προς μίμησιν, σαν ένα απλόν διδάσκαλον, φιλόσοφον ή μουσουργόν, ώστε ο απλός νόμος της επιρροής να μας επηρεάση;

Ο Χριστός μας, ως Πανσθενουργός Θεός, επιδρά επάνω μας αν θελήσωμε πέρα των φυσικών νόμων διά της υπέρ εκ περισσού χάριτός του, γιατί ακριβώς ήλθε, ίνα ζωήν έχωμεν και περισσόν έχωμεν. «Εγώ γαρ, φησί, ζω και υμείς ζήσεσθε».

Για μας ο Χριστός δεν είναι μόνον ιστορικό πρόσωπο, αλλά και ο Κύριος της δόξης, του οποίου η χάρις ως ζώσα ενέργεια μένει μεθ’ ημών εις τους αιώνας, κατά την αψευδή του επαγγελία, τα ασθενή θεραπεύουσα και τα ελλείποντα αναπληρούσα γινομένη τοις πάσι τα πάντα.

Ο ανωτέρω λόγος του Παύλου προς τους Κορινθίους είναι η πρακτικώτερη μέθοδος του αγιασμού, που μεταδίδεται εις όσους πιστούς με προσοχή κι ενδιαφέρον αντανακλούν επάνω των τον Θείον χαρακτήρα του Κυρίου μας, διότι απαραβάτως κατά τον αυτόν χαρακτήρα θα μεταμορφούνται σταδιακώς από δόξης εις δόξαν, καθάπερ από Κυρίου Πνεύματος.

Και ιδού πώς ο Ιησούς μας παρακινεί τους ιδίους· «εάν εμοί διακονή τις, εμοί ακολουθήτω» και «όπου ειμί εγώ, εκεί και ο διάκονος ο εμός έσται». Η παντελής μίμησις του Χριστού από μέρους του ανθρώπου δεν είναι δυνατόν να πραγματοποιηθή.

Υπάρχει όμως το ενδεχόμενον ανθρωπίνως να κατορθωθή και γίνεται εις όσους δύνανται να ειπούν μετά παρρησίας, «ιδού ημείς αφήκαμεν πάντα και ηκολουθήσαμέν σοι». Μόνον εκείνοι λαμβάνουσι δύναμιν «του τε μιμήσασθαι. Αυτόν και του προς πάσας τας εντολάς αυτού κατορθώσαι», κατά Μάξιμον τον Ομολογητήν.

Προαναφέραμε τον νόμο της επιρροής κατά τους φυσικούς λόγους, αλλά εδώ η μίμησις του Χριστού – Θεού δεν είναι μόνον φυσικός νόμος αντιγραφής παραδείγματος ή συστήματος συμπεριφοράς. Ασφαλώς και αυτά συντελούν.

Ο λόγος όμως εδώ είναι ότι δεν βαδίζει ο άνθρωπος προς τον Θεόν να τον μιμηθή, αλλά έρχεται ο Θεός προς τον άνθρωπον να τον θεοποιήση. Το πρώτον είναι μηχανικό, ενώ το δεύτερο είναι οργανικό· το ένα είναι ανθρώπινο, το άλλο είναι θεοπρεπές.

Στην εξ ημών προσπάθειαν «όσα μεν χωρούμεν μιμούμεθα, όσα δε ου χωρεί η φύσις προς μίμησιν σεβόμεθά τε και προσκυνούμεν», κατά τον Γρηγόριο Νύσσης. Εάν ο Κύριός μας πληροφορεί ότι «χωρίς εμού ου δύνασθε ποιείν ουδέν», και η μίμησις του υπό των πιστών πραγματοποιείται διά της Θείας του χάριτος με την συνεργασία της αυταπαρνήσεως.

«Ει τις θέλει οπίσω μου ελθείν, απαρνησάσθω εαυτόν και αράτω τον σταυρόν αυτού και ακολουθείτω μοι. Ος γαρ εάν θέλη την ψυχήν αυτού σώσαι, απολέσει αυτήν· ος δ’ αν απολέση τη την ψυχήν αυτού ένεκεν εμού, ευρήσει αυτήν».

Εκ τούτου συμπεραίνεται ότι στην περιεκτικήν αυτήν αυταπάρνησιν, που εισαγόμεθα άνευ περιστροφών, αναγκαζόμεθα να βαδίσωμεν κατά της πεπτωκυίας μας φύσεως και όλων των συστημάτων της συμβατικότητος του ψευδοπολιτισμού και να σηκώσωμεν τον σταυρόν και τον ονειδισμόν του Χριστού, όσον και αν φαίνεται τούτο πρόκλησις στην ορθολογιστικήν έννοια του κόσμου τούτου.

Το νόημα του πεπλανημένου κόσμου είναι το φρόνημα του εκπεσόντος πρώην εωσφόρου και νυν σατανά απατήσαντος τον πρώτον άνθρωπον να φρονήση αναρχικώς και ιδιοτελώς, αρρώστια μετασχηματιζομένη λεκτικώς έως σήμερον και έως της συντελείας εις τους υιούς της απειθείας.

