ΑΠΟ ΤΟ ΓΕΡΟΝΤΙΚΟ: ΚΛΑΙΩ ΚΥΡΙΕ, ΓΙΑΤΙ ΕΠΕΣΑ.
Κάποιος νέος παραστράτησε, μα τόσο μετανόησε όταν ή Θεία Χάρη τον επισκέφτηκε στο άκουσμα ενός μόνου κηρύγματος, που άφησε τον κόσμο και έγινε καλόγερος
Έφτιαξε μία καλύβα στην έρημο κι έκλαιγε κάθε μέρα με πολύ πόνο τίς αμαρτίες του. Με τίποτα δεν μπορούσε να παρηγορεί.
-Μια νύχτα παρουσιάστηκε στον ύπνο του ο Ιησούς περιτριγυρισμένος από φως ουράνιο. Πήγε κοντά του μέ καλοσύνη.
-Τι έχεις, άνθρωπε και κλαις με τόσο πόνο; τον ρώτησε με την γλυκιά φωνή Του.
-Κλαίω Κύριε, γιατί έπεσα, είπε με απελπισία ο αμαρτωλός.
-Ω , τότε σήκω.
-Δεν μπορώ μόνος Κύριε.
Άπλωσε τότε το Θεϊκό Του χέρι ο Βασιλιάς της αγάπης και τον βοήθησε να σηκωθεί.
Εκείνος όμως δεν σταμάτησε να κλαίει.
-Τώρα γιατί κλαις;
Πονώ Χριστέ μου γιατί σέ λύπησα. Ξόδεψα τον πλούτο των χαρισμάτων Σου σέ ασωτείες.
Έβαλε τότε με στοργή το χέρι Του ο φιλάνθρωπος Δεσπότης στο κεφάλι του πονεμένου αμαρτωλού και τού είπε με ιλαρότητα.
-Αφού για μένα πονάς τόσο πολύ εγώ έπαυσα πιά να λυπάμαι για τα περασμένα.
Ο νέος σήκωσε το βλέμμα του να ευχαριστήσει τον Σωτήρα του μα εκείνος δεν ήταν πια εκεί. Στη θέση που πατούσε είχε σχηματισθεί ένας πελώριος ολόφωτος σταυρός. Λυτρωμένος πιά από το βάρος της αμαρτίας, έπεσε και τον προσκύνησε.
Με ευγνωμοσύνη στην ψυχή ύστερα από το όραμα εκείνο κατέβηκε πάλι στην πολιτεία ο νέος για να γίνει πιο θερμός κήρυκας της μετανοίας και να οδηγήσει στο Χριστό πολλούς άλλους παραστρατημένους.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου