ΑΝ ΒΙΑΖΕΣΑΙ ΝΑ ΔΕΙΣ ΤΟΝ ΚΟΣΜΟ ΝΑ ΓΙΝΕΤΑΙ ΚΑΛΥΤΕΡΟΣ, ΑΡΧΙΣΕ ΑΠΟ ΤΟΝ ΕΑΥΤΟ ΣΟΥ. ΕΙΝΑΙ Ο ΣΥΝΤΟΜΟΤΕΡΟΣ ΔΡΟΜΟΣ.

Σάββατο 27 Ιανουαρίου 2018

ΗΡΑΚΛΗΣ ΡΕΡΑΚΗΣ: «H ΧΡΙΣΤΙΑΝΙΚΗ ΤΑΥΤΟΤΗΤΑ ΤΗΣ ΜΑΚΕΔΟΝΙΑΣ»

 Ηρακλής Ρεράκης, Καθηγητής Παιδαγωγικής – Χριστιανικής Παιδαγωγικής
της Θεολογικής Σχολής του ΑΠΘ
«H χριστιανική ταυτότητα της Μακεδονίας»

Διαβάζοντας κανείς τις Πράξεις των Αποστόλων διαπιστώνει αβίαστα ότι η Μακεδονία, εκτός από το γεγονός ότι είναι μία και Ελληνική, είναι επίσης και χριστιανική. Τα χριστιανικά χαρακτηριστικά γνωρίσματα της ταυτότητάς της, που συμβάλλουν και στη  διαχρονική πολιτισμική και θρησκευτική της εξέλιξη, τα έλαβε από τον Απόστολο των Εθνών Παύλο ήδη από το 50 μ.Χ.