Αυτήν την ασθένεια και πάσαν άλλην συναφή της φθοράς και του θανάτου παραίτιον εθεράπευσεν ο κλίνας ουρανούς και καταβάς Θεός Λόγος διά της ταπεινώσεως και υπακοής του προς τον Θεόν Πατέρα, διότι κατά τον Παύλον «ουχ αρπαγμόν ηγήσατο το είναι ίσα Θεώ, καίπερ εν μορφή Θεού υπάρχων, αλλ’ εαυτόν εκένωσε μορφήν δούλου λαβών, εν ομοιώματι ανθρώπων γευόμενος και σχήματι ευρεθείς ως άνθρωπος εταπείνωσεν εαυτόν γενόμενος υπήκοος μέχρι θανάτου, θανάτου δε σταυρού».

Το ζωντανό αυτό παράδειγμα της ταπεινώσεως του Θεού Λόγου, της «κενώσεώς» του, είναι ο δείκτης της χριστιανικής ζωής. Το νόημα της εν Χριστώ βιωτής είναι το ταπεινό φρόνημα, που συντρίβει την υπερηφάνεια του διαβόλου και πάσαν ιδιοτέλειαν. 

Απόσπασμα από το βιβλίο του Γέροντα Ιωσήφ Βατοπαιδινού, «Λόγοι παρακλήσεως» και το κεφάλαιο «Μίμηση του Χριστού ή ‘περί του κατ’ ίχνος Αυτώ ακολουθείν’» των  εκδόσεων της Ιεράς Μεγίστης Μονής Βατοπαιδίου Αγίου Όρους.

ΟΣΙΟΣ ΙΩΣΗΦ Ο ΗΣΥΧΑΣΤΗΣ: ΟΙ ΤΡΕΙΣ ΤΑΞΕΙΣ ΤΗΣ ΧΑΡΙΤΟΣ!



 Γέρων Ιωσήφ ο Ησυχαστής
Οι τρεις τάξεις της χάριτος 

Σε τρεις τάξεις διαιρείται η χάρις: Καθαρτική, φωτιστική, τελειωτική. Σε τρεις και η ζωή μας: Κατά φύσιν, υπέρ φύσιν, παρά φύσιν. Σε αυτές τις τρεις τάξεις ανέρχεται και κατέρχεται. Τρία είναι και τα μεγάλα χαρίσματα, που λαμβάνει: Θεωρία, αγάπη, απάθεια.

Λοιπόν στην “πράξιν” συνεργεί χάρις καθαρτική, η οποία βοηθά στην κάθαρση. Και κάθε ένας, που μετανόησε, η χάρις είναι που τον προτρέπει στη μετάνοια. Και όσα κάνει της χάριτος είναι, αν και δεν το γνωρίζει αυτός που την έχει, όμως αυτή τον τροφοδοτεί και τον οδηγεί. Και ανάλογα με την προκοπή του, ανέρχεται ή κατέρχεται ή μένει στην ιδία κατάσταση. Εάν έχει ζήλο και αυταπάρνηση ανεβαίνει σε θεωρία, την οποία διαδέχεται φωτισμός θείας γνώσεως και λίγη απάθεια. Εάν ψυχρανθεί ο ζήλος, η προθυμία, τότε συστέλλεται και η ενέργεια της χάριτος.

Γι’ αυτόν που λες ότι γνωρίζει να προσεύχεται, είναι εκείνος που γνωρίζει τι εύχεται και τι ζητά από τον Θεό. Αυτός που γνωρίζει να προσεύχεται δεν βαττολογεί, δεν ζητά περιττά· αλλά γνωρίζει τον τόπο, τον τρόπο και τον καιρό και ζητά τα αρμόδια και ωφέλιμα της ψυχής του. Επικοινωνεί νοερά με το Χριστόν. Τον πιάνει και τον κατέχει και “δεν θα σε αφήσω, λέγει, εις τον αιώνα”.

Εκείνος που προσεύχεται ζητά την άφεση των αμαρτιών, ζητά το έλεος του Κυρίου. Εάν ζητά και μεγάλα, όχι στον κατάλληλο καιρό, δεν του τα δίδει ο Κύριος. Διότι ο Θεός τα δίνει με τάξη. Και, αν εσύ τον κουράζεις ζητώντας, αφήνει το πνεύμα της πλάνης και προσποιείται τη χάρη και σε πλανά, δείχνοντάς σου άλλα αντί άλλων. Γι’ αυτό δεν είναι ωφέλιμο να ζητά κανείς τα υπέρμετρα. Αλλά, και αν εισακουσθεί προ του καθαρισμού, όταν δεν είναι στην τάξη, γίνονται φίδια και βλάπτουν. Συ έχε μετάνοια καθαρή, κάνε σε όλους υπακοή, και μόνη της η χάρη θα έλθει χωρίς εσύ να το ζητάς.

