
https://www.saint.gr
ΑΝ ΒΙΑΖΕΣΑΙ ΝΑ ΔΕΙΣ ΤΟΝ ΚΟΣΜΟ ΝΑ ΓΙΝΕΤΑΙ ΚΑΛΥΤΕΡΟΣ, ΑΡΧΙΣΕ ΑΠΟ ΤΟΝ ΕΑΥΤΟ ΣΟΥ. ΕΙΝΑΙ Ο ΣΥΝΤΟΜΟΤΕΡΟΣ ΔΡΟΜΟΣ.
Ο Άγιος Κύριλλος, αφού πέρασε τη ζωή του όσια
και ασκητικά, χειροτονήθηκε στο 68ο έτος της ζωής του επίσκοπος Γορτύνης στην
Κρήτη. Αφού κυβέρνησε το ποίμνιο του 25 χρόνια, παρουσιάστηκε στον ηγεμόνα
Αγριανό το έτος 299, στα χρόνια των Βασιλέων Διοκλητιανού και Μαξιμιανού, και
επειδή με θάρρος κήρυξε τον Χριστό, ρίχτηκε μέσα στη φωτιά. Άλλα ενώ τα δεσμά
κάηκαν και τα ξύλα όλα της φωτιάς έγιναν στάχτη, ο Άγιος έμεινε εντελώς
αβλαβής. Τότε αφέθηκε ελεύθερος. Αργότερα όμως, επειδή επέστρεφε στην πίστη του
Χριστού πολλούς ειδωλολάτρες, καταδικάστηκε σε θάνατο. Τότε του έβαλαν χαλινάρι
στο στόμα και τον φόρτωσαν επάνω σε άμαξα, επειδή ήταν 93 χρονών και δεν
μπορούσε να βαδίσει. Όταν έφτασαν σε μια τοποθεσία που ονομαζόταν Ράξο, τα
βόδια σταμάτησαν μόνα τους και εκεί ο άξιος Ιεράρχης και αθλητής του Κυρίου,
έλαβε το στεφάνι του μαρτυρίου με αποκεφαλισμό.
Να σημειώσουμε εδώ ότι σύμφωνα με τον Δοσίθεο Ιεροσολύμων, υπάρχει και άλλος
Κύριλλος Ιερομάρτυρας από την Γορτύνη, που μαρτύρησε το 780 μ.Χ. από τους
Σαρακηνούς επειδή δεν αρνήθηκε τον Χριστό. Μάλιστα από τις πληγές του έτρεχε
αντί για αίμα, μύρο (σελ. 979 της Δωδεκαβίβλου). Η Ορθόδοξη Εκκλησία εορτάζει
τη μνήμη του Αγίου στις 14 Ιουνίου.
Η εικόνα της Παναγίας,
το «Ἄξιον ἐστι», είναι μια από τις περίφημες εικόνες του Αγίου Όρους. Βρίσκεται
στο ναό του Πρωτάτου στις Καρυές του Αγίου Όρους, θεωρούμενη ως «κοινή εφέστιος
προστάτις» εικόνα όλων των Αγιορείτικων Μονών, φέρουσα στο πλαίσιό της τις
σφραγίδες και των 20 Μονών. Αρχικά η εικόνα αυτή βρισκόταν σε ένα παντοκρατορινό
κελί στην τοποθεσία τη λεγόμενη κοιλάδα του «Ἄδειν» κοντά και κάτω από τη σκήτη
του Αγίου Ανδρέα.
Την 11 Ιουνίου 980 μ.Χ. (κατά άλλους το 982 μ.Χ.) ο γέροντας έλειπε από το
κελί, καθώς είχε πάει σε μια αγρυπνία στις Καρυές, αφήνοντας μόνο τον
υποτακτικό του. Ο υποτακτικός τη νύχτα έκανε κανονικά τον κανόνα του. Ακούει σε
μια στιγμή να του χτυπάνε την πόρτα, ανοίγει και βλέπει έναν περαστικό να του
ζητάει να τον φιλοξενήσει, πράγμα που γίνεται. Συνεχίζει ο μοναχός τον κανόνα
του μέχρι που φτάνει στην θ' ωδή «Τὴν Τιμιωτέρα τῶν Χερουβίμ...». Τότε
τον διακόπτει ο φιλοξενούμενος και του λέει: «Όχι, πρώτα θα πεις: Ἄξιον ἐστιν ὡς
ἀληθῶς...» ως συμπλήρωμα του υπό του Κοσμά Μαϊουμά Μεγαλυνάριου της Θεοτόκου. Ο μοναχός
ενθουσιασμένος ζητάει να του γράψει ο νέος τον ύμνο για να μπορεί να το ψάλλει
και αυτός. Επειδή όμως δε βρέθηκε μελάνι και χαρτί μέσα στο κελλί, ο
μυστηριώδης ξένος μοναχός χάραξε τον ύμνο με το δάκτυλό του σε μια πέτρινη
πλάκα και προσθέτοντας ότι έτσι πρέπει να ψάλλεται στο εξής ο ύμνος αυτός από
όλους τους Ορθόδοξούς, έγινε άφαντος.
Οι Αγιορείτες έστειλαν την πλάκα στον βασιλιά και στον
Πατριάρχη Νικόλαο Χρυσοβέργη, ο οποίος ενέκρινε την εισαγωγή του αγγελικού
αυτού ύμνου στο λειτουργικό βίο της Εκκλησίας. Την δε εικόνα, μπροστά
στην οποία ψάλθηκε για πρώτη φορά ο αγγελικός ύμνος, τη μετέφεραν στο Πρωτάτο,
στο οποίο καθιερώθηκε να γίνεται και η ετήσια πανήγυρη σε ανάμνηση του θαύματος
και προς τιμή της Θεοτόκου.
Σύμφωνα με το αρχαίο συναξάριο, η γιορτή αυτή αρχικά τελούνταν στο Κελλί, όπου
είχε γίνει το θαύμα, και μάλιστα προς τιμή του αρχάγγελου Γαβριήλ, που χωρίς
άλλο ήταν ο θαυμαστός εκείνος ξένος μοναχός.
Έτσι, το Μεγαλυνάριο αυτό της Θεοτόκου που συνέθεσε ο Κοσμάς (ο επίσκοπος
Μαϊουμά) σήμερα ονομάζεται «Άξιον Εστί», εκ των δύο πρώτων λέξεων του
Θεομητορικού αυτού Ύμνου που έχει ως εξής:
Ἄξιον ἐστιν ὡς ἀληθῶς,
μακαρίζειν σὲ τὴν Θεοτόκον,
τὴν ἀειμακάριστον καὶ παναμώμητον,
καὶ μητέρα τοῦ Θεοῦ ἠμῶν.
Τὴν τιμιωτέραν τῶν Χερουβείμ
καὶ ἐνδοξοτέραν ἀσυγκρίτως τῶν Σεραφείμ
τὴν ἀδιαφθόρως Θεὸν Λόγον τεκοῦσαν,
τὴν ὄντως Θεοτόκον,
σὲ μεγαλύνομεν.
Ο Άγιος Νικόδημος ο Αγιορείτης αναφέρει ότι το γεγονός αυτό είναι πολύ παλαιό
και τούτο μαρτυρείται από τα Μηναία της Εκκλησίας, όπου στις 11 Ιουνίου
αναγράφεται: «Τῇ αὐτῇ ἡμέρᾳ, ἡ Σύναξις τοῦ Ἀρχαγγέλου Γαβριὴλ ἐν τῷ Ἄδειν».
Η εικόνα «Ἄξιον Ἐστί» έχει διαστάσεις 70,5x44 εκ. χωρίς την αργυρή θήκη που την
περιβάλλει. Λόγω του χρόνου που πέρασε, η μορφή της Θεοτόκου ήταν πολύ
σβησμένη, αλλά μετά ανακαίνιση διατηρείται σε ικανοποιητική κατάσταση και
διαβάζεται η επιγραφή «Μήτηρ Θεού Καρυώτισσα». Κατασκευάστηκε στην
Κωνσταντινούπολη κατά το πρότυπο της Παναγίας Ελεούσας του Κύκκου της Κύπρου,
έργο του Ευαγγελιστού Λουκά και απεικονίζει την Θεοτόκο με τη μορφή που είχε
λίγο πριν την κοίμησή της.
Στις 3 Οκτωμβρίου 1913 μ.Χ., μετά από ολονύκτια αγρυπνία στο Ναό του Πρωτάτου,
οι Αγιορείτες μοναχοί συνέταξαν το μνημειώδες ψήφισμα της αιωνίου και
αδιασπάστου ενώσεως με την Μητέρα Ελλάδα και το υπέγραψαν ένας-ένας με μετάνοια
ενώπιον της εικόνας αυτής.
Η πρώτη έξοδος της εικόνος «Άξιον Εστί» από το Άγιον Όρος έγινε το 1963 μ.Χ.
κατά τον εορτασμό της Χιλιετηρίδος του Αγίου Όρους, όταν μεταφέρθηκε στην
Αθήνα, όπου την προσκύνησαν πλήθη πιστών. Το 1985 μ.Χ. μεταφέρθηκε με πλοίο του
Πολεμικού Ναυτικού για προσκύνηση στη Θεσσαλονίκη, όπου οι επίσημοι της πόλεως
την υποδέχθηκαν μπροστά στο Λευκό Πύργο με τιμές Αρχηγού Κράτους.
Εμφάνιση της Παναγίας «Άξιον Εστί» στον Γέροντας Παΐσιο
Διηγήθηκε ο Γέροντας Παΐσιος: «Τη Δευτέρα της Διακαινησίμου καθόμουν στο
Αρχονταρίκι και έλεγα την ευχή. Ξαφνικά αισθάνθηκα μια ευωδία, άλλο πράγμα!
Βγήκα στο διάδρομο να δω από πού προέρχεται, πήγα στην Εκκλησία, τίποτα. Βγήκα
έξω στην αυλή. Η ευωδία ήταν πολύ πιο έντονη. Ακούστηκε να χτυπά το τάλαντο.
Κοίταξα και είδα να κατεβαίνει προς τα κάτω η λιτανεία, και κατάλαβα ότι
προέρχεται από την εικόνα της Παναγίας».
Αυτή την ημέρα γίνεται η λιτανεία της θαυματουργού εικόνος του «Ἄξιον ἐστίν».
Κατεβαίνει πιο κάτω από το Κουτλουμούσι, ως το Κελλί των Αγίων Αποστόλων
(Αλυπίου). Το Κελλί της «Παναγούδας» απέχει ένα χιλιόμετρο περίπου. Από αυτή
την απόσταση η Παναγία έστειλε τρόπον τινά τον χαιρετισμό της στον Γέροντα.
Άγιος Τιμόθεος, Επίσκοπος Προύσας
Ο Άγιος Τιμόθεος μαρτύρησε στα χρόνια του
Ιουλιανού του Παραβάτη (360 - 363 μ.Χ.). Οι Συναξαριστές αφηγούνται, ότι το 361
μ.Χ. σκότωσε δράκοντα με θαυματουργικό τρόπο, που φώλευε μεταξύ της Προύσας και
των θερμών υδάτων.