Οι ιστορικές μαρτυρίες, που αναφέρονται στις Πράξεις των Αποστόλων, αποτελούν ακλόνητα και αποστομωτικά επιχειρήματα, που αποδεικνύουν ότι η ήδη ιστορικά γνωστή ελληνική Μακεδονία υπήρξε η πρώτη χριστιανική περιοχή της Ευρώπης, οι κάτοικοί της οι πρώτοι ευρωπαίοι Χριστιανοί και οι πόλεις της οι πρώτες εκχριστιανισθείσες πόλεις της ευρωπαϊκής Ηπείρου.
Ο εκχριστιανισμός της Μακεδονίας, αφενός, έμελε να αποτελέσει μια νέα σελίδα στην πολιτισμική εξέλιξη ολόκληρης της Ευρώπης και, αφετέρου, αποτελεί μια ιστορική απόδειξη, η οποία διαψεύδει απόλυτα τους αβάσιμους και ανιστόρητους ισχυρισμούς που προβάλλονται και αποτελούν τα ερείσματα των επιχειρημάτων των σημερινών διεκδικητών του ονόματος της Μακεδονίας και των υποστηρικτών τους, αποδεικνύοντας, ως αυθαίρετη, την εκ του πονηρού μεθόδευση ανεύρεσης ψεύτικων στοιχείων για τη βραχυπρόθεσμη ή μακροπρόθεσμη αμφισβήτηση των ιστορικών και εθνικών μας ορίων.
Τα στοιχεία που αναφέρονται στις Πράξεις των Αποστόλων αποδομούν τις θέσεις των Σκοπίων, ότι έχουν ιστορική σχέση με τη Μακεδονία, αποδεικνύοντας ταυτόχρονα ότι οι νεωτερικές αυτές θέσεις είναι μεθοδευμένες και κατασκευασμένες για να στηρίξουν τα ποικίλα συμφέροντα των ισχυρών, εφόσον το νεόδμητο κράτος των Σκοπίων δεν έχει καμιά σχέση με την Μακεδονία και την ιστορική της συνέχεια.
Οι πράξεις των Αποστόλων αναφέρουν ρητά ότι ο Απ. Παύλος, ενώ βρισκόταν στην Τρωάδα, είδε σε όραμα έναν Μακεδόνα να τον καλεί να περάσει από την Ασία στη Μακεδονία και να βοηθήσει τους Μακεδόνες. Ο Απ. Παύλος και οι μαθητές του ερμήνευσαν το όραμα ως εντολή του Χριστού να κηρύξουν το Ευαγγέλιο στη Μακεδονία και αποφάσισαν να υπακούσουν.
Οι Πράξεις των Αποστόλων, επίσης, αναφέρουν λεπτομερώς τις Μακεδονικές πόλεις που πέρασαν ή που διέμειναν, λίγο ή πολύ, ο Απ. Παύλος και ο Σίλας (Πράξ. Κεφ. 16 και 17). Καταρχάς, έφτασαν στη Σαμοθράκη, στην Νεάπολη (Καβάλα), στους Φιλίππους, όπου έμειναν μερικές μέρες και, μετά την ίδρυση της τοπικής Εκκλησίας των Φιλίππων, αφού πέρασαν από την Αμφίπολη και την Απολλωνία, έφθασαν στη Θεσσαλονίκη και από εκεί στη Βέροια. Όλες αυτές οι πόλεις υπήρχαν και τότε και σήμερα, ως ελληνικές πόλεις της ελληνικής Μακεδονίας.
 Αποτέλεσμα του Ιεραποστολικού έργου του Απ. Παύλου ήταν να βαπτιστεί στους Φιλίππους η Λυδία, η πρώτη χριστιανή της Ευρώπης και να πιστέψουν στον Χριστό πάρα πολλοί Ιουδαίοι και εθνικοί, άνδρες και γυναίκες  από τις πόλεις της Μακεδονίας που πέρασε. Κατά την Τρίτη περιοδεία του, ο Απόστολος, με αφετηρία την Έφεσο, επισκέφτηκε ξανά τη Μ. Ασία και, μέσω αυτής, ξαναήλθε, για δεύτερη φορά, στη Μακεδονία και από εκεί πορεύτηκε επίσης στις υπόλοιπες ελληνικές πόλεις και κυρίως στην Κόρινθο. (Πράξ. κεφ. 19 και 20).Τέλος, επέστρεψε πίσω, πάλι μέσω Μακεδονίας (τρίτη επίσκεψη), και έφθασε από εκεί στην Τρωάδα.
 Είναι ανάγκη να επισημάνουμε ότι οι παραπάνω ιστορικές αναφορές μας στον εκχριστιανισμό της Μακεδονίας έχουν, εκτός των άλλων στη σημερινή συγκυρία, τεράστιο εκκλησιαστικό ενδιαφέρον, όπως εύστοχα και εύκαιρα επισημαίνεται και από τις πρόσφατες αποφάσεις της Διαρκούς Ιεράς Συνόδου της Εκκλησίας της Ελλάδος. Και τούτο, διότι υπάρχουν σε διοικητικό επίπεδο δύο Εκκλησίες στα ΣκόπιαΗ μία είναι η σχισματική Εκκλησία της «πρώην Γιουγκοσλαβικής Δημοκρατίας της Μακεδονίας», που προέκυψε από την διάσπαση των νοτιότερων επαρχιών της Σερβικής Εκκλησίας τον Οκτώβριο του 1958 και μέχρι το 1967 διατελούσε σε κανονική ενότητα με το Σερβικό Πατριαρχείο. Το 1967, όμως, αυτοανακηρύχθηκε αυτοκέφαλη εκκλησία, με το όνομα «Μακεδονική Ορθόδοξη Εκκλησία - Αρχιεπισκοπή της Οχρίδας», με αποτέλεσμα η έκτακτη Σύνοδος της Ιεραρχίας της Σερβικής Εκκλησίας να ανακηρύξει την ηγεσία της σχισματική. Από τότε έως σήμερα καμιά ορθόδοξη Εκκλησία δεν αναγνωρίζει την ηγεσία της Εκκλησίας αυτής ως κανονική.
Η δεύτερη Εκκλησία, δημιουργήθηκε το 2005, όταν, μετά από διάλογο μεταξύ του Πατριαρχείου της Σερβίας και της σχισματικής Εκκλησίας, που δεν κατέληξε σε συμφωνία, το Πατριαρχείο της Σερβίας προχώρησε στην επανίδρυση της «Ορθόδοξης Αρχιεπισκοπής της Αχρίδας» στο κρατίδιο των Σκοπίων. Όμως, η κανονική αυτή Αρχιεπισκοπή δεν αναγνωρίστηκε από τα Σκόπια ο δε κανονικός Αρχιεπίσκοπός της Ιωάννης φυλακίστηκε αρκετά χρόνια, επειδή οι αρχές είχαν αρνηθεί να της δώσουν άδεια με το σκεπτικό ότι, εφόσον υπάρχει «Μακεδονική Ορθόδοξη Εκκλησία», δεν μπορεί να υπάρξει και δεύτερη Εκκλησία για την ίδια ομολογία.
 Ωστόσο, τον Νοέμβριο του 2017, το ευρωπαϊκό δικαστήριο για τα ανθρώπινα δικαιώματα στο Στρασβούργο δικαίωσε τη Σερβική Ορθόδοξη Εκκλησία στην προσφυγή της κατά των Σκοπίων για το θέμα της μη αναγνώρισης της Αρχιεπισκοπής Αχρίδας. Η παράλληλη ύπαρξη και λειτουργία όμως έως και σήμερα της Μακεδονικής ορθόδοξης Εκκλησίας δημιουργεί τεράστιο θέμα, το οποίο, εκτός των άλλων, επισημαίνεται δικαίως στην απόφαση της Διαρκούς Ιεράς Συνόδου της Εκκλησίας της Ελλάδος11-01-2017, που απευθύνεται προς την ελληνική πολιτεία, εξ αφορμής της έντονης διπλωματικής κινητικότητας που υπάρχει για το θέμα των Σκοπίων.

