ΑΝ ΒΙΑΖΕΣΑΙ ΝΑ ΔΕΙΣ ΤΟΝ ΚΟΣΜΟ ΝΑ ΓΙΝΕΤΑΙ ΚΑΛΥΤΕΡΟΣ, ΑΡΧΙΣΕ ΑΠΟ ΤΟΝ ΕΑΥΤΟ ΣΟΥ. ΕΙΝΑΙ Ο ΣΥΝΤΟΜΟΤΕΡΟΣ ΔΡΟΜΟΣ.

Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα ΑΓΙΟΣ ΙΩΑΝΝΗΣ Ο ΧΡΥΣΟΣΤΟΜΟΣ. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα ΑΓΙΟΣ ΙΩΑΝΝΗΣ Ο ΧΡΥΣΟΣΤΟΜΟΣ. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Πέμπτη 16 Οκτωβρίου 2025

ΑΓΙΟΣ ΙΩΑΝΝΗΣ Ο ΧΡΥΣΟΣΤΟΜΟΣ: ΕΔΩ ΣΤΗ ΓΗ, ΟΛΑ ΤΑ ΚΑΛΑ ΚΑΙ ΤΑ ΚΑΚΑ ΚΑΠΟΤΕ ΤΕΛΕΙΩΝΟΥΝ!

 
Άγιος Ιωάννης ο Χρυσόστομος
Εδώ στη Γη, όλα τα καλά και τα κακά κάποτε τελειώνουν 

Κοίτα, πόσα κάστρα και παλάτια βασιλιάδων, ηγεμόνων και αρχόντων είναι σωριασμένα σε ερείπια! Σκέψου, πόση δύναμη και πόσο πλούτο είχαν κάποτε! Τώρα έχουν ξεχαστεί και τα ονόματά τους. Λέει η Γραφή: «Πολλοί άρχοντες έχασαν την εξουσία τους και κάθισαν στο χώμα" κι ένας άσημος, που κανείς δεν φανταζόταν ότι θα γίνει βασιλιάς, φόρεσε στέμμα» .

 Δεν σου φτάνουν αυτά; Συλλογίσου τότε, ποιά είναι η αξία σου όταν κοιμάσαι; Μήπως δεν μπορεί κι ένα ζωύφιο να σε θανατώσει; Ναι, πολλοί πέθαναν έτσι στον ύπνο τους. Αλήθεια, από μια κλωστή κρέμεται η ζωή μας! Κόβεται η κλωστή και τελειώνουν όλα. Έτσι να φιλοσοφείς και να μη σαγηνεύεσαι από την ομορφιά, τα πλούτη, τη δόξα, τις απολαύσεις.
Ένα μόνο να σε απασχολεί: Που τελειώνουν όλα αυτά.
 Θαυμάζεις όσα βλέπεις εδώ στη γη; Πιο αξιοθαύμαστα, όμως, είναι εκείνα που αναφέρονται στις άγιες Γραφές.
 Δείξε μου έναν αγέρωχο άρχοντα ή έναν λαμπροντυμένο πλούσιο, όταν ψήνεται από τον πυρετό, όταν ψυχομαχεί, και τότε θα σε ρωτήσω: "Πού είναι εκείνος, που περνούσε από την αγορά καμαρωτός και περήφανος με ακολούθους και σωματοφύλακες; Πού είναι εκείνος, που φορούσε πανάκριβα ρούχα; Πού είναι η χλιδή της ζωής του, η πολυτέλεια των συμποσίων του, οι υπηρέτες, οι παρατρεχάμενοι, τα γέλια, οι ανέσεις, οι σπατάλες;

 Όλα έφυγαν και πέταξαν. Τί απέγινε το σώμα, που απολάμβανε τόση ηδονή; Πλησίασε στον τάφο και κοίτα τη σκόνη, τη σαπίλα, τα σκουλήκια. Κοίτα και στέναξε πικρά. Και μακάρι το κακό να περιοριζόταν σε τούτη τη σκόνη, που βλέπεις. Από τον τάφο και τα σκουλήκια φέρε τη σκέψη σου στο ακοίμητο σκουλήκι της άλλης ζωής, στο τρίξιμο των δοντιών, στο αιώνιο σκοτάδι, στην άσβεστη φωτιά, στις πικρές και αφόρητες εκείνες τιμωρίες, που δεν θα έχουν τέλος.

  Εδώ, στη γη, και τα καλά και τα κακά κάποτε, αργά ή γρήγορα, τελειώνουν εκεί, όμως, και τα δύο διαρκούν αιώνια. Και διαφέρουν ως προς την ποιότητα από τα καλά και τα κακά του κόσμου τούτου τόσο, που δεν είναι δυνατό να εκφράσει κανείς με λόγια.
 Τί έγιναν, λοιπόν, όλα εκείνα τα μεγαλεία; Τί έγιναν τα χρήματα και τα κτήματα; Ποιός άνεμος φύσηξε και τα πήρε και τα σκόρπισε; Τί θέλει, πάλι, κι αυτή η ανώφελη δαπάνη για την κηδεία, που και τον νεκρό δεν ωφελεί και τους οικείους του ζημιώνει; Ο Χριστός αναστήθηκε γυμνός από τον τάφο.

 Ας μη γίνεται, λοιπόν, η κηδεία αφορμή ικανοποιήσεως της μανίας μας για επίδειξη. Ο Κύριος είπε: «Πείνασα και μου δώσατε να φάω" δίψασα και μου δώσατε να πιω" ήμουνα γυμνός και με ντύσατε» . Όμως δεν είπε: «Ήμουνα νεκρός και με θάψατε». Γιατί, αν μας παραγγέλλει να μην έχουμε τίποτα περισσότερο από ένα σκέπασμα, όταν ζούμε, πολύ περισσότερο όταν πεθάνουμε. Ποιάν απολογία θα δώσουμε στο Θεό, λοιπόν, όταν ξοδεύουμε τεράστια ποσά για να κηδέψουμε ένα νεκρό σώμα, τη στιγμή που ο Χριστός, με τη μορφή των φτωχών συνανθρώπων μας, τριγυρνάει πεινασμένος και γυμνός, κι εμείς αδιαφορούμε γι' αυτό;

 Όλα όσα σας λέω, βέβαια, είναι ανώφελα για κείνους που έχουν ήδη πεθάνει. Ας τ' ακούσουν, όμως, οι ζωντανοί και ας συνέλθουν, ας λογικευτούν, ας διορθωθούν. Όπου να 'ναι θα έρθει και η δική τους ώρα. Δεν θ' αργήσουν να βρεθούν κι αυτοί, δεν θ' αργήσουμε να βρεθούμε όλοι μας, μπροστά στο φοβερό Κριτήριο, όπου θα δώσουμε λόγο για τις πράξεις μας. Ας αγωνιστούμε, λοιπόν, να γίνουμε καλύτεροι, εγκαταλείποντας την αμαρτία και ακολουθώντας την αρετή, για να μη χάσουμε τη βασιλεία των ουρανών, για ν' αποκτήσουμε τα άφθαρτα αγαθά, που έχει ετοιμάσει για μας ο φιλάνθρωπος Κύριος.

ΑΓΙΟΣ ΙΩΑΝΝΗΣ Ο ΧΡΥΣΟΣΤΟΜΟΣ: ΚΑΙ ΤΟΤΕ ΟΤΙ ΘΕΩΡΟΥΜΕ ΣΑΝ ΑΠΟΤΥΧΙΑ ΕΙΝΑΙ ΕΠΙΤΥΧΙΑ!

 Άγιος Ιωάννης ο Χρυσόστομος
Και τότε ό,τι θεωρούμε σαν απο­τυχία είναι επιτυχία

Η προσευχή είναι μεγάλο αγαθό, αν γίνε­ται και με λογισμό αγαθό· αν ευχαριστούμε το Θεό όχι μόνο όταν μας δίνει, αλλά και όταν δεν μας δίνει ό,τι Του ζητάμε, αφού και τα δύο τα κάνει για την ωφέλειά μας. 

Έτσι, και όταν δεν παίρνουμε, ουσιαστικά παίρνουμε με το να μην πάρουμε ό,τι δεν μας συμφέρει. Υπάρχουν, βλέπετε, πε­ριπτώσεις που η μη ικανοποίηση του αιτήματός μας είναι πιο ωφέλιμη. Και τότε ό,τι θεωρούμε σαν αποτυχία είναι επιτυχία.  

Ας μη στεναχωριόμαστε, λοιπόν, όταν ο Θεός αργεί να εισακούσει την προσευχή μας. Ας μη χάνουμε την υπομονή μας. Μήπως και πριν ζητήσουμε κάτι, δεν μπορεί να μας το δώσει ο Πανάγαθος; Μπορεί, φυσικά, αλλά περιμένει από μας κάποιαν αφορμή, ώστε να μας βοηθήσει δίκαια. Γι' αυτό ας Του δίνουμε την αφορμή με την προσευχή και ας περιμένουμε με πίστη, με ελπίδα, με εμπιστοσύνη στην πανσοφία και στη φιλανθρωπία Του. Μας έδωσε ό,τι ζητήσαμε; Ας Τον ευχαριστούμε. Δεν μας έδωσε; Και πάλι ας Τον ευχαριστούμε, γιατί δεν γνωρίζουμε, όπως γνωρίζει Εκείνος, τι είναι καλό για μας.  

Ας έχουμε ακόμα υπόψη μας, πως ο Θεός συχνά δεν αρνείται, αλλά μόνο αναβάλλει την ικανοποίηση κάποιου αιτήματός μας. Και γιατί αναβάλλει; Επειδή, χρησιμοποιώντας ως μέσο τη δική μας επιμονή στο αίτημα, θέλει να μας ελκύσει και να μας κρατήσει κοντά Του. Κι ένας φιλόστοργος πατέρας, άλλωστε, όταν του ζητάει κάτι το παιδί του, πολλές φορές αρνείται να του το δώσει, όχι γιατί δεν θέλει, αλλά γιατί μ' αυτόν τον τρόπο το παιδί μένει κοντά του.

Δευτέρα 13 Οκτωβρίου 2025

ΑΓΙΟΣ ΙΩΑΝΝΗΣ Ο ΧΡΥΣΟΣΤΟΜΟΣ: ΟΤΑΝ ΚΑΘΕΣΑΙ ΝΑ ΔΙΑΒΑΣΕΙΣ ΛΟΓΟ ΘΕΟΥ!

 Ἅγιος Ἰωάννης ὁ Χρυσόστομος
Ὅταν κάθεσαι νὰ διαβάσεις λόγο Θεοῦ
 

Εἶπε μακάριος Ἰωάννης Χρυσόστομος

«Ὅταν κάθεσαι νὰ διαβάσεις λόγο Θεοῦ, νὰ ἐπικαλεῖσαι στὴν ἀρχὴ τὸν Θεὸ ν᾿ ἀνοίξει τὰ μάτια τῆς ψυχῆς σου, ὥστε νὰ μὴν περιοριστεῖς στὸ νὰ διαβάζεις μόνο αὐτὰ ποὺ γράφτηκαν ἀλλὰ καὶ νὰ τὰ ἐκτελεῖς, καὶ ἔτσι νὰ μὴ γίνει καταδίκη μας μελέτη τοῦ βίου καὶ τῶν λόγων τῶν ἁγίων».