Στον Συναξαριστή του, γράφει ο Άγιος Νικόδημος ο Αγιορείτης: «Eίχε δε ο Άγιος
δύναμιν και χάριν παρά Θεού, με την οποίαν εποίει διάφορα θαύματα. Όθεν και ένα
μεγάλον δράκοντα εθανάτωσεν. Eκατοίκει δε ο δράκων αυτός μέσα εις ένα σπήλαιον
εν τη δημοσία στράτα, ανάμεσα εις τα θερμά νερά της πόλεως Προύσης, όπου ήτον
φυτευμένον ένα κυπαρίσσι πολλά χαριέστατον και ωραίον. Όθεν ο δράκων εκείνος,
έχωντας μέσα του την κακίαν του νοητού και ανθρωποκτόνου δράκοντος Διαβόλου,
εύγαινεν έξω από το σπήλαιον και εφαρμάκονεν με μόνον το φύσημά του, όχι, μόνον
τους ανθρώπους, οπού επερνούσαν από τον τόπον εκείνον, αλλά και τα κτήνη και
ζώα. Διά τούτο έκαμεν άβατον τον δρόμον, οπού είναι μεταξύ της Προύσης και των
θερμών νερών, και τινάς δεν ετόλμα να περάση εκείθεν. Kατ’ εκείνον δε τον
καιρόν μία βασίλισσα Xριστιανή, η οποία εκατοίκει εις την Απολλωνιάδα την εν
Bιθυνία ευρισκομένην, ήλθεν εις την τοποθεσίαν της Προύσης. Mαθόντες δε τον
ερχομόν της οι πλησίον κατοικούντες αδελφοί, έβαλαν κάποιας ευλογίας και δώρα
μέσα εις ένα ιερόν άμφιον, και τας έστειλαν εις αυτήν, διά μέσου του Αγίου
τούτου Tιμοθέου. Όταν δε έφθασεν ο Άγιος εις το κυπαρίσσι, εσηκώθη ο δράκων
εναντίον του Αγίου. O δε Άγιος βαλών τας ευλογίας εις την άκραν του παλλίου
του, ήτοι του επανωφορίου του, ετείλιξε και έσφιγξε το ιερόν εκείνο άμφιον,
είτα με το χέρι του το εσφενδόνησεν επάνω εις τον δράκοντα, και ανεχώρησε. Αφ’
ου δε έδωκε τας ευλογίας εις την βασίλισσαν, εγύρισεν οπίσω, και ω του
θαύματος! βλέπει τον δράκοντα νεκρόν, και εδόξασε τον Θεόν. Πέρνωντας δε το
ιερόν εκείνο άμφιον, επήγεν εις την Mητρόπολίν του. Tούτο το θαύμα εφημίσθη
πανταχού, διά τούτο οι άνθρωποι εσέβοντο τον Άγιον ως δούλον και φίλον Θεού.»
Όταν το έμαθε ο Ιουλιανός, έστειλε απεσταλμένο του στον επίσκοπο ν' αρνηθεί τον
Χριστό. Αλλά επειδή ο Τιμόθεος έμεινε σταθερός στην πιστή του, ο Ιουλιανός τον
αποκεφάλισε και έτσι έλαβε το αμάραντο στεφάνι του μαρτυρίου.
Ναός του Αγίου Τιμοθέου υπήρχε εντός του νοσοκομείου του «ἐν τῷ Δευτέρῳ» της Κωνσταντινούπολης.
Η Ορθόδοξη Εκκλησία εορτάζει τη μνήμη του Αγίου στις 10 Ιουνίου.
Όσιος Εφραίμ Κατουνακιώτης: Όταν ακούς πόνο, προσεύχου γι' αυτόν που πονάει: Όχι ο Θεός να τον απαλλάξει από τον πόνο, αλλά να του δώσει υπομονή. Γιατί μέσα στον πόνο βρίσκεται ο Θεός.
Μητροπολίτης Μόρφου Νεόφυτος: Αλλά εμείς ξέρομε ποιο καράβι μπορεί να περάσει το μέγα πέλαγος του κόσμου τούτου και να οδηγηθεί στην αιώνια ζωή, στην χώρα των ζώντων. Αυτό το καράβι είναι μόνον η Ορθόδοξη Εκκλησία. Η Μία, Αγία, Καθολική και Αποστολική Εκκλησία.