Η Διαρκής Ιερά Σύνοδος (Δ.Ι.Σ.), γνωστοποιώντας τις θέσεις της για τη σχισματική εκκλησία των Σκοπίων, τονίζει προς την ελληνική πολιτεία ότι συμμερίζεται την αγωνία των Ιεραρχών, που διαποιμαίνουν τις Ιερές Μητροπόλεις στην περιοχή της Μακεδονίας αλλά και του λαού και «υπενθυμίζει ότι η Εκκλησία έχει μαρτυρήσει, με τον λόγο και το αίμα κλήρου και λαού, την ελληνικότητα της Μακεδονίας από αρχαιοτάτων χρόνων, γι’ αυτό και δεν μπορεί να αποδεχθεί την απονομή του όρου «Μακεδονία» ή παραγώγου του ως συστατικού ονόματος άλλου Κράτους, το οποίο θα έχει επιπτώσεις και στην ονομασία της σχισματικής αυτοαποκαλούμενης εκκλησίας της «Μακεδονίας». Αναμένει δε από την υπεύθυνη Ελληνική Κυβέρνηση, η οποία διαχειρίζεται το θέμα, να κατανοήσει την ανησυχία Της, που είναι και ανησυχία του οικουμενικού ελληνισμού». Η Εκκλησία της Ελλάδος σε αυτήν την συγκεκριμένη περίπτωση, εκφράζοντας την ιστορική της παράδοση και ευθύνη και ανταποκρινόμενη στις προσδοκίες του λαού του Θεού, ενήργησε έγκυρα και έγκαιρα, υπερασπιζόμενη, όπως έχει χρέος, τόσο τα εθνικά θέματα όσο και τη μακραίωνη χριστιανική παράδοση της Μακεδονίας, δίνοντας ταυτόχρονα το μήνυμα στους ορθόδοξους πιστούς της ότι η Μακεδονία είναι μία, ελληνική και χριστιανική. Η απάντηση του Υπ. Εξωτερικών, που προσπάθησε να πολιτικοποιήσει, να σπιλώσει και να υποτιμήσει τις καθαρές πατριωτικές και ορθόδοξες θέσεις της Εκκλησίας, είναι λυπηρή απαράδεκτη και δεν αντιστοιχεί στο ύψος των περιστάσεων, διότι εκφεύγει των ορίων του πολιτικού ήθους και εκφράζεται με ασέβεια έναντι θεσμών, όπως είναι, για παράδειγμα, η ορθόδοξη Εκκλησία της Ελλάδας, η οποία εκ της φύσεώς της είναι υποχρεωμένη, στο πλαίσιο μάλιστα των δημοκρατικών ελευθεριών που απολαμβάνει, να αφουγκράζεται το κοινό αίσθημα, να το διακονεί και να το εκφράζει. Θα περίμενε πάντως κάποιος, τουλάχιστον σε ένα τέτοιας εθνικής σημασίας θέμα, όπως είναι το θέμα της χρήσης του ονόματος της Μακεδονίας στην ονοματοδοσία του κράτους των Σκοπίων, μεγαλύτερη σοβαρότητα, αυτοσυγκράτηση και ευθύνη, από την πλευρά της πολιτείας, προκειμένου να  καλλιεργείται και να διατηρείται η απαιτούμενη για τα μεγάλα εθνικά θέματα ενωτική σύμπνοια και συνοχή του ελληνικού λαού.

Παρασκευή 26 Ιανουαρίου 2018

ΓΕΡΩΝ ΝΙΚΩΝ: ΣΥΓΚΛΟΝΙΣΤΙΚΟ ΘΑΥΜΑ ΣΕ ΙΕΡΕΑ ΠΟΥ ΛΕΙΤΟΥΡΓΟΥΣΕ 30 ΧΡΟΝΙΑ

ΠΡΟΦΗΤΕΙΕΣ ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ ΠΑΪΣΙΟΥ

ΓΕΡΩΝ ΙΩΣΗΦ ΒΑΤΟΠΑΙΔΙΝΟΣ: Ο ΧΡΙΣΤΟΣ ΘΕΛΕΙ ΝΑ ΤΟΝ ΦΩΝΑΞΟΥΜΕ

ΤΙ ΗΤΑΝ ΤΟ ΒΥΖΑΝΤΙΟ; ΕΙΣΑΓΩΓΗ ΣΤΗ ΒΥΖΑΝΤΙΝΗ ΙΣΤΟΡΙΑ

Αυτό που σήμερα αποκαλούμε Βυζάντιο είναι δηλαδή η Ανατολική Ρωμαϊκή αυτοκρατορία, το κομμάτι της που δεν κατακτήθηκε αλλά επιβίωσε για άλλα χίλια χρόνια. Παρά τις μεγάλες αλλαγές που βίωσε τα επόμενα 1000 χρόνια, επρόκειτο, νομικά και ιδεολογικά τουλάχιστον, για το ίδιο κράτος. Οι κάτοικοι του ονομάζονταν Ρωμαίοι, οι πρωτεύουσα Νέα Ρώμη όπως ήδη είπαμε, ο αυτοκράτορας ήταν «καίσαρας» και «αύγουστος». Όταν μιλούσαν για το κράτος, το έλεγαν «Ρωμανία».
Ο όρος Βυζάντιο, αναφερόμενος στην ανατολική ρωμαϊκή αυτοκρατορία, εμφανίστηκε στη Γερμανία το 17ο αιώνα. Η νέα λέξη χρησιμοποιήθηκε για λόγους πολιτικής σκοπιμότητας, για να αφαιρέσει από την αυτοκρατορία τον ρωμαϊκό τίτλο. Η διεκδίκηση του τίτλου του συνεχιστή της Ρώμης είναι μία μεγάλη και περίπλοκη ιστορία που θα αναλύσουμε σε επόμενο βίντεο.
Το Βυζάντιο λοιπόν είχε έδρα την Κωνσταντινούπολη, το κυβερνούσε ο Ρωμαίος αυτοκράτορας και εκτεινόταν, μέσες άκρες, στη Βαλκανική χερσόνησο, τη Μικρά Ασία και, ανάλογα με την περίοδο, στον Καύκασο, τη Μέση Ανατολή και την Αίγυπτο. Κυριαρχούσε δηλαδή σε έναν χώρο που είχε από αιώνες κατακτήσει και κυβερνήσει η Ρώμη και πριν από αυτήν ο Μέγας Αλέξανδρος. Από την ιστορική της κληρονομιά και τη γεωγραφία της, η Βυζαντινή αυτοκρατορία παίρνει τα τρία βασικά χαρακτηριστικά που την ορίζουν: τον ελληνικό πολιτισμό, την πολιτική παράδοση της Ρώμης και τη χριστιανική πίστη.

Κατ’ αρχήν στο Βυζάντιο επικρατούσε, για το μεγαλύτερο τουλάχιστον μέρος της ιστορίας του, η ελληνική γλώσσα και παιδεία. Ένα μεγάλο μέρος του πληθυσμού και σε ορισμένες περιόδους η πλειοψηφία, αποτελείτο από εθνικά Έλληνες ή ελληνόφωνους, ειδικά σε περιοχές όπως η κυρίως Ελλάδα, η παραλιακή και δυτική Μικρά Ασία, η κάτω Ιταλία και περιοχές της Συρίας και της Αιγύπτου. Με την πτώση του δυτικού τμήματος, που μιλούσε κυρίως λατινικά, και στη συνέχεια την εξαφάνιση της λατινικής από τα βόρεια Βαλκάνια, η ελληνική γλώσσα εξαπλώθηκε στη διοίκηση και τελικά έγινε η μόνη επίσημη της αυτοκρατορίας. Τα ελληνικά ήταν άλλωστε και η γλώσσα της Εκκλησίας. Οι Βυζαντινοί βάσιζαν την παιδεία τους στα αρχαία γραμματεία, κυρίως στην Ιλιάδα, την Οδύσσεια και τους μύθους του Αισώπου. Στις ανώτερες βαθμίδες, λόγιοι κληρικοί και λαϊκοί μελετούσαν Αριστοτέλη και Πλάτωνα και αντέγραφαν το ύφος του Θουκυδίδη και του Ξενοφώντα. Η Κωνσταντινούπολη ήταν γεμάτη από ελληνικά αγάλματα και μνημεία, ενώ σχολές και μοναστήρια ήταν κέντρα αντιγραφής και διατήρησης των αρχαίων κειμένων. Η σχέση της Νέας Ρώμης με την αρχαία ελληνική κληρονομιά δεν ήταν πάντα εύκολη και ιδίως στην αρχή υπήρξε και συγκρουσιακή λόγω της ανόδου του χριστιανισμού, εν τέλει όμως η ένωση των δύο αυτών στοιχείων διαμόρφωσε τη μοναδικότητα του βυζαντινού πολιτισμού.

Πέμπτη 25 Ιανουαρίου 2018

ΑΓΙΟΣ ΓΡΗΓΟΡΙΟΣ Ο ΘΕΟΛΟΓΟΣ- ΧΡΟΝΙΑ ΠΟΛΛΑ!

Άγιος Γρηγόριος ο Θεολόγος

Ο Άγιος Γρηγόριος ο Θεολόγος γεννήθηκε το 329 μ.Χ. στην Αριανζό, κωμόπολη της Καππαδοκίας, από τον Γρηγόριο, επίσκοπο Ναζιανζού και την Νόννα. Έχει δύο αδέρφια: τον Καισάρειο και τη πασίγνωστη για την ευσέβειά της αδερφή Γοργονία.

Στη Ναζιανζό, διδάσκεται τη στοιχειώδη εκπαίδευση, ενώ τη μέση στη Καισάρεια, όπου γνωρίζεται με το συμμαθητή του Μέγα Βασίλειο. Έπειτα, πηγαίνει κοντά σε περίφημους διδασκάλους της ρητορικής στη Παλαιστίνη και στην Αλεξάνδρεια και, τέλος, στα Πανεπιστήμια της Αθήνας. Οι σπουδές του διήρκεσαν 13 ολόκληρα χρόνια (από 17 έως 30 ετών).