Ο άνθρωπος σαν βρέφος που ψελλίζει ζητά από τον Θεό το θέλημά του το άγιο. Ο Θεός, σαν Πατέρας υπεράγαθος, του δίδει τη χάρη, αλλά του δίδει και πειρασμούς, Εάν υπομένει αγόγγυστα τους πειρασμούς λαμβάνει προσθήκη της χάριτος. Όση περισσότερη χάρη λαμβάνει, τόσο αυξάνονται και οι πειρασμοί. Οι δαίμονες, όταν πλησιάζουν, για να σε πολεμήσουν, δεν πηγαίνουν εκεί που εσύ εύκολα θα τους νικήσεις, αλλά δοκιμάζουν, πού έχεις αδυναμία. Εκεί που εσύ δεν τους περιμένεις, εκεί πολιορκούν το κάστρο. Και, όταν βρουν ψυχή ασθενική και μέρος αδύνατο, πάντα εκεί νικούν και τον κάνουν υπεύθυνο για την ήττα του.

Ζητάς χάρη από τον Θεό; Αντί χάριτος σου αφήνει πειρασμό. Δεν αντέχεις τον πόλεμο, πέφτεις; Δεν σου δίνεται προσθήκη της χάριτος. Πάλι ζητάς; Πάλι ο πειρασμός. Πάλι ήττα; Πάλι στέρηση εφ’ όρου ζωής. Πρέπει λοιπόν να βγεις νικητής. Άντεξε τον πειρασμό μέχρι θανάτου. Πέσε πτώμα στη μάχη, φωνάζοντας κάτω παράλυτος: “Δεν θα σε αφήσω, γλυκύτατε Ιησού! Ούτε θα σε εγκαταλείψω! Αχώριστος θα μείνω στον αιώνα, και για την αγάπην Σου ξεψυχώ στη μάχη”. Και ξαφνικά εμφανίζεται στη μάχη και φωνάζει δυνατά: “Εδώ είμαι! Μάζεψε όλες τις δυνάμεις σου και ακολούθησέ με ! Συ δε γεμίζεις όλος φως και χαρά: Αλλοίμονο σε μένα τον δυστυχή! Αλλοίμονο σε μένα τον πονηρό και αχρείο! Προηγουμένως άκουα για σένα, τώρα δε σε είδαν οι οφθαλμοί μου· γι’ αυτό και κατηγόρησα τον εαυτόν μου, τον θεώρησα δε χώμα και στάχτη”. Τότε γεμίζεις από θεία αγάπη. Και φλέγεται η ψυχή σου σαν του Κλεόπα. Και σε καιρό πειρασμού δεν καταλείπεις πλέον τη μάχη, αλλά υπομένεις τις θλίψεις σκεπτόμενος- ότι όπως πέρασε ο ένας πειρασμός και ο άλλος, έτσι θα περάσει και αυτός.

Όταν όμως δειλιάζεις και γογγύζεις και δεν υπομένεις τους πειρασμούς, τότε, αντί να νικάς πρέπει διαρκώς να μετανοείς· για τα σφάλματα της ημέρας, για την αμέλεια της νύκτας. Και, αντί να αυξάνεται η χάρις, μεγαλώνεις τις θλίψεις σου. Γι’ αυτό μη δειλιάζεις μη φοβάσαι τους πειρασμούς. Και αν πέσεις πολλές φορές, σήκω. Μη χάνεις τη ψυχραιμία σου. Μην απογοητεύεσαι. Σύννεφα είναι και θα περάσουν.

Και όταν, με τη βοήθεια της χάριτος που σε καθαρίζει από όλα τα πάθη, περάσεις όλα αυτά που λέγονται “πράξις”, τότε γεύεται ο νους φωτισμό και κινείται σε θεωρία.

Και πρώτη θεωρία είναι των όντων: Πως όλα τα δημιούργησε για τον άνθρωπον ο Θεός, και αυτούς ακόμη τους Αγγέλους για να τον υπηρετούν. Πόσην αξία, πόσο μεγαλείο, τί μεγάλο προορισμό έχει ο άνθρωπος – αυτή η πνοή του Θεού! Όχι για να ζήσει εδώ τις λίγες ημέρες της εξορίας του, αλλά να ζήσει αιώνια με τον Πλάστη του. Να βλέπει τους θείους Αγγέλους. Να ακούει την άρρητη μελωδία τους. Τί χαρά! Τί μεγαλείο! Μόλις τελειώνει αυτή η ζωή μας και κλείνουν τα μάτια, αμέσως ανοίγουν τα άλλα και αρχίζει η νέα ζωή. Η αληθινή χαρά, που πλέον τέλος δεν έχει.