ΜΕΓΑ ΓΕΡΟΝΤΙΚΟΝ 

Κυριακή 12 Οκτωβρίου 2025

ΑΓΙΟΣ ΙΩΑΝΝΗΣ Ο ΧΡΥΣΟΣΤΟΜΟΣ: ΚΥΡΙΑΚΗ ΤΩΝ ΑΓΙΩΝ ΠΑΤΕΡΩΝ ΤΗΣ Ζ' ΟΙΚΟΥΜΕΝΙΚΗΣ ΣΥΝΟΔΟΥ- ΕΡΜΗΝΕΙΑ ΑΠΟΣΤΟΛΙΚΗΣ ΠΕΡΙΚΟΠΗΣ!

Άγιος Ιωάννης Χρυσόστομος
Κυριακή των Αγίων Πατέρων της Ζ’ Οικουμενικής Συνόδου:
Ερμηνεία αποστολικής περικοπής 

[Τίτ. 3, 8-15]

«Πιστὸς ὁ λόγος· καὶ περὶ τούτων βούλομαί σε διαβεβαιοῦσθαι, ἵνα φροντίζωσι καλῶν ἔργων προΐστασθαι οἱ πεπιστευκότες τῷ Θεῷ. ταῦτά ἐστι τὰ καλὰ καὶ ὠφέλιμα τοῖς ἀνθρώποις· μωρὰς δὲ ζητήσεις καὶ γενεαλογίας καὶ ἔρεις καὶ μάχας νομικὰς περιΐστασο· εἰσὶ γὰρ ἀνωφελεῖς καὶ μάταιοι. αἱρετικὸν ἄνθρωπον μετὰ μίαν καὶ δευτέραν νουθεσίαν παραιτοῦ, εἰδὼς ὅτι ἐξέστραπται ὁ τοιοῦτος καὶ ἁμαρτάνει ὢν αὐτοκατάκριτος (: Το ότι δικαιωθήκαμε και αναγεννηθήκαμε και θα κληρονομήσουμε την αιώνια ζωή είναι λόγος και αλήθεια αξιόπιστη. Και γι’ αυτά τα θέματα θέλω να μιλάς με βεβαιότητα και με κύρος, για να φροντίζουν όσοι έχουν πιστέψει στο Θεό να πρωτοστατούν ακούραστα σε καλά έργα. Αυτά είναι τα καλά έργα και τα ωφέλιμα στους ανθρώπους, αυτά για τα οποία σας μίλησα. Τις ανόητες συζητήσεις και γενεαλογίες για τους μυθικούς θεούς ή τους ευγενείς προγόνους, όπως και τις έριδες και τις διαμάχες για τον μωσαϊκό νόμο να τις αποφεύγεις, γιατί δε φέρνουν καμία ωφέλεια και είναι μάταιες. Αιρετικό άνθρωπο, που επιμένει να δημιουργεί σκάνδαλα και διαιρέσεις στην Εκκλησία, μετά την πρώτη και τη δεύτερη νουθεσία, παράτησέ τον και απόφευγέ τον. Να ξέρεις ότι έχει διαστραφεί τέτοιου είδους άνθρωπος και αμαρτάνει· και για την αμαρτία του αυτή ελέγχεται και καταδικάζεται από τη συνείδησή του και από τον ίδιο του τον εαυτό)» [Τίτ. 3, 8-11· ερμην. απόδοση Παναγ. Τρεμπέλα]. 

 Αφού μίλησε ο Παύλος για τη φιλανθρωπία του Θεού και για την ανέκφραστη πρόνοιά Του για εμάς, και αφού είπε ποιοι ήμασταν εμείς και ποιους μας έκανε, προσθέτει και λέγει: «και αυτά τα λόγια θέλω να τα διαβεβαιώνεις εσύ, ώστε, όσοι έχουν πιστέψει στον Θεό να φροντίζουν να πρωτοστατούν σε καλά έργα». Δηλαδή, «αυτά πρέπει να λέγεις και από αυτά να τους προτρέπεις για ελεημοσύνη. Γιατί τα λόγια αυτά δεν είναι κατάλληλα μόνο για ελεημοσύνη και να μην υπερηφανευόμαστε και να μην κακολογούμε τους άλλους, αλλά και για κάθε άλλη αρετή». Έτσι λοιπόν μιλώντας και στους Κορινθίους, λέγει: «Γινώσκετε γὰρ τὴν χάριν τοῦ Κυρίου ἡμῶν Ἰησοῦ Χριστοῦ, ὅτι δι᾿ ὑμᾶς ἐπτώχευσε πλούσιος ὤν, ἵνα ὑμεῖς τῇ ἐκείνου πτωχείᾳ πλουτήσητε (: Διότι γνωρίζετε την ανεκτίμητη δωρεά του Κυρίου μας Ιησού Χριστού, ότι δηλαδή ενώ ήταν απείρως πλούσιος σε όλες τις τελειότητες της θείας Του υποστάσεως, έγινε πτωχός προς χάριν σας· και φόρεσε την πτωχή ανθρώπινη φύση και έγινε άνθρωπος, για να γίνετε εσείς πνευματικά πλούσιοι με την πτωχεία Εκείνου)» [Β΄Κορ. 8, 9]. Αφού θυμήθηκε την πρόνοια του Θεού και την υπερβολική φιλανθρωπία Του, τους προτρέπει να κάνουν την ελεημοσύνη, όχι έτσι απλώς και σαν δευτερεύον έργο, αλλά με ποιο κύριο σκοπό; «Για να φροντίζουν», λέγει, «να πρωτοστατούν σε καλά έργα». Δηλαδή και τους αδικημένους να βοηθούν όχι μόνο με χρήματα, αλλά και με προστασία που θα μπορούσαν να τους προσφέρουν, και τις χήρες και τα ορφανά να υπερασπίζονται και όλους όσους υποφέρουν να προστατεύουν, γιατί αυτό σημαίνει το «να πρωτοστατούν σε καλά έργα». «Αυτά», λέγει, «είναι τα καλά και τα ωφέλιμα στους ανθρώπους».

«Και να αποφεύγεις τις ανόητες αναζητήσεις και τις γενεαλογίες και τις φιλονικίες και τις διαμάχες για τον νόμο, γιατί είναι ανωφελείς και μάταιες». Τι δηλαδή θέλουν οι γενεαλογίες; Γιατί και στην επιστολή του προς τον Τιμόθεο το αναφέρει αυτό λέγοντας: «μηδὲ προσέχειν μύθοις καὶ γενεαλογίαις ἀπεράντοις, αἵτινες ζητήσεις παρέχουσι μᾶλλον ἢ οἰκονομίαν Θεοῦ τὴν ἐν πίστει (: μήτε να προσέχουν σε μύθους και σε γενεαλογίες απέραντες, οι οποίες προκαλούν μάλλον άσκοπες αναζητήσεις, παρά βοηθούν τη διαχείριση του έργου του Θεού που βασίζεται στην πίστη)» [Α΄Τιμ. 1, 4]. Ίσως και εδώ και εκεί να εννοεί τους Ιουδαίους, που υπερηφανεύονται για το ότι είχαν πρόγονό τους τον Αβραάμ και αδιαφορούσαν για τα δικά τους. Γι’ αυτό τις ονομάζει και «ανόητες» και «ανωφελείς», γιατί το να πιστεύει κανείς σε πράγματα που δεν ωφελούν είναι απόδειξη ανοησίας.

«Φιλονικίες» εννοεί αυτές με τους αιρετικούς, για να μην κουραζόμαστε στα χαμένα, όταν δεν υπάρχει κανένα κέρδος, αφού το τέλος τους είναι το τίποτε. Γιατί, όταν κάποιος είναι διεστραμμένος και προδιατεθειμένος, να μην αλλάξει καθόλου τη γνώμη του, ό,τι και αν γίνει, για ποιο λόγο κουράζεσαι άσκοπα σπέρνοντας επάνω σε πέτρες, ενώ έπρεπε να διαθέτεις τον καλό αυτόν κόπο στους δικούς σου, μιλώντας σε αυτούς για την ελεημοσύνη και τις άλλες αρετές; Πώς λοιπόν λέγει αλλού: «ἐν πρᾳότητι παιδεύοντα τοὺς ἀντιδιατιθεμένους, μήποτε δῷ αὐτοῖς ὁ Θεὸς μετάνοιαν εἰς ἐπίγνωσιν ἀληθείας (: εκπαιδεύοντας με πραότητα εκείνους που είναι αντίθετα διατεθειμένοι, μην τυχόν τους δώσει ο Θεός μετάνοια, για να έρθουν σε επίγνωση της αλήθειας)» [Β΄Τιμ. 2, 25], ενώ εδώ λέγει «τον αιρετικό άνθρωπο μετά την πρώτη και τη δεύτερη νουθεσία άφηνέ τον, γνωρίζοντας ότι έχει διαστραφεί αυτός και αμαρτάνει, καταδικάζοντας έτσι ο ίδιος τον εαυτό του»; Εκεί μιλάει για αυτούς που έχουν κάποια ελπίδα για διόρθωση και για αυτούς που απλώς έχουν αντίθετη γνώμη. Όταν όμως είναι φανερός και γνωστός σε όλους για την ισχυρογνωμοσύνη και την αδιαλλαξία του, για ποιο λόγο αγωνίζεσαι άδικα; Γιατί χτυπάς τον αέρα; Τι σημαίνει «καταδικάζοντας ο ίδιος τον εαυτό του»; Σημαίνει ότι δεν μπορεί δηλαδή να πει «κανείς δε μου μίλησε, κανείς δε με συμβούλευσε». Όταν λοιπόν μετά τη συμβουλή ο ίδιος επιμένει, τότε καταδικάζει ο ίδιος τον εαυτό του.

Τον αδιόρθωτο λοιπόν ονομάζει «αιρετικό». Όπως δηλαδή το να παραβλέπουμε όσους έχουν ελπίδα για κάποια μεταβολή είναι απόδειξη οκνηρίας, έτσι το να θεραπεύουμε όσους πάσχουν από ανίατες ασθένειες είναι απόδειξη ανοησίας και της χειρότερης παραφροσύνης. Γιατί έτσι τους κάνουμε θρασύτερους.

Πώς λοιπόν παροτρύνεις τον Τίτο να κλείνει το στόμα εκείνων που αντιλέγουν («οὓς δεῖ ἐπιστομίζειν, οἵτινες ὅλους οἴκους ἀνατρέπουσι διδάσκοντες ἃ μὴ δεῖ αἰσχροῦ κέρδους χάριν (: τους ψευδοδιδασκάλους πρέπει ο επίσκοπος να τους αποστομώνει· είναι άνθρωποι οι οποίοι ανατρέπουν ολόκληρα σπίτια, διδάσκοντας πράγματα που δεν πρέπει, μόνο και μόνο για να κερδίσουν χρήματα με αθέμιτο και αισχρό τρόπο)» [Τίτ. 1, 11]), όταν τα κάνουν όλα για την καταστροφή τους; Λέγει όμως προηγουμένως, ότι δεν πρέπει να το κάνει αυτό αποβλέποντας σε δικό τους κέρδος· γιατί δεν θα ωφελούνταν ποτέ σε τίποτε τέτοιοι άνθρωποι, αφού είναι μια για πάντα διεστραμμένοι στη γνώμη τους. Αν όμως καταστρέφουν άλλους, πρέπει να διαφωνείς και να τους πολεμείς και να αντιστέκεσαι προς αυτούς με πολλή δύναμη· και αν βρεθείς σε ανάγκη, βλέποντας άλλους να διαφθείρονται, να μη σιωπάς, αλλά να τους αποστομώνεις, φροντίζοντας έτσι για εκείνους που πρόκειται να καταστραφούν από τις αιρετικές διδασκαλίες αυτών των πλανεμένων ανθρώπων. Και γενικά δεν είναι δυνατό να ανέχεται τις διαμάχες εκείνος που δείχνει πολλή φροντίδα και έχει σωστό τρόπο ζωής. Αλλά, όπως είπα, έτσι να κάνεις· γιατί από την αργία και την περιττή φιλοσοφία φθάνει κανείς να ασχολείται μόνο με τα ονόματα. Γιατί πραγματικά τα περιττά λόγια είναι μεγάλη ζημία, ενώ πρέπει ή να διδάσκουμε ή να προσευχόμαστε ή να ευχαριστούμε. Ούτε πρέπει να αποφεύγουμε να ξοδεύουμε βέβαια τα χρήματα, όχι όμως και τα λόγια· αλλά περισσότερο πρέπει να αποφεύγουμε τα λόγια από τα χρήματα, και να μην παραδίδουμε χωρίς λόγο τον εαυτό μας σε όλους.