Μετά τις σπουδές στην Αθήνα ο Γρηγόριος επιστρέφει στη πατρίδα του μονολότι του πρόσφεραν έδρα Καθηγητή Πανεπιστημίου. Εκεί, ο πατέρας του, επίσκοπος Ναζιανζού, τον χειροτονεί πρεσβύτερο. Αλλά ο Άγιος Γρηγόριος προτιμά την ησυχία του αναχωρητηρίου στο Πόντο, κοντά στο φίλο του Βασίλειο, για περισσότερη άσκηση στη πνευματική ζωή.
Μετά, όμως, από θερμές παρακλήσεις των δικών του, επιστρέφει στην πατρίδα του και μπαίνει στην ενεργό δράση της Εκκλησίας. Στα 43 του χρόνια ο Θεός τον ανύψωσε στο επισκοπικό αξίωμα. Έδρα του ορίστηκε η περιοχή των Σασίμων την οποία ποτέ δεν ποίμανε λόγω των Αρειανών κατοίκων της.
Όμως, ο θάνατος έρχεται να πληγώσει τη ψυχή του, με αλλεπάλληλους θανάτους συγγενικών προσώπων. Πρώτα του αδερφού του Καισαρείου, έπειτα της αδερφής του Γοργονίας, μετά του πατέρα του και, τέλος, της μητέρας του Νόννας. Μετά απ’ αυτές τις θλίψεις, η θεία Πρόνοια τον φέρνει στην Κωνσταντινούπολη (378 μ.Χ.), όπου υπερασπίζεται με καταπληκτικό τρόπο την Ορθοδοξία και χτυπά καίρια τους Αρειανούς, που είχαν πλημμυρίσει την Κωνσταντινούπολη.
Η κατάσταση ήταν πολύ δύσκολη. Όλοι οι ναοί της Βασιλεύουσας ήταν στα χέρια των αιρετικών. Όμως ο Άγιος δεν απελπίζεται. Μετατρέπει ένα δωμάτιο στο σπίτι που τον φιλοξενούσαν σε ναό και του δίνει συμβολικό όνομα. Ονομάζει το ναό Αγία Αναστασία δείγμα ότι πίστευε στην ανάσταση της Ορθόδοξης Πίστης.

Οι αγώνες είναι επικίνδυνοι. Οι αιρετικοί ανεβασμένοι πάνω στις σκεπές των σπιτιών του πετούν πέτρες και έτσι ο Άγιος Γρηγόριος δοκιμάζεται πολύ. Στο ναό της Αγίας Αναστασίας εκφωνεί τους περίφημους πέντε θεολογικούς λόγους που του έδωσαν δίκαια τον τίτλο του Θεολόγου.
Μετά το σκληρό αυτό αγώνα, ο Μέγας Θεοδόσιος τον αναδεικνύει Πατριάρχη Κωνσταντινουπόλεως (381 μ.Χ.). Η Β’ Οικουμενική Σύνοδος τον αναγνώρισε ως Πρόεδρό της. Όμως μια μερίδα επισκόπων τον αντιπολιτεύεται για ευτελή λόγο. Τότε ο Γρηγόριος, αηδιασμένος, δηλώνει τη παραίτησή του, αναχωρεί στη γενέτειρά του Αριανζό και τελειώνει με ειρήνη τη ζωή του, το 390 μ.Χ.

Ο Άγιος Γρηγόριος ο Θεολόγος άφησε μεγάλο συγγραφικό έργο. Ιδιαίτερο ενδιαφέρον παρουσιάζουν τα φιλοσοφημένα 408 ποιήματά του 18.000 περίπου στίχων. Είναι από τα μεγαλύτερα πνεύματα του Χριστιανισμού και από τους λαμπρότερους αθλητές της ορθόδοξης πίστης.
Η τίμια κάρα του φυλάσσεται στην Ιερά Μονή Βατοπεδίου, στο Άγιο Όρος ενώ το ιερό σκήνωμα του φυλάσσετε στον ομώνυμο Ναό του στην Νέα Καρβάλη. 
Η Ορθόδοξη Εκκλησία εορτάζει τη μνήμη του Αγίου στις 25 Ιανουαρίου.

http://www.saint.gr

ΑΓΙΟΣ ΓΡΗΓΟΡΙΟΣ Ο ΘΕΟΛΟΓΟΣ


Τετάρτη 24 Ιανουαρίου 2018

ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΤΗΣ ΣΑΜΟΥ ΕΥΣΕΒΙΟΣ: ΤΟ ΥΠΟΥΡΓΕΙΟ ΠΑΙΔΕΙΑΣ ΜΕΤΑ ΑΠΟ ΤΗΝ ΑΛΛΟΙΩΣΗ ΤΟΥ ΟΡΘΟΔΟΞΟΥ ΧΑΡΑΚΤΗΡΑ ΤΟΥ ΜΑΘΗΜΑΤΟΣ ΤΩΝ ΘΡΗΣΚΕΥΤΙΚΩΝ, ΤΩΡΑ ΕΠΙΧΕΙΡΕΙ ΕΚ ΝΕΟΥ ΝΑ ΑΠΟΚΟΨΕΙ ΤΟΥΣ ΝΕΟΥΣ ΜΑΣ ΑΠΟ ΤΗΝ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣΤΙΚΗ ΚΟΙΝΩΝΙΑ