Αυτά σκεπτόμενος βυθίζεται ο νους σε μία ειρήνη και γαλήνη, που απλώνεται σε όλο το σώμα, και ξεχνά τελείως ότι υπάρχει σ’ αυτή τη ζωή. Τέτοιες θεωρίες διαδέχονται η μία την άλλη. Όχι να πλάθει φαντασίες με το νου του, αλλά η κατάσταση είναι τέτοια – ενέργεια χάριτος, που φέρνει νοήματα και ασχολείται ο νους στη θεωρία. Δεν τα πλάθει ο άνθρωπος· μόνα τους έρχονται και αρπάζουν το νου στη θεωρία. Και τότε απλώνεται ο νους και γίνεται διαφορετικός. Φωτίζεται. Είναι όλα ανοικτά σ’ αυτόν. Γεμίζει σοφία, και σαν υιός κατέχει τα του Πατρός του. Ξέρει ότι είναι μηδέν, πηλός, αλλά και υιός Βασιλέως. Δεν έχει τίποτε, άλλα όλα τα έχει. Γεμίζει θεολογία. Φωνάζει αχόρταστα, με πλήρη επίγνωση, ομολογώντας ότι η ύπαρξή του είναι μηδέν. Η καταγωγή του είναι ο πηλός· η δε ζωτική δύναμή του, η πνοή τού Θεού – ή ψυχή του. Αμέσως πετά η ψυχή στον ουρανό! – Είμαι το εμφύσημα, η πνοή του Θεού! Όλα διεσώθησαν, έμειναν στη γη, απ’ όπου και ελήφθησαν! Είμαι Βασιλέως αιωνίου υιός! Είμαι θεός κατά χάρη! Είμαι αθάνατος και αιώνιος! Είμαι, μετά μία στιγμή, κοντά στον ουράνιο Πατέρα μου!

Αυτός είναι ο αληθινός προορισμός του ανθρώπου· γι’ αυτό πλάσθηκε, και οφείλει να έλθει απ’ όπου ήλθε. Τέτοιου είδους είναι οι θεωρίες, με τις οποίες ασχολείται ο πνευματικός άνθρωπος. Και περιμένει την ώρα που θα αφήσει το χώμα και θα πετάξει η ψυχή στα ουράνια. Έχε θάρρος λοιπόν, παιδί μου, και με αυτή την ελπίδα υπόμενε κάθε πόνο και θλίψη. Αφού μετά από λίγο θα αξιωθούμε να απολαύσουμε αυτά. Για όλους μας είναι τα ίδια. Όλοι είμαστε παιδιά του Θεού. Αυτόν φωνάζουμε ημέρα και νύκτα και την γλυκειά μας Μανούλα, τη Δέσποινα του Παντός, την οποίαν όποιος παρακαλεί, δεν τον αφήνει ποτέ.

(Γέροντος Ιωσήφ, «Έκφρασις Μοναχικής εμπειρίας», επιστ. Ι΄, εκδ. Ι.Μ.Φιλοθέου, σ. 84-88. – απόσπασμα σε νεοελληνική απόδοση.)

Δευτέρα 1 Δεκεμβρίου 2025

ΠΑΤΡΙΚΕΣ ΝΟΥΘΕΣΙΕΣ ΓΕΡΟΝΤΟΣ ΠΟΡΦΥΡΙΟΥ

 
Πατρικές νουθεσίες Γέροντος Πορφυρίου 

* Μια θρησκεία μόνον είναι, η Ορθόδοξος Χριστιανική Θρησκεία. Και το πνεύμα αυτό το ορθόδοξον είναι το αληθές. Τα άλλα πνεύματα, είναι πνεύματα πλάνης και οι διδασκαλίες είναι μπερδεμένες.

* Και διάβολος υπάρχει και όλα όπως τα γράφει η Γραφή υπάρχουνε. Και διάβολος και κόλαση και όλα.

* Ο άνθρωπος έχει φτιάξει πολλούς θεούς, και οι θεοί είναι πάρα πολλοί. Ακόμη και αυτοί οι άσωτοι, οι άθεοι πιστεύουνε στον Θεό, όχι στον αληθινό, αλλά εις την σάρκα, εις τα πάθη, στην ύλη..., όλοι κάτι λατρεύουνε... Σ' αυτό που λατρεύει κανείς σ' αυτό δουλεύει. Δηλαδή είσαι πόρνος, είσαι άνθρωπος της σαρκός, δουλεύεις για την σάρκα, για την ύλη.

* ... η αλήθεια είναι στην Ορθοδοξία... Υπάρχουν πολλά φώτα, που βλέπει κανείς και εντυπωσιάζεται, μα ένα είναι το φως το αληθινόν... αξίζει να λατρέψει κανείς τον μόνον αληθινόν Θεόν, τον Κύριον ημών Ιησούν Χριστόν... Οι αλήθειες του Θεού, όπως τις έχει πει, από την αρχή, αυτές είναι. Δεν υπάρχουνε άλλες αλήθειες, νέες, επειδή ο κόσμος προόδεψε και η επιστήμη και οι άνθρωποι πήγανε στα άστρα...

*  Μόνο η Θρησκεία του Χριστού ενώνει και όλοι πρέπει να προσευχόμαστε να έρθουνε σ' αυτή. Έτσι θα γίνει ένωσις, όχι με το να πιστεύεις ότι όλοι είμαστε το ίδιο και ότι όλες οι θρησκείες είναι το ίδιο. Δεν είναι το ίδιο... προσεύχομαι ο Θεός να σας δώσει φώτιση να καταλάβετε ότι δεν έχει σχέση η Θρησκεία, η Ορθοδοξία μας, με άλλες θρησκείες.