«Ὃταν πέμψω ᾿Αρτεμᾶν πρός σε ἢ Τυχικόν, σπούδασον ἐλθεῖν πρός με εἰς Νικόπολιν (: Όταν θα στείλω τον Αρτεμά προς εσένα ή τον Τυχικό, φρόντισε να έρθεις προς εμένα στη Νικόπολη)» [Τιτ. 3,12]. Τι λέγεις; Εγκατέστησες τον Τίτο στην Κρήτη και τον καλείς πάλι κοντά σου; Όχι για να τον απομακρύνει από το έργο εκείνο, αλλά για να τον συμβουλέψει περισσότερο. Ότι δεν τον καλεί κοντά του για να τον έχει παντού όπου πηγαίνει ακόλουθό του, άκουσε τι λέγει παρακάτω: «ἐκεῖ γὰρ κέκρικα παραχειμάσαι (: γιατί εκεί έχω αποφασίσει να παραχειμάσω)». Η Νικόπολη όμως βρίσκεται στη Θράκη.

«Ζηνᾶν τὸν νομικὸν καὶ ᾿Απολλὼ σπουδαίως πρόπεμψον, ἵνα μηδὲν αὐτοῖς λείπῃ (: Τον Ζηνά τον νομοδιδάσκαλο και τον Απολλώ, πρόπεμψέ τους εφοδιάζοντάς τους με ιδιαίτερη επιμέλεια, για να μην τους λείπει τίποτα)». Αυτοί δεν είχαν αναλάβει ακόμη εκκλησίες, αλλά ήταν από τους συντρόφους του Παύλου· περισσότερο δραστήριος ήταν ο Απολλώς, αφού γνώριζε πολύ καλά την Αγία Γραφή, είχε τη δυνατότητα να την ερμηνεύει· διέθετε επίσης και το χάρισμα της ευγλωττίας [βλ. Πράξ. 18, 24: «Ἰουδαῖος δέ τις Ἀπολλὼς ὀνόματι, Ἀλεξανδρεὺς τῷ γένει, ἀνὴρ λόγιος, κατήντησεν εἰς Ἔφεσον, δυνατὸς ὢν ἐν ταῖς γραφαῖς (: Στο μεταξύ ήλθε στην Έφεσο κάποιος Ιουδαίος που λεγόταν Απολλώς και καταγόταν από την Αλεξάνδρεια. Ο άνθρωπος αυτός είχε ευγλωττία, γνώριζε πολύ καλά την Αγία Γραφή και είχε μεγάλη ικανότητα να την ερμηνεύει)»]. «Αν λοιπόν εκείνος ήταν νομικός, δεν έπρεπε», λέγει, «να τρέφεται από άλλους». «Νομικό» όμως εδώ εννοεί τον γνώστη των ιουδαϊκών νόμων. Είναι σαν να έλεγε: «να τους εφοδιάσεις πλουσιοπάροχα, ώστε να μην τους λείψει τίποτε».

«Μανθανέτωσαν δὲ καὶ οἱ ἡμέτεροι καλῶν ἔργων προΐστασθαι εἰς τὰς ἀναγκαίας χρείας, ἵνα μὴ ὦσιν ἄκαρποι. ᾿Ασπάζονταί σε οἱ μετ’ ἐμοῦ πάντες. ἄσπασαι τοὺς φιλοῦντας ἡμᾶς ἐν πίστει. ῾Η χάρις μετὰ πάντων ὑμῶν· ἀμήν (: Με την ευκαιρία μάλιστα της προετοιμασίας αυτής, ας παίρνουν μάθημα επίσης και οι δικοί μας να πρωτοστατούν σε καλά έργα και να συντρέχουν τους αδελφούς στις απαραίτητες υλικές τους ανάγκες, για να μην στερούνται από πνευματικούς καρπούς. Σε χαιρετούν εγκάρδια όλοι όσοι είναι μαζί μου. Χαιρέτησε αυτούς που μας αγαπούν επειδή έχουν κοινή πίστη με εμάς. Σας εύχομαι η Θεία Χάρη να είναι μαζί με όλους σας. Αμήν.)».

Τι σημαίνει «για να φροντίζουν να πρωτοστατούν σε καλά έργα»; Να μην περιμένουν όσους έχουν ανάγκη να έρθουν σε αυτούς, αλλά και οι ίδιοι να ενδιαφέρονται για εκείνους που χρειάζονται τη βοήθειά τους. Γιατί αυτός που φροντίζει, έτσι φροντίζει· και έτσι μάλιστα θα κάμει αυτό το πράγμα με πολύ ενδιαφέρον. Γιατί πραγματικά με όσα ευεργετεί, δεν ωφελεί και δεν παρέχει κέρδος σε εκείνους που ευεργετούνται τόσο, όσο σε αυτούς που ευεργετούν· γιατί τους δίνει παρρησία ενώπιον του Θεού. Εκεί όμως δεν υπάρχει κανένα τέλος της μάχης.

«Και ας μαθαίνουν», λέγει «και οι δικοί μας να πρωτοστατούν σε καλά έργα στις αναγκαίες περιπτώσεις, για να μην είναι άκαρποι». Βλέπεις ότι φροντίζει περισσότερο γι’ αυτούς παρά για εκείνους που παίρνουν; Γιατί μπορούσε ίσως να τους στείλει από πολλούς άλλους εφόδια· αλλά «για τους δικούς μας», λέγει, «φροντίζω». Ποιο λοιπόν, πες μου, είναι το όφελος; Αν δηλαδή άλλοι βγάζοντας θησαυρούς έτρεφαν τους διδασκάλους, αυτοί δεν είχαν κανένα κέρδος, γιατί έμεναν άκαρποι. Τι λοιπόν, πες μου, δεν μπορούσε ο Χριστός, που έθρεψε από πέντε άρτους πέντε χιλιάδες ανθρώπους και από επτά άρτους τέσσερις χιλιάδες ανθρώπους, να θρέψει τον εαυτό Του και όσους ήταν μαζί Του; Για ποιο λόγο λοιπόν τρέφονταν από γυναίκες; Διότι λέγει ο ευαγγελιστής Μάρκος: «αἳ καὶ ὅτε ἦν ἐν τῇ Γαλιλαίᾳ ἠκολούθουν αὐτῷ καὶ διηκόνουν αὐτῷ, καὶ ἄλλαι πολλαὶ αἱ συναναβᾶσαι αὐτῷ εἰς Ἱεροσόλυμα (: Αυτές και όταν βρισκόταν ο Ιησούς στην Γαλιλαία Τον ακολουθούσαν και Τον υπηρετούσαν. Ήταν ακόμη και πολλές άλλες, οι οποίες είχαν ανεβεί μαζί με Αυτόν από την Γαλιλαία στα Ιεροσόλυμα)» [Μάρκ. 15, 41]). Για να μας διδάξει από την αρχή ότι φροντίζει γι΄αυτούς που ευεργετούν.

Δεν μπορούσε ο Παύλος, που με τα δικά του χέρια ικανοποιούσε πλήρως και τις ανάγκες άλλων, να μην παίρνει από πουθενά ό,τι του πρόσφεραν; Τον βλέπεις όμως και να παίρνει και τη ζητάει. Και άκουσε το γιατί: «Οὐχ ὅτι ἐπιζητῶ τὸ δόμα, ἀλλ᾿ ἐπιζητῶ τὸν καρπὸν τὸν πλεονάζοντα εἰς λόγον ὑμῶν (: Σας τα γράφω αυτά, όχι διότι εγώ ενδιαφέρομαι και ζητώ το δώρο, αλλά διότι ενδιαφέρομαι και ζητώ τον πνευματικό καρπό, ο οποίος από την καλή αυτή πράξη σας, θα προκύψει πλούσιος για σας)» [Φιλιπ. 4, 17], λέγει. Και στην αρχή του κηρύγματος, όταν οι πιστοί πουλούσαν όλα τα υπάρχοντά τους και κατέθεταν τα χρήματα στα πόδια των αποστόλων, βλέπεις τους αποστόλους να φροντίζουν περισσότερο γι΄αυτούς, παρά για εκείνους που έπαιρναν. Γιατί, αν φρόντιζαν αποκλειστικά μόνο για τους φτωχούς, δε θα έκαναν κανένα λόγο για τη Σαπφείρα και τον Ανανία, όταν κράτησαν ένα μέρος από τα χρήματα για τον εαυτό τους [βλ. Πράξ. 5, 1-11], ούτε θα προέτρεπε ο Παύλος λέγοντας: «ἕκαστος καθὼς προαιρεῖται τῇ καρδία, μὴ ἐκ λύπης ἢ ἐξ ἀνάγκης· ἱλαρὸν γὰρ δότην ἀγαπᾷ ὁ Θεός (: Ο καθένας ας δίδει σύμφωνα με την αγαθή διάθεση της καρδιάς του, όχι με λύπη ή από ανάγκη· διότι ο Θεός “αγαπά εκείνον, που δίδει με καλοσύνη, γλυκύτητα και χωρίς γογγυσμό”» [Β΄Κορ. 9, 7]. Τι λέγεις, Παύλε; Φέρνεις εμπόδια στους φτωχούς; «Όχι», λέγει· «γιατί δε βλέπω το δικό τους συμφέρον, αλλά το συμφέρον εκείνων που δίνουν».

Πρόσεχε όμως και τον προφήτη Δανιήλ που όταν έδωσε στον Ναβουχοδονόσορα την άριστη εκείνη συμβουλή, δε φρόντιζε μόνο για τους φτωχούς, αλλά και για τον ίδιο τον βασιλιά ώστε να επιδείξει μακροθυμία ο Θεός για τις αμαρτίες που είχε διαπράξει. Γιατί δεν είπε: «δώσε στους φτωχούς» μόνο, αλλά τι; : «Διὰ τοῦτο, βασιλεῦ, ἡ βουλή μου ἀρεσάτω σοι καὶ τὰς ἁμαρτίας σου ἐν ἐλεημοσύναις λύτρωσαι καὶ τὰς ἀδικίας ἐν οἰκτιρμοῖς πενήτων· ἴσως ἔσται μακρόθυμος τοῖς παραπτώμασί σου ὁ Θεός (: Γι’ αυτό, βασιλιά μου, ας φανεί αρεστή και ας γίνει δεκτή από εσένα η συμβουλή μου• φρόντισε να εξαλείψεις τις αμαρτίες σου με ελεημοσύνες και τις αδικίες σου με έλεος και φιλανθρωπία προς τους πτωχούς. Ίσως θα φανεί έτσι μακρόθυμος ο Θεός για τα αμαρτήματά σου”)» [Δαν. 4, 24]. «Δώσε όλα τα χρήματα», λέγει, «όχι μόνο για να τραφούν άλλοι, αλλά για να απαλλαγείς και ο ίδιος από την τιμωρία». Και πάλι ο Χριστός λέγει: «εἰ θέλεις τέλειος εἶναι, ὕπαγε πώλησόν σου τὰ ὑπάρχοντα καὶ δὸς πτωχοῖς, καὶ ἕξεις θησαυρὸν ἐν οὐρανῷ, καὶ δεῦρο ἀκολούθει μοι (:“Εάν θέλεις να είσαι τέλειος, πήγαινε, πώλησε τα υπάρχοντά σου, μοίρασέ τα στους πτωχούς και θα αποκτήσεις θησαυρό στον ουρανό, και έλα ακολούθησέ με”)» [Ματθ. 19, 21]. Βλέπεις ότι και εκεί το διέταξε αυτό για εκείνους που θα Τον ακολουθούσαν; Επειδή λοιπόν τα χρήματα είναι εμπόδιο, γι’ αυτό πρόσταξε να τα δίνουμε στους φτωχούς, διδάσκοντας έτσι την ψυχή να είναι φιλεύσπλαχνη και συμπονετική, να περιφρονεί τα χρήματα, να αποφεύγει την πλεονεξία. Γιατί, όποιος μαθαίνει να δίνει σε όποιον δεν έχει, θα συνηθίσει με το πέρασμα του χρόνου και να μην παίρνει από εκείνους που έχουν. Αυτό μας κάνει όμοιους με τον Θεό.

Παρόλο που η παρθενία, η νηστεία και το να κοιμάται κανείς στο χώμα απαιτούν πιο δύσκολο κόπο από αυτή, όμως τίποτε δεν είναι τόσο ισχυρό και δυνατό στο να σβήνει τη φωτιά των αμαρτημάτων μας, όσο η ελεημοσύνη. Αυτή είναι ανώτερη από όλα, στήνει τους εραστές της κοντά στον ίδιο τον βασιλιά. Και πολύ σωστά· γιατί η παρθενία, η νηστεία και το να κοιμάται κανείς στο χώμα σταματάει μόνο γύρω από αυτόν που την ασκεί και δεν έσωσε κανέναν άλλο· η ελεημοσύνη όμως απλώνεται σε όλους και αγκαλιάζει τα μέλη του Χριστού. Άλλωστε τα κατορθώματα εκείνα που απλώνονται σε πολλούς είναι πολύ μεγαλύτερα απ’ αυτά που σταματούν γύρω από έναν.

Η ελεημοσύνη είναι η μητέρα της αγάπης, της αγάπης που χαρακτηρίζει τον Χριστιανισμό, που είναι μεγαλύτερη από όλα τα θαύματα, με την οποία φαίνονται οι μαθητές του Χριστού. Αυτή είναι φάρμακο για τα δικά μας αμαρτήματα, σαπούνι για την ακαθαρσία της ψυχής μας, σκάλα στηριγμένη στον ουρανό· αυτή συνδέει το σώμα του Χριστού. Θέλετε να μάθετε πόσο μεγάλο αγαθό είναι αυτή; Στην εποχή των αποστόλων όλοι πουλούσαν τα υπάρχοντά τους και έφερναν σε αυτούς τα χρήματα, τα οποία και μοιράζονταν ανάλογα με τις ανάγκες του καθενός. «Διεδίδετο δὲ ἑκάστῳ καθότι ἄν τις χρείαν εἶχεν (: Τα χρήματα αυτά διαμοιράζονταν στον καθένα ανάλογα με τις ανάγκες που είχε)» [Πράξ. 4, 35], λέγει. Πες μου λοιπόν, και χωρίς να αναφέρω τα μελλοντικά (ας μην κάνουμε λόγο τώρα για τη βασιλεία των ουρανών, αλλά ας δούμε μόνο στο παρόν) ποιοι κερδίζουν, όσοι παίρνουν ή όσοι δίνουν; Γιατί αυτοί που έπαιρναν παραπονούνταν και διαπληκτίζονταν μεταξύ τους, ενώ αυτοί που έδιναν είχαν μία ψυχή. Λέγει ο Λουκάς : «Τοῦ δὲ πλήθους τῶν πιστευσάντων ἦν ἡ καρδία καὶ ἡ ψυχὴ μία, καὶ οὐδὲ εἷς τι τῶν ὑπαρχόντων αὐτῷ ἔλεγεν ἴδιον εἶναι, ἀλλ᾿ ἦν αὐτοῖς ἅπαντα κοινά (: Συγχρόνως όμως και το πλήθος εκείνων που είχαν πιστέψει στο Ευαγγέλιο είχαν αρμονική και αδιάσπαστη ομοφροσύνη, μια ψυχή και μια καρδιά˙διότι τόσο οι καρδιές τους όσο και ολόκληρη η πνευματική τους ύπαρξη ήταν ενωμένα. Επικρατούσε δηλαδή μεταξύ τους πλήρης συμφωνία και αρμονία φρονημάτων και συναισθημάτων. Και κανείς απ’ αυτούς δεν βρισκόταν να λέει ότι και το ελάχιστο από τα υπάρχοντά του και την περιουσία του ήταν δικό του, αλλά τα είχαν μεταξύ τους όλα σε κοινή ωφέλεια και χρήση)» [Πράξ. 4, 32] και η χάρη του Θεού ήταν επάνω σε όλους αυτούς και ζούσαν με πολύ όφελος.

Βλέπεις ότι και από εδώ κέρδιζαν εκείνοι; Πες μου λοιπόν από ποιους θα ήθελες να είσαι, από αυτούς που κατέθεταν όλα τα υπάρχοντά τους και δεν είχαν τίποτε, ή από εκείνους που έπαιρναν και τα πράγματα των άλλων; Πρόσεχε τον καρπό της ελεημοσύνης. Τα διαφράγματα και τα εμπόδια εξαλείφτηκαν και αμέσως ενώθηκαν οι ψυχές τους· «όλοι είχαν μία καρδιά και μία ψυχή». Ώστε και χωρίς την ελεημοσύνη, το να προσφέρει κανείς όλα τα χρήματά του έχει μεγάλο κέρδος. Αυτά όμως τα είπα για να μη λυπούνται όσοι δεν έλαβαν κληρονομία από τους προγόνους τους, ούτε να στεναχωρούνται, επειδή έχουν λιγότερα από τους πλουσίους· γιατί, αν θέλουν, έχουν μεγαλύτερα. Και πραγματικά και ελεημοσύνη θα κάνουν με περισσότερη ευκολία, όπως η χήρα, και δε θα δώσουν καμία αφορμή για έχθρα προς τον πλησίον, και από όλους θα είναι πιο ελεύθεροι. Κανείς δε θα μπορέσει να τον απειλήσει αυτόν με δήμευση, αλλά βρίσκεται πάνω από όλα τα κακά.

Και όπως τους γυμνούς, όταν φεύγουν, κανείς δε θα μπορούσε να τους πιάσει γρήγορα, ενώ αυτούς που φορούν και σύρουν μαζί τους πολλά ενδύματα και στολίδια, εύκολα μπορεί να τους συλλάβει κανείς, έτσι είναι και ο πλούσιος και ο φτωχός. Γιατί ο φτωχός, και αν ακόμη συλληφθεί, εύκολα θα μπορέσει να δραπετεύσει· ο πλούσιος όμως, έστω και αν δεν πιαστεί, εμποδίζεται από τα δικά του σχοινιά, τις άπειρες φροντίδες, τις στενοχώριες, την οργή, τους ερεθισμούς του. Όλα αυτά κατακαλύπτουν στο χώμα την ψυχή. Και όχι μόνο αυτά, αλλά και πολλά άλλα, τα οποία μας ακολουθούν από τον πλούτο. Γιατί είναι πιο δύσκολο να σωφρονιστεί ο πλούσιος παρά ο φτωχός, και να ζει με λιτότητα, και είναι πιο δύσκολο να απαλλαγεί από τον θυμό ο πρώτος παρά ο δεύτερος. «Λοιπόν», θα μπορούσε να ρωτήσει κάποιος, «θα έχει περισσότερο μισθό ο πλούσιος, εάν καταφέρει να σωφρονιστεί τελικά;» Καθόλου. «Για ποιο λόγο, όμως, αφού κατορθώνει τα δύσκολα;» Γιατί ο ίδιος επινόησε για τον εαυτό του τις δυσκολίες. Δεν πήρε εντολή να πλουτίζει, αλλά ακριβώς το αντίθετο· αυτός όμως δημιουργεί άπειρα σκάνδαλα και εμπόδια.

Άλλοι πάλι όχι μόνο τα χρήματα δεν αποθέτουν ως ελεημοσύνη στους απόρους, αλλά και την υγεία του σώματος καταφθείρουν, σαν να βαδίζουν στενό δρόμο· εσύ πάλι δεν κάνεις μόνο αυτό, αλλά και αυξάνεις το καμίνι των παθών και περιβάλλεσαι με άλλα. Πήγαινε λοιπόν στον ευρύχωρο δρόμο, γιατί εκείνος δέχεται τέτοιους ανθρώπους. Ο στενός όμως δέχεται αυτούς που θλίβονται, που στενάζουν, που δε βαστάζουν τίποτε, παρά αυτά μόνο τα φορτία που μέσω του δρόμου αυτού είναι δυνατόν να μεταφερθούν, την ελεημοσύνη, τη φιλανθρωπία, την καλοσύνη, την επιείκεια. Αν βαστάζεις αυτά, εύκολα θα μπορέσεις να περάσεις· αν όμως φέρεις την αλαζονεία και τα πάθη της ψυχής και το φορτίο των φροντίδων, τον πλούτο, θα χρειαστείς πολλή ευρυχωρία. Ούτε βέβαια μέσα στον όχλο θα μπορέσεις να μπεις, ώστε να μην χτυπήσεις άλλους ανεβαίνοντας ψηλά, αλλά θα έπρεπε εδώ να υπάρχει μεγάλη διάσταση. Όποιος όμως μεταφέρει χρυσάφι και ασήμι, τα κατορθώματα δηλαδή της αρετής, όχι μόνο δεν τον αποφεύγουν οι συνάνθρωποί του, αλλά τον πλησιάζουν και ενώνονται μαζί του.

Αλλά αν ο πλούτος αυτός είναι αγκάθι, τι είναι η πλεονεξία; Για ποιο λόγο τη φέρεις εκεί; Για να κάνεις μεγαλύτερη τη φλόγα, ρίχνοντας φορτία στη φωτιά; Δεν φτάνει δηλαδή η φωτιά της κόλασης; Σκέψου πώς διασώθηκαν στο καμίνι οι τρεις νέοι [βλ. Δαν. 3, 19-33]. Θεώρησέ το ότι ήταν κόλαση. Θλιμμένοι έπεσαν μέσα σε αυτό, δεμένοι στα χέρια και στα πόδια όλοι μαζί, αλλά μέσα βρήκαν πολλή ευρυχωρία· όχι όμως και όσοι τους περιστοίχιζαν από έξω.