Εγκύκλιος  Μητροπολίτου Σάμου καί Ἰκαρίας κ.κ. Εὐσεβίου διά τόν ἑορτασμόν τῶν Τριῶν Ἱεραρχῶν, ὡς Προστατῶν τῶν Ἑλληνικῶν Γραμμάτων

Ἀγαπητοί μου Πατέρες καί Ἀδελφοί,
Μέ θλίψη καί ἔντονο προβληματισμό πληροφορηθήκαμε τήν ἀπόφαση τοῦ Ὑπουργοῦ Παιδείας, Ἔρευνας καί Θρησκευμάτων νά θεσπίσει τήν ἡμέρα τῆς ἑορτῆς τῶν Τριῶν Ἱεραρχῶν ὡς «ἀργία», ἡ ὁποία ὅμως δέν θά περιέχει οὔτε ἐκκλησιασμό τῶν Μαθητῶν, ἀλλά οὔτε καί τήν πραγματοποίηση, ἔστω κάποιας, τιμητικῆς ἐκδήλωσης μέ ἀναφορά στή ζωή καί τό ἔργο τῶν Τριῶν Ἱεραρχῶν, ὡς Προστατῶν τῶν Ἑλληνικῶν Γραμμάτων καί τῆς Παιδείας μας.
Καί διερωτώμεθα; Ποιά εἶναι ἄραγε ἡ σκοπιμότητα μιᾶς τέτοιας ἀπόφασης;
Σέ τί ὠφελεῖ ἡ θέσπιση μιᾶς «ἀργίας» μέ θρησκευτική ἀφορμή, ὅταν αὐτή δέν γίνεται γιά νά διευκολυνθεῖ ὁ ἐκκλησιασμός διδασκόντων καί διδασκομένων ἤ τῆς συμμετοχῆς τους σέ μιά ἐκδήλωση πνευματικοῦ περιεχομένου, γιά τόν ρόλο πού διαδραμάτισαν οἱ Τρεῖς Ἱεράρχες στήν παιδεία καί τόν πολιτισμό τοῦ Ἔθνους μας;

Ἤ ἀκόμη σέ τί θά ἔβλαπτε ὁ Ἐκκλησιασμός καί ἡ συμπροσευχή ὅλων, ἀφ’ ᾗς στιγμῆς μάλιστα ἔχει ὁρισθεῖ νά ἀναπέμπεται καί εἰδική δέηση γιά τόν θεῖο φωτισμό καί τήν ἄνωθεν ἐνίσχυση τῶν Μαθητῶν, τῶν Καθηγητῶν τους, τῶν Γονέων καί Κηδεμόνων τους καί ὅλων ὅσων συντελοῦν στήν πνευματική συγκρότηση τῶν Νεοελλήνων;
Εἰλικρινά λυπούμαστε, διότι ἀδυνατοῦμε νά ἑρμηνεύσουμε μιά τέτοια ἀπόφαση καί νά κατανοήσουμε ἀκόμη τά κίνητρά της! Μᾶς στενοχωρεῖ δέ, ἡ θλιβερή διαπίστωση, ὅτι μετά ἀπό τήν ἀλλοίωση τοῦ ὀρθοδόξου χαρακτῆρα τοῦ μαθήματος τῶν Θρησκευτικῶν, πού, παρά τίς ἀντιδράσεις μας, ἐπέφερε στά Σχολεῖα μας τό Ὑπουργεῖο Παιδείας μέ τά νέα βιβλία τῶν Θρησκευτικῶν, τώρα ἐπιχειρεῖ ἐκ νέου νά ἀποκόψει τούς Νέους μας ἀπό τήν ἐκκλησιαστική κοινωνία, ἐπισημοποιώντας τόν ἤδη κατά τά τελευταῖα χρόνια ἀποδυναμωμένο σύνδεσμο τῶν Σχολείων μέ τήν ἐκκλησιαστική ζωή.
Ἡ ἀπόφαση τοῦ Ὑπουργοῦ Παιδείας κατ΄ ἀρχήν ἔρχεται σέ ἀντίθεση μέ τό μόλις περυσινό προεδρικό διάταγμα ΠΔ79/2017, πού ἀναφέρει, ὅτι «ἡ εορτή των Τριῶν Ἱεραρχῶν περιλαμβάνεται στίς ἡμέρες, πού πραγματοποιούνται Ἑορταστικές ἐκδηλώσεις στά σχολεῖα καί κατά τήν κρίση τους ἐκκλησιασμός».
Ὅμως πέρα ἀπό τήν πνευματική βλάβη, πού προκαλεῖται καί εἶναι ἐθνικῆς καί θρησκευτικῆς σημασίας, ἡ ἀπόφαση αὐτή τοῦ Ἀξιοτίμου κ. Ὑπουργοῦ Παιδείας, ἀποτελεῖ καί κατάφωρη παραβίαση τοῦ Συντάγματος τῆς Πατρίδος μας, σύμφωνα μέ τό ὁποῖο, στό ἄρθρο 16 παράγραφος 2, ὡς σκοπός τῆς Παιδείας στήν Ἑλλάδα ἀναφέρεται ρητά μετάξύ ἄλλων ἡ ἀνάπτυξη τῆς ἐθνικῆς καί θρησκευτικῆς συνείδησης, σέ συνδυασμό μάλιστα καί μέ τό 201 Προεδρικό Διάταγμα τοῦ 1998 (παρ. 8 του άρθρου 13 του Π.Δ. 201/1998) (ΦΕΚ 161 Α΄/13-7-1998), περί «Ἐκκλησιασμοῦ Μαθητῶν», ὅπου ὁ ἐκκλησιασμός ἀναφέρεται ὡς ἀναφαίρετο δικαίωμά τους.
Γιά τήν ἱστορία ἐπιθυμοῦμε νά ἀναφέρουμε, ὅτι ὁ κοινός ἑορτασμός τῶν Τριῶν Ἱεραρχῶν στίς 30 Ἰανουαρίου θεσπίσθηκε ἤδη στήν Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία ἀπό τόν 11ο αἰῶνα. Ἡ Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία μας τιμώντας ἀπό κοινοῦ τίς μεγάλες καί ἐξέχουσες φυσιογνωμίες τοῦ Μεγάλου Βασιλείου, τοῦ Γρηγορίου τοῦ Θεολόγου καί τοῦ Ἰωάννου τοῦ Χρυσοστόμου, πού λάμπρυναν μέ τό πνευματικό τους ἀνάστημα τό στερέωμα τῆς Ἑλληνοχριστιανικῆς Παιδείας, ἀναδεικνύει τόν θαυμαστό καί ἀπαράμιλλο συνδυασμό τοῦ ἑλληνικοῦ πνεύματος καί πολιτισμοῦ μέ τήν ὀρθόδοξη χριστιανική πίστη καί ζωή. Οἱ Τρεῖς Ἱεράρχες ὑπῆρξαν ἡ ἁπτή ἀπόδειξη τοῦ λόγου τοῦ Κυρίου μας Ἰησοῦ Χριστοῦ, ὁ Ὁποῖος, ὅταν ζήτησαν νά τόν συναντήσουν οἱ Ἕλληνες, εἶπε: «Νῦν ἐδοξάσθη ὁ Υἱός τοῦ ἀνθρώπου» (Ἰω. ιγ 31)
Ἔκτοτε, ἀκόμη καί μέσα στά ζοφερά χρόνια τῆς Τουρκοκρατίας, ἡ ἑορτή τῶν Τριῶν Ἱεραρχῶν ἐθεωρεῖτο ὡς ἡ γιορτή τῆς Ἑλληνικῆς Παιδείας. Αὐτός ὁ συλλογισμός ἀποδεικνύεται εὐχερῶς, ἄν σκεφθοῦμε, ὅτι τόσο στή Σάμο καί κυρίως στήν Ἰκαρία, στή διάρκεια τῆς Τουρκοκρατίας χτίσθηκαν Ἐνοριακοί Ναοί πρός τιμήν τῶν Τριῶν Ἱεραρχῶν, μεμονωμένα ἤ ἀπό κοινοῦ. Ὅπως ὁ Ἅγιος Ἰωάννης ο Χρυσόστομος στό Καρλόβασι, ὁ Ἅγιος Ἰωάννης ὁ Χρυσόστομος στό ὁμώνυμο χωριό τῆς Ἰκαρίας καί στό Μαυρικάτο Ἰκαρίας, ἤ ὁ Ἅγιος Γρηγόριος Θεολόγος Γλαρέδου Ἰκαρίας καί ἀνάμεσά τους ὁ πρῶτος Ἐνοριακό Ναός στόν Ξυλοσύρτη Ἰκαρίας πρός τιμήν καί τῶν Τριῶν Ἱεραρχῶν, ἕνας ἐκ τῶν ἀρχαιοτέρων Ναῶν τῆς Μητροπολιτικῆς μας περιφερείας.
Σύμφωνα λοιπόν μέ αὐτή τήν μεγάλη ἀλήθεια καί τήν πραγματική τιμή τῶν Τριῶν Ἱεραρχῶν ἀπό μέρους τῶν Ὀρθοδόξων Ἑλλήνων, ἡ Σύγκλητος τοῦ Ἐθνικοῦ καί Καποδιστριακοῦ Πανεπιστημίου Ἀθηνῶν, ἐπαλήθευσε τόν ἑορτασμό καί μέ ἀπόφασή της το 1841 θέσπισε, νά θεωρεῖται ἡ ἑορτή τῶν Τριῶν Ἱεραρχῶν στίς 30 Ἰανουαρίου ὡς ἡ ἑορτή τῶν ἑλληνικῶν Γραμμάτων, ἀπόφαση τήν ὁποία περιέβαλε μέ σχετική Νομοθεσία καί ἡ Πολιτεία ἀργότερα.
Ἐπαναλαμβάνουμε, ὅτι τό σκεπτικό τοῦ ἑορτασμοῦ τῶν Ἑλληνικῶν Γραμμάτων, παράλληλα πρός τήν ἑορτή τῶν Τριῶν Ἱεραρχῶν, ἑδράζεται στό γεγονός ὅτι οἱ Τρεῖς Ἱεράρχες, μέ τόν τρόπο του ὁ καθένας, συνέζευξαν ἄριστα τήν Ἑλληνική μόρφωση καί παιδεία μέ τήν Ὀρθόδοξη Χριστιανική πίστη καί ζωή.
Ἡ ἀξία καί ἡ σπουδαιότητα τοῦ ἑορτασμοῦ τῶν Τριῶν Ἱεραρχῶν, ὡς Ἐφόρων καί Προστατῶν τῶν Ἑλληνικῶν Γραμμάτων καί κατ’ ἐπέκτασιν τῶν ἁπανταχοῦ τῆς γῆς Ἑλλήνων μαθητῶν καί διδασκάλων, κάθε ἐκπαιδευτικῆς βαθμίδος, ἐμφαίνεται καί ἀπό ἕνα ἀπόσπασμα τοῦ λόγου τοῦ καθηγητοῦ καί συγγραφέως τῆς Ἱστορίας τοῦ Ἑλληνικοῦ Ἔθνους, Κωνσταντίνου Παπαρηγόπουλου, ἀνήμερα τῆς ἑορτῆς τῶν Τριῶν Ἱεραρχῶν τοῦ ἔτους 1881 στό Πανεπιστήμιο Ἀθηνῶν, ὅπου ὑπογραμμίζει: «Ὁ νεώτερος Ἑλληνισμός ταυτίσας τήν ἑορτήν τῶν Γραμμάτων μετά τῆς ἑορτῆς τῶν Τριῶν Ἱεραρχῶν, ἀπέδειξε πόσο εὐκρινῆ εἶχε τήν συνείδησιν τοῦ χαρακτῆρος, δι’οὗ ἠθέλησε νά περιβάλῃ τήν ἐθνικήν ἡμῶν ἐκπαίδευσιν, καθ’ ὅτι παιδεία καί πίστις, πίστις καί παιδεία, ὑπῆρξαν οἱ δύο πόλοι περί οὕς ἔδει νά στρέφεται ἡ πνευματική καί ἐθνική ἡμῶν διάπλασις».