* ...Αν αρνηθείς (σημ. την ύπαρξη) το σατανά, θα πει ότι δεν είσαι ορθόδοξος... Ο Θεός να μας φωτίσει όλους, να τον γνωρίσουμε και να τον αγαπήσουμε.

*  «...Τι να σου κάνη η μόρφωση; Μόνο η χάρη του Θεού, μόνο η αληθινή αγάπη μας, που θυσιάζεται μυστικά για τους άλλους, μπορεί να σώση και τους άλλους και εμάς».

*  «...Δεν πρέπει να πολεμάτε τα παιδιά σας, αλλά τον σατανά που πολεμά τα παιδιά σας. Να τους λέτε λίγα λόγια και να κάνετε πολλή προσευχή... Με την προσευχή θα τους μιλήση ο Θεός».

* «Να είμαστε ταπεινοί, αλλά να μην ταπεινολογούμε. Η ταπεινολογία είναι παγίδα του διαβόλου, που φέρνει την απελπισία και την αδράνεια, ενώ η αληθινή ταπείνωση φέρνει την ελπίδα και την εργασία των εντολών του Χριστού».

* «Αν έρθει η χάρις του Θεού, όλοι και όλα αλλάζουν, έλα όμως που, για να έρθει, χρειάζεται πρώτα να ταπεινωθούμε;»

*  «...Μπορεί κάποιος να μιλά για τις αμαρτίες του και να είναι υπερήφανος κι άλλος να μιλά για τις αρετές του και να είναι ταπεινός».

* «Να μη κατηγορής τον άλλον για τα σφάλματά του και να μην του τα υπενθυμίζης. Τότε τον καθίζει στο σκαμνί η ιδία η συνείδησή του και τον δικάζει. Μόνον έτσι διορθώνεται το κακό. Διαφορετικά, όταν εσύ τον κατακρίνεις, αμύνεται, δικαιολογεί τον εαυτό του, ρίχνει τις ευθύνες του σε σένα και σε άλλους, γίνεται σκληρός και το κακό αντί να διορθωθεί, χειροτερεύει».

* «Όταν ο αδελφός μας σφάλλει, εμείς πρέπει να βαστάξουμε τον πειρασμό του. Η αληθινή αγάπη, μας εμπνέει να κάνουμε θυσίες χάριν του πλησίον... Χωρίς θυσία, με την κατάκριση μας, σπρώχνουμε τον αδελφό μας, που αμάρτησε, να πέση πιο χαμηλά, ενώ με την σιωπηλή θυσία της αγάπης μας και την μυστική προσευχή μας για εκείνον, ξυπνάμε την συνείδησή του, που σηκώνεται και τον κατηγορεί κι έτσι μετανοεί και διορθώνεται. Με την σιωπή σου βοήθησες το παιδί».

* « ... Το αν θα πάμε στον παράδεισο ή στην κόλαση δεν εξαρτάται από το εάν έχουμε λίγα ή πολλά χρήματα, αλλά από τον τρόπο που θα χρησιμοποιήσουμε αυτά που έχουμε. Τα χρήματα, τα κτήματα και όλα τα υλικά αγαθά μας δεν είναι δικά μας, του Θεού είναι, εμείς έχουμε μόνο την διαχείρησή τους. Πρέπει να ξέρουμε, ότι ο Θεός θα μας ζητήσει λογαριασμό και για την τελευταία δραχμή μας, αν την διαθέσαμε σύμφωνα με το θελημά Του ή όχι».

* «...Το παν είναι να αγαπήση ο άνθρωπος τον Χριστό και όλα τα άλλα προβλήματα τακτοποιούνται».

* «Να προσέχης ιδιαίτερα τον δαίμονα της ακηδίας. Μην τον υποτιμάς. Όταν υποτάξει την ψυχή, την ναρκώνει και την παραλύει. Είναι μεγάλος δαίμονας, όταν μπαίνει μέσα στον άνθρωπο, δεν μπαίνει μόνος του, αλλά ακολουθείται από πλήθος άλλων δαιμόνων...».

* «Ο Θεός δεν τιμωρεί, ο άνθρωπος αυτοτιμωρείται, απομακρυνόμενος από τον Θεό. Είναι, ας πούμε: Εδώ νερό, εκεί φωτιά. Είμαι ελεύθερος να διαλέξω, βάζω το χέρι μου στο νερό, δροσίζομαι, το βάζω στη φωτιά, καίγομαι».

*  «Ο Θεός σέβεται το θέλημά μας. Ό,τι κάνεις να το κάνεις επειδή το θέλεις, ελεύθερα, υπεύθυνα και με ευχαρίστηση».

*  «Απαιτείται θυσία αγάπης για τον Χριστό και για τον πλησίον».

*  «Ο σκοπός μας δεν είναι να καταδικάζουμε το κακό, αλλά να το διορθώνουμε. Με την καταδίκη ο άνθρωπος μπορεί να χαθεί, με την κατανόηση και βοήθεια θα σωθεί. Τον αμαρτωλό πρέπει να τον αντικρύζουμε με αγάπη και με σεβασμό στην ελευθερία του...».

* «Για οποιαδήποτε άδικη κατηγορία εις βάρος σου να μην αγανακτείς, ούτε από μέσα σου. Είναι κακό. Το κακό αρχίζει από τις κακές σκέψεις. Όταν πικραίνεσαι και αγανακτείς, έστω μόνον με τη σκέψη, χαλάς την πνευματική ατμόσφαιρα. Εμποδίζεις το Άγιο Πνεύμα να ενεργήσει και επιτρέπεις στο διάβολο να μεγαλώσει το κακό. Εσύ πάντοτε να προσεύχεσαι, να αγαπάς και να συγχωρείς, διώχνοντας από μέσα σου κάθε κακό λογισμό».

* «Σήμερα οι άνθρωποι ζητούν να τους αγαπήσουν και γι' αυτό αποτυγχάνουν. Το σωστό είναι να μην ενδιαφέρεσαι αν σε αγαπούν, αλλά αν εσύ αγαπάς τον Χριστό και τους ανθρώπους. Μόνο έτσι γεμίζει η ψυχή».

* «...Όταν αγαπάμε, νομίζουμε, ότι προσφέρουμε στους άλλους, ενώ στην πραγματικότητα προσφέρουμε πρώτα στον εαυτό μας. Η αγάπη χρειάζεται θυσίες. Να θυσιάζουμε ταπεινά κάτι δικό μας, που στην πραγματικότητα είναι του Θεού».

*  «Πολλοί λένε ότι η χριστιανική ζωή είναι δυσάρεστη και δύσκολη, εγώ λέω ότι είναι ευχάριστη και εύκολη, αλλά απαιτεί δύο προϋποθέσεις: Ταπείνωση και αγάπη».

* «...Έτσι και στην ψυχή, που όλος ο χώρος της είναι κατειλημμένος από το Χριστό, δεν μπορεί να μπει και να κατοίκησει ο διάβολος, όσο και αν προσπαθήσει, διότι δεν χωράει, δεν υπάρχει κενή θέση γι' αυτόν. Μ' αυτό τον τρόπο θα μπορέσουμε να ζήσουμε την αληθινή χριστιανική ζωή».

* «Να προσεύχεσαι χωρίς αγωνία, ήρεμα, με εμπιστοσύνη στην αγάπη και στην Πρόνοια του Θεού. Μην κουρασθείς να προσεύχεσαι».

* «...Με την αγιότητα αλλάζει ο άνθρωπος, όσο αμαρτωλός κι αν είναι, φεύγουν τα ψυχικά τραύματα. Σήμερα οι γιατροί τα λένε ψυχασθένειες, ενώ στην πραγματικότητα είναι δαιμονική επίδραση και οφείλεται στις αμαρτίες».

* «...Αν αφήσουμε τον Χριστό να κατοίκηση σ' ολόκληρη την ψυχήν μας, τότε φεύγει η αμαρτία, φεύγει η στενοχώρια, φεύγει η αρρώστεια και πετάμε και τα φάρμακα».

* «...Η σωτηρία του παιδιού σας περνά μέσα από τον εξαγιασμό τον δικό σας· όχι την θεωρία, αλλά την πράξη του εξαγιασμού...».

* «Ο αγιασμός δεν είναι ακατόρθωτο πράγμα, είναι μάλιστα εύκολος, φθάνει εσείς να αποκτήσετε ταπείνωση και αγάπη».

* «...Το άγχος είναι ασθένεια της ψυχής και δεν εξαρτάται από υλικές ελλείψεις. Μπορεί ένας υγιής άνθρωπος να έχη πολλά εκατομμύρια στην Τράπεζα και να ζη μέσα στο άγχος. Το άγχος καταπολεμείται με την εμπιστοσύνη στην Πρόνοια του Θεού και τον καλόν αγώνα».

* «Οι ασθένειες μας βγάζουν σε καλό, όταν τις υπομένουμε αγόγγυστα, παρακαλώντας τον Θεό να μας συγχώρησει τις αμαρτίες και δοξάζοντας το όνομα Του».

* «...Τίποτε στη ζωή μας δεν είναι τυχαίο. Ο Θεός φροντίζει ακόμη και για τις πιο μικρές λεπτομέρειες της ζωής μας. Δεν αδιαφορεί για μας. Μας αγαπά πολύ, μας έχει στο νου Του κάθε στιγμή και μας προστατεύει...».

* «Πρέπει να αποκτήσουμε από τώρα τη χάρη του Θεού. Χωρίς τη χάρη του Θεού οι προσπάθειές μας δεν θα φέρουν αποτέλεσμα και δεν θα πάμε στον Παράδεισο. Ο Θεός μας δίνει τη χάρη του, όταν εμείς είμαστε ταπεινοί».