Κάτι τέτοιο θα γίνει και τώρα, αν θέλουμε να στεκόμαστε με γενναιότητα και ανδρεία στους επερχόμενους πειρασμούς. Αν στηρίζουμε τις ελπίδες μας στον Θεό, θα βρεθούμε εμείς σε ασφαλή και ευρύχωρο τόπο, ενώ αυτοί που μας ωθούν θα χαθούν, γιατί «ὁ ὀρύσσων βόθρον εἰς αὐτὸν ἐμπεσεῖται, καὶ ὁ ἱστῶν παγίδα ἐν αὐτῇ ἁλώσεται (: Εκείνος που σκάπτει λάκκο για τον άλλο, θα πέσει ο ίδιος μέσα. Και όποιος στήνει παγίδα εις βάρος άλλων, θα συλληφθεί με αυτήν ο ίδιος)» [Σοφ. Σειρ. 27, 26]. Και αν μας δέσουν τα χέρια και τα πόδια η θλίψη θα μπορέσει να τα λύσει. Γιατί πρόσεχε το θαυμαστό· αυτούς που έδεσαν άνθρωποι, αυτούς έλυσε η φωτιά. Όπως δηλαδή αν κάποιος παραδώσει μερικούς φίλους στους υπηρέτες, και αυτοί σεβόμενοι τη φιλία του κυρίου όχι μόνο δεν τους βλάπτουν αλλά και τους αποδίδουν πολλή τιμή, αυτό έκανε και η φωτιά, επειδή γνώρισε ότι οι νέοι εκείνοι είναι φίλοι του Κυρίου της, έσπασε τα δεσμά τους, τους έλυσε και τους άφησε ελεύθερους, και γινόταν έδαφος γι’ αυτούς και το πατούσαν· και σωστά· γιατί είχαν ριφθεί για τη δόξα του Θεού. Όσοι βρισκόμαστε σε θλίψεις ας έχουμε αυτά τα παραδείγματα.

«Αλλά να», θα έλεγε ίσως κάποιος, «εκείνοι απαλλάχθηκαν από τη θλίψη, εμείς όμως όχι». Και σωστά, γιατί δεν μπήκαν έτσι στο καμίνι, για να απαλλαγούν, αλλά για να πεθάνουν πραγματικά. Άκουσέ τους που λέγουν: «ἔστι γὰρ Θεὸς ἡμῶν ἐν οὐρανοῖς, ᾧ ἡμεῖς λατρεύομεν, δυνατὸς ἐξελέσθαι ἡμᾶς ἐκ τῆς καμίνου τοῦ πυρὸς τῆς καιομένης, καὶ ἐκ τῶν χειρῶν σου, βασιλεῦ, ῥύσεται ἡμᾶς·καὶ ἐὰν μή, γνωστὸν ἔστω σοι, βασιλεῦ, ὅτι τοῖς θεοῖς σου οὐ λατρεύομεν καὶ τῇ εἰκόνι, ᾗ ἔστησας, οὐ προσκυνοῦμεν (: Διότι υπάρχει ο Θεός μας, που βρίσκεται στους ουρανούς, και τον οποίον εμείς λατρεύουμε και ο οποίος είναι δυνατός να μας περιφρουρήσει από την φλόγα της καμίνου της καιομένης και να μας γλυτώσει από τα χέρια σου, ω βασιλιά. Αλλά και αυτό εάν δεν γίνει, μάθε, ω βασιλιά, ότι εμείς τους θεούς σου δεν θα λατρεύσουμε, και το άγαλμα, το οποίον εσύ έστησες, δεν θα το προσκυνήσουμε”)» [Δαν. 3, 17-18].

Εμείς όμως σαν να διαπραγματευόμαστε τις τιμωρίες του Θεού, ορίζουμε και χρόνο λέγοντας: «αν μέχρι τότε δεν μας ελεήσει». Γι’ αυτό και δεν απαλλασσόμαστε. Άλλωστε και ο Αβραάμ δεν πήγαινε με σκοπό να λάβει σώο τον υιό του, αλλά για να τον θυσιάσει· και εντελώς απροσδόκητα τον έλαβε σώο. Και εσύ όταν πέσεις σε θλίψη, μην ενεργήσεις γρήγορα, μη βιάζεσαι να απαλλαγείς, όπλισε την ψυχή σου με κάθε υπομονή, και τότε θα απαλλαγείς γρήγορα από τη θλίψη· γιατί γι’ αυτό τη στέλνει ο Θεός, για να σε διδάξει. Όταν λοιπόν από την αρχή μάθουμε να υποφέρουμε τη θλίψη και να μη χάνουμε το θάρρος μας, μάς ελευθερώνει στη συνέχεια, σαν να έχουμε κατορθώσει το παν.

Θέλω να σας διηγηθώ μία ιστορία χρήσιμη και πολλή ωφέλιμη. Και ποια είναι αυτή; Όταν κάποτε έπεσε διωγμός και άναψε σφοδρός πόλεμος εναντίον της Εκκλησίας, συνελήφθησαν δύο άντρες. Και ο ένας ήταν έτοιμος να πάθει οτιδήποτε, ενώ ο άλλος ήταν και αυτός έτοιμος και γενναίος στο να τον αποκεφαλίσουν, αλλά φοβόταν και έτρεμε τα άλλα βασανιστήρια. Πρόσεχε λοιπόν την οικονομία του Θεού· όταν κάθισε ο δικαστής διέταξε να αποκεφαλίσουν εκείνον που ήταν έτοιμος να πάθει οτιδήποτε, τον άλλο όμως, αφού τον κρέμασε, τον έγδερνε, όχι μία και δύο φορές, αλλά τον περιέφερε και σε όλες τις πόλεις. Γιατί λοιπόν επιτράπηκε αυτό; Για να θεραπεύσει με τα βασανιστήρια την ολιγωρία της ψυχής του, για να απομακρύνει κάθε δειλία, για να μη φοβάται ποτέ πια ούτε να διστάζει, ούτε να τρέμει για το πράγμα αυτό. Και ο Ιωσήφ, όταν βιαζόταν πάρα πολύ να βγει από τη φυλακή, τότε κυρίως αυξανόταν η παραμονή του σε αυτήν.

Άκουσέ τον που λέγει στον αρχιοινοχόο στον οποίο και ερμήνευσε σωστά το όνειρο που είχε δει: «ὅτι κλοπῇ ἐκλάπην ἐκ γῆς Ἑβραίων (: αν είμαι δούλος, είμαι διότι μερικοί άνθρωποι με έκλεψαν από την χώρα των Εβραίων)» και «μνησθήσει περὶ ἐμοῦ πρὸς Φαραώ καὶ ἐξάξεις με ἐκ τοῦ ὀχυρώματος τούτου (: μη με λησμονήσεις ενώπιον του Φαραώ και φρόντισε να με βγάλεις από τη φυλακή αυτή)» [Γέν. 40, 14 και Γέν. 40, 15]. Γι’ αυτό παρέμεινε τελικά και άλλο στη φυλακή κατ’ οικονομία Θεού, για να μάθει ότι δεν πρέπει να έχει εμπιστοσύνη, ούτε να ελπίζει σε ανθρώπους, αλλά να στηρίζει τα πάντα στον Θεό.

Γνωρίζοντας λοιπόν αυτά, ας ευγνωμονούμε τον Θεό και ας κάνουμε όλα εκείνα που μας συμφέρουν, για να επιτύχουμε τα μελλοντικά αγαθά με τη βοήθεια του Κυρίου μας Ιησού Χριστού, μαζί με τον οποίο στον Πατέρα και συγχρόνως στο άγιο Πνεύμα ανήκει η δόξα, τώρα και πάντοτε και στους αιώνες των αιώνων. Αμήν.  

ΠΗΓΕΣ:

• https://greekdownloads3.files.wordpress.com/2014/08/in-epistulam-ad-titum.pdf

• Ιωάννου του Χρυσοστόμου Άπαντα τα έργα, Υπόμνημα στην Προς Τίτον επιστολή, ομιλία ΣΤ΄, πατερικές εκδόσεις «Γρηγόριος ο Παλαμάς»(ΕΠΕ), εκδ. οίκος «Το Βυζάντιον», Θεσσαλονίκη 1989, τόμος 24, σελίδες 118-135.

• http://www.greek-language.gr/digitalResources/ancient_greek/tools/liddell-scott/index.html

• Π. Τρεμπέλα, Η Καινή Διαθήκη με σύντομη ερμηνεία (απόδοση στην κοινή νεοελληνική), εκδόσεις αδελφότητος θεολόγων «Ο Σωτήρ», έκδοση τέταρτη, Αθήνα 2014.

• Η Καινή Διαθήκη, Κείμενον και ερμηνευτική απόδοσις υπό Ιωάννου Κολιτσάρα, εκδόσεις αδελφότητος θεολόγων «Η Ζωή», έκδοση τριακοστή τρίτη, Αθήνα 2009.

• Η Παλαιά Διαθήκη κατά τους εβδομήκοντα, Κείμενον και σύντομος απόδοσις του νοήματος υπό Ιωάννου Κολιτσάρα, εκδόσεις αδελφότητος θεολόγων «Η Ζωή», έκδοση τέταρτη, Αθήνα 2005.

• http://users.sch.gr/aiasgr/Palaia_Diathikh/Biblia/Palaia_Diathikh.htm

• http://users.sch.gr/aiasgr/Kainh_Diathikh/Biblia/Kainh_Diathikh.htm 

(Επιμέλεια κειμένου: Ελένη Λιναρδάκη, φιλόλογος) 

alopsis.gr

ΑΓΙΟΣ ΙΩΑΝΝΗΣ Ο ΧΡΥΣΟΣΤΟΜΟΣ: ΚΥΡΙΑΚΗ Δ' ΛΟΥΚΑ- Η ΠΑΡΑΒΟΛΗ ΤΟΥ ΣΠΟΡΕΩΣ!

Άγιος Ιωάννης ο Χρυσόστομος
Κυριακή Δ’ Λουκά- Η παραβολή του σπορέως

ομιλία μδ’.
(Λουκ. η’, 4-15) 

Α.

Αυτό που έλεγα προηγουμένως ότι, όταν λείπη η αρετή είναι όλα περιττά, αποδεικνύεται τώρα πλουσιώτατα. Εγώ έλεγα ότι και η ηλικία και η ιδιοσυγκρασία, και η κατοικία στην έρημο και τα παρόμοια δεν ωφελούν, όταν λείπη η αγαθή προαίρεση. Αυτό γίνεται ολοφάνερο από δω.

Ενώ μιλούσε στον κόσμο, του είπε κάποιος ότι η μητέρα σου και τ’ αδέλφια σου σ’ αναζητούν. Κι αυτός είπε· Ποια είναι η μητέρα μου και ποια τ’ αδέλφια μου; Αυτά τα έλεγε όχι επειδή ντρεπόταν τη μητέρα, ούτε γιατί αρνιόταν εκείνην, που τον είχε γεννήσει -αν ντρεπόταν δε θα γεννιόταν απ’ αυτήν. Ήθελε να φανερώση, ότι σε τίποτα δεν την ωφελούσε αυτό, αν δεν κάνη όλα όσα πρέπει. Κι αυτό που έκαμε ήταν περιττή φιλοδοξία· ήθελε να δείξη στον κόσμο ότι έχει στο χέρι το παιδί και το διατάζει· δεν υποψιαζόταν ακόμα τίποτα γι’ αυτόν σπουδαίο· για τούτο και ήρθε κοντά του άκαιρα.