Ἀγαπητοί μου,
Γιά τούς λόγους αὐτούς καί πολλούς ἀκόμη, πού δέν χωροῦν σέ μία ἐγκύκλια ἀνακοίνωση, παρακαλοῦμε καί προτρέπουμε τούς Μαθητές, τούς Γονεῖς καί Κηδεμόνες τους, ἀλλά καί τούς Ἐκπαιδευτικούς ὅλων τῶν Βαθμίδων νά ἀξιοποιήσουν τήν «ἀργία», πού θέσπισε γιά χάρη τους ὁ Ὑπουργός Παιδείας μέ ἐκκλησιασμό στούς κατά τόπους Ἱερούς Ναούς, ὥστε νά προσευχηθοῦμε ὅλοι ζητώντας τήν χάρη καί τόν φωτισμό τοῦ Θεοῦ, μέ τίς πρεσβεῖες τῶν Τριῶν Ἱεραρχῶν καί νά ἀκούσουμε καί ἕνα λόγο γιά τό λαμπρό βίο, τήν ξακουστή πολιτεία καί τήν ἀδιαμφισβήτητη προσφορά τους στόν ἑλληνορθόδοξο Πολιτισμό μας καί μάλιστα φέτος διά τῆς ὑπ’ἀριθμ. 5565/2705/21-12-2017 Ἐγκυκλίου τῆς Ἱερᾶς Συνόδου τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος.
Σέ ὅλους τούς Ἱερούς Ναούς μας, ἰδίως ὅπου ὑπάρχουν σχολικά συγκροτήματα, θά τελεσθεῖ πανηγυρική θεία Λειτουργία, στό τέλος τῆς ὁποίας θά γίνει, ὅπως κάθε χρόνο καί εἰδική προσευχή γιά τόν ἄνωθεν φωτισμό τῶν διδασκόντων καί διδασκομένων στά Σχολεῖα τῶν ἀκριτικῶν μας Νησιῶν.
Ὁ τιμητικός ἑορτασμός τῶν Τριῶν Ἱεραρχῶν ἀπό μέρους ὅλων καί ἰδίως τῶν Μαθητῶν δέν εἶναι μόνο ἐποφειλομένη τιμή γιά τήν ἐπίτευξη τῆς ἀπό αἰώνων ἁρμονικῆς συνύπαρξης Ἑλληνισμοῦ καί Ὀρθοδοξίας, ἀλλά καί χρέος ἱερό πρός τήν Πίστη καί τήν Πατρίδα μας, ὡς Ὀρθοδόξων Ἑλλήνων καί πρός ἐπίτευξιν συγκροτημένης καί ἄρτιας ἐγκυκλοπαιδείας.

Μετά τῆς ἐν Χριστῶ ἀγάπης καί εὐχῶν
Ὁ Μητροπολίτης
^ Ὁ Σάμου καί Ἰκαρίας Εὐσέβιος