* «...Η ψυχή είναι ένας κήπος χωρισμένος σε δύο μέρη. Στον μισό φυτρώνουν αγκάθια, στον άλλο μισό λουλούδια· και έχουμε μια δεξαμενή νερού (τις δυνάμεις της ψυχής) με δύο βρύσες και δύο αυλάκια. Η μία κατευθύνει το νερό στα αγκάθια και η άλλη στα λουλούδια. Κάθε φορά μόνο μια βρύση μπορώ ν' ανοίξω. Αφήνω απότιστα τα αγκάθια και μαραίνονται, ποτίζω τα λουλούδια και ανθίζουν».

* «...Όταν έρθη μέσα μας ο Χριστός, τότε ζούμε μόνο το καλό, την αγάπη για όλο τον κόσμο. Το κακό, η αμαρτία, το μίσος εξαφανίζονται μόνα τους, δεν μπορούν, δεν έχουν θέση να μείνουν»

*  «Δεν γίνεται κανείς χριστιανός με την τεμπελιά, χρειάζεται δουλειά, πολλή δουλειά».

* Ο πατήρ Πορφύριος διά τον εαυτόν του· «...εγώ είμαι ένας μεγάλος αμαρτωλός και προσεύχομαι ταπεινά στον Χριστό, να με ελεήσει».

* «Όταν αγαπούμε τον Χριστό, τα αμαρτωλά μας πάθη υποχωρούν μόνα τους, χάνουν την δύναμη τους, μπροστά στην δύναμη της αγάπης. Όταν ξημερώση και φωτίση το δωμάτιο μας αυτός ο ήλιος, το σκοτάδι φεύγει, δεν μπορεί να μείνει».

* «...Να μην στενοχωριέσαι ποτέ. Ο Χριστός αναστήθηκε για να μας δώση πολλή αγάπη και χαρά, από τώρα. Από τώρα, ν' αρχίσουμε να συμμετέχουμε, όλο και πιο αισθητά, στην φωτεινή ημέρα της βασιλείας της αγάπης του Χριστού, όπου δεν βραδυάζει ποτέ».

*  «Να γίνης αθάνατος από τώρα, πεθαίνοντας για τον κακό εαυτό σου».

(Το σταχυολόγημα των πατρικών και σωτηρίων αυτών νουθεσιών έγινε από το διδακτικώτατο βιβλίον ΚΟΝΤΑ ΣΤΟ ΓΕΡΟΝΤΑ ΠΟΡΦΥΡΙΟ του πνευματικού του τέκνου Κων/νου Γιαννιτσιώτη, εκδόσεως Ιερού Ησυχαστηρίου Η ΜΕΤΑΜΟΡΦΩΣΙΣ ΤΟΥ ΣΩΤΗΡΟΣ, Αθήναι 1995). 

Ψυχοσωτήρια Διδάγματα Συγχρόνων Γερόντων
Εκδόσεις "Ορθόδοξος Κυψέλη"
Θεσσαλονίκη

Κυριακή 30 Νοεμβρίου 2025

ΑΡΧΙΜ. ΓΕΩΡΓΙΟΣ ΚΑΨΑΝΗΣ: Ο ΠΑΝΕΥΦΗΜΟΣ ΑΠΟΣΤΟΛΟΣ ΤΟΥ ΧΡΙΣΤΟΥ ΑΝΔΡΕΑΣ!

  Ο πανεύφημος Απόστολος του Χριστού Ανδρέας
Αρχιμανδρίτης Γεώργιος Καψάνης 

Ποιος δεν μακαρίζει τους αγίους Αποστόλους, οι οποίοι ευτύχησαν να βλέπουν τον Κύριο, να συνομιλούν καθημερινά μαζί Του, να περπατούν μαζί Του, να καταλύουν σε κάποιο σπίτι μαζί Του, να τρώγουν μαζί Του, να ακούν την θεία διδασκαλία Του, να βλέπουν την αγία ζωή Του, το παράδειγμά Του και τα θαύματά Του, και να είναι όλη τους η ζωή μία Θεοφάνεια; Αυτό όμως το μεγάλο προνόμιο, που μόνο πολύ ελάχιστοι άνθρωποι σ’ αυτή την ζωή είχαν, πρώτος το είχε ο απόστολος Ανδρέας, ο Πρωτόκλητος μαθητής του Κυρίου. Όμως οι άγιοι Απόστολοι αυτό το προνόμιο το εκπλήρωσαν, το απέδωσαν στον Χριστό. Διότι δεν έλαβαν την τιμή και το αξίωμα αυτό δωρεάν, χωρίς αυτοί να ανταποκριθούν στην Χάρη που δόθηκε σ’ αυτούς αφθόνως και πλουσίως, αλλά ανταποκρίθηκαν στην δωρεά και στην πρόσκληση και στην Χάρη. Διότι και οι ίδιοι μετά ανέλαβαν, αποδίδοντες την οφειλή, μύριους κόπους και σταυρούς και θανάτους για Εκείνον ο οποίος τους κάλεσε και τους τίμησε με το αποστολικό αξίωμα.

Έτσι λοιπόν και ο άγιος Ανδρέας, ο σήμερον εορταζόμενος, και τιμήθηκε από τον Χριστό, αλλά και θυσιάστηκε για τον Χριστό. Και όχι μόνο θυσιάστηκε, αλλά και σταυρώθηκε θάνατο σταυρικό φρικτό, όπως γνωρίζουμε, σε σταυρό χιαστί και ανάποδα. Είμαστε και εμείς τέκνα του αποστόλου Ανδρέα, διότι είναι και ιδρυτής και της μητρός Εκκλησίας της Κωνσταντινουπόλεως, στην οποία υπαγόμαστε. Αλλά και της Εκκλησίας της Ελλάδος συνιδρυτής με τον απόστολο Παύλο, διότι εκ του κηρύγματός του επίστευσε η πόλη των Πατρών. Είναι δηλαδή μεγάλο το έργο του στον ελλαδικό χώρο. 

Γι’ αυτό και εμείς και τον ευλαβούμαστε και τον τιμούμε σήμερα, αλλά και θερμώς τον ικετεύουμε να βοηθήσει και εμάς να αντιληφθούμε την μεγάλη σημασία της επί γης παρουσίας του Κυρίου. Τι θα πει το ότι από αγάπη ο Άγιος Θεός γίνεται άνθρωπος, και τόσο απλά έρχεται ανάμεσά μας, περπατεί στην γη, ζει μαζί μας, γίνεται ένας εξ ημών, για να μας οδηγήσει κοντά Του; Αλλά να παρακαλέσουμε τον άγιο Ανδρέα, όπως Εκείνος έζησε αυτή την ευλογία να είναι κοντά στον Ιησού, να μας αξιώσει και εμάς να έχουμε αυτή την αίσθηση, ότι αυτή η ζωή που περνάμε, η ζωή μας μέσα στην Εκκλησία, όλα αυτά που καθημερινά ζούμε, η θεία Λειτουργία, η ακρόαση του ιερού Ευαγγελίου, των ιερών αποστολικών αναγνωσμάτων, των πατερικών κειμένων, όλα αυτά είναι μία συναναστροφή με τον Θεάνθρωπο Χριστό, είναι μία Θεοφάνεια. Να μη τα συνηθίσαμε, αλλά να εκπλησσόμαστε. Η ζωή μας, ει δυνατόν κάθε λεπτό, να είναι μία ιερή έκπληξη από αυτά που πνευματικώς βλέπουμε μπροστά μας – όπως τα έβλεπαν και οι άγιοι Απόστολοι – και ζούμε κάθε ημέρα μέσα στην μοναχική και χριστιανική μας ζωή.

Επειδή μας δόθηκε αυτή η χάρη, και εμείς να έχουμε τον Χριστό ανάμεσά μας, και εμείς να είμαστε μαθητές Του, έχουμε και την ευθύνη να ανταποδώσουμε και εμείς, και τον πόθο μας, και την αγάπη μας, και τον αγώνα μας, και την θυσία μας, για τον Σωτήρα Χριστό. Και ο Κύριος να δώσει σε όλους αυτή την χάρη και ευλογία, δια πρεσβειών του αγίου ενδόξου αποστόλου Ανδρέου του Πρωτοκλήτου. Και ιδίως να δώσει και στον λαό μας την χάρη, τώρα που τόσο βαριά δοκιμάζεται από το μαύρο και σκοτεινότατο και πυκνότατο σύννεφο της αποστασίας που επέπεσε στην Ελληνική μας πατρίδα. Να δώσει ο Θεός την χάρη Του στους ευσεβείς Χριστιανούς να μείνουν ευσεβείς και ομολογητές, και να μη χαθεί η ομολογία και η πίστη του Χριστού από τον τόπο αυτό, τον οποίο και το αίμα του αγίου αποστόλου Ανδρέου αγίασε.

Ευχόμαστε ο Θεός να αναπαύσει και την ψυχή του μακαριστού γέροντα Ανδρέα. Είναι η πρώτη φορά που εορτάζει ο πατήρ Ανδρέας, χωρίς να είναι σωματικώς εν μέσω ημών. Ο πατήρ Ανδρέας, τον οποίο όλοι είχαμε γνωρίσει και του οποίου η εκδημία λύπησε όλους μας, πιστεύω – έχουμε κάποιες ενδείξεις στην ψυχή μας – ότι έχει αναπαυθεί η ψυχή του και ότι τώρα είναι εκεί κοντά στον Χριστό, τον οποίο και αυτός τόσο αγάπησε και τόσα χρόνια πιστά εδώ στο Μοναστήρι μας υπηρέτησε. Αλλά και σε μας έδειξε την αγάπη του, και ιδίως σ’ εμένα, και γι’ αυτό και εγώ του είμαι ευγνώμων. Μετά την τράπεζα εγώ θα τελέσω τρισάγιο στον τάφο του πατρός Ανδρέα, και αν κανείς θέλει να έρθει, ας έρθει.

(1988) 

Από το βιβλίο: † Αρχιμανδρίτου Γεωργίου, Ομιλίες σε Εορτές Αγίων (των ετών 1981-1991) Β’. Έκδ. Ι.Μ. Οσίου Γρηγορίου, Άγιον Όρος 2016, σελ. 95.