Προσέξετε λοιπόν κι εκείνης την απερισκεψία κι αυτών. Έπρεπε να μπουν μαζί με τον κόσμο και ν’ ακούσουν κι αν δεν τους άρεσε αυτό, να περιμένουν να τελειώση το λόγο του και τότε να πλησιάσουν. Αυτοί όμως τον καλούν έξω και μάλιστα μπροστά σ’ όλους, δείχνοντας περιττή φιλοδοξία και θέλοντας ν’ αποδείξουν ότι του επιβάλλονται με πολλήν εξουσία. Αυτό το δείχνει κι ο Ευαγγελιστής κατηγορώντας τους. Αυτό ακριβώς υπονοεί όταν λέη· Ενώ μιλούσε αυτός ακόμα στον κόσμο. Σα να λέη· Δεν ήταν άλλη ώρα; Δεν μπορούσαν να μιλήσουν ιδιαιτέρως; Μα και για ποιο λόγο ήθελαν να μιλήσουν;

Αν ήταν για την υπεράσπιση της αλήθειας, έπρεπε να μιλήσουν φανερά και μπροστά σε όλους, ώστε να ωφεληθούν και οι άλλοι· αν όμως για πράγματα με ατομικό ενδιαφέρον δεν έπρεπε να βιάζωνται τόσο. Αφού δεν επέτρεψε την ταφή του πατέρα, για να μην εμποδιστούν να τον ακολουθήσουν, πολύ περισσότερο δεν έπρεπε να διακόψη την ομιλία του για χάρη ανθρώπων χωρίς συγγενική σχέση. Φανερό λοιπόν πως από κενοδοξία μόνο ενεργούσαν έτσι. Αυτό το έλεγε και ο Ιωάννης ότι ούτε οι αδελφοί του δεν πίστευαν σ’ αυτόν. Κι επαναλαμβάνει τα λόγια τους, που είναι γεμάτα από αστοχασιά· ότι τον τραβούσαν προς τα Ιεροσόλυμα, όχι γι’ άλλο λόγο αλλά να κερδίσουν δόξα από τα θαύματά του. Αν κάμης αυτά τα θαύματα, λέει, παρουσιάσου στον κόσμο. Κανένας δεν κάμει κάτι στα κρυφά και θέλει έπειτα να είναι γνωστός. Τότε κι αυτός τους επιτίμησε, κατηγορώντας το σαρκικό φρόνημά τους.

Οι Ιουδαίοι τον περιγελούσαν, ότι δεν είναι αυτός ο γιος του μαραγκού, που ξέρομε τον πατέρα και τη μητέρα του κι οι αδελφοί του δεν είναι της σειράς μας; Γι’ αυτό κι εκείνοι αποκρούοντας την ασημότητα της γενιάς τους, τον έσπρωχναν στην επίδειξη των θαυμάτων του. Γι’ αυτό τους αντιφέρεται, θέλοντας να θεραπεύση το νόσημά τους. Αν ήθελε ν’ αρνηθή τη μητέρα του, θα το έκαμε, όταν εκείνοι τον περιγελούσαν. Τότε όμως φαίνεται ότι τόσο φροντίζει γι’ αυτήν, ώστε και στον ίδιο τον σταυρό όταν ήταν, την εμπιστεύεται στον πιο αγαπητό απ’ όλους μαθητή του και πολλά του παραγγέλλει γι’ αυτήν. Τώρα όμως δεν ενεργεί έτσι, επειδή φροντίζει γι’ αυτήν και τους αδελφούς. Επειδή τον έβλεπαν σαν απλό άνθρωπο και ένιωθαν κενοδοξία, απομακρύνει το πάθος τους, όχι επιπλήττοντάς τους αλλά διορθώνοντάς τους.

Εμείς ας προσέξωμε όχι μόνο τους λόγους, που εκφράζουν τη ζυγισμένη εκτίμηση, αλλά και την οίηση και την τόλμη που έδειξαν οι αδελφοί του και ποιος ήταν αυτός που επιτιμούσε. Δεν ήταν απλός άνθρωπος, αλλά ο Μονογενής του Θεού. Ακόμα τι επιδίωκε με την εκτίμηση; Δεν ήθελε να τους οδηγήση σ’ αδιέξοδο αλλά να τους απαλλάξη από ένα πολύ τυραννικό πάθος και λίγο λίγο να τους ανεβάση στη σωστή αντίληψη για τον εαυτό του και να τους πείση ότι δεν ήταν μόνο γιος της αλλά και Κύριος. Θα δούμε τότε ότι ήταν σ’ αυτόν πολύ ταιριαστό να επιτιμά και εκείνη κέρδιζε ωφέλεια. Κι ακόμα ότι ήταν μια επιτίμηση πολύ ήπια. Δεν είπε στη μητέρα του· Φύγε, γιατί δεν είσαι η μητέρα μου. Αλλά απευθύνεται σ’ εκείνο που του μίλησε· είπε· Ποια είναι η μητέρα μου; Πετυχαίνει και τούτο με το λόγο του· να μην αμελούν την αρετή μήτε αυτοί μήτε άλλοι με το θάρρος της συγγένειας. Γιατί αν δεν ωφελούσε εκείνην το ότι ήταν μητέρα του αν δεν είχε αρετή, με δυσκολία κάποιον άλλον θα έσωζε η συγγένεια.

Μια καλή καταγωγή μόνο υπάρχει, το να κάμης δηλαδή το θέλημα του Θεού. Αυτό το είδος της καταγωγής είναι καλύτερο από κείνο και πιο βασικό. 

Β.

Ας έχουμε στο νου μας αυτά κι ας μην καυχιώμαστε μήτε για τα εξαίρετα παιδιά μας, αν δεν έχωμε οι ίδιοι την αρετή τους, μήτε για τους γενναίους πατέρες μας, αν δεν έχωμε την ίδια γενναιότητα. Γίνεται να μην είναι πατέρας σου κι αυτός που σε γέννησε, κι αυτός που δε σε γέννησε να είναι. Γι’ αυτό όταν άλλοτε του είπε κάποια γυναίκα· Μακαρισμένη η γυναίκα που σε γέννησε και σε θήλασε, δεν είπε, δε με γέννησε γυναίκα ούτε θήλασα. Είπε τούτο· Καλά, αλλά μακαρισμένοι όσοι κάνουν το θέλημα του Πατέρα μου. Βλέπετε ότι ποτέ δεν αρνείται τη φυσική συγγένεια, προσθέτει όμως τη συγγένεια της αρετής. Κι ο Πρόδρομος λέγοντας· Γεννήματα εχιδνών, μη πήτε πατέρα έχομε τον Αβραάμ, δε θέλει να δείξη ότι δεν προέρχονται από τον Αβραάμ, αλλά ότι η καταγωγή τους αυτή σε τίποτε δεν τους ωφελεί, αν δεν έχουν τη συγγένεια της διαγωγής. Το ίδιο δηλώνει κι ο Χριστός, όταν έλεγε· Αν ήσαστε παιδιά του Αβραάμ, θα εκάματε τα έργα του Αβραάμ. Δε θέλει να τους αποξενώσει από τη φυσική συγγένεια αλλά τους υποδεικνύει να επιδιώξουν την ανώτερη από αυτήν και βασικώτερη.

Αυτό αποδεικνύει κι αλλού, αλλά με τρόπο λιγώτερο πειραχτικό και λεπτότερο, γιατί βέβαια μιλούσε στην μητέρα του. Δεν είπε ότι «δέν είναι μητέρα μου, επειδή δεν κάμουν το θέλημά μου»· ούτε τους αποκήρυξε ούτε τους καταδίκασε· τους αναγνωρίζει ακόμα το δικαίωμα της βουλήσέως τους, μιλώντας τους με τη μετριοπάθεια που του ταιριάζει. Αυτοί που κάνουν το θέλημα, λέει, του Πατέρα μου, αυτοί είναι αδελφός μου και μητέρα μου. Ώστε αν θέλουν να είναι, ας βαδίσουν το δρόμο αυτό.

Κι όταν φώναξε η γυναίκα «μακαρισμένη η γυναίκα που σε γέννησε», δεν είπε «δεν είναι μητέρα μου, αλλά αν θέλη να είναι μακαρισμένη, ας κάνη το θέλημα του Πατέρα μου. Αυτός ο άνθρωπος μου είναι αδελφός και αδελφή και μητέρα». Ύψος τιμής, αξία της αρετής. Σε τι κορυφές ανεβάζει όποιον τη διαθέτει! Πόσες γυναίκες εμακάρισαν την αγία Παρθένο κι ευχήθηκαν να γίνουν οι ίδιες τέτοιες μητέρες κι ας έχασαν τα πάντα. Τι λοιπόν τους εμποδίζει; Μας άνοιξαν πλατύ δρόμο, και μπορούν όχι μόνο γυναίκες αλλά και άνδρες να βρεθούν σ’ αυτό το επίπεδο και σε ακόμα ψηλότερο. Αυτό έχει πολύ περισσότερη δύναμη να φτιάξη τη μητέρα παρά εκείνοι οι πόνοι του τοκετού. Ώστε αν αξίζη εκείνο να μακαρίζεται, πολύ περισσότερο αξίζει αυτό, όσο βασικώτερο είναι. Μην έχης λοιπόν την επιθυμία μόνο αλλά με πολλή προθυμία βάδιζε και το δρόμο, που θα σε φέρη στην εκπλήρωση της επιθυμίας σου. Αυτό είπε και βγήκε από το σπίτι.

Παρατηρήσατε πως και τους επιτίμησε και αυτό έκαμε που ποθούσαν. Το ίδιο κάμει και στους γάμους. Κι εκεί επιτίμησε τη μητέρα του, όταν ζητούσε πριν από την ώρα και συνάμα δεν εναντιώθηκε· με το πρώτο ήθελε να διορθώση την ανθρώπινη αδυναμία τους, με το δεύτερο έδειξε την αγάπη προς τη μητέρα του. Έτσι κι εδώ· και τη νόσο της κενοδοξίας εθεράπευσε και όπως έπρεπε ετίμησε την μητέρα του, μολονότι ήταν άκαιρη η αίτησή της.

Την ημέρα εκείνη, γράφει ο Ευαγγελιστής, βγήκε ο Ιησούς από το σπίτι και καθόταν κοντά στη θάλασσα. Αν θέλετε, τους λέει, να ιδήτε και ν’ ακούσετε, ιδού βγαίνω έξω και σας μιλώ. Αφού έκαμε πολλά θαύματα, παρέχει πάλι την ωφέλεια της διδασκαλίας του. Και κάθεται κοντά στη θάλασσα, ψαράς που προσπαθεί να πιάση στα δίχτυα του τους κατοίκους της γης. Και δεν κάθισε τυχαία κοντά στη θάλασσα· ο Ευαγγελιστής κάνει υπαινιγμό. Το έκαμε για να δείξη ότι ήθελε με προσοχή να φτιάξη το θέατρο, να τους έχη όλους εμπρός και κανένα στα νώτα. Και μαζεύτηκε, συνεχίζει, κοντά του κόσμος πολύς, ώστε αναγκάστηκε να μπη και να καθίση στο πλοίο. Κι όλος ο κόσμος στεκόταν στην ακρογιαλιά. Κι αφού κάθισε εκεί τους μιλά με παραβολές. «Και τους μίλησε, γράφει, πολλή ώρα με παραβολές». –Στο βουνό δεν είχε κάμει έτσι, ούτε έπλεξε το λόγο του με τόσες παραβολές.- Τότε ήσαν πλήθη μονάχα, κόσμος ακαλιέργητος· εδώ όμως δεν έλειπαν και οι γραμματείς και οι Φαρισαίοι – Προσέξετε τώρα ποια παραβολή τους απευθύνει πρώτα και πώς την εκθέτει με τη σειρά ο Ματθαίος. Ποιά λοιπόν λέγει πρώτη; Αυτήν που έπρεπε να πη πρώτη, που κάνει προσεκτικώτερο τον ακροατή. Επειδή ήταν να μιλήση μεταφορικά, ξυπνά πρώτα το μυαλό των ακροατών του με την παραβολή. Γι’ αυτό κι άλλος ευαγγελιστής τους επιτίμησε γιατί δεν εννοούσαν· Πώς δεν αντιληφθήκατε την παραβολή; Και δε μιλά γι’ αυτό μονάχα με παραβολές αλλά για να κάνη το λόγο πιο παραστατικό και να τον εντυπώση βαθύτερα και να φέρη τα πράγματα μπροστά στα μάτια τους. Το ίδιο κάνουν και οι προφήτες. 

Γ.

Ποια είναι λοιπόν η παραβολή; Ιδού βγήκε λέει, αυτός που σπέρνει για να σπείρη. Από πού βγήκε αυτός που είναι παρών σ’ όλα τα μέρη, αυτός που τα γεμίζει όλα; Και πώς βγήκε; Όχι τοπικά αλλά κατά τη σχετική με εμάς οικονομία του, έγινε πλησιέστερός μας με την ένδυση της σάρκας. Επειδή δεν μπορούσαμε να μπούμε εμείς, καθώς μας έκλειναν την είσοδο τα αμαρτήματά μας, βγαίνει εκείνος σ’ εμάς. Και με ποιο σκοπό βγήκε; Για να καταστρέψη τη γεμάτη από αγκάθια γη και να τιμωρήση τους γεωργούς; καθόλου· αλλά να καλλιεργήση και να φροντίση και να σπείρη το λόγο της ευσέβειας. Σπόρο εδώ εννοεί τη διδασκαλία· χωράφι τις ψυχές των ανθρώπων· σπορέα τον εαυτό του.

Και ποια η τύχη του σπόρου τούτου; Τα τρία μέρη χάνονται, μένει το ένα. Κι όπως έσπερνε, μέρος του σπόρου έπεσε κοντά στο δρόμο. Κι ήρθαν τα πουλιά και τον έφαγαν. Δεν είπε ότι αυτός έριξε το σπόρο αλλά έπεσε. Μέρος του σπόρου έπεσε στην πέτρα, όπου δεν είχε χώμα πολύ· φύτρωσε αμέσως επειδή δεν είχε βάθος η γη· το χτύπησε ο ήλιος που βγήκε και επειδή δεν είχε ρίζα ξεράθηκε. Άλλο μέρος έπεσε στ’ αγκάθια αλλά τ’ αγκάθια ψήλωσαν και έπνιξαν τα φυτά. Άλλο μέρος έπεσε στη καλή γη κι έδωσε καρπό στα εκατό, και στα εξήντα και στα τριάντα. Όποιος έχει αυτιά ας ακούη.

Το τέταρτο έμεινε μόνο κι όχι ίσο με τ’ άλλα αλλά κι εδώ με μεγάλη διαφορά. Τα έλεγε αυτά δείχνοντας ότι πλούσια μιλούσε σ’ όλους. Κι όπως αυτός που σπέρνει δε χωρίζει το χωράφι που απλώνεται μπροστά του αλλά απλά και χωρίς να κάνη διάκριση ρίχνει το σπόρο, έτσι κι αυτός δεν ξεχωρίζει πλούσιο και φτωχό, σοφό και άσοφο, οκνηρό και ενεργητικό, γενναίο και δειλό· μιλούσε σ’ όλους, εκπληρώνοντας την αποστολή του, αν και γνωρίζη τι θα συμβή. Θέλει να έχει το δικαίωμα να πη· «τι έπρεπε να κάνω που δεν το έκαμα;».

Και οι προφήτες παρομοιάζουν το λαό με αμπέλι. «Απόχτησε αμπέλι ο αγαπητός», γράφει. Και «μεταφύτεψε αμπέλι από την Αίγυπτο». Ο Χριστός μιλάει για σπόρο, για να φανερώση τι πράγμα; Ότι τώρα θα είναι γρήγορη η υπακοή κι ευκολώτερη και θα δώση αμέσως τον καρπό της. Κι όταν ακούσετε ότι βγήκε αυτός που σπέρνει για να σπείρη, μη το θεωρήσετε τούτο ταυτολογία. Γιατί αυτός που σπέρνει βγαίνει πολλές φορές και για άλλη εργασία, να συμπληρώση, να κάψη τα άχρηστα χόρτα, να βγάλη τ’ αγκάθια, να φροντίζη για κάτι άλλο. Αυτός όμως βγήκε για να σπείρη.

Πέστε μου τώρα, πώς χάθηκε ο περισσότερος σπόρος. Όχι από αφορμή αυτόν που έσπειρε, αλλά από αφορμή τη γη που δέχτηκε τη σπορά, δηλαδή την ψυχή που δεν άκουσε. Και γιατί δε λέει, ότι άλλο σπόρο δέχτηκαν οι οκνηροί και τον χάλασαν, άλλον οι πλούσιοι και τον έπνιξαν κι άλλον οι αδιάφοροι και τον πρόδωσαν; Δε θέλει να τους χτυπήση δυνατά, για να μην τους οδηγήση στην απόγνωση αλλά αφήνει τον έλεγχο στην συνείδηση των ακροατών. Και δεν το έπαθε αυτό ο σπόρος μονάχα αλλά και το δίχτυ. Γιατί πολλά άχρηστα έφερε κι αυτό. Και τους λέει αυτή την παραβολή προαλείφοντας και προετοιμάζοντας τους μαθητάς να μην απογοητεύωνται, ακόμα κι αν χάνωνται περισσότεροι απ’ όσους που δέχονται το λόγο. Αυτό έγινε και στο Δεσπότη· κι αυτός που εγνώριζε από πρώτα ότι αυτά θα γίνουν, δεν αρνήθηκε τη σπορά.

Και πώς δικαιολογείται η σπορά πάνω στ’ αγκάθια και στην πέτρα και στον δρόμο; Βέβαια είναι αδικαιολόγητη στην περίπτωση του πραγματικού σπόρου και της γης. Στις ψυχές όμως και τη διδασκαλία, γίνεται αυτό αφορμή για πολύν έπαινο. Σωστά μπορείς να κατηγορήσης το γεωργό που σπέρνει έτσι. Γιατί δεν πρόκειται η πέτρα να γίνη γη, και ο δρόμος να μην είναι δρόμος και τα αγκάθια αγκάθια. Στις λογικές όμως υπάρξεις δε γίνεται έτσι. Είναι δυνατό η πέτρα ν’ αλλάξη και να γίνη εύφορη γη, κι ο δρόμος να μην πατιέται πια, μήτε να είναι ανοιχτός σ’ όλους τους περαστικούς αλλά να γίνη χωράφι γόνιμο και τ’ αγκάθια να εξαφανιστούν και οι σπόροι να έχουν μεγάλη άνεση. Αν δεν ήταν αυτό σωστό, δε θα έσπερνε εκείνος. Κι αν δεν έγινε σ’ όλους μεταβολή, δεν εξαρτάται απ’ αυτόν που έσπειρε αλλ’ απ’ αυτούς που δε θέλησαν ν’ αλλάξουν. Εκείνος έκαμε το δικό του έργο. Αν αυτοί το πρόδωσαν, δεν έχει ευθύνη αυτός που έδειξε τόση φιλανθρωπία.

Προσέξτε σεις ότι δεν είναι ένας ο δρόμος της καταστροφής αλλά πολλοί και διάφοροι μεταξύ τους. Οι άνθρωποι που παρομοιάζονται με δρόμο είναι οι βάναυσοι και οι οκνηροί και οι αδιάφοροι· με την πέτρα οι πιο ασθενικοί μόνο. Τα πετρώδη μέρη που δέχτηκαν το σπόρο είναι αυτοί που ακούν το λόγο και τον δέχονται αμέσως με χαρά, δε ριζώνει όμως μέσα τους βαθιά αλλά είναι προσωρινός. Κι όταν έρθη θλίψη ή διωγμός εξ αιτίας του λόγου, σκανδαλίζονται αμέσως. Σε καθέναν που ακούει το λόγο της αλήθειας και δεν τον κατανοεί έρχεται ο πονηρός κι αρπάζει το σπόρο από την καρδιά του. Αυτός είναι ο σπόρος που έπεσε στο δρόμο. Ούτε είναι ίσο να απομαραθή η διδασκαλία χωρίς να την πειράζη είτε να την κλονίζει κανένας και να το πάθη αυτό επειδή απειλούνται δοκιμασίες. Αυτοί πάλι που μοιάζουν με τ’ αγκάθια είναι πολύ πιο ασυγχώρητοι απ’ τους άλλους. 

Δ.

Για να μην πάθωμε κάτι απ’ αυτά ας σκεπάσωμε με την προθυμία μας τους λόγους και με την αδιάκοπη μνήμη. Κι αν τους αρπάζη ο διάβολος, στο χέρι μας είναι να μην τους αρπάζη· κι αν ξηραίνωνται οι σπόροι, δε γίνεται αυτό από τη ζέστη –γιατί δεν είπε ότι ξεράθηκαν από τη ζέστη, αλλά επειδή δεν είχαν ρίζα· κι αν πνίγεται ο λόγος, δε γίνεται από τ’ αγκάθια αλλά απ’ αυτούς που αφήνουν τ’ αγκάθια να μεγαλώσουν. Είναι δυνατό, αν θέλης, να εμποδίσης τη βλαβερή αυτή βλάστηση και να χρησιμοποιήσης τον πλούτο σου όπως πρέπει. Γι’ αυτό δεν είπε, η ζωή αυτή αλλά η φροντίδα της ζωής αυτής. Ούτε ο πλούτος αλλά η απάτη του πλούτου.

Ας μη κατηγορούμε λοιπόν τα πράγματα αλλά το χαλασμένο φρόνημα. Είναι δυνατό να είναι κανένας πλούσιος και να μην ξεγελιέται· και στη ζωή αυτή να ζη και να μην πνίγεται με τις φροντίδες. Έχει ο πλούτος δυο μειονεκτήματα αντίθετα· το ένα βασανίζει και σκοτίζει, η μέριμνα· το άλλο προκαλεί τη μαλθακότητα, η τρυφή. Και καλά είπε «η απάτη του πλούτου». Όλα που μας δίνει ο πλούτος είναι απάτη. Είναι απλές λέξεις που δεν αντιπροσωπεύουν πράγματα. Η απόλαυση, η δόξα, ο καλλωπισμός, όλα αυτά είναι μια φαντασία ξεκομμένη από τα πράγματα.

Αφού ανάφερε τους τρόπους της απώλειας, θέτει ύστερα την καλή γη· δε μας αφήνει έτσι στην απόγνωση αλλά μας δίνει την ελπίδα της μετανοίας και δείχνει ότι είναι δυνατό από όσα είπε να γυρίσωμε σ’ αυτήν. Αλλά πάλι μόλο που η γη είναι καλή, ένας ο σπορέας και ο σπόρος ο ίδιος, γιατί άλλος αποδίδει στα εκατό, άλλος στα εξήντα κι άλλος στα τριάντα; Εδώ πάλι η διαφορά βρίσκεται στη φύση της γης. Όπου υπάρχει καλή γη, είναι σ’ αυτή κι η διαφορά πολλή. Βλέπετε ότι δεν είναι αίτιος ο γεωργός, ούτε ο σπόρος αλλά η γη, που δέχεται το σπόρο· όχι ανάλογα με τη φύση αλλά με τη γνώμη.

Κι εδώ υπάρχει πολλή φιλανθρωπία, γιατί δεν απαιτεί απ’ όλους το ίδιο μέτρο της αρετής αλλά και τους πρώτους δέχεται, και τους δεύτερους δε διώχνει και δίνει θέση και στους τρίτους. Αυτά τα λέει, για να μη νομίσουν αυτοί που τον ακολουθούν ότι φτάνει η ακρόαση μόνο για τη σωτηρία. Και για ποιο λόγο δεν αναφέρει και τις άλλες κακίες, όπως είναι η επιθυμία των σωμάτων, η κενοδοξία… Με τις εκφράσεις «μέριμνα της ζωής αυτής», και «απάτη του πλούτου» τ’ ανάφερε όλα. Γιατί η κενοδοξία κι όλα τ’ άλλα περιλαμβάνονται «στη ζωή αυτή» και «στην απάτη του πλούτου»· κι αν πης την απόλαυση, τη λαιμαργία, τη ζήλεια, την κενοδοξία και τα όμοια.

Πρόσθεσε συνάμα στο δρόμο την πέτρα, για να δείξη ότι δε φτάνει νάχης απαλλαγή από την περιουσία μονάχα αλλά πρέπει να πραγματοποιήσης και την άλλη αρετή. Τι σημαίνει, να είσαι ελεύθερος από χρήματα, να είσαι άνανδρος ή μαλθακός; Και πάλι, αν δεν είσαι άνανδρος, είσαι όμως οκνηρός κι αδιάφορος στην ακρόαση του λόγου; Δε μας φτάνει ένα μέρος της αρετής για να σωθούμε. Αλλά χρειαζόμαστε πρώτα ακριβή ακρόαση και παντοτινή θύμηση κι έπειτα ανδρεία, έπειτα περιφρόνηση των χρημάτων κι απελευθέρωση απ’ όλα τα βιωτικά. Γι’ αυτό ακριβώς θέτει αυτήν πρωτύτερα από εκείνη, γιατί αυτή πρώτα μας χρειάζεται. (Πως θα πιστέψουν, αν δεν ακούσουν; Όπως κι εμείς, αν δεν προσέχωμε στα λεγόμενα, ούτε να πληροφορηθούμε δε θα μπορέσωμε τι πρέπει να κάνωμε). Έπειτα αναφέρει την ανδρεία και την περιφρόνηση των παρόντων.

Ας ακούμε αυτά κι ας περιτειχίζωμε γύρω γύρω τον εαυτό μας, δίνοντας προσοχή στη διδασκαλία κι αφήνοντας τις ρίζες να πάνε βαθιά και καθαρίζοντας τον εαυτό μας απ’ όλα τα βιοτικά. Αν όμως άλλα κάνωμε κι άλλα παραμελούμε, δεν κερδίζομε τίποτα· κι αν δεν χανόμαστε έτσι, χανόμαστε αλλιώτικα. Τι διαφορά υπάρχει αν χαθούμε όχι εξ αιτίας του πλούτου αλλά από οκνηρία, κι αν καταστραφούμε όχι από οκνηρία αλλά από ανανδρεία; Κι ο γεωργός είτε έτσι είτε αλλιώς χάση το σπόρο του, ίδια λυπάται. Ας μην παρηγορούμαστε λοιπόν, επειδή δεν χανόμαστε με όλους μαζί τους τρόπους· ας λυπούμαστε μ’ όποιον τρόπο κι αν χανόμαστε κι ας κάψωμε τα αγκάθια, γιατί πνίγουν το λόγο.

Το γνωρίζουν αυτό όσοι πλουτούν, που δεν είναι χρήσιμοι μήτε γι’ αυτά μήτε και γι’ άλλα. Έτσι όπως έγιναν δούλοι κι αιχμάλωτοι των απολαύσεων, είναι άχρηστοι και για τα κοσμικά ζητήματα· κι αν είναι γι’ αυτά, είναι πολύ περισσότερο για τα ουράνια. Διπλή βλάβη του νου μας προέρχεται απ’ αυτά, κι από την τρυφή κι από τη φροντίδα. Απ’ αυτά το καθένα χωριστά είναι ικανό να βουλιάξη το σκάφος μας· όταν συνεργαστούν και τα δύο σκεφτήτε πόσο μεγάλη γίνεται η τρικυμία. 

Ε.

Μη θαυμάσετε που ονόμασε την τρυφή αγκάθια. Δεν το γνωρίζει όποιος παραφέρεται από το πάθος. Οι φρόνιμοι γνωρίζουν ότι προξενεί περισσότερο πόνο από τ’ αγκάθια, κι ότι η τρυφή πιο πολύ απ’ ό,τι η μέριμνα καταδαπανά την ψυχή. Ούτε τόσο βασανίζεται κάποιος από τη φροντίδα, όσο από την αφθονία. Όταν πολιορκούν τον τρυφηλό αγρυπνίες, και ημικρανίες και πονοκέφαλοι και πόνοι των σπλάχνων, σκεφθήτε από πόσα αγκάθια είναι όλ’ αυτά χειρότερα. Κι όπως τ’ αγκάθια απ’ όπου κι αν τα κρατήσης ματώνουν τα χέρια, όμοια και η τρυφή και τα πόδια και τα χέρια και το κεφάλι και τα μάτια κι όλα τα μέλη γενικά τα καταστρέφει. Και είναι ξηρή και άγονη, όπως τ’ αγκάθια και περισσότερη από κείνα λύπη προξενεί και μάλιστα στα καίρια.

Φέρνει πρόωρα γηρατειά, αμβλύνει τις αισθήσεις, σκοτίζει το λογισμό, τραυματίζει την οξύτητα του νου, κάνει το σώμα πλαδαρό. Πιο πλούσια κάνοντας την αποθήκη της κοπριάς και μαζεύοντας μεγάλο σωρό κακών παραμεγαλώνει το φορτίο και γεμίζει το σώμα παραπάνω από το μέτρο. Γι’ αυτό κι οι πτώσεις είναι αδιάκοπες και πυκνά τα ναυάγια. Γιατί παχαίνεις το σώμα σου; πες μου. Μήπως σε προορίζομε για τη θυσία και θα σε παραθέσωμε σε τραπέζι; Είναι ορθό να παχαίνωμε τα πουλερικά μόνο· και μήτε εκείνα. Γιατί όταν παχύνουν είναι ακατάλληλα για την υγιεινή ζωή. Τόσο κακή είναι η τρυφή, ώστε και στ’ άλογα ζώα παρουσιάζει τη βλάβη της. Γιατί και τα πουλερικά που τρυφούν τα κάνομε άχρηστα και για τον εαυτό τους και για μας. Γιατί το πάχος είναι που δημιουργεί τις ανωμαλίες στη χώνευση. Εκείνα όμως που δεν τρέφονται έτσι αλλά περνούν, θα έλεγα με νηστεία και κανονική δίαιτα, με στέρηση και ταλαιπωρία, αυτά είναι χρήσιμα και στον εαυτό τους και στους άλλους, και ως τροφή και για όλα τα άλλα. Αυτοί που τρώνε τα
τελευταία είναι πιο υγιείς· εκείνοι που τρώνε τα πρώτα μοιάζουν μ’ αυτά τα ίδια, γίνονται δυσκίνητοι και φιλάσθενοι, χειροτερεύουν τα δεσμά του σώματός τους.

Τίποτα δεν είναι τόσο εχθρικό και βλαβερό στο σώμα, όσο η τρυφή. Τίποτα δεν οδηγεί στη διάρρηξη και τη διάλυση το σώμα, όσο η ασωτία. Γι’ αυτό κι από δω μεγάλη έκπληξη θα δοκιμάση κανείς με την ανοησία τους, που μήτε όση προσοχή έχουν άλλοι για τα ασκιά τους δε θέλουν αυτοί να δείξουν για τον εαυτό τους. Τα ασκιά οι εμποριοι του κρασιού δεν αφήνουν να γεμίσουν περισσότερο από όσο πρέπει, για να μη σκάσουν· αυτοί όμως δεν αξίωνουν μήτε για τόση πρόνοια την ταλαίπωρη κοιλιά τους. Αλλά όταν τη γεμίσουν και τη σκάσουν ως τ’ αυτιά και τη μύτη, ως επάνω στον οισοφάγο φέρνουν τις τροφές και προκαλούν διπλή στενοχώρια και στην ψυχή και στη δύναμη που συντηρεί το σώμα.

Μήπως γι’ αυτό έχεις το λαιμό; Για να τον απογεμίσης ως επάνω, στο στόμα, από σαπισμένο, κρασί και την άλλη φθορά; Όχι γι’ αυτό βέβαια, άνθρωπέ μου. Αλλά για να υμνής πρώτα το Θεό και να του αναπέμπης τις ιερές προσευχές και να μελετάς το θείο του νόμο και να δίνης ωφέλιμες συμβουλές στους αδελφούς σου. Συ όμως σα να τον έχης λάβει γι’ αυτό, δεν αφήνεις ούτε μια στιγμή να σταματήση από τη λειτουργία αυτή και σ’ όλη τη ζωή σου τον υποτάσσεις σ’ αυτήν την κακή δουλεία.

Κι όπως αν προμηθευτή κάποιος κιθάρα με χρυσές χορδές, τονισμένη αρμονικά κι αντί να παίζη σ’ αυτή παναρμόνιο μέλος, τη σκεπάση με πολλή κοπριά και λάσπη, έτσι κάνουν κι αυτοί. Κοπριά ωνόμασα όχι την τροφή αλλά την τρυφή και την πολλή εκείνη ακολασία. Γιατί το παραπάνω από το χρειαζούμενο δεν είναι τροφή αλλά βλάβη μονάχα. Η κοιλιά έγινε μόνο για να δέχεται τις τροφές· το σώμα όμως κι ο φάρυγγας κι η γλώσσα και για άλλες λειτουργίες πιο απαραίτητες. Αλλά και η κοιλιά δεν έγινε απλά για να δέχεται τροφή αλλά την κανονική τροφή. Κι αυτό το φανερώνει με άπειρες φωνές, όταν την επηρεάσωμε μ’ αυτού του είδους την πλεονεξία. Και δε φωνάζει μόνο αλλά αμύνεται και μας ζητά για την αδικία την πιο μεγάλη τιμωρία.

Πρώτα τιμωρεί τα πόδια που μας σηκώνουν και μας μεταφέρουν στα πονηρά εκείνα συμπόσια, έπειτα αχρηστεύει τα χέρια που τη διακονούν, επειδή τόσα και τέτοια φαγητά της πρόσφεραν· πολλοί βοηθήσανε να παραμορφωθή και το ίδιο το στόμα τους και τα μάτια και το κεφάλι. Κι όπως ο υπηρέτης, όταν του επιβάλλουν κάτι πάνω από τη δύναμή του, φτάνει σ’ απόγνωση και δεν υπακούει πολλές φορές σ’ αυτόν που τον διέταξε, έτσι κι αυτή· μαζί με τα μέλη που ανέφερα, όταν την παραπιέσωμε, διαφθείρει και καταστρέφει πολλές φορές και τον ίδιο τον εγκέφαλο. Κι αυτό καλά το οικονόμησε ο Θεός, και προξενήται τόση βλάβη από την παράβαση του μέτρου. Έτσι όταν θα ζης θεληματικά την πνευματική ζωή, να μάθης από το φόβο της τόσης καταστροφής, να ακολουθής το μέτρο έστω και χωρίς να θέλης.

Έχοντας αυτό στο νου μας, ας αποφύγωμε την τρυφή, ας ασκήσωμε το μέτρο μ’ επιμέλεια, για να απολαύσωμε και τη σωματική υγεία και να επιτύχωμε τα μελλοντικά αγαθά, αφού απαλλάξωμε την ψυχή μας από κάθε αδυναμία με τη χάρη και τη φιλαθρωπία του Κυρίου μας Ιησού Χριστού. Σ’ αυτόν ανήκει η δόξα κι η δύναμη στους αιώνες. Αμήν. 

(Μητροπολίτου Τρίκκης και Σταγών Διονυσίου, “Πατερικόν Κυριακοδρόμιον”. Τόμος Δεύτερος, Αθήναι 1969, σελ..28-40) 

alopsis